Δύο ἐρωτήματα
Σύμφωνα μέ τή διήγηση τοῦ εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ κάποτε οἱ φαρισαῖοι ρώτησαν τόν Χριστό «πότε ἔρχεται ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ» καί ἐκεῖνος τούς ἀπάντησε· «Οὐκ ἔρχεται ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ μετά παρατηρήσεως, οὐδέ ἐροῦσιν· ἰδού ὧδε ἤ ἰδού ἐκεῖ· ἰδού γάρ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός ὑμῶν ἐστι» (Λκ 17,20-21).
Ἐκ πρώτης ὄψεως φαίνεται ὅτι δέν ἀνταποκρίνεται ἀκριβῶς ἡ ἀπάντηση στό ἐρώτημα πού ἔθεσαν οἱ φαρισαῖοι. Ἐκεῖνοι ζητοῦν νά μάθουν τόν χρόνο κατά τόν ὁποῖο θά πραγματοποιηθεῖ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί ὁ Κύριος ἀποκαλύπτει μᾶλλον τό ποιόν αὐτῆς τῆς βασιλείας καί τόν τρόπο τῆς ἐγκαθιδρύσεώς της στή γῆ. Γιατί ὅμως μιλᾶ ἔτσι στούς φαρισαίους ὁ Χριστός καί ποιό εἶναι τό νόημα τῶν λόγων του: Μελετώντας τά δύο αὐτά ἐρωτήματα θά κατανοήσουμε τή σημασία τοῦ χωρίου μας καί θά διαπιστώσουμε τή στενή σχέση πού συνδέει τήν ἀπάντηση τοῦ Χριστοῦ μέ τό ἐρώτημα τῶν φαρισαίων.
Γιατί ρωτοῦν οἱ φαρισαῖοι;
Συχνά στίς εὐαγγελικές διηγήσεις συναντοῦμε τούς φαρισαίους νά ὑποβάλλουν ἐρωτήσεις στόν Ἰησοῦ. Σέ πολλές περιπτώσεις πρόκειται γιά ἐρωτήσεις-πρόκληση· θέλουν νά φέρουν σέ δύσκολη θέση τόν Χριστό, νά τόν εἰρωνευθοῦν ἤ νά τόν ἐξευτελίσουν. Ἄλλοτε ὑποβάλλουν ἐρωτήσεις-παγίδα, μέ τίς ὁποῖες ἐπιδιώκουν νά τοῦ ἀποσπάσουν κάποια ἀπάντηση πού θά τή χρησιμοποιήσουν κατόπιν ἐναντίον του καί ἔτσι θά τόν βάλουν σέ πειρασμό. Ἄλλοτε πάλι προσπαθοῦν μέ ἐρωτήσεις-τέστ νά βυθομετήσουν τή σκέψη του, νά ἐλέγξουν τίς γνώσεις του ἤ νά τόν ψυχολογήσουν.
Ἡ ἀπάντηση τοῦ Κυρίου κάθε φορά εἶναι ἀνάλογη πρός τήν πρόθεση καί τή διάθεση τῶν συζητητῶν του. Ἄλλοτε τούς ἀνταποδίδει γενναῖα τήν πρόκληση. Ἄλλοτε μέ μία ἁπλή καί σύντομη ἀπάντηση τούς ἀποστομώνει κι ἄλλοτε μ᾿ ἕναν ἀναπάντεχο ἑλιγμό τούς ἀναγκάζει ἀπό κριτές καί δάσκαλοι νά πάρουν τή θέση τοῦ κρινομένου καί τοῦ συνεσταλμένου μαθητοῦ. Δέν λείπουν ὅμως καί οἱ περιπτώσεις πού ὁ καρδιογνώστης Κύριος διαβλέπει ἀγαθές προθέσεις στούς συζητητές του καί γι᾿ αὐτό πρόθυμα ἀνοίγει μπροστά τους τούς κρουνούς τῆς θείας ἀλήθειας, ὥστε νά ἱκανοποιήσει τή δίψα τους.
Στή συγκεκριμένη περίπτωση ἡ ἀπάντηση τοῦ Κυρίου δέν μᾶς ἐπιτρέπει νά καταλογίσουμε κακή πρόθεση στούς φαρισαίους πού ρωτοῦν. Τόν ἄκουσαν πολλές φορές αὐτόν τό διδάσκαλο νά περιγράφει τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἤ νά ἀναγγέλλει τόν ἐρχομό της. Δικαιολογημένα, λοιπόν, ρωτοῦν πότε ἐπιτέλους θά ἔλθει ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ;
Πῶς ἐννοοῦν τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ
Ἀλλά τό ἐρώτημα τῶν φαρισαίων ἀπηχεῖ τό ἐνδιαφέρον ὅλου τοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ. Ἀπό πολύ παλιά ὁ Γιαχβέ εἶχε ὑποσχεθεῖ στούς Ἰσραηλῖτες μία βασιλεία ἀνίκητη καί αἰώνια, τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τήν ὁποία θά ἐγκαθίδρυε στή γῆ ὁ Μεσσίας. Ἡ ἔνδοξη βασιλεία τοῦ Δαβίδ χρησιμοποιεῖται ὡς τύπος αὐτῆς τῆς ὑπέροχης βασιλείας. Ὁ Δανιήλ ἑρμηνεύοντας τό ὄνειρο τοῦ Ναβουχοδονόσορα προφητεύει ὅτι «ἀναστήσει ὁ Θεός τοῦ οὐρανοῦ βασιλείαν ἥτις εἰς τούς αἰῶνας οὐ διαφθαρήσεται καί ἡ βασιλεία αὐτοῦ λαῷ ἑτέρῳ οὐχ ὑπολειφθήσεται» (Δα 2,44). Προσδιορίζει μάλιστα καί τίς χρονικές συντεταγμένες τῆς γεννήσεως τοῦ Μεσσία (Δα κεφ. 9ο). Ἀλλά καί οἱ ἄλλοι προφῆτες ἀπό τόν Ἀβραάμ μέχρι καί τόν Ἰωάννη τόν Πρόδρομο ὁραματίζονται τήν αἰώνια βασιλεία καί τήν περιγράφουν στά κηρύγματά τους. Στίς μέρες τῆς δόξης, κυρίως ὅμως στίς περιόδους τῆς φθορᾶς καί τῆς καταπτώσεως τοῦ ἰουδαϊκοῦ λαοῦ, πού εἶχε ἐξαχρειωθεῖ ἀπό τή μακροχρόνια δουλεία στούς ἀλλοφύλους, τό ὅραμα τῆς οὐράνιας βασιλείας ἦταν ἡ γλυκειά παρηγοριά καί ἀπαντοχή τῶν Ἰσραηλιτῶν.
Ἀλλά αὐτή ἀκριβῶς ἡ κακοπάθεια καί ταλαιπωρία τοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ, συνδυασμένη βέβαια μέ τήν ἀπομάκρυνσή του ἀπό τό προφητικό κήρυγμα καί μέ τήν ἀποστασία του ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, συνετέλεσε ὥστε νά διαμορφωθεῖ μία ἐντελῶς ὑλιστική εἰκόνα τῆς οὐράνιας βασιλείας. Ὁ Μεσσίας ἀναμενόταν ἀπό τούς πολλούς ὡς ἐκδικητής τῶν ἐχθρῶν, πού θά ἀνυψώσει τό καταρακωμένο γόητρο τῶν Ἰουδαίων, καί ἡ βασιλεία του εἶχε ὑποβιβασθεῖ στό ἐπίγειο ἐπίπεδο ἑνός λαμπροῦ καί ἐνδόξου παγκοσμίου πανσιωνισμοῦ. Αὐτή τήν ἰδέα εἶχαν γιά τόν Μεσσία καί τή βασιλεία του οἱ φαρισαῖοι. Γι᾿ αὐτό ὄχι μόνο δέν ὑποπτεύθηκαν κἄν τήν παρουσία του κάτω ἀπό τό ταπεινό σχῆμα τοῦ Ἰησοῦ τοῦ ἀπό Ναζαρέτ, ἀλλά καί ἀντιτάχθηκαν μέ μανία σέ κάθε τι πού θά τούς βοηθοῦσε νά δεχθοῦν τή θεία ἀποκάλυψη.
«Οὐκ ἔρχεται μετά παρατηρήσεως»
Ἀπαντώντας τώρα στό ἐρώτημα τῶν φαρισαίων ὁ Κύριος κατ᾿ ἀρχήν ἐλέγχει τήν ἐσφαλμένη ἀντίληψη πού εἶχαν γιά τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Δέν εἶναι σάν τίς ἐπίγειες βασιλεῖες ἡ φύση τῆς βασιλείας αὐτῆς· εἶναι πνευματική. Λίγο ἀργότερα, στίς ἡμέρες τοῦ πάθους ὁ Μεσσίας Χριστός θά ἀποκαλύψει στόν Ρωμαῖο ἡγεμόνα Πιλᾶτο ὅτι ἡ δική του βασιλεία «οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου» (Ἰω 18,36). Δέν ἔχει στρατούς καί ὀργάνωση σάν ἐκείνη τῶν ἐπιγείων κρατῶν. Αὐτή τήν ἴδια ἀλήθεια ἀναπτύσσει τώρα στούς φαρισαίους πού τόν ρώτησαν πότε θά ἔλθει ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ..
«Οὐκ ἔρχεται ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ μετά παρατηρήσεως», τούς λέει. Καί ἐξηγεῖ ὁ ἴδιος τήν ἔννοια τῆς «παρατηρήσεως». Δέν θά σᾶς ποῦν· Νά, ἐδῶ εἶναι ἤ ἐκεῖ. Οἱ ἐπίγειοι βασιλεῖς κάνουν τήν ἐμφάνισή τους μέ ὁρισμένο πρόγραμμα, μέ ἐπισημότητες καί θόρυβο, «μετά παρατηρήσεως». Τοῦ Μεσσία ὅμως ὁ ἐρχομός δέν θά ἔχει αὐτή τήν ἀνθρώπινη μεγαλοπρέπεια, τή λάμψη καί τό μεγαλεῖο. Ταπεινά καί ἀθόρυβα ἦλθε στόν κόσμο σάν ἕνα ἀδύναμο βρέφος ἀπό μία σεμνή Παρθένο καί πῆρε τή θέση του στήν κοινωνία τῆς μικρῆς καί ἀσήμαντης Ναζαρέτ ὡς «ὁ τοῦ τέκτονος υἱός». Λίγοι ἁπλοϊκοί Γαλιλαῖοι τόν ἀναγνώρισαν -κι αὐτοί ὄχι ἀπόλυτα- καί ὑπήκουσαν στό κήρυγμα τῶν προφητῶν, ὅπως τό συνοψίζει ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος· «Ἴδε ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου» (Ἰω 1,29). Ναί, αὐτός ὁ ταπεινός Ἰησοῦς εἶναι ὁ ἀναμενόμενος Μεσσίας πού λυτρώνει τόν ἄνθρωπο καί τόν πολιτογραφεῖ στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν, τήν Ἐκκλησία του. Εἶναι αὐτός τό θεμέλιο καί ἡ κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας, τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Γιά νά καταλάβουν ὅμως ὅλα αὐτά οἱ ἄνθρωποι, καί στήν περίπτωσή μας οἱ φαρισαῖοι πού ρωτοῦν τόν Χριστό, πρέπει νά ἐννοήσουν τήν πνευματική διάσταση τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Νά μή τήν περιμένουν πλέον ὡς μία ἐνδοκοσμική βασιλεία, διότι δέν θά ἔλθει «μετά παρατηρήσεως».
Στέργιος Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 44 (1989) 139-140