Στήν ταπεινή φάτνη τῆς Βηθλεέμ εἶδε ὁ κόσμος τό πιό παράδοξο ἀπ᾿ ὅσα συνέβησαν ποτέ: Νά κείτεται ὡς «παιδίον νέον», μικρό κι ἀδύναμο βρέφος, «ὁ πρό αἰώνων Θεός»! «Ὁ Θεός ἦλθε στή γῆ, ὄχι ὅπως Ἐκεῖνος μποροῦσε, ἀλλά ὅπως ἐμεῖς μπορούσαμε νά τόν δοῦμε. Ἐξαιτίας τῆς νηπιότητος τοῦ ἀνθρώπου ἔγινε κι ἐκεῖνος νήπιον», θεολογεῖ ὁ ἅγιος Εἰρηναῖος. Καί ἡ αἰτία αὐτῆς τῆς ἄφατης συγκαταβάσεως; «Ἁμαρτωλούς σῶσαι, ὧν πρῶτός εἰμι ἐγώ» (Α΄ Τι 1,15), ὁμολογεῖ εὐγνώμονα ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Τό εἶχε ἤδη ἀποκαλύψει ὁ ἄγγελος στόν Ἰωσήφ, ὅταν τόν πληροφόρησε ὅτι τό «παιδίον» θά ὀνομασθεῖ Ἰησοῦς, «Αὐτός γάρ σώσει τόν λαόν αὐτοῦ ἀπό τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν» (Μθ 1,21).
Ὁ Θεός γίνεται Θεάνθρωπος, κοινωνεῖ στήν ἀνθρώπινη φύση μας γιά νά καταστήσει ἐμᾶς κοινωνούς τῆς θείας φύσεως. «Καί ὁ πλουτίζων πτωχεύει», θαυμάζει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. «Πτωχεύει, παίρνοντας τή δική μου σάρκα, γιά νά πλουτήσω ἐγώ μέ τή δική του θεότητα. Ὁ πλήρης κενοῦται· ἀδειάζει γιά λίγο ἀπό τή δική του δόξα, γιά νά μεταλάβω ἐγώ τή δική του πληρότητα. Τί πλοῦτος ἀγαθότητος! Τί μυστήριο συντελέσθηκε γιά χάρη μου! Ἐγώ πλάσθηκα κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ καί δέν φύλαξα τήν εἰκόνα. Ἐκεῖνος παίρνει τή δική μου σάρκα, ὥστε καί τήν εἰκόνα νά σώσει καί τή σάρκα νά καταστήσει ἀθάνατη».
Ἀλλά γιά νά ἀξιοποιηθεῖ ἡ θεϊκή δωρεά, γιά νά γίνει ὁ ἄνθρωπος κοινωνός στό μυστήριο τῆς ἀθανασίας, πρέπει πρῶτα νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τούς ψεύτικους θεούς καί θεές πού λάτρευε, νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τά πάθη. Διαφορετικά, δέν παραμένει ἁπλῶς ξένος κι ἀδιάφορος γιά τόν Λυτρωτή Ἰησοῦ Χριστό· γίνεται ἐχθρός, ἀντίπαλος καί διώκτης του.
Παράδειγμα κλασικό ὁ φίλαρχος βασιλιάς Ἡρώδης. Ὅταν οἱ μάγοι ἐξ ἀνατολῶν ρωτοῦσαν «ποῦ ἐστιν ὁ τεχθείς βασιλεύς τῶν Ἰουδαίων;» (Μθ 2,2), «ἐταράχθη» αὐτός ὁ πανίσχυρος δυνάστης, καί διέταξε στήν περιοχή τῆς Βηθλεέμ γενική σφαγή τῶν νηπίων «ἀπό διετοῦς καί κατωτέρω». Ἔλαβε σκληρά μέτρα μή τυχόν καί διασωθεῖ τό νεογέννητο, διότι τό ἔνιωθε ἀντεραστή καί διεκδικητή τοῦ βασιλικοῦ θρόνου του.
Παράδειγμα ἄλλο οἱ κάτοικοι τῆς χώρας τῶν Γαδαρηνῶν· δέν ἀνέχθηκαν τήν καταστροφή τῶν χοίρων τους. Ἄν ἐπρόκειτο νά ζημιωθοῦν οἰκονομικά, καλύτερα νά λείψει ἀπό ἀνάμεσά τους ὁ Ἰησοῦς Χριστός, κι ἄς ἦταν Αὐτός πού μόλις εἶχε ἀπαλλάξει τήν περιοχή τους ἀπό τό φόβητρο τοῦ δαιμονίου, θεραπεύοντας τόν δυστυχισμένο συντοπίτη τους.
Στό πέρασμα τῶν χρόνων πολλοί οἱ μιμητές τοῦ Ἡρώδη καί τῶν Γαδαρηνῶν· θυσιάζουν τόν Ἰησοῦ Χριστό καί τή δική τους αἰώνια σωτηρία στό βωμό κάποιας σκοπιμότητας ἤ μιᾶς ὁποιασδήποτε ὀντότητας -ὑπαρκτῆς ἤ φανταστικῆς- πού οἱ ἴδιοι ἔχουν θεοποιήσει.
Δέν εἶναι μόνο οἱ εἰδωλολάτρες, οἱ ὁποῖοι γύρισαν τήν πλάτη στό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ γιά νά παραμείνουν ἀνενόχλητοι στή λατρεία ἀνύπαρκτων θεοτήτων πού εὐνοοῦσαν τήν ἱκανοποίηση ἀκατονόμαστων παθῶν. Εἶναι καί οἱ τόσοι ἄλλοι τῶν ἡμερῶν μας, πού παραδομένοι στά πάθη τους πασχίζουν νά ἐπαναφέρουν στή ζωή τά νεκρά εδωλα. Εἶναι βέβαιο ὅτι οἱ νεοπαγανιστές δέν «καίγονται» γιά τόν Δία καί τήν Ἀφροδίτη. Γνωρίζουν πολύ καλά ὅτι δέν ὑπῆρξαν ποτέ Διόνυσος καί Βάκχος. Ἐξυπηρετοῦνται ὅμως ντύνοντας μέ θρησκευτικό μανδύα τίς ἠθικές ἀτασθαλίες καί ἀσχημίες. Βολεύονται νά λατρεύουν θεότητες προστάτιδες τῆς πορνείας, τῆς μοιχείας, τῆς μέθης καί κάθε ἀσχημίας, πού ὁ πονηρός τούς ὑποβάλλει. Ὁ ὑπαρκτός διάβολος εἰσηγεῖται, οἱ ἀνύπαρκτοι «θεοί» πατρονάρουν καί ἐπευλογοῦν ὅσα ἐκεῖνος ὑπαγορεύει καί οἱ ταλαίπωροι «λάτρεις» ἐνασμενίζονται στά ξυλοκέρατα τῆς ἁμαρτίας, ἐξευτελίζοντας κάθε ἔννοια λογικῆς καί καταρρακώνοντας τήν ἀνθρώπινη ἀξιοπρέπεια.
Ἀλλά, θά ἔλεγε κανείς, ἐκεῖνοι πού θεληματικά ἐπιλέγουν γιά τόν ἑαυτό τους τήν ἔχθρα πρός τόν Χριστό χάριν τῆς φιλίας τοῦ σατανᾶ, ἔχουν κάθε δικαίωμα νά φθείρονται καί νά διαφθείρονται μόνοι τους. Τί γίνεται ὅμως ὅταν τό ἀντιχριστιανικό πνεῦμα προωθεῖται εὔσχημα καί ἐπίσημα ἀπειλώντας νά γίνει κατεστημένο; Μία τέτοια ἐπίθεση, ὕπουλη ἀλλά δυναμική καί θρασύτατη, δεχθήκαμε πρό καιροῦ μέ στόχο μάλιστα τήν εὐαίσθητη καί εὐπαθῆ νεότητα. Πρόκειται γιά τά σχολικά βιβλία καί μάλιστα τά βιβλία θρησκευτικῶν τοῦ Γυμνασίου. Χωρίς νά καταφέρονται φανερά ἐναντίον τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, τῆς συνταγματικά κατοχυρωμένης, ἐπιχειροῦν νά ἀνατρέψουν θεμελιώδη δεδομένα τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας παράδοσης· νά ὑποκαταστήσουν τό αἰώνιο κι ἀληθινό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ προβάλλοντας ἕνα «ἕτερον εὐαγγέλιον», ὅπως θά ἔλεγε ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Οἱ μέν διηγήσεις τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης (Θρησκευτικά Α΄ Γυμνασίου) ἀπογυμνώνονται ἀπό καθετί τό ὑπερφυσικό καί ἀντιμετωπίζονται οὔτε λίγο οὔτε πολύ σάν ἕνα παραμύθι πού χρειάζεται ἀπομυθοποίηση. Ὅσο γιά τή διδασκαλία τῆς Καινῆς Διαθήκης (Β΄ Γυμνασίου), μάταια θά ψάξει κανείς νά βρεῖ σ᾿ αὐτήν ἀναφορές στή θεότητα τοῦ Χριστοῦ, στό ἀπολυτρωτικό του ἔργο, στόν παράδεισο, στήν κόλαση, στόν σατανᾶ, στήν ἁμαρτία, στή μετάνοια, στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Δεσπόζει ἡ ἔννοια τῆς ἀνατροπῆς καί τῆς ἐπανάστασης, τό κοινωνικό κήρυγμα καί ἕνας Ἰησοῦς-ἡγέτης, πού ἐγκαινιάζει ἕναν ἀπροσδιόριστο καινούργιο κόσμο εἰρήνης, ἀγάπης καί συμφιλίωσης. Θεωρίες τῆς ἀρνητικῆς κριτικῆς, πού ἔχουν παταγωδῶς ἀπορριφθεῖ, παρουσιάζονται ὡς ἐπιστημονική μέθοδος προσέγγισης τοῦ ἱεροῦ κειμένου, μέ μόνο στόχο τήν ὑποκίνηση τῆς ἀμφισβήτησης καί τῆς ἄρνησης στίς ἐφηβικές ψυχές.
Δέν εἶναι δυνατόν νά παρουσιασθεῖ ἐδῶ μία ἀναλυτική ἔκθεση τῶν κακοδοξιῶν πού προωθοῦν τά ἐν λόγῳ σχολικά βιβλία. Ἔχουν γίνει κινήσεις καί ὑπομνήματα πρός τό Παιδαγωγικό Ἰνστιτοῦτο γιά τή διόρθωση τῶν βιβλίων καί τήν ἀπαλλαγή τους ἀπό τά ἀρνητικά στοιχεῖα.
Εἶναι χρέος ὄχι μόνο τῶν θεολόγων καθηγητῶν, ἀλλά καί ὅλων τῶν ἐκπαιδευτικῶν καί τῶν γονέων, ὅλων ὅσοι νοιαζόμαστε γιά τά νιάτα, νά μήν ἀδιαφορήσουμε γιά τό σοβαρό αὐτό θέμα. Προσκυνώντας τό θεῖο Βρέφος στή φάτνη ἄς μήν ἀφήσουμε νά θριαμβεύουν οἱ συνειδητά ἤ ἀσυνείδητα διῶκτες του, ἄς μή γινόμαστε συνεργοί τους.
Στέργιος Ν. Σάκκος