Πέμπτη, 14 Νοέμβριος 2019 17:54

Ἡ παραβολή τοῦ Δείπνου (Λκ 14,15-24)

paravoli tou megalou deipnou   ᾿Από τόν μακαρισμό πού διατύπωσε κάποιος ἀπό τούς φαρισαίους πού συμμετεῖχαν στό δεῖπνο ὁ Κύριος πῆρε τήν ἀφορμή νά διηγηθεῖ τήν παραβολή τοῦ δείπνου. ῾Η παραβολή αὐτή διδάσκει ὅτι ἡ εἴσοδος στήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ δέν ἀποτελεῖ ἀποκλειστικό προνόμιο τῶν ᾿Ιουδαίων οὔτε κεκτημένο δικαίωμα εἰδικά γιά τήν τάξη τῶν φαρισαίων. ῾Ο Θεός δέν μοιάζει μέ τούς φαρισαίους οἰκοδεσπότες, πού καλοῦν στά συμπόσια μόνο τούς πλούσιους φίλους καί συγγενεῖς τους. Στό συμπόσιο τῆς οὐράνιας βασιλείας του προσκαλεῖ ὄχι μόνο τούς φίλους ᾿Ιουδαίους, ἀλλά καί τούς ἐχθρούς ἐθνικούς, τούς φτωχούς καί τυφλούς πνευματικά.
 ῾Η παραβολή τοῦ δείπνου διαβάζεται ὡς εὐαγγελική περικοπή τήν δεύτερη Κυριακή πρίν ἀπό τά Χριστούγεννα, τήν Κυριακή τῶν προπατόρων. Μοιάζει πολύ μέ τήν παραβολή τῶν βασιλικῶν γάμων, τήν ὁποία παραθέτει ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος (βλ. 22,1-14), ἀλλά δέν εἶναι ἡ ἴδια. ᾿Εκείνη εἰπώθηκε στό ἱερό τοῦ ναοῦ πρός τούς ἀρχιερεῖς καί πρεσβυτέρους τοῦ λαοῦ, αὐτή κατά τήν πορεία τοῦ ᾿Ιησοῦ ἀπό τήν Γαλιλαία πρός τά ᾿Ιεροσόλυμα, στό σπίτι κάποιου φαρισαίου.
  ῾Η παραβολή τῶν βασιλικῶν γάμων ἔχει ἠθικό χαρακτήρα· διδάσκει ὅτι γιά νά παρουσιασθοῦμε στόν Θεό πού μᾶς κάλεσε, πρέπει νά εἴμαστε ἕτοιμοι. ῾Η παραβολή τοῦ δείπνου ἀποκαλύπτει μία θεολογική ἀλήθεια· ῾Ο Θεός ἀπευθύνει τό προσκλητήριό του σέ ὅλους ἀνεξαιρέτως τούς ἀνθρώπους. Γιά τήν ἀνταπόκριση εὐθύνεται ὁ καθένας προσωπικά.

14,15. ᾿Ακούσας δέ τις τῶν συνανακειμένων ταῦτα εἶπεν αὐτῷ· μακάριος ὃς φάγεται ἄριστον ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ.
Μέ τήν ἀνάσταση θά ὁλοκληρωθεῖ ἡ αἰώνια ζωή καί θά συντελεσθεῖ ἡ ἀνταπόδοση. Εὔλογα, λοιπόν, ἀκούσας τις τῶν συνανακειμένων ταῦτα, κάποιος ἀπό τούς συνδαιτυμόνες, ὅταν ἄκουσε ὅσα εἶπε ὁ ᾿Ιησοῦς γιά ἀνταπόδοση καί ἀνάσταση, μεταφέρει τόν λόγο στήν ὕψιστη ἀνταπόδοση πού εἶναι ἡ ἀπόλαυση τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Λέει στόν Κύριο· μακάριος ὃς φάγεται ἄριστον ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ, μακάριος ἐκεῖνος πού θά συμμετέχει στό γεῦμα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. ῾Ο μακαρισμός ἀπηχεῖ τήν ἰουδαϊκή ἀντίληψη ὅτι ὁ Μεσσίας θά εἶναι ἕνας ἔνδοξος ἐπίγειος βασιλιάς, πού θά ἐλευθερώσει τούς ᾿Ιουδαίους ἀπό τόν ζυγό τῆς δουλείας καί θά τούς χορτάσει μέ ἀγαθά καί εὐλογίες.
  ῾Ως γνήσιος φαρισαῖος ὁ ἄνθρωπος πού εἶπε τόν μακαρισμό θά εἶχε ἀσφαλῶς τήν αὐτάρεσκη βεβαιότητα ὅτι ὁ ἴδιος ὁπωσδήποτε θά περιλαμβάνεται δικαιωματικά ἀνάμεσα στούς μακαρίους πού θά καθίσουν στό τραπέζι τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. ῾Ο Κύριος πατάσσει τήν αὐταρέσκεια τοῦ φαρισαίου μέ τήν παραβολή πού διηγεῖται στήν συνέχεια.

14,16. ῾Ο δὲ εἶπεν αὐτῷ· ἄνθρωπός τις ἐποίησε δεῖπνον μέγα καὶ ἐκάλεσε πολλούς.
  Κάποιος ἄνθρωπος ἔκανε δεῖπνο μεγάλο καί κάλεσε πολλούς. Τό δεῖπνον εἶναι μία ὄμορφη ὥρα στήν ζωή τῶν ἀνθρώπων μετά ἀπό τόν κόπο τῆς ἡμέρας, κατάλληλη γιά ἁπλές ἤ ἐπίσημες συνάξεις καί ἐπικοινωνίες. Σύμφωνα μέ τήν ἑρμηνεία τῆς παραβολῆς, ὁ ἄνθρωπος πού παραθέτει τό δεῖπνο εἶναι ὁ φιλάνθρωπος Θεός. Τό παρατιθέμενο δεῖπνο εἰκονίζει τήν εὐφρόσυνη κοινωνία τῶν ἀνθρώπων μέ τόν Θεό μέσα στήν ᾿Εκκλησία του καί αἰώνια στήν οὐράνια βασιλεία του. Χαρακτηρίζεται μέγα, δηλαδή μεγαλόπρεπο καί πλούσιο, γιά πολλούς λόγους·
α) Εἶναι μεγάλος αὐτός πού κάνει τό δεῖπνο.
β) Εἶναι πολύτιμα τά ἀγαθά πού παρατίθενται.
γ) ῎Εχει μεγάλη διάρκεια· ἐκτείνεται στήν αἰωνιότητα.
δ) ῎Εχουν μεγάλες διαστάσεις οἱ ὠφέλειες πού προκύπτουν ἀπό τήν συμμετοχή στό δεῖπνο.
ε) Εἶναι πολλοί οἱ καλεσμένοι. Στούς πολλοὺς πού κλήθηκαν ἀρχικά νά παρευρεθοῦν συγκαταλέγονται οἱ δώδεκα φυλές τοῦ ᾿Ισραήλ, οἱ ᾿Ιουδαῖοι ὅλων τῶν αἰώνων μέχρι καί τήν ἐποχή τοῦ ᾿Ιησοῦ.

14,17. καὶ ἀπέστειλε τὸν δοῦλον αὐτοῦ τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου εἰπεῖν τοῖς κεκλημένοις· ἔρχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα.
  Οἱ ἄνθρωποι τῆς παραβολῆς εἶχαν δεχθεῖ ἐγκαίρως τήν πρόσκληση γιά τό δεῖπνο, ἀλλά τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου, ὅταν ἔφθασε ἡ ὥρα νά ἀρχίσει τό δεῖπνο ὁ οἰκοδεσπότης ἀπέστειλε τὸν δοῦλον αὐτοῦ γιά τήν τελευταία ὑπενθύμιση ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα, εἶναι ὅλα ἕτοιμα. ῏Ηταν μία εὐγενική χειρονομία ἐκ μέρους τοῦ οἰκοδεσπότη. ᾿Ακόμη καί σήμερα στούς ἀνατολικούς λαούς ἐπικρατεῖ ἡ συνήθεια νά γίνεται μία ὑπενθύμιση στούς καλεσμένους λίγο πρίν ἀπό τό δεῖπνο, ὅταν ὅλα εἶναι ἕτοιμα καί πρόκειται νά ἀρχίσει τό γλέντι.
  ῾Η ἑρμηνεία τῆς παραβολῆς ταυτίζει τόν ἀπεσταλμένο δοῦλον μέ τούς κατά καιρούς ἀπεσταλμένους τοῦ Θεοῦ καί εἰδικώτερα μέ τόν Πρόδρομο καί μάλιστα μέ τόν ᾿Ιησοῦ Χριστό, τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος «ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβών» (Φι 2,7). ῾Ο ᾿Ιησοῦς Χριστός εἶναι ὁ δοῦλος ἀλλά συγχρόνως καί ὁ οἰκοδεσπότης καί κύριος τοῦ συμποσίου. Οἱ καλεσμένοι, ὁ ἐκλεκτός λαός τῶν ᾿Ιουδαίων, ποικιλοτρόπως εἶχαν εἰδοποιηθεῖ ἤδη ἀπό τήν ἐποχή τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου, τήν ὥρα πού ὅλα ἦταν ἕτοιμα, ὅταν πλέον εἶχε φθάσει τό «πλήρωμα τοῦ χρόνου» (Γα 4,4), ἦλθε ὁ ἴδιος ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός γιά νά πεῖ σ᾿ αὐτούς ὅτι ἔφθασε ἡ στιγμή γιά τήν ἀνέκφραστη ἀπόλαυση τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα. Τά ἑτοίμασε ὅλα, λέει ὁ ἅγιος Κύριλλος, «ἁμαρτιῶν ἀπόθεσιν, Πνεύματος ἁγίου μέθεξιν, υἱοθεσίας λαμπρότητα, βασιλείαν οὐρανῶν», ὁ ἴδιος «ὁ Θεὸς καὶ Πατὴρ ἐν Χριστῷ».

14,18-20. Καὶ ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες. ῾Ο πρῶτος εἶπεν αὐτῷ· ἀγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. Καὶ ἕτερος εἶπε· ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. Καὶ ἕτερος εἶπε· γυναῖκα ἔγημα, καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν.
  ῾Η εὐγενική καλωσύνη τοῦ οἰκοδεσπότη δέν συγκίνησε καθόλου τούς καλεσμένους. ᾿Αρνοῦνται νά παρευρεθοῦν στό δεῖπνο καί μάλιστα μέ ἕναν τρόπο ἄκομψο, προσβλητικό καί ὑποτιμητικό. Σάν νά ἦταν συνεννοημένοι μεταξύ τους, ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες, δήλωναν παραίτηση ὅλοι.
  ῾Η παραβολή μνημονεύει τρεῖς περιπτώσεις καλεσμένων, πού φαίνονται ἄνθρωποι εὐκατάστατοι, μεγαλοκτηματίες καί ἐκπροσωποῦν ὅλες τίς κατηγορίες καί ἀξίες τοῦ ὑλιστικοῦ κόσμου. Καί οἱ τρεῖς ἐπαναλαμβάνουν μέ ἔμφαση τήν ἀπάντηση· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον, ἡ ὁποία μεταφράζεται· «Συγχώρεσέ με γιά τήν ἀπουσία μου», ἀλλά οὐσιαστικά σημαίνει· «Παράτα με, ἄφησέ με στήν ἡσυχία μου».
Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι οἱ ἀσχολίες πού κρατοῦν τούς καλεσμένους μακριά ἀπό τό δεῖπνο εἶναι ἔντιμες καί νόμιμες, δέν εἶναι κατακριτέες οὔτε ἁμαρτωλές. Καταντοῦν, ὡστόσο, ἀπαράδεκτες καί θανάσιμα ἐπικίνδυνες, ἐπειδή τούς ἀπορροφοῦν καί τούς κρατοῦν ἔξω ἀπό τήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Μπορεῖ, πράγματι, κάποιος νά περιπλακεῖ σέ ἔργα ἐπιτρεπτά καί νά χάσει ἐξαιτίας αὐτῶν τήν σωτηρία του, καθώς οἱ μέριμνες, τά πλούτη καί οἱ ἡδονές αὐτῆς τῆς ζωῆς συμπνίγουν τά ἀγαθά σπέρματα καί δέν τά ἀφήνουν νά καρποφορήσουν μέσα του (βλ. Λκ 8,14).
  Παρ᾿ ὅλο πού φαίνονται διαφορετικές οἱ δικαιολογίες μέ τίς ὁποῖες αἰτιολογοῦν τήν ἄρνησή τους οἱ καλεσμένοι, ὅλες ξεκινοῦν ἀπό τήν ἴδια νοοτροπία, ἀπό τήν ἀδιαφορία, καί ἐκφράζουν τήν κακή θέλησή τους. ᾿Ενῶ ἀρχικά δέχθηκαν τήν πρόσκληση, στήν συνέχεια τήν ἀθετοῦν δίχως σοβαρό λόγο. Οὐσιαστικά δίδουν τήν προτεραιότητα σέ διάφορες ὑποθέσεις καί ἀσχολίες ὑποτιμώντας τό δεῖπνο καί τόν οἰκοδεσπότη πού τούς κάλεσε. Οἱ ἀπαντήσεις τους εἶναι ἀνειλικρινεῖς·
  α) ᾿Αγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν, λέει ὁ πρῶτος καλεσμένος. Προφανῶς εἶχε δεῖ τόν ἀγρό πρίν τόν ἀγοράσει. Τώρα θέλει νά τόν ξαναδεῖ γιά νά μελετήσει ἀπό κοντά τήν ἀξιοποίησή του καί νά δώσει τίς σχετικές ὁδηγίες στούς δούλους πού θά ἐπιμελοῦνταν τήν καλλιέργεια τοῦ ἀγροῦ. Δέν ἦταν, λοιπόν, τόσο ἀνυπέρθετη ἡ ἐπίσκεψη· μποροῦσε νά ἀναβληθεῖ γιά κάποια ἄλλη ὥρα, μετά τό δεῖπνο.
  β) Ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά· ῾Ο δεύτερος προσκεκλημένος προβάλλει ὡς ἐμπόδιο μία μεγάλη καί ὄχι συνηθισμένη ἀγορά πού ἔκανε, πέντε ζεύγη βοδιῶν! ᾿Επείγεται νά τά δοκιμάσει, νά διαπιστώσει τήν δύναμη, τήν ἀντοχή, τήν εὐπείθειά τους. Θεωρεῖ καί αὐτός λιγώτερο σημαντική τήν συμμετοχή του στό δεῖπνο.
  γ) Γυναῖκα ἔγημα καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν· ῾Ο τρίτος προσκεκλημένος ἦταν νεόνυμφος καί αὐτό χρησιμοποιεῖ ὡς πρόφαση γιά τήν ἀποχή του ἀπό τό δεῖπνο. Δέν μποροῦσε βέβαια νά παραστεῖ μαζί μέ τήν γυναίκα του, διότι στά ἀρχαῖα συμπόσια συμμετεῖχαν μόνον ἄνδρες. ῎Επρεπε νά τήν ἀφήσει γιά λίγο μόνη, ὥστε νά παρευρεθεῖ στό συμπόσιο, ἄν τό ἤθελε. ᾿Εκεῖνος ὅμως ἀρνεῖται, πιθανόν διότι παρερμήνευσε ἕναν νόμο τοῦ Δευτερονομίου κατά τόν ὁποῖο· «ἐὰν δέ τις λάβῃ γυναῖκα προσφάτως, οὐκ ἐξελεύσεται εἰς πόλεμον, καὶ οὐκ ἐπιβληθήσεται αὐτῷ οὐδὲν πρᾶγμα· ἀθῷος ἔσται ἐν τῇ οἰκίᾳ αὐτοῦ ἐνιαυτὸν ἕνα, εὐφρανεῖ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, ἣν ἔλαβεν» (Δε 24,5). Αὐτό ὅμως δέν σήμαινε ὅτι ἀπαγορευόταν νά παρευρεθεῖ στό δεῖπνο.
  ῞Ολες οἱ παραπάνω ἀπαντήσεις μεγαλοποιοῦν ἀσήμαντους λόγους, προκειμένου νά ἀποκρύψουν τήν ἔλλειψη τῆς διαθέσεως γιά συμμετοχή στό δεῖπνο. ῾Υποδηλώνουν τήν προσκόλληση τοῦ ἀνθρώπου στά γήινα καί πρόσκαιρα καί τήν ἀδιαφορία του γιά τά οὐράνια καί αἰώνια ἀγαθά πού τοῦ προσφέρει ἡ θεϊκή ἀγάπη.

14,21. Καὶ παραγενόμενος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος ἀπήγγειλε τῷ κυρίῳ αὐτοῦ ταῦτα. Τότε ὀργισθεὶς ὁ οἰκοδεσπότης εἶπε τῷ δούλῳ αὐτοῦ· ἔξελθε ταχέως εἰς τὰς πλατείας καὶ ῥύμας τῆς πόλεως, καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ χωλοὺς καὶ τυφλοὺς εἰσάγαγε ὧδε.
  ῾Ο δοῦλος τῆς παραβολῆς παραγενόμενος, ὅταν ἐπέστρεψε ἀπό τήν ἀποστολή του, ἀπήγγειλε τῷ κυρίῳ αὐτοῦ ταῦτα, μετέφερε μέ ἀκρίβεια στόν κύριό του, ὅπως εἶχε ὑποχρέωση, τίς ἀπαντήσεις πού ἔλαβε. ᾿Εκεῖνος, ὀργισθεὶς εἶπε τῷ δούλῳ αὐτοῦ, ἐξοργισμένος γιά τήν κατάδηλη περιφρόνηση καί ἀγνωμοσύνη τῶν καλεσμένων, ἔδωσε νέα ἐντολή στόν δοῦλο του. ᾿Απαιτεῖ μάλιστα νά τήν πραγματοποιήσει ταχέως, νά τακτοποιηθοῦν ὅλα καί νά πραγματοποιηθεῖ τό δεῖπνο χωρίς καθυστέρηση, ὥστε καί ἄν θελήσουν ἀργότερα νά ἔρθουν ἐκεῖνοι πού ἀρνήθηκαν, νά μήν μποροῦν πλέον.
  Λέει στόν δοῦλο του ὁ οἰκοδεσπότης· ἔξελθε ταχέως εἰς τὰς πλατείας καὶ ῥύμας τῆς πόλεως, πήγαινε γρήγορα στίς πλατεῖες καί στά στενά δρομάκια τῆς πόλεως, σέ δημόσια μέρη, δηλαδή, ὅπου σύχναζαν πολλοί ἄνθρωποι ὅλων τῶν τάξεων. ᾿Από ἐκεῖ εἰσάγαγε ὧδε, νά ὁδηγήσεις ἐδῶ, στό δεῖπνο, τοὺς πτωχούς, τούς ταλαίπωρους ἐπαῖτες, καὶ ἀναπήρους καὶ χωλούς καὶ τυφλοὺς, ἀνθρώπους ταπεινούς, ἀδύναμους καί καταφρονεμένους. Αὐτοί θά ἀντικαταστήσουν στό δεῖπνο τούς ἀξιοπρεπεῖς γαιοκτήμονες καί προύχοντες πού ἀρνήθηκαν νά ἀνταποκριθοῦν στήν τιμητική πρόσκληση τοῦ οἰκοδεσπότη.
  ῾Ο Κύριος «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α´ Τι 2,4). Τό προσκλητήριό του εἶναι οἰκουμενικό, ἀπευθύνεται σέ ὅλους. Εἶναι, λοιπόν, βέβαιο, ὅτι καί ἄν οἱ πρῶτοι καλεσμένοι ἀνταποκρίνονταν στήν πρόσκληση, ὁ οἰκοδεσπότης θά καλοῦσε καί τούς καταφρονεμένους. Προηγήθηκε ὅμως ἡ πρόσκληση πρός τίς τάξεις πού ἀρνήθηκαν, ὥστε νά φανεῖ ἡ προσωπική τους εὐθύνη καί νά εἶναι ἀναπολόγητοι. ῾Η κίνηση αὐτή τοῦ οἰκοδεσπότη δηλώνει ὅτι στήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ γίνονται δεκτοί ἄνθρωποι φτωχοί, ἄσημοι καί ἀσθενεῖς, μέ τήν προϋπόθεση, βέβαια, ὅτι θά ἀνταποκριθοῦν στό κάλεσμά του. ᾿Αντί τῶν ἐπιφανῶν ᾿Ιουδαίων καί τῶν προκρίτων φαρισαίων, πού περιφρόνησαν τό κάλεσμα τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, θά παρακαθήσουν στό δεῖπνο τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ οἱ φτωχοί καί περιφρονημένοι, ὁ «ἄμ χαάρετς», ὁ λαός τῆς γῆς, πού πρόθυμα δέχθηκαν τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου. «Τὰ μωρὰ τοῦ κόσμου καὶ οἱ ἐξουθενωμένοι, οὗτοι ἐκλήθησαν», σχολιάζει ὁ ἅγιος Θεοφύλακτος (πρβλ. Α´ Κο 1,27).

14,22-23. Καὶ εἶπεν ὁ δοῦλος· κύριε, γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι τόπος ἐστί. Καὶ εἶπεν ὁ κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· ἔξελθε εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φραγμοὺς καὶ ἀνάγκασον εἰσελθεῖν, ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκός μου.
  ᾿Επιστρέφοντας τήν δεύτερη φορά ὁ δοῦλος ἀνακοινώνει ὅτι ἐκτελέσθηκε ἡ διαταγή τοῦ κυρίου του, ἀλλά ὑπάρχει ἀκόμη χῶρος καί γιά ἄλλους· κύριε, γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι τόπος ἐστί. ῾Ο οἰκοδεσπότης τόν στέλνει τώρα εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φραγμούς, στούς δρόμους καί σέ ὑπαίθριους περιφραγμένους χώρους, δηλαδή πάλι σέ μέρη πολυσύχναστα. ᾿Εδῶ βλέπουν οἱ ἅγιοι πατέρες τήν στροφή τοῦ εὐαγγελίου στά ἔθνη.
  ῾Η ἐντολή ἀνάγκασον εἰσελθεῖν δέν σημαίνει ἀσφαλῶς ἄσκηση βίας· τονίζει τήν ἐπίμονη προσπάθεια πού ὀφείλει νά καταβάλει ὁ δοῦλος, ὥστε νά πείσει τούς ἀνθρώπους νά δεχθοῦν τήν ἀπίστευτη καί ἀπροσδόκητη πρόσκληση ξεπερνώντας κάθε δισταγμό. ῾Η ἐπιθυμία τοῦ οἰκοδεσπότη, ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκός μου, φανερώνει τήν γενναιόδωρη ἀγάπη του καί ἐπιβεβαιώνει ὅτι ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ δέν ἀνέχεται τά κενά, ὅπως καί ἡ φύση. ῎Αν ἀρνήθηκαν νά συμμετέχουν στήν χαρά τῆς βασιλείας ἐκεῖνοι πού ἐπί αἰῶνες ἑτοιμάζονταν γι᾿ αὐτήν, θά βρεῖ ὁ Θεός ἄλλους, δέν θά μείνει ἄδειος ὁ παράδεισος!
  Μετά τόν φτωχό καί περιφρονημένο λαό τοῦ ᾿Ισραήλ δέχονται τήν πρόσκληση τῆς σωτηρίας τά εἰδωλολατρικά ἔθνη, πού οἱ φαρισαῖοι μέ βδελυγμία τά περιφρονοῦσαν. ᾿Αποξενωμένα ὥς τότε ἀπό τίς δωρεές τοῦ Θεοῦ (βλ. ᾿Εφ 2,12) ἦταν βυθισμένα ἐπί αἰῶνες στό σκοτάδι τῆς εἰδωλολατρίας. Τό ἐπίμονο ὅμως κήρυγμα τῶν ἀποστόλων, ἡ ἀνυπέρβλητη δύναμη τοῦ θεόπνευστου εὐαγγελικοῦ λόγου τούς «ἀνάγκασαν» νά εἰσέλθουν στούς κόλπους τῆς ᾿Εκκλησίας.

14,24. Λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου.
  ῾Ο τελευταῖος λόγος τοῦ οἰκοδεσπότη εἶναι κατηγορηματικός· λέγω γὰρ ὑμῖν, σᾶς βεβαιώνω, ὅτι οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου, κανείς ἀπό ἐκείνους τούς πρώτους καλεσμένους πού περιφρόνησαν τήν πρόσκλησή μου δέν θά γευθεῖ τό δεῖπνο μου. ᾿Αποκλείονται ἀπό τό δεῖπνο ὅλοι ἐκεῖνοι πού ἀρνήθηκαν νά ἀνταποκριθοῦν στό κάλεσμα τοῦ οἰκοδεσπότη. Οἱ ἀλαζόνες φαρισαῖοι, πού νόμιζαν ὅτι ὡς ἐκλεκτοί ἀπόγονοι τοῦ ᾿Αβραάμ ἔχουν κεκτημένα δικαιώματα στήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ, διαψεύδονται πλήρως.
  Τό λέγω γὰρ ὑμῖν μεταφέρει τήν παραβολή στήν πραγματικότητα. ῾Ο ᾿Ιησοῦς, πού εἶπε τήν παραβολή ὡς ἀπάντηση στόν μακαρισμό τοῦ αὐτάρεσκου φαρισαίου (στ. 15), ἀποκαλύπτει ὅτι εἶναι ὁ οἰκοδεσπότης τοῦ δείπνου. Δηλώνει ξεκάθαρα ὅτι δέν πρόκειται νά γευθοῦν τά ἀγαθά τῆς βασιλείας του οἱ συνδαιτυμόνες του φαρισαῖοι, ἄν ἀδιαφορήσουν γιά τήν πρόσκληση πού Αὐτός τούς ἀπευθύνει.
  ῾Ομοίως κατηγορηματική θά ἀντηχήσει κατά τήν ἡμέρα τῆς κρίσεως ἡ ἀμετάκλητη ἀπόφαση τοῦ Κυρίου, ὅτι ἀποκλείονται γιά πάντα ἀπό τήν βασιλεία του ὅλοι ὅσοι περιφρόνησαν καί ἀρνήθηκαν τό κάλεσμά του.

Στεργίου Σάκκου, Ἑρμηνεία στό Κατά Λουκᾶν Εὑαγγέλιο, τ. Β΄, σελ. 290-297

Παρασκευή, 13 Δεκέμβριος 2024 02:00

Κυριακή Προπατόρων Λκ 14,16-24

῾Η παραβολή τοῦ δείπνου


megalo-deipno  Ἀπό τόν μακαρισμό πού διατύπωσε κάποιος ἀπό τούς φαρισαίους πού συμμετεῖχαν στό δεῖπνο ὁ Κύριος πῆρε τήν ἀφορμή νά διηγηθεῖ τήν παραβολή τοῦ δείπνου. ῾Η παραβολή αὐτή διδάσκει ὅτι ἡ εἴσοδος στήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ δέν ἀποτελεῖ ἀποκλειστικό προνόμιο τῶν ᾿Ιουδαίων οὔτε κεκτημένο δικαίωμα εἰδικά γιά τήν τάξη τῶν φαρισαίων. ῾Ο Θεός δέν μοιάζει μέ τούς φαρισαίους οἰκοδεσπότες, πού καλοῦν στά συμπόσια μόνο τούς πλούσιους φίλους καί συγγενεῖς τους. Στό συμπόσιο τῆς οὐράνιας βασιλείας του προσκαλεῖ ὄχι μόνο τούς φίλους ᾿Ιουδαίους, ἀλλά καί τούς ἐχθρούς ἐθνικούς, τούς φτωχούς καί τυφλούς πνευματικά.
  ῾Η παραβολή τοῦ δείπνου διαβάζεται ὡς εὐαγγελική περικοπή τήν δεύτερη Κυριακή πρίν ἀπό τά Χριστούγεννα, τήν Κυριακή τῶν προπατόρων. Μοιάζει πολύ μέ τήν παραβολή τῶν βασιλικῶν γάμων, τήν ὁποία παραθέτει ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος (βλ. 22,1-14), ἀλλά δέν εἶναι ἡ ἴδια. ᾿Εκείνη εἰπώθηκε στό ἱερό τοῦ ναοῦ πρός τούς ἀρχιερεῖς καί πρεσβυτέρους τοῦ λαοῦ, αὐτή κατά τήν πορεία τοῦ ᾿Ιησοῦ ἀπό τήν Γαλιλαία πρός τά ᾿Ιεροσόλυμα, στό σπίτι κάποιου φαρισαίου.
  ῾Η παραβολή τῶν βασιλικῶν γάμων ἔχει ἠθικό χαρακτήρα· διδάσκει ὅτι γιά νά παρουσιασθοῦμε στόν Θεό πού μᾶς κάλεσε, πρέπει νά εἴμαστε ἕτοιμοι. ῾Η παραβολή τοῦ δείπνου ἀποκαλύπτει μία θεολογική ἀλήθεια· ῾Ο Θεός ἀπευθύνει τό προσκλητήριό του σέ ὅλους ἀνεξαιρέτως τούς ἀνθρώπους. Γιά τήν ἀνταπόκριση εὐθύνεται ὁ καθένας προσωπικά.

 14,15. ᾿Ακούσας δέ τις τῶν συνανακειμένων ταῦτα εἶπεν αὐτῷ· μακάριος ὃς φάγεται ἄριστον ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ.
  Μέ τήν ἀνάσταση θά ὁλοκληρωθεῖ ἡ αἰώνια ζωή καί θά συντελεσθεῖ ἡ ἀνταπόδοση. Εὔλογα, λοιπόν, ἀκούσας τις τῶν συνανακειμένων ταῦτα, κάποιος ἀπό τούς συνδαιτυμόνες, ὅταν ἄκουσε ὅσα εἶπε ὁ ᾿Ιησοῦς γιά ἀνταπόδοση καί ἀνάσταση, μεταφέρει τόν λόγο στήν ὕψιστη ἀνταπόδοση πού εἶναι ἡ ἀπόλαυση τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Λέει στόν Κύριο· μακάριος ὃς φάγεται ἄριστον ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ, μακάριος ἐκεῖνος πού θά συμμετέχει στό γεῦμα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. ῾Ο μακαρισμός ἀπηχεῖ τήν ἰουδαϊκή ἀντίληψη ὅτι ὁ Μεσσίας θά εἶναι ἕνας ἔνδοξος ἐπίγειος βασιλιάς, πού θά ἐλευθερώσει τούς ᾿Ιουδαίους ἀπό τόν ζυγό τῆς δουλείας καί θά τούς χορτάσει μέ ἀγαθά καί εὐλογίες.
  ῾Ως γνήσιος φαρισαῖος ὁ ἄνθρωπος πού εἶπε τόν μακαρισμό θά εἶχε ἀσφαλῶς τήν αὐτάρεσκη βεβαιότητα ὅτι ὁ ἴδιος ὁπωσδήποτε θά περιλαμβάνεται δικαιωματικά ἀνάμεσα στούς μακαρίους πού θά καθίσουν στό τραπέζι τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. ῾Ο Κύριος πατάσσει τήν αὐταρέσκεια τοῦ φαρισαίου μέ τήν παραβολή πού διηγεῖται στήν συνέχεια.

 14,16. ῾Ο δὲ εἶπεν αὐτῷ· ἄνθρωπός τις ἐποίησε δεῖπνον μέγα καὶ ἐκάλεσε πολλούς.
   Κάποιος ἄνθρωπος ἔκανε δεῖπνο μεγάλο καί κάλεσε πολλούς. Τό δεῖπνον εἶναι μία ὄμορφη ὥρα στήν ζωή τῶν ἀνθρώπων μετά ἀπό τόν κόπο τῆς ἡμέρας, κατάλληλη γιά ἁπλές ἤ ἐπίσημες συνάξεις καί ἐπικοινωνίες. Σύμφωνα μέ τήν ἑρμηνεία τῆς παραβολῆς, ὁ ἄνθρωπος πού παραθέτει τό δεῖπνο εἶναι ὁ φιλάνθρωπος Θεός. Τό παρατιθέμενο δεῖπνο εἰκονίζει τήν εὐφρόσυνη κοινωνία τῶν ἀνθρώπων μέ τόν Θεό μέσα στήν ᾿Εκκλησία του καί αἰώνια στήν οὐράνια βασιλεία του. Χαρακτηρίζεται μέγα, δηλαδή μεγαλόπρεπο καί πλούσιο, γιά πολλούς λόγους·
 α) Εἶναι μεγάλος αὐτός πού κάνει τό δεῖπνο.
 β) Εἶναι πολύτιμα τά ἀγαθά πού παρατίθενται.
 γ) ῎Εχει μεγάλη διάρκεια· ἐκτείνεται στήν αἰωνιότητα.
 δ) ῎Εχουν μεγάλες διαστάσεις οἱ ὠφέλειες πού προκύπτουν ἀπό τήν συμμετοχή στό δεῖπνο.
 ε) Εἶναι πολλοί οἱ καλεσμένοι. Στούς πολλοὺς πού κλήθηκαν ἀρχικά νά παρευρεθοῦν συγκαταλέγονται οἱ δώδεκα φυλές τοῦ ᾿Ισραήλ , οἱ ᾿Ιουδαῖοι ὅλων τῶν αἰώνων μέχρι καί τήν ἐποχή τοῦ ᾿Ιησοῦ.

 14,17. καὶ ἀπέστειλε τὸν δοῦλον αὐτοῦ τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου εἰπεῖν τοῖς κεκλημένοις· ἔρχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα.
   Οἱ ἄνθρωποι τῆς παραβολῆς εἶχαν δεχθεῖ ἐγκαίρως τήν πρόσκληση γιά τό δεῖπνο, ἀλλά τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου, ὅταν ἔφθασε ἡ ὥρα νά ἀρχίσει τό δεῖπνο ὁ οἰκοδεσπότης ἀπέστειλε τὸν δοῦλον αὐτοῦ γιά τήν τελευταία ὑπενθύμιση ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα, εἶναι ὅλα ἕτοιμα. ῏Ηταν μία εὐγενική χειρονομία ἐκ μέρους τοῦ οἰκοδεσπότη. ᾿Ακόμη καί σήμερα στούς ἀνατολικούς λαούς ἐπικρατεῖ ἡ συνήθεια νά γίνεται μία ὑπενθύμιση στούς καλεσμένους λίγο πρίν ἀπό τό δεῖπνο, ὅταν ὅλα εἶναι ἕτοιμα καί πρόκειται νά ἀρχίσει τό γλέντι.
  ῾Η ἑρμηνεία τῆς παραβολῆς ταυτίζει τόν ἀπεσταλμένο δοῦλον μέ τούς κατά καιρούς ἀπεσταλμένους τοῦ Θεοῦ καί εἰδικώτερα μέ τόν Πρόδρομο καί μάλιστα μέ τόν ᾿Ιησοῦ Χριστό, τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος «ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβών» (Φι 2,7). ῾Ο ᾿Ιησοῦς Χριστός εἶναι ὁ δοῦλος ἀλλά συγχρόνως καί ὁ οἰκοδεσπότης καί κύριος τοῦ συμποσίου. Οἱ καλεσμένοι, ὁ ἐκλεκτός λαός τῶν ᾿Ιουδαίων, ποικιλοτρόπως εἶχαν εἰδοποιηθεῖ ἤδη ἀπό τήν ἐποχή τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου, τήν ὥρα πού ὅλα ἦταν ἕτοιμα, ὅταν πλέον εἶχε φθάσει τό «πλήρωμα τοῦ χρόνου» (Γα 4,4), ἦλθε ὁ ἴδιος ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός γιά νά πεῖ σ᾿ αὐτούς ὅτι ἔφθασε ἡ στιγμή γιά τήν ἀνέκφραστη ἀπόλαυση τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα. Τά ἑτοίμασε ὅλα, λέει ὁ ἅγιος Κύριλλος, «ἁμαρτιῶν ἀπόθεσιν, Πνεύματος ἁγίου μέθεξιν, υἱοθεσίας λαμπρότητα, βασιλείαν οὐρανῶν», ὁ ἴδιος «ὁ Θεὸς καὶ Πατὴρ ἐν Χριστῷ» .

 14,18-20. Καὶ ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες. ῾Ο πρῶτος εἶπεν αὐτῷ· ἀγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. Καὶ ἕτερος εἶπε· ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. Καὶ ἕτερος εἶπε· γυναῖκα ἔγημα, καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν.
   ῾Η εὐγενική καλωσύνη τοῦ οἰκοδεσπότη δέν συγκίνησε καθόλου τούς καλεσμένους. ᾿Αρνοῦνται νά παρευρεθοῦν στό δεῖπνο καί μάλιστα μέ ἕναν τρόπο ἄκομψο, προσβλητικό καί ὑποτιμητικό. Σάν νά ἦταν συνεννοημένοι μεταξύ τους, ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες, δήλωναν παραίτηση ὅλοι.
   Ἡ παραβολή μνημονεύει τρεῖς περιπτώσεις καλεσμένων, πού φαίνονται ἄνθρωποι εὐκατάστατοι, μεγαλοκτηματίες καί ἐκπροσωποῦν ὅλες τίς κατηγορίες καί ἀξίες τοῦ ὑλιστικοῦ κόσμου. Καί οἱ τρεῖς ἐπαναλαμβάνουν μέ ἔμφαση τήν ἀπάντηση· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον, ἡ ὁποία μεταφράζεται· «Συγχώρεσέ με γιά τήν ἀπουσία μου», ἀλλά οὐσιαστικά σημαίνει· «Παράτα με, ἄφησέ με στήν ἡσυχία μου».
   Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι οἱ ἀσχολίες πού κρατοῦν τούς καλεσμένους μακριά ἀπό τό δεῖπνο εἶναι ἔντιμες καί νόμιμες, δέν εἶναι κατακριτέες οὔτε ἁμαρτωλές. Καταντοῦν, ὡστόσο, ἀπαράδεκτες καί θανάσιμα ἐπικίνδυνες, ἐπειδή τούς ἀπορροφοῦν καί τούς κρατοῦν ἔξω ἀπό τήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Μπορεῖ, πράγματι, κάποιος νά περιπλακεῖ σέ ἔργα ἐπιτρεπτά καί νά χάσει ἐξαιτίας αὐτῶν τήν σωτηρία του, καθώς οἱ μέριμνες, τά πλούτη καί οἱ ἡδονές αὐτῆς τῆς ζωῆς συμπνίγουν τά ἀγαθά σπέρματα καί δέν τά ἀφήνουν νά καρποφορήσουν μέσα του (βλ. Λκ 8,14).
   Παρ᾿ ὅλο πού φαίνονται διαφορετικές οἱ δικαιολογίες μέ τίς ὁποῖες αἰτιολογοῦν τήν ἄρνησή τους οἱ καλεσμένοι, ὅλες ξεκινοῦν ἀπό τήν ἴδια νοοτροπία, ἀπό τήν ἀδιαφορία, καί ἐκφράζουν τήν κακή θέλησή τους. ᾿Ενῶ ἀρχικά δέχθηκαν τήν πρόσκληση, στήν συνέχεια τήν ἀθετοῦν δίχως σοβαρό λόγο. Οὐσιαστικά δίδουν τήν προτεραιότητα σέ διάφορες ὑποθέσεις καί ἀσχολίες ὑποτιμώντας τό δεῖπνο καί τόν οἰκοδεσπότη πού τούς κάλεσε. Οἱ ἀπαντήσεις τους εἶναι ἀνειλικρινεῖς·
 α) ᾿Αγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν, λέει ὁ πρῶτος καλεσμένος. Προφανῶς εἶχε δεῖ τόν ἀγρό πρίν τόν ἀγοράσει. Τώρα θέλει νά τόν ξαναδεῖ γιά νά μελετήσει ἀπό κοντά τήν ἀξιοποίησή του καί νά δώσει τίς σχετικές ὁδηγίες στούς δούλους πού θά ἐπιμελοῦνταν τήν καλλιέργεια τοῦ ἀγροῦ. Δέν ἦταν, λοιπόν, τόσο ἀνυπέρθετη ἡ ἐπίσκεψη· μποροῦσε νά ἀναβληθεῖ γιά κάποια ἄλλη ὥρα, μετά τό δεῖπνο.
 β) Ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά· ῾Ο δεύτερος προσκεκλημένος προβάλλει ὡς ἐμπόδιο μία μεγάλη καί ὄχι συνηθισμένη ἀγορά πού ἔκανε, πέντε ζεύγη βοδιῶν! ᾿Επείγεται νά τά δοκιμάσει, νά διαπιστώσει τήν δύναμη, τήν ἀντοχή, τήν εὐπείθειά τους. Θεωρεῖ καί αὐτός λιγώτερο σημαντική τήν συμμετοχή του στό δεῖπνο.
 γ) Γυναῖκα ἔγημα καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν· ῾Ο τρίτος προσκεκλημένος ἦταν νεόνυμφος καί αὐτό χρησιμοποιεῖ ὡς πρόφαση γιά τήν ἀποχή του ἀπό τό δεῖπνο. Δέν μποροῦσε βέβαια νά παραστεῖ μαζί μέ τήν γυναίκα του, διότι στά ἀρχαῖα συμπόσια συμμετεῖχαν μόνον ἄνδρες. ῎Επρεπε νά τήν ἀφήσει γιά λίγο μόνη, ὥστε νά παρευρεθεῖ στό συμπόσιο, ἄν τό ἤθελε. ᾿Εκεῖνος ὅμως ἀρνεῖται, πιθανόν διότι παρερμήνευσε ἕναν νόμο τοῦ Δευτερονομίου κατά τόν ὁποῖο· «ἐὰν δέ τις λάβῃ γυναῖκα προσφάτως, οὐκ ἐξελεύσεται εἰς πόλεμον, καὶ οὐκ ἐπιβληθήσεται αὐτῷ οὐδὲν πρᾶγμα· ἀθῷος ἔσται ἐν τῇ οἰκίᾳ αὐτοῦ ἐνιαυτὸν ἕνα, εὐφρανεῖ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, ἣν ἔλαβεν» (Δε 24,5). Αὐτό ὅμως δέν σήμαινε ὅτι ἀπαγορευόταν νά παρευρεθεῖ στό δεῖπνο.
  ῞Ολες οἱ παραπάνω ἀπαντήσεις μεγαλοποιοῦν ἀσήμαντους λόγους, προκειμένου νά ἀποκρύψουν τήν ἔλλειψη τῆς διαθέσεως γιά συμμετοχή στό δεῖπνο. ῾Υποδηλώνουν τήν προσκόλληση τοῦ ἀνθρώπου στά γήινα καί πρόσκαιρα καί τήν ἀδιαφορία του γιά τά οὐράνια καί αἰώνια ἀγαθά πού τοῦ προσφέρει ἡ θεϊκή ἀγάπη.
 

14,21. Καὶ παραγενόμενος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος ἀπήγγειλε τῷ κυρίῳ αὐτοῦ ταῦτα. Τότε ὀργισθεὶς ὁ οἰκοδεσπότης εἶπε τῷ δούλῳ αὐτοῦ· ἔξελθε ταχέως εἰς τὰς πλατείας καὶ ῥύμας τῆς πόλεως, καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ χωλοὺς καὶ τυφλοὺς εἰσάγαγε ὧδε.
   ῾Ο δοῦλος τῆς παραβολῆς παραγενόμενος, ὅταν ἐπέστρεψε ἀπό τήν ἀποστολή του, ἀπήγγειλε τῷ κυρίῳ αὐτοῦ ταῦτα, μετέφερε μέ ἀκρίβεια στόν κύριό του, ὅπως εἶχε ὑποχρέωση, τίς ἀπαντήσεις πού ἔλαβε. ᾿Εκεῖνος, ὀργισθεὶς εἶπε τῷ δούλῳ αὐτοῦ, ἐξοργισμένος γιά τήν κατάδηλη περιφρόνηση καί ἀγνωμοσύνη τῶν καλεσμένων, ἔδωσε νέα ἐντολή στόν δοῦλο του. ᾿Απαιτεῖ μάλιστα νά τήν πραγματοποιήσει ταχέως, νά τακτοποιηθοῦν ὅλα καί νά πραγματοποιηθεῖ τό δεῖπνο χωρίς καθυστέρηση, ὥστε καί ἄν θελήσουν ἀργότερα νά ἔρθουν ἐκεῖνοι πού ἀρνήθηκαν, νά μήν μποροῦν πλέον.
   Λέει στόν δοῦλο του ὁ οἰκοδεσπότης· ἔξελθε ταχέως εἰς τὰς πλατείας καὶ ῥύμας τῆς πόλεως, πήγαινε γρήγορα στίς πλατεῖες καί στά στενά δρομάκια τῆς πόλεως, σέ δημόσια μέρη, δηλαδή, ὅπου σύχναζαν πολλοί ἄνθρωποι ὅλων τῶν τάξεων. ᾿Από ἐκεῖ εἰσάγαγε ὧδε, νά ὁδηγήσεις ἐδῶ, στό δεῖπνο, τοὺς πτωχούς, τούς ταλαίπωρους ἐπαῖτες, καὶ ἀναπήρους καὶ χωλούς καὶ τυφλοὺς, ἀνθρώπους ταπεινούς, ἀδύναμους καί καταφρονεμένους. Αὐτοί θά ἀντικαταστήσουν στό δεῖπνο τούς ἀξιοπρεπεῖς γαιοκτήμονες καί προύχοντες πού ἀρνήθηκαν νά ἀνταποκριθοῦν στήν τιμητική πρόσκληση τοῦ οἰκοδεσπότη.
   ῾Ο Κύριος «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α´ Τι 2,4). Τό προσκλητήριό του εἶναι οἰκουμενικό, ἀπευθύνεται σέ ὅλους. Εἶναι, λοιπόν, βέβαιο, ὅτι καί ἄν οἱ πρῶτοι καλεσμένοι ἀνταποκρίνονταν στήν πρόσκληση, ὁ οἰκοδεσπότης θά καλοῦσε καί τούς καταφρονεμένους. Προηγήθηκε ὅμως ἡ πρόσκληση πρός τίς τάξεις πού ἀρνήθηκαν, ὥστε νά φανεῖ ἡ προσωπική τους εὐθύνη καί νά εἶναι ἀναπολόγητοι. ῾Η κίνηση αὐτή τοῦ οἰκοδεσπότη δηλώνει ὅτι στήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ γίνονται δεκτοί ἄνθρωποι φτωχοί, ἄσημοι καί ἀσθενεῖς, μέ τήν προϋπόθεση, βέβαια, ὅτι θά ἀνταποκριθοῦν στό κάλεσμά του. ᾿Αντί τῶν ἐπιφανῶν ᾿Ιουδαίων καί τῶν προκρίτων φαρισαίων, πού περιφρόνησαν τό κάλεσμα τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, θά παρακαθήσουν στό δεῖπνο τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ οἱ φτωχοί καί περιφρονημένοι, ὁ «ἄμ χαάρετς», ὁ λαός τῆς γῆς, πού πρόθυμα δέχθηκαν τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου. «Τὰ μωρὰ τοῦ κόσμου καὶ οἱ ἐξουθενωμένοι, οὗτοι ἐκλήθησαν», σχολιάζει ὁ ἅγιος Θεοφύλακτος (πρβλ. Α´ Κο 1,27).
 

14,22-23. Καὶ εἶπεν ὁ δοῦλος· κύριε, γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι τόπος ἐστί. Καὶ εἶπεν ὁ κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· ἔξελθε εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φραγμοὺς καὶ ἀνάγκασον εἰσελθεῖν, ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκός μου.
   ᾿Επιστρέφοντας τήν δεύτερη φορά ὁ δοῦλος ἀνακοινώνει ὅτι ἐκτελέσθηκε ἡ διαταγή τοῦ κυρίου του, ἀλλά ὑπάρχει ἀκόμη χῶρος καί γιά ἄλλους· κύριε, γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι τόπος ἐστί. ῾Ο οἰκοδεσπότης τόν στέλνει τώρα εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φραγμούς, στούς δρόμους καί σέ ὑπαίθριους περιφραγμένους χώρους, δηλαδή πάλι σέ μέρη πολυσύχναστα. ᾿Εδῶ βλέπουν οἱ ἅγιοι πατέρες τήν στροφή τοῦ εὐαγγελίου στά ἔθνη.
   ῾Η ἐντολή ἀνάγκασον εἰσελθεῖν δέν σημαίνει ἀσφαλῶς ἄσκηση βίας· τονίζει τήν ἐπίμονη προσπάθεια πού ὀφείλει νά καταβάλει ὁ δοῦλος, ὥστε νά πείσει τούς ἀνθρώπους νά δεχθοῦν τήν ἀπίστευτη καί ἀπροσδόκητη πρόσκληση ξεπερνώντας κάθε δισταγμό. ῾Η ἐπιθυμία τοῦ οἰκοδεσπότη, ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκός μου, φανερώνει τήν γενναιόδωρη ἀγάπη του καί ἐπιβεβαιώνει ὅτι ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ δέν ἀνέχεται τά κενά, ὅπως καί ἡ φύση. ῎Αν ἀρνήθηκαν νά συμμετέχουν στήν χαρά τῆς βασιλείας ἐκεῖνοι πού ἐπί αἰῶνες ἑτοιμάζονταν γι᾿ αὐτήν, θά βρεῖ ὁ Θεός ἄλλους, δέν θά μείνει ἄδειος ὁ παράδεισος!
 Μετά τόν φτωχό καί περιφρονημένο λαό τοῦ ᾿Ισραήλ δέχονται τήν πρόσκληση τῆς σωτηρίας τά εἰδωλολατρικά ἔθνη, πού οἱ φαρισαῖοι μέ βδελυγμία τά περιφρονοῦσαν. ᾿Αποξενωμένα ὥς τότε ἀπό τίς δωρεές τοῦ Θεοῦ (βλ. ᾿Εφ 2,12) ἦταν βυθισμένα ἐπί αἰῶνες στό σκοτάδι τῆς εἰδωλολατρίας. Τό ἐπίμονο ὅμως κήρυγμα τῶν ἀποστόλων, ἡ ἀνυπέρβλητη δύναμη τοῦ θεόπνευστου εὐαγγελικοῦ λόγου τούς «ἀνάγκασαν» νά εἰσέλθουν στούς κόλπους τῆς ᾿Εκκλησίας.

 14,24. Λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου.

῾Ο τελευταῖος λόγος τοῦ οἰκοδεσπότη εἶναι κατηγορηματικός· λέγω γὰρ ὑμῖν, σᾶς βεβαιώνω, ὅτι οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου, κανείς ἀπό ἐκείνους τούς πρώτους καλεσμένους πού περιφρόνησαν τήν πρόσκλησή μου δέν θά γευθεῖ τό δεῖπνο μου.
  ᾿Αποκλείονται ἀπό τό δεῖπνο ὅλοι ἐκεῖνοι πού ἀρνήθηκαν νά ἀνταποκριθοῦν στό κάλεσμα τοῦ οἰκοδεσπότη. Οἱ ἀλαζόνες φαρισαῖοι, πού νόμιζαν ὅτι ὡς ἐκλεκτοί ἀπόγονοι τοῦ ᾿Αβραάμ ἔχουν κεκτημένα δικαιώματα στήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ, διαψεύδονται πλήρως. Τό λέγω γὰρ ὑμῖν μεταφέρει τήν παραβολή στήν πραγματικότητα. ῾Ο ᾿Ιησοῦς, πού εἶπε τήν παραβολή ὡς ἀπάντηση στόν μακαρισμό τοῦ αὐτάρεσκου φαρισαίου (στ. 15), ἀποκαλύπτει ὅτι εἶναι ὁ οἰκοδεσπότης τοῦ δείπνου. Δηλώνει ξεκάθαρα ὅτι δέν πρόκειται νά γευθοῦν τά ἀγαθά τῆς βασιλείας του οἱ συνδαιτυμόνες του φαρισαῖοι, ἄν ἀδιαφορήσουν γιά τήν πρόσκληση πού Αὐτός τούς ἀπευθύνει. ῾Ομοίως κατηγορηματική θά ἀντηχήσει κατά τήν ἡμέρα τῆς κρίσεως ἡ ἀμετάκλητη ἀπόφαση τοῦ Κυρίου, ὅτι ἀποκλείονται γιά πάντα ἀπό τήν βασιλεία του ὅλοι ὅσοι περιφρόνησαν καί ἀρνήθηκαν τό κάλεσμά του.

Στεργίου Σάκκου, Ἑρμηνεία στό κατά Λουκᾶν Εὐαγγέλιο, τόμος Β΄, σελ. 290-297

Πέμπτη, 14 Δεκέμβριος 2023 02:00

Κυριακή Προπατόρων Κλ 3,4-11

῾Η νέα ἐν Χριστῷ ζωή

 xr ῾Η πρός Κολασσαεῖς ᾿Επιστολή διακρίνεται σέ δύο μέρη, τό δογματικό (κεφ. 1-2) καί τό πρακτικό (κεφ. 3-4).
  Στό α´ μέρος ὁ ἀπ. Παῦλος τονίζει τή θεότητα τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ καί τήν ἀσύγκριτη ὑπεροχή του ἔναντι ὅλου τοῦ ὁρατοῦ καί τοῦ ἀοράτου κόσμου. ῾Ο Χριστός εἶναι ὁ δημιουργός καί κυβερνήτης τοῦ σύμπαντος. ῎Οχι μόνο ἔπλασε τόν κόσμο ἀλλά καί τόν ἀνέπλασε. Μέ τό σταυρό καί τήν ἀνάστασή Του χαρίζει τή λύτρωση στούς πιστούς.
  Στό β´ μέρος τῆς ᾿Επιστολῆς ὁ ἀπόστολος ἐκθέτει τίς πρακτικές συνέπειες πού ἔχει στή ζωή τῶν χριστιανῶν τό ἀπολυτρωτικό ἔργο τοῦ Χριστοῦ. Θεμελιώνει τήν ἠθική διδασκαλία πάνω στή θεολογική ἀλήθεια καί τήν παρουσιάζει ὡς συνέπεια ἐκείνης.
῾Η περικοπή μας ἀποτελεῖ εἰσαγωγή στό πρακτικό μέρος τῆς ᾿Επιστολῆς καί ἀποκαλύπτει τρεῖς μεγάλες ἀλήθειες, μία πνευματική (στ. 1-4), μία ἠθική (στ. 5-10) καί μία κοινωνική (στ. 11). Οἱ ἀλήθειες αὐτές χορταίνουν καί ξεδιψοῦν τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, διότι ἀγκαλιάζουν ὅλα τά προβλήματά του καί ἱκανοποιοῦν τίς οὐσιαστικές ἀναζητήσεις του.
  1) Πνευματική ἀλήθεια· ῾Ο ἄνθρωπος δέν εἶναι τυχαῖο πλάσμα ἀλλά φορέας αἰώνιας ἀξίας. Στό θεανδρικό πρόσωπο τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ καί στό ἀναστημένο σῶμα του ἔχει κρυφτεῖ ἡ ζωή τοῦ πιστοῦ. Γι᾿ αὐτό ὁ χριστιανός πολιτεύεται στή γῆ ὡς πάροικος καί περαστικός. Τό ἐνδιαφέρον του εἶναι στραμμένο στόν οὐρανό, ὅπου ὁ ἀναστημένος Χριστός. ῞Οταν θά φανερωθεῖ καί πάλι στόν κόσμο ὁ Χριστός, θά φανερωθοῦν καί θά δοξαστοῦν μαζί του καί οἱ πιστοί.
  2) ᾿Ηθική ἀλήθεια· ῾Η ἠθική ζωή τοῦ χριστιανοῦ θεμελιώνεται στή σχέση του μέ τόν Χριστό. Γιά νά εἶναι οὐρανοπολίτης, πρέπει νά νεκρώσει τόν «παλαιόν ἄνθρωπον» μέ ὅλα τά πάθη καί τίς κακίες του καί νά ντυθεῖ τόν «νέον», πού εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ.
  3) Κοινωνική ἀλήθεια· Οἱ κοινωνικές διακρίσεις παύουν νά ὑφίστανται. Στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τήν ᾿Εκκλησία, ὅλοι εἴμαστε ἑνωμένοι· ἀδελφοί τοῦ Χριστοῦ καί ἀδελφωμένοι μεταξύ μας.
  ῾Η ἀποστολική περικοπή περιλαμβάνει τούς στίχους 4-11 τοῦ 3ου κεφ. ᾿Εμεῖς θά ἀρχίσουμε τήν ἑρμηνεία ἀπό τόν πρῶτο στίχο, γιά νά ἔχουμε ὁλοκληρωμένη τήν ἑνότητα.
 
α) Στραμμένοι πρός τόν ἀναστημένο Κύριο (3,1-3)
 
3,1-2. Εἰ οὖν συνηγέρθητε τῷ Χριστῷ, τά ἄνω ζητεῖτε, οὗ ὁ Χριστός ἐστιν ἐν δεξιᾷ τοῦ Θεοῦ καθήμενος, τά ἄνω φρονεῖτε, μή τά ἐπί τῆς γῆς.
  ῾Η φράση εἰ οὖν δέν ἐκφράζει ὑπόθεση ἤ ἀμφιβολία ἀλλά προϋπόθεση καί βάση γιά τό συμπέρασμα πού ἀκολουθεῖ. Σημαίνει «ἐφόσον».
  ῾Ο ᾿Ιησοῦς Χριστός μέ τήν ἐνανθρώπησή του ἔκανε δική του τήν ἀνθρώπινη φύση, τήν ἁγίασε καί τή θέωσε. Μέ τό θάνατο καί τήν ἀνάστασή του λύτρωσε, ἀνακαίνισε καί δόξασε τό ἀνθρώπινο γένος. ῎Ετσι κάθε ἄνθρωπος πού πιστεύει στόν Χριστό, μέ τή μετάνοια καί τό βάπτισμά του στό ὄνομα τῆς ἁγίας Τριάδος, συνεγείρεται καί συνανασταίνεται μέ τόν Χριστό. Στή νέα ἐν Χριστῷ ζωή ὁ χριστιανός, ἄν καί πορεύεται ἐδῶ στή γῆ, διατηρεῖ ἐπαφή καί ἐπικοινωνία μέ τόν ἀναστημένο Χριστό, ὁ ὁποῖος βρίσκεται στόν οὐρανό.
  ᾿Εφόσον ὁ πιστός πορεύεται ἀκόμα μέσα στόν ἁμαρτωλό κόσμο, καί δέν ἔχει ἀπαλλαγεῖ ἀπό τά πάθη, εἶναι ἀνάγκη συνεχῶς νά ἀγωνίζεται, γιά νά κρατᾶ τόν ἑαυτό του σταθερά καί ἀπαρέγκλιτα προσκολλημένο στόν Κύριο καί τήν οὐράνια πατρίδα του. Γιά τό λόγο αὐτό ὁ ἀπόστολος προτρέπει· τά ἄνω ζητεῖτε, τά ἄνω φρονεῖτε! Μέ τά δύο ρήματα ζητεῖτε καί φρονεῖτε ἀναφέρεται στά βασικά στοιχεῖα πού χαρακτηρίζουν τόν ἄνθρωπο, τίς ἀναζητήσεις καί τό φρόνημά του. Οἱ ἀναζητήσεις ἔχουν σχέση μέ τά πρακτικά θέματα τῆς καθημερινῆς ζωῆς, δηλαδή μέ τή βιοθεωρία του. Τό φρόνημα συνδέεται μέ τά θεωρητικά, μέ τίς ἀπόψεις του γιά τή ζωή, τά «πιστεύω» του, δηλαδή μέ τήν κοσμοθεωρία του. Τό ἀποστολικό παράγγελμα προσανατολίζει τόσο τή βιοθεωρία ὅσο καί τήν κοσμοθεωρία τοῦ χριστιανοῦ πρός τά ἄνω, οὗ ὁ Χριστός ἐστιν. Τά ἐπουράνια νά ἑλκύουν τό ἐνδιαφέρον τοῦ πιστοῦ, διότι ἐκεῖ, στόν οὐρανό, βρίσκεται ὁ Χριστός. «Πλάσθηκες γιά νά βλέπεις τόν Θεό», παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, «ὄχι γιά νά σέρνεται πάνω στή γῆ ἡ ζωή σου, ὄχι γιά νά ἔχεις τήν κτηνώδη ἀπόλαυση, ἀλλά γιά νά ἀνταποκρίνεσαι στήν οὐράνια πολιτεία». Γιά τόν πιστό ὁ οὐρανός εἶναι μία συγκεκριμένη πραγματικότητα, εἶναι ἡ πατρίδα του, ὁ θησαυρός του, τό μέλλον του, διότι συνδέεται μέ τό πρόσωπο τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ. ῾Ο ἴδιος ὁ Κύριος τόνισε· «ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρός ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καί ἡ καρδία ὑμῶν» (Μθ 6,21). ῾Ο φυσικός ἄνθρωπος ἑλκύεται ἀπό τόν Θεό, διότι πλάσθηκε «κατ᾿ εἰκόνα καί καθ᾿ ὁμοίωσιν» (Γέ 1,26) δική του. Μέ τήν ὑποταγή του ὅμως στήν ἁμαρτία ξέπεσε ἀπό τή δόξα του καί ἔχασε τό κάλλος του. ῾Ο ᾿Ιησοῦς Χριστός τόν ἐπαναφέρει καί πάλι στήν κοινωνία τοῦ Θεοῦ.
  ῾Η φράση ἐν δεξιᾷ τοῦ Θεοῦ δηλώνει ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁμοούσιος μέ τόν Πατέρα, ἐνῶ τό καθήμενος ὅτι κάθεται στό θρόνο του καί ἀπολαμβάνει τήν αἰώνια βασιλεία του. ῾Ο ἀπόστολος, γιά νά τραβήξει τό ἐνδιαφέρον τῶν πιστῶν, νά τούς ἀπαλλάξει ἀπό γήινες φιλοδοξίες καί νά τούς στρέψει πρός τήν οὐράνια πραγματικότητα, προβάλλει τόν ἔνδοξο θρόνο τοῦ Χριστοῦ.
  Μέ τή φράση μή τά ἐπί τῆς γῆς (πρβλ. ᾿Ιω 8,23· ᾿Ια 3,15-17) ὁ ἀπόστολος ἐπισημαίνει ἕναν κίνδυνο πού διατρέχουν οἱ πιστοί· ῎Αν καί ἀρχικά ἀπαλλάχθηκαν ἀπό τά ἐπί τῆς γῆς, ἀπό τό καθεστώς τοῦ κόσμου, καί ἐντάχθηκαν στήν ᾿Εκκλησία, μπορεῖ νά παρασυρθοῦν, νά ξεφύγουν ἀπό τήν ὀρθή πίστη καί νά ξαναγυρίσουν πάλι στά τοῦ κόσμου, κρατώντας μόνο ἕνα θρησκευτικό ἐπίχρισμα. Τότε θά ἀνήκουν στούς αἱρετικούς τούς «τά ἐπίγεια φρονοῦντες», ὅπως ἐπισημαίνει ὁ ἀπόστολος στούς Φιλιππησίους (3,19· πρβλ. Ρω 8,5).
 
3,3. ᾿Απεθάνετε γάρ, καί ἡ ζωή ὑμῶν κέκρυπται σύν τῷ Χριστῷ ἐν τῷ Θεῷ.
  ῾Ο ἀπόστολος ἐξηγεῖ γιά ποιό λόγο οἱ πιστοί δέν πρέπει νά φρονοῦν «τά ἐπί τῆς γῆς». Μέ τό βάπτισμά σας, λέει, ἀπεθάνετε μαζί μέ τόν ᾿Ιησοῦ. «Καί ὅπως στήν ᾿Ερυθρά θάλασσα», ἑρμηνεύει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, «βυθίστηκαν οἱ Αἰγύπτιοι καί ἀνυψώθηκαν οἱ ᾿Ισραηλίτες, ἔτσι καί στήν κολυμβήθρα ὁ ἕνας (παλαιός ἄνθρωπος) ἐτάφηκε καί ὁ ἄλλος (ὁ νέος) ἀναστήθηκε. Καί ὅπως ἡ δύναμη τῆς φωτιᾶς συγκολλᾶ τά μεταλλεύματα καί κάνει τό χρυσάφι, ἔτσι καί ἐδῶ ἡ δύναμη τῆς φωτιᾶς ἐξαφάνισε τόν χωμάτινο ἀνδριάντα (τόν χοϊκό ἄνθρωπο), καί στή θέση του ἔδωσε τόν νέο, πού εἶναι ἀνώτερος ἀπό τόν χρυσό, εἶναι οὐράνιος!».
  Μέ τό βάπτισμα καί τή μετάνοια ὁ πιστός πεθαίνει γιά τόν ἑαυτό του καί ζῆ πλέον γιά τόν Χριστό.
  ῾Η ζωή ὑμῶν κέκρυπται σύν τῷ Χριστῷ ἐν τῷ Θεῷ· ῞Οπως ὁ σπόρος, ὅταν σπέρνεται, φαίνεται ὅτι πεθαίνει, στήν πραγματικότητα ὅμως εἶναι κρυμμένος μέσα στή γῆ μαζί μέ τή ζωτικότητά του, ἔτσι καί οἱ πιστοί, πού μέ τό Βάπτισμά τους πέθαναν σύν τῷ Χριστῷ εἶναι κρυμμένοι μέσα στόν Θεό. ῾Ο ἅγιος Χρυσόστομος ἐξηγεῖ· «Στόν οὐρανό δέν βρίσκεται μόνο ὁ Χριστός, ἀλλά μαζί του, μέσα στήν ἀνθρώπινη φύση του, βρίσκεται καί ὁ καλύτερος ἑαυτός τῶν πιστῶν, τόν ὁποῖο δέν μποροῦν νά διακρίνουν οἱ ἄνθρωποι, ὅπως κανείς δέν μπορεῖ νά διακρίνει τό μαργαριτάρι πού βρίσκεται μέσα στό κοχύλι». Οἱ πιστοί ζοῦν μέσα στόν κόσμο, ἀλλά ἡ ἐσωτερική ζωή τους εἶναι κρυμμένη. ῾Η πνευματική ζωή βιώνεται μόνο σύν τῷ Χριστῷ, δηλαδή μόνο ἀπό ἐκείνους πού βρίσκονται μέσα στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, στήν ᾿Εκκλησία.
  Στά χρόνια τοῦ β´ παγκοσμίου πολέμου οἱ πλούσιοι, πού εἶχαν τεράστιες περιουσίες, κρατοῦσαν ἕνα μικρό μέρος γιά τίς ἀνάγκες τους, καί φρόντιζαν νά ἀσφαλίσουν τά πλούτη τους σέ τράπεζες τοῦ ἐξωτερικοῦ. ῎Ετσι καί οἱ χριστιανοί τόν πολύτιμο θησαυρό τῆς πνευματικῆς περιουσίας τους τόν ἔχουν ἀσφαλισμένο στήν τράπεζα τοῦ οὐρανοῦ, μέσα στόν Θεό, μαζί μέ τό ἀναστημένο σῶμα τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ.
 
β) Μαζί μέ τόν Χριστό ἔνδοξοι καί οἱ πιστοί (3,4)
 
  3,4. ὅταν ὁ Χριστός φανερωθῇ, ἡ ζωή ἡμῶν, τότε καί ὑμεῖς σύν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ.
   Οἱ ἄπιστοι δέν γνωρίζουν καί δέν βλέπουν τόν ἀναστημένο Κύριο. Οἱ πιστοί τόν γνωρίζουν, ἀλλά τόν βλέπουν μόνο μέ τά μάτια τῆς πίστεως (βλ. Β´ Κο 5,7· πρβλ. Α´ Πέ 1,8). Θά τόν δοῦν ὅλοι φανερά, ὅταν ὁ Χριστός φανερωθῇ, τήν ἡμέρα τῆς δευτέρας Παρουσίας.
  ῾Ο ἀπόστολος, ἐνῶ μιλᾶ στούς χριστιανούς τῶν Κολοσσῶν, λέει ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἡ ζωή ἡμῶν, συμπεριλαμβάνοντας καί τόν ἑαυτό του. ῾Ο Χριστός, «ὁ ἀρχηγός τῆς ζωῆς» (Πρξ 3,15), εἶναι ἡ ζωή ὅλου τοῦ κόσμου ἀλλά ἰδιαίτερα τῶν πιστῶν. Μέσα στή δική του παρουσία βρίσκει ὁ πιστός τή χαρά καί τό νόημα τῆς ζωῆς. ῾Ο εὐαγγελιστής ᾿Ιωάννης γράφει· «῾Ο ἔχων τόν υἱόν ἔχει τήν ζωήν· ὁ μή ἔχων τόν υἱόν τοῦ Θεοῦ τήν ζωήν οὐκ ἔχει» (Α´ ᾿Ιω 5,12· πρβλ. ᾿Ιω 11,25). ῾Ο Χριστός εἶναι ὁ χορηγός τῆς ζωῆς· μέσα στήν ᾿Εκκλησία μᾶς προσφέρει τή ζωή μέ τό λόγο του καί μέ τά μυστήριά του.
Τότε καί ὑμεῖς σύν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ· Τότε, κατά τή δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ, θά ἐμφανισθοῦν μαζί του καί οἱ πιστοί (πρβλ. Β´ Θε 1,10) καί θά ἀποκαλυφθεῖ σέ ὅλους καί ἡ δική τους δόξα. Εὔστοχα παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Χρυσόστομος ὅτι πάντοτε ὁ ἀπόστολος προσπαθεῖ νά δείξει στούς πιστούς ὅτι εἶναι σέ ὅλα μέτοχοι μέ τόν Χριστό. ῎Ετσι στήν περικοπή μας βλέπουμε νά γίνεται λόγος γιά θάνατο, ἀνάσταση, φανέρωση, δόξα καί τοῦ Χριστοῦ καί τῶν χριστιανῶν.
  Γιά τή ζωή τῶν πιστῶν μετά τή δευτέρα Παρουσία ὁ ἀπ. Παῦλος γράφει στούς Θεσσαλονικεῖς· «πάντοτε σύν Κυρίῳ ἐσόμεθα» (Α´ Θε 4,17). ῾Ο εὐαγγελιστής ᾿Ιωάννης ἀποκαλύπτει· «οἴδαμεν δέ ὅτι ἐάν φανερωθῇ, ὅμοιοι αὐτῷ ἐσόμεθα, ὅτι ὀψόμεθα αὐτόν καθώς ἐστι» (Α´ ᾿Ιω 3,2), θά εἴμαστε ὅμοιοι μέ τόν ἀναστημένο Κύριο καί θά μποροῦμε πλέον νά τόν βλέπουμε ὅπως εἶναι. ῾Η ἐλπίδα, ὅτι οἱ πιστοί θά γίνουν ὅμοιοι μέ τόν Κύριο, τούς ἐμπνέει τή δύναμη καί τό ζῆλο, ὥστε νά διατηροῦν ἁγνό τόν ἑαυτό τους (βλ. Α´ ᾿Ιω 3,3). Στούς ἑπόμενους στίχους ὁ ἀπ. Παῦλος θεμελιώνει σ᾿ αὐτή τήν ἐλπίδα τίς προτροπές πού ἀπευθύνει στούς Κολασσαεῖς.
 
γ) Νεκροί γιά τήν ἁμαρτία (3,5-7)
 
  ᾿Αναφέρεται μία πεντάδα παθῶν πού πρέπει νά νεκρώσει ὁ πιστός. ῾Η πεντάδα αὐτή ἔχει σχέση μέ τά σαρκικά πάθη, στά ὁποῖα ἐντάσσεται καί ἡ πλεονεξία.
  3,5. Νεκρώσατε οὖν τά μέλη ὑμῶν τά ἐπί τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν, καί τήν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστίν εἰδωλολατρία.
  Τό παράγγελμα διατυπώνεται ὡς συμπέρασμα τῶν προηγουμένων, ὅπως δηλώνει καί ὁ σύνδεσμος οὖν. ᾿Εφόσον ἔχετε πεθάνει μαζί μέ τόν Χριστό καί θά φανερωθεῖτε μαζί του κατά τή Δευτέρα Παρουσία του, νεκρώσατε, λοιπόν, τά μέλη ὑμῶν τά ἐπί τῆς γῆς.
  Οἱ χριστιανοί μέ τό Βάπτισμά τους ἔγιναν συμμέτοχοι στό θάνατο τοῦ Χριστοῦ, πέθαναν γιά τήν ἁμαρτία καί τόν κόσμο· «Οἱ δέ τοῦ Χριστοῦ τήν σάρκα ἐσταύρωσαν σύν τοῖς παθήμασι καί ταῖς ἐπιθυμίαις» (Γα 5,24). ῎Εμεινε ὅμως μέσα τους ἡ ροπή γιά τήν ἁμαρτία, ἡ ὁποία ἐνεργεῖ καί μετά τό Βάπτισμα. ῾Ο ἀπ. Παῦλος καλεῖ τούς πιστούς μέ τόν συνεχῆ πνευματικό ἀγώνα καί μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ ὄχι μόνο νά ἀπορρίψουν ἤ νά ἀπομακρύνουν, ἀλλά νά ἐξαφανίσουν ἐντελῶς, νά νεκρώσουν αὐτή τή ροπή γιά τήν ἁμαρτία, ὥστε νά μήν ὑπάρχει πλέον. Στήν προτροπή νεκρώσατε βλέπει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος τήν ὁλοκληρωτική ἐξαφάνιση τῆς ἁμαρτίας, διότι «τό νεκρό εἶναι μισητό, ἀποτρόπαιο, ἀποσυντεθειμένο. ῎Αν νεκρώσεις τή ροπή γιά τήν ἁμαρτία, δέν μένει νεκρή, ἀλλά φθείρεται ἀμέσως, ὅπως ἀκριβῶς τό σῶμα».
  Διευκρινίζει ἐπίσης ὁ ἅγιος ἑρμηνευτής ὅτι ὁ χαρακτηρισμός τῶν μελῶν ὡς τά ἐπί τῆς γῆς δηλώνει τήν ἁμαρτία. Δέν κατηγορεῖ τά μέλη τοῦ σώματος ὡς αἰτία τῆς ἁμαρτίας. «῎Αν τό μάτι βλέπει τά σώματα, τά κάλλη καί τά χρήματα, τό αὐτί εὐχαριστεῖται μέ τό ἡδυπαθές μέλος, τήν κιθάρα καί τόν αὐλό καί τήν αἰσχρολογία, καί γενικά τά μέλη ἐπιθυμοῦν ὅλες τίς γήινες ἀπολαύσεις, εἶναι μέλη ἐπί τῆς γῆς... ῎Αν τό αὐτί ἀκούει τά λεγόμενα στούς οὐρανούς, τό μάτι δέν στηλώνεται στά ἐδῶ, τό στόμα δέν λέει τίποτα ἀπό τά ἐδῶ, τό χέρι δέν πράττει τίποτε ἀπό τά πονηρά... τότε τά μέλη ἀνήκουν στόν οὐρανό».
  ᾿Εξηγώντας ποιά εἶναι τά μέλη τά ἐπί τῆς γῆς, ὁ ἀπόστολος ἀναφέρει δειγματοληπτικά μερικά μόνο ἀπό αὐτά, γιά νά ἀσφαλίσει τούς πιστούς ἀπό ἁμαρτωλές προκλήσεις ἀλλά, ἴσως, καί γιά νά ἀνακαλέσει στήν τάξη κάποιους χριστιανούς πού ἔπεσαν στίς συγκεκριμένες ἀσχημίες. ᾿Αρχίζει τήν ἀναφορά ἀπό τά σαρκικά πάθη, διότι αὐτά ὀργίαζαν στούς εἰδωλολάτρες τῆς περιοχῆς τῶν Κολοσσῶν. ᾿Αρκεῖ νά θυμηθοῦμε ὅτι τά φρυγικά μυστήρια συνδέονταν μέ ἀκατονόμαστες ἀσέλγειες (πρβλ. ᾿Απ 2,14). Πρῶτα ἀναφέρει τήν πορνείαν. ᾿Ακαθαρσίαν χαρακτηρίζει τήν ἠθική ρυπαρότητα, τήν ἀσέλγεια, τά βρόμικα σαρκικά πάθη, τά ὁποῖα ἀποφεύγει νά ἀναφέρει ὀνομαστικά, διότι «τά γάρ κρυφῆ γινόμενα ὑπ᾿ αὐτῶν αἰσχρόν ἐστι καί λέγειν» (᾿Εφ 5,12).
  Μέ τή λέξη πάθος χαρακτηρίζει αἰσχρά σαρκικά ἁμαρτήματα, τά ὁποῖα καθορίζει ἀλλοῦ ὡς «πάθη ἀτιμίας» (Ρω 1,26) ἤ «πάθος ἐπιθυμίας» (Α´ Θε 4,5). «Πάθος, καθότι ἀληθῶς πάσχει καί τυραννεῖται ὁ ὑπ᾿ αὐτῶν πυρούμενος», σχολιάζει ὁ Νικηφόρος Θεοτόκης.
  ᾿Επιθυμίαν κακήν· ῾Υπάρχει βέβαια καί καλή ἐπιθυμία. ῾Ο προφήτης Δανιήλ χαρακτηρίζεται «ἀνήρ ἐπιθυμιῶν» (Δα 9,23), διότι ἐπιθυμοῦσε ἅγια καί ἱερά πράγματα. Στήν περίπτωσή μας ὅμως πρόκειται γιά τήν κακή ἐπιθυμία καί μάλιστα γι᾿ αὐτή πού μολύνει τήν καρδιά καί ὑποκινεῖ τά σαρκικά πάθη. ᾿Από τό λογισμό καί τήν ἐπιθυμία ξεκινοῦν ὅλα τά κακά.
  Τήν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστίν εἰδωλολατρία· Πλεονεξία εἶναι ἡ ἄπληστη ἀναζήτηση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν καί ἡ προσκόλληση σ᾿ αὐτά. Εὔστοχα χαρακτηρίζεται εἰδωλολατρία (πρβλ. ᾿Εφ 5,5), διότι οἱ πλεονέκτες παύουν νά εἶναι δοῦλοι τοῦ Θεοῦ καί γίνονται δοῦλοι τῶν χρημάτων. Καταπατοῦν τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ· «μή θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυρούς ἐπί τῆς γῆς... ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρός ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καί ἡ καρδία ὑμῶν» (Μθ 6,19-21). ᾿Εξάλλου, ὅπως παρατηρεῖ ὁ Θεοδώρητος, ὁ Κύριος ὀνόμασε τόν μαμωνᾶ (=τόν πλοῦτο) «κύριο», γιά νά μᾶς διδάξει ὅτι ἐκεῖνος πού δουλεύει στό πάθος τῆς πλεονεξίας τιμᾶ τόν πλοῦτο ὡς θεό.
  ῾Ο Νικηφόρος Θεοτόκης ἑρμηνεύει· «Εἶπε ὅτι ἡ πλεονεξία ἐστίν εἰδωλολατρία, διότι καθώς οἱ εἰδωλολάτρες, σχηματίζοντας εἴδωλα χρυσά καί ἀργυρά καί λίθινα καί ἀπό κάθε ἄλλη ὕλη κατασκευασμένα, πάνω σ᾿ αὐτά εἶχαν στηρίξει ὅλη τήν ἐλπίδα τῆς εὐτυχίας τους, ἔτσι καί οἱ πλεονέκτες, συγκεντρώνοντας κάθε εἴδους ἀποκτήματα, ἀπό αὐτά ἐλπίζουν κάθε ὑπεράσπιση καί ἀπόλαυση καί ἀνάπαυση».
  ῾Ο ἄνθρωπος, γιά νά ζήσει τήν ἠθική πού κηρύττει τό εὐαγγέλιο, πρέπει νά καλλιεργηθεῖ ἐσωτερικά, νά ξερριζώσει τά πάθη του καί νά ἀσκήσει τήν ἀγάπη. ῾Η ἠθική ἀποβλέπει στό νά κάνει τούς ἀνθρώπους τίμιους καί μέ τήν ἔννοια τῆς ἐντιμότητος στίς συναλλαγές καί στίς σχέσεις τους μέ τούς συνανθρώπους τους ἀλλά καί μέ τήν ἔννοια τῆς ἁγνότητος. Στό πρῶτο ἀντιτάσσεται ἡ πλεονεξία, στό δεύτερο ἡ σαρκολατρία. Καί τά δύο αὐτά ἁμαρτήματα εἶναι ἐξίσου σοβαρά καί μάλιστα, ὅπως λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ἡ πλεονεξία εἶναι χειρότερη καί ἀπό τή σαρκολατρία, διότι ὁ σαρκολάτρης νικιέται ἀπό τή σάρκα, πού εἶναι πράγματι ἕνας σκληρός καί ἰσχυρός ἀντίπαλος, ἐνῶ ὁ πλεονέκτης νικιέται ἀπό τά ὑλικά ἀγαθά καί κυρίως ἀπό τό χρῆμα, πού εἶναι εὐτελές καί ἀνίσχυρο.
  ῾Ο πιστός ἀγωνίζεται μέ χαρά καί ἐνθουσιασμό νά μένει τίμιος· τίμιος στήν ἁγνότητά του καί τίμιος στίς συναλλαγές του. ῾Η ἠθική ζωή του ἀπορρέει ἀπό τήν πίστη του στόν Χριστό καί στήν αἰώνια ἀξία πού ἔχει τό ἀναστημένο του σῶμα. Γιά τό λόγο αὐτό δέν ἀντιμετωπίζει τόν κίνδυνο νά κουραστεῖ ἤ νά ἀποκάμει, νά ἀπογοητευθεῖ ἤ νά δειλιάσει.
 
3,6. δι᾿ ἅ ἔρχεται ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ ἐπί τούς υἱούς τῆς ἀπειθείας.
  Δι᾿ ἅ, γιά ὅλα αὐτά, τά πάθη πού ἀνέφερε προηγουμένως ἔρχεται ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ (πρβλ. ᾿Εφ 5,6· Α´ Θε 2,16). ῾Ο Θεός βέβαια δέν ὀργίζεται. ῾Ο ἄνθρωπος ὅμως ἀπομακρύνεται μέ τήν ἁμαρτία του ἀπό τόν Θεό καί ἡ ἔλλειψη τοῦ Θεοῦ συνιστᾶ τήν ὀργή του. ῞Οπως τά σύννεφα κρύβουν τόν ἥλιο, ἔτσι τά πάθη κρύβουν ἀπό τά μάτια μας τόν Θεό καί τότε νιώθουμε τήν ὀργή του. Κάθε ἀπομάκρυνση ἀπό τό δρόμο τοῦ Θεοῦ πληρώνεται μέ ἀκριβό τίμημα. Τό βαρύ κόστος τῆς παραβάσεως τοῦ θείου θελήματος τό περιγράφει ἀναλυτικά ὁ ἀπόστολος στήν πρός Ρωμαίους ᾿Επιστολή (1,18-32). ῾Ο Θεός ἀφήνει τόν ἄνθρωπο νά χρησιμοποιήσει τήν ἐλευθερία πού τοῦ ἔδωσε ἀκόμα καί γιά τήν καταστροφή του.
  Στήν ἁγία Γραφή ὀργή τοῦ Θεοῦ ὀνομάζεται καί ἡ κόλαση (Μθ 3,7· Ρω 2,5· Α´ Θε 1,10 κ.ἀ.), ἡ ὁποία δέν ἐκδηλώνεται μόνο μετά τό θάνατο ἀλλά καί στήν παροῦσα ζωή. Χαρακτηριστικά παραδείγματα εἶναι ὁ κατακλυσμός πού καταπόντισε τόν κόσμο τήν ἐποχή τοῦ Νῶε (Γέ 7), ἡ φωτιά πού κατέκαυσε τούς διεφθαρμένους κατοίκους τῶν Σοδόμων καί τῆς Γομόρρας (Γέ 19), ἡ τιμωρία τοῦ πλεονέκτη βασιλιᾶ ᾿Αχαάβ (Γ´ Βα 22, 34-38).
᾿Επί τούς υἱούς τῆς ἀπειθείας· Οἱ ἄνθρωποι πού ἐπισύρουν πάνω τους τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ εἶναι αὐτοί πού δέν ἁμαρτάνουν ἀπό ἄγνοια ἤ συναρπαγή τοῦ πονηροῦ ἀλλά ἀπό ἀπείθεια. Δέν ἔχουν τή διάθεση νά ὑπακούσουν στόν Θεό, δέν θέλουν νά συμμορφωθοῦν μέ τίς ἐντολές του. Καί ὅπως ἐκεῖνοι πού πετροβολοῦν τά ἄστρα ἤ φτύνουν τόν ἥλιο δέχονται στό κεφάλι τους αὐτά πού ἐκτοξεύουν, ἔτσι καί οἱ ἀπειθεῖς ὑφίστανται τή συνέπεια τῆς ἀπείθειάς τους.
 
3,7. ἐν οἷς καί ὑμεῖς περιεπατήσατέ ποτε, ὅτε ἐζῆτε ἐν αὐτοῖς.
  ῾Υπενθυμίζοντας ὁ ἀπ. Παῦλος στούς παραλῆπτες τῆς ᾿Επιστολῆς τήν προηγούμενη ἁμαρτωλή ζωή τους δέν τούς προσβάλλει. ᾿Αντίθετα, ὅπως ἐξηγεῖ ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, τούς ἐγκωμιάζει καί τούς ἐπαινεῖ, διότι ἐνῶ ποτέ, κάποτε, στό παρελθόν, ζοῦσαν ἔτσι, τώρα ἔχουν ἀλλάξει ζωή καί δέν ἔχουν καμία σχέση μέ ὅλες αὐτές τίς ἀσχημίες. ῾Η ὑπενθύμιση αὐτή εἶναι ὠφέλιμη, διότι γίνεται ἀφορμή νά ἀνανεώνουν τή μετάνοιά τους καί νά ζοῦν συντριβή γιά τά χρόνια πού σπατάλησαν στήν ἁμαρτία. «᾿Αρκετός ὁ παρεληλυθώς χρόνος» (Α´ Πέ 4,3), τόν ὁποῖο ξόδευσαν σέ ματαιότητες καί κακίες· τώρα χαίρονται τό φῶς τοῦ Χριστοῦ.
 
δ) ᾿Αποβολή τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου· ἔνδυση τοῦ νέου (3,8-10)
 
  Στή συνέχεια ὁ ἀπόστολος ἀπαριθμεῖ μία ἄλλη πεντάδα ψυχικῶν παθῶν, τήν ὁποία ἐπιβάλλεται νά καταπολεμήσει καί νά ἀποβάλει ὁ πιστός, ὥστε νά μή ξαναζήσει μέσα του ὁ παλαιός ἄνθρωπος.
 
3,8. νυνί δέ ἀπόθεσθε καί ὑμεῖς τά πάντα, ὀργήν, θυμόν, κακίαν, βλασφημίαν, αἰσχρολογίαν ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν.
  ῾Ο ἀπόστολος ἀντιπαραθέτει στήν προηγούμενη κατάσταση τῶν χριστιανῶν, «ποτέ», τήν τωρινή ζωή τους, νυνί, γιά τήν ὁποία παραγγέλλει ἀπόθεσθε καί ὑμεῖς τά πάντα. Γιά τά πάθη πού ἀνέφερε στό στίχο 6, ἔδωσε τήν ἐντολή «νεκρώσατε». Γι᾿ αὐτά πού θά ἀπαριθμήσει στή συνέχεια προστάζει ἀπόθεστε, ξεφορτωθεῖτε, ἀποβάλετε, διῶξτε. Πρόκειται γιά κακίες καί ψυχικά πάθη πού εἶναι ριζωμένα βαθιά στόν ἄνθρωπο καί δύσκολα ἐξαλείφονται τελείως. Οἱ Κολασσαεῖς καί ὅλοι οἱ χριστιανοί, ὀφείλουν νά ἐπαγρυπνοῦν καί νά προσέχουν τόν ἑαυτό τους. Κάθε φορά πού κινοῦνται στόν ἐσωτερικό τους κόσμο τά πάντα, καθετί ἀρνητικό, ἀντίθετο ἀπό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ ὅπως ὀργή, θυμός, κακία, νά τά ἀπομακρύνουν ἀπό τήν ψυχή τους. ᾿Ακόμη, νά μή λερώσουν καί τή γλώσσα τους μέ βλασφημία καί αἰσχρολογίαν.
  Τή διαφορά ἀνάμεσα στήν ὀργήν καί στό θυμόν, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος τήν προσδιορίζει ὡς ἑξῆς· «Θυμός μέν ἀθρόος ζέσις φρενός, ὀργή δέ θυμός ἐμμένων», δηλαδή, ὁ θυμός εἶναι μία πρόσκαιρη ἔξαψη τῆς ψυχῆς, ἐνῶ ἡ ὀργή εἶναι ὁ ἐπίμονος θυμός πού ἐκδηλώνεται ὡς ὁρμή γιά ἐκδίκηση. ῾Ο θυμός δείχνει ὅτι ἐξαντλήθηκε ἡ μακροθυμία, ἡ ὀργή δηλώνει ὅτι δέν ὑπάρχει πραότητα.
Κακία ὀνομάζει τή μνησικακία, τήν κακεντρέχεια. Αὐτό τό πάθος περιέχει καί μονιμοποιεῖ τά δύο προηγούμενα. ᾿Εκεῖνος πού φιλοξενεῖ στήν καρδιά του τήν ὀργή καί τό θυμό ἔχει κακία.
  Βλασφημία (ἀπό τό ρῆμα βλασφημῶ=βλάπτω τή φήμη κάποιου) λέγεται ἡ κακολογία, ἡ συκοφαντία (πρβλ. Μρ 7,22· ᾿Εφ 4,31· Α´ Τι 6,4 κ.ἀ.). Αἰσχρολογία εἶναι τά βρόμικα καί ἄσεμνα λόγια. Κατά τήν εὔστοχη παρατήρηση τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου, ὁ ἀπόστολος προσθέτει ἐμφατικά στό τέλος τοῦ στίχου τή φράση ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν, γιά νά δηλώσει ὅτι τά δύο τελευταῖα πάθη δέν μολύνουν μόνο τά αὐτιά ἐκείνων πού τά ἀκοῦν ἀλλά κυρίως τό στόμα ἐκείνου πού τά λέει. ῾Ο ἅγιος Θεοφύλακτος ὑπογραμμίζει τή σοβαρότητα τῶν ἁμαρτημάτων αὐτῶν, διότι μολύνουν τό στόμα τό ὁποῖο ἁγιάζεται μέ τή θεία κοινωνία (πρβλ. ᾿Ια 3,10-11).
 
3,9. μή ψεύδεσθε εἰς ἀλλήλους, ἀπεκδυσάμενοι τόν παλαιόν ἄνθρωπον σύν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ.
  Τό παράγγελμα μή ψεύδεσθε εἰς ἀλλήλους συνιστᾶ στούς πιστούς νά μή χρησιμοποιοῦν τό ψέμα, πού ἀφαιρεῖ τήν ἐμπιστοσύνη καί προσβάλλει τή μεταξύ τους ἀγάπη. Τό ψέμα εἶναι καρπός τῆς ἁμαρτίας· οἱ πρωτόπλαστοι ἄρχισαν νά τό χρησιμοποιοῦν ἀπό τή στιγμή πού ἁμάρτησαν. Γιά νά μήν μπαίνουν, λοιπόν, οἱ χριστιανοί στόν πειρασμό νά ποῦν ψέματα γιά νά καλύψουν τά ἁμαρτήματά τους, ὀφείλουν νά ἀγωνισθοῦν ἀπεκδυσάμενοι τόν παλαιόν ἄνθρωπον σύν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ. Νά ξεντυθοῦν τόν παλαιόν ἄνθρωπον, μαζί μέ τίς πράξεις, δηλαδή μέ τά πάθη καί τίς κακίες, τίς ὁποῖες μόλις ὀνόμασε ὁ ἀπόστολος. Παλαιόν ἄνθρωπον ὀνομάζει ἡ Κ.Δ. τήν παλαιωμένη καί ἐξασθενημένη ἀπό τήν ἁμαρτία ζωή τοῦ ἀνθρώπου πού δέν ἀναγεννήθηκε. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος ὀνομάζεται καί «ψυχικός» (Α´ Κο 2,14) ἤ «σαρκικός» (Α´ Κο 3,1-4). ῾Ο παλαιός ἄνθρωπος ἔχει πεθάνει μέ τό βάπτισμα καί οἱ πιστοί τόν ξεντύθηκαν καί τόν ἀπέβαλαν ἀπό τόν ἑαυτό τους. Γιά νά διατηρήσουν ὅμως αὐτή τήν καθαρότητα πρέπει διαρκῶς νά ἀγωνίζονται, ὥστε νά μήν ἐπιτρέπουν τήν κυριαρχία τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου μέσα τους, ἀλλά νά μετανοοῦν γιά τίς πτώσεις τους.
 
3,10. καί ἐνδυσάμενοι τόν νέον τόν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ᾿ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν.
  Οἱ πιστοί μέ τό βάπτισμα πέταξαν ἀπό πάνω τους κάθε κακία καί ντύθηκαν τόν νέον ἄνθρωπο, ἄρχισαν μιά νέα ζωή. Σ᾿ αὐτή τή νέα ζωή πρέπει συνεχῶς νά ἀνανεώνονται (πρβλ. Β´ Κο 4,16), ὥστε νά ἔχουν πνευματική αὔξηση. ῾Η αὔξηση γίνεται μέ τήν ἐπίγνωσιν, τή βιωματική προσέγγιση τοῦ Χριστοῦ καί τή μίμησή του.
  Κατ᾿ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν· ῾Η ἔκφραση μᾶς θυμίζει τή δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου· «Καί εἶπεν ὁ Θεός· ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα ἡμετέραν καί καθ᾿ ὁμοίωσιν» (Γέ 1,26). «Εἰκών τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου» (Κλ 1,15) εἶναι ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός, ὁ ὁποῖος εἶναι τό πρότυπο τοῦ χριστιανοῦ. ῾Ο Μ. ᾿Αθανάσιος γράφει σχετικά· «῾Ο τοῦ Θεοῦ Λόγος δι᾿ ἑαυτοῦ παρεγένετο, ἵν᾿ ὡς εἰκών τοῦ Πατρός, τόν κατ᾿ εἰκόνα ἄνθρωπον ἀνακτίσαι δυνηθῇ», δηλαδή ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι εἰκόνα τοῦ Πατρός, ἐπισκέφθηκε τή γῆ, γιά νά ἀνακαινίσει τόν ἄνθρωπο πού εἶναι πλασμένος κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ.
 
ε) Κατάργηση τῶν διακρίσεων (3,11)
 
3,11. ὅπου οὐκ ἔνι ῞Ελλην καί ᾿Ιουδαῖος, περιτομή καί ἀκροβυστία, βάρβαρος, Σκύθης, δοῦλος, ἐλεύθερος, ἀλλά τά πάντα καί ἐν πᾶσι Χριστός.
  Γιά τήν κατάργηση τῶν διακρίσεων μέσα στό χῶρο τῆς ᾿Εκκλησίας κάνει λόγο ὁ ἀπόστολος Παῦλος καί στήν πρός Γαλάτας ᾿Επιστολή προσθέτοντας καί τήν κατάργηση τῆς διακρίσεως τῶν δύο φύλων· «οὐκ ἔνι ἄρσεν καί θῆλυ» (3,27-28· πρβλ. Α´ Κο 12,13).
  Τά δύο ζεύγη τῶν ἀντιθέσεων ῞Ελλην καί ᾿Ιουδαῖος, περιτομή καί ἀκροβυστία, δηλώνουν τή θρησκευτική διαφορά πού χώριζε τόν εἰδωλολατρικό κόσμο ἀπό τόν ἰουδαϊκό. Τό πρῶτο ζεῦγος ἀναφέρει τά ὀνόματα τῶν δύο κόσμων. Τό δεύτερο δείχνει τά σημάδια πού διέκριναν τούς δύο αὐτούς κόσμους, σάν νά ἦταν οἱ σημαῖες τους. Δέν ἐννοεῖ βέβαια ὁ ἀπόστολος ὅτι ἐξέλιπε πλέον τό σημεῖο τῆς περιτομῆς, ἀλλά ὅτι καταργεῖται ὅλος ὁ τελετουργικός κώδικας πού ρύθμιζε καί τήν πιό μικρή λεπτομέρεια τῆς ζωῆς τῶν ᾿Ιουδαίων. Καταργεῖται ἐπίσης καί ὁ εἰδωλολατρικός τρόπος ζωῆς πού ἄφηνε τόν ἄνθρωπο στήν ἀσυδοσία. Τήν ἴδια ἀλήθεια διακηρύττει ὁ ἀπόστολος ὅταν γράφει· «οὔτε περιτομή τι ἰσχύει οὔτε ἀκροβυστία, ἀλλά καινή κτίσις» (Γα 6,15 πρβλ. Γα 5,6).
 Στή χριστιανική κοινωνία καταργοῦνται καί οἱ πολιτισμικές διαφορές. Οἱ δύο λέξεις βάρβαρος, Σκύθης δέν δηλώνουν μία ἀντίθεση, ὅπως συμβαίνει μέ τίς προηγούμενες καί μέ τήν ἑπόμενη δυάδα λέξεων, ἀλλά τοποθετοῦνται κλιμακωτά. Βάρβαροι ὀνομάζονταν οἱ ἀπαίδευτοι, οἱ ἀμόρφωτοι λαοί, σέ ἀντίθεση μέ τούς μορφωμένους ῞Ελληνες. Οἱ Σκύθες, ἀσιατικός λαός, ἦταν οἱ πιό ἄγριοι ἀπό ὅλους τούς βαρβάρους, πού, ὅπως μαρτυροῦν ἀρχαῖοι συγγραφεῖς, λίγο διέφεραν ἀπό τά θηρία.
  Μέσα στήν ᾿Εκκλησία δέν ὑπάρχουν πλέον καί οἱ ταξικές διαφορές δοῦλος, ἐλεύθερος πού χώριζαν τούς ἀνθρώπους, διότι παντοῦ κυριαρχεῖ ὁ Χριστός.
«Πάντα ὑμῖν ὁ Χριστός ἔσται, καί ἀξίωμα καί γένος», τονίζει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος. ῾Ο Χριστός εἶναι γιά τούς χριστιανούς τό πᾶν· τό Α καί τό Ω, ἡ ἀρχή καί τό τέλος, ὁ μόνος Κύριος καί Σωτήρας τους, ἡ μόνη ἐλπίδα καί εὐτυχία τους.
  ῾Η ἀδυναμία τῶν μελῶν τῆς κοινωνίας νά ζήσουν τήν ἀγάπη καί τήν ἀλήθεια, πού εἶναι παράγοντες εὐτυχίας καί κοινωνικῆς ἁρμονίας, γίνεται αἰτία νά ὑψωθοῦν τείχη ἐχθρικά μεταξύ τῶν διαφόρων ὁμάδων καί παρατάξεων, τίς ὁποῖες δημιουργεῖ ἡ ποικιλία τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς. ῎Ετσι παρουσιάζεται ἕνα ἀπό τά πιό σοβαρά προβλήματα τῆς ἐποχῆς μας, καί κάθε ἐποχῆς, τό κοινωνικό πρόβλημα. Μέσα σ᾿ αὐτό περιλαμβάνεται ἡ δικαιοσύνη, ἡ δουλεία, ἡ σχέση τοῦ ἐργάτη-ἐργοδότη, ἡ θέση τῆς γυναίκας, τό πολίτευμα κτλ.
  Σέ ὅλα αὐτά τά θέματα οἱ ἄνθρωποι προσπάθησαν νά δώσουν διάφορες λύσεις, πολλές ἀπό τίς ὁποῖες φαίνονται ἐντυπωσιακές. ῎Ετσι ὑπάρχουν π.χ. πολιτικά συστήματα πού ὑπόσχονται ἰσότητα, τήν ὁποία ὅμως ἐπιβάλλουν μέ ἐξωτερικούς τρόπους καί ἔτσι καταλήγουν στή βία. ῾Η ἰσότητα τήν ὁποία ἐπιδιώκουν τά ἀνθρώπινα συστήματα θυμίζει τήν τακτική τοῦ ἀρχαίου Προκρούστη. Προσπαθεῖ νά φέρει ὅλους τούς ἀνθρώπους στό ἴδιο ὕψος, καί τούς μέν ψηλούς τούς κόβει τά πόδια, τούς δέ κοντούς τούς τεντώνει γιά νά ἀνυψωθοῦν.
  Τό εὐαγγέλιο πρίν μιλήσει γιά ἰσότητα, ἀποκαλύπτει τή μεγάλη ἀλήθεια, ὅτι εἴμαστε ὅλοι ἀδέλφια, παιδιά τοῦ ἴδιου Θεοῦ πατέρα. ᾿Από αὐτή τή θεολογική ἀλήθεια προβάλλει ἡ ἠθική τοῦ χριστιανοῦ, ἡ τίμια καί ἁγνή συναναστροφή του στήν κοινωνία. Καί καλλιεργεῖται ἡ κοινωνική ἀλήθεια. ῞Οταν ζήσουμε αὐτές τίς ἀλήθειες, τότε πράγματι δέν θά ὑπάρχουν φτωχοί καί δυστυχισμένοι ἄνθρωποι, διότι ὁ καθένας θά ἔχει τή θέση του μέσα στήν κοινωνία. Θά εἴμαστε ὅλοι μέλη τῆς μεγάλης οἰκογένειας, τῆς κοινωνίας. Μέσα στήν οἰκογένεια ὁ καθένας προσφέρει αὐτό πού μπορεῖ καί παίρνει αὐτό πού τοῦ χρειάζεται, ἀνάλογα μέ τίς ἀνάγκες του. ᾿Αναφέρω τό ἑξῆς παράδειγμα· Σέ μία οἰκογένεια, πού ἀποτελεῖται ἀπό 8 ἄτομα, δουλεύουν τά 4, ἐνῶ τά 2 σπουδάζουν στό ἐξωτερικό καί τά ἄλλα 2 εἶναι ἀνήμπορα. Τό εἰσόδημα ἀπό τή δουλειά δέν μοιράζεται ἴσα σ᾿ ὅλα τά μέλη. ᾿Εκεῖνοι πού ἐργάζονται καί προσφέρουν στήν οἰκογένεια, ξοδεύουν λιγότερα ἀπό ἐκείνους πού δέν προσφέρουν. ᾿Εδῶ δέν ἔχουμε ἰσότητα, ἔχουμε ὅμως ἀδελφότητα, πού λύνει κάθε πρόβλημα. Τό σύνθημα αὐτό δέν εἶναι ἁπλῶς μία θεωρία. ᾿Εφαρμόσθηκε στή ζωή τῆς πρώτης ᾿Εκκλησίας (πρβλ. Πρξ 4,32-35). Στή ζωή τῆς ᾿Εκκλησίας ὅπου σύμφωνα μέ τό εὐαγγέλιο ἔχουν ὅλοι τά ἴδια δικαιώματα καί ἀπόλυτη ἐλευθερία βρίσκουμε τήν ἀληθινή δημοκρατία.
  Σήμερα ἡ φεμινιστική κίνηση ἔχει σκοπό καί σύνθημα νά ἐξισώσει τή γυναίκα μέ τόν ἄνδρα. ᾿Αλλά καί σ᾿ αὐτό τό σύνθημα πρωτοπόρος εἶναι ὁ χριστιανισμός πού διακήρυξε ὅτι «οὐκ ἔνι ἄρσεν ἤ θῆλυ» καί ἐφήρμοσε τήν ἰσότητα τῶν δύο φύλων.
  Βέβαια τό εὐαγγέλιο δέν καταπιάνεται μέ κοινωνικά θέματα. ῎Αν ὅμως τό μελετήσουμε προσεκτικά καί τό ἑρμηνεύσουμε σωστά, θά βροῦμε σ᾿ αὐτό τά θεμέλια, τίς κατευθύνσεις γιά τή σωστή λύση τῶν κοινωνικῶν θεμάτων, διότι τό εὐαγγέλιο τοποθετεῖ τόν ἄνθρωπο στή σωστή του θέση. Γιά νά δημιουργηθεῖ μία καινούργια κοινωνία μέ ἰσότητα, ἀγάπη, ἀδελφοσύνη εἶναι ἀνάγκη πρῶτα νά ἀναγεννηθοῦν οἱ ἄνθρωποι, νά γίνουν νέοι ἄνθρωποι, κατά τό πρότυπο τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. ῾Ο Χριστός, λοιπόν, δέν μᾶς ἐπιφυλάσσει μόνο αἰώνια δόξα στόν οὐρανό. Μᾶς δοξάζει καί ἐδῶ στή γῆ, μέσα στόν κόσμο. Μᾶς καθιστᾶ τήν εὐλογημένη μαγιά γιά τήν ἀνάπλαση τοῦ κόσμου.

Στεργίου Ν. Σάκκου, Ἀποστολικές περικοπές (βοήθημα γιά κυκλάρχες)