Τυχαῖο συναπάντημα νά τό πεῖς; Καρτέρι τῆς μοίρας νά τό πεῖς; Ἤ ὥρα τῆς κρίσης τοῦ Θεοῦ;
Περπατοῦσε ὁ Μίλτος καί τρίκλιζε. Οἱ περαστικοί παραμέριζαν γιατί νόμιζαν πώς ἦταν πιωμένος. Περπατοῦσε καί παραμιλοῦσε καί μέ τό βλέμμα χαμένο στό πουθενά ἔβλεπε ξανά καί ξανά τήν ἴδια εἰκόνα - ἐφιάλτη πού εἴκοσι χρόνια στήν ξενιτειά τήν ἀπώθησε στό πιό βαθύ συρτάρι τῆς μνήμης του:
Ἡ θεία ἡ Μαρίκα, τό πιό ἀγαπημένο πρόσωπο ὕστερα ἀπό τή μάνα του! Ἡ θεία ἡ Μαρίκα μπροστά στό φέρετρο τοῦ πρωτογιοῦ της νά μονολογεῖ! Κι ὁ πόνος, ὁ μεγαλύτερος πόνος πού ὑπάρχει στόν κόσμο, ὅλος χυμένος στό ἀγαπημένο της πρόσωπο.
- Ποιός, ποιός λεβέντη μου μᾶς ἔκανε αὐτό τό κακό;
Κι ὕστερα τή θυμᾶται νά γυρνᾶ μέ στοργή σ᾽ αὐτόν καί νά τοῦ λέει τά λόγια ἐκεῖνα πού μπῆκαν μαχαίρι μέσα του.
- Πρόσεχε, Μίλτο ἀγόρι μου, μακριά ἀπό αὐτούς πού φάγανε τό παιδί μου!
Κάνανε τά «σαράντα» τοῦ πρώτου ξαδέλφου καί ἔφυγε ὁ Μίλτος. Ἔφυγε μέ τήν ἐπιθυμία καί ὁ ἴδιος νά ξεμπλέξει, μά καί μέ τήν ἀπόφαση νά μείνει μακριά ἀπ᾽ τή μικρή τους πόλη, ὅπου ὅλοι τό ἤξεραν μά κανείς δέν τό ἔλεγε φανερά, πώς ἐκεῖνος πού ὁδήγησε ὅλη τή συντροφιά του στά ναρκωτικά ἦταν ὁ Μίλτος!
Δέν τό ἔλεγαν μήπως καί φτάσει στ᾽ αὐτιά τῆς θείας τῆς Μαρίκας, πού ἀγαποῦσε τόν Μίλτο σάν παιδί της καί ὁ πόνος της γινότανε διπλός!
Κανείς δέν ἤξερε ποῦ πῆγε ὁ Μίλτος. Ὅλοι οἱ δικοί του πίστευαν πώς δέν ἄντεξε τόν θάνατο τοῦ ἀγαπημένου φίλου καί ἐξαδέλφου καί πώς λιγάκι σάλεψε τό μυαλό του. Κατά καιρούς ἔπαιρνε τηλέφωνο τή μάνα του ἀπό τηλεφωνικό θάλαμο, μά ποτέ δέν τῆς εἶπε ποῦ βρίσκεται!
Τήν πάλεψε τή ζωή ὁ Μίλτος. Παρά τό νεαρό τῆς ἡλικίας του, στήν ξένη γῆ εἶχε μιά μεγάλη περιουσία καί στό περιβάλλον του τό κοινωνικό καί τό ἐργασιακό εἶχε τό καλό ὄνομα ἑνός τίμιου καί ἐργατικοῦ Ἕλληνα. Τά ναρκωτικά ἦταν παρελθόν στή ζωή του!
Ἡ ἐπαφή καί ἡ σχέση του μέ τόν ἱερέα τῆς ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, πού ἦταν Ρῶσος, τόν βοήθησε νά ξεκόψει πιό γρήγορα καί πιό εὔκολα ἀπό τή μάστιγα τῶν οὐσιῶν. Καί πάνω στήν καλύτερη φάση τῆς ζωῆς του στήν ξενιτειά, τή στιγμή πού τό πῆρε ἀπόφαση νά φτιάξει κι αὐτός τή ζωή του καί νά κάνει τή δική του οἰκογένεια, γύρισε σήμερα θαρρεῖς ὁ κόσμος ἀνάποδα!
- Μίλτο, τοῦ εἶπε ὁ προϊστάμενός του στή δουλειά, θέλω νά γνωρίσεις ἕναν ἕλληνα φοιτητή πού εἶναι πολύ σπουδαῖο παιδί καί ἔχει κατά τύχη τό ἴδιο ὄνομα καί τό ἴδιο ἐπίθετο μέ σένα.
- Μιλτιάδηδες δέν ὑπάρχουν καί τόσο πολλοί, μά Παπαδόπουλοι εἶναι σχεδόν ἡ μισή Ἑλλάδα, ἀπάντησε ὁ Μίλτος γελώντας.
- Εἶναι συμφοιτητής τοῦ γιοῦ μου καί τώρα τελευταῖα κάνουν πολλή παρέα καί τόν ἔφερε καί στό σπίτι μας. Σέ λίγο θά περάσουν γιά μιά δουλειά ἀπό δῶ. Μόλις ἔρθουν θά σέ φωνάξω, τοῦ εἶπε καλοσυνάτα, ὅπως πάντα, ὁ γάλλος προϊστάμενός του καί μπῆκε στό γραφεῖο του.
Ἀπό κείνη τήν ὥρα ξύπνησαν οἱ μνῆμες... Ἀπό ἐκείνη τήν ὥρα, ὅ,τι τόσα χρόνια στρίμωξε μέσα του ἄρχισε νά σαλεύει ἐπικίνδυνα. Ἄλλος ἕνας Μιλιτάδης Παπαδόπουλος ὑπῆρχε, μά πού ὁ ἴδιος ἔγινε αἰτία πάνω στήν ἐφηβική τρέλα καί ἐπιπο- λαιότητά του νά πεθάνει.
- Παπαδόπουλος Μιλτιάδης καί Παπαδόπουλος Μιλτιάδης, εἶπε συστήνοντάς τους ὁ Γάλλος, διασκεδάζοντας γιά τή σύμπτωση.
Ξαφνιάστηκε ὅμως καί τοῦ κόπηκε τό γέλιο ἀπότομα, ὅταν εἶδε τόν Μίλτο νά κοιτᾶ τόν νεαρό φοιτητή ἄσπρος σάν τό πανί.
- Ἐγώ, κύριε εἶμαι ἀπό...
Τό ὄνομα τῆς μικρῆς του πόλης δέν τοῦ ἄφηνε πιά καμιά ἀμφιβολία, ὅπως καί ἡ ὁμοιότητα! Θεέ μου, ἴδιος ὁ Μίλτος ὁ δικός του!
Ἔκανε μεταβολή δίχως νά ὁρίζει τόν ἑαυτό του ὁ Μίλτος. Δίχως νά μπορεῖ νά κρατήσει ἔστω γιά λίγο τόν τύπο, ἀφήνοντας τούς ἄλλους στήν ἀπορία καί στήν ἀμηχανία.
Μπῆκε στόν πρῶτο τηλεφωνικό θάλαμο πού βρῆκε μπροστά του. Ἔκανε τρεῖς φορές λάθος στό νούμερο, μά στό τέλος ἄκουσε ἀπό τήν ἄλλη ἄκρη τήν ἀγαπημένη φωνή.
- Μάνα!
- Γιέ μου, Μίλτο μου!
- Μάνα, ἡ θεία ἡ Μαρίκα μετά τόν θάνατο τοῦ Μίλτου γέννησε ἄλλο παιδί;
- Γέννησε, γιέ μου, ὕστερα ἀπό ἕνα χρόνο τόν Μίλτο τόν μικρό! Ἴδιος καί ἀπαράλλαχτος ὁ μεγάλος.
- Γιατί δέν μοῦ τό εἶπες ποτέ, μάνα μου αὐτό; τήν ἔκοψε κλαίγοντας ὁ Μίλτος.
- Γιατί, παιδί μου, μοῦ ἔβαλες ὅρο καί μοῦ ᾽πες πώς ἄν σοῦ ξαναμιλήσω γιά τή θεία Μαρίκα καί τόν Μίλτο δέν θά μοῦ ξανατηλεφωνήσεις.
Ἔκλαψε πολύ ὁ Μίλτος καί γιά πρώτη φορά ἄνοιξε τήν καρδιά του στή μάνα του καί τῆς τά εἶπε ὅλα. Γιά τό μεγάλο του φταίξιμο, γιά τό δικό του μπλέξιμο, γιά τό ρόλο πού ἔπαιξε μέσα σέ κείνη τήν παρέα τῶν ἐφήβων πού νόμισαν τά ναρκωτικά παιχνίδι ὥς τή στιγμή πού «ἔφυγε» ὁ Μίλτος ὁ ξάδελφος.
- Ἤσουν μικρό παιδί καί σύ, ἀγόρι μου. Ποιός μπορεῖ νά σέ καταδικάσει;
Ἡ φωνή πού ἄκουγε τώρα δέν ἦταν τῆς μάνας του! Ἡ φωνή πού τοῦ μιλοῦσε ἦταν τῆς θείας Μαρίκας!
- Κάθε φορά πού ἔπαιρνες, Μίλτο μου, σ᾽ ἀκούγαμε ὅλοι σ᾽ ἀνοικτή ἀκρόαση. Τ᾽ ἄκουσα ὅλα, παιδί μου. Mήν κλαῖς, δέν φταῖς ἐσύ!
- Θεία μου, ἀγαπημένη μου θεία, μέ συγχωρεῖς, λοιπόν! Κλείνω, κλείνω θεία μου, θά σᾶς πάρω σέ λίγο!
Ἔκλεισε τό τηλέφωνο ὁ Μίλτος καί ἔβαλε φτερά στά πόδια του. Πέτυχε τούς δυό συμφοιτητές στήν ἔξοδο τῆς ἐπιχείρησης.
Κοίταξε τόν μικρό Μίλτο μέ στοργή.
- Θά σοῦ τόν στερήσω γιά λίγο, γιατί ἔχω νά τοῦ πῶ μιά ἱστορία, ἀπευθύνθηκε πρῶτα στόν Γάλλο ὁ Μίλτος.
- Μικρέ Μίλτο, εἶμαι ὁ μεγάλος ξάδελφος πού δέν γνώρισες ποτέ! συνέχισε γυρνώντας στόν νεαρό Ἕλληνα καί ἄνοιξε τήν ἀγκαλιά του καί τόν ἔχωσε μέσα.
Σέ λίγο τά δυό ξαδέλφια ἀγκαλιασμένα μπροστά στήν ὀθόνη τοῦ ὑπολογιστῆ τοῦ νεαροῦ ἕλληνα φοιτητῆ γελοῦσαν καί κλαίγανε. Τό ἴδιο καί οἱ δυό μάνες πού ἔβλεπαν στήν ὀθόνη.
- Οἱ προσευχές μας σᾶς ἀντάμωσαν, παιδιά μου! εἶπε ἡ θεία Μαρίκα καί, γιά πρώτη φορά ὕστερα ἀπό εἴκοσι χρόνια, ἔνιωσε μέσα της ἀληθινή παρηγοριά!
Ἑλένη Βασιλείου
Τήν Κυριακή πού μᾶς πέρασε ἔγινε κάτι διαφορετικό. Ἐκκλησιαστήκαμε οἰκογενειακῶς στήν πατρική μου ἐνορία! Πολλά χρόνια εἶχα νά διαβῶ τό κατώφλι της.
Μετά τόν γάμο μου ἄλλαξα ἀναγκαστικά ἐνορία καί εἶχα χρόνια νά λειτουργηθῶ σ᾽ αὐτόν τό μικρό ναό, ὅπου εἶχα ἀκούσει τίς πρῶτες θεῖες Λειτουργίες τῶν παιδικῶν μου χρόνων...
Κατέβηκα μέ ἀργά βήματα τά σκαλάκια πού ὁδηγοῦν στή μικρή πιά αὐλή της... Ἔνιωσα νά χτυπάει δυνατά ἡ καρδιά μου, ὅταν ἔσπρωξα ἁπαλά τήν πόρτα γιά νά περάσουν ὅλοι, καί τέλος κι ἐγώ! Κοίτα! Ὁ χάλκινος διάκοσμός της ἔχει φθαρεῖ πολύ! Θυμᾶσαι πόσο χάρηκες τότε πού καινούργιο τόν καμαρώναμε νά λάμπει; Θά ᾽ναι σαράντα χρόνια...
Καί τό παγκάρι εἶναι τό ἴδιο! Νά καί τό τριγωνικό τραπεζάκι μέ τό «κυτίον ὑπέρ πτωχῶν»! Καί τό προσκυνητάρι μέ τήν εἰκόνα, τό κεντημένο μέ ἐλεφαντόδοντο, πού πάντα μέ ἐντυπωσίαζε...
Ἀνάψαμε κερί. Προσκυνήσαμε τίς εἰκόνες. Αὐθόρμητα προχώρησα πρός τήν ξύλινη σκάλα πού ὁδηγεῖ στόν γυναικωνίτη. Ἡ μητέρα πάντα μέ κρατοῦσε ἀπό τό χέρι, γιά νά μήν μπερδευτοῦν τά μικρά ποδαράκια ἀνεβαίνοντας!
Ἄκου! Τό ἴδιο τρίξιμο στό ξύλινο δάπεδο τοῦ γυναικωνίτη!
Διάλεξα νά καθίσω στήν ἴδια θέση· «μπροστά γιά νά βλέπεις», ἔλεγε ὁ πατέρας. Τώρα, βέβαια, δέν κρέμονται τά μικρά ποδαράκια! Οὔτε ὑπάρχει χῶρος στήν καρέκλα γιά νά καθίσει μαζί μου καί ἡ μικρή μου ἀδελφή... Ἡ θέση γέμισε μέ ἐμένα, καί χρειάστηκαν ἄλλες τέσσερις γιά νά καθίσουν στή σειρά οἱ κόρες μου! Ὁ σύζυγος μέ τόν γιό μου κάθισαν στή μεριά τῶν ἀνδρῶν.
Ἡ ψαλμωδία ἀγγελική. Κοίτα! Πόσα ἄγνωστα πρόσωπα στό Ψαλτήρι! Κι ὁ π. Βασίλειος; Ὤ, ὄχι! Ἄλλη φωνή ἀκούγεται! Ἐκεῖνος ἀπό χρόνια διακονεῖ στό θυσιαστήριο τοῦ οὐρανοῦ!
Ψάχνω μέ τό βλέμμα μου ἄθελά μου τό Μαράκι, ἐκεῖνο τό ζωηρό μικράκι, πού δέν στεκόταν οὔτε λεπτό... Μπά! Δέν τό βλέπω πουθενά. Ἡ κ. Μαρία εἶναι πιά καθηγήτρια καί πρεσβυτέρα μέ τρεῖς γιούς!
Στήν πρώτη σειρά, στό πλάι μου, κάθονταν πάντα οἱ δύο ἀγαπητές μου συμμαθήτριες, ἡ Δωροθέα καί ἡ Ἔφη. Ἄν ἀπουσίαζαν καμιά φορά, θά ἦταν σοβαρά ἄρρωστες. Μά σήμερα δέν τίς βλέπω οὔτε κι αὐτές νά εἶναι στή γνωστή θέση. Ἄλλα πρόσωπα, βλέπω... «Μόνο κοντά Σου, Χριστέ μου, νά εἶναι...», ἔπιασα τόν ἑαυτό μου νά ψιθυρίζει.
Ἡ γιαγιά Εὐαγγελία; Ποῦ νά ᾽ναι ἄραγε; Καμάρωνε τίς μακριές ὁλόμαυρες πλεξοῦδες μου! Μιά Κυριακή μοῦ χάρισε ἕνα ζευγάρι κοκαλάκια-μαργαρίτες γιά νά φοράω στά μαλλιά καί νά στολίζω τίς πλεξοῦδες... Ὁ Θεός ἄς τήν ἀναπαύει!
Σ᾽ αὐτόν τόν ναό ἔγινε καί ἡ βάπτισή μου! Στήν ἴδια κολυμβήθρα πού βαπτίσαμε καί τά παιδιά τοῦ ἀδελφοῦ μου! Μέγας εἶσαι, Κύριε! Τί θαῦμα εἶναι ἡ ζωή!
Βλέπω γύρω μου τόσα πρόσωπα! Ἄλλα ἄγνωστα κι ἄλλα γνωστά, μέ χιονισμένα πιά τά μαλλιά...
Ἄλλαξαν ὅλα στήν πατρική μου ἐνορία! Ὅλα, ἐκτός ἀπό Ἐσένα, Κύριέ μου! Παρέμεινες σταθερά ὁ ἴδιος! Στή θέση σου, πάνω στόν Σταυρό, καί πάντα μέ ἀνοιχτή τήν ἀγκαλιά σου νά μέ προσμένεις! Πάντα καί σταθερά, νά μ᾽ ἀγαπᾶς καί νά μέ προσμένεις!
Αὐτό μέ ἐντυπωσιάζει σέ Σένα, Πατέρα μου· ἐνῶ εἶσαι παντοδύναμος, μπορεῖς νά κάνεις τά πάντα, Ἐσύ δέν ἀλλάζεις! Παραμένεις πάντα ὁ ἴδιος! Ἀγαπᾶς καί περιμένεις! Πάντα καί σταθερά!
Κι αὐτό εἶναι πού ἀσφαλίζει ἐμένα· ἡ δική σου σταθερότητα στήν ἀναμονή καί ἡ παντοτινή ἀληθινή ἀγάπη σου!
Πῶς νά σοῦ πῶ, Πατέρα μου, αὐτό πού αἰσθάνομαι; Ἁπλά,
Εὐχαριστῶ!
Χρ. Μουρατίδου-Δαδῆ
Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 184-185
Οἱ Ἅγιοι Τόποι δέν περιορίζονται τοπικά στά Ἰεροσόλυμα καί στή γύρω περιοχή, ἀλλά ἐπεκτείνονται καί «πέραν τοῦ Ἰορδάνου». Σ’ αὐτή τήν ἅγια γῆ ἔφτασαν τά βήματά μας ὅταν πετάξαμε μία μέρα καλοκαιριοῦ γιά τό Χασεμιτικό Βασίλειο τῆς Ἰορδανίας.
Ἕνα κράτος τῆς Μέσης Ἀνατολῆς, πού συνορεύει μέ τή Συρία, τό Ἰράκ, τή Σαουδική Ἀραβία καί τό Ἰσραήλ, ποιά συγγένεια μπορεῖ νά ἔχει μέ τήν ἑλληνορθόδοξη πατρίδα μας; Ἦταν μία ἀποκάλυψη γιά ἐμᾶς ὅτι ἡ μακρινή Ἰορδανία σέ κάθε της πέτρα ἔκρυβε… Χριστό καί Ἑλλάδα!
Ἀκολουθώντας τά χνάρια τῆς Ἱστορίας, σύραμε τούς δρόμους τοῦ νοῦ στά βάθη τῆς ἀρχαιότητας, ὅταν ὁ Μεγάλος Στρατηλάτης, ὁ Ἀλέξανδρος καί οἱ διάδοχοί του ἔχτισαν στήν περιοχή ἑλληνικές πόλεις γνωστές ὡς «Δεκάπολις».
Οἱ Μακεδόνες ἔποικοι ἀναμίχθηκαν μέ τόν ντόπιο πληθυσμό, τούς Ναβαταίους, πού ἦταν νομάδες, καί διέδωσαν τόν ἑλληνικό πολιτισμό καί τήν ἑλληνική γλῶσσα. Ἀνάμεσα στίς πόλεις ξεχωρίζουν ἡ Πέλλα, στή Β. κοιλάδα τοῦ Ἰορδάνη, τό Δίον στά Ν.Α. τῆς Τιβεριάδας λίμνης καί ἡ Ἀντιόχεια στήν ὄχθη τοῦ ποταμοῦ Χρυσορρόη.
Ὅταν ὁ Πτολεμαῖος Β΄ Φιλάδελφος κυρίευσε μέρος τῆς Ἰορδανίας, ἀνοικοδόμησε καί ὀνόμασε Φιλαδέλφεια τήν πόλη Ἀμμάν, σημερινή πρωτεύουσα τοῦ κράτους. Ἑλληνικά νομίσματα κόβονταν καί οἱ ντόπιες πόλεις ἔπαιρναν ἑλληνικά ὀνόματα. Ἡ Ἀκρόπολη τοῦ Ἀμμάν, ἀλλά καί πολλοί ἄλλοι ἀρχαιολογικοί χῶροι μέ τά κορινθιακά κιονόκρανα καί τίς ἑλληνικές ἐπιγραφές μαρτυροῦν περίτρανα ὅτι ὁ ἑλληνικός πολιτισμός καί ἡ ἑλληνική γλῶσσα ἦταν πιά κυρίαρχα.
Φτάνοντας στούς ρωμαϊκούς καί βυζαντινούς χρόνους, ἡ ἰορδανική γῆ μᾶς ἐπιφύλασσε πολλές ἀκόμη ἐκπλήξεις. Ἀφοῦ ἐπικράτησε ὁ χριστιανισμός, οἱ ἀρχαῖες πόλεις ἔγιναν ἕδρες ἐπισκοπῶν. Στό κάθε μας βῆμα ἀντικρύζαμε μέ συγκίνηση ἐρείπια βυζαντινῶν ναῶν μέ πλούσιο ψηφιδωτό διάκοσμο καί ἑλληνικές ἐπιγραφές. Ἡ Ἀντιόχεια, γνωστή στούς ρωμαϊκούς χρόνους ὡς Γέρασα, φιλοξενοῦσε δεκαπέντε χριστιανικούς ναούς χτισμένους ἀπό τόν Ἰουστινιανό καί ἄλλους αὐτοκράτορες. Δεκάδες παλαιοχριστιανικοί ναοί ἦταν χτισμένοι καί στή Μαδηβά –ἕδρα καί αὐτή ἐπισκοπῆς, ὅπου ξεχωρίζει ἕνας ψηφιδωτός χάρτης ὅλης της Ἁγίας Γῆς μέ ὑπόμνημα στήν ἑλληνική γλῶσσα! Τέλος, στόν ἀρχαῖο οἰκισμό UMMAR-RASAS = (μητέρα τοῦ μολυβιοῦ) δεσπόζει ἡ βυζαντινή ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Στεφάνου χτισμένη τό 785 μ.Χ. μέ ἔξοχα ψηφιδωτά. Ὅλοι αὐτοί οἱ ναοί, καθώς καί ἐρείπια φρουρίων, τειχῶν καί προμαχώνων μέσα στήν ἰορδανική ἔρημο μαρτυροῦν μία ἀκμάζουσα βυζαντινή παρουσία, πού τήν ἀνέκοψε ἡ κυριαρχία τῶν μωαμεθανῶν Ἀράβων πού ἄρχισε μετά τό 630 μ.Χ.
Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, ἀκολουθώντας τά χνάρια τῆς Βίβλου, ἡ Ἰορδανία μᾶς ταξίδεψε τόσο στήν Παλαιά ὅσο καί στήν Καινή Διαθήκη. Ἡ πόλη Γέρασα εἶναι τά βιβλικά Γέραρα, ὅπου ἔμεινε γιά λίγο ὁ Ἀβραάμ μέ τή γυναίκα του τή Σάρρα.
Στά βάθη τῆς Νεκρᾶς Θαλάσσης κρύβονται τά Σόδομα καί τά Γόμορρα, πού κατέστρεψε ὁ Θεός μέ φωτιά καί θειάφι. Στίς ἀκτές ξεχωρίζει ἡ στήλη ἅλατος στήν ὁποία μετατράπηκε ἡ γυναίκα τοῦ Λώτ, ὅταν φεύγοντας ἀπό τίς ἁμαρτωλές πόλεις γύρισε νά κοιτάξει πίσω παραβαίνοντας τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ.
Στήν περιοχή τῆς Πέτρας ἀντικρύσαμε ἀπό μακριά τόν τάφο τοῦ Ἀαρών. Ὅλη ἡ ἔρημος τῆς ἰορδανικῆς γῆς εἶναι ὁ τόπος στόν ὁποῖο περιπλανήθηκαν σαράντα χρόνια οἱ Ἰουδαῖοι μετά τήν ἔξοδό τους ἀπό τήν Αἴγυπτο. Ἀνηφορίσαμε στό ὄρος Νέβο μαζί μέ τόν Μωυσῆ καί εἴδαμε μέ δέος νά ἁπλώνεται μπροστά μας ἡ Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας. Κοντά στή Μαδηβά σώζονται τά ἐρείπια τοῦ παλατιοῦ τοῦ Ἡρώδη, ὅπου φυλακίστηκε καί κατόπιν ἀποκεφαλίστηκε ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος. Στά Γάδαρα ἀντικρύσαμε ἀπό ψηλά τή λίμνη τῆς Τιβεριάδας, ὅπου ἔπεσε τό κοπάδι τῶν χοίρων μετά τό θαῦμα τῆς θεραπείας τῶν δαιμονισμένων.
Τό σημεῖο, ὡστόσο, πού μᾶς συγκίνησε βαθιά ἦταν τό σημεῖο «πέραν τοῦ Ἰορδάνου», ὅπου βαπτίστηκε ὁ Κύριός μας. Σήμερα ὁ Ἰορδάνης ποταμός δέν περνᾶ ἀπό ἐκεῖνο τό σημεῖο, τό ὁποῖο ὑποδεικνύουν πέντε πρωτοχριστιανικές ἐκκλησίες καί ἕνα σταυρόσχημο βαπτιστήριο πού ἔχουν ἀνασκαφεῖ. Τό ὄμορφο ὀρθόδοξο μοναστήρι πού δεσπόζει στήν περιοχή δέν μποροῦσε παρά νά εἶναι ἀφιερωμένο στόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Πρόδρομο.
Πέρα ἀπό ὅλα τά ἀρχαιολογικά εὑρήματα πού θαυμάσαμε στήν Ἰορδανία, ἡ σκέψη μας δέν μπορεῖ παρά νά σταθεῖ στό λιγοστό ποίμνιο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Φιλαδελφείας, πού δίνει τή δική του μαρτυρία μέσα στό σύγχρονο μουσουλμανικό κράτος τῆς Ἰορδανίας. Μπαίνοντας στόν μητροπολιτικό ναό τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυ- ρίου καί ἀτενίζοντας τίς βυζαντινές τοιχογραφίες νιώσαμε τόσο οἰκεῖα καί ζεστά. Μόνο οἱ ἀραβικές ἐπιγραφές καί ἡ ἀραβική γλῶσσα μᾶς θυμίζουν πώς βρισκόμαστε πολύ μακριά ἀπό τήν ὀρθόδοξη πατρίδα μας. «Οἱ χριστιανοί βρισκόμαστε στόν τόπο αὐτό ἀπό τήν ἐποχή τοῦ διωγμοῦ τοῦ Στεφάνου», ἀκοῦμε μέ συγκίνηση νά μᾶς ἐξηγεῖ ὁ ἱερέας στό τέλος τοῦ κατανυκτικοῦ Ἑσπερινοῦ. Καί μᾶς ἀποχαιρετᾶ μέ τήν προτροπή: «Μήν ξεχνᾶτε πώς στόν τόπο αὐτό ζοῦνε ἀδέρφια σας». Πόσο ἐπίκαιρη εἶναι στ’ ἀλήθεια ἡ παράκλησή του στά χρόνια αὐτά πού οἱ χριστιανοί στά γειτονικά τους κράτη καλοῦνται ὄχι ἁπλῶς στή μαρτυρία ἀλλά καί στό μαρτύριο!
Μαρία Κουπουρτιάδου
Δασκάλα
Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 180-182
Τόν περασμένο χρόνο δημοσιεύτηκε μία παγκόσμια ἔρευνα σέ δεῖγμα 7009 πατεράδων σχετικά μέ τή στάση τους ἀπέναντι στά κινούμενα σχέδια (cartoons). Τό 85% τῶν πατεράδων συνιστοῦν στά παιδιά τους ἤ σκοπεύουν νά τό κάνουν νά παρακολουθοῦν ἐκπομπές ἤ βίντεο κινουμένων σχεδίων πού ἀγάπησαν ἐκεῖνοι ὡς παιδιά. Τό 75% βλέπει μαζί μέ τό παιδί του τίς ἐκπομπές αὐτές καί νιώθει σάν παιδί…
Ἡ ἔρευνα ἀκόμη ἀποκάλυψε πολιτισμικές διαφορές. Οἱ μπαμπάδες τῶν Η.Π.Α. προτιμοῦν τά κινούμενα σχέδια «Ἀστυνόμος Σαΐνης», τῆς Βρετανίας τόν «Ἐπικίνδυνο Ποντικό», τῆς Βραζιλίας «Τόμ καί Τζέρυ», τοῦ Καναδᾶ τά «Στρουμφάκια», τῆς Γαλλίας τόν «Ἀστερίξ», τῆς Γερμανίας τήν «Πίπη Φακιδομύτη» καί τοῦ Μεξικοῦ τόν «Ρόζ Πάνθηρα».
Σέ ὅλους μας ἀρέσει νά κάνουμε ὁρισμένα πράγματα καί τό κάνουμε. Ὡστόσο, δέν σημαίνει ὅτι πάντα εἶναι καλό γιά μᾶς. Τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τίς ἐκπομπές τῶν κινουμένων σχεδίων, τίς τόσο ἀγαπητές καί δημοφιλεῖς στά παιδιά. Δέν θά σταθῶ ὅμως στά θετικά τους, ὅποια ὑπάρχουν καί στόν βαθμό πού ὑπάρχουν, οὔτε εἶναι πρόθεσή μου νά τά μειώσω. Ὀφείλω ὅμως νά ἐπισημάνω τούς κινδύνους πού διατρέχει ἕνα παιδί ἀπό τήν ἄκριτη καί ἀνεξέλεγκτη παρακολούθησή τους, γιά νά τοποθετηθοῦν σωστά οἱ γονεῖς ἀπέναντι στό μέγα θέμα τῆς παιδικῆς ψυχαγωγίας .
Προβλήματα ὑγείας
Τόν Δεκέμβριο τοῦ ᾽97 στήν Ἰαπωνία, ἀμέσως μετά τήν προβολή ἐπεισοδίου τοῦ Pokemon, ξέσπασε «κόλαση». Ἑξακόσια ὀγδόντα πέντε παιδιά μεταφέρθηκαν μέ ἀσθενοφόρα σέ νοσοκομεῖα λόγῳ προβλημάτων ὑγείας: θολή ὅραση, ζαλάδες, ναυτία, προσωρινή τύφλωση καί σέ ἕνα μικρό ἀριθμό παιδιῶν διαγνώστηκε ἐπιληψία. Τό περιστατικό ἔγινε γνωστό ὡς «Pokemon Shock» καί εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νά ἀπαγορευτεῖ παντοῦ τό συγκεκριμένο ἐπεισόδιο.
Γλωσσική ἀνάπτυξη
Οἱ ἐπιστήμονες διαπίστωσαν ὅτι ἡ παρακολούθηση κινουμένων σχεδίων ἐπιβραδύνει τή γλωσσική ἀνάπτυξη τῶν βρεφῶν ἀπό 8 ἕως 18 μῆνες. Γιά κάθε ὥρα παρακολούθησης μειώνεται ὁ ἀριθμός ἐκμάθησης νέων λέξεων κατά ἕξι ἕως ὀχτώ σέ σύγκριση μέ τά βρέφη πού δέν παρακολουθοῦν. Ἀλλά παρατηρεῖται καί κακή γλωσσική ἀνάπτυξη καθώς τά περισσότερα κινούμενα σχέδια δέν χρησιμοποιοῦν σωστό λεξιλόγιο.
Ἀκόμη ἔχουμε ἀπομείωση τῶν ἐκτελεστικῶν λειτουργιῶν βραχυχρόνια, ἴσως καί μακροχρόνια, λόγῳ ὑπερβολικῆς ὑπερδιέγερσης ἐξαιτίας τοῦ γρήγορου ρυθμοῦ διαδοχῆς τῶν εἰκόνων. Ἐκτελεστικές λειτουργίες ὀνομάζουμε τίς ἀνώτερες γνωστικές λειτουργίες οἱ ὁποῖες ἔχουν ὡς κύριο ρόλο νά ἐποπτεύουν, νά ἐλέγχουν καί νά ρυθμίζουν τή συμπεριφορά καί τά συναισθήματά μας. Γιά παράδειγμα, ἕνας μαθητής τίς χρησιμοποιεῖ γιά νά ἑστιάσει τήν προσοχή του σέ ὅσα λέει ὁ δάσκαλός του καί νά σταματήσει τήν παρόρμησή του νά σηκωθεῖ γιά νά πεῖ ἕνα ἀνέκδοτο.
Ὑπάρχουν ὅμως καί ἄλλες ἐπιπτώσεις ἀπό τήν παρακολούθηση τῶν κινουμένων σχεδίων λιγότερο «θεαματικές», ὄχι ὅμως ἀκίνδυνες σέ βάθος χρόνου. Ἀποδυνάμωση ὅρασης, προβλήματα σπονδυλικῆς στήλης, παχυσαρκία λόγῳ ἔλλειψης φυσικῆς δραστηριότητας καί υἱοθέτηση λανθασμένων διατροφικῶν συνηθειῶν πού θά ἀκολουθοῦν τό παιδί σέ ὅλη του τή ζωή.
Σωματικοί τραυματισμοί
Ὁ δρ. Ruebert Saturnine III, καθηγητής τοῦ πανεπιστημίου Νew Jersey, σέ ἐκτενῆ μελέτη του ἀναφέρεται στούς συχνούς τραυματισμούς παιδιῶν ἀπό τούς πιό ἁπλούς μέχρι τούς πλέον ἐπικίνδυνους στήν προσπάθειά τους νά μιμηθοῦν πράξεις ἡρώων πού θαυμάζουν. Τά παιδιά ἀδυνατοῦν νά κάνουν διάκριση μεταξύ φαντασίας καί πραγματικότητας. Χαρακτηριστική εἶναι ἡ ἀπάντηση τοῦ μικροῦ Dickie Jonson πού ἔδωσε στή δίκη ἐναντίον τῆς Walt Disney γιά τή ζημιά πού προκλήθηκε ἀπό τήν πρόσκρουση τῆς οἰκογενειακῆς βάρκας στήν ἀποβάθρα τῆς λίμνης, κατά τήν ὁποία καί ὁ ἴδιος κινδύνεψε: «Σκέφτηκα ὅτι ἄν ἕνα μικρό, συνηθισμένο ποντίκι μποροῦσε νά ὁδηγήσει μία βάρκα, σίγουρα θά μποροῦσα νά τό κάνω κι ἐγώ».
Ὑπάρχουν καί ἄλλα προβλήματα πού δημιουργεῖ στήν ὑγεία καί ἀνάπτυξη τῶν παιδιῶν ἡ ἀνεξέλεγκτη ἐνασχόλησή τους μέ τά κινούμενα σχέδια-cartoons, ὅπως θά δοῦμε στή συνέχεια τοῦ ἄρθρου στό ἑπόμενο τεῦχος.
Ἀθαν. Ἀστ. Γκάτζιος
Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 178-179
Ὑπῆρξε πνεῦμα φωτισμένο, μέ ὀρθόδοξη αὐτοσυνειδησία, πρότυπο ἤθους, κανόνας ἀρετῆς• ἔχοντας τή σφραγίδα τῆς δωρεᾶς ὁ Εὐγένιος Βούλγαρις συνέβαλε τά μέγιστα μέ τό πολυποίκιλο ἔργο του στήν ἀφύπνιση τοῦ Ἑλληνισμοῦ καί στήν τόνωση τῆς ψυχικῆς ἄμυνας τῶν ἐλεύθερων πολιορκημένων ραγιάδων.
Ὁ Ἐλευθέριος -ἦταν τό κατά κόσμον ὄνομά του- γεννήθηκε στίς 11 Αὐγούστου τοῦ 1716 στήν Κέρκυρα ἀπό Ζακυνθινούς γονεῖς. Μαθήτευσε κοντά στούς πιό γνωστούς δασκάλους τῆς ἐποχῆς του, τόν Ἀντώνιο Κατήφορο, Βικέντιο Δαμοδό, Ἰερεμία Καββαδία, Μεθόδιο Ἀνθρακίτη ἀρχικά στήν Κέρκυρα, στήν Ἄρτα, στά Ἰωάννινα καί στήν Πάδοβα (Ἰταλία). Σπούδασε ἀρχαία ἑλληνική, λατινική καί ἑβραϊκή φιλολογία, θεολογία, θετικές ἐπιστῆμες, ξένες γλῶσσες καί προπάντων νεότερη φιλοσοφία• ὑπῆρξε πράγματι πανεπιστήμων.
Ἐπιστρέφοντας στά Ἰωάννινα ἀναλαμβάνει τή διεύθυνση τῆς Μαρουτσαίας Σχολῆς. Στή συνέχεια ἐγκαθίσταται στήν Κοζάνη, ὅπου διευθύνει τήν ἐκεῖ Σχολή. Ἀπό ἐκεῖ τόν καλεῖ ὁ πατριάρχης Κύριλλος, γιά νά τοῦ ἀναθέσει τή διεύθυνση τῆς Ἀθωνιάδας τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Στό σιγίλιο μάλιστα τοῦ διορισμοῦ, ὁ Πατριάρχης τόν χαρακτηρίζει «ἄνδρα πεπαιδευμένον, λόγιον καὶ παντοδαπαῖς ἐπιστήμαις κεκοσμημένον καὶ γεγυμνασμένον καὶ δυνάμενον παιδεῦσαι τοὺς μαθητάς...». Μέ τή διδασκαλία του στήν Ἀθωνιάδα ἀνέδειξε κι ἄλλους μεγάλους δασκάλους τοῦ Γένους καί ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ὁ Ἀθανάσιος Πάριος, ὁ Κοσμᾶς Αἰτωλός, ὁ νεομάρτυρας Ἀθανάσιος Κουλακιώτης, ὁ Ρήγας Βελεστινλῆς.
Ἡ Θεσσαλονίκη καί ἡ σχολαρχία του στήν Πατριαρχική Σχολή τῆς Πόλης εἶναι οἱ ἑπόμενοι σταθμοί τῆς ζωῆς του. Ὁ φθόνος, ὅμως, πού προκαλοῦσε ἡ μαχητικότητά του, τό ἀσυμβίβαστο τοῦ χαρακτήρα του τόν ὑποχρέωσαν νά ἐγκαταλείψει τήν Ἑλλάδα καί νά ἐγκατασταθεῖ στήν Εὐρώπη. Ἔπειτα ἀπό πρόσκληση τῆς αὐτοκράτειρας Αἰκατερίνης Β’, φθάνει στήν Ἁγία Πετρούπολη. Τό 1776 χειροτονεῖται στή Μόσχα ἀρχιεπίσκοπος Σλαβινίου καί Χερσῶνος καί τό 1787 παραιτεῖται, προσφέροντας τή θέση στόν συμπατριώτη του σοφό Νικηφόρο Θεοτόκη. Τό 1802, σέ ἡλικία 86 ἐτῶν, ἀποσύρεται στή Μονή Ἁγίου Ἀλεξάνδρου Νέφσκι, ὅπου καί κοιμήθηκε στίς 19 Ἰουνίου 1806.
Τά ἔργα του εἶναι πολλά καί ποικίλα, φιλοσοφικά καί θεολογικά. Συνέγραψε Λογική, Μεταφυσική, Φυσική, Ἀριθμητική, Γεωμετρία, Γεωργικά, διατριβή περί εὐθανασίας, περί ἐκπορεύσεως τοῦ ἁγίου Πνεύματος, περί ἀνεξιθρησκίας. Ἐξέδωσε ἔργα τοῦ Ἰωσήφ Βρυεννίου, καθώς καί τή βιογραφία του, κ.ἄ.
Ἔζησε σέ μιά περίοδο ὅπου στήν Εὐρώπη κυριαρχοῦσε ὁ ὀρθολογισμός, ἡ ἀμφισβήτηση, ὁ ἀνθρωποκεντρισμός, ἡ ἀπομυθοποίηση τῶν πάντων, ὁ διαφωτισμός στίς ποικίλες ἐκδοχές του. Κατάφερε ὅμως μέ νηφαλιότητα νά συμπυκνώσει καί νά συνθέσει τίς διάφορες τάσεις τῆς ἐποχῆς του. Μελετώντας τά ἰδεολογικά καί φιλοσοφικά ρεύματα τῆς Εὐρώπης, καθώς καί τά νέα ἐπιστημονικά δεδομένα, ἐπιχείρησε τή σύζευξή τους μέ τίς παραδοσιακές ἀξίες τῆς ἑλληνορθόδοξης κοινωνίας. Τό ἄνοιγμα τοῦ Εὐγένιου στήν εὐρωπαϊκή ἐπιστήμη ἀποτελεῖ καθαρά πατερική στάση· καθόλου δέν σημαίνει ὅτι μπορεῖ νά ἐγκλωβιστεῖ σέ κάποια παράταξη τοῦ Διαφωτισμοῦ. Ἐκεῖνος παρέμεινε πάντα ὁ ὀρθόδοξος κληρικός, ἐνῶ συγχρόνως ἦταν καί ὁ ἐλεύθερος στοχαστής. «Ὁ Βούλγαρις παρουσιάζεται τύπος τοῦ Νεοέλληνα λογίου, πού πηγαίνει πρός τήν Δύση, ἀποδέχεται τή φιλοσοφία καί τήν ἐπιστήμη, ἀλλά δέν θυσιάζει τίποτε ἀπό τήν κληρονομία τοῦ Ἕλληνος ὀρθοδόξου», παρατηρεῖ εὔστοχα ὁ Τατάκης.
Ἀπ ᾽ ὅπου κι ἄν πέρασε, ἄφησε βαθιά σημάδια. Πρῶτος αὐτός εἰσήγαγε στήν Ἑλλάδα τή διδασκαλία τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν -μέ πειράματα μάλιστα-, τῆς νεότερης φιλοσοφίας καί τῆς λατινικῆς γλώσσας. Μέ τήν ὀξύτητα τῆς σκέψης του καί τήν πυρακτωμένη καρδιά του συγκλόνιζε, ἐνθουσίαζε, μόρφωνε, ἐνέπνεε τούς μαθητές του. «Θά φανῆ ἴσως παράδοξον εἴς τινας τῶν σημερινῶν διδασκάλων καί καθηγητῶν, ὅτι εἷς καί μόνος, ὁ Εὐγένιος, ἐδίδασκε τήν ἀρχαίαν ἑλληνικήν, τήν φιλοσοφίαν, τήν μεταφυσικήν, τήν ἀστρονομίαν καί τέλος τήν θεολογίαν», σημειώνει ὁ Ἀναστάσιος Γούδας.
Ἀξίζει νά τονίσουμε καί μία ἄλλη παράμετρο: Συχνά ἀναφέρεται στόν παπισμό καί στούς παπιστές, διότι θεωροῦσε τόν παπισμό ὡς τή μεγαλύτερη ἀναίρεση τοῦ χριστιανισμοῦ καί ἄμεση ἀπειλή κατά τῆς Ὀρθοδοξίας. Δέν περιορίσθηκε μάλιστα σέ ἀκαδημαϊκές μόνο ἀνακοινώσεις, ἀλλά καί μέ λαϊκά ἀντιλατινικά ἔργα ἐπιχείρησε νά ἐνημερώσει τόν ὀρθόδοξο λαό, πού βρισκόταν κάτω ἀπό τήν ἄμεση ἐπιρροή τοῦ παπικοῦ στοιχείου καί κυρίως τῆς Οὐνίας. Ἕνα τέτοιο ἔργο εἶναι τό «Βιβλιάριον κατὰ Λατίνων»· τό ἀποστέλλει στούς σέρβους ὀρθοδόξους τῆς Αὐστροουγγαρίας, οἱ ὁποῖοι διέτρεχαν ἄμεσο κίνδυνο ἀπό τήν παπική προπαγάνδα. Τούς συμβουλεύει χαρακτηριστικά: «Αὐτὰ τὰ ἀλωπέκια τοῦ σκότους, δηλαδὴ τῆς Δύσεως, ἐφάνησαν πάντα ὀλέθρια εἰς τὰς ἀμπέλους τοῦ φωτός, δηλαδὴ τῆς Ἀνατολῆς. Αὐτὰ λέγω τὰ φρατορίδια, οἱ Ἀπόστολοι τῆς Ρώμης... ὁποὺ περιέρχονται μὲ σχῆμα σεμνόν, μὲ κίνημα ταπεινὸν τῆς ὑποκρίσεως... μὲ ὁμιλίαν γλυκείαν... αὐτὰ ἄνωθεν καὶ ἐξ ἀρχῆς ἐπιβουλεύθησαν τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας τὰ κλήματα. Καὶ ἐζήτησαν ὄχι μόνον νὰ ἀφανίσουν τοὺς καρπούς, ἀλλὰ καὶ νὰ τοὺς μαδήσουν τὰ φύλλα καὶ νὰ ἀποσπάσουν, ἂν ἦτο δυνατόν, καὶ αὐτὰς τὰς ρίζας... Φοβερώτερος ἐχθρὸς δὲν εἶναι ἀπὸ κεῖνον ὁποὺ ὑποκρίνεται φίλος. Ἐπικινδυνωδέστερος καὶ ὀλεθριώτερος πόλεμος δὲν εἶναι ἀπὸ κεῖνον, ὁποὺ μὲ τὴν ἐλπίδα τῆς ἐλευθερίας φέρνει τὴν τυραννίδα». Δέν διστάζει μάλιστα νά προτείνει καί τό μαρτύριο ὡς μέσο διαφυλάξεως τῆς ὀρθοδόξου πίστεως.
Τέλος, αὐτός ὁ ἄτλαντας τῆς σκέψης καί τοῦ φιλοσοφικοῦ στοχασμοῦ, πού περιδιάβηκε ὅλες τίς ἀτραπούς τῆς ἐπιστήμης καί τῆς γνώσης τοῦ καιροῦ του, ἀφήνει καί σ᾽ ἐμᾶς τήν παρακαταθήκη του, γιά νά μποροῦμε νά διακρίνουμε μέσα στόν κυκεώνα τῶν ποικίλων ρευμάτων, πού συγχυτικά μᾶς κατακλύζουν, τό γνήσιο καί ἀ(Α)ληθινό, διδάσκοντας: «Τί κοινὸν ἔχει ἡ σοφία τοῦ κόσμου μὲ τὴν σοφίαν τοῦ Θεοῦ; Ἡ σοφία τοῦ κόσμου εἶναι πλάνη, εἶναι ἀφροσύνη, εἶναι μωρία, κατὰ τὸν Παῦλον, ὅταν εἶναι κεχωρισμένη ἀπὸ τὴν σοφίαν τοῦ Θεοῦ, ἥτις εἶναι ἡ ἀληθινὴ πίστις. Αὐτὴ εἶναι ἡ ὄντως σοφία, ἡ ἄσφαλτος σοφία καὶ ἄπταιστος, σοφία ὀρθή».
Εὐδοξία Αὐγουστίνου
Φιλόλογος - Θεολόγος
Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 173-175
Μία πλατειά ἀγκαλιά ἀγάπης ἔκανε τήν ὕπαρξή της ἡ ὁσία Μελανία, μία πηγή μέ γάργαρο νερό ἀλήθειας καί στοργῆς πού ἀνάβλυζε θαυμαστά ἀπό τόν βράχο τῆς ἀκλόνητης πίστης στόν Χριστό.
Θυγατέρα τοῦ ὑπάτου τῆς Ἰσπανίας Μαρκελλίνου, γεννήθηκε τό 340 μ.Χ. καί ἔμεινε χήρα σέ ἡλικία εἰκοσιδύο ἐτῶν. Σέ τούτη τήν κρίσιμη καμπή τῆς ζωῆς της, γυναίκα ἀληθινά ἀνδρεία μέ νηφάλιο νοῦ καί καρδιά πυρωμένη ἀπό θεία ἀγάπη, ἐπιστρατεύει τόν ἑαυτό της καί ὅλα τά δικά της στή διακονία τῆς μάνας Ἐκκλησίας.
Ἡ εὐγενική της καταγωγή δέν στέκεται ἐμπόδιο στόν τραχύ δρόμο πού ἐπιλέγει. Ἡ ἀγάπη γιά τόν Χριστό φτερώνει τήν ὕπαρξή της καί ἐκφράζεται πολυτρόπως. Ἡ Μελανία φθάνει στά ὀνομαστά ἀσκητήρια τῆς Νιτρίας στήν Αἴγυπτο καί διαμοιράζει στούς ἀσκητές ἄφθονα ὑλικά ἀγαθά πού ἔχουν ἀνάγκη. Ἀνακουφίζει τούς ἀσκητικούς κόπους τους μέ πλούσιες εὐλογίες. Ἐμπνέει τόν σεβασμό μέ τό ὀρθόδοξο ἦθος της, τή σύνεση καί τή σεμνότητά της.
Τό ἀνεξόφλητο χρέος τῆς ἀγάπης φέρνει τήν Ὁσία κοντά στούς μεγάλους Πατέρες τῆς ἐρήμου ὅταν ἐξορίζονται βάναυσα ἀπό τόν διώκτη αὐτοκράτορα Οὐάλη. Ἡ ἀξόδευτη ἀγάπη της ξοδεύεται γι’ αὐτούς καί τούς ἐξασφαλίζει τά ἀπαραίτητα γιά τή βιοτή τους. Ποιός θά ἀναγνώριζε τήν πλούσια ρωμαία δέσποινα στήν ἀνθρώπινη σκιά πού φορώντας κουκούλα δούλου ἔφερνε κρυφά τή νύχτα τά ἀναγκαῖα ἀγαθά στούς ὁμολογητές τῆς πίστης;
Ἀργότερα στήν ἁγία πόλη τῆς Ἰερουσαλήμ ἡ Μελανία ὀργανώνει κοινόβιο παρθένων ἀφιερωμένων στόν Χριστό καί ἐργάζεται ἄοκνα σέ κάθε ἀγαθό ἔργο. Προστατεύει τούς ξένους, φροντίζει τούς ἐνδεεῖς, ἱδρύει ξενῶνες γιά τούς προσκυνητές. Ὁ βιογράφος τῆς Ὁσίας γράφει γιά τή φιλάνθρωπη δράση της: «Ἐπί τριάντα ἑπτά χρόνια στήν ξενιτεία, μέ ἰδικά της ἀφιερώματα ἐνίσχυσε καί ἐκκλησίες καί μοναστήρια καί ξένους καί φυλακισμένους».
Ἡ διακονία της δέν περιορίζεται στά ὑλικά ἀγαθά, ἀλλά προσφέρει μέ θερμουργό ζῆλο τό ζείδωρο νερό τῆς ἀλήθειας καί τό ψωμί τοῦ θεϊκοῦ λόγου.
Μέ τήν ἐμβριθῆ γνώση τῶν Γραφῶν καί τόν φωτισμό τοῦ ἁγίου Πνεύματος στερεώνει στόν βράχο τῆς Ὀρθοδοξίας ψυχές πού σαλεύονται. Κατορθώνει μάλιστα νά ἐπαναφέρει στούς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας τούς τετρακόσιους μοναχούς τοῦ Παυλίνου, οἱ ὁποῖοι ἀκολούθησαν τήν πλάνη καί ἐγκατέλειψαν τήν ποίμνη τοῦ Χριστοῦ. Ἄγρυπνη ἡ μέριμνά της καί γιά τούς πνευματομάχους αἱρετικούς τῆς περιοχῆς, πού εἶχαν ἀποσχισθεῖ ἀπό τόν ἐπίσκοπο Ἀντιοχείας Μελέτιο. Ἐξαίροντας ὁ ἱστορικός Παλλάδιος τή δράση τῆς Ὁσίας καί τῶν συνεργατῶν της γράφει: «Καὶ πάντα αἱρετικὸν πνευματομάχον συμπείσαντες εἰσήγαγον εἰς τὴν Ἐκκλησίαν».
Ἡ ὁσία Μελανία ἐκοιμήθη μέ εἰρήνη τό 410 μ.Χ ὁλοκληρώνοντας τό ὁλοκαύτωμα τῆς προσφορᾶς της στόν νυμφίο Χριστό. Ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τή μνήμη της στίς 8 Ἰουνίου προβάλλοντας μπροστά μας μία ἀκόμα ἱερή γυναικεία μορφή πρότυπο ἀγάπης καί προσφορᾶς, ὀρθόδοξης πίστης καί ὁσίας βιοτῆς.
Ἰχνηλάτης
Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 172-173
Κάθε φορά κατά τήν τριπλή ἐρώτησή του ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἐμπιστεύεται τά πρόβατά του στόν Πέτρο διακηρύσσοντας τήν ἀγάπη του: «Βόσκε τά ἀρνία μου, ποίμαινε τά πρόβατά μου». Μέ τό νά μέ ἀγαπᾶς, τί μοῦ προσφέρεις, ἀφοῦ ἐγώ εἶμαι ἐκεῖνος πού σοῦ ἐπέτρεψα νά μέ ἀγαπᾶς; Ὡστόσο, τήν ἀγάπη σου γιά μένα ἔχεις τόν τρόπο νά τήν ὁμολογήσεις, ἔχεις τό μέσο νά τήν ἐνεργοποιήσεις: Ποίμαινε τά πρόβατά μου!
Μέχρι ποιοῦ σημείου ὀφείλει νά φτάσει κανείς γιά νά βοσκήσει τά πρόβατα τοῦ Κυρίου; Μέ ποιά δύναμη ἀγάπης ὀφείλει κανείς νά ποιμάνει ἀρνιά, ἀγορασμένα σέ τόσο μεγάλη τιμή; Μᾶς τό δείχνει ἡ συνέχεια. Ὁ Πέτρος ξόφλησε τό χρέος του μέ τή δίκαιη τριπλή ἀπάντησή του· διαβεβαίωσε ὅτι ἀγαποῦσε τόν Κύριο καί τότε Ἐκεῖνος τοῦ μίλησε γιά τό μελλοντικό πάθος του. Τοῦ ἀποκάλυψε ὅτι ἐκεῖνοι στούς ὁποίους ἐμπιστεύεται τά πρόβατά του ὀφείλουν νά τά ἀγαποῦν μέχρι σημείου ὥστε νά εἶναι ἕτοιμοι νά πεθάνουν γι᾽ αὐτά. Ὁ Ἰωάννης γράφει ἐπίσης στήν ἐπιστολή του: «Ἐ- κεῖνος ὑπὲρ ἡμῶν τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἔθηκε. Καὶ ἡμεῖς ὀφείλομεν ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν τὰς ψυχὰς τιθέναι».
Ἐκφράστηκε λοιπόν ὁ Πέτρος μέ ἔπαρση ὅταν τοῦ εἶχε πεῖ: «Τὴν ψυχὴν μου ὑπὲρ σοῦ θήσω». Δέν εἶχε ἀκόμη τίς δυνάμεις γιά νά ἐκπληρώσει μία τέτοια ὑπόσχεση. Τώρα γέμισε μέ ἀγάπη γιά νά μπορέσει νά τήν πραγματοποιήσει.
Λοιπόν, Πέτρε, ὅταν τόν ἀρνήθηκες, ποιόν εἶχες φοβηθεῖ; Τόν θάνατό σου. Ἡ Ζωή σοῦ μιλᾶ, αὐτός πού τόν εἶδες νεκρό. Λοιπόν, μή φοβᾶσαι πιά τόν θάνατο, νικήθηκε ἀπ᾽ αὐτόν πού θεωροῦσες νεκρό. Κρεμάστηκε στόν Σταυρό, καρφώθηκε μέ τά καρφιά, παρέδωσε τό πνεῦμα, τρυπήθηκε μέ τή λόγχη, θάφτηκε. Νά αὐτό πού φοβόσουν ὅταν ἀρνιόσουν. Φοβούμενος τόν θάνατο ἀρνήθηκες τή ζωή. Κατάλαβέ το τώρα: ὅταν φοβήθηκες τόν θάνατο, τότε πέθανες. Ἡ ἄρνηση τοῦ Πέτρου ἦταν θάνατος. Τά δάκρυά του ἀνάσταση.
Ἁγ. Αὐγουστίνου Λόγος 253
(Μετάφραση ἀπό τήν Γαλλική Γ.Π.Μ.)
Ἡ σκηνή ὑποβλητική. Ὁ λαός τοῦ Ἰσραήλ βρίσκεται μπροστά στό ὄρος Σινᾶ. Εἶναι πρωί. Τό ὄρος καπνίζει ὁλόκληρο. Εἶχε κατεβεῖ σ’ αὐτό ὁ Θεός καί ἡ φωτιά δήλωνε τήν παρουσία του· «Ἐκαπνίζετο ὅλον διὰ τὸ καταβεβηκέναι ἐπ’ αὐτὸ τὸν Θεὸν ἐν πυρί, καὶ ἀνέβαινεν ὁ καπνὸς ὡσεὶ καπνὸς καμίνου» (Ἔξ 19,18). Συγχρόνως ἀκούγεται ἦχος σάλπιγγος, ἐνῶ τόν οὐρανό αὐλακώνουν ἀστραπές. Ὁ Θεός ἀρχίζει νά μιλᾶ καί ὁ λαός ἀκούει ἔντρομος. Ὁ Γιαχβέ κλείνει «διαθήκη», δηλαδή συμφωνία, μέ τόν Ἰσραήλ. Οἱ ὅροι τῆς συμφωνίας αὐτῆς εἶναι σαφεῖς καί ξεκάθαροι. Ἄν ὁ Ἰσραήλ δεχθεῖ καί ἐφαρμόσει ὅσα προβλέπονται, δηλαδή τόν νόμο Του, θά εἶναι λαός Του περιούσιος, ξεχωριστός ἀπό ὅλα τά ἔθνη. Θά Τοῦ εἶναι «βασίλειον ἱεράτευμα καὶ ἔθνος ἅγιον» (Ἔξ 19,6). Καί θά κληρονομήσει τήν γῆ πού τοῦ ἔχει ἑτοιμάσει (βλ. Ἔξ 23,20), τήν γῆ πού ὑποσχέθηκε στούς πατέρες του.
Ὁ λαός δέχεται· «ἀπεκρίθη δὲ πᾶς ὁ λαὸς φωνῇ μιᾷ λέγοντες· πάντας τοὺς λόγους, οὓς ἐλάλησε Κύριος, ποιήσομεν καὶ ἀκουσόμεθα» (Ἔξ 24,3). Τότε ὁ Μωϋσῆς ἔγραψε ὅλα ὅσα εἶπε ὁ Κύριος σέ βιβλίο καί τό ἑπόμενο πρωί ἔχτισε θυσιαστήριο μέ δώδεκα λίθους, ὅσες καί οἱ φυλές τοῦ Ἰσραήλ, καί θυσίασε μοσχάρια. Μέ τό αἷμα δέ τῶν μοσχαριῶν αὐτῶν ράντισε τόν λαό καί εἶπε: «ἰδοὺ τὸ αἷμα τῆς διαθήκης, ἧς διέθετο Κύριος πρὸς ὑμᾶς περὶ πάντων τῶν λόγων τούτων» (Ἔξ 24,8).
Αὐτή εἶναι ἡ παλαιά διαθήκη, ἡ παλαιά συμφωνία· συμφωνήθηκε δέ κατ’ αὐτόν τόν τρόπο μεταξύ τοῦ Θεοῦ καί τοῦ Ἰσραήλ, μέ καπνό καί ἦχο σάλπιγγος καί ἀστραπές, ὥστε, ὅπως ἐξήγησε στούς Ἰσραηλῖτες ὁ Μωϋσῆς, νά ἀποκτήσει ὁ λαός τόν φόβο τοῦ Θεοῦ γιά νά μήν ἁμαρτάνουν (βλ. Ἔξ 20,20). Ἐπειδή ἦταν «ἀλογώτεροι», παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, δηλαδή ἦταν ἀκόμη κατώτερης πνευματικῆς στάθμης καί δέν μποροῦσαν νά ἐννοήσουν ἀλλιῶς τά ὑψηλά καί μεγάλα.
1.500 περίπου χρόνια ἀργότερα ὁ Θεός θά καταργήσει τήν παλαιά καί θά συνάψει «καινή», καινούργια διαθήκη. Τήν εἶχε προαναγγείλει ὁ προφήτης Ἰερεμίας· «Ἰδού ἔρχονται ἡμέ- ρες, λέει ὁ Κύριος, καί θά συνάψω μέ τόν οἶκο τοῦ Ἰσραήλ καί μέ τόν οἶκο τοῦ Ἰούδα διαθήκη νέα, ἡ ὁποία δέν θά εἶναι ὅμοια μέ τήν διαθήκη τήν ὁποία συνῆψα μέ τούς πατέρες τους κατά τήν ἡμέρα πού τούς ἔπιασα ἀπό τό χέρι, γιά νά τούς ὁδηγήσω ἔξω ἀπό τήν γῆ τῆς Αἰγύπτου...» (Ἰε 38,31-32). Ἡ διαθήκη αὐτή εἶναι πολύ ἀνώτερη τῆς παλαιᾶς. Εἶναι τόσο ἀνώτερη, ὅσο ἀνώτερο εἶναι τό σῶμα ἀπό τήν σκιά του. Μέ τήν διαθήκη αὐτή μᾶς χαρίζεται ἡ μυριοπόθητη ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν, πού ἦταν ἀδύνατο νά τήν ἀπολαύσουμε μέ τήν παλαιά· «θά θέσω τούς νόμους μου μέσα στήν διάνοιά τους καί θά τούς γράψω στίς καρδιές τους. Ἐγώ θά εἶμαι Θεός τους καί αὐτοί θά εἶναι λαός μου... διότι θά εἶμαι ἐλεήμων γιά τίς ἀδικίες τους καί δέν θά θυμηθῶ πλέον τίς ἁμαρτίες τους» (βλ. Ἰε 38,33-34).
Ἡ καινή διαθήκη συμφωνήθηκε ὄχι σέ κάποιο βουνό πού κάπνιζε, μέσα σέ ἀστραπές καί βροντές, ἀλλά σ’ ἕνα ὑπερῶο ἁπλά καί εἰρηνικά. Στό ὑπερῶο ἐκεῖνο ὅπου ἦταν συγκεντρωμένοι οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Ἀκούστηκε βέβαια ἦχος «ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας» καί ἐμφανίστηκαν «γλῶσσαι ὡσεὶ πυρὸς» (Πρξ 2, 2-3), ἀλλά, ὅπως πάλι λέει ὁ Χρυσόστομος, αὐτά συνέβησαν γιά τούς ἔξω, γιά τούς Ἰουδαίους· ὄχι γιά τούς πιστούς.
Διαθέτης τῆς καινῆς διαθήκης εἶναι ὁ Θεός ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, καί Ἰσραήλ καί Ἰούδας εἶναι οἱ Χριστιανοί, ἡ «ἄνω Ἰερουσαλὴμ» (Γα 4,26), ἡ Ἐκκλησία. Παύει πλέον ὄχι μόνον ἡ φυλετική, ἀλλά καί ὁποιαδήποτε ἄλλη διάκριση. Στήν διαθήκη αὐτή μποροῦν νά συμβληθοῦν ἰσότιμα οἱ πάντες· «οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γα 3,28).
Νόμος τῆς καινῆς διαθήκης εἶναι ὁ νόμος τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Γι’ αὐτό καί ἐπιφοίτησε στούς μαθητές, γιά νά τούς ὁδηγήσει «εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν» (Ἰω 16,13). Καί ἡ τήρηση αὐτοῦ τοῦ νόμου συνεπάγεται ὅτι οἱ πι- στοί θά εἶναι ὄχι μόνον ὁ λαός τοῦ Θεοῦ, ὅπως ὁ Ἰσραήλ τῆς παλαιᾶς, ἀλλά καί τά παιδιά Του· τό Πνεῦμα μᾶς μπολιάζει μέ τό χάρισμα τῆς υἱοθεσίας, μᾶς ἀναδεικνύει υἱούς καί θυγατέρες τοῦ Θεοῦ (βλ. Γα 4,5-7· Ἰω 1,12-13). Ἡ δέ ἐπαγγελία δέν εἶναι πλέον μερικά μέτρα γῆς, ἀλλά ἡ αἰώνια ζωή, ὁ παράδεισος.
Τέλος, τό αἷμα μέ τό ὁποῖο σφραγίστηκε ἡ διαθήκη αὐτή δέν εἶναι αἷμα ζώων, ἀλλά τό αἷμα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, πού χύθηκε στόν Γολγοθᾶ. Ὅπως εἶπε ὁ ἴδιος· «πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες· τοῦτο γάρ ἐστι τὸ αἷμά μου τὸ τῆς καινῆς διαθήκης τὸ περὶ πολλῶν ἐκχυνόμενον εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» (Μθ 26,27-28). Δηλαδή ὁ αἰώνιος καί παντοδύναμος διαθέτης σφραγίζει καί κυρώνει τήν διαθήκη του μέ τό αἷμα του. Τόσο ἀξιόπιστη καί βέβαιη τήν καθιστᾶ.
Κι ἐμεῖς, οἱ «κεκλημένοι» νά μετάσχουμε σ’ αὐτή τήν οὐράνια εὐλογία, πῶς ἀνταποκρινόμαστε; Δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε ὅτι ὅλοι οἱ παραβάτες τῆς παλαιᾶς διαθήκης τιμωρήθηκαν, «ἔλαβον ἔνδικον μισθαποδοσίαν» (Ἑβ 2,2). Ἄν λοιπόν ἐκεῖνοι, οἱ μέτοχοι τῆς σκιᾶς, ἀντιμετωπίστηκαν ἀπό τόν Θεό ἔτσι, ἐμεῖς οἱ κάτοχοι τοῦ σώματος «πῶς ἐκφευξόμεθα τηλικαύτης ἀμελήσαντες σωτηρίας;» (Ἑβ 2,3). Γι’ αὐτό εἶναι καιρός νά βάλουμε ἀρχή, ἄν δέν τό ἔχουμε κάνει. Νά τηροῦμε τίς ἐντολές Του. Σήμερα, ὄχι αὔριο· τό αὔριο δέν τό κατέχουμε· «ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας» (Β´ Κο 6,2). Γιά νά ἀκούσουμε κάποτε τήν μακάρια ἐκείνη φωνή· «εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ!… εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου» (Μθ 25, 21).
Εὐ. Ἀλ. Δάκας
Φιλόλογος, Δρ Θεολογίας
Ἕντεκα αἰῶνες ἡ Κωνσταντινούπολη ἐκπέμπει σ᾿ Ἀνατολή καί Δύση τό φῶς τῆς Ὀρθοδοξίας. Εἴκοσι φορές ἀλλόφυλοι τήν ζώνουν. Μά ἐκείνη στέκεται ὁλόρθη καί ἀκατάβλητη. Μεταλαμπαδεύει στούς λαούς τόν ἑλληνικό πολιτισμό της. Μέ τά χριστιανικά ἤθη της ἐξημερώνει τούς βαρβάρους καί ἀδελφώνεται μαζί τους. Οἱ πυρσοί τῆς σοφίας καί τῆς παιδείας της γοητεύουν ἡγέτες καί πολυμαθεῖς. Ἕνας ὅμως, ὁ σουλτᾶνος Μωάμεθ ὁ Β', ἀδυνατεῖ νά ψηλαφήσει τό πνευματικό μεγαλεῖο τῆς Βασιλίδος τῶν πόλεων. Μέ τό ἀδηφάγο βλέμμα του καταστρώνει τό κούρσεμά της. Μέ τούς 250.000 πολεμιστές του τήν πολιορκεῖ πεισματικά, δίχως τά ἀναμενόμενα ἀποτελέσματα. Παίζει καί τό τελευταῖο του χαρτί. Σ᾿ αὐτό ἔχει κρύψει τίς ἐλπίδες του ὅλες. Ἐξαπολύει ἐφεδρεία ἐπίλεκτη· μία μονάδα μέ 12.000 μαχητές «εὐοπλοτάτους, εὐτολματάτους καί εὐθαρσεστάτους». Εἶναι τό ἄριστο, ἀκμαῖο σῶμα τῶν γενιτσάρων. Μέ ἀλαλαγμούς ὁρμοῦν στά τείχη σάν λιοντάρια. Ἀπό μία μικρή, ἀφύλακτη πύλη, τήν Κερκόπορτα, παρεισφρύουν. Καί τότε ἡ ἀκτινοβόλα Πόλη «ἑάλω», βυθίζεται στό σκοτάδι. Ὁ βασιλιάς της, ὁ Κωνσταντῖνος ΙΑ' ὁ Παλαιολόγος, πέφτει ἡρωϊκά στό πεδίο τῆς μάχης. Θρῆνος, κλαυθμός καί ὀδυρμός καί στεναγμός καί λύπη... Τό ἱερό καύχημα, ἡ Ἁγια-Σοφιά βεβηλώνεται 29 Μαΐου 1453. Ἡ Κωνσταντινούπολη ψυχομαχεῖ καί ἡ Ρωμιοσύνη κλαίει. Σβήνει ἡ Πόλη. Βαθύς καί ἀγιάτρευτος ὁ συγκλονισμός ἀπό τόν πάταγο τῆς πτώσης τῆς Βασιλεύουσας.
Μάχες καί πτώσεις. Ἕνας κύκλος ἀέναος πάνω στή γῆ μας. Στή ζωή τοῦ καθενός οἱ ἐχθροί καιροφυλαχτοῦν. Ἐποφθαλμιοῦν ὄχι πλέον τό προπύργιο τοῦ Χριστιανισμοῦ. Πολλαπλές, πειρασμικές, ὕπουλες δυνάμεις πολιορκοῦν τά τείχη τῆς ψυχῆς. Σιωπηλή, μυστική τούτη ἡ μάχη. Δίχως ἀνακωχή, δίχως τελειωμό. Ὁ ἀντίπαλος «ὡς λέων ὠρυόμενος» βάλλει ἀπό χίλιες μεριές. Κραδασμοί ἀλλεπάλληλοι ἀκούγονται. Σείονται τά πνευματικά κάστρα. Σαρώνονται. Ἐκπορθεῖται τό θυσιαστήριο τῆς καρδιᾶς. Ἄλλοτε ἀνέπεμπε λατρεία λογική. Καί τώρα; Βεβηλώνεται, ὑπηρετεῖ σκοπούς ἄνομους. Πόσοι, στ᾿ ἀλήθεια, «ναοί τοῦ Πνεύματος» γκρεμίζονται νύχτα-μέρα! Κι οἱ κατεδαφίσεις μέ τό χρόνο πολλαπλασιάζονται. Ξεχάστηκε ὁ βιγλάτορας. Ἐπαναπαύτηκε καί ἄφησε τήν «κερκόπορτα» ἀνοιχτή. Καί τῆς ψυχῆς τό κάστρο «ἑάλω».
Γιά τοῦτες τίς συλήσεις κλαίει ὁ Οὐρανός. Στενάζει, μά καί ἐλπίζει. Πότε θά ἀποχτήσει ἡ ἐρειπωμένη πόλη ζωή; Πότε θά ἀναστηλωθεῖ; Πότε ὁ ἀμαυρωμένος «ναός» της θά φεγγοβολήσει καί πάλι; Καρτεροῦν οἱ στρατιές τῶν ἀγγέλων στιγμή μοναδική, σωτήρια. Ἐπιποθοῦν τό ἀκριβό δάκρυ τῆς μετάνοιας, τή συντριβή τοῦ ἀποστάτη, γιά νά εὐφρανθοῦν. Κι ἐκεῖ, στή δική τους πολιτεία τόν προσμένουν. Αὐτή «ἡ μέλλουσα πόλι» δέν φοβᾶται εἰσβολεῖς. Δέν κινδυνεύει. Εἶναι ἄπαρτη, ἀπυρόβλητη, ἀπρόσβλητη, ἄτρωτη, ἀσφαλής, ἀκεραία. Πύλες ἐπισφαλεῖς δέν ἔχει. Τήν ἔχει θωρακίσει ὁ κραταιός βασιλιάς της, ὁ Νικητής τοῦ θανάτου. Στή χώρα τοῦ Θεοῦ «οὐκ ἔνι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός». Μία ζωή ἀτελεύτητη, μία αἰώνια μακαριότητα ἔχει ἑτοιμάσει στήν ἄνω Ἰερουσαλήμ γιά τούς δικούς του ὁ ἀναστημένος Κύριος.
Ἑλληνίς
Ἀπολύτρωσις 52 (1997) 102-103
Ὑπογράψαμε στήν κατάσταση, παραλάβαμε τούς φακέλους μέ τά τετράδια τῶν πανελλαδικῶν ἐξετάσεων καί κατευθυνθήκαμε ἀνά δύο στίς αἴθουσες. Μέ τή συνάδελφο πού θά ἐπιτηρούσαμε μαζί, μόλις γνωριστήκαμε. Φαινόταν ἤρεμη καί σοβαρή.
Καλημερίσαμε τά παιδιά καί πήραμε παρουσίες. Μέχρι πρίν λίγο ἀκούγονταν στήν αὐλή ὁμιλίες καί ἀστεῖα. Μέ τήν εἴσοδο στήν αἴθουσα καί τό ξεκίνημα τῆς διαδικασίας τά παιδιά σοβάρεψαν. Τό κρυμμένο ἄγχος ἦρθε στήν ἐπιφάνεια, ἔκλεψε τή φωτεινότητα ἀπό ἀρκετά πρόσωπα, σφράγισε τά στόματα, ἀναποδογύρισε ἀδέξια μερικά …μπουκαλάκια μέ νερό κι ἔκανε ἀπρόβλεπτα λάθη στά ὀνοματεπώνυμα!
Ἀφοῦ ξεπεράσαμε τά τεχνικά προβλήματα, ἔριξα μία τελευταία ματιά στό ἔντυπο τῶν ὁδηγιῶν: «Οἱ ἐπιτηρητές ἔχουν βασική ὑποχρέωση ὥστε μέ τή στάση τους καί τή συμπεριφορά τους νά δημιουργοῦν κλίμα ἠρεμίας καί σεβασμοῦ τῶν ἐξεταζομένων». Πῶς ὅμως νά τό κάνεις αὐτό ὅταν εἶσαι κι ἐσύ ἀγχωμένος ἀπό τόν φόβο μήπως κάνεις κάποιο λάθος, μήπως κάποια παράλειψή σου γίνει ἀφορμή γιά νά δολιευτεῖ κάποιος τίς ἐξετάσεις…
Προσπάθησα νά χαλαρώσω λίγο καί νά μιλήσω ζεστά στά παιδιά. Νά τά βοηθήσω νά ἠρεμήσουν. Ὁ πάγος εἶχε ἀρχίσει νά σπάει καί θά ἔ- πρεπε τώρα νά κρατήσω τήν ἰσορροπία ἀνάμεσα στήν ἁπλότητα καί τόν σεβασμό.
Τά θέματα ἦρθαν εὐτυχῶς χωρίς καθυστέρηση. Μαζί ξαναγύρισε καί ὁ ἀόρατος … «συνοδός» τῶν παιδιῶν πού γιά λίγο εἶχε παραμερίσει. Αὐτή τή φορά πιό κυριαρχικός, ἔκανε τίς καρδιές νά χτυπᾶνε γρηγορότερα, τά χέρια νά ἱδρώνουν καί τά στυλό νά παίρνουν φωτιά!
Εἶχα ἤδη προλάβει στά λίγα λεπτά πού μεσολάβησαν νά γνωρίσω τήν Ἀντιγόνη, πού ἐνῶ ἦταν ἀπό ἕνα χωριό τῆς Καρδίτσας φιλοξενοῦνταν τήν τελευταία χρονιά στή θεία της πού ἔμενε στή συμπρωτεύουσα• τόν Νῖκο, πού παρά τό ξαφνικό πρόβλημα ὑγείας του, εἶχε τό θάρρος νά συμμετάσχει στή διαδικασία τῶν ἐξετάσεων• καί τόν Ἄλντο, πού καταγόταν ἀπό γειτονική χώρα καί δέν ἤθελε μέ τίποτα νά ἐπιστρέψει στήν πα- τρίδα του. Σκεφτόμουν πώς αὐτά τά παιδιά πίστευαν ὅτι μετά τίς ἐξετάσεις τους θά ἄνοιγε μπροστά τους ἕνας δρόμος, ἕνα παράθυρο στή ζωή.
Στό πρῶτο θρανίο ἀριστερά ἔγραφε ἡ Κατερίνα, μία συμπαθητική, λιγομίλητη κοπέλα μέ κοκκινόξανθα μαλλιά… Φαινόταν πιό ὥριμη ἀπό τούς ὑπόλοιπους. Κάνοντας στήν ἀρχή ἔλεγχο τῶν στοιχεί- ων πρόσεξα, καθώς δίπλα στό δελτίο ἐξεταζομένου βρισκόταν ἡ ταυτότητά της, πώς ἡ ἡμερομηνία γέννησής της ἀπεῖχε μόνο μία δεκαετία ἀπό τή δική μου! Φοροῦσε βέρα... δέν ρώτησα λεπτομέρειες. Σίγουρα προσδοκοῦσε κι ἐκείνη ν᾽ ἀνοίξει ἕνα παράθυρο...
Δέν ξέρω ἄν ἡ προσδοκία τους αὐτή θά γινόταν πραγματικότητα. Ζοῦσα φέτος τήν ἴδια ἀγωνία μέ τή μεγάλη μου κόρη. Μπροστά μου εἶχα δεκαοκτώ νέους ἀνθρώπους πού ἀγωνίζονταν νά ἀποδείξουν στόν ἑαυτό τους καί στούς ἄλλους πώς μποροῦν κάτι νά κάνουν, πώς κάτι ἀξίζουν… Στήν πιό ἁπλή περίπτωση ἀγωνίζονται νά ἀποδείξουν στούς γονεῖς τους -καί ἡ Κατερίνα πιθανόν στά παιδιά της- πώς εἶναι ἀντάξιοι τῶν προσδοκιῶν τους. Ἤθελα νά φωνάξω δυνατά, νά τούς πῶ πώς τά ἀγαπῶ κι ἄς μήν εἶναι δικά μου παιδιά! Μέ κόπο σεβάστηκα τόν κανονισμό…
Αὐθόρμητα ἔκανα μία εὐχή: Φώτισε, Θεέ μου, αὐτά τά παιδιά! Ἀνάλαβε Ἐσύ καί τήν προσπάθεια τοῦ καθενός μά καί τό ἀποτέλεσμα. Ἔσκυψα πάλι στό παρουσιολόγιο. Μοῦ φάνηκε πώς ἄλλαζε μέγεθος καί μορφή. Γινόταν μικρό, θαρρεῖς ὅλο καί πιό μικρό. Οἱ κωδικοί ὑποψηφίων ἦταν πλέον περιττές λεπτομέρει- ες. Τό παρουσιολόγιο θύμιζε δίπτυχο… Καί ἡ εὐχή γινόταν τώρα ἱκεσία μυστική γιά κάθε ἕνα παιδί ξεχωριστά: Μνήσθητι Κύριε τῶν δούλων Σου Περικλῆ, Ἀντιγόνης, Ἰωάννας, Ἄλντο, Αἰκατερίνης, Νικολάου….
Ἡ ἐπιτηρήτρια
Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 153-154