Ἡ ἀπελευθέρωση τῆς Θεσσαλονίκης στά 1912 σέ πολλούς φαίνεται κάτι τό αὐτονόητο σήμερα. Στά τέλη τοῦ 19ου αἰ. ὅμως, μετά τήν ντροπιαστική ἥττα τοῦ 1897 ἀπό τούς Τούρκους, ὅποιος ἔλεγε ὅτι θά ἦταν ἐφικτό αὐτό τό πράγμα θά θεωροῦνταν τουλάχιστον τρελός.
Ἡ Θεσσαλονίκη ἐκείνη τήν ἐποχή ἦταν ἕνα πολύ σημαντικό λιμάνι σέ στρατηγική θέση, πού ἡ προϊοῦσα παρακμή τῆς Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας τήν ἔκανε ἑλκυστική τόσο στούς γείτονες, ἰδιαίτερα τούς Βουλγάρους, ὅσο καί στίς εὐρωπαϊκές δυνάμεις τῆς ἐποχῆς (Ἀγγλία, Γαλλία, Ρωσία, Αὐστροουγγαρία, Ἰταλία, Γερμανία). Ὅλα τά ἰσχυρά τότε κράτη εἶχαν προξένους στήν πόλη καί προσπαθοῦσαν μέ κάθε τρόπο νά αὐξήσουν τήν ἐπιρροή τους. Ὁ πολυεθνικός χαρακτήρας πού εἶχε ἄλλωστε τότε, διευκόλυνε αὐτήν τήν κατάσταση καθώς ἕλληνες, ἑβραῖοι κι ἀρμένιοι ἔμποροι ἐπιζητοῦσαν τήν προστασία, πού μέ προθυμία πρόσφεραν αὐτά τά κράτη. Τό 1903, μάλιστα, εἶχαν στείλει στή Μακεδονία τμήματα χωροφυλακῆς γιά βοήθεια στήν ἐπιβολή τῆς τάξης, πού φυσικά προσπαθοῦσαν νά προωθήσουν τά συμφέροντα τῆς ἑκάστοτε εὐρωπαϊκῆς δύναμης.
Συγχρόνως ἡ ὑπόγεια σύγκρουση ἀνάμεσα σέ Ἕλληνες καί Βουλγάρους ὁδήγησε στόν Μακεδονικό Ἀγώνα, πού ἀνύψωσε τό ἠθικό τῶν Ἑλλήνων τῆς Μακεδονίας καί τερματίστηκε μέ τήν ἐπανάσταση τῶν Νεοτούρκων τό 1908. Τότε οἱ βαλκάνιοι γείτονες κατάλαβαν ὅτι οἱ μεγάλες δυνάμεις ἐκμεταλλεύονταν τίς μεταξύ τους συγκρούσεις γιά νά διατηρεῖται ἡ ὀθωμανική κυριαρχία στή Μακεδονία. Ἔτσι ἀποφάσισαν νά συμμαχήσουν γιά νά ἀνατρέψουν αὐτήν τήν κατάσταση.
Ἡ συμμαχία αὐτή καί ἡ ραγδαία προέλαση τῶν στρατευμάτων τους τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1912 ἔπιασε ἀπροετοίμαστες τίς εὐρωπαϊκές δυνάμεις, πού δέν πρόλαβαν νά ἀντιδράσουν γιά νά διασφαλίσουν τά συμφέροντά τους. Τό γεγονός πού προκάλεσε τήν πιό μεγάλη ἔκπληξη, ὅμως, ἦταν ἡ κατάληψη τῆς Θεσσαλονίκης ἀπό τούς Ἕλληνες, τούς ὁποίους εἶχαν ὑποτιμήσει ὅλοι. Ἰδιαίτερα οἱ Βούλγαροι εἶχαν δεχτεῖ τή συμμετοχή τῆς Ἑλλάδας στή βαλκανική συμμαχία, μόνο καί μόνο γιατί χρειάζον ταν τή βοήθεια τοῦ ἑλληνικοῦ ναυτικοῦ. Ἐπειδή, μάλιστα, θεωροῦσαν τόν ἑλληνικό στρατό περιορισμένων δυνατοτήτων, ἔρριξαν τό μεγαλύτερο βάρος τῆς στρατιωτικῆς τους προσπάθειας στή Θράκη, θεωρώντας ὅτι θά εἶχαν χρόνο νά ἀσχοληθοῦν ἀργότερα μέ τή Μακεδονία. Ὅταν, ὅμως, διαπίστωσαν ὅτι οἱ Ἕλληνες μετά τή νίκη τους στό Σαραντάπορο πραγματοποιοῦσαν ταχεία προέλαση πρός τή Θεσσαλονίκη, τό κλειδί τῆς Μακεδονίας, θορυβήθηκαν. Κατέλαβαν τίς Σέρρες καί προσπάθησαν μέ μεγάλη βιασύνη νά καταλάβουν τή Θεσσαλονίκη πρίν τούς Ἕλληνες. Τήν ἀνησυχία τους ἐπέτεινε καί τό γεγονός ὅτι, σέ ἀντίθεση μέ τούς Σέρβους, ἡ συμμαχία μέ τήν Ἑλλάδα ἦταν ἀόριστη καί δέν προέβλεπε τό διαμοιρασμό τῶν ἐδαφῶν.
Δέν πρόλαβαν ὅμως! Ὅταν ἔφτασαν στήν πόλη εἶχε ὑπογραφεῖ, λίγες ὧρες πρίν, ἡ παράδοσή της ἀπό τόν Ταχσίν Πασά στόν ἀρχιστράτηγο τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ, τόν διάδοχο Κωνσταντῖνο. Ζήτησαν τότε ἀπό τόν Κωνσταντῖνο νά δεχτεῖ νά φιλοξενήσει μία μεραρχία στήν πόλη ὡς συμμαχικό στρατό γιά ἀνάπαυση. Δόθηκε τελικά ἄδεια γιά δυό τάγματα. Οἱ Βούλγαροι ὅμως, θέλοντας νά δημιουργήσουν συνθῆκες συγκυριαρχίας, ἔβαλαν περισσότερους στρατιῶτες ἀπ᾽ ὅ,τι προέβλεπε ἡ συμφωνία. Συνέχισαν, μάλιστα, στούς ἑπόμενους μῆνες νά βάζουν μέσα στήν πόλη στρατιῶτες καί κομιτατζῆδες πού δημιουργοῦσαν ἐπεισόδια, ἀμφισβητώντας τήν ἑλληνική κυριαρχία. Τελικά τό καλοκαίρι τοῦ 1913 ἡ Βουλγαρία ἐπιτέθηκε στήν ῾Ελλάδα μέ κύριο στόχο τή Θεσσαλονίκη. Οἱ βουλγαρικές δυνάμεις πού βρίσκονταν στήν πόλη, ὅμως, γρήγορα ἐξουδετερώθηκαν καί συνελήφθησαν αἰχμάλωτες. Μέ τήν ὁριστική ἥττα τῆς Βουλγαρίας κατά τόν Β΄ Βαλκανικό πόλεμο τελείωσε ἄδοξα αὐτή ἡ προσπάθεια καί ἐπικυρώθηκε ἡ ἑλληνική κυριαρχία στήν πόλη.
Οἱ Σέρβοι, ἀπό τήν ἄλλη μεριά, εἶχαν κι αὐτοί διακαῆ πόθο τήν κατάκτηση τῆς πόλης. Βλέποντας, ὅμως, τό πόσο ἀνέφικτο ἦταν αὐτό, ἔτσι ὅπως εἶχαν ἐξελιχθεῖ τά πράγματα, προτίμησαν στόν Β΄ Βαλκανικό Πόλεμο νά συμμαχήσουν μέ τούς Ἕλληνες γιά νά προστατεύσουν τίς κτήσεις τους ἀπό τούς Βουλγάρους.
Ὁ ἔλεγχος τῆς Θεσσαλονίκης ἀπό τήν Ἑλλάδα δέν ἄρεσε ἐπίσης καί στίς εὐρωπαϊκές δυνάμεις, ἰδίως στήν Αὐστροουγγαρία, πού ἤθελε γιά λογαριασμό της τήν πόλη. Οἱ ἄλλες δυνάμεις ἀνησυχοῦσαν γιά τά προνόμια πού εἶχαν μέσῳ διομολογήσεων μέ τήν Ὀθωμανική αὐτοκρατορία. Οἱ διομολογήσεις ἔδιναν ἐκτεταμένες ἐξουσίες στούς προξένους τῶν εὐρωπαϊκῶν δυνάμεων πού ἔφταναν μέχρι καί δικαστικές ἁρμοδιότητες. Ἔτσι προσπάθησαν νά ἀμφισβητήσουν τήν ἑλληνική κυριαρχία δίνοντας δικά τους διαβατήρια στούς Ἑβραίους καί στούς μουσουλμάνους τῆς πόλης. Ὅλα αὐτά δέν μποροῦσαν ὡστόσο νά ἀλλάξουν τό status quo, ὅπως εἶχε διαμορφωθεῖ μετά τούς Βαλκανικούς πολέμους. Ἡ κατάργηση τῶν διομολογήσεων, ἄλλωστε, ἔκανε ὅλες αὐτές τίς προσπάθειες μάταιες.
Προσπάθεια γιά νά ἀλλάξουν τά δεδομένα ἔκαναν καί οἱ πολυπληθεῖς Ἑβραῖοι τῆς πόλης, οἱ ὁποῖοι ἀνέκαθεν εἶχαν καλές σχέσεις μέ τούς Τούρκους. Κάποιοι ἡγέτες τους, σέ συνεργασία μέ κάποιους Ντονμέδες (ἐξισ λαμισμένους Ἑβραίους) καί Νεότουρκους, ζήτησαν ἀπό τίς εὐρωπαϊκές δυνάμεις νά γίνει ἡ Θεσσαλονίκη καί τά περίχωρά της ἀνεξάρτητο κράτος ὑπό τήν προστασία τους. Τόν ἔλεγχο φυσικά σ᾽ αὐτό τό κρατίδιο θά εἶχαν οἱ ἴδιοι οἱ Ἑβραῖοι.
Τίποτα, ὅμως, δέν μποροῦσε νά ἀλλάξει. Ἡ ἀπελευθέρωση τῆς Θεσσαλονίκης στίς 26 Ὀκτωβρίου 1912 ἦταν γεγονόςκλειδί γιά τόν ἔλεγχο τοῦ μεγαλύτερου μέρους τῆς Μακεδονίας, ὅπως αὐτή ὁριζόταν στά χρόνια της Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας. Ἦταν, ἐπίσης, καθοριστικό, καθώς δημιούργησε μία ντέ φάκτο κατάσταση, πού μέ τήν ἀποφασιστικότητα τῶν ἑλλήνων ἡγετῶν ἐκείνης τῆς ἐποχῆς ἦταν πολύ δύσκολο νά ἀνατραπεῖ. Ἔτσι ἡ Θεσσαλονίκη κλείνει πλέον 100 χρόνια ἐλεύθερη καί ἡ ἱστορία της μᾶς τονίζει τήν ἀνάγκη ἐπαγρύπνησης σέ ὅλες τίς ἐπιβουλές πού κατά καιρούς ἀνακύπτουν.
ΦιλόλογοςΘεολόγος