Πέμπτη, 22 Ιούνιος 2017 20:44

Ἡ πίστη ἐκφράζεται μέ τήν ἀγάπη

 pisti agapi  «Πᾶς ὁ πιστεύων ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ Χριστός, ἐκ τοῦ Θεοῦ γεγέννηται». Ποιός εἶναι αὐτός πού δέν πιστεύει ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Χριστός; Αὐτός πού δέν ζῆ μέ τόν τρόπο πού παραγγέλλει ὁ Χριστός. Πολλοί λένε, πράγματι, πιστεύω· ἀλλά ἡ πίστη χωρίς ἔργα δέν σώζει. Καί ἔργο τῆς πίστεως εἶναι αὐτή ἡ ἀγάπη, ὅπως λέει ὁ ἀπ. Παῦλος· «καί πίστις δι' ἀγάπης ἐνεργουμένη» (Γα 5,6). Τά περασμένα ἔργα σου, πρίν πιστέψεις, ἤ ἦταν τιποτένια ἤ, ἄν φαίνονταν καλά, ἦταν μάταια. Ἄν μέν ἦταν τιποτένια, ἤσουν σάν ἕνας ἄνθρωπος χωρίς πόδια ἤ σάν αὐτόν πού δέν μποροῦν νά τόν κρατήσουν τά πόδια του· ἄν, πάλι, φαίνονταν καλά, πρίν πιστέψεις, ἔτρεχες βέβαια, ἀλλά μέ τό νά τρέχεις ἔξω ἀπό τόν δρόμο, περιπλανιόσουν μᾶλλον παρά ἔφθανες στόν σκοπό σου. Πρέπει, λοιπόν, καί νά τρέχουμε καί νά τρέχουμε στόν δρόμο. Ὅποιος τρέχει ἔξω ἀπό τόν δρόμο, τρέχει μάταια, καί μάλιστα μόνο πού κουράζεται. Τόσο περισσότερο περιπλανιέται, ὅσο περισσότερο τρέχει ἔξω ἀπό τόν δρόμο. Ποιός εἶναι ὁ δρόμος πού τρέχουμε; Ὁ Χριστός εἶπε· «Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδός». Ποιά ἡ πατρίδα πρός τήν ὁποία τρέχουμε; Ὁ Χριστός εἶπε· «Ἐγώ εἰμι ἡ ἀλήθεια» (Ἰω 16,6). Τρέχεις αὐτόν, τρέχεις πρός αὐτόν, ἀναπαύεσαι σ’ αὐτόν.
   Ἀλλά γιά νά τρέξουμε αὐτόν, ἐκτείνει τόν ἑαυτό του μέχρις ἑμᾶς· γιατί μακριά περιπλανιόμασταν καί μακριά ἀποδημούσαμε. Εἶναι μικρό τό ὅτι ζούσαμε μακριά σάν μετανάστες καί, ἄρρωστοι ἐμεῖς, δέν μπορούσαμε νά μετακινηθοῦμε; Ὁ γιατρός ἦρθε στούς ἀρρώστους καί δρόμος ἄνοιξε γιά τούς περιπλανώμενους. Ἄς δεχθοῦμε τή σωτηρία του, ἄς βαδίσουμε δι’ αὐτοῦ. Αὐτό σημαίνει νά πιστεύεις ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Χριστός, ὅπως πιστεύουν οἱ χριστιανοί πού δέν εἶναι μόνο στό ὄνομα χριστιανοί ἀλλά καί στά ἔργα καί στή ζωή· ὄχι ὅπως πιστεύουν οἱ δαίμονες, γιατί «καί τά δαιμόνια πιστεύουσι καί φρίττουσιν», ὅπως λέει ἡ Γραφή (Ἰα 2,19). Τί περισσότερο μποροῦσαν νά πιστέψουν τά διαμόνια παρά, ὅπως ἔλεγαν, «οἶδά σε τίς εἶ, ὁ υἱός τοῦ Θεοῦ». Ὅ,τι εἶπαν τά διαμόνια, αὐτό εἶπε καί ὁ Πέτρος. Ὅταν ὁ Κύριος ζητοῦσε νά μάθει ποιός ἦταν καί πῶς τόν ὀνόμαζαν οἱ ἄνθρωποι, οἱ μαθηταί τοῦ ἀπάντησαν· «οἱ μέν Ἰωάννην τόν Βαπτιστήν, ἄλλοι δέ Ἠλίαν, ἕτεροι δέ Ἰερεμίαν ἤ ἕνα τῶν προφητῶν» κι ἐκεῖνος· «ὑμεῖς δέ τίνα με λέγετε εἶναι;». Ὁ Πέτρος ἀπάντησε «σύ εἶ ὁ Χριστός, ὁ υἱός τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος». Καί ἄκουσε ἀπό τόν Κύριο· «μακάριος εἶ, Σίμων…». Δέστε ποιοί ἔπαινοι ἀκολουθοῦν αὐτή τήν πίστη· «σύ εἶ Πέτρος…» (Μθ 16,13-18). «Πάνω σ’ αὐτή τήν πέτρα, εἶπε, θά οἰκοδομήσω τήν Ἐκκλησία μου». Μεγάλος ἔπαινος!
   Λοιπόν, λέει ὁ Πέτρος· «σύ εἶ ὁ Χριστός, ὁ υἱός τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος». Καί οἱ δαίμονες λένε· «οἶδά σε τίς εἶ, ὁ ἅγιος τοῦ Θεοῦ» (Λκ 4,34). Αὐτό ὁ Πέτρος, αὐτό καί τά δαιμόνια· τά ἴδια λόγια, ὄχι τό ἴδιο πνεῦμα. Ὁ Πέτρος τό εἶπε γιά νά περιβάλει μέ ἀγάπη τόν Χριστό· οἱ δαίμονες τό εἶπαν γιά νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό αὐτούς ὁ Χριστός. Γιατί, προτοῦ νά ποῦν· «οἴδαμεν τίς εἶ», εἶπαν «τί ἡμῖν καί σοί, Ἰησοῦ υἱέ τοῦ Θεοῦ; ἦλθες ὧδε πρό καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς;» (Μθ 8,29). Ἄλλο, λοιπόν, εἶναι τό νά ὁμολογεῖς τόν Χριστό, γιά νά ἀπομακρύνεις ἀπό κοντά σου τόν Χριστό. Γι’ αὐτό, ἀδελφοί, κανείς αἱρετικός νά μή σᾶς λέει· Κι ἐμεῖς πιστεύουμε. Γιατί, γι’ αὐτό ἀνέφερα παράδειγμα ἀπό τούς δαίμονες, γιά νά μή χαίρεσθε μέ τά λόγια ἐκείνων πού πιστεύουν, ἀλλά νά ἐξετάζετε τά ἔργα αὐτῶν πού εἶναι ζωντανοί.

Ἱεροῦ Αὐγουστίνου
Εἰς τήν ἐπιστολή τοῦ Ἰωάννου, ὁμιλία 10η
PL 35,2054-5

Κατηγορία Πατερικά
Πέμπτη, 20 Ιανουάριος 2022 03:00

Ἡ προοπτική τῆς πίστεως

triantafylloΖυμωμένος μέ τήν ἴδια τήν ὑπόσταση καί τή ζωή τοῦ πεσμένου ἀνθρώπου ὁ πόνος δέν ἔπαυσε νά ἀποτελεῖ τό μεγάλο πρόβλημα, πού ἀναστατώνει τίς καρδιές καί ταράσσει τίς συνειδήσεις. Θλίψεις καί συμφορές δημόσιες καί ἰδιωτικές, πόλεμοι καί δουλεῖες, φυλακίσεις καί ἐξορίες, κατατρεγμοί καί βάσανα, ἀρρώστιες καί θάνατοι προκαλοῦν μία πελώρια συναυλία κραυγῶν καί παραπόνων, πού ἁπλώνεται σέ ὅλη τή γῆ, ἀπ᾿ τό καλύβι τοῦ ταπεινοῦ ξωμάχου μέχρι τό ἀρχοντικό τοῦ πλουσίου. Κανείς δέν μπορεῖ νά συμβιβασθεῖ μέ τόν πόνο, νά τόν ἀποδεχθεῖ ὡς συνοδοιπόρο ἀχώριστο τῆς ζωῆς του. Ἡ ἀπέραντη χορεία τῶν δυστυχισμένων, πού λιτανεύουν τόν πόνο τους μές στούς αἰῶνες, δέν ἔπαυσε νά ἐκφράζει τό πικρό της παράπονο γιατί νά ὑποφέρουμε;
 Ἀλλά ἐκεῖ πού τό πρόβλημα φαίνεται ἄλυτο, καί τό παράπονο ἐξελίσσεται σέ σκάνδαλο, εἶναι ὅταν ὁ πόνος ἐπιλέγει ἀποκλειστικά τούς εὐσεβεῖς καί θεοφοβούμενους, ἐνῶ ἀφήνει ἐλεύθερους ἀπό τήν ὀδυνηρή παρουσία του τούς ἀσεβεῖς. Γιατί οἱ ἀσεβεῖς, οἱ ἄδικοι, νά καλοπερνοῦν καί οἱ εὐσεβεῖς νά ὑποφέρουν; Τοῦτος ὁ προβληματισμός γίνεται συχνά σκληρός πειρασμός γιά τούς ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ. Ἔντονα διατυπώνεται ἀπό τούς δικαίους καί τούς προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὅπου δεῖγμα τῆς θεϊκῆς εὐλογίας ἦταν ἡ εὐημερία τῶν εὐσεβῶν, ἐνῶ ἔκφραση τῆς κατάρας ἡ ταλαιπωρία τῶν ἀσεβῶν.
 Ἡ ρήτρα πού ἐπισφράγιζε τή συμφωνία τοῦ Θεοῦ μέ τόν Ἰσραήλ ὅριζε: «Ἐάν θέλητε καί εἰσακούσητέ μου τά ἀγαθά τῆς γῆς φάγεσθε, ἐάν δέ μή θέλητε, μηδέ εἰσακούσητέ μου, μάχαιρα ὑμᾶς κατέδεται» (Ἠσ 1,19· πρβλ. Λε 26). Ἐντούτοις, ἡ ἱστορία καί ἡ καθημερινή πραγματικότητα μέ μύρια περιστατικά ἀποδεικνύουν τό ἐντελῶς ἀντίθετο: Ὁ ἀσεβής ζῆ βολευμένος καί ἀσφαλισμένος μέσα στά πλούτη του, κι ὅσο περισσότερο εὐημερεῖ τόσο περισσότερο ἀδικεῖ. Ὅσο κυκλώνεται ἀπό τήν εὐτυχία, τόσο ἀδιάντροπα ἐκφράζει τήν ὕβρη καί τήν ἰταμότητά του ἐναντίον τοῦ διου τοῦ Θεοῦ. Καταπατᾶ τίς θεῖες ἐντολές, σχεδιάζει καί πραγματοποιεῖ ἀνεμπόδιστα τήν ἀδικία, περιφρονώντας τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ἀδιαφορώντας γιά τήν ὕπαρξή του.
 Αὐτή ἡ πραγματικότητα τῆς ζωῆς σκανδαλίζει καί ἐμπυρίζει τούς εὐσεβεῖς. Ὁ Ἰώβ, ὁ Δαυΐδ, ὁ Ἀββακούμ, ὁ Ἰερεμίας καί ἄλλοι προφῆτες μπαίνουν σέ ἀντιδικία μέ τόν Θεό, τοῦ ζητοῦν μία ἐξήγηση. Ὡστόσο, ὑποφώσκει ἡ ἐλπίδα ὅτι ὁ Θεός θά φέρει τήν ἀνάσταση καί τήν τελική ἀποκατάσταση. Συντριμμένοι ἀπό τόν πόνο ἀλλά ἐνισχυμένοι ἀπό τήν πίστη τους, οἱ δίκαιοι εἰσέρχονται προοδευτικά στό «ἁγιαστήριον τοῦ Θεοῦ» (Ψα 72,17). Ἀνακαλύπτουν τήν ἐξαγνιστική δύναμη τοῦ πόνου, τήν παιδαγωγική του ἀξία, τήν κεντρική θέση του μέσα στό σχέδιο τοῦ Θεοῦ. Μέσα στά πλαίσια τῆς θείας οἰκονομίας ἡ θλίψη γίνεται μία ὕψιστη δοκιμασία καί μεσολαβεῖ γιά τήν ἀπολύτρωση, τήν ὁποία θά πραγματοποιήσει ὁ Μεσσίας. «Αὐτός ἁμαρτίας πολλῶν ἀνήνεγκε καί διά τάς ἁμαρτίας αὐτῶν παρεδόθη» (Ἠσ 53,12). Ὁ ἀθῶος Θεάνθρωπος θά σηκώσει πάνω του ὅλο τόν πόνο πού ἔφερε ἡ ἁμαρτία, καί θά χαρίσει τή λύτρωση καί τήν εἰρήνη.
 Στήν καινούργια πραγματικότητα πού ἐγκαθιστᾶ στόν κόσμο ὁ Ἰησοῦς Χριστός καταργεῖται ὁ πόνος, ἀφοῦ ἐξαλείφεται ἡ ρίζα του, ἡ ἁμαρτία, καί νεκρώνεται ὁ φοβερότερος φορέας του, ὁ θάνατος. Κι ὅμως, καί στήν πραγματικότητα τῆς Ἐκκλησίας ἐξακολουθοῦμε νά πονοῦμε, νά θλιβόμαστε μέ τόσους τρόπους, νά πεθαίνουμε. Καί μάλιστα, συνήθως πονοῦν καί θλίβονται καί διώκονται περισσότερο οἱ εὐσεβεῖς. Πῶς θά κατανοήσουμε τό πρόβλημα καί πῶς θά ξεπεράσουμε τό σκάνδαλο;
 Εἶναι ἀδύνατον νά κατανοήσει κανείς τό ἀνεξερεύνητο σχέδιο τοῦ Θεοῦ μέ μόνο ὁδηγό τή λογική του. Ὅποιος ἐπιχειρεῖ κάτι τέτοιο μοιάζει μ᾿ ἐκεῖνον πού προσπαθεῖ νά χωρέσει σ᾿ ἕνα ποτήρι τόν ὠκεανό. Ὑπάρχει, ὡστόσο, διέξοδος στό ἀδιέξοδο. Ἀνοίγεται μπροστά σ᾿ ἐκεῖνον πού θά γονατίσει καί θά ζητήσει τή λύση αὐτοῦ τοῦ δράματος ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό: Ἡ ζωή αὐτή κατανοεῖται καί ἑρμηνεύεται μέ τήν προοπτική τοῦ ὑπερπέραν, μέ τήν προσμονή τῶν ἐσχάτων. Μ᾿ αὐτή τήν προοπτική ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος συνιστᾶ στούς χριστιανούς νά νιώθουν «πᾶσαν χαράν», ὅταν περιπέσουν σέ πειρασμούς καί θλίψεις· ἔτσι καλλιεργοῦνται στήν ὑπομονή καί γίνονται «δόκιμοι», κατάλληλοι γιά τή δόξα τοῦ οὐρανοῦ (βλ. Ἰα 1,2-11). Καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος, βιώνοντας ἤδη αὐτή τή δόξα, διαβεβαιώνει ὅτι «οὐκ ἄξια τά παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ» γιά νά τήν ἀντισταθμίσουν (Ρω 8,18). Διότι αὐτά εἶναι πρόσκαιρα καί μικρά, ἐνῶ ἡ δόξα τοῦ οὐρανοῦ αἰώνια, ἄπειρη καί ἀπερίγραπτη (βλ. Β΄ Κο 4, 17-18).
 Δοκιμασμένος σκληρά καί πολύ ἄδικα ἀπό τά βάσανα αὐτῆς τῆς ζωῆς ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, φωτισμένος ἀπό τό ἅγιο Πνεῦμα διατυπώνει ἕναν ἐνδιαφέροντα συλλογισμό, ὅπου προτείνει τρεῖς πιθανότητες προκειμένου νά ἐξηγήσει τήν ἐπικρατοῦσα ἀδικία: 1) Δέν ὑπάρχει Θεός. 2) Ὁ Θεός εἶναι ἄδικος ἤ ἀδιάφορος γιά τή ζωή τοῦ κόσμου. 3) Εἶναι δίκαιος ὁ Θεός καί ἐπιφυλάσσεται νά κάνει στό μέλλον τήν τελική κρίση. Ἀναιροῦνται οἱ δύο πρῶτοι συλλογισμοί, διότι πῶς θά δικαιολογήσουμε τήν πάνσοφη δημιουργία καί τήν ἁρμονική λειτουργία τοῦ κόσμου; Ὁπωσδήποτε, λοιπόν, ἰσχύει ἡ τρίτη πιθανότητα: Ὑπάρχει ὁ Θεός καί δέν ἀδιαφορεῖ γιά τήν τύχη τοῦ κόσμου, ἀλλά δέν ἔκανε ἀκόμη τήν τελική κρίση. Ἄς ἔχουμε, ἑπομένως, ὑπομονή! Κι ἄς μήν ἐπιτρέπουμε στήν πεπερασμένη διάνοιά μας νά σκοτίζεται ἀπό λογισμούς ἀμφιβολίας. Τό κενό μνῆμα τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ ρίχνει φῶς καί ξεκαθαρίζει τά πράγματα: Δέν σταματᾶ ἡ ζωή μας στό φτυάρι τοῦ νεκροθάφτη κι οὔτε τό σύνορό της τό ὁρίζει ἕνα κυπαρίσσι.
 Αὐτή ἡ ἀλήθεια δίνει λύση στό δράμα τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς. Ἡ ἀμοιβή γιά τόν ἐπίγειο ἀγώνα μας θά ἀκολουθήσει μετά τό θάνατο. Μ᾿ αὐτή τήν πεποίθηση ὁ πιστός βαδίζει μέ τό σταυρό στόν ὤμο τό στενό μονοπάτι, τόν ἀνηφορικό δρόμο. Καί ὄχι μόνο μένει ἀσάλευτος στίς θλίψεις, δέν σκανδαλίζεται, ἀλλά ἀναγνωρίζει ἐπίσης τή μεγάλη παιδαγωγική καί σωστική ἀξία τοῦ πόνου. Μέσα στή θλίψη καί στά παθήματα, πού σηκώνουμε μέ ὑπομονή καί πίστη, λέγει ὁ ἅγιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος, εἶναι κρυμμένες οἱ ἐπαγγελίες τοῦ Θεοῦ, ἡ δόξα καί ἡ ἀπολαβή τῶν οὐρανίων ἀγαθῶν. Διότι ἡ ζωή μας μοιάζει σάν τό σιτάρι, πού ἀφοῦ πέσει στή γῆ καί σαπίσει, ἔπειτα ἀποδίδει πολλαπλάσιο καρπό. Καί ὁ ἅγιος Μᾶρκος ὁ ἀσκητής ἀποφαίνεται ὅτι οἱ ἀπροσδόκητοι πειρασμοί τῆς ζωῆς μᾶς κάνουν φιλόπονους καί μᾶς ὁδηγοῦν στή μετάνοια. Ἀλλά καί τίς θλίψεις πού «τῶν ἰδίων κακῶν εἰσίν ἔγγονα», πού τίς ἐπισύρει δηλαδή ἡ δική μας κακία καί ἁμαρτία, «ὅταν διά προσευχῆς ὑπομείνωμεν», θά καταλάβουμε ὅτι γίνονται πρόξενοι πολλῶν ἀγαθῶν. Μ᾿ αὐτό τό σκεπτικό ἕνας ἀπό τούς σύγχρονους πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ π. Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσεξ ἔγραφε: «Τί θά γινόμασταν, ἄν δέν εχαμε τίς θλίψεις!». Καί σέ πολλούς βίους ἁγίων ἀναφέρεται ὅτι αὐτοί θεωροῦσαν τίς θλίψεις ὡς ἐπίσκεψη τοῦ Θεοῦ καί θλίβονταν πιστεύοντας ὅτι τούς ἐγκατέλειψε ὁ Θεός, ὅταν δέν εἶχαν κάποιο πρόβλημα.
  Ἡ παρουσία καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι γιά τόν πιστό ἡ ἀκατάβλητη δύναμη καί ἡ ἀστείρευτη χαρά τῆς ζωῆς. Γι' αὐτό δέν ξυπάζεται ἀπό τά πλούτη καί τίς ἐπιτυχίες, ἀλλά καί στήν ἀντίθετη περίπτωση δέν ἀπελπίζεται ἀπό τή φτώχια καί τήν ἀποτυχία. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ ἀδαπάνητος πλουτισμός του. Δέν ξεθαρρεύει ὅταν εἶναι ὑγιής, ἀλλά καί στήν ἀσθένεια νιώθει πληρότητα καί εἰρήνη, διότι ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀνώτερη ἀπό τήν ὑγεία. Δέν κομπάζει γιά τή δύναμή του, ἀλλά κι ὅταν εἶναι ἀδύναμος δέν μειονεκτεῖ ἀπέναντι στή δύναμη τῶν δυνατῶν. Προσκολλημένος στόν Κύριο, μέ τήν ἐλπίδα στηριγμένη σ᾿ Αὐτόν, ὁ πιστός ξεπερνᾶ τίς δυσκολίες αὐτῆς τῆς ζωῆς. Κάτι περισσότερο: εἰσπράττει τίς δυσκολίες ὡς πρόγευση τοῦ αἰωνίου παραδείσου.
Στέργιος Ν. Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 59 (2004) 220-222
Κατηγορία Πνευματικά
Πέμπτη, 27 Απρίλιος 2023 03:00

Γιά ν᾿ ἀνθίσει ἡ πίστη

  Μέ γιορτινή εὐφροσύνη καί εὔλογο ἐνθουσιασμό σᾶς ἀπευθύνουμε, φίλοι μας ἀναγνῶστες, τόν ἀναστάσιμο χαιρετισμό-ὁμολογία: Χριστός Ἀνέστη! Ὁ θάνατος καί ἡ ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ χρωματίζει καί νοηματίζει ὄχι μόνο τό μήνα πού διανύουμε καί τόν ἑπόμενο, μέχρι τήν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου καί τήν Πεντηκοστή, ἀλλά καί ὅλο τό χρόνο. Εἶναι τό μέγιστο καί ἐνδοξότατο γεγονός τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀλλά καί τῆς παγκόσμιας ἱστορίας, γεγονός μαρτυρημένο καί βεβαιωμένο ἀπό μυριάδες μάρτυρες.
   Ἀσύλληπτη γιά τήν τρέχουσα πραγματικότητα ἡ ἀνάσταση ἀποτελεῖ πράγματι τήν πιό μεγάλη πρόκληση γιά τόν σκεπτόμενο ἄνθρωπο· ὀρθώνει μέσα του πλῆθος τίς ἀμφιβολίες, ἀντιρρήσεις, ἐνστάσεις. Ἀλλά αὐτό δέν ἐνοχλεῖ καθόλου τόν ἀναστημένο Κύριο. Μᾶλλον τόν εὐχαριστεῖ, διότι δέν φοβᾶται οὔτε ἀρνεῖται τήν ἔρευνα. Τό «πίστευε καί μή ἐρεύνα» δέν ἔχει θέση στήν ἐξιστόρηση τῆς ἁγίας Γραφῆς. Ἀντίθετα ὁ Κύριος «χαίρει ἐρευνώμενος», ὅπως ὡραιότατα διαβεβαιώνει ἕνας ἐκκλησιαστικός ὕμνος. ᾿Αρκεῖ αὐτός πού ἐρευνᾶ νά εἶναι εἰλικρινής καί καλοπροαίρετος· νά ἀγαπᾶ καί νά σέβεται τήν ἀλήθεια, ἀδέσμευτος ἀπό ἐμπάθειες καί φανατισμούς.
  anastasi Kyriou Οἱ πρῶτοι μάρτυρες τῆς ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου ἦταν δύσπιστοι, καί πολύ δικαιολογημένα, διότι ποτέ δέν ἔβαλαν στό νοῦ τους ὅτι μπορεῖ νά ἀναστηθεῖ ὁ Διδάσκαλός τους. Δέν τούς συνερίσθηκε γι᾿ αὐτό ὁ Κύριος. Μέ ἄκρα συγκατάβαση τούς βοήθησε νά ξεπεράσουν τά ἐμπόδια καί, ὅταν ἀποδέχθηκαν τήν ἀλήθεια, τούς κατέστησε μέλη τῆς Ἐκκλησίας του. Συγκαταβαίνει καί ἐμφανίζεται π.χ. στόν ἀμφιβάλλοντα Θωμᾶ. Τοῦ προτείνει μάλιστα νά ψηλαφήσει τίς οὐλές στό ἀναστημένο σῶμα του καί φιλικά τόν προτρέπει· «μή γίνου ἄπιστος ἀλλά πιστός» (Ἰω 20, 27)!
  Τό πέρασμα ἀπό τήν ἀπιστία στήν πίστη δέν εἶναι θέμα ἀποδείξεων, ἀλλά ἀπόφαση μετανοίας. Καθένας μπορεῖ νά πιστέψει, ἀρκεῖ νά θελήσει νά μετανοήσει. Ὅταν δέν ὑπάρχει ἡ διάθεση μετανοίας καί συμμορφώσεως πρός τό ἐκφρασμένο θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀμέτρητα ἐμπόδια ὀρθώνονται. Μά εἶναι ὅλα ὑποκειμενικά. Πολλά παραδείγματα βρίσκουμε στήν ἁγία Γραφή καί στήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας μέχρι σήμερα. Ἐνδεικτικά ἀναφέρω ἕνα: Οἱ φρουροί πού φύλαγαν τόν τάφο τοῦ Κυρίου μαρτυροῦν ὅτι Ἐκεῖνος ἀναστήθηκε· εἶδαν ἄδειο τόν τάφο. Ἀλλά οἱ ἀρχιερεῖς σπεύδουν νά τούς δωροδοκήσουν γιά νά ποῦν ὅτι κάποιοι ἔκλεψαν τό νεκρό σῶμα (βλ. Μθ 28,11-15). Ἄν δέχονταν ὅτι ἀναστήθηκε ὁ Κύριος, θά ἔπρεπε νά μετανοήσουν καί δέν τό ἤθελαν αὐτό...
  Τό μήνυμα ἁπλό καί σαφέστατο, τό διατυπώνει λυρικά ὁ ἐκκλησιαστικός ὕμνος: «Κατήφεια παθῶν καί λογισμῶν ἡ ζάλη μακράν ἐξοριζέσθω καί οὕτως ἐξανθήσει τό ἔαρ τό τῆς πίστεως». Γιά νά ἀνθοβολήσει στήν καρδιά μας ἡ ἄνοιξη τῆς πίστεως πρέπει νά διώξουμε μακριά τήν κατήφεια, πού προξενοῦν τά πάθη, καί τή ζάλη τῶν ἀμφιβόλων λογισμῶν. Νά ἀναστηθοῦμε μέσα μας μέ τή μετάνοια. Τότε δέν θά ἐγγίζει τήν ψυχή μας καμία ἀμφιβολία γιά τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ!
Στέργιος Ν. Σάκκος
Κατηγορία Πεντηκοστάριον