Παρασκευή, 15 Δεκέμβριος 2017 03:00

Τό ὄνομα Ἐμμανουήλ

Kyrios ihsousΜία ἀπορία διατυπώνεται σχετικά μέ τό ὄνομα Ἐμμανουήλ. Αὐτό τό ὄνομα θά ἔπαιρνε ὁ Μεσσίας ὅπως προφήτευσε ὁ Ἠσαΐας 800 χρόνια πρό Χριστοῦ καί ὅπως προεῖπε ὁ ἄγγελος στόν Ἰωσήφ τήν νύχτα τῆς γεννήσεως τοῦ Κυρίου. Ὁ Χριστός ὅμως κατά τήν ἡμέρα τῆς περιτομῆς του ὀνομάστηκε Ἰησοῦς. Τί συνέβη λοιπόν;
Στήν προφητεία του ὁ Ἠσαΐας ἀπευθυνόμενος στόν «οἶκον Δαυΐδ», στούς ἀπογόνους τοῦ Δαυΐδ, δηλαδή στόν λαό τοῦ Ἰσραήλ, λέει· «Καί καλέσεις τό ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ» (Ἠσ 7,14). Στό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο, ὅπου ὁ ἄγγελος ἐπαναλαμβάνει στόν Ἰωσήφ τά λόγια τοῦ προφήτη, λέει γιά τόν λαό· «καί καλέσουσι τό ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ» (Μθ 1,23). Καί στίς δύο περιπτώσεις ὁ ἰσραηλιτικός λαός εἶναι ἐκεῖνος πού θά δώσει στόν Μεσσία τό ὄνομα Ἐμμανουήλ, πού σημαίνει «ὁ Θεός μεθ' ἡμῶν».
Κατά τήν ὄγδοη ἡμέρα τῆς ἐπίγειας ζωῆς του ὁ Κύριος δέχθηκε τήν περιτομή καί ὀνομάστηκε Ἰησοῦς, πού σημαίνει «ὁ Γιαχβέ σώζει». Βέβαια ὑπῆρχαν καί ἄλλοι Ἰσραηλῖτες μέ τό ὄνομα αὐτό. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός ὅμως ἦταν ὄνομα καί πρᾶγμα Ἰησοῦς, Σωτήρ, ὁ ἴδιος ὁ Γιαχβέ πού ἦρθε γιά νά σώσει τούς ἀνθρώπους. Καί τό ἀπέδειξε αὐτό μέ τή ζωή του. Δέν ἔστειλε ἄγγελο ἤ ἀρχάγγελο γιά νά συναναστραφεῖ μαζί μας, νά μᾶς διδάξει καί νά μᾶς σώσει, ἀλλά ἦρθε αὐτός ὁ Μονογενής Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ. Ἕνωσε τήν ἀνθρώπινη φύση μέ τή θεότητά του. Αὐτή τή μεγάλη ἀλήθεια τοῦ θείου σχεδίου ἐκφράζει τό ὄνομα Ἐμμανουήλ.
Ὅταν ἄρχισε τή δημόσια δράση του ὁ Ἰησοῦς Χριστός, δημιούργησε μία κρίση στήν κοινωνία τοῦ Ἰσραήλ. Πολλοί τόν ἀποδοκίμασαν, τόν πολέμησαν καί ἔφτασαν νά τόν καρφώσουν στόν σταυρό. Οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ ὅμως, οἱ «τεταγμένοι εἰς ζωήν αἰώνιον», βλέποντας ἀπό κοντά τή ζωή του, ἀκούγοντας τή διδασκαλία του, παρακολουθώντας τά θαυμάσια σημεῖα πού ἔκανε, ἀναγνώρισαν στό πρόσωπό του ἀρχικά τόν ἀπεσταλμένο τοῦ Θεοῦ καί στή συνέχεια τόν Μεσσία. Ὅταν μάλιστα ἔγινε τό μεγαλύτερο σημεῖο, ἡ ἀνάσταση τοῦ Κυρίου, ἀπό τό στόμα τοῦ Θωμᾶ ἀκούγεται ἡ ὁμολογία «ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου». Αὐτός πού σάν ταπεινός ἄνθρωπος ἔζησε ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους, αὐτός πού συγκλόνισε μέ τή διδασκαλία του καί εὐεργέτησε μέ τά σημεῖα πού ἔκανε, εἶναι ὁ Κύριος, ὁ Θεός πού ἔζησε μαζί μέ μᾶς, ὁ Ἐμμανουήλ.
Ἐμμανουήλ εἶναι τό ὄνομα πού διαλαλεῖ αἰώνια στήν ἀνθρωπότητα τό ἄπειρο ἔλεος τοῦ Θεοῦ καί τή μεγάλη του συγκατάβαση. Ἀκόμη, σύμφωνα μέ τή διδασκαλία πολλῶν πατέρων, πού ἔζησαν στά χρόνια πού ἔσειαν τήν Ἐκκλησία οἱ χριστολογικές ἔριδες, ὁ τίτλος Ἐμμανουήλ περικλείει τή διδασκαλία γιά τίς δύο φύσεις τοῦ Χριστοῦ· τήν ἀνθρώπινη (μεθ' ἡμῶν) καί τή θεϊκή (ὁ Θεός). Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος ἀπαντώντας στό ἐρώτημα γιατί ὁ Κύριος δέν ὀνομάστηκε Ἐμμανουήλ, ἀλλά Ἰησοῦς, ἐκτός ἀπό τό λόγο πού ἤδη ἀναφέραμε, ὅτι δηλαδή τό ὄνομα αὐτό θά τοῦ ἔδιναν οἱ ὄχλοι, ὁ λαός, ἀναφέρει καί ἕναν ἀκόμη, ὅτι συνηθίζει ἡ ἁγία Γραφή «τά συμβαίνοντα πράγματα ἀντί ὀνομάτων τιθέναι». Στό Ἠσ 8,3 π.χ., δίδεται ὡς ὄνομα παιδιοῦ ἡ φράση «ταχέως σκύλευσον ὀξέως προνόμευσον», γιατί μέ τή γέννηση αὐτοῦ τοῦ παιδιοῦ θά γινόταν λαφυραγώγηση. Ἀκόμη, στό Ἠσ 1,26 λέει ὅτι ἡ Ἰερουσαλήμ «κληθήσεται πόλις δικαιοσύνης», γιατί θά ἐπικρατήσει σ' αὐτήν ἡ δικαιοσύνη. Ἔτσι, τό «καλέσουσι Ἐμμανουήλ» σημαίνει θά δοῦν τόν Θεό μαζί μέ τούς ἀνθρώπους. Καί βέβαια ὁ Θεός πάντοτε ἦταν μαζί μέ τούς ἀνθρώπους, ποτέ ὅμως δέν ἦταν τόσο ὁλοφάνερα. Τώρα πού ἐνηνθρώπησε, πού πῆρε σάρκα ἀνθρώπινη, πού «ἐπί γῆς ὤφθη καί τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφη» (Βρχ 3,38), οἱ ἄνθρωποι τόν ἀναγνωρίζουν καί ἀναφωνοῦν· «Μεθ' ἡμῶν ὁ Θεός», νά, ὁ «Ἐμμανουήλ»!
Τό ὄνομα Ἐμμανουήλ, λοιπόν, ὡς ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ἀναφέρεται στήν ἁγία Γραφή μόνο προφητικά. Ἡ ἔννοιά του ὅμως, τό μεγάλο γεγονός νά ἔρθει ὁ Θεός νά μᾶς ἐπισκεφθεῖ, νά γίνει ἄνθρωπος καί νά μείνει γιά πάντα μαζί μας κι ἐμεῖς μαζί του, τό τονίζει πολλές φορές ὁλόκληρη ἡ Καινή Διαθήκη. Τό ὄνομα Ἐμμανουήλ ἀποτελεῖ ἕνα γλυκόηχο ἀντίλαλο τοῦ ὀνόματος Ἰησοῦς, τόν ἀπόηχο τῆς ἐπιγείου δράσεως τοῦ Κυρίου.
 
Στέργιος Ν. Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 38 (1983) 170-171
 
 
Δευτέρα, 26 Μάιος 2014 03:00

Ἐμμανουήλ

 Παραμονές Χριστούγεννα! Πλημμύρα φῶτα στούς πολύβοους δρόμους μας. Πλημμύρα κόσμος συναζότανε στά ἀστικά. Ἀνέβαινα σπρωγμένη ἀπό σακκοῦλες καί τεράστια κουτιά πού ᾿κλειναν μέσα τά καινούργια δῶρα τῶν παιδιῶν.
 - Χριστούγεννα, μουρμούρισε μιά νεαρή κυρία πίσω μου. Νά τρέχεις καί νά μή φτάνεις!
 - Νά σοῦ πῶ, Δέσποινα, ἀναστέναξε ἀπαντώντας της μιά ἐπίσης νεαρή φωνή. Τά Χριστούγεννα νιώθω ἀκόμα πιό μόνη. Τό λένε ἄλλωστε· εἶναι ἡ μελαγχολία τῶν γιορτῶν.
 Γύρισα φευγαλέα καί κοίταξα τό νεαρό κορίτσι πού πρόφερε τούτη τήν πρόταση. Ἤτανε γύρω στά 25 της -ἕνα ὄμορφο πρόσωπο στεφανωμένο μέ μεταξωτά μαλλιά· καί δυό μεγάλα μάτια πού κοιτούσανε μ’ ἀφηρημένη κούραση καί μέ μελαγχολία ἀκαθόριστη.
 «Τά Χριστούγεννα νιώθω ἀκόμα πιό μόνη»...
 Τό γνώριζα τοῦτο τό αἼσθημα -λογίστηκα- ὅπως τό γνώριζαν οἱ περισσότεροι ἀπό μᾶς, πού φορτωμένοι μέ σακκοῦλες καί μέ δῶρα τρέχαμε νά γιορτάσουμε Χριστούγεννα· ὅπως τό γνώριζε ὁ φωταγωγημένος κόσμος μας, πού τό ὀνομάτισε στά ψυχολογικά βιβλία του «ἡ μοναξιά καί ἡ μελαγχολία τῶν γιορτῶν».
 Μοναξιά! Κάποτε περισφίγγει ὅλους μας· εἶναι ἐκεῖνο πού σηκώνουμε στά βάθη μας, πού δέν μοιράζεται μήτε καί μέ τούς πιό ἀγαπημένους μας. Εἶναι ἐκεῖνο πού περίσσεψε στόν κόσμο μας, πού ἔφερε -κατά πώς τό ᾿πε ὁ λογοτέχνης μας- τίς στέγες μας τόσο κοντά καί τίς καρδιές μας τόσο μακριά. Κι ἔτσι ἀπομείναμε ἀσυντρόφιαστοι, καθείς νά περπατᾶ σέ δρόμους πού δέν τέμνονται, στήν ἐρημία καί στό ἄγχος τῆς σιωπῆς, πού μεγαλώνει ἀπειλητικά τοῦτες τίς μέρες πού ὅλα ἔξω μας φωτίζονται.
 «Τά Χριστούγεννα νιώθω ἀκόμα πιό μόνη»· μιά πρόταση τόσο ἀταίριαστη στά εἰκοσιπέντε χρόνια πού τήν πρόφεραν.
 Περνοῦσε τό λεωφορεῖο μας ἔξω ἀπό μία ἐκκλησιά· ἔκανα τό σταυρό μου, ὅπως συνήθιζα. Μόνο πού τούτη τή φορά μιά εὐγνωμοσύνη χύθηκε μέσα μου· εὐγνωμοσύνη, γιατί σέ λίγες μέρες θ’ ἀξιωνόμουν νά βρεθῶ μές στό ναό· ν’ ἀκούσω ἐκεῖ τό εὐλογημένο μήνυμα τοῦ λυτρωμοῦ, πού ᾿χει τή δύναμη νά λιγοστεύει τή δική μου μοναξιά: «Ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτήρ·... Καί καλέσουσι τό ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ, ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον μεθ’ ἡμῶν ὁ Θεός».
 Γεννήθηκε! Ἐκεῖνος πού ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι τόν εἴπαμε «Ἐμμανουήλ», τόν εἴπαμε «συνοδοιπόρο» μας καί «συντροφιά», γιατί ἐκεῖνο ψάχναμε: μιά συντροφιά νά συνοδοιπορήσει ὥς τά κεκλεισμένα ἔγκατα τοῦ κόσμου μας, νά μοιραστεῖ αὐτό πού δέν μοιράζεται· μιά συντροφιά νά βάλει στή ζωή μας ἕνα «σύν»· νά πεῖ τόν ἄλλο ἄνθρωπο «συνάνθρωπο», «συνοδοιπόρο», «ἀδελφό».
 Ἦρθε Ἐκεῖνος, ὁ μεγάλος μας Συνάνθρωπος, ὁ Ἐμμανουήλ, γιά νά σκορπίσει τή γαλήνη ἀπό τά μειδιάματα τῆς φάτνης του στίς κουρασμένες μας ψυχές· χάδι παρηγορητικό νά μᾶς θωπεύσει στήν ἀγάπη του, γιά νά ἀκοῦμε πάντοτε ᾿κείνη τήν ἅγια ὑπόσχεση πού στάζει θαλπωρή: «Εἶμαι ἐδῶ γιά σένα! Εἶμαι πάντα ἐδῶ! Ἀκόμα κι ἄν ἡ μάνα ἐγκαταλείψει τά μικρά της, ὅμως ἐγώ θά ᾿μαι κοντά σου πάντοτε!» (Ψα 26,10)· νά σβήσει ἡ μοναξιά μας μές στή θεία ἀγκαλιά.
 Κοίταξα πάλι τό κορίτσι μέ τή μελαγχολική ματιά. Κι ἔνιωσα τήν ἀνάγκη νά τῆς πῶ ἀπό καρδιᾶς· σέ ᾿κείνην καί στόν κάθε πληγωμένο ἀπό τή μοναξιά συνάνθρωπο: «Ἀδελφέ μου, ἄγνωστε κι ὅμως τόσο γνώριμε, δέν εἴμαστε πιά μόνοι, οὔτε ἐγώ οὔτε ἐσύ. Γεννήθηκε ὁ Ἐμμανουήλ! Ἔγινε ὁ Θεός μας “μεθ’ ἡμῶν”! Αὐτό μᾶς λένε τά Χριστούγεννα. Ἔλα νά περπατήσουμε μαζί στή Βηθλεέμ, νά πᾶμε στό ναό, στή φάτνη τήν ἀληθινή, νά γονατίσουμε στό λίκνο Του· νά λυτρωθοῦμε· νά Τόν προσκυνήσουμε.Ἀμήν».

Μ. Σωτηρίου

Κατηγορία ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ