῾Ημέρα τῆς ῾Υπαπαντῆς! Στρέφω δεητικά τῆς ψυχῆς τό βλέμμα στή θαυμαστή ἐκείνη μορφή, πού σεμνά καί σιωπηρά συμμετέχει στό σχέδιο τοῦ Θεοῦ· Παναγία ἡ μορφή σου, μητέρα τοῦ Θεοῦ! Στέκεις μέ ἀγάπη καί στοργή γιά τόν Υἱό σου καί Τόν κρατᾶς μέ ἰδιαίτερη φροντίδα στήν ἀγκαλιά σου, ἐκεῖ κοντά στήν καρδιά σου, γιά νά Τοῦ προσφέρεις τά δῶρα τῆς θυσίας σου ἀλλά καί γιά ν᾿ ἀκοῦς καλύτερα τό θέλημά Του.
῾Ολόγυρα ἀπ᾿ τή δική σου μορφή στέκουν, στεφάνι φωτεινό, οἱ μορφές ὅλων ἐκείνων τῶν ἁγίων μητέρων πού ἀγάπησαν τόν Θεό καί θέλησαν νά Τόν χαρίσουν κληρονομιά στά παιδιά τους.
῾Η ἁγία Εὐνίκη! Πιστή μαθήτρια τοῦ μεγάλου ἀποστόλου Παύλου. ῎Επαιρνε ἀπό τό χέρι τόν μικρό της Τιμόθεο, γιά νά μαθητεύσουν μαζί στήν ἁγία διδασκαλία. Πόσο τό ἐπιθυμοῦσε νά βαδίσει στά ἴδια ἴχνη καί τό μικρό της ἀγόρι! ῾Ο Θεός ἀπάντησε στήν ὄμορφη ἐπιθυμία κι ἡ ἁγία μάνα καμάρωσε ἀπόστολο εὐλογημένο τό παιδί της. Πόση χαρά στόν οὐρανό γιά τό ἱερό τάμα της νά χαρίσει τόν Τιμόθεο στό ἔργο τοῦ Θεοῦ!
῾Η ἁγία Περπέτουα! ᾿Επιφανής ἀρχόντισσα στήν Καρχηδόνα. Παραμέρισε πλούτη καί δόξα γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. ᾿Αρνήθηκε τά εἴδωλα καί βαπτίσθηκε χριστιανή, παρ᾿ ὅλο πού γνώριζε ὅτι κινδύνευε ἡ ζωή της. ῞Οταν κλήθηκε νά μαρτυρήσει, ὁ εἰδωλολάτρης πατέρας της τή δελέασε νά ἀρνηθεῖ τήν πίστη της, φέρνοντας μπροστά της τό μικρό της παιδί, βρέφος στήν ἀγκαλιά. Πόνεσε ἡ Περπέτουα, μά ὑπερίσχυσε ἡ ἀγάπη της στόν Χριστό· «Σ᾿ Αὐτόν ἀφήνω τό μικρό μου παιδί, πού τό ἀγαπᾶ πιό πολύ ἀπό μένα!». ῎Ετσι ὁδηγήθηκε στό μαρτύριο· γενναία καί θαυμαστή!
῾Η ἁγία ᾿Ιουλίττα! Μαρτυρικό φρόνημα ἔβαλε μές στήν ψυχή τοῦ τρίχρονου Κήρυκου. Θαυμαστή μητέρα· νά βλέπει νά ταλαιπωρεῖται τό ἀγοράκι της στά χέρια τῶν βάναυσων δημίων καί νά προσεύχεται μή τυχόν καί ἀρνηθεῖ τόν Χριστό καί Θεό της! ᾿Αγγελική ἔφτασε ἡ ψυχή τοῦ παιδιοῦ της στόν οὐρανό μαζί καί ἡ δική της, πού ἕνωσε τόν ὕμνο της μέ τούς ἀγγέλους.
῾Η ἁγία Εὐβούλη! Σύζυγος τοῦ Εὐστοργίου καί μητέρα τοῦ Παντολέοντα. Ζοῦσε στή Νικομήδεια κι ἀνέτρεφε τόν γιό της μέ τήν ἐπιθυμία νά γίνει ἕνας χριστιανός γιατρός· μέ τή βοήθεια τοῦ μεγάλου ᾿Ιατροῦ, τοῦ Χριστοῦ μας, νά θεραπεύει σώματα καί ψυχές. Παντελεήμων ὀνομάστηκε κι ἔγινε ἡ χαρά γιά τή μητέρα του, καθώς πρόκοβε στήν ἐπιστήμη καί στήν ἀρετή. ῞Οσο ἐκεῖνος θεράπευε τούς ἀσθενεῖς του, τόσο ἐκείνη δόξαζε τόν Θεό. Τήν ἀξίωσε στό τέλος νά τόν δεῖ νά μαρτυρεῖ καί νά ἁγιάζεται.
῾Η ἁγία ᾿Ανθία! Εἶναι ἡ μητέρα τοῦ ἁγίου ᾿Ελευθερίου. Ρωμαία ἀρχόντισσα μέ πόθους ἱερούς γιά τό μικρό της παιδί. Τοῦ εἶχε μιλήσει γιά τό μεγαλεῖο τῆς ἱεροσύνης καί στάθηκε δίπλα του βοηθός του, γιά νά μπορέσει νά κρατήσει λευκή καί καθαρή τήν ψυχή του. Δόξασε τόν Θεό μέ τήν καρδιά της, ὄχι μόνο ὅταν τόν εἶδε κληρικό, ἐπίσκοπο, νά τόν τιμοῦν ὅλοι, μά κι ὅταν παρακολουθοῦσε μέ ἀγωνία τήν ὁμολογία του στό μαρτύριο. Εὐλογημένη μάνα! ᾿Ακολούθησε τόν ᾿Ελευθέριο στό μαρτυρικό τέλος κι ἔτσι οἱ ψυχές τους πασίχαρες ἀνέβηκαν μαζί στόν οὐρανό.
῾Η ἁγία Μόνικα! ῾Η μητέρα πού μεγάλωσε τόν Αὐγουστίνο στά γόνατα τῆς προσευχῆς. Δεκαεφτά χρόνια προσευχόταν γι᾿ αὐτόν μέ δάκρυα. ῏Ηταν μεγάλη της λύπη πού δέν εἶχε συνεργάτη, σ᾿ αὐτό τό ἱερό ἔργο τῆς ἀνατροφῆς τοῦ παιδιοῦ της, τόν σύζυγό της. Κι ὅσο ἐκείνη ἀγωνιοῦσε γιά τή σωτηρία τοῦ γιοῦ της, τόσο ὁ πατέρας του τόν ὁδηγοῦσε μακριά ἀπό τόν Θεό, στήν ἁμαρτία καί στή διαφθορά. ῾Η προσευχή της ὅμως νίκησε, κι ὁ Αὐγουστίνος ἔγινε φιλόσοφος καί ἅγιος καί πάντα μέ εὐγνωμοσύνη θυμόταν τή μητέρα του.
῾Η ἁγία Εὐλογία! Μητέρα τοῦ ἁγίου Θεοδοσίου. Μέ λαχτάρα ὁδηγοῦσε τό παιδί της στά μονοπάτια τῆς πίστεως. Κι ἤθελε νά τοῦ διδάξει νά βρίσκει καταφύγιο στή θεία Λατρεία. Μαζί προετοιμάζονταν γιά τή θ. Λειτουργία· μαζί καθάριζαν τίς καρδιές τους γιά τή θ. Κοινωνία. Μέ πόσα δῶρα τούς γέμιζε ὁ Θεός! Μετάγγιζε μέσα τους τήν ἁγιότητα.
῾Η ἁγία ᾿Εμμέλεια! Πλούσια κι ἀρχοντοπούλα ἔκανε τούς γάμους της στήν ξακουστή Καισάρεια μέ τόν σπουδαῖο Βασίλειο. Πάνω ἀπ᾿ ὅλα της τά πλούτη εἶχε τήν πίστη καί τήν ἀρετή! Μ᾿ αὐτά γαλούχησε τά ἐννιά χαριτωμένα παιδιά της καί ἐπιθύμησε νά γίνουν ἅγιοι στόν οὐρανό. Πολύτεκνη μάνα! ῾Ο κόπος της βραβεύτηκε ἀπ᾿ τόν Θεό, πού τῆς χάρισε τήν προκοπή τῶν παιδιῶν της. Τά ἅγια βλαστάρια της, ὁ Μέγας Βασίλειος, ἡ ἁγία Μακρίνα, ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, ὁ ἅγιος Ναυκράτιος, ὁ ἅγιος Πέτρος, ἀποτελοῦν τό καύχημά της· κι ὅλη ἡ οἰκογένειά της στολίζει τήν ᾿Εκκλησία μας.
῾Η ἁγία ᾿Ανθούσα! νωρίς ἔχασε τόν σύζυγό της, μά αὐτή ἡ θλίψη δέν τήν κατέβαλε. ᾿Αναδείχθηκε εὐλογημένη μητέρα τοῦ ἁγίου ᾿Ιωάννη τοῦ Χρυσοστόμου. ῎Ερριχνε σπόρους θεϊκούς παρμένους ἀπό τό λόγο τοῦ Θεοῦ μέσα στήν ψυχή τοῦ μικροῦ της παιδιοῦ ἡ εἰκοσάχρονη χήρα μάνα. Μετάγγιζε σ᾿ αὐτόν τίς ἅγιες ἐπιθυμίες της, γι᾿ αὐτό καί ἀναδείχτηκε ὁ μικρός της ᾿Ιωάννης σέ μεγάλο Πατέρα τῆς ᾿Εκκλησίας, θαυμαστό ρήτορα καί ἅγιο τοῦ οὐρανοῦ.
Εὐλογημένες μητέρες. Εἶστε τό παράδειγμα καί ἡ ἔμπνευση γιά κάθε μάνα πού ἐπιθυμεῖ κάτι ὄμορφο νά χαρίσει στήν οἰκογένεια, στά παιδιά της. ῾Η προσευχή σας μαζί μέ τήν πρεσβεία τῆς Παναγίας μας ἄς γίνεται ἐνίσχυση καί φωτισμός γιά τίς μητέρες μας, γιά τήν κάθε μητέρα στό δύσκολο καί ἱερό ἔργο της· νά μπορεῖ νά σᾶς μοιάζει στήν πίστη, στήν ἀρετή, στήν ἀγάπη, ὥστε νά ὁδηγηθεῖ στήν ἁγιότητα.
Ε. Χ.
Σάν πίδακες ζωντανοῦ νεροῦ ξεπηδοῦν μέσα ἀπό τά γεγονότα τῆς ἱστορίας τοῦ Θεοῦ, πού ἔγιναν γιορτές τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ἀλήθειες πού λυτρώνουν καί δροσίζουν τήν ψυχή μας. Φθάνει ἐμεῖς νά σκύψουμε μέ τήν ἀγωνία τῆς σωτηρίας καί νά σκάψουμε μέ τή λαχτάρα τοῦ οὐρανοῦ μέσα στήν ἱστορία τους, νά γονατίσουμε μπροστά τους μέ ἀνοιχτό τό Εὐαγγέλιο καί νά τά γιορτάσουμε μέ τό Πνεῦμα τό ἅγιο μέσα στήν Ἐκκλησία. Κι ὁ Θεός, πού ἦλθε στήν ἱστορία μας καί μπῆκε στή ζωή μας, μᾶς ἑλκύει στήν ἱστορία του καί μᾶς ἑνώνει μέ τή ζωή του, μέ μιά θεία δύναμη μᾶς ἐντάσσει μέσα στό σωτήριο σχέδιό του.
Μία τέτοια φλέβα χαρίτων εἶναι ἡ γιορτή τῆς Ὑπαπαντῆς, μέ τήν ὁποία τιμοῦμε τή Θεομήτορα, ἀλλά καί τόν Δεσπότη· τήν παναγία Μητέρα, πού προσάγει στό ναό τόν Ἰησοῦ, σαραντάμερο βρέφος, καί τόν Θεάνθρωπο Κύριο μας, πού προσφέρεται στόν Θεό ὡς πρωτότοκος. Μᾶς παρασύρει συνήθως ἡ πρώτη ὄψη τῆς γιορτῆς, ἡ εἰκόνα τῆς Θεοτόκου, πού κρατώντας στήν ἀγκαλιά της τόν Ἰησοῦ μπαίνει στό ναό -καθώς ἀνταποκρίνεται στό πολύ γνωστό μας ἀνθρώπινο καί συγκινητικό γεγονός τοῦ σαραντισμοῦ-, καί καλύπτει αὐτή ὅλη τή γιορτή. Ἀλλά ὁ σαραντισμός τῆς Θεοτόκου εἶναι ἐντελῶς τυπικός, ἐφ' ὅσον ἡ παρθένος Μαρία δέν εἶχε ἀνάγκη ἀπό καθαρισμό. Ἀποτελεῖ, βέβαια, ὁπωσδήποτε γεγονός σωτηρίας καί λόγο ἑορτῆς γιά μᾶς ὅτι «νηπιάζει ὁ Παλαιός τῶν ἡμερῶν καί καθαρσίων κοινωνεῖ ὁ καθαρώτατος Θεός», διότι ἔτσι πιστοποιεῖ ὅτι ἔγινε ἄνθρωπος γιά χάρη μας καί πῆρε πάνω του τήν ἀνθρώπινη φύση γιά νά τή λυτρώσει. Μέσα ὅμως ἀπό τά σπλάγχνα τῆς γιορτῆς, ἀπό τήν οὐσία της κι ὄχι ἀπό τόν τύπο της, ξεπηδᾶ ἕνα ἄλλο, ἐξ ἴσου μεγάλο, καί συνάμα ἰδιαίτερο γιά τή γιορτή καί μοναδικό σ' αὐτήν μήνυμα: Ἡ ἀφιέρωση.
Εἶχε ὁρίσει ὁ Θεός, ὅταν ἔσωσε τό λαό του ἀπό τή σκλαβιά τῶν Φαραώ μ' ἐκείνη τή φοβερή σφαγή ὅλων τῶν πρωτοτόκων τῶν Αἰγυπτίων, νά τοῦ προσφέρουν οἱ Ἰσραηλῖτες σέ ἀνάμνηση καί γιά εὐγνωμοσύνη κάθε πρωτότοκο ἀρσενικό, δηλαδή τό πρῶτο ἀρσενικό πού γεννιόταν. Καί τά μέν ζῶα τά πρόσφεραν θυσία στό ναό, τούς δέ πρωτοτόκους υἱούς τούς ἀπήλασσαν ἀπό τήν προσφορά πληρώνοντας γι' αὐτούς ἕνα συμβολικό ποσό στούς Λευΐτες (Ἔξ 13,12-16· Ἀρ 18,15-18). Σύμφωνα μ' αὐτό τό νόμο ἡ Παναγία παρουσίασε τόν Ἰησοῦ στό ναό καί ὁ Ἰησοῦς ἀφιέρωσε ὡς ἄνθρωπος τόν ἑαυτό του στόν Θεό. Καί εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς, πού περιγράφει τό περιστατικό, δέν ἀναφέρει ὅτι καταβλήθηκαν τά καθορισμένα γιά τόν πρωτότοκο λύτρα. Ἡ ἀφιέρωση τοῦ Ἰησοῦ δέν ἐξαγοράσθηκε· ὑπῆρξε τέλεια, ὁλοκληρωτική καί ζωντανή.
Τό γεγονός αὐτό, πού ἀποτελεῖ τήν οὐσία τῆς γιορτῆς τῆς Ὑπαπαντῆς, σημειώνει ἕνα νέο καθεστώς γιά τόν νέο Ἰσραήλ, τόν καινούργιο λαό τοῦ Θεοῦ, τούς πιστούς τῆς καινῆς διαθήκης. Ὅλοι ὅσοι ποιστεύουμε πλέον στόν Υἱό τοῦ Θεοῦ καί γινόμαστε μέλη στό σῶμα του καί συνιστοῦμε τήν Ἐκκλησία του, ὅλοι θεωρούμαστε πρωτότοκοι καί ἀνήκουμε στόν Κύριο. Ἡ ἀφιέρωσή μας συντελεῖται τήν ἱερή ὥρα τοῦ βαπτίσματος, ἀφοῦ δηλώσουμε μέ τήν ἐλεύθερη θέλησή μας ὅτι ἀποτασσόμαστε τόν σατανᾶ καί συντασσόμαστε τόν Χριστό. Ἡ σφραγίδα πού δείχνει πάνω μας ὅτι εἴμαστε ἰδιοκτησία τοῦ Θεοῦ εἶναι τό χρίσμα πού παίρνουμε ἀπό τό Πνεῦμα τό ἅγιο. Μέ τά μυστήρια αὐτά μετέχουμε στή ζωή τοῦ Χριστοῦ καί συμμετέχουμε στήν ἀφιέρωσή του προσφέροντας κι ἐμεῖς τόν ἑαυτό μας μέ τήν ὑποταγή τοῦ θελήματός μας. Ἔτσι, ὅλοι οἱ χριστιανοί εἶναι ἀφιερωμένοι, «ἅγιοι τῷ Κυρίῳ», κτῆμα καί περιουσία τοῦ Θεοῦ.
Ἀλλά, βέβαια, ὁ Θεός πού ζητᾶ τήν ἀφιέρωσή μας, δέν τήν ζητᾶ ἀπό κάποια ἀνάγκη· «ἀνενδεές γάρ τό θεῖον». Τήν ζητᾶ γιά νά δώσει σέ μᾶς τό δικαίωμα, τό προνόμιο, τήν εὐλογία καί τήν ἐξουσία νά γίνουμε συνεργάτες του στό μεγάλο ἔργο τῆς σωτηρίας καί τοῦ ἁγιασμοῦ μας, νά γίνουμε συνεταῖροι στήν εὐλογημένη ἑταιρεία του, τήν Ἐκκλησία, μέ τήν ὁποία δωρεάν φωταγωγεῖ τόν κόσμο μέ τό φῶς τῆς ἀλήθειας, ὑδρεύει τήν πλάση μέ τό νερό τῆς χαρᾶς, χορηγεῖ στήν ἀνθρωπότητα αἰώνια ζωή. Ἀφιερώνοντας ὁ ἄνθρωπος τόν ἑαυτό του στόν Θεό δίνει ἕνα παλιό καί ἄσχημο σκεῦος καί παίρνει ἕνα καινούργιο καί ὡραῖο. Μέσα στήν ὕπαρξή του ἀρχίζουν νά κυλοῦν οἱ χυμοί τῆς θεότητος, πού τοῦ χαρίζουν εἰρήνη καί τήν ὥρα ἀκόμη τῆς πιό σκληρῆς μάχης, ἐνῶ μέσ΄ στή ζωή του χύνονται οἱ ποταμοί τῶν θείων εὐλογιῶν, πού τοῦ προσφέρουν παρηγορία καί τήν ὥρα τῆς πιό φρικτῆς δοκιμασίας. Καί ἀφιερώνω τόν ἑαυτό μου στόν Θεό δέν σημαίνει τίποτε ἄλλο παρά ὑπακούω στό νόμο του, ἀγωνίζομαι γιά τή βασιλεία του, δοξάζω μέ τή ζωή μου τό ἅγιο ὄνομά του. Μ' αὐτόν τόν τρόπο γίνομαι συνεργάτης καί συνεταῖρος του καί παίρνω τήν τιμή καί τή δόξα νά τοῦ μοιάζω ὅλο καί περισσότερο, μέχρις ὅτου ἀξιωθῶ νά γίνω τέλεια καί ὁλοκληρωμένα κοινωνός τῆς θείας δόξης.
Ἐν τούτοις, ἐκτός ἀπό τή γενική ἀφιέρωση τῶν πιστῶν πού εἶναι ὁ κανόνας μέσα στήν Ἐκκλησία, ὑπάρχει καί ἡ εἰδική ἀφιέρωση τῶν ψυχῶν, πού παρουσιάζεται σάν ἔκτακτο χάρισμα. Ὅπως παράλληλα μέ τή γενική ἱερωσύνη, πού ἔχουν ὅλοι οἱ πιστοί, τό «βασίλειον ἱεράτευμα» τοῦ Κυρίου, ὑπάρχει καί ἡ εἰδική ἱερωσύνη τῶν ἱερέων, πού λαμβάνουν τή χάρη νά τελοῦν τά μυστήρια, ἔτσι ὁρισμένες ψυχές δέχονται τήν κλήση καί παίρνουν τό χάρισμα γιά μιά εἰδική ἀφιέρωση. Θέτουν τόν ἑαυτό τους ἄνευ ὅρων καί ἄνευ διεκδικήσεων στό ἔργο τοῦ Θεοῦ, ἀφοσιώνονται ὁλοτελῶς στήν ὑπόθεσή του καί κάνουν μοναδικό μέλημά τους τόν εὐαγγελισμό καί τόν ἁγιασμό τοῦ κόσμου. Καί ἐνῶ ἡ γενική ἀφιέρωση εἶναι θέμα τῆς σωτηρίας μας καί ἀποτελεῖ παράγγελμα τοῦ Κυρίου γιά ὅλους μας, ἡ εἰδική ἀφιέρωση εἶναι θέμα τῆς ἐκλογῆς τοῦ Θεοῦ καί τό μόνο πού ἀπαιτεῖ εἶναι γιά μέν τόν ἴδιο τόν ἄνθρωπο νά διακρίνει καί νά καταλάβει τί ὁ Θεός θέλει ἀπ' αὐτόν, γιά τούς ἄλλους δέ γύρω του νά μήν ἀποδοκιμάσουν καί καταφρονήσουν τήν κλήση του.
Διότι τό χάρισμα τῆς ἀφιερώσεως ὄχι ἁπλῶς δέν εἶναι ἀποτυχία, ὅπως τό θεωροῦν οἱ κοσμικοί ἄνθρωποι, πού ξέρουν νά κρίνουν μόνο μέ τά ψεύτικα μέτρα αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ἀλλά εἶναι τό πιό ἐπιτυχημένο ἔργο, μέ τό ὁποῖο μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά ὑπηρετήσει τόν συνάνθρωπο καί τήν κοινωνία. Ὁ κόσμος, πράγματι, δέν εἶναι δυνατόν νά σωθεῖ οὔτε ἀπό τούς μηχανικούς οὔτε ἀπό τούς γιατρούς οὔτε ἀπό τούς δικηγόρους. Ἄλλα εἶναι ἐκεῖνα πού τοῦ σφίγγουν τό λαιμό, ἄλλα ἐκεῖνα πού τοῦ μαχαιρώνουν τήν καρδιά, ἄλλα ἐκεῖνα πού τοῦ σκοτεινιάζουν τή ζωή. Ὁ κόσμος ἔχει ἀνάγκη ἀπό ἀποστόλους καί ἱεραποστόλους, ἀπό ἱερουργούς καί διδασκάλους, πού θά τοῦ φέρουν τό μήνυμα τῆς ἀληθινῆς εἰρήνης, θά τόν ἀναστήσουν καί θά τόν ἀναγεννήσουν ἐν Χριστῷ. Αὐτοί σάν μηχανικοί καί ἀρχιτέκτονες τῆς χάριτος κατασκευάζουν τό δρόμο γιά τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί στήνουν τή γέφυρα γιά τόν οὐρανό· σάν γιατροί καί θεραπευτές φέρνουν τά φάρμακα τῆς σωτηρίας καί ἀσχολοῦνται μέ τήν ἰατρεία ὄχι τῶν σωμάτων, ἀλλά τῶν ψυχῶν· σάν δικηγόροι καί πολιτικοί βοηθοῦν στή συνδιαλλαγή ἀνθρώπων καί Θεοῦ καί ἐξηγοῦν τό νόμο του, πού μᾶς δικαιώνει. Σέ σύγκριση μέ ὅλα τά ἐπαγγέλματα τοῦ κόσμου, τό χάρισμα τῆς ἀφιερώσεως ὑπερέχει ὅσο ὁ οὐρανός ἀπό τή γῆ κι ὅσο ἡ αἰωνιότητα ἀπό τήν προσωρινότητα, διότι αὐτό ἐπαγγέλλεται στήν ἀνθρωπότητα ἀγαθά αἰώνια καί ἄφθαρτα.
Ἀλλά γιά νά μπορέσουμε νά δεχθοῦμε αὐτήν τήν ἀλήθεια, πρέπει προηγουμένως νά καταλάβουμε τήν ἄλλη βασική ἀλήθεια, πού μᾶς ἀποκαλύπτει ἡ γιορτή τῆς Ὑπαπαντῆς· ὅτι ὅλοι οἱ πιστοί, ἐφ' ὅσον βαπτισθήκαμε στό ὄνομα τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ, εἴμαστε ἀφιερωμένοι στόν Κύριο καί ὀφείλουμε νά τοῦ δώσουμε τήν πρώτη θέση στήν καρδιά μας. Εἴμαστε οἱ «πρωτότοκοι» τῆς ἀνθρωπότητος, πού μές στή στρατευομένη Ἐκκλησία ἀγωνιζόμαστε νά μιμηθοῦμε τόν Κύριό μας, γιά νά συνταχθοῦμε μία ἡμέρα μέ τή θριαμβεύουσα Ἐκκλησία, τήν ὁποία ὁ ἀπ. Παῦλος ὀνομάζει «ἐκκλησία πρωτοτόκων ἐν οὐρανοῖς ἀπογεγραμμένων» (Ἑβ 12,23). «Μᾶς διάλεξε ὁ Ἀθάνατος μέσ' ἀπ' τά πλήθη τῶν γενιῶν καί τῶν καιρῶν», κι ἐμεῖς δεχθήκαμε τήν κλήση του καί γίναμε δικοί του. Μᾶς ἐξαγόρασε ἀπό τό θάνατο καί τή φθορά μέ τό πολύτιμο αἷμα τοῦ Υἱοῦ του, καί δέν ἀνήκουμε στόν κόσμο οὔτε στόν ἑαυτό μας. Μᾶς ἔσωσε ἀπό τή σκλαβιά τῶν παθῶν καί τῆς ἁμαρτίας, καί εἴμαστε ἀπελεύθεροι καί δοῦλοι του. Προσφέρουμε, λοιπόν, τόν ἑαυτό μας μιά θυσία ζωντανή ἐνώπιόν του, θυσία τῆς ἐλευθερίας μας στήν ἀγάπη του, γιά νά μένουμε ἀληθινά ἐλεύθεροι καί αἰώνια χορτασμένοι στήν ἀγκαλιά του.
Στέργιος Σάκκος Ἀπολύτρωσις 42 (1987) 17-19