Super User

Super User

Πέμπτη, 24 Δεκέμβριος 2015 17:26

Δεῦτε ἴδωμεν πιστοί..., χωρίς Χριστό;

 asteri Bithleem Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, μέ τή γέννηση ἑνός μελλοντικοῦ βασιλιᾶ, ἔχουν τήν ἐντύπωση πώς γεννιέται μέσα στήν πολυτέλεια, στήν καλύτερη μαιευτική κλινική, ἀπό τούς καλύτερους γιατρούς καί μαιευτῆρες τοῦ κόσμου. Ἕνα παιδί πού θά ἀποτελέσει στό μέλλον τήν ἐλπίδα ἑνός καλύτερου αὔριο γιά τή συγκεκριμένη χώρα. Αὐτή εἶναι ἡ εἰκόνα πού ἔχουμε γιά ἕναν βασιλιά. Γιά τόν Βασιλιά τῆς Ἀνάστασης, τῆς Ἐλπίδας καί τῆς Ἀγάπης, τί γνωρίζουμε;

  Χιλιάδες χρόνια πρίν, σέ μία μικρή πόλη, σέ αὐτήν πού "δέν εἶναι ἡ μικρότερη ἀνάμεσα στούς ἡγεμόνες τοῦ Ἰούδα, γιατί ἀπό αὐτήν θά ἔρθει ἕνας Κυβερνήτης πού θά ποιμάνει τόν λαό τοῦ Θεοῦ, Ἰσραήλ" (πρόφ. Μιχαίας), τή Βηθλεέμ, γεννήθηκε ὁ Βασιλιάς τῆς Ἐλπίδας γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου καί τήν αἰώνια ζωή, ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός. Δέν γεννήθηκε, οὔτε στό καλύτερο πανδοχεῖο τῆς περιοχῆς οὔτε σέ κάποια καλή μαιευτική κλινική τῆς ἐποχῆς, ἀλλά σέ ἕναν στάβλο. Εἶναι "ὁ ἀχώρητος παντί". Μέσα σέ αὐτόν τόν στάβλο, γεννήθηκε Αὐτός πού μέ τόση ἀγάπη καί ὑπομονή δίδαξε σέ ὅλους μας τόν θεῖο λόγο. Αὐτός πού μᾶς καθοδήγησε μέ τή διδασκαλία Του καί μᾶς ἔβαλε στό δίλημμα, νά διαλέξουμε ἀνάμεσα στό καλό καί τό κακό, στό ὠφέλιμο καί τό ἀνώφελο. Αὐτός, πού στό τέλος, ἐπωμίστηκε μέ τό Πάθος Του τίς ἁμαρτίες τοῦ κόσμου. Εἶναι, "ὁ αἴρων τάς ἁμαρτίας τοῦ κόσμου", καί -στό τέλος- ὁ "ἀναστάς ἐκ τῶν νεκρῶν".
  Δυστυχῶς, μέσα στόν σκοτεινό κόσμο πού ζοῦμε, σ' ἕναν κόσμο πού κυριαρχεῖ τό μίσος, ἡ ἀδικία, ἡ διχόνοια, τό κακό συμφέρον, πολλοί ἄνθρωποι, πού δέν φοβοῦνται νά μαρτυροῦν τήν πίστη τους, ἀκόμα προσπαθοῦν νά ψάξουν τό "ἄστρο τῆς Βηθλεέμ". Αὐτό πού θά τούς ὁδηγήσει στόν νεογέννητο Χριστό μας. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουν τυφλωθεῖ ἀπό τά "καλά καί συμφέροντα" τῆς ὑλικῆς ζωῆς καί δέν μποροῦν νά βροῦν αὐτό τό φῶς. Τό φῶς πού θά τούς ὁδηγήσει στήν Αἰώνια Χαρά, στήν Ἐλπίδα γιά τήν Αἰώνια Ζωή καί στόν "ὁρισμό τῆς Ἀγάπης", τόν Κύριό μας, τῆς ὁποίας τήν ἀληθινή ἔννοια, δέν μπορεῖ κάποιος νά τή βρεῖ στόν κόσμο τοῦ σήμερα, στόν ὁποῖο κυριαρχεῖ ὁ καταναλωτισμός καί ὁ ὑλισμός, βάζοντας τήν πνευματική ἀγάπη στό περιθώριο.
  Ὑπάρχει ὅμως καί κάτι χειρότερο. Νά κάνουμε Χριστούγεννα χωρίς Χριστό! Σάν νά μᾶς λέει ὁ Χριστός: "Γιορτάζεις γιά μένα, χωρίς ἐμένα." Εἶναι τόσο τραγικό, ἰδίως στή δύσκολη ἐποχή πού ζοῦμε, νά ἑορτάζουμε τά Χριστούγεννα χωρίς τόν ἴδιο τόν Κύριό μας μέσα στήν καρδιά μας. Αὐτά πού μᾶς ἀπασχολοῦν εἶναι τά ρεβεγιόν, ποῦ θά διασκεδάσουμε, τί δῶρο θά μᾶς φέρει ὁ "Ἁι-Βασίλης"... Καί τό χειρότερο; Ἀπό ἀνθρώπους πού συμμετέχουν στήν ἐνεργή ζωή τῆς Ἐκκλησίας καί στά μυστήριά της καί μάλιστα δηλώνοντας ὅτι εἶναι "ἀφοσιωμένοι χριστιανοί". Θεωροῦν ὅτι τό νά πᾶς Ἐκκλησία τά Χριστούγεννα, εἶναι πλέον κάτι τό ξεπερασμένο, κάτι πού τό ἔκαναν μία φορά κι ἕναν καιρό οἱ ἄνθρωποι πρίν ἀπό αὐτούς. Γιά προσφορά καί ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπό τους; Οὔτε λόγος! Χριστούγεννα γι' αὐτούς, εἶναι τό στόλισμα τοῦ δέντρου καί (τό πολύ-πολύ) ἡ προσθήκη μιᾶς καί φάτνης, "ἔτσι γιά τό ἔθιμο". Πέρα ἀπό αὐτό, τίποτε ἄλλο!
  "Μήπως ἔχουμε καί ἐμεῖς τήν εὐθύνη αὐτῆς τῆς κατάστασης; Μήπως δέν κάνουμε κάτι σωστά;" Εἶναι μερικά ἀπό τά ἐρωτήματα πού θέτουν οἱ ἀληθινοί πιστοί. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι, ἰδιαίτερα τά τελευταῖα χρόνια, ἡ συστηματική κατήχηση τῶν πιστῶν ἔχει μπεῖ στό περιθώριο, ἀφήνοντάς τους ταυτόχρονα σέ πλήρη ἄγνοια τῶν πραγμάτων τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ συστηματική κατήχηση (κύκλος μελέτης Ἁγ. Γραφῆς, κατηχητικά σχολεῖα, κλπ.) ἔχει μπεῖ στό περιθώριο καί ἀντικαταστάθηκε μέ τό ἁπλό καί ἄτυπο "κυριακάτικο κήρυγμα", χωρίς νά τονίζονται ὅσο πρέπει οἱ ἀλήθειες τῆς πίστης μας. Πολλοί ἄνθρωποι δέν ξέρουν τί πιστεύουν. Δέν ξέρουν τί ζοῦν τήν ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας. Ἡ ἄγνοια εἶναι αὐτή πού τούς ὁδηγεῖ μακριά ἀπό τό "ἄστρο τῆς Βηθλεέμ" καί παίρνουν τόν ἄλλο δρόμο. Ἐάν συμβαίνει αὐτό, πῶς θά καταλάβουν τό ἀληθινό νόημα τῶν Χριστουγέννων; Τά δέντρα καί τά λαμπιόνια, τά δῶρα τοῦ "Ἁι-Βασίλη" καί τά ρεβεγιόν, δέν κάνουν τά Χριστούγεννα. Ἡ Γέννηση τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ εἶναι τά Χριστούγεννα.
  "Δεῦτε ἴδωμεν, πιστοί..." θά ψάλουμε ὅλοι μαζί τήν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων. Ταυτόχρονα μᾶς δίνεται μία πρόσκληση. Μία πολύ ὄμορφη πρόσκληση: "ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χριστός;". Ἐπίσης, θά "ἀκολουθήσωμεν, λοιπόν,  ἔνθα ὁδεύει ὁ ἀστήρ...". Νά ἀκολουθήσουμε τό ἄστρο τῆς Βηθλεέμ, πού θά μᾶς ὁδηγήσει σέ Αὐτόν πού θά ἀποτελέσει στό μέλλον τή Ζωή, τήν Ἀνάσταση καί τήν Ἐλπίδα τοῦ κόσμου γιά τή σωτηρία του, Σέ Αὐτόν πού θά "σπείρει" στίς πεινασμένες ψυχές μας τό "Θεῖο Σιτάρι", τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀρκεῖ ἐμεῖς νά Τόν δεχθοῦμε, νά Τόν ἀκούσουμε, νά Τόν νιώσουμε, νά Τόν ἀγαπήσουμε. Ἄς κάνουμε τήν καρδιά μας μία μικρή καί ζεστή φάτνη γιά νά γεννηθεῖ μέσα μας ὁ μικρός Χριστός, ὁ "ἀχώρητος παντί", καί τό ἄστρο τῆς Βηθλεέμ νά εἶναι τό φῶς πού θά φωτίζει τό σκοτεινό μονοπάτι τῆς ζωῆς μας. "Δεῦτε ἴδωμεν πιστοί, ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χριστός, ἀκολουθήσωμεν λοιπόν, ἔνθα ὁδεύει ὁ ἀστήρ...".

Σωτήριος Σαρβάνης
Φοιτητής Θεολογίας ΑΠΘ

 trikymia  Σε μία πολιτισμένη και ευνομούμενη κοινωνία θεωρείται αυτονόητο οι υπεύθυνοι άρχοντές της να νομοθετούν υπέρ του φυσιολογικού και αγαθού και εναντίον του παρά φύσιν και βλαβερού. Η διαχρονικά αναντίρρητη αυτή αρχή ανατρέπεται εκ βάθρων στην περίπτωση του λεγομένου «συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης». Το νομοθέτημα αυτό στην ουσία του δεν είναι τίποτε άλλο από μία υπεραπλουστευμένη καὶ πρὸς τὸ χείρον τείνουσα μορφή του γνωστού νομοθετήματος για τον πολιτικό γάμο, εφ όσον αντιμετωπίζει την συμβίωση με απόλυτη αδιαφορία για τον Θεό, τον δημιουργό του ανθρώπου, αρνείται τον μυστηριακό της χαρακτήρα, ανοίγει τον δρόμο για την αναγνώριση της ομοφυλοφιλίας ως φυσιολογικής σχέσεως και διευκολύνει ακόμη περισσότερο την διάλυση της οικογενείας στην αποδεκτή για αιώνες μορφή της. Παρ’ όλον ότι οι εισηγηταί της δήλωναν πως η ισχύς του εν λόγω νομοθετήματος θα καταστήση τα πρόσωπα που «συμβιώνουν ελευθερα» περισσότερο υπεύθυνα, στην πραγματικότητα αυτό νομιμοποιεί κραυγαλέα την ανευθυνότητα (ο όρος χρησιμοποιείται με την σημασία, που έχει στον καθημερινό λόγο ως ασυνειδησία ή αναξιοπιστία, κατά τον Γ. Μπαμπινιώτη). Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος με τον οποίο δημοσιογράφος, η οποία αξιολογοῦσε το προτεινόμενο νομοσχέδιο «θετικά», απευθυνόταν τότε σε όσους ἐπρόκειτο να το αξιοποιήσουν για να τους αναγγείλει: «Συνυπογράφοντας δηλαδή ένα συμβόλαιο με το έτερον ήμισυ δεν θα σας επιβάλει να φορέσετε βέρα και κυρίως θα σας επιτρέπει να δραπετεύσετε όποτε εσείς θελήσετε».
   Αναμφίβολα, λοιπόν, η ανευθυνότητα αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό και διακριτικό γνώρισμα της «ελεύθερης συμβίωσης». Αυτό τὸ δηλώνει πρώτα πρώτα το ίδιο το όνομα της. «Ελεύθερη», για όσους την «εβάπτισαν» έτσι, σημαίνει  συμβίωση απαλλαγμένη από δεσμεύσεις. Καθένας από τους δύο, που συμμετέχουν στην ιδιόρρυθμη αυτή σχέση, δεν αναλαμβάνει καμμία ουσιαστική και μόνιμη υποχρέωση για τον άλλο. Αυτό το φρόνημα εκφράζουν αρκετοί νέοι της εποχής μας, οι οποίοι συμβιώνουν ελεύθερα και αναβάλλουν συνεχώς την σύναψη γάμου με το γνωστό επιχείρημα: «Είναι νωρίς να δεσμευθώ. Θέλω να ζήσω τη ζωή μου». Αλλά και η φιλοσοφία του γνωστού «Συμφώνου» κινείται στην ίδια γραμμή. Θεμελιώνεται στην βάση ότι οι πολίτες που θα συμβιώνουν ως ζεύγη είναι απαραίτητο να απαλλαχθούν από όλες τις ουσιαστικές δεσμεύσεις μεταξύ τους και να διατηρήσουν μόνον κάποιες τυπικές, αλλά και αυτές με ιδιαίτερη χαλαρότητα.
   Είναι κοινά αποδεκτό ότι ανάμεσα στα βασικά και κύρια γνωρίσματα του ανθρωπίνου προσώπου είναι η υπευθυνότητα. Ο κάθε άνθρωπος οφείλει να είναι υπεύθυνος, επειδή είναι πλασμένος «κατ’εικόνα Θεού» και επομένως ελευθερος. Με την κακή όμως χρήση τῆς ἐλευθερίας η υπευθυνότητα μπορεί να μετατραπή σε ανευθυνότητα.
   Συστατικό γνώρισμα της ανευθυνότητας αποτελεί η αποφυγή των δεσμεύσεων, ενώ, αντίθετα, συστατικό γνώρισμα της υπευθυνότητας αποτελεί η ανάληψη των δεσμεύσεων. Ο καλός και αγαθός άνθρωπος ως υπεύθυνο πρόσωπο δεσμεύεται απέναντι στο άλλο πρόσωπο και αγωνίζεται με φιλότιμο να ανταποκριθή όσο καλύτερα μπορεί στις δεσμεύσεις του. Αυτή η υπευθυνότητα αποτελεί με την σειρά της γνώρισμα της γνήσιας και αυθεντικής αγάπης. Όποιος αληθινά αγαπά, ξέρει να θυσιάζεται. Και θυσιάζεται, διότι έχει υπευθυνότητα και τηρεί τις δεσμεύσεις του. Αντίθετα, όποιος δεν αγαπά δεν μπορεί και να θυσιασθή. Και δεν μπορεί να θυσιασθή, επειδή δεν είναι υπεύθυνος. Και δεν είναι υπεύθυνος, όταν δεν θέλει να δεσμευθή. Πρόκειται για αυτό ακριβώς που συμβαίνει στην λεγόμενη «ελεύθερη συμβίωση». Αυτήν την συμβίωση, που, σε τελική ανάλυση, σκοτώνει την ίδια την αγάπη στην γνήσια και αυθεντική της μορφή.
   Νομίζω πως το τραγικώτερο λάθος του νομοθέτη είναι η μεταφορά της ανευθυνότητας από την χώρα της απαξίας στο βασίλειο των αξιών, και συγχρόνως η απαξίωση της υπευθυνότητας. Αυτό σημαίνει ανατροπή της φυσικής τάξεως, αποδιοργάνωση του ανθρωπίνου προσώπου, κατάργηση των προδιαγραφών, με τις οποίες ο άνθρωπος έχει πλασθή  από τον Δημιουργό του, και διαστρέβλωση των προσωπικών ανθρωπίνων σχέσεων. Δεν πρόκειται απλώς για μία λανθασμένη εκτίμηση, αλλά για ριζικὴ ἀλλοίωση τῆς ἀνθρωπίνης φυσιολογίας καὶ καταστροφική επέμβαση στη δομή του ανθρωπίνου προσώπου και των υγιών σχέσεών του με τα άλλα πρόσωπα.
   Είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτά τα οποία σημειώνονται στην απολογητική έκθεση του Συμφώνου: «Ανεξάρτητα από την αμφισβήτηση περί ηθικώς, κοινωνικώς η νομικώς αποδεκτό, αλλά και από την σκοπιμότητα για την θεσμοποίηση ενώσεων μεταξύ προσώπων του ιδίου φύλου, η διαφορετικότητα των καταστάσεων συνηγορεί για την νομοθετική  αντιμετώπισή τους».
Γίνεται, λοιπόν, παραδεκτό από τους ίδιους τους εμπνευστές και πρωτεργάτες του νομοθετήματος ότι υπάρχει σοβαρή και καθολική αμφισβήτηση του μορφώματος, που προκλητικά επεχείρησαν να καλύψουν νομοθετικά. Και ενώ η τεκμηριωμένη αμφισβήτηση παρακάμπτεται χωρίς καμμία ουσιαστική επιχειρηματολογία, η όλη προσπάθεια επιχειρείται να στηριχθή στο επιπόλαιο και ανεδαφικό επιχείρημα ότι η Πολιτεία πρέπει πάντα να προσαρμόζεται στις τρέχουσες αλλαγές και εξελίξεις και να διαμορφώνη ανάλογα τους νόμους και τους κανόνες σε κοινωνικά ζητήματα, όπως αυτά του γάμου και της συμβίωσης, χωρίς καμμία διάκριση αν πρόκειται για εξέλιξη προς το καλό η προς το κακό. Με βάση τη λογική αυτή δεν θα είναι καθόλου παράδοξο στὸ μέλλον η Ελληνική Πολιτεία να νομιμοποιήση  την παιδοφιλία (όπως στην Ολλανδία), την κτηνοβασία (όπως στη Γερμανία), ή  ακόμη τη νεκροφιλία, την κλοπή και τον φόνο.
   Ενα πρώτο ενδεικτικό βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση αποτελεί η κατάθεση πρός ψήφιση του νομοσχεδίου για την επέκταση του «Συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης» στα ομόφυλα ζευγάρια, με το οποίο ουσιαστικά αναγνωρίζεται επίσημα η διαστροφή της ομοφυλοφιλίας. Η τραγικότητα της υποθέσεως ευρίσκεται στο ότι οι ένθερμοι υποστηρικταί αυτού του νομοσχεδίου πιστεύουν και διαλαλούν ότι η ομοφυλοφιλική δχέση είναι φυσιολογική. Όμως για να «βαπτίσουν» τὴν διαστροφή ως φυσιολογική κατάσταση, θα πρέπη να διαγράψουν την παγκόσμια λαϊκή παράδοση πολλών αιώνων, που θεωρεί την ομοφυλοφιλία διαστροφή, την φιλολογική παράδοση με την ίδια αντίληψη, που αποτυπώνεται στα λεξικά και στις εγκυκλοπαίδειες σχεδόν μέχρι τα τέλη του εικοστού αιώνος, τη νομική παράδοση, που θεωρεί ακόμη κολάσιμες ύβρεις τους σχετικούς με τους ομοφυλοφίλους χαρακτηρισμούς, και την έγκριτη ιστορία της Παλαιάς Διαθήκης για τα Σόδομα και τη Γομόρα, που επιβεβαιώνεται, εκτός των άλλων, και από την έλλειψη εμβίων όντων στη Νεκρά Θάλασσα. Για τον ίδιο σκοπό είναι επίσης απαραίτητο γι αυτούς, να αθετήσουν τους θεόπνευστους λόγους του αποστόλου Παύλου, σύμφωνα με τους οποίους «αί τε θήλειαι αυτών μετήλλαξαν την φυσικήν χρήσιν εις παρά φύσιν, ομοίως δε και οι άρσενες αφέντες την φυσικήν χρήσιν της θηλείας εξεκαύθησαν εν τη ορέξει αυτών εις αλλήλους, άρσενες εν άρσεσι την ασχημοσύνην κατεργαζόμενοι και την αντιμισθίαν ην έδει της πλάνης αυτών εν εαυτοίς απολαμβάνοντες» (Ρωμ. 1,26-27), και να αναζητούν ανύπαρκτα ή προκατασκευασμένα «επιστημονικά» ιατρικά συμπεράσματα, για να στηριχθούν τελικά στις δικές τους αυθαίρετες και εμπαθείς ιδεοληψίες.
   Στο ζήτημα που μας απασχολεί παρατηρούνται όντως αλλαγές και εξελίξεις, αλλά σίγουρα προς το χειρότερο καὶ με τραγικά αποτελέσματα. Μία προσεκτική μελέτη είναι πολύ εύκολο να καταδείξη, όπως βεβαιώνουν και σχετικές έρευνες, τη στενή σχέση που υπάρχει ανάμεσα στη χαλάρωση και εκτροπή των οικογενειακών δεσμών και στα φαινόμενα των αμέτρητων δραμάτων με τα ναρκωτικά, τα εγκλήματα, τις αυτοκτονίες, τα διαζύγια, τις καταθλίψεις, τη σεξουαλική ασυδοσία και τα αφροδίσια νοσήματα, συμπεριλαμβανομένου και του έηντς.
   Πολύ εύλογα δερωτώνται οι νουνεχείς: Γιατί άραγε η Ελληνική Πολιτεία αναλαμβάνει να διευκολύνη τον γεμάτο ανευθυνότητα ἄνθρωπο, που επιθυμεί να «δραπετεύση» από την φυσιολογική,  ρυθμισμένη από τον Δημιουργό και επιτυχημένη για χιλιετίες συμβίωση, και όχι να υπερασπιστή τον υπεύθυνο, που εγκαταλείπεται, κάποτε και με τα αθώα τέκνα του, χωρίς έλεος; Δεν είναι αυτή νομοθετική πράξη υπέρ του κακού και εναντίον του αγαθού; Έφθασε, λοιπόν, η Ελληνικη Πολιτεία σε τέτοιο σημείο καταπτώσεως, ώστε, απορρίπτοντας τα δοκιμασμένα για αιώνες κριτήρια, να νομιμοποιή αρνητικά καὶ διαλυτικά της κοινωνίας φαινόμενα; Για την περίπτωση αυτή πιστεύω πως δεν υπαρχουν πιο εκφραστικοί και επίκαιροι λόγοι από τους θεόπνευστους εκείνους του προφήτου Ησαία: «Ουαί οι λέγοντες το πονηρόν καλόν και το καλόν πονηρόν, οι τιθέντες το σκότος φως και το φως σκότος, οι τιθέντες το πικρόν γλυκύ και το γλυκύ πικρόν. Ουαί οι συνετοί εν εαυτοίς και ενώπιον αυτών επιστήμονες» (5,20-21).
   Πιστεύω ότι κανείς εχέφρων άνθρωπος δεν μπορεί να υποστηρίζη ότι η ανευθυνότητα κατατάσσετται στα θετικά, στα αγαθά γνωρίσματα του ανθρώπου, και ότι το κράτος έχει καθήκον να την ευνοή και να την κατοχυρώνει νομοθετικά. Πολύ δε περισσότερο η Εκκλησία, που αποτελεί «στύλο και εδραίωμα της αληθείας» (Α’Τιμ. 3,15), δεν επιτρέπεται να κάνη εκπτώσεις, να μετατρέπη τις απαξίες σε αξίες και να αφήνη έκθετα τα παιδιά της στη λαίλαπα της σχετικοκρατίας και της καταστροφικής ισοπεδώσεως των πάντων. Γι αυτό ήταν κρυστάλλινη, αλλά και συγχρόνως θαρραλέα, η αγιοπνευματική της ομολογία, που έγινε με το ανακοινωθέν της Διαρκούς της Ιεράς Συνόδου στις 17 Μαρτίου 2008, η οποία «διακηρύσσει τον απόλυτο σεβασμό και την παραδεδομένη τιμή προς το υπό της Εκκλησίας τελούμενο ιερό μυστήριο του Γάμου, του οποίου σκοπός είναι η αμοιβαία πνευματική συμπλήρωση των συζύγων για την εν Χριστώ Ιησού σωτηρία και καρπός αυτού τα τέκνα. Η Εκκλησία δηλαδή δέχεται και ευλογεί την παραδεδομένη τέλεση του Γάμου κατά το Ορθόδοξο Τυπικό, ενώ θεωρεί πορνεία κάθε άλλη «συζυγική» σχέση εκτός αυτού», καθώς επίσης και με το Ανακοινωθέν της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας στις 13 Οκτωβρίου 2013, στο οποίο πρόσφατα παρέπεμψε, και σύμφωνα με το οποίο «... σύγχρονα σχήματα οργάνωσης του ιδιωτικού βίου των ανθρώπων – εναλλακτικές μορφές οικογενείας – για την Εκκλησία και τη θεολογία της περί γάμου και οικογενείας συνιστούν ‘εκτροπές΄ του οικογενειακού θεσμού, όπως αυτός διαμορφώθηκε και λειτούργησε επί αιώνες στη ζωή του εκκλησιαστικού σώματος. ...Φαινόμενα ‘εκτροπές΄ ἐξαιρετικά επίκαιρα για την ελληνική πραγματικότητα είναι ο πολιτικός γάμο, η μονογονεϊκή οικογένει, η ελεύθερη συμβίωση και ο λεγόμενος γάμος τών όμοφυλοφίλων».
    Όσο και εάν στα μάτια των αμυήτων σε ζητήματα Ορθοδόξου πίστεως καὶ ἤθους η θέση αυτή φαίνεται αναχρονιστική και σκληρή, είναι αυτή ακριβώς που εκφράζει με λιτότητα και σαφήνεια την αναλλοίωτη διδασκαλία της Ορθοδόξου Πίστεως, όπως αυτή αποκαλύφθηκε από τόν Ιησού Χριστό, κηρύχθηκε από τους αποστόλους (Μτθ. 5,19· Πρξ. 15,20· Α’ Κορ. 5,1 κ. ἑ.· 6,18· Α’ Θεσ. 4,3) και ἔγινε ἀποδεκτὴ από τους αγίους όλων των αιώνων (βλ. σχετικά κείμενα του αγίου Βασιλείου, του αγίου Χρυσοστόμου, του αγίου Νικοδήμου του αγιορείτου κ. ά.). Αυτή η Αλήθεια είναι εκείνη που μόνη διασώζει την αξία της υπευθυνότητας και της αυθεντικότητας στα ανθρώπινα πρόσωπα.

Αρχιμ. Αυγουστίνος Γ. Μύρου, Δρ Θ.

Δευτέρα, 14 Δεκέμβριος 2015 18:59

Κατάθεση μιᾶς ψυχῆς

pena c Χριστούγεννα 2015. Παραμονή τοῦ ἁγίου Νικολάου, καί ὅπως κάθε χρό­νο ἔ­τσι καί τώρα στολίζω τό σπίτι. Δέντρα, μπάλες, γιρλάντες, φωτοσωλῆνες καί ἀμέτρητα λα­μπάκια. Ἔχει νυχτώσει κι ἐγώ στά μπαλκόνια συνεχίζω τό στόλισμα. Παγώνουν τά δάχτυλά μου, ἀλλά οὔτε πού περνάει ἀπ᾽ τό μυαλό μου νά σταματήσω. Τό βλέμμα μου ὅμως σκοντάφτει στά σπίτια τοῦ χωριοῦ• σκοτεινά, βουβά, παραπονεμένα. Μόνο κανα-δυό ἔχουν κάτι νά φωτίζει, ἀλλά καί αὐτά πολύ δειλά, σάν νά ντρέπονται γιά τή χαρά τους ἤ γιατί ξεχωρίζουν ἀπό τά ὑπόλοιπα.

 Μιά γλυκειά μελαγχολία μ᾽ ἔχει σκεπάσει. Τί κρίμα, ἡ ἄγνοιά μας -κυρίως αὐτή- δέν μᾶς ἀφήνει νά ζήσουμε αὐτό τό θαυμαστό γεγονός. Γιατί δέν ξέρουμε τί γιορτάζουμε. Μᾶς μάθανε ὅτι γιορτάζω σημαίνει πλούσια δῶρα, τραπέζια, βιτρίνες, ἐξόδους. «Χωρίς αὐτά δέν γιορτάζω, ὁπότε ποιός ὁ λόγος νά στολίσω, ποιός ὁ λόγος νά χαρῶ φέτος», μᾶς φωνάζουν τά περισσότερα σπίτια. Μά εἶναι Χριστούγεννα...
 Τί κρίμα, ἀφήσαμε νά κλέψουν τή χαρά μας! Τά μάτια τῆς ψυχῆς εἶ­ναι κλειστά, μά ὁ Χριστός φωνάζει: «Ἐγώ ἦρθα στή γῆ γιά σένα, γιά σᾶς. Ἐγώ ἀπό Θεός ἔγινα ἄνθρωπος, ὑπέφερα, ταπεινώθηκα, σταυρώθηκα γιά σένα, γιά σᾶς. Καί σεῖς πῶς μπορεῖτε νά εἶστε λυπημένοι; Πῶς μπορεῖτε νά σιωπᾶτε σ᾽ αὐτό τό γεγονός καί τά λαμπάκια τῆς ψυχῆς σας νά τά ἔχετε καταχωνιασμένα; Πῶς μπορεῖτε νά μή γιορτάζετε;».
 Ἔχω τελειώσει τό στόλισμα καί ὁμολογῶ ὅτι ἡ σκοτεινιά τοῦ χωριοῦ μ᾽ ἐπηρέασε. Ὅλα εἶναι ἕτοιμα. Ὅ­μως γιά λίγο κοντοστέκομαι... νά τά βάλω στήν πρίζα, νά φωταγωγήσω ὅλο τό σπί­τι... Μά καί ἄν κάποιοι μοῦ ποῦν: «Ἔ, βέβαια τί ἀνάγκη ἔχεις ἐσύ;». «Γιατί νά μή στολίσεις;». Μιά μικρή ἐνοχή μέσα μου...
 Μά τί χαζές σκέψεις! Ὁ Χριστός ἦρθε στή γῆ γιά ὅλους μας, δέν ἔκανε ἐπιλογή ὁ Θεάνθρωπος. Δέν μίλησε σέ λίγους ἀφήνοντας στά σκοτάδια τῆς πλάνης τούς πολλούς. Δέν ἀγκάλιασε μόνο τούς ἁγίους. Τήν ἀγάπη του τήν ἅπλωσε παντοῦ, σάν τίς ἀκτίνες τοῦ ἥλιου.
 Ἔχω περάσει διάφορα Χριστούγεννα, πού ἀνάλογα μέ τήν ποσότητα τῶν ὑλι­κῶν ἀγαθῶν τά κατέτασσα σέ καλά ἤ σέ ἄσχημα. Χριστούγεννα ὅμως μέ Χριστό εἶναι ἡ πρώτη φορά πού θά κάνω. Γιορτάζω δέν σημαίνει θυμοῦμαι ἤ τιμῶ πανηγυρικά κάποιο γεγονός. Γιορτάζω σημαίνει ξαναζῶ αὐτό ἀ­κριβῶς πού ἔζησαν τότε.
 Μιά κυρία μοῦ εἶπε: Ἐμένα μ᾽ ἀρέσει τό Πάσχα, ὄχι τά Χριστούγεννα. Μά πῶς θά ἐρχόταν ἀνάσταση, ἄν δέν εἶχε προηγηθεῖ ἡ γέννηση... Τελικά τό νά λυπηθεῖς εἶναι πιό εὔκολο ἀπό τό νά χαρεῖς... Ὁ Χριστός ὅμως μᾶς θέλει χαρούμενους καί χαρά χω­ρίς Χριστό δέν ὑπῆρξε καί δέν θά ὑ­πάρξει ποτέ.
Καλά Χριστούγεννα!

Ἕνα μέλος τῶν Κύκλων μελέτης ἁγ. Γραφῆς

Παρασκευή, 11 Δεκέμβριος 2015 18:51

π. Συμεών Κραγιόπουλος

p simeon c Στίς ἀρχές τοῦ Ὀ­κτώβρ ἐ.ἔ., στό Παν­όραμα Θεσ­σα­λο­νί­κης, κοι­­μή­θη­κε   ἐν Κυ­­ρίῳ ὁ γνω­­στός στό παν­­­ελ­­λή­νιο καί σέ πολ­­­λές χῶ­ρες  τοῦ κό­σμου ἀρ­­­­­­­χι­­μαν­δρίτης π. Συ­μεών Κρα­γιό­πουλος.

 Μέ συγκίνηση χα­­­ράσ­σω αὐτές τίς γραμ­μές, κα­θώς θυμοῦμαι τούς πα­λιούς δεσμούς πού συνέδεσαν τόν ἐκ­λιπόντα μέ τήν Ἀδελφότητα ΑΠΟΛΥΤΡΩΣΙΣ κατά τά φοιτητικά του χρόνια. Ἦ­ταν ἀ­πό τούς πρώτους οἰκοτρόφους τοῦ οἰ­κοτρο­φείου τῆς Ἀδελφότητος, στόν δεύτερο ὄ­ροφο πο­λυκαιρινῆς οἰκοδο­μῆς στήν ὁδό παλαιά Ἀριστοτέ­λους καί Σωκράτους. Ὑπῆρξε σύνοικος καί ὁμο­δί­αιτος νέων οἱ ὁποῖοι ἀναδείχθηκαν καταξιωμένες προσωπικό­τητες καί εὐ­εργέτησαν τήν κοινω­νία ὡς ἐ­πί­σκοποι, ἱερεῖς, ἱεροκήρυκες, συγ­γρα­φεῖς, εἰδι­κοί καί γενικοί σύμβουλοι ὑπουργῶν καί πρωθυπουργῶν, ἐκπαι­δευτικοί ὅλων τῶν βαθμίδων, δόκι­μοι κοινωνικοί ἐρ­γάτες, εὐλογημένοι οἰκογενειάρχες.
 Καταγόμενος ἀπό τή Ρητίνη Πιε­ρί­ας ὁ ἤδη μα­κα­ριστός γέροντας τε­λεί­ω­σε τίς γυμνασιακές σπου­δές του σέ καιρούς δύσκολους, τά πρῶτα χρό­νια μετά τή λήξη τῆς γερμανικῆς Κα­τοχῆς, καί ἦρθε στή Θεσ­σαλονίκη γιά νά σπου­δάσει στή Θεολογική Σχολή, πού μόλις εἶχε ἱδρυθεῖ τό 1942. Ὁ πό­θος του γιά τά ἱερά γράμματα παραμέ­ρισε κάθε ἄλ­λη ἐπιθυμία καί δυνατότητα. Μποροῦσε νά σπουδάσει σέ ὁ­ποια­δή­ποτε ἄλλη σχολή, αὐτός ὅμως πόθησε τή «σχολή τῶν σχολῶν», τή Θεολο­γι­κή. Ἀλλά ἔ­με­λλε νά ἐκπληρωθεῖ αὐτός ὁ πόθος με­τά ἀπό πολ­λές περι­πέτειες: Ὁ μικρός ἀ­ριθμός τῶν ἐγ­γραφέντων δέν δικαιο­λο­γοῦσε τή λειτουργία τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς. Ἔτσι ὁ Κωσταντῖνος -αὐτό ἦ­ταν τό βα­φτι­στι­κό του ὄνομα- ἀναγκά­σθηκε νά γυρίσει στό χωριό, στίς σκλη­ρές ἀγρο­τικές ἐργασίες, πού τοῦ κλη­ροδότησαν προβλήματα ὑ­γείας, τά ὁ­ποῖα τόν συνό­δευαν σέ ὅλη τή ζωή του ὡς ἕνας «σκόλοψ τῇ σαρκί».
 Ὡς δῶρο τοῦ Θεοῦ δέχθηκε ἀρ­γό­τερα τήν εἴδηση ὅτι ἡ Πολιτεία μέ σχε­τικές διατάξεις διευκόλυνε τούς ἐγγε­γραμμένους σέ πανεπιστημιακές σχ­ο­λές νά προσέλθουν στίς ἐξετάσεις χω­ρίς προηγούμενη φοίτηση. Ἔτσι ξα­ναῆρθε στή Θεσσαλονίκη. Τότε ἦταν πού τόν γνωρίσαμε, ἕνα ξανθό σγου­ρό­μαλ­λο ἀγροτόπαιδο, μέ χέ­ρια ροζια­σμέ­να ἀπό τή δουλειά καί μέ προ­βλήματα στή σπονδυ­λι­κή στήλη, ἀλ­λά καί μέ ἕνα κα­θαρό γαλα­νό βλέμμα. Βρῆκε φι­λόξενη στέγη στό φοιτητικό οἰ­κοτρο­φεῖο τῆς Ἀπολυτρώσεως. Ἁπλός καί εὐκί­νητος, εἰλικρινής καί πρόθυμος κέρδισε τή συμπάθεια καί ἀγάπη ὅλων. Ἐντάχθηκε στό Τμῆμα τῶν νέων τῆς Ἀ­δελφότητος καί στή χορωδία, λαμβάνοντας ἐνεργό μέρος σέ κάθε ἐκδή­λωση. Ἦ­ταν ἀπό τούς καλούς μαθητές στό «Σχο­λεῖο τοῦ Χριστοῦ», καί ὁ τότε πνευ­μα­τι­κός τῆς Ἀδελφότητος μακαριστός π. Τι­μόθεος Πα­πα­μιχαήλ τόν συμπαθοῦσε ἰδι­αίτερα. Ἐ­κτιμώντας τόν ζῆλο τοῦ νεαροῦ φοι­τητοῦ καί τήν ἀπόφασή του νά ἀφο­σι­ωθεῖ στά ἱερά γράμματα στάθηκε δίπλα του μέ σοφία καί στοργή. Θυμοῦμαι μέ πόση μέριμνα φρόντισε γιά τή νοση­λεία τοῦ Κωσταντίνου στό θερα­πευτή­ριο τῆς Βού­λας Ἀθηνῶν, πῶς τόν ἐπι­σκεπτό­ταν συ­χνά γιά νά τόν ἐνισχύσει, κα­θώς καί τίς εἰδικές λειτουργικές συ­νά­ξεις πού μᾶς ἔκα­νε στή Θεσσαλο­νίκη, γιά νά προσευχηθοῦμε ὅλοι ὑπέρ ὑ­γεί­ας τοῦ μαθητοῦ τοῦ «Σχολείου τοῦ Χρι­στοῦ». Τόν στήριζε «μένειν ἐν Χρι­στῷ» καί τόν κα­τάρ­τιζε ὥσ­τε ἐν καιρῷ νά ἀ­ξιωθεῖ τῆς θεϊ­κῆς ἀνα­θέ­σεως «ποί­μαινε τὰ πρόβατά μου». Οἱ δύο αὐτές φρά­σεις ἀποτελοῦσαν τίτλους φυλ­λα­δίων μέ τά ὁποῖα μᾶς καλλιεργοῦσε ὁ π. Τιμόθεος στό «Σχολεῖο τοῦ Χριστοῦ».
 Μετά τό πέρας τῶν σπουδῶν του ὁ Κωσταντῖνος, μέ τή συγκατάθεση καί ἐνέργεια τοῦ πνευματικοῦ του πατέρα προσ­­ῆλθε στίς τάξεις τοῦ ἱεροῦ κλή­ρου, γιά νά γίνει ποιμένας τῶν λογικῶν προβά­των τοῦ Κυρίου, ὅπως βαθιά τό ἐπιθυμοῦ­σε. Ὡς ἀρχιμανδρίτης Συμεών πλέον θά ἐργασθεῖ ἐπί πολλές δε­κα­ετίες μέ σοφία καί γνώση, ἀλλά καί μέ ἁπλότητα καί ταπείνωση ὡς ἱεροκή­ρυ­κας, κατηχητής καί πνευματικός. Μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ χάρηκε πλούσιους τούς καρπούς τῆς διακονίας του. Χι­λιάδες οἱ ψυχές πού στηρίχθηκαν κον­τά του, ξε­κουράσθηκαν στό πετραχήλι του, καθο­δηγήθηκαν μέ τή συμ­βουλή του. Ἀλλά γι’ αὐτά θά γράψουν οἱ ἴδιοι οἱ εὐεργε­τημένοι μαθητές του, πού τά ἔζησαν, καί οἱ συνεχι­στές τοῦ ἔργου του.
 Ἐγώ μέ τό σημείωμα αὐτό θά ἤ­θε­λα ταπεινά ἐκ μέρους καί ὅλης τῆς Ἀ­δελφότητος, ἰδιαίτερα τῶν παλαιῶν με­λῶν, πού προσωπικά τόν γνωρίσαμε, νά εὐχηθῶ ὁ Κύριος, πού κατέστησε τόν ἄ­ξιο δουλευτή του Συμεών ἱερουργό τῶν Μυστηρίων Του ἐδῶ στή γῆ, νά τόν ἀξι­ώσει καί στό ὑπερουράνιο θυσια­στήριο νά Τόν ὑμνεῖ. Ἐκεῖ νά δέεται καί γιά τίς ψυχές πού ἐδῶ στή γῆ ἀγάπησε καί γιά τήν προκοπή ὅλου τοῦ ἔργου τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας του. Συμεών, ἀρχιμαν­δρί­του καί πνευματικοῦ, αἰωνία ἡ μνήμη!

Δημήτριος Χαρίσης

Πέμπτη, 07 Δεκέμβριος 2023 18:38

Μελετώντας τήν εἰκόνα τῆς Γέννησης

  gennisi icon cΚάθε φορά πού μπαίνει ὁ Δεκέμ­βρι­ος, κυριαρχεῖ στόν νοῦ καί στήν καρδιά κά­θε πιστοῦ μία εἰκόνα: αὐτή τῆς γέννησης τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ὀρθόδοξη ἁγιογραφία περικλείει σ’ αὐτή τήν εἰκόνα βαθιά θεολογικά μηνύματα. Ἀξίζει, λοιπόν, νά ἐνσκήψουμε κι ἐμεῖς λίγο πιό προσεκτι­κά καί νά προσλάβουμε τά ὑψηλά μηνύματα πού ἐκπέμπει κάθε ἀπεικονιζόμενο στοιχεῖο.
  Ὁ Χριστός μας γεννιέται μέσα σέ ἕνα σπήλαιο. Τό μαῦρο χρῶμα στό ἐσωτερικό του παραπέμπει στό σκοτάδι τοῦ προχριστιανικοῦ κόσμου, στόν ζόφο στόν ὁποῖο ἦταν βυθισμέ­να τά ἔθνη πρίν ἀπό τόν ἐρ­χομό τοῦ Σωτήρα.  Ἔρχεται στόν νοῦ μας ὁ λό­γος τοῦ προφήτη  Ἠσαΐα, «ὁ λα­ὸς ὁ πορευόμενος ἐν σκότει, ἴδετε φῶς μέ­γα» (9,2).
  Τό φῶς πού ἔρχεται στόν κόσμο εἶναι ἀσφαλῶς τό θεῖο Βρέφος καί δηλώνεται πιό συγκεκριμένα μέ μία ἀκτίνα πού κατέρχεται ἀπό τόν οὐ­ρα­νό καί ἀκουμπᾶ στό σπήλαιο. Εἶναι φῶς θεῖο, τό ἄκτιστο φῶς πού καταυγάζει τό μυστήριο. Σέ κάποιες εἰκόνες, στή μέση τῆς διαδρομῆς τῆς ἀκτίνας διακρίνεται ἕνα ἀστέρι, κατά τήν ἁ­γιογραφική διήγηση σχετικά μέ τόν ἀστέρα πού ἔστεκε πάνω ἀπό τή φάτνη καί μήνυε τό γεγονός.
  Τό κεντρικό πρόσωπο, ὁ νεογέννητος Θεάνθρωπος, φεγγοβολεῖ.  Ἡ ἁγιογράφη­ση ἀκολουθεῖ τήν εὐαγγελική διήγηση πι­στά καί ἐμφανίζει τό θεῖο Βρέφος σπαργα­νωμένο. Τά σπάργανα ὑπαινίσσονται ἤδη ἀπό τή γέννηση τοῦ Κυρίου τά σάβανα τῆς ταφῆς του, ἀλλά καί ἡ φάτνη στήν ἀπεικόνισή της θυμίζει περισσότερο τόν τάφο.
  Δίπλα στόν Χριστό δεσπόζει ἡ Παν­αγία Δέσποινα. Εἶναι ἡ μεγαλύτερη μορ­φή στήν εἰκόνα, καθώς αὐτή ὑπῆρξε ὁ μεγάλος συνεργάτης τοῦ Θεοῦ στήν ἐνανθρώπηση. Συνεσταλμένη, σεμνή, σιωπηλή. Μπροστά στό ἀπόκρυφο μυστήριο «ῥᾷον σιωπή». Κάποτε τό πρόσωπό της εἶναι στραμμένο ἔξω ἀπό τό σπήλαιο. Μέ αὐτή τή στάση οἱ ἁγιογράφοι ἀποδίδουν τό δέ­ος τῆς Παναγίας ἐνώπιον τοῦ ἀπορρήτου θαύματος τῆς Γέννησης. Εἶναι φανερή ἡ τρυφερότητά της, ἀλλά ταυτόχρονα διατηρεῖ μία ἀπόσταση ὑπαγορευμένη ἀπό τή γνώση τῆς θεό­τητας. Εἶναι ἡ μόνη πού καταλαβαίνει πλήρως ὅτι μπροστά της βρίσκεται ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός καί διστάζει νά κοιτάξει.
  Μέσα στό σπήλαιο κοντά  στόν Χριστό βρίσκονται δύο ζῶα, ἕνα βόδι κι ἕνας ὄνος. Καί πάλι πίσω ἀπό αὐτή τήν ἀπεικόνιση θά συναντήσουμε τόν προφήτη  Ἠ­σαΐα καί τά σκληρά ἐλεγκτικά του λόγια γιά τήν ἄλογη ἀνθρωπότητα· «ἔγνω βοῦς τὸν κτησάμενον καὶ ὄνος τὴν φάτνην τοῦ κυρίου αὐτοῦ· Ἰσραὴλ δέ με οὐκ ἔγνω καὶ ὁ λαός με οὐ συνῆκεν» (1,3). Μᾶς προτρέπει ἡ εἰκόνα δυναμικά νά μή φανοῦμε ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι ἀλογότεροι τῶν ἄλογων ζώ­ων πού ἀναγνώρισαν τόν Δημιουργό τους καί τόν προσκύνησαν. Τό βόδι ἐκπροσωπεῖ τούς ἐθνικούς ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ, ἐνῶ ὁ ὄνος τούς Ἰουδαίους. Ἐνυπάρχει, ὡσ­τόσο, στά δύο ζῶα κι ἕνα ἀκό­μη σημαινόμενο: Τό ὀνάριο ἐκ­φράζει τήν ταπείνω­ση τοῦ Κυρίου μας πού γίνεται ἄν­θρωπος, ἐνῶ ὁ βοῦς ὡς θυτικό ζῶο δηλώνει πώς ὁ Χριστός ἦρθε στή γῆ γιά νά θυσιαστεῖ ὑ­πέρ τῆς τοῦ κόσμου σωτηρίας.
  Προχωρώντας ἔξω ἀπό τό σπήλαιο συναντοῦμε τόν Ἰωσήφ. Πολύ σοφά ἡ  ὀρ­θόδοξη ἁγιογραφία δηλώνει μέ αὐτή τήν τοποθέτησή του στήν ἄκρη τῆς εἰκόνας ὅτι ἁπλῶς ὑπουργεῖ τό μυστήριο, δέν μετέχει. Δέν ἀνήκει στήν ἁγία οἰκογένεια, ἀλ­λά διακονεῖ ὡς προστάτης τοῦ θείου Βρέ­φους καί τῆς μητέρας του. Συνήθως κάθεται προβληματισμένος, προφανῶς γιατί τό μυστήριο τῆς ἐνανθρώπησης  δέν εἶναι εὔ­κολο νά τό συλλάβει ἀνθρώ­πι­­νος νοῦς.
  Ἡ εἰκόνα πλαισιώνεται ἀπό τίς μορφές τῶν ἀγγέλων. Ντυμένοι μέ ἀρχαῖα ἐνδύματα, ἔχουν πλούσια κό­μη πού δηλώνει τά πολλαπλά χαρίσματά τους καί μία κορδέλα πού συμβολίζει τό «μάζεμα», τή συν­εχῆ συγ­κέν­τρωση τοῦ νοῦ στόν Θεό. Κάποιοι ἄγγελοι σκύβουν μέ σεβασμό πρός τό σπήλαιο, ἄλλοι δοξολογοῦν τόν Θεό στραμμένοι πρός τά οὐράνια καί ψάλλουν τό «δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰ­ρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» (Λκ 2,14), ἐνῶ ἕνας ἄγγελος μεταφέρει τό χαρμόσυ­νο ἄγγελμα στούς  ποιμένες ὅτι «ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτήρ» (Λκ 2,11).
  Οἱ βοσκοί εἶναι ἐκεῖνοι οἱ πρῶτοι ἁ­πλο­ϊ­κοί ἄνθρωποι πού πληροφορήθηκαν «τὸ ῥῆμα τοῦτο τὸ γεγονός» (Λκ 2,15) κι ἔσπευσαν νά  προσκυνήσουν τόν σωτήρα Χριστό. Συνοδεύονται ἀπό τά πρόβατά τους, πού πιθα­νόν νά ἀποτέλεσαν καί δῶ­ρο πρός τόν Ἐμμανουήλ, ἐνῶ ἄλλοτε ἀ­πεικονίζονται μέ φλογέρες· ἑνώνουν κι αὐτοί τό χαρμόσυνο τραγούδι τους μέ τό ἆσμα τῶν ἀγγέλων, συγχορεύουν γῆ καί οὐρανός. Ἀντιπροσωπεύ­ουν τήν καλοκάγαθη μερίδα τῶν ἀν­­θρώπων πού πίστεψαν καί λάτρεψαν ἀμέσως τόν Χριστό ὡς τόν ἀναμενόμενο Μεσσία.
  Στήν εἰκόνα ἁγιογραφοῦνται καί οἱ Μάγοι, παρόλο πού δέν προσκύνησαν τή βραδιά τῆς Γέννησης. Ἄλλοτε πάνω στίς καμῆλες τους κι ἄλλοτε σέ ἄλογα κρατώντας τά δῶρα τους ἐμ­φανίζονται στό σπήλαιο. Εἶναι οἱ σο­φοί τῆς ἐποχῆς τους κι ἀντιπροσωπεύουν τά ἔθνη, τούς ἀναζητητές τῆς Ἀλήθειας ἔξω ἀπό τόν χῶρο τοῦ Ἰσραήλ. Ἡ παρουσία τους παροτρύνει τούς ἀνθρώπους τοῦ πνεύματος ὅλων τῶν αἰώ­νων νά ἀναγνωρίσουν τή σοφία στό πρόσ­ωπο τοῦ Χριστοῦ, νά φωτιστεῖ ὁ δρόμος τους ἀπό τόν ἀ­στέρα καί νά κατακτήσουν τήν κατεξοχήν γνώση, πού δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τή γνώση τοῦ Θεοῦ. Ἄν κοιτάξουμε τούς μάγους προσεκτικά, διαπιστώνουμε στίς μορφές τους τή δια­φο­ρε­τική τους ἡλικία· μία ἀκόμη λεπτο­μέ­ρεια τῆς ὀρθόδοξης εἰκόνας πού σηματοδοτεῖ πώς ὁ Χριστός ἦρθε γιά κά­θε ἡλικία.
  Ἡ ὀρθόδοξη παράδοση ἀπεικονίζει  τή Γέννηση συμβολικά καί ἀντιρρεαλιστικά, χωρίς ρομαντισμούς καί συναισθηματισμούς. Στεκόμαστε μέ δέος, μέ συγκί­νηση μπροστά στήν εἰ­κόνα τῆς Γέννησης. Καί παρακαλοῦμε καί ἱκετεύουμε τόν Ἐμμανουήλ νά λειτουργήσει μέσα μας, νά δράσει. Κάθε ἀπεικονιζόμενο πρόσωπο ἤ στοιχεῖο νά ἀκουμπήσει τό μήνυμά του στήν καρδιά μας, νά τό μελετήσουμε προσ­­ευχητικά, κατανυκτικά, νά μποῦμε κι ἐμεῖς σέ μιά γωνιά τῆς εἰκόνας μαζί μέ τούς πιστούς ὅλων τῶν αἰώνων καί νά προσκυνήσουμε τό γεγονός πού ἄλλαξε τή ζωή μας…

Ἀγγελική Τσιραμπίδου
Φιλόλογος

"Ἀπολύτρωσις", Δεκ. 2015

Τετάρτη, 09 Δεκέμβριος 2015 17:30

Ποιός επιλέγει;

  Χριστούγεννα τοῦ 2015 καί οἱ πιστοί θά ἑορ­τάσουν καί πάλι τήν γέννηση τοῦ Κυρίου μέσα σ’ ἕναν κόσμο πού σπα­ράσ­σεται ἀπό τίς δυνάμεις τοῦ κακοῦ. Ἰδιαίτερα φέτος ἡ πατρίδα μας ἔχει τό θλι­βερό προνόμιο νά ὑποδέχεται αὐτή τήν περίοδο χι­λιάδες πρόσφυγες ἀπό τίς ἐμπόλεμες περιοχές τῆς Ἀσίας -κυρίως τῆς Συρίας-, οἱ ὁποῖοι φεύγουν ἀπό τίς ἑστίες τους ἀναζητώντας ἕνα καλύτερο αὔριο. Πό­σοι ἀπ’ αὐτούς τούς συναν­θρώπους μας βρίσκουν τρα­γικό θάνατο στά παγωμένα νερά τοῦ Αἰγαίου! Πό­σα παιδιά πνιγμένα ξεβράζει τό κῦμα στίς ἀκτές! Ἀμέτρητα τά θύματα, χιλιάδες οἱ κατε­στραμμένες ζωές ἀθώων. Ὁ πόλε­μος δείχνει τά δόντια του. Καί δέν εἶναι τό μόνο δεινό τῆς ἀν­θρωπότητας. Οἱ χῶ­ρες τοῦ τρίτου κόσμου, τό μεγα­λύτερο μέρος τοῦ πλανήτη μας, μαστίζον­ται ἀ­κόμη καί σήμερα ἀπό τήν πεῖνα καί τήν ἐξαθλίωση, τῶν ὁποίων αἰτία εἶναι ἡ πλεονεξία τῶν πλουσίων. Ἡ ἐμπορία ἀνθρώπων, ἰδίως γυναικῶν καί παιδιῶν, γιά ποικίλες μορφές ἐκ­μετάλλευσης τεί­νει νά πάρει διαστάσεις παγκό­σμιας ἐπι­δημίας. Καί ἀναρωτιέται αὐθόρμητα κα­νείς: «Γιατί, Θεέ μου; Πῶς ἐπιτρέπεις νά βασιλεύει τό κα­κό καί ἡ ἀδικία; Πῶς συμβι­βάζεται αὐτή ἡ κατά­σταση μέ τήν ἀγαθότητά Σου; Γιατί δέν ἐπεμβαίνεις νά σώσεις τήν εἰκόνα Σου, τόν ἄνθρωπο, ἀπό τήν καταστροφή καί τόν ὄλεθρο; Γιατί δέν τιμωρεῖς τούς ἐνόχους;».

adam c Ἀδιαφορεῖ, λοιπόν, ὁ Θεός μπροστά σ’ αὐ­τόν τόν θρίαμβο τῆς ἀπανθρωπιᾶς; Σιωπᾶ; Ὄχι· κάθε ἄλλο. Κατ’ ἀρχήν πρέπει νά τονισθεῖ ὅτι τό κακό δέν εἶναι ἐπιλογή τοῦ Θεοῦ ἀλλά τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεός προίκισε τόν ἄνθρωπο μέ τό δῶρο τῆς ἐλευθερίας. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ ἄνθρωπος μπο­ροῦσε νά ἐπιλέ­ξει ἀνά­μεσα στούς δύο -μοναδικούς- δρό­μους πού ἀνοί­γονταν μπροστά του: στήν ὁδό τοῦ Κυρίου καί στήν ὁδό τῆς ἄρ­νησής Του. Διάλεξε τόν δεύτερο. Καθο­δηγη­μένος ἀπό τόν Σα­τα­νᾶ, μέ ἀκέραια ὡστόσο τήν εὐθύνη τῆς ἐπιλογῆς του, ἐ­­πέλεξε νά ἀρνη­θεῖ τόν δημιουργό του. Αὐτή εἶναι ἡ πηγή καί ἡ ἀρχή τοῦ κα­κοῦ. Ἀπό τότε ὁ ἄνθρωπος, ἔχοντας τσα­κίσει τόν σύν­δε­σμό του μέ τήν ἀγάπη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, δέσμιος τῆς φθο­ρᾶς καί τοῦ θανά­του, παραδόθηκε σέ δυνά­μεις ἀντίθεες, στίς δυνάμεις τοῦ σκότους. Ἀπό τίς πρῶ­τες συνέπειες αὐ­τῆς τῆς κατά­στασης ἦταν ὁ ἀτομικισμός καί ἡ ἀντιπα­ρά­θεση καί τό μῖσος γιά τούς συνανθρώ­πους του. Ὁ Ἀδάμ ὀχυρώνει ἐπιμε­λῶς τόν ἑαυτό του. Δέν εὐθύνεται αὐτός γιά τήν παράβαση τῆς ἐντολῆς, λέ­ει, ἀλλά ἡ γυναίκα (Γέ 3,12). Ξαφνικά ἡ γυναίκα παύει νά εἶναι «ὀστοῦν ἐκ τῶν ὀστέων αὐ­τοῦ καὶ σὰρξ ἐκ τῆς σαρκὸς αὐτοῦ» (Γέ 2,23) καί γίνεται ὁ ἄλλος, πού τόν ἀπει­λεῖ. Λίγο ἀργό­τερα ὁ Κάιν θά σκοτώσει τόν ἀδελφό του τόν Ἄβελ ἀπό φθόνο, καί στήν συνέχεια μυριάδες μιμητές του θά προσ­θέσουν στό αἷμα τοῦ ἀδικοσκοτω­μένου τά αἵματα ἑκα­τομ­μυρίων ἀθώων.
 Ὁ Κύριος βδελύσσεται τό κακό (βλ. Ψα 5,5-7). Ὅλη ἡ διδασκαλία τῆς Βί­βλου, ὁ λόγος Του, εἶναι μιά ἀπερίφρα­στη καταγγελία τοῦ κακοῦ. Ἡ προτροπή τοῦ θεόπνευστου ψαλμωδοῦ «ἔκκλινον ἀπὸ κακοῦ καὶ ποίησον ἀγαθόν» (Ψα 33,15) ἠχεῖ σάν ἐπωδός στίς σελίδες της. Ὅμως ὁ Θεός, ἐπειδή ἀκριβῶς εἶ­ναι ἀγα­θό­τητα καί φιλανθρωπία (βλ. Α´ Ἰω 4,8), δέν ἐπεμ­βαί­νει στήν βούληση καί στίς ἀποφάσεις τοῦ πλάσματός του. Θά μποροῦ­σε ἀσφαλῶς νά τό κάνει. Θά μποροῦσε νά συνετίσει «πάντας τοὺς ἐρ­γαζομένους τὴν ἀνομίαν» (Ψα 5,6) μό­νο μέ μία ἐν­τολή του. Ἀλλά τότε ὁ ἄν­θρωπος θά ἔ­παυε νά εἶναι ἐλεύ­θερος. Θά ἔπαυε νά εἶναι ἄνθρω­πος. Θά μετα­βαλλόταν σ’ ἕνα ἄλογο καί ἀνε­λεύ­θερο ζῶο. Καί ὁ Κύ­ριος δέν θέ­λει κάτι τέτοιο. Σέβεται, λοι­πόν, ἀπολύτως τήν ἐλευ­θε­ρία του. Τήν σέβεται ἀκόμη καί ὅταν ὁ ἄνθρωπος σταυρώνει καί φονεύει ὄχι μόνο συναν­θρώπους του ἀλλά καί αὐτόν τόν ἴδιο τόν Υἱό Του. Ἀκόμη καί τότε ὑ­πομένει καί δέν ἀντιδρᾶ μέ τήν θεϊκή του δύ­ναμη. Μακροθυμεῖ καί πε­ριμέ­νει. Πε­ρι­μένει μέσα στούς αἰῶνες νά ἀν­ταποκριθεῖ ὁ ἄνθρωπος ἐλεύθερα στό κά­λεσμα τῆς ἀγάπης του καί νά με­τανοήσει· «ἰ­δοὺ ἕστηκα ἐπὶ τὴν θύραν καὶ κρούω· ἐάν τις ἀκούσῃ τῆς φωνῆς μου καὶ ἀνοί­ξῃ τὴν θύραν, καὶ εἰσε­λεύ­σομαι πρὸς αὐτὸν καὶ δειπνήσω μετ’ αὐ­τοῦ καὶ αὐ­τὸς μετ’ ἐμοῦ» (Ἀπ 3,20).   
  Ὡστόσο ὁ Θεός εἶναι καί Θεός δι­καιοσύνης. Ἤ μᾶλλον ἐπειδή εἶναι ἀγά­πη εἶναι καί δικαιοσύνη. Τό κακό δέν θά θριαμβεύει γιά πάντα. Οἱ κραυγές τῶν θυ­μάτων του ἔφθασαν «εἰς τὰ ὦτα Κυ­ρίου Σαβαώθ» (Ἰα 5,4). Ὁ πλοῦτος ὅ­σων ἀδικοῦν ἀμετανόητα θά σαπίσει, καί ὁ χρυσός πού συγ­κεν­τρώνουν θά σκου­ριά­σει, καί ἡ σκουριά του θά κα­τα­φάει τίς σάρκες τους (βλ. Ἰα 5,3). Ὁ Κύριος ἑτοι­μά­ζει κρίση. Ὄχι ὅ­τι ὁ Ἴδιος θά καταδικάσει τούς ἐνόχους. Θά τούς κα­τα­­δικά­σουν τά ἔργα τους (πρβλ. Ἰω 3,19-21). Ἐ­κείνη τήν φοβε­ρή ἡ­μέ­ρα τῆς Δευτέρας Πα­ρου­σίας του θά ἀνα­στη­θοῦν τά παι­­­διά πού κα­κοποιή­θη­καν καί ἔ­πε­σαν θύ­ματα στυ­γνῆς ἐκ­μετάλ­λευ­σης καί θά κρί­νουν τούς ἐκ­μεταλλευ­τές τους. Θά ἀ­να­στη­θοῦν ὅλοι ὅσοι τα­­πει­­­νώ­­θηκαν ἀπό τούς ὑ­­βρι­στές καί ἀλαζόνες αὐ­τῆς τῆς γῆς, καί θά τούς δεί­ξουν τόν δρόμο γιά τήν αἰώνια κόλα­ση. Κά­ποτε ὁ Κύριος θά «ἐξα­λείψει… πᾶν δά­κρυον… καὶ ὁ θά­να­­τος οὐκ ἔσται ἔτι, οὔτε πέν­θος οὔτε κραυ­γὴ οὔ­τε πόνος οὐκ ἔσται ἔτι» (Ἀπ 21,4). Κά­ποτε θά ἀνα­τεί­λει και­νούρ­­γιους οὐρα­νούς καί καινούρ­για γῆ «ἐν οἷς δι­καιο­σύνη κατοι­κεῖ» (Β΄ Πέ 3,13).
Τό ὑπόσχεται. Καί ὁ Κύριος τηρεῖ τίς ὑπο­σχέ­σεις του.

Εὐάγγελος Ἀλ. Δάκας

"Ἀπολύτρωσις", Δεκ. 2015

Κυριακή, 13 Δεκέμβριος 2015 18:44

Ὦ πτωχεία ὑπέρπλουτος

«Ὦ πτωχεία ὑπέρπλουτος!
Ὦ συγκατάβασις ὑπερύψιστος!»
gennesis nikodimos c «Μυστήριον ξένον καὶ παράδο­ξον» θά γιορ­τά­σουμε σέ λίγες μέρες. Ὁ Θε­ός μεταξύ τῶν ἀν­θρώ­πων, ὁ ἄ­χρο­­νος γεννᾶται ἐν χρόνῳ, ὁ ἀ­χώρη­τος κεί­τεται σέ μιά γωνιά τῆς γῆς… τῆς γῆς πού ὁ ἴδιος δημιούργησε.
 Κι ὅμως, ὅσο μεγάλος εἶναι ὁ ξέ­νος ἐπι­σκέ­πτης, τόσο ἀπέριττη εἶναι ἡ ὑποδοχή πού ἡ γῆ τοῦ ἐπιφυ­λάσσει. «Ποῦ εἶναι ἡ προετοιμασία;», ρωτᾶ ὁ ἅ­γιος Νικόδημος στό βιβλίο του «Πνευματικά Γυμνάσμα­τα», «ποῦ εἶναι ἡ ἀκολου­θία τῶν δούλων;». Ἔλα μέ­σα στό σπή­λαιο, μᾶς προ­­τρέπει, καί ὄχι μό­νον δέν θά βρεῖς τίποτε πε­ριτ­τό, ἀλ­λά ἀν­τίθετα θά δια­πι­στώ­σεις ὅτι λεί­πουν καί τά ἀ­ναγκαῖα… δέν εἶ­χε οὔ­τε τίς ἐλά­χι­στες ἐκεῖ­νες ἀνέσεις πού εἶχε στό φτω­χικό του σπίτι τῆς Ναζαρέτ. Ὁ Ἰη­σοῦς «προ­τίμησε ἑ­κου­σίως τή φτώ­χεια», δέν εἶ­χε οὔτε τά αὐτονόητα πού ὅλοι ἀπο­λάμβαναν τότε, τήν πε­ρίοδο τῆς ἀπο­γρα­φῆς.
 Καί τό σημαντικότερο; Ἀντίθετα ἀπό ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους, ὄχι μό­νον δέν βδελύσσεται τή φτώ­χεια, δέν καμώ­νεται τόν πλούσιο, ἀλλά «κά­νει ἐπί­δειξη τῆς φτώχειας του». Πῶς; «Φω­νάζει τούς ἀγγέλους ἀπό τούς οὐρανούς, ἀπό τούς ἀγρούς καλεῖ τούς ποιμένες γιά νά τόν προσκυ­νήσουν σέ κείνη τήν κα­τάσταση τῆς ἔνδειας καί τῆς ἐγκατάλειψης. Καλεῖ νά τόν ἐπι­σκε­φτοῦν σέ κεῖνο τόν θρόνο τῆς εὐ­τε­λέ­στα­της φάτ­νης καί σέ κείνη τήν αὐ­λή τοῦ πενιχρότατου σπη­λαίου! Καί σάν ἄλλος ἐπισκέπτης ὁ ἅγιος Νικό­δημος μπροστά σ᾽ αὐτό τό θέαμα ἀνα­φωνεῖ: «Ὦ πτω­­χεία ὑπέρπλουτος! Ὦ συγκα­τά­βασις ὑπερύψι­στος!»
 Καλεῖ καί ἐμᾶς ὁ Ἅγιος νά μετά­σχουμε στό θαῦ­μα τῆς πτώχευσης Αὐτοῦ,­­­­ στόν ὁποῖο ἀνήκει «τὸ χρυ­­σίον καὶ τὸ ἀργύριον», ὅπως λέει ὁ προ­­φή­της. Νά ἐπισκεφθοῦμε τόν μι­κρό Ἰησοῦ στόν «θρόνο» τῆς φάτνης, στήν αὐλή τοῦ σπηλαίου, νά πάρουμε τά μάτια ἀπό τίς βιτρί­νες τοῦ κόσμου καί νά σταθοῦμε μπροστά στό ἀπέριττο μετόχι τοῦ οὐ­ρα­νοῦ. Νά ἀπο­σύρουμε τόν νοῦ ἀπό τήν ἡ­δο­νή τοῦ πλούτου καί νά ἀναλο­γι­στοῦ­με τήν ὑ­πέρπλου­τη πτωχεία πού ἐ­κεῖνος ντύ­θη­κε. Νά νιώ­­σουμε ὄχι ντροπή γιά τήν ὅποια φτώχεια μας ἀλ­λά καμάρι, δι­ό­τι μᾶς κάνει ὁμοίους τοῦ πλουσιότε­ρου φτω­χοῦ πού πάτησε πά­νω σέ αὐτόν τόν πλανήτη.
 Τώρα, ἐσύ πού μελετᾶς αὐτές τίς γραμ­μές, γράφει ὁ ἅγιος Νικό­δη­μος, -καί σύ κι ἐγώ πού ζοῦμε αἰῶ­νες με­τά- τί ἔχεις νά πεῖς; Ποιόν θά ἀφή­σεις νά σέ κυριεύσει; Ὁ κόσμος πού σέ προ­τρέ­­πει νά ζητᾶς πρῶτα τά ἐπί­γεια πλού­­τη ἤ ὁ Χριστός πού νίκησε τόν κόσμο;

Δ. Καλογεράκη

Δρ Θεολογίας

"Ἀπολύτρωσις", Δεκ. 2015

 CHRISTMAS sxolio cἩ παγκοσμιοποιημένη ἐποχή μας καί ἡ νέα τάξη πραγμάτων, ἐνῶ ὅλο καί πιό πολύ καθιερώνει παγκόσμιες ἡμέρες καί γιορτάζει γενέθλια, ἐκτοπίζοντας τήν ὀνομαστική ἑορτή, δυσκολεύεται νά ἀποδεχτεῖ καί νά γιορτάσει τόν παγκόσμιο καί σωτήριο σταθμό τῆς ἱστορίας, τά γενέ­θλια τοῦ Χριστοῦ.
 Εἶναι γνωστό, βέβαια, ὅτι καί στό πα­ρελ­θόν πολλές φορές ἐπιχειρήθηκε ἡ κατάργηση τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων. Τό 1644 στή Βρεττανία ὁ Ὄλιβερ Κρόμγουελ καί τό κόμμα τῶν που­ριτα­νῶν θέλησαν νά καταργήσουν μέ νόμο τά Χριστούγεννα. Ἐπίσης, στήν κομμουνιστική Ρωσία εἶχαν ἀπαγορευθεῖ τά Χριστούγεννα ἀπό τό 1917 ὥς τό 1990, τότε καί κατέρρευσε τό καθεστώς καί ἐξῆλθε νικητής τό θεῖο Βρέφος. Ἡ χειρότερη ὅμως πολεμική κατά τῶν Χριστουγέννων εἶναι αὐτή τῆς ἐκκοσμίκευσης, ἡ ὁποία ὑποβαθμίζει τό ὑπερκόσμιο γεγο­νός σέ ἐγκόσμιο καί τό ἐγκλωβίζει μέ­σα σέ στενά ὑλιστικά πλαίσια. Φθά­σα­με ἔτσι νά προβάλλουμε μία ἐντελῶς εἰ­δωλο­λατρική ἀτμόσφαιρα στά σπίτια μας καί στήν κοινωνία μας καί τό ὅλο σκηνικό νά συμβάλλει στή «μαγεία τῶν Χριστου­γέν­νων».
 Στίς Η.Π.Α. καί σέ πολλές εὐρω­παϊκές χῶρες, γιά νά μήν προσβληθοῦν τάχα οἱ ἀλλόθρησκοι, ἐ­πιδίδονται σέ μία προσ­πάθεια ἀπάλειψης κάθε ἀναφορᾶς στά Χριστούγεννα. Δύσκολα βρίσκεις καί στή χώρα μας πιά στήν ἀγορά εὐχετήριες κάρτες πού νά ἀναγράφουν «καλά Χριστούγεννα». Συντονισμένες στό ἴδιο μῆ­κος κύματος καί οἱ μεγάλες ὁδικές ἀρτηρίες ἐκπέμπουν μέσῳ φωτεινῶν ἐπιγρα­φῶν τό μήνυμα «Καλές Γιορτές».
  Στά σχολεῖα, ἐπίσης, τά ἐγχειρίδια καθόλου δέν βοηθοῦν τούς μαθητές μέ­σα ἀπό τό ὑλικό τους νά προσεγγίσουν τό μυστήριο τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως. Οἱ χριστουγεννιάτικες γιορτές τους -κι αὐ­τές ἐν πολλοῖς ἀλλοιωμένες- παρουσιάζουν πλήν ἐξαιρέσεων καλικαντζάρους καί ξωτικά! Τί κρίμα! Ὁ Χριστός ἦρθε νά μᾶς ἀπαλλάξει ἀπό τήν πολυαρχία τῶν εἰδώλων κι ἐμεῖς προσπαθοῦμε νά τά ἀναστήσουμε διά τῆς βίας.
  Ἐπιπλέον, ἡ παγκοσμιοποίηση κατάφερε δυστυχῶς νά μᾶς κάνει νά πιστέψουμε πώς Χριστούγεννα χωρίς χριστου­γεννιάτικο δένδρο δέν ὑφίστανται!  Κατέληξε μάλιστα νά γίνει τό παγκόσμιο σύμβολο τῶν Χριστουγέννων, ἐνῶ πα­ράλ­ληλα πέτυχε νά βρίσκεται στό ἐπίκεντρο τῆς ἑορτῆς, ἀποσπώντας τήν προσ­ο­χή μας καί ἀπό Αὐτό ἀκόμη τό Θεῖο Βρέφος.
  Κι ὅπως δέν νοοῦνται Χριστούγεννα χωρίς δένδρο, ἔτσι δέν νοοῦνται Χρι­στού­γεννα χωρίς «Ἁι-Βασίλη». Ὁ «Σάντα Κλάους», ὅπως τόν λένε οἱ Δυτικοί -ὄ­νο­μα πού παραπέμπει στόν ἅγιο Νικόλαο-, δέν ἔρχεται πιά ἀπό τήν Καισάρεια ἀλλά ἀπό τόν Βόρειο Πόλο, χορηγίαις τῆς Coca-Cola Ἑλλάδος καί πάσης ὑφηλίου. Βεβαίως καμία σχέση δέν ἔχει μέ  τίς σεπτές ἀσκητικές μορφές τῶν ἁγίων Νι­κολάου καί Βασιλείου.
  Τό πιό ἀπογοητευτικό εἶναι ὅτι ἡ θεία Λειτουργία τῶν Χριστουγέννων ἔχει ἀντικατασταθεῖ  ἀπό τά ξενύχτια, τά «ρεβεγιόν» καί τή χαρτοπαιξία. Τόσο ὅμως ὁ 43ος κανόνας τῶν Ἀποστόλων, ὅσο καί ὁ 50ός τῆς ΣΤ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καταδικάζουν μέ ἀφορισμό τούς πιστούς πού παίζουν μέ χρήματα! 

  Ἀκόμη πολλοί στήν Ἑλλάδα τῆς κρίσης καί τῆς φτωχολογιᾶς ὀργανώνουν κατά μόνας ἤ συλλογικά ἀποδράσεις ἐν­τός καί ἐκτός Ἑλλάδος. Μεταξύ τῶν ἄλ­λων προσφιλής προορισμός ἐσχάτως ἀ­ποδείχθηκε  ὁ «Μύλος τῶν Ξωτικῶν» στά Τρίκαλα. Πέρυσι ὀκτακόσιες χιλιάδες Ἕλληνες «ὀρθόδοξοι» τίμησαν δεόντως «τό μεγαλύτερο ἐργοστάσιο παραγω­γῆς παιχνιδιῶν, χαρᾶς, δημιουργίας, ἐλ­πί­δας», ὅπως μέσῳ διαφημίσεων αὐτοχαρακτηριζόταν. Μεγαλεπήβολοι οἱ στόχοι του: «Νά σκορπίσουν καί πάλι τά χαμόγε­λα, πού τόσο μά τόσο μᾶς ἔχουν λείψει. ... Ὁ Ἁι-Βασίλης καί τά ξωτικά γιά πρώ­τη φορά μοιράζονται μαζί μας τά πολύ καλά κρυμμένα μαγικά μυστικά τῆς ἐπιτυχημένης ὅλα αὐτά τά χρόνια ἀ­πο­στο­λῆς τους».
  Γιά ὅλη αὐτή τήν ἀντι-χριστουγεννιάτικη περιρρέουσα ἀτμόσφαιρα καί τή βεβήλωση τῆς γέννησης τοῦ Χριστοῦ ὅ­ποιος σέβεται τόν Χριστό καί τήν Ἑλλάδα αἰσθάνεται ἱερή ἀγανάκτηση. Μήπως ἐν τέλει ζοῦμε σέ κοινωνία νεο-εἰδωλολατρική, πού ὅλο καί περισσότερο ἀποϊεροποιεῖ τά Χριστούγεννα καί ἀντικαθιστᾶ τήν ἀναφορά στό σωτήριο ἐπέκεινα μέ νέα εἴδωλα, ξόανα καί ὑλικά ἀγαθά; Μέ θρασύτητα παρατηροῦμε νά γκρεμίζεται ὅ,τι ἔχει ἀπομείνει ἀκόμη ὄρθιο ἀπό τά ἁγνά ἤθη καί ἔθιμα τοῦ ὀδυνώμενου λα­οῦ μας καί νά ἰσοπεδώνονται τά αἰώνια ἰδανικά μας. Πῶς ἡ ψυχή πού διψᾶ γιά ἀλήθεια καί ἀγάπη νά ξεδιψάσει πρα­γματικά μέ τέτοια ὑποκατάστατα; Πῶς νά γεμίσει μέ χαρά καί πληρότητα, ὅταν ἀπό τά Χριστούγεννα λείπει αὐτός ὁ ἴδιος ὁ Χριστός; Ἀποτέλεσμα: Γευόμαστε «τά Χριστούγεννα τῆς μοναξιᾶς, τῆς μελαγχολίας, τῆς κατάθλιψης». Νά οἱ καρποί τῆς ἄσωτης γιορτῆς!
 Θά πρέπει νά τό καταλάβουμε ὅτι σήμερα προπαντός ἔχουμε ἀνάγκη ἀπό αὐ­τή τή ζωοδότρα πηγή, γιά νά παραμυ­θήσει τόν πόνο μας καί νά φωτίσει τά σκο­τάδια μας. Ἡ πολλαπλή κρίση πού βιώνουμε δέν μπορεῖ νά ἀντιμετωπισθεῖ ἀποτελεσματικά, ἄν δέν χρησιμοποιή­σουμε ἰσχυρά καί δοκιμασμένα πνευματικά ἀντίδοτα: τήν πίστη καί τήν ἐλπίδα μας στόν παντοδύναμο Κύριό μας καί τήν προσκύνηση τοῦ νηπιάζοντος Θεοῦ.
  Καί καθώς ὅσοι ἐπιμένουν νά γιορτάζουν ρωμαίικα Χριστούγεννα βρίσκουν τήν εὐκαιρία αὐτές τίς ἡμέρες νά ξεφυλλίσουν λίγο Παπαδιαμάντη ἤ Κόντογλου, κλείνουμε μέ ἕνα ἀπόσπασμα ἀπό τόν δεύτερο, ἀφοῦ φέτος συμπληρώνονται πενήντα χρόνια ἀπό τήν κοίμησή του: «Ἀ­δέλφια μου, φυλάξτε τά ἑλληνικά συνήθειά μας, γιορτάστε ὅπως γιορτάζανε οἱ πατεράδες σας, καί μή ξεγελιόσαστε μέ τά ξένα κι ἄνοστα πυροτεχνήματα. Οἱ δι­κές μας οἱ γιορτές ἀ­δελ­φώνουν τούς ἀν­θρώπους, τούς ἑνώνει ἡ ἀγάπη τοῦ Χρι­στοῦ. Μήν κάνετε ἐπι­δείξεις. ῾῾Εὐ­φράν­θητε ἑορτάζοντες᾽᾽. Ἀ­κοῦστε τί λένε τά παιδάκια πού λένε τά κάλαντα:  ῾῾Καί βάλετε τά ροῦχα σας, εὔ­μορφα ἐνδυ­θῆτε, στήν ἐκκλησίαν τρέξετε, μέ προθυμίαν μπῆτε, ν’ ἀκούσετε μέ προσοχήν ὅλην τήν ὑμνωδίαν, καί μέ πολλήν εὐλάβειαν τήν θείαν Λειτουργίαν. Καί πάλιν σάν γυρίσετε εἰς τό ἀρ­χοντικόν σας, εὐθύς τραπέζι στρώσετε, βάλτε τό φαγητόν σας. Καί τόν σταυρόν σας κάνετε, γευθῆτε, εὐ­φρανθῆτε. Δῶ­στε καί κανενός φτωχοῦ ὅστις τό ὑστερεῖται᾽᾽».

Εὐδοξία Αὐγουστίνου

Φιλόλογος - Θεολόγος

"Ἀπολύτρωσις", Δεκ. 2015

Παρασκευή, 26 Μάιος 2023 00:26

Τύπος καί οὐσία

 leitoyrgia Μιά ἀπό τίς κατηγορίες τῶν φαρισαίων σέ βάρος τοῦ Χριστοῦ ἦταν ὅτι ὁ Χριστός συναναστρεφόταν τούς τελῶνες. Οἱ τελῶνες εἶχαν τή γενική καταφρόνια τοῦ ἰουδαϊκοῦ λαοῦ. Θεωροῦνταν δοσίλογοι καί ἁμαρτωλοί, διότι συνεργάζονταν μέ τίς ἀρχές τῆς ρωμαϊκῆς κατοχῆς στήν εἴσπραξη τῶν φόρων, πού γινόταν στίς λαϊκές ἀγορές τήν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου. Δηλαδή ἦταν δοσίλογοι ὡς ἐθνικοί μειοδότες καί ἁμαρτωλοί ὡς παραβάτες τῆς ἀργίας τοῦ Σαββάτου, πού ὅριζε ὁ μωσαϊκός νόμος.
  Ὁ Χριστός δέν περιφρονοῦσε κανέναν ἄνθρωπο καί φυσικά οὔτε τούς τελῶνες. Μερικούς ἀπό αὐτούς μάλιστα τούς ἔκαμε ἀποστόλους του, ὅπως τόν ἀπόστολο Ματθαῖο. Πήγαινε στά σπίτια τους, ὅπως ἔκαμε στήν περίπτωση τοῦ ἀρχιτελώνη Ζακχαίου. Συμμετεῖχε στά δεῖπνα πού ὀργάνωναν καί συνέτρωγε μαζί τους. Ἡ συμπεριφορά αὐτή τοῦ Χριστοῦ ἦταν πρόκληση γιά τούς φαρισαίους, πού εἶχαν θεοποιήσει τήν τυπική ἐφαρμογή τοῦ νόμου. Σχολίαζαν πικρόχολα στούς μαθητές του Κυρίου: Γιατί ὁ διδάσκαλός σας συντρώγει μέ τελῶνες, πού εἶναι ἁμαρτωλοί; Ὁ Χριστός ἀπέκρουε τήν κατηγορία τῶν φαρισαίων μέ τόν ἰσχυρισμό ὅτι ὁ ρόλος του ἦταν νά θεραπεύει τούς ἀνθρώπους καί ὄχι νά τούς κρίνει. Ἔπρεπε ἑπομένως νά μή σταθεῖ στόν τύπο, πού ἐπέβαλε τήν περιφρόνηση τῶν ἁμαρτωλῶν, ἀλλά νά προχωρήσει στή οὐσία, πού ἦταν ὅτι καί οἱ τελῶνες ὡς παιδιά τοῦ Θεοῦ χρειάζονταν θεραπεία καί σωτηρία.
  Ἄλλη βασική κατηγορία τῶν φαρισαίων ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ ἦταν ὅτι ὁ Χριστός ὁ ἴδιος παραβίαζε τήν ἀργία πού ὅριζε ὁ μωσαϊκός νόμος, διότι θεράπευε ἀρρώστους τήν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου. Πράγματι ὁ Κύριος ἔκαμε πολλές θεραπεῖες ἡμέρα Σαββάτου. Θεράπευσε τόν ἐκ γενετῆς τυφλό, τόν παράλυτο πού τοῦ εἶπε μάλιστα νά κουβαλήσει τό κρεβάτι του μέρα ἀργίας, τή συγκύπτουσα καί τόν χωλό στή συναγωγή κτλ. Τό ἐπιχείρημα τοῦ Κυρίου ἦταν ὅτι ἡ ἀργία τοῦ Σαββάτου ἦταν ἕνας τύπος, πού ἔγινε γιά νά ἐξυπηρετεῖ τόν ἄνθρωπο καί ὄχι νά τόν καταδυναστεύει. Ἔβαζε δηλαδή τόν ἄνθρωπο πάνω ἀπό κάθε νομική διάταξη. Προτιμοῦσε τήν οὐσία πού ἐξυπηρετοῦσε τόν ἄνθρωπο καί ὄχι τόν τύπο πού τόν ταλαιπωροῦσε.
  Ἀκόμα καί ἄλλες κατηγορίες σχετικές μέ παράβαση τυπικῶν διατάξεων τοῦ νόμου διατύπωναν οἱ φαρισαῖοι ἐναντίον τοῦ Κυρίου. Τόν κατηγοροῦσαν ὅτι δέν νήστευε ὅπως ὅριζε ὁ νόμος, ὅτι δέν τηροῦσε τούς κανόνες καθαρμοῦ πρίν ἀπό τό γεῦμα καί τό δεῖπνο κτλ. Ὁ Χριστός σέ ὅλες τίς περιπτώσεις τῶν κατηγοριῶν αὐτῶν ὑπενθύμιζε τόν προφητικό λόγο «ἔλεον θέλω καί οὐ θυσίαν». Δηλαδή ἀπέκρουε τίς φαρισαϊκές κατηγορίες μέ τή θέση ὅτι ὁ Θεός δέν ζητᾶ ἀπό τούς ἀνθρώπους δυσβάστακτα βάρη καί ἐξωτερικές τυπολατρίες, ἀλλά ἀγάπη καί εἰλικρινῆ εὐσέβεια.
  Εἶναι πάρα πολύ σημαντική ἡ θέση αὐτή τοῦ Κυρίου καί μᾶς ἀφορᾶ ὅλους. Γι’ αὐτό τά ἱερά εὐαγγέλια περιέσωσαν τά περιστατικά πού τήν προκάλεσαν. Κάποιες φορές μερικοί χριστιανοί φαρισαΐζουμε, χωρίς ἴσως νά τό καταλαβαίνουμε. Περιορίζουμε τή χριστιανικότητά μας σέ σκέτη τυπολα¬τρία ἤ τό πολύ-πολύ σέ ξερή καθηκοντολογία.
  Νομίζουμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος γίνεται σωστός χριστιανός μόνο καί μόνο μέ τήν ἐξωτερική συμμόρφωσή του πρός τίς λατρευτικές καί ἠθικές διατάξεις τῆς Ἐκκλησίας. Ξεχνοῦμε τή βεβαίωση τοῦ ἀποστόλου Παύλου ὅτι τίποτε δέν εἴμαστε καί ὅταν ἀκόμα φτάσουμε τούς ἀγγέλους σέ γλωσσολαλιές καί ὅταν ψωμίσουμε ὅλα τά ὑπάρχοντά μας καί τά διανείμουμε στούς φτωχούς, ἐάν δέν ἔχουμε ἀγάπη μέσα μας. Δέν καταλαβαίνουμε ὅτι, ὅταν ὑπερτονίζουμε τήν ἐξωτερική συμμόρφωσή μας σέ τύπους καί νόμους, κινδυνεύουμε νά περιπέσουμε στή δαιμονική ψευδαίσθηση τῆς αὐτάρκειας. Δηλαδή ἐπειδή τηροῦμε τίς τυπικές διατάξεις τῆς Ἐκκλησίας, φτάνουμε κάποτε νά νιώθουμε ὅτι μέ τό σπαθί μας κερδίζουμε καί τή σωτηρία. Γι’ αὐτό στίς περιπτώσεις αὐτές δυσκολευόμαστε νά εὐγνωμονοῦμε «ἐκ βαθέων» τόν Θεό. Γιατί δέν αἰσθανόμαστε τή δωρεά Του.
  Ὅμως ὅταν οἱ Χριστιανοί καταληφθοῦν ἀπό τήν ψευδαίσθηση αὐτή, ὅτι μέ τή δική τους τήρηση τῶν νόμων ἐξασφαλίζουν τή χριστιανικότητα, μοιραῖα καταλαμβάνονται ἀπό τήν σατανική ἔπαρση· ξεχωρίζουν τούς ἑαυτούς τους ἀπό τούς ἄλλους· θεωροῦν ἁμαρτωλούς καί καταδικασμένους ὅσους δέν συμφωνοῦν μαζί τους στήν τυπολατρική καί νομικίστικη νοοτροπία τους, περιχαρακώνονται σέ κλειστές κάστες, ἀποκόπτονται ἀπό τήν ἐνοριακή Ἐκκλησία, αὐτοθεωροῦνται οἱ «ἐλίτ» τῆς Ἐκκλησίας, θυμίζουν μέ τή συμπεριφορά καί τό ἦθος τους τήν ἄψογη ἐμφάνιση, ἀλλά ὕπουλη καί δολερή ψυχή τῶν φαρισαίων. Εἶναι οἱ χριστιανοί τῶν τύπων, πού δέν γεύτηκαν, παρ’ ὅλες τίς ἐπίπονες ἴσως προσπάθειές τους, τή χαρά καί τήν οὐσία τῆς γνήσιας χριστιανικότητας.
  Ὑπάρχουν καί μερικοί ἄλλοι χριστιανοί, πού ἀπό ἀντίθεση πρός τούς φαρισαΐζοντες κάθε ἐποχῆς, καταντοῦν στό ἄλλο ἄκρο. Περιφρονοῦν κάθε ἠθική καί λατρευτική τάξη τῆς Ἐκκλησίας ὡς δῆθεν ὑποκριτική τυπολατρία καί σκοταδιστικό ἠθικισμό. Ὁμιλοῦν γενικά καί ἀόριστα καί «κουλτουριάρικα» γιά κάποια ἀφηρημένη καί ἀπροσδιόριστη ἐσωτερικότητα ἤ γιά κάποια οἰκονομικίστικη κατευθυνόμενη ἀπό τήν Πολιτεία κοινωνικότητα καί θεωροῦν αὐτές τίς «κενολογίες» ὡς τή γνήσια χριστιανικότητα. Θεωροῦν γενικά τελείως ἄχρηστους τούς τύπους στήν ἐκκλησιαστική λατρεία· ἀποκρούουν ὡς ἀναχρονιστικές τίς ἠθικές ἐπιταγές τῆς Ἐκκλησίας. Μέ πρόφαση τήν ἐλευθερία, ἐπινοοῦν κάποιο Χριστιανισμό κομμένο καί ραμμένο στά μέτρα τῆς ἰδιοσυγκρασίας καί τῆς νοοτροπίας τῆς ἐποχῆς καί τῆς συντροφιᾶς τους.
  Πρέπει νά τό ποῦμε ξεκάθαρα. Βρίσκονται σέ πλάνη καί οἱ πρῶτοι καί οἱ δεύτεροι. Οἱ τυπολάτρες καταντοῦν φαρισαῖοι τῆς ἐποχῆς μας. Οἱ ἀρνητές τῶν ἐκκλησιαστικῶν τύπων καί ἠθικῶν διαταγῶν εἶναι οἱ εἰκονοκλάστες τῶν καιρῶν μας, γίνονται οὐσιαστικά ἀρνητές τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας.
  Εἶναι βέβαιο, ὅτι ὁ τύπος χωρίς οὐσία σίγουρα ὁδηγεῖ στήν εἰδωλολατρία, στόν φανατισμό καί τόν σκοταδισμό. Ἀλλ’ ἐξ ἴσου βέβαιο εἶναι ὅτι καί ἡ παντελής ἄρνηση τῶν τύπων καί τῶν ἠθικῶν ἐπιταγῶν, σίγουρα ὁδηγεῖ σέ ἀπώλεια τῆς οὐσίας τῆς χριστιανικότητας. Ἀσφαλῶς ἐκεῖνο πού ἔχει ἀξία στό αὐγό εἶναι τό ἐσωτερικό του καί ὄχι τό τσόφλι· ἀλλά ἐξ ἴσου σίγουρο εἶναι ὅτι δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει τό ἐσωτερικό τοῦ αὐγοῦ χωρίς τό τσόφλι του. Ἔτσι γίνεται καί μέ τό θέμα τῆς οὐσίας καί τῶν τύπων στήν ἐκκλησιαστική ζωή.
  Οὐσία τῆς γνήσιας χριστιανικότητας, τῆς πραγματικῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς εἶναι ἡ πνευματική καί βουλητική καί σωματική ἕνωση τοῦ χριστιανοῦ μέ τόν Θεάνθρωπο Χριστό. Ἡ τριπλή αὐτή ἕνωση κάνει τόν ἄνθρωπο πραγματικά «καινή κτίση», θεανθρώπινη ὕπαρξη, πού συμπεριφέρεται στόν κόσμο μέ τιμή καί μέ σεβασμό καί μέ ἀρωγή πρός ὅλους τούς ἄλλους ἀνθρώπους, πρός τούς δικαίους καί πρός τούς ἀδίκους, πρός τούς εὐσεβεῖς καί πρός τούς ἁμαρτωλούς.
  Ὅμως στή γνήσια αὐτή ἐκκλησιαστική ζωή, στό πνευματικό καί βουλητικό καί σωματικό αὐτό μπόλιασμα τοῦ χριστιανοῦ μέ τόν Χριστό δέν φτάνει ὁ ἄνθρωπος ἀπό μόνος του καί θεωρητικά. Χρειάζεται βοήθεια, καθοδήγηση, συμπαράσταση. Ἀκριβῶς αὐτή τή βοήθεια πού χρειάζεται ὁ χριστιανός στήν πορεία του πρός τήν χριστοποίηση τήν προσφέρει ἡ Ἐκκλησία μέ τούς λατρευτικούς τύπους της καί μέ τούς ἠθικούς κανόνες της. Χωρίς τά μέσα αὐτά τῆς Ἐκκλησίας, δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά βρεῖ τή λύτρωσή του. Ἀλλά καί ὅταν στέκεται μόνο στά μέσα αὐτά ὁ χριστιανός καί ξεχνᾶ τόν στόχο του, καί τότε ἐκτρέπεται ἀπό τόν προορισμό του.
  Τό σωστό, λοιπόν, εἶναι: οἱ χριστιανοί νά μή μένουν προσκολλημένοι δουλικά στούς τύπους καί στά ἐξωτερικά μόνο καθήκοντα, πού δέν ἀλλάζουν τό βάθος τῆς ὑπάρξεώς τους. Ἀλλά καί νά μή περιπίπτουν στήν ψευδαίσθηση ὅτι μόνοι τους θά τά καταφέρουν, χωρίς τήν ἐκκλησιαστική τάξη. Νά τηροῦν τήν ἐκκλησιαστική τάξη καί μέσα ἀπό αὐτήν νά στοχεύουν στήν ἕνωσή τους μέ τόν Χριστό, πού τούς μεταποιεῖ σέ σωστούς χριστιανούς, σέ ἁγίους πού σέβονται τόν Θεό καί τιμοῦν ὅλους τούς ἀνθρώπους.

Δῆμος Ματσκίδης
Ἀπολύτρωσις 47 (1992) 145-147