Ὁ βιγλάτορας Μητροπολίτης
Γερμανός Καραβαγγέλης (1866-1935)
Εἶναι κάποιες φυσιογνωμίες πού θαρρεῖς, ὅσο κυλοῦν τά χρόνια, πιότερο ἀκτινοβολοῦν. Ὁ μήνας Ὀκτώβριος μᾶς προκαλεῖ νά σταθοῦμε μπροστά στόν ἀκατάβλητο Μητροπολίτη Καστοριᾶς καί φοβερό ἡγέτη τοῦ Μακεδονικοῦ Ἀγώνα, τόν Γερμανό Καραβαγγέλη.
Πατρίδα του ἡ Στύψη τῆς Λέσβου. Πλούσια τά πνευματικά του χαρίσματα. Πολυτάλαντη προσωπικότητα, ἀριστοῦχος θεολόγος καί περίφημος καθηγητής τῆς Θεολογικῆς σχολῆς τῆς Χάλκης, μέ διδακτορικές σπουδές στή Λειψία τῆς Γερμανίας. Στυλιανός τό κοσμικό του ὄνομα. Εἰσέρχεται στίς τάξεις τοῦ κλήρου μέ τ' ὄνομα Γερμανός, πρός τιμή τοῦ ἱδρυτῆ τῆς Θεολογικῆς σχολῆς τῆς Χάλκης Πατριάρχη Γερμανοῦ τοῦ Α΄. Γίνεται Μητροπολίτης, τό 1900, σέ μιά πολύ εὐαίσθητη ἐθνικά περιοχή, στήν Καστοριά. Άφήνει γιά πάντα τήν ἥσυχη ζωή του, τήν ἀγαπημένη του μελέτη κι ἐντρύφηση τῶν γραμμάτων καί ρίχνεται κυριολεκτικά σέ περιπέτειες καί κινδύνους. Τό εὔστροφο μυαλό του καί τά σπάνια προσόντα του θέτει ὁλοκληρωτικά στήν ὑπηρεσία τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς δύστυχης πατρίδας.
Ἡ ἐπαρχία τῆς Καστοριᾶς βρίσκεται στό στόχαστρο τῶν βουλγάρων κομιτατζήδων. Βάφουν τήν περιοχή κυριολεκτικά στό αἷμα μέ βιαιοπραγίες, θηριωδίες, ληστεῖες, σκοτωμούς. Πόσοι πληθυσμοί ἀδικοσκοτώνονται, γιατί δέν θέλουν νά προσχωρήσουν στήν βουλγαρική Ἐξαρχία! Διαβλέπει ὁ μητροπολίτης πώς ἡ Καστοριά κι ὅλη ἡ Μακεδονία κινδυνεύει νά ἐκβουλγαριστεῖ. Ἐπινοεῖ λοιπόν ἕνα πολύ ἰσχυρό μέσο ἀντίστασης, πού θά χτυπήσει κατάστηθα τόν δολερό ἐχθρό, τήν ὀργάνωση ἀνταρτικῶν σωμάτων. Τοῦτοι οἱ Μακεδονομάχοι ἤ "γραικομάνοι" -παθιασμένοι Ἕλληνες-, ὅπως τούς ἀποκαλοῦν οἱ κομιτατζῆδες, πολεμοῦν σκληρά νά σώσουν τήν Μακεδονία ἀπό τόν ἐκβουλγαρισμό. Κοντά τους κι ὁ ριψοκίνδυνος Μητροπολίτης. Περιοδεύει πόλεις καί χωριά, ἐμπνέει θάρρος, δίνει ἐλπίδα. Πόσοι δέν θά εἶχαν ἀποσκιρτήσει ἀπό τίς πατριαρχικές ἐκκλησίες καί θά εἶχαν προσχωρήσει στίς ἐξαρχικές, ἄν δέν τούς σταματοῦσε τό προστατευτικό του χέρι!
Ὁ ἀνύσταχτος ποιμένας ἐπεκτείνει τήν δραστηριότητά του. Μέ τό ψευδώνυμο Κώστας Γεωργίου ἔχει μυστικές ἐπικοινωνίες μέ ἐξέχουσες προσωπικότητες, μέ τόν πρόξενο τῆς Θεσ/νίκης Λάμπρο Κορομηλᾶ, μέ τόν ὑποπρόξενο τῆς γραμμῆς Μοναστηρίου Ἴωνα Δραγούμη, ἀλλά κυρίως μέ τόν ἀρχιστράτηγο τοῦ Μακεδονικοῦ ἀγώνα, τόν Παῦλο Μελᾶ. Κι ὅταν τό βόλι πέφτει θανατηφόρο πάνω στό παλληκάρι, τόν κλαίει γοερά. Γράφει χαρακτηριστικά στόν Ἴωνα Δραγούμη : «Τά χρέη τῶν συγγενῶν τοῦ ἀειμνήστου Ἐθνομάρτυρα εἶχον τό ἀτύχημα νά ἐκτελέσω ἐγώ. Τόν θρήνησα καί τόν θρηνῶ...
Ἀπαρηγόρητος
Κώστας Γεωργίου»
Οἱ Βούλγαροι δέν μποροῦν ν' ἀναμετρηθοῦν μέ τόν λεβέντη αὐτόν ρασοφόρο, πού στέκεται ἐμπόδιο στήν ὑλοποίηση τῶν σχεδίων τους. Ὀργανώνουν σχέδια ἐξόντωσής του. Σκοτώνουν κατά λάθος τόν φιλήσυχο Μητροπολίτη Κορυτσᾶς Φώτιο, νομίζοντας πώς ἦταν ὁ Καραβαγγέλης. Ὁ Πατριάρχης Ἰωακείμ ὁ Γ΄, παρόλη τήν ἐκτίμηση πού τρέφει στό πρόσωπο τοῦ ἀγωνιστῆ Ἱεράρχου, πιέζεται ἀπό τήν τουρκική κυβέρνηση νά τόν μετακινήσει ἀπό τήν νευραλγική θέση τῆς Καστοριᾶς. Ἀναγκάζεται λοιπόν νά τόν καλέσει στήν Κων/λη καί νά τοῦ ἀναθέσει καθήκοντα Συνοδικοῦ. Κρατώντας στήν παλάμη του λίγο χῶμα ἀπό τήν φίλτατη μακεδονική γῆ, φεύγει πιά ἀπό τόν τόπο τῆς διακονίας του βαθιά πονεμένος, στά τέλη τοῦ 1907. Ὁ ἴδιος θά πεῖ χαρακτηριστικά : «Ἡ ἀπομάκρυνσή μου ἀπό τήν Καστοριά θεωρήθηκε σάν ἕνα τραῦμα στόν Μακεδονικό Ἀγώνα, μά ὁ Ἀγώνας βρισκόταν πιά σχεδόν στό τέλος του». Πραγματικά, ἔσπειρε, πότισε τό δένδρο τῆς λευτεριᾶς. Μά, ὅταν τό ποίμνιό του θά δρέπει τούς καρπούς τῶν ἀγώνων του καί θά γιορτάζει θριαμβευτικά τά νικητήρια τῆς ἀπελευθέρωσής του, αὐτός δέν θά 'ναι ἀνάμεσά τους, θά βρίσκεται πολύ μακριά.
Μιά ἄλλη ἔπαλξη τόν περιμένει. Ἀνακηρύσσεται Μητροπολίτης Ἀμάσειας μέ ἕδρα τήν Σαμψοῦντα. Δεκατέσσερα χρόνια "ὁ Ἀκρίτας τοῦ Πόντου" προσφέρει ἄοκνα τίς πολύτιμες ὑπηρεσίες του σ' αὐτό τό βασανισμένο κομμάτι τοῦ ἑλληνισμοῦ. Σάν ἄλλος Πατρο-Κοσμᾶς ρίχνει τό βάρος στήν παιδεία, χτίζοντας 115 καινούργια σχολεῖα καί σχολές. Καλλωπίζει τή γῆ τοῦ Πόντου μέ νέους ναούς. Ἑτοιμάζει φιλανθρωπικά ἱδρύματα γιά τίς ἀσθενεῖς τάξεις. Προπάντων, μέ κάθε τρόπο προσπαθεῖ νά προστατέψει τούς ἑλληνικούς πληθυσμούς ἀπό τόν ἐπιχειρούμενο ἔντεχνα ἐκτουρκισμό του. Συντρίβεται, καθώς βλέπει, τό καλοκαίρι τοῦ 1914, τήν δραματική ἐπιστράτευση τῶν νέων, ἀπό 20 ἕως 45 ἐτῶν, στά θρυλικά "τάγματα ἐργασίας". Πρόκειται γιά ἕνα ὕπουλο σχέδιο ἀφανισμοῦ τοῦ ἑλληνισμοῦ τοῦ Πόντου, πού ἔχει μείνει στήν ἱστορία ὡς "λευκή σφαγή". Οἱ Τοῦρκοι ἐπιστρατεύουν νέους μέ τό πρόσχημα νά πάρουν μέρος σέ κατασκευαστικά ἔργα, ἀλλά στήν πραγματικότητα θέλουν μέσα ἀπό τίς κακουχίες, τήν πείνα, τήν ἐξάντληση νά ἀργοσβήσουν καί νά ξεψυχήσουν ἐκεῖ, στά βάθη τῆς Ἀνατολῆς.
Παρόλες τίς κακουχίες, τίς σφαγές, τίς βεβηλώσεις, τούς ἐξισλαμισμούς καί τά παιδομαζώματα, προσπαθεῖ νά σταματήσει τό κακό ὅπου ἦταν δυνατόν. Ἀναρίθμητα Ἀρμενόπουλα τόν εὐγνωμονοῦν, γιατί τά σώζει ἀπό τόν θάνατο κατά τήν μεγάλη σφαγή τῆς Ἀρμενικῆς γενοκτονίας, τό 1915. Τήν ἑπόμενη χρονιά διασώζει τήν Άμισό τοῦ Πόντου ἀπό βέβαιη καταστροφή. Γενικά, σ' ὅλη τήν διάρκεια τοῦ Α΄Παγκοσμίου πολέμου, σ' ἐκεῖνον τόν ἀπηνῆ κατατρεγμό τῶν Ποντίων ἀπό τούς Νεότουρκους, πρωτοστατεῖ, ὅπως ἄλλοτε στή Μακεδονία, στήν ὀργάνωση ἀνταρτικῶν σωμάτων. Βαστᾶ γερά ἡ ἄμυνα καί σώζονται χιλιάδες ἀνθρώπινες ζωές ἀπό τίς τουρκικές θηριωδίες.
Ὁ Κεμάλ στοχεύει νά τόν ἐξοντώσει. Ξέρει πολύ καλά πώς ἡ ἀντάρτικη ἄμυνα τοῦ Πόντου εἶναι, ὅπως εἶχε διακηρύξει, "ὄργανο τοῦ Καραβαγγέλη". Ἀμέσως τό Πατριαρχεῖο, προκειμένου νά τόν φυλάξει ἀπό τίς φονικές διαθέσεις τοῦ ἐχθροῦ, τόν διορίζει Μητροπολίτη Ἰωαννίνων. Τό καταπληκτικό εἶναι πώς ὅπου πήγαινε ριχνόταν μέ πάθος στή δουλειά. Μέσα σ' ἕνα μόνο χρόνο ἀλλάζει τήν φυσιογνωμία τῆς νέας του μητρόπολης. Ἱδρύει ἱερατική σχολή, σχολεῖα, ταπητουργεῖα. Δημιουργοῦνται θέσεις ἐργασίας καί ἀναχαιτίζεται τό μεταναστευτικό ρεῦμα.
Κι αὐτόν τόν ἀσυναγώνιστο ἄνθρωπο, πού μέ τήν θυσιαστική του ἀγάπη ὑπηρέτησε τήν Ἐκκλησία καί τόν Ἑλληνισμό, ἐντελῶς ἀπρόσμενα, ἀδικαιολόγητα, τό 1924, τόν διορίζουν Μητροπολίτη Οὐγγαρίας, σέ μιά χώρα ὅπου ζοῦν ἑπτά μόνον ἑλληνικές οἰκογένειες! Διαμαρτύρεται ἔντονα γιά τήν κατάφωρη αὐτή ἀδικία πού συντελεῖται εἰς βάρος του. Τελικά, τό Πατριαρχεῖο τόν ἐκλέγει Ἔξαρχο Κεντρώας Εὐρώπης στήν μητρόπολη Αὐστρίας. Ζῆ φτωχικά σ' ἕνα προάστειο τῆς Βιέννης. Τά κατάπικρα συναισθήματά του σημειώνει στά ἀπομνημονεύματά του: «...σήμερα κατάντησα νά περιφέρομαι σχεδόν ἄνεργος σ' ἐρείπια, ἐξόριστος ἀπ' τήν Καστοριά, ἀπ' τήν Ἀμάσεια, ἀπ' τήν Κων/λη, ἀφοῦ γλίτωσα πολλές φορές τόν μαρτυρικό θάνατο στήν Τουρκία, καί τελικά ἐξόριστος κι ἀπ' τήν Ἑλλάδα...».
Αὐτός ὁ μεγαλεπήβολος Ἱεράρχης ξαφνικά περιθωριοποιημένος, ἐντελῶς ξεχασμένος. Ὁ θάνατος τόν βρίσκει στή Βιέννη, τόν Φεβρουάριο τοῦ 1935. Στήν διαθήκη του σημειώνει τίς στερνές του ἐπιθυμίες: «Ἡ κηδεία μου θά γίνει στόν ναό τοῦ Ἁγίου Γεωργίου μέ ἕνα μόνον ἱερέα, χωρίς διάκονο. Δέν δέχομαι στήν κηδεία μου οὔτε ἀντιπρόσωπο τοῦ κράτους, οὔτε τῆς ἐκκλησίας, ἐάν τυχόν ἤθελαν ἀναμνησθῆ μετά θανάτου τάς ἐθνικάς μου ὑπηρεσίας. Δέν χρεωστῶ εἰς κανένα οὐδέ ὀβολόν, εἰς τό Ἔθνος προσέφερα ὅ,τι ἦτο δυνατόν ὡς Ἱεράρχης τοῦ '21...». Τόν θάβουν στά κοιμητήρια τῆς Βιέννης. Εἰκοσιτέσσερα χρόνια ἀργότερα γίνεται ἡ ἀνακομιδή τῶν λειψάνων του. Μεταφέρονται τά ὀστᾶ του ἀπό τήν Αὐστρία στήν Ἑλλάδα καί τοποθετοῦνται σέ κρύπτη κάτω ἀπό τόν ἀνδριάντα του στήν Καστοριά.
Βιγλάτορα Ἐπίσκοπε, πού ἅπλωσες τίς φτεροῦγες σου σ' Ἀνατολή καί Δύση, συγχώρεσε τίς μικρότητες καί μικροψυχίες μας ἀπό τίς ὁποῖες πάσχει καί σήμερα τό Γένος μας. Ἀπό τήν δόξα τοῦ οὐρανοῦ πού ἀπολαμβάνεις, πρέσβευε, Πατέρα μας, γιά τήν δύσμοιρη πατρίδα μας νά ἀλλάξει ρότα καί νά βρεῖ τόν δρόμο τῆς τιμῆς καί τῶν πνευματικῶν ἀξιῶν.
Ἑλληνίς