Ἐνδιαφέρον καί πάντα ἐπίκαιρο θέμα ἡ κοινωνική ἀλλαγή. ῎Οχι μόνο τώρα, πού μᾶς ἔζωσε γιά τά καλά ἡ οἰκονομική κρίση, ἀλλά καί ἔξω ἀπό αὐτήν, τό νιώθουμε ὅλοι ὅτι κάτι δέν πάει καλά. Γι’ αὐτό ψάχνουμε καί πρόθυμα τεντώνουμε τό αὐτί στόν καθένα πού προτείνει κάποια ἀλλαγή, μία λύση.
Στίς μέρες μας δέν εἶναι λίγοι αὐτοί πού μιλοῦν γιά ἐπανάσταση ἐνάντια στό κοινωνικό κατεστημένο, γιά τήν πάταξη τοῦ κεφαλαίου τῆς ἀδικίας καί τήν ἀνύψωση τοῦ φτωχοῦ. Καί οἱ πιό πολλοί ἀπό αὐτούς μιλοῦν αὐτάρεσκα καί μέ στόμφο, διότι νομίζουν ὅτι εἶναι οἱ πρῶτοι ἤ τουλάχιστον ἀπό τούς πρώτους πού σκέφθηκαν καί τόλμησαν νά στιγματίσουν καυτά ἕνα τέτοιο καίριο θέμα. Εἶναι κι αὐτό ἕνα γνώρισμα τῶν ἀνθρώπων τοῦ καιροῦ μας· ἀγνοοῦν ἤ ἐθελοτυφλοῦν μπρός στήν ἱστορία καί γι᾽ αὐτό καταντοῦν σέ γελοῖες διακηρύξεις.
Κι ὅμως! Χιλιάδες χρόνια πρίν ἀπό μᾶς καί ἑκατοντάδες χρόνια πρό Χριστοῦ, ἕνας θεόπνευστος ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὁ προφήτης Ἠσαΐας (8ος αἰ. π.Χ.) ὕψωνε τήν φωνή του καί μαστίγωνε μέ τόν πύρινο λόγο του τούς πλουτοκράτες καί τούς ἀσεβεῖς ἰθύνοντες τῆς ἐποχῆς του. Τήν σκέψη του φώτιζε ὁ ἅγιος νόμος τοῦ Θεοῦ, πού ἀπογυμνώνει καί τά πιό μύχια καί σκοτεινά κίνητρα. Τήν καρδιά του φλόγιζε ὁ ἱερός ζῆλος γιά τήν ἀληθινή λατρεία τοῦ Θεοῦ καί τήν κάθαρση τοῦ λαοῦ. Τόν λόγο του νεύρωνε ἡ παρρησία, πού τοῦ ἔδινε ἡ συνείδηση ὅτι ἦταν ἀπεσταλμένος Κυρίου Παντοκράτορος. Μέ αὐτές τίς προϋποθέσεις καί μέ αὐτές τίς διαθέσεις ὁ Ἠσαΐας ἀπευθύνει ἕξι φοβερά «οὐαί» σέ ὅσους γίνονται αἰτία νά ὑψώνουν κραυγή δικαιώσεως οἱ φτωχοί καί ἀδικημένοι τῆς γῆς (βλ. Ἠσ 5,8-30):
1. Ξεσκεπάζει καί στηλιτεύει τήν πλεονεξία, πού συνδέεται μέ τήν ἀδικία καί τήν ἀπατεωνία. Ἡ κατάρα τοῦ Θεοῦ κάνει αὐτούς πού σωρεύουν πλοῦτο εἰς βάρος τοῦ συνανθρώπου, νά μήν ἀπολαμβάνουν τά ἀγαθά πού ἄνομα ἀποκτοῦν.
2. Περιγράφει τήν ἀσωτία, πού ἔρχεται ὡς συνέπεια τοῦ πλούτου. Οἱ ἄσωτοι δέν ζοῦν τήν ζωή τους, μόνο τήν ξοδεύουν. Ἀλλά τό μεγάλο κακό εἶναι ὅτι τυφλωμένοι ἀπό τό μεθύσι τους δέν μποροῦν νά δοῦν τόν Θεό. Γι᾽ αὐτό, προλέγει ὁ προφήτης, αὐτοί οἱ βουλιαγμένοι στά ἀγαθά, θά πεθάνουν ἀπό πεῖνα καί δίψα. Θά ταλαιπωρηθοῦν καί θά δυστυχήσουν κι αὐτοί μαζί μέ τούς φτωχούς καί ἡ δική τους δυστυχία θά εἶναι μεγαλύτερη!
3. Ἀποκαλύπτει ὅτι ἡ ἀναλγησία συνδυάζεται μέ τήν θεομπαιξία, ἡ βρισιά μέ τήν ὕβρη, τήν ἀλαζονική ἔπαρση ἔναντι τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἄνθρωποι ὄχι ἁπλῶς ἁμαρτάνουν ἀλλά χρησιμοποιοῦν καί μέσα γιά νά ἐπεκτείνουν τήν ἁμαρτωλή μανία. Σάν μέ μακρύ σχοινί τραβοῦν τίς ἁμαρτίες, ἀλλά στήν πραγματικότητα ἔτσι βάζουν θηλειά στόν λαιμό τους. Σάν μέ λουρί ζυγοῦ ἕλκουν τήν ἀνομία, ἀλλά αὐτή ἀκριβῶς γίνεται ζυγός στόν τράχηλό τους, πνευματική αὐτοκτονία καί σκλαβιά.
4. Στιγματίζει, ἀκόμη, τήν πιό φοβερή κατάντια τοῦ ἀνθρώπου, τήν μεγαλύτερη ἁμαρτία του. Εἶναι ἡ ἀνατροπή τῶν ἀξιῶν καί ἡ ἀντιστροφή τῶν πραγμάτων· νά λές τό μαῦρο ἄσπρο καί τό ἄσπρο μαῦρο. Αὐτό εἶναι τό τελευταῖο σκαλοπάτι, πού μπορεῖ νά κατεβεῖ ἡ ἀνθρωπότητα, πρίν κατακρημνισθεῖ.
5. Ταλανίζει τούς αὐτοδικαιούμενους, ἐκείνους τούς κούφιους οἰηματίες, τούς «νταῆδες», πού μόνοι τους χαρακτηρίζουν τούς ἑαυτούς τους συνετούς καί φαίνονται στά δικά τους μάτια ἐπιστήμονες. Βγάζουν οἱ ἴδιοι πιστοποιητικό ἁγιότητος γιά τόν ἑαυτό τους καί εἰσιτήριο πρώτης θέσεως γιά τόν παράδεισο.
6. Τέλος, ὁ Ἠσαΐας χτυπᾶ τούς ἄρχοντες καί τούς ἡγέτες πού ἀδικοῦν τόν φτωχό καί δικαιώνουν τόν πλούσιο, πού κάνουν κατάχρηση τῆς ἐξουσίας τους κι ἐνδιαφέρονται μόνο γιά τήν καλοπέρασή τους. Ἀλλά ἀφοῦ ἀπορρίπτουν καί καταπατοῦν τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, θά τούς ἀπορρίψει καί θά τούς παραδώσει στήν φωτιά τῆς ὀργῆς του καί ὁ Θεός.
Αὐτά ἔλεγε ὁ Ἠσαΐας γύρω στά 750 π.Χ. Καί τά ἀπηύθυνε ὄχι μόνο στόν Ἰσραήλ, τόν προνομιοῦχο λαό τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί σέ κάθε κοινωνία πού ἐπιθυμεῖ νά εἶναι ἀνθρώπινη. Ὡστόσο, θά ἔλεγε κανείς, καί σήμερα ἴδιοι δέν εἴμαστε οἱ ἄνθρωποι, μέ τά ἴδια ἁμαρτήματα, μέ τόν ἴδιο ξεπεσμό; Πλεονέκτες, ἄσωτοι, ὑβριστές, διεστραμμένοι, ἀλαζόνες, ἄδικοι! Καί γίνονται ὅλα αὐτά τά πάθη πολύ βαρύτερα ἀπό ὅσο στά χρόνια τοῦ προφήτη, διότι μεταξύ ἐκείνου καί τῆς ἐποχῆς μας ἔχει μεσολαβήσει ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Θεός πού ἔγινε ἄνθρωπος, μέ τόν Σταυρό καί τήν Ἀνάστασή του μᾶς χάρισε τήν λύτρωση ἀπό ὅλα τά πάθη ἐγκαινιάζοντας τήν νέα ζωή, μέ ἔμβλημα τήν ἀγάπη καί τήν θυσία. Καί ὅσοι μέν κινοῦνται ἐκτός πίστεως, πορεύονται κατά τό δικό τους θέλημα, ἄρα δέν εἶναι παράδοξο ὅτι βυθίζονται μέσα στά πάθη. Τί γίνεται ὅμως μέ ὅλους ἐμᾶς, πού ἐνῶ μέ τό ἅγιο Βάπτισμα καί τήν ἔνταξή μας στήν Ἐκκλησία γίναμε μέλη Χριστοῦ καί δηλώσαμε ὑποταγή στό ἅγιο θέλημά του, στήν πράξη περιφρονοῦμε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ; Λαός καί ἄρχοντες παρουσίαζουμε ὅλες τίς ἀδικίες, ἀσωτίες καί λοιπές κακίες πού στιγματίζει ὁ Ἠσαΐας καί μάλιστα, ἐκεῖνοι πού ὡς ἡγέτες θά ἔπρεπε νά ἀποδίδουν τό δίκαιο, ὄχι μόνο ἀδικοῦν, ἀλλά ἐπιπλέον γίνονται καί συνεταῖροι τῶν ἀπατεώνων. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ζωντανός καί «τομώτερος ὑπέρ πᾶσαν μάχαιραν» (Ἑβ 4,12) ἐλέγχει σκληρά αὐτούς πού καταπατώντας τόν νόμο τοῦ Θεοῦ καταπατοῦν τόν συνάνθρωπο. Καί μηνᾶ σέ ὅλους μας ὅτι δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει κοινωνική δικαιοσύνη ὅπου δέν ὑπάρχει εὐσέβεια καί πίστη. Ἀπό κεῖ θά ξεκινήσουμε, σέ προσωπικό ἀλλά καί σέ ἐθνικό καί σέ εὐρωπαϊκό -γιατί ὄχι;- ἐπίπεδο, ἄν θέλουμε νά δοῦμε καλύτερες μέρες!
Στέργιος Ν. Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 66 (2011) 132-134