Βαθύς καί καίριος εἶναι ὁ δεσμός τοῦ κάθε χριστιανοῦ μέ τό σταυρό τοῦ Χριστοῦ. Ἤμασταν στή νηπιακή μας ἡλικία οἱ περισσότεροι, ὅταν δεχθήκαμε ὡς δῶρο ἀπό τόν ἀνάδοχό μας ἕνα σταυρό, πού κρεμάσθηκε φυλαχτό στό λαιμό μας. Κι ἔπειτα, μικρά παιδιά, εἴχαμε τήν εὐλογία μέ τήν καθοδήγηση τῆς εὐσεβοῦς μάνας ἤ γιαγιᾶς νά ἑνώσουμε τά τρία δάκτυλα τοῦ δεξιοῦ μας χεριοῦ καί νά μάθουμε νά σημειώνουμε πάνω μας τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ, πιστεύοντας ὅτι «ὅποιος κάνει τό σταυρό του ἔχει ὅπλο στό πλευρό του».
Ἀλλά ὁ σταυρός δέν εἶναι ἁπλῶς ἕνα σχῆμα πού περικλείει μαγική δύναμη, δέν εἶναι φετίχ· εἶναι ἕνα σύμβολο γεμάτο ἀπό τά μηνύματα τοῦ Θεοῦ. Ἔχουμε χρέος νά μελετοῦμε αὐτά τά μηνύματα καί νά ἐμβαθύνουμε στό νόημά τους, πού μᾶς χειραγωγεῖ καί μᾶς προάγει στήν πνευματική ζωή. Ἔτσι ὁ σταυρός γίνεται πηγή ἔμπνευσης, ὁδηγός στήν πορεία, ὅπλο στή μάχη, παρηγοριά στόν πόνο, γλυκασμός στήν πικρία τῆς ζωῆς. Τρία στοιχεῖα τῆς θεολογίας τοῦ σταυροῦ θά προσεγγίσουμε μέ ὁδηγό μας τόν ἐμπνευσμένο κήρυκα τοῦ σταυροῦ, τόν ἀπόστολο Παῦλο, πού ἀνοίγει μπροστά μας σάν ἕνα πρωτότυπο βιβλίο τό σύμβολο τοῦ σταυροῦ καί μᾶς βοηθᾶ νά διαβάσουμε στίς αἱματοβαμμένες σελίδες του τά τρία κοσμοσωτήρια μαθήματα: τήν ἀγάπη, τή σοφία, καί τή δύναμη τοῦ Θεοῦ.
α. Ἀγάπη: Ἀσφαλῶς μέ πολλούς τρόπους ἐκφράζεται καί ἐκδηλώνεται στήν πλάση ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά μᾶς. Ὅλη ἡ φυσική δημιουργία, ἀπό τό ἀσήμαντο ἀγριολούλουδο, πού τό ἔντυσε ὁ Πλάστης μέ ἀρχοντική μεγαλοπρέπεια, μέχρι τόν φωτεινό ἄρχοντα τῆς ἡμέρας, τόν ἥλιο, κι ὅλα τά οὐράνια σώματα, πού στροβιλίζονται στό στερέωμα μέ τόση τάξη καί σκοπιμότητα, ὅλα μιλοῦν γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά τή λαμπρότερη ἀποκάλυψη τῆς θεϊκῆς ἀγάπης παρουσιάζει ἡ ἀκατανόητη καί ἀσύλληπτη προσφορά τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ: Ἔγινε ἄνθρωπος καί σταυρώθηκε γιά νά μᾶς συμφιλιώσει μέ τόν Θεό, νά μᾶς ἀποκαταστήσει στήν ἀγάπη του· «ὁ Χριστός ἠγάπησεν ἡμᾶς καί παρέδωκεν ἑαυτόν ὑπέρ ἡμῶν προσφοράν καί θυσίαν τῷ Θεῷ εἰς ὀσμήν εὐωδίας» (Ἐφ 5,2).
Ἀπό τή θλιβερή ἐκείνη ἡμέρα τῆς ἀνταρσίας τῶν πρωτοπλάστων, τό σαράκι τῆς ἁμαρτίας εἶχε διαβρώσει ἀνεπανόρθωτα τήν οἰκειότητα τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν Θεό. Κι ἦρθε ὁ ἴδιος ὁ μονάκριβος Υἱός τοῦ Θεοῦ καί σήκωσε πάνω του τήν ἁμαρτία ὅλου τοῦ κόσμου. Ἑκούσια προσφέρθηκε καί πέθανε γιά μᾶς τούς ἐχθρούς κι ἀντάρτες. Αὐτή ἀκριβῶς ἡ θυσία του πάνω στό σταυρό τοῦ Γολγοθᾶ, πού λύτρωσε ἐμᾶς τούς ἁμαρτωλούς, μᾶς χάρισε τήν υἱοθεσία, μᾶς ἀποκατέστησε στήν οἰκογένεια τοῦ Θεοῦ, εἶναι τό ἀποκορύφωμα τῆς ἀγάπης του.
β. Σοφία: Μέ δόλο ὁ σατανᾶς ἀπέσπασε τούς πρωτόπλαστους ἀπό τήν ὑπακοή τους στόν Θεό καί τούς κατέστησε δικούς του ὑποτελεῖς. Κάθε ἄνθρωπος, ὡς παραβάτης τοῦ θείου νόμου, ἦταν πλέον ἐπικατάρατος. Γιά νά σώσει τήν καταραμένη ἀνθρωπότητα ὁ Θεός ἔπρεπε νά γίνει ἄνθρωπος, νά προσλάβει τήν ἀνθρώπινη φύση, διότι «τό ἀπρόσληπτον ἀθεράπευτον», ὅπως θεολογεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος. Ἔγινε, λοιπόν, ἄνθρωπος ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Ἦταν ὅμως ἀναμάρτητος, καί πῶς θά μποροῦσε νά πλησιάσει καί νά λυτρώσει τούς καταραμένους; Ἡ πανσοφία τοῦ Θεοῦ συνέλαβε τό σωτήριο σχέδιο: Διά τοῦ σταυροῦ! Τό βεβαίωνε ὁ νόμος «κεκατηραμένος ὑπό Θεοῦ πᾶς κρεμάμενος ἐπί ξύλου» (Δε 21, 23· πρβλ. Γα 3,13).
Ὑψωμένος πάνω στό σταυρό ὁ ἀναμάρτητος Ἰησοῦς Χριστός ἔγινε ἐπικατάρατος. Καί τήν ὥρα πού φάνηκε πώς θριαμβεύει ὁ κοσμοκράτορας τοῦ αἰῶνος τούτου, ἀφοῦ θανάτωνε τόν Ἰησοῦ μέ τόν καταραμένο σταυρικό θάνατο, τότε ἀκριβῶς ἡ θεότητα, πού κρυβόταν στήν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, συνέτριψε τήν κεφαλή τοῦ ἀρχέκακου καί κατέλυσε τό κράτος τοῦ θανάτου. Ἔτσι, θαυμάζει ὁ ἐκκλησιαστικός ποιητής: «πεπλάνηται ὁ πλάνος (σατανᾶς), ὁ πλανηθείς (ἄνθρωπος) λυτροῦται» ἀπό τήν κυριαρχία τοῦ διαβόλου καί ἀπελευθερώνεται ἀπό τό κράτος τοῦ θανάτου. Συγκλονισμένος ἀπό τό σοφό αὐτό σχέδιο ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀναγνωρίζει τό σταυρό ὡς τήν ἀληθινή σοφία καί δέν θέλει νά γνωρίζει καί νά κηρύττει τίποτε ἄλλο παρά μόνο «Ἰησοῦν Χριστόν, καί τοῦτον ἐσταυρωμένον» (Α΄ Κο 2,2).
γ. Δύναμη: Ὡς παντοδύναμος Θεός ὁ Κύριος θά μποροῦσε, βέβαια, νά συντρίψει τόν σατανᾶ μέ μία ἐντολή. Σεβόμενος ὅμως τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, δέν ἔκανε χρήση τῆς παντοδυναμίας του. Ἔγινε ἄνθρωπος, δοῦλος, κατάδικος καί πέθανε μέ τή χειρότερη τῶν ποινῶν, μέ τόν σταυρικό θάνατο. Μ᾿ αὐτή τήν ἔσχατη ἀσθένειά του συνέτριψε τήν ἁμαρτία καί πιστοποίησε τήν ἀνυπέρβλητη δύναμή του. Ἀσφαλῶς, δέν εἶναι παράξενο νά περνᾶ ἡ ἁμαξοστοιχία πάνω ἀπό μιά σιδερένια γέφυρα. Ἄν ὅμως ἡ γέφυρα πού συγκρατεῖ τήν ἁμαξοστοιχία ἀποτελεῖται ἀπό καλάμια, αὐτό εἶναι ἀξιοθαύμαστο. Δείχνει πώς τό καλάμι κλείνει μέσα του μία ἀκατανόητη μυστική δύναμη. Παρόμοια, στόν ἐσταυρωμένο Ἰησοῦ ἀντικρύζει ὁ Παῦλος τήν «Θεοῦ δύναμιν καί Θεοῦ σοφίαν» (Α΄ Κο 1,24).
Ὁ σταυρός τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ φύτρα τῆς νέας δημιουργίας, ἡ ρίζα τῆς νέας κτίσεως, τό θεμέλιο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Γι᾿ αὐτό καί ἀποτελεῖ ὄχι μόνο τό καύχημα καί τό κόσμημα τῆς οἰκουμένης ἀλλά καί τό γνώρισμα τῆς ζωῆς τοῦ πιστοῦ· κυρίως αὐτό. Καθώς τόν ὑψώνει σέ παγκόσμια προσκύνηση ἡ Ἐκκλησία μας προτείνει στήν ἀνθρωπότητα νά ἐνστερνισθεῖ τή σοφία τοῦ Θεοῦ, πού κρύβεται στό σταυρό τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μέ τρόπο ἀκατανόητο -κι ἐν πολλοῖς ἀνόητο- γιά τή σοφία τοῦ ἄθεου κόσμου, ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ μᾶς διδάσκει ὅτι ἡ δύναμη δέν ταυτίζεται μέ τή βία, ἀλλά ἐκδηλώνεται μέ τή συγκατάβαση καί ἐλέγχεται ἀπό τήν ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη, πού ὄχι μόνο συγχωρεῖ καί ἀνέχεται, ἀλλά θυσιάζεται γιά τούς ἐχθρούς, εἶναι ἡ ἀκατάλυτη δύναμη. Αὐτό δέν τό καταλαβαίνει καί, φυσικά, δέν μπορεῖ νά τό ζήσει ὅποιος δέν μαθήτευσε στό σταυρό τοῦ Χριστοῦ, δέν γνώρισε καί δέν φωτίσθηκε ἀπό τή σοφία τοῦ σταυροῦ.
Στέργιος Ν. Σάκκος