Πέμπτη, 01 Φεβρουάριος 2024 00:24

Μάνα, γιορτάζεις

  bouquet cΜάνα, ἐσύ πού δέν ἔχεις δια­κοπές καί σχόλη, πού θυσιάζεσαι δι­αρκῶς μέσα στό σπίτι, χριστιανή μάνα, πού προ­πάντων νοιάζεσαι γιά τή χρι­στιανική ἀνα­τροφή καί προκοπή τῶν παιδιῶν σου, σή­μερα, 2 Φεβρουαρίου -γιορτή τῆς Ὑπα­πα­ντῆς τοῦ Κυρίου-, ἔχεις τήν τιμητική σου. Γιορ­τά­ζεις! Μιά ἀγκαλιά λουλούδια καί μύρια εὐχαριστῶ σοῦ ἀξίζουν.
  Μά ἰδιαίτερα ἀφιερώνω τοῦτες τίς γραμμές σέ σένα, πολύπαθη εὐσεβῆ μάνα, πού πονᾶς καί λυγίζεις γιά τό ξεστράτισμα τοῦ παιδιοῦ σου. Σέ βλέπω σκυθρωπή, πονεμένη. Σέ πληγώνει κατάστηθα ἡ ἀ­διαφορία του γιά τούς δικούς του, γιά τίς σπουδές του. Ἀναρωτιέσαι: Αὐτό τό παι­δί, πού κάποτε νανούριζα καί τό ’παιρνα στήν ἀγκαλιά μου, εἶναι δικό μου; Ποῦ ξενυ­χτάει ἄραγε τά βράδια, ποιά εἶναι ἡ συντροφιά του, πότε καί πῶς θά γυρίσει στό σπίτι;
  Δακρύβρεχτη μάνα, φιλῶ τά κουρα­σμένα σου χέρια καί σέ ἱκετεύω: Μήν πά­ψεις νά τά ὑψώνεις σέ προσευχή γιά τό παιδί σου πού σέ ποτίζει «φαρμάκι»! Μήν ἀποκάμνεις! Κράτα ζε­στή ἐπικοινωνία μέ τή μεγάλη μάνα τοῦ κόσμου, τήν Παναγία μας.  Πόσο θά σέ καταλάβει καί θά σπεύ­σει σέ ταχινή πρε­σβεί­α πρός τόν Υἱό της!
 Πάρε ἀκόμη κουράγιο καί δύναμη ἀ­πό τόσες ἄλλες ἅγιες μάνες πού ἔζησαν πολύ πρίν ἀπό σέ­να   καί σήκωσαν ὑπο­μο­νετικά τόν σταυ­ρό τους. Ὅσο μά­θαι­ναν τίς παρεκτροπές τῶν παιδιῶν τους, ὅσο τά ἔβλεπαν σέ ποιά κατάντια εἶχαν φτά­σει, τόσο ἔλειωναν στήν προ­σευχή. Τί ἐπί­μο­νες ἱκεσίες ἔκαναν, τί δάκρυα καυτά ἔ­χυ­ναν, γιά νά ξεφύγουν τά βλαστάρια τους ἀπό τά δίχτυα τῆς πλα­νεύτρας ἁμαρτίας καί νά τά ἑλκύσει ἡ σταυρική Ἀγάπη! Κι ἦρθε κάποτε ἡ πο­θητή στιγμή πού οἱ ἱερές τους ἐπιθυμίες πῆραν σάρκα καί ὀστᾶ. Ἔφτασε ἡ ὥρα τῆς χάριτος γιά τά παιδιά τῶν δακρύων τους!
  Μάνα, τοῦ 21ου αἰώνα, μιμήσου τέ­τοιες εὐσεβεῖς μητέρες τῆς Ἐκκλησίας μας! Νά ’σαι σίγουρη πώς τά δάκρυα μιᾶς προσευχόμενης μητέρας ποτέ δέν πᾶνε χαμένα. Ἔχουν δύναμη τεράστια, γιά νά μεταστρέψουν καί ν᾽ ἀλλοιώσουν καί τά πιό ἀτίθασα παιδιά.
  Πολλές φορές, βέβαια, σκέφτεσαι πῶς εἶναι δυνατόν νά ἐπιστρέψει τό παιδί σου πού ἔχει πέσει τόσο χαμηλά κι ἡ ἁμαρτία, ἡ πλάνη τό ἔχει νεκρώσει. Καλή μου μη­τέρα, μή χάνεις τήν ἐλπίδα σου στόν ἀ­να­στημένο μας Κύριο. Ἐσύ ἅρπαξε τό μυ­στικό σου ὅπλο, τήν προσευχή, καί ἀ­νά­μενε τούς θαυμαστούς καρπούς της. Ἄ­κουσέ με, τό πιστεύω καί σοῦ τό εὔ­χο­μαι: Θά πεῖ καί σέ σένα κάποια στιγμή ὁ νε­κρε­γέρτης Ἰη­σοῦς: «μὴ κλαῖε» (Λκ 7,13). Κι ὕστερα θά στραφεῖ στό παιδί σου καί θά τό προσ­τάξει: «νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι» (Λκ 7,14). Οἱ καρδιόβγαλτες, οἱ δακρύβρεχτες προσευ­χές σου, μητέρα, θά ᾽χουν κάνει τότε τό θαῦμα τους!

Μαρία Γούδα

Φιλόλογος-Θεολόγος

Κατηγορία ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ
Πέμπτη, 01 Φεβρουάριος 2024 04:12

Eἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν

ypapanti c  Ἡ γιορτή τῆς Ὑπαπαντῆς, μέ τήν ὁποία ἀνοίγει ὁ Φεβρουάριος, φέρνει στόν νοῦ τήν ἁγία μορφή τοῦ πρεσβύτη Συμεών, ὁ ὁποῖος ἀξιώθηκε, σύμφωνα μέ ὅ,τι τοῦ εἶχε ἀποκα­λύ­ψει τό ἅγιο Πνεῦμα, νά δεῖ καί νά δεχθεῖ στήν ἀγκαλιά του «τὸ σωτήριον» τοῦ Θεοῦ (Λκ 2,30), τόν σωτήρα τοῦ κόσμου.

  Ἀντικρύζοντας ὁ γέροντας τό θεῖο βρέφος -τόν ἴδιο τόν Θεό «ἐν σαρκί»- προφητεύει. Προβλέπει μέ τήν δύναμη τοῦ Πνεύματος τό μέλλον αὐτοῦ τοῦ παιδιοῦ καί ἀπευθυνόμενος στήν παρθένο μητέρα Του τονίζει· «Ἰδοὺ οὗ­τος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολ­λῶν ἐν τῷ Ἰσραὴλ καὶ εἰς σημεῖον ἀντι­λεγό­μενον» (Λκ 2, 34). Δηλαδή: Αὐτός θά γίνει αἰτία νά πέσουν καί νά ἀνυψωθοῦν πολλοί Ἰσραηλῖτες καί θά εἶναι σημεῖο πού θά ἀντιλέγεται, θά προκαλεῖ γύρω ἀπό τό πρόσ­ωπό του ἀντι­λο­γία.
  Πόσο ἀληθινά ἀποδείχθηκαν τά λόγια τοῦ Συ­με­ών, τό γνωρίζουμε ἀπό τήν ἱστορία. Πό­σοι Ἰσραηλῖτες προσέκρουσαν σ’ αὐτόν τόν «λίθον προσκόμματος» (Ρω 9,33) καί ἔ­πεσαν! Ἀνάμεσα στούς πρώτους, ἀρ­χιερεῖς, γραμ­ματεῖς καί φαρισαῖοι, οἱ ὁποῖοι, ἐνῶ ἦταν ἄνθρωποι τῆς θρησκείας καί τοῦ Νόμου, δέν ἀνα­γνώ­ρισαν στόν Ἰησοῦ τόν Μεσσία, ὄχι διότι δέν τούς δό­θηκαν διαπιστευτήρια, ἀλλά διότι αὐτοτυφλώθηκαν καί πωρώθηκαν• ἐπειδή ζητοῦσαν «τὴν ἰδίαν δικαιο­σύνην στῆ­σαι», ἐπεδίωκαν δηλαδή νά ὑπερισχύσει ἡ δική τους δῆθεν εὐσέβεια, καί ὄχι νά ὑποτα­γοῦν στήν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ (βλ. Ρω 10,3). Καί δέν εἶναι μό­νον αὐτοί. Ἔπεσαν καί χι­λιά­δες ἄλλοι Ἑβραῖοι, πού βλέποντας τά σημεῖα τοῦ Κυρίου τόν ἀνα­γνώριζαν καί τόν ἐπευφημοῦσαν ὡς «υἱὸν Δαυΐδ» (βλ. Μθ 21,9) καί «βασιλέα τοῦ Ἰσραήλ» (βλ. Ἰω 12,13), ἐνῶ στόν και­ρό τοῦ πειρασμοῦ ζητοῦσαν τόν θάνα­τό του καί κραύ­γα­ζαν ἀδιάντροπα· «Τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐφ’ ἡ­μᾶς καὶ ἐπὶ τὰ τέ­κνα ἡμῶν!» (Μθ 27,25). Καί τούς μι­μήθηκαν χιλιάδες ἤ καί ἑκα­τομμύρια ἄλλοι στήν συνέχεια.
  Ὅμως καί πόσοι ἀνυψώθηκαν! Ἴ­σως σέ σύγκριση μέ τό πλῆθος τῶν πε­πτω­κότων νά μήν εἶναι πολλοί, εἶ­ναι ὅμως ὅ,τι ἁγνότερο καί τιμιώτερο εἶχε νά προσ­φέ­ρει ὁ Ἰσραήλ. Εἶναι ἀσφα­λῶς ὁ γέροντας Συμεών, ἡ προφήτιδα Ἄννα, «θυγάτηρ Φα­νουήλ» (Λκ 2,36), ὁ Ζαχαρίας καί ἡ Ἐλισάβετ, εἶναι ἡ παρ­θένος Μαρία καί ὁ Ἰωσήφ· κι ἀκόμη εἶ­ναι ὁ Ἰω­άννης ὁ βαπτιστής, οἱ μαθη­τές τοῦ Κυ­ρίου, τά πλήθη πού πί­στε­ψαν στό ἀπο­στολικό κήρυγμα -ὅσοι ἔμειναν μέ­χρι τέ­λους πι­στοί-, ὁ Παῦλος, «Ἑ­βραῖος ἐξ Ἑ­- βραίων» (Φι 3,5), οἱ ἑβραῖοι συνεργάτες του, καί σίγουρα πολλοί ἄλλοι πού δέν ἀ­ναφέ­ρουμε ἤ ἀγνοοῦμε. Εἶναι τό «κατά­λειμμα», γιά τό ὁποῖο κάνει λόγο ὁ προ­­φή­της Ἠ­σαΐας (10,22), ἤ τό «λεῖμμα κατ’ ἐκλο­γὴν χάριτος» (Ρω 11,5) κατά τόν ἀπό­στολο Παῦλο. Ὅ­λοι αὐτοί προσέ­κρουσαν στόν λίθο Χριστό καί ὄχι μόνο δέν ἔπεσαν, ἀλλά διά τῆς πί­στεως σ’ Αὐτόν ἐκτινάχθη­καν στήν σφαί­ρα τοῦ οὐρα­νοῦ.
  Ὅμως ἡ προφητεία τοῦ Συμεών δέν ἐκτείνεται μόνο μέχρι τά ὅρια τοῦ Ἰ­σραήλ. Ἐκπληρώθηκε καί ἐκπλη­ρώ­νεται καθημε­ρινά σ’ ὁλόκληρη τήν οἰκουμένη. Ἀποτελεῖ ἱστορική δια­πί­στω­ση: Ὅποιος γνωρίσει τόν Ἰησοῦ ἤ θά τόν ἀναγνωρίσει ὡς Θεό καί θά τοῦ παραδώσει τόν ἑαυτό του ἤ θά σταθεῖ ἀπέναντί του ὡς ἐχθρός του. Μέση κατάσταση δέν ὑπάρχει. «Ὁ μὴ ὢν μετ’ ἐ­μοῦ κατ’ ἐμοῦ ἐστι, καὶ ὁ μὴ συνάγων μετ’ ἐμοῦ σκορπίζει» (Μθ 12,30), εἶπε ὁ ἴδιος, κι αὐτό συμβαίνει πάντοτε. Κα­νείς δέν μισήθηκε τόσο, ὅσο ὁ Χριστός καί τό κήρυγμά του. Ἀλλά καί κανείς δέν ἀγαπήθηκε τόσο, ὅσο Αὐτός. Τόν μίσησαν, ἐκτός ἀπό τούς Ἑβραίους, τά ἐθνικά ἱερατεῖα καί ὅσοι ἐ­πωφελοῦν­ταν οἰκονομικά ἀπό τήν λατρεία τῶν ψευδοθεῶν. Γιά εὐνόητους λόγους. Τόν μίσησαν οἱ ρωμαῖοι αὐτοκράτορες ὡς ὑπονομευτή τάχα τῆς ἑνότητας τῆς αὐ­το­κρατορίας· ἐπειδή οἱ Χριστιανοί ἀρ­νοῦν­ταν νά τούς ἀναγνωρίσουν καί νά τούς λα­τρεύσουν ὡς «Κυρίους». Τά τριακόσια πρῶτα χρόνια ζωῆς τῆς Ἐκ­κλησίας αὐτό τό μῖσος καί ἡ ἐχθρότητα ἐκδηλώθηκαν μέ ἰδιαίτερη σκληρότητα καί ὁδήγησαν σέ διωγμούς πρωτο­φα­νοῦς ἀγριότητας χιλιά­δες πιστούς. Ἀλ­λά καί στήν ἐποχή μας· εἶ­ναι νωπά ἀκόμη τά αἵματα τῶν χιλιάδων ἐπίσης μαρτύρων τῆς σοβιετικῆς θηριωδίας καί ὅλων τῶν ὁμόλογων ἀθεϊστικῶν καθεστώτων τοῦ 20οῦ αἰώνα. Γιά νά ἀνα­φερ­θοῦμε μόνο σ’ αὐτά τά πασί­γνω­στα.
  Ἀλλά καί πόσοι ἀγάπησαν καί ἀ­γα­ποῦν τόν πρᾶο καί ταπεινό Ἰησοῦ! Χι­λιά­δες Δημήτριοι, Γεώργιοι, Μαρίνες καί Παρασκευές πού πότισαν μέ τό αἷ­μα τῆς θυ­σίας τους τό δένδρο τῆς χρι­στιανικῆς πί­στης. Ἀλλά καί Βασίλειοι καί Γρηγόριοι καί Χρυσόστομοι καί Φώτιοι, οἱ ὁποῖοι ὄχι μό­νον ἀναδεί­χθη­καν μεγάλοι ἱεράρχες, πα­τρίκιοι τοῦ Ναζωραίου, ἀλλά σφράγισαν μέ τήν σφραγίδα τῆς χριστιανικῆς πίστης ἕναν ὁλόκληρο πολιτισμό πού ἔζησε καί με­γαλούργησε ἐπί μία καί πλέον χιλιετία. Καί ἀκόμη, ἀμέτρητοι ἄλλοι οἱ ὁποῖοι δια­κρίθηκαν καί διακρίνονται ὡς ἐκ­λε­κτοί ἐργάτες τοῦ πνεύματος στό στάδιο τῆς προσ­­ευχῆς καί τῆς ἄσκησης, τῆς ἱ­εραπο­στολῆς καί τῆς προσφορᾶς πρός τόν συν­άνθρωπο. Καί μαζί τους οἱ κα­θημερινοί ἄνθρωποι, οἱ ἁπλοί καί ἄση­μοι, οἱ ὁποῖοι ἐμπνεόμενοι ἀπό τήν πίστη στόν Κύριο ζοῦν μέσα σ’ αὐτόν τόν κόσμο «ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ καὶ σε­μνό­τη­τι» (Α´ Τι 2,2) καί ἀ­ποτελοῦν «τὸ ἅλας τῆς γῆς» καί «τὸ φῶς τοῦ κόσμου» (Μθ 5,13-14).
  Ἐμεῖς σέ ποιά παράταξη ἀνή­κου­με; Συγκαταλεγόμαστε στούς ἐχθρούς ἤ στούς φίλους τοῦ Κυρίου; Τό ὅτι λε­γόμαστε χριστιανοί δέν δηλώνει τί­ποτε, ἄν δέν ἔχουμε συνείδηση τῆς βα­ρύ­τη­τας αὐτοῦ τοῦ ὀνό­ματος. Καί τέτοια συνείδηση ἔχουν μόνον ὅσοι με­του­σιώνουν τό χριστιανικό κήρυ­γμα σέ ζωή. Ὅσοι ἀκολουθοῦν πιστά τά ἴχνη τοῦ «τῆς πίστεως ἀρχηγοῦ καὶ τελει­ω­τοῦ Ἰησοῦ» (βλ. Ἑβ 12,2) μέ ὁποιο­δή­ποτε τίμημα.

Εὐάγγελος Ἀλ. Δάκας  

Κατηγορία ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ
Δευτέρα, 31 Ιανουάριος 2022 00:31

Νῦν… τότε ἀπολύεις

 ypapanti «2 Φεβρουαρίου· ἡ Ὑπαπαντή τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ». Πολλά καί θαυμαστά τά γεγονότα τῆς ἑορτῆς. Ὁ Χριστός τεσσαρακονθήμερος ἀφιερώνεται στό ναό καί οἱ γονεῖς του προσφέρουν τίς καθιερωμένες θυσίες. Ὁ γέροντας Συμεών καί ἡ πρεσβύτιδα Ἄννα τόν ὑποδέχονται, δοξολογοῦν τόν Θεό καί λαλοῦν «περί αὐτοῦ πᾶσι τοῖς προσδεχομένοις λύτρωσιν», ζητώντας τήν ἀπόλυσιν τοῦ βίου.
  Καί τά θαυμαστά καί παράξενα; Μᾶς τά περιγράφουν τά τροπάρια τῆς ἑορτῆς. «Αὐτός πού μεταφέρεται ἀπό τά Χερουβίμ καί ὑμνεῖται ἀπό τά Σεραφίμ, σήμερα στό θεϊκό ναό προσφέρεται ὡς νήπιον», «ὁ παλαιός τῶν ἡμερῶν». «Ὁ κόλπων τοῦ Πατρός μή χωρισθείς», «ὁ ὤν σύν τῷ Πατρί ἐπί θρόνου ἁγίου», «ὁ ἐπιβλέπων ἐπί τήν γῆν καί ποιῶν αὐτήν τρέμειν», σέ τρεμάμενα χέρια ἑνός κουρασμένου γέροντος ἐνθρονίζεται. Ὡς Θεός δέχεται τά δῶρα πού προσφέρει ὁ Ἰωσήφ γι’ αὐτόν, τό ζεῦγος τῶν τρυγόνων ἤ δύο νεοσσούς τῆς περιστερᾶς.
  Κι ὅλα αὐτά γιά νά φέρει σέ μένα, τόν πεσμένο ἄνθρωπο, τήν ἀνάσταση καί τή σωτηρία. Γι’ αὐτό φόρεσε τήν ἀνθρώπινη σάρκα ὁ Θεός. «Νηπιάζει δι’ ἐμέ ὁ παλαιός τῶν ἡμερῶν, καθαρσίων κοινωνεῖ ὁ καθαρώτατος Θεός, ἵνα τήν σάρκα πιστώσῃ μου τήν ἐκ Παρθένου».
  Ἕνας ἄνθρωπος, ὁ Συμεών, ἀφοῦ εἶδε νά ἐκπληρώνεται ἡ προφητεία πού ἔλεγε «μή ἰδεῖν θάνατον πρίν ἤ ἴδῃ τόν Χριστόν Κυρίου», εὐλογεῖ τήν Θεοτόκο Μαρία προφητεύοντας τά σημάδια τῶν παθημάτων πού θά τῆς προσφέρει Αὐτός τόν ὁποῖο γέννησε. Καί καθώς βλέπει τό νήπιο στά χέρια του, εὐχαριστημένος ὁ γέροντας Συμεών ζητάει ἀπ’ αὐτό τήν ἀπόλυσιν τοῦ βίου. «Καί ταῦτα Συμεών μυσταγωγούμενος, ἐπέγνω τόν αὐτόν Θεόν φανέντα σαρκί· καί ὡς ζωήν ἠσπάζετο, καί χαίρων πρεσβυτικῶς ἀνεκραύγαζεν· Ἀπόλυσόν με· σέ γάρ κατεῖδον τήν ζωήν τῶν ἁπάντων». «Μοῦ πρόσφερες, Χριστέ μου, τήν ἀγαλλίαση τοῦ σχεδίου τῆς σωτηρίας· πάρε κοντά Σου τόν πιστό σου λάτρη, πού γέρασε στή σκιά περιμένοντας γιά νά γίνει ὁ νέος ἱεροκήρυκας τῆς χάριτός Σου. Τώρα, Δέσποτα, πάρε με, ὅπως μοῦ τό προεῖπες. Τώρα, πού σ’ ἔχω στά χέρια μου, τώρα, πού τά μάτια μου εἶδαν τό προαιώνιο φῶς, τώρα πού ἡ καρδιά μου σέ νιώθει Σωτήρα καί Λυτρωτή ὅλων τῶν ἀνθρώπων, τοῦ χριστωνύμου λαοῦ, ἀλλά καί ἐμοῦ προσωπικά».
  Ὁ μέν Συμεών, ἐπειδή ἦταν «δίκαιος καί εὐλαβής», ζητάει «νῦν ἀπολύεις, Δέσποτα». Ἐμένα ὅμως, μέ φοβίζει τό «νῦν», δέν θέλω τώρα! Γιατί τά μάτια μου εἶναι ἀκόμα κλειστά, ἡ καρδιά μου σφαλισμένη γερά καί δέν ἅπλωσα καί τά χέρια μου νά σέ δεχτῶ. Γι’ αὐτό, νήπιον Δέσποτα, σέ παρακαλῶ ἐγώ ὁ νήπιος, τότε, πρίν μέ πάρεις «Λάμπρυνόν μου τήν ψυχήν καί τό φῶς τό αἰσθητόν, ὅπως ἴδω καθαρῶς καί κηρύξω σε Θεόν». Ἄνοιξέ μου τά μάτια νά δῶ τό φῶς Σου, θέρμανε τήν καρδιά κι ἄνοιξε τήν ἀγκαλιά μου νά σέ δεχτῶ, καί ἔτσι, μέ Σένα στά χέρια μου νά παραδοθῶ στήν αἰώνια ἀγκαλιά Σου. Ἀμήν.

Ὁ νήπιος
Ἀπολύτρωσις 45 (1990) 21

Κατηγορία ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ
Τρίτη, 01 Φεβρουάριος 2022 02:00

Κρατώντας τήν Ἐλπίδα

ypapanti  Γνώρισμα ζωῆς καί πλοῦτος ἀκριβός τοῦ ἀνθρώπου ἡ ἐλπίδα. Ἀνάσα τῆς ψυχῆς του ὄχι ἁπλῶς ἰσάξια, ἀλλά ἀναγκαιότερη ἀπό τοῦ σώματος τήν ἀνάσα. Τήν θαύμασαν ὅλοι ἀπό τά πανάρχαια χρόνια. Τήν ἀπεικόνισαν μέ χρώματα ἐξαίσια οἱ ζωγράφοι. Τῆς ἔπλεξαν ἐγκώμια καί ὕμνους οἱ ποιηταί. ἘμΒάθυναν στό νόημά της οἱ σοφοί. Μά καί τούς ἁπλούς ἀνθρώπους συγκίνησε ἡ παρουσία της. Τήν καμάρωσαν ὡς τήν πολυτιμότερη περιουσία τους ἐκεῖνοι πού αἰσθάνθηκαν νά τούς φουσκώνει τά στήθη τό χαρούμενο φτερούγισμά της κι ἔνιωσαν διπλᾶ ἔρημοι καί δυστυχισμένοι ἐκεῖνοι πού στερήθηκαν τή συντροφιά της.

 Πεθαίνει ἡ ζωή δίχως ἐλπίδα. Ἀδυνατεῖ νά πορευθεῖ ὁ κάθε στρατοκόπος τῆς γῆς χωρίς αὐτή τήν πολύτιμη βακτηρία. Κι ἦταν γι᾿ αὐτό ἕνα βάσιμο κουράγιο, ἕνα στέρεο στήριγμα γιά τόν ἄνθρωπο τό γεγονός ὅτι ἀπό τό ξεκίνημά της ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα, ὅλος ὁ κόσμος, ζοῦσε κι ἀναπτυσσόταν μέ τήν προσδοκία, ἀνάσαινε μέ τήν ἐλπίδα.

 Στό κύλισμα τῶν χρόνων αὐτή ἡ ἐλπίδα ἔγινε τό μέσο ἐπικοινωνίας καί συνεργασίας τῆς γῆς μέ τή χάρη τοῦ οὐρανοῦ. Ὄχι ρομαντικά, φιλοσοφικά ἤ ποιητικά καί ἀόριστα, ἀλλά συγκεκριμένα καί ἁπτά ἐπί αἰῶνες αἰώνων τό ἱστορικό γίγνεσθαι διαμορφώνεται στό πλαίσιο πού ὁρίζει καί ὑποδεικνύει ἡ προσδοκία. Εὐκρινέστερα ὁδηγητική ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ στήν πορεία τοῦ περιουσίου λαοῦ του, τοῦ Ἰσραήλ, στέλνει ἀλλεπάλληλα τά προφητικά μηνύματα, πού δυναμώνουν τήν προσδοκία τῶν ἐθνῶν καί μορφοποιοῦν τήν ἐλπίδα τοῦ Ἰσραήλ στό ἀναμενόμενο "σωτήριον τοῦ Θεοῦ".

  Ναί, ἡ ἐλπίδα πώς θά φανεῖ στήν ταλαίπωρη γῆ τό "σωτήριον τοῦ Θεοῦ" εἶναι τό ζείδωρο ὀξυγόνο μέσα στήν ἀποπνικτική ἀτμόσφαιρα τῆς ἄγνοιας, τῆς ἁμαρτίας καί τῆς φθορᾶς τοῦ προχριστιανικοῦ κόσμου. Αὐτό τό ὀξυγόνο ζωογονεῖ τήν ἑτοιμοθάνατη καρδιά τοῦ πρεσβύτη Συμεών, κρατᾶ ἀνοιχτά τά γέρικα μάτια του καί τά ἑτοιμάζει νά ἀντικρύσουν καί νά ἀναγνωρίσουν τήν Ἐλπίδα ἐνσαρκωμένη, τόν Λόγο πού ἔγινε σάρξ καί "ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν".
 Κοσμοϊστορική καί μοναδική ἐκείνη ἡ συνάντηση στό ναό τοῦ Σολομῶντος κι ἄς ἔμοιαζε ἐξωτερικά μέ μυριάδες ἄλλες. Ἡ Παναγία Μητέρα φέρνει στό ναό σαρανταήμερο βρέφος τό Παιδί πού συνέλαβε ἀσπόρως, κυοφόρησε ἀρρήτως, γέννησε καί γαλακτοτρόφησε ὑπερλόγως. Θά τό ἀφιερώσει στόν Θεό, ὅπως ὁρίζει ὁ νόμος. Κι ἐκεῖ τό θεῖο Παιδί ἀπό τή δική της ἀγκαλιά περνᾶ στήν ἀγκαλιά τοῦ δικαίου Συμεών, στοῦ ὁποίου τά στήθη πάλλει ἡ ἐλπίδα.
 Ὁ σεμνός γέροντας εἶναι ὁ μόνος ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος ἐκείνη τήν ὥρα εἶχε συνείδηση ὅτι ἀντικρύζει καί κρατᾶ τόν "Χριστόν Κυρίου", τό φῶς τοῦ κόσμου, τήν ἐλπίδα καί δόξα τοῦ Ἰσραήλ. Αὐτό τό γνώρισμα ἀνάγει τή μορφή τοῦ πρεσβύτη σέ σύμβολο τῆς ἀνθρωπότητος καί προφητεία τῆς ἱστορίας της.
 Εἶναι ὁ λευκασμένος Συμεών ὁ ἐκπρόσωπος τοῦ πεσμένου ἀνθρώπου, πού ἐναγώνια περίμενε τή λύτρωση, ἀλλά ἀναδεικνύεται καί τό σύμβολο τῆς βεβαίας ἐλπίδος γιά τή λύτρωση, πού ἐπί τέλους ἦλθε. Στό πρόσωπό του ἐκφράζονται ὅλες οἱ προφητεῖες τοῦ Ἰσραήλ, ἐνσαρκώνονται ὅλοι οἱ πόθοι τοῦ κόσμου καί συνάμα ἀπαντᾶ ἐκπληρωμένη ἡ ἐπαγγελία, πραγματοποιημένη ἡ ἐπιθυμία, χειροπιαστό καί ζωντανό τό "σωτήριον τοῦ Θεοῦ".
  Γοργοκτυπᾶ ἡ ἀκάματη καρδιά του, καθώς ἐμπνευσμένη ἀπό τό Πνεῦμα τό ἅγιο διακρίνει ὅτι ὁ Υἱός τῆς Παρθένου θά εἶναι τό "σημεῖον ἀντιλεγόμενον", πού "κεῖται εἰς πτῶσιν καί ἀνάστασιν πολλῶν". Καί ἤδη ὁ ἴδιος ὁ πρεσβύτης ζῆ τήν "ἀνάσταση". Κάτοχος τῆς ζωντανῆς Ἐλπίδος ἱκετεύει εἰρηνικά· "Νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλόν σου, Δέσποτα". Τώρα, Κύριε, πού μ᾿ ἀξίωσες νά δῶ καί νά κρατήσω στά χέρια μου "τό σωτήριόν σου", τώρα πού μοῦ χάρισες τή σωτηρία, ἄς τελειώσει ἡ ἐπίγεια ζωή μου. Ἔχει ἐκπληρώσει πλέον τόν προορισμό της.
  Ἡ γεροντική ἀγκαλιά τοῦ Συμεών, πού κλείνει μέσα της τήν ἐνσαρκωμένη Ἐλπίδα γίνεται ἐπίσης ὁ τύπος ὁ προφητικός, πού προλέγει ἄφωνα καί προδιαγράφει ἀλάνθαστα τό μέλλον τῆς ἀνθρωπότητος. Σέ κάθε ἐποχή ἡ ἀνθρωπότητα ἔρχεται ἀντιμέτωπη μέ τόν Ἰησοῦ Χριστό. Ζυγίζεται καί μετριέται ἀπό τή θέση της ἀπέναντί του καί ἤ ἐκτινάσσεται στά ὕψη τῆς πίστεως, ὅπου ἡ ἐλπίδα καί ἡ αἰώνια χαρά, ἤ κατακρημνίζεται στά βάραθρα τῆς ἀπιστίας, μέ ἀναπόφευκτο ἐπακόλουθο τήν ἀπελπισία.
  Καί σήμερα, ὅπως σέ κάθε ἐποχή, ἐπίκαιρος ὁ προφητικός λόγος καί ἡ μορφή τοῦ ἁγίου Συμεών. Ὁ σημερινός κόσμος, ἄν καί ἔφθασε ἤδη στό κατώφλι τοῦ 21ου αἰώνα τῆς μετά Χριστόν ζωῆς του, ἔχει ἔντονα τά σημάδια τῆς ὁμοιότητος μέ τόν προχριστιανικό κόσμο. Γηρασμένος ἐπικίνδυνα ἀπό τήν ἁμαρτία ἔχει χάσει τόν προσανατολισμό του. Παραπαίει στήν ἀβεβαιότητα, συνθλίβεται ἀπό τό ἄγχος κι ἀπεγνωσμένα κραυγάζει· "ζητεῖται ἐλπίς". Σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο ὁ γέροντας Συμεών δίνει τήν ἀπάντηση, μία ἀπάντηση αὐθεντική, κατοχυρωμένη ἀπό τήν ἱστορία καί ἐπιβεβαιωμένη ἀπό τήν πραγματικότητα: Ὑπάρχει ἐλπίς! Εἶναι ὁ Χριστός!
  Ἄν ὁ κόσμος θελήσει νά ἐναγκαλισθεῖ καί ἐνστερνισθεῖ τόν Χριστό, θά ρεύσει ἡ ζωή στίς φλέβες του, θά θρονιασθεῖ ἡ ἐλπίδα στήν καρδιά του. Διότι ὁ Χριστός εἶναι ἡ Ζωή καί ἡ Ἐλπίδα. Ἄν ἐπιστρέψει στόν Χριστό ὁ κόσμος μας, δέν θά πεθάνει. Κι ἄς βρίσκεται -ὅπως τό βεβαιώνουν εἰδικοί καί μή- ἐγγύς ἀφανισμοῦ. Θά ζήσει. Ὄχι διότι θά ἐκλείψει τό φαινόμενο τοῦ θανάτου, ἀλλά διότι θά γίνει ὁ ἄνθρωπος κοινωνός στήν ἀληθινή, στήν αἰώνια Ζωή, στή βεβαία Ἐλπίδα.
  Μία ὑπαπαντή χρειάζεται σήμερα ἡ ἀνθρωπότητα καί ἡ καρδιά μας. Νά ὑπαντήσει τόν Χριστό, πού τόν ἐναποθέτει ἡ Ἐκκλησία ὄχι στήν ἀγκαλιά μά μές στήν ἴδια τήν καρδιά μας. Νά τόν δεχθεῖ καί νά τόν κρατήσει. Θά ᾿χει τότε δική της χειροπιαστή τήν Ἐλπίδα.

Στέργιος Ν. Σάκκος

Ἀπολύτρωσις 52 (1997) 28-29

Κατηγορία ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ
Πέμπτη, 28 Δεκέμβριος 2017 03:00

Ἡ σφαγή μετά τήν Ὑπαπαντή

Μελετώντας τά γεγονότα τῆς ἱστορίας τοῦ Χριστοῦ, καθώς συμπλέκονται μέ τήν δική μας ἱστορία, μποροῦμε καλύτερα νά κατανοήσουμε τό σχέδιο τῆς θείας οἰκονομίας καί βαθύτερα νά χαροῦμε τήν πίστη μας. Κι ὅταν κάποιες φορές προβάλλουν σημεῖα πού ἐμποδίζουν τάχα τήν ἱστορική κατοχύρωση τῶν γεγονότων, μήν ὀλιγοπιστήσουμε οὔτε νά τά παρατρέξουμε φοβισμένα μέ τήν ἀνυπόστατη αἰτολογία «πίστευε καί μή ἐρεύνα». Ὄχι! Ἡ πίστη μας πού ἱστορεῖται στήν ἁγία Γραφή δέν φοβᾶται τήν ἔρευνα!
  sfagi nipion Ἕνα σημεῖο πού φαίνεται ὅτι παρακωλύει τήν ὁμαλή ἐξιστόρηση τῶν πραγμάτων καί σαλεύει τήν ἁρμονία τῶν εὐαγγελίων συνδέεται μέ τήν Ὑπαπαντή τοῦ Κυρίου καί μέ τήν σφαγή τοῦ Ἡρώδη. Ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ὅταν συμπληρώθηκε ὁ χρόνος ὁ καθορισμένος ἀπό τόν νόμο, ἡ Παρθένος καί ὁ Ἰωσήφ «ἀνήγαγον» τό βρέφος Ἰησοῦ «εἰς Ἰεροσόλυμα παραστῆσαι τῷ Κυρίῳ» (Λκ 2,22). Ὁ Ματθαῖος ἐξ ἄλλου μᾶς παραδίδει ὅτι ἀμέσως μετά ἀπό τήν ἀναχώρηση τῶν μάγων, πού ἦρθαν νά προσκυνήσουν τόν «τεχθέντα βασιλέα», ὁ Ἰωσήφ μέ ἐντολή τοῦ ἀγγέλου πῆρε «τό παιδίον καί τήν μητέρα αὐτοῦ» καί ἔφυγε στήν Αἴγυπτο, ἐνῶ ὁ Ἡρώδης «ἰδών ὅτι ἐνεπαίχθη ὑπό τῶν μάγων ἐθυμώθη λίαν» καί ἔδωσε ἐντολή νά σφαγοῦν ὅλα τά παιδιά τῆς περιοχῆς Βηθλεέμ ἀπό δύο ἐτῶν καί κάτω (Μθ 2,13-18). Εὔλογη, λοιπόν, φαίνεται ἡ ἀπορία: Πότε πῆγε στόν Ναό ὁ Ἰησοῦς καί πῶς συμβιβάζεται ἡ διήγηση τοῦ Ματθαίου μέ ἐκείνην τοῦ Λουκᾶ;
   Ἡ προσεκτική μελέτη τῶν δύο διηγήσεων βοηθᾶ νά ξεκαθαρίσουμε τά πράγματα καί δείχνει ὅτι καμία ἀντίφαση δέν ὑπάρχει μεταξύ τους. Σύμφωνα μέ τόν εὐαγγελιστή Λουκᾶ, μετά τό μήνυμα τοῦ ἀγγέλου ὅτι «ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτήρ» καί τήν θαυμαστή παρουσία πλήθους «στρατιᾶς οὐρανίου», πού δοξολογοῦσε τόν Θεό, «οἱ ἄνθρωποι οἱ ποιμένες» ἦρθαν στήν Βηθλεέμ, ὅπου βρῆκαν τήν Παρθένο μαζί μέ τόν Ἰωσήφ «καί τό βρέφος κείμενον ἐν τῇ φάτνῃ» (Λκ 2,8-20). Ὅλα αὐτά συνέβησαν τό βράδυ τῆς Γεννήσεως. Στήν συνέχεια ὁ Λουκᾶς διηγεῖται τήν περιτομή τοῦ Κυρίου καί κατόπιν τήν τελετή τῆς ἀφιερώσεώς του στόν Ναό.
   Ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος ἀμέσως μετά ἀπό τήν ἱστόρηση τῆς Γεννήσεως, κάνει λόγο γιά τήν προσκύνηση τῶν μάγων, οἱ ὁποῖοι, ὡς γνωστόν, ἦταν ἡγέτες τῶν ἀνατολικῶν λαῶν Χαλδαίων, Βαβυλωνίων, Περσῶν κτλ., ἀσχολοῦνταν δέ μέ τήν μελέτη τῶν ἄστρων, καί διά τοῦ ἄστρου τούς κάλεσε ὁ Θεός. Δέν ξέρουμε τόν συγκεκριμένο τόπο καταγωγῆς καί διαμονῆς τους. Ἐξυπακούεται ὅτι οἱ μάγοι δέν ξεκίνησαν ἀπό τήν πατρίδα τους ἀμέσως μόλις εἶδαν τό ἄστρο. Μεσολάβησε κάποιος χρόνος ὥσπου νά συνεννοηθοῦν μεταξύ τους, νά ἑτοιμάσουν τά δῶρα καί τίς ἀποσκευές, τούς δούλους πού θά τούς συνόδευαν. Ὅταν τό καραβάνι τους ἔφθασε στήν Ἰερουσαλήμ καί παρουσιάσθηκαν στόν Ἡρώδη γιά νά ζητήσουν ἀπό αὐτόν πληροφορίες γιά τόν νεογέννητο βασιλιά, εἶχε περάσει καιρός ἀπό τήν γέννηση τοῦ Χριστοῦ, ὁπωσδήποτε ἀρκετοί μῆνες. Ἄν κρίνουμε ἀπό τήν διαταγή τοῦ Ἡρώδη νά σφαγοῦν τά παιδιά ἡλικίας κάτω τῶν δύο ἐτῶν, ἴσως εἶχε περάσει κι ἕνας χρόνος. Γι' αὐτό καί οἱ μάγοι δέν ἦρθαν στό σπήλαιο νά προσκυνήσουν τόν Χριστό, ἀλλά «ἐν τῇ οἰκίᾳ», ὅπου στό μεταξύ εἶχε μεταφερθεῖ ἡ ἁγία οἰκογένεια. Ἤδη στό διάστημα αὐτό, πού δέν εἶχαν ἐκδηλωθεῖ ἀκόμη οἱ ἄγριες διαθέσεις τοῦ Ἠρώδη, μποροῦσαν ἄφοβα ὁ Ἰωσήφ μαζί μέ τήν Παναγία νά τελέσουν τήν ἀφιέρωση τοῦ Ἰησοῦ στόν Ναό, κατά τήν τεσσαρακοστή ἡμέρα τῆς ζωῆς του. Αὐτό τό περιστατικό ἱστορεῖ ὁ Λουκᾶς στό 2,22-38. Ἡ προσκύνηση τῶν μάγων καί ἡ σφαγή ἀπό τόν Ἡρώδη, πού διηγεῖται ὁ Ματθαῖος στό 2ο κεφ. τοῦ εὐαγγελίου του, συνέβησαν ἀργότερα.
   Ὅτι σ' ὅλα αὐτά δέν ὑπάρχει καμία διαφωνία μεταξύ τοῦ εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ καί τοῦ Ματθαίου ἐπιβεβαιώνεται καί ἀπό ἕνα ἀκόμη σημεῖο. Κατά τήν διήγηση τοῦ εὐαγγελιστοῦ Ματθαίου φαίνεται ὅτι ὁ δίκαιος Ἰωσήφ εἶχε σκοπό νά ἐγκατασταθεῖ μόνιμα μαζί μέ τήν οἰκογένειά του στήν Βηθλεέμ καί γι' αὐτό παρέμεινε ἐκεῖ μετά τήν ἀπογραφή. Ὁ Θεός τοῦ ἀλλάζει τό σχέδιο καί τόν στέλνει μαζί μέ τήν Πρθένο καί τόν Ἰησοῦ στήν Αἴγυπτο. Καί μετά τήν ἐπιστροφή ἀπό τήν Αἴγυπτο καί πάλι ὁ Ἰωσήφ στήν Ἰουδαία κατευθύνεται, ἀλλά καί πάλι ὁ Θεός μέ ὄνειρο τόν καθοδηγεῖ νά ἐγκατασταθεῖ στήν Ναζαρέτ, «ὅπως πληρωθῇ τό ρηθέν διά τῶν προφητῶν ὅτι Ναζωραῖος κληθήσεται» (Μθ 2,23).
   Δέν διαφωνοῦν λοιπόν μεταξύ τους οἱ ἱεροί εὐαγγελιστές. Εὔστοχα ὁ ἱερός Αὐγουστῖνος παρατηρεῖ: «Πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι ὁ κάθε εὐαγγελιστής συνυφαίνει ἔτσι τήν ἀφήγησή του, ὥστε ἡ σειρά τῶν γεγονότων νά φαίνεται ὅτι εἶναι διευθετημένη κατά τέτοιο τρόπο, σάν νά μήν παραλείπει τίτοτε». Ἔτσι κάθε εὐαγγέλιο ἔχει τήν αὐτοτέλειά του, ἀλλά καί ἡ παράλληλη μελέτη ὅλων μᾶς δίνει τήν πλήρη εἰκόνα τῶν γεγονότων.

Στέργιος Σάκκος

Ἀπολύτρωσις 46 (1991) 27-28

Δευτέρα, 02 Φεβρουάριος 2015 02:00

Ὑπαπαντή Λκ 2,22-40

Ἡ ἀφιέρωση τοῦ Ἰησοῦ

ypapanti2,22. Καὶ ὅτε ἐπλήσθησαν αἱ ἡμέραι τοῦ καθαρισμοῦ αὐτῶν κατὰ τὸν νόμον Μωϋσέως, ἀνήγαγον αὐτὸν εἰς Ἰεροσόλυμα παραστῆσαι τῷ Κυρίῳ.
 Σύμφωνα μέ τό μωσαϊκό τελετουργικό, σαράντα ἡμέρες μετά τήν γέννηση τοῦ ἀρσενικοῦ παιδιοῦ καί ὀγδόντα μετά τήν γέννηση τοῦ θηλυκοῦ, ἔπρεπε ἡ μητέρα μέ τό νεογέννητο νά παρουσιασθεῖ στόν ναό καί νά προσφέρει τήν ὁρισμένη θυσία γιά τήν νομική κάθαρση τῆς λεχώνας (βλ. Λε κεφ. 12). Ἡ πάναγνος Παρθένος βέβαια δέν εἶχε ἀνάγκη καθαρισμοῦ, διότι ὑπερφυσικά ἐκ Πνεύματος ἁγίου συνέλαβε τόν υἱό της καί τόν γέννησε δίχως νά ὑποστεῖ τήν παραμικρή φθορά. Δέχθηκε, ὡστόσο, τόν καθαρισμό, ὅπως ὁ υἱός της τήν περιτομή, γιά νά μή φανεῖ ὅτι παραβαίνει τόν μωσαϊκό νόμο.
 Πολλοί πατέρες καί ἑρμηνευτές ὑποστηρίζουν ὅτι ἡ Παρθένος γέννησε τόν Ἰησοῦ χωρίς ὠδίνες. Αὐτό εἶναι, πράγματι, πολύ πιθανό, τόσο διότι τό βρέφος εἶχε θεία προέλευση ὅσο καί διότι ἡ μητέρα ἦταν ἐξαιρετικῆς ἁγιότητος. Ἡ μητέρα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ δέν συμπεριλήφθηκε στήν κατάρα ἐκείνη πού λέχθηκε γιά τήν Εὔα, ὅταν ἁμάρτησε· «ἐν λύπαις τέξῃ τέκνα» (Γέ 3,16). Στό 12ο κεφάλαιο, βέβαια, τῆς Ἀποκαλύψεως ἡ «γυνή ἡ περιβεβλημένη τόν ἥλιον», σύμβολο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καί ὅλης τῆς Ἐκκλησίας, ἐμφανίζεται νά ἔχει ὠδίνες τοκετοῦ (βλ. Ἀπ 12,1-2). Ἀλλά ἐκεῖ πρόκειται γιά συμβολική ἔκφραση· δηλώνει τόν πόνο πού σάν ρομφαία πλήγωσε τήν καρδιά τῆς Θεοτόκου κατά τήν προφητεία τοῦ Συμεών (βλ. στ. 35), καθώς ἐπίσης τίς δυσκολίες καί τά προβλήματα πού σέ ὅλους τούς αἰῶνες ἀντιμετωπίζει ἡ στρατευομένη Ἐκκλησία.
 Παράλληλα μέ τόν καθαρισμό τῆς μητέρας γινόταν ἡ ἀφιέρωση τοῦ πρωτοτόκου ἀγοριοῦ στόν Θεό. Τό ρῆμα παραστῆσαι ἀπαντᾶ πολύ συχνά στήν ἁγία Γραφή ὡς ὅρος πού δηλώνει τήν παρουσίαση τῶν θυμάτων στό θυσιαστήριο κατά τήν λευϊτική λατρεία. Χρησιμοποιεῖται, ἐπίσης, γιά τήν παρουσίαση τῶν δούλων στούς κυρίους, τῶν ἐργατῶν στούς ἐργοδότες, τῶν ὑπηκόων στόν βασιλιά, τῶν στρατιωτῶν στόν στρατηγό, τῆς νύμφης στόν νυμφίο· τέλος, γιά τό ὁλοκληρωτικό δόσιμο τῶν πιστῶν στόν Θεό (βλ. Ρω 12,1).

2,23. καθὼς γέγραπται ἐν νόμῳ Κυρίου ὅτι πᾶν ἄρσεν διανοῖγον μήτραν ἅγιον τῷ Κυρίῳ κληθήσεται.
 Κατά τήν νύκτα τῆς ἐξόδου τῶν Ἰσραηλιτῶν ἀπό τήν Αἴγυπτο ὁ Θεός πάταξε τά πρωτότοκα τῶν Αἰγυπτίων. Τά πρωτότοκα τῶν Ἰουδαίων σώθηκαν χάρη στό αἷμα τοῦ ἀρνίου, μέ τό ὁποῖο ἄλειψαν τίς παραστάδες τῆς πόρτας τῶν σπιτιῶν τους. Ἀπό τότε κάθε πρωτότοκος υἱός ἦταν «ἅγιος», ἀφιερωμένος στήν ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ (βλ. Ἔξ 13,2). Ἐπειδή ὁ Θεός ἀντί αὐτῶν τῶν πρωτοτόκων διάλεξε τούς λευΐτες νά τόν ὑπηρετοῦν (βλ. Ἀρ 3,12), οἱ Ἰουδαῖοι μποροῦσαν νά ἐξαγοράσουν τά πρωτότοκά τους καταθέτοντας στόν ναό τό ἀντίτιμο τῶν 5 σίκλων (βλ. Ἀρ 18,15-16). «Ἅγια» θεωροῦνταν ὄχι μόνο τά πρωτότοκα παιδιά ἀλλά καί τά πρωτότοκα τῶν κατοικιδίων ζώων καί οἱ ἀπαρχές τῶν καρπῶν (βλ. Ἔξ 22,29-30) τά ὁποῖα προσφέρονταν στόν ναό.

2,24. καὶ τοῦ δοῦναι θυσίαν κατὰ τὸ εἰρημένον ἐν νόμῳ Κυρίου, ζεῦγος τρυγόνων ἤ δύο νεοσσοὺς περιστερῶν.
 Κατά τήν ἡμέρα τοῦ καθαρισμοῦ τῆς μητέρας καί τῆς ἀφιερώσεως τοῦ παιδιοῦ οἱ γονεῖς ἐκτός ἀπό τό ποσό τῶν 5 σίκλων πού κατέθεταν στόν ναό, θυσίαζαν ἕνα ἀρνί ἑνός ἔτους καί ἕνα μικρό περιστέρι ἤ τρυγόνι. Ἄν ἦταν φτωχοί, ὁ νόμος ὅριζε νά προσφέρουν ἕνα ζευγάρι τρυγόνια ἤ δύο μικρά περιστέρια (βλ. Λε 12,6.8). Ἀπό τό γεγονός ὅτι στόν στίχο αὐτό ἀναφέρεται μόνο ἡ δεύτερη περίπτωση, συμπεραίνουμε ὅτι ὁ Ἰωσήφ καί ἡ Μαρία ἦταν φτωχοί.

2,25. Καὶ ἰδοὺ ἦν ἄνθρωπος ἐν Ἰεροσολύμοις ᾧ ὄνομα Συμεών, καὶ ὁ ἄνθρωπος οὗτος δίκαιος καὶ εὐλαβής, προσδεχόμενος παράκλησιν τοῦ Ἰσραήλ, καὶ Πνεῦμα ἦν Ἅγιον ἐπ’ αὐτόν.
 Τό γεγονός τοῦ νομικοῦ καθαρισμοῦ τῆς παναγίας Μητέρας καί τῆς ἀφιερώσεως τοῦ Ἰησοῦ συνδέεται μέ μία συνάντηση. Δύο ἄνθρωποι ἀπό τό ἐκλεκτό κατάλοιπο τοῦ Ἰσραήλ, ὁ Συμεών καί ἡ Ἄννα, συναντοῦν τόν Μεσσία, τόν ὁποῖο μέ λαχτάρα περίμεναν. Γι’ αὐτό, ἡ ἀντίστοιχη δεσποτική γιορτή πού ὅρισε ἡ Ἐκκλησία μας σαράντα ἡμέρες μετά τά Χριστούγεννα ὀνομάζεται «Ὑπαπαντή τοῦ Κυρίου» (ὑπαπαντή = συνάντηση).
 Διατυπώθηκε ἡ ἄποψη ὅτι ὁ Συμεών ἦταν ἕνας ἀπό τούς Ἑβδομήκοντα πού μετέφρασαν τήν Παλαιά Διαθήκη, ὅτι ἦταν ἀρχιερέας ἤ ραββῖνος, πατέρας τοῦ Γαμαλιήλ. Τά στοιχεῖα αὐτά, ὡστόσο, εἶναι ἀνακριβῆ· προέρχονται κυρίως ἀπό ἀπόκρυφα κείμενα. Ἄν ὁ Συμεών εἶχε σχέση μέ τήν ἱερωσύνη, θά τό δήλωνε μέ σαφήνεια ὁ Λουκᾶς μαζί μέ τά ἄλλα στοιχεῖα τῆς ταυτότητός του. Ὁ Συμεών ἦταν ἕνας ἁπλός καί πιστός ἄνθρωπος, ὅπως οἱ ποιμένες καί ἡ προφήτιδα Ἄννα.
 Ἐκτός ἀπό τό ὄνομα καί τόν τόπο κατοικίας του πληροφορούμαστε ἐπίσης ὅτι ἦταν δίκαιος καί εὐλαβής, πού σημαίνει ὅτι ἦταν ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Ὁρισμένοι ἑρμηνευτές θεωροῦν ὅτι ὁ χαρακτηρισμός εὐλαβής ἀναφέρεται στήν σχέση του μέ τόν Θεό, ἐνῶ τό δίκαιος στήν σχέση του μέ τούς ἀνθρώπους. Στήν ἁγία Γραφή ὅμως «δίκαιος» χαρακτηρίζεται καί ὁ εὐλαβής, ὁ εὐσεβής (βλ. σχόλια στό 1,6). Χρησιμοποιοῦνται, δηλαδή, ἐδῶ δύο λέξεις πού ἐκφράζουν τό ἴδιο νόημα (σχῆμα «ἕν διά δυοῖν»).
 Ὁ Συμεών ἦταν προσδεχόμενος, πρόσμενε μέ ζωηρό πόθο καί μεγάλη λαχτάρα, τήν παράκλησιν τοῦ Ἰσραήλ, δηλαδή τόν Μεσσία. Τό ρῆμα «παρακαλῶ» σημαίνει «παρηγορῶ, στηρίζω». Γενικά δηλώνει τό ἔργο τοῦ πνευματικοῦ στηριγμοῦ καί τῆς πνευματικῆς καλλιέργειας. Ὁ Συμεών περίμενε νά στείλει ὁ Θεός τόν παράκλητο Μεσσία, γιά νά ἐνισχύσει καί νά καλλιεργήσει τό ἔθνος τοῦ Ἰσραήλ, γιά νά ἐκπληρώσει τίς προσδοκίες του.
 Τονίζεται, τέλος, ὅτι Πνεῦμα ἦν Ἅγιον ἐπ’ αὐτόν, γιά νά φανεῖ τό προφητικό χάρισμα τοῦ Συμεών. Αὐτός, μετά ἀπό τήν Ἐλισάβετ (1,42-45) καί τόν Ζαχαρία (1,68-79), διακηρύττει ὅτι ἦλθε ὁ Μεσσίας.

2,26. καὶ ἦν αὐτῷ κεχρηματισμένον ὑπὸ τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου μὴ ἰδεῖν θάνατον πρὶν ἢ ἴδῃ τὸν Χριστὸν Κυρίου.
 Ὁ Συμεών εἶχε πληροφορία ἀπό τό ἅγιο Πνεῦμα, ἦν αὐτῷ κεχρηματισμένον ὑπὸ τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου -εἴτε δι’ ἀγγέλου εἴτε δι’ ὁράματος-, ὅτι δέν θά δεῖ θάνατο, δέν θά πεθάνει, προτοῦ δεῖ τόν Μεσσία. Χριστὸς Κυρίου ὀνομάζεται ὁ χρισμένος ἀπό τόν Θεό Πατέρα, ὁ ἀπεσταλμένος νά φέρει τήν σωτηρία στό γένος τῶν ἀνθρώπων (βλ. 2,11).
 Ὁ Ἰησοῦς εἶναι, πράγματι, ὁ ἀπεσταλμένος ἀπό τόν Θεό Πατέρα, ἀλλά ταυτόχρονα εἶναι καί ὁ ἴδιος ὁ Κύριος καί Θεός.

2,27-28. Καὶ ἦλθεν ἐν τῷ Πνεύματι εἰς τὸ ἱερόν· καὶ ἐν τῷ εἰσαγαγεῖν τοὺς γονεῖς τὸ παιδίον Ἰησοῦν τοῦ ποιῆσαι αὐτοὺς κατὰ τὸ εἰθισμένον τοῦ νόμου περὶ αὐτοῦ, καὶ αὐτὸς ἐδέξατο αὐτὸν εἰς τὰς ἀγκάλας αὐτοῦ καὶ εὐλόγησε τὸν Θεὸν καὶ εἶπε.
 Ὁ Συμεών ἦλθε ἐν τῷ Πνεύματι, μέ τήν παρακίνηση τοῦ ἁγίου Πνεύματος, στό ἱερό. Τήν ὥρα ἐκείνη ἔφθανε ἐκεῖ ἡ ἁγία οἰκογένεια, γιά νά ἐκτελέσει ὅ,τι ὅριζε ὁ μωσαϊκός νόμος. Ὁ Λουκᾶς δέν διστάζει νά χρησιμοποιήσει γιά τήν παρθένο Μαρία καί τόν Ἰωσήφ τήν λέξη γονεῖς. Μ’ αὐτή τήν ἰδιότητα, σύμφωνα μέ τήν θεία βουλή, ἐμφανίζονταν καί ἐνεργοῦσαν κατά τήν στιγμή ἐκείνη.
  Ὁ γέροντας Συμεών ὀνομάζεται «θεοδόχος», διότι δέχθηκε στήν ἀγκαλιά του τό θεῖο βρέφος. Ἀκούμπησε τόν ἴδιο τόν Θεό στήν καρδιά του, πού πλημμυρισμένη ἀπό ἀγάπη καί εὐτυχία ξέσπασε σέ ὕμνο καί δοξολογία.

2,29-32. νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου, δέσποτα, κατὰ τὸ ῥῆμά σου ἐν εἰρήνῃ, ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου, ὃ ἡτοίμασας κατὰ πρόσωπον πάντων τῶν λαῶν, φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν καὶ δόξαν λαοῦ σου Ἰσραήλ.
 Τό ρῆμα «ἀπολύω» (πρβλ. Γέ 15,2· Ἀρ 20,29) εἶναι συνώνυμο μέ τό «ἀναλύω» (βλ. Φι 1,23· Β´ Τι 4,6). Τό «ἀναλύω» κυριολεκτεῖται στούς στρατιῶτες καί στούς ὁδοιπόρους, οἱ ὁποῖοι, ὅταν φθάνουν στόν προορισμό τους, «ἀναλύουν», ξεφορτώνουν τό φορτίο τους. Τό «ἀπολύω» κυριολεκτεῖται στά πλοῖα πού εἶναι δεμένα στό λιμάνι· τά «ἀπολύουν», τά λύνουν γιά νά φύγουν ἀπό τό λιμάνι καί νά ἀνοιχτοῦν στό πέλαγος. Ὁ θάνατος εἶναι μιά ἀνάλυση καί μιά ἀπόλυση. Ἡ ψυχή ξεφορτώνεται τό φορτίο τοῦ σώματος καί ἐλεύθερη ἀναχωρεῖ ἀπό τήν γῆ αὐτή γιά τό λιμάνι τοῦ οὐρανοῦ.
 Ὁ Συμεών ὀνομάζει τόν ἑαυτό του δοῦλον καί ἀπευθύνεται στόν Θεό προσφωνώντας τον δέσποτα. Ἡ ἰδιότητα τοῦ δούλου εἶναι σίγουρα ὅ,τι πιό φοβερό καί ὑποτιμητικό γιά τόν ἄνθρωπο πού πλάστηκε ἐλεύθερος. Γιά τούς πιστούς ὅμως ἀποτελεῖ τίτλο τιμῆς νά ἀποκαλοῦνται «δοῦλοι Κυρίου». Μέ σεμνή καύχηση οἱ ἀπόστολοι ἀναφέρονται σ’ αὐτόν τόν τίτλο (βλ. Ρω 1,1· Φι 1,1· Ττ 1,1· Ἰα 1,1· Ἰδ 1· Ἀπ 1,1).
 Ὁ σεβάσμιος γέροντας ἀξιώθηκε νά πάρει στήν ἀγκαλιά του τόν λυτρωτή πού περίμεναν οἱ αἰῶνες. Ἐκπληρώθηκε κατὰ τὸ ῥῆμα τοῦ Κυρίου, σύμφωνα μέ τήν θεϊκή ὑπόσχεση, ἡ μεγαλύτερη ἐπιθυμία τῆς ζωῆς του. Εἶδε ὄχι μέ τήν πίστη οὔτε μέ τόν πόθο καί τήν ἐλπίδα ἀλλά μέ τά ἴδια τά μάτια του τόν ἐρχομό τοῦ Μεσσία. Γι’ αὐτό φεύγει ἀπό τόν κόσμο αὐτόν ἐν εἰρήνῃ.
  Ἡ λέξη σωτήριον, πού ἀναφέρεται συχνά στήν Παλαιά Διαθήκη, σημαίνει γενικά τό σωτήριο καί λυτρωτικό ἔργο τοῦ Κυρίου ἀλλά καί εἰδικά αὐτόν τόν ἴδιο τόν σωτήρα. Ὅ,τι περίμεναν καί λαχταροῦσαν νά δοῦν ὅλοι οἱ προφῆτες, αὐτό ἀξιώνεται νά δεῖ ὁ Συμεών στό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ.
  Ὁ Θεός σχεδίασε καί προετοίμασε τήν σωτηρία γιά ὅλους τούς λαούς τῆς γῆς. Στήν καθολικότητα τῆς σωτηρίας ἀναφέρεται ὁ Συμεών λέγοντας ὃ ἡτοίμασας κατὰ πρόσωπον πάντων τῶν λαῶν. Ἀλλά καί στίς προφητεῖες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, παρά τό στενό ἐθνικιστικό πνεῦμα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, γίνεται ξεκάθαρα λόγος γιά τήν παγκόσμια σωτηρία. Ὁ προφήτης Ἠσαΐας μέ σαφήνεια διακηρύσσει· «ἀποκαλύψει Κύριος τὸν βραχίονα τὸν ἅγιον αὐτοῦ ἐνώπιον πάντων τῶν ἐθνῶν, καὶ ὄψονται πάντα ἄκρα τῆς γῆς τὴν σωτηρίαν τὴν παρὰ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν» (52,10).
 Τό σωτήριον ἀναλύεται σέ φῶς καί δόξαν, καί τό λαῶν σέ ἔθνη καί Ἰσραήλ. Γιά τά ἔθνη, τά ὁποῖα στεροῦνταν τήν ἀληθινή γνώση τοῦ Θεοῦ καί τήν θεϊκή ἀποκάλυψη, κατάλληλα λέγεται ὅτι θά τούς δοθεῖ τό φῶς πού θά διαλύσει τά σκοτάδια τῆς πλάνης καί τῆς ἄγνοιας, ὥστε νά λάμψει στά μάτια τους ἡ ἀλήθεια. Ἡ μεσσιανική σωτηρία καί ὁ Μεσσίας ἀναγγέλθηκε ἤδη ἀπό τούς προφῆτες ὡς «φῶς ἐθνῶν» (Ἠσ 42,6· 49,6· 51,4). Γιά τόν Ἰσραήλ, τόν λαό τοῦ Θεοῦ, ὁ Μεσσίας εἶναι δόξα, διότι «ἡ σωτηρία ἐκ τῶν Ἰουδαίων ἐστίν» (Ἰω 4,22).
 Ὁ ὕμνος τοῦ Συμεών κατέχει ξεχωριστή θέση στήν λατρεία τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀκούγεται ἀπό τόν ἱερέα στό τέλος τῆς ἀκολουθίας τοῦ Ἑσπερινοῦ. Στήν κατανυκτική αὐτή ἀκολουθία, πού ὑπενθυμίζει ὅτι ὅπως τελειώνει ἡ ἡμέρα θά τελειώσει καί ἡ ζωή μας, ὁ ὕμνος τοῦ Συμεών ἀποτελεῖ μία προτροπή· νά εἴμαστε κάθε στιγμή ἕτοιμοι νά παραδώσουμε τόν ἑαυτό μας στήν ἀγκαλιά τοῦ Κυρίου καί νά βρεθοῦμε μαζί του στήν χώρα τῶν ζώντων.

2,33. Καὶ ἦν Ἰωσὴφ καὶ ἡ μήτηρ αὐτοῦ θαυμάζοντες ἐπὶ τοῖς λαλουμένοις περὶ αὐτοῦ.
 Ὁ Ἰωσήφ καί ἡ μητέρα τοῦ παιδιοῦ μέ θαυμασμό ἄκουγαν τά προφητικά λόγια τοῦ Συμεών (πρβλ. Λκ 2,18).

2,34. Καὶ εὐλόγησεν αὐτοὺς Συμεὼν καὶ εἶπε πρὸς Μαριὰμ τὴν μητέρα αὐτοῦ· ἰδοὺ οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ Ἰσραὴλ καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον.
 Ὁ γέροντας Συμεών, μέ τό δικαίωμα πού τοῦ ἔδινε ἡ ἡλικία του, εὐλόγησεν τόν Ἰωσήφ καί τήν Μαρία, ἐπικαλέσθηκε γι’ αὐτούς τήν χάρη καί τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Στήν συνέχεια, στράφηκε μόνο πρὸς Μαριάμ, διότι φωτισμένος ἀπό τό ἅγιο Πνεῦμα γνώριζε ὅτι αὐτή εἶναι ἡ μητέρα τοῦ παιδιοῦ ἐνῶ ὁ Ἰωσήφ μόνο ὁ προστάτης τους.
 Τό καλύτερο ἑρμηνευτικό ὑπόμνημα γιά τήν προφητεία τοῦ Συμεών, ἰδοὺ οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ Ἰσραὴλ καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον, εἶναι ἡ ἴδια ἡ ἱστορία. Ὁ Κύριος δικαίως χαρακτηρίσθηκε ὡς «λίθος προσκόμματος καὶ πέτρα σκανδάλου» (Ρω 9,33· πρβλ. Ἠσ 8,14)· ὅσοι προσέκρουσαν σ’ αὐτόν ἤ κατρακύλησαν στήν ἄβυσσο ἤ ἐκσφενδονίσθηκαν στά ὕψη τῆς θείας χάριτος. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει χαρακτηριστικά· «ὁ λόγος γὰρ ὁ τοῦ σταυροῦ τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστί, τοῖς δὲ σωζομένοις ἡμῖν δύναμις Θεοῦ ἐστι» (A´ Κο 1,18). Ὅσοι σκανδαλισμένοι ἀπό τήν ταπείνωση τοῦ σταυροῦ ἀπέρριψαν τόν Χριστό ἀποκόπηκαν ἀπό τήν σωτηρία. Ἐκεῖνοι ὅμως πού ἀσπάσθηκαν τόν σταυρό τοῦ Κυρίου ἔγιναν κοινωνοί τῆς ἀναστάσεώς του. Ὁ ἴδιος εἶπε ὅτι ἦλθε στόν κόσμο ὡς φῶς. Ὅσοι ἐκτελοῦν πονηρά ἔργα μισοῦν τό φῶς καί τό ἀποφεύγουν. Ἀντίθετα, ἐκεῖνοι πού συνδέονται μέ τήν ἀλήθεια πλησιάζουν ἄφοβα καί μέ ἀγάπη κοντά του (βλ. Ἰω 3,19-21). Εἶναι γεγονός ὅτι κανένα ὄνομα δέν πολεμήθηκε μέ τόση σκληρότητα, μέ τόση φοβερή μανία, μέ συκοφαντίες βδελυρές καί μέ ἀβυσσαλέα κακία ὅσο τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ. Ἀλλά καί κανένα ὄνομα δέν ἀγαπήθηκε μέ περισσότερη δύναμη καί συγκινητική ἀφοσίωση ἀπ’ ὅσο τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ. Ἡ παρουσία τοῦ Θεανθρώπου ὅπως χώρισε τήν ἱστορία στήν π.Χ. καί μ.Χ. ἐποχή, ἔτσι διαιρεῖ τήν ἀνθρωπότητα σέ δύο παρατάξεις· Σ’ ἐκείνους πού τόν ἐχθρεύονται καί τόν πολεμοῦν καί σ’ ἐκείνους πού τόν πιστεύουν καί τόν ἀγαποῦν.

2,35. Καὶ σοῦ δὲ αὐτῆς τὴν ψυχὴν διελεύσεται ῥομφαία, ὅπως ἂν ἀποκαλυφθῶσιν ἐκ πολλῶν καρδιῶν διαλογισμοί.
 Ὁρισμένοι ἑρμηνευτές, ἐκλαμβάνοντας κυριολεκτικά τήν λέξη ῥομφαία, ὑποστήριξαν ὅτι ἡ Παναγία πέθανε μέ μαρτυρικό θάνατο. Αὐτό ὅμως δέν μαρτυρεῖται ἀπό τήν παράδοση. Ὁ Συμεών ἐδῶ δέν ἀναφέρεται σέ μαρτύριο τοῦ σώματος ἀλλά τῆς ψυχῆς. Χρησιμοποιεῖ μιά πολύ χαρακτηριστική ἔκφραση, γιά νά προφητεύσει τόν πόνο τῆς μητέρας τοῦ Ἰησοῦ γιά τόν θάνατο τοῦ υἱοῦ της. Ἡ προφητεία αὐτή ἐκπληρώθηκε, ὅταν ἡ Παναγία ἀντίκρυσε τόν Ἰησοῦ πάνω στόν σταυρό. Ὁ Συμεών ἔμμεσα προφητεύει ὅτι ὁ Μεσσίας εἶναι παθητός. Ὡς ἀναμάρτητος, βέβαια, ἦταν ἀθάνατος. Ἑκούσια ὅμως ὑπέμεινε τήν σταύρωση καί τήν ταφή, γιά νά λυτρώσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν θάνατο καί τήν ἁμαρτία. Μέ τήν προφητεία τοῦ Συμεών προετοιμάζεται καί ἡ Παρθένος γιά τήν θλίψη πού θά τρυπήσει τά σωθικά της.
  Ὁ σταυρικός θάνατος τοῦ Κυρίου ἔκανε, πράγματι, φανερούς τούς διαλογισμούς πολλῶν, κατά τήν προφητεία τοῦ Συμεών ὅπως ἂν ἀποκαλυφθῶσιν ἐκ πολλῶν καρδιῶν διαλογισμοί. Ἡ διαφορετική στάση πού κράτησαν ἔναντι τοῦ Ἐσταυρωμένου οἱ δύο ληστές (βλ. Λκ 23,39-43), ἡ ὁμολογία τοῦ ἑκατοντάρχου (βλ. Μθ 27,54· Μρ 15,39· Λκ 23,47), ἡ παρρησία τοῦ Ἰωσήφ ἀπό τήν Ἀριμαθαία (Μθ 27,57· Μρ 15,43· Λκ 23,50· Ἰω 19,38), ἀλλά καί ἡ προδοσία τοῦ Ἰούδα (Μθ 26,47-51· Μρ 14,43-46· Λκ 22,47-48· Ἰω 18,3-5), ἀποτελοῦν κάποιες ἀπό τίς ἐκπληρώσεις αὐτῆς τῆς προφητείας.

2,36-37. Καὶ ἦν Ἄννα προφῆτις, θυγάτηρ Φανουήλ, ἐκ φυλῆς Ἀσήρ· αὕτη προβεβηκυῖα ἐν ἡμέραις πολλαῖς, ζήσασα ἔτη μετὰ ἀνδρὸς ἑπτὰ ἀπὸ τῆς παρθενίας αὐτῆς, καὶ αὐτὴ χήρα ὡς ἐτῶν ὀγδοήκοντα τεσσάρων, ἣ οὐκ ἀφίστατο ἀπὸ τοῦ ἱεροῦ νηστείαις καὶ δεήσεσι λατρεύουσα νύκτα καὶ ἡμέραν.
 Στήν σειρά τῶν προφητῶν πού προφητεύουν γιά τόν Ἰησοῦ προστίθεται τώρα καί μία σεβάσμια χήρα. «Προφήτευσε ὁ Συμεών, εἶχε προφητεύσει ἡ παρθένος, εἶχε προφητεύσει ἡ ἔγγαμος (Ἐλισάβετ), ἔπρεπε νά προφητεύσει καί ἡ χήρα, ὥστε νά μήν παραλείπεται καμία κατάσταση τῆς ζωῆς καί κανένα φῦλο», παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Ἀμβρόσιος.
 Ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς μᾶς δίδει τά στοιχεῖα τῆς ταυτότητος αὐτῆς τῆς χήρας. Ὀνομάζεται Ἄννα, ὄνομα ἑβραϊκό πού σημαίνει «χάρις», καί χαρακτηρίζεται προφῆτις. «Προφήτης» εἶναι ἐκεῖνος πού ἔχοντας Πνεῦμα ἅγιο μέ τόν λόγο του παρηγορεῖ, οἰκοδομεῖ, στηρίζει, καί ἐπιπλέον πολλές φορές ἀποκαλύπτει μυστικά καρδιῶν ἤ προφητεύει τά μέλλοντα (βλ. A´ Κο 14,1-5). Ἡ Ἄννα ἦταν θυγατέρα τοῦ Φανουήλ καί ἀνῆκε στήν φυλή τοῦ Ἀσήρ. Ἦταν προχωρημένης ἡλικίας. Μετά ἀπό ἑπτά χρόνια ἔγγαμου βίου ἔμεινε χήρα. Τό ἐτῶν ὀγδοήκοντα τεσσάρων ἴσως ἀναφέρεται στά χρόνια τῆς χηρείας της, ἀλλά τό πιθανότερο προσδιορίζει τήν ἡλικία της.
  Ἡ ἔκφραση οὐκ ἀφίστατο ἀπὸ τοῦ ἱεροῦ δέν σημαίνει ἀσφαλῶς ὅτι κατοικοῦσε στό ἱερό. Μέ ἕνα σχῆμα ὑπερβολῆς ὁ Λουκᾶς δείχνει ὅτι ἡ Ἄννα ἐπίμονα λάτρευε τόν Θεό μέ νηστεῖες καί προσευχές· δέν παρέλειπε καμία ἀπό τίς ἀκολουθίες πού γίνονταν στό ἱερό.
  Ἡ σεβάσμια ἡλικία της, ἡ τίμια χηρεία της καί ἡ μεγάλη της ἀφοσίωση στόν Θεό τήν καθιστοῦσαν ἄξια τοῦ προφητικοῦ ἀξιώματος.

2,38. καὶ αὕτη αὐτῇ τῇ ὥρᾳ ἐπιστᾶσα ἀνθωμολογεῖτο τῷ Κυρίῳ καὶ ἐλάλει περὶ αὐτοῦ πᾶσι τοῖς προσδεχομένοις λύτρωσιν ἐν Ἰερουσαλήμ.
 Τήν ὥρα πού ὁ Συμεών προφητεύει, ἡ Ἄννα ἐπιστᾶσα, ἀφοῦ στάθηκε κοντά, ὡς δεύτερος μάρτυρας ἕνωσε μαζί του τήν προφητεία καί τήν εὐχαριστία της πρός τόν Κύριο. Εἶναι γραφικός ὁ λόγος· «ἐπὶ στόματος δύο μαρτύρων καὶ ἐπὶ στόματος τριῶν μαρτύρων στήσεται πᾶν ρῆμα» (Δε 19,15).
  Ἡ πρόθεση «ἀντί» στό ρῆμα ἀνθωμολογεῖτο περιέχει τήν ἔννοια τῆς ὀφειλομένης εὐχαριστίας γιά κάποια εὐεργεσία. Δέν διασώζει τά λόγια τῆς Ἄννας ὁ εὐαγγελιστής. Πιθανόν ὅμως ἡ εὐλαβής γερόντισσα ἐπανέλαβε τήν προφητεία τοῦ Συμεών. Μετά τήν ἀποχώρησή της ἀπό τό ἱερό ἐλάλει περὶ αὐτοῦ, μιλοῦσε γιά τόν Ἰησοῦ πᾶσι τοῖς προσδεχομένοις λύτρωσιν, σέ ὅλους ἐκείνους πού μέ λαχτάρα περίμεναν τήν λύτρωση πού ὁ Θεός εἶχε ὑποσχεθεῖ.
 Ταπεινά καί μυστικά γεννήθηκε ὁ Ἰησοῦς μέσα σ’ ἕνα σπήλαιο, ἀλλά ὁ οὐρανός διακήρυξε τό γεγονός μέ τό ἀστέρι καί τούς ἀγγέλους. Παρόμοια τώρα ὁ Συμεών καί ἡ Ἄννα ἀποκαλύπτουν σ’ ἐκείνους πού μέ λαχτάρα περίμεναν τόν Μεσσία ποιό εἶναι αὐτό τό βρέφος πού ἀνεπίσημα, σάν ἕνα τυχαῖο Ἑβραιόπουλο, ἔρχεται στό ἱερό. Διαβεβαιώνουν ὅτι εἶναι αὐτός πού κατά τήν ἐποχή τοῦ Σολομῶντος σάν φωτεινή νεφέλη κάλυψε τόν τότε νεόκτιστο ναό. Τώρα τό ἀπρόσιτο μεγαλεῖο του κρύβεται κάτω ἀπό τά φτωχικά σπάργανα μέσα στήν ἀγκαλιά μιᾶς ταπεινῆς μητέρας, διότι ποιά σαρκικά μάτια θά ἄντεχαν νά ἀντικρύσουν τήν θεία του δόξα καί τήν συνοδεία τῶν ἀγγέλων του;

2,39. Καὶ ὡς ἐτέλεσαν ἅπαντα τὰ κατὰ τὸν νόμον Κυρίου, ὑπέστρεψαν εἰς τὴν Γαλιλαίαν εἰς τὴν πόλιν ἑαυτῶν Ναζαρέτ.
 Ὁ Ἰωσήφ καί ἡ παρθένος Μαρία ἀφοῦ τέλεσαν ἅπαντα τὰ κατὰ τὸν νόμον Κυρίου, τά σχετικά μέ τόν καθαρισμό τῆς μητέρας καί τήν ἀφιέρωση τοῦ παιδιοῦ, ἐπέστρεψαν εἰς τὴν Γαλιλαίαν εἰς τὴν πόλιν ἑαυτῶν Ναζαρέτ, τόν μόνιμο τόπο διαμονῆς τους.
 Ὁ στίχος αὐτός χρησιμοποιήθηκε ἀπό ὁρισμένους ὡς ἐπιχείρημα κατά τῆς ἀξιοπιστίας καί θεοπνευστίας τοῦ εὐαγγελικοῦ κειμένου. Ἐπισήμαναν στό σημεῖο αὐτό δῆθεν διαφωνία τοῦ κατά Λουκᾶν πρός τό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο, τό ὁποῖο ἱστορεῖ τήν προσκύνηση τῶν μάγων, τήν σφαγή τῶν νηπίων καί τήν φυγή στήν Αἴγυπτο (βλ. κεφ. 2). Ἐντούτοις, δέν ὑπάρχει ἀπολύτως καμία διαφωνία ἤ ἀντίφαση. Ἡ προσεκτική μελέτη τῶν δύο Εὐαγγελίων μᾶς βοηθᾶ νά ἀνασυνθέσουμε ὅλο τό σκηνικό τῆς γεννήσεως τοῦ Ἰησοῦ. Ὁ Ἰωσήφ, ἐνημερωμένος μέ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ γιά τό θεϊκό σχέδιο πού καλεῖται νά ὑπηρετήσει ὡς προστάτης τοῦ Μεσσία, ἀποφασίζει νά ἀφοσιωθεῖ σ’ αὐτό τό ἔργο. Ἡ ἀναγκαστική μετακίνησή του στήν Βηθλεέμ λόγῳ τῆς ἀπογραφῆς τοῦ δίνει τήν ἀφορμή νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τό κακόφημο χωριό τῆς Ναζαρέτ ἀλλά καί ἀπό τά παιδιά του πού πλέον εἶχαν ἐνηλικιωθεῖ καί μποροῦσαν νά ζήσουν μόνα τους. Μαζί του ὁ Ἰωσήφ παίρνει καί τήν παρθένο Μαρία, ἡ ὁποία ἐνδεχομένως ὡς γυναίκα δέν ἦταν ὑποχρεωμένη νά ἀπογραφεῖ.
 Μετά τήν γέννηση τοῦ Ἰησοῦ, ὁ Ἰωσήφ ὡς «τέκτων», δηλαδή τεχνίτης, βρῆκε εὔκολα δουλειά καί ἐγκαταστάθηκε στήν Βηθλεέμ. Ἀπό ἐδῶ ξεκινοῦν μαζί μέ τό βρέφος καί τήν μητέρα του γιά νά τελέσουν τόν σαραντισμό στόν ναό τῶν Ἰεροσολύμων (βλ. Λκ 2,22-38) καί ἐπιστρέφουν καί πάλι στήν Βηθλεέμ, «εἰς τήν οἰκίαν», ὅπου κατά τόν Ματθαῖο (2,11) οἱ Μάγοι βρῆκαν τόν νεογέννητο βασιλιά. Βέβαια οἱ Μάγοι χρειάστηκαν περίπου ἕνα ἑξάμηνο ἤ ἴσως καί ἕνα χρόνο γιά νά ἑτοιμαστοῦν καί νά πραγματοποιήσουν τό μακρινό ταξίδι τους «ἀπὸ ἀνατολῶν» (Μθ 2,1). Ὁ Ἡρώδης πού «ἠκρίβωσε παρ’ αὐτῶν τὸν χρόνον» γιά νά εἶναι σίγουρος ὅρισε νά σφαγοῦν τά παιδιά «ἀπὸ διετοῦς καὶ κατωτέρω». Μετά τήν προσκύνηση τῶν Μάγων ὁ Ἰωσήφ, κατ’ ἐντολή τοῦ Θεοῦ, παραλαμβάνει τό παιδί καί τήν μητέρα του, ἐγκαταλείπει τήν Βηθλεέμ καί ἀναχωρεῖ γιά τήν Αἴγυπτο (βλ. Μθ 2,13-14).
 Ὅταν ὁ κίνδυνος γιά τήν ζωή τοῦ νεογέννητου ἐξέλιπε, ἀφοῦ πέθανε ὁ Ἡρώδης, ὁ Ἰωσήφ παίρνει πάλι ἐντολή νά ἐπιστρέψει (βλ. Μθ 2,19-21). Σχεδιάζει νά ἐγκατασταθεῖ στήν Βηθλεέμ μέχρι νά τόν κατευθύνει καί πάλι ὁ Θεός, ἀλλά φοβᾶται τόν καινούργιο βασιλιά τῆς Ἰουδαίας, τόν Ἀρχέλαο, γιό τοῦ σφαγέα Ἡρώδη. Μέ θεία παρότρυνση κατευθύνεται πρός τήν Γαλιλαία καί ἐγκαθίσταται στήν Ναζαρέτ. Ἐκπληρώνεται ἔτσι ἡ προφητεία «ὅτι Ναζωραῖος κληθήσεται» ὁ Μεσσίας (βλ. Μθ 2,21-23). Αὐτό ἦταν τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ· νά ὀνομάζεται ὁ Ἰησοῦς Ναζωραῖος, νά νομίζεται υἱός Ἰωσήφ, «ἄχρι καιροῦ», μέχρι νά ἀποκαλυφθεῖ τό μυστήριο τῆς θείας Οἰκονομίας.
  Ὁ Λουκᾶς παραλείπει ὅσα γράφει ὁ Ματθαῖος καί φθάνει ἀκριβῶς στό σημεῖο ὅπου κλείνει ἡ ἱστορία τῆς γεννήσεως τοῦ Ἰησοῦ, μέ τήν ἐγκατάσταση τῆς ἁγίας οἰκογενείας στήν Ναζαρέτ. Ἐκεῖ θά διαμένει ὁ Ἰησοῦς μέχρι νά ἔλθει ἡ ὥρα γιά τήν δημόσια δράση του.

2,40. Τὸ δὲ παιδίον ηὔξανε καὶ ἐκραταιοῦτο πνεύματι πληρούμενον σοφίας, καὶ χάρις Θεοῦ ἦν ἐπ’ αὐτό.
 Στήν διήγηση τοῦ κατά Λουκᾶν συναντοῦμε ἐκφράσεις πού χαρακτηρίζουν τά διάφορα στάδια τῆς ζωῆς τοῦ Ἰησοῦ, ὅπως· «καρπὸς τῆς κοιλίας» (1,42)· «βρέφος» (2,12)· «παιδίον» (2,40)· «παῖς» (2,43), «ἀνὴρ» (24,19). Οἱ ἐκφράσεις αὐτές σημειώνουν ὅτι ὁ Κύριος δέν ἐμφανίσθηκε μέ πλῆρες ἀνάστημα, ὅπως οἱ πρωτόπλαστοι. Ἀκολούθησε ὡς τέλειος ἄνθρωπος τήν φυσική αὔξηση, ἁγιάζοντας καί τήν βρεφική καί τήν παιδική ἡλικία.
 Ἡ ἔκφραση τὸ δὲ παιδίον ηὔξανε καὶ ἐκραταιοῦτο πνεύματι χρησιμοποιεῖται ἀπό τόν Λουκᾶ καί γιά τόν Ἰωάννη τόν Πρόδρομο (βλ. 1,80). Σημαίνει τήν σωματική ἀνάπτυξη καί τήν πνευματική ὡρίμανση πού παρουσιάζει ἕνα παιδί καθώς μεγαλώνει. Ἡ θεότητα, βέβαια, πού ἦταν ἑνωμένη μέ τήν ἀνθρώπινη φύση, παρέμενε ἄτρεπτη.
 Ὁ θεόπνευστος συγγραφέας προσθέτει πληρούμενον σοφίας, γιά νά δηλώσει ὅτι μέ τό πέρασμα τῶν χρόνων τελειοποιοῦνταν ἡ σοφία πού εἶχε ὁ Ἰησοῦς ὡς ἄνθρωπος. Ὅπως τό σῶμα του παρουσίαζε μία φυσιολογική ἀνάπτυξη, ἔτσι καί ἡ διάνοιά του δεχόταν σταδιακά διάφορες γνώσεις. Σέ κάθε ἡλικία, βέβαια, εἶχε τήν τέλεια μορφή τῆς γνώσεως πού κανείς ἄλλος ἄνθρωπος δέν τήν εἶχε σ’ αὐτό τόν βαθμό. Δέν θέλησε ὅμως νά κάνει χρήση τῆς παντογνωσίας του. Προόδευε στήν σοφία μέσα ἀπό τίς ποικίλες ἐμπειρίες πού εἶχε ὡς ἄνθρωπος καί ὄχι μέ τήν θεία του δύναμη (πρβλ. στ. 52).
  Ἡ λέξη χάρις δηλώνει τήν εὔνοια τοῦ Θεοῦ, πού προέρχεται ἀπό τήν πλήρη εὐαρέσκειά του πρός τόν ἀναμάρτητο Ἰησοῦ, τόν ἀγαπητό Υἱό του.

Στεργίου Σάκκου, Ἑρμηνεία στό κατά Λουκᾶν, τόμ. Α΄, σελ. 108-121.

ypapanti3  Μέ συγκλονιστική ἁπλότητα περιγράφει τό ἱερό Εὐαγγέλιο τήν Ὑπαπαντή τοῦ Κυρίου (Λκ 2,22-38): Ὁ Ἰωσήφ μαζί μέ τήν Μαρία καί τό βρέφος Ἰησοῦ ἔρχονται στά Ἰεροσόλυμα γιά νά ἐκπληρώσουν τό διπλό καθῆκον πού ἐπέβαλλε ὁ νόμος σέ κάθε Ἰσραηλίτη: τήν προσφορά περί τοῦ καθαρισμοῦ αὐτῶν (Λε 12,67) καί τήν ἀφιέρωση τοῦ νεογεννήτου πρωτοτόκου ἀρσενικοῦ «τῷ Κυρίῳ» (Ἔξ 13,2.12). Κατάπληκτοι οἱ ὑμνογράφοι ὑμνοῦν τήν ἄκρα συγκατάβαση τοῦ Ἰησοῦ, πού ἐνῶ εἶναι ὁ «νομοδότης Θεός», ὁ «παλαιός τῶν ἡμερῶν», σπεύδει νά ἐκπληρώσει τόν νόμο. Καί τοῦτο γιά τήν δική μας λύτρωση καί σωτηρία· «Βουληθείς ὁ Πλαστουργός ἵνα σώσῃ τόν Ἀδάμ...».
  Τήν συγκατάβαση τοῦ Κυρίου θαυμάζουμε καί στό γεγονός ὅτι οἰκονομεῖ ἔτσι τά πράγματα ὥστε νά παρίστανται στήν Ὑπαπαντή δύο ἐκπρόσωποι τῶν λυτρουμένων, ὁ πρεσβύτης Συμεών καί ἡ σώφρων Ἄννα. Ὁ πρῶτος δοξάζει τόν Θεό, πού τόν ἀξιώνει νά ἰδεῖ «τό σωτήριον», τήν ἐκπλήρωση τῆς σωτηρίας, καί φωτισμένος ἀπό τό ἅγιο Πνεῦμα προφητεύει σχετικά μέ τό προσφερόμενο παιδί.
  Κοντά στόν γέροντα Συμεών καί ἡ προφήτις Ἄννα συνιστᾶ τόν δεύτερο μάρτυρα, πού ἐγγυᾶται τήν ἀλήθεια τῶν λαληθέντων περί τοῦ Χριστοῦ. Ἐφαρμόζεται ἔτσι ὁ γραφικός λόγος ὅτι «ἐπί στόματος δύο μαρτύρων σταθῇ πᾶν ῥῆμα» (Μθ 18,16).
  Σεμνή καί ταπεινή ἡ μορφή τῆς Ἄννας περνᾶ στήν αἰωνιότητα καθώς πέφτει πάνω της τό φῶς τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ σέ μία δεδομένη στιγμή. Ἔζησε ὅλη της τήν ζωή περιμένοντας, ὅπως ὁ Συμεών·καί ὅπως ἐκεῖνος «οὐ γῆς ἀπῆρεν.. ἕως ἐπ᾿ αὐτῆς τόν Θεόν εἶδεν βρέφος».
  Μέ ξεχωριστή ἐκτίμηση καί σεβασμό οἱ ὕμνοι τῆς Ἐκκλησίας μας ἐπισημαίνουν τήν σωφροσύνη τῆς Ἄννας. Ἀποκαλεῖται «σώφρων» καί «ἄμεμπτος», ἀλλά καί «πρεσβυρά». Ὁ τελευταῖος χαρακτηρισμός ἀναφέρεται ὄχι τόσο στήν ἡλικία της ὅσο στό ὅτι ἦταν ἕνα σεβαστό πρόσωπο. Ὀνομάζεται ἐπίσης «σεπτή», «ὁσία», «ἔνδοξος» καί «πανεύφημος». Δίδοντάς της καί τό χάρισμα τῆς προφητείας ὁ Θεός τήν κατέστησε καί θεόπνευστη, ὅπως τόν Συμεών. Δέν δεσμεύεται ὁ Πλαστουργός ἀπό τήν ἀσθένεια τοῦ φύλου.
  Κάπως αὐθαίρετα ὄχι ὅμως ἀβάσιμα οἱ ὑμνογράφοι ἐπιχειροῦν νά προσδιορίσουν τό περιεχόμενο τῶν λόγων τῆς Ἄννας, γιά τό ὁποῖο ὁ εὐαγγελιστής χρησιμοποιεῖ τήν γενική φράση «ἐλάλει περί αὐτοῦ» (Λκ 2,38). Σέ τροπάριο τοῦ προεορτίου κανόνα τῆς Ὑπαπαντῆς λέγεται ὅτι ὁ Συμεών προφητεύει «τῆ Μητρί καί Παρθένῳ, ἡ δέ (Ἄννα) τῷ ἐκ Παρθένου ἀναδειχθέντι σαρκί». Σέ Θεοτοκίο τοῦ ἴδιου Κανόνα ἡ προφητεία τῆς Ἄννας εἶναι ὅτι «τόν ἐκ τῆς μήτρας τῆς Θεοτόκου ὡς Θεόν προανηγόρευσεν», ἐνῶ σέ ἄλλα τροπάρια ἡ Ἄννα προφητεύει τόν Ἰησοῦν ὡς «τῶν ἐθνῶν προσδοκίαν», «τῶν βροτῶν σωτηρίαν», «Σωτῆρα λυτρωτήν τοῦ Ἰσραήλ», «θεῖον λύτρον» κ.ἄ. Γι᾿ αὐτό εὐφημοῦνται μαζί μέ τόν Συμεών «οἷα Θεοῦ θεράποντες», ὡς ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ.

Σοφία Καρακασίδου
Δρ. Θεολογίας

Κατηγορία ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ
Τρίτη, 01 Φεβρουάριος 2022 03:00

Στά χέρια τοῦ Συμεών

ypapanti2 Ὁ εὐσεβής Συμεών καί ἡ προφήτιδα Ἄννα ὑπῆρξαν οἱ ἄνθρωποι πού εὐλογήθηκαν ἀπό τόν Θεό νά δοῦν καί νά πιάσουν στά χέρια τους τόν Μεσσία, πού ἦταν ἡ λαχτάρα καί ἡ νοσταλγία ὅλης τους τῆς ζωῆς. Χρόνια μέσα στό ναό ζοῦσαν καί τρέφονταν μέ τόν πόθο τοῦ Λυτρωτῆ, πού θά ἐλευθέρωνε καί θά δόξαζε τόν Ἰσραήλ. Λές κι αὐτός ὁ πόθος τούς κρατοῦσε στή ζωή μέχρι πού ἡ ἐλπίδα τους βραβεύτηκε καί ὁ Συμεών σηκώνοντας ψηλά τό θεῖο βρέφος ἀνέκραξε· «Νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλόν σου, Δέσποτα».
   Τό περιστατικό αὐτό ἔγινε κατά τήν τελετή τῆς ἀφιερώσεως τοῦ Ἰησοῦ στό ναό, πού ἦταν μία ἀπό τίς καθιερωμένες διατάξεις τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου γιά ὅλα τά πρωτότοκα τῶν Ἰουδαίων. Κατά τήν ἔξοδο τῶν Ἰσραηλιτῶν ἀπό τήν Αἴγυπτο (Ἔξ κεφ. 13), ὁ Κύριος θέσπισε νά ἀφιερώνουν σ’ αὐτόν οἱ Ἰσραηλῖτες τά πρωτότοκά τους «ἀντί τῶν πρωτοτόκων τῶν Αἰγυπτίων ᾗ ἡμέρᾳ ἐπάταξεν πᾶν πρωτότοκον ἐν γῇ Αἰγύπτου ἀπό ἀνθρώπου ἕως κτήνους». Μέσα στήν ἐπίγεια ζωή τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἡ πράξη αὐτή ἀποτελεῖ ἀκόμη μία μαρτυρία γιά τό πόσο τέλειος ἄνθρωπος ἦταν, ἀκόμη μία ἀπόδειξη γιά τό πόσο ταπεινός ἔγινε, ἀκόμη μία ἀφορμή εὐγνωμοσύνης καί δοξολογίας γιά ὅσους πίστεψαν στ’ ὄνομά του. Τά βιώματα πού δημιουργεῖ στήν Ἐκκλησία αὐτό τό γεγονός εἶναι ἀποτυπωμένα στούς ὕμνους πού ψάλλονται τήν ἡμέρα αὐτῆς τῆς γιορτῆς.
   * Ὁ «παλαιός τῶν ἡμερῶν», ὁ ἀΐδιος καί ἄχρονος, πού ὑπῆρχε πάντοτε μαζί μέ τόν Πατέρα, ἐναποτίθεται σάν ἕνα σαρανταήμερο παιδί στά χέρια τοῦ σεβάσμιου λευΐτη. Ὁ δημιουργός τοῦ κόσμου, ἐκεῖνος πού μέ τά θεϊκά του χέρια ἔπλασε τόν ἄνθρωπο καί ἀπό τήν ἀρχή τῆς δημιουργίας κρατᾶ στήν παλάμη του τό σύμπαν, κάνει τήν πρώτη δημόσια ἐμφάνισή του στόν κόσμο. Ἀναγαλλιάζοντας ἀπό εὐφροσύνη ὁ γέροντας δέχεται αὐτόν πού κινεῖται πάνω στά Χερουβίμ καί δοξολογεῖται ἀκατάπαυστα ἀπό τά Σεραφίμ. Κόλπος τοῦ Πατρός καί θρόνος τῆς χάριτος γίνεται ἡ ἀγκαλιά τοῦ πρεσβύτη Συμεών, καθώς κλείνει μέσα της Ἐκεῖνον πού μ’ ἕνα του βλέμμα σείει τή γῆ καί μ’ ἕνα ἄγγιγμά του κάνει τά ὄρη νά καπνίζονται. Ὁ χορός τῶν ἀγγέλων γεμάτος κατάπληξη παρακολουθεῖ τό θαῦμα· αὐτόν πού τρέμουν οἱ οὐράνιες δυνάμεις τώρα τόν ἐναγκαλίζονται τά γηρασμένα χέρια τοῦ Συμεών.
   * Ὁ Νομοδότης, πού χάραξε κάποτε πάνω σέ πλάκες τόν νόμο καί ἔσεισε τό Σινά ὅταν τόν παρέδιδε στόν Μωϋσῆ, ἔρχεται τώρα νά ἐκπληρώσει πειθαρχικά αὐτόν τόν νόμο σάν ἕνας ἁπλός καί ταπεινός ὑπήκοός του. Κι ὁ λευκασμένος λευΐτης, πόσο ἀνώτερος ἀπό τόν Μωϋσῆ ἀναδεικνύεται! Ἐκεῖνος ἀξιώθηκε νά δεῖ πολύ ἀμυδρά τά ὀπίσθια τοῦ Θεοῦ μέσα στό γνόφο καί τή θύελλα κι αὐτός τώρα κρατᾶ «σωματωθέντα τόν προαιώνιον Λόγον τοῦ Πατρός».
   * Ὅλα αὐτά τά ὑπομένει ὁ Κύριος «ἵνα μου πιστώσῃ τήν σάρκα», γιά νά μοῦ ἐπιβεβαιώσει τήν ἐνανθρώπησή του.
   * Στό πρόσωπο τοῦ γέροντα Συμεών ὁ ὑμνωδός βλέπει τόν γηρασμένο ἀπό τήν ἁμαρτία κόσμο, πού ὑποδέχεται τόν Θεό μέ μορφή νηπίου.
    Ἄν καί «προβεβηκώς τῇ ἡλικίᾳ» καί ὑπέρακμος ἀπό τό γῆρας ὁ Συμεών, διατηροῦσε τό νεανικό φρόνημα τῆς πίστεως θέλοντας νά δεῖ τόν Παντέλειο Θεό, πού μέ τόν ἐρχομό του στή γῆ, ἀνακαίνισε τόν κόσμο τόν γηρασμένο ἀπό τίς ἐπιθέσεις καί τούς πολέμους τοῦ παλαιοῦ ἐχθροῦ. Μπροστά σ’ αὐτή τή θεία συγκατάβαση ἔκθαμβος ὁ ὑμνωδός ἀνακράζει· «πάρτε κουράγιο χέρια τοῦ Συμεών, κουρασμένα ἀπό τά γηρατειά, καί πόδια τοῦ πρεσβύτη ἀποσταμένα, τρέξτε γιά νά ὑπαντήσετε τόν Χριστό. Κι ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα ἑνωμένη σέ χορωδία μαζί μέ τά ἀσώματα πλάσματα ἄς ψάλλουμε στόν Κύριο, πού ἀπέραντα δοξάσθηκε». Τά λόγια του, «νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλόν σου, Δέσποτα, κατά τό ρῆμά σου ἐν εἰρήνῃ», δίδουν ἀφορμή στόν ὑμνωδό νά μᾶς μιλήσει γιά τήν κάθοδο τοῦ Συμεών στόν Ἅδη, πού ἔφθασε σάν δροσιά στούς νεκρούς, σάν εὐχάριστη εἴδηση, εὐαγγέλιο στόν Ἀδάμ καί στήν Εὔα. «Μοῦ ἔδωσες, ἀναφώνησε ὁ Συμεών, τήν ἀγαλλίαση τοῦ σωτηρίου σου, Χριστέ. Παράλαβε τόν λάτρη σου, πού κουράσθηκε στή σκιά, νέο κήρυκα καί μύστη τῆς χάριτος, πού σέ ὑμνεῖ καί σέ δοξάζει».
   * Φωτισμένοι ἀπό τήν προφητεία ἡ εὐτυχής Ἄννα καί ὁ θεόπνευστος Συμεών καί ἐνῶ εἶχαν ἀποδειχθεῖ ἄμεμπτοι κατά τόν νόμο, εἶδαν καί προσκύνησαν τόν δοτῆρα τοῦ νόμου, πού ἔγινε βρέφος σάν καί μᾶς. Αὐτῶν τήν μνήμη χαρούμενοι γιορτάζουμε σήμερα δοξάζοντας ὅπως πρέπει τόν φιλάνθρωπο Ἰησοῦ.

«Ἀπολύτρωσις» 37 (1982) 24-25
    

Κατηγορία ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ
Τετάρτη, 21 Μάιος 2014 03:00

Οἱ ἀντιλέγοντες

 Μέ μύρια περιστατικά καί παραδείγματα ἡ ἱστορία ἐπιβεβαίωσε κι ἐξακολουθεῖ νά ἐπιβεβαιώνει ὥς τίς μέρες μας τήν προφητεία τοῦ γέροντα Συμεών, πού κρατώντας στήν ἀγκαλιά τόν Ἰησοῦ Χριστό ὡς «βρέφος τεσσαρακονθήμερον» τόν ὀνομάζει «σημεῖον ἀντιλεγόμενον» (Λκ 2,34).
 Ἀπό τήν πρώτη στιγμή πού ἄνοιξε τά μάτια του σ᾿ αὐτό τόν κόσμο ὁ Θεάνθρωπος Κύριος εἵλκυσε τή λατρευτική ἀγάπη ἀλλά καί τήν ἀσίγαστη ἐχθρότητα, ἀκόμη καί τό μίσος τῶν ἀνθρώπων, πού μάλιστα φάνηκε νά θριαμβεύει, ἀφοῦ τόν ὕψωσε στό σταυρό τοῦ Γολγοθᾶ. Πρίν ὅμως σηκώσει στούς ἀχράντους ὤμους του ἐκεῖνον τό σταυρό, ὁ Ἰησοῦς Χριστός ὑπέμεινε καί δύο ἄλλους: τό σταυρό τῆς ἀντιλογίας καί ἀντίρρησης καί τό σταυρό τῆς καταφρόνιας καί ἀποδοκιμασίας. Τόν καταφρόνησαν καί τόν ἀποδοκίμασαν οἱ συντοπίτες του Ναζαρηνοί, πού μέ δυσπιστία ἀναρωτιοῦνταν: «Δέν εἶναι αὐτός ὁ γιός τῆς Μαρίας καί τοῦ Ἰωσήφ; Ποῦ τή βρῆκε τόση σοφία;» (βλ. Μθ 13,54-55). Ἀλλά τόν ἀποδοκίμασαν σκληρά καί οἱ φαρισαῖοι, οἱ πρωτοκλασάτοι τῆς πνευματικῆς κοινωνίας καί οἱ σαδδουκαῖοι, οἱ κορυφαῖοι τοῦ θρησκευτικοῦ κατεστημένου. Ὅλοι αὐτοί εἶναι, θά λέγαμε, οἱ πρόδρομοι τῶν ἀντιθέων καί ἀντιχρίστων ἀνά τούς αἰῶνες· τῶν ποικιλώνυμων πού ἐπίμονα καί μανιακά ἐπιστράτευσαν κάθε δύναμη καί χρησιμοποίησαν κάθε μέσον γιά νά πολεμήσουν τόν Ἰησοῦ Χριστό.
 Ἀλλά καί οἱ ἐγγύς τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ δέν κατενόησαν καί δέν ἐνστερνίσθηκαν ὅλοι τους τή διδασκαλία του οὔτε δέχθηκαν ἀνεπιφύλακτα τό σχέδιό του. Ἡ ἀντιλογία εἰσχώρησε καί σ᾿ αὐτή τή συντροφιά τῶν δώδεκα. Πρίν ἀκόμη ἐκδηλωθεῖ ἡ προδοσία τοῦ Ἰούδα, ὁ πρωτοκορυφαῖος Πέτρος ἐκδήλωσε τή συνειδητή ἀντίστασή του στό σχέδιο τοῦ Διδασκάλου καί γι᾿ αὐτό χαρακτηρίσθηκε «σατανᾶς», πού θά πεῖ ἀντιρρησίας, πνεῦμα ἀντιλογίας.
  Ἐπί εἴκοσι αἰῶνες τώρα δέν ἔπαυσαν νά ἐμφανίζονται στή σκηνή τῆς ἱστορίας οἱ ψυχές πού σαγηνευμένες ἀπό τή μορφή τοῦ γλυκυτάτου Ναζωραίου τά θυσίασαν ὅλα γιά τήν ἀγάπη του καί ἀδιαμαρτύρητα τόν ἀκολούθησαν ἀκόμη καί στό θάνατο. Ἀλλά δέν ἔπαυσαν νά παρουσιάζονται ἐπίσης τόσο οἱ καταφρονητές, πού ἀναφανδόν ἀποδοκιμάζουν τόν Ἰησοῦ Χριστό καί τήν Ἐκκλησία του, ὅσο καί οἱ ἀντιρρησίες, πού ἀντιλέγουν καί ἀντιστέκονται στό θέλημά του. Ὑπάρχουν οἱ χριστιανοί καί οἱ ἀντίχριστοι, οἱ τοῦ Χριστοῦ καί οἱ ἀντιλέγοντες.
 Τό ἄρθρο αὐτό θέλει νά ἑστιάσει σέ μία εἰδική μερίδα ἀντιλεγόντων. Βρίσκονται πλησιέστερα στόν Χριστό καί εἶναι οἱ πιό ἐπικίνδυνοι. Αὐτοί δέν ἀπέρριψαν, ἀλλά δέχθηκαν τόν Χριστό καί ὡς χριστιανούς τούς ξέρει ὁ κόσμος. Δέν τούς ἀποδεικνύει ὅμως τέτοιους ἡ ζωή τους. Δέν ἔχουν τά διαπιστευτήρια τοῦ πιστοῦ στήν καθημερινή τους πράξη. Καί τοῦτο ὄχι ἀπό συγγνωστή ἀδυναμία, ἀλλά ἀπό προσωπική τους ἐπιλογή καί φιλοσοφία. Γιά παράδειγμα, κριτήριο τῆς ἀγάπης στό πρόσωπό του ὅρισε ὁ Κύριος τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν του· καί οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἐπαναλαμβάνοντας τό ἀποστολικό κήρυγμα, προτρέπουν· «Εἰ ἀνεδέξω (ἄν δέχθηκες) τό εἶναι χριστιανός, ἐπείχθητι (σπεῦσε) γενέσθαι ὅμοιος Θεῷ, ἔνδυσαι Χριστόν» (Μ. Βασίλειος). Οἱ ἀντιλέγοντες «χριστιανοί» ὅμως, πού ἔχουν τόν χριστιανισμό ὡς ὄνομα καί ὄχι ὡς τρόπο ζωῆς, δέν θέλουν νά μοιάσουν στόν Χριστό. Ὁδηγό τους δέν δέχονται τό θέλημα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀλλά τή δική τους λογική. Σέ κάθε λόγο τοῦ Εὐαγγελίου προβάλλουν τόν δικό τους ἀντίλογο. Ὅλα τά κρίνουν, ὅλα τά ἀμφισβητοῦν καί τά ὑπονομεύουν. Σοφίζονται μύριους τρόπους νά ἀποφύγουν τίς θεϊκές ἐντολές. Σαρκάζουν μάλιστα ὡς «εὐσεβισμό» τήν τήρηση αὐτῶν τῶν ἐντολῶν.
 Φυσικά, αὐτοῦ τοῦ εἴδους οἱ «χριστιανοί» στεροῦνται τήν εὐλογία τῆς θείας χάριτος. Δέν νιώθουν τήν πληρότητα τῆς ἀναστροφῆς μέ τόν Θεό. Ἀλλά καί στό περιβάλλον τους γίνονται ἀνασταλτικοί καί συχνά ἀποτρεπτικοί καί ἀνατρεπτικοί. Τό ὀλέθριο ἔργο αὐτῶν τῶν ἀντιλεγόντων «χριστιανῶν» τό ἐπισημαίνει ἡ χρυσόφθογγη γλώσσα τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου, πού μέ πόνο ἀποκαλύπτει: «Ἐμεῖς εἴμαστε αἰτία, ἐμεῖς, πού μένουν στήν πλάνη τόσοι ἄνθρωποι. Ὅταν σέ βλέπουν ἐσένα, τόν λεγόμενο χριστιανό, νά ἐκδηλώνεις πλεονεξία, νά ἁρπάζεις, νά ἀντιμετωπίζεις τούς ἄλλους ἀνθρώπους σάν θηρία, ἐσύ πού ἔχεις τήν ἐντολή νά ἀγαπᾶς καί τούς ἐχθρούς, (μέ τό δίκιο τους) λένε ὅτι εἶναι ἀνυπόστατα λόγια τό Εὐαγγέλιο».
 Γιορτάζοντας καί φέτος τήν Ὑπαπαντή τοῦ Κυρίου (2/2), ἄς σκεφθοῦμε μήπως ἡ ἀντιλογία, γιά τήν ὁποία μίλησε ὁ Συμεών, δέν βρίσκεται μακριά μας. Μήπως κάποιες φορές βρίσκει τόπο καί στή δική μας ψυχή. Λέω, μήπως...

Στέργιος Ν. Σάκκος
   

Κατηγορία ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ
Τετάρτη, 21 Μάιος 2014 03:00

Μητέρες του κόσμου

Κάθισα βιαστικά στή μόνη θέση τοῦ λεωφορείου πού ἀπόμενε ἀδειανή, κρατώντας προστατευτικά τ᾿ ὁλόφρεσκο μπουκέτο τριαντάφυλλα· θά τ᾿ ἄφηνα στά χέρια αὐτῆς πού ἀπό μικρό παιδί μ᾿ ἀκούμπησε στά χέρια τοῦ Θεοῦ. Μές στ᾿ ἀνοιγμένα ροδοπέταλα μετροῦσε ἡ μνήμη τίς στιγμές πού ἔσκυψε ἡ εὐλογημένη κατηχήτρια πάνω ἀπ᾿ τή διψασμένη μου ψυχή, γιά νά ζωντανέψει μαραμένα τριαντάφυλλα. Πάνω στή χρυσαφένια δέση τοῦ μπουκέτου μου ἔμενε ἀκόμα ἄγραφη ἡ εὐχετήρια κάρτα τῆς γιορτῆς κι ὅλες οἱ λέξεις φάνταξαν λειψές...
 «Ὑπάρχει καί ἡ γλώσσα τῆς καρδιᾶς», σκέφτηκα μ᾿ ἀνακούφιση· κι ἔσκυψα νά συγκεντρωθῶ στούς στίχους ἀπ᾿ τήν τραγωδία τοῦ Εὐριπίδη, πού ἔμενε ἀνώφελα ἀνοιχτή πάνω στά γόνατα. Αὔριο παρουσίαζα τήν ἐργασία μου, πρωτοετής φοιτήτρια τῆς φιλοσοφικῆς... «φιλότεκνόν πως πᾶν γυναικεῖον γένος» (Εὐριπίδη, Φοίνισσαι, στ. 356)
  Ἔρριξα μιά ματιά στίς σημειώσεις τῆς μετάφρασης: «Φιλότεκνη πάντα ἡ ψυχή τῆς γυναίκας» (μτφ. Ν. Ποριώτη)... Πίσω ἀπ᾿ τίς λέξεις ἡ Ἰοκάστη μέ τά μαλλιά λυτά πάνω ἀπ᾿ τά ἑτοιμοθάνατα παιδιά της, ἀφανισμένη ἀπ᾿ τήν ἀκούσια ἁμαρτία της, παγιδευμένη μές στά δίχτυα τῶν θεῶν, πού ὁ μεγάλος τραγικός πάσχιζε ἀπελπισμένα νά τρυπήσει, κατά πώς τό ᾿πε ὁ Σεφέρης μας. Πίσω ἀπ᾿ τίς λέξεις ἡ Ἰοκάστη, μορφή βγαλμένη ἀπό τό θρύλο τόν πανάρχαιο...
 Τούς συνειρμούς μου ἔκοψε ἀπότομα μία χαρούμενη καί θριαμβευτική φωνή παιδιοῦ:
 - Πρῶτος! ἀλάφιαζε λαχανιασμένα ὁ μπόμπιρας, καί πίσω του ἕνα, δύο, τρία, τέσσερα προσωπάκια ξαναμμένα καί ἀνάστατα.
  - Δέν ἤσουν πρῶτος! Μ᾿ ἔσπρωξες! Μοῦ πῆρες τή σειρά! φώναξε μέ θυμό ἕνα ἀγοράκι κοκκινόμαλλο πού ἄσθμαινε πίσω ἀπό τό λιλιπούτειο νικητή.
  - Ἄχ, Κωνσταντίνε, Ἄγγελε! ἀκούστηκε ξοπίσω τους γλυκειά μαζί καί αὐστηρή ἡ μητρική φωνή. Πάλι τά ἴδια! Πῶς θά στεναχωριοῦνται τώρα τ᾿ ἀγγελούδια σας!
 - Μαμά, διψάω, κλαψούρισε γκρινιάρικα ἕνα μικρό γαλανομάτικο, κρυμμένο στό φουστάνι της.
 - Κι ἐγώ, μαμά! Νερό! πετάχτηκε μιά ἀκόμη πιό λεπτή φωνούλα κοριτσιοῦ. Ξεφύτρωναν σάν μανιτάρια δίπλα της, ἔτσι κοντά καί τοσοδούλικα μέσα στόν κόσμο πού τά κύκλωνε.
 Βόλεψε τίς μικρές στά γόνατα εὐχαριστώντας γιά τίς θέσεις πού τῆς δώσαμε.
 - Μά... πόσα ἔχετε; ρώτησε ἔκπληκτα ὁ συνεπιβάτης μου, βλέποντας παιδικά κορμάκια νά στρυμώχνονται στό πλάι της.
 - Ἕξι, ἀπάντησε, καί βάθυναν περίεργα τά δυό μεγάλα σκοῦρα μάτια της. Πάνω στό στῆθος της εἶχαν ἀποκαρώσει τά μικρά· καί κεῖ ὅπου χτύπαγε ἡ καρδιά σμίγαν ἀπ᾿ τά γερμένα κεφαλάκια τους μπουκλίτσες μαῦρες καί ξανθές, τόσο πού δύσκολα θά τό ᾿λεγες πώς ἦταν ἀδελφές, ἄν καί τά δυό δέν τή φωνάζανε «μαμά». Ἔμεινα νά κοιτῶ τοῦτο τ᾿ ἀγαπημένο σύμπλεγμα: τή μάνα τή σκυμμένη στοργικά πάνω ἀπ᾿ τίς δύο παρθενικές εἰκόνες τοῦ Θεοῦ, πού ζύμωσαν οἱ ὠδίνες τοῦ κορμιοῦ της... «Φιλότεκνη πάντα ἡ ψυχή τῆς γυναίκας»· σάλευαν μέσα μου οἱ λέξεις τοῦ Εὐριπίδη.
 Ξάφνου:
 - Φτάσαμε! ξεφώνισε ὁ Ἄγγελος κολλώντας τό μουτράκι του στό τζάμι τοῦ παράθυρου. Νά, περιμένει τ᾿ αὐτοκίνητο!
 Γύρισα αὐθόρμητα γιά νά κοιτάξω τόν πατέρα τους. Ἀπέναντι στήν ἄκρη τῆς στροφῆς εἶδα ἕνα μικρό λεωφορειάκι, ἄσπρο καί μικρό· πάνω στή μισανοιγμένη πόρτα του τρία παιδιά ζωγραφιστά κάτω ἀπό μιά κυρτή χρωματιστή γραμμή· δίπλα ἡ γνώριμη λεζάντα τῆς εἰκόνας: Ἑλληνικό Παιδικό Χωριό... Ὥστε...
 - Ἄχ, τά πουλάκια μου· ἀπό τό Παιδικό Χωριό, ἔκανε συμπονετικά μία μεσόκοπη κυρία... -
  Δέν ἤτανε δικά της τά παιδιά;
 - Ὄχι! Αὐτά εἶναι ὀρφανά, ἐγκαταλελειμμένα...
 - Τί λές! Κι αὐτή;
 - Αὐτή ἁπλά τά μεγαλώνει.
 - Καί τή φωνάζανε «μαμά»! Μιά σκεφτική σιγή ἁπλώθηκε στίς λέξεις μας. Ἔσκυψα πάλι στίς σελίδες μου: «Φιλότεκνόν πως πᾶν γυναικεῖον γένος». Ἡ Ἰοκάστη -μορφή βγαλμένη ἀπό τό θρύλο τόν πανάρχαιο· ἀπό τόν πόνο τόν ἀσώπαστο, πού ἔγινε θρύλος γιά ν᾿ ἀντέξουμε τό βάρος του- μέ τά μαλλιά λυτά πάνω ἀπ᾿ τά ἑτοιμοθάνατα παιδιά, πού πλήρωναν τ᾿ ἀκούσιο λάθος της...
 Κι εἶδα πίσω ἀπ᾿ τίς λέξεις τίς πανάρχαιες μιά μητρική μορφή μέ τήν καρδιά λυτή πάνω ἀπ᾿ τῆς Ἰοκάστης τά παιδιά· τό στῆθος της μιά ἀγκαλιά, γιά νά θηλάσουν τή ζωή, ὅπως ἐκείνου τοῦ πουλιοῦ πού τρέφει τά μικρά του μέ τό αἷμα του...
 Κι εἶδα πίσω ἀπ᾿ τίς λέξεις τίς πανάρχαιες ἄλικα τριαντάφυλλα κι ἕνα συγκινημένο δάκρυο, στά μάτια ἐκείνης πού τά δέχτηκε, ζεστό καί τρυφερό, ὅπως τό δάκρυο τῆς προσευχῆς της πού τά πότισε μέσα σέ μιά ἀτιθάσευτη νεανική ψυχή.
 Κι εἶδα νά ἀνταμώνουνε μές στή δεκαοκτάχρονη ψυχή μου οἱ δύο μορφές, ἡ ἄγνωστη «μητέρα» ἀπό τό Παιδικό χωριό κι ἡ ἀγαπημένη κατηχήτρια, νά σμίγουν μυστικά τά χέρια τους κάτω ἀπ᾿ τό βλέμμα τοῦ Σταυροῦ καί νά σκορπίζονται, γιά νά ἀγκαλιάσουνε τά ἑτοιμοθάνατα παιδιά μιᾶς Ἰοκάστης· νά τ᾿ ἀναστήσουν μέ τό λόγο τοῦ Θεοῦ καί μέ τήν ἔγνοια τους... μάνες αὐτές τοῦ ὀρφανεμένου κόσμου μας.
 Ἔμενε ἀκόμη ἄγραφη ἡ εὐχετήρια κάρτα τῆς γιορτῆς, μά τώρα οἱ λέξεις σκίρταγαν στούς κτύπους τῆς καρδιᾶς:
 Μητέρες τοῦ κόσμου,
 πού βάλατε τόν ἄγγελο νά σκέπει τά ὀρφανά μας βήματα καί νά ζεσταίνει στίς φτεροῦγες του τίς πληγωμένες μας καρδιές, ἔτσι πού νά μή νιώθεται τό βάθος τῆς πληγῆς!
 Μητέρες τοῦ κόσμου,
 πού μᾶς κυοφορήσατε μέ τίς ὠδίνες τῆς καρδιᾶς, γιά νά μορφώσετε μέ μόχθο μές στά σπλάχνα μας τή λατρευτή μορφή Ἐκείνου πού μᾶς λύτρωσε!
 Μητέρες τοῦ κόσμου,
 πού ἀνοίξατε τά χέρια σας, δυό χοῦφτες τῆς στοργῆς, γιά νά κουρνιάσουνε πουλάκια ὀρφανά, νά βροῦν μιά ἄνοιξη στίς χειμωνιές τοῦ κόσμου μας, μία γωνιά μέ τριαντάφυλλα στίς γειτονιές τοῦ αὔριο...
 Μητέρες τοῦ κόσμου,
 σάν θά ἀνοίξουμε φτερά μέσ᾿ ἀπ᾿ τά χέρια σας, γιά νά μαζέψουμε χάδια ἀπό φῶς στά χρυσοφόρα πλάτια τοῦ οὐρανοῦ, θά ᾿ρθοῦμε φέρνοντας μιά ἀγκαλίδα τριαντάφυλλα ἀπό τήν ἄνοιξη πού ἐσεῖς μᾶς δώσατε·θά τ᾿ ἀποθέσουμε στά χέρια σας μετρώντας τό συγκινημένο δάκρυ σας, ξεχύνοντας τά μύρα μας ἀπάνω στ᾿ ἀνοιχτά τους ροδοπέταλα, πού θά ψελλίσουνε βουβά στή γλώσσα τῆς καρδιᾶς:
 «Μητέρες τοῦ κόσμου,
 εὐχαριστοῦμε!».

Ζηναΐδα

Κατηγορία ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ