Ὅ,τι κοινώνησαν οἱ μαθηταί τοῦ Χριστοῦ στό Μυστικό Δεῖπνο, τό ἴδιο κοινωνοῦμε κι ἐμεῖς. Σῶμα καί αἷμα Χριστοῦ κοινωνοῦμε κι ἐμεῖς. Μιά ἀνεξάντλητη πηγή, ἀπ' ὅπου ὅλοι οἱ πιστοί πίνουν καί τροφοδοτοῦνται, εἶναι ὁ Χριστός. Ἕνας ἥλιος, πού ἐνῶ κάθε μέρα στέλνει ἀναρίθμητα ἑκατομμύρια ἀκτῖνες κάτω στή γῆ καί κατά κάποιο τρόπο γίνεται ἀναρίθμητα ἑκατομμύρια κομματάκια, κι ὅμως ὁ ἥλιος παραμένει ὁ ἴδιος, ἀνεξάντλητος. Μυστήριο! Ὁ Χριστός μέ ἕνα ἄλλο θαῦμα μᾶς ἔδωσε τήν εἰκόνα τοῦ μεγαλυτέρου τούτου θαύματος, πού εἶναι ἠ θεία Εὐχαριστία. Ποιό εἶναι τό μικρότερο θαῦμα; Μᾶς τό διηγεῖται τό Εὐαγγέλιο. Μιά μέρα στήν ἔρημο μαζεύτηκε κόσμος πολύς γιά ν' ἀκούση τό Χριστό. Πέρασε ἡ ὥρα, καί ἡ μέρα ἔκλινε πρός τή δύσι. Ἦταν ἕνα βραδινό σάν τό βραδινό αὐτό πού ὁ Χριστός κάθησε μαζί μέ τούς μαθητάς του νά φάη στό Μυστικό Δεῖπνο. Ὁ κόσμος πού εἶχε μαζευτῆ στήν ἔρημο ἔπρεπε νά φάη. Ἀλλά ποῦ τροφή γιά τόσο λαό! Χρειάζονταν χιλιάδες ψωμιά. Καί οἱ μαθηταί δέν εἶχαν παρά μονάχα πέντε ψωμιά καί δυό ψάρια. Ἦταν ἀδύνατο μ' αὐτά νά φᾶνε καί νά χορτάσουν. Κι ὅμως ὁ Χριστός ἔκανε τό θαῦμα του. Πῆρε τά πέντε ψωμιά καί τά δυό ψάρια, τά εὐλόγησε καί μετά ἄρχισε νά μοιράζη. Μοίραζε, ἀλλά τό ψωμί δέν τέλειωνε. Πολλαπλασιαζόταν συνεχῶς.
Αὐτό ἦταν τό θαῦμα πού ἔκανε στήν ἔρημο. Ἀπ' αὐτό μποροῦμε νά πάρουμε μιά ἰδέα τοῦ τί γίνεται στή θεία Κοινωνία. Τό ψωμί καί τό κρασί, πού εὐλόγησε ὁ Χριστός στό Μυστικό Δεῖπνο καί ἐξακολουθεῖ νά εὐλογῆ καί νά ἁγιάζη διά μέσου τοῦ ἱερέως, κατά θαυμαστό τρόπο αὐξάνεται καί πολλαπλασιάζεται πάνω στίς ἅγιες τράπεζες καί ἀπ' αὐτό παίρνουν καί κοινωνοῦν ὅλες οἱ γενιές τῶν χριστιανῶν μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων. Κοινωνοῦν ὅλοι σῶμα καί αἷμα Χριστοῦ «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί ζωήν τήν αἰώνιον». Καί αὐτό εἶναι τό χριστιανικό πάσχα ἐδῶ στή γῆ. Ἀλλ' ὑπάρχει καί ἄλλο πάσχα ἀπείρως ἀνώτερο, τό πάσχα τῆς ἄλλης ζωῆς, πού θ' ἀξιωθοῦν ὅσοι κοινωνοῦν ἐδῶ ἀξίως τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ.
Μέγας εἶ, Κύριε, καί θαυμαστά τά ἔργα σου καί οὐδείς λόγος ἐξαρκέσει πρός ὕμνον τῶν θαυμασίων σου!
Ἀπό τό βιβλίο τοῦ ἐπισκόπου π. Αὐγουστίνου Καντιώτου «Εἰς τήν θείαν Λειτουργίαν», τεῦχος Α΄, Ἀθῆναι 1977, σελ. 21-22.