Ἐπίκαιρο, καθώς γιορτάζουμε τήν ἐθνική μας ἀπελευθέρωση, ἀλλά καί πάντοτε ἐνδιαφέρον τό θέμα τῆς ἐλευθερίας. Μᾶς δίνει τήν ἀφορμή νά μελετήσουμε τή σχέση μας -ἡμῶν τῶν Ἑλλήνων- μέ τήν ἐλευθερία· τότε, στά χρόνια τῆς σκλαβιᾶς, καί τώρα, πού ζοῦμε σέ μιά χώρα ἐλεύθερη.
Τόσο ἡ ἐθνική ὅσο καί ἡ ἐσωτερική ἐλευθερία τοῦ καθενός προϋποθέτει τή δική του προσωπική προσπάθεια καί τόν ἀγώνα γιά τήν κατάκτησή της. Ὅσο κι ἄν ἀκούγεται παράδοξα, ἄνθρωπος κανείς δέν μπορεῖ νά χαρίσει στόν ἄλλο τήν ἐλευθερία, οὔτε βέβαια καί νά τοῦ τήν ἀφαιρέσει. Ἀκριβέστερα, γιά νά χρησιμοποιήσω τή φράση ἑνός ἁγίου διδασκάλου τῆς Ἐκκλησίας μας, τοῦ Εὐθυμίου Ζιγαβηνοῦ, «τήν μέν σωματικήν ἐλευθερίαν καί ἄνθρωπος δίδωσι τήν δέ ψυχικήν μόνος ὁ Υἱός (τοῦ Θεοῦ), ὡς κυρίως κύριος· ἐπεί καί κυρίως αὕτη ἐλευθερία». Τήν ἐλευθερία τοῦ σώματος μπορεῖ κάποιες φορές νά τή χαρίσει ἄνθρωπος σέ ἄνθρωπο, τῆς ψυχῆς ὅμως τήν ἐλευθερία μόνο ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ πραγματικός Κύριος τή χαρίζει. Εἶναι σαφῶς ἀνώτερη ἡ ἐλευθερία τῆς ψυχῆς ἀπό ἐκείνη τοῦ σώματος ὅσο ἡ πρώτη ὑπερέχει ἀπό τό δεύτερο.
Μέγιστο ἀγαθό ἡ ἐθνική ἐλευθερία. Ποιός δέν τό κατανοεῖ, ἰδιαίτερα ἄν συμβαίνει νά εἶναι Ἕλληνας; Σωστά λέχθηκε ὅτι «ἡ ἑλληνική ψυχή ζῆ μονάχα γιά τήν ἐλευθερία». Ἀλλά εἶναι ἐξίσου σωστή ὅσο καί ἀμείλικτη ἡ διαπίστωση ὅτι κάποιες φορές οἱ Ἕλληνες φάνηκαν ἀνάξιοι τῆς ἐθνικῆς τους ἐλευθερίας καί τήν ἔχασαν μέσα ἀπό τά χέρια τους. Γιατί; Διότι εἶχαν καταντήσει βαθιά νυχτωμένοι πνευματικά. Ἦταν ἐσωτερικά σκλάβοι σέ πάθη καί κακίες. Ἡ ἐσωτερική σκλαβιά ἔφερε καί τήν ἐξωτερική, τήν ἐθνική. Ἔτσι συνέβη καί μέ τήν ὑποταγή στόν τουρκικό ζυγό, κάτω ἀπό τόν ὁποῖο ἀκόμη περισσότερο ἐξαχρειώθηκαν οἱ Ἕλληνες.
Ὡστόσο τό δοῦλο Γένος προικοδοτημένο πλουσιοπάροχα ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ κι ἀνδρωμένο μέ τῆς Ὀρθοδοξίας τή φλόγα, ἔχει νά δείξει καί στίς πιό σκοτεινές ὧρες του πνεύματα φωτεινά καί καρδιές ἀπροσκύνητες. Αὐτοί ἔγιναν ὁ σπόρος, γιά νά ἀνθοβολήσει καί πάλι στήν ἑλληνική πατρίδα τό ἁγνό λουλούδι τῆς λευτεριᾶς. Κι ἦρθε πράγματι ἡ ὥρα ἡ εὐλογημένη. Οἱ σκλάβοι ἔγιναν ἐλεύθεροι, διότι καί μέσα στή μακροχρόνια σκλαβιά κράτησαν ἀναμμένη τή φλόγα τῆς πίστεως, τήν εὐλάβεια, τήν ἀνθρωπιά, τίς παραδόσεις τους. Κράτησαν ἀδούλωτη, ἐλεύθερη τήν ψυχή τους.
Δέν ἦταν ἁπλή ὑπόθεση ἡ ἐπικράτηση τῆς ἐλευθερίας. Κίνδυνοι πολλοί ἀπειλοῦσαν νά τήν πνίξουν μόλις ἀναστήθηκε «ἀπ᾿ τά κόκκαλα βγαλμένη τῶν Ἑλλήνων τά ἱερά». Πρῶτος καί φοβερός ὁ κίνδυνος τῆς διχόνοιας, τῆς ἐθνικῆς μας ἀρρώστιας. Τά ὅπλα, πού ἔδιωξαν ἀπό τή γῆ μας τόν ἐχθρό, κατόπιν βάφηκαν σ᾿ ἀδελφικό αἷμα. Ἔπειτα ἡ ἀδικία, ἡ ἰδιοτέλεια, τό συμφέρον μετέβαλαν σέ ἐχθρούς καί πολέμιους τούς ἀδελφούς. Ὁ Μακρυγιάννης, μέ τή θυμόσοφη ἁπλότητά του, ἐντοπίζει τήν αἰτία τῆς ἀθλιότητας στήν ἀτονία τῆς πίστεως καί στήν ἔκλυση τῶν ἠθῶν. «Ἐκκλησία εἰς τήν πρωτεύουσαν δέν εἶναι καί μᾶς γελᾶνε ὅλος ὁ κόσμος». Δέν χτίζετε ἐκκλησίες καί σχολεῖα, ἀλλά κοιτᾶτε νά «φτιάξετε θέατρον, διά νά μᾶς μάθῃ τήν ἀπιστία καί τήν παραλυσία».
Αὐτά τότε. Νά ἔρθω τώρα στούς σημερινούς Ἕλληνες. Εἴμαστε ἐλεύθεροι ἐθνικά. Δόξα τῷ Θεῷ! Ποιός ὅμως μπορεῖ μέ εἰλικρίνεια νά μᾶς διαβεβαιώσει ὅτι κατέχουμε οἱ Νεοέλληνες τήν ἐσωτερική, τήν πνευματική ἐλευθερία, ἐκείνη πού ἔβγαλε ἀπό τή σκλαβιά τούς ἄλλοτε ὑπόδουλους προγόνους μας; Ἐκείνη τήν ἐλευθερία, γιά τήν ὁποία ὁ Μέγας Ἀντώνιος ἀποφθέγγεται· «Ἐλεύθεροί σοι νομιζέσθωσαν, οὐχ οἱ τήν τύχην ἐλεύθεροι· ἀλλ᾿ οἱ τόν βίον καί τούς τρόπους ἐλεύθεροι».
Φοβοῦμαι ὅτι καί σήμερα, εἴτε τό ὁμολογοῦμε εἴτε ὄχι, σέ πολλές περιπτώσεις μᾶς τυλίγει σκληρή καί ἀδυσώπητη σκλαβιά. Μήπως δέν ἀντιμετωπίζουμε καθημερινά ἕναν ἀπαίσιο ἐξανδραποδισμό στό ἐπίπεδο τῶν ἰδεῶν μέ τήν κατευθυνόμενη προπαγάνδα, τήν ἐλεγχόμενη μετάδοση πληροφοριῶν, τήν παραπλανητική διαφήμιση; Ἔπειτα ἡ ὕβρις, ὅπου παρέσυρε τόν Νεοέλληνα ὁ ἀέρας τοῦ νεοπλουτισμοῦ; Ὁ ξεπεσμός του στήν παγίδα τοῦ εὔκολου κέρδους; Ἡ ἐπαίσχυντη ἀντικατάσταση τῶν τιμαλφῶν ὄχι μόνο τῆς ἑλληνικῆς φυλῆς ἀλλά καί αὐτῆς τῆς ἀνθρωπιᾶς μέ τίς νεοφανεῖς «ἀξίες» τοῦ χρηματιστηρίου;
Καί τί νά ποῦμε γιά τή βάρβαρη κακοποίηση τῆς ἴδιας τῆς γλώσσας μας· γιά τήν ἀπερίσκεπτη ἀπεμπόληση τῶν ἰδανικῶν καί παραδόσεών μας· γι᾿ αὐτή τήν ἄρρωστη ξενομανία, πού συχνά μᾶς ὁδηγεῖ στόν πιθηκισμό καί στό γραικυλισμό! Ἀνησυχητική εἶναι ἡ ἀδιαμαρτύρητη, ἡ τυφλή ὑπακοή σ᾿ ὅ,τι ἔξωθεν εἰσαγόμενο, ἡ ὁμαδοποίηση καί ἀγελοποίηση πού μᾶς ἐπιβάλλουν οἱ διάφορες «κοινωνικές ὑποχρεώσεις». Ἀκόμη καί οἱ προτιμήσεις στό ρουχισμό (μόδα), στήν ἐπίπλωση τοῦ σπιτιοῦ, στόν τρόπο συμπεριφορᾶς καί ἐπικοινωνίας προκαθορίζονται ἀπό κάποιες ἔξω ἀπό μᾶς σκοπιμότητες, στίς ὁποῖες ἄβουλα ὑποκύπτουμε. Αὐτή ἡ ἰσοπέδωση καί δρομολόγηση τῆς ζωῆς μας σέ προκατασκευασμένα καλούπια μᾶς καταντᾶ ἄβουλες μαριονέττες, πού κινούμαστε καί ἐκφραζόμαστε μηχανικά. Καί οἱ μαριονέττες ποτέ δέν μπορεῖ νά εἶναι ἐλεύθερες.
Πρόβλημα σοβαρό ἀποτελεῖ ἡ τρομακτική ἀλλοίωση πού ἐπέφερε πάνω μας ὁ ἀλόγιστος καταναλωτισμός, ὁ εὐδαιμονισμός, ἡ ἔλλειψη ἄσκησης καί ἡ κατάργηση τοῦ φρονήματος τῆς θυσίας. Πολύ ἀπαισιόδοξη ἀλλά δυστυχῶς ἀληθινή ἡ διαπίστωση ὅτι «κάποτε δίναμε καί τή ζωή μας γιά τήν Ἑλλάδα· σήμερα δίνουμε καί τήν Ἑλλάδα γιά τή ζωή μας».
Γιατί αὐτός ὁ ξεπεσμός; Γιατί τέτοια κατάντια; Διότι πρῶτα δώσαμε τήν ψυχή μας σέ πράγματα ὑλικά καί ξένα πρός τίς βαθύτερες ἀνάγκες της. Ἀδιαφορήσαμε γιά τό γεγονός ὅτι ὁ Θεός ἔπλασε ὅλη τή φυσική δημιουργία γιά τόν ἄνθρωπο. Καί τόν ἄνθρωπο -μόνον αὐτόν μέσα ἀπ᾿ ὅλη τήν πλάση- τόν ἔπλασε ὁ Θεός γιά τόν ἑαυτό του. Τόν θέλει δικό του, δοῦλο του.
Μά τότε πῶς μιλοῦμε γιά ἐλευθερία, θά διερωτηθεῖ κάποιος. Ἐδῶ ἀκριβῶς μπαίνουμε στό χῶρο τοῦ μυστηρίου. Ὁ Θεός ξέρει νά λυγίζει τήν καρδιά μας χωρίς νά τή βιάζει καί νά μᾶς τραβᾶ κοντά του χωρίς νά μᾶς ἐξαναγκάζει. Ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός, ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἐγκαινίασε τό καθεστώς τῆς τέλειας καί ὁριστικῆς ἐλευθερίας γιά ὅλους ἐκείνους πού τόν ἀποδέχονται μέ πίστη καί ἀγάπη. Κι ὅπως συγκεκριμενοποίησε τήν ἀγάπη, βεβαιώνοντας ὅτι «ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί» (Α' Ἰω 4,8), καί τήν ἀλήθεια, ἀποκαλύπτοντας ὅτι «ἐγώ εἰμι ἡ ἀλήθεια» (Ἰω 14,6), ἔτσι ἔδωσε καί στήν ἐλευθερία τήν ἀληθινή της διάσταση. Ἐρήμην τοῦ Χριστοῦ ἡ ἐλευθερία δέν εἶναι παρά τό ψεύτικο ὄνομα τῆς δουλείας, «τό ἐπικάλυμμα τῆς κακίας», ὅπως τή χαρακτηρίζει ὁ ἀπόστολος Πέτρος (Α' Πε 2,6). Ἀντίθετα ἡ ἐν Χριστῷ δουλεία εἶναι τό πιό ἐκφραστικό, τό πιό ἀληθινό ὄνομα τῆς ἐλευθερίας.
Ἡ πίστη, ἡ ἀλήθεια καί ἡ ἐλευθερία σχηματίζουν μία τέλεια ἁλυσίδα στή χριστιανική ζωή. Ἡ γνώση τῆς θεϊκῆς ἀλήθειας ἔρχεται μέ τήν πίστη καί ἐλευθερώνει τούς πιστούς. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέχεται ἐλεύθερα τίς ὑποσχέσεις τοῦ Θεοῦ, μπορεῖ πιό ἀξιόπιστα νά ὑπακούει στίς ἐντολές του. Ὅταν ἀνταποκρίνεται στήν ἀλήθεια τοῦ εὐαγγελίου, ἐλευθερώνεται ἀπό τά δεσμά τῆς ἄγνοιας, νικᾶ τή δύναμη τῆς ἁμαρτίας καί αὐτόν ἀκόμη τό φόβο τοῦ θανάτου.
Ὡς χριστιανοί ὀρθόδοξοι κατέχουμε τή ζωντανή ἀλήθεια. Θά ἔπρεπε συνεπῶς νά κατέχουμε καί τήν ἐλευθερία. Ἄν αὐτό δέν συμβαίνει, εἶναι διότι κάπου νοθεύουμε τήν ἀλήθεια τῆς πίστεως, τήν παραμερίζουμε ἤ τή στομώνουμε, μέ ἀποτέλεσμα νά ψυχραίνουμε τήν ἀγάπη μας γιά τόν ἐλευθερωτή Χριστό. Καί πῶς νά κρατηθοῦμε ἐλεύθεροι χωρίς τή δική του βοήθεια; Καί πῶς νά κυριαρχήσουμε χωρίς τή θεϊκή συνδρομή; Ἀμείλικτος στή σαφήνεια καί καθηλωτικός στήν ἀπολυτότητά του ὁ θεϊκός λόγος ἀποκαλύπτει· «ᾧ γάρ τις ἥττηται, τούτῳ καί δεδούλωται» (Β' Πε 2,19). Ἐλεύθερος δέν εἶναι αὐτός πού ἀσύστολα κάνει ὅ,τι θέλει, ἀλλά αὐτός πού κάνει ὅ,τι πρέπει. Κάθε ἥττα στόν πνευματικό τομέα μπορεῖ νά φαίνεται σάν ἀπελευθέρωση καί χειραφέτηση ἀπό τό νόμο τοῦ Θεοῦ, στήν πραγματικότητα ὅμως ὅποιος ἀρνεῖται τήν ὑποταγή στόν Θεό ὑποτάσσεται σέ μύρια ἄλλα ἀφεντικά, ὅσα εἶναι καί τά πάθη του, ἐπισημαίνει ὁ ἅγιος Αὐγουστίνος.
Δέν εἶναι στ᾿ ἀλήθεια τραγικό ὅτι μπορεῖ νά ἐκθειάζουμε τούς προγόνους μας καί νά τούς τιμοῦμε, διότι μέ τή θυσία τους νίκησαν ἐχθρούς ἄσπονδους καί αἰώνιους, ἀλλά οἱ ἴδιοι νά παραμένουμε δοῦλοι τῶν παθῶν μας;