Τετάρτη, 25 Μάιος 2022 03:00

Γιά νά ἀνορθωθοῦμε

alosi  Στόν ἡμεροδείκτη τοῦ Μαΐου, θέση ξεχωριστή γιά τήν ἱστορία τῆς Ρωμιοσύνης καί γιά τήν ἑλληνική ψυχή κατέχει ἡ 29η τοῦ μήνα. Θυμίζει ἐκείνη τήν ἀποφράδα Τρίτη τοῦ 1453, πού σήμανε τήν πτώση τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τῆς βασιλίδος τῶν πόλεων, ἡ ὁποία τεῖχος καί προστασία της εἶχε τήν Παναγία μας.
 ῾Ο ἱστορικός μας Κ. Παπαρρηγόπουλος ἐκτιμᾶ ὅτι «διά τῆς ἁλώσεως ταύτης δέν ἔπεσε μόνη ἡ κυριευθεῖσα πόλις, δέν ἔπεσε μόνη ἡ καταλυθεῖσα βασιλεία, ἀλλ᾿ ἐπί χρόνον μακρόν ἐπεσκιάσθη κόσμος ὁλόκληρος πραγμάτων, καί δογμάτων, ὁ κόσμος ὁ ἑλληνικός». Καί ὁ κορυφαῖος βυζαντινολόγος τῶν ἡμερῶν μας Στῆβεν Ράνσιμαν συμφωνεῖ ὅτι «ἡ ἡμερομηνία τῆς 29ης Μαΐου 1453 ἀποτελεῖ ἕνα σημεῖο στροφῆς στήν ἱστορία», μία ριζική ἀλλαγή.
 Δυσάρεστη μνήμη, θλιβερή. ῞Ομως καί τά πιό θλιβερά ἔχουν τή θετική προσφορά τους, ὅταν τά μελετοῦμε καί εἴμαστε πρόθυμοι νά ἀποδεχθοῦμε τά μηνύματά τους. ῾Η πιό μεγάλη συμφορά μπορεῖ νά γίνει ὁ πιό μεγάλος δάσκαλος, νά μᾶς προσφέρει ἐποπτικά τό πιό σωτήριο μήνυμα. ᾿Αναζητώντας αὐτό τό μήνυμα ἀνασύρουμε ἀπό τίς ἱστορικές πηγές πολύτιμα μαθήματα πού ἀποκαλύπτουν τά βαθύτερα αἴτια τῆς πτώσεως. Μνημονεύω μόνο τρεῖς μαρτυρίες·
 ῾Ο ᾿Ιωσήφ Βρυέννιος, σοφός δάσκαλος, λίγο πρίν ἀπό τήν ἅλωση διεκτραγωδεῖ τήν ἀσέβεια καί ἀνομία πού εἶχαν ἐνσκύψει στό λαό καί τόν εἶχαν διαφθείρει ὥς τό μεδούλι τῶν κοκκάλων. Τή μεγάλη διαφθορά ἐπιβεβαιώνει καί ἡ συγκλονιστική ἐξομολόγηση τοῦ Γενναδίου Σχολαρίου, πρώτου πατριάρχη μετά τήν ἅλωση· «Διεφθάρημεν καί ἐβδελύχθημεν ἐν τοῖς ἡμῶν ἐπιτηδεύμασιν (=γίναμε σιχαμεροί γιά τά ἔργα μας). Πάντες ἐξεκλίναμεν, ἅμα ἠχρειώθημεν... οἱ ποιμένες ἠπατῶμεν τόν λαόν τοῦ Θεοῦ... οἱ ἄρχοντες ἠπειθῶμεν τοῖς νόμοις σου...». Καί ὁ διδάσκαλος τοῦ Γένους ᾿Ηλίας Μηνιάτης στηλιτεύει τήν τριπλή σκλαβιά τῶν ῾Ελλήνων, ἠθική, πνευματική καί -τή συνέπεια τῶν προηγουμένων- ἐθνική. Μ᾿ ἕνα λόγο, ἡ ἁμαρτία καί ἡ ἀπομάκρυνση τῶν χριστιανῶν ἀπό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ βασική ρίζα τῆς συμφορᾶς. Τό διακηρύττει ὁ ἀδιάψευστος λόγος τοῦ Ψαλμωδοῦ· «ἐάν μή Κύριος οἰκοδομήσῃ οἶκον, εἰς μάτην ἐκοπίασαν οἱ οἰκοδομοῦντες· ἐάν μή Κύριος φυλάξῃ πόλιν, εἰς μάτην ἠγρύπνησεν ὁ φυλάσσων» (Ψα 126,1) καί «ἰδού, οἱ μακρύνοντες ἑαυτούς ἀπό Σοῦ ἀπολοῦνται» (Ψα 72,27).
 ῎Αν ἡ μνήμη τῆς ἐθνικῆς συμφορᾶς φέρνει στά μάτια μας δάκρυα πόνου, ἡ γνώση καί ἀναγνώριση τῶν αἰτίων ἐκείνης τῆς συμφορᾶς μπορεῖ νά μᾶς ὁδηγήσει στά σωτήρια δάκρυα τῆς μετανοίας. Τό μήνυμα, γιά τούς ἄρχοντες καί τό λαό, ἁπλό, σαφές, σωτήριο· Νά μετανοοῦμε γιά τά δικά μας λάθη, γιά τά σφάλματα τῶν πατέρων μας, γιά τῶν παιδιῶν μας τίς ἀστοχίες. Νά μετανοοῦμε, γιά νά διορθωθοῦμε, νά ἀνορθωθοῦμε!
Στέργιος Ν. Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 62 (2007) 131
 
 
Κατηγορία Ἅλωση Πόλεως
Τετάρτη, 26 Μάιος 2021 03:00

Οἱ δύο ἁλώσεις

theodosiano tixos
Κωνσταντινούπολη. Τό τριπλό Θεοδοσιανό τεῖχος. Παρέμεινε ἄπαρτο ἐπί ὀκτώ αἰῶνες ὥς τίς 13/4/1204, ὅταν τό κατέλαβαν οἱ σταυροφόροι.


  Συμπληρώθηκαν 800 καί πλέον χρόνια ἀπό τήν πρώτη ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης ἀπό τούς Λατινοφράγκους (1204). Στή μνήμη μας ἀμυδρά μόλις ἔχουμε συγκρατήσει τό σημαντικό αὐτό γιά τή μετέπειτα πορεία τοῦ Ἑλληνισμοῦ συμβάν. Ἄλλωστε καί ἡ μνήμη τῆς δεύτερης ἅλωσης τῆς βασιλεύουσας, ἀπό τούς Ὀθωμανούς Τούρκους αὐτή τή φορά (1453), ἔχει ἀρκετά ξεθωριάσει, ἐνῶ πανηγυρίζεται ἔντονα στή γείτονα χώρα.
   Οἱ δυτικοί ἱστορικοί στά συγγράμματά τους, ἐνῶ δίνουν ἔμφαση στά γεγονότα τῆς δεύτερης πολιορκίας καί ἅλωσης, ἀποφεύγουν τήν ἐκτενῆ ἀναφορά στά γεγονότα τῆς πρώτης. Ἀσφαλῶς καί δέν ἔχουν διάθεση νά ἐπωμισθοῦν τίς εὐθύνες γιά τό ἔγκλημα πού διέπραξαν οἱ πρόγονοί τους. Μάλιστα πολλοί ἀπό αὐτούς ἀποδίδουν τά γεγονότα σέ τυχαία τροπή τῶν κινήτρων καί σκοπῶν τῶν ὀργανωτῶν τῶν σταυροφοριῶν, οἱ ὁποῖες, καθώς ὑποστηρίζουν ἀκόμη ἀρκετοί ἀπό αὐτούς, ἔγιναν μέ μοναδικό σκοπό νά ἀπελευθερώσουν τούς Ἁγίους Τόπους ἀπό τούς μουσουλμάνους κατακτητές. Καί ἀρκετοί δικοί μας, ἐπειδή δέν θέλουν νά δυσαρεστήσουν μέ τά γραφόμενά τους τούς σύγχρονους «ἱππότες» τῆς Δύσης, ἀναμασοῦν τίς δυτικές ἀναλύσεις στά συγγράμματά τους. Εὐτυχῶς πού κάποιοι, ἔστω ἐλάχιστοι, δυτικοί τολμοῦν καί «θέτουν τόν δάκτυλόν τους ἐπί τόν τύπον τῶν ἥλων» καί συντελοῦν στό νά διασωθεῖ ἡ ἱστορική ἀλήθεια.
   Ἄς δεχθοῦμε, λοιπόν, ὅτι τυχαῖα συμβάντα ἔφεραν τούς σταυροφόρους πρό τῶν πυλῶν τῆς Κωνσταντινούπολης. Ἀλλά ἡ ἱστορία δέν σταματᾶ στήν εἴσοδο τῶν σταυροφόρων στήν Πόλη. Μᾶς διασώζει ὅτι οἱ εἰσβολεῖς προκάλεσαν τήν ὁλοσχερῆ σχεδόν καταστροφή της. Φόνευσαν, ἰδίως κληρικούς, βίασαν, ἅρπαξαν καί πούλησαν σκλάβους, λεηλάτησαν καί μάλιστα ἐπί σειράν ἐτῶν δημόσιους καί ἰδιωτικούς χώρους, πυρπόλησαν σημαντικό μέρος της. Σέ ἀντίθεση μέ τή συμπεριφορά αὐτή τῶν «χριστιανῶν» τῆς Δύσης, ἡ ἱστορία διασώζει πώς οἱ Ἄραβες, ὅταν κατέλαβαν τά Ἰεροσόλυμα, δέν προκάλεσαν καταστροφές, ἀλλά περιορίστηκαν σέ ἐπιβολή φόρου ἐπί τῶν κατοίκων. Ἀλλά καί ὁ Μωάμεθ ὁ πορθητής δέν προκάλεσε τόσης ἔκτασης λεηλασία κατά τή δεύτερη ἅλωση. Ἴσως γιατί δέν βρῆκε σημαντικά πράγματα νά λεηλατήσει, καθώς τόν εἶχαν προλάβει οἱ σταυροφόροι.
   Ἡ συμφορά προῆλθε ἀπό ἀπύθμενα πάθη μίσους καί μοχθηρίας ἑνός κόσμου πού διψοῦσε γιά δύναμη. Ὁ ἄρχων τοῦ Βατικανοῦ ἤθελε νά ἀναγνωρίζεται ἀπό ὅλους τούς χριστιανούς ὡς ὁ ἀντιπρόσωπος τοῦ Θεοῦ ἐπί τῆς γῆς. Οἱ Γερμανοί, διάδοχοι τοῦ Καρλομάγνου, διψοῦσαν γιά τήν ἀνασύσταση τῆς ἀχανοῦς ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας ὑπό τήν κυριαρχία τους. Οἱ Βενετοί ἤθελαν νά πλέουν μέ ἀσφάλεια σέ ὅλη τή Μεσόγειο. Ἔτσι, τίποτε δέν ὑπῆρξε τυχαῖο. Τά γεγονότα τῶν Σταυροφοριῶν καί ἡ καταστροφή τῆς Κωνσταντινούπολης εἰδικότερα ὑπῆρξαν τά πρῶτα δείγματα τοῦ ἀκόρεστου πάθους τῆς Δύσης γιά κυριαρχία.
   Ἐντυπωσιακό εἶναι ὅτι οἱ «κυρίαρχοι» εἶχαν ἐξασφαλίσει τήν «εὐλογία» τοῦ Θεοῦ μέσῳ τοῦ «ἀντιπροσώπου» του. Ὁ πάπας συγχωροῦσε τίς ἁμαρτίες τοῦ παρελθόντος ἀλλά καί προκαταβολικά τοῦ μέλλοντος στόν καθένα πού θά δήλωνε συμμετοχή σέ μία ἀπό τίς ἐξορμήσεις τυχοδιωκτικῆς ἐκτόνωσης τῆς «ἱπποτικῆς» Εὐρώπης κατά τῶν ἀπίστων ἀλλά καί κατά τῶν «σχισματικῶν», ἐναντίον τῶν ὁποίων τό πάθος ἦταν ἀφάνταστα βαθύτερο.
 Θέλοντας νά ἀγνοοῦν οἱ δυτικοί καί δυτικόπληκτοι τή συμφορά πού προκάλεσε στόν Ἑλληνισμό ἡ μάστιγα τῶν βαρβάρων λατινοφράγκων εἰσβολέων καί ἐπί σειράν ἐτῶν κατακτητῶν, ἀδυνατοῦν στή συνέχεια νά κατανοήσουν γιατί ὁ λαός (ναί, ὁ λαός στή συντριπτική του πλειοψηφία) κατά τίς παραμονές τῆς ἀναμενόμενης, αὐτή τή φορά, δεύτερης ἅλωσης ἐκδήλωνε μένος, ὅπως χαρακτηρίζεται, κατά τῶν δυτικῶν καί προτιμοῦσε τουρκικό φακιόλι παρά παπική τιάρα.
   Λίγοι πιά εἶχαν ἀπομείνει μέσα στήν Πόλη. Οἱ φιλενωτικοί λόγιοι εἶχαν πάρει προδοτικά τό δρόμο γιά τή Δύση. Οἱ οἰκονομικά ἰσχυροί τῆς Μικρασίας δέν εἶχαν λόγο νά ἐπιθυμοῦν τή Βασιλεύουσα. Εἶχαν προσχωρήσει στό στρατόπεδο τοῦ ἐπιδρομέα, γιά νά διατηρήσουν τά προνόμιά τους καί νά παραμείνουν καταπιεστές καί στή νέα κατάσταση, ὅπως καί πρίν. Καί κάλεσε τό Γένος τήν ὕστατη στιγμή τόν Κωνσταντίνο Παλαιολόγο νά σώσει τήν τιμή του. Καί ἐκεῖνος ἀνέλαβε νά «ἄρῃ τόν σταυρόν του». Παρά τό ὅτι ἐνέδωσε στόν τελευταῖο πειρασμό (ἐκκλησιαστική ὑποταγή στή Δύση), πάλεψε ἡρωικά καί ἔπεσε στίς ἐπάλξεις τῆς Βασιλεύουσας ὅπως ταιριάζει σέ Ἕλληνα.
   Ἡ σκλαβιά μετά τήν ἅλωση τῆς Πόλης κράτησε ὥς καί πεντακόσια χρόνια. Τό Γένος ἄντεξε, διότι, ὅταν ἔχασε ὅλα τά ὑλικά ἀγαθά πού εἶχαν σωρεύσει ἀνάξιοι ἄρχοντες, τοῦ ἀπόμεινε ἡ πίστη. Ὄχι πώς δέν πλήρωσε βαρύ τό τίμημα σέ αἷμα νεομαρτύρων, ἐπαναστατῶν καί κλεφτῶν. Ὄχι πώς δέν πλήρωσε βαρύ τό τίμημα σέ ἐξανδραποδισμούς (γενίτσαροι καί ὀδαλίσκες). Ὅμως ἐπιβίωσε. «Ἄθλιο, ἐκφυλισμένο, ἀνάξιο τῶν προγόνων του», κατά δυτικούς ἀναλυτές. Αὐτοί δέν πρόκειται ποτέ νά ξεπεράσουν τίς ἐνοχές καί τά συμπλέγματά τους, γι’ αὐτό καί δέν παύουν νά ἐπιχειροῦν νά μᾶς ἀφομοιώσουν.
   Ὅσοι τάχθηκαν μέ τό μέρος τῶν κατακτητῶν χάθηκαν γιά τό Γένος μας. Ἐκεῖνοι πού ἐξισλαμίστηκαν ἔλαβαν τό μέρος τῶν κατακτητῶν σέ κάθε ἔνοπλη ἀντιπαράθεση. Ὅσοι φράγκεψαν στά νησιά, κατά τόν ξεσηκωμό τοῦ Γένους τήρησαν οὐδετερότητα. Καί ὑπάρχουν ἀκόμη Ἕλληνες πού θέτουν τό ἐρώτημα: Τί ἔκανε ἡ Ἐκκλησία κατά τήν τουρκοκρατία; Μά εἶναι τόσο ἁπλή ἡ ἀπάντηση: Κράτησε στήν πίστη τά παιδιά της, γιά νά ἔχει τό νέο ἑλληνικό κράτος πολίτες! Γιατί ἀπό ποιούς θά ἔλειπε ἡ ἐλευθερία, ἄν εἶχαν ὅλοι ἀλλαξοπιστήσει;

Ἀπόστολος Ἰ. Παπαδημητρίου

Κατηγορία Ἅλωση Πόλεως

sxoini patriarxi Ὁ σουλτάνος στίς 31 Μαρτίου 1821 πληροφορεῖται γιά τό ξέσπασμα τῆς Ἐπανάστασης τῶν Ἑλλήνων στήν Πελοπόννησο. Ἡ ζωή τοῦ γενναίου πατριάρχη ἀπό τή Δημητσάνα Ἀρκαδίας, τοῦ Γρηγορίου Ε΄, κινδυνεύει. Ξένες πρεσβεῖες τόν προτρέπουν νά φύγει. Ἀποστομωτική ἡ ἀπάντησή του: «Μή μέ παρακινεῖτε εἰς φυγήν... Μεταμορφωμένος μέ καμιά προβιά εἰς τήν πλάτην, νά φεύγω εἰς τά καράβια, ἤ σφαλισμένος εἰς πρεσβείαν φιλικήν νά ἀκούω εἰς τούς δρόμους τά ὀρφανά τοῦ ἔθνους μου νά σπαράττουν εἰς τά χέρια τοῦ δημίου... Εἶμαι Πατριάρχης διά νά σώσω τόν λαόν μου, ὄχι νά τόν ρίψω εἰς τά μαχαίρια τῆς γενιτσαριᾶς... Σήμερον τῶν Βαΐων, ἄς φάγωμεν εἰς τό τραπέζι τά ψάρια τοῦ γιαλοῦ, καί παρεμπρός, ἐντός ἴσως τῆς ἑβδομάδος, ἄς φάγουν κι αὐτά ἀπό ἡμᾶς...».
 Κυριακή τοῦ Πάσχα, 10 Ἀπριλίου 1821. Στή μεσαία πύλη τοῦ Πατριαρχείου κρεμοῦν οἱ Τοῦρκοι τόν οἰκουμενικό πατριάρχη. Ὁδηγοῦν στό ἰκρίωμα αὐτόν πού ἡ βιοτή του ὅλη μόνο ἔργα ἀγάπης ἔχει νά ἐπιδείξει. Μέρα Πασχαλιᾶς, διαλέγει ὁ σουλτάνος νά πλήξει βαθιά τούς χριστιανούς, ἀπαγχονίζοντας τήν κεφαλή τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἕνας Αἰθίοπας κι ἕνας ἐξωμότης χριστιανός στήνουν τήν κρεμάλα. Πρίν τοῦ περάσουν τόν βρόχο, γονατίζει ὁ λευκασμένος πατέρας τοῦ γένους, τούς εὐλογεῖ ὅλους, τονίζοντας δυνατά τίς στερνές του εὐχές: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, δέξου τό πνεῦμα μου καί σῶσε τόν περιούσιον λαόν σου!». Γαλήνιος φτερουγίζει στά οὐράνια. Ὁ ἐθνικός μας ποιητής, Διονύσιος Σολωμός, στήν παρακάτω στροφή ἀπό τόν «Ὕμνο εἰς τήν Ἐλευθερίαν» ξεχύνει τόν βαθύ του πόνο γιά τόν ἄδικο χαμό τοῦ πατριάρχη:
«Ὅλοι κλαῦστε! ἀποθαμένος
ὁ ἀρχηγός τῆς Ἐκκλησιᾶς
κλαῦστε, κλαῦστε, κρεμασμένος,
ὡσάν νἄτανε φονιάς».
 Τρεῖς μέρες τό σεπτό του σῶμα αἰωρεῖται. Τήν Τετάρτη τό πρωί τό ἀγοράζουν οἱ Ἑβραῖοι. Τό δένουν μέ σχοινιά ἀπό τά πόδια καί χλευάζοντας τό σέρνουν στούς δρόμους τῆς Βασιλεύουσας. Κι ὕστερα τό βυθίζουν στόν Κεράτιο κόλπο. Μά τό σχέδιο τῆς θείας πρόνοιας εἶναι θαυμαστό. Ἄς παρακολουθήσουμε πῶς ξετυλίγεται ἀργά-ἀργά, σέ βάθος χρόνου.
 Τό δειλινό τοῦ Σαββάτου τό λείψανο ἐπιπλέει ἐλεύθερα κοντά στόν Γαλατᾶ καί πλευρίζει ἕνα ἑλληνικό πλοῖο μέ ρωσική σημαία, πού σήκωνε ἄγκυρα γιά τήν Ὀδησσό. Τό πρωτοαντικρύζει ὁ πλοίαρχος Ν. Σκλάβος καί καλεῖ ἀμέσως τόν πρωτοσύγκελλο τοῦ πατριάρχη, τόν Σωφρόνιο, πού βρισκόταν ἐκεῖ. Ἀπερίγραπτες οἱ συγκινητικές στιγμές, ὅταν περισυλλέγουν καί ἀναγνωρίζουν τό κακοποιημένο σκήνωμα τοῦ ἱερομάρτυρα Γρηγορίου. Ὁ Σωφρόνιος δακρύβρεχτος φωνάζει: «Θαῦμα, θαῦμα, εἶναι ὁ πατήρ μου, ὁ πατριάρχης!».
 Μετά ἀπό 24 μέρες ταξίδι τό πλοῖο «Ἅγιος Νικόλαος» ἀγκυροβολεῖ μέ μεσίστια τή σημαία του στό λιμάνι τῆς Ὀδησσοῦ. Συντριμμένοι οἱ Ἕλληνες τῆς Ὀδησσοῦ ὑποδέχονται τό πολυβασανισμένο σῶμα. Μέ διαταγή τοῦ τσάρου γίνεται μεγαλοπρεπής κηδεία. Στόν ναό τῆς Μεταμορφώσεως, μπροστά στή σορό τοῦ ἐθνομάρτυρα ἐκφωνεῖ τόν ἐπικήδειο ὁ δεινός ρήτορας Κωνσταντῖνος Οἰκονόμος ὁ ἐξ Οἰκονόμων. Ἡ μνημειώδης ὁμιλία του ἀντανακλᾶ τόν σπαραγμό τοῦ Ἕλληνα, καθώς στέκεται μπροστά στό λείψανο τοῦ πατέρα του, τοῦ Ἐθνάρχη του. Ἐνταφιάζεται στόν ἑλληνικό ναό τῆς Ὀδησσοῦ, στήν Ἁγία Τριάδα καί παραμένει στά ξένα χώματα πενήντα χρόνια.
 Στίς 14 Ἀπριλίου 1871, μία ἀντιπροσωπεία Ἑλλήνων μεταφέρει μέ τό ἑλληνικό πλοῖο «Βυζάντιον» τό λείψανο τοῦ πατριάρχη στήν ἐλεύθερη Ἑλλάδα. Ἔφτασε ἐπιτέλους ἡ ὥρα τοῦ χρέους, νά τοῦ ἀποτίσουν ἐπάξια οἱ Ἕλληνες φόρο τιμῆς. Μέ κανονιοβολισμούς, μέ σημαῖες προϋπαντοῦν τόν ἐθνομάρτυρα πλήθη λαοῦ στό λιμάνι τοῦ Πειραιᾶ. Στό πολεμικό «Βασιλεύς Γεώργιος» τό ὁποῖο καλωσορίζει τό «Βυζάντιον», ἐπιβαίνουν ἡ Ἱερά Σύνοδος καί ὁ ὑπουργός τῶν Ἐκκλησιαστικῶν. Μέ δάκρυα ἀσπάζεται τή λάρνακα πρῶτα ὁ ὑπουργός Ἀθ. Πετμεζᾶς. Ὕστερα ἡ Ἱερά Σύνοδος παραλαμβάνει τό λείψανο καί τό ἀποθέτει μέσα σ’ ἕνα κουβούκλιο. Θά παραμείνει στό πλοῖο μέχρι τήν 25η Ἀπριλίου.
 Ξημερώνει ἡ ξεχωριστή αὐτή μέρα γιά τόν ἐλεύθερο Ἑλληνισμό. Πανηγυρικά γιορτάζονται τά 50χρονα τῆς Ἐθνεγερσίας τοῦ 1821, "πρωτόλειο" σφάγιο τῆς ὁποίας, πρῶτος καρπός, εἶναι ὁ πατριάρχης τῆς Ὀρθοδοξίας. Καί γίνεται λαμπρότερος ὁ ἑορτασμός της μέ τήν ἀνακομιδή τῶν ὀστῶν του. Στήν Ἀθήνα ὑποδέχονται τό λείψανο ὁ πρωθυπουργός Ἀλ. Κουμουνδοῦρος, ἡ Ἱερά Σύνοδος, οἱ ἀρχιερεῖς, τό ὑπουργικό συμβούλιο καί οἱ βουλευτές. Μεταφέρεται στόν μητροπολιτικό ναό καί φυλάσσεται μέχρι σήμερα σέ λευκό μαρμάρινο τάφο.
 Ἕνα χρόνο ἀργότερα, τήν 25η Μαρτίου 1872, γίνονται τ’ ἀποκαλυπτήρια τοῦ ἀγάλματος τοῦ Γρηγορίου στά προπύλαια τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν. Ὁ ποιητής Ἀριστοτέλης Βαλαωρίτης ἀπαγγέλλει μέ τή βροντερή φωνή του τό ἀριστουργηματικό ἐκπόνημά του ἀφιερωμένο στόν μαρτυρικό Πατριάρχη. Ἀπό τήν πετυχημένη ἀπαγγελία τόσο πυροδοτεῖται τό ἀκροατήριο, πού συγκλονισμένο δέν χορταίνει νά ἐπαναλαμβάνει τήν ἐπωδό: «Ἀπ’ ἄκρη σ’ ἄκρη χαλασμός / κρεμοῦν τόν Πατριάρχη! / Χτυπᾶτε πολεμάρχοι! / Μή λησμονεῖτε τό σχοινί, / παιδιά, τοῦ πατριάρχη!».
 
Ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας τό 1921 ἀνακηρύσσει ἅγιο τόν ἱερομάρτυρα ἀρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως καί οἰκουμενικό πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄ καί ὁρίζει νά γιορτάζεται ἡ μνήμη του στίς 10 Ἀπριλίου. Ὁ τόπος τῆς ἀγχόνης του, ἡ μεσαία πύλη τοῦ Πατριαρχείου, παραμένει ἀπό τότε γιά πάντα κλειστή, γιά νά θυμίζει τή μεγάλη θυσία καί νά διασαλπίζει στούς Ἕλληνες κάθε γενιᾶς πώς τό ἄλικο αἷμα τοῦ πατριάρχη πότισε, ζωογόνησε τό δένδρο τῆς λευτεριᾶς. Κι ὕστερα γίνηκε τό θαῦμα. Ξεπετάχτηκε μέσα ἀπό τή στάχτη ἡ νεκραναστημένη Ἑλλάδα!

Ἑλληνίς
Ἀπολύτρωσις 69 (2014) 108-110
Κατηγορία ΑΠΡΙΛΙΟΣ