Εἶναι τό σαράκι τοῦ συγχρόνου κόσμου. Ταλαιπωρεῖ μικρούς καί μεγάλους. Τρυπώνει στήν καρδιά τοῦ ὑπερήλικα γέροντα, πού ταράσσεται μέ τήν κάθε μικροαδιαθεσία, ἀλλά καί τοῦ μικροῦ μαθητῆ, πού ἀναστατώνεται ἀπό τίς ἀλλαγές τῶν σχολικῶν προγραμμάτων, τοῦ φοιτητῆ, πού πιέζεται ἀπό τήν ἐντατική μελέτη, καί τοῦ νεαροῦ ἐπιστήμονα, πού μελαγχολεῖ μέ τόν περιορισμό τῶν προοπτικῶν νά βρεῖ μιά θέση, γιά τήν ὁποία τόσα χρόνια μόχθησε. Κατατρύχει τόν «πετυχημένο» ἐπιχειρηματία, πού τρέχει καί δέν φθάνει νά διεκπεραιώσει τίς πολλές ὑποθέσεις, νά προλάβει τίς ἀλλαγές τοῦ χρηματιστηρίου, γιά νά ἐπενδύσει συμφερώτερα τά κεφάλαιά του, ἀλλά καί τόν φτωχό μεροκαματιάρη καί τόν ταλαίπωρο ἄνεργο, πού ἀντιμετωπίζει σοβαρό τό πρόβλημα τοῦ ἐπιουσίου, τῆς στέγης καί τόσα ἄλλα.
Ἐπίσημοι καί ἀφανεῖς, μορφωμένοι καί ἀγράμματοι, φτωχοί καί πλούσιοι, εἴμαστε ὅλοι ἐκτεθειμένοι στήν ἀγωνιώδη μέριμνα, στό ἄγχος, πού σωστά χαρακτηρίσθηκε ὡς ἡ ἀσθένεια τοῦ αἰώνα μας. Σύγχρονος καθηγητής τῆς Ψυχιατρικῆς παρατηρεῖ: «Κάποτε οἱ ἄνθρωποι πήγαιναν στόν γιατρό μέ τό παράπονο τοῦ πόνου. Τώρα τό κεντρικό παράπονο εἶναι τό ἄγχος». Ποῦ, λοιπόν, ὀφείλεται αὐτό τό καταλυτικό γιά τήν κοινωνία μας φαινόμενο καί πῶς θά μποροῦσε τάχα νά ἀντιμετωπισθεῖ;
Θά ἦταν ἀσφαλῶς ἁρμόδιος νά ἀπαντήσει στό ἐρώτημα αὐτό ἕνας ψυχίατρος, μιά καί τό ἄγχος σαφῶς ἐντάσσεται στά ψυχικά νοσήματα. Νομίζω ὅμως ὅτι δέν εἶναι μακριά ἀπό τήν ἀλήθεια καί ἑνός θεολόγου ἡ ἀπάντηση. Γιά νά μήν πῶ ὅτι ἀκριβῶς τοῦ θεολόγου ἡ ἀπάντηση προσφέρει τήν ἀλήθεια, ἐφόσον ἀντλεῖται ἀπό τόν λόγο τῆς ἀληθείας, τόν ἀλάθητο καί ἀδιάψευστο λόγο τοῦ Θεοῦ.
Ἄν καί δέν περιέχεται στήν ἁγία Γραφή ἡ λέξη, μνημονεύεται καί στιγματίζεται κατ' ἐπανάληψιν ἡ ἔννοια τοῦ ἄγχους. Ἀπό τό ὕψος τοῦ ὄρους, ὅπου ἐκφωνεῖ τήν μνημειώδη ἐπί τοῦ Ὄρους Ὁμιλία του, ὁ Κύριος βλέπει τήν ἀνθρωπότητα νά ἀναστενάζει κάτω ἀπό τό βάρος τοῦ ἄγχους, καθώς προσπαθεῖ νά σηκώσει τήν βαρειά ἔγνοια γιά τά καθημερινά -τί θά φᾶμε, τί θά πιοῦμε, πῶς θά ντυθοῦμε;
Μή μεριμνᾶτε γιά ὅλα αὐτά, παραγγέλλει ὁ Κύριος. Καί φυσικά δέν θέλει μ' αὐτό νά πεῖ ὅτι δέν θά φροντίσουμε γιά τήν τροφή καί τά ροῦχα μας καί γιά ὅλα τά ἀπαραίτητα ἀγαθά. Σήμερα μποροῦμε καθημερινά νά βρίσκουμε ψωμί καί κρέας καί ὁ,τιδήποτε χρειαζόμαστε γιά νά ζήσουμε. Δέν ἦταν ὅμως ἴδιες οἱ συνθῆκες ζωῆς καί τότε. Οἱ ἀκροατές τῶν κηρυγμάτων τοῦ Ἰησοῦ ἦταν ἀναγκασμένοι νά γεμίζουν ἀπό τό καλοκαίρι τό ἀμπάρι τους μέ τό σιτάρι ὅλης τῆς χρονιᾶς καί νά κάνουν ἐγκαίρως τίς ἀπαραίτητες προμήθειες. Καί ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ὡς ἄνθρωπος ἔκανε αὐτές τίς προμήθειες. Δέν ἀποκλείει, λοιπόν, τήν πρόνοια. Ἀσφαλῶς, ἄν μιλοῦσε σήμερα, θά ἐπαινοῦσε καί τήν κοινωνική πρόνοια καί τά ταμεῖα συντάξεων καί ὅλα τά σχετικά.
Δέν καταδικάζει τόν προγραμματισμό. «Δέν εἶπε πώς δέν πρέπει νά σπέρνουμε», παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, «ἀλλά ὅτι δέν πρέπει νά μεριμνοῦμε. Ὄχι πώς δέν πρέπει νά ἐργάζεσαι, ἀλλά δέν πρέπει νά εἶσαι μικρόψυχος καί νά παραδίδεσαι ὁλότελα στήν ἀγχώδη μέριμνα». Δηλαδή, νά μήν ἑστιάζεις ὅλο τό ἐνδιαφέρον σου μόνο σ' αὐτά. Πολύ περισσότερο νά μήν ἐπιβαρύνεις τόν ἑαυτό σου μέ πλασματικές ἀνάγκες καί «νά μήν πολλαπλασιάζεις σέ βάρος σου τίς ἀφορμές τῶν πόνων», ὅπως γράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης. «Γιατί αὐξάνεις τούς φόρους σέ βάρος τοῦ ἑαυτοῦ σου; Γιά ποιό λόγο ἔσυρες τόν ἑαυτό σου καί τόν ὑποδούλωσες σέ τόσα χρέη;», ρωτᾶ ὁ ἴδιος πατέρας.
Μᾶς χρειάζονται στήν ζωή πολύ λιγώτερα ἀπό ὅσα φανταζόμαστε. Γι' αὐτό ὁ Κύριος χαρακτήρισε «ἄφρονα», δηλαδή τρελλό, τόν πλούσιο τῆς παραβολῆς πού συγκέντρωνε «πολλά ἀγαθά» προσπαθώντας μέ αὐτά νά ἀσφαλίσει τήν ζωή του. Εἶναι κυρίαρχος καί ὄχι δοῦλος τῆς ὕλης ὁ ἄνθρωπος. Καί μπορεῖ νά ὑπερνικᾶ καί νά κυριαρχεῖ «διά τοῦ ἀγαπήσαντος ἡμᾶς» (Ρω 8,37), μᾶς βεβαιώνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Αὐτή ἀκριβῶς ἡ ἀγαπητική φροντίδα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἰσχυρή ἀσφάλεια καί τό βέβαιο στήριγμα γιά τήν ζωή. Αὐτή εἶναι τό μυστικό τῆς ψυχικῆς εἰρήνης καί ἁρμονίας καί ὁ πιό δραστικός ἀντίπαλος τοῦ ἄγχους.
Θά κοπιάσουμε ἀσφαλῶς, γιά νά ἐξασφαλίσουμε τήν τροφή καί τά ἀναγκαῖα ἀγαθά. Δέν εἶναι λύση τοῦ προβλήματός μας ὁ Κύριος, ὅταν κρατοῦμε σταυρωμένα τά χέρια μας. Θά ἐργασθοῦμε καί θά μοχθήσουμε, γιά νά ἔχουμε τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Εἶναι προοπτική καί δυνατότητά μας ἡ δημιουργία. Νά μήν ξεχνοῦμε ὅμως ὅτι ὅλα αὐτά εἶναι μέσα γιά νά ἐξυπηρετηθεῖ ἡ ζωή μας, ἡ ὁποία τείνει στήν αἰωνιότητα. Ὅταν τό μέσο ὑποκαταστήσει τόν σκοπό, τότε ὅλα ἀνατρέπονται καί σύγχυση ἐπικρατεῖ. Ἡ σημερινή προσκόλληση στόν ὑπερκαταναλωτισμό καί τό ὄργιο τῶν διαφημίσεων ἐπιβεβαιώνουν τοῦ λόγου τό ἀληθές.
Νά μήν ξεχνοῦμε πώς πίσω ἀπό ὅλα καί πάνω ἀπό ὅλα στέκει ὁ Θεός. Σ' αὐτόν νά ἀναθέτουμε τήν κάθε μέριμνα, μᾶς συμβουλεύει ὁ ἀπόστολος Πέτρος, «ὅτι αὐτῷ μέλει περί ὑμῶν» (Α΄ Πέ 5,7). Οἱ δικοί του θεϊκοί ὦμοι ἀντέχουν νά σηκώσουν κάθε φορτίο, καί ἡ καρδιά του ἡ γενναιόδωρη περιβάλλει μέ ἀγάπη τό κάθε τι πού μᾶς βαραίνει. Ἀρκεῖ νά τοῦ τό ἐμπιστευθοῦμε. Κανένα πρόβλημα, ὅσο μικρό καί ἀσήμαντο κι ἄν εἶναι, δέν εἶναι ἀδιάφορο γιά τόν Θεό, ἀφοῦ τοῦ τό ἀναθέσαμε.
Βέβαια, σέ καμιά περίπτωση δέν μποροῦμε νά παραβλέψουμε τήν σκοτεινή πλευρά τῶν πραγμάτων. Ποιός ὅμως εἶπε ὅτι αὐτή δέν εἶναι ἐξίσου ἀναγκαία μέ τήν φωτεινή, γιά νά κατανοήσουμε καί νά χαροῦμε τό μυστήριο τῆς ζωῆς; Κι ἔπειτα, γιατί νά τονίζουμε τίς σκιές; Καί ποιό εἶναι τό κέρδος, ὅταν ὑπερφορτωνόμαστε μέ τήν ἀγχώδη μέριμνα; Ὁ Νεύτων συνήθιζε νά παρομοιάζει τούς μόχθους καί τό ἄγχος τῆς ζωῆς μέ ἕνα ὀγκῶδες φορτίο ξύλων, κάτω ἀπό τό βάρος τοῦ ὁποίου ἀγκομαχᾶ ὁ θνητός. Ὁ πανάγαθος Θεός τοῦ πρότεινε ἕναν τρόπο πού τόν ἀπαλλάσσει ἀπό αὐτό τό καθημερινό μαρτύριο. Ἔλυσε τό φορτίο καί εἶπε στόν ἄνθρωπο νά σηκώνει μόνο ἕνα ξύλο κάθε μέρα. Προλαβαίνει νά τά σηκώσει ὅλα μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς του. Μά ἐκεῖνος ἐπιμένει νά τά φορτώνεται ὅλα μαζί...
«Ἀρκετόν τῇ ἡμέρᾳ ἡ κακία (= ταλαιπωρία) αὐτῆς» (Μθ 6,34). Γιατί θέλουμε νά πιεζόμαστε καί ἀπό τά βάρη τῆς ἑπόμενης μέρας, τοῦ ἑπόμενου μήνα καί χρόνου; Σέ τελευταία ἀνάλυση ἡ ἀσθένεια τῆς ἐποχῆς μας, νομίζω, δέν εἶναι τό ἄγχος ἀλλά ἡ ὀλιγοπιστία μας, πού τό προκαλεῖ καί τό καλλιεργεῖ.
Στέργιος Ν. Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 53 (1998) 220-221