Πρῶτα ψάχνω νά βρῶ τήν Κωνσταντινούπολη. Τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, τό κέντρο. Τήν ἱστορία τῶν 1.600 περίπου χρόνων καί τήν ἀγωνία τῶν 2.000 περίπου Ὀρθοδόξων πού ζοῦν γύρω ἀπό αὐτό. Ὕστερα πάω μέσα στήν Τουρκία, πάνω στά βουνά τοῦ Πόντου καί στά βάθη τῆς Καππαδοκίας καί θυμᾶμαι μέ ρίγος ὅσα ἀκούω γι’ αὐτούς πού εἶναι μέχρι σήμερα κρυφοί χριστιανοί καί παραδίδουν στά σκοτεινά ἀπό γενιά σέ γενιά τή μία πίστη.
Μετά κατεβαίνω κάτω στό ἀρχαῖο Πατριαρχεῖο Ἀντιοχείας. Συρία! Ἱστορία ἀλλά καί σύγχρονη παρουσία. Ἕνας Ἕλληνας, πού κάνει πανεπιστημιακή καριέρα στήν Ἀμερική, πρώην ἄθεος, γνώρισε, μοῦ εἶπε, τόν Χριστό ἀπό μετόχι τοῦ Πατριαρχείου Ἀντιοχείας στήν Ἀμερική. Κι ὕστερα τό Πατριαρχεῖο Ἰεροσολύμων· πάντα μιά φλεγόμενη βάτος καί «ἡ ὁδός ἡ καταβαίνουσα ἀπό Ἰερουσαλήμ εἰς Γάζαν» ὄχι πλέον ἔρημη ἀλλά ἐρειπωμένη.
Πηδάω ἀπέναντι στήν Αἴγυπτο. Προσκύνημα πρῶτα στό Πατριαρχεῖο καί στήν Ἐκκλησία τῆς Ἀλεξανδρείας. Καί μετά πορεία σ’ ὅλη τήν Ἀφρική μέσα ἀπ᾿ τίς ζοῦγκλες καί μέσα ἀπ᾿ τίς πτωχές ὀρθόδοξες ἱεραποστολές.
Ξαναπερνάω ἀπέναντι στήν Ἀραβία. Τό ἕνα μετά τό ἄλλο ἁπλώνονται ἐδῶ τά μουσουλμανικά κράτη, ἀπό κάτω ἀπ᾿ τή θάλασσα μέχρι ἐπάνω ψηλά στά ἀπρόσιτα βουνά. Ἐδῶ μπορεῖ νά μιλήσει καί μόνος του ὁ Θεός. Ὁ Θεός ὁ Ἕνας, ὁ Τριαδικός. Ὅπως μίλησε σ’ ἐκεῖνον τόν μουσουλμάνο ἀπ᾿ τό Ἀφγανιστάν πού ὁμολόγησε δημόσια «πιστεύω στόν Χριστό, εἶμαι χριστιανός», καί ἐπενέβη ἡ διεθνής κοινότητα, γιατί ἡ τιμωρία του ἦταν ἀπαγχονισμός. Ἤ ὅπως μίλησε σ’ ἕνα ἀνδρόγυνο τούρκων ἐπιστημόνων, διανοουμένων πού δήλωσαν ἐπίσημα -ἐκτός Τουρκίας βέβαια, στήν Εὐρώπη ὅπου ζοῦν σήμερα- ὅτι ἔφτασαν στήν Ὀρθοδοξία μέσα ἀπό προσωπική ἀναζήτηση, γιατί δέν τούς ἱκανοποιοῦσε ὁ μουσουλμανισμός.
Ἄπω Ἀνατολή. Κίνα, Κορέα, Ἰαπωνία. Ἀλλοῦ μικρές κι ἀλλοῦ μεγάλες, ἀλλά ὅλες ζῶσες Ἐκκλησίες. Στήν Ταϊβάν ἕνας ἀρχιμανδρίτης ἀπ᾿ τήν Ἑλλάδα ἵδρυσε πρίν λίγο καιρό τήν πρώτη Ἐκκλησία. Ἐλάχιστοι ἄνθρωποι 15-20 ἄτομα πού μέσα στόν μοναδικό μικρό ναό, σ’ ἕνα διαμέρισμα, κοινωνοῦν τή μέγιστη Δωρεά τοῦ Ἄρτου καί τοῦ Ονου.
Αὐστραλία τοῦ ἀπόδημου Ἑλληνισμοῦ καί τῆς Ὀρθοδοξίας πού κουβαλοῦν μαζί τους. Κι ἀφοῦ περάσω τόν Εἰρηνικό φτάνω στήν Ἀμερική. Ἐδῶ, μοῦ εἶπαν, μποροῦμε νά μιλοῦμε πλέον γιά ρεῦμα πρός τήν Ὀρθοδοξία, κι ὅταν ρώτησα «πῶς;», ἡ ἀπάντηση ἦταν: «Σήμερα οἱ ἄνθρωποι ἐνημερώνονται, κυκλοφοροῦν βιβλία, ὑπάρχει τό διαδίκτυο κι ἔτσι μαθαίνουν καί καταλαβαίνουν ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι τό ἀρχικό». Πρόσφατα ἕνας Ἑβραῖος ἔγινε Ὀρθόδοξος καί δημοσίευσε σέ βιβλίο τή συγκλονιστική ἐπιστροφή του.
Ἀπ᾿ τήν παγωμένη Ἀλάσκα, ἀπέναντι στή Ρωσία. Μία χώρα μέ τέτοια παράδοση καί τόσους ἁγίους εἶναι σίγουρο ὅτι θά βρίσκει πάντα τό δρόμο της ὅσες φορές καί ἄν τόν χάνει. Κι ὕστερα ὅλη ἡ Εὐρώπη μέ τίς ὀρθόδοξες νησίδες, μοναστήρια, ἐνορίες, κοινότητες, διάσπαρτες παντοῦ, στή Φινλανδία, στό Ἔσσεξ, στή Γαλλία, στήν Ἐλβετία, παντοῦ. Καί οἱ μεμονωμένες ἀλλά πολύ χαρακτηριστικές περιπτώσεις ἐπιστροφῆς προτεσταντῶν καί καθολικῶν στήν πίστη τῶν Πατέρων.
Σειρά ἔχουν τά Βαλκάνια, ὀρθόδοξα ἀπό αἰῶνες, φιμωμένα γιά χρόνια, ἀλλά πλέον μέ ἐλευθέρα Ἐκκλησία. Τό ταξίδι τελειώνει. Κύπρος καί Ἑλλάδα. «Χιονίζει ἀπόψε στά Καυσοκαλύβια», ἔλεγε ἕνα βράδυ ὁ προορατικός γέροντας Πορφύριος, ἐνῶ ὁ ἴδιος βρισκόταν στήν Ἀθήνα κι ἔσφιγγε πάνω του τό ταπεινό μοναχικό ἔνδυμα σάν νά τόν διαπερνοῦσε κιόλας ἀπό τόσο μακριά τό κρύο. Τό Ἅγιο Ὄρος ἀλλά καί ὅλη ἡ Ἐκκλησία τῶν ἀγωνιζομένων, τῶν ἀσκητῶν, τῶν ἁγίων· καί γι’ αὐτό καί ἡ Ἑλλάδα ἐπίσης θά βρίσκει πάντα τό δρόμο της ὅσες φορές καί ἄν τόν χάνει.
Ρώτησα: «Στά 20 καί παραπάνω μοναστήρια πού ἔκανε ὁ γέροντας Ἐφραίμ στήν Ἀμερική τί εἶναι οἱ μοναχοί; Ἕλληνες, Ρῶσοι, Ἀμερικανοί, κάτι ἄλλο;» καί ἡ ἀπάντηση ἦταν «everything, τά πάντα». Γι᾿ αὐτό μ’ ἀρέσει νά κάνω συχνά αὐτό τό ταξίδι γύρω ἀπ᾿ τήν ὑδρόγειο σφαίρα. Γιά νά βλέπω αὐτό πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Τά πάντα. Ἀρκεῖ νά εἶναι τοῦ Χριστοῦ.
Ζωή Γούλα, Φιλόλογος