26 ᾿Οκτωβρίου 1912. «᾿Εδῶ ἡ δόξα σταματᾶ καί ξαποσταίνει ἡ νίκη. ᾿Αρχόντισσα, βυζαντινή κυρά, Θεσσαλονίκη». ῾Η πόλη τοῦ ῾Αγίου Δημητρίου ξανασαίνει. Σπάζει ἐπιτέλους τίς ἁλυσίδες τῆς σκλαβιᾶς, πού ἀπό τό 1430 μ.Χ. ἔπεφταν βαρειές πάνω της καί τήν καταδυνάστευαν.

26 ᾿Οκτωβρίου 2009.
῞Ενα ἐγκώμιο θέλω νά πλέξω σ᾿ αὐτούς τούς ἀφανεῖς ἥρωες, στόν ἕλληνα λοχαγό ᾿Αθανάσιο Σουλιώτη - Νικολαΐδη καί στόν ἕλληνα γιατρό Φίλιππο Νίκογλου. ῞Ενα φόρο τιμῆς θέλω νά ἀποδώσω σ᾿ αὐτούς τούς ἀνύσταχτους ἀγωνιστές. Τό μύρο τῆς εὐγνωμοσύνης μου θέλω νά ξεχύσω σ᾿ αὐτούς τούς φίλτατους εὐεργέτες μου. 
 Στά πλαίσια τῆς συμμαχίας μέ τούς Βουλγάρους, ὁ Σουλιώτης τοποθετεῖται ἀπό τήν ἑλληνική πρεσβεία στή Σόφια στρατιωτικός σύνδεσμος στήν 7η βουλγαρική μεραρχία. ᾿Αρχίζει νά ἔχει ἄσχημα προαισθήματα, καθώς παρατηρεῖ στίς 22 ᾿Οκτωβρίου 1912 γρήγορες κινήσεις τῶν βουλγαρικῶν τμημάτων στήν ῎Ανω Τζουμαγιά. Ρωτᾶ νά μάθει τά σχέδιά τους, μά κανείς δέν τοῦ λύνει τίς ἀπορίες. Γιά καλή του τύχη ἀνταμώνει τόν γιατρό Φίλιππο Νίκογλου, πού ὑπηρετεῖ στό χειρουργεῖο τῆς 7ης βουλγαρικῆς μεραρχίας. Δίχως χρονοτριβή ὁ γιατρός τοῦ ἐκμυστηρεύεται πικρά μαντάτα. Καταβάλλεται κάθε προσπάθεια ἀπό τόν βουλγαρικό στρατό νά καταλάβει πρῶτος αὐτός τίς μακεδονικές πόλεις καί προπάντων τή Θεσσαλονίκη. Σπεύδει νά προλάβει πρίν οἱ ῞Ελληνες τούς τσακίσουν τά ὄνειρά τους. ῎Ηδη ἔχει ἑτοιμαστεῖ καί ἡ βασιλική ἅμαξα γιά τήν ἐπίσημη εἴσοδο τοῦ διαδόχου τῆς Βουλγαρίας στή Θεσσαλονίκη.
 ᾿Από τούς δύο αὐτούς ἄνδρες κρέμεται τό μέλλον τοῦ τόπου μας. Κάτω ἀπό τή μύτη τῶν Βουλγάρων ἄραγε τί θά σοφιστοῦν, γιά νά ἀλλάξουν «τόν ροῦν τῆς ἱστορίας»; Βαρειά πέφτει πάνω τους ἡ εὐθύνη, τό χρέος. ῾Ο Σουλιώτης σκέφτεται νά τηλεγραφήσει τίς σημαντικές πληροφορίες κρυπτογραφημένες στήν ἑλληνική πρεσβεία στή Σόφια. ᾿Αλλ᾿ ὁ φόβος τῆς βουλγαρικῆς λογοκρισίας τόν σταματᾶ. Εἶναι ὅμως ἀδήριτη ἀνάγκη νά ἐνεργήσει ταχύτατα καί διακριτικά. Τούτη τήν ὥρα προέχει ἡ πατρίδα. Κάτι πρέπει νά κάνει γιά τή σωτηρία της. Καί νά τί σκαρφίζεται! Προσποιεῖται τόν ἄρρωστο. ῾Ο γιατρός Νίκογλου διαβεβαιώνει τήν ἀρρώστια του, συστήνοντας τή μεταφορά του στή Σόφια. Εὐτυχῶς ἀπό τούς ἐχθρούς δέν συναντοῦν κανένα ἐμπόδιο. Πῶς νά μήν καμαρώσω τόν Σουλιώτη, πῶς νά μή ζηλέψω τή λεβεντιά του, τά παρακινδυνευμένα του τολμήματα, πού βάζει φτερά στά πόδια του, σκαρφαλώνει τίς χιονισμένες βουνοκορφές, γιά νά προλάβει τό πρῶτο τραῖνο γιά τή Σόφια! ᾿Επείγεται νά ξεφορτωθεῖ τό βαρύ μυστικό πού κουβαλᾶ. ῾Η Νύμφη τοῦ Θερμαϊκοῦ δέν πρέπει νά γίνει λεία τῶν Βουλγάρων. Τό ποθούμενο πραγματοποιεῖται. Συναντιέται μέ τόν ἕλληνα πρεσβευτή καί τόν ἐνημερώνει πάραυτα. Οἱ πληροφορίες στέλνονται κρυπτογραφημένες στό ὑπουργεῖο ᾿Εξωτερικῶν τῆς ῾Ελλάδος καί ὁ τότε ὑπουργός Λάμπρος Κορομηλᾶς πληροφορεῖ τόν πρωθυπουργό ᾿Ελευθέριο Βενιζέλο. Αὐτός ἐπειγόντως διατάσσει τόν ἀρχιστράτηγο τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ, διάδοχο Κωνσταντίνο, νά καταλάβει τό ταχύτερο τή Θεσσαλονίκη. Στό τρελό κυνηγητό πού γίνεται, προλαβαίνουν πρῶτοι οἱ ῞Ελληνες καί πατοῦν τήν πόλη τοῦ ῾Αγίου Δημητρίου, τήν ἅγια μέρα τῆς μνήμης του. Νά, ποιοί κρύβονται στά παρασκήνια, πίσω ἀπό τόν Βενιζέλο, κι εἶναι οἱ ἀφανεῖς πρωτεργάτες τῆς ἀπελευθέρωσης τῆς Θεσσαλονίκης!

 Ποιός παλμογράφος μπορεῖ νά καταγράψει τά σκιρτήματα τῆς καρδιᾶς τῶν δύο ἀνδρῶν, σάν βλέπουν οἱ κόποι τους νά καρπίζουν! ῎Ονειρο ἄπιαστο· ὕστερα ἀπό 482 χρόνια ἡ Θεσσαλονίκη ντύνεται τή γαλανόλευκη! Οἱ ὀρθόδοξοι ναοί της ξαναλειτουργοῦν! Μά ἡ ζωή τοῦ Νίκογλου κινδυνεύει. ῞Ενας βούλγαρος φίλος του γιατρός τοῦ ἀνακοινώνει πώς οἱ Βούλγαροι τόν ἔχουν καταδικάσει σέ θάνατο, «καθόσον ἀνακοινώσας τήν πορείαν τῶν βουλγαρικῶν στρατευμάτων ἐκρίθη ὑπαίτιος τῆς ἀπωλείας τῆς Θεσσαλονίκης». Δέν θά τούς δώσει ὅμως τή χαρά τῆς ἐκδίκησης, γιατί καταφέρνει νά διαφύγει στήν ᾿Αθήνα. ᾿Εκεῖ τιμές καί δόξες τόν περιμένουν. Παρασημοφορεῖται γιά τήν ἀπροσμέτρητη προσφορά του. Κι ἡ Θεσσαλονίκη τόν τιμᾶ ἐπάξια. Γιά νά μείνει ἡ μνήμη του ζωντανή, μετονομάζει τήν ὁδό ᾿Ανακτόρων σέ ὁδό Φιλίππου Νίκογλου.
 Κάθε 26 ᾿Οκτωβρίου ἀνάβω ἁγιοκέρι εὐχαριστίας στή μνήμη σας, ᾿Αθανάσιε Σουλιώτη καί Φίλιππε Νίκογλου. Σιγοκαίει γιά σᾶς καντήλι εὐγνωμοσύνης στό κενοτάφιο τῆς καρδιᾶς μου, γιατί ρίξατε τόν ἑαυτό σας στήν περιπέτεια, ἀδιαφορήσατε γιά τήν κοινωνική σας θέση, γιά νά ὑπηρετήσετε τό ἐθνικό συμφέρον, τό μεγάλο ἰδανικό, τήν πατρίδα. Κι ἐμεῖς οἱ ἀπόγονοί σας, τέτοια μέρα σᾶς δαφνοστεφανώνουμε καί κρατοῦμε παρακαταθήκη πολύτιμη τό μήνυμα πού μᾶς ἀφήσατε μέ τή ζωή σας· «Τήν ἱστορία δέν τή γράφουν οἱ μάζες, οἱ μεγάλοι ἀριθμοί, ἀλλά οἱ φλογερές καρδιές».

Μαρία Ἀλ. Γούδα
Φιλόλογος-Θεολόγος
Τρίτη, 01 Ιούλιος 2014 03:00

Εὐτυχῶς προλάβαμε

 1430 μ.Χ. «Πῆραν τήν πόλιν, πῆραν την! Πῆραν τή Σαλονίκη!». Ντυμένη στά μαῦρα, πικραμένη καί ἁλυσοδεμένη ἡ Νύμφη τοῦ Θερμαϊκοῦ ἀποχαιρετᾶ τή λευτεριά της καί μαζί της τά 1.100 χρόνια βυζαντινοῦ μεγαλείου καί δόξας. Ἀγαρηνοί πατοῦν τό χῶμα της καί ἀρχίζει ἡ ἀτέλειωτη νύχτα τῆς σκλαβιᾶς. Διπλώνονται οἱ σημαῖες καί καταχωνιάζονται στό σεντούκι.
 Τά χρόνια περνοῦν, οἱ αἰῶνες διαβαίνουν. Ὁ προμαχώνας τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ἡ Θεσσαλονίκη, ἀκόμη στενάζει. Φυτοζωεῖ. Ἀναπολεῖ τήν αἴγλη της, μά καί προσμένει τό ποθούμενο. Καταρρέει, μά ἔχει τά μάτια της ἐπίμονα στηλωμένα στόν ἄγρυπνο προστάτη της, στόν Ἅγιό της. Καί ἐλπίζει...
  Ὀκτώβριος τοῦ 1912. Τήν ἐπίζηλη θέση της, στό μυχό τοῦ Θερμαϊκοῦ, ἐποφθαλμιοῦν οἱ Βούλγαροι. Μέ τό ὄνειρο τῆς Μεγάλης Βουλγαρίας γαλουχοῦνται. Ὁ ἕλληνας λοχαγός Ἀθανάσιος Σουλιώτης-Νικολαΐδης γράφει στό βιβλίο του «Ἡμερολόγιον τοῦ πρώτου βαλκανικοῦ πολέμου»· «Ἐξερχόμενος τοῦ Φρουραρχείου συνήντησα τόν ἰατρόν κ. Φ. Νίκογλου, Ἕλληνα, ὑπηρετοῦντα ὡς ἔφεδρον παρά τῷ βουλγαρικῶ στρατῷ. Οὗτος πρῶτος προθυμότατα πλησιάσας μέ μοι εἶπεν ὅτι ἀπό τῆς ἀρχῆς τοῦ πολέμου ὅλαι αἱ ἐμπιστευτικαί διαταγαί συνίστων νά καταβληθῆ πᾶσα προσπάθεια, ὅπως αἱ μακεδονικαί πόλεις καί πρό πάντων ἡ Θεσσαλονίκη καταληφθῶσι πρό τῆς καταλήψεως αὐτῶν ὑπό ἑλληνικῶν στρατευμάτων. Μοί ἐπεβεβαίωσεν... ὅτι εἶδεν εἰς τό ξενοδοχεῖον, ὅπου εἶχε καταλύσει, καί στρατιώτας τῆς βασιλικῆς φρουρᾶς, ὁδηγοῦντας βασιλικήν ἅμαξαν, προωρισμένην διά τήν ἐπίσημον εἴσοδον τοῦ Διαδόχου τῆς Βουλγαρίας εἰς Θεσσαλονίκη!».
 Τήν ὥρα πού οἱ βουλγαρικές δυνάμεις σπεύδουν νά πραγματώσουν ὄνειρα τοῦ παρελθόντος, ὁ πρόεδρος τῆς ἑλληνικῆς κυβερνήσεως Ἐλ.Βενιζέλος στέλνει κατεπεῖγον τηλεγράφημα πρός τόν ἀρχιστράτηγο τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ διάδοχο Κωνσταντῖνο, πού ἑδρεύει στήν ἐλεύθερη Κοζάνη· «...σπουδαῖοι πολιτικοί λόγοι ἐπιβάλλουσι νά εὑρεθῶμεν μίαν ὥραν ταχύτερον εἰς τήν Θεσσαλονίκην». Ὁ Κωνσταντῖνος διαφωνεῖ· «Ὁ στρατός δέν θά ὁδεύσει κατά τῆς Θεσσαλονίκης, ἐγώ ἔχω καθῆκον νά στραφῶ κατά τοῦ Μοναστηρίου, ἐκτός ἄν μοῦ τό ἀπαγορεύετε». Ἀλλ᾿ ὁ ἡγέτης εἶνε κάθετος· «Σᾶς τό ἀπαγορεύω».
 Μέ τή νίκη τῶν δυνάμεών μας στήν περίφημη μάχη τῶν Γιαννιτσῶν (19-20 Ὀκτωβρίου 1912) ἀνοίγει ὁ δρόμος γιά τήν κατάληψη τῆς Θεσσαλονίκης. Βέβαια ἡ διάβαση τοῦ Ἀξιοῦ ποταμοῦ δέν εἶνε εὔκολη γιά τίς μεραρχίες καί τό ἱππικό μας. Ὁ Τοῦρκος ἔχει γκρεμίσει ὅλες σχεδόν τίς γέφυρες. Σέ τέτοιες ὅμως κρίσιμες στιγμές γιά τήν πατρίδα φαίνεται τό μεγαλεῖο, ἡ ἀρχοντιά τῆς φυλῆς μας, ἡ ἑνότητα καί ἡ ὁμοψυχία τοῦ λαοῦ μας. Γυναῖκες λεβέντισσες παρελαύνουν στήν αὐλαία τῆς Ἱστορίας. Εἶναι ἀπό τή Χαλάστρα (Πύργο), τή Βαλμάδα (Ἀνατολικό) καί τά γύρω χωριά. Καθώς βλέπουν πώς ἀπειλεῖται ἡ αἴσια ἔκβαση τοῦ ἀγώνα, ὑπερβαίνουν τή φύση τους κι ἀνασκουμπώνονται. Στέκονται πλάι στούς στρατιῶτες μας καί τούς βοηθοῦν νά ἐπισκευάσουν γρήγορα τίς γέφυρες, γιά νά προλάβουν...
 Κι ἡ ἀγωνία κορυφώνεται. Μία βουλγαρική ταξιαρχία καί μία μεραρχία περνοῦν τόν Στρυμόνα καί κατευθύνονται ὁλοταχῶς πρός τή Θεσσαλονίκη. Ποιός ἀπό τούς δύο ἆράγε, πού ἀγωνίζονται πεισματικά στήν πολεμική κονίστρα καί βρίσκονται σέ ἀπόσταση ἀναπνοῆς ἀπό τό ἐπίμαχο σημεῖο, θά φτάσει πρῶτος στό τέρμα, θά πατήσει πρῶτος τή Θεσσαλονίκη;
 Παρασκευή, 26 Ὀκτωβρίου 1912. Τήν ἐπέτειο τῆς μνήμης του διαλέγει ὁ Ἅγιος Δημήτριος γιά νά χαρίσει τή λευτεριά στούς συμπατριῶτες του, ὥστε νά γιορτάζουν στό ἑξῆς μαζί. Αὐτό πού οἱ Θεσσαλονικεῖς καρτεροῦσαν αἰῶνες, πραγματοποιεῖται ἐκείνη τή νύχτα. Ὥρα 11.30' μ.μ. Ὁ Χασάν Ταξίν πασᾶς, ταπεινωμένος, ὑπογράφει ἐνώπιον τῶν δύο ἀξιωματικῶν τοῦ ἑλληνικοῦ Γενικοῦ Στρατηγείου, τοῦ Β. Δούσμανη καί Ἰ. Μεταξᾶ, τό πρωτόκολλο παράδοσης τῆς πόλης.
 taxin pasasΤό θριαμβευτικό γεγονός τούτης τῆς ἱστορικῆς νύχτας τό ἀξιολόγησα περισσότερο, ὅταν γνώρισα ἕναν παλαίμαχο ἐκείνων τῶν νικηφόρων Βαλκανικῶν πολέμων. Μᾶς ἐπισκέφθηκε ἀνήμερα τοῦ Ἁγίου Δημητρίου. Θυμᾶμαι τά δάκρυα πού ἔχυνε, καθώς μᾶς τόνιζε μία-μία τίς λέξεις· «Τέτοια μέρα, παιδιά μου, ὕστερα ἀπό 482 χρόνια, πατήσαμε τήν τουρκική σημαία. Μέ μιᾶς ξεδιπλώθηκαν οἱ ἑλληνικές σημαῖες κι ἡ Θεσσαλονίκη ντύθηκε τή γαλανόλευκη. Μισή χιλιετηρίδα στό προπύργιο τοῦ Ἑλληνισμοῦ κυμάτιζε ἡ μουσουλμανική ἡμισέληνος. Τόσα χρόνια οἱ ὀρθόδοξες ἐκκλησιές μας ἦταν τζαμιά. Κι ὅταν ξημέρωσε ἡ 28η Ὀκτωβρίου 1912, ὁ ἀρχιστράτηγος Κωνσταντῖνος καί ὁ μητροπολίτης Γεννάδιος, ὅλοι μαζί, ἐξουσία καί λαός, ψάλαμε συγκινημένοι στήν ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ τή δοξολογία γιά τήν ἀπελευθέρωση τῆς πόλης μας, τῆς φιλτάτης μας Θεσσαλονίκης».
  Ἔσκυψα τότε δακρύβρεχτη καί φίλησα εὐγνώμονα τό χέρι του. Χάρις σ᾿ αὐτούς ἡ Θεσσαλονίκη εἶναι καί πάλι ἑλληνική. Χάρις σ᾿ αὐτούς ἀναπνέω σήμερα ἐγώ τόν μυριοπόθητο ἀγέρα τῆς λευτεριᾶς.
 Ἑλληνίς
Τετάρτη, 02 Ιούλιος 2014 03:00

Βηματίζοντας πρός τήν ἐλευθερία

  Ἡ ἀνάρρηση τοῦ Ἐ­λευ­θερίου Βενιζέλου στήν ἐξουσία δημιούργησε τίς προϋποθέσεις γιά ἀπελευθέρωση τῆς Θεσσαλονίκης, φυσικά καί τῆς Μακεδονίας. Ὁ νέ­ος πολιτικός ἡγέτης μέ τή διορατικότητα, τή διπλωματικότητα καί τήν τόλμη πού τόν χαρακτήριζε κατόρθωσε νά βγάλει τήν Ἑλλάδα ἀπό τόν ἀπομονωτισμό καί νά τήν ἐντάξει στόν πολεμικό συνασπισμό τῶν βαλκανικῶν χωρῶν. Ἔτσι κατέστη δυνατή ἡ πραγματοποίηση τῶν προαιώνιων ἐθνικῶν πόθων.
  Ὁ πρῶτος Βαλκανικός πόλεμος τῶν συμμάχων βαλκανικῶν χωρῶν κατά τῶν Τούρκων ἄρχισε τήν 8η Ὀκτωβρίου 1912. Ὁ ἑλληνικός στρα­τός ἐξόρμησε πρός τό Σαραντάπορο, μολονότι γνώριζε ὅτι ἡ θέση αὐτή θεωροῦνταν ἀπόρθητη ἀκόμη καί ἀπό τούς Γερμανούς πού τήν εἶχαν ὀχυρώσει. Καί ὅμως στίς 9 Ὀκτωβρίου οἱ Ἕλληνες εἶχαν κιόλας συντρίψει τούς Τούρκους. Ἡ θεαματική αὐτή νίκη ἄφησε κατάπληκτους τούς Εὐρωπαίους. Ὁ ἑλληνικός στρατός μέ ἡγέτη τόν διάδοχο τοῦ θρόνου Κωνσταντῖνο κατευθυνόταν ἤδη πρός τό Μοναστήρι ἔχοντας ὡς δεύτερο στόχο τήν κάθοδό του στή Θεσσαλονίκη. Ὡστόσο ὁ Ἀθανάσιος Σουλιώ­της-Νικολαΐδης, πού ὑπηρετοῦσε ὡς σύν­­δεσμος τῶν ἑλληνικῶν καί βουλ­­γαρικῶν δυνάμεων, ἔστει­λε ἕνα κατεπεῖγον μυστικό σῆμα στήν κυβέρνηση: μιά βουλγαρι­κή μεραρχία ὑπό τόν στρατηγό Θεοδωρώφ ἄρχισε νά βαδίζει δρο­μαί­ως πρός τή Θεσσαλονίκη. Τότε ὁ Βενιζέλος διέταξε τόν Κωνσταντῖνο ν’ ἀλλάξει πορεία καί νά στραφεῖ πρός τή Θεσσαλονίκη ἀμέσως. Πραγματικά στίς 19 Ὀκτωβρίου οἱ ἔνοπλες δυνάμεις μας ἔπεσαν ἀκάθεκτες κατά τοῦ κύριου ὄγκου τοῦ τουρκικοῦ στρατοῦ πού εἶχε ὡς γραμμή ἄμυνας τή δεξιά ὄχθη τοῦ Ἀξιοῦ ποταμοῦ ἔξω ἀπό τά Γιαννιτσά. Ἡ μάχη κράτησε ὥς τό ἀπόγευμα τῆς ἄλλης μέρας καί ἔστεψε τά ὅπλα τῶν Ἑλλήνων. Ἐ­πειδή ὅμως οἱ Τοῦρκοι ὑποχωρώντας κατέστρεψαν τίς γέφυρες, ἡ προέλαση τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ καθυστέρησε. Ἐντούτοις τά χαράματα τῆς 26ης Ὀκτωβρίου οἱ δυνάμεις μας βρίσκονταν ἕξι χιλιόμετρα ἔξω ἀπό τήν πόλη ἕτοιμες νά εἰσβάλουν σ’ αὐτήν. Τότε ὁ τοῦρκος ἀρχιστράτηγος Χασάν Ταχσίν πασάς ἀναγκάστηκε νά παραδώσει ἐπίσημα τή Θεσσαλονίκη στούς Ἕλληνες. Τό ἀπόγευμα τῆς ἴδιας μέρας, ἑορτῆς τοῦ πολιούχου ἁγίου Δημητρίου, τμήματα τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ μπῆκαν θριαμβευτικά στήν πόλη καί παρέλασαν στούς κεντρικούς δρόμους της ὑπό τίς ἰαχές τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ, πού εἶχε στολίσει μέ τή γαλανόλευκη τά σπίτια του. Ἡ πεποίθηση ὅτι ὁ ἅγιος Δημήτριος εἶχε κάμει πάλι τό θαῦμα του ἦταν καθολική μεταξύ τῶν ὀρθοδόξων Ἑλλήνων. Σημειωτέον ὅτι ἡ πληθυσμιακή σύνθεση τῶν κατοίκων τῆς Θεσσαλονίκης ἦταν 40.000 Ἕλ­ληνες, 46.000 Τοῦρκοι, 60.000 Ἑ­βραῖοι καί 6.000 Βούλγαροι. Παρά ταῦτα ἡ ἑλληνική φυσιογνωμία τῆς πόλης ποτέ δέν ἀλλοιώθηκε.
paradosi Thessal
 Ἡ ἐλεύθερη Θεσσαλονίκη, παρ’ ὅλο πού ὑπέστη μιά τρομακτική πυρκαϊά τό 1917, ἀναπτύχθηκε γοργά σ’ ὅλους τούς τομεῖς. Καθοριστικός συγκοινωνιακός χερσαῖος κόμβος, ἀσφαλέστατο εὐρύχωρο λιμάνι ἐμπορίου γιά εἰσαγωγές καί ἐξαγωγές, εὐφορότατος κάμπος μέ ἄφθονα γεωργικά καί κτηνοτροφικά προϊόντα, θαλάσσιος κόλπος μέ πλούσια ἁλιεία, ἀξιόλογες βιομηχανικές μονάδες, ὅλα αὐτά κατέστησαν τή Θεσσαλονίκη ὄχι μόνο οἰ­κονομικό κέντρο τῆς Βόρειας Ἑλλάδας καί τῆς βαλκανικῆς ἐνδοχώρας, ἀλλά καί μιά ἀπό τίς πιό ἑλκυστικές καί ὡραῖες πόλεις τῆς Μεσογείου. Ἡ πλεονεκτική γεωγραφική θέση της καί τό ἔνδοξο ἀπό κάθε ἄποψη παρελθόν της στάθηκαν οἱ δυό πυλῶνες πού στήριξαν τήν πρόοδο, τή συνεχῆ ἐξέλιξη καί τήν ἀκμή της.
 Κρίσιμος σταθμός στή ζωή τῆς πόλης, πού κυριολεκτικά μεταμόρφωσε τήν ἐξωτερική ὄψη της καί ἀνύψωσε τήν πολιτιστική στάθμη της, ὑπῆρξαν τά δύστυχα χρόνια 1922 ὥς 1924 μέ τό τεράστιο, τό σαρωτικό κύμα τῶν προσφύγων ἀπό τή Μικρασία, τόν Πόντο, τή Θράκη, τήν Ἀνατολική Ρωμυλία. Ἡ Θεσσαλονίκη ἔγινε ἡ μεγάλη προσφυγομάνα. Ἔτσι ὅμως οἱ κάτοικοί της ὡς πρός τό ἑλληνικό στοιχεῖο διπλασιάστηκαν καί ἀπέκτησαν φυλετική ὁμοιογένεια. Οἱ πρόσφυγες, παρά τόν ξεκληρισμό καί ξεριζωμό πού ὑπέστησαν, παρά τή φριχτή δοκιμασία πού ὑπέμειναν, ἔφεραν στή μητέρα πατρίδα τεχνογνωσία καί δυναμισμό ἄγνωστο ὥς τότε. Πιό σημαντικό στάθηκε τό γεγονός ὅτι ἦ­ταν φορεῖς ἑνός πνευματικοῦ πο­- λιτισμοῦ μέ διακριτές ἀνατολίτικες ἀποχρώσεις. Οἱ κυνηγημένοι ἐκεῖνοι ἄνθρωποι ἔφεραν ἀκόμη τήν πατροπαράδοτη εὐλάβειά τους καί ἕνα ἰσχυρό ἐκκλησιαστικό φρόνημα πού φούσκωνε σά ζύμη κι ἔπλαθε τή νέα κοινωνία.
Ἰ. Ἀ. Νικολαΐδης
 

  miloἩ ἀπελευθέρωση τῆς Θεσσαλονίκης στά 1912 σέ πολλούς φαίνεται κάτι τό αὐτονόητο σήμερα. Στά τέλη τοῦ 19ου αἰ. ὅμως, μετά τήν ντροπιαστική ἥττα τοῦ 1897 ἀπό τούς Τούρκους, ὅποιος ἔλεγε ὅτι θά ἦταν ἐφικτό αὐτό τό πράγμα θά θεωροῦνταν τουλάχιστον τρελός.
 Ἡ Θεσσαλονίκη ἐκείνη τήν ἐποχή ἦταν ἕνα πολύ σημαντικό λιμάνι σέ στρατηγική θέση, πού ἡ προϊοῦσα παρακμή τῆς Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας τήν ἔκανε ἑλκυστική τόσο στούς γείτονες, ἰδιαίτερα τούς Βουλγάρους, ὅσο καί στίς εὐρωπαϊκές δυνάμεις τῆς ἐποχῆς (Ἀγγλία, Γαλλία, Ρωσία, Αὐστροουγγαρία, Ἰταλία, Γερμανία). Ὅλα τά ἰσχυρά τότε κράτη εἶχαν προξένους στήν πόλη καί προσπαθοῦσαν μέ κάθε τρόπο νά αὐξήσουν τήν ἐπιρροή τους. Ὁ πολυεθνικός χαρακτήρας πού εἶχε ἄλλωστε τότε, διευκόλυνε αὐτήν τήν κατάσταση καθώς ἕλληνες, ἑβραῖοι κι ἀρμένιοι ἔμποροι ἐπιζητοῦσαν τήν προστασία, πού μέ προθυμία πρόσφεραν αὐτά τά κράτη. Τό 1903, μάλιστα, εἶχαν στείλει στή Μακεδονία τμήματα χωροφυλακῆς γιά βοήθεια στήν ἐπιβολή τῆς τάξης, πού φυσικά προσπαθοῦσαν νά προωθήσουν τά συμφέροντα τῆς ἑκάστοτε εὐρωπαϊκῆς δύναμης.
 Συγχρόνως ἡ ὑπόγεια σύγκρουση ἀνάμεσα σέ Ἕλληνες καί Βουλγάρους ὁδήγησε στόν Μακεδονικό Ἀγώνα, πού ἀνύψωσε τό ἠθικό τῶν Ἑλλήνων τῆς Μακεδονίας καί τερματίστηκε μέ τήν ἐπανάσταση τῶν Νεοτούρκων τό 1908. Τότε οἱ βαλκάνιοι γείτονες κατάλαβαν ὅτι οἱ μεγάλες δυνάμεις ἐκμεταλλεύονταν τίς μεταξύ τους συγκρούσεις γιά νά διατηρεῖται ἡ ὀθωμανική κυριαρχία στή Μακεδονία. Ἔτσι ἀποφάσισαν νά συμμαχήσουν γιά νά ἀνατρέψουν αὐτήν τήν κατάσταση.
  Ἡ συμμαχία αὐτή καί ἡ ραγδαία προέλαση τῶν στρατευμάτων τους τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1912 ἔπιασε ἀπροετοίμαστες τίς εὐρωπαϊκές δυνάμεις, πού δέν πρόλαβαν νά ἀντιδράσουν γιά νά διασφαλίσουν τά συμφέροντά τους. Τό γεγονός πού προκάλεσε τήν πιό μεγάλη ἔκπληξη, ὅμως, ἦταν ἡ κατάληψη τῆς Θεσσαλονίκης ἀπό τούς Ἕλληνες, τούς ὁποίους εἶχαν ὑποτιμήσει ὅλοι. Ἰδιαίτερα οἱ Βούλγαροι εἶχαν δεχτεῖ τή συμμετοχή τῆς Ἑλλάδας στή βαλκανική συμμαχία, μόνο καί μόνο γιατί χρειάζον ταν τή βοήθεια τοῦ ἑλληνικοῦ ναυτικοῦ. Ἐπειδή, μάλιστα, θεωροῦσαν τόν ἑλληνικό στρατό περιορισμένων δυνατοτήτων, ἔρριξαν τό μεγαλύτερο βάρος τῆς στρατιωτικῆς τους προσπάθειας στή Θράκη, θεωρώντας ὅτι θά εἶχαν χρόνο νά ἀσχοληθοῦν ἀργότερα μέ τή Μακεδονία. Ὅταν, ὅμως, διαπίστωσαν ὅτι οἱ Ἕλληνες μετά τή νίκη τους στό Σαραντάπορο πραγματοποιοῦσαν ταχεία προέλαση πρός τή Θεσσαλονίκη, τό κλειδί τῆς Μακεδονίας, θορυβήθηκαν. Κατέλαβαν τίς Σέρρες καί προσπάθησαν μέ μεγάλη βιασύνη νά καταλάβουν τή Θεσσαλονίκη πρίν τούς Ἕλληνες. Τήν ἀνησυχία τους ἐπέτεινε καί τό γεγονός ὅτι, σέ ἀντίθεση μέ τούς Σέρβους, ἡ συμμαχία μέ τήν Ἑλλάδα ἦταν ἀόριστη καί δέν προέβλεπε τό διαμοιρασμό τῶν ἐδαφῶν.
 Δέν πρόλαβαν ὅμως! Ὅταν ἔφτασαν στήν πόλη εἶχε ὑπογραφεῖ, λίγες ὧρες πρίν, ἡ παράδοσή της ἀπό τόν Ταχσίν Πασά στόν ἀρχιστράτηγο τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ, τόν διάδοχο Κωνσταντῖνο. Ζήτησαν τότε ἀπό τόν Κωνσταντῖνο νά δεχτεῖ νά φιλοξενήσει μία μεραρχία στήν πόλη ὡς συμμαχικό στρατό γιά ἀνάπαυση. Δόθηκε τελικά ἄδεια γιά δυό τάγματα. Οἱ Βούλγαροι ὅμως, θέλοντας νά δημιουργήσουν συνθῆκες συγκυριαρχίας, ἔβαλαν περισσότερους στρατιῶτες ἀπ᾽ ὅ,τι προέβλεπε ἡ συμφωνία. Συνέχισαν, μάλιστα, στούς ἑπόμενους μῆνες νά βάζουν μέσα στήν πόλη στρατιῶτες καί κομιτατζῆδες πού δημιουργοῦσαν ἐπεισόδια, ἀμφισβητώντας τήν ἑλληνική κυριαρχία. Τελικά τό καλοκαίρι τοῦ 1913 ἡ Βουλγαρία ἐπιτέθηκε στήν ῾Ελλάδα μέ κύριο στόχο τή Θεσσαλονίκη. Οἱ βουλγαρικές δυνάμεις πού βρίσκονταν στήν πόλη, ὅμως, γρήγορα ἐξουδετερώθηκαν καί συνελήφθησαν αἰχμάλωτες. Μέ τήν ὁριστική ἥττα τῆς Βουλγαρίας κατά τόν Β΄ Βαλκανικό πόλεμο τελείωσε ἄδοξα αὐτή ἡ προσπάθεια καί ἐπικυρώθηκε ἡ ἑλληνική κυριαρχία στήν πόλη.
 Οἱ Σέρβοι, ἀπό τήν ἄλλη μεριά, εἶχαν κι αὐτοί διακαῆ πόθο τήν κατάκτηση τῆς πόλης. Βλέποντας, ὅμως, τό πόσο ἀνέφικτο ἦταν αὐτό, ἔτσι ὅπως εἶχαν ἐξελιχθεῖ τά πράγματα, προτίμησαν στόν Β΄ Βαλκανικό Πόλεμο νά συμμαχήσουν μέ τούς Ἕλληνες γιά νά προστατεύσουν τίς κτήσεις τους ἀπό τούς Βουλγάρους.
 Ὁ ἔλεγχος τῆς Θεσσαλονίκης ἀπό τήν Ἑλλάδα δέν ἄρεσε ἐπίσης καί στίς εὐρωπαϊκές δυνάμεις, ἰδίως στήν Αὐστροουγγαρία, πού ἤθελε γιά λογαριασμό της τήν πόλη. Οἱ ἄλλες δυνάμεις ἀνησυχοῦσαν γιά τά προνόμια πού εἶχαν μέσῳ διομολογήσεων μέ τήν Ὀθωμανική αὐτοκρατορία. Οἱ διομολογήσεις ἔδιναν ἐκτεταμένες ἐξουσίες στούς προξένους τῶν εὐρωπαϊκῶν δυνάμεων πού ἔφταναν μέχρι καί δικαστικές ἁρμοδιότητες. Ἔτσι προσπάθησαν νά ἀμφισβητήσουν τήν ἑλληνική κυριαρχία δίνοντας δικά τους διαβατήρια στούς Ἑβραίους καί στούς μουσουλμάνους τῆς πόλης. Ὅλα αὐτά δέν μποροῦσαν ὡστόσο νά ἀλλάξουν τό status quo, ὅπως εἶχε διαμορφωθεῖ μετά τούς Βαλκανικούς πολέμους. Ἡ κατάργηση τῶν διομολογήσεων, ἄλλωστε, ἔκανε ὅλες αὐτές τίς προσπάθειες μάταιες.
 Προσπάθεια γιά νά ἀλλάξουν τά δεδομένα ἔκαναν καί οἱ πολυπληθεῖς Ἑβραῖοι τῆς πόλης, οἱ ὁποῖοι ἀνέκαθεν εἶχαν καλές σχέσεις μέ τούς Τούρκους. Κάποιοι ἡγέτες τους, σέ συνεργασία μέ κάποιους Ντονμέδες (ἐξισ λαμισμένους Ἑβραίους) καί Νεότουρκους, ζήτησαν ἀπό τίς εὐρωπαϊκές δυνάμεις νά γίνει ἡ Θεσσαλονίκη καί τά περίχωρά της ἀνεξάρτητο κράτος ὑπό τήν προστασία τους. Τόν ἔλεγχο φυσικά σ᾽ αὐτό τό κρατίδιο θά εἶχαν οἱ ἴδιοι οἱ Ἑβραῖοι.
 Τίποτα, ὅμως, δέν μποροῦσε νά ἀλλάξει. Ἡ ἀπελευθέρωση τῆς Θεσσαλονίκης στίς 26 Ὀκτωβρίου 1912 ἦταν γεγονόςκλειδί γιά τόν ἔλεγχο τοῦ μεγαλύτερου μέρους τῆς Μακεδονίας, ὅπως αὐτή ὁριζόταν στά χρόνια της Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας. Ἦταν, ἐπίσης, καθοριστικό, καθώς δημιούργησε μία ντέ φάκτο κατάσταση, πού μέ τήν ἀποφασιστικότητα τῶν ἑλλήνων ἡγετῶν ἐκείνης τῆς ἐποχῆς ἦταν πολύ δύσκολο νά ἀνατραπεῖ. Ἔτσι ἡ Θεσσαλονίκη κλείνει πλέον 100 χρόνια ἐλεύθερη καί ἡ ἱστορία της μᾶς τονίζει τήν ἀνάγκη ἐπαγρύπνησης σέ ὅλες τίς ἐπιβουλές πού κατά καιρούς ἀνακύπτουν.

Π. Μητσόπουλος
ΦιλόλογοςΘεολόγος