Ὁ ἄριστος ἑρμηνευτής τῆς Ἁγίας Γραφῆς

 Κατά κοινή ὁμολογία ἀρχαίων καί νεοτέρων ἑρ­μη­νευτῶν τῆς ἁγίας Γραφῆς, ὁ ἅγιος Ἰω­άννης ὁ Χρυ­σόστομος ὑπῆρ­ξε ὁ κράτιστος ἑρ­μηνευτής τῶν ἱερῶν κει­μέ­νων τῆς Ἐκκλησίας μας. Δέν ἦ­­­ταν ἑρμηνευτής τοῦ σπουδα­στη­ρίου οὔ­­τε καθηγητής τῆς ἕ­δρας. Ἦ­ταν κυ­­ρί­­ως κα­θηγητής ψυ­χῶν, ποι­μένας καί δι­δάσκαλος τῆς Ἐκ­κλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἀ­­γω­νία τοῦ ποιμένα γιά τήν πο­­δη­­γέ­τη­ση τοῦ ποιμνίου του τόν ἔ­­κα­νε νά σκύψει μέ πολ­λή προσ­ο­χή καί προσευχή πάνω στά ἱ­ερά κεί­μενα καί νά ἐπιδοθεῖ στήν ἑρ­μη­νεία τους μέ εὔ­λογη ἐ­πιτυχία, ὥσ­τε νά τοῦ ἀποδίδον­ται παγ­κο­σμί­­ως τά ἀ­ριστεῖα τῆς ἑρμηνείας. Εἶναι ἀπ᾿ ὅ­λους πα­ραδεκτό ὅ­τι εἰδικά τά ἑρμηνευτικά ὑ­πο­μνή­­μα­τα τοῦ ἁγίου πατέρα στήν Και­­νή Δι­α­θή­κη, πού καλύπτουν σχε­­δόν ὅλα τά βι­βλία της, εἶ­ναι ἀ­­πό ἑρ­μη­νευ­τι­κή καί λογοτεχνική ἄ­πο­ψη τά κα­­λύ­τερα καί πιό χρήσιμα πού μᾶς ἔ­χει δώσει ἡ ἑλληνική πατερική ἐποχή.
  Ἡ ὑπεροχή τοῦ ἁγίου διδα­σκά­λου ὡς ἑρ­μη­­νευτοῦ ἀπεικονίζεται χαρακτηριστικά καί πο­­­λύ παραστατικά σέ μία μινιατούρα χειρογράφου τοῦ 11ου αἰ. Ἡ εἰκόνα δείχνει τόν μικρόσωμο στήν πραγματικότητα Χρυσόστομο νά κά­θεται ἐπιβλητικός πάνω σέ ψηλό θρό­νο, ἐνῶ δίπλα του, ἀπό τή μιά κι ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, σέ δύο μικρούς θρόνους, κοντά στό ὑπο­πό­διό του, κάθον­ται σάν μικροί μαθητές κον­τά στόν δά­σκαλο δύο ἄνδρες, μικρόσωμοι αὐτοί, οἱ ὁποῖοι τόν ἀκοῦν καί σημειώνουν· ὁ ἕνας τόν κοιτᾶ μέ τά μάτια, ὁ ἄλλος μέ τή σκέψη του. Ὁ πρῶτος εἶ­ναι ὁ Θεο­δώρητος καί ὁ δεύτερος ὁ Οἰκουμένιος.
 Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος δέν ἔ­γραφε, ἀλλά ἐκφω­νοῦσε τίς ἑρμη­νεῖ­ες του ὡς προφορικά κη­ρύ­γματα ἀπό τόν ἄμ­βω­να, μπροστά στό ἐκ­κλησίασμα καί χω­ρίς χειρόγραφο κείμενο. Στε­­­νογράφοι, οἱ λεγόμενοι «σημειογράφοι», κα­τέ­γραφαν τίς ὁμιλίες, τίς ὁ­ποῖες ἐκ τῶν ὑστέ­ρων διόρθωνε τίς περισσότερες φορές ὁ διος. Τά θέ­ματά του ἦταν πάν­­­τοτε ἁγιογραφικά. Πίστευε καί δί­δασκε ὅτι ἡ μελέτη τῶν ἁ­γί­ων Γραφῶν ἀποτελεῖ ἀνάγκη καί καθῆκον τῶν πι­στῶν.
 Ἀλλά γνώση τῆς Γραφῆς, τονίζει ὁ ἅγιος διδάσκαλος, δέν σημαίνει τή δι­ανοητική προσέγγιση τοῦ περιεχομένου της οὔτε, πολύ περισσότερο, τήν ἁπλή κατοχή τῶν ἱερῶν βιβλίων της. Ση­μαίνει τήν οἰκείωση τῶν ἱερῶν νοημάτων, τή βίωση τοῦ πνεύματος τῆς ἁ­γίας Γραφῆς καί τή συμμόρφωση τῆς ζωῆς τοῦ χριστιανοῦ μέ αὐτό. «Διά τοῦ­­το Γραφάς ἑρμηνεύομεν, οὐχ ἵνα Γρα­φάς μάθητε μό­νον, ἀλλ᾿ ἵνα καί τά ἤθη διορθώσητε», ἐξηγεῖ.
 Ἀκολουθώντας τήν ἱστορικογραμματική μέθοδο ἑρμηνείας ἐπιδιώκει νά συλλάβει μέ ἀκρίβεια αὐτό πού σκέ­πτον­ται καί θέλουν νά ἐκφράσουν οἱ ἱ­εροί συγγραφεῖς, τόν «νοῦν τῆς Γρα­φῆς». Δέν διστάζει ὡστόσο, ὅπου αὐτό ἀπαιτεῖται, νά κάνει χρήση τῆς τυπολογικῆς ἤ τῆς ἀναγωγικῆς ἑρμηνείας. Πάν­τοτε ὅμως μέ ὁδηγό καί βά­ση τίς ἄμεσες ἤ ἔμμεσες μαρτυρίες τῆς Και­νῆς Διαθήκης.
 Ἰδεώδης εἶναι ὁ ἅγιος Χρυσόστο­μος στό νά ἀποσαφηνίζει τά δύσκολα χωρία τῆς ἁγίας Γραφῆς παραλληλί­ζον­τας τά ἁγιογραφικά περιστατικά μέ τή σύγχρονή του πραγματικότητα. Μᾶς ἐκπλήσσει τό πόσο καλά γνωρίζει τίς λεπτομέρειες τῆς ζωῆς. Εἶ­ναι ὄχι μόνο ὁ ἅγιος χριστιανός καί ὁ πνευματικός ποιμένας τῆς Ἐκκλησί­ας, ἀλλά καί ὁ ἄνθρωπος τῆς κοινωνίας καί τῆς ἀγροτικῆς καί τῆς ἀ­στι­κῆς καί τῆς ναυτικῆς. Δέν τοῦ διαφεύγει τίποτε.
 Πρωτότυπες καί πηγαῖες οἱ ἑρμη­νεῖες του ἐντυπωσιάζουν μέ τήν ὀρ­θότητα καί ἀκρίβειά τους καί συγχρόνως συναρπάζουν μέ τήν ἰδιάζουσα ἀ­ριστοτεχνία, τή δύναμη καί τή γλαφυρότητα τῆς διατυπώσεως. Ἐπιπλέον, δέν περιορίζονται μόνο στή διασάφηση τῶν συγκεκριμένων χωρίων, ἀλλά παγιώνουν θεμελιώδεις ἑρμηνευτικές ἀρχές, οἱ ὁποῖες χειραγωγοῦν τούς ἑρ­­μηνευτές ἀνά τούς αἰῶ­νες, γιά νά προσ­εγγίζουν μέ ἀσφάλεια καί νά κα­τα­­νοοῦν ὀρθά κάθε κείμενο τῆς ἁγίας Γρα­φῆς.
 Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ἔμεινε στήν ἱστορία μέ τό ἐπίθετο Χρυ­­σόστομος ὡς ἐν­δει­κτικό τῆς εὐ­φρά­δει­ας καί τῆς εὐ­γλωτ­­τίας του. Δέν εἶ­ναι ὅμως λάθος νά ἀποδώσουμε σ᾿ αὐ­­τό καί ἕναν ἄλλο ὑ­παινιγμό, πού δέν ἐ­πιση­μαί­νεται συνήθως, ἀσφαλῶς ὅ­μως ὑ­πάρ­χει: εἶναι ἡ ἀναφορά στήν ἑρ­μη­νευ­τική καί ἐξηγητική του δύναμη. Αὐ­τή καθιστοῦσε ὄν­τως χρυσό τό στόμα του. Εὔφραινε τούς ἀκροατές του, καθώς τούς παρουσίαζε σωστά καί προσιτά τά ἱερά νοήματα, τούς φανέ­ρωνε ἁπλές τίς θεολογικές ἀλή­θειες καί τούς βοη­θοῦ­σε νά καταλάβουν καί νά νιώσουν ἀληθινά τή χαρά τῆς σω­τηρίας. Χρυσόστομος, λοιπόν, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ἀξίζει νά μένει στή συν­είδησή μας, ὅπως μένει καί στή συν­είδηση τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ ὁ­ποία τόν ἐγκωμιάζει ὡς τό «ἐνδιαί­τημα Γρα­φῶν μυ­σταρχι­κῶν» καί τήν «σαφήνειαν τῶν Γραφῶν τῶν τοῦ Πνεύ­ματος». Εἶ­ναι ὁ χρυσός ρήτορας ἀλλά καί ὁ χρυ­σός ἑρμηνευτής τοῦ Εὐαγγελίου τῆς Ἐκ­κλησίας τοῦ Χρι­στοῦ.

Στέργιος Ν. Σάκκος