Πέμπτη, 18 Απρίλιος 2024 17:25

Ὁ Πατριάρχης Κύριλλος Στ΄ (1775-1821)

 despotis cΤυραννικά κι ἀβάσταχτα τά τε­τρα­κόσια χρόνια σκλαβιᾶς γιά τούς ρα­γιάδες Ἕλ­ληνες. Δέν πονοῦσαν μό­νον γιά τήν ἐθνική τους σκλα­βιά, ἀλλά καί γιά τήν ἠθική, κοινωνική καί πνευ­ματική τους κατάπτωση. Τήν ὥρα ὅ­μως πού «ὅλα τἄσκιαζε ἡ φοβέρα καί τά πλάκωνε ἡ σκλαβιά», ἐμφανί­ζον­ταν κατά καιρούς με­γάλα πνευ­ματικά ἀνα­στήματα. Οἱ δυ­ναμικές αὐτές μορ­φές τῆς Ἐκκλησίας μας μέ τή φω­τισμένη παρουσία καί τά λαμ­πρά τους ἔργα παρηγόρησαν, ἐνθάρ­ρυναν καί ζέ­στα­ναν τήν ἀπο­σταμένη ἐλπίδα τῶν πο ­νεμένων προγόνων μας, ὥστε τόν Μάρ­τιο τοῦ 1821 νά γίνει τό ποθού­μενο, ὁ μεγάλος ξεσηκωμός τοῦ Γένους μας.

 Μία τέτοια πολυσήμαντη ἱερή μορ­­ φή ζῆ στό με­ταίχμιο δύο ἐποχῶν, πρός τό τέλος τῆς Τουρκοκρατίας καί στό ξέσπα­σμα τῆς Ἐθνε­γερσίας. Εἶναι ὁ Πα­τρι­άρ­χης Κων­σταν­τινου­πό­λε­ως Κύ­ριλλος Στ΄ ἀπό τήν Ἀ­δρι­ανούπολη. Στήν πόλη αὐτή, μέ τή μεγάλη πνευ­ματική ἀκτινο­βο­λία, μορ­φώνεται ὁ μικρός Κώ­στας Σερμπε­τσό­γλου. Ὁ μητροπολίτης Ἀ­δρι­α­νου­πό­λεως Καλλί νικος, καθώς μαθαίνει τήν ἐξαι­ρε­τική πρόοδο αὐτοῦ τοῦ παιδιοῦ στά γράμ­ματα, τόν βραβεύει. Ἀ­πο­φασίζει νά τοῦ χαρίζει τά βι­­βλία τῆς ἑπόμενης χρο­νιᾶς πού θά τοῦ χρει­α­στοῦν γιά τίς σπου­δές του. Ἔτσι σέ καιρούς πού τό βι­βλίο εἶναι δυσεύ­ρετο, ὁ Κώστας τό ἔχει ἐξα­σφα­λισμένο. Ἀπο­στηθίζει κομμάτια ἀπό τά ἀρ­χαῖα ἑλληνικά καί ἀπό τούς Πατέ­ρες τῆς Ἐκ­κλησίας. Τό μέλλον του θά διαγρα­φό­ταν πολύ λαμπρό, ἄν διά­λεγε  ὅ­πως ἔκαναν ἄλλοι νέοι τῆς ἐποχῆς του τά με­γάλα πνευμα­τικά κέντρα τῆς Αὐ­στροουγ­γαρίας, γιά νά εὐ­ρύνει τή μόρ­φωσή του καί νά γίνει ἕνας ὀνο­μα­στός ἐπιστή­μονας.
 Μιά ἱερή λαχτάρα ὅμως τρεμοπαίζει μές στά σω­θικά του: Νά ὑπηρετήσει τό θυσιαστήριο τοῦ Κυρίου καί νά διακονή­σει μέ ὅλο του τό εἶναι τή σταυρωμένη Ἐκ­κλησία του. Δέν εἶναι θα­ῦμα, σέ χρό­νια μακραίωνης τουρκικῆς σκλαβιᾶς πού τό ράσο διαρκῶς διώκεται καί βάφεται στό αἷμα, νά μαγνητίζει συνάμα τίς νεα­νικές καρ­διές; Καί νά! Χειροτονεῖται διά­κονος μέ τ᾽ ὄνο­μα Κύριλλος. Ἕνα ἀπέ­ραντο πεδίο δράσης τόν περιμένει.
 Σέ ὅποια βαθμίδα κι ἄν ἀνέβηκε, εἴτε ὡς ἀρ­χι­διάκονος τῶν Πατριαρχείων εἴτε ὡς μητρο­πο­λίτης Ἰκο­νίου ἤ κατόπιν  Ἀδριανουπόλεως εἴτε ὡς Πατρι­άρχης ἀργότερα Κων/λεως (1813), ἀνα­δει­κνύ­εται «εὐσεβής, ἐλεήμων, λό­γιος, μεγα­λό­φρων, φιλόμουσος, ἄοκνος καὶ ἐν γένει ἐραστής παν­τὸς ἀγαθοῦ καὶ πάσης ἀρε­τῆς». Δέν χτίζει μόνο νέα σχολεῖα, ἀλλά στη­ρίζει τούς δα­σκάλους κι ἐνισχύει ποι­κιλότροπα τούς μα­θητές. Χά­ρη σ᾽ αὐτόν λειτουργεῖ καί ἀκμά­ ζει ἡ Με­γάλη Σχολή τοῦ Γένους. Πόσους ἄρι­στους  μα­θητές της δέν βράβευσε καί, καθώς ἔσκυ­βαν νά τοῦ φιλήσουν τό χέρι, ἄ­φηνε στήν παλάμη τους πουγκί μέ νομί­σματα! «Πάρε τό δῶρο αὐτό», εἶχε πεῖ στόν Θεο­δωράκη πού ἀρί­στευσε στίς ἐξετά­σεις του, «γιά νά σοῦ χρησι­μεύσει γιά ἀγορά βι­βλί­ων... Εὔ­χομαι νά συντελέσεις στήν ἀπε­λευ­θέρωση τῆς Πατρίδος σου ἀπό τήν ἀμά­ θεια». Ἀρ­γό­τερα, αὐτός ὁ ἀρι­στοῦχος τῆς Σχολῆς τοῦ Γένους ἔγινε μητρο­πολίτης Ἀθηνῶν μέ τ᾽ ὄνομα Θεό­φιλος.
 Ὕστερα ἀπό πέντε χρόνια προσφο­ρᾶς στόν θρόνο τῆς Κων/λεως, ὁ Σουλτά­νος τόν ἐξορίζει στόν Ἄθω, ἐκεῖ πού εἶχε στείλει καί τόν Πα­τριάρχη Γρηγόριο Ε´. Πα­ραμονές τῆς Ἑλ­ληνικῆς Ἐπανά­στασης φθάνει δια­τα­γή νά τόν μεταφέ­ρουν στήν ἰδιαίτερη πα­τρίδα του, τήν Ἀδριανούπολη. Μέ ἱκανοποίηση δια­πι­στώνει πώς ὅλοι ἐκεῖ ἑτοιμά­ζονται πυ­ρετωδῶς γιά τή μεγάλη ὥρα τοῦ λυτρωμοῦ. Ξεσπᾶ σέ λυ­γμούς, μόλις πλη­ρο­φο­ρεῖται πώς στή μεσαία πύλη τοῦ Πατρι­αρχείου αἰ­ωρεῖται ἀπαγχο­νισμένος ὁ Πατριάρχης Γρη­γόριος Ε´. Διαι­σθά­νε­ται πώς πλησιά­ζει κι ἡ δική του σειρά.
 Τά καριοφίλια τοῦ 1821 ἔχουν ἀνά­ψει γιά τά καλά καί ἐξαιτίας τους κα­τα­φθάνουν στόν τοῦρκο Διοικητή τῆς Ἀδριανούπολης οἱ πρῶτες διαταγές τοῦ Σουλτάνου.
18 Ἀπριλίου, Δευτέρα τοῦ Θωμᾶ, ὁ Πα­­τριάρχης Κύριλλος ὁδηγεῖται μπρο­στά στόν τοῦρκο ἡγεμόνα. Τοῦ ἀπευ­θύ­νει λόγια μονα­δικά:
«Θάρρει, ἡγεμών. Ἅπαντες μίαν ἡμέ­ραν θά ἀπο­θάνωμεν. Γενηθήτω τό θέ­λημα τοῦ Κυ­ρίου».
 Κι ὁ Διοικητής, πού πραγματικά τόν ἐκ­τι­μάει καί ὑποφέρει πού ἀναγκάζεται νά σκο­τώ­σει ἕναν σεβάσμιο καί ἀθῶο Ἱεράρχη, προσπαθεῖ νά δικαιολογηθεῖ:
«Μή φοβοῦ, Πατριάρχα. Πίστευσον ὅτι τό πᾶν ὑπέρ σοῦ, ἐάν ἠδυνάμην, ἤθελον πρά­ξει».
 Στήν πόρτα τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς ὁ βρό­χος εἶναι ἕ­τοιμος. Ὁ σεπτός μελλο­θάνατος προσ­­­εύ­χεται, κοιτάζει στόν οὐ­ρανό καί προ­φέρει δυ­νατά, κατά τόν ἱστορικό Σπ. Τρι­κούπη, τά τελευταῖα του λόγια:
«Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ Βασιλείᾳ Σου».
 Φρικιαστικό τό φαινόμενο. Ὁ δήμιος τρα­βᾶ τό σχοινί κι αὐτό δέν ὑπακούει. Σπά­ζει. Ὁ Πατριάρχης πέ­φτει ἀπότομα στό ἔδαφος. Ἔρχεται δεύτερο σχοινί. Μό­λις  ὅμως σηκώνει ξανά τό ἱερό σφά­γιο, ξα­να­σπάει. Ἀνταριάζει ὁ τουρκικός ὄχλος. Οἱ χριστιανοί πνίγουν τό κλάμα τους. Περνᾶ ὁ Τοῦρκος ἀπό τόν λαιμό τοῦ ἐθνο­μάρτυρα τό τρίτο σχοινί. Τότε ἡ ψυχή του πετᾶ ἐξαγνι­σμέ­νη γιά τήν αἰωνιό­τητα, ἐνῶ τό πολύπαθο σῶμα του παραμένει τρεῖς μέρες κρεμα­σμέ­νο. Μέ ἀγρι­ότητα Ἑ­βραῖοι καί Ὀ­θωμανοί τό πετοῦν ὕστερα στό ποτάμι, πού τό πα­ρα­σέρ­νει πρός τό Διδυμότειχο. Κάποιος χρι­στιανός ἀναγνωρίζει τό λείψανο τοῦ Πα­τρι­άρχη καί τό θάβει στόν κῆπο τοῦ σπιτιοῦ του. Ἀρ­γό­τερα, ἕνας ἀνεψιός τοῦ μακαριστοῦ Κυρίλ­λου μεταφέρει τά ὀστᾶ του καί τά θάβει στόν νάρθηκα τῆς Μητροπόλεως.
 Τέτοιες θυσίες Ἱεραρχῶν, πού τίμη­σαν τό ράσο τους καί τήν ἀποστολή τους καί μέ τά αἵ­ματά τους πορφύ­ρωσαν τή σκλάβα γῆ μας, ἐμπνέουν ἰδιαίτερα στό ξε­κίνημα τοῦ Ἀγώνα τούς Ἕλληνες καί ἠλεκτρίζουν πιό­τερο τίς καρ­διές τους γιά λευτεριά καί δι­καί­ωση.

Ἑλληνίς

Κατηγορία ΑΠΡΙΛΙΟΣ
Παρασκευή, 23 Μάιος 2014 03:00

Ριζωμένος στόν οὐρανό

῾Η Ρωμιοσύνη βάδιζε σιωπηλά τό Γολγοθᾶ της. ᾿Ανάμεσα στά πιστά της παιδιά σήκωσε μέ καρτερία τό σταυρό του καί ἀνέβηκε τό Γολγοθᾶ του, κείνη τή Μεγάλη Σαρακοστή, ὁ Γιαννιώτης νέος πού γιά νά δουλέψει βρέθηκε στήν Κωνσταντινούπολη. Μέρες τώρα οἱ ᾿Αγαρηνοί μέ κολακεῖες καί ταξίματα, μέ ἀπειλές καί φοβέρες πάσχιζαν νά τόν ἐξαναγκάσουν νά γίνει μουσουλμάνος. Δέν ἄντεχαν τή λάμψη τῶν ματιῶν του, πού ἀντιφέγγιζαν μέ τήν παρθενική τους ἁγνότητα τήν ὀμορφιά τοῦ Παραδείσου. Τούς ἐνοχλοῦσε ἡ σεμνότητα καί ἡ παρρησία του, ἡ καλοσύνη καί ἡ ἀνδρεία του, πού τά καλλιεργοῦσε βαθιά του ἡ πατρογονική εὐσέβεια φυτεμένη μέσα του ἀπό τό χέρι τῶν πιστῶν γονιῶν του.
   ῾Ο γλυκύτατος Κύριος ἀνέβαινε καί πάλι στό Σταυρό κι ὁ ᾿Ιωάννης σημείωνε μέ εὐλάβεια πάνω του τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ, ἀσφάλεια καί δύναμή του ἀπό κινδύνους καί πειρασμούς πού ἀπειλοῦσαν τό σῶμα καί τήν ψυχή του.
   ῏Ηταν βαρύ τό κλίμα κείνη τήν ἀνοιξιάτικη Παρασκευή. Μουντός ὁ οὐρανός καί συννεφιασμένος. Οἱ χριστιανοί ἤξεραν τό γιατί· ἦταν μεγάλη ἡ μέρα, ξεχωριστή στήν ἱστορία τοῦ κόσμου καί τῆς κάθε ὀρθόδοξης καρδιᾶς. Μέρα πού ἡ Ζωή μπῆκε στόν τάφο γιά νά χαρίσει ζωή περισσή στόν θνητό ἄνθρωπο, γιά νά ἀνοίξει τόν οὐρανό γιά τά παιδιά τῆς γῆς. Κι ἕνα παιδί τῆς γῆς σέ μία γῆ σκλάβα καί πονεμένη εἶχε ἁπλώσει τίς ρίζες του στόν ἀνοιχτό οὐρανό. Κι εἶχε κάνει πόθο του ἀκριβό τόν Παράδεισο. «Σήμερα ὁ Χριστός μου πέθανε γιά μένα. ῎Εχω Θεό ᾿Εσταυρωμένο καί ᾿Αναστημένο ἐγώ», ἀπάντησε στούς μανιασμένους Τούρκους, πού ἀγριεμένοι τοῦ ζητοῦσαν νά ἀρνηθεῖ τήν πίστη στόν ᾿Ιησοῦ Χριστό.
   Ποιός ποθεῖ νά γίνει συνοδοιπόρος ᾿Εκείνου πού σηκώνει τόν πιό βαρύ σταυρό; Ποιός τολμᾶ νά Τόν ἀκολουθήσει στόν πιό τραχύ δρόμο; Ποιός μπορεῖ νά μείνει μαζί Του ἄχρι τέλους; ῾Ο ᾿Ιωάννης εἶχε κάνει τήν ἐπιλογή του. ῾Ο κλῆρος πού διάλεξε ἦταν ἀνάμεσα στούς μακαρίους πού πεινοῦν καί διψοῦν τήν ἀπόλυτη μίμηση τοῦ ᾿Ηγαπημένου. Εἶχε λάβει τήν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ του καί ἀπό τή Μ. Πέμπτη μέσα του φύλαγε τά ἄχραντα μυστήρια.
   ῾Η ἀπόφαση τοῦ κριτῆ τόν ὁδήγησε γοργά στό μαρτύριο. 18 ᾿Απριλίου, Παρασκευή τῆς Διακαινησίμου ἀντηχεῖ χαρμόσυνα ὁ παιάνας «Χριστός ᾿Ανέστη!». Τόν ψάλλουν νικηφόρα τά νεανικά χείλη τοῦ ὑποψήφιου μάρτυρα κι ὁ ἀγέρας εὐωδιάζει ᾿Ανάσταση. Οἱ ἐχθροί τῆς ἀλήθειας μέ ξύλα καί πέτρες τόν κτυποῦν ἀλύπητα κι ἐκεῖνος ὁ μακάριος δέν παύει νά ψάλλει τόν ἀναστάσιμο ὕμνο. Οἱ ᾿Αγαρηνοί ἀνάβουν φωτιά μεγάλη. ῾Ο ᾿Ιωάννης κάνει τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ καί ρίχνεται μόνος του στίς φλόγες. ῾Η φωτιά κατατρώει τά ροῦχα, τά μαλλιά, τίς σάρκες τοῦ παλληκαριοῦ καί ἡ ψυχή του πετᾶ στή χώρα τῶν ζώντων γιά νά βιώνει αἰώνια τήν ἀνάσταση. «Τῶν μαρτύρων ζηλώσας τήν ἄθλησιν, διά πυρός τόν ἀγώνα ἐτέλεσας, μάρτυς ἔνδοξε». Μικρός καί ἄσημος, ἕνας ᾿Ιωάννης ἀνάμεσα στούς τόσους αὐτῆς τῆς γῆς, ἕνας ράφτης δίπλα στούς τόσους αὐτοῦ τοῦ κόσμου, φορᾶ στεφάνι ἀμάραντο θείας δόξας καί μένει ἀθάνατος μές στούς αἰῶνες.
   ᾿Εμπρός σέ ὅλους ἐμᾶς, πού ποθοῦμε τό φῶς καί τή χαρά τῆς ᾿Ανάστασης, προβάλλει ὁ ἅγιος νεομάρτυρας ᾿Ιωάνννης ἐξ ᾿Ιωαννίνων, ὁ ἐν Κωνσταντινουπόλει μαρτυρήσας τό ἔτος 1526, γιά νά μᾶς δείξει τό δρόμο. ῾Ο ἡρωικός ἀδελφός μας μέσα ἀπό τή φωτιά τοῦ μαρτυρίου του ἀναρριπίζει τή φλόγα τῆς πίστεώς μας καί μᾶς διδάσκει πώς καί οἱ πιό ἁπλοί καί ταπεινοί, ὅταν ἐπιλέγουμε μές στά θέλγητρα αὐτοῦ τοῦ κόσμου τό σταυρό καί τή θυσία, γευόμαστε τήν εὐφροσύνη καί τή δόξα τῆς ᾿Ανάστασης.


᾿Ιχνηλάτης

Κατηγορία ΑΠΡΙΛΙΟΣ