Ὁ Πρόκλος -αὐτό ἦταν τό ὄνομα τοῦ νέου ἀρχιεπισκόπου- διατηροῦσε εὐλαβικά τή μνήμη τοῦ παλιοῦ του διδασκάλου καί δέν παρέλειπε καμία εὐκαιρία νά τήν ὑπενθυμίζει στό λαό. Μιά μέρα, λοιπόν, τοῦ 437, ἐνῶ ἔπλεκε τόν πανηγυρικό τοῦ Χρυσοστόμου μέ ἀφορμή τή γιορτή του, οἱ παρευρισκόμενοι τόν διέκοψαν μέ ζητωκραυγές. «Ζητοῦμε», φώναζαν, «νά μᾶς δώσουν πίσω τόν ἐπίσκοπό μας Ἰωάννη. Θέλουμε τό σῶμα τοῦ πατέρα μας!». Ὁ Πρόκλος ἔσπευσε νά γνωστοποιήσει στόν αὐτοκράτορα αὐτήν τήν ἐπιθυμία τοῦ λαοῦ. Στήν ἱκανοποίησή της ἔβλεπε τήν πλήρη ἀποκατάσταση τῆς εἰρήνης.
Ὁ Θεοδόσιος ὁ Β΄, πού κατεῖχε τό θρόνο τῶν καισάρων τῆς Ἀνατολῆς καί κυβερνοῦσε τότε μόνος του, ἀποδέχθηκε χωρίς δισταγμό τήν ἐπιθυμία τοῦ λαοῦ καί τοῦ ἀρχιεπισκόπου. Στά χρόνια τῆς νιότης του ἀνατράφηκε μέ τίς φροντίδες τῆς μεγαλύτερης ἀδελφῆς του Πουλχερίας. Ποτέ δέν εἶχε συμμεριστεῖ ἡ ἀδελφή του, οὔτε καί στίς ὀξύτερες θρησκευτικές διενέξεις, τά αἰσθήματα τῆς μητέρας της Εὐδοξίας. Ἀπό νωρίς ὁ Θεοδόσιος θαύμασε καί πόνεσε μυστικά τόν μεγάλο κατατρεγμένο ρήτορα. Τόν ἀποκαλοῦσε «διδάσκαλο τῆς οἰκουμένης καί πατριάρχη μέ χρυσό στόμα».
Δόθηκε ἀμέσως διαταγή νά μεταφέρουν τό σῶμα τοῦ ἐξόριστου στήν Κωνσταντινούπολη καί νά τό ἀποθέσουν στό ναό τῶν Ἀποστόλων. Ὁ Χρυσόστομος ἄφησε, λοιπόν, τό ἐκκλησάκι τοῦ Ἁγίου Βασιλίσκου, ὅπου ἀναπαυόταν ἐδῶ καί τριάντα χρόνια. Τό φέρετρο, πού περιεῖχε τά λείψανά του, μεταφέρθηκε ἀπό πόλη σέ πόλη ὥς τή Χαλκηδόνα μέσα ἀπό ἀναρίθμητη συρροή λαοῦ, ἱερέων καί μοναχῶν. Στή Χαλκηδόνα τόν περίμενε ἡ αὐτοκρατορική τριήρης μεγαλόπρεπα στολισμένη. Ὁ αὐτοκράτορας δέν θέλησε νά παραλάβει τήν ἱερή παρακαταθήκη κάποιο ἄλλο πλοῖο. Ὅλη ἡ πόλη ἦταν ἐκεῖ· ὁ αὐτοκράτορας, ἡ σύγκλητος, οἱ πρῶτοι ἄρχοντες, οἱ ἀνώτεροι ἀξιωματικοί. Κι ἡ θάλασσα καλύφθηκε ἀπό ἀμέτρητα πλοῖα καί καΐκια γεμάτα κόσμο καί φωταγωγημένα μέ πυρσούς. Εἶχε ἤδη βραδιάσει. «Ἀπό τό στόμιο τοῦ Εὐξείνου Πόντου ὥς τήν Προποντίδα θά μποροῦσε κανείς νά νομίσει ὅτι ἡ θάλασσα ἦταν ξηρά», ἔτσι ἐκφράζονται οἱ ἱστορικοί.
Ἡ πομπή στό πέρασμά της ἀπό τήν πόλη δέχθηκε μεγαλοπρεπεῖς τιμές. Γιά τό φέρετρο ὁρίστηκε μιά θέση στό ναό τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, πού κτίστηκε ἀπό τόν Κωνσταντίνο, γιά νά ἐνταφιάζονται οἱ χριστιανοί αὐτοκράτορες καί οἱ ἐπίσκοποι τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἐκεῖ εἶχαν ταφεῖ ὁ Ἀρκάδιος καί ἡ Εὐδοξία. Τή στιγμή πού τό φέρετρο τοῦ Χρυσοστόμου τοποθετήθηκε πάνω στήν πλάκα, ὁ Θεοδόσιος ἔβγαλε τόν πορφυρό του μανδύα καί τό κάλυψε.Ἔπειτα μέ μάτια καί μέτωπο στραμμένα πρός τά κάτω, μπροστά στά μαρτυρικά λείψανα, ζήτησε συγγνώμη γιά τόν πατέρα καί τή μάνα του, παρακαλώντας τόν ἅγιο ἐπίσκοπο νά ξεχάσει τό κακό, πού ἀπό ἄγνοια τοῦ εἶχαν κάνει. Πρίν σφραγίσουν τά λείψανα στόν τάφο, ὁ Πρόκλος θέλησε νά τά παρουσιάσει στό λαό ψηλά ἀπό τό θρόνο πού κάθονταν οἱ ἀρχιεπίσκοποι. Κι ὁ λαός μέ τρομερή κραυγή, πού ἔσεισε τούς θόλους τοῦ ναοῦ, κραύγαζε μέ μιά φωνή: «Πατέρα, πάρε ξανά τό θρόνο σου!».
Τέτοιος ἦταν ὁ τελευταῖος θρίαμβος τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Ἔπειτα πῆρε τή θέση του κοντά στόν Ἀρκάδιο καί τήν Εὐδοξία. Διῶκτες καί καταδιωγμένος κοιμήθηκαν μαζί κάτω ἀπό τή συγχώρεση τοῦ θανάτου. Ἡ ἀποκατάστασή του ἔγινε ἀναμφίβολα πολύ γρήγορα. Ὁλοκληρώθηκε, ὅταν ἡ Ἐκκλησία τόν ἀνακή-ρυξε ἅγιο καί μάρτυρα χωρίς νά ἔχει χύσει αἷμα.
Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο τοῦ Thierry,
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος μεγαλομάρτυρας μετά τούς διωγμούς
Μετάφραση - ἔκδοση «Χρ. Ἐλπίς»
Δόξα νά ᾿χει ὁ ἅγιος Θεός, πού μᾶς ἀξίωσε νά δρασκελίσουμε τό κατώφλι τῆς νέας χρονιᾶς καί νά προχωροῦμε ἤδη στόν πρῶτο της μήνα. Κι εἶναι ὁ μήνας αὐτός τόσο πλούσιος σέ μνῆμες καί μηνύματα, πού δέν ξέρει κανείς ποῦ νά πρωτοσταθεῖ καί τί νά σημειώσει. Ἀξίζει κατ' ἀρχάς νά σταθοῦμε στό προσκλητήριο πού ἀπευθύνει ἡ μοναδική μορφή τοῦ ἁγίου Ἰωάννου, τοῦ Προφήτου, Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ τοῦ Κυρίου (7 Ἰανουαρίου).
Ὁ Πρόδρομος εἶναι, κατά τή μαρτυρία τοῦ Κυρίου, ὁ «μείζων ἐν γεννητοῖς γυναικῶν» (Μθ 11,11· Λκ 7,28), ὁ πιό μεγάλος ἄνδρας πού γεννήθηκε ἀπό γυναίκα. Ἄς ἀκολουθήσουμε, λοιπόν, τά πλήθη πού ἔτρεξαν νά τόν βροῦν στήν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνη, γιά ν᾿ ἀκούσουμε μαζί τους τό λόγο του. Δυναμικό καί πρωτότυπο τό κήρυγμά του -ἀνεπηρέαστο ἀπό τό πολιτικό, τό θρησκευτικό καί κάθε ἄλλο κατεστημένο τῆς ἐποχῆς, ἀδελέαστο ἀπό τίς κοινές φιλοδοξίες καί σκοπιμότητες, ἀδείλιαστο μπρός στή βία τῆς ἐξουσίας- ἀπευθύνεται πρός ὅλους: πρός τή θρησκευτική ἡγεσία, φαρισαίους καί σαδδουκαίους, ἀλλά καί πρός τούς ρωμαίους στρατιῶτες καί πρός τούς τελῶνες καί πρός τόν ἁπλό λαό. Ἐλέγχει τούς πάντες μέ δικαιοσύνη καί παρρησία. Στιγματίζει τήν ἠθική παρεκτροπή καί στηλιτεύει τήν κοινωνική ἀδικία.
Ἀλλά ἡ ἠθική καί κοινωνική διάσταση τοῦ κηρύγματος τοῦ Προδρόμου εἶναι μόνο τό πλαίσιο. Ὁ κύριος στόχος τοῦ λόγου του εἶναι νά προφητεύσει τόν ἐρχόμενο, τόν ἐλθόντα Μεσσία. Θά τόν δείξει μάλιστα μέ τό δάκτυλό του, ἀναγγέλλοντας· «ἴδε ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ» (Ἰω 1,29), καί θά προτρέψει ὅλους· «Μετανοεῖτε· ἤγγικε γάρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Μθ 3,2). Αὐτό ἀκριβῶς τό μήνυμα τοῦ προδρομικοῦ κηρύγματος προτείνουμε νά ἐνστερνισθοῦμε, γιά νά γίνει πραγματικότητα ἡ εὐχή μας «καλή χρονιά!».
Φαίνεται ἀναχρονιστικός καί ἀνάρμοστος στή δική μας ζωή καί ἐποχή ὁ λόγος γιά τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν, τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ὡστόσο, αὐτήν κατά βάθος ζητοῦμε ὅλοι μας, εἴτε τό ἀναγνωρίζουμε εἴτε ὄχι. Ἡ ἀγάπη, ἡ εἰρήνη, ἡ χαρά, ἡ ὁμόνοια, ἡ ἀδελφοσύνη, ἡ ἐλευθερία, ἡ δικαιοσύνη, ἡ τιμιότητα, ἡ εἰλικρίνεια, ἡ ἁγνότητα δέν εἶναι ὅ,τι ποθοῦμε κι ὁραματιζόμαστε, ὅ,τι ἐπιδιώκουμε καί προγραμματίζουμε γιά τή νέα χρονιά, πού τήν εὐχόμαστε «καλή»; Ἀλλά ὅλα αὐτά συνιστοῦν στοιχεῖα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ στή γῆ.
Στήν κατάκτηση καί ἀπόλαυση ὅλων τῶν παραπάνω ἀγαθῶν, στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ὅπως κήρυττε ὁ Πρόδρομος καί ἐπικύρωσε ὁ Κύριος, μόνον ἕνας δρόμος μᾶς βγάζει· ἡ μετάνοια. Ἡ ἀλλαγή τῆς ἀντίθεης καί κοσμικῆς νοοτροπίας μας, ἡ συμμόρφωσή μας μέ τό νόμο καί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, νά ὁ σίγουρος τρόπος γιά νά γίνει πράγματι καλή κι εὐλογημένη ἡ νέα χρονιά. Νά μᾶς ἀξιώσει ὁ Κύριος, μέ τίς πρεσβεῖες τοῦ ἁγίου Ἰωάννου, νά ζήσουμε τό νέο ἔτος ὡς ἔτος μετανοίας!
Στ. Ν. Σάκκος
Ὁ Ἰωάννης εἶναι μιά φυσιογνωμία πολυσύνθετη, θά λέγαμε, παρ’ ὅλη τήν ἁπλότητα καί ἀσκητικότητα τῆς ζωῆς του. Μέ βάση τά στοιχεῖα, πού μᾶς προσφέρουν τά ἱερά κείμενα, τά εὐαγγέλια, μποροῦμε νά ξεχωρίσουμε στήν ἱστορία τοῦ Ἰωάννου ἔντονα ὁρισμένα χαρακτηριστικά πού δείχνουν καί τήν προσωπικότητά του καί τήν ἀποστολή του.
Εἶναι ὅσιος, πού θά πεῖ ἅγιος ἀπό τήν κοιλιά τῆς μάνας του, διαλεγμένος ἀπό τό Θεό, ἐκλεκτός τοῦ Θεοῦ σ’ ὅλη του τήν ζωή, μακριά ἀπό πάθη, ἀπό ἀνθρώπινες ἀδυναμίες καί ἀπό τήν κακία τοῦ κόσμου. Πάλεψε κι αὐτός σάν ἄνθρωπος στή γῆ μέ τούς πειρασμούς, τή σάρκα, τόν κόσμο καί τό σατανᾶ καί μέ τή χάρη καί τή δύναμη τοῦ Θεοῦ νίκησε. Ἰδιαίτερα ὅμως στό γνώρισμα τῆς ὁσιότητος τοῦ Ἰωάννου ἡ Γραφή τονίζει, ὅτι εἶναι ἀπό τήν κοιλιά τῆς μάνας του διαλεγμένος γιά τή μεγάλη ἀποστολή, γιά τήν ἀποστολή στό ἔργο τοῦ Θεοῦ. Διαβάζοντας τό 1ο κεφ. τοῦ εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ, μαθαίνουμε ἀπό τόν ἴδιο τό Θεό ποιός εἶναι ὁ Ἰωάννης, γιατί ἡ φωνή τοῦ ἀγγέλου εἶναι ἡ φωνή τοῦ Θεοῦ. Καί πρῶτα-πρῶτα τό ὄνομά του, Ἰωάννης, πού σημαίνει δῶρο τοῦ Θεοῦ. Εἶναι καρπός τῆς προσευχῆς τῶν εὐσεβῶν γονέων του ὁ Ἰωάννης, μά περισσότερο εἶναι δῶρο Θεοῦ. Εἶναι καλύτερα, τό προμήνυμα τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Εἶναι αὐτός στόν ὁποῖον ὁ Θεός στηρίζει, χύνει τό ἔλεός του. Γι’ αὐτό κι ἐξηγεῖ στό Ζαχαρία ὁ ἄγγελος ὅτι ὁ Ἰωάννης θά εἶναι ἡ χαρά καί ἡ ἀγαλλίαση σ’ αὐτόν ἀλλά καί σέ πολλούς ἀνθρώπους. Δέν ἀνήκει μόνο στή μικρή οἰκογένεια τοῦ Ζαχαρία ἀλλά στή μεγάλη οἰκογένεια τῆς ἀνθρωπότητος. Κι ἔτσι παρουσιάζεται μεγάλος ἐνώπιον τοῦ Κυρίου.
Εἶναι ἀκόμη ἀσκητής. Καί αὐτό προφητεύεται στήν Παλαιά Διαθήκη, ἀλλά λέγεται καί ἀπό τόν ἄγγελο στό Ζαχαρία. Δέν θά πιεῖ οἰνοπνευματώδη ποτά, δέν θά ζήσει μέ τίς ἀνέσεις τῶν ἄλλων ἀνθρώπων κι ὅμως αὐτός θά εἶναι πλήρης Πνεύματος ἁγίου, μέ μιά μεγάλη ἀποστολή, νά ἐπιστρέψει τίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων στόν Κύριο, νά προετοιμάσει τό δρόμο τοῦ Κυρίου μέ πνεῦμα καί δύναμη Ἠλιού προφήτου, νά ἐπιστρέψει τίς καρδιές τῶν πατέρων στά τέκνα, ἀλλά καί νά διδάξει τά τέκνα, νά τά φέρει μέ φρόνηση καί μέ σύνεση στό σωστό δρόμο. Ἡ ἀσκητικότητα τοῦ Ἰωάννου φαίνεται στήν ὅλη ἐμφάνισή του. Φοροῦσε ἕνα ροῦχο ἀπό μαλλί καμήλας καί εἶχε μιά πέτσινη ζώνη στή μέση. Αὐτό τό ντύσιμο ὄχι μόνο πολυτέλεια δέν ἔχει ἀλλά οὔτε καί στοιχειώδη ἄνεση. Ἡ τροφή του ἦταν ἀκρίδες καί μέλι ἄγριο. Ἔτσι ἔζησε ἐκεῖνα τά χρόνια στήν ἔρημο ὁ Ἰωάννης ὁ ἀσκητής.
Εἶναι παρθένος. Ἔζησε ἐν παρθενίᾳ σ’ ὅλη του τή ζωή καί ξέρουμε πώς αὐτό τό γνώρισμα εἶναι σπάνιο στήν Παλαιά Διαθήκη, ἀκόμη καί στούς μεγάλους ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ. Καί οἱ πατριάρχες καί οἱ προφῆτες ἦταν ἔγγαμοι ἐκτός ἀπό ἐλάχιστες ἐξαιρέσεις (Ἠλίας, Ἐλισσαῖος, Ἰερεμίας). Στίς ἐξαιρέσεις αὐτές προστίθεται καί ὁ Ἰωάννης, ὁ ὅσιος, ἀσκητής καί παρθένος.
Εἶναι διδάσκαλος καί μάλιστα ἕνας διαπρύσιος κήρυκας τῆς ἀληθείας τοῦ Θεοῦ. Τήν κήρυξε μέ δύναμη, ζωντάνια καί παρρησία, μέ ἁπλότητα καί πρακτικότητα. Δέν χρειάσθηκε νά ἐγκαταλείψει τήν ἔρημο καί τόν Ἰορδάνη, γιατί εἶχε τή δύναμη ὁ ἀσκητής, μέ μόνη τή ζωή καί τήν ἐμφάνισή του, νά ἑλκύσει κοντά του τά πλήθη ἀπ’ ὅλες τίς πόλεις κι ἀπό τήν πρωτεύουσα ἀκόμη, τό κέντρο τῆς θεοκρατίας. Κατά χιλιάδες πήγαιναν οἱ ἄνθρωποι ν’ ἀκούσουν τόν ἀσκητή καί προφήτη. Ἕναν προφήτη, πού ἐμφανίσθηκε στή σειρά τῶν προφητῶν μετά ἀπό 500 χρόνια.
Ἡ διδασκαλία του ἦταν ἁπλῆ, πρακτική, σύντομη ἀλλά μέ φλόγα καί παρρησία, ἀπαλλαγμένη πέρα γιά πέρα ἀπό ἐθνικιστικά ἰδεώδη καί ποτισμένη μ’ ἕνα παγκόσμιο πνεῦμα, ἐκεῖνο πού θ’ ἀποκαλύψει μέ τή διδασκαλία καί τή ζωή του ὁ Θεάνθρωπος. Ὁ Ἰωάννης στό λόγο του ἀγκαλιάζει ὅλους τούς ἀνθρώπους καί δίνει ἀπάντηση στοῦ καθενός τά προβλήματα. Στόν καθένα δίνει σάν πνευματικός γιατρός, τή συνταγή πού χρειάζεται. Μιλάει μ’ ἄλλη γλῶσσα στούς ἁμαρτωλούς τελῶνες, μ’ ἄλλη στούς ὑποκριτάς γραμματεῖς καί φαρισαίους καί μ’ ἄλλη στούς ἐκμεταλλευτάς τῆς εὐσεβείας τοῦ λαοῦ, τούς σαδδουκαίους. Καί σ’ ὅλους, μέ προφητική δύναμη, ἀπηύθυνε τό κήρυγμα τῆς μετανοίας. «Μετανοεῖτε, γιατί ἡ ἀξίνη εἶναι στή ρίζα τοῦ δέντρου καί σάν ἄκαρπα δέντρα θά κοπεῖτε καί θά ριχθεῖτε στή φωτιά».
Εἶναι, ἀκόμη, προφήτης καί στό πρόσωπό του συνοψίζονται ὅλες οἱ προφητεῖες τῆς Π. Διαθήκης, ὅλα τά κηρύγματα τῶν προφητῶν. Ὁ ἴδιος ἔρχεται σἀν ἡ ἐνσάρκωση τῆς προφητείας τῆς Π. Διαθήκης γιά νά προφητεύσει γιά τό Μεσσία καί νά τόν δείξει μέ τό ἴδιο του τό χέρι· «ἴδε ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ». Κι ἔτσι ἀπό τό χορό τῶν προφητῶν μπαίνει στό χορό τῶν ἀποστόλων.
Εἶναι καί ἱερέας. Ἐνῶ ἐγκατέλειψε -φάνηκε ὅτι ἐγκατέλειψε- τό ἱερατικό στάδιο, στό ὁποῖο σάν γιός ἱερέως θά εἶχε μία καλή ἐξέλιξη, ἐν τούτοις ἀξιώθηκε νά ἱερουργήσει τήν πιό μεγάλη ἱερουργία τῆς Π. Διαθήκης, ἀφοῦ ἀξιώθηκε νά βαπτίσει τόν ἀναμάρτητο Υἱό τοῦ Θεοῦ, τόν ἄσπιλο Υἱό τῆς Παρθένου, τόν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ. Ἔτσι δέν εἶναι μόνο ὁ πρόδρομος καί προφήτης ἀλλά καί ὁ βαπτιστής τοῦ Χριστοῦ.
Τέλος, ὁ Ἰωάννης εἶναι μάρτυρας. Ἔχυσε τό αἷμα του πρίν ἀπό τόν πρωτομάρτυρα Στέφανο καί τόν ἀπόστολο Ἰάκωβο.
Ὁ Ἰωάννης ὑπῆρξε ὅσιος, παρθένος, ἀσκητής, διδάσκαλος, προφήτης, ἱερέας, μάρτυρας. Νά γιατί ὁ Κύριος τόν χαρακτήρισε ὡς τόν μεγαλύτερο ἄνθρωπο· «ἀμήν λέγω ὑμῖν, οὐκ ἐγήγερται ἐν γεννητοῖς γυναικῶν μείζων Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ» (Μθ 11,11).
Στέργιος Ν. Σάκκος