Πέμπτη, 29 Δεκέμβριος 2016 02:00

Τό κέρδος μας

Ποιός δέν ἀγαπᾶ τό κέρδος;


kerdos Tό κέρδος! Mιά ἔννοια πού συγκεντρώνει πάνω της λάγνα τή σκέψη καί τόν πόθο κάθε ἀνθρώπου. Ποιός δέν θέλει νά κερδίσει ὁτιδήποτε, μεγάλο ἤ ἔ­στω καί μι­κρό; Ποιός δέν ὀνειρεύεται νά αὐξήσει τά ὑ­πάρχον­τά του, νά πολλαπλασιάσει τά ἀγαθά του; Δέν εἶναι μόνο ὁ ἔμ­πορος, ὁ ἐπιχειρηματίας, ὁ ἐπαγγελ­ματί­ας, πού μέ τήν ἐλ­πίδα τοῦ κέρδους ὑποβάλλεται σέ κό­πους καί ταλαιπωρίες. Δέν εἶναι μόνο ὅσοι μηχανεύονται μύριους τρόπους -ὄχι πάντοτε θεμιτούς- γιά νά αὐ­ξήσουν τίς ἀπολαβές τους, νά ἐ­πεκτείνουν τίς ἐπιρροές τους. Ὁ καθένας στόν τομέα του θέλει νά κερδίσει, νά πάει μπροστά, νά ἀξιοποιήσει κάθε δυνατότητα, νά ἐκμεταλλευθεῖ κάθε εὐκαιρία πρός ὄφελός του.
 Mά πέρα ἀπό τά ὑλικά κέρδη εἶναι καί τό κέρδος τό πνευματικό, πού συγκεντρώνει τήν προσοχή τοῦ πι­στοῦ καί τόν κινητοποιεῖ σέ ἀγώνα. Ὁ Παροιμιαστής μακαρίζει τόν ἄνθρωπο πού ἀπέ­κτησε «σοφίαν» καί «φρόνησιν» καί ἀναγνωρίζει ὅ­τι «κρεῖσσον αὐτήν ἐμπορεύεσθαι  χρυσίου καί ἀργυρίου θησαυρούς» (Πρμ 3,14). Kι ἄν γιά τό ὑ­λικό κέρδος καταβάλλονται κόποι καί προσ­πά­­­θει­ες μή χα­θεῖ, μή μειωθεῖ, πολύ περισσότερο γιά τό πνευματικό κέρδος ἀξίζει κάθε θυσία. Aὐτό συνιστᾶ καί ὁ λόγος τῆς ἁγίας Γραφῆς, ἐπίκαιρος πάντοτε καί ἰδιαίτερα στήν ἀρ­χή τῆς νέας χρο­νιᾶς πού μᾶς χαρίζει ἡ ἀ­γά­πη τοῦ Θεοῦ. Γράφει θεόπνευστα ὁ ἀπό­στολος Παῦ­λος στούς χριστιανούς τῆς Ἐφέσου ἀλ­λά καί στούς πιστούς κάθε τόπου καί ἐποχῆς• «βλέπετε οὖν πῶς ἀ­κρι­βῶς περιπατεῖτε, μή ὡς ἄσοφοι ἀλλ’ ὡς σο­φοί, ἐξ­α­γο­ρα­ζό­μενοι τόν καιρόν, ὅτι αἱ ἡμέραι πονηραί εἰ­σιν» (5,15).

Προσοδοφόρο ἐμπόριο


 Πορεία ἀέναη ἡ ζωή τοῦ καθενός, μᾶς καθιστᾶ ὁ­δοιπόρους στό στρατί πού ξεκινᾶ ἀπό τή γῆ κι ἔχει τό τέρμα του στόν οὐρανό. Περνᾶ ὁ χρόνος, διαπιστώνουμε. Kαί στήν πραγματικότητα, ἐμεῖς οἱ ἄν­θρω­ποι σάν διαβατάρικα πουλιά περνοῦμε, γερ­νοῦ­­με, φεύγουμε. Mά -τό σκεφθήκαμε τάχα;- τό κάθε βῆμα μας πάνω στή γῆ, ἡ κάθε μέρα, τό κάθε λεπτό προσδι­ορίζει τήν ποιότητα τοῦ εἶναι μας καί προοιωνίζει τό αἰ­ώνιο μέλλον μας. Mέ ἐμποροπανήγυρη παρομοιάζουν οἱ Πατέρες τήν παροῦσα ζωή.    «Ὅποιος ξέρει νά ἐμπορεύεται (πνευματικά)», λέγει ὁ ἅ­γιος Mᾶρκος ὁ ἐρημίτης «κερδίζει πολ­λά, ὅποιος δέν ξέρει ὑφί­σταται ζημί­ες». Ἡ ­ἴδια ἡ ζωή μᾶς ἀναδεικνύει κα­λούς ἐμ­πόρους -½ς «μεγαλέμποροι» ἐγκωμιάζονται οἱ ἅγιοι τῆς Ἑκκλησίας μας- καί μᾶς ἐξασφαλίζει μεγάλα πνευματικά κέρ­δη, ἐφόσον ἀξιοποιοῦμε σω­­στά τό χρόνο μας. Στήν ἀντίθετη πε­ρίπτωση, μᾶς ὁδηγεῖ στήν πνευματική πτώχευση, πού ἐπιφέρει τήν αἰ­ώ­νια κα­ταδίκη.

«Πονηραί ἡμέραι»


 Kεφάλαιο σπουδαῖο, ἱερό θά ἔλεγα, ὁ χρόνος. Kι αὐξάνει πε­ρισσότερο ἡ ἀ­ξία του, καθώς οἱ ἡμέρες τῆς ζωῆς μας εἶναι «πονηραί». Ἔτσι ὀνομάζον­­ται στή φυ­σι­κή ζωή οἱ ἡμέρες πού σημαδεύον­ται ἀπό δεινά φυσικά -ἀρρώστιες, ἐ­πι­δημίες, σεισμούς, πλημμύρες, καταιγίδες, πυρκαγιές- ἤ κοινωνικά -πο­λέ­μους, βομβαρδισμούς, αἰ­χμαλωσίες, πεῖ­νες, κτλ. Στήν πνευ­­ματική ζωή «πο­νηρές» λέ­γον­­ται οἱ ἡμέρες πού ἐ­πη­­­ρεάζονται ἀπό τήν ἐξουσία τοῦ πονηροῦ. Eἶναι οἱ ἡ­μέ­ρες κατά τίς ὁποῖες ὁ σατανᾶς, «ὁ κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰ­ῶ­νος τούτου» (Ἐφ 6,12), προβάλλει ἐμ­πόδια πολλαπλά, πειρασμούς καί κινδύνους πού ἀπειλοῦν τήν ψυχή καί τή σωτηρία τῶν πιστῶν. Mοιά­ζουν οἱ πονηρές ἡμέρες μέ «νύχτα ζο­φερή καί μαύρη, γράφει παραστατικά ὁ ἅγιος Mακάριος ὁ Aἰγύπτιος. «Ὁ ἄν­θρωπος τότε πέφτει στήν ἐξουσία τοῦ διαβόλου, βυθίζεται μές στή νύχτα καί στό σκοτάδι, κλονίζεται καί σείεται ἀπό τόν δεινό ἄνεμο τῆς ἁμαρτίας... καί δέν μένει ἐλεύθερο καί ἀπαθές κανένα μέ­λος τῆς ψυχῆς• τοῦ σώματος• ὅλα τά κατακλύζει ἡ ἁμαρτία».
 Oἱ «πο­νηρές ἡμέρες» διαμορφώνουν ἕνα περιβάλλον ἄγριο καί συγκεχυμένο, ὅπου κυ­ριαρχεῖ ὁ φόβος καί ἡ ἀπογοήτευση, ἡ ἀ­πελπισία καί ἡ ὑστερία. Tέτοια ἦταν ἡ πνευματική κα­τά­στα­ση τῆς κοινωνίας τοῦ 1ου αἰ. μ.X., ἀλλά μή­πως παρόμοια δέν εἶναι, εἴ­κοσι αἰῶ­νες ἀργότερα, καί ἡ σημερινή ἐπο­χή; Σέ μιά τέτοια ἀτμόσφαιρα τό θεοκίνητο χέρι τοῦ ἀποστόλου καταγράφει τήν προτροπή: «Προσέξτε πῶς ζῆτε! Ἐξα­γο­ράστε τό χρόνο σας!».

Ἐμπορεύσου σοφά!


 Ἡ ἄσχημη κατάσταση τοῦ κόσμου δέν πρέπει νά γί­νει ἀ­φορμή ἀπελπισίας γιά τόν πιστό, νά τόν ἀποτελματώσει στήν ἀ­δρά­νεια καί στήν ἀπραξία. Mέσα στίς ποικίλες δυσκολίες τῶν «πονηρῶν ἡμε­ρῶν» ἐκεῖνος ἔχει νά ἐπιτελέσει ἕνα δύ­σκολο ἔργο• νά ἐξαγοράσει τίς «πονηρές ἡμέ­ρες» καί νά κερδίσει ἔτσι τήν αἰωνιότητα. Θά μιμηθεῖ τόν στρατιώτη πού στή μάχη φροντίζει νά κι­νεῖται μέ ταχύτητα, γιά νά προλάβει τόν ἐχθρό ἀλλά καί μέ ἀκρίβεια, γιά νά ἀπο­φύγει τόν κίνδυνο. Ἡ χριστιανική πί­στη δέν εἶναι κάτι τό στατικό. Eἶναι  μί­α συ­νε­­χής κατάσταση μάχης ἐν­αντίον τῶν δυνάμεων τοῦ σκότους, πού δροῦν στόν κόσμο καί προσπαθοῦν νά κερδίσουν ἔδαφος στήν ψυχή κάθε ἀν­θρώ­που, ἀσφαλῶς καί τοῦ πιστοῦ.
 Ἡ ἐγκατάλειψη τῆς μάχης ἤ -τό χειρότερο- ἡ συνθηκολόγηση μέ τίς δυνάμεις τοῦ σκότους δέν συ­νιστοῦν χριστιανική τακτική.  Mή ζῆτε «ὡς ἄσοφοι, ἀλλ᾽ ὡς σοφοί», παροτρύνει ὁ ἀπόστολος. Kαί σοφία ση­μαίνει τήν κατανόηση καί ἐ­φαρμογή τοῦ θείου θελήματος. Δέν ὑ­πάρχει τίποτε πιό καταλυτικό ἀπό τήν παραμέριση τοῦ θεί­ου θελήματος καί τήν ἐκκοσμίκευση τοῦ φρονήματος τοῦ χριστιανοῦ. Aὐτό ἀπο­νευρώνει καί ἀπο­νε­κρώνει κάθε πνευματική ἰκμάδα. Eἶναι ἡ μεγαλύτερη ζημία.
 

Προσωπικά καί κοινωνικά κέρδη


 Eἶναι φανερό ὅτι «ἐξαγορασμός τοῦ χρόνου» σημαίνει ἀξιοποίηση τῶν περιστάσεων -καί τῶν πιό ἀντίξοων καί ἀρ­­νητικῶν- γιά τό πνευματικό συμφέρον, ἀκα­τάπαυστη μάχη σ᾽ ἕνα διπλό μέτωπο• στήν καρδιά καί στό περιβάλλον μας. Kί­νητρο, κριτήριο καί δύναμη στή διεξαγωγή αὐτῆς τῆς δι­πλῆς μάχης εἶναι τό θέ­λημα τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο βέ­βαια δέν ἐξ­αντλεῖται στά αὐστηρά θρησκευτικά κα­θήκοντά μας, ἀλλά ἔ­χει ρόλο ρυθμιστικό σέ ὅλες τίς ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς. Ἡ ἐφαρμογή τοῦ θείου θελήματος, παρ᾽ ὅλο πού μᾶς κοστίζει εἶν᾽ ἀλήθεια, ἀμείβει πλούσια τό τώρα τῆς κάθε μέρας, ἀπο­­δίδει τεράστια πνευματικά κέρδη. Kαί πρῶ­τα-πρῶτα ἐξουδετερώνει τούς ἐ­χθρούς τοῦ χρόνου:

  • τήν ἀναβολή, πού μεταθέτει καί τε­λικά ματαιώνει τήν ὑ­λοποίηση κάθε κα­λῆς σκέψης,
  • τή βιασύνη πού ἀπερίσκεπτα καί σπασμωδικά σπαταλᾶ τό χρόνο,
  • τήν ἀκαταστασία, πού ἀναστατώνει ἐμᾶς καί τό περιβάλλον, καθώς καταλύει κάθε ἔννοια προγράμματος,
  • τήν ἀμέλεια, πού ἐμποδίζει τήν ἐκ­πλήρωση τοῦ καθήκοντος,
  • τή ραθυμία, πού ἀποτελματώνει στήν ἀπραξία καί ἀποκοιμίζει κάθε πνευματικό ἐνδιαφέρον.

 Ἀλλά ὁ «ἐξαγορασμός τοῦ καιροῦ» εἶ­ναι ἐπικερδής πνευματικά καί σέ κοινωνικό ἐπίπεδο. Ὁ πι­στός, ἐπει­δή ἀ­κρι­βῶς γνωρίζει ὅτι ὁ Θε­ός θέλει τή σωτηρία τοῦ κό­σμου, στρατεύεται ë­κού­σια. Τρέχει νά προλάβει νά κά­νει κάτι γιά τή σωτηρία ἔστω καί μίας ψυχῆς. Ἔτσι καθίσταται συνεργός τοῦ Θεοῦ.

Θαρσεῖτε!


 Ἄν οἱ μέρες μας εἶναι πονηρές, ἄν ὁ ὁρίζοντας ὅλο καί περισσότερο σκοτεινιάζει καί τά μηνύματα ἀπό τούς διαφόρους τομεῖς τῆς  κοινωνίας μας δέν ἀ­κούγονται καθόλου εὐοίωνα, μήν ἀπο­θαρρυνθοῦμε. Mέσα στό χρόνο τοῦ Θε­οῦ ἀκόμη καί τό κακό μπορεῖ νά ἐξυ­πηρετήσει τό ἀγαθό. Ξέρει ὁ Θεός νά σπέρνει καί ἐκεῖ ὅπου ὀργώνει ὁ διάβολος. ᾽Aρκεῖ ἐ­μεῖς, τά παιδιά του, νά θε­λή­σουμε νά με­ταφέρουμε στόν κόσμο μας τό σπόρο του. Nά ἐπιδιώκουμε τά καλύτερα μές στούς χειρότερους καιρούς καί νά ἐλπίζουμε τό καλύτερο μές στίς πιό μεγάλες συμφορές! Aὐτό νά εἶναι τό ἐμ­βατήριό μας, ὅταν οἱ μέ­ρες εἶναι κακές. Aὐτό εἶναι τό «κερδοφόρο» λειτούργημα τοῦ χριστιανοῦ καί τό ἐλπιδοφόρο μή­νυμα τοῦ Eὐαγγελίου στήν ἀπ­ελ­πισία τοῦ κόσμου μας.

 

Στέργιος N. Σάκκος

Ἀπολύτρωσις 63 (2008) 4-6

Κατηγορία ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ
Πέμπτη, 28 Δεκέμβριος 2017 02:00

Χριστιανοί μου, μήν καῖτε τά λεπτά σας!

 Hands-of-timeΤώρα, ἀγαπητοί μου, τώρα πού ἕνα νέο ἔτος ἀνατέλλει στόν ὁρίζοντα τῆς ἀν­θρω­πό­τητος, ἄς κάνουμε μερικές σκέψεις.
 Ἐάν ὑπῆρχε στόν οὐρανό ἕνας ἐξώστης καί ἀπ’ ἐκεῖ μ’ ἕνα τηλεσκόπιο βλέπαμε τό σύμπαν, ὤ τότε! Τό θέαμα πού θά παρουσιαζόταν στά μά­τια μας θά ἦταν καταπληκτικό. Θά βλέπαμε, ὄχι ἕνας ἥλιος, ὅ­πως φαίνεται ἀπό τή γῆ, ἀλλά πολλοί ἥ­λιοι, ἑκατομμύρια ἥλιοι, γαλαξίες, ἄστρα καί κομῆτες νά κι­νοῦν­ται στό ἄπειρο μέ ἰλιγγιώδη ταχύτητα. Ὅλα ἐκτελοῦν κά­ποιο προ­ορισμό, πού γιά τό καθένα ἔχει ὁρίσει ὁ Δη­μιουργός.
Ναί! Ὅλα, ἀπό τά πιό μικρά ἕως τά πιό με­γά­λα, ὅλα ἔχουν προορισμό. Τίποτε δέν εἶ­ναι τυ­χαῖ­ο, τίποτε δέν εἶναι ἄσκοπο. Καί ὁ ἄν­θρω­πος, ἐρωτᾶται, ὁ ἄνθρωπος πού εἶναι ἡ κορωνίδα τῆς δημιουργίας δέν ἔχει προορισμό; Ἡ λογική μᾶς ὑποχρεώνει νά παραδεχθοῦμε ὅτι καί ὁ ἄν­θρω­πος ἔχει προορισμό. Ποιός δέ εἶναι ὁ προορισμός τοῦ ἀνθρώπου; Ἀπαντᾶ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ἡ ἁγία Γραφή. Προ­ορι­σμός τοῦ ἀν­θρώπου εἶναι τό κατ’ εἰκόνα Θεοῦ νά τό κάνει καθ’ ὁμοίωσιν. Νά ἐξυψωθεῖ, νά μοιάσει μέ τόν Θεό. Ὁ προορισμός τοῦ ἀνθρώπου μέ μία λέξη, ὅπως λένε οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἡ θέωση. Καί αὐ­τός ὁ προορισμός ἐπιτυγχάνεται, ἐάν ὁ ἄνθρωπος πι­στέψει τόν Χρι­στό ὡς Σωτήρα καί Λυτρωτή καί μιμηθεῖ τήν ἁγία του ζωή, ἐφαρμόσει τίς θεῖες ἐντολές του, νικήσει τίς κα­κίες καί τά πά­θη, ἀποκτήσει τίς Εὐαγγελικές ἀρετές καί μάλιστα τήν ἀγάπη, τήν ἀγά­πη στόν Θεό καί τήν ἀ­γά­πη στόν πλησίον. Μι­μητής τοῦ Χριστοῦ ὁ ἄν­θρω­πος, γί­νεται μικρόχριστος, μικρός Θεός, ὄν­τως βασιλεύς καί κυ­ρί­αρχος, εὐτυχής καί μακάριος, μέ­τοχος καί κληρονόμος τῆς αἰωνίου ζωῆς καί μα­καριότητος.
Ναί! Αὐτός εἶναι ὁ προορισμός τοῦ ἀνθρώπου. Μεγάλος καί ὑ­ψη­λός. Γιά τήν πραγματοποίηση δέ τοῦ προορισμοῦ τούτου δίνεται στόν ἄν­θρωπο χρόνος. Μέσα δέ στό διά­στη­μα τοῦ χρόνου, πού ἔχει ὁρίσει ὁ Θε­ός, καλεῖται ὁ χρι­στιανός νά ἐρ­γα­σθεῖ πνευματικά. Ἔτσι ὁ χρόνος ἀξιο­ποι­εῖ­­ται.
Ἀλλά γίνεται ἀπ’ ὅλους ἡ ἀ­ξι­ο­ποί­η­ση καί ἐκμετάλλευση τοῦ χρό­νου ὅπως θέλει ὁ Χριστός πού συνέστησε μία ἀ­διάλειπτη πνευματική ἐργασία γιά τήν ἠ­θι­κή τελειοποίησή μας, γιά τήν ἐ­πι­τυχία τοῦ προορισμοῦ μας; Δυ­­­σ­τυ­χῶς τό μεγαλύτερο μέ­ρος τῶν ἀν­θρώ­πων δέν κάνουμε κα­λή χρήση τοῦ χρόνου πού μᾶς δίνει ὁ Θεός. Μεριμνοῦμε καί τυρβάζουμε περί πολλά, ἐνῶ ἑνός ἐστι χρεία. Τό δέ ἕνα αὐτό εἶναι ὁ Χριστός, τό νά πιστέψουμε δηλαδή στό λό­γο του καί νά ζήσουμε σύμ­­­φωνα μέ τίς θεῖες ἐν­τολές του.
 Γιά ἄλλα ζητήματα, πού εἶναι μι­κρότερης ἀξίας, οἱ ἄνθρωποι δί­­νουν μεγάλη σημασία στό χρό­νο. Κοιτάζουν τά ρολόγια τους γιά νά εἶναι συνε­πεῖς στήν ὥρα τῆς ἐργασίας. Μετροῦν καί τά λε­πτά τῆς ὥρας ἀ­κόμη. Γιατί ἡ πεί­ρα διδάσκει ὅτι καί τά λίγα λεπτά τῆς ὥρας ἔχουν τήν ἀξία τους. Θέ­λετε πα­ρα­δείγματα; Λίγα λε­πτά καθυστερήσεως καί ὁ ταξιδιώτης χάνει τό λεωφορεῖο. Λίγα λεπτά καθυστερήσεως καί ἡ αἴ­τη­σις γιά κάποιο ζήτημα θεωρεῖται ἐκπρόθεσμη. Λίγα λεπτά καί ὁ ἀσθενής, πού εἶχε ἀνάγκη ἀμέσου ἰατρικῆς ἐ­πεμβάσεως, πεθαίνει. Λίγα λεπτά κα­θυστερήσεως γιά νά δοθεῖ τό κόκκινο φῶς καί ἡ ἁμαξοστοιχία συγ­κρού­εται μέ θλιβερά ἀποτελέ­σμα­τα. Λίγα λε­πτά… καί ὁ Να­πο­λέων πού ἀνέμενε στρα­τι­ω­τική βοήθεια χάνει τή μάχη τοῦ Βα­τερ­λώ καί ἐξορίζεται στήν Ἁ­γία Ἑλένη.
 Ἀλλά ἐνῶ ὁ κόσμος -πλήν τῶν ὀ­κνη­­ρῶν- προκειμένου γιά ὑλικά συμ­φέ­ροντα δεικνύεται ἐρ­γατικός, ἐπιμελής, ταχύς καί βια­στικός, γιά τήν ἠθική του ὅ­μως καί πνευματική τε­λειοποίηση πα­ραμένει ἀμελής, ἀ­διά­φορος, καί ἀ­φή­νει ὄχι λεπτά, ἀλλά καί ὧρες καί μέρες καί χρόνια νά φεύγουν πνευματικῶς ἀνεκμετάλλευτα. Κυνηγός σκιῶν καί ὄ­χι τῆς πρα­γματικότητος.
 Ἐάν γιά τήν ἐπιτυχία ὑλικῶν πρα­γμάτων ἔχουν ἀξία τά λεπτά τῆς ὥ­ρας, πόσο μᾶλλον ἔχουν ἀ­ξία τά λεπτά τῆς ὥρας γιά τήν πνευ­ματική ζωή! Πό­σα μποροῦμε νά πράξουμε κατά τό δι­ά­στημα τοῦ χρόνου! Ἀ­κριβής ἐκτέλεση τῶν καθηκόντων, ἱερές σκέψεις, θερ­μές προσευχές, εἰλικρινής με­τάνοια καί ἐξομολόγηση, ἀνά­γνω­ση Εὐ­αγγε­λίου, ἀκρόαση κη­ρυγμάτων, κα­τανυ­κτι­κός ἐκ­κλη­σιασμός, ἐπίσκεψη ἀσθε­νῶν, βο­ήθεια πασχόντων ἀδελφῶν, δι­ά­δοση τοῦ Εὐαγγελίου… Νά μέ τί μπο­ροῦμε νά πλουτίσουμε τό χρό­νο τῆς ζωῆς μας καί νά γί­νουμε πλούσιοι, πνευματικῶς με­γαλέμποροι, σύμφωνα μέ τή θε­­όπνευστη προτροπή τοῦ ἀποστόλου Παύλου, πού λέει˙ «Ἀ­δελ­φοί, βλέ­­πετε οὖν πῶς ἀκριβῶς περιπατεῖτε, μή ὡς ἄσοφοι ἀλλ᾽ ὡς σοφοί, ἐξαγοραζόμενοι τόν καιρόν, ὅτι αἱ ἡμέραι πο­νηραί εἰσι» (Ἐφ 5,15-16).
 Ὤ, πόσο πολύτιμος εἶναι ὁ χρό­­νος γιά τή σωτηρία τῆς ἀθάνατης ψυχῆς μας! Ἕνας ἄνθρωπος, πού ζῆ 70 χρόνια ἐδῶ στόν πλανήτη μας, ἐάν ὁ χρόνος αὐτός μετρηθεῖ σέ λε­πτά τῆς ὥ­ρας, θά δοῦμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐ­τός ἔ­­ζησε 36.792.000 λεπτά. Ἔζησε ἑ­κα­τομμύρια λεπτά! Ὤ, πόσα κα­­λά θά μπο­­ροῦσε νά πράξει καί γιά τόν ἑαυτό του καί γιά τόν πλησίον του καί γιά τήν ἀνθρωπότητα ἐν γένει!
 Ἀλλά δυστυχῶς οἱ ἄνθρωποι –πλήν ἐλαχίστων ἐξαιρέσεων– δέν ἐκτιμοῦμε τήν ἀξία τοῦ χρόνου γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς. Ὧρες ὁλόκληρες ξοδεύον­ται γιά μάταια καί ἁμαρτωλά πράγματα, ὅπως εἶναι ἡ παρακολούθηση αἰ­σχρῶν ἐκπομπῶν τοῦ ρα­δι­ο­φώνου καί τῆς τη­λε­ορά­σε­ως, ἡ χαρτοπαιξία, πού ὀρ­γιά­ζει ἰδίως τήν Πρωτοχρονιά, κι ἄλ­λα πολ­λά. Ἀλί­μο­νο! Γιά τόν διάβολο ὅ­λος ὁ χρόνος. Γιά τόν Χριστό; Οὔ­τε ἕ­να λε­πτό τῆς ὥρας!
 Οἱ μόνοι πού εἶναι σέ θέση νά ἐκτιμήσουν τήν ἀξία τοῦ χρόνου εἶ­­ναι οἱ ἄν­­θρωποι πού πέθαναν ἀμετανόητοι γιά ὅσα κακά ἔκαναν ἐδῶ στή γῆ καί τώ­ρα βρί­σκον­ται στόν ἄλλο κόσμο, πού δέν εἶ­ναι παραμύθι ἀλλ’ εἶναι μία σκληρή πραγματικότητα. Ἐάν ἦ­ταν δυνατόν νά ρωτηθεῖ ἕνας ἀπ’ αὐτούς τί θέλει, τίποτ’ ἄλλο δέν θά ζη­τοῦ­σε, οὔτε πλούτη οὔτε αἰ­σχρούς ἔρωτες οὔτε τιμές καί ἀξιώματα οὔτε τίποτε ἄλλο ἀπ’ αὐ­τά πού κυνηγοῦν οἱ ἄνθρωποι ἐδῶ στή γῆ, ἀλλ’ ἕνα καί μόνο θά ζητοῦσε ἀπό τόν Θεό. Ἕνα καί μόνο λεπτό τῆς ὥ­ρας! Ναί, ἕνα λε­πτό τῆς ὥ­ρας. Διότι καί ἕνα λε­πτό τῆς ὥ­ρας φθάνει γιά νά πεῖ ὁ ἁμαρτωλός ἕνα λόγο μετανοίας, σάν ἐ­κεῖνο πού εἶπε μέσα σ’ ἕνα λεπτό ὁ λη­στής στό σταυ­ρό: «Μνήσθητί μου, Κύ­ριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου».
 Χριστιανοί μου!
 Νέο ἔτος, νέα παράταση ζω­ῆς. Μή σπαταλᾶτε τό χρόνο σας. Μήν καῖτε τά λεπτά τοῦ χρόνου. Ὁ χρό­νος εἶναι ἀνεκτίμητος. Φεύγει καί δέν ἐπιστρέφει πιά. «Χρόνου φείδου»!

Ἐπίσκοπος
Αὐγουστῖνος Καντιώτης

Κατηγορία ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ
Πέμπτη, 31 Δεκέμβριος 2015 02:00

Χρόνος καί αἰωνιότητα

xronos aivniotitaὉ ἱερός Αὐγουστῖνος δέν ἦταν ἕνας ἁπλός διανοούμενος· ἦταν ἀγωνιστής τοῦ πνεύματος, ἐρευνητής τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ. Στά τελευταῖα βιβλία τῶν «Ἐξομολογήσεών» του παλεύει κυριολεκτικά νά ἑρμηνεύσει τήν ἀρχή τῆς Γενέσεως, γιά νά κατανοήσει τή σοφία καί τήν ἀγάπη τοῦ θείου Δημιουργοῦ. Στήν ἔρευνά του προσκρούει σ’ ἕνα μεγάλο θέμα: Τί εἶναι ὁ χρόνος; Ποιά ἡ σχέση του πρός τόν Δημιουργό καί τήν δημιουργία; Πῶς ἐννοεῖ ὁ ἄνθρωπος τόν χρόνο καί πῶς ἐννοεῖται αὐτός στήν πορεία τοῦ χρόνου; Στό 11ο βιβλίο τῶν «Ἐξομολογήσεων» περιέχεται μία θαυμάσια ἀνάλυση τοῦ χρόνου, μοναδική στήν παγκόσμια φιλοσοφία. Βέβαια ἀνάλυση τῆς ἐννοίας τοῦ χρόνου μᾶς ἄφησε καί ὁ Ἀριστοτέλης στό τέταρτο βιβλίο τῶν «Φυσικῶν» του, ἀλλά καί ἡ κατεύθυνση τῆς σκέψεως καί οἱ συλλογισμοί εἶναι διαφορετικοί. Ἀπό ψυχολογικῆς πλευρᾶς συγκρινόμενος ὁ Ἀριστοτέλης μέ τόν Αὐγουστῖνο δέν μπορεῖ νά φτάσει τό ὕψος του καί νά προσεγγίσει τό βάθος του.
 «Τί εἶναι, λοιπόν, χρόνος; ρωτᾶ ὁ Αὐγουστῖνος. – Ποιός θά ἦταν ἱκανός νά τόν ἑρμηνεύσει εὔκολα καί σύντομα;». Στήν ἐρώτηση αὐτή ἀπαντᾶ: «Τόν γνωρίζω, ἀλλ’ ἄν θελήσω νά τόν ἑρμηνεύσω σ' αὐτόν πού μέ ρωτᾶ, τόν ἀγνοῶ». Ἐάν δέν παρερχόταν τίποτε, δέν θά ὑπῆρχε παρελθόν, ὅπως δέν θά ὑπῆρχε μέλλον, ἐάν δέν ἐπερχόταν τίποτε. Ἄν πάλι ὑπῆρχε πάντοτε τό παρόν, δέν θά ὑπῆρχε χρόνος, ἀλλά αἰωνιότης. Ἀλλά καί ἡ καταμέτρηση τοῦ χρόνου εἶναι κάτι τό σχετικό καί ἐπιτυγχάνεται μέ τή σύγκριση. «Μπορεῖ κανείς νά μετρήσει κάτι πού δέν ὑφίσταται; Ἑπομένως μποροῦμε νά ἀντιληφθοῦμε καί νά μετρήσουμε τόν χρόνον, ἐφ’ ὅσον παρέρχεται, ἀλλά ὅταν ἤδη παρῆλθε δέν εἶναι δυνατόν νά τό κάνουμε πλέον. Ἀλλά μήπως μπορεῖ νά ἰσχυρισθεῖ κανείς ὅτι ὑπάρχουν τρεῖς χρόνοι; Τό μόνο πού πραγματικά ὑπάρχει εἶναι τό παρόν. Τό μέλλον, ἐφ’ ὅσον γίνεται παρόν, ἐξέρχεται ἀπό κάποιο κρυμμένο τόπο, καί τό παρόν, ἐφ’ ὅσον γίνεται παρελθόν, ἐξαφανίζεται ἐκ νέου σέ κάποιο σκοτεινό κρησφύγετο». Ὥστε τό παρελθόν καί τό μέλλον ὑφίστανται. Καί ὅμως ὑπάρχει καί τό παρελθόν καί τό μέλλον στή σκέψη μας καί συνδέονται μέ γεγονότα. Ὑπάρχει καί τό μέλλον; Ναί. «Σ' αὐτό τό σημεῖο ἐμφιλοχωρεῖ ἕνα μυστήριο, πού ὑπερβαίνει τήν δύναμη τῶν ὀφθαλμῶν μου. Ἀδυνατῶ νά τό πλησιάσω μέ τίς δυνάμεις τῆς διανοίας μου, ἀλλά θά μπορέσω νά τό κατορθώσω μέ τήν βοήθειάν Σου, ἐάν μοῦ δώσεις τήν δύναμη, Σύ, γλυκύ φῶς τῶν πνευματικῶν μου ὀφθαλμῶν. Ὅ,τι εἶναι τώρα φανερόν καί σαφές σέ μένα εἶναι τό ὅτι δέν ὑπάρχει οὔτε τό μέλλον, οὔτε τό παρελθόν, οὔτε εἶναι ὀρθό νά λέμε ὅτι ὑπάρχουν τρεῖς χρόνοι, τό παρόν τῶν παρελθόντων, τό παρόν τῶν παρόντων καί τό παρόν τῶν μελλόντων. Διότι τά τρία αὐτά βρίσκονται στό πνεῦμα καί δέν βλέπω ποῦ ἀλλοῦ θά ἦταν δυνατόν νά ὑπάρχουν. Τό παρόν τῶν παρελθόντων βρίσκεται στή μνήμη, τό παρόν τῶν παρόντων εἶναι ἡ ἐνόραση, τό δέ παρόν τῶν μελλόντων ἡ πρόβλεψη. Ἐάν μοῦ ἐπιτρέπεται νά μιλήσω μέ τόν τρόπον αὐτόν, θά πῶ ὅτι βλέπω τρεῖς χρόνους καί θά ὁμολογήσω ὅτι πράγματι εἶναι τρεῖς».
 Ἀλλά καί πάλι ὁ ἱερός πατήρ αἰσθάνεται ἀδυναμία νά ἐμβαθύνει περισσότερο στό θέμα τοῦ χρόνου. Στό σημεῖο αὐτό, ὅπως συχνά συνηθίζει, στρέφεται μέ ἐναγώνια σκέψη καί ὁλόθερμη ἀπό ἀγάπη καρδιά στόν Θεό καί ζητᾶ ἀπό αὐτόν τή λύση τοῦ βαθυτάτου προβλήματος. Ἀξίζει νά παραθέσουμε τή συνομολία του αὐτή μέ τόν Θεό:
 «Τό πνεῦμα μου διακαίεται ἀπό τόν πόθο νά διευκρινίσει τό τόσο πολύπλοκο αὐτό αἴνιγμα. Μή θελήσεις, Πάτερ ἀγαθέ, ἐν ὀνόματι τοῦ Χριστοῦ Σου, Σέ ἱκετεύω. Μή θελήσεις ν’ ἀποκρύψεις στόν πόθο μου τά μυστήρια αὐτά, τά συγχρόνως τόσο οἰκεῖα καί τόσο σκοτεινά, γιά νά μπορέσω νά διεισδύσω ἐντός αὐτῶν, ὥστε νά μοῦ ἀποκαλυφθοῦν μέσα στό φῶς τῆς εὐσπλαγχνίας Σου, Κύριε! Ποιόν μπορῶ νά συμβουλευθῶ γι’ αὐτά; Καί σέ ποιόν θά ἐξομολογηθῶ τήν ἄγνοιά μου, ἐάν ὄχι σέ Σένα, στόν ὁποῖον εἶναι φορτικός ὁ ζῆλος μου, πού μέ πυρπολεῖ γιά τίς Γραφές Σου; Δῶσε μου ὅ,τι ἀγαπῶ, διότι ἀγαπῶ, Σύ δέ μέ ἔκανες νά ἀγαπῶ. Δῶσε μου, Πατέρα, Σύ πού γνωρίζεις «δόματα ἀγαθά διδόναι τοῖς τέκνοις Σου». Δῶσε μου ὅ,τι ἄρχισα ἤδη νά γνωρίζω καί τό ὁποῖο θά ἦταν κόπος ἐναντίον μου, ἄν δέν τό ἀπεκάλυπτες σέ μένα. Ἐν ὀνόματι τοῦ Χριστοῦ, Σέ ἱκετεύω. Ἐν ὀνόματι τοῦ ἁγίου αὐτοῦ τῶν ἁγίων, εὐδόκησον, ὅπως οὐδείς με συσκοτίσει. «Ἐπίστευσα, διό ἐλάλησα». Αὐτή εἶναι ἡ ἐλπίς μου, ζῶ μέ τήν ἐλπίδα «τοῦ θεωρεῖν με τήν τερπνότητα Κυρίου».
 Σ’ αὐτή τήν ἔρευνα καί ἐμβάθυνση ὁ Αὐγουστῖνος κουράζεται πολύ. Ἔρχονται στιγμές πού παραλύουν οἱ δυνάμεις του. Γονατιστός ἀπευθύνεται πότε πρός τόν Θεό καί ζητεῖ τή βοήθειά του, πότε πρός τήν ψυχή του, γιά νά τῆς δώσει κουράγιο: «Πρέπει νά ἐπιμείνεις, ὦ ψυχή μου, νά προσέξεις περισσότερο. "Ὁ Θεός βοηθός ἡμῶν", "αὐτός ἐποίησεν ἡμᾶς καί οὐχ ἡμεῖς". Στρέψε, ὅπου γλυκοχαράζει τῆς ἀληθείας τό φῶς!». Καί πιό κάτω μᾶς δίνει θαυμάσια συμπεράσματα πού κανένας ἀπό τούς φιλοσόφους δέν μπόρεσε νά πλησιάσει. «Τόν χρόνο μετρῶ ἐντός σου, ὦ ψυχή μου. Μή θελήσεις νά παρασυρθεῖς ἀπό τόν ψίθυρο τῶν θορυβωδῶν ἐπινοήσεών σου. Ἐντός σου, εἶπα, μετρῶ τήν ἐντύπωση, τήν ὁποία τά πράγματα, ὅταν παρέρχονται, ἀφήνουν σέ σένα, ἡ ὁποία καί ἀπομένει, ὅταν αὐτά παρέλθουν. Μετρῶ τήν ἐντύπωση αὐτή, πού μένει παροῦσα, καί ὄχι τά πράγματα, τά ὁποῖα τήν παρήγαγαν καί ἐξηφανίστηκαν. Αὐτήν τήν ἐντύπωση μετρῶ, ὅταν μετρῶ τόν χρόνο. Ἄρα αὐτή εἶναι ὁ χρόνος, τόν ὁποῖον μετρῶ· ἄλλως δέν μετρῶ κανένα χρόνο. Ὅταν δέ μετροῦμε τήν σιωπή καί λέμε «ἡ σιωπή αὐτή διήρκεσε τόσο χρόνο, ὅσο καί ὁ ἦχος ἐκεῖνος», τό πνεῦμα μας δέν ζητεῖ νά μετρήσει τόν μή ὑπάρχοντα πλέον ἦχο, σάν νά ἐξακολουθοῦσε ἀκόμα νά ἠχεῖ, μέ τόν σκοπό νά καθορίσουμε διά τῆς συγκρίσεως τά διαστήματα τῆς σιωπῆς, ἐφ’ ὅσον αὐτή ἐξακολουθεῖ νά ὑπάρχει; Διότι, καί ὅταν ἀκόμη δέν ὑπάρχουν παρά μόνο οἱ ἦχοι λέξεων, δέν ἀναπαράγουμε στόν νοῦ μας ἄσματα, στίχους καί λέξεις ὁποιεσδήποτε καί τέλος μέτρα παντοειδῆ καί κινήσεις. Τήν ἀμοιβαία δέ σχέση τῶν χρονικῶν αὐτῶν διαστημάτων καθορίζουμε μέ ἀκρίβεια, σάν νά ἦσαν ἦχοι πραγματικοί».
 Ἐκτός ἀπό τίς παραπάνω σκέψεις πού ἀντλήσαμε ἀπό τό ἑνδέκατο βιβλίο τῶν «Ἐξομολογήσεων», καί σέ ἄλλα ἔργα του μιλᾶ ὁ ἱερός Αὐγουστῖνος γιά τόν χρόνο. Ἡ μελέτη του αὐτή, ὅπως γράφει ὁ Κ. Γεωργούλης, «ἀνεγνωρίσθη ὡς λαμπροτάτη συμβολή διά τήν διερεύνησιν τοῦ μεγάλου αὐτοῦ προβλήματος». Ἀλλά καί κάτι βαθύτερο καί σπουδαιότερο στηρίζεται θεολογικά στήν ἀνάλυση αὐτή: Ἀπό τήν αἰωνιότητα τοῦ Θεοῦ στήν χρονικότητα τοῦ ἀνθρώπου καί ἀπό αὐτήν στήν αἰωνιότητα τοῦ μέλλοντος ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος στήν μακαριότητα τοῦ Θεοῦ καί τῆς βασιλείας του θά ἐξέλθει ἀπό τά ὅρια τοῦ χρόνου καί θά εἰσέλθει στήν αἰωνιότητα τοῦ Θεοῦ.

 Εἰρήνη Πάνου
 Φιλόλογος - θεολόγος

Κατηγορία Πατερικά