Παρασκευή, 05 Ιανουάριος 2024 02:00

Γιατί βαπτίσθηκε ὁ Χριστός;

vaptisi-c Ἡ βάπτιση τοῦ Κυρίου ἀπό τόν Ἰωάννη τόν βαπτιστή στόν Ἰορδάνη εἶναι ἕνα ἀποκα­λυπτικό γεγονός πού συγκλονίζει. Δέν ἀναφέ­ρομαι μόνο στήν φανέρωση τῆς ἁγίας Τρι­άδος, ἀλλά καί σέ μία σειρά ἐκπληκτικῶν μυ­στηρίων πού μᾶς ἀποκαλύπτουν τόν σκοπό καί τόν στό­χο τῆς σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ Λό­γου.

 Ὁ Κύριος Ἰησοῦς, ὁ Θεός πού ἔγινε ἄν­θρωπος, εἶναι ἀναμάρτητος. Εἶναι ἐκεῖνος γιά τόν ὁποῖο ἡ Γραφή λέει ὅτι «ἁμαρτίαν οὐκ ἐ­ποίησεν, οὐδὲ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐ­τοῦ» (Α΄ Πέ 2,22). Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, ὁ Ἰωάννης βάπτιζε «εἰς μετάνοιαν» (Μθ 3,11), γιά νά καλλιεργήσει στούς ἀνθρώπους ἀφ’ ἑνός μέν τήν συνείδηση τῆς ἁμαρτωλότητας καί ἀφ’ ἑτέρου τήν ἐπιθυμία νά ἀπαλλαγοῦν ἀπ’ αὐτή τήν κατάσταση. Τότε γιατί βαπτίσθηκε ὁ ἀνα­μάρτητος Χριστός;

 Βαπτίσθηκε ὁ Κύριος, διότι κατ’ ἀρχήν ἔ­πρεπε ὁ Ἰωάννης νά βεβαιωθεῖ ὅτι αὐτός εἶναι ὁ προσδοκώμενος Μεσσίας. Ὁ Θεός τοῦ εἶχε ἀποκαλύψει ὅτι «ἐκεῖνος στόν ὁποῖο θά δεῖς τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ νά κατεβαίνει καί νά μένει ἐπάνω του, αὐτός εἶναι» (βλ. Ἰω 1,33). Γι’ αὐτό ἀποκαλύπτεται ἡ ἁγία Τριάδα, γι’ αὐτό ἀκού­γεται ἡ φωνή τοῦ Πατρός καί γι’ αὐτό τό Πνεῦ­μα ἐμφανίζεται σάν περιστέρι. Ὅπως λέει ὁ ἴδιος ὁ Ἰωάννης· «Ἐγώ εἶδα τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ νά κατεβαίνει καί νά μένει ἐπάνω του καί μαρτυρῶ γι᾽ αὐτό τό γεγονός καί εἶμαι ἀπολύτως βέβαιος ὅτι αὐτός εἶναι ὁ υἱός τοῦ Θεοῦ» (βλ. Ἰω 1,33-34). Καί ἔπρεπε νά βε­βαιωθεῖ γι’ αὐτό ὁ Ἰ­ωάννης, ὥστε στήν συν­έχεια νά δείξει τόν Ἰησοῦ στούς μαθητές του καί νά τούς προτρέψει νά τόν ἀκολουθήσουν. Συγκροτεῖται ἔτσι στα­διακά ἡ ἀποστο­λική ὁμά­δα τῶν δώδεκα, ἡ ὁποία θά ἀ­ποτελέσει ἀργότερα καί τόν πυρήνα τῆς Ἐκ­κλη­σίας.

 Ἕνας ἄλλος λόγος ξεχωριστῆς ση­μα­σίας πού ὁ Κύριος βαπτίζεται εἶναι γιά νά προκαλέσει καί νά παραπλανήσει τόν Σατανᾶ. Ὁ Σατανᾶς γνωρίζει πολύ καλά κάθε ἄνθρωπο, διότι μᾶς δεσμεύει ὅλους μέ τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας. Τόν ἀναμάρ­τητο Ἰησοῦ ὅμως δέν τόν γνώ­ριζε, δέν μποροῦσε νά τόν ἐλέγξει. Τοῦ ἦταν «ἄ­γνωστη χώρα». Τόν βλέπει νά βαπτίζεται ὅπως οἱ ὑπόλοιποι ἄνθρω­ποι καί θεωρεῖ ὅτι εἶναι καί αὐτός ἁ­μαρτωλός. Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, ὁ Ἰησοῦς δέν ἐξομο­λο­γεῖ­ται ὅπως ἔκα­ναν ὅσοι βαπτίζονταν, ἐνῶ συγχρόνως ἀ­κούγεται ἡ φωνή τοῦ Θεοῦ νά λέει· «Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀ­γα­πητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα» (Μθ 3,17). Ὅλα αὐτά τοῦ προκαλοῦν σύγχυση, δέν μπο­ρεῖ νά κα­ταλάβει τί συμβαίνει καί ἀρχίζει νά ἀνη­συχεῖ. Ἔχει μπροστά του ἕναν ἄνθρωπο πού δέν μπορεῖ νά ἐλέγξει καί ὁ ὁ­ποῖος μαρτυρεῖται ἀπό τόν οὐρανό ὅτι εἶναι ὁ ἀγαπητός, δηλαδή ὁ μονογενής, υἱός τοῦ Θεοῦ. Τί σημαίνει αὐτό; Τί θά πεῖ ὅτι εἶναι ὁ υἱός τοῦ Θεοῦ; Πρέπει νά τόν φοβᾶται;

 Γι᾽ αὐτό ἀπό ἐκείνη τή στιγμή καί ἔ­πειτα ὁ Σατανᾶς τόν πολεμᾶ εὐθέως. Μετά τό βάπτισμά του ὁ Ἰησοῦς θά πάει στήν ἔρημο καί θά νηστεύσει γιά 40 ἡ­μέρες· τότε ὁ Σατανᾶς θά ἔλθει καί θά τόν πειράξει τρεῖς φορές λέγοντάς του· «Εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ...» (Μθ 4,3). Ὅ,τι ἄκουσε ἀπό τόν οὐρανό στόν Ἰορδάνη. Ἀλλά ὁ Ἰησοῦς δέν θά ἐνδώσει, δέν θά τοῦ ἀποκαλύψει τί σημαίνει «ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ». Γι’ αὐτό καί ὁ Σατανᾶς θά συν­εχίσει νά τόν πολεμᾶ μέ ἀκόμη μεγα­λύ­τερη ἔνταση, μέχρι νά τόν ὁδηγήσει καί στόν τελευταῖο καί πιό σκληρό πει­ρα­σμό, στόν σταυρό, ὥστε νά μπο­ρέσει νά καταλάβει περί τίνος πρόκειται. Ἀλλά καί ἐκεῖ ὁ Ἰησοῦς δέν θά τοῦ ἀποκα­λυ­φθεῖ, θά πεθάνει. Αὐτό ἐπεδί­ωκε ἄλ­λω­στε. Ἔτσι ὥστε μέ τήν ἀνά­στασή του νά συντρίψει τήν δύναμη τοῦ διαβόλου πού εἶναι ὁ θάνατος καί νά ἀπελευ­θε­ρώσει τόν ἄνθρωπο ἀπό αὐτόν τόν ὄλε­θρο.

 Ὁ τρίτος λόγος πού ὁ Κύριος βα­πτί­ζεται εἶναι αὐτός τόν ὁποῖο ἐπικαλεῖται, ὅταν ὁ ταπεινός Ἰωάννης τοῦ λέει· «Ἐ­γὼ χρείαν ἔχω ὑπὸ σοῦ βαπτι­σθῆναι, καὶ σὺ ἔρχῃ πρός με;» (Μθ 3,14). Καί τί λέει ὁ Κύριος; «Ἄφες ἄρτι», ἄφησέ τα αὐτά τώ­ρα. «Οὕτω γὰρ πρέπον ἐστὶν ἡμῖν πλη­ρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην» (Μθ 3,15). Τώρα αὐτό πού πρέπει νά κάνουμε εἶναι νά ἐκτελέσουμε κάθε «δικαιοσύνην».

 Τί θά πεῖ «δικαιοσύνη»; Θά πεῖ ἐν­τολή τοῦ Θεοῦ, θέλημα τοῦ Θεοῦ. Καί τί θά πεῖ «νά ἐκτελέσουμε κάθε ἐντολή τοῦ Θεοῦ»; Ποιά εἶναι ἡ ἐντολή τοῦ Θεοῦ πού ἐκτελεῖ ὁ Κύριος ὅταν βαπτί­ζεται; Ἀκριβῶς αὐτό, τό νά βαπτισθεῖ. Ὁ Ἰ­ωάννης ἐστάλη ἀπό τόν Θεό νά βα­πτί­ζει, αὐτό ἦταν τό καθῆκον του καί αὐτή τήν ἐντολή ἔλαβε ἀπό τόν Κύριο. Καί θέλημα τοῦ Θεοῦ ἦταν ὅλοι οἱ Ἰσρα­ηλῖτες νά βαπτισθοῦν. Καί ὁ Ἰησοῦς πηγαίνει καί βαπτίζεται ὅπως ὅλοι οἱ Ἑβραῖοι, δέν ἐξαιρεῖ τόν ἑαυτό του ἀπ’ αὐτή τήν διαδικασία. Πηγαίνει καί βα­πτί­ζεται σάν ἁμαρτωλός ἐνῶ εἶναι ἀναμάρτητος, ἀκριβῶς γιά νά ἐκτελέσει τό θέ­λημα τοῦ Θεοῦ.

 Εἶναι προφανές γιά μᾶς τό νόημα αὐ­τῆς τῆς κίνησης. Ὁ Ἰησοῦς ὑπά­κου­σε στόν Θεό κα­τά πάντα. Τό θέλημα τοῦ Θε­οῦ ἦταν ὁ υἱός του νά γίνει ἄν­θρω­πος. Καί ὄχι μόνο νά γίνει ἄν­θρωπος ἀλλά καί νά περάσει ἀπό τό βάπτισμα τοῦ Ἰω­­άννη, ὅ­πως περνοῦσαν ὅλοι οἱ ἁμαρ­τωλοί, καί νά πεθάνει ὅπως πεθαί­νουν καί ὅλοι οἱ ἁμαρτωλοί· καί ἄς μήν εἶχε σχέση μέ τήν ἁ­μαρτία. Λέει ὁ ἀπ. Παῦ­λος· «Πό­σο ὑ­πάκουσε; Μέχρι ποῦ ὑπάκουσε; Μέχρι θανάτου» (βλ. Φι 2,8). Ὑ­πάκουσε καί πέ­θανε, γιά νά μείνει ὡς ἄνθρωπος πι­στός στόν ἅγιο Θεό. Αὐτό θέλει νά μᾶς διδάξει μέ τό βάπτισμά του, ὅτι πρέπει νά ὑπα­κοῦμε στόν Θεό, ὅποιο καί ἄν εἶναι τό θέ­λημά του.

  Τό βάπτισμα ἦταν βέβαια ἐξευ­τε­λι­σμός, ταπείνωση γιά τόν υἱό τοῦ Θεοῦ. Γιά μᾶς ὅμως δέν εἶναι ἐξευτελισμός οἱ ἐντολές Του, ὄχι. Ἡ εὐσέβεια, λέει ὁ ἀπ. Παῦλος, εἶναι πορισμός εὐλο­γη­μέ­νης ζω­ῆς καί ἐδῶ, σ᾽ αὐτόν τόν κόσμο (βλ. Α΄ Τι 6,6), καί φυσικά στήν αἰω­νι­ότητα. Καί δέν δεχόμαστε νά ὑπακού­σουμε στόν νόμο τοῦ Κυρίου; Ἔχει πό­νους, βέβαια, ἡ ζωή τῆς ὑπα­κοῆς, ἔχει ὀδύνη. Ἀλλά ἄν ὑπακούσουμε κατά πάντα ἔχει καί δόξα καί μᾶς κάνει πο­λῖτες τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

Εὐ. Ἀ. Δάκας

Ἀπολύτρωσις 70 (2015) 4-6

Κατηγορία ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ
Παρασκευή, 05 Ιανουάριος 2024 02:00

Τρεῖς Τριάδες

baptisi Kyriou  ῾Η ἑορτή τῶν Θεοφανίων, τῆς Βάπτισης τοῦ Χριστοῦ μας, κατά τήν ὁποία «ἡ τῆς Τριάδος ἐφανερώθη προσκύνησις», καθιστᾶ ἐπίκαιρο τό λόγο περί τοῦ πρωταρχικοῦ καί θεμελιακοῦ δόγματος τῆς πίστεώς μας, τῆς τριαδικότητος τοῦ Θεοῦ.
  Τό γνωρίζουμε ὅλοι οἱ πιστοί ὅτι ὁ ἀληθινός Θεός εἶναι ἕνας καί τριαδικός· Πατήρ, Υἱός καί ἅγιο Πνεῦμα. Εἶναι τρία πρόσωπα ἀλλά ἕνας Θεός, διότι τά τρία πρόσωπα ἔχουν μία φύση, κοινή οὐσία.
 ῾Η παρουσία τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ ὑποφώσκει ἤδη στήν Παλαιά Διαθήκη. Τήν ἐπισημαίνουν οἱ ἅγιοι πατέρες τῆς ᾿Εκκλησίας μας στόν πληθυντικό ἀριθμό πού χρησιμοποιεῖ ὁ Θεός ἀναφερόμενος στόν ἑαυτό του (Γε 2,18· 3,22· 11,7), στό γεγονός ὅτι ὁ ᾿Αβραάμ ἀπευθύνεται πρός τούς τρεῖς φιλοξενουμένους του ἀγγέλους σάν σέ ἕνα πρόσωπο (Γε 18), στόν τρισάγιο ὕμνο τῶν ἀγγέλων πού ἀκούει ὁ προφήτης ᾿Ησαΐας, ἀτενίζοντας τό θρόνο τοῦ Θεοῦ (᾿Ησ 6,3), καί σέ ἄλλα περιστατικά.
 Στά ἱερά Εὐαγγέλια ἔχουμε πολλές φανερώσεις καί μαρτυρίες γιά τήν ἁγία Τριάδα· Κατά τόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου, κατά τή Βάπτιση τοῦ Κυρίου καί τή Μεταμόρφωσή του. ῾Ο ἴδιος ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός πρίν ἀπό τό Πάθος του ἀποκαλύπτει τήν τριαδικότητα τοῦ Θεοῦ, μιλώντας γιά τήν ἀποστολή τοῦ Παρακλήτου (᾿Ιω 14-16), καί μετά τήν ᾿Ανάσταση ἀποστέλλει τούς δώδεκα μαθητές νά διδάξουν «πάντα τά ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτούς εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ ἁγίου Πνεύματος» (Μθ 28,19). ῾Η αἰσθητή παρουσία τοῦ ἁγίου Πνεύματος μέ τή μορφή πυρίνων γλωσσῶν κατά τήν Πεντηκοστή, κάνει καί πάλι φανερή στόν κόσμο τήν ἁγία Τριάδα. Κι ὅπως μέ τή δημιουργία τοῦ κόσμου ἀποκαλύπτεται ὁ ἕνας Θεός, ὁ παντοδύναμος καί πάνσοφος Δημιουργός, ἔτσι μέ τήν ἀνάπλαση τοῦ κόσμου, μέ τήν ἵδρυση τῆς ᾿Εκκλησίας, κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, φανερώνεται ὁ ἕνας τριαδικός Θεός. Στίς ᾿Επιστολές τῶν ἀποστόλων καί στήν ᾿Αποκάλυψη, ἐπίσης, ὑπάρχουν πολλές ἀναφορές στό τριαδολογικό δόγμα.
 ᾿Αλλά ποιά σχέση ἔχει αὐτή ἡ δογματική ἀλήθεια μέ τήν καθημερινή πρακτική; Πόσο καί πῶς ἐπηρεάζει τή ζωή τοῦ πιστοῦ; Εἶναι, πράγματι, συγκινητικό ὅτι τήν πίστη μας στό δόγμα τῆς ἁγίας Τριάδος τήν ὁμολογοῦμε ἀπό μικρά παιδιά. ῞Οταν ἡ εὐσεβής μάνα ἤ γιαγιά, κρατώντας τό χέρι μας, σημείωνε πάνω μας τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ, μᾶς μάθαινε συγχρόνως νά ψελλίζουμε τό τρισάγιο· «῞Αγιος ὁ Θεός, ἅγιος ἰσχυρός, ἅγιος ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς», ἤ «Δόξα Πατρί καί Υἱῷ καί ἁγίῳ Πνεύματι».
  Τί κατανοοῦμε ἀπό τό μυστήριο τῆς ἁγίας Τριάδος; Τίποτε, ἀφοῦ ἐξ ὁρισμοῦ τό μυστήριο εἶναι ἀκατανόητο, δέν χωρᾶ στό πεπερασμένο ἀνθρώπινο μυαλό μας. «Παραπληκτίσωμεν εἰς τό τῆς Τριάδος μυστήριον ἐρευνῶντες», μᾶς προειδοποιεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος, ὁ θεολόγος τῆς Τριάδος. ᾿Αλλά ἄν τά ἀναμμένα κάρβουνα, πού δέν μποροῦμε νά τά ἀγγίξουμε μέ τό χέρι μας, τά πιάνουμε χρησιμοποιώντας τή λαβίδα, μποροῦμε καί τό δόγμα τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ νά τό προσεγγίσουμε μέ τή «λαβίδα» τῆς πίστεως. Καί ἡ πίστη δέν εἶναι κτῆμα μόνο τῶν μεγάλων ἁγίων πατέρων καί θεολόγων. Εἶναι ὑπόθεση τοῦ κάθε ἀνθρώπου, τοῦ σοφοῦ ἀλλά καί τοῦ πιό ἁπλοῦ. Παρήγορη καί ἐνθαρρυντική ἡ διδαχή τοῦ ἰσαποστόλου ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ ὑποδεικνύει ἕναν πρακτικό τρόπο γιά τήν προσέγγιση τῆς ἁγίας Τριάδος· «Εἶναι τρόπος», λέγει, «νά καταλάβετε τήν παναγίαν Τριάδα. Πῶς; Νά ἐξομολογηθεῖτε καθαρά, νά μεταλάβετε τά ἄχραντα μυστήρια μέ φόβον καί εὐλάβειαν, καί τότε θά σᾶς φωτίσει ἡ χάρις τοῦ παναγίου Πνεύματος».
  ῾Η ὀρθόδοξη πίστη μας δέν εἶναι μία νοησιαρχική θεωρία, μία φιλοσοφική διατριβή. ῎Εχει ἄμεση τήν προβολή καί τήν ἀναφορά της στήν καθημερινή μας ζωή. Τοῦτο εἶναι χάρη καί ἐντολή τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ. Κατά τή φανέρωση τῆς ἁγίας Τριάδος στό ὄρος τῆς Μεταμόρφωσης ἀκούγεται σαφής ἡ φωνή τοῦ Πατρός· «αὐτοῦ (τοῦ Υἱοῦ) ἀκούετε!» (Μρ 9,7· Λκ 9,35). ῾Υποδεικνύει τόν συγκεκριμένο πρακτικό τρόπο προσέγγισης στόν ἀποκαλυπτόμενο Θεό, τήν ὑπακοή στό λόγο του. Καί εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι ἀκούγοντας τό λόγο τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, τό Εὐαγγέλιό του, ξανοίγονται μπροστά μας δύο πρακτικές τριάδες, πού μᾶς κρατοῦν σέ ἐπαφή καί σχέση μέ τή θεολογική, τήν ἁγία Τριάδα.
  ῾Η πρώτη πρακτική τριάδα εἶναι τό τρίπτυχο τῶν θεολογικῶν ἀρετῶν, πού προβάλλει τό Εὐαγγέλιο· πίστη, ἀγάπη, ἐλπίδα. ῾Η πίστη ἀνοίγει τό δίαυλο γιά τή συνάντηση καί ἐπικοινωνία μέ τόν Θεό. Εἶναι τό ἄνοιγμα τῆς ψυχῆς πρός τά ἄνω, ἡ ἀφετηρία τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ἡ προσέγγιση στόν Θεό καί ἡ συνεχής ἐξάρτηση ἀπό Αὐτόν, πού νοηματίζει τήν κάθε πτυχή τῆς ζωῆς.
  ῾Η ἀγάπη εἶναι ἡ διά τῆς πίστεως ἔξοδος ἀπό τά στενά πλαίσια τοῦ ἑαυτοῦ μας· ἡ ὑπέρβαση τῆς ἀτομικότητος, γιά νά συναντήσουμε τόν συνάνθρωπο, νά τόν ἀγκαλιάσουμε ὡς πλάσμα τοῦ Θεοῦ καί νά τόν νιώσουμε ὡς ἀδελφό.
  ῾Η ἐλπίδα, ἀπότοκη τῆς πίστεως κι αὐτή, εἶναι ἡ ὑπέρβαση τῆς παρούσης σχετικότητος καί ἀναστροφή στό αἰώνιο μέλλον. Μέ τήν ἐλπίδα ὁ πιστός βλέπει τόν ἑαυτό του στή θέση πού ὁ Θεός τοῦ ἔχει ὁρίσει καί ζῆ μέ βεβαιότητα τίς ἐπαγγελίες τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτό μπορεῖ νά χαλιναγωγεῖ τίς ὁρμές του, νά ζῆ μέ ἁγνότητα, μέ ἐγκράτεια, μέ ὑπομονή.
  Τή δεύτερη πρακτική τριάδα διατυπώνει ἡ θεοκίνητη γραφίδα τοῦ ἀποστόλου Παύλου στήν ἀποστολική περικοπή πού διαβάζεται κατά τή θεία Λειτουργία τῶν Θεοφανίων· «σωφρόνως καί δικαίως καί εὐσεβῶς ζήσωμεν ἐν τῷ νῦν αἰῶνι» (Ττ 2,12). Παρουσιάζει ὁ ᾿Απόστολος τρία στάδια ἀγώνα, ὅπου ὁ πιστός καλεῖται νά ἀγωνισθεῖ καί νά ζήσει· σέ σχέση μέ τόν Θεό «εὐσεβῶς»· σέ σχέση μέ τούς ἄλλους «δικαίως»· σέ σχέση μέ τόν ἑαυτό του «σωφρόνως».
  ῾Η σωφροσύνη, ἡ ἁγνή καί καθαρή ζωή, εἶναι αὐτή πού ἐξασφαλίζει τήν ἁρμονία μέ τόν ἑαυτό μας. Συνιστᾶ τή λεβεντιά τοῦ κορμιοῦ, τήν ὀμορφιά τῆς ψυχῆς, τή διαύγεια τῆς σκέψεως, τήν ἁρμονία ὅλης τῆς ὑπάρξεως. ᾿Αντίθετα, ἡ ἀνηθικότητα εἶναι παραφροσύνη, ἕνα εἶδος τρέλας.
  ῾Η δικαιοσύνη, μέ τήν πλατειά ἔννοια πού δίνει στή λέξη ἡ ἁγία Γραφή, δέν περιορίζεται μόνο στήν ἀποφυγή τῆς ἀδικίας. Εἶναι, γενικότερα, ἡ συμπαράσταση στόν ἄλλον, ἡ ἀγάπη, ἡ ἐλεημοσύνη, ἡ συγχωρητικότητα. ᾿Εξομαλύνει τίς σχέσεις μέ τούς συνανθρώπους μας, διότι μᾶς κατευθύνει νά βλέπουμε στόν καθένα τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ!
  Τέλος, ἡ εὐσέβεια, τελείως ἄσχετη πρός τόν εὐσεβισμό καί τήν τυπολατρία, εἶναι ἡ εἰλικρινής σχέση μέ τόν Θεό, πού ἐμπνέει καί κατευθύνει κάθε κίνηση τοῦ ἀνθρώπου. ῎Ετσι, ἡ εὐσέβεια γίνεται τό σίγουρο θεμέλιο, ἡ ἀπαράβατη προϋπόθεση τῆς σωφροσύνης καί τῆς δικαιοσύνης.
  Πίστη, ἀγάπη, ἐλπίδα· εὐσέβεια, δικαιοσύνη, σωφροσύνη! Χρειάζεται τάχα νά σχολιάσει κανείς τήν ἀξία καί τήν ἀναγκαιότητα αὐτῶν τῶν δύο πρακτικῶν τριάδων, πού σφραγίζουν τή ζωή τοῦ χριστιανοῦ καί μαρτυροῦν ὅτι αὐτός ἔχει ἀποδεχθεῖ καί βιώνει τή χάρη τῆς ἁγίας Τριάδος;
 

Στέργιος Ν. Σάκκος

"Ἀπολύτρωσις" 58 (2003) 4

Κατηγορία ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ