Εἶχε χτυπήσει τό κουδούνι καί κατέβαινα στό ἰσόγειο γιά τό ἑπόμενο μάθημα. Τό τμῆμα τῆς Α´ Λυκείου πού μέ περίμενε ἦταν ἕνα ἀπό τά πιό καλά τμήματα, ὅπως συνηθίζουμε ἐμεῖς οἱ διδάσκοντες νά τά χαρακτηρίζουμε, ὄχι τόσο ὡς πρός τήν ἐπίδοση ὅσο ὡς πρός τή συμπεριφορά. Παιδιά στήν πλειοψηφία τους εὐγενικά καί μέ ἕνα χαρακτηριστικό πού τείνει νά γίνει δυσεύρετο στίς νεαρές ἡλικίες: σχεδόν πάντα χαμογελαστά. Ἤξεραν ἀκόμη νά ἐκφράζουν τή γνώμη τους, πού μπορεῖ νά ἦταν καί διαφορετική ἀπό αὐτή τοῦ καθηγητῆ, πάντα μέ ἁπλότητα καί σεβασμό.
Αὐτή τή φορά, ὡστόσο, τούς βρῆκα ὅλους ἀναστατωμένους, καί στό βάθος τῆς τάξης διέκρινα μία μαθήτρια μέ σκυμμένο κεφάλι νά προσπαθεῖ νά κρύψει τά δάκρυα της. Ζήτησα νά μοῦ ἐξηγήσουν τί συνέβη καί μοῦ διηγήθηκαν σύντομα τά ἑξῆς: Τήν ὥρα τοῦ διαλείμματος κάποια συνάδελφος ἔκανε μία αὐστηρή πατατήρηση στήν ἐν λόγῳ μαθήτρια γιά τήν ἄσεμνη ἐμφάνισή της συνδυάζοντας μέ ἕνα δεικτικό σχόλιο γιά κάποια περιττά κιλά της. Ἔτσι ἡ μέν μαθήτρια ἔνιωσε ταπεινωμένη, οἱ δέ λοιποί συμμαθητές πού ἔτυχε νά βρίσκονται κοντά τήν ὥρα ἐκείνη θεώρησαν πώς ἡ αὐστηρή παρέμβαση τῆς συναδέλφου «ἔθιγε ὁμαδικά... προσβεβλημένοι.
Μιά πού ἡ μαθήτρια δέν φαινόταν νά ἔχει διάθεση γιά συζήτηση καί εἶναι ἀλήθεια πώς δέν ἐπιθυμοῦσα ἐκείνη τή στιγμή νά παίξω τό ρόλο τοῦ παρηγορητῆ-προτίμησα νά στρέψω τήν προσοχή μου στό νά κατευνάσω τά πνεύματα τῶν ὑπολοίπων καί νά ἀμβλύνω τό αἴσθημα τῆς ἀγανάκτησης. Τά κατάφερα, ἀφοῦ ὅμως χάθηκε ἡ μισή καί πλέον διδακτική ὥρα.
Στό ἑπόμενο διάλειμμα εἶχα τήν εὐκαιρία νά διασταυρώσω τά λεγόμενα τῶν μαθητῶν μέ τήν ἐξιστόρηση τῆς ἴδιας τῆς καθηγήτριας πού πρωταγωνίστηκε στό ἐπεισόδιο. Τό γεγονός ἦταν ὄντως ἔτσι ὅπως μοῦ τό εἶχαν περιγράψει τά παιδιά, μόνο πού τώρα τό ἄκουγα συνυφασμένο μέ μιά ἐντελῶς διαφορετική ἄποψη. Ἡ συνάδελφος θεωροῦσε πῶς ἡ αὐστηρή παρατήρηση σέ συνδυασμό μέ τό προσβλητικό σχόλιο «ἔβαλε στή θέση της» τή μαθήτρια καί λειτούργησε παραδειγματικά γιά τούς ὑπόλοιπους, ἐπιφέροντας ἕνα καίριο πλῆγμα στό «θράσος τῶν μικρῶν ἀγενῶν βαρβάρων πού ἀψηφοῦν τούς κανόνες μιᾶς κόσμιας συμπεριφορᾶς».
Ἄκουγα σκεπτική καί ἄρχισα νά προβληματίζομαι γιά διάφορα θέματα... Καταρχήν συνειδητοποίησα πώς οἱ διηγήσεις τῶν μαθητῶν μας γιά συμβάντα στά ὁποῖα ἐμπλεκόμαστε καί ἐμεῖς συμβαίνει καμιά φορά νά εἶναι ἄκρως ἀληθινές. Συνήθως, πρίν καλά-καλά τίς ἐξετάσουμε καί διερευνήσουμε τά γεγονότα, τίς θεωροῦμε, ἄν ὄχι ἐντελῶς ἀνυπόστατες, σέ μεγάλο βαθμό ἀνακριβεῖς.
Ἄρχισα ἀκόμη νά προβληματίζομαι γιά τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο θά ἔπρεπε νά γίνεται ὁποιαδήποτε παρατήρηση. Ἔχει στ᾽ ἀλήθεια νόημα καί φέρνει μόνιμο ἀποτέλεσμα ἄν αὐτή δέν γίνεται μέ ἀγάπη καί πνεῦμα πραότητας; Στό νοῦ μου ἦρθε μιά... καλή συμβουλή ἀπό τόν θεόπνευστο Ἀπόστολο: «μή παροργίζεται τά τέκνα ὑμῶν» (Ἐφ. 6,4). Τί κι ἄν ἀπευθύνεται σέ γονεῖς; Μήπως καί η σχέση διδασκάλου - μαθητῆ δέν εἶναι πρωτίστως πατρική καί μετά συμβουλευτική καί παιδευτική;
Ὕστερα, πῶς νά ἀπαιτήσουμε ἀπό τούς μαθητές μας κόσμια συμπεριφορά, ὅταν ξέρουμε ὅτι συχνά τό οἰκογενειακό τους περιβάλλον ὄχι μόνο δέν συμβάλλει σ᾽ αὐτή τήν κατεύθυνση, ἀλλά λειτουργεῖ ἀρνητικά; Δέν εἶναι σπάνιες οἱ περιπτώσεις πού οἱ μητέρες τῶν μαθητῶν μας προσέρχονται στό γραφεῖο νά ρωτήσουν γιά την ἐπίδοσή τους και ἀποροῦμε ὅλοι μέ τίς ἐνδυματολογικές τους ἐπιλογές. Καί μέ τί θάρρος νά μιλήσουμε γιά σεμνή ἐνδυμασία καί σωστή συμπεριφορά, ὅταν κι ἐμεῖς οἱ ἴδιοι οἱ διδάσκοντες δέν ἀποτελοῦμε στό σύνολό μας ὑπόδειγμα κοσμιότητας;
Μήπως τελικά θά ἦταν προτιμότερο νά προσπαθήσουμε νά καλλιεργήσουμε μιά καλαισθησία καί ἕναν σεβασμό σέ ὅλες τίς ἐκφάνσεις τῆς συμπεριφορᾶς τῶν μαθητῶν μας, ὄχι τόσο μέ ἐπαναλαμβανόμενες παρατηρήσεις καί σχόλια, ἀλλά κυρίως μέ τό δικό μας ζωντανό παράδειγμα; Καί μήπως θά ἦταν σοφότερο νά ἐμπλουτίσουμε τίς λίγες, καίριες καί μέ εὐγενεια ἐκφρασμένες συμβουλές καί παραινέσεις μας μέ περισσότερη ἀγάπη καί νά τίς συνοδεύσουμε μέ ...θερμότερη προσευχή;