Τό ὄνομά μου τό κληρονόμησα ἀπό τή μικρασιάτισσα γιαγιά μου. Λίγοι τό προφέρουν σωστά καί ἀκόμα λιγότεροι τό γράφουν ὀρθογραφημένα. Κι ἐπειδή συχνά τά φ καί θ τοῦ ὀνόματός μου χρειάζονται διευκρίνιση, ὅταν ἤμουν μικρή ἀναρωτιόμουν γιατί δέν μοῦ ἔδωσαν ἕνα πιό εὔκολο ὄνομα, νά μήν χρειάζεται νά τό ἐξηγῶ. Ὅταν προσκύνησα τό ἄφθαρτο λείψανο τῆς Ἁγίας στόν ναό τοῦ Ἁγίου Γεωργίου στό Φανάρι καί διάβασα γιά τή μεγάλη ἀγάπη τοῦ ἁγίου Παϊσίου πρός αὐτήν, ἄρχισα νά συνειδητοποιῶ πώς ἡ Ἁγία μέ τό δύσκολο ὄνομα ἦταν πανεύφημος Μεγαλομάρτυς καί θαυματουργή.
Ἡ ἁγία Εὐφημία ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ Διοκλητιανοῦ, στή Χαλκηδόνα. Κόρη εὐγενῶν καί πιστῶν γονέων ξεχώρισε γιά τή φλογερή ἀγάπη της στόν Θεό. Ὅταν ὁ ἡγεμόνας τῆς περιοχῆς, τό 303 μ.Χ. διέταξε νά παρευρεθοῦν ὅλοι οἱ κάτοικοι σέ γιορτή πρός τιμή τοῦ θεοῦ τῶν εἰδώλων Ἄρη -γιατί διαφορετικά θά τιμωροῦνταν μέ θάνατο- οἱ χριστιανοί συγκεντρώνονταν καί κλείνονταν σέ σπίτια ἤ κατέφευγαν σέ ὁμάδες στήν ἔρημο. Σέ μία τέτοια ὁμάδα ὁδηγός ἦταν ἡ Εὐφημία πού ἐμψύχωνε τούς χριστιανούς. Ὅταν τούς συνέλαβαν, ἐπειδή ἀρνήθηκαν νά προσκυνήσουν τά εἴδωλα, τούς ὑπέβαλαν σέ φοβερά βασανιστήρια. Κατά τή διάρκεια τοῦ μαρτυρίου, ἡ Ἁγία προσευχόταν διαρκῶς καί οἱ πληγές τοῦ σώματός της γιατρεύονταν θαυματουργικά. Τελικά οἱ δήμιοι τήν ἔριξαν σέ ἄγρια θηρία καί ἡ Εὐφημία βρῆκε τόν θάνατο στά δόντια ἑνός ἀπό αὐτά, στίς 16 Σεπτεμβρίου.
Ἑνάμιση αἰώνα ἀργότερα, κατά τήν ἐποχή τοῦ Μαρκιανοῦ καί τῆς Πουλχερίας, στή Χαλκηδόνα, συνῆλθαν οἱ 630 θεοφόροι Πατέρες στήν Δ´ Οἰκουμενική Σύ- νοδο, τό 451 μ.Χ., ὅπου καταδίκασαν τήν αἵρεση τοῦ μονοφυσιτισμοῦ. Γιά νά πάψει ἡ ἔριδα μεταξύ τῶν δύο πλευρῶν, ἀποφασίστηκε νά συντάξουν τόσο οἱ ὀρθόδοξοι ὅσο καί οἱ μονοφυσίτες τήν πίστη τους σέ τόμο καί νά τεθοῦν καί τά δύο κείμενα μέσα στή λάρνακα τῆς ἁγίας Εὐφημίας. Ἀφοῦ τήν ξανασφράγισαν, ζήτησαν ἀπό τήν Ἁγία νά δείξει μέ εὔληπτο τρόπο ποιός ἔχει τήν ἀλήθεια. Μετά τήν ἀποσφράγιση βρῆκαν τόν τόμο τῶν ὀρθοδόξων στά χέρια της, ἐνῶ ὁ τόμος τῶν αἱρετικῶν βρέθηκε πεταμένος στά πόδια τῆς Ἁγίας, ἡ ὁποία «ἀνεδείχθη τῶν πατρικῶν δογμάτων προστάτης», εὐφραίνοντας τούς ὀρθοδόξους καί καταισχύνοντας τούς κακοδόξους, ὅπως ἀναφέρει τό Ἀπολυτίκιό της πού ψάλλεται στίς 11 Ἰουλίου.
Ἡ θαυματουργική παρέμβαση τῆς Ἁγίας, κατά παραχώρηση Θεοῦ, φθάνει μέχρι τούς ἔσχατους καιρούς μας. Ὅπως διηγεῖται ὁ ἅγιος Παΐσιος, στίς 22 Φεβρουαρίου τοῦ 1974, κατά τίς 10:00 τό πρωί -καί ἐνῶ ἔκανε τήν Ἀκολουθία τῶν Ὡρῶν- ἄκουσε ξαφνικά χτύπημα στήν πόρτα καί μία ἁπαλή γυναικεία φωνή νά λέει: «Δι᾽ εὐχῶν τῶν ἁγίων Πατέρων ἡμῶν». Παραξενεύθηκε καί ρώτησε: «Ποιός εἶναι;». Ἄκουσε τήν ἴδια φωνή νά λέει: «Ἡ Εὐφημία!». «Ποιά Εὐφημία; σκέφθηκε. Μήπως καμιά γυναίκα ἔκανε τήν τρέλα νά ἔρθει στό Ἅγιον Ὄρος;». Τό χτύπημα ἐπαναλήφθηκε τρεῖς φορές. Μέ τό τέταρτο χτύπημα, ἡ πόρτα, ἄν καί ἦταν κλεισμένη μέ σύρτη, ἄνοιξε μόνη της, καί μπῆκε μέσα ἡ ἁγία μεγαλομάρτυς Εὐφημία! Ἔλαμπε ὁλόκληρη καί στήν παρουσία της ὁ Ὅσιος ἔνιωσε «εἰρήνη, ἡ ὁποία ἔγινε θεία εὐφροσύνη». Ἀλλά, γιά νά βεβαιωθεῖ τελείως ὅτι ἦταν πράγματι ἡ Ἁγία καί ὄχι δαιμονική φαντασία, τῆς ζήτησε νά προσκυνήσουν τήν Ἁγία Τριάδα. Ἀφοῦ προσκύνησαν, κάθισαν στόν μικρό διάδρομο, καί ἡ Ἁγία τοῦ διηγήθηκε τόν βίο καί τά μαρτύριά της. Ἔπειτα τή συμβουλεύθηκε γιά τρία θέματα πού τόν ἀπασχολοῦσαν. Ὅταν ἡ Ἁγία ἔφυγε, ἄφησε τόν Ὅσιο σέ κατάσταση «θείας τρέλας». Ἔμεινε κλεισμένος στό καλυβάκι του, μέσα στήν παραδεισένια ἀτμόσφαιρα πού εἶχε φέρει ἡ Ἁγία μέ τήν ἐπίσκεψή της καί ὅπου ἦταν διάχυτη μία οὐράνια εὐωδία. Ὁ νοῦς του ἦταν προσηλωμένος στήν ἱερή μορφή της, ἡ δέ καρδιά του κόντευε νά σπάσει ἀπό γλυκιά ἀγάπη καί ἀνέκφραστη χαρά. «Μέ παλάβωσες, μέ παλάβωσες, ἁγία Εὐφημία!», φώναζε. Ἡ μεγάλη του ἀγάπη γιά τή «μεγάλη αὐτή Ἁγία, ἡ ὁποία, ἐνῶ τοῦ ἦταν ἄγνωστη, τοῦ ἔκανε αὐτήν τή μεγάλη τιμή», ἔκαιγε ἄσβεστη μέσα του, μέχρι τήν ἡμέρα πού, εἴκοσι χρόνια ἀργότερα, τό 1994, τήν ἑπομένη τῆς ἑορτῆς της, πῆγε νά τή συναντήσει στόν Παράδεισο*.
Ἀλλά καί στίς πονηρές μέρες μας, μιά συντροφιά νέων κοριτσιῶν ἐμπνεόμενη ἀπό τή μορφή τῆς Ἁγίας παίρνει τό ὄνομά της, ζητώντας τίς πρεσβεῖες της στόν δύσκολο χριστιανικό ἀγώνα τῆς νεότητας. Τό νά πορεύεται σήμερα ἕνας νέος ἄνθρωπος σύμφωνα μέ τό εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι ἄραγε κι αὐτό ἕνα θαῦμα;
Ἡ ἐμψύχωση τῶν πρώτων χριστιανῶν καί τά μαρτύρια γιά τήν πίστη της, ἡ διατράνωση τοῦ Χριστολογικοῦ δόγματος γιά τίς δυό φύσεις τοῦ Χριστοῦ μας, ὁ γλυκασμός καί ἡ ἀνάπαυση μιᾶς ἁγιασμένης ψυχῆς, ἡ ἔμπνευση τῶν παιδιῶν τοῦ σήμερα, μαρτυροῦν τή ζωντανή παρουσία τῆς Ἁγίας μέσα στούς αἰῶνες καί τή θαυματουργική παρέμβασή της σέ ὅσους τῆς τό ζητοῦν: «Μὴ διαλίπῃς ὑπὲρ ἡμῶν δυσωποῦσα πρὸς Κύριον, Εὐφημία πανένδοξε, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν».
Κι ἐγώ, τώρα ἀντί νά δυσκολεύομαι νά ἐξηγῶ τ᾽ ὄνομά μου, ἀγωνίζομαι νά ἔχω διαρκῶς στόν νοῦ μου τήν ἀπάντηση τῆς Ἁγίας, ὅταν ὁ ἅγιος γέροντας τῆς Σουρωτῆς τή ρώτησε πῶς ἄντεξε τόσα βασανιστήρια: «Ἄν ἤξερα πόση δόξα ἔχουν οἱ ἅγιοι στόν οὐρανό, θά ἤθελα νά περάσω ἀκόμη μεγαλύτερα μαρτύρια!».
Εὐφημία Μπούτσικου-Ρίζου
* Ἀπό τό βιβλίο «ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὁ ἁγιορείτης», Ἱερόν Ἡσυχαστήριον «Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος».
"Ἀπολύτρωσις",
Τεῡχος "Αὐγούστου-Σεπτεμβρίου", 2024