Ἅγ. Νεκτάριος καί Παπισμός Γ΄

Αἴτια τοῦ σχίσματος

    Γιά τά αἴτια τοῦ σχίσματος ὁ ἅγιος Νεκτάριος παραθέτει αὐτούσιο ἕνα τμῆμα ἀπό τήν «Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους». Ἐκεῖ ὁ ἱστορικός Παπαρρηγόπουλος ἐκτιμᾶ ὅτι τά αἴτια τοῦ ὁριστικοῦ σχίσματος ἦταν πολιτικά. Τήν ἴδια γνώμη ἔχει ὁ Παπαρρηγόπουλος καί γιά τό σχίσμα ἐπί Μεγάλου Φωτίου. Ἐντούτοις ὁ ἀείμνηστος ἀρχιμανδρίτης Σπ. Μπιλάλης, στήν ἐμπεριστατωμένη μελέτη του «Ὀρθοδοξία καί Παπισμός» πού ἐκδίδεται σέ τρεῖς τόμους (τόμ. Α΄ «Κριτική τοῦ παπισμοῦ», τόμ. Β΄ «Ἡ ἕνωσις τῶν ἐκκλησιῶν»), ἐπισημαίνει ὅτι «ὁ κορυφαῖος ἱστορικός στερούμενος βαθείας θεολογικῆς μορφώσεως» ἐπηρεάστηκε ἀπό τήν δυτική δυσφημιστική ἐκστρατεία καί «δέν ἠδυνήθη νά συλλάβῃ τά πραγματικά αἴτια τοῦ Σχίσματος τῶν Ἐκκλησιῶν» (βλ. τόμ. Α΄ «Κριτική τοῦ παπισμοῦ», σελ. 219).

    Οἱ δυτικοί θεολόγοι μιλοῦν γιά πολιτικά αἴτια καί προσωπικά κίνητρα, ἐπειδή δέν θέλουν νά παραδεχτοῦν τήν κύρια αἰτία τοῦ σχίσματος, δηλαδή τό πρωτεῖο τοῦ πάπα καί τίς κακοδοξίες τοῦ παπισμοῦ. Δυστυχῶς τήν γραμμή τῶν παπικῶν ἀκολουθοῦν καί πολλοί σύγχρονοι θεολόγοι. Ὁ Σπ. Μπιλάλης ἐφιστᾶ τήν προσοχή: «Δέν ἐπιτρέπεται νά γίνεται σύγχυσις μεταξύ ἐξωτερικῶν ἀφορμῶν καί πραγματικῶν αἰτίων τοῦ Σχίσματος. Οὔτε πάλιν δυνάμεθα νά ἐπικαλούμεθα ὡς αἰτίαν τοῦ Σχίσματος τήν διαφοράν τῆς νοοτροπίας, τήν ὑπάρχουσαν ἀνέκαθεν μεταξύ τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου τῆς Δύσεως καί τῆς Ἀνατολῆς» (ἔ.ἀ. σελ. 237).

    Τά πρωταρχικά αἴτια, λοιπόν, τοῦ σχίσματος εἶναι 1) ὁ παπικός θεσμός καί 2) ἡ προσθήκη τοῦ filioque στό Σύμβολο τῆς πίστεως.

Ἡ προσθήκη τοῦ filioque

    Γιά τήν προσθήκη τῆς φράσης «καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ» στό Σύμβολο τῆς πίστεως θά γίνουν πολλές συζητήσεις στούς ἑπόμενους αἰῶνες μέχρι καί τήν Σύνοδο τῆς Φερράρας – Φλωρεντίας.

    Τήν προσθήκη αὐτή εἰσηγήθηκε τοπική σύνοδος, πού ἔγινε στό Τολέδο τῆς Ἰσπανίας τό 589, δηλαδή, τρεῖς περίπου αἰῶνες πρίν ἀπό τήν πατριαρχία τοῦ Μεγάλου Φωτίου. Ἄν καί ἀργότερα ἀνακηρύχθηκε σέ δόγμα τῆς πίστεως (Σύνοδος Ἀκυϊσγράνου) παρέμεινε γνωστή σέ περιορισμένα τοπικά πλαίσια. Εἶναι χαρακτηριστικό τό ἑξῆς γεγονός, τό ὁποῖο καταθέτουν πολλοί ἱστορικοί, δυτικοί καί ἀνατολικοί, τό ἀναφέρει δέ καί ὁ ἅγιος Νεκτάριος: Ὅταν τό 809 ὁ Μέγας Κάρολος ἀπαίτησε ἀπό τόν πάπα Λέοντα Γ΄ νά ἐγκρίνει τήν προσθήκη, ἐκεῖνος ἀρνήθηκε. Κι ἐπειδή ἀντιλήφθηκε ὅτι τό θέμα δέν ἦταν ἁπλό ἀλλά ἔθετε σέ κίνδυνο τήν ἀκρίβεια τῆς πίστεως ἐνήργησε ὡς ἑξῆς: Διέταξε καί χάραξαν σέ δύο ἀσημένιες πλάκες στά Ἑλληνικά καί στά Λατινικά τό Σύμβολο τῆς πίστεως χωρίς τήν προσθήκη «καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ». Ἀπό κάτω συμπλήρωσε μάλιστα καί τόν λόγο τῆς ἀναγραφῆς τοῦ Συμβόλου: «Haec Leo posuit amore et cautela Orthodoxae fidei», δηλ: «Ταύτην Λέων ἔθετο ἐξ ἀγάπης καί πρός περιφυλακήν τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως». Τίς πλάκες αὐτές τίς τοποθέτησε δεξιά καί ἀριστερά τῆς εἰσόδου τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Πέτρου.

    Πολύ ἀργότερα (1014) καί μέ τήν ἐπιμονή τοῦ αὐτοκράτορος Ἐρρίκου Β΄ ἔγινε καί στήν Ρώμη ἀποδεκτή ἡ προσθήκη ἀπό τόν πάπα Βενέδικτο Η΄. Τό 1098 μάλιστα σέ μία μικρή σύνοδο στήν Βάρνη, μέ τήν σύμφωνη γνώμη τοῦ πάπα, ἀναθεματίσθηκαν ὅσοι ἀπορρίπτουν τήν προσθήκη στό Σύμβολο. Ἡ παπική αὐτή ἀπόφαση ἀντιβαίνει πρός ὅλες τίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, οἱ ὁποῖες ἀπαγορεύουν κάθε μεταβολή στό Σύμβολο.

Προσπάθειες ἐπανένωσης

    Μετά τό 1054 γίνονται συνεχεῖς προσπάθειες γιά τήν ἐξάλειψη τοῦ σχίσματος. Ἐντείνονται δέ ἰδιαίτερα, ὅταν παρουσιάζονται στόν ὁρίζοντα ποικίλοι ἐχθροί πού ἀπειλοῦν τόν θρόνο τοῦ πάπα, τίς κτήσεις τῶν δυτικῶν ἡγεμόνων ἤ ἀντίστοιχα τήν βυζαντινή αὐτοκρατορία. Σέ ὅλες τίς εὐκαιρίες πού δόθηκαν γιά διαπραγματεύσεις μέ τήν Δύση τό πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως καί γενικῶς ἡ Ἀνατολική Ἐκκλησία συμμετεῖχε μέ καλές διαθέσεις. Ἀκόμη καί μετά τόν ἀφορισμό τοῦ Κηρουλαρίου οἱ σχέσεις μεταξύ Ἀνατολῆς καί Δύσης δέν διεκόπησαν.

    Στήν ἀλληλογραφία τοῦ Κηρουλαρίου μέ τόν πατριάρχη Ἀντιοχείας Πέτρο ὑπάρχουν αὐθεντικές πληροφορίες γιά τίς τάσεις καί τίς διαθέσεις τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι χαρακτηριστική ἡ συμβουλή τοῦ Πέτρου Ἀντιοχείας πρός τόν πατριάρχη Κων/πόλεως: «Καλόν γάρ πρός τό καλοθελές ὁρῶντας ἡμᾶς, καί μᾶλλον ἔνθα μή Θεός ἤ πίστις τό κινδυνευόμενον, νεύειν ἀεί πρός τό εἰρηνικόν τε καί φιλάδελφον· ἀδελφοί γάρ καί ἡμῶν οὗτοι, κἄν ἐξ ἀγροικίας ἤ ἀμαθίας συμβαίνῃ τούτοις πολλάκις ἐκπίπτειν τοῦ εἰκότος, τῷ ἑαυτῶν στοιχοῦντας θελήματι· καί μή τοσαύτην ἀκρίβειαν ἐπιζητεῖν ἐν βαρβάροις ἔθνεσιν, ἥν αὐτοί περί λόγους ἀναστρεφόμενοι ἀπαιτούμεθα». Αὐτά γιά τά δεύτερα ζητήματα. Γιά τά κύρια ὅμως θέματα τῆς πίστεως ὁ Ἀντιοχείας συμφωνεῖ ἀπόλυτα μέ τήν στάση τοῦ Κωνσταντινουπόλεως. Γράφει χαρακτηριστικά: «Περί γάρ τῆς ἐν τῷ ἁγίῳ συμβόλῳ προσθήκης, καί τοῦ μή κοινωνεῖν αὐτούς τῶν ἁγιασμάτων ἀπό γεγαμηκότος (=ἐγγάμου) ἱερέως, καλῶς καί θεοφιλῶς ἡ ἁγιωσύνη σου ἐνίσταται· καί μή παύσαιτό ποτε περί τούτου ἐνισταμένη καί πείθουσα, ἀπό τε τῶν ἁγίων γραφῶν, καί τῶν ἀναγεγραμμένων εὐαγγελικῶν κηρυγμάτων, μέχρις ἄν αὐτούς ἕξεις συντιθεμένους τῇ ἀληθείᾳ», γιά νά καταλήξει παρακάτω: «Εἰ τήν ἐν τῷ ἁγίῳ συμβόλῳ προσθήκην διορθώσαιντο, οὐδέν ἄν ἕτερον ἐπεζήτουν· ἀδιάφορον καταλιπών σύν τοῖς ἄλλοις καί τό περί τῶν ἀζύμων ζήτημα... ἵνα μή τό πᾶν ἐκζητήσαντες, τό πᾶν ἀπολέσωμεν» (βλ. σελ. 69-72).

    Ἀκολούθησαν συζητήσεις καί προσπάθειες γιά τήν συνεννόηση μεταξύ τῶν δύο Ἐκκλησιῶν μέ βασικό θέμα τήν ἐκπόρευση τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Παρά τίς διαφορές, οἱ σχέσεις παρέμεναν εἰρηνικές.

   Στά μέσα ὅμως τοῦ 12ου αἰ. οἱ παπικοί κατασκεύασαν τήν συλλογή τῶν ἐκκλησιαστικῶν νόμων, ἕνα συνονθύλευμα κανόνων ἀπό ἀμφιβαλλόμενα καί ψευδῆ κείμενα. Μετά τά ψευδοκλημέντεια καί τά ψευδοϊσιδώρεια κατασκευάσματα, αὐτό τό ἐγχείρημα εἶναι τό «τρίτον πλῆγμα τό κατενεχθέν κατά τῆς ἑνότητος καί τοῦ συνδέσμου τῶν δύο ἐκκλησιῶν», ἐπισημαίνει ὁ ἅγιος Νεκτάριος (βλ. σελ. 92). Τό χάσμα πλέον μεγάλωσε καί τελικά ἡ ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπό τούς σταυροφόρους (1204) τό ἔκανε σχεδόν ὁριστικό.

Λατινοκρατία

    Κατά τήν περίοδο τῆς Λατινοκρατίας ἡ Ἀνατολική Ἐκκλησία γνώρισε μέρες φρίκης ἀπό τούς σταυροφόρους καί οἱ πιστοί της σύρθηκαν στά μαρτύρια. Μανιασμένοι οἱ Φραγκολατῖνοι ἀπό τό φανατικό σύνθημα «ὑποταγή στόν πάπα ἤ καταδίκη σέ θάνατο» ἐκτράπηκαν σέ ἀκατονόμαστες φρικαλεότητες. Ἡ ἀποτίναξη τοῦ δυτικοῦ ζυγοῦ, μισό αἰώνα περίπου ἀργότερα, ἐξόργισε τόν πάπα Οὐρβανό Δ΄. Μέ ἀπειλές καί ὑβριστικούς χαρακτηρισμούς καταφέρθηκε ἐναντίον τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία τόλμησε νά περιφρονήσει τήν παπική «προστασία»! Προσπάθησε μάλιστα ἐπίμονα ὁ Οὐρβανός καί ἔκανε διαβήματα γιά νά συνενώσει τούς δυτικούς ἡγεμόνες, ὥστε νά ἀνακτήσουν τήν Κωνσταντινούπολη. Ἡ δραστηριότητα αὐτή ἀνάγκασε τόν αὐτοκράτορα Μιχαήλ Παλαιολόγο σέ ἀλλεπάλληλες ἀποστολές πρός τόν πάπα. Προφασιζόταν ὅτι ἐπιθυμεῖ τήν ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν. Ἀπώτερος σκοπός του ὅμως ἦταν νά ἐξασφαλίσει τήν εὔνοια τοῦ πάπα, ὥστε νά ἀποφευχθεῖ ἡ ἐπίθεση τῶν δυτικῶν ἡγεμόνων.

 

Στέργιος Ν. Σάκκος