Κυριακή, 09 Απρίλιος 2017 21:12

Γρηγόριος Ε΄

 grigorios EΣτό πρόσωπο τοῦ Γρηγορίου Ε΄ ἐξ ἀρ­χῆς τό ἔθνος εἶχε στηρίξει πολλές ἐλ­πίδες. Ἀτένιζε πρός αὐτόν μέ ἐμπιστο­σύνη στήν ἀρετή του, μέ πεποίθηση στήν παιδεία του καί ἐλπίδα στό ἀκέραιο τοῦ χαρακτήρα του, στόν πατριωτισμό του καί στή δραστηριότητα πού εἶχε ἤδη δοκι­μαστεῖ. Γι’ αὐτό τόν κάλεσε στόν πατρι­αρχικό θρόνο τῆς Κωνσταντινουπό­λε­ως, ὅπου θά στηνόταν ὁ σταυρός του. Ὁ θρόνος τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου ἄ­νοιγε στόν Γρηγόριο Ε´ τίς ἀγκάλες τῆς τιμῆς καί τῆς δόξας, ἀλλά συνάμα καί τήν ὁδό τοῦ μαρτυρίου.

 Ὁ Γρηγόριος ἦρθε στήν Κωνσταντινούπολη μέ στόχο τήν ἀνάπλαση τοῦ κλήρου καί τοῦ λαοῦ. Ἦρθε σάν ἔμπειρος γιατρός γιά νά θεραπεύσει τά τραύματα τοῦ ἔθνους. Καί τό ἐπέτυχε.
 Τά πολεμικά γεγονότα τῆς Μολδο­βλα­χίας κυριολεκτικά ἀναστάτωσαν τήν τουρκική ἐξουσία. Κατέπληξαν τόν ἀνύποπτο μοχθηρό σουλτάνο Μαχμούτ, ὁ ὁποῖος ἄρχισε νά ἐνεργεῖ ὑπό τό κράτος τοῦ αἰφνιδιασμοῦ καί τῆς ἀγανακτήσεως μέ σπουδή καί μίσος ἐναντίον ὅλων. Φυσικά καί ἐναντίον τοῦ πατριάρχη. Ἦταν τόσο ἔντονες, πιεστικές καί ἀπειλητικές οἱ ἐπείγουσες σουλτανικές διαταγές, ὥστε ἀναγκάσθηκε ἡ Ἐκκλησία νά προβεῖ στόν ἀφορισμό τῶν ἐπαναστατῶν. Διαφορετικά θά ἀκολουθοῦσε γενική σφαγή τῶν ἀμάχων καί ἐκθεμελίωση τῶν Πατριαρχείων ἀπό τόν μαινό­μενο τουρκικό ὄχλο.
 Ἄδικα κατηγορεῖται ὁ ἱερομάρτυς καί ἐθνομάρτυς πατριάρχης γιά τήν ἔκ­δοση τοῦ ἀφορισμοῦ τῆς ἐπανάστασης στήν Μολδοβλαχία τό 1821. Οἱ ἐπικριτές του λησμονοῦν ὅτι:
1) Ὁ πατριάρχης ἦταν μέν ὁ πνευματικός ἡγέτης τῶν Ὀρθοδόξων, ἀλλά ἦ­ταν καί ἕνας ὑπάλληλος τῆς Πύλης, κατά κάποιον τρόπο ὑπουργός τῶν ἐξωτερι­κῶν τῶν ὑποδούλων, πού λογοδοτοῦσε στόν σουλτάνο. Ὡς ἀντιπρόσωπος τοῦ Χριστοῦ δέν ἔπρεπε νά ὑπογράψει κείμενο στό ὁ­ποῖο δέν πίστευε. Ἀλλά ὡς ἀρχηγός ἑνός ἔθνους πού κινδύνευε ὄ­φειλε νά κάνει πολιτικό ἑλιγμό καί νά στέρξει σέ μέτρο, τό ὁποῖο ἔστω καί προσωρινά ἔσωζε ἀπό τή σφαγή. Τό ἴδιο τό κείμενο κραυγάζει ὅτι εἶναι προϊόν βίας και ἔσχατης ἀνάγ­κης.
2) Ὁ ἀφορισμός δέν ἦταν ἐπινόημα τοῦ πατριάρχη καί τῆς Συνόδου, ἀλλά τῆς Ὑψηλῆς Πύλης. Τό ἐπιμαρτυρεῖ ἕνα ἔγ­γραφο τῆς Ὑψηλῆς Πύλης πρός τόν ρῶσο πρεσβευτή Στρογανώφ τόν Ἰούνιο τοῦ 1821, κατά τό ὁποῖο «ἡ Ὑψηλή Πύλη εἶχε τό δικαίωμα καί τήν δύναμιν νά ἐξ­ολο­θρεύσῃ πᾶν τό ἑλληνικόν ἔθνος, ἀλλ’  ἀν­τί τούτου, μακροθύμως φερομένη, διέτα­ξε τόν πατριάρχην ἵνα καταπνίξῃ τήν ἐ­πα­νάστασιν διά τοῦ ἀφορισμοῦ».
3) Μέ τήν ἔκδοση καί ἀποστολή τοῦ ἀφορισμοῦ ἀποσοβήθηκε ἡ ἀπειλούμενη γενική σφαγή τῶν Ὀρθοδόξων. Τό δί­λημ­μα ἦταν ἀδυσώπητο γιά τόν Γρηγό­ρι­ο: Ἤ θά ἐξέδιδε τόν ἀφορισμό γιά νά ρίξει στά­χτη στά καχύποπτα μάτια τοῦ σουλτάνου ἤ δέν θά ἀφόριζε, ὁπότε ὁ ἑλ­ληνικός κό­σμος θά ἦταν καταδικασμένος στήν ἀπώ­λεια. Κάθε ἄλλη ἀπόφαση θά ἦταν παράλογη, ἄστοχη καί μή ρεαλι­στι­κή.
4) Στήν οὐσία τό μέτρο τοῦ ἀφο­ρι­σμοῦ δέν εἶχε βάση. Ὁ ἀφορισμός εἶναι τό ἰσχυρότερο πνευματικό ὅπλο τῆς Ἐκ­κλη­σίας μέ τό ὁποῖο ἐκβάλλεται ἀπό τή μάν­δρα τοῦ Χριστοῦ ὅποιος καταπατᾶ τήν πίστη καί τήν ἠθική τοῦ Εὐαγγελίου. Ἀλ­λά ἡ Πύλη ἀπαιτοῦσε πολλές φορές τήν ἔκδοση ἀφορισμοῦ γιά πο­λι­τική ἐκ­με­τάλ­λευση. Καί ὁπωσδήποτε ἔ­χει κάτι τό τρα­γελαφικό ὁ ἀφορισμός κατά τῶν ὑ­περ­- μάχων τῆς πίστεως ὥστε νά εὐνο­η­θοῦν οἱ ἐχθροί τῆς πίστεως.
5) Ὁ πατριάρχης πίστευε ὅτι οἱ Ἕλ­ληνες θά κατανοοῦσαν τή θέση του καί θά καταλάβαιναν ὅτι ὁ ἀφορισμός δέν εἶ­ναι ἔκφραση τῆς πατριαρχικῆς βού­λη­σης. Γι’ αὐτό καί ὁ ἀφορισμός δέν εἶχε δυσ­μενῆ ἐπίδραση στήν Πελοπόννησο, ἀπό ὅ­που καί καταγόταν ὁ πατριάρχης. Οἱ ἴ­διοι οἱ ἀ­φοριζόμενοι τόν θεώρησαν ἄ­γραφο χαρ­τί.
6) Ὁ ἴδιος ὁ σουλτάνος ποτέ δέν πί­στεψε ὅτι ὁ ἀφορισμός ἐξέφραζε τίς πε­ποιθήσεις τῶν συντακτῶν του. Θεωροῦσε τόν πατριάρχη συνυπεύθυνο γιά τήν Ἐπανάσταση. Γι’ αὐτό καί στή θα­νατική του καταδίκη (γιαφτά) ἔγραψε ὅτι ὁ πα­τριάρχης συμμετεῖχε κρυφά ὡς ἀρχηγός τῆς Ἐπανάστασης. Γράφει σχε­τι­κά καί ὁ Πουκεβίλ: «Ὁ Γρηγόριος εἶχε ἀναθεμα­τίσει τούς αὐτουργούς τῆς ἐπα­νάστασης, χωρίς νά ἀφοπλίσει καί τήν τυραννία, ἥ­τις ἐθεώρησε τά πατριαρχεῖα ὡς ταμεῖ­ον καί ὁπλοστάσιον, ἐξ ὧν θά ἐξώρμων πρός ἀνατροπήν τῆς Πύλης. Τό ράπισμα κατη­νέχθη, τό δέ πλῆθος ἐδέ­χθη τήν συ­κο­φαν­τίαν ταύτην καί οἱ Γε­νίτσαροι ἐ­πέρ­ριψαν κατά τῆς Ἐκκκλη­σίας τό πῦρ καί τόν σίδηρον». Ἔτσι προ­ετοίμαζε ὁ σουλ­τάνος τό θύμα του γιά τή μεγάλη θυσία.
7) Ὁ πατριωτισμός τοῦ Γρηγορίου Ε΄, ἑνός ἀνθρώπου ὁ ὁποῖος ἀνάλωσε τόν ἑαυτό του στήν ὑπόθεση τῆς ἀνά­στα­σης τοῦ Γένους, πού συμβούλευε τά πρέ­πον­τα ὡς ἔμπειρος καί βαθύς πολιτικός γνώ­στης πραγμάτων καί γεγονότων, καί γνώ­ριζε τά πάντα μέχρι καί τίς λεπτο­μέ­ρειες, εἶναι ἀδιαμφισβήτητος. Σύγχρονοί του (Μ. Οἰκονόμου, Ν. Σπηλιάδης) τόν πα­ρουσιάζουν ὡς προσωπικότητα μέ φι­λο­πατρία, πνεῦμα αὐτοθυσίας καί πολι­­τική εὐθυκρισία.
8) Ὁ ἀφορισμός ἐκδόθηκε ὄχι γιά νά ἀσφαλιστοῦν ἡ ζωή καί τά προνόμια τῶν συντακτῶν του ἀλλά, ὅπως προανα­φέρ­θηκε, γιά ν’ ἀποτραπεῖ ὁ γενικός κίν­δυ­νος σφα­γῆς τῶν Ὀρθοδόξων.
Καί ἡ θυσία δέν ἄργησε νά προσ­φερ­θεῖ. Ἦταν πρωί, ἀνήμερα τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα, ὅταν χωρίς ἀπολογία καί μάρτυρες, ἀπήγαγαν τόν Γρηγόριο καί μετά ἀπό ταλαιπωρία καί χλευασμούς τόν ἀπηγχόνησαν στή μεσαία πύλη τοῦ Πατριαρχείου ὡς «πρωτόλειο» σφάγιο τῆς Ἐπανάστασης. Τό σκήνωμά του ρί­χθηκε στή θάλασσα δεμένο μέ δύο ὀγκό­λιθους, μά ἐπίμονα αὐτή ἀρνιόταν νά τό δεχθεῖ στά βάθη της καί ἔτσι ἐπανῆλθε στήν ἐπιφάνεια. Τελικά τό περι­συνέλεξε ὁ πλοίαρχος Νικόλαος Σκλάβος, ὁ ὁποῖος τό μετέφερε στήν Ὀδησσό, ὅπου ἐτάφη μέ βασιλικές τιμές.
 Ὁ Γρηγόριος Ε΄ μπορεῖ νά μήν ἀξι­ώθηκε νά τοῦ κλείσουν τά μάτια οἱ ἔμπι­στοι καί φίλοι. Μπορεῖ νά μή συν­τρόφευσε τό σκῆνος του ὁ κλαυθμός ὅσων ἀληθινά πονοῦσαν. Μπορεῖ ἀντί γιά στρῶμα νά εἶχε τόν τραχύ βρόχο∙ ἀν­τί γιά σάβανο λευκό τίς ἀκαθαρσίες τῶν δρόμων τοῦ Φαναρίου∙ ἀντί γιά κηδεία σεμνή τήν ἀ­χρεία τῶν Ἑβραίων πομπή∙ ἀντί γιά τάφο ἐ­λα­φρό τά κύματα τῆς θάλασσας. Ἀλλά στή συν­είδηση τοῦ λαοῦ ἀνυψώθηκε καί τιμήθηκε ὅσον ὀλίγοι. Τό ἔθνος, πού διαισθάνεται καί δια­κρί­νει ποιοί εἶναι οἱ ἐθνοσωτῆρες καί ποιοί οἱ ὀ­λετῆ­ρες, ποιοί οἱ ἐθνοπατέρες καί ποιοί οἱ ἐ­­­θνο­κτόνοι, τόν ἔκανε φλάμπουρο, τραγούδι καί θούριό του. Τόν ἔκανε σύμ­βολο καί ἱερό σάλπισμα.
 Γι’ αὐτό μέ κατάνυξη μπρός στό τίμιο λεί­ψανό του ὑψώνει τή φωνή μαζί μέ τόν Βα­λα­ω­ρίτη:

Τό λείψανό σου τό φτωχό, τό ποδο­πα­τημένο,
τ’ ἀνάστησε ἡ ἀγάπη μας κι ἐδῶ μαρ­μαρωμένο
θά στέκει ὁλόρθο, ἀκλόνητο κι αἰ­ώ­νιο θέ νά ζήσει
νά ᾽ναι φοβέρα ἀδιάκοπη σ’ Ἀνατολή καί Δύση.

Α. Κάρπου

Τρίτη, 09 Απρίλιος 2024 02:00

Γρηγόριος Ε΄

    ῏Ω μεγάλη μέρα ἐκείνου τοῦ Πάσχα (10 ᾿Απριλίου 1821), πόσο λαμπρή ἀνέτειλες στή θλιμμένη τοῦ Χριστοῦ ᾿Εκκλησία!...
  grigorios E  ᾿Αφοῦ γιόρτασε ὁ μακάριος Πατριάρχης τήν ᾿Ανάσταση, ἱερουργώντας καί τρώγοντας γιά τελευταία φορά ἀπό τό μυστικό πασχάλιο δεῖπνο πάνω στήν ἁγία Τράπεζα, ἐπέστρεψε στήν κατοικία του. Κι ἀμέσως πλῆθος ἀσεβῶν ὁπλοφόρων, ἐνῶ ἀκόμη ἦταν βαθιά χαράματα, περικύκλωσαν τό Πατριαρχεῖο, ὅπως ἡ σπείρα τοῦ Πιλάτου ξεχύθηκε νύχτα στόν κῆπο ὅπου συχνά πήγαινε ὁ Κύριος. ῎Ετρεμαν οἱ «χαῦνοι υἱοί τοῦ σκότους» τούς ἄοπλους καί συγκριτικά μ’ αὐτούς ἐλάχιστους καί τελείως ἀνίδεους γιά τό δράμα ἐκεῖνο χριστιανούς, μήν τρέξουν ἐκεῖ ὅλοι μαζί καί κάνουν ξαφνικά ἐπανάσταση.
    ᾿Εκεῖνοι, λοιπόν, πού ὁρίστηκαν ἀπό τόν τύραννο ἁρπάζουν καί συλλαμβάνουν τόν Πατριάρχη, τόν βάζουν σέ πλοῖο καί τόν ὁδηγοῦν πρῶτα στό λεγόμενο Παράλιο ᾿Εξώστεγο. ᾿Εκεῖ τοῦ στρώνουν τραπέζι νά φάει, θέλοντας νά κολακεύσουν τόν σεβάσμιο γέροντα, καί συνάμα νά τόν ἐνισχύσουν, γιά νά ἀντέξει στά βασανιστήρια. Φοβοῦνταν μήν ἀποκάμει, ἔτσι καθώς ἦταν ἤδη ἄτονος καί ἐξασθενημένος ἀπό τόν ἀγώνα τῆς ἁγίας νηστείας. ῾Ο γενναῖος ὅμως «᾿Ελεάζαρ» τῆς ᾿Εκκλησίας τούς εἶπε· «Τώρα ἔφαγα οὐράνιο καί γλυκύτατο ἄρτο, τόν ὁποῖο ἐσεῖς δέν γνωρίζετε. ᾿Από αὐτά τά φαγητά δέν ἔχω πλέον ἀνάγκη. Διότι πλησιάζει ἡ ὥρα νά ἐλευθερωθῶ ἀπό τό καθημερινό χρέος πρός τή γαστέρα καί ἀπό ὅλα τά δεσμά τῆς σάρκας καί τῆς φθορᾶς». Μόλις τά ἄκουσαν αὐτά οἱ κοιλιολάτρες, τόν φέρνουν ἀμέσως στό δεσμωτήριο. ᾿Από μακριά ἀσπάσθηκε ὁ ἀλησμόνητος Πατριάρχης τούς ἅγιους συνεπισκόπους καί συναθλητές του. Οἱ δήμιοι τόν καλοῦν σέ ἐξωμοσία. Πρῶτα τόν κολακεύουν, παρακαλώντας τον νά μήν ἐγκαταλείψει τόν ὡραιότατο αὐτόν ἥλιο καί τίς λαμπρές τιμές τοῦ βασιλιᾶ. ῎Επειτα ἀγριεύουν καί ἀπειλοῦν δείχνοντάς του ἕτοιμα τά ποικίλα βασανιστήρια. Αὐτός, μόλις τοῦ δόθηκε ὁ λόγος, εἶπε· «Κάμετε τό ἔργο σας. ῾Ο Πατριάρχης τῶν χριστιανῶν πεθαίνει χριστιανός!».
    Τόν μαστίγωσαν καί τόν ξάπλωσαν καταγῆς βάζοντας πάνω του μιά βαρειά πλάκα· τά σημάδια της εἶδαν ὕστερα πολλοί χριστιανοί, ὅταν οἱ ῾Εβραῖοι τόν ἔσερναν γυμνό στούς δρόμους. Μετά ἀπ’ αὐτά, ἀφοῦ ἔχασαν κάθε ἐλπίδα γιά ἐξωμοσία, τόν παρουσίασαν μπροστά στόν ἀρχισατράπη. Μέ καταφρόνια ὁ ἔπαρχος τόν παρέδωσε στήν καταδίκη.
    ῞Οπως οἱ σφῆκες τή σφηκοφωλιά τους, σάν νά ᾿ταν μικρό ἐλαφάκι, ἔτσι κύκλωσαν ἀμέσως τόν δίκαιο οἱ παράνομοι. ᾿Ανάμικτες φωνές ὑψώνονταν πάλλοντας τόν ἀέρα. Γέμισε ὁ Κεράτιος κόλπος πλοῖα καί τιάρες. ῎Εβραζε τρομερά τῆς κωπηλασίας ὁ πάταγος. Κι ὁ Πατριάρχης μέ συντροφιά δύο δημίους ἀποβιβάζεται πρῶτα στή σκάλα τοῦ Φαναρίου. Μόλις πάτησε στήν αἱματοβαμμένη ἐκείνη γῆ, σάν σέ γνωστό σφαγεῖο, ἔκλινε τά γόνατα καί τόν αὐχένα, περιμένοντας νά τόν ἀποκεφαλίσουν. ᾿Αλλά ἕνας δήμιος, σάν ἄγγελος τοῦ θανάτου, ἀφοῦ τόν χτύπησε στά πλευρά, τοῦ εἶπε· «Δέν εἶναι ὁ τόπος σου ἐδῶ». ᾿Οργισμένος τόν σήκωσε πάνω καί πρόσταξε νά τόν ἀκολουθήσει. Τόν ἀκολούθησε ἀμέσως ὁ Γρηγόριος «ὡς πρόβατον ἐπί σφαγήν». ῞Οταν ἔφτασαν στόν ὁρισμένο τόπο, ἄρχισαν νά ἑτοιμάζουν τήν ἀγχόνη ἀνάμεσα στίς πόρτες τοῦ πατριαρχικοῦ ναοῦ καί τοῦ Πατριαρχείου...
    ῾Ο μακάριος Πατριάρχης ἅπλωσε τά χέρια του κι εὐλόγησε τούς πιστούς. ῎Επειτα, στήλωσε τό βλέμμα του στούς οὐρανούς καί μέ δυνατή φωνή εἶπε· «Κύριε ᾿Ιησοῦ Χριστέ, δέξου τό πνεῦμα μου». Μέσα σέ μιά στιγμή ἔλαβε καί τήν ἀγχόνη καί τό στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
    ᾿Αφοῦ ἀτίμασαν τό νεκρό σῶμα τοῦ Πατριάρχη σέρνοντάς το στούς δρόμους, τό ἔρριξαν στό πέλαγος. Τρία νυχθήμερα τόν σεβάστηκε ὁ βυθός. Τόν ἀνακούφιζε παραδόξως ἡ πέτρα πού κρεμόταν ἀπό τόν τράχηλό του. Τόν ἀνασήκωναν τά κύματα τοῦ Πόντου. Τόν ὑποδέχθηκε ὁ εὐσεβής καραβοκύρης, καθώς πλησίασε στό πλοῖο του, τό ἑλληνικό μέ τή ρωσική σημαία, καί τέλος, μετά ἀπό τό μακρύ του ταξίδι, τόν εἴδαμε ὅλοι στήν ᾿Οδησσό σῶο καί ἀκέραιο, χωρίς καθόλου νά φαίνεται ὅτι ἦταν νεκρός ἤδη ἐδῶ κι ἕνα μήνα. Σήμερα, γύρω ἀπό τόν τάφο του μακαρίζουμε τήν ἔνδοξη μνήμη του, δοξάζοντας τόν Θεό «τόν θαυμαστόν ἐν τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ».

 

Οἰκονόμος ἐξ Οἰκονόμων,
Λόγος στό ἐτήσιο μνημόσυνο τοῦ ἀοιδίμου Πατριάρχου Κων/πόλεως Γρηγορίου Ε´.
᾿Απόδοση Β. ᾿Αντωνίου

Κατηγορία ΑΠΡΙΛΙΟΣ