Ο ΜΥΘΟΣ ΤΩΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΩΝ ΗΜΕΡΩΝ

 «Βίος ἀνεόρταστος μακρὰ ὁδὸς ἀ­πανδόχευτος» ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι μας πρόγονοι, γιατί γνώριζαν ὅτι οἱ γιορτές ἔρχονται νά ἀπαντήσουν σέ μιά μεγά­λη ψυχολογική ἀνάγκη. Κάθε ψυχικά ὑ­γιής ἄνθρωπος θέλει νά βρεῖ τρόπο νά ἑορ­τάσει, γιά νά ἐξωτε­ρικεύσει ὅ,τι πι­στεύει καί ζῆ μέσα του. Αὐτά τά συν­αι­σθήματα ἐξέφραζε ὁ Γεώργιος Θε­ο­το­κᾶς, ὅταν ἔγραφε: «Ἡ Ὀρθο­δοξία, ὅ­πως παρου­σι­ά­ζεται στά μάτια τοῦ ἑλ­ληνικοῦ λαοῦ, εἶναι θρησκεία ἐθνική, συνυφα­σμένη ἀ­ξεδιά­λυτα μέ τά ἤθη του καί τόν ὁμα­δι­κό χαρακτῆ­ρα... Οἱ μεγάλες ἑορ­τές της, ὁ Εὐαγγελισμός, τό Πάσχα, ὁ Δεκα­πεν­ταύγουστος, τά Χριστού­γεννα, τά Δω­δεκάμερα καί ἄλ­λες εἶναι κάθε χρόνο οἱ μεγάλες μέρες τῆς Ἑλλάδας, οἱ μέ­ρες ὅπου τό ἐθνικό σύνολο αἰσθά­νεται πε­ρισσότερο ἀπό κάθε ἄλλη ὥρα τήν ἑνό­τητά του, τήν ἀλληλεγγύη του, τήν ἀμοιβαία ἀγάπη τῶν μελῶν του. Αὐτή ἡ θαλπωρή, αὐτά τά ζεστά κύματα πού με­ταδίδονται ἀ­κατάπαυ­στα σέ ὅλη τήν Ἑλ­λάδα ἀπό τούς ὀρθόδοξους ναούς καί τίς βυ­ζαν­τινές τους ἀκολου­θίες ἀ­πο­τε­λοῦν στοιχεῖο συστατικό, ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ τῆς ἑλληνικῆς ζωῆς».

 Τά τελευταῖα, ὅμως, χρόνια κα­θιε­ρώθηκαν ἀπό τόν Ὀργανισμό Ἡνω­μέ­νων Ἐθνῶν (Ο.Η.Ε.) καί ἄλλους παγ­κόσμιους ὀργανισμούς οἱ λεγόμε­νες Παγ­κόσμιες Ἡμέρες, οἱ ὁποῖες τείνουν νά διεισδύσουν σέ κάθε χώρα καί τόπο. Κά­ποιες ἔχουν καθιερωθεῖ, γιά νά θυ­μᾶται ὁ κόσμος σέ ὅλο τόν πλα­νήτη σημαν­τι­κά γεγονότα, νά ἐνημε­ρώνεται ἤ καί νά εὐαισθητοποιεῖται γιά ζητή­μα­τα μεί­ζο­νος σημασίας (π.χ. ἡ­μέ­ρα πε­ρι­βάλ­λον­τος ἤ κατά τοῦ Aids). Ὡστόσο, ὑπάρ­χουν καί ἄλλες πού δη­μιουργοῦν ἐρω­τήματα· ἐνδεικτικά ἀνα­φέρω με­ρι­κές Παγκό­σμιες Ἡμέρες: 21/1 - Ἀγ­κα­λιᾶς, 22/2 - Σκέψης, 14/3 -Σταθερᾶς π, 21/3 - Ὕ­πνου, 1/5 - Νομιμοποίησης τῆς Κάν­να­βης, 23/5 - Χε­λώνας, 15/6 - Ἀνέ­μου, 22/6 - Σκα­ρα­βαίου, 20/8 - Φάρων, 2/10 - Που­λιῶν, 8/10 - Αὐ­γοῦ, 15/10 - Πλυ­σί­ματος Χε­ριῶν, 19/11 - Δημόσιας Τουαλέτας, 21/11 - Χαι­­ρε­τισμοῦ.
 Γιά τήν καθιέρωσή τους εὐθύνεται ἐν πρώτοις ἡ θρησκευτική ἀδιαφορία καί ἡ ἀποστασιοποίησή μας ἀπό τόν Θε­ό. Ἐδῶ καί χρόνια ἡ ἀθεϊστική προ­πα­γάνδα ἀπεργάζεται τήν ἀποκαθή­λω­ση τῶν χριστιανικῶν ἑορτῶν, παρουσιά­ζον­τας αὐτές ὡς ψεύδη καί πρω­τό­γο­νους μύθους, πού δέν ἔχουν τίποτε νά προσ­φέρουν στόν σύγχρονο κόσμο. Ση­μαν­τική στό θέμα αὐτό ὑπῆρξε καί ἡ συμ­βολή τῆς παγκοσμιο­ποίησης, οἱ ἐμ­πνευ­στές τῆς ὁποίας ὁραματίστηκαν ἕναν κόσμο μέ λαούς χωρίς ἰδιο­προ­σ­ωπία, χωρίς ταυτότητα, δίχως τά ἰδι­αί­τερα ἤθη καί ἔθιμα καθεμιᾶς ἐθνότητας.
 Εἶναι γνωστό ὅτι πολλές ἀπό τίς γιορτές αὐτές χρηματοδοτοῦνται ἀπό τήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση, καθώς προ­βάλ­λουν συγκεκριμένα προϊόντα καί ἱκανο­ποιοῦν οἰκονομικά συμφέροντα. Ἐπι­- πλέον, ὅλοι μας εἴμαστε μάρτυρες τοῦ διαγκωνισμοῦ πού παρατηρεῖται -μετα­ξύ δήμων, φορέων τοπικῆς αὐτο­διοί­κη­σης, συλλόγων καί ἄλλων παρα­γόντων τῆς κοινωνικῆς ζωῆς- γιά τήν ἀνάληψη τέτοιων πρωτο­βουλιῶν. Ἐνί­οτε, μάλι­στα, περιβάλ­λονται ἀπό τέ­τοια αἴγλη, ὥστε νά ὑπερβαίνουν τίς χριστια­νικές γιορ­τές.
 Ὁ ἑορτασμός τῶν Παγκόσμιων Ἡ­με­ρῶν πολλές φορές ἐξελίσσεται σέ εὐ­και­ρία ἀποχαλιναγώγησης ποικίλων παθῶν, κοσμικῆς ἐπίδειξης, πρόσκαι­ρης εὐφο­ρίας καί προβληματικῆς δια­σκέδα­σης. Ὀργανωμένες γύρω ἀπό ἀ­όριστα πρόσ­ωπα (π.χ. ἡμέρες τῆς γυ­ναίκας, τοῦ πα­τέ­ρα κ.ἄ.) ἤ γενικές ἰ­δέ­ες (π.χ. ἡμέρες τῆς δασοπονίας, τοῦ διαβήτη κ.ἄ.) μοι­άζουν μέ εἰδωλο­λα­τρι­κά μυστήρια, συν­δεδεμέ­να μέ κάποιον μῦθο. Μέ τόν τόσο προσωρινό καί ἀπο­σπασματικό τους χα­ρακτήρα, φαντά­ζουν σάν ριπές... πολυ­βό­λου, οἱ ὁποῖες, ἄν δέν ἐκτελοῦν τήν ἠθική καί πνευ­ματική μας ἀκεραιότητα, σαφῶς κα­θο­δηγοῦν τίς ἐνέργειές μας σέ ἄλλες κατευθύνσεις.
 Ὡς παγκοσμιοποιημένες οἱ ἐν λόγῳ ἡμέρες ἀντιμάχονται τήν παγκοσμιό­τητα τῶν ἑορτῶν τοῦ Θεοῦ καί φιλο­δο­ξοῦν νά ἀντικαταστήσουν τίς ἐκκλη­­σι­αστικές ἑορτές ἤ τουλάχιστον νά διεκ­δι­κήσουν μιά ἰσότιμη θέση δίπλα τους. Στίς γιορτές τῆς Ἐκκλη­σίας μας ἡ παγκοσμιοποίηση ἀντιτάσ­σει τίς δι­κές της, γιά νά γιορταστεῖ καί νά προ­βληθεῖ ὁτι­δήποτε ἄλλο, καλύ­πτοντας ἐκεῖνο πού μᾶς συνδέει ἀπο­κλειστικά μέ τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία καί συμ­βάλλει στήν πνευμα­τική μας ἀνύ­ψωση.
 Τό ζητούμενο εἶναι ἄν, τελικά, ἔ­χουν ἀνταποκριθεῖ οἱ Παγκόσμιες Ἡ­μέρες στίς προσδοκίες πού ὁδήγη­σαν στή θέ­σπισή τους. Ἐξετάζοντας τά δε­δομέ­να γύρω μας, καταλήγουμε στό συμπέ­ρα­σμα ὅτι οἱ στόχοι, ποὺ ὑπο­τίθεται ὅτι πρεσβεύουν, δέν ἔχουν ἐ­πιτευχθεῖ· λόγου χάρη παρά τόν ἐκ­κω­φαντικό ἑορ­τασμό τῶν ἀντίστοιχων ἡ­μερῶν παρατη­ρεῖται αὔξηση τῶν φο­ρέ­ων τοῦ Aids, αὔ­ξηση τῆς χρήσης ναρ­κωτικῶν οὐσιῶν καί μάλιστα ἀπό ἄτομα νεαρῆς ἡλικίας, πε­ρισσότεροι πόλεμοι σέ χῶρες τῆς Ἀνα­τολῆς, ὑψηλά ποσο­στά παιδικῆς ἐρ­γασίας καί κακο­ποί­η­σης, καθώς καί ὑπε­ράριθμα περιβαλ­λοντικά προβλή­ματα.
 Καί αὐτό, γιατί δέν εἶναι δυνατό τό παγκοσμιοποιημένο ἑορτολόγιο νά ἀ­παντήσει στίς ἀγωνίες τοῦ σημερινοῦ ἀνθρώπου. Πῶς μπορεῖ νά τόν ἀγγίξει ὑπαρξιακά, νά τοῦ μεταδώσει αἰσιοδο­ξία, ἐλπίδα γιά τό μέλλον, δύναμη νά συν­εχίσει τόν ἀγώνα του, νά τοῦ με­ταγγίσει ἀγαλλίαση καί εὐφροσύνη, νά τόν ἀνα­και­νίσει; Καί κάτι ἄλλο εἶναι ἄ­ξιο παρα­τηρήσεως. Ἀκόμη καί οἱ πλέ­ον ἀθῶες Παγκόσμιες Ἡμέρες, λειτουρ­γώντας θε­τικά, δέν κάνουν τίποτε ἄλ­λο ἀπό τό νά ἀποπροσα­νατολίζουν καί νά στρώ­νουν τό χαλί στή «νέα ἠθική»· ἀκόμη καί οἱ πλέον «καλές» δέν ἔχουν κανένα νό­ημα πνευματικό· ἀντίθετα ὑ­ποβάλλουν μη­νύματα σαρκικά, μά­ταια καί γήινα, καθώς δέν ἀποβλέπουν στήν αἰώνια ψυχή μας, ἀλλά στό φθαρτό σῶ­μα μας καί στό «τώ­ρα» τῆς ζωῆς μας!
 Κοντολογίς οἱ Παγκόσμιες Ἡμέρες εἶναι γιορτές τῆς «Νέας Ἐποχῆς», οἱ ὁ­ποῖες κοντά στά ἄλλα εὐνοοῦν τή στα­διακή ἐγκαθίδρυση τῆς πανθρη­σκεί­ας. Γιά τήν ἐπέλασή της μᾶς προϊ­δεά­ζουν οἱ Παγκόσμιες Ἡμέρες Σκέ­ψης (μήπως κα­λύτερα διαλογι­σμοῦ;), ἀνεκτι­κότητας      -ἀνεξιθρη­σκεί­ας, ἀν­τιρ­ρησιῶν συνείδη­­σης, βλασφημίας, γιόγ­κα. Μᾶς ἐξωθοῦν σάν «ζαλισμένο κο­πάδι» σέ σκοτεινές καί ὕποπτες ἀ­τρα­πούς. Ὅμως, ἡ φωνή τῶν ἁγίων Πατέρων διασχίζει τούς αἰῶ­νες καί κρυ­στάλ­λινη φθάνει ὥς τίς μέρες μας, δεί­χνοντάς μας τόν θεοπρεπῆ τρό­πο ἑ­­ορτασμοῦ: «Κεφά­λαιον ἑορτῆς μνή­μη Θεοῦ, Θεοῦ μνημο­νεύσωμεν... Τοι­γα­ροῦν ἑορτά­ζωμεν μὴ πανηγυρι­κῶς, ἀλλὰ θεϊκῶς· μὴ κοσμικῶς, ἀλλ’ ὑπερ­κοσμίως· μὴ τὰ ἡμέτερα, ἀλλὰ τὰ τοῦ ἡ­μετέρου, μᾶλλον δὲ τὰ τοῦ Δεσπό­του». Ἄς ἀφυπνισθοῦμε, λοιπόν!

Εὐδοξία Αὐγουστίνου