Χριστοφόρος Παπουλάκος, τό θύμα τοῦ γραικυλισμοῦ Β´

  papoulakoscΚινητοποιήθηκε ὁλόκληρος ὁ κρα­τικός μηχα­νι­σμός, γιά νά κατασταλεῖ «τό κίνημα τοῦ Παπου­λά­κου». Οἱ ἀντικεί­με­νοι δέν μποροῦσαν νά πλησιάσουν τόν Ἁγιοπατέρα, διότι ὁ λαός, πού κρεμό­μενος ἀπό τά χείλη του τόν ἀκολου­­θοῦσε παντοῦ, εἶχε γίνει ὁ ἀκοίμητος φρουρός του. Ἐπαναλήφθηκε αὐτό πού συνέβη μέ τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, τόν ὁποῖο δέν μποροῦσαν νά τόν συλ­λάβουν οἱ ἀρχιερεῖς καί οἱ φαρισαῖοι φο­βού­μενοι τόν ὄχλο. Καί τώρα ἡ ἀγά­πη τοῦ λαοῦ ἔφερνε σέ ἀδιέξοδο τήν ἐξουσία. Ἔ­τσι, ὅταν κάποτε ὁ Χριστο­φό­ρος πῆγε νά κηρύξει στήν Καλαμάτα, ἕνα πλῆθος λαοῦ τόν συνόδευε ἀ­ποτε­λώντας ἕνα ζωντανό τεῖχος γύρω του. Πανικο­βλή­θη­καν οἱ κρατοῦντες κι ἔ­σπευσαν μέ ἰσχυρή στρατιω­τική δύναμη, διαδίδοντας τό ψέμα ὅτι ὁ Πα­που­λά­κος μπῆκε στήν Καλαμάτα μέ δύο χι­λιά­δες ἔνοπλους γιά νά κάνει ἐπανάσταση. Νό­μιζαν ὅτι ἔ­τσι νομιμοποιεῖται ἡ δική τους βία, πού βέβαια ἔμενε ἀτε­λέ­σφο­ρη.
  Ὡστόσο, ἐκεῖ πού ἀποδείχθηκε ἀδύ­ναμο τό σπαθί τῆς ἐξουσίας δούλεψε ὁ δόλος καί ἡ προ­δο­σία κι ἔφε­ραν τό πο­θούμενο ἀποτέλεσμα. Ἕνας ἀπό τούς πιό ἔμπιστους φίλους τοῦ Παπουλάκου, ὁ Παπαβασί­λα­ρος, σάν ἄλλος Ἰούδας ὀργάνωσε σα­τανική πλε­κτάνη γιά τή σύλληψη τοῦ ἁγίου διδασκά­λου ἀντί 6.000 δραχ­μῶν. Μετά ἀπό σύντομη φυλά­κιση καί ἀ­πομόνωση στό Κάστρο τοῦ Ρίου, ὁ Ἁγιο­πατέρας ὁ­δηγήθηκε στό δικαστήριο. Ὅταν τόν ρώ­τησε ὁ πρό­εδρος «Ποιόν διορί­ζεις συνήγορόν σου;», ἐκεῖνος ἀτάραχος ἀπάντησε: «Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χρι­στός εἶ­ναι ὁ συνήγορός μου». Ἐνῶ ἡ Κυβέρ­νηση τοῦ ἔδω­σε ἀμνηστία, ἡ Ἱερά Σύνοδος τόν παρέπεμψε γιά πε­ραι­τέ­ρω πειθαρχικό ἔλεγχο καί τόν ἐξόρισε στήν ἱερά μονή Προ­φήτου Ἠλιοῦ Θή­ρας ἀρχικά καί κατόπιν στήν ἱερά μονή Παναχράντου στήν Ἄν­δρο, σέ κελλί πού τό φρουροῦσε μο­νίμως ἕνας ἀστυνο­μικός. Στά ἑπτά χρόνια πού ἔμεινε ἐκεῖ ὁ Χρι­στοφόρος δέν ἔ­παυσε καί μέσα ἀπό τό κιγ­κλίδωμα τῆς φυλακῆς νά κη­ρύτ­τει, γιά νά καθαρίσει τό νησί ἀπό τά ἀποκαΐδια τοῦ Καΐρη, πού πρίν λίγα χρό­νια εἶ­χε σπείρει τίς κακο­δοξίες του μέ κέντρο τό Ὀρ­φανο­τροφεῖο τῆς Ἄν­δρου, καί νά οἰκοδομεῖ τά πλήθη πού ἀπό παντοῦ συνέρρεαν. Εἶναι δέ χαρα­κτηριστικό τῆς ἐπίδρασης πού ἀσκοῦσε ἡ ἁγιότητά του τό γεγονός ὅτι μετά τόν θάνατο τοῦ Παπου­λάκου ὁ φρουρός του δέν θέλησε νά ἐπιστρέψει στόν κό­σμο· ἐκάρη μονα­χός καί πῆρε τό ὄνομα ἐκεί­νου!
  Τό 1854 ἐπισκέφθηκε τή μονή ὁ νε­οχειροτονηθείς μητροπολίτης Ἄν­δρου Μητροφάνης Οἰκονομίδης ἀπό τά Κα­λά­βρυτα. Ὁ Παπουλάκος τόν γνώ­ριζε καλά, γι᾽ αὐτό μόλις τόν εἶδε ἀνέ­κραξε μέ πόνο καί εἰλικρίνεια: «Καί σύ, Μῆτρο, ἔγινες Δεσπότης; Θά προκόψει ἡ Ἐκ­κλησία!». Ὁ Δεσπότης ὀργισμένος ὕψω­σε τή ράβ­δο του, τοῦ ἐπέφερε συ­ντριπτικά χτυπή­ματα καί διέταξε νά τόν φυ­λακίσουν στό πιό ὑγρό καί σκοτεινό κελ­λί τῆς μο­νῆς, ἐνῶ δέν ἔπαυσε νά συκο­φαντεῖ τόν γέ­ροντα ὡς ὑβριστή τοῦ βα­σιλιᾶ. Ὅπως ἀποκάλυψε ὁ Πα­πουλά­κος στόν δικη­γό­ρο Ν. Σαρίπολο πού τόν ἐπισκέφθηκε, ὁ ἐπίσκοπος βα­ρυνόταν μέ τή βαρύτατη κα­τηγορία τῆς σιμωνίας. Εἶχε ἀγοράσει τήν ἐπισκοπή μέ χρή­μα­τα, τά ὁποῖα ἐ­πρό­­κειτο νά συγκε­ντρώ­σει ἀπό τό ποί­μνιο.
  Στήν ἀπομόνωση τοῦ κελλιοῦ ὁ ἀ­σκητής ἱεραπόστολος καί μάρτυρας τῆς εὐαγγελικῆς ἀλήθειας, ἀφοῦ ἑτοι­μάσθη­κε ὁσιακά, παρέδωσε τό πνεῦμα του τό βράδυ τῆς 18ης πρός 19η Ἰανου­α­ρίου 1861. Ὁ λαός τόν θρήνησε σάν ἅ­γιο καί τόν ἔκλεισε βαθιά μέσα στήν καρδιά του.
  Ὅπως ὅλοι οἱ ἄξιοι δουλευτές τῆς ἀλήθειας, προφῆτες κι ἀπόστολοι, πα­τέ­ρες καί διδάσκαλοι μέ πρῶτο τόν Κύ­ριό μας Ἰησοῦ Χριστό, ἔτσι καί ὁ Χριστο­φό­ρος ἀναδείχθηκε «σημεῖον ἀντι­λεγόμε­νον». Δέχθηκε τό θυμίαμα τοῦ θαυμα­σμοῦ καί τῆς εὐλάβειας τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά καί τά καταιγιστικά πυρά τοῦ φθό­νου καί τῆς κακίας τους.  Ἀγα­πήθηκε καί μισήθηκε, μακαρίσθηκε ὡς ἅγιος ἀλλά καί συκοφαντήθηκε ὡς ἀ­γύρτης καί λα­ο­πλάνος. Ὡστόσο, σή­με­ρα, μιάμιση ἑκα­τονταετία μετά τήν κοί­μησή του, πού κα­τακάθισε ὁ κουρνιαχτός καί καταλά­για­σαν τά πάθη, ἀνα­γνωρί­ζε­ται ἡ ἱερότητα τῆς μορφῆς του καί ἡ σπου­δαιότητα τῆς προσφορᾶς του. Λει­τουργεῖ εἰδικό Ἰν­στι­τοῦτο, τό ὁποῖο ὑπό τήν προεδρία τοῦ πανοσι­ο­λογιότατου ἀρ­χι­μανδρίτη π. Νε­κταρίου Πέττα διορ­γάνωσε καί πανελ­λή­νιο ἐπι­στημονικό συνέδριο μέ θέμα τήν ἐνδια­φέρουσα αὐ­τή προσωπικότητα. Κι­νοῦνται μάλιστα καί διαδικασίες γιά τήν ἀ­ναγνώρισή του ὡς ἁγίου*. Ἐνισχύεται ἔ­τσι καί ἐπιβεβαι­ώνεται αὐτό πού εἶχε γρά­ψει ὁ διευθυ­ντής τοῦ περιοδικοῦ «Ἥ­­λιος» Ἰωάννης Πασσᾶς: «Ἄν καί ἐ­φη­­με­ρίδες τῆς ἐπο­χῆς καί βραδύτερον ὁ Μπά­μπης Ἄννινος ἐμφανίζουν τόν Πα­πουλάκον περισσότε­ρον δημαγωγόν πα­ρά ὅ­σιον, ἄλλοι μετα­γε­νέ­στεροι μελε­τηταί, μεί­ζονος κύρους, διετύπωσαν ριζικῶς διαφόρους γνώμας καί ἀπο­κα­τέστησαν τόν Παπουλάκον εἰς τήν θέ­σιν ἑνός τῶν κυριωτέρων ἐκπρο­σώ­πων τοῦ θρη­κευ­ο­μένου λαοῦ». Ἀνα­φέρω ὡς κα­τακλείδα μερικές ἀπό τίς γνῶ­μες αὐτές:
  Κατά τήν ἐκτίμηση τοῦ ἀρχιεπι­σκό­που Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου: «Ἀ­σχέτως ἀπό τινας ὑπερβολάς ὁ Πα­που­λάκος ἐ­νεφορεῖτο ὑπό ζήλου ἁγνοῦ, ὑπῆρξε δέ διά τοῦ ἁπλοϊκοῦ μέν, ἀλλά ζω­ηροτά­του καί ὑπερθερμουργοῦ ἐ­μπνε­­­ομένου θρη­σκευ­τικοῦ ἐνθου­σια­σμοῦ τοῦ λαϊκοῦ κη­ρύγ­ματός του ὠφε­λιμώτατος, ἰδίως εἰς τήν Πελοπόννησον καί τήν Μά­νην, ἔνθα σπου­­­δαίως συνε­τέλεσεν εἰς τήν κατά­παυ­σιν τοῦ ἀγρίου ἐθίμου τῆς διά αἵματος ἐκ­δικήσεως». Παρόμοια ἐκ­φρά­σθηκαν καί οἱ ἀεί­μνη­στοι Παναγιώτης Τρε­μπέ­λας καί ἀρ­χιε­πίσκοπος Χριστό­δου­λος. Ὁ ἀρχιεπί­σκοπος Ἀμερικῆς Μι­χα­ήλ ἐξάλλου χαρα­κτήρισε τόν Ἁγιο­πατέρα «ἐμπνευσμένην φυσιογνωμίαν με­γά­λου ἀνθρώπου τοῦ λα­οῦ, τόν ὁποῖ­ον μι­κροί ἄνθρωποι κα­τέ­χο­ντες με­γάλας θέ­σεις παρεξη­γήσα­ντες ἠθέ­λησαν νά πα­ρουσιά­σουν ὡς φανα­τι­κόν θρησκόλη­πτον, ἐπικίνδυ­νον διά τό καθεστώς καί τήν δημοσίαν τά­ξιν».
  Τέλος, ὁ μητροπολίτης Φλωρί­νης Αὐ­γουστῖνος Καντιώτης πρίν ἀπό πε­νή­ντα περίπου χρόνια ἔγρα­φε: «Ὁ τόσος χρόνος δέν ἐστάθη ἱκανός νά ἐξαλείψει τήν μνήμην τοῦ ὀνόματός του. Ὁ Πα­πουλάκος... καί σήμερα  φωνάζει· Ὀρ­θό­δοξοι χρι­­­στιανοί! Δέν λυπεῖσθε νά βλέπε­τε ἐπί ἕνα αἰῶνα καί πλέον τήν μη­τέρα σας, τήν Ἐκ­κλησίαν, αἰσ­χράν τοῦ κρά­τους ὑπη­ρέτριαν εἰς τά ἄ­νο­μα καί ἀντικα­νονικά θελήματά του; Ἐ­μπρός. Ἀγω­νισθεῖτε, μικροί καί μεγά­λοι... "Στή­κε­τε καὶ κρατεῖτε τὰς παρα­δόσεις" τῆς Ὀρ­θοδοξίας (Β´ Θε 2,15)!».
  Ἡ σταθερότητα καί ἡ σύσφιξη τῶν δεσμῶν μας μέ τήν ἑλληνορθό­δοξη παράδοση, ἡ γνώση καί βίωση τοῦ εὐαγ­γε­λικοῦ κηρύγματος στή γραμμή τῶν ἁγίων πατέρων τῆς Ἐκ­κλησίας μας εἶναι ἡ παρακα­τα­θήκη τοῦ Παπουλάκου. Κι εἶ­ναι, στ᾽ ἀλήθεια, ἰδιαίτερα ἐπίκαιρη καί ἄ­κρως ἀναγκαία στούς σημερινούς και­ρούς τῆς ἰσοπεδωτικῆς μαζo­ποί­­­ησης πού ἐπιφέρει ἡ παγκο­σμι­ο­ποίηση καί ὁ Οἰκουμενισμός.  

Στέργιος Ν. Σάκκος

"'Απολύτρωσις",

Τεῡχος Νοεμβρίου 2024

* Τό ἄρθρο γράφτηκε τό 2011. Τό ἐπαναδημοσιεύουμε λόγῳ τῆς ἐπικαιρότητάς του, καθώς τήν 29η Αὐγούστου τ.ἔ. τό Οἰκουμενικό μας Πα­τριαρχεῖο κατέταξε τόν Χριστοφόρο Παναγιωτόπουλο στίς δέλ­τους τῶν ἁγί­ων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκ­κλησίας.