Ἀνεξικακία καί εὐεργεσία
Οἱ προτροπές καί οἱ νουθεσίες τοῦ ἀποστόλου Παύλου πρός τήν ἐκκλησία τῶν Θεσσαλονικέων στούς τελευταίους στίχους τοῦ 5ου κεφαλαίου ἀποτελοῦν ἕνα περιδέραιο μέ λίθους πολύτιμους, οἱ ὁποῖοι δέν ἔχασαν τήν ἀξία τους στό πέρασμα τοῦ χρόνου. Ὁ ἀπόστολος, ἀφοῦ ἔδωσε τίς ἀπαραίτητες διευκρινίσεις γιά τήν ὥρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας στούς πρώτους στίχους, μέ τά πρακτικά παραγγέλματά του θέλει νά τονίσει στούς Θεσσαλονικεῖς ὅτι πιό βασικό ἀπό τή γνώση τοῦ χρόνου τῆς Δευτέρας Παρουσίας εἶναι ἡ ἑτοιμασία γιά κείνη τήν ὥρα.
Ἔτσι τούς κάνει προσεκτικούς σέ ἕνα πολύ καίριο θέμα, πού ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τό ἔθεσε ὡς προϋπόθεση γιά τή σωτηρία μας: τήν ἀνεξικακία, τήν «ἐκ καρδίας» συγχώρηση. «Ὁρᾶτε», προσέχετε, τούς λέει, «μή τις κακὸν ἀντὶ κακοῦ τινι ἀποδῷ, ἀλλὰ πάντοτε τὸ ἀγαθὸν διώκετε καὶ εἰς ἀλλήλους καὶ εἰς πάντας» (5,15), κανείς νά μήν ἀνταποδώσει κακό στό κακό πού τοῦ ἔκαναν. Στήν Παλαιά Διαθήκη ἴσχυε ὁ νόμος τῆς ἀνταποδόσεως: «ὀφθαλμὸν ἀντὶ ὀφθαλμοῦ, ὀδόντα ἀντὶ ὀδόντος, χεῖρα ἀντὶ χειρός, πόδα ἀντὶ ποδός» (῎Εξ 21,24). Τότε ὅμως οἱ ἄνθρωποι ἦταν ἀρχάριοι πνευματικά καί ὁ νόμος αὐτός τούς συγκρατοῦσε, γιά νά μήν ἀνταποδώσουν κακό μεγαλύτερο ἀπ᾿ αὐτό πού τούς ἔγινε.
Δέν ἔλειπαν, ὡστόσο, καί στήν Παλαιά Διαθήκη τά λαμπρά παραδείγματα ἀνεξικακίας. Μέ τήν ἀνεξικακία του ὁ Δαβίδ ἀπέσπασε τήν ἰδιαίτερη συμπάθεια τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά λέει: «εὗρον Δαυῒδ τὸν τοῦ ᾿Ιεσσαί, ἄνδρα κατὰ τὴν καρδίαν μου, ὃς ποιήσει πάντα τὰ θελήματά μου» (Πρξ 13,22· Α´ Βα 13,14). ῾Η ἀνεξικακία, ἐπίσης, ἔδωσε στόν ᾿Ιωσήφ τήν παρρησία νά πεῖ: «τοῦ γὰρ Θεοῦ εἰμι ἐγώ» (Γέ 50,19). Πραγματικά, εἶναι ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, γνήσιο παιδί του, ἐκεῖνος πού Τοῦ μοιάζει καί μπορεῖ νά ἀνταποδίδει καλό σέ ἐκείνους πού τοῦ κάνουν κακό. ῎Ετσι δίδαξε ὁ Κύριος στήν ἐπί τοῦ ὄρους ὁμιλία του (βλ. Μθ 5,38-48) καί τέτοιο παράδειγμα μᾶς ἔδωσε, γιά νά βαδίσουμε στά ἴχνη του (βλ. Α´ Πέ 2,21-23).
῾Η ἀνεξικακία, κατά τόν ἅγιο Χρυσόστομο, εἶναι ἡ καλύτερη ἄμυνα, πού ὠφελεῖ κι ἐκεῖνον πού ἀμύνεται ἀλλά καί τόν ἐχθρό. Μάλιστα τονίζει ὅτι «κι ἄν ἀκόμη ἔχουμε ἀμέτρητες δίκαιες πράξεις, ἀλλά εἴμαστε μνησίκακοι, ὅλα εἶναι μάταια καί ἄσκοπα καί δέν θά μπορέσουμε νά καρπωθοῦμε καμιά ὠφέλεια γιά τή σωτηρία μας». Στήν πρός Ρωμαίους ᾿Επιστολή ὁ Παῦλος, ἀναφερόμενος στό θέμα αὐτό (βλ. 12,17-21), γράφει ὅτι, ὅταν ἀντί γιά κακό ἀνταποδίδουμε καλό στόν ἐχθρό, τότε βάζουμε κάρβουνα στό κεφάλι του. Ξυπνοῦν δηλαδή μέσα του οἱ τύψεις τῆς συνειδήσεως, κι αὐτό μπορεῖ νά τόν ὁδηγήσει στή μετάνοια. ῾Υπάρχουν πράγματι πολλά παραδείγματα ἀνθρώπων πού μετανόησαν, ἐπειδή τούς ἔδειξαν ἀνεξικακία ἐκεῖνοι τούς ὁποίους εἶχαν βλάψει. Εἶναι μεγάλη δύναμη ἡ ἀνεξικακία.
Στήν ἁγία Γραφή πολύ συχνά τά παραγγέλματα διατυπώνονται ὡς ἄρνηση καί θέση: «ἔκκλινον ἀπὸ κακοῦ καὶ ποίησον ἀγαθόν» (Ψα 33,15). Δέν ἀρκεῖ νά μήν κάνουν τό κακό οἱ πιστοί· ἔχουν χρέος νά ἀγωνίζονται καί γιά τό καλό (βλ. Ττ 3,8· ᾿Ια 4,17). Αὐτό ὑπενθυμίζει στούς Θεσσαλονικεῖς ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «πάντοτε τὸ ἀγαθὸν διώκετε». Ὑπογραμμίζει τήν ἀνάγκη νά εἶναι συνεχῶς ἄγρυπνοι, γιά νά μήν ἀφήνουν νά χαθεῖ καμία εὐκαιρία ἀγαθοεργίας. Καί μάλιστα θά πρέπει νά καταβάλουν σπουδή, ἐπίμονη προσπάθεια, διότι γιά νά γίνουν τά καλά ἔργα ἀπαιτεῖται κόπος καί θυσία (πρβλ. Γα 6,9).
Τό πρῶτο σκαλοπάτι στό ὁποῖο καλεῖ τούς πιστούς ὁ ἀπόστολος εἶναι ἡ ἀνεξικακία, τό ἑπόμενο ἡ ἄγρυπνη καί ἐπίμονη ἀγαθοεργία, καί τό ψηλότερο ἡ ἀδιάκριτη ἀγάπη καί προσφορά. Τό καλό πρέπει νά γίνεται «καὶ εἰς ἀλλήλους καὶ εἰς πάντας». Μέ τό «εἰς ἀλλήλους» ὁ Παῦλος ἀναφέρεται στά μέλη τῆς ᾿Εκκλησίας. «᾿Εργαζώμεθα τὸ ἀγαθὸν πρὸς πάντας, μάλιστα δὲ πρὸς τοὺς οἰκείους τῆς πίστεως», γράφει καί στήν πρός Γαλάτας ᾿Επιστολή του (6,10). Ξεκινώντας ἀπό τούς «οἰκείους τῆς πίστεως», ὀφείλουμε ἔπειτα ν᾽ ἁπλώνουμε τά καλά μας ἔργα «εἰς πάντας», σέ ὅλους ἀνεξαιρέτως. Ὄχι μόνο στούς φίλους, στούς ἐν Χριστῷ ἀδελφούς, ὄχι μόνο στούς ἁγίους καί στούς ἀγαπητούς, ἀλλά σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους, καί στούς ἁμαρτωλούς, σέ ὅλο τόν κόσμο. Αὐτό ἄλλωστε σημαίνει καί ὁ λόγος «οὕτω γάρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον» (Ἰω 3,16). Κόσμος εἶναι καί τά κοσμήματα τοῦ Θεοῦ, οἱ ἅγιοι καί οἱ καλοί, ἀλλά κόσμος εἶναι καί ὅσοι ζοῦν στήν ἀθλιότητα καί στή διαφθορά. Αὐτός ὁ κόσμος λοιπόν, καί οἱ μέν καί οἱ δέ, εἶναι ἀντικείμενο τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, ἑπομένως καί δικό μας.
Ἔτσι τό Πνεῦμα τό ἅγιο μέ τή γραφίδα τοῦ ἀποστόλου Παύλου παραγγέλλει δύο μεγάλα παραγγέλματα στούς Θεσσαλονικεῖς ἀλλά καί σέ ὅλα τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας: ἀνεξικακία, ποτέ μά ποτέ νά μή μνησικακοῦμε, νά μήν ἐκδικούμαστε, νά μήν ἀνταποδίδουμε, καί εὐεργεσία, νά φροντίζουμε νά κάνουμε τό καλό, νά εὐεργετοῦμε ὅλους τούς ἀνθρώπους.
Στέργιος Ν. Σάκκος