Δευτέρα, 25 Μάιος 2015 23:46

Ζωντανοί νεκροί

Ἰω Χρυσοστόμου, ὁμ. στό κατά Ματθαῖον εὐαγγέλιο

 KOIMITIRIO Πολλοί ἀπ’ αὐτούς πού νομίζουν ὅτι ζοῦν δέν διαφέρουν καθόλου ἀπό τούς νεκρούς, ὅταν ζοῦν μέσα στήν κακία. Μᾶλλον βρίσκονται σέ χειρότερη κατάσταση ἀπό τούς νεκρούς, «διότι ὅποιος ἀπέθανε», λέγει, «ἔχει παύσει πλέον νά ἁμαρτάνει» (Ρω 6,7), ἐνῶ ὁ ζωντανός δουλεύει ἀκόμη στήν ἁμαρτία.
  Μή μοῦ πεῖς βέβαια σάν ἐπιχείρημα τό γεγονός ὅτι δέν κατατρώγεται ἀπό τά σκουλήκια καί δέν βρίσκεται σέ τάφο, οὔτε ἔκλεισε τά μάτια του, οὔτε ἔχει τυλιχθεῖ μέ τό σάβανο. Διότι παθαίνει χειρότερα ἀπό τόν πεθαμένο, ἐπειδή δέν τόν κατατρώγουν τά σκουλήκια, ἀλλά τόν κατασπαράσσουν χειρότερα ἀπό τά θηρία τά πάθη τῆς ψυχῆς. Τό ὅτι ἔχει ἀνοικτά τά μάτια του εἶναι χειρότερο ἀπό τό νά εἶχαν κλείσει. Διότι τά μάτια τοῦ νεκροῦ δέν βλέπουν τίποτε τό πονηρό, ἐνῶ αὐτός συγκεντρώνει ἀνυπολόγιστα κακά στόν ἑαυτό του, μέ τό νά ἔχει ἀνοικτά τά μάτια του. Καί ὁ μέν νεκρός βρίσκεται στόν τάφο ἀκίνητος γιά τό κάθε τι, ἐνῶ ὁ ζωντανός ἔχει καταχωθεῖ στόν τάφο τῶν ἀμετρήτων νοσημάτων.
  Ἀλλά δέν βλέπεις τό σῶμα του νά σαπίζει; Καί ποιά σημασία ἔχει αὐτό; Διότι πρίν ἀπό τό σῶμα του ἡ ψυχή του ἔχει διαφθαρεῖ καί ἔχει χαθεῖ, καί αὐτή παθαίνει τή μεγαλύτερη καταστροφή. Ὁ μέν νεκρός μυρίζει γιά δέκα ἡμέρες, ἐνῶ αὐτός σ’ ὅλη του τή ζωή ἀποπνέει δυσωδία, ἀφοῦ τό στόμα του εἶναι πιό ἀκάθαρτο ἀπό τόν ὀχετό. Συνεπῶς τόσο διαφέρει ὁ ζωντανός ἀπό τό νεκρό, ὅσο ὅτι ὁ ἕνας παθαίνει μόνο τή φυσική φθορά, ἐνῶ ὁ ἄλλος πάνω σ’ αὐτή τή φθορά προσθέτει καί τή φθορά πού προέρχεται ἀπό τήν ἀσωτεία, ἐπειδή καθημερινά ἐφευρίσκει διάφορες ἀφορμές διαφθορᾶς.
  Μά περιφέρεται ἔφιππος; Καί τί σημασία ἔχει αὐτό; Καί ὁ νεκρός μεταφέρεται πάνω στή νεκρική κλίνη, καί τό ἀκόμη χειρότερο εἶναι ὅτι, ἐνῶ αὐτός λειώνει καί σαπίζει, δέν τό βλέπει κανένας, ἐπειδή ἔχει σάν παραπέτασμα τό φέρετρο καί τόν τάφο. Ἀντίθετα ὁ ζωντανός γυρίζει παντοῦ καί μυρίζει κουβαλώντας στό σῶμα του, σάν σέ τάφο, μιά νεκρή ψυχή.
  Ἄν μποροῦσε κανείς νά δεῖ τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου πού ζῆ στήν τρυφή καί τήν κακία, θά ἔβλεπε ὅτι εἶναι πολύ καλύτερα νά βρίσκεται δεμένος στόν τάφο, παρά νά εἶναι δεμένος μέ τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας, πέτρα νά εἶχε πάνω του, παρά τό βαρύ σκέπασμα τῆς ἁμαρτίας.
  Κι ἄν θέλετε, ἄς πάρουμε ἕναν ἀπό τούς μεγάλους καί τρανούς. Ἀλλά μή φοβᾶστε, θ’ ἀναφέρω ἀνώνυμα τό παράδειγμα… Ἄς δοῦμε, λοιπόν, τό κεφάλι τους δεμένο. Διότι, ὅταν συνεχῶς εἶναι μεθυσμένοι, ὅπως ἀκριβῶς οἱ νεκροί μέ τά καλύμματα καί τό σάβανο, ἔτσι καί αὐτῶν παραλύουν καί δεσμεύονται ὅλα τά αἰσθητήρια ὄργανα. Ἄν θέλεις νά ἐξετάσεις καί τά χέρια τους, θά ἰδεῖς ὅτι καί αὐτά εἶναι δεμένα στήν κοιλιά τους ὄχι μέ τό σάβανο καί τά λοιπά νεκρικά δεσμά, ἀλλά μέ κάτι πού εἶναι πολύ χειρότερο ἀπό αὐτά, δηλαδή μέ τά δεσμά τῆς πλεονεξίας. Διότι αὐτή δέν ἀφήνει τά χέρια νά ἁπλωθοῦν, γιά νά δώσουν ἐλεημοσύνη, οὔτε γιά νά κάνουν κάποια παρόμοια θεάρεστη πράξη, ἀλλά τά καθιστᾶ πιό ἄχρηστα καί ἀπό τά χέρια τῶν νεκρῶν.
  Θέλεις νά δεῖς καί τά πόδια τους δεμένα; Κοίταξε ὅτι καί αὐτά πάλι δεσμεύονται ἀπό τίς φροντίδες καί δέν εὐκαιροῦν νά πορευθοῦν στόν οἶκο τοῦ Θεοῦ. Εἶδες τόν νεκρό; Κοίταξε τώρα καί τόν νεκροθάφτη. Ποιός εἶναι, λοιπόν, ὁ νεκροθάφτης τους; Μά ὁ διάβολος, πού τούς δεσμεύει τόσο ἔντεχνα καί δέν ἐπιτρέπει στόν ἄνθρωπο νά συμπεριφέρεται σάν πραγματικός ἄνθρωπος, ἀλλά τόν καταντᾶ ξύλο ξηρό.
  Ἐπειδή, λοιπόν, αὐτοί εἶναι κατά κάποιον τρόπον σάν νεκροί χωρίς καμιά αἴσθηση, ἄς πλησιάσουμε γιά χάρη τους τόν Ἰησοῦ καί ἄς τόν παρακαλέσουμε νά τούς ἀναστήσει, ἄς τραβήξουμε τόν λίθο καί ἄς λύσουμε τά νεκρικά δεσμά.
  Ὅσοι, λοιπόν, εἶσθε φίλοι τοῦ Χριστοῦ, ὅσοι εἶσθε μαθηταί του, ὅσοι ἀγαπᾶτε αὐτόν πού πέθανε πνευματικά, πλησιάστε τόν Ἰησοῦ καί παρακαλέστε τον. Διότι κι ὅταν ἀκόμη ἀποπνέει ἀποπνικτική δυσωδία, οὔτε καί τότε πρέπει νά τόν ἐγκαταλείπουν οἱ συγγενεῖς του, ἀλλά περισσότερο πρέπει νά παρακαλοῦν τόν Ἰησοῦ γι’ αὐτόν. Καί δέν πρέπει νά σταματήσουμε τήν παράκληση, τή δέηση καί τήν ἱκεσία παρά μόνο ἀφοῦ λάβουμε αὐτόν ζωντανό.
Πραγματικά, ἐάν μέ αὐτό τόν τρόπο τακτοποιοῦμε καί τά ἰδικά μας πνευματικά ζητήματα καί τά τῶν πλησίον μας, τότε θά ἀποκτήσουμε σύντομα καί τή μέλλουσα ζωή.

Ἀπολύτρωσις 45 (1990) 28-29

Κατηγορία Πατερικά
Παρασκευή, 17 Φεβρουάριος 2023 02:00

Πίστωση αἰωνιότητος

 Ἡ κυριαρχία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ πάνω στό θάνατο ἐγγυᾶται ὅτι δέν χάθηκαν ὅλοι ἐκεῖνοι πού ἔφυγαν ἀπό τόν κόσμο αὐτό. Τούς ἀποκαλοῦμε νεκρούς, μά δέν πέθαναν· ἀναπαύονται, κοιμοῦνται ἐν Κυρίῳ. Γι᾿ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία μας τούς ὀνομάζει κεκοιμημένους. Ἡ καθημερινή ἐκκλησιαστική πράξη μᾶς συνδέει ὄχι μόνο μέ τούς ἁγίους, πού σημειώνονται στό ἡμερολόγιο καί σηματοδοτοῦν τήν πορεία τῆς ζωῆς μας. Μᾶς φέρνει ἐπίσης σέ ἐπαφή μέ ὅλους τούς προσφιλεῖς μας κεκοιμημένους, πού ἀναπαύονται στόν Κύριο· αὐτός εἶναι «ἡ χώρα τῶν ζώντων».
kollyba Αὐτή τή θεολογική ἀλήθεια βιώνει ὡς καθημερινή πράξη ἡ Ἐκκλησία μας, πού κατά τή ρήση τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου εἶναι «ἑνότης πίστεως καί ἀγάπης». Γι᾿ αὐτό μᾶς ὑπαγορεύει τήν προσευχή ὄχι μόνο γιά τούς ζωντανούς ἀλλά καί γιά τούς κεκοιμημένους. Σέ ἑβδομαδιαία βάση ἀφιερώνει τήν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου στήν προσευχή ὑπέρ ἀναπαύσεως τῶν κεκοιμημένων, ἐνῶ σέ ἐτήσια βάση ὅρισε γιά τό λόγο αὐτό τά δύο μεγάλα Ψυχοσάββατα: τῆς Ἀποκριᾶς καί τῆς Πεντηκοστῆς. Τό πρῶτο μᾶς δίνει τήν ἀφορμή γιά τό μήνυμά μας, καθώς φέτος γιορτάζεται κατά τό πρῶτο Σάββατο τοῦ Μαρτίου.
 Ἡ Κυριακή τῆς Ἀποκριᾶς εἶναι ἀφιερωμένη στή Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου, ἐκείνη τή φοβερή ἡμέρα κατά τήν ὁποία ὅλοι θά σταθοῦμε μπροστά στό θρόνο τοῦ μεγάλου Κριτῆ. Γιά τό λόγο αὐτό, μέ τό μνημόσυνο τῶν κεκοιμημένων τήν προηγούμενη μέρα, ζητοῦμε ἀπό τόν Κύριο νά γίνει ἵλεως καί νά δείξει συμπάθεια καί μακροθυμία σ᾿ αὐτούς πού ἔχουν φύγει. Νά τούς κατατάξει -κι ἐμᾶς μαζί- μεταξύ τῶν υἱῶν τῆς βασιλείας του.
 Εἶναι μία μεγάλη ἡμέρα τῆς Ἐκκλησίας τό Ψυχοσάββατο καί μᾶς δίνει τήν εὐκαιρία νά πλατύνουμε τήν καρδιά μας, γιά ν᾿ ἀγκαλιάσουμε μέ τήν ἀγάπη της πολλούς. Καλούμαστε σέ παγκόσμια ἀνάμνηση ὅλων «τῶν ἀπ᾿ αἰῶνος κοιμηθέντων εὐσεβῶς ἐπ᾿ ἐλπίδι ἀναστάσεως ζωῆς αἰωνίου». Θυμόμαστε κι εὐχόμαστε ὄχι μονάχα γι᾿ αὐτούς πού ξεπροβοδίσαμε ἀπό τό στενό μας περιβάλλον ἀλλά καί γιά κάθε ἀνθρώπινη ψυχή. Γιά ὅσους ἀπρόσμενα θέρισε ὁ θάνατος κάπου μακριά, σέ ξένη γῆ, καί γιά ὅσους τά μάτια τους σφράγισε ἀσθένεια λοιμική ἤ πόλεμος ἤ παγετός ἤ θεομηνία ἤ ὅποια ἄλλη αἰτία.
 Θά ἦταν ὅμως λάθος νά νομίσουμε ὅτι ἡ ὠφέλεια ἀπό τήν ἀνάμνηση αὐτή ἀφορᾶ μόνο στούς μνημονευόμενους νεκρούς. Ἀφορᾶ καί σέ μᾶς διότι μᾶς χαρίζει μία ἐγγυημένη ἐπικοινωνία μ᾿ ἐκείνους πού ἔφυγαν ἀπό τή ζωή ἀλλά παραμένουν στήν καρδιά μας. Ὠφελούμαστε κυρίως, διότι μετέχουμε στήν ἀπέραντη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ· «ἡ γάρ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ συνέχει ἡμᾶς» (Β΄ Κο 5,14). Αὐτός ὁ πλατυσμός ἡμερεύει τόν πόνο τοῦ χωρισμοῦ ἀπό τούς ἀγαπητούς μας κεκοιμημένους· ἀρδεύει μυστικά μέ ἀγάπη τήν καρδιά· θεριεύει τήν ἐλπίδα γιά τήν αἰώνια ζωή, ὅπου μιά μέρα θά χαιρόμαστε μαζί μέ ὅλες τίς ψυχές πού τώρα μνημονεύουμε. Εἶναι μία... πίστωση αἰωνιότητος.

Στέργιος Ν. Σάκκος
Κατηγορία Τριώδιον
Τρίτη, 06 Ιούνιος 2023 02:00

Τά Ψυχοσάββατα

kollyba2Μέ τήν ἰδιαίτερη μέριμνά της γιά τούς κεκοιμημένους ἡ ἁγία Ἐκκλησία μας ἔχει καθορίσει ξεχωριστή ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος γι' αὐτούς, τό Σάββατο. Εἶναι ἡ ἡμέρα τῶν κεκοιμημένων, γιά νά τούς μνημονεύουμε καί νά ἔχουμε κοινωνία μαζί τους. Σέ ἐτήσια βάση ἡ Ἐκκλησία ἔχει καθορίσει δύο Σάββατα, τά ὁποῖα ἀφιερώνει στούς κεκοιμημένους της. Εἶναι τά μεγάλα Ψυχοσάββατα: τό ἕνα πρίν ἀπό τήν Κυριακή τῆς Ἀπόκρεω καί τό ἄλλο πρίν ἀπό τήν Κυριακή τῆς Πεντηκοστῆς. Μέ τό δεύτερο διατρανώνεται ἡ πίστη μας γιά τήν καθολικότητα τῆς Ἐκκλησίας, τῆς ὁποίας τήν ἵδρυση καί τά γενέθλια γιορτάζουμε κατά τήν Πεντηκοστή. Μέσα στή μία Ἐκκλησία περιλαμβάνεται ἡ στρατευομένη ἐδῶ στή γῆ καί ἡ θριαμβεύουσα στούς οὐρανούς.

Κατά τά δύο μεγάλα Ψυχοσάββατα ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ σέ μία παγκόσμια ἀνάμνηση «πάντων τῶν ἀπ' αἰῶνος κοιμηθέντων εὐσεβῶς ἐπ' ἐλπίδι ἀναστάσεως ζωῆς αἰωνίου». Μνημονεύει:

* Ὅλους ἐκείνους πού ὑπέστησαν «ἄωρον θάνατον», σέ ξένη γῆ καί χώρα, σέ στεριά καί σέ θάλασσα.

* Ἐκείνους πού πέθαναν ἀπό λοιμική ἀσθένεια, σέ πολέμους, σέ παγετούς, σέ σεισμούς καί θεομηνίες.

* Ὅσους κάηκαν ἤ χάθηκαν.

* Ἐκείνους πού ἦταν φτωχοί καί ἄποροι, καί δέν φρόντισε κανείς νά τούς τιμήσει μέ τίς ἀνάλογες Ἀκολουθίες καί τά Μνημόσυνα.

Ὁ Θεός δέν περιορίζεται ἀπό τόπο καί χρόνο. Γι' Αὐτόν εἶναι γνωστά καί συνεχῶς παρόντα ὄχι μόνον ὅσα ἐμεῖς ἀντιλαμβανόμαστε στό παρόν, ἀλλά καί τά παρελθόντα καί τά μέλλοντα. Τό διατυπώνει λυρικότατα μία προσευχή τῆς Ἀκολουθίας τῆς θείας Μεταλήψεως, πού ἀποδίδεται στόν ἅγιο Ἰωάννη Δαμασκηνό ἤ στόν ἅγιο Συμεών τόν νέο θεολόγο: «Ἐπί τό βιβλίον δέ σου καί τά μήπω πεπραγμένα γεγραμμένα σοι τυγχάνει».

Ὁ Θεός ἔχει γραμμένες στό βιβλίο τῆς ἀγάπης του καί τίς πράξεις πού θά γίνουν στό μέλλον, ἄρα καί τίς προσευχές πού ἀναπέμπουμε τώρα γιά πρόσωπα πού ἔζησαν στό παρελθόν. Ὡς αἰώνιος κάι πανταχοῦ παρών ὁ πανάγαθος Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός ἀγκαλιάζει μέ τή θεία του πρόνοια τό ἄπειρο σύμπαν καί τούς ἀτέρμονες αἰῶνες. Ὅλους τούς ἀνθρώπους πού ἔζησαν, ζοῦν καί θά ζήσουν τούς νοιάζεται ἡ ἀγάπη του· «ἡ γάρ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ συνέχει ἡμᾶς» (Β΄ Κο 5,14).

Μέ αὐτήν τήν πίστη ἀναθέτουμε στήν ἀγάπη καί στήν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ «ἑαυτούς καί ἀλλήλους», τούς ζωντανούς ἀλλά καί τούς κεκοιμημένους μας.

Στεργίου Σάκκου, Οἱ νεκροί μας δέν χάθηκαν, 149-152

Κατηγορία Πεντηκοστάριον
Παρασκευή, 25 Φεβρουάριος 2022 03:00

Τά Μνημόσυνα

  keria manouali Γιά τό κάθε δικό μας πρόσωπο πού ἔφυγε ἀπό τόν κόσμο αὐτό ὡς μέλος τῆς ᾿Εκκλησίας συνηθίζουμε νά τελοῦμε τά ὁρισμένα Μνημόσυνα· τριήμερα, ἐννιάμερα, τεσσαρακονθήμερα, τρίμηνα, ἑξάμηνα, ἐτήσια. Τό καθένα ἀπό αὐτά ἔχει τό συμβολισμό καί τό νόημά του (βλ. Ἀποστολικαί Διαταγαί 8,42· PG 1,1145B-1148A). Εἶναι ὄχι μόνο μία πράξη τιμῆς καί μνήμης γιά τόν κεκοιμημένο μας ἀλλά καί μία εὐκαιρία γιά τή δική μας πνευματική ἀνανέωση καί ἐνίσχυση. Παρηγοριόμαστε γιά τήν ἀπουσία τῶν ἀγαπητῶν μας, ἀλλά καί ἐνθαρρυνόμαστε στόν ἀγώνα καί ἐνισχυόμαστε στήν πίστη, καθώς αἰσθανόμαστε τίς ψυχές στή χώρα τῶν ζώντων.
   Κανονικά τά Μνημόσυνα τελοῦνται κατά τή θεία Λειτουργία τοῦ Σαββάτου, τῆς ἡμέρας πού εἶναι ἀφιερωμένη στή μνήμη τῶν κεκοιμημένων. Γιά λόγους πρακτικούς ὅμως ἐπικράτησε ἡ συνήθεια νά τελοῦνται καί κατά τήν Κυριακή.
   ῾Η ᾿Εκκλησία τελεῖ Μνημόσυνα μόνο ὑπέρ τῶν μελῶν της, δηλαδή, γιά ὅσους ἔφυγαν ἀπό τόν κόσμο αὐτό ὡς χριστιανοί ὀρθόδοξοι, διότι αὐτοί βρίσκονται στή δικαιοδοσία της. Δέν τελεῖ Μνημόσυνα γιά μή χριστιανούς, γιά αἱρετικούς, γιά ἀφορισμένους καί γιά ἀνθρώπους πού αὐτοκτόνησαν ἔχοντας συναίσθηση τῆς πράξεώς τους (Τελοῦνται π.χ. Μνημόσυνα γιά ψυχοπαθεῖς οἱ ὁποῖοι αὐτοκτόνησαν, διότι αὐτοί δέν ἔχουν συναίσθηση τῶν πράξεών τους). ῞Ολους αὐτούς τούς ἀφήνει ἡ ᾿Εκκλησία στήν κρίση τοῦ πανάγαθου καί πολυεύσπλαγχνου Θεοῦ.
   Γιά τήν τέλεση εἰδικοῦ Μνημοσύνου ὁ κάθε ἐνδιαφερόμενος συνεννοεῖται μέ τόν ἱερέα τῆς ἐνορίας του καί φροντίζει νά φέρει στό ναό τό πρόσφορο καί τό νάμα, πού θά χρησιμοποιηθοῦν γιά τό Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας. Φέρνει ἐπίσης τό θυμίαμα, τά κεριά, τά κόλλυβα. ῞Ολα αὐτά, πού χρησιμοποιοῦνται καί κατά τήν Κηδεία, ἔχουν τό συμβολικό νόημά τους:
   * Τά κεριά, ἐξηγεῖ ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, σημαίνουν «ὅτι προπέμπουμε ἀθλητή» (Εἰς Ἑβραίους 4,5· ΕΠΕ 24,310).
  * Τά θυμιάματα προσφέρονται «εἰς ἱλασμόν», γιά τή συγχώρεση, τοῦ κεκοιμημένου καί ὡς δεῖγμα τῆς εὐσεβοῦς καί ὀρθοδόξου ζωῆς του (Συμεών Θεσ/νίκης, Περί τοῦ τέλους ἡμῶν καί τῆς ἱερᾶς τάξεως τῆς κηδείας 361· PG 155,676C).
   * Τά κόλλυβα εἶναι σύμβολο τῆς ἐλπίδας μας στήν ἀνάσταση. Τό μελετήσαμε ἤδη ἀναλύοντας τή διδαχή τοῦ ἀποστόλου Παύλου· ῞Οπως ἀπό τό σπόρο τοῦ σιταριοῦ βλαστάνει τό νέο φυτό, ἔτσι τό νεκρό σῶμα πού θάψαμε στή γῆ θά ἀναστηθεῖ ἄφθαρτο. Αὐτή τήν πίστη μας διατρανώνουμε μέ τά κόλλυβα πού κάνουμε στίς Κηδεῖες καί στά Μνημόσυνα. ᾿Επιπλέον τά κόλλυβα, πού τά μοιράζουμε κατόπιν στόν κόσμο, εἶναι ἕνα λείψανο τῆς ἐλεημοσύνης, πού πρέπει νά συνοδεύει τά Μνημόσυνα τῶν κεκοιμημένων μας. Γιά τόν ἴδιο λόγο πολλοί συνηθίζουν νά παραθέτουν καί γεῦμα καί νά κάνουν δωρεές στή μνήμη τῶν κεκοιμημένων.
   Εἶναι ἀναγκαῖο νά κάνουμε δωρεές καί ἐλεημοσύνες εἰς μνήμην τῶν κεκοιμημένων μας. ῾Η ἀνακούφιση τῶν πτωχῶν καί ἐνδεῶν φθάνει στό θρόνο τοῦ Θεοῦ ὡς μία εὐπρόσδεκτη προσευχή γιά τίς ψυχές. Εἶναι σάν νά ἐξοφλοῦμε τά μικροχρέη πού ἄφησαν σ᾿ αὐτή τή γῆ, διότι ὅλοι καί πάντοτε ὀφείλουμε τό  ἀνεξόφλητο χρέος τῆς ἀγάπης πρός τόν ἀδελφό, πού εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. ᾿Επειδή, λοιπόν, οἱ κεκοιμημένοι μας, ὅσο ἐλεήμονες κι ἄν ὑπῆρξαν κατά τήν ἐπίγεια ζωή τους, θά μποροῦσαν νά κάνουν περισσότερα καλά ἔργα, πού δέν τά ἔκαναν, ἐμεῖς μέ τίς δωρεές εἰς μνήμην τους συμπληρώνουμε αὐτά τά καλά ἔργα καί πληρώνουμε γιά δικό τους λογαριασμό τό χρέος τῆς ἀγάπης.
  ῾Ο ἅγιος ᾿Ιωάννης ὁ Δαμασκηνός γράφει σχετικά· «Κάθε ἄνθρωπος, πού ἀπέκτησε μικρή ζύμη ἀρετῶν, ἀλλά δέν πρόφθασε νά τήν κάνει ψωμί· πού ἐπιθύμησε, ἀλλά δέν μπόρεσε νά κάνει πράξη τήν καλή ἐπιθυμία του -εἴτε ἀπό ραθυμία εἴτε ἀπό ἀμέλεια εἴτε ἀπό ἀνανδρία ἤ ἀπό ἀναβολή-, πού θερίστηκε ἀπό τόν κόσμο αὐτό πρίν προλάβει νά κάνει τό καλό. Αὐτός δέν θά κατακριθεῖ ἀπό τόν δίκαιο κριτή καί δεσπότη, ἀλλά μετά τό θάνατό του θά διεγείρει ὁ Κύριος τούς οἰκείους, τούς συγγενεῖς καί φίλους του... ὥστε αὐτοί νά ἀναπληρώσουν τά ὑστερήματα αὐτοῦ πού ἔφυγε» (Περί τῶν ἐν πίστει κεκοιμημένων 21· PG 95,268A-B).
  ῾Ωστόσο, νά μή λησμονοῦμε ποτέ ὅτι οἱ δωρεές ὑπέρ τῶν κεκοιμημένων γίνονται «ἀντί στεφάνου» κι ὄχι ἀντί Μνημοσύνου. Τίποτε δέν ἀντικαθιστᾶ τήν προσευχή τῆς ᾿Εκκλησίας γιά τήν ἀνάπαυση τῶν «ἐπ᾿ ἐλπίδι ἀναστάσεως ζωῆς αἰωνίου κεκοιμημένων» ἀδελφῶν μας.

Στέργιος Ν. Σάκκος

Κατηγορία Λατρευτικά