Ὁ Χριστός ζῆ

 anastasi1 Μέσα στήν ἀτμόσφαιρα τῶν ἀναστάσιμων ἡμερῶν ἀκούγεται ἰδιαίτερα ἐπίκαιρος καί ἔντονα θριαμβευτικός ἕνας λόγος τοῦ ἀποστόλου Παύλου· «Ἰησοῦς Χριστός χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας» (Ἑβ 13,8). Ὁ ἀρχηγός τῆς πίστεώς μας, ὁ Κύριος καί Θεός μας, δέν εἶναι ἕνα πρόσωπο πού κάποτε ὑπῆρξε, ἀλλά ἡ ἱστορία του τελείωσε, πού κάποτε ἦταν σύγχρονος, ἀλλά τώρα ξεπερασμένος. Ὁ Χριστός ζῆ, καί ζῆ μέσα στόν παλμό τῆς ἐποχῆς μας. Ὅπως χθές, ἔτσι καί σήμερα, ὅμοια καί αὔριο ὁ Ἰησοῦς στέκεται μπρός στόν ἄνθρωπο μέ τά ἴδια μέτρα, τοῦ μιλᾶ μέ τήν ἴδια γλῶσσα, κάνει τά ἴδια σημεῖα, καί ἐπίσης συγκλονίζει καί ἐνδιαφέρει καί ἐμπνέει τό ἴδιο τήν κάθε γενιά. Μέ τήν ἀνάστασή του ἀπό τούς νεκρούς νίκησε τή φθορά καί τόν θάνατο στήν ὁποιαδήποτε μορφή τους, στήν ὁποιαδήποτε διάστασή τους, ὄχι μόνο στήν πνευματική ἀλλά καί στή φυσική. Ὁ Χριστός εἶναι κυριολεκτικά παρών.
    Καταπληκτικός ὁ λόγος, μοναδική ἡ ἀλήθεια. Ἀλλά εἶναι λόγος πού βοᾶ, ἀλήθεια πού λάμπει ἀβίαστα γι’ αὐτόν πού ἔχει αὐτιά καί μάτια νά τήν συλλάβει. Καί γιά ‘κεῖνον πού ἀναζητᾶ, ἀνοίγει ἀμέσως τόν δρόμο. Ὁ ἀναστημένος Κύριος ἔρχεται κοντά του καί τοῦ λέει· «Τί ταράζεσαι καί γιατί ἀναρωτιέσαι; Δές τά χέρια μου καί τά πόδια μου, εἶμαι ἐγώ ὁ ἴδιος! Ψηλάφησέ με καί δές ὅτι δέν εἶμαι φάντασμα!» (Λκ 24,38-39). Θέλεις, ἀδελφέ μου, νά συναντήσεις τόν ζωντανό Χριστό; Δέν εἶναι δύσκολο. Χθές καί σήμερα καί στούς αἰῶνες μένει ὁ ἴδιος. Ἀλλά ἄς ἀφήσουμε τό παρελθόν, ἄς ἀφήσουμε τό μέλλον. Τό χθές τό ἀσφαλίζει ἡ ἱστορία, τό αὔριο τό ἐκκολάπτει ἡ ἐλπίδα. Γιά τό χθές δέν προβληματίζεσαι, γιά τό αὔριο δέν ἐνδιαφέρεσαι. Δές, λοιπόν, τό σήμερα. Ρέον, σπαρταρᾶ μέσα στίς χοῦφτες μας, ζεστό, μᾶς καίει τά δάχτυλα. Δέν μπορεῖς νά τό ἀγνοήσεις!
    Ὅπως ὁ ἥλιος φανερώνει τήν ὕπαρξή του μέ τό φῶς καί τή θαλπωρή τῶν ἀκτίνων του, ὅπως ἡ ἄνοιξη μιλᾶ γιά τήν παρουσία της μέ τόν ὀργασμό καί τόν γόνο τῆς φύσεως, ἔτσι καί ὁ Χριστός μαρτυρεῖ γιά τόν ἑαυτό του μέ τή χάρη καί τή χαρά τῶν χριστιανῶν του, μέ τό θαῦμα τῆς Ἐκκλησίας καί τό θάμβος τῆς πίστεως. Μετά τήν ἀνάστασή του καί τίς ἐμφανίσεις του ὁ Κύριος ἔγινε μέν ἀόρατος στά φθαρτά μάτια τοῦ κόσμου, ἀλλά δέν ἔπαυσε νά ἐμφανίζεται στήν πραγματικότητα καί στή ζωή αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Ὅταν ἕνας χωλός ἀπό τήν κοιλιά τῆς μάνας του, γνωστός σ’ ὅλα τά Ἰεροσόλυμα, καθώς χρόνια ζητιάνευε στήν πόρτα τοῦ ἱεροῦ, στέκεται στά πόδια του ὑγιής «ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ ἀναστάντος», εἶναι μία ἐμφάνιση τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ, πού παρουσιάζεται ὁλοζώντανος νά ἐπιτελεῖ τό θαῦμα μέσα στή μεγαλύτερη αἴθουσα τῶν Ἰεροσολύμων, στή στοά τοῦ Σολομῶντος. Τέτοια εἶναι καί ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ σήμερα. Δέν ζωγραφίζει ρομαντική ὀπτασία, ἀλλά καταγράφει δυναμική ἱστορία.
    Ἐκεῖνος ὁ μεροκαματιάρης οἰκογενειάρχης μέ τά 6, 8, καί 10 παιδιά, πού ζῆ μέ τή χαρά τῆς πίστεως σ’ ἕναν αἰώνα ἀδυσώπητο γιά τήν περίπτωσή του, μαρτυρεῖ ὅτι ἔχει τόν Χριστό μαζί του. Αὐτό τό ἀνδρόγυνο πού ἔχασε τό μονάκριβο παιδί του, ἀλλά βρῆκε παρηγοριά κι ἐλπίδα στήν ἀνάσταση, ὁμολογεῖ ὅτι ὁ Χριστός ζῆ. Ὁ ἄρρωστος, πού μέ γλυκύτητα καί καρτερία ὑπομένει τόν πόνο, βεβαιώνει ὅτι ὁ Χριστός εἶναι δίπλα του. Ἡ κοπέλα, πού προδομένη καί ἀπελπισμένη πῆγε νά αὐτοκτονήσει, ἀλλά σώθηκε, καταθέτει ὅτι συνάντησε τόν Χριστό. Ἐκεῖνος ὁ ναρκομανής, πού βρῆκε τή δύναμη νά ἀλλάξει ζωή, ὅταν τόν ρωτᾶμε πῶς, δείχνει τόν ζωντανό Χριστό. Ἀλλά καί οἱ μάρτυρες τῆς ἐποχῆς μας, ὅσοι πληρώνουν μέ βασανιστήρια καί αἷμα τήν πίστη τους, οἱ ἱεραπόστολοι, ὅσοι θυσιάζουν τά δικαιώματά τους γιά τή δικαίωση τῶν ἄλλων, οἱ παρθένοι, ὅσοι ἁγνεύουν σ’ ἕναν κόσμο πανσεξουαλικό, δέν καταγγέλλουν ὅτι ὁ Χριστός ζῆ, ὅτι ἔχει καί σήμερα τή θέση του μέσα στήν καρδιά τῶν καιρῶν μας;
    Ἐντούτοις, τή μεγαλύτερη ἀπόδειξη τῆς ζωντανῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ τήν φέρνουν ὅσοι πολεμοῦν τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία του. Μέ τέτοια λύσσα δέν χτυποῦν ποτέ ἕναν πεθαμένο, μέ τέτοιο πάθος δέν κυνηγοῦν ποτέ ἕναν νεκρό. Πρός τί ὁ ἀδιάκοπος πόλεμος, ἄν ὁ ἀντίπαλος εἶναι ἕνα πτῶμα; Ἀλλά ὁ Χριστός ζῆ! Ἀναστήθηκε, γιά νά μένει ζωντανός ἀνάμεσά μας, ὄχι μόνον ὡς Θεός μέ τήν πανταχοῦ παρουσία του, ἀλλά καί μέ τήν ἀνθρώπινη ὀντότητά του πιά, πού ξέρει νά συμπαθεῖ καί νά κατανοεῖ, ὡς ἀναστημένος καί πνευματικός ἄνθρωπος, ὁ Θεάνθρωπος. Μέσα στό δισκοπότηρο ἀνασταίνεται κάθε Κυριακή καί προσφέρει τόν Ἑαυτό του «εἰς κοινωνίαν». Τό σῶμα του καί τό αἷμα του κυλοῦν μέσα στίς φλέβες τῶν πιστῶν, ὁ λόγος του ἀκούγεται καθαρός μέ τή φωνή τοῦ Εὐαγγελίου, ἡ συναναστροφή του ἐξασφαλίζεται ἀκέραιη μέσα στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι αὐτή μιά παλλόμενη καί σφύζουσα πραγματικότητα, δίπλα στόν σύγχρονο ἄνθρωπο, πού δέν τοῦ ὑπόσχεται ἁπλῶς, ἀλλά ἔχει καί νά τοῦ δείξει καί νά τοῦ δώσει ὅ,τι δέν βρίσκει στά δῶρα τοῦ πολιτισμοῦ μας, ὅ,τι ἀναζητᾶ μέ τρελή ἀγωνία· τή ζωή, τήν ἀληθινή, τήν αἰώνια ζωή, πού εἶναι ὁ ἀναστημένος Χριστός.
 
Στέργιος Ν. Σάκκος, Ἀπολύτρωσις 37 (1982) 65-66