Τό γεγονός τοῦ μήνα, τοῦ ἔτους, τῆς προσωπικῆς μας καί τῆς πανανθρώπινης ἱστορίας εἶναι φυσικά ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ, πού σημειώνεται στό ἡμερολόγιο τῆς ἀνθρωπότητος ὡς Γέννηση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἐπουράνιος Θεός κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό στή γῆ. Προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση, γιά νά προσεγγίσει τόν πεσμένο καί ἀποστάτη ἄνθρωπο, νά τόν ἀνορθώσει καί νά τόν ξαναδεχθεῖ στήν πατρική του ἀγκαλιά, χαρίζοντάς του τή λύτρωση!
Συγκλονίζει τήν ὕπαρξή μας ἡ ἀσύλληπτη θεϊκή συγκατάβαση: Κατέβηκε ὁ Θεός, γιά νά συναντήσει τόν ἄνθρωπο! Καί γίνεται ὁ συγκλονισμός συντριβή καί δέος, ὅταν συνειδητοποιήσουμε τήν καθοριστική σημασία τῆς ἀνθρώπινης ἀνταπόκρισης στή θεϊκή προσφορά: Μένει ἀπραγματοποίητη ἡ ποθητή συνάντηση καί ἀτελέσφορη ἡ προσφορά τοῦ Θεοῦ, ἄν δέν συγκατανεύσει ὁ ἄνθρωπος, ἄν δέν θελήσει ἐλεύθερα καί ἀβίαστα, πλήν ὁλόψυχα καί εἰλικρινά, νά ἀποδεχθεῖ καί νά ὑποδεχθεῖ τόν ἐνανθρωπήσαντα Θεό!
Ἀλλά πῶς μπορεῖ νά γίνει αὐτό; Τό ἐκφράζει ἁπλά, σχεδόν συνθηματικά, ὁπωσδήποτε ὅμως σαφέστατα, μία φράση πατερικοῦ λόγου· τήν ἀκοῦμε στό πρῶτο τροπάριο τοῦ Κανόνα τῶν Χριστουγέννων: «Χριστός ἐπί γῆς, ὑψώθητε»! Ἡ γέννηση τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ καί ἡ κάθοδός του στή γῆ, γιά νά γίνει ἀντιληπτή, ἀπαιτεῖ τήν ἀνύψωση τοῦ ἀνθρώπου, τόν προσανατολισμό του πρός τά ἄνω.
Καθώς πλησιάζουν τά Χριστούγεννα, ἄς προσέξουμε τό μήνυμα τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Νά ὑψωθοῦμε! Νά ἀποσπασθοῦμε ἀπό τόν ἁμαρτωλό ἑαυτό μας, γιά νά ὑποδεχθοῦμε τόν ἐξ οὐρανοῦ Θεό μας. Νά ξεκολλήσουμε ἀπό τό χῶμα! Καί χῶμα δέν εἶναι μόνο ἡ φθορά καί τά τόσα πάθη ὅπου μᾶς ἔχει ρίξει ἡ ἁμαρτία. Καί τά ἐπιτεύγματα καί οἱ κατακτήσεις μας στόν τομέα τῆς ἐπιστήμης ἤ τῆς τεχνολογίας καί κάθε καλό χῶμα εἶναι, ὅταν δέν ἐξυπηρετεῖ τήν πνευματική μας ἄνοδο, ὅταν καταλαμβάνει τήν πρώτη θέση μέσα μας καί γίνεται ὁ θεός, τό εδωλό μας.
Χρειάζονται ἀποδείξεις; Ὑπῆρξε τάχα ποτέ ὁ ἄνθρωπος τόσο ἀνερμάτιστος καί ἀνασφαλής ἐσωτερικά ὅσο σήμερα; Θυμηθεῖτε τόν πανικό πού ζήσαμε πρίν λίγα χρόνια μέ τήν κατάρρευση τῶν διδύμων πύργων καί πρόσφατα μέ τό ξέσπασμα τοῦ τσουνάμι καί τοῦ τυφώνα Κατρίνα. Ἀναλογισθεῖτε τή φρενίτιδα πού ξεσήκωσε τελευταῖα ὁ φόβος τῆς γρίπης... τῶν πουλερικῶν. Γιατί ὅλα αὐτά; Διότι εμαστε ἐγκλωβισμένοι στά γήινα. Κι ὅμως, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ μέ τήν ἐνανθρώπησή του μᾶς εἰσήγαγε στήν πνευματική μας διάσταση. Συνανέστησε μαζί του «τό πρόσλημμα», τήν ἀνθρώπινη φύση καί τή συνεκάθισε στή δόξα τοῦ οὐρανοῦ. Μᾶς ἄνοιξε τό δρόμο γιά τόν οὐρανό καί μᾶς καλεῖ νά ὑψωθοῦμε. Πῶς; Πορευόμενοι μέ τήν καθοδήγηση τοῦ ἁγίου Πνεύματος στή γραμμή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας.
Στήν ἁλυσίδα τῶν θείων παροχῶν καί δωρημάτων τήν ὕψιστη θέση κατέχει ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ. Ἀποκαλύπτει τό ἀπώγειο τῆς θεϊκῆς δυνάμεως σ᾿ ἕναν ἀπίθανο συνδυασμό μέ τήν ἄκρα συγκατάβαση. Ὁ φωστήρας τῆς οἰκουμένης Μέγας Βασίλειος θεολογεῖ· «Οὐ γάρ τοσοῦτον οὐρανοῦ καί γῆς σύστασις καί θαλάσσης καί ἀέρος καί τῶν μεγίστων στοιχείων ἡ γένεσις καί εἴ τι ὑπερκόσμιον νοεῖται καί εἴ τι καταχθόνιον, τήν δύναμιν παρίστησι τοῦ Θεοῦ Λόγου, ὅσον ἡ περί τήν ἐνανθρώπησιν οἰκονομία καί ἡ πρός τό ταπεινόν καί ἀσθενές συγκατάβασις». Δηλαδή, ὅλη ἡ φυσική δημιουργία μέ τά μεγάλα καί θαυμαστά της δέν ἀπεικονίζει τή δύναμη τοῦ Θεοῦ Λόγου τόσο ἐκφραστικά ὅσο ἡ ἐνανθρώπησή του.
Αὐτεξούσια, μέ τό δικαίωμα τοῦ ἰδιοκτήτη πού κινεῖται στό ἀνάκτορο ἀλλά καί στό σταῦλο του, ἦλθε «εἰς τά ἴδια» (Ἰω 1, 11) ὁ Θεός Λόγος. Δέν εἶχε νά ρωτήσει κανέναν, δέν χρειαζόταν κανενός τήν ἄδεια. Ἡ ἐπίσκεψή του, βέβαια, ἐνόχλησε ἀφάνταστα τόν σατανᾶ· αὐτός ἔνιωσε νά σαλεύεται ἡ πανίσχυρη κοσμοκρατορία του, τήν ὁποία δόλια καί αὐθαίρετα εἶχε στήσει πάνω στή γῆ. Δέν βλάφθηκε ὅμως σέ τίποτε ὁ ἄνθρωπος, ὁ διορισμένος ἀπό τόν Θεό κυρίαρχος τῆς δημιουργίας. Σεβάσθηκε ἀπόλυτα τήν ἐλευθερία τοῦ πλάσματός του ὁ Θεός. Ἄφησε στόν ἄνθρωπο τήν πρωτοβουλία τοῦ συνδέσμου καί τῆς σχέσεως μαζί του.
Ταπεινά καί ἀθόρυβα συντελέσθηκε τό μεγάλο γεγονός τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως. Χωρίς κανένα ἀπό τά στοιχεῖα ἐκεῖνα πού θά μποροῦσαν νά καταπιέσουν ἤ ἁπλῶς νά ἐπηρεάσουν τήν ἀνθρώπινη συνείδηση. Δέν ἦταν βέβαια δυνατόν νά ἀποσιωπηθεῖ ἡ δόξα καί νά μή γίνει ἀντιληπτό τό φῶς τοῦ Θεοῦ. Ἔλαμψε στή γῆ ὁ ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης. Τή λάμψη του ὅμως τήν εἶδαν λίγοι· οἱ ἄγγελοι τοῦ οὐρανοῦ καί ἐλάχιστοι ἀπό τούς ἀνθρώπους. Ἦταν ἀπό ἐκείνους πού κράτησαν ἀνοιχτά τά μάτια τῆς ψυχῆς, δεκτική τήν καρδιά στή θεία ἐπίσκεψη: οἱ «ἀγραυλοῦντες», ταπεινοί βοσκοί στή γῆ τῆς Βηθλεέμ ἀλλά καί οἱ σοφοί μάγοι, πού μελετοῦσαν τόν οὐρανό στήν Ἀνατολή. Παρά τίς πολλές ἀντιθέσεις τους οἱ δύο αὐτές τάξεις συναντῶνται καί ταυτίζονται σ᾿ ἕνα σημεῖο θεμελιακό γιά τή σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό: στή λαχτάρα τῆς σωτηρίας, στήν ἀναζήτηση τοῦ σωτήρα καί τήν ἀναμονή τοῦ ἐρχομένου Λυτρωτῆ.
Μέ τήν ἐνανθρώπησή του ὁ Ἰησοῦς Χριστός πραγματοποίησε «δυνάμει» τή σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Σάν ἦλθε στή γῆ μας ὁ Κύριος, λέγει ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος, καί κατοίκησε μέσα σ᾿ ἕνα ἀνθρώπινο σῶμα, ὅμοιο μέ τά δικά μας, «πᾶσα ἡ κατά τῶν ἀνθρώπων παρά τῶν ἐχθρῶν ἐπιβουλή πέπαυται», ἐξαφανίσθηκε ἡ φθορά τοῦ θανάτου. Αὐτά «δυνάμει», δηλαδή ὡς δυνατότητα δοσμένη ἀπό τόν Θεό σ᾿ ὅλους. Ὁ καθένας ὅμως θά ἀποφασίσει προσωπικά μόνος του, ἄν θά ἐνεργοποιήσει ἤ ὄχι τή σωτηρία στήν προσωπική του ζωή. Περιμένει ὁ Θεός τήν καλόγνωμη συγκατάθεση καί τήν εἰλικρινῆ συνεργασία τοῦ ἀνθρώπου. Τοῦ συμπεριφέρεται, δηλαδή, ὡς πρός σο. Ὅπως εὐδόκησε ὁ Θεός νά κατεβεῖ στή γῆ, πρέπει νά εὐδοκήσει καί ὁ ἄνθρωπος νά τοῦ ἀνοίξει τήν καρδιά του καί νά τόν δεχθεῖ σ᾿ αὐτήν.
Αὐτή ἡ εὐδοκία, ἡ ἀγαθή προαίρεση, ὅπως τήν ὀνομάζουν οἱ ἅγιοι πατέρες, εἶναι τό ἀναντικατάστατο κλειδί, γιά νά μπεῖ κανείς στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί νά ἀπολαύσει τή σωτηρία. Νά οἰκειωθεῖ καί νά οἰκειοποιηθεῖ τά πλούσια δῶρα πού προσφέρει ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ. Νά βιώσει τή λύτρωση, τήν υἱοθεσία, τή μετοχή στήν οὐράνια δόξα. «Ὅσοι δέ ἔλαβον αὐτόν, ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι» (Ἰω 1,12).
Ἡ ἐξουσία τῆς υἱοθεσίας ἀποτελεῖ τό μεγαλειῶδες διάγγελμα τοῦ Θεοῦ ἀλλά καί τή μυστική ἑρμηνεία τοῦ γεγονότος τῆς σωτηρίας. Ἀπό πλευρᾶς Θεοῦ δίδεται σ᾿ ὅλους. Ἀπό πλευρᾶς ἀνθρώπου ἀξιοποιεῖται μόνο ἀπό ἐκεῖνον πού τό ἐπιθυμεῖ καί τό ἐπιδιώκει. Ἔτσι σήμερα, δρασκελώντας το κατώφλι τῆς τρίτης χιλιετίας μετά Χριστόν, βλέπουμε γύρω μας πρόσωπα καί γεγονότα καί καταστάσεις, πού μοιάζουν ἀπαράλλακτα μέ τήν πρό Χριστοῦ πραγματικότητα.
Ἀπό τή μιά ὁ καταναλωτικός εὐδαιμονισμός γιορτάζοντας τά Χριστούγεννα, ἐπιδεικνύει φιλάρεσκα τή χλιδή του. Εἶναι ἱκανοποιημένοι οἱ ἄνθρωποι. Γι᾿ αὐτούς κάθε μέρα εἶναι γιορτινή, ἀφοῦ ἔχουν ὅ,τι ἐπιθυμοῦν. Φυσικά, οὔτε κἄν ὑποψιάζονται τό νόημα τῆς γέννησης τοῦ Χριστοῦ. Ὄχι μόνο δέν εὐδοκοῦν ν᾿ ἀνταποκριθοῦν στήν προσφορά τοῦ Θεοῦ, ἀλλά οὔτε κἄν ἐννοοῦν τή σημασία της. Γι᾿ αὐτούς δέν ὑπάρχει πρόβλημα σωτηρίας. Δέν ὑπάρχει ἀνάγκη καί δίψα σωτηρίας. Εἶναι πολύ ἀπασχολημένοι καί καλά βολευμένοι σ᾿ αὐτή τή ζωή. Δέν πολυσκοτίζονται γιά τήν ἄλλη.
Ἀπό τήν ἄλλη μεριά οἱ στερημένοι τῆς γῆς, φτωχοί καί πεινασμένοι, βυθισμένοι στή μιζέρια τους πιστεύουν πώς γι᾿ αὐτούς εἶναι ἀνώφελη ἡ γέννηση τοῦ Χριστοῦ. Τάχα τί ἄλλαξε στόν κόσμο ἐδῶ καί τόσα χρόνια; Ὅλα εἶναι τόσο μίζερα καί τραγικά, ὅπως καί πρίν γεννηθεῖ ὁ Χριστός.
Ἀλλά -τί τραγικό!- ὑπάρχει καί μία ἄλλη τάξη, πολύ ὑπεύθυνη ὄχι μόνο γιά τήν ἐσφαλμένη θέση της ἔναντι τοῦ Χριστοῦ ἀλλά καί γιά τήν ἀπατηλή συμπεριφορά της ἔναντι τοῦ κόσμου. Εἶναι οἱ «χριστιανοί», γιά τούς ὁποίους λέγαμε στό προηγούμενο τεῦχος. Οἱ δεδηλωμένοι χριστιανοί μέ τήν ἀχρίστιανη, ἄν ὄχι ἀντίχριστη ζωή. Αὐτοί γιορτάζουν καί μάλιστα μέ ἔμφαση τά Χριστούγεννα. Πιθανόν καί θά ἐκκλησιαστοῦν τή μέρα ἐκείνη. Κάποιοι, μάλιστα, μπορεῖ καί νά κοινωνήσουν τῶν ἀχράντων μυστηρίων ἀλλά τελείως τυπικά καί ἀπροετοίμαστοι. Αὐτό πού κυρίως θέλουν, αὐτό πού παίρνουν καί «χαίρονται» ἀπό τή μεγάλη γιορτή εἶναι τό φαγοπότι, τό γλέντι, ἡ διασκέδαση. Αὐτά τούς ἱκανοποιοῦν καί δέν ἀναζητοῦν κάτι περισσότερο, αὐτό πού ὁ Χριστός ἦρθε νά φέρει στόν κόσμο. Ρηχή ἡ πίστη τους, πονηρή ἡ καρδιά τους «βολεύτηκε» σ᾿ ἕναν Χριστό κομμένο στά δικά τους μέτρα. Ἔτσι, μέσα στό χρόνο πού λήγει, εδαμε «χριστιανούς» νά βομβαρδίζουν ἀσυνείδητα καί νά σκοτώνουν χωρίς ἀναστολές ἄλλους χριστιανούς -καί μάλιστα σέ μέρες γιορτινές. Ὁ Χριστός γι᾿ αὐτούς ἔγινε μάσκα, γιά νά ξεγελοῦν τούς ἄλλους καί κυρίως τόν ἑαυτό τους. Γιά νά αὐτοκτονοῦν στήν πραγματικότητα, ἀφοῦ μέ τήν ἰδέα ὅτι εἶναι χριστιανοί, δέν ἀναζητοῦν τόν Χριστό, δέν ἀφήνουν στόν ἑαυτό τους περιθώρια γιά μετάνοια καί πίστη.
Μέσα σ᾿ αὐτή τή ζοφερή κατάσταση τοῦ κόσμου μας δέν ἔλειψαν -δόξα τῷ Θεῷ- κι ἐκεῖνοι πού μέ συναίσθηση καί ἐπίγνωση γιορτάζουν τή γέννηση τοῦ Λυτρωτῆ. Οἱ ἐλεημένοι τοῦ Θεοῦ, οἱ λυτρωμένοι ἁμαρτωλοί, πού εὐγνώμονα δέχονται τή θεϊκή προσφορά καί φιλότιμα ἀγωνίζονται νά σταθοῦν ἀντάξιοί της. Εἶναι οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατρός, τό «μικρό ποίμνιο», πού καταθέτει στόν κόσμο τή δική του προσωπική καί ἀδιάψευστη μαρτυρία ὅτι «ἐτέχθη ἡμῖν σήμερον σωτήρ, ὅς ἐστιν Χριστός».
Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Λυτρωτής καί Σωτήρας τοῦ κόσμου, ἐξακολουθεῖ νά προσφέρει τή σωτηρία, νά χαρίζει τή λύτρωση. «Ἔρχου καί δε», μαρτυροῦν ὅσοι ἀληθινά τοῦ χάρισαν τήν καρδιά τους. Τό πρόβλημα γίνεται τελείως προσωπικό καί ἀπολύτως σοβαρό γιά τόν καθένα. Μόνο ὅποιος διά τῆς πίστεως παραλαμβάνει τόν Χριστό, δηλαδή ὅποιος τόν ὁμολογεῖ καί τόν δέχεται Κύριο, ἀποκρυπτογραφεῖ τό μυστικό τοῦ Θεοῦ, ἀποδέχεται τή θεϊκή υἱοθεσία καί κάνει δική του τή δόξα τοῦ Θεοῦ. Ἀπαντᾶ στήν εὐδοκία τοῦ Θεοῦ μέ τή δική του εὐδοκία.
![]() Ἤδη στήν Παλαιά Διαθήκη ὁ Θεός συνδέεται ἄμεσα μέ τό φῶς, συμβολικά καί προφητικά. Εἶναι ὁ δημιουργός τοῦ φυσικοῦ φωτός, ἀλλά καί ὁ ἴδιος κατοικεῖ μές σ' αὐτό «φῶς οἰκῶν ἀπρόσιτον» καί ντύνεται τό φῶς, «ὁ ἀναβαλλόμενος φῶς ὡς ἱμάτιον» (Ψα 103,2). Ὁ νόμος του λυχνάρι θά φωτίζει τά μονοπάτια τοῦ πιστοῦ καί θά τόν προφυλάγει ἀπό κάθε κίνδυνο καί κακοτοπιά (Ψα 118,105). Ὁ ἀναμενόμενος Μεσσίας θά εἶναι τό «μέγα φῶς» (Ἠσ 9,2), ὁ «Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης» (Μλ 4,2), ἡ Ἀνατολή ἀνατολῶν (βλ. Ζα 3,9). Θά καταυγάσει καί θά δοξάσει τόν λαό τοῦ Ἰσραήλ, ἀλλά θά εἶναι ἐπίσης καί «φῶς ἐθνῶν» (Ἠσ 42,6· 49,6). Τό ἐσχατολογικό φῶς τῆς προφητείας γίνεται πραγματικότητα στήν Καινή Διαθήκη. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ πανωραῖος «κάλλει» Νυμφίος, πού δημιούργησε τόν ἥλιο καί ὅλη τήν κτιστή δημιουργία, καταδέχτηκε νά γίνει κτιστός ὁ ἄκτιστος, ὁρατός ὁ ἀόρατος. Μέ τήν σάρκωση καί ἐνανθρώπησή του ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ φωτίζει τόν νοῦ μας, ὥστε καί τήν κτιστή δημιουργία νά ἑρμηνεύσουμε καί τήν ἄκτιστη νά προσεγγίσουμε. Χαιρετίζεται στήν ἀνθρώπινη ἱστορία ὡς «τό φῶς τό ἀληθινόν, ὅ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον» (Ἰω 1,9). Μέ τίς πράξεις καί τά λόγια του ἀποκαλύπτεται ὡς «φῶς τοῦ κόσμου» (Ἰω 8,12· 9,5· 12,46). Σ' Αὐτόν ἔχει τήν ἀρχή του κάθε τι πού σχετίζεται μέ τό φῶς. Αὐτός ἔδωσε ὑπόσταση στό φυσικό φῶς, ὅταν μέ τόν δημιουργικό λόγο του εἶπε «γενηθήτω φῶς! καί ἐγένετο φῶς» (Γέ 1,3). Αὐτός παρέχει τόν πνευματικό φωτισμό, πού φωτίζει τίς καρδιές μας γιά νά γνωρίσουμε στό πρόσωπό του τόν ἔνδοξο Θεό (βλ. Β΄ Κο 4,6). Μᾶς καθιστᾶ «φωτισθέντας» (Ἑβ 6,4) μέ τό Βάπτισμα, ὥστε νά ἐγκαταλείψουμε τό σκότος καί νά γίνουμε «φῶς ἐν Κυρίῳ» (Ἐφ 5,8), πού σημαίνει νά πολιτευόμαστε «ὡς τέκνα φωτός» (Ἐφ 5,8· Α΄ Θε 5,5). Στήν δική του παρουσία εἶναι ὅλα φῶς καί ζωή καί χαρά, ἀσκίαστη εὐτυχία καί ἐκπλήρωση κάθε εὐγενικοῦ πόθου τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, πού μόνο κοντά στόν Χριστό βρίσκει τόν προορισμό καί τήν πληρότητά της. Παρ’ ὅλα αὐτά, ὅπως ὁ κτιστός ἥλιος ὄχι μόνο δέν εὐχαριστεῖ, δέν ἐξυπηρετεῖ, ἀλλά καί ἐνοχλεῖ ἐκείνους πού ἔχουν ἄρρωστα μάτια, ἔτσι καί ὁ Ἥλιος-Χριστός ἐνοχλεῖ ὅσους ἔχουν βλάβη στά μάτια τῆς ψυχῆς, ὅσους κατευθύνονται ἀπό «διεφθαρμένον νοῦν» (Α΄ Τι 6,5) καί «ἀδόκιμον» (Ρω 1,28). Μάλιστα πολλοί ἐνοχλούμενοι ἀπό τόν Ἥλιο-Χριστό, ἀντί νά ζητήσουν τήν θεραπεία καί ἀποκατάσταση τῆς πνευματικῆς τους ὁράσεως, ἀντιστέκονται στό φῶς του· φλυαροῦν, συκοφαντοῦν καί μέ κάθε τρόπο προσπαθοῦν νά τόν περιθωριοποιήσουν. Θέλουν νά τόν ἀντικαταστήσουν μέ ἄλλες δικῆς τους ἀποτιμήσεως πηγές φωτός. Τό ἀποτέλεσμα; Ἁπλῶς βυθίζονται σέ βαθύτερα σκοτάδια. Εἶναι, βέβαια, ἀδύνατη ἡ ἀντικατάσταση καί ἡ κατάργηση τοῦ φυσικοῦ ἡλίου. Κανείς νουνεχής δέν διανοήθηκε ποτέ νά σβήσει ἤ νά γκρεμίσει τόν ἥλιο φτύνοντας ἤ πετροβολώντας πρός τό μέρος του ἤ πετώντας χῶμα καί δημιουργώντας ἀντάρα στήν ἀτμόσφαιρα, οὔτε ἐπιχείρησε κανείς νά ἀντικαταστήσει τόν ἥλιο μέ κάποια ἀπό τίς τεχνητές πηγές φωτός. Παρόμοια ἀδυνατοῦν νά σβήσουν τό φῶς τοῦ Χριστοῦ τά νέφη τῶν παθῶν καί ἡ μυωπική αὐταρέσκεια τοῦ ἐγωισμοῦ, πού τροφοδοτοῦν τόν κουρνιαχτό τῆς ἀμφιβολίας καί τῆς ἀπιστίας. Ἀπό τότε πού ἀνέτειλε ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, ἐδῶ καί δυό χιλιάδες χρόνια, παραμένει Αὐτός ἡ μοναδική καί ἐγγυημένη πηγή φωτός, ἡ ἀκατάπαυστη γεννήτρια φωτισμοῦ, ἡ μόνη ἐλπίδα γιά τήν σωτηρία τοῦ κόσμου. Παντοδύναμο τό φῶς τοῦ προσώπου Του διαλύει κάθε σκοτάδι πού τυφλώνει τόν νοῦ καί ἀναστατώνει τήν καρδιά. Αὐτή εἶναι ἡ κατάθεση τῆς ἱστορίας, ἡ μαρτυρία ὅλων ἐκείνων πού ἀποδέχθηκαν τό Φῶς-Χριστό καί μέ τόν δικό του φωτισμό πορεύονται. Οἱ ἄλλοι, ὅσοι δέν θέλησαν νά ἡλιαστοῦν στό φῶς τοῦ ἀνεσπέρου Ἡλίου-Χριστοῦ καί ὅσοι ἀρκέσθηκαν σέ μία ἐπιδερμική, τυπική σχέση μαζί του, χωρίς οὐσιαστική ἔνταξη στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, στόν χῶρο ὅπου Ἐκεῖνος ἀκτινοβολεῖ καί καταυγάζει τίς ψυχές, δέν ἔχουν λόγο. Οἱ πρῶτοι, διότι παραμένουν ἄπιστοι, ἐνίοτε καί ἀντίχριστοι. Οἱ δεύτεροι, διότι βολεύονται στόν τύπο καί ἀγνοοῦν ἤ ἀδιαφοροῦν γιά τήν οὐσία τῆς πίστεως. Τραγικές καί οἱ δύο ὁμάδες ἐπαναλαμβάνουν θλιβερό μοιρολόγι τήν ἐμπειρία τους· «Ἰδού ἐγώ μέ τόσα φῶτα τυφλός, τυφλός ὅπως καί πρῶτα». Αὐτοί δέν μποροῦν νά μιλοῦν γιά τόν Χριστό πού δέν γνώρισαν ἤ παραποίησαν κατά τήν δική τους βουλή καί βολή. Μυριάδες ὅμως πιστῶν, πού δέχονται τήν εὐεργετική, τήν ζωογόνο καί σωστική ἐπίδραση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ μέσα στήν ἁγία του Ἐκκλησία, παλιά καί σήμερα καί σέ κάθε ἐποχή, εὐγνώμονα καταθέτουν τήν πλούσια καί ἀδιαμφισβήτητη ἐμπειρία τους ὅτι διατέλεσαν κάποτε σκότος, «νῦν δέ φῶς ἐν Κυρίῳ» (Ἐφ 5,8). Ὁ Χριστός τούς εἵλκυσε ἀπό τό σκοτάδι, τούς φώτισε καί τούς ζωογονεῖ μέσα στό φῶς τῆς χάριτος. Κι αὐτοί εὐφρόσυνα ὁμολογοῦν ὅτι «ἐν τῷ φωτί σου ὀψόμεθα φῶς» καί εὐγνώμονα τοῦ ἀναπέμπουν τήν καρδιόβγαλτη δοξολογία τους «δόξα σοι, τῷ δείξαντι τό φῶς»! Αὐτό τό νόημα ἔχει ἡ γιορτή τῶν Χριστουγέννων, πού τήν γιορτάζουν οἱ πιστοί ἐπίσημα, λαμπρά καί πνευματικά κάθε χρόνο. Ἐκφράζουν τήν λατρεία τους στόν ἀνατείλαντα Ἥλιο τῆς Δικαιοσύνης. Τόν προσκυνοῦν μέ τήν ἁπλότητα τῶν ποιμένων καί μέ τήν λαχτάρα τῶν μάγων. Καί δέν περιορίζεται ἡ προσκύνηση μόνο στήν ἡμέρα τῆς γιορτῆς, μιά φορά τόν χρόνο. Κάθε πρωί, πού ἀντικρίζουν τήν ἀνατολή νά πυρώνει τόν ὁρίζοντα, κάθε ἑσπέρα, ὅταν τό φῶς τοῦ ἥλιου ἱλαρό χρυσώνει τήν ἀτμόσφαιρα, ἀλλά καί κάθε στιγμή μέ τά μάτια τῆς πίστεως βλέπουν στό φυσικό φῶς τόν κατοπτρισμό τοῦ ἀνεσπέρου φωτός Χριστοῦ κι Ἐκεῖνον δοξολογοῦν καί ὑμνοῦν καί προσκυνοῦν. Τροφοδοτεῖται δέ καί ἀνανεώνεται αὐτή ἡ ἀκατάπαυστη καί ἀέναη λατρεία στήν μυστηριακή σύναξη τῆς Ἐκκλησίας, πού κατακλείεται κάθε φορά μέ τήν πανηγυρική διακήρυξη «Εἴδομεν τό φῶς τό ἀληθινόν». Καί κορυφώνεται ἡ ἄμεση κοινωνία μέ τόν Κύριο, «τό φῶς τό ἀληθινόν ὅ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον» (Ἰω 1,9), μέσα στό εὐλογημένο Δωδεκαήμερο, ὅπου μαζί μέ τήν λατρεία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ἡ ἐξ ὕψους Ἀνατολή, ἔχουμε καί τήν προσκύνηση τῆς ἁγίας Τριάδος, τῆς τρισηλίου Θεότητος. Στέργιος Ν. Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 66 (2011) 324-326
|
Τό μήνυμά μας εἶναι τό μήνυμα τῶν ἀγγέλων πρός τούς ταπεινούς βοσκούς τῆς Βηθλεέμ· «ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτήρ» (Λκ 2,11). Ἀπευθύνεται σέ ὅλους τούς ἀγαπητούς μας ἀναγνῶστες ἀλλά καί σέ κάθε ἄνθρωπο τῆς γῆς, ἀφοῦ γι᾿ αὐτό κατέβηκε στή γῆ, ἔλαβε ἀρχή ὁ ἄναρχος καί σάρκα ὁ ἄσαρκος Θεός· γιά νά χαρίσει στόν ἄνθρωπο τή λύτρωση, τή σωτηρία.
Ὡστόσο, εἶναι ἀλήθεια διαπιστωμένη, πού καθημερινά καί πολλαπλά ἐπιβεβαιώνεται, ὅτι εἶναι ἀνησυχητικά πολλοί οἱ ἀλύτρωτοι, οἱ ἄνθρωποι πού παραμένουν μακριά ἀπό τή σωτηρία. Αὐθόρμητο καί εὔλογο ἀνεβαίνει στά χείλη μας τό ἐρώτημα: τάχα γιατί; Ἡ ἀπάντηση ἀποκαλύπτει πολλές καί βαθειές αἰτίες, ὅσο βαθειά καί πολυποίκιλη εἶναι ἡ ἀνθρώπινη ψυχή, ὅσο πλατειά καί ἀνερμήνευτη εἶναι ἡ ἐλευθερία, τήν ὁποία ὁ Θεός ἀναγνωρίζει στό πλάσμα του. Ἐμεῖς θά ἐπισημάνουμε μόνο μία -θεμελιακή, κατά τή γνώμη μας- αἰτία, πού καθιστᾶ ἐπίπονο καί γι᾿ αὐτό ἀνεπιθύμητο τό δρόμο πρός τήν πολυπόθητη σωτηρία. Καί θά μιλήσουμε παραβολικά:
Ὅταν ὁ βασιλιάς Πτολεμαῖος κράτησε στά χέρια του τήν περίφημη «Γεωμετρία», ἔργο τοῦ διάσημου μαθηματικοῦ Εὐκλείδη, θαύμασε τό ἐπίτευγμα. Διαπίστωσε ὅμως πώς τοῦ ἦταν τελείως ἀδύνατο νά κατανοήσει τά γραφόμενα φυλλομετρώντας ἁπλῶς τό βιβλίο. Κάλεσε, λοιπόν, τόν Εὐκλείδη καί τοῦ εἶπε:
- Δέν ὑπάρχει κάποιος εὐκολότερος τρόπος γιά νά γνωρίσει κανείς αὐτά τά σπουδαῖα πράγματα πού γράφεις ἐδῶ; Καί ὁ σοφός μαθηματικός τοῦ ἀπάντησε:
- Μεγαλειότατε, δέν ὑπάρχει βασιλική λεωφόρος πού νά ὁδηγεῖ στή γεωμετρία!
Ἀναμφίβολα εἶναι ποθητή καί περιζήτητη ἀπό ὅλους ἡ σωτηρία. Ἀπαιτεῖ ὅμως τήν τόλμη τῆς μετάνοιας, πού συνεπάγεται τήν πορεία στή «στενή ὁδό» τῆς πίστεως. Αὐτός εἶναι ὁ μοναδικός δρόμος· δέν ὑπάρχει «βασιλική λεωφόρος», πού θά μᾶς φέρει ἄκοπα καί ἄνετα στή σωτηρία. Ἡ μετάνοια προϋποθέτει ταπείνωση, συντριβή, ἀπόθεση τῶν σφαλμάτων, τῶν παθῶν καί τῶν ἀδυναμιῶν ἀλλά καί τῶν ἀρετῶν, τῶν καυχημάτων καί τῶν ἐπιτευγμάτων μας στά πόδια τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ. Ἐπιβάλλει ὁλόψυχη ὑποταγή στό θέλημά του. Μόνο στίς ψυχές πού τόν πλησιάζουν μέ τήν ταπείνωση τῶν σοφῶν μάγων, πού τόν ὑποδέχονται μέ τήν ἁπλότητα τῶν ταπεινῶν ποιμένων τῆς Βηθλεέμ χαρίζει ὁ Κύριος τή δυνατότητα νά τόν δοξολογήσουν μαζί μέ τούς ἀγγέλους. Μόνο ὅσοι μετανοοῦν καλοδέχονται στήν καρδιά τους τόν Σωτήρα. Καί σ᾿ αὐτούς ἀποκαλύπτεται τό μεγάλο μυστικό ὅτι εἶναι εὐφρόσυνη κι εὐλογημένη ἡ ὁδός τοῦ Κυρίου.
Ἀδελφέ μου, τό θέμα εἶναι ἁπλό καί ξεκάθαρο: Ὁ Χριστός τά δίνει ὅλα μόνο σ᾿ ἐκείνους πού τοῦ παραδίδουν τόν ἑαυτό τους μέ τή μετάνοια. Ἄς εἶναι αὐτή τό γνώρισμα τῶν Χριστουγέννων πού πλησιάζουν, γιά νά τά ζήσουμε λυτρωτικά, εὐλογημένα. Ἀμήν!
Σάν τόν καλό τεχνίτη πού ἀνακάλυψε πολύτιμο ὑλικό κι ἔσπευσε νά κατασκευάσει τό πιό ὡραῖο σκεῦος, ἔτσι καί ὁ Χριστός, μόλις βρῆκε τῆς Παρθένου τό ἅγιο σῶμα καί τήν ψυχή, κατασκεύασε γιά τόν ἑαυτό του ἕναν ἔμψυχο ναό, πλάθοντας μέσα στήν Παρθένο τόν ἄνθρωπο ἔτσι ὅπως τόν θέλησε. Καί νά, μ᾿ αὐτόν ὡς ἔνδυμά του σήμερα ἔρχεται στόν κόσμο, δίχως νά ντραπεῖ τήν ἀσχήμια τῆς φύσεώς μας. Οὔτε τό θεώρησε προσβλητικό νά ἐνδυθεῖ τό ἔργο τό δικό του· τό πλάσμα, λοιπόν, ἔγινε ἔνδυμα τοῦ τεχνίτη, καρπώθηκε τήν πιό μεγάλη δόξα!
Πραγματικά, ὅπως ἀκριβῶς κατά τήν πρώτη δημιουργία ἦταν ἀδύνατον νά πλασθεῖ ὁ ἄνθρωπος, πρίν πάρει ὁ Δημιουργός στά χέρια του τόν πηλό, ἔτσι καί τό φθαρμένο μας σκεῦος ἦταν ἀδύνατον νά μεταποιηθεῖ, ἄν δέν γινόταν πρῶτα ἔνδυμα τοῦ πλαστουργοῦ. ...
Μέ ἀφήνει ἔκπληκτο τό θαῦμα! «Ὁ παλαιός τῶν ἡμερῶν» γίνεται παιδί· αὐτός πού καθόταν σέ θρόνο ὑψηλό καί μεγαλοπρεπῆ τοποθετεῖται σέ φάτνη· ὁ ἀναφής καί ἀσώματος βαστάζεται στά ἀνθρώπινα χέρια· αὐτός πού ἔσπασε τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας τυλίγεται σέ σπάργανα, ἐπειδή αὐτό θέλει. Θέλει, δηλαδή, νά μεταβάλει τήν ἀτιμία σέ τιμή, νά ἐνδύσει τήν ἀδοξία μέ δόξα... Γι᾿ αὐτό μπαίνει μέσα στή φύση μου, γιά νά χωρέσω ἐγώ μέσα μου τόν Λόγο του. Γι᾿ αὐτό παίρνει τή σάρκα μου, γιά νά μοῦ δώσει τό Πνεῦμα του, ὥστε μ᾿ αὐτή τή δοσοληψία ὁ παράξενος αὐτός ἔμπορος νά βάλει στά χέρια μου τό θησαυρό τῆς ζωῆς.
Ἰ. Χρυσοστόμου, Εἰς τό Γενέθλιον
τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ 2·
ΕΠΕ 35,470-472.
Ἀπόδοση Β.Τ.
Πῶς νά δοξολογήσει τό στόμα μου τόν Κύριο! Τόν Κύριό του, ὁ ὁποῖος, ἐνῶ δημιούργησε ὅλα τά κτίσματα, γεννήθηκε ἀνάμεσά τους σάν ἕνα ἀπό αὐτά!
Τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ πού, ἄν καί ὁ μέγιστος τοῦ οὐρανοῦ, ἔγινε μικρός καί μπῆκε στήν ἱστορία τῶν ἀνθρώπων.
Τί φοβερό! Ὁ Θεός Λόγος, ὁ προαιώνιος καί ἄχρονος, γίνεται ἄνθρωπος τήν καθορισμένη καί κατάλληλη στιγμή. Παραδίδεται ἑκούσια στή ροή τοῦ φθαρτοῦ καί πεπερασμένου χρόνου!
Γιά χάρη μας ὁ ὕψιστος Θεός γίνεται δοῦλος!
Τί ἐκπληκτικό! Αὐτός, πού στερέωσε τόν ἥλιο, τώρα γεννιέται κάτω ἀπό τήν ἐξουσία τῶν ἀκτίνων του!
Αὐτός, πού κυβερνᾶ τά ἄστρα, γίνεται βρέφος καί τρέφεται μέ μητρικό γάλα!
Τί παράδοξο! Ἐνῶ βασιλεύει στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων ἀπό τόν κόλπο τοῦ Πατρός, ἁγιάζει τή σημερινή ἡμέρα ἀπό τά σπλάγχνα μητέρας. Κι ὅμως! Καί στήν πρώτη Του θέση παραμένει καί στόν κόσμο μας ἔρχεται!
Ἀγαλλιᾶσθε, λοιπόν, ἄνδρες καί γυναῖκες! Διότι ὁ Χριστός ὡς ἄνδρας γεννημένος ἀπό γυναίκα τίμησε καί τά δύο φύλα. Κι ἄν ἀπό γυναίκα πέρασε σέ μᾶς ὁ θάνατος, ἀπό γυναίκα πάλι γεννιέται ἡ Ζωή!
Ἀγαλλιᾶσθε, δίκαιοι! Γεννήθηκε Αὐτός πού μᾶς δικαίωσε!
Ἀγαλλιᾶσθε, ἁμαρτωλοί καί ἀδύναμοι! Γεννήθηκε ὁ Σωτήρας μας!
Ἀγαλλιᾶσθε, αἰχμάλωτοι! Γεννήθηκε ὁ Λυτρωτής!
Ἀγαλλιᾶσθε, δοῦλοι! Γεννήθηκε ὁ Κύριος!
Ἀγαλλιᾶσθε, ἐλεύθεροι! Γεννήθηκε ὁ Ἐλευθερωτής!
Ἀγαλλιᾶσθε, ὅλοι οἱ χριστιανοί! Γεννήθηκε ὁ Χριστός!
(Ἁγίου Αὐγουστίνου, Στή Γέννηση τοῦ Κυρίου, λόγοι 1 καί 4· PL 38,996.1001.
Ἐλεύθερη ἀπόδοση Εὐ. Δάκας)
Τόν πρόσμεναν μέ λαχτάρα. Μές στά σκότη τῆς εἰδωλολατρίας τους διατηροῦσαν πάντα μιάν ἀχτίδα ἐλπίδας, ὅτι θά στείλει ὁ Θεός τόν ἀναμενόμενο, τόν μέγα Βασιλέα, τόν Λυτρωτή. Μελετώντας τά ἄστρα πῆραν τό μήνυμα τῆς γέννησής του. Ἑτοίμασαν τά δῶρα τους καί κίνησαν γιά νά ᾿ρθουν νά τόν προσκυνήσουν. Οἱ μάγοι, οἱ σοφοί τῆς Ἀνατολῆς, δίνουν τό παράδειγμα σέ κάθε ψυχή πού ἀναζητᾶ τόν Λυτρωτή. Νά πῶς μελετᾶ τήν πορεία τους καί τήν προτείνει σέ μᾶς ὡς ὑπόδειγμα ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης:
«Συλλογίσου, ἀγαπητέ, τό στρατί πού σέ διδάσκουν οἱ μάγοι γιά νά βρεῖς τόν Χριστό. Ξεκίνησαν μέ προθυμία. Συνέχισαν τήν ὁδοιπορία τους μέ σταθερότητα καί μεγαλοψυχία. Τήν ὁλοκλήρωσαν προσφέροντας τά μυστηριώδη δῶρα τους. Σκέψου τήν ἐξαιρετική προθυμία μέ τήν ὁποία αὐτοί οἱ τρεῖς βασιλιάδες ὑπήκουσαν στή φωνή τοῦ Θεοῦ, πού τούς μίλησε μέ ἕνα ἀστέρι. Πράγματι ἡ προθυμία τους ξεπερνᾶ κατά κάποιο τρόπο τήν προθυμία καί τήν ὑπακοή τοῦ Πατριάρχου Ἀβραάμ, στόν ὁποῖο ὁ ὕψιστος Θεός εἶχε μιλήσει ἄμεσα, μέ γλώσσα ξεκάθαρη καί ὄχι μέ ἀστέρι... Ἄφησαν παρευθύς πατρίδα καί σπίτια καί γυναῖκες καί παιδιά καί συγγενεῖς καί τήν περιουσία καί τήν ἐξουσία τους καί παραδόθηκαν σέ μία ὁδοιπορία ἄγνωστη, ἀσυνήθιστη, μακρά, κοπιαστική, γεμάτη κινδύνους, σέ ξένους τόπους. Καί τό σπουδαῖο εἶναι ὅτι ὅλα αὐτά τά ὑπέμειναν γιά ἕνα τέλος ἀμφίβολο καί ἀβέβαιο...
Σκέψου, ἀγαπητέ, πόσο μακριά βρίσκεσαι σύ ἀπό τό παράδειγμα τῶν μάγων. Ἀναρίθμητους φωτισμούς καί ἐλλάμψεις σοῦ ἔστειλε ὁ Θεός· πότε ἐσωτερικά, μέ τούς καλούς λογισμούς πού βάζει στήν καρδιά σου καί πότε ἐξωτερικά, μέ τίς ἅγιες Γραφές καί τά ἱερά βιβλία ἤ μέ τούς διδασκάλους καί πνευματικούς πατέρες μέ τούς ὁποίους συνομιλεῖς. Ἐσύ ὅμως δέν θέλησες νά ὁδηγηθεῖς ἀπό αὐτούς. Δέν θέλησες νά κάνεις ἕνα βῆμα γιά νά βρεῖς τόν Θεό, δηλαδή νά περπατήσεις στήν ὁδό τῶν ἐντολῶν του... Ὥς πότε, λοιπόν, θά περπατᾶς αὐτό τό δρόμο τῆς ἀπώλειας; Ἰδού, ἦλθε ὁ καιρός νά ἀρχίσεις τώρα· νά παραδώσεις τόν ἑαυτό σου στό θέλημα τοῦ Θεοῦ...
Ἔπειτα, οἱ μάγοι βρῆκαν στήν πορεία τους τόσα ἐμπόδια! Ὅλα τούς ἦρθαν ἀνάποδα μέσα στήν Ἰερουσαλήμ. Ἔλειψε τό ἀστέρι, πού τό εἶχαν παρηγοριά στήν ὁδοιπορία τους. Ταράχθηκε ὅλη ἡ πόλη μέ τήν εδηση πού ἔφεραν. Ὁ βασιλιάς Ἡρώδης, ἐχθρός θανάσιμος τοῦ νέου βασιλιᾶ, δηλαδή τοῦ Χριστοῦ, ἔγινε ἔξαλλος ἀπό τό θυμό. Οἱ μάγοι ὅμως δέν μικροψυχοῦν γιά ὅλα αὐτά. Οὔτε φοβοῦνται καθόλου πού αὐτοί εἶναι τόσο λίγοι καί βρίσκονται μέσα σ᾿ ἕνα ξένο βασίλειο. Τρέχουν καί ρωτοῦν τούς διδασκάλους γιά νά τούς ὁδηγήσουν αὐτοί. Πηγαίνουν στήν αὐλή ἑνός τυράννου ὑπερήφανου καί αἱμοβόρου· μέ τόλμη μεγάλη καί μεγαλοψυχία ζητοῦν νά μάθουν ποῦ γεννιέται ὁ νέος βασιλιάς. Ὤ τόλμη θαυμαστή! Ὤ μεγαλοψυχία οὐρανίων ἐπαίνων ἄξια!
Καί σύ, ἀγαπητέ, μιά καί ἀποφάσισες νά εἶσαι δοῦλος τοῦ Θεοῦ, ἑτοίμασε τόν ἑαυτό σου γιά νά δέχεσαι τούς πειρασμούς καί νά τούς ὑπομένεις μέ μεγάλη γενναιοψυχία... Μιμήσου τούς χαριτωμένους ἐκείνους μάγους καί μήν καθίσεις ν᾿ ἀκούσεις τά λόγια τοῦ πειρασμοῦ, μήν ἐμποδισθεῖς νά φέρεις εἰς πέρας τήν καλή σου ἀπόφαση.
Συλλογίσου ἀκόμη τά δῶρα πού πρόσφεραν οἱ μάγοι στόν Χριστό, μόλις τόν βρῆκαν στήν «οἰκία» (Μθ 2,11). Δέν εἶδαν ἐκεῖ καμία ἑτοιμασία ἤ κανένα σημεῖο βασιλικό. Κι ὅμως ὁδηγούμενοι ἀπό τήν πίστη καί τόν φωτισμό τοῦ Θεοῦ γνώρισαν τόν Ἰησοῦ ὡς βασιλιά τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς. Τόν ἀναγνώρισαν ὡς λυτρωτή ὅλου τοῦ κόσμου καί γι᾿ αὐτό ἔπεσαν καί τόν προσκύνησαν. Τοῦ πρόσφεραν τά δῶρα τους καί μαζί μέ αὐτά ὑπέταξαν στόν νέο βασιλιά τό κάθε τι. Ὑπέταξαν σ᾿ αὐτόν ὅλο τό νοῦ καί τήν καρδιά μέ τήν πίστη. Ὑπέταξαν ὅλο τό σῶμα μέ τήν προσκύνηση. Ὑπέταξαν ὅλα τά ἐξωτερικά ἀγαθά μέ τό χρυσό, μέ τή σμύρνα καί μέ τό λιβάνι. Μ᾿ αὐτά τά τρία δείχνουν πώς προσφέρουν στόν νεογέννητο βασιλιά ἐπίγνωση, ὑπακοή καί ἀγάπη. Καί τούς δίνει ὁ Χριστός τρία χαρίσματα: ἀντί τοῦ χρυσοῦ λαμβάνουν τήν ἐλευθερία ἀπό τό πάθος τῆς φιλαργυρίας· ἀντί τοῦ λιβάνου τήν ἐλευθερία ἀπό τήν εἰδωλολατρία· ἀντί τῆς σμύρνας τήν ἐλευθερία ἀπό τή νέκρωση τοῦ θανάτου τοῦ ψυχικοῦ. Ὤ τί μεγάλη φιλοτιμία ἔδειξαν οἱ μάγοι!
Πόσο μακάριος θά ἤσουν καί σύ, ἀδελφέ, ἄν ἤξερες νά ἀφιερώνεις στόν Κύριο, καθώς οἱ μάγοι, ὅ,τι ἔχεις σέ τοῦτο τόν κόσμο, τά ἐσωτερικά καί τά ἐξωτερικά ἀγαθά σου, τά ψυχικά καί τά σωματικά!
Πρόσφερε στόν Χριστό μιά καρδιά καί θέληση καθαρή σάν τό χρυσάφι· ἀπαλλαγμένη ἀπό κάθε κακή ἐπιθυμία, μέ πόθο γιά τά οὐράνια, μέ ζῆλο γιά τά πνευματικά· μιά καρδιά φλεγόμενη ὅλη ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, μέ ὅλα της τά θελήματα.
Πρόσφερε δῶρο στόν Ἰησοῦ σάν τή σμύρνα τή νέκρωση τοῦ θυμικοῦ μέρους τῆς ψυχῆς σου. Ἀπομάκρυνε ἀπό τήν καρδιά σου κάθε ταραχή, ὀργή, θυμό, κάθε πικρία, μίσος καί κραυγή, κάθε λοιδορία.
Κι ἄν εἶσαι πλούσιος, νά τοῦ προσφέρεις ἐπιπλέον καί τόν πλοῦτο καί τά ἀγαθά σου, διότι αὐτά εἶναι δῶρα δικά του. Σοῦ τά ἔδωσε ὄχι γιά νά τά ἔχεις μόνος καί νά τά ἀπολαμβάνεις σάν ἐκεῖνον τόν ἄφρονα πλούσιο τοῦ Εὐαγγελίου, ἀλλά γιά νά τά διαχειρίζεσαι ὡς οἰκονόμος μοιράζοντάς τα σέ ὅσους τά ἔχουν ἀνάγκη».
Ἅγ. Νικόδημος Ἁγιορείτης
(Ἐπιλογές ἀπό τό βιβλίο του
Πνευματικά Γυμνάσματα)
Ψηφιδωτό «Ταξίδι τῶν μάγων», 1315-1320 μ.Χ. Μονή τῆς Χώρας, Κων/πολη