Κυριακή, 20 Ιούλιος 2014 03:00

Ἀπό τό ἐρωτηματικό στό θαυμαστικό

erotimatikoΠολλά, ἀμέτρητα τά ἐρωτηματικά πού τριβελίζουν τό μυαλό τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τή γέννα του ὥς τή θανή του. Ἀπό τήν ὥρα πού ἀντιλαμβάνεται τόν κόσμο γύρω του τό παιδί «πυροβολεῖ» τούς μεγάλους μέ ἐρωτηματικά. Συχνά τούς φέρνει σέ δύσκολη θέση, καθώς ἐπίμονα ζητᾶ ἀπάντηση στά πιό ἀπίθανα καί περίπλοκα ἐρωτήματα. Μεγαλώνοντας αὐξάνει ἡ γνώση του. Μελετᾶ, μορφώνεται, μαθαίνει. Μήπως ὅμως περιορίζονται τά ἄγνωστα καί λιγοστεύουν τά ἐρωτηματικά του; Κάθε ἄλλο. Ὅσο αὐξάνει ἡ γνώση, ἄλλο τόσο μεγαλώνει ἡ ἄγνοια, γιά νά φθάσουμε στήν ταπεινόφρονα ὅσο καί σοφή ὁμολογία: ignoramus et ignorabimus, ἀγνοοῦμε καί θά ἀγνοοῦμε.
 Ἄν στόν κόσμο τοῦ αἰσθητοῦ καί ἐπιστητοῦ ἀποδεικνύεται ἀνεπαρκής ἡ ἀνθρώπινη διάνοια, πολύ περισσότερο ἀδυνατεῖ νά στοιχειοθετήσει ἀπαντήσεις γιά θέματα τοῦ ὑπεραισθητοῦ καί ἄυλου. Ἐρωτήματα σχετικά μέ τόν Δημιουργό καί τή δημιουργία τοῦ κόσμου, τήν προέλευση καί τόν προορισμό τοῦ ἀνθρώπου, τήν ὑφή καί ζωή τῆς ψυχῆς, τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ, τό θάνατο καί τήν ἀνάστασή Του γιά τή λύτρωσή μας, τή μετά θάνατον πραγματικότητα δέν βρίσκουν ἀπάντηση ἀπό τόν ἀνθρώπινο νοῦ.
 Σέ ὅλα αὐτά ἡ λύση ἀποκαλύπτεται μέ τήν πίστη, ἡ ὁποία στηρίζεται στήν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ, πού βεβαιώνεται ἱστορικά. Ἡ πίστη εἶναι «ἐλπιζομένων ὑπόστασις, πραγμάτων ἔλεγχος οὐ βλεπομένων» (Ἑβ 11,1). Αὐτή μέ τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ θέτει στή διάθεση τοῦ πιστοῦ τά μή βλεπόμενα, τά ἀόρατα, ὅπως ὁ Θεός, οἱ ἄγγελοι, ὁ πνευματικός κόσμος. Μέ τήν ἀνάσταση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ δίνει ὑπόσταση, καθιστᾶ χειροπιαστά, τά ἐλπιζόμενα καί μελλούμενα, ὅπως ἡ Δευτέρα Παρουσία, ἡ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, ἡ μέλλουσα κρίση.
  Ἡ πίστη δέν καταργεῖ, ἀλλά ὑπερβαίνει τή λογική καί τά ἐρωτηματικά της. Γιά νά ζήσεις ὅμως αὐτή τήν ὑπέρβαση, δέν ἀρκεῖ ἡ θεωρητική παραδοχή ὅσων ἡ πίστη ὑπαγορεύει. Ἀπαιτεῖται μία δυναμική ἐνέργεια: ἡ ἀναστροφή τοῦ ἐρωτηματικοῦ καί ἡ εὐθυγράμμιση τῆς καμπύλης του. Ἡ ἀναστροφή πραγματοποιεῖται μέ τή μετάνοια, τήν ἀλλαγή νοῦ, φρονήματος καί νοοτροπίας. Ἡ ἐξομάλυνση τῆς καμπύλης γραμμῆς ἐπιτυγχάνεται μέ τή συμμόρφωση καί εὐθυγράμμιση τῆς ζωῆς μας στήν ἐντολή τῆς ἁγίας Γραφῆς, ἡ ὁποία ἐξάλλου χαρακτηρίζεται «κανόνας», δηλαδή χάρακας, πού μᾶς βοηθᾶ νά βαδίζουμε ἴσια. Ἔτσι πλησιάζουμε τόν Ἰησοῦ Χριστό, γνωρίζουμε τόν Θεό καί τά δικά του καί τότε τά ἐρωτηματικά μετατρέπονται σέ θαυμαστικά.
 Ἕνα ἀπό τά πιό δυνατά μυαλά αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ὁ μεγάλος ἐπιστήμονας τοῦ 17ου αἰώνα Μπλαίζ Πασκάλ, καταθέτει τό ἀξίωμα ὅτι ἡ ἐμπειρία εἶναι τό ἰσχυρότερο, τό πιό ἀδιαμφισβήτητο ἐπιχείρημα. Δέν βιάζει οὔτε ἐκβιάζει, ἁπλῶς πείθει. Δέν ἐκφυλίζεται σέ λεκτικές περιγραφές, βιώνεται. Δέν διαλαλεῖται, ἀλλά ψηλαφᾶται. Κι αὐτή ἀκριβῶς ἡ ψηλάφηση πραγματοποιεῖ τήν ἐσωτερική ἀλλοίωση τοῦ ἀνθρώπου. Προϋποθέτει ὅμως τόλμη καί ἀποφασιστικότητα ἡ ἐμπειρία. Εἶναι χαρακτηριστική ἡ περίπτωση τοῦ Ναθαναήλ (βλ. Ἰω 1,46-50). Ὁ Φίλιππος, πού εἶχε γνωρίσει τόν Ἰησοῦ, θέλει νά μοιρασθεῖ τή μοναδική ἐμπειρία μέ τόν φίλο του, τόν Ναθαναήλ. Ἐκεῖνος προβάλλει τίς ἀντιρρήσεις, τά ἐρωτηματικά του, λογικά καί δικαιολογημένα· «Μπορεῖ νά προέλθει κάτι καλό ἀπό τή Ναζαρέτ», τήν ὁποία οὔτε κἄν ἀναφέρουν οἱ προφῆτες;». Ὁ Φίλιππος δέν κάθεται νά τοῦ ἐξηγήσει. Δέν ἀναπτύσσει θεωρίες, δέν προβάλλει ἐπιχειρήματα. Τοῦ προτείνει τήν ἐμπειρία· «ἔρχου καί ἴδε». Ἐκεῖνος πλησιάζει καλοπροαίρετα ὡς ἄδολος καί ἀληθινός Ἰσραηλίτης Καί τότε τό μεγάλο ἐρωτηματικό του γίνεται θαυμαστικό, καθώς διαπιστώνει ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός δέν προέρχεται ἀπό τή Ναζαρέτ οὔτε κατάγεται ἀπό τόν Ἰωσήφ, ἀλλά εἶναι ὁ υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ ἀναμενόμενος Μεσσίας.
 Λίγο ἀργότερα μία ἁπλή καί πολύ ἁμαρτωλή γυναίκα, ἡ Σαμαρείτις, προσεγγίζοντας τόν Ἰησοῦ Χριστό ἀλλάζει ζωή καί μεταβάλλει τά ἐρωτηματικά της σέ θαυμαστικά (βλ. Ἰω 4,1-42). Μέ τήν καρδιά της φλογισμένη ἀπό τό θάμπος τοῦ Χριστοῦ ὁμολογεῖ τήν ἐμπειρία της στούς συμπολίτες της, τούς καλεῖ νά πλησιάσουν. Κι ὅταν ἐκεῖνοι ἀποκτοῦν προσωπική ἐμπειρία, γεμάτοι θαυμασμό καταθέτουν·«οὐκέτι διά τήν σήν λαλιάν πιστεύομεν». Τώρα πλέον μόνοι τους ἔχουν καταλάβει ὅτι «οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ σωτήρ τοῦ κόσμου ὁ Χριστός».
 Πρίν ἀπό ὅλους αὐτούς μεγάλα καί θαυμαστά εἶδε καί ἔζησε ἡ ἄσημη Παρθένος τῆς Ναζαρέτ, ἡ Μαρία. Ἐρωτηματικά γέμισαν τήν ψυχή της καθώς ὁ ἄγγελος Γαβριήλ τῆς ἀπηύθυνε τόν χαιρετισμό «Χαῖρε κεχαριτωμένη»! Ἀνατράπηκαν ὅμως, ὅταν δέχθηκε τή διαβεβαίωσή του: «Πνεῦμα ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπί σέ καί δύναμις ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι» (Λκ 1,35). Ὅταν δέ ταπεινά ἡ Παναγία μας δήλωσε τήν ὑπακοή της «ἰδού ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατά τό ρῆμά σου» (Λκ 1,38), συνέλαβε στά σπλάχνα της τόν ἴδιο τόν Θεό.
 Αὐτό εἶναι γιά τόν κάθε χριστιανό ἡ πνευματική ἐμπειρία, μία σύλληψη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Οἱ ἅγιοι πατέρες διδάσκουν ὅτι αὐτό πού συνέβη σωματικά στήν Παρθένο Μαρία συντελεῖται πνευματικά στόν κάθε πιστό, τοῦ ὁποίου ἡ ψυχή παρθενεύει, δηλαδή εἶναι καθαρή ἀπό τά πάθη. «Ὅποιος ζῆ τή μετάνοια καί ὑπακούει στό θεῖο θέλημα, ὅταν ἐπικαλεῖται τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ», λέγει ὁ ἅγιος Διάδοχος Φωτικῆς, «νιώθει μέσα του σκιρτήματα βρεφοπρεπῆ», αἰσθάνεται τόν ἴδιο τόν Χριστό νά σκιρτᾶ στήν καρδιά του. Ὁ Χριστός πού κυοφοροῦμε καί γεννοῦμε μέσα μας εἶναι ὁ ἀναγεννημένος, ὁ πνευματικός ἑαυτός μας, πού γίνεται καινούργιος καί ἀνακαινούμενος ἄνθρωπος (βλ. Κλ 3,10), «καινή κτίσις» (Β΄ Κο 5,17· Γα 6,15). Μέ τήν προϋπόθεση βέβαια ὅτι θά δεχθοῦμε νά ἀλλάξουμε ζωή μέ τή μετάνοια καί νά «ἰσιάξουμε» τή ζωή μας ὑποτασσόμενοι στό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Στέργιος Ν. Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 60 (2005) 292-294
Κατηγορία Τριώδιον
Πέμπτη, 19 Ιούνιος 2014 03:00

Τούς καιρούς καταμάνθανε...

agonizestheΜέσα στόν παγκόσμιο ἀνασχηματισμό, πού ἤδη ξεκίνησε σέ ταχεῖς ρυθμούς, διαλέγουμε τή θέση πού θά καταλάβουμε. Συνειδητοποιημένα ἤ ὄχι, ἀξιολογοῦμε τή μέχρι τώρα θέση μας. Καί οἱ λέξεις, πού τόσο πυκνά ἀλλά καί ἐκκεντρικά πολλές φορές χρησιμοποιοῦνται, ζητοῦν τήν πραγματική τους ἔννοια. Τί σημαίνει παγκοσμιοποίηση; Τί οἰκουμενισμός; Τί παράδοση; Ποιό εἶναι τό αὐθεντικό, τό ἀναλλοίωτο;
  Ὁ χριστιανός ἀσφαλῶς, ὡς μέρος τοῦ κόσμου τούτου, δέχεται ὅλες τίς προσκλήσεις καί τίς προκλήσεις του. Εἶναι, ὅμως, προετοιμασμένος νά τίς ἀντιμετωπίσει ὡς πολίτης τοῦ οὐρανοῦ; Γι᾿ αὐτό καί κρίνεται ἀπαραίτητο ἀπό τόν ἅγιο Ἰγνάτιο νά ἀναγνωρίζει καί νά ξεχωρίζει μέ σοφία καί σύνεση τί εἶναι τοῦ Θεοῦ καί τί τοῦ κόσμου. Τό ἄθλημα αὐτό χρειάζεται προετοιμασία καί ἄσκηση, καθώς διδάσκουν οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας: «...οὐ πεισμονῆς τό ἔργον, ἀλλά, μεγέθους ἐστιν ὁ χριστιανισμός, ὅταν μισεῖται ὑπό κόσμου» (Ἰγνάτιος, πρός Ρωμαίους Ἐπιστολή).
 Ἐδῶ ἀκριβῶς βρίσκει κανείς πώς ὑπάρχει μιά διαφοροποίηση ἀνάμεσα σέ μᾶς καί στούς πρώτους χριστιανούς. Σήμερα ἐπιθυμοῦμε τόν χριστιανισμό καί τόν τύπο τοῦ χριστιανοῦ νά «τά ᾿χει καλά» μέ τόν κόσμο, μέ ὅλο τόν κόσμο. Προπαντός νά μή «μισεῖται ὑπό κόσμου» κι ἄς ὑπογράμμισε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος· «ἐκ τοῦ κόσμου οὐκ ἐστέ» (Ἰω 8,23), «εἰ ἐκ τοῦ κόσμου ἦτε, ὁ κόσμος ἄν τό ἴδιον ἐφίλει...» (Ἰω 15, 18). Κι ὅμως· παλεύουμε, σήμερα, μέ κάθε τρόπο νά ἀποδείξουμε τήν ὁμοιότητά μας(!) μέ ὅλο τόν κόσμο, νά βεβαιώσουμε πώς δέν ἔχουμε διαφορές, κι ἄς εἴμαστε οἱ ὀρθόδοξοι τῆς ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, νά ἑνώσουμε -πῶς;- τά διεστῶτα. Αὐτό εἶναι πασιφανές στήν ὀρθόδοξη χριστιανική κοινωνία μας, στήν τέχνη, στήν ἐκπαίδευση, στήν καθημερινή μας ζωή. Διαφορετικά, κινδυνεύουμε νά χαρακτηρισθοῦμε ὡς φονταμενταλιστές. Ἄλλωστε, οἱ ὅροι αὐτοί εἶναι τόσο τῆς μόδας! Σέ «βάζουν» καί δέν σέ «βγάζουν» ἀπό τό σύνολο. Οἱ ἐκλεπτυσμένες τεχνικές πού χρησιμοποιοῦνται γι᾿ αὐτό τό σκοπό ἔχουν μορφή ἰδιαίτερα ἑλκυστική. Τό κίνημα πού φέρνει τούς λαούς κοντά, καταργώντας οὐσιαστικά πράγματα τῆς παράδοσης, παραμένει φαινομενικά κίνημα προθέσεων ἀνθρωπιστικῶν, οὐμανιστικῶν. Καί καλεῖ ὅλους νά ἄρουν τίς διαφορές στήν πίστη, ὁδηγώντας ἀπό τήν ἀποκάλυψη, πού ὄντως εἶναι, στήν ἰδεολογοποίηση τῆς ἀλήθειας τῆς χριστιανικῆς. Στό ὄνομα τῆς ἐλευθερίας καί τοῦ πλουραλισμοῦ καλούμαστε, ἀθέατα ἀλλ᾿ οὐσιαστικά, σ᾿ ἕνα νέο τύπο παγκόσμιου κομφορμισμοῦ, πού ἐπίμονα ἀρνούμαστε ὡς ἔννοια καί πράξη.
 Στή διαδικασία τῆς πειθοῦς ἡ παράδοση τῆς Παράδοσης, τῆς ὀρθόδοξης Παράδοσης, γίνεται ἔντεχνα καί μεθοδικά. «Ἰδέ, ἐν τίνι ἡ ἰσχύς αὐτοῦ ἡ μεγάλη καί ἐν τίνι δυνησόμεθα αὐτῷ!» (Κρ 6,5)}· «καί ἀνήγγειλεν αὐτῇ πᾶσαν τήν καρδίαν αὐτοῦ» (Κρ 6,17). Ἡ ἰσχύς, ἡ δύναμη τῆς Ὀρθοδοξίας ἦταν πάντα μαζί μέ τό δόγμα καί ἡ ἀσκητική τοῦ Σταυροῦ. Ἄν ὅλες οἱ ὁμολογίες εἶναι ἰσότιμες γιά τήν ἐπίτευξη τῆς σωτηρίας, τότε ποιά ἀναγκαιότητα νά μείνει κανείς σταθερός στήν πίστη ἐκείνη πού ἡ ἐμπειρική πρακτική της τόν διαφοροποιεῖ ἀπό τόν ὑπόλοιπο κόσμο; Γιά ποιό λόγο νά θεωρεῖται «μισούμενος» ἤ δακτυλοδεικτούμενος γιά τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ; «Παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς, μόνῃ τῇ χριστιανικῇ τροφῇ χρῆσθε, ἀλλοτρίας δέ βοτάνης ἀπέχεσθε, ἥτις ἐστίν αἵρεσις», γράφει πάλι ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος πρός τούς Τραλλιανούς. Ὁ λόγος του πρός τόν μαθητή του Πολύκαρπο φθάνει ἐπιτακτικός στά ἀφτιά μας: «στῆθι ἑδραῖος, πλέον σπουδαῖος γίνου, οὗ εἶ...». Τότε θά προλάβουμε «τούς καιρούς» χωρίς νά ξαφνιαστοῦμε, ἄν σπουδάζουμε νά βρεθοῦμε «κατηρτισμένοι ἐν ἀκινήτῳ πίστει» (Ἰγνάτιος, πρός Σμυρναίους Ἐπιστολή)· στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας.
Κύριλλος
Ἀπολύτρωσις 61 (2006) 311-312
Κατηγορία Τριώδιον
Παρασκευή, 23 Φεβρουάριος 2018 02:00

Πρόσκληση ἐπικοινωνίας

 «Ἔρχου καί ἴδε!». Δύο ἔντονες προστακτικές, δύο ἰσχυρές προτροπές, τίς ὁποῖες διαβάζουμε στό ἱερό Εὐαγγέλιο (Ἰω 1,47). Δύο ἠχηρές λέξεις πού προτρέπουν γιά μιά ἀλλαγή πορείας, γιά μιά νέα ζωή.
  Πρόκειται γιά μιά πρόσκληση σέ κάτι νέο, ἀξιόλογο καί πολύ διαφορετικό. Πρόκειται γιά τή συνάντηση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό, τῶν κάτω μέ τά ἄνω, τῆς γῆς μέ τόν οὐρανό.
  Σέ κάθε συνάντηση ἔχουμε τό λιγότερο δύο πρόσωπα, δύο ἀνθρώπινες ὑπάρξεις, πού ἐπικοινωνοῦν, συνομιλοῦν, συνεργάζονται. Προϋπόθεση, ὅμως, τοῦ ὑψηλοῦ αὐτοῦ ἔργου εἶναι ἡ ὑπέρβαση καί ὑπερνίκηση ἐγγενῶν δυσκολιῶν πού γεννᾶ ὁ ἀνθρώπινος ἐγωισμός.
  Γιά νά ἐπικοινωνήσουν δύο ψυχές, γιά νά ἔλθει ὁ ἕνας ἄνθρωπος κοντά στόν ἄλλο, χρειάζεται θέληση καί ὑπερνίκηση τῆς φιλαυτίας καί ὅσων γεννῶνται ἀπ᾿ αὐτή. Μόνο ὅταν πέσουν τά κάστρα τῶν ἀτομικῶν φιλοδοξιῶν, θά ἀνοίξει ὁ δρόμος πού ὁδηγεῖ στόν ἄλλο, στήν ἄλλη ψυχή.
  Εὐνόητο εἶναι ὅτι ἄν ὅλα αὐτά ἰσχύουν γιά κάθε κοινωνική συνάντηση, γιά κάθε συνάντηση ἀνθρώπων, κατά μείζονα λόγο ἰσχύουν γιά τή συνάντηση ἑνός ἀνθρώπου μέ τόν Θεό.
  Ἡ πρόσκληση «ἔρχου καί ἴδε» εἶναι διαχρονική. Τήν ἀπευθύνει ὁ Χριστός καί ἡ Ἐκκλησία του πρός κάθε ἄνθρωπο. Τήν ἀπευθύνουν πρός κάθε ἄνθρωπο οἱ πιστοί ὅλων τῶν αἰώνων, οἱ ἅγιοι, οἱ μάρτυρες, οἱ ἀρχιερεῖς, οἱ ἱερεῖς, οἱ μοναχοί καί ὅλοι ὅσοι ζοῦν στούς κόλπους τῆς μίας Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας. Δύο χιλιάδες χρόνια τώρα ἀκούγεται ἡ φωνή αὐτή. Πολλοί εἶναι ἐκεῖνοι πού τήν ἄκουσαν. Πολλοί συμμορφώθηκαν πρός τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ. Πολλοί ἀκολούθησαν τή γραμμή τῆς Ἐκκλησίας. Καί κέρδισαν, ὠφελήθηκαν, σώθηκαν. Ὑπάρχουν, ὅμως, καί πολλοί πού ἀδιαφόρησαν, πού κώφευσαν, πού δέν ἀνταποκρίθηκαν στήν πρόσκληση αὐτή, μέ ἀποτέλεσμα νά μείνουν ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία, νά ταλαιπωροῦνται, νά τρέχουν διψασμένοι στρατοκόποι σ᾿ ἄλλους τόπους. Πολλοί στράφηκαν σέ διάφορους μυστικισμούς καί σέ ποικίλες ἰδεολογίες, ζητώντας λύσεις στά ὑπαρξιακά τους ζητήματα καί τίς ἀγωνιώδεις ἀνησυχίες τους. Ἀναζήτησαν φῶτα, τά ὁποῖα πίστευαν ὅτι θά φωτίσουν τά σκοτάδια τῆς ψυχῆς τους, ἀλλά μάταια. Καί αὐτό γιατί δέν βρῆκαν τό Φῶς. Ἀναζήτησαν πηγές ὑδάτων, γιά νά σβήσουν τήν πνευματική τους δίψα, ἀλλά πέτυχαν τό ἀντίθετο, γιατί δέν βρῆκαν τήν Πηγή τῆς ἀλήθειας.
kyrios«Ἔρχου καί ἴδε!». Αὐτή εἶναι ἡ πρόσκληση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας πρός κάθε ἄνθρωπο. Μᾶς καλεῖ ὅλους στούς κόλπους της, γιά νά δοῦμε μέ τά μάτια τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς τήν καινή, τή γνήσια καί τήν ἀληθινή ζωή. Μᾶς καλεῖ νά λουσθοῦμε στή χάρη πού ἀπορρέει ἀπό τό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ. Μᾶς προτρέπει νά ἀπαρνηθοῦμε τόν παλαιό ἑαυτό μας «σύν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ» (Κλ 3,9) καί νά συμμετάσχουμε στή μυστηριακή ζωή, γιά νά ἁγιασθοῦμε, νά καθαρισθοῦμε, νά φωτισθοῦμε καί νά νιώσουμε τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ στή ζωή καί τά ἔργα μας.
 Τό μήνυμα αὐτό ἀπευθύνεται ἰδιαίτερα στούς νέους τῆς ἐποχῆς μας, οἱ ὁποῖοι ὁραματίζονται ἕνα νέο κόσμο, μιά διαφορετική κοινωνία, μιά ἄλλη ζωή. Θέλουν νά ἀλλάξουν τόν κόσμο μέ μέσα τοῦ κόσμου ἀγνοώντας τή βασική ἀλήθεια, ὅτι αὐτό μόνο ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ μπορεῖ νά τό φέρει σ᾿ αὐτούς καί σέ ὅλους ἐμᾶς. Μόνο ὅταν ὁ Χριστός γίνει κυβερνήτης τοῦ κόσμου, οἱ ἀλλαγές πού ποθεῖ ἡ νεότητα θά γίνουν πράξεις. Καί θά πρόκειται τότε γιά ἀλλαγές οὐσιαστικές καί γνήσιες, γιά μεταμορφώσεις ριζικές καί αὐθεντικές.
«Ἔρχου καί ἴδε», λοιπόν, νέε τῆς ἐποχῆς μας. Ἔλα στόν Χριστό καί στήν Ἐκκλησία του, γιά νά ζήσεις ὅ,τι ποθεῖ ἡ ψυχή σου καί μάλιστα γιά νά βρεῖς τή χαρά καί τήν ἠρεμία, πού τόσο σοῦ λείπουν. Πλησίασε Ἐκεῖνον πού εἶναι ἡ Ἀλήθεια καί ἡ Ζωή. Δῶσε Του τήν καρδιά σου, γιά νά τήν ἁγιάσει καί νά τήν ἀνυψώσει στόν οὐρανό.
Γεώργιος Κρασανάκης
 Καθηγητής Πανεπιστημίου Κρήτης
 
 
Κατηγορία Τριώδιον
Τετάρτη, 20 Μάρτιος 2024 03:00

Ὀρθόδοξη λατρεία

 latria Πανθομολογούμενος καί πολυθαυμαζόμενος εἶναι ὁ λατρευτικός πλοῦτος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας. Κι εἶναι αὐτός ὁ πλοῦτος πού δελεάζει ἀρκετούς ἀπό τούς ἀνήκοντες στίς λεγόμενες χριστιανικές ὁμολογίες τῆς Δύσεως καί τούς ἑλκύει στήν Ὀρθοδοξία. Ἐκδηλώνεται ἔντονη νοσταλγία τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅπως ἐμπεριστατωμένα περιγράφει στά σχετικά βιβλία του ὁ π. Ἠλίας Μαστρογιαννόπουλος. Τόσο γιά τούς «νεοφερμένους» ὅσο καί γιά τούς «παραδοσιακούς» ὀρθοδόξους θά ἦταν χρήσιμο νά διευκρινισθοῦν δύο βασικές προϋποθέσεις τῆς ὀρθοδόξου λατρείας, ἡ ὀρθή πίστη καί ἡ σύμφωνη μ᾿ αὐτή ζωή.
  Στή λατρεία, καί μάλιστα στό μυστήριο τῶν μυστηρίων, καθώς ἐκπληρώνεται ἡ ἑνότητα τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ στήν παρουσία τῆς θριαμβεύουσας καί στρατευομένης Ἐκκλησίας, οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί ἀπολαμβάνουμε τή σωτηρία, ζοῦμε παρόντα τόν Κύριο. Αὐτός καταυγάζει τή διάνοιά μας καί μᾶς ἐλευθερώνει ἀπό τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας. Ζοῦμε τήν ἀκρίβεια τῶν δογμάτων, ὅσο ἀτελεῖς κι ἄν εἶναι οἱ γνώσεις μας καί ὁ δογματικός καταρτισμός μας. Βιώνουμε, ὅποιες κι ἄν εἶναι οἱ πτώσεις μας, τήν τελειότητα τῆς πνευματικῆς ζωῆς, καθώς χριστοποιούμαστε καί μεταμορφωνόμαστε σέ «καινή» κτίση. Τήν ὥρα τῆς θείας Λειτουργίας, μέ τρόπο μυστηριακό ζοῦμε τή ζωή πού ἔζησαν καί οἱ μεγάλοι ἅγιοι στή συντροφιά τοῦ Κυρίου. Κατ᾿ αὐτήν τήν ἔννοια ἡ ὀρθόδοξη θεία λατρεία, καί κατ᾿ ἐπέκταση ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, εἶναι μιά πρόγευση, ἕνα στάδιο προετοιμασίας γιά τήν οὐράνια βασιλεία· γιά τή μετοχή στήν ἀτελεύτητη λειτουργία, ὅπου θά βλέπουμε τόν Κύριο πρόσωπο πρός πρόσωπο καί θά γευόμαστε τήν ἀπόλαυση «τῶν καθορώντων τοῦ προσώπου του τό κάλλος τό ἄρρητον».
 Αὐτά ἀπό πλευρᾶς τοῦ Θεοῦ. Ἀπό τή δική μας, τῶν ἀνθρώπων τήν πλευρά, ἀναγκαία προϋπόθεση εἶναι ὁ ἀγώνας καί ἡ ἔγνοια νά διατηρήσουμε ἀνόθευτη τήν «ἅπαξ παραδοθεῖσαν πίστιν» (Ἰδ 3) καί νά ρυθμίσουμε τή ζωή μας σύμφωνα μέ τήν «ἁγία ἐντολή» (Β΄ Πέ 2,21). Ἔτσι θά ἔχουμε τή δυνατότητα νά γευόμαστε τήν τελειότητα μετέχοντας συνειδητά στήν ὀρθόδοξη λατρεία μας, τήν «παροῦσα ἀλήθεια» (Β΄ Πέ 1,12).
  Εἶναι φτωχή ἡ μετοχή μας στή θεία λατρεία καί προβληματική ἡ σωτηρία μας χωρίς τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἀπαίτηση τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου, πού διαβεβαιώνει· «Ὁ ἔχων τάς ἐντολάς μου καί τηρῶν αὐτάς ἐκεῖνός ἐστιν ὁ ἀγαπῶν με» (Ἰω 14,21). Ὅποιος πιστεύει καί ἀγαπᾶ τόν Χριστό, τονίζουν κατ᾿ ἐπανάληψη οἱ ἀπόστολοι, ἐκτελεῖ ἀφοσιωμένα τό θέλημα τοῦ Θεοῦ: Ταπεινώνει τό νοῦ του, τή σάρκα του, μαζί μέ τά πάθη καί τίς ἐπιθυμίες, καί προσφέρει ὁλόκληρο τόν ἑαυτό του στόν Θεό, ἀγωνιζόμενος νά τηρεῖ τίς ἐντολές του. Γι’ αὐτό συνιστᾶ ὁ Μέγας Βασίλειος: «Κοινήν φροντίδα καί βουλήν προθώμεθα, ὅπως ἄν μηδέν ἡμᾶς διαφύγῃ τῶν ἐντεταλμένων», διότι, ἐξηγεῖ ὁ ἴδιος, «τέλος ἐντολῆς Θεοῦ, ζωή αἰώνιος».
  Ἀλλά καί πάλι δέν ἔχει κανένα νόημα ἡ ἀνθρώπινη προσπάθεια ἀπό μόνη της, ἄν δέν στηρίζεται στό ὀρθό δόγμα. Ἡ ὀρθοπραξία εὐαρεστεῖ τόν Θεό, ὅταν ἐμπνέεται καί διέπεται ἀπό τήν ὀρθοδοξία, ἀπό τήν ὀρθή πίστη, ἡ ὁποία βεβαίως εἶναι μία, ὅπως ἕνας εἶναι ὁ Κύριος. Αὐτή ἡ πίστη παραδόθηκε ἅπαξ ἀπό τόν Κύριο στούς ἀποστόλους καί ἀπό ἐκείνους στήν Ἐκκλησία. Ἔτσι δημιουργήθηκε ἡ ἁγία καί ἱερά παράδοση. Οἱ ἅγιοι πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, οἱ τοπικές καί Οἰκουμενικές Σύνοδοι δέν πρόσθεσαν οὔτε ἀφαίρεσαν τίποτε ἀπό τήν «ἅπαξ παραδοθεῖσαν πίστιν». Διασάφησαν καί διευκρίνισαν αὐτά πού παρέδωσε ὁ Κύριος μέ τήν ἁγία Γραφή. «Τῶν ἀποστόλων τό κήρυγμα καί τῶν πατέρων τά δόγματα ἡ Ἐκκλησία φυλάττουσα, μίαν τήν πίστιν ἐσφράγισε», διακηρύττει τό ἀρχαῖο κοντάκιο.
  Ἡ μία πίστη διαφυλάττει τήν ὡραιότητα καί τή γνησιότητα τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ ἀπόστολος τοῦ σκλαβωμένου γένους, μέ τήν ἁπλότητα πού τόν διακρίνει ἐπιβεβαιώνει: «Οἱ ἄλλες πίστες εἶναι ψεύτικες, κάλπικες, μόνον ἡ ἐδική μας, ἡ χριστιανική, εἶναι ὀρθόδοξος, ἀληθινή καί ἁγία. Διά τοῦτο σᾶς λέγω, ἀδελφοί μου χριστιανοί, νά χαίρεσθε καί νά εὐφραίνεσθε, ὁπού εὑρέθητε χριστιανοί ὀρθόδοξοι καί νά κλαίετε καί νά θρηνῆτε τούς ἀπίστους καί αἱρετικούς, ὁπού εὑρίσκονται εἰς τό σκότος».
 Δέν εἶναι σκοτεινός φανατισμός ἡ ἐμμονή στή μία ὀρθόδοξη πίστη, οὔτε εἶναι στεῖρος εὐσεβισμός ἡ ἐφαρμογή τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Ἡ μία καί ἀληθινή πίστη ἀνθίζει καί ἀποδίδει καρπούς μέσα στήν προσπάθεια νά πραγματώσουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ «ὡς ἐν οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γῆς». Ὀρθοδοξία ἐφαρμοσμένη στήν ὀρθοπραξία εἶναι ἡ δική μας μετοχή στή χάρη πού παρέχει ἄφθονη ὁ Θεός διά τῆς θείας λατρείας.
  Αὐτή ἡ ἁπλή ἀλήθεια εἶναι ἡ πιό πολύτιμη προσφορά -πρόσκληση ἀλλά καί πρόκληση- τῆς Ὀρθοδοξίας στόν σύγχρονο κόσμο, πού κινδυνεύει νά πολτοποιηθεῖ στά πλαίσια τῆς παγκοσμιοποίησης, τῆς μαζοποίησης τῶν πολιτισμῶν, τοῦ φιλοσοφικοῦ καί θρησκευτικοῦ συγκρητισμοῦ.
Στέργιος Ν. Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 60 (2005) 36-37

 
 
Κατηγορία Τριώδιον
Πέμπτη, 21 Μάρτιος 2024 02:00

Ἐμπειρία καί πίστη

 Philippos Ὅταν ὁ Φίλιππος, μετά ἀπό τή συνάντησή του μέ τόν Χριστό, θέλησε νά πείσει τόν Ναθαναήλ ὅτι αὐτός εἶναι ὁ Μεσσίας πού προσδοκοῦσαν καί ἀναζητοῦσαν, εἶπε μόνο δυό λόγια: «Ἔρχου καί ἴδε». Ἀλλά καί ἄλλοτε, σέ παρόμοιες περιπτώσεις, ἀκοῦμε τούς ἀποστόλους, ὅπως καί τόν ἴδιο τόν Κύριο, νά προσκαλοῦν αὐτούς πού μέ εἰλικρίνεια καί τιμιότητα ψάχνουν γιά τήν ἀλήθεια μέ τόν ἴδιο τρόπο: «Δοκίμασε καί θά δεῖς». Αὐτή ὑπῆρξε ἡ πιό λακωνική ἀλλά καί ἡ πιό πειστική ἀπολογία τῆς Ἐκκλησίας μας ἀπό τά πρῶτα βήματά της ἕως σήμερα πρός κάθε ἀντιρρησία. Καί ὅσοι καλοπροαίρετοι ὑπάκουσαν, τήν δικαίωσαν· ὅσοι πάλι πεισματικά ἐπέμειναν στήν ἄρνηση, ἔκλεισαν ἀπό μόνοι τους κάθε διέξοδο γιά διάλογο.
  Πράγματι, «ἔρχου καί ἴδε» εἶναι ἡ μόνη δυναμική καί ἀποστομωτική ἐπιχειρηματολογία τῆς πίστεως. Ἀφήνει ἄναυδο τόν καθένα πού ἀντιστέκεται, καί τοῦ ἀφαιρεῖ κάθε λογική βάση γιά νά συνεχίσει τήν ἀντίσταση. Κι ἐνῶ μέχρι ἐκείνη τή στιγμή οἱ ἀντιρρήσεις, θά λέγαμε, ἐπιβάλλονται, ὅποιος συνεχίζει καί μετά ἀπ’ αὐτό νά ἀντιδρᾶ, καταντᾶ βλάσφημος. Ἀποδεικνύει ἔτσι ὅτι δέν πιστεύει, ὄχι γιατί δέν πείθεται, ἀλλά γιατί φοβᾶται νά ἀλλάξει ζωή. Στήν ἀναζήτησή του ὑπάρχει ὑποκρισία καί δόλος· δέν τόν ἐνδιαφέρει ὄντως ἡ ἀλήθεια, ἀλλά ξεκινᾶ κακοπροαίρετος καί προκατειλημμένος. Γι’ αὐτό καί ποτέ δέν θά συναντήσει αὐτό πού ὑποτίθεται ὅτι ψάχνει.
  Σέ μιά σχετική συζήτηση ἕνας πιστός καταφεύγοντας ἀκριβῶς σ’ αὐτό τό ἐπιχείρημα συνέστησε στόν γεμᾶτο ἀμφιβολία συνομιλητή του:
 - Ἄλλαξε ζωή καί θά διαπιστώσεις πώς ὅσα σοῦ λέω εἶναι ἀληθινά.
 - Ἀπόδειξέ μου πρῶτα ὅτι εἶναι ἀληθινά, καί μετά θά ἀλλάξω, ἐπιμένει ὁ φίλος του. Ἄν διαλύσεις ὅλες τίς ἀμφιβολίες μου, καί ἄν ἀπαντήσεις σ’ ὅλες τίς ἀπορίες μου, σοῦ ὑπόσχομαι ὅτι θά γίνω ἄλλος ἄνθρωπος, θά συμμορφωθῶ ἀπόλυτα μέ τό Εὐαγγέλιο.
 - Αὐτό πού ζητᾶς εἶναι παράλογο, ἀπαντᾶ ὁ πιστός, ἐνῶ αὐτό πού ζητῶ ἐγώ εἶναι λογικό. Καί ἐξηγοῦμαι ἀμέσως. Ὑπόθεσε ὅτι βρισκόμαστε μέσα σέ μιά σκοτεινή αἴθουσα καί θέλω νά σοῦ ἀποδείξω ὅτι ἡ λάμπα πού ὑπάρχει ἀνάβει, δέν εἶναι καμμένη. Πῶς θά σέ πείσω; Ἐσύ μοῦ ζητᾶς νά χρησιμοποιήσω ἐπιχειρήματα καί θεωρίες. Ἐγώ ἁπλῶς σοῦ προτείνω νά στρίψεις τό διακόπτη. Δέν εἶναι παράλογο νά ἐπιμένεις νά σοῦ ἀποδείξω πρῶτα μέ λόγια ὅτι ἡ λάμπα ἀνάβει, γιά νά στρίψεις ὕστερα τό διακόπτη; Καί δέν εἶναι λογικό νά σοῦ λέω νά δοκιμάσεις πρῶτα ὁ ἴδιος καί ἄν δέν ἀνάψει ἡ λάμπα τότε νά μέ κατηγορήσεις; Άκριβῶς ἀντίστοιχη εἶναι καί ἡ διαδικασία τῆς πίστεως, φίλε μου. Ἔρχου καί ἴδε!
  Σέ ὅσους θεωροῦν τόν σταυρό καί τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μωρία ἤ σκάνδαλο, σέ ὅσους δέν μποροῦν νά φανταστοῦν τί ἐπίδραση μπορεῖ νά ἔχει ἕνα πρόσωπο πού ἔζησε πρίν 2.000 χρόνια, σήμερα σέ μένα, στίς ἀγωνίες μου καί στά προβλήματά μου, αὐτή ἡ πρόσκληση ἤ μᾶλλον αὐτή ἡ πρόκληση εἶναι ἀρκετή. Οἱ φιλοσοφίες καί τά θρησκεύματα ἔχουν ἀνάγκη ἀπό ἐπιχειρηματολογίες γιά νά κατοχυρωθοῦν. Τά πρόσωπα καί τά γεγονότα χρειάζονται ἱστορικές μαρτυρίες καί ἐπιβεβαιώνονται μέ τήν πεῖρα καί τήν ἐμπειρία. Αὐτή συνεχίζει νά μαρτυρεῖ γιά τήν ἱστορικότητά τους καί νά ἀποτελεῖ κατά κάποιο τρόπο τό μνημεῖο τους, ὅπως ἀκριβῶς τά ὑπολείμματα τοῦ Παρθενώνα μαρτυροῦν γιά τήν ὕπαρξή του.
   Ἡ ἐμπειρία ἀποτελεῖ ἐπιστημονική ἀπόδειξη στόν μεταφυσικό χῶρο. Εἶναι ὅ,τι ἡ παρατήρηση καί τό πείραμα στή φυσική· ἐλέγχει καί ἐξασφαλίζει τήν ἀλήθεια. Ὁ κόσμος δοκίμασε τήν ἁμαρτία ἄπληστα καί ἀπογοητεύτηκε σκληρά. Δέν μένει παρά νά δοκιμάσει καί τήν πίστη. Ἀφοῦ δέν ἄκουσε τή φωνή της, ὅταν ἀκόμη ἦταν νωρίς, ἄς τήν ἀκούσει ἔστω τώρα, γιά νά σωθεῖ. Μόνο πού χρειάζεται προσοχή. Προσοχή νά μήν ἐξαπατηθεῖ πάλι, αὐτή τή φορά ἀπό τούς προβατόσχημους λύκους τῆς Ἐκκλησίας, καί πιστέψει σ’ ἕναν ψεύτικο Χριστό. Γιατί δυστυχῶς ὑπάρχουν καί αὐτοί πού δέν ζοῦν γιά τόν Χριστό, ἀλλά ἀπό τόν Χριστό, οἱ χριστέμποροι καί χριστοκάπηλοι. Δέν εἶναι σωστό νά ἐμπιστευόμαστε τήν ὑψηλή ὑπόθεση τῆς πίστεως σέ ἀνθρώπους ἀνάξιους καί ἀπατεῶνες.
   Στό μήνυμα πού θά ἀπευθύνουμε στόν κόσμο γιά τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ μας ἡ καλύτερη ἀπολογία εἶναι ἡ δική μας ἐμπειρία, ἀλλά καί ἡ πρόσκληση γιά μιά προσωπική ἐμπειρία τοῦ καθενός πού θέλει τήν αἰωνιότητα. Ἡ χαρά μας, ἡ λάμψη μας, ὁ ἐνθουσιασμός μας, ἀλλά καί τό «ἔρχου καί ἴδε» εἶναι ἡ πιό ἀποτελεσματική ἱεραποστολή. Θέλεις νά μάθεις ἄν τό εὐαγγέλιο δέν εἶναι μιά οὐτοπία; Ἄν ὁ Χριστός δίνει τήν χαρά καί τήν εὐτυχία; Δοκίμασε καί θά δεῖς! Ὑποτάξου στό θέλημά του, ἐφάρμοσε τόν λόγο του καί ἄν ἔστω κάτι δέν βρεῖς νά ἐπαληθεύεται, τότε ἀρνήσου καί βλασφήμα! Μήν ἐπιτρέπεις ὅμως στόν ἑαυτό σου νά καταγελᾶ αὐτό πού δέν γνώρισε.
   Ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει τήν ἐμπειρία τῆς πίστεως, τή γεύση τῆς αἰωνίου ζωῆς δέν κλονίζεται, ἔστω καί ἄν ὅλοι καί ὅλα πέσουν ἐπάνω του. Γελᾶ μέ κάθε ἀντίρρηση, ὅσο σοβαροφανής καί ἀληθοφανής καί ἄν εἶναι, ὅπως θά γελοῦσε ἄν κάποιος τοῦ ἔλεγε πώς τό σπίτι του πῆρε φωτιά καί κάηκαν οἱ δικοί του καί τά ὑπάρχοντά του, ἐνῶ τήν ἴδια στιγμή ἐκεῖνος βρίσκεται μέσα σ’ αὐτό τό σπίτι καί τρώει μέ τούς δικούς του. Τέτοια εἶναι ἡ βεβαιότητα πού δίνει ἡ ἐμπειρία στόν πιστό.
Στέργιος Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 36 (1981) 33-34
 
 
Κατηγορία Τριώδιον
Παρασκευή, 22 Μάρτιος 2024 02:00

Κυρ. Ὀρθοδοξίας Ἰω 1,44-52

Κλήση Φιλίππου καί Ναθαναήλ


Λέξεις:
44. Τῇ ἐπαύριον = τήν ἄλλη μέρα
ἠθέλησεν = ἀποφάσισε
46. ὅν ἔγραψε Μωϋσῆς = αὐτόν γιά τόν ὁποῖο ἔγραψε ὁ Μωυσῆς
47. Δύναταί τι ἀγαθόν εἶναι;= μπορεῖ νά ὑπάρχει κάτι καλό;
ἔρχου καί ἴδε = ἔλα καί δές
48. ἴδε ἀληθῶς Ἰσραηλίτης= νά, ἕνας πραγματικός Ἰσραηλίτης
49. Πρό τοῦ σε Φίλιππον φωνῆσαι = πρίν σέ φωνάξει ὁ Φίλιππος
ὄντα ὑπό τήν συκῆν εἶδόν σε= σέ εἶδα ὅταν ἤσουν κάτω ἀπό τή συκιά
51. ὅτι εἶπόν σοι = ἐπειδή σοῦ εἶπα
Μείζω τούτων ὄψει = θά δεῖς μεγαλύτερα ἀπό αὐτά
52. ἀμήν ἀμήν λέγω ὑμῖν = Ναί, ἀλήθεια σᾶς λέω
ἀπ’ ἄρτι= ἀπό τώρα
ἀνεῳγότα =ἀνοιγμένο

Ἱστορικά - Πραγματολογικά - Ἑρμηνευτικά


 Στήν περικοπή μᾶς περιγράφει ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης πῶς κάλεσε ὁ Κύριος δύο ἀπό τούς πρώτους μαθητές του, τόν Φίλιππο καί τόν Ναθαναήλ. Βρισκόμαστε στήν ἀρχή τῆς δημόσιας δράσεως τοῦ Ἰησοῦ. Πρίν ἀπό λίγο καιρό ἔχει διαλέξει τούς τρεῖς πρώτους μαθητές του, τόν Ἀνδρέα, Πέτρο καί Ἰωάννη, οἱ ὁποῖοι ἦταν παλιά μαθητές τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Τώρα ὁ Κύριος βρίσκεται στά Ἰεροσόλυμα καί ἑτοιμάζεται νά ἐπιστρέψει στή Γαλιλαία, μαζί μέ ἄλλους προσκυνητές πού εἶχαν ἔρθει ἀπό ἐκεῖ. Σέ ὅλη τή δράση του συνήθιζε νά πηγαίνει στά Ἰεροσόλυμα τόν καιρό πού συγκεντρώνονταν ἐκεῖ οἱ εὐσεβεῖς Ἰουδαῖοι ἀπ’ ὅλα τά μέρη γιά νά ἐκτελέσουν τά καθήκοντά τους πρός τόν Θεό. Ἐκεῖ τοῦ δινόταν ἡ εὐκαιρία νά διαλέξει καί νά ξεχωρίσει ἐκείνους πού θά χρησιμοποιοῦσε στό στενό του ἐπιτελεῖο. Σάν τό λιοντάρι πού παραμονεύει στήν πηγή τήν ὥρα πού πηγαίνουν νά πιοῦν τά κοπάδια καί διαλέγει ἀπό αὐτά τή λεία του, ἔτσι καί ὁ Κύριος στά Ἰεροσόλυμα διάλεγε τούς ἐκλεκτούς του.

Filippos Nathanail1,44. Τῇ ἐπαύριον ἠθέλησεν ὁ ᾿Ιησοῦς ἐξελθεῖν εἰς τήν Γαλιλαίαν· καί εὑρίσκει Φίλιππον καί λέγει αὐτῷ· ἀκολούθει μοι.
τῇ ἐπαύριον: Μετά τήν ἐκλογή τοῦ Σίμωνα Πέτρου.
ἠθέλησεν ὁ Ἰησοῦς ἐξελθεῖν εἰς τήν Γαλιλαίαν: Ἑτοιμαζόταν ἀπό τήν Ἰερουσαλήμ πού ἦταν στό νότο, στήν Ἰουδαία, νά ἐπιστρέψει στή Γαλιλαία, στό βορρᾶ. Στό ξεκίνημα αὐτῆς τῆς πορείας ἤ στόν δρόμο γιά τή Γαλιλαία συνάντησε καί κάλεσε τόν Φίλιππο καί τόν Ναθαναήλ.
ἀκολούθει μοι: Μ’ ἕνα λόγο ὁ Φίλιππος, ὅπως φαίνεται ἀπό τή συνέχεια, ὑπήκουσε στήν πρόσκληση τοῦ Κυρίου καί τόν ἀκολούθησε. Γιά τήν ὑπακοή αὐτή συνεργάζονται πολλές προϋποθέσεις : α) Ὁ Φίλιππος θά γνώριζε τόν Κύριο ἀπό παλιά, ἔστω καί ἀπό μακριά. β) Θά ἦταν μᾶλλον καί αὐτός μαθητής τοῦ Προδρόμου καί θά εἶχε ἀκούσει τή μαρτυρία ἐκείνου γιά τόν Ἰησοῦ. γ) Ἦταν ὁ ἴδιος εὐσεβής καί πιστός καί εἶχε βαθιά ριζωμένη μέσα του τήν προσδοκία τοῦ Μεσσία. δ) Ἔπειτα, τόν ἐπηρέασε ὁπωσδήποτε καί ἡ μυστική θεία δύναμη τοῦ Ἰησοῦ ἀλλά καί ἡ ἐπιβολή του.

1,45. Ἦν δέ ὁ Φίλιππος ἀπό Βηθσαϊδά, ἐκ τῆς πόλεως ᾿Ανδρέου καί Πέτρου.
Βηθσαϊδά: Μικρή πόλη στή δυτική παραλία τῆς λίμνης Γεννησαρέτ πρός τά βορειοδυτικά τῆς λίμνης, κοντά στήν Καπερναούμ. Ὅταν ἦταν τετράρχης τῆς περιοχῆς ὁ Φίλιππος, τήν καλλώπισε καί τή στόλισε καί τῆς ἔδωσε τό ὄνομα Ἰουλία πρός τιμήν τῆς κόρης του, πού εἶχε αὐτό τό ὄνομα.
ἐκ τῆς πόλεως Ἀνδρέου καί Πέτρου: Σύμφωνα μέ τόν εὐαγγελιστή Μᾶρκο τό σπίτι τοῦ Σίμωνα καί τοῦ Ἀνδρέα ἦταν στήν Καπερναούμ (Μρ 1,29). Φαίνεται ὅτι οἱ δύο ἀπόστολοι κατάγονταν ἀπό τή Βηθσαϊδά, ἀλλά ἔμεναν μέ τήν οἰκογένειά τους στήν Καπερναούμ, πού καθώς ἦταν ἡ μεγαλύτερη πόλη τῆς περιοχῆς τούς ἐξυπηρετοῦσε καλύτερα καί στή δουλειά τους.

1,46. Εὑρίσκει Φίλιππος τόν Ναθαναήλ καί λέγει αὐτῷ· ὃν ἔγραψε Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ καί οἱ προφῆται, εὑρήκαμεν, ᾿Ιησοῦν τόν υἱόν τοῦ ᾿Ιωσήφ τόν ἀπό Ναζαρέτ.
εὑρίσκει Φίλιππος τόν Ναθαναήλ: Τό «εὑρίσκει» προϋποθέτει ὅτι προηγουμένως τόν ἔψαχνε.
Ναθαναήλ: Ἑβραϊκό ὄνομα πού σημαίνει Θεόδωρος. Ὅπως μᾶς λέει ὁ ἴδιος ὁ εὐαγγελιστής (Ἰω 21,2), ὁ Ναθαναήλ ἦταν ἀπό τήν Κανά τῆς Γαλιλαίας. Οἱ ἄλλοι εύαγγελιστές δέν ἀναφέρουν καθόλου αὐτό τό ὄνομα στούς καταλόγους τῶν μαθητῶν τοῦ Κυρίου (Μθ 10,2· Μρ 3,16· Λκ 6,14· Πρξ 1,13). Συνήθως μαζί μέ τόν Φίλιππο ἀναφέρουν κάποιο Βαρθολομαῖο. Αὐτός εἶναι ὁ Ναθαναήλ, πού φαίνεται ὅτι ἦταν γιός κάποιου Θολομαίου (Βαρ-Θολομαῖος). Οἱ Ἰουδαῖοι συνήθιζαν νά ὀνομάζονται ἀπό τό ὄνομα τοῦ πατέρα τους. Ἔτσι καί ὁ Σίμων λεγόταν Βαριωνᾶς.
ὅν ἔγραψε... εὑρήκαμεν: Τά λόγια αὐτά τοῦ Φιλίππου δείχνουν ὅτι οἱ δύο φίλοι ἀπό παλιά μελετοῦσαν τήν Π. Διαθήκη καί περίμεναν τόν ἐρχομό τοῦ Μεσσία μέ ἐνδιαφέρον.
τόν υἱόν τοῦ Ἰωσήφ: Οἱ ἄνθρωποι δέν ἤξεραν τήν ἐκ Πνεύματος ἁγίου γέννηση τοῦ Κυρίου, γι’ αὐτό καί τόν ὀνόμαζαν γιό τοῦ Ἰωσήφ, γιατί ἔτσι φαινόταν. Τό μεγάλο μυστικό τό ἤξεραν μόνο ἡ Παναγία μας, ὁ Ἰωσήφ καί ἡ Ἐλισάβετ.

1,47. Καί εἶπεν αὐτῷ Ναθαναήλ· ἐκ Ναζαρέτ δύναταί τι ἀγαθόν εἶναι; λέγει αὐτῷ Φίλιππος· ἔρχου καί ἴδε.
ἐκ Ναζαρέτ δύναταί τι ἀγαθόν εἶναι;:
Ἡ Ναζαρέτ ἦταν ἕνα μικρό χωριό τῆς Γαλιλαίας. Τό ὄνομά του παράγεται ἀπό τό ἑβραϊκό Νέζερ πού σημαίνει ἀδύνατη παραφυάδα καί δείχνει τή μικρότητα, τήν ἀσημαντότητα καί τή φτώχεια του. Ἡ Ναζαρέτ, ἦταν φαίνεται κακόφημο χωριό, γι’ αὐτό καί ὁ Ναθαναήλ πού ἦταν κοντοχωριανός (ἀπό τήν Κανά) παραξενεύεται ὅταν ἀκούει ὅτι ὁ Μεσσίας τόν ὁποῖο περίμεναν εἶναι ἀπό τή Ναζαρέτ. Δέν μποροῦσε νά περιμένει τίποτε καλό ἀπό τή Ναζαρέτ.

1,48. Εἶδεν ὁ ᾿Ιησοῦς τόν Ναθαναήλ ἐρχόμενον πρός αὐτόν καί λέγει περί αὐτοῦ· ἴδε ἀληθῶς ᾿Ισραηλίτης ἐν ᾧ δόλος οὐκ ἔστι.
ἴδε ἀληθῶς Ἰσραηλίτης: Ὁ Κύριος ὀνομάζει τόν Ναθαναήλ ἀντάξιο τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰσραηλίτη. Τό ὄνομα αὐτό πῆραν οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἰακώβ ἀπό τότε πού καί ὁ ἴδιος ὁ Ἰακώβ μετονομάσθηκε Ἰσραήλ (= δυνατός) μετά τήν πάλη του μέ τόν Θεό (βλ. Γέ 32,24-30). Ὁ Ναθαναήλ δέν ἔχει μόνο τό ὄνομα τοῦ Ἰσραηλίτη, ἀλλά εἶναι κι αὐτός σάν τόν Ἰακώβ δυνατός καί ἄξιος νά δεῖ τόν Θεό.
ἐν ᾧ δόλος οὐκ ἔστι: Δόλος (δελεάζω, δέλεαρ) εἶναι τό δόλωμα μέ τό ὁποῖο πιάνουν τά ψάρια καί κάθε παγίδα μέ τήν ὁποία ζητᾶ κανείς νά ἐξαπατήσει τόν ἄλλο. Ὅταν ἄλλο ἔχεις στήν καρδιά καί ἄλλο στά χείλη, αὐτό εἶναι δόλος.

1,49. Λέγει αὐτῷ Ναθαναήλ· πόθεν με γινώσκεις; ἀπεκρίθη ᾿Ιησοῦς καί εἶπεν αὐτῷ· πρό τοῦ σε Φίλιππον φωνῆσαι, ὄντα ὑπό τήν συκῆν εἶδόν σε.
πόθεν με γινώσκεις;: Ὁ Ναθανήλ δέν κολακεύθηκε ἀπό τόν ἐπαινετικό λόγο τοῦ Κυρίου, ἀλλά ζητᾶ νά μάθει ἀπό ποῦ τόν ξέρει.
πρό τοῦ σε Φίλιππον φωνῆσαι ὄντα ὑπό τήν συκῆν εἶδόν σε: Ἡ ἔκφραση «ὑπό τήν συκῆν» ἀναφέρεται πρώτη φορά στόν προφήτη Ζαχαρία (Ζα 3,10) καί ἀργότερα τή χρησιμοποιοῦσαν οἱ ραββῖνοι ὡς μία παροιμιώδη ἔκφραση πού σημαίνει μελετῶ τήν ἁγία Γραφή. Ἐπειδή στήν Παλαιστίνη, ὅπου καίει πολύ ὁ ἥλιος, οἱ ἄνθρωποι ὅταν ἤθελαν νά μελετήσουν τήν ἁγία Γραφή ζητοῦσαν μιά σκιά καί συνήθως κάθονταν κάτω ἀπό κάποια συκιά, ἡ ὁποία δίνει καλή σκιά, ἔμεινε ἡ ἔκφραση παροιμιώδης. Ἔχουμε καί στή σημερινή γλῶσσα τέτοιες ἐκφράσεις· π.χ. λέμε «αὐτός εἶναι καβάλα στ΄ ἄλογο», ὅταν θέλουμε νά ποῦμε γιά κάποιον ὅτι πᾶνε καλά οἱ δουλειές του.

1,50. Ἀπεκρίθη Ναθαναήλ καί λέγει αὐτῷ· ῥαββί, σύ εἶ ὁ υἱός τοῦ Θεοῦ, σύ εἶ ὁ βασιλεύς τοῦ ᾿Ισραήλ.
Ραββί, σύ εἶ … Ἰσραήλ:
Ὁ Ναθαναήλ βλέπει ὅτι ἡ ἀπάντηση τοῦ Κυρίου δέν εἶναι ἀνθρώπινη. Καταλαβαίνει ὅτι ἔχει μπροστά του ἕναν καρδιογνώστη. Γι’ αὐτό ἀφήνει κατά μέρος τίς ἀντιρρήσεις καί ὁμολογεῖ τόν Ἰησοῦ Μεσσία.
ὁ υἱός τοῦ Θεοῦ: Τήν ὁμολογία αὐτή τοῦ Ναθαναήλ δέν μποροῦμε νά τή θεωρήσουμε ὡς ὁμολογία τῆς θεότητος τοῦ Κυρίου, ὅπως ἦταν ἡ ὁμολογία τοῦ Πέτρου (Μθ 16,16-17). Ὁ Ναθαναήλ ἐκφράζει τήν πίστη τῶν συγχρόνων του Ἰσραηλιτῶν ὅτι ὁ Μεσσίας, ὁ βασιλιάς τοῦ Ἰσραήλ, θά εἶναι ἀγαπητός καί οἰκεῖος στόν Θεό. Μ’ αὐτή τήν ἔννοια τόν ὀνομάζει υἱό τοῦ Θεοῦ.

1,51. Ἀπεκρίθη ᾿Ιησοῦς καί εἶπεν αὐτῷ· ὅτι εἶπόν σοι, εἶδόν σε ὑποκάτω τῆς συκῆς, πιστεύεις; μείζω τούτων ὄψει.
Τά λόγια αὐτά τοῦ Κυρίου εἶναι ἕνα εὐγενικό ἀστεῖο πρός τόν Ναθαναήλ.

1,52. Καί λέγει αὐτῷ· ἀμήν ἀμήν λέγω ὑμῖν, ἀπ᾿ ἄρτι ὄψεσθε τόν οὐρανόν ἀνεῳγότα, καί τούς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ ἀναβαίνοντας καί καταβαίνοντας ἐπί τόν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου.
ἀμήν:
Εἶναι ἑβραϊκή λέξη. Στήν ἀρχή προτάσεως σημαίνει «ναί, ἀλήθεια». Στό τέλος, «γένοιτο, εἴθε». Οἱ ἄλλοι εὐαγγελιστές χρησιμοποιοῦν τό «ἀμήν» ἁπλό. Ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης τό χρησιμοποιεῖ, ὅπως ἐδῶ, διπλό. Ὁ Κύριος λέει τό «ἀμήν ἀμήν» ὅταν πρόκειται νά κάνει μία βαρυσήμαντη δήλωση. Κι ἐδῶ, τά λόγια του, εἶναι προφητικά.
ἀπ’ ἄρτι ὄψεσθε τόν οὐρανόν ἀνεῳγότα: Ἡ εἰκόνα θυμίζει τό ὅραμα τοῦ Ἰακώβ (Γέ 28, 12-13). Ὁ οὐρανός ἄνοιξε ἤδη, γιατί κατέβηκε ἀπ’ αὐτόν ὁ υἱός τοῦ Θεοῦ.
καί τούς ἀγγέλους… ἀνθρώπου: Οἱ ἄγγελοι κατέβηκαν στή γέννηση τοῦ Ἰησοῦ, στήν Ἀνάσταση, στήν Ἀνάληψή του.

Τά κυριώτερα νοήματα


 Πίστις καί ἔρευνα: Ἡ περικοπή μας εἶναι μία τρανταχτή καί ἀδιάψευστη ἀπάντηση σ' ἐκείνους πού βλέπουν τήν πίστη σάν ἕνα ταμπού καί ἰσχυρίζονται ὅτι τό εὐαγγέλιο λέει «πίστευε καί μή ἐρεύνα». Αὐτό εἶναι ἕνα μεγάλο ψέμα. Τό εὐαγγέλιο δέν φοβᾶται καθόλου τήν ἔρευνα. Ἀντίθετα, μάλιστα, τήν ἐπιζητεῖ. Ὄχι μόνο μποροῦμε ἀλλά καί πρέπει νά ἐρευνήσουμε γιά νά μάθουμε γιά τόν Χριστό, γιά τήν πίστη μας. Χρειάζεται ὅμως προσοχή, ποῦ θά ἐρευνήσουμε. Ὅπως γιά κάθε θέμα ἀπευθυνόμαστε στόν εἰδικό, ἔτσι καί γιά τό θέμα τῆς πίστεως θά ἀπευθυνθοῦμε στόν εἰδικό, δηλαδή στό εὐαγγέλιο καί τήν Ἐκκλησία. Ὅπως γιά ἕνα μαθηματικό πρόβλημα θά ρωτήσουμε τόν μαθηματικό, γιά ἕνα θέμα ὑγείας θά ἀπευθυνθοῦμε στόν εἰδικό γιατρό κτλ., ἔτσι γιά θέματα πού ἔχουν σχέση μέ τόν Θεό, τήν ψυχή μας, τήν αἰωνιότητα, εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νά ἐρευνήσουμε καί νά μελετήσουμε τήν ἁγία Γραφή καί νά ζητήσουμε τίς πληροφορίες πού θέλουμε ἀπό τήν Ἐκκλησία. Εἶναι ἄτιμο καί ἐγκληματικό γιά τόν ἑαυτό μας, γιά θέματα πίστεως νά καταφεύγουμε σέ ἀνθρώπους ἄπιστους, πού δέν ἔχουν καμία πνευματική γεύση.
 Ὁ Φίλιππος καί ὁ Ναθαναήλ μελετοῦσαν τήν Π. Διαθήκη, ἤξεραν τόν Μωυσῆ καί τούς προφῆτες, πού μιλοῦσαν γιά τόν Μεσσία, κι ἔτσι τόν ἀναγνώρισαν ὅταν τόν εἶδαν. Καί οἱ κάτοικοι τῆς Βεροίας, ὅπως μᾶς πληροφοροῦν οἱ Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, εἶχαν ὅλο τό δικαίωμα νά ἐρευνοῦν καί νά κρίνουν τή διδασκαλία τοῦ ἀποστόλου Παύλου· «τό καθ’ ἡμέραν ἀνακρίνοντες τάς γραφάς εἰ ἔχοι ταῦτα οὕτως» (Πρξ 17,11).
 Σ’ ἐκείνους πού μέ εἰλικρινῆ καί ἄδολη διάθεση ἐρευνοῦν, ἀποκαλύπτεται ὁ Θεός, ἀφοῦ ὁ ἴδιος ὑποσχέθηκε· «ζητεῖτε, καί εὑρήσετε… πᾶς γάρ ὁ αἰτῶν λαμβάνει καί ὁ ζητῶν εὑρίσκει» (Μθ 7,7· 8). Κι ἄν ὁ μεγάλος μαθηματικός Ἀρχιμήδης, ὅταν ἀνακάλυψε ἕνα φυσικό νόμο βγῆκε ἔξω συνεπαρμένος ἀπό χαρά καί φώναζε «εὕρηκα, εὕρηκα», πόση χαρά καί ἀγαλλίαση γεμίζουν οἱ καρδιές ἐκείνων πού μετά ἀπό ἔρευνα καί μελέτη εὑρίσκουν ὄχι ἕνα νόμο τῆς φυσικῆς, ἀλλά αὐτόν τόν Δημιουργό καί Νομοθέτη τοῦ σύμπαντος, εὑρίσκουν τόν Χριστό.
 Εἶναι ὡραῖο πρᾶγμα συχνά νά ἀποσπώμαστε ἀπό τίς διάφορες φροντίδες καί ἔννοιες καί νά βυθιζόμαστε στή μελέτη τῆς ἁγίας Γραφῆς, νά ἔχουμε ἐνδιαφέροντα πνευματικά. Τότε, κάθε φορά περισσότερο θά ξεκαθαρίζονται τά πράγματα μέσα μας, κάθε φορά λαμπρότερη θά γίνεται ἡ πίστη μας καί καθαρώτερα θά ἀτενίζουμε τή μορφή τοῦ Κυρίου μας, γιατί ἡ ἔρευνα, ἡ τίμια καί εἰλικρινής ἔρευνα, πού γίνεται σέ σωστές πηγές, ἔχει πάντοτε καλά ἀποτελέσματα, ἐνισχύει καί φρεσκάρει τήν πίστη μας.
 Ἡ σωτήρια δοκιμή: Αὐτό πού κρατᾶ τούς περισσότερους ἀνθρώπους μακριά ἀπό τόν Θεό καί τήν πίστη, εἶναι ἡ προκατάληψη. Ἔχουν μία ἐσφαλμένη ἰδέα γιά τά πνευματικά θέματα καί ἐπιμένουν σ’ αὐτή, χωρίς νά ζητήσουν νά μάθουν τήν πραγματικότητα. Γεμάτος ἀπορία -ἴσως καί μέ κάποια περιφρόνηση- ὁ Ναθαναήλ εἶπε στόν Φίλιππο· «ἐκ Ναζαρέτ δύναταί τι ἀγαθόν εἶναι;». Καί ὁ Φίλιππος δέν κάθισε νά τοῦ κάνει διδασκαλία, νά τοῦ ἀναπτύξει θεωρίες. Πολύ ἁπλά τόν προσκάλεσε· «ἔρχου καί ἴδε». Ὁ κόσμος μας καταρρέει πρός τό ψέμα καί τή συκοφαντία. Μέ καχυποψία καί προκατάληψη ἀντιμετωπίζει κάθε πρόσκληση. Ἀλλά ὁ Χριστός, τό εὐαγγέλιό του, δέν φοβᾶται τήν ἔρευνα. Προσκαλεῖ καί προκαλεῖ γιά μία δοκιμή. Ἀμφιβάλλεις; Θέλεις νά μάθεις τήν ἀλήθεια; Ἔλα, δοκίμασε καί θά δεῖς. Δέν ἔχει μυστικά καί ἀπόκρυφα πράγματα ἡ πίστη μας. Ὅ,τι λέει τό ἐπιβεβαιώνει καί τό ἀποδεικνύει μέ τή δοκιμή. Ὑπάρχουν βέβαια στήν πίστη μας καί πράγματα μελλούμενα, ὅπως ἡ μέλλουσα κρίση, ὁ παράδεισος, κτλ. Ἀλλά καί γι’ αὐτά ἔχουμε μία ἐμπειρία μέ ὅσα ζοῦμε τώρα. Εἶναι τέτοια ἡ προκαταβολή, τό καπάρο πού δίνει ὁ Χριστός γιά τά μέλλοντα, ὥστε μᾶς ὑποχρεώνει νά πιστέψουμε. Ἀντί νά ἀμφιβάλλουμε καί νά ταλαιπωρούμαστε πνευματικά μέσα στίς ὑποψίες, εἶναι συμφέρον μας νά δοκιμάσουμε προσωπικά αὐτά πού ὑπόσχεται ὁ Θεός καί νά δοῦμε ἀπό τήν πεῖρα μας ἄν καί πόσο εἶναι ἀληθινά. Πολλοί ὁμολογοῦν ὅτι εἶδαν ἐντελῶς καινούργια τήν πίστη καί ἀναγνώρισαν τόν Χριστό διαφορετικό, ὅταν θέλησαν νά παραμερίσουν τήν προκατάληψη καί νά κάνουν μία εἰλικρινῆ δοκιμή καί ἐφαρμογή αὐτῶν πού ὑπόσχεται ὁ Χριστός.
 Ἡ εἰλικρίνεια ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά νά πιστέψουμε: Εἶναι πολύ φυσική καί λογική ἡ ἀπορία: Ἀφοῦ ὁ Χριστός δέν καταπιέζει καί δέν ἐξαναγκάζει κανένα, ἀλλά μᾶς καλεῖ ἐλεύθερα νά δοκιμάσουμε, γιατί οἱ ἄνθρωποι ἀρνοῦνται νά τόν πλησιάσουν καί νά σχηματίσουν μία προσωπική γνώμη, μέ τήν ἐμπειρία πού τούς χαρίζει; Ἡ ἀπάντηση εἶναι ὅτι οἱ ἄνθρωποι φοβοῦνται τήν ἀλήθεια. Δέν εἶναι εἰλικρινεῖς οὔτε μέ τόν ἴδιο τόν ἑαυτό τους. Ἡ πίστη στόν Χριστό ἔχει συνέπειες στή ζωή μας καί αὐτές τίς συνέπειες φοβοῦνται. Γι' αὐτό περιορίζονται μόνο στά λόγια, σέ μερικές ἐξωτερικές ἐνέργειες χωρίς ἐσωτερική συμμετοχή. Ὅσοι εἶναι εἰλικρινεῖς καί τίμιοι ὁμολογοῦν ὅτι πράγματι δέν ὑπάρχει καμία δυσκολία γιά νά πιστέψουν. Ἡ δυσκολία βρίσκεται στή μετάνοια. Δέν ὑπάρχουν ἐπιχειρήματα πού νά χτυποῦν τή θεότητα τοῦ Χριστοῦ, τήν ἀλήθεια τοῦ εὐαγγελίου. Ὅσοι ἀρνοῦνται νά πιστέψουν, δέν εἶναι γιατί δέν τούς πείθει τό εὐαγγέλιο, ἀλλά γιατί τούς δυσκολεύει στήν ἐφαρμογή του. Εἶναι πολύ εὔκολο νά πιστέψεις, ἄν εἶσαι ἕτοιμος νά ἀρνηθεῖς τόν παλιό ἑαυτό του, νά κόψεις τούς δεσμούς μέ τήν ἁμαρτία. Τήν πίστη μᾶς τή χαρίζει ὁ Θεός καί μᾶς δίνει γι’ αὐτήν ὅσες ἀποδείξεις χρειαζόμαστε. Γιά νά τή ζήσουμε ὅμως εἶναι ἀνάγκη νά μετανοήσουμε. Ὅσο μετανοοῦμε, τόσο καθαρώτερη γίνεται ἡ πίστη μας καί ὅσο προχωροῦμε στήν πίστη, τόσο πιό ἔντονη νιώθουμε τήν ἀνάγκη νά μετανοήσουμε.

Στέργιος Σάκκος
Εὐαγγελικές περικοπές (βοήθημα γιά κυκλάρχες)