- Γιόρταζες τήν Παρασκευή, Φώτη.
- Ὄχι, κυρία, τῶν Φώτων γιορτάζω.
- Γιατί τῶν Φώτων;
- Ἔ, ἀφοῦ μέ λένε Φώτη, πότε νά γιορτάζω;
Δέν ἤθελα μέσα στά λίγα λεπτά τοῦ διαλείμματος νά τοῦ συστήσω τόν ἄγνωστο ἅγιό του, διότι κι ἐγώ μᾶλλον θά τόν ἀδικοῦσα σάν ἐκείνους τούς πολλούς οἱ ὁποῖοι εἴτε ἀπό ἡμιμάθεια, εἴτε ἀπό σκοπιμότητα ἐπιμένουν νά κρατοῦν στό σκοτάδι μία ἀπό τίς πιό φωτεινές μορφές ὅλων τῶν ἐποχῶν.
Ἕνας ἄνθρωπος μέ πολυμερῆ καί βαθειά μόρφωση, μέ ἀληθινό ζῆλο γιά τή διάδοση τῶν φώτων και ὑπερβολική ἀγάπη στήν κλασική παιδεία, ὁ σπουδαιότερος λόγιος ὁλόκληρης τῆς μεταπατερικῆς ἐποχῆς, συνειδητά ταγμένος στόν ἀθόρυβο βίο τῆς μελέτης καί τῆς φιλοσοφίας, κλήθηκε ἄκων νά ἀποτελέσει τόν κυματοθραύστη πάνω στόν ὁποῖο θά διαλύονταν ἀφρίζοντας τά μανιασμένα κύματα τῆς ὑπερφίαλης Δύσης.
Ὁ καίσαρας Βάρδας (θεῖος τοῦ ἀνήλικου αὐτοκράτορα), γιά προσωπικούς λόγους, καθαιρεῖ τόν πατριάρχη Κων/πόλεως Ἰγνάτιο καί μέ σύνοδο ἐκλέγεται νέος πατριάρχης ὁ λαϊκός Φώτιος (858 μ.Χ.). Ἡ ἐκλογή του ὑπῆρξε ἡ ἀπαρχή μιᾶς ἀπό τίς σοβαρότερες ἀναταραχές πού γνώρισε ἡ ἀνατολική Ἐκκλησία.
Οἱ ὀπαδοί τοῦ Ἰγνατίου καταφεύγουν στόν πάπα Ρώμης ἐνισχύοντας ἔτσι τήν ἀξίωσή του νά ἀναγνωρισθεῖ ὡς ὑπέρτατη ἀρχή τῆς παγκόσμιας Ἐκκλησίας. Ἡ συγκρότηση ὅμως τοῦ «ἁγίου ρωμαϊκοῦ κράτους», ἤδη ἀπό τό 800 μ.Χ., εἶχε μεταβάλει ὁριστικά τίς σχέσεις τῶν δύο πρωτευουσῶν τῆς χριστιανοσύνης. Ἡ ἱστορική ἀναγκαιότητα ἐπέβαλλε στό Βυζάντιο νά ἀπορρίψει τήν ἐκκλησιαστική οἰκουμενικότητα τῆς Ρώμης. Τό ἀποφασιστικό βῆμα πρός αὐτήν τήν κατεύθυνση ἔγινε ἀπό τόν Φώτιο, ὁ ὁποῖος τό θεώρησε ὡς ἀποστολή του νά ὑπερασπίσει τήν ἀνεξαρτησία τῆς ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία εἶχε πλέον μία μόνο κεφαλή, αὐτήν τῆς Κων/πόλεως, καθώς τά ὑπόλοιπα πατριαρχεῖα τῆς Ἀνατολῆς εἶχαν περιέλθει στήν κυριαρχία τῶν Ἀράβων.
Ὁ πάπας Νικόλαος Α΄ ὑποτίμησε τή δύναμη τοῦ ἀντιπάλου του καί θεώρησε ἰδανική τήν εὐκαιρία, διακηρύσσοντας ὡς ἀντικανονική τήν «ἀθρόα» χειροτονία τοῦ λαϊκοῦ Φωτίου σέ πατριάρχη (μέσα σέ πέντε ἡμέρες), νά ταράξει τή γαλήνη τῆς Ἀνατολῆς πρός ὄφελος τῆς ἐπεκτατικῆς του πολιτικῆς, διεισδύοντας ἀκόμα καί στή Βαλκανική μέσῳ τοῦ ἐκχριστιανισμοῦ τῶν Βουλγάρων μέ παπικούς ἱεραποστόλους.
Ὁ φωτισμένος πατριάρχης, ἔμπειρος τῶν κρατικῶν πραγμάτων, καθώς εἶχε διατελέσει καί πρωτοασηκρήτης (μυστικοσύμβουλος) τοῦ αὐτοκράτορα, διέκρινε ὅτι ὁ ἀδίστακτος πάπας θά μποροῦσε νά ἐξουδετερωθεῖ μόνο ἐκκλησιαστικά καί ὄχι πολιτικά. Μέ σύνοδο καταδικάζει τίς καινοτομίες τῶν παπικῶν στούς νεοφωτίστους Βουλγάρους καί ἰδιαίτερα τήν αἱρετική ἐπιβολή τοῦ filioque (καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ ἐκπόρευση τοῦ ἁγίου Πνεύματος), καί μετακινεῖ τό θέμα σέ δογματική βάση. Ἡ σύνοδος ἀναθεματίζει τόν πάπα καί τούς ἀπεσταλμένους του στή Βουλγαρία. Οἱ παπικοί μέ δική τους σύνοδο ἀναθεματίζουν τόν Φώτιο μέ βαρεῖς χαρακτηρισμούς ὅπως: «ἐπιβήτωρ, μοιχεπιβάτης, νέος Ἰούδας κ.ἄ». Αὐτό σήμανε καί τήν πρώτη ἀρχή τῆς ἀποσχίσεως τῆς Δύσεως.
Στή συνέχεια πολιτικές σκοπιμότητες καί προσωπικές ἐμπάθειες τῶν αὐτοκρατόρων ἔπληξαν ἄμεσα τόν πατριάρχη μέ ποικίλες διώξεις. Ἐξόριστος ἀπό τόν αὐτοκράτορα καί μαθητή του Λέοντα ΣΤ΄, στή μονή Ἀρμινιανῶν (ἄγνωστο ποῦ ἀκριβῶς βρίσκεται), παρέδωσε τό πνεῦμα του στίς 6 Φεβρουαρίου τοῦ 891 μ.Χ.
Τό ὄνομά του, ὅπως καί ὅλων ἐκείνων τῶν πατέρων τῆς Ἐκκλησίας πού τόλμησαν νά ἀρνηθοῦν στούς παπικούς τά κλειδιά καί τῆς ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, εἶναι πλέον συνδεδεμένο μέ ἔριδες, διχασμούς καί φιλόδοξες διπλωματικές ἐνέργειες, σύμβολο τῆς διαίρεσης καί τοῦ μίσους.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μέ σύνοδο τό 879 μ.Χ., ἡ ὁποία εἶχε κύρος οἰκουμενικῆς ἀλλά ἀπό σεβασμό καί μόνο στόν ἱερό ἀριθμό ἑφτά δέν συγκαταλέγεται στίς Οἰκουμενικές Συνόδους, ἀποκατέστησε τόν Φώτιο. Ἡ Ἐκκλησία τόν κατέταξε μεταξύ τῶν ἰσαποστόλων και ὁμολογητῶν ἁγίων, σύμβολο Ὀρθοδοξίας, περισσότερο ἀπό ὁποιονδήποτε ἄλλο δογματικό πατέρα. Καί ἡ ἱστορία τοῦ ἀπέδωσε τόν φειδωλό τίτλο τοῦ «Μεγάλου».
Πρίν μᾶς κατακλύσει τό ἀπόλυτο σκοτάδι, «φωτολόγε καί φωτώνυμε» ἅγιε, δεήσου στόν Κύριο: Ὅπως τότε ἡ δημιουργική του φωνή εἶπε «γενηθήτω φῶς», ἔτσι καί τώρα νά πεῖ: «γε(ν)νηθήτωσαν ἄνδρες φωτεινοί»... Γιά νά πάψουν «ἄνδρες ἐκ σκότους ἀναδυθέντες, καθό γεννήματα τῆς Δύσεως» νά ἀποπροσανατολίζουν τό φρόνημα καί νά δυτικοστρέφουν τή σκέψη τῶν ὀρθοδόξων.
Μαρία Καφαρίδου