Ἤδη ὁ ἀπόστολος Παῦλος σέ ἄλλη εὐκαιρία (βλ. 4,3) προέτρεψε τά μέλη τῆς ἐκκλησίας τῆς Θεσσαλονίκης νά ἀγωνίζονται γιά τόν ἁγιασμό τους, πού εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. ᾿Επειδή ὅμως γνωρίζει ὅτι εἶναι μικρές οἱ ἀνθρώπινες δυνάμεις, τούς ἀναθέτει τώρα στόν παντοδύναμο Θεό, ὥστε μέ τή δική του βοήθεια νά πετύχουν τό ποθούμενο: «Αὐτὸς δὲ ὁ Θεὸς τῆς εἰρήνης ἁγιάσαι ὑμᾶς ὁλοτελεῖς, καὶ ὁλόκληρον ὑμῶν τὸ πνεῦμα καὶ ἡ ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα ἀμέμπτως ἐν τῇ παρουσίᾳ τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ τηρηθείη» (5,23).
῾Ο Θεός εἶναι ὁ μόνος χορηγός τῆς ἀληθινῆς εἰρήνης. Μᾶς ἐξασφαλίζει ὄχι μόνον εἰρηνικές σχέσεις μέ τούς συνανθρώπους μας ἀλλά καί τήν ἐσωτερική εἰρήνη, τήν ἁρμονική σχέση μέ τόν ἑαυτό μας, ἐφόσον βέβαια ζοῦμε τήν καταλλαγή καί τήν εἰρήνη καί μέ τόν ἴδιο τόν Θεό. Πόσο πολύτιμο ἀγαθό εἶναι ἡ εἰρήνη φαίνεται καί ἀπό τήν παράκληση τοῦ προφήτη ᾿Ησαΐα: «Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, εἰρήνην δὸς ἡμῖν, πάντα γὰρ ἀπέδωκας ἡμῖν» (26,12). Αὐτό πού ζητᾶ ὁ ἀπόστολος ἀπό τόν Θεό τῆς εἰρήνης εἶναι νά ἁγιάσει τούς πιστούς πλήρως.
Μέ τό μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος οἱ χριστιανοί ἔλαβαν ἀπό τόν Θεό τόν ἁγιασμό· θά τόν διατηρήσουν ὅμως μέχρι τέλους; Νιώθουν αὐτή τήν ἀγωνία οἱ πιστοί, διότι πολλοί κίνδυνοι ἀπειλοῦν τόν ἁγιασμό τους (πρβλ. Φι 2,12). Συμμετέχοντας στήν ἀγωνία καί τόν ἀγώνα τῶν χριστιανῶν τῆς Θεσσαλονίκης ὁ ἀπόστολος τούς ἀναθέτει προσευχητικά στόν Θεό τῆς εἰρήνης, ὥστε νά διατηρηθοῦν στήν κατάσταση τοῦ ἁγιασμοῦ. Εἶναι ἀνάγκη κάθε χριστιανός μέχρι τήν ὥρα τοῦ θανάτου ἤ τῆς Δευτέρας Παρουσίας, ἄν προηγηθεῖ, νά ἀγωνίζεται ἄγρυπνος καί ἀνυποχώρητος, ζητώντας τή δύναμη τοῦ Θεοῦ.
Βέβαια ἄμεμπτος καί ἀναμάρτητος εἶναι μόνον ὁ θεάνθρωπος ᾿Ιησοῦς. ᾿Εντούτοις, οἱ πιστοί συμμετέχοντας στή μυστηριακή ζωή τῆς ᾿Εκκλησίας, πού εἶναι ἡ κατεξοχήν χώρα τοῦ ἁγιασμοῦ (βλ. σχόλια στό 4,3), μποροῦν νά γίνουν καί αὐτοί ἄμεμπτοι. Τό δικό του αἷμα «καθαρίζει ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἁμαρτίας» (Α´ ᾿Ιω 1,7), βεβαιώνει ὁ εὐαγγελιστής ᾿Ιωάννης. Μέ τό μυστήριο τῆς Μετάνοιας καί τῆς ᾿Εξομολογήσεως, μέ τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας ὁ χριστιανός ξεπλένεται ἀπό τόν ρύπο τῆς ψυχῆς του καί ἑνώνεται ὀργανικά μέ τόν μόνον ἀπόλυτα Ἅγιο, λαμβάνοντας ἀπό ᾿Εκεῖνον τόν ἁγιασμό.
Ὁ ἁγιασμός πού χαρίζει ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο καί κάθε πιστός ἀγωνίζεται νά διατηρήσει, δέν ἀφορᾶ μόνο στήν ψυχή ἤ μόνο στό σῶμα ἀλλά σέ ὁλόκληρη τήν ψυχοσωματική προσωπικότητα τοῦ ἀνθρώπου. Κατά τή διδασκαλία τῆς ἁγίας Γραφῆς ὁ ἄνθρωπος πλάσθηκε ἀπό τόν Θεό δισύνθετος, μέ ψυχή καί σῶμα. Αὐτός ὁ φυσικός ἄνθρωπος καταγόμενος ἀπό τόν πεπτωκότα Ἀδάμ ἔχει μέσα του τήν ἁμαρτία καί τόν θάνατο, καί ὀνομάζεται «σαρκικὸς» ἤ «ψυχικὸς» ἄνθρωπος. ῾Ο χριστιανός μέ τό μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος πεθαίνει γιά τήν ἁμαρτία καί ἀναγεννᾶται ἐν Χριστῷ. ῾Ως καινούργιος πλέον ἄνθρωπος ἔχει, ὅπως καί ὅλοι οἱ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί του, τό Πνεῦμα τό ἅγιο. Τό ἔλαβε μέ τό χρίσμα καί τό ἀνανεώνει συνεχῶς μέ τή μαθητεία καί τή συμμετοχή του στά Μυστήρια τῆς ᾿Εκκλησίας· εἶναι ναός τοῦ ἁγίου Πνεύματος (πρβλ. Α´ Κο 3,16· 6,19). ᾿Ενῶ, δηλαδή, ὁ κάθε ἄνθρωπος εἶναι δισύνθετος, ὁ χριστιανός ἐκτός ἀπό ψυχή καί σῶμα ἔχει ἐπιπλέον τό πνεῦμα, τό χρίσμα, τό χάρισμα τοῦ ἁγίου Πνεύματος. ᾿Ακριβέστερα, ἔχει σῶμα καί ψυχή πνευματωμένα (βλ. τόν ἐκκλησιαστικό ὕμνο «῾Αγίῳ Πνεύματι πᾶσα ψυχὴ ζωοῦται», ὅπου ψυχή εἶναι ἡ ψυχοπνευματική ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου). Μοιάζει, θά λέγαμε, μέ τόν πυρακτωμένο χάλυβα. ῾Ο χάλυβας ἀποτελεῖται ἀπό δυό στοιχεῖα: ἀπό ἄνθρακα καί σίδηρο. ῎Αν ὅμως τόν βάλουμε στή φωτιά, ἀποκτᾶ καί τρίτο στοιχεῖο, τήν πυρότητα. Τή διατηρεῖ, βέβαια, ὅσο εἶναι στή φωτιά. ᾿Αντίστοιχα ὁ χριστιανός ἀποτελεῖται ἀπό σῶμα καί ψυχή, ἀλλά ἔχει καί τό πνεῦμα, ὅσο παραμένει βέβαια σέ ἐπαφή μέ τό ἅγιο Πνεῦμα ὡς ζωντανό μέλος τῆς ᾿Εκκλησίας.
Ἐκτός ἀπό τόν ἁγιασμό τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς, ὁ ἀπόστολος συστήνει στούς Θεσσαλονικεῖς «ὁλόκληρον ὑμῶν τὸ πνεῦμα... ἐν τῇ παρουσίᾳ τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ τηρηθείη». Τί σημαίνει ὅμως νά κρατήσουμε ὁλόκληρο τό πνεῦμα μέχρι τή Δευτέρα Παρουσία; ῞Οπως τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου προσβάλλεται ἀπό διάφορες σωματικές ἀσθένειες καί ἡ ψυχή ἀπό ψυχικές, ἔτσι καί τό πνεῦμα πού ἔχει μέσα του ὁ πιστός προσβάλλεται ἀπό τήν ἁμαρτία. Γι᾿ αὐτό ὁ Παῦλος προσεύχεται γιά τούς Θεσσαλονικεῖς νά κρατήσουν μέχρι τή Δευτέρα Παρουσία τό ἅγιο Πνεῦμα, ὅπως ἀκριβῶς τό ἔλαβαν ὅταν βαπτίσθηκαν. Νά μήν τό λυπήσουν καί τό ἀναγκάσουν νά τούς ἐγκαταλείψει. «Ἄν μείνει ἀκέραιο τό πνεῦμα, θά τηρηθοῦν ἄμεμπτα καί ἡ ψυχή καί τό σῶμα», διδάσκει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος. Τότε ὁ Κύριος κατά τή Δευτέρα του Παρουσία θά μᾶς βρεῖ μέ ἀναμμένες τίς λαμπάδες καί θά μᾶς πάρει στόν θεῖο νυμφώνα του.
Στέργιος Ν. Σάκκος