Συντεταγμένες

 Τί εἶναι ἕνα ὄνομα; Τίποτα. Μιά λέξη καί πάνω της ὅλη ἡ σκόνη τοῦ χρόνου. Δισεκατομμύρια ὀνόματα στοιβαγμένα σέ μητρῶα, δημοτολόγια, λεξικά, βιογραφίες, γενεαλογίες πασχίζουν νά ζήσουν. Τά παιδιά τοῦ Ἀδάμ ξέρουν καλά ὅτι εἶναι χῶμα καί τρέμουν τήν ἀπροσδιοριστία, τόν ἀφανισμό, τή λήθη. Τό ὄνομα ἔγινε τά πάντα, ἡ ἱστορία μας.
 Ἐκεῖνο τό πρωί στή Βηθλεέμ ἐπί Καίσαρος Αὐγούστου, ἡγεμονεύοντος τῆς Συρίας Κυρηνίου, ἐν ἡμέραις Ἡρώδου τοῦ βασιλέως, ἕνα ἀκόμη ὄνομα στριμώχθηκε στούς καταλόγους τῶν ἀνθρώπων: Ἰησοῦς, τοῦ Ἰωσήφ καί τῆς Μαρίας, τῆς φυλῆς τοῦ Ἰούδα, τοῦ οἴκου καί τῆς γενιᾶς Δαβίδ.
 Νικομήδεια 312 μ.Χ. Αὐτοκράτορας ὁ Μαξιμῖνος καί ἀπέναντί του δέσμιος ὁ Λουκιανός.
- Ποιό εἶναι τ' ὄνομά σου;
- Εἶμαι χριστιανός.
- Ἀπό ποιά πόλη εἶσαι;
- Εἶμαι χριστιανός.
- Ποιοί εἶναι οἱ πρόγονοί σου;
- Εἶμαι χριστιανός.
- Τί δουλειά κάνεις;
- Εἶμαι χριστιανός.
 Στή φάτνη ἀνατρέπονται τά πάντα. Κι ἀρχίζει ἀπ' τήν ἀρχή ἡ ἱστορία μας, ὁρίζεται ξανά ἡ ταυτότητά μας, ἀνακαινίζεται ἡ φύση μας. Ὅσα ζήσαμε πρίν ἦταν σκιά, ὄνειρο, φευγαλέο καί ἀνυπόστατο σχῆμα. Ἐδῶ μπαίνουμε στό ἀπόλυτο τοῦ Θεοῦ, πού βρέφος μικρό σπαργανωμένο μπαίνει στή σχετικότητά μας. Ὅ,τι ἤμασταν πρίν ἦταν διχασμός, διάσταση, σύγχυση. Ἐδῶ βρίσκουμε τήν ἀναφορά μας, τό χαμένο μας πρόσωπο στόν σαρκωμένο Υἱό τοῦ ἀνθρώπου, τόν Θεό πού ἔγινε ἄνθρωπος, γιά νά πάψει τό θηρίο πού βρυχᾶται μέσα μας καί ν' ἀκουστεῖ τό τραγούδι τῶν ἀγγέλων. Ὅλες οἱ γενιές τῶν ἀνθρώπων μαραμένα φύλλα ξαναπαίρνουν ζωή ἀπ' αὐτή τή ρίζα, τή ρίζα Ἰεσσαί πού βλάστησε μές στή σπηλιά.
 Στή φάτνη ἀνακεφαλαιώνονται τά πάντα: οἱ αἰῶνες, τό σύμπαν, οἱ ἄνθρωποι. Ὁ δοῦλος τῆς ἀπογραφῆς Ὀκταβιανοῦ ἀπογράφει ὅλα τά ἔθνη ἀπό κτίσεως μέχρι συντελείας κόσμου.
Στή Βηθλεέμ ἐκείνη τή νύχτα γεννήθηκε αὐτός πού γιά τήν τρομακτική του κένωση τοῦ χαρίστηκε ἀπ' τόν Πατέρα τό ὑπέρ πᾶν ὄνομα. Ἀπό τότε τ' ὄνομά μας δέν εἶναι μόνο μιά λέξη στό ἀρχεῖο τοῦ χρόνου. Εἶναι μιά σχέση μέ τόν Ἄχρονο. Ὅσοι βρήκαμε τή φάτνη καί προσκυνήσαμε, κληθήκαμε παιδιά Θεοῦ, πήραμε ὄνομα ἄλλο, καινούργιο, λαμπρό σάν ἀστρικό θραῦσμα στό στερέωμα τοῦ χρόνου, θραῦσμα ἀπ' τό δικό του τό ἀνέσπερο ὄνομα, γραμμένο στή βίβλο τῆς ζωῆς, σωσμένο γιά πάντα στήν ἀγκαλιά τῆς μνήμης του. Ὅσοι τήν καταφρονήσαμε, μένουμε μόνο παιδιά τῆς γῆς καί τ' ὄνομά μας βουλιάζει σιγά-σιγά γιά πάντα στή Νεκρά Θάλασσα τῆς ἀπουσίας τοῦ Ἐμμανουήλ.
 

Ζωή Γούλα
Φιλόλογος