ΑΠ᾿ ΤΟΝ ΟΡΘΡΟ...
Πρωί· κι ὑπόσχεση δίνω στόν Θεό μου:
σκοτεινό μήτε νά πράξω τίποτε μήτε νά ἐπαινέσω·
τή μέρα τούτη θυσία εὐάρεστη νά Σοῦ προσφέρω,
ἄσειστος μένοντας, κυρίαρχος στά πάθη.
Ντρέπομαι τ᾿ ἄσπρα μου μαλλιά, κακός σάν εἶμαι,
καί τήν ἁγία Τράπεζα πού ὑπηρετῶ.
Στούς πόθους μου, Χριστέ, ἐσύ τό δρόμο ἄνοιξε!
...ΩΣ ΤΟ ΔΕΙΛΙ
Μπροστά σου ψεύτης βρέθηκα, πού εἶσαι ἡ ἀλήθεια, Λόγε!
Σέ σένα θέλησα ἁγνή τούτη τή μέρα νά χαρίσω,
μά ἡ νύχτα δέν μέ βρῆκε ὁλόφωτο...
Ἐντούτοις προσευχήθηκα καί τό περίμενα νά γίνει·
μά κάπου μπλέχτηκαν τά πόδια μου καί σκόνταψα,
κι ἦρθε σκοτάδι καί μέ τύλιξε τῆς σωτηρίας μου ἐχθρός.
Λάμψε τό φῶς σου μέσα μου, Χριστέ, καί πάλι νά σέ δῶ!
...ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΑΠ᾿ ΤΗΝ ΑΡΧΗ!
Τήν ἔχασα, Χριστέ, τή μέρα μου τή χθεσινή·
ἦρθε ὁ θυμός καί μ᾿ ἅρπαξε ἀπρόοπτα.
Ἄς εἶναι τή σημερινή νά τή δεχτῶ ὁλοφώτεινη!
Πρόσεχε, ψυχή μου! Μήν ξεχνᾶς νά βλέπεις τόν Θεό!
Ὑπόσχεση ἔδωσες· φρόντιζε τή σωτηρία σου!
Γρηγορίου Θεολόγου, Ἔπη εἰς ἑαυτόν ΚΔ΄, ΚΕ΄, ΚΣΤ΄,
Ε.Π.Ε. 10,266-269