Τά σκαλοπάτια τοῦ Ἁγίου Δημητρίου ἦταν γεμάτα ἀπό κόσμο. Καί δέν ἦταν μονάχα οἱ συνηθισμένοι προσκυνητές οὔτε μονάχα οἱ ἀμέτρητοι ζητιάνοι πού μ᾽ ἁπλωμένο τό χέρι ἔλεγαν καί ξαναέλεγαν τήν ἴδια κουβέντα: «Νά πάρω γάλα γιά τό παιδάκι μου!». Σήμερα στά σκαλοπάτια τοῦ Ἁγίου ἦταν μαζεμένα παιδιά, πολλά παιδιά!
Κοντοστάθηκε ὁ Βαγγέλης και ἐντελῶς ἀσυναίσθητα ἑστίασε τό βλέμμα του στά παιδιά.
Ὁ Ἀντώνης πού περπατοῦσε δίπλα του τόν κοίταξε μέ ἀπορία. «Τί συμβαίνει;», τόν ρώτησε μέ ἕνα κούνημα τοῦ κεφαλιοῦ του, μά ὁ Βαγγέλης δέν ἀπάντησε.
- Νά, ρέ Βαγγέλη, αὐτό δέν τό χωνεύω! εἶπε ὁ Ἀντώνης. Νά κουβαλᾶνε σάν πρόβατα τά παιδιά στίς ἐκκλησίες καί νά τά κάνουν πλύση ἐγκεφάλου γιά τούς ἁγίους!
- Ναί, ἀπάντησε ὁ Βαγγέλης οὔτε κι ἐγώ! μά ὁ τόνος τῆς φωνῆς του δέν ἔδειχνε, δέν ἀποτύπωνε τό περιεχόμενο τῶν λόγων του.
Τά σκαλοπάτια τοῦ Ἁγίου Δημητρίου χάθηκαν ἀπό τά μάτια τοῦ Βαγγέλη, ὄχι ὅμως ἀπό τή σκέψη του. Ἐκεῖ ἔμειναν τυπωμένα, σκαλωμένα θαρρεῖς, καί ὅταν ἀκόμα γύρισε στό δωμάτιό του.
Πῶς τή θυμᾶται τή μέρα πού ἦρθε ἀπό τό μικρό χωριό του στή Θεσσαλονίκη γιά νά σπουδάσει δικηγόρος!
- Θά πᾶς, γιέ μου, ὁλόισια στόν Ἁι-Δημήτρη καί θά ἀνάψεις πρῶτα κερί στή χάρη του! Ἄ, νά μ᾽ ἀξιώσει ὁ Θεός μιά μέρα νά πάω κι ἐγώ νά προσκυνήσω! Ἡ γιαγιά Σοφία σταύρωσε, ξανασταύρωσε τόν ἐγγονό της καί τοῦ ἔβαλε στό χέρι ἕνα δεκάευρο.
- Θά τό ἀνάψεις ὅλο στόν Ἅγιο, τοῦ εἶπε καί τόν φίλησε.
Ἐκεῖ, στά σκαλοπάτια τοῦ Ἁγίου, τόν συνάντησαν ὁ Στράτος καί ὁ Νῖκος. Ἀπό κεῖ ξεκίνησε ἡ γνωριμία του μέ τήν ὁμάδα τῶν Χριστιανῶν Φοιτητῶν πού τόσο τόν ἀγάπησαν ἀλλά καί τόσο ἀγάπησε!
Καί ὕστερα ἦρθαν κάποια ἄλλα σκαλοπάτια πού τά κατέβηκε σιγά-σιγά δίχως νά τό καταλάβει. Ἦταν ὁ Ἀντώνης, ὁ Γιάννης, ἡ Ζωή. Ἦταν ἡ τόσο δυναμική παρουσία τους στόν χῶρο τοῦ Πανεπιστημίου. Ἦταν οἱ ἰδέες γιά τήν ἰσότητα καί τήν ἐπανάσταση. Ἦταν ἡ κολακεία πώς ἕνα μυαλό σάν τό δικό του ἤτανε κρίμα νά τό κρατάει γεμάτο μέ σκουριασμένες ἰδέες. Ἦταν... ἦταν...
Κοίταξε ἄκεφος τό ρολόι του ὁ Βαγγέλης. Σέ μιά ὥρα ἔπρεπε νά εἶναι στό Πανεπιστήμιο. Θά πήγαινε στήν πρώτη φε- τινή παράδοση. Στό πρῶτο ἔτος τόν συνόδεψαν ὥς τό ἀμφιθέατρο τῆς σχολῆς του ὁ Νῖκος καί ὁ Στράτος! Τρία χρόνια πέρασαν ἀπό τότε.
Μά τί τόν ἔπιασε σήμερα! Παντοῦ μπροστά του ὁ Νῖκος καί ὁ Στράτος!
Τό κινητό του κτύπησε πολλές φορές ὥς νά τό ἀκούσει ὁ Βαγγέλης.
- Ἔλα, Βαγγέλη, νά περάσω νά σέ πάρω γιά τό μάθημα; Ἡ φωνή τοῦ Ἀντώνη τοῦ φάνηκε τόσο ξένη, τόσο μακρινή.
- Πήγαινε καλύτερα μόνος σου καί θά συναντηθοῦμε ἐκεῖ! ἀπάντησε ὁ Βαγγέλης καί ἔκλεισε δίχως ἄλλη ἐξήγηση τό τηλέφωνο.
Τεταρτοετής φοιτητής τῆς Νομικῆς! Ἐνεργό μέλος τοῦ φοιτητικοῦ κινήματος! Καί;
Βγῆκε συλλογισμένος ὁ Βαγγέλης. Τά βήματά του τόν ἔφεραν δίχως νά τό καταλάβει καί πάλι στήν Ἁγίου Δημητρίου. Στάθηκε ἀπέναντι ἀπό τόν ἐπιβλητικό ναό καί κοίταξε μέ κρυφή λαχτάρα τά σκαλοπάτια. Τά παιδιά δέν ἦταν πιά ἐκεῖ. Οἱ ἄνθρωποι ἀνέβαιναν καί κατέβαιναν, οἱ ζητιάνοι ἦταν ἐκεῖ στή θέση τους, μά τά σκαλοπάτια ἦταν ἄδεια ἀπό παιδιά.
Πέρασε ἀπέναντι ὁ Βαγγέλης καί κάθησε σ᾽ ἕνα σκαλί. Ἐκεῖ πού πρίν τρία χρόνια κάθονταν τά παιδιά τῶν Κατηχητικῶν τοῦ Στράτου καί τοῦ Νίκου τή μέρα πού τούς γνώρισε.
Τί ὄμορφη εἰκόνα! Καί ὁ Νῖκος ὄρθιος ἀνάμεσα τους νά τούς μιλᾶ γιά τόν καβαλάρη ἅγιο πού ἦταν κατηχητής!
Πόσα δέν εἶπε στό τηλέφωνο στούς δικούς του ἐκείνη τή μέρα! Πόσο χαρούμενος γύρισε στό μικρό του δωμάτιο.
- Ἄμ, τί νόμισες, παιδί μου! τοῦ εἶπε χαρούμενη ἡ γιαγιά. Τζάμπα τ᾽ ἀνάβω κάθε μέρα τό καντήλι τοῦ Ἁγίου; Τοῦ παρήγγειλα νά σέ περιμένει ἐκεῖ καί σέ περίμενε, παλληκάρι μου!
Τό ἐλαφρύ διακριτικό σπρώξιμο στόν ὦμο τόν ἔκανε νά σηκώσει ξαφνιασμένος τό κεφάλι. Τό μικρό ἀγόρι πού στεκόταν μπροστά του τόν κοιτοῦσε μέ συμπάθεια.
- Πάρε, τοῦ εἶπε καί τοῦ ἔχωσε στή χούφτα ἕνα δίευρο!
Πρίν προλάβει ὁ Βαγγέλης νά συνειδητοποιήσει τί ἔκανε τό παιδί, ἐκεῖνο εἶχε ἐξαφανιστεῖ μέσα στόν κόσμο!
Στήν ἀρχή σοκαρίστηκε. Ὁ μικρός τόν πέρασε γιά ζητιάνο! Ὅμως γρήγορα συνῆλθε!
Καί μήπως δέν ἦταν; Ζητιάνος ἦταν! Ζητιάνος στά σκαλοπάτια τοῦ Ἁγίου, ζητιάνευε λίγη ἀπό τή χαμένη του χαρά, ζητιάνευε τήν πίστη πού πρόδωσε! Ζητιά- νευε τούς φίλους πού ἐγκατέλειψε!
Πολλές φορές χτύπησε τό κινητό του καί ὅλες τίς φορές τό ὄνομα τοῦ Ἀντώνη ξεπρόβαλλε στήν ὀθόνη του. Δέν τό σήκωσε ὁ Βαγγέλης. Ὄχι! Ὁ Ἀντώνης καί ἡ παρέα του δέν χωροῦσαν σέ τούτη τήν ὥρα.
Ἔσφιξε τό νόμισμα τῆς «ζητιανιᾶς του» στή χούφτα του τήν ἱδρωμένη. Σηκώθηκε καί ἀνέβηκε σταθερά τά σκαλιά. Μπῆκε δακρυσμένος στόν ναό καί ἔριξε τό νόμισμα στό παγκάρι. Ἄναψε τό κερί καί σιγομουρμούρισε.
- Σ᾽ εὐχαριστῶ πού μέ περίμενες!
Οἱ δέκα ἀναπάντητες κλήσεις πού βρῆκε στό κινητό του, ὅλες ἀπό τόν Ἀντώνη, τόν ἔκαναν νά χαμογελάσει πικρά!
«Δέν πειράζει», σκέφτηκε, «ὅταν γιά χάρη σας ἐγκατέλειπα τόν Θεό καί τούς δικούς του εἶχα ἄπειρες κλήσεις ἀπό τόν Νῖκο καί τόν Στράτο καί δέν τούς ἀπάντησα! Καιρός νά τό κάνω!» εἶπε ἀποφασισμένος καί ψάχνοντας στίς «ἐπαφές» του βρῆκε τό ὄνομα τοῦ Νίκου.
- Ὁ Βαγγέλης εἶμαι, Νῖκο!
- Ποῦ εἶσαι; ἀκούστηκε χαρούμενη ἡ φωνή τοῦ Νίκου.
- Ἐκεῖ πού συναντηθήκαμε γιά πρώτη φορά, εἶπε συγκινημένος ὁ Βαγγέλης.
- Στά σκαλοπάτια τοῦ Ἁγίου Δημητρίου! ἀναφώνησε ὁ Νῖκος. Ἔρχομαι!
Ἔκλεισε τό κινητό του χαρούμενος καί τότε εἶδε πώς εἶχε ἕνα μήνυμα.
«Βαγγέλη, ἔπαθες τίποτε, σοῦ συνέβη κάτι;». Χαμογέλασε ὁ Βαγγέλης στό μήνυμα τοῦ Ἀντώνη.
«Ναί, μοῦ συνέβη! Μόλις ἀνέβηκα τά σκαλοπάτια πού μαζί σας κατέβηκα!», τοῦ ἀπάντησε καί ἀπενεργοποίησε τό τηλέφωνό του.
- Ξαναγυρνῶ ἐκεῖ ἀπ᾽ ὅπου ξεκίνησα, ψιθύρισε καί ἔνιωσε ὅτι ἤδη βρισκόταν στό «πρῶτο σκαλί»!
Ἑλένη Βασιλείου
«Γιά τή μητέρα γλῶσσα μας τά λάβαρα κρατῆστε» (Παλαμᾶς)
«Προφανῶς εἶναι παρά φύσιν αὐτό πού συμβαίνει σήμερα, νά διδάσκονται τρεῖς ὧρες Ἀρχαῖα καί δύο Νέα Ἑλληνικά στήν Α´ Γυμνασίου», δήλωσε ἐσχάτως ὁ ὑπουργός Παιδείας τῆς κυβέρνησης, πού -ὑποβοηθούμενη καί ἀπό συμπλέοντες τῶν ἄλλων παρατάξεων- καθιερώνει τά ὄντως παρά φύσιν ὡς κατά φύσιν καί τά νομιμοποιεῖ. Ἔτσι, κατά τό ἐπετειακό ἔτος Ἀριστοτέλη, μέ ΦΕΚ (1640/9-6-2016), μειώθηκε ὁ χρόνος διδασκαλίας τῶν Ἀρχαίων Ἑλληνικῶν στό Γυμνάσιο. Ἡ σταδιακή συρρίκνωση, ὅμως, τῶν κλασικῶν σπουδῶν, τήν ὁποία παρακολουθοῦμε, συνιστᾶ ἀνεπανόρθωτη ἀπώλεια γιά τό ἐκπαιδευτικό σύστημα.
Ἡ Δευτεροβάθμια Ἐκπαίδευση, ὡς γνωστό, στοχεύει μεταξύ ἄλλων στό νά καλλιεργήσει στόν μαθητή κριτική ἱκανότητα, δημιουργική σκέψη, παρατηρητικότητα κτλ. Ἐργαλεῖο δοκιμασμένο στήν πορεία τοῦ χρόνου γιά τήν παιδευτική διαδικασία ἔχουν ἀποδειχθεῖ τά Ἀρχαῖα Ἑλληνικά. Ἡ μελέτη τους συμβάλλει, ἐπιπλέον, στήν ἱστορική μνήμη τοῦ Ἔθνους μας• γι’ αὐτό ἡ σωστή διδασκαλία καί ἡ μετάδοσή τους στή νέα γενιά ἀποτελεῖ ἐθνικό χρέος. Σήμερα, μάλιστα, πού ὁ ὁδοστρωτήρας τῆς παγκοσμιοποίησης ἀπειλεῖ νά κατεδαφίσει τά πάντα, ἡ γνώση τῆς ἀρχαίας κληρονομιᾶς μπορεῖ νά λειτουργήσει ὡς ἀνάχωμα κατά τῆς ἀλλοίωσης τῆς ἐθνικῆς μας ταυτότητας.
Τά Ἀρχαῖα βοηθοῦν ἀκόμη στήν ὀργάνωση τῆς ἀνθρώπινης σκέψης, καθώς καί στήν ἐκμάθηση καί ἄλλων γλωσσῶν. Ἐξάλλου, γνωρίζουμε ὅτι ὅποιος θέλει νά μιλᾶ καί νά γράφει σωστά Νέα Ἑλληνικά, πρέπει νά γνωρίζει τίς ρίζες τους, δηλαδή τά Ἀρχαῖα Ἑλληνικά.
Ἐπιπροσθέτως ἡ δυνατότητα κατανόησης στοιχείων τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς ἐπιβάλλεται γιά τό σύνολο σχεδόν τῶν σύγχρονων ἐπιστημῶν. Ὁ μεγάλος φιλόσοφος καί φυσικός Werner Heisenberg ἀναγνωρίζοντας τή σημαντική προσφορά τους εἶχε δηλώσει: «Ἡ θητεία μου στήν ἀρχαία ἑλληνική γλῶσσα ὑπῆρξε ἡ σπουδαιότερη πνευματική μου ἄσκηση. Στή γλῶσσα αὐτή ὑπάρχει ἡ πληρέστερη ἀντιστοιχία ἀνάμεσα στή λέξη καί στό ἐννοιολογικό της περιεχόμενο».
Π ράγματι, πόσο προνομιοῦχοι εἴμαστε ὡς Ἕλληνες! «Γιά κοιτάξετε πόσο θαυμάσιο πράγμα εἶναι», ἀναφωνεῖ ὁ νομπελίστας ποιητής μας Γιῶργος Σεφέρης, «...ἀπό τήν ἐποχή πού μίλησε ὁ Ὅμηρος ὥς τά σήμερα, μιλοῦμε, ἀνασαίνουμε καί τραγουδοῦμε μέ τήν ἴδια γλῶσσα. Κι αὐτό δέν σταμάτησε ποτέ, εἴτε σκεφτοῦμε τήν Κλυταιμνήστρα πού μιλᾶ στόν Ἀγαμέμνονα, εἴτε τήν Καινή Διαθήκη, εἴτε τούς ὕμνους τοῦ Ρωμανοῦ καί τόν Διγενῆ Ἀκρίτα, εἴτε τό Κρητικό Θέατρο καί τόν Ἐρωτόκριτο, εἴτε τό δημοτικό τραγούδι».
Τήν ἀλήθεια αὐτή τεκμηριώνει ἐπιστημονικά ὁ καθηγητής τῆς Γλωσσολογίας Γεώργιος Μπαμπινιώτης: «Ἡ ἑλληνική γλῶσσα ἀποτελεῖ μοναδικό παράδειγμα γλώσσας μέ ἀδιάσπαστη ἱστορική συνέχεια καί μέ τέτοια δομική καί λεξιλογική συνοχή, πού νά ἐπιτρέπει νά μιλᾶμε γιά μία ἑνιαία ἑλληνική γλῶσσα ἀπό τήν ἀρχαιότητα ἕως σήμερα».
Ὁ ἕτερος νομπελίστας ποιητής μας Ὀδυσσέας Ἐλύτης συμπληρώνει: «Ἐγώ δέν ξέρω νά ὑπάρχει παρά μία γλῶσσα, ἡ ἑνιαία ἑλληνική γλῶσσα. Τό νά λέει ὁ ἕλληνας ποιητής, ἀκόμα καί σήμερα, ὁ οὐρανός, ἡ θάλασσα, ὁ ἥλιος, ἡ σελήνη, ὁ ἄνεμος, ὅπως τό ἔλεγαν ἡ Σαπφώ καί ὁ Ἀρχιλόχος, δέν εἶναι μικρό πράγμα. Εἶναι πολύ σπουδαῖο. Ἐπικοινωνοῦμε κάθε στιγμή μιλώντας μέ τίς ρίζες πού βρίσκονται ἐκεῖ. Στά Ἀρχαῖα».
Φυσικά, δέν πρέπει νά ἀγνοεῖται τό σημαντικότατο ἰδιαίτερο γνώρισμα τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας, ἡ οἰκουμενικότητά της. Ἡ παγκόσμια ἐμβέλειά της ὀφείλεται βεβαίως στό κύρος πού ἀπέκτησε διεθνῶς ἡ ἑλληνική ὡς γλῶσσα τῆς Καινῆς Διαθήκης, τῶν μεγάλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, τῆς ὑμνογραφίας τῆς ὀρθόδοξης λατρείας. Μάλιστα, παρά τούς δυσχείμερους αἰῶνες τῆς σκλαβιᾶς πού πέρασε τό Ἔθνος μας, ἡ γλῶσσα διατηρήθηκε καί διαφυλάχθηκε μέσα ἀπό τήν Ἐκκλησία μέ τά λειτουργικά βιβλία της, ἀλλά καί μέ τά σχολεῖα, τά ὁποῖα ἐκείνη εἶχε ἱδρύσει.
Ὡστόσο, συχνά ἀκούγεται ἡ ἔνσταση ὅτι «θά μελετήσουμε μεταφρασμένους τούς ἀρχαίους συγγραφεῖς». Ἄλλο, ὅμως, εἶναι ἡ μελέτη ἀπό τό πρωτότυπο καί ἄλλο ἀπό τή μετάφραση. Ἡ Ἀρχαία Ἑλληνική μέ τήν ποικιλία της, τήν εὐστροφία της, τήν πλαστικότητά της, ἀποτελεῖ αὐτή καθ’ ἑαυτή ἕνα μορφωτικό ἀγαθό. Ἐπιπλέον, μορφή καί περιεχόμενο δέν χωρίζονται, ἀφοῦ ἀποτελοῦν μία χημική ἕνωση δυσδιάσπαστη. Ἀντίθετα, ἡ μετάφραση ἀποδίδει τό περιεχόμενο τοῦ μεταφραζόμενου κειμένου, μέσα ἀπό τίς γλωσσικές ἐπιλογές τοῦ μεταφραστῆ καί τά πολιτισμικά συμφραζόμενα τῆς ἐποχῆς του, ἀδυνατώντας, ὅμως, νά μεταφέρει ἐπιτυχῶς τούς ἰδιαίτε- ρους κυματισμούς τοῦ πρωτοτύπου. Ἔτσι, παρά τίς τόσες φιλότιμες μεταφραστικές προσπάθειες, τό γλωσσικό αἴσθημα νοθεύεται ὅταν «μουρμουρίζουμε σπασμένες λέξεις ἀπό ξένες γλῶσσες» (Σεφέρης), μέ τά «greeklish», τούς ἀγγλισμούς, τούς σολοικισμούς, τά διάφορα γλωσσικά λάθη, τά κακῆς ποιότητας κείμενα.
Ἐπιτέλους, ἄς τό καταλάβουμε: «Δέν ὑπάρχει μέλλον χωρίς μνήμη τοῦ παρελθόντος» (Carlo Bo). Ὁ παραγκωνισμός τῆς μελέτης τῶν Ἀρχαίων συνιστᾶ ἐπίθεση στό παρελθόν, στό θεμέλιο τῆς ταυτότητάς μας, μέ στόχο τήν τελική ἀποκοπή ἀπό τίς ρίζες μας, χωρίς τίς ὁποῖες τό πλούσιο δέντρο τοῦ πολιτισμοῦ θά παραδοθεῖ σέ μία ἀργή, ἀδυσώπητη, καταστροφική κατάρρευση.
Καί ἐνῶ στήν Ἑλλάδα μειώνεται ἡ διδασκαλία τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς, σέ εὐρωπαϊκά κράτη (Γαλλία, Γερμανία) παρατηρεῖται ἔντονη κινητικότητα γιά τήν ἐπαναφορά τῆς μαζικῆς διδασκαλίας τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς στή Μέση Ἐκπαίδευση. Παράλληλα διοργανώνεται πανευρωπαϊκό συνέδριο γιά τό 2017 μέ θέμα τήν ἀνάγκη προστασίας γλωσσῶν πού ὑπῆρξαν φορεῖς σημαντικοῦ πολιτισμοῦ, ὅπως τά Ἀρχαῖα Ἑλληνικά.
Ἐπίκαιρη γιά τίς περιστάσεις ἀκούγεται ἡ φωνή τῆς ἀείμνηστης γαλλίδας ἑλληνίστριας Jacqueline de Romilly, πού ἀνάλωσε τή ζωή της στή μελέτη τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γραμματείας: «Ἡ γλῶσσα πού μᾶς χάρισαν οἱ Ἕλληνες, ἡ ἑλληνική γλῶσσα, εἶναι ἡ βάση, τό στήριγμα, ἡ ἀπαρχή ὅλων τῶν εὐρωπαϊκῶν γλωσσῶν. Ζητῶ μία χάρη ἀπό τούς Ἕλληνες, νά μήν ξεχνοῦν τά Ἀρχαῖα Ἑλληνικά καί νά μεριμνοῦν γι’ αὐτά, ὅπως καί γιά τήν ἐξέλιξή τους, τά Νέα Ἑλληνικά. Θά πρέπει οἱ Ἕλληνες νά μήν ὑποκύψουν καί νά μή χάσουν ἤ εὐτελίσουν τή σκέψη τους καί τή μοναδικότητά τους. Νά καταλάβουν ὅτι ἡ μόνη λέξη πού ὁλόκληρος ὁ δυτικός πολιτισμός μπορεῖ καί ὀφείλει νά τούς πεῖ εἶναι ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ».
Εὐδ. Αὐγουστίνου
Σῶστε τό Ἔθνος
Πρόσφατα σέ ἀρκετές ἐπαρχιακές πόλεις οἱ κάτοικοι βρῆκαν στήν ἐξώθυρά τους ἀντίτυπο καλαίσθητης ἔκδοσης τῆς Καινῆς Διαθήκης καί συνοδό φυλλάδιο. Οἱ προσφέροντες ἔκριναν σκόπιμο νά μήν ἀποκαλύψουν τή θρησκευτική τους ταυτότητα, πού κρύβεται πίσω ἀπό τόν τίτλο «Ἑλληνική Ἱεραποστολική Ἕνωση», βεβαιώνοντας ὅτι δέν ἔχουν σχέση μέ αἱρέσεις, μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ, μορμόνους κτλ. Ἡ ἐνέργεια αὐτή σχολιάστηκε ποικιλοτρόπως ἀπό μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Σέ κάποιες μητροπόλεις ἐνημερωτική ἐγκύκλιος προέτρεψε ὀρθῶς τούς πιστούς νά κρατήσουν τό βιβλίο, καθώς τό περιεχόμενό του δέν ἔχει ὑποστεῖ ἀλλοιώσεις.
Ἄς ἐξετάσουμε ὅμως ποιοί αἱρετικοί -καί ὄχι ὀρθόδοξοι- προέβησαν στήν ἐνέργεια αὐτή. Εἶναι μέλη τῆς εὐαγγελικῆς λεγόμενης «ἐκκλησίας», μίας ἀπό τίς ἀρχικές αἱρέσεις τῶν διαμαρτυρομένων, ἡ ὁποία ἀκολουθεῖ τίς διδαχές τοῦ Λουθήρου. Γιατί δέν θέλουν νά ἀποκαλύπτουν τήν ταυτότητά τους εἶναι σοβαρό ἐρώτημα. Οἱ εὐαγγελικοί-λουθηρανοί ἔχουν πολλά μέλη κατά τόπους, κυρίως στή Γερμανία, στίς Σκανδιναβικές χῶρες καί στίς Η.Π.Α. Ἡ δράση τους ἀναμφισβήτητα εἶναι ἀξιέπαινη, καθώς ἀπαιτεῖ θυσία χρόνου καί χρήματος. Μάλιστα ἀκούστηκε ὅτι κάποιοι ἀπό τούς διανομεῖς προέρχονταν ἀπό τίς Η.Π.Α.!
Γιατί ὅμως ἐπέλεξαν ὡς χώρα δράσεως τήν Ἑλλάδα; Μήπως μελέτησαν τήν ἱστορία τῶν πρώτων χρόνων μετά τήν παλιγγενεσία καί εἶδαν ὅτι τότε οἱ μισιονάριοι, πού εἶχαν κατακλύσει τή χώρα μας, δέν εἶχαν ἐπιτύχει σπουδαῖα πράγματα; Μήπως θεώρησαν ὅτι ἡ ἀπόγνωση, στήν ὁποία ἔχει περιέλθει μερίδα τοῦ λαοῦ μας, καθιστᾶ τό ἔδαφος πρόσφορο γιά προσηλυτισμό; Ἀλλά ἄν, ὅπως διατείνονται, εἴμαστε ὅλοι οἱ χριστιανοί ἐκλεκτοί τοῦ Θεοῦ, ἀνεξάρτητα ἀπό τό δόγμα τό ὁποῖο πρεσβεύουμε (προτεσταντική θεωρία τῶν κλάδων), δέν ὑπάρχει στόν πλανήτη ἄλλο ἔδαφος γιά σπορά τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου καί ἐπελέγη ἡ χώρα μας γιά δράση;
Οἱ εὐαγγελικοί, οἱ διαμαρτυρόμενοι ἐν γένει, καυχῶνται γιά τή συχνή μελέτη τῆς ἁγίας Γραφῆς. Βέβαια ἐμεῖς, οἱ ὀρθόδοξοι, πρέπει νά ντρεπόμαστε καθώς οἱ περισσότεροι δέν τή διαβάσαμε οὔτε ἀπό περιέργεια. Ἰσχύει ὅμως γιά τούς αἱρετικούς τό ἐρώτημα τοῦ ἀποστόλου Φιλίππου πρός τόν ἐπί τῶν οἰκονομικῶν τῆς βασίλισσας τῆς Αἰθιοπί- ας: «ἆρά γε γινώσκεις ἃ ἀναγινώσκεις;» (Πρξ 8,30). Διότι δέν ἀρκεῖ νά μελετοῦμε τό κείμενο τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἀλλά καί νά τό κατανοοῦμε, ὥστε νά ἐφαρμόζουμε στή συνέχεια τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Δυστυχῶς οἱ διαμαρτυρόμενοι, στήν προσπάθειά τους νά ἀποκαθάρουν τίς ἀθλιότητες τοῦ Βατικανοῦ, ἀπέρριψαν τήν Ἱερή Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καί ἑρμηνεύουν κατά τό δοκοῦν τήν Καινή Δια- θήκη. Ἔτσι μετατράπηκε ὁ κάθε πιστός σέ ἕναν πάπα σέ σμικρογραφία.
Ἡ πλέον ὀλέθρια πλάνη ἐπί τοῦ πρακτέου συνίσταται στήν ἀντίληψη ὅτι ὁ Θεός παρέχει πλούσιες ὑλι-κές εὐλογίες σέ ὅσους ὁμολογοῦν πίστη στόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό! Ἡ εὐμάρεια τοῦ δυτικοῦ κόσμου, λοιπόν, δέν ὀφείλεται στήν ἀπληστία τῶν «χριστιανῶν», στήν καταλήστευση τοῦ πλούτου τῶν φτωχῶν χωρῶν τοῦ πλανήτη καί στούς πολέμους γιά τά συμφέροντά τους, ἀλλά εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ! Ἡ ἄνοδος καί ἡ ἐπικράτηση τοῦ καπιταλισμοῦ, αὐτοῦ τοῦ ἄγριου καί ἀντιανθρώπινου πολιτικοκοινωνικoῦ συστήματος, ὀφείλεται στίς τραγικά ἐσφαλμένες ἀντιλήψεις περί κοι- νωνίας τοῦ προτεσταντικοῦ κόσμου.
Στήν Εὐρώπη οἱ εὐαγγελικοί ἐμφανίζονται μέ «προοδευτικό» πρόσωπο ἔναντι τῶν «συντηρητικῶν» ρωμαιοκαθολικῶν. Ὁ προοδευτισμός τους μάλιστα φτάνει καί σέ πλεῖστες ὅσες ἀναθεωρήσεις τῆς εὐαγγελικῆς ἠθικῆς στά πλαίσια τῆς ἐναρμόνισης τοῦ Εὐαγγελίου μέ τίς κοινωνικές συνθῆκες πού ἔχουν ἐπικρατήσει στήν παρηκμασμένη καί θνήσκουσα γηραιά ἤπειρο. Ἔτσι, σέ κάποιες χῶρες ἔχουν ἀναγνωρίσει τήν ὁμοφυλοφιλία καί χειροτονοῦν ἀκόμη καί ὁμοφυλόφιλους ἤ ὁμοφυλόφιλες κληρικούς (Σουηδία, Νορβηγία). Σέ ἄλλες ἐπιχαίρουν γιά τήν τιμωρία τῶν «γουρουνιῶν* τοῦ Νότου», πού παραμένουν δέσμιοι τῶν «δεισιδαιμονιῶν» τοῦ παρελθόντος!
Παρά ταῦτα, στίς ὀρθόδοξες χῶρες πολλοί θρησκευτικοί ἡγέτες ἔχουν κυριευθεῖ ἀπό πνεῦμα ἀγαπολογίας γιά τούς αἱρετικούς, οἱ ὁποῖοι ἀκόμη καί σήμερα ἐφορμοῦν μέ ποικίλους τρόπους κατά τοῦ ποιμνίου τους, πού ἐν πολλοῖς ὁμοιάζει ὡς «πρόβατα μὴ ἔχοντα ποιμένα» (Μθ 9,36). Ἀντί νά ἀνασκουμπωθοῦν καί νά ἐπιχειρήσουν τόν ἐπανευαγγελισμό τοῦ ὀρθόδοξου λαοῦ, ὁ ὁποῖος ἀγνοεῖ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, προβαίνουν σέ συσκέψεις ἐπί συσκέψεων μέ τούς ἑτεροδόξους στά πλαίσια δῆθεν τῆς κοινῆς προσπάθειας γιά τήν ἑνότητα τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου. Ἀλλά ἡ λεγόμενη ἑνότητα θά συντελεστεῖ ὄχι μέ τήν ψευδῆ ἀγάπη ἀλλά μέ τήν ἐπιστροφή στήν ἀλήθεια• τή μοναδική ἀλήθεια, τήν ὁποία ὅλο καί περισσότεροι στή Δύση, μετά ἀπό προσωπική ἀναζήτηση, βρίσκουν στήν Ὀρθοδοξία.
Ἀπ. Παπαδημητρίου
*PIGS=Portugal, Italy, Greece, Spain, οἱ χῶρες πού θεωροῦνται ὑπαίτιοι τῆς οἰκονομικῆς κρίσης.
Ἕνα ἀπό τά αἰτήματα τῆς κυριακῆς προσευχῆς, τῆς προσευχῆς πού δίδαξε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, εἶναι καί τό «ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου» (Μθ 6,10). Ζητοῦμε δηλαδή ἀπό τόν οὐράνιο Πατέρα νά ἔρθει καί νά ἐπικρατήσει στήν γῆ μας ἡ βασιλεία του.
Ὁ Θεός εἶναι ὁ αἰώνιος καί παντοδύναμος βασιλιάς τοῦ σύμπαντος. Μέ τίς ἄκτιστες ἐνέργειές του δημιουργεῖ, ζωοποιεῖ, προνοεῖ καί κατευθύνει ὁτιδήποτε ὑπάρχει στόν κόσμο. Ἀπό τά ἀπειροελάχιστα στοιχεῖα τῆς φύσης μέχρι τόν μεγαλύτερο ἀστρικό γαλαξία, τά πάντα τόν ἀναγνωρίζουν ὡς Κύριο καί τοῦ ὑποτάσσονται.
Ὡστόσο, δέν ἀναφέρεται τό αἴτημα τῆς κυριακῆς προσευχῆς σ’ αὐτή τήν ἐξουσία του. Αὐτή κυριαρχεῖ ἀνέκαθεν καί δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τίποτε. Ἡ βασιλεία γιά τήν ὁποία μᾶς δίδαξε νά προσευχόμαστε εἶναι ἄλλου εἴδους• εἶναι ἡ βασιλεία του ἐπί τῶν ψυχῶν, ἡ βασιλεία του πού στήνεται στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι ἡ Ἐκκλησία του.
Τό πρῶτο χαρακτηριστικό τῆς Ἐκκλησίας-βασιλείας τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὅτι δέν ἔχει καμιά ὁμοιότητα μέ τίς βασιλεῖες καί τά κράτη τοῦ κόσμου αὐτοῦ. Ὅταν ὁ Πιλᾶτος ἀνέκρινε τόν Κύριο, τόν ρώτησε κάποια στιγμή• «Εἶσαι σύ ὁ βασιλιάς τῶν Ἰουδαίων;». Ἡ ἐρώτηση αὐτή ἐνεῖχε ὄχι μόνο περιέργεια ἀλλά καί εἰρωνεία. Ὁ ἐξουθενωμένος, ἐμπαιγμένος καί ἀτιμασμένος ὑπόδικος πού εἶχε μπροστά του ἔμοιαζε στά μάτια τοῦ ρωμαίου ἐπάρχου τό πολύ-πολύ σάν ἕνας ταλαίπωρος ἐπαίτης, ὄχι καί βασιλιάς! Ὁ Ἰησοῦς τότε ψύχραιμος καί μέ μεγαλεῖο ψυχῆς, ἀλλά καί μέ διάθεση νά εὐαγγελισθεῖ καί τόν δικαστή του, τοῦ ἀπάντησε• «ἡ βασιλεία ἡ ἐμὴ οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου... Ναί, Πιλᾶτε, εἶμαι βασιλιάς! Ἀπορεῖς; Κι ὅμως εἶμαι. Μόνο πού τό βασίλειό μου δέν μοιάζει μέ τά βασίλεια τοῦ κόσμου τούτου. Ἄν ἔμοιαζε, οἱ ὑπηρέτες μου θά ἀγωνίζονταν νά μήν παραδοθῶ στούς Ἰουδαίους, διότι ἔτσι κάνουν τά κοσμικά κράτη• στηρίζονται στήν θυσία τῶν ὑπηκόων τους. Ἐγώ ὅμως τούς παραδόθηκα ἑκούσια, διότι τό δικό μου κράτος στηρίζεται στήν θυσία ὄχι ἄλλων, ἀλλά τοῦ ἴδιου τοῦ βασιλιᾶ του. Δέν εἶναι λοιπόν τῆς ἴδιας ποιότητας μ’ ἐκεῖνα. Κι ἀκόμη, τ’ ἄλλα βασίλεια θεμελιώνονται στό ψεῦδος καί θά ἔχουν τέλος. Τό δικό μου θεμελιώνεται στήν ἀλήθεια καί θά εἶναι αἰώνιο. Εἶσαι ἄνθρωπος τῆς ἀλήθειας, Πιλᾶτε; Τότε σέ προσκαλῶ νά γίνεις πολίτης τῆς βασιλείας μου» (βλ. Ἰω 18,33-38). Ὁ Πιλᾶτος ὅμως δέν ἀγαποῦσε τήν ἀλήθεια. Καί ἔχασε ἔτσι τήν ἀνεκτίμητη πρόσκληση.
Ἀκόμη, τό βασίλειο τοῦ Χριστοῦ δέν ἔχει ὅρια καί σύνορα, ἀλλά θέλει νά ἀγκαλιάσει ὁλόκληρη τήν ἀνθρωπότητα. Ὅπως ὑπογραμμίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος• «Ὁ Θεός θέλει νά σωθοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καί νά γνωρίσουν τήν ἀλήθεια» (Α´ Τι 2,4). Γι’ αὐτό ἄλλωστε ἱδρύθηκε. Ὄχι γιά νά εἶναι ἕνα γκέτο κάποιων λίγων μυημένων. Στήν ἀρχαιότητα ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἦταν, γιά λόγους πού τό ἐπέβαλαν, ὑπόθεση ἑνός μόνον ἔθνους, τοῦ Ἰσραήλ• στήν ἐποχή τῆς καινῆς διαθήκης ὅμως τά πράγματα ἀλλάζουν, γίνεται πολυεθνική ἤ μᾶλλον πανανθρώπινη. Οἱ πάντες μποροῦν νά γίνουν ὑπήκοοί της. Ἀρκεῖ νά τό θέλουν. Διότι αὐτή ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ δέν διαθέτει στρατό καί ὅπλα καί δέν ἐπιβάλλεται μέ τό ξίφος. Ὅσοι ἐντάσσονται σ’ αὐτήν, τό κάνουν ἐλεύθερα, πέρα ἀπό κάθε καταναγκασμό. Κι ὄχι μόνον ἐλεύθερα, ἀλλά καί γνωρίζοντας ἐκ τῶν προτέρων ὅτι τό νά εἶσαι πολίτης τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ συνεπάγεται θλίψεις, ἀπόρριψη ἀπό τούς ἄλλους ἀνθρώπους, διωγμό, ἀκόμη καί θάνατο. Τό ξεκαθάρισε ὁ ἴδιος ὁ ἱδρυτής της• «Ἐγώ σηκώνω σταυρό κι ὅποιος θέλει νά μέ ἀκολουθήσει πρέπει νά κάνει τό ἴδιο» (βλ. Μθ 16,24). Δέν ὑποσχέθηκε «βίον ἀνθόσπαρτον». Πόσο δέ ἀληθινοί εἶναι οἱ λόγοι του αὐτοί ἀποδείχθηκε ἀπό τήν ἀρχή, ἀπό τά τριακόσια πρῶτα χρόνια ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας πού σημαδεύτηκαν ἀπό σκληρότατους διωγμούς ἐναντίον τῶν χριστιανῶν καί ποτάμια αἵματος.
Γλῶσσα τῶν πολιτῶν τῆς βασιλείας τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ ἀγάπη. Λέει πάλι ὁ Παῦλος• «Ἄν μιλάω τίς γλῶσσες τῶν ἀνθρώπων ἀλλά καί τῶν ἀγγέλων, δέν ἔχω ὅμως ἀγάπη, εἶμαι σάν τόν χαλκό ἤ τό κύμβαλο πού κάνει μόνο θόρυβο» (Α´ Κο 13,1). Στήν ἀρχαία Ἐκκλησία ἕνα ἀπό τά χαρίσματα πού λάμβαναν οἱ πιστοί μέ τό βάπτισμά τους ἦταν καί ἡ γλωσσολαλιά, τό νά μιλοῦν ξένες ἤ ἀκατάληπτες γλῶσσες. Ἦταν ἕνα χάρισμα πού προκαλοῦσε θαυμασμό, ὅπως καί τά χαρίσματα τῶν ἰαμάτων, τῆς προφητείας κ.ἄ. Ὁ ἀπόστολος ὅμως θεωρεῖ ὅτι ἀνώτερο ἀπ’ ὅλα αὐτά, ἀνώτερο ἀκόμη καί ἀπό τήν πίστη καί τήν ἐλπίδα, εἶναι τό χάρι- σμα τῆς ἀγάπης, «ἡ καθ’ ὑπερβολὴν ὁδὸς» (Α´ Κο 12,31). Γιά νά οἰκοδομεῖ ὁ χαρισματοῦχος τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καί ὄχι μόνο νά προκαλεῖ ἐντυπώσεις, πρέπει νά ἀγαπᾶ, νά μιλάει πρῶτα ἀπ’ ὅλα τήν γλῶσσα τῆς ἀγάπης. Ἄλλωστε καί αὐτός ὁ Κύριος τήν ἀγάπη ὅρισε σάν χαρακτηριστικό γνώρισμα τῶν δικῶν του• «Ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις» (Ἰω 13,35). Ἔτσι δηλαδή θά ἐπικοινωνοῦν μεταξύ τους καί μέ τόν κόσμο καί θά μαρτυροῦν «περὶ τῆς ἐν αὐτοῖς ἐλπίδος» (Α´ Πέ 3,15), μέ τήν ἀγάπη. Καί τοῦτο διότι ἔτσι ἔκανε καί ὁ ἴδιος• ἀπευθύνθηκε στούς ἀνθρώπους ὄχι μέ τόν νόμο ἤ τήν ἀπειλή, ἀλλά μέ τήν ἀγάπη. Μιάν ἀγάπη πού ἔφτασε μέχρι τόν σταυρό καί τόν θάνατο.
Ἡ Ἐκκλησία-βασιλεία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ πιό πολύτιμη προσφορά τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο. Εἶναι ἡ πύλη τοῦ οὐρανοῦ, εἶναι ἡ ὁδός πού μᾶς ὁδηγεῖ στήν αἰώνια ζωή, στόν παράδεισο. Καί μᾶς χαρίζεται• ἡ μετοχή σ’ αὐτήν εἶναι δωρεάν, δέν φορολογεῖται. Θά εἴμαστε λοιπόν ἀξιοκατάκριτοι ἄν δέν κάνουμε τά πάντα ὥστε αὐτό τό δῶρο νά πιάσει τόπο. Ἄν δέν ἀνταποκριθοῦμε μέ συνέπεια καί ζῆλο στήν πρόσκληση τοῦ Λυτρωτῆ νά γίνουμε μέλη της καί νά κληρονομήσουμε ἔτσι τήν σωτηρία.
Εὐάγγελος Ἀλ. Δάκας
Εἶναι στ᾿ ἀλήθεια περίεργο, παράξενο συνάμα καί πολύ διδακτικό τό γεγονός ὅτι τόν Κοσμᾶ τόν Αἰτωλό δέν τόν γνώρισα ἀπό τά βιβλία - ὅπως συμβαίνει μέ τήν πλειονότητα τῶν σπουδαίων ἱστορικῶν προσώπων - ἀλλά ἀπό τήν γιαγιά μου, ἀπό τίς διηγήσεις πού ἔλεγαν γι᾿ αὐτόν οἱ παλιοί καί ἀπό τήν παράδοση τοῦ λαοῦ. Γιά πολλά χρόνια ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἦταν σχεδόν ἄγνωστος στήν Παιδεία. Ἡ μορφή καί τό ἔργο του ἀπουσίαζαν ἀπό τά σχολικά βιβλία. Ἑνάμιση ἤδη αἰώνα μετά ἀπό τήν ἀπελευθέρωση τοῦ ἔθνους μας δέν ἔβρισκε κανείς τίποτε γι᾿ αὐτόν στά ἐγχειρίδια τῆς ἱστορίας καί στά ἀναγνωστικά. Οὔτε τά ἐκκλησιαστικά βιβλία ἔκαναν λόγο γιά τήν μνήμη του. Ἔτσι, τόν ἀγνοοῦσαν οἱ Νεοέλληνες. Ζοῦσε μόνο στίς μνῆμες τῶν γεροντοτέρων καί στούς θρύλους τῶν τόπων μας ὡς ἕνας δάσκαλος τοῦ Γένους, ὁ πάτερ Κοσμᾶς. Τό πέρασμά του ἄφησε τά ἀχνάρια του στήν ψυχή τοῦ λαοῦ καί δημιούργησε τέτοια ἐντύπωση, πού κύλησαν χρόνια, διάβηκαν δεκαετίες, αἰῶνες καί ὅμως οἱ ἄνθρωποι τό «ἀναθυμοῦνται καί ἀναρριγοῦν στήν μνήμη του». Ζωντανές μαρτυρίες τά σχολεῖα τά ὁποῖα ἵδρυσε, οἱ σταυροί πού ἔστησε, τά δένδρα τά μπολιασμένα ἀπό τά χέρια του, οἱ πλαγιές ὅπου κήρυξε, τά χωριά τά ὀνοματισμένα μέ τό δικό του ὄνομα, οἱ πλατεῖες καί τά μεσοχώρια, ὅπου συνομίλησε μέ τούς πονεμένους ραγιάδες, ἔχουν γράψει τήν ἱστορία του καί ἔχουν ἱστορήσει τήν προσωπικότητά του, πρίν ἀσχοληθεῖ μ᾿ αὐτόν ἡ ἐπίσημη ἱστορία.
Τελευταῖα ὅμως τό ὄνομα καί τό ἔργο του γίνονται ὅλο καί πλατύτερα γνωστά, καθώς ὅλο καί περισσότερο ἀσχολοῦνται οἱ εἰδικοί μέ τήν μορφή του. Μόνο πού ὁρισμένοι γράφοντας γιά τόν Κοσμᾶ παρουσιάζουν ἕνα ἄλλο πρόσωπο, σύμφωνα μέ τήν πίστη τους καί τίς ἀντιλήψεις τους, καί παραθεωροῦν τόσο τίς διδαχές τοῦ ἁγίου ὅσο καί τίς ἀξιόπιστες πληροφορίες, πού μᾶς ἄφησαν γραπτῶς αὐτόπτες καί αὐτήκοοι μάρτυρες, πιστοί μαθητές τοῦ ἁγίου. Ἔτσι, ἄλλοι παρουσιάζουν τόν Κοσμᾶ ὡς ἐπαναστάτη καί ἐθνεγέρτη καί τόν τοποθετοῦν δίπλα στόν Ρήγα Φεραῖο καί στόν Παπαφλέσσα. Ἄλλοι ὡς κοινωνιστή, δημεγέρτη μέ τό πνεῦμα τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως, χωρίς βέβαια νά σκέπτονται ὅτι αὐτή ἄρχισε δέκα χρόνια μετά τόν θάνατό του(!). Ἄλλοι ὡς πολιτικό σοσιαλιστή ἤ μαρξιστή, ἀσχέτως ἄν ἦταν ἄγνωστα τότε καί τά ὀνόματα αὐτά. Ἄλλοι ὡς δημοτικιστή, ὑπέρμαχο τῆς μαλλιαρῆς γλώσσας. Ἄλλοι ὡς πράκτορα τῶν Ρώσων, πού εἶχε σχέση μέ τό κίνημα τοῦ Ὀρλώφ.
Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὡς ἱεραπόστολος ἔκανε ἕνα κίνημα βαθύτερο, μονιμώτερο καί θετικώτερο ἀπ᾿ ὅ,τι ἄν ἐργαζόταν ἁπλῶς ὡς ἐθναπόστολος. Εἶναι ἐκεῖνος πού ἐξασφάλισε τό ἔδαφος, τίς προϋποθέσεις, ὥστε νά μπορέσει τό ἔθνος μας νά ἐξασφαλίσει τήν λευτεριά. Ὅπως εἶχε καταντήσει τό Γένος στά χρόνια τοῦ Κοσμᾶ, δέν χρειαζόταν λευτεριά. Σκληρός ὁ λόγος ἀλλά ἀληθινός. Κι ἄν κάποιος μᾶς ἔδινε δῶρο τήν λευτεριά, πάλι θά τήν χάναμε καί θά πέφταμε σέ μία χειρότερη σκλαβιά. Ἀποδείχτηκε ἐξάλλου αὐτό μέ τήν λευτεριά πού ἀποκτήσαμε καί κινδυνεύσαμε νά τήν χάσουμε, διότι μᾶς ἔλειπε ἡ πνευματική ἀναγέννηση, ἡ πνευματική λευτεριά. Ἔχουμε ἀνάγκη πρῶτα ἀπό τήν ἐλευθερία πού χαρίζει στήν ἀνθρωπότητα ὁ μεγάλος καί αἰώνιος ἐλευθερωτής ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ὁποῖος διεκήρυξε• «Γνώσεσθε τήν ἀλήθειαν καί ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς» (Ἰω 8,32), καί ἔπειτα ἀπό τήν ἐθνική ἐλευθερία. Αὐτό ἀκριβῶς πίστευε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς καί αὐτό ἔγινε ὁ κύριος στόχος τῆς διακονίας καί τῆς ἀποστολῆς του. Μ᾿ αὐτή τήν ἔννοια καί μ᾿ αὐτή τήν τοποθέτηση τῶν πραγμάτων ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἀποτέλεσε τήν πρώτη καί τήν ὑγιέστερη ρίζα γιά τήν ἀναγέννηση καί τήν ἀπελευθέρωση τοῦ Γένους μας. Σωστά ἡ Ἐκκλησία τόν ὀνομάζει ἰσαπόστολο, τόν τιμᾶ καί τόν βάζει δίπλα στόν ἀπόστολο Παῦλο.
Στ. Ν. Σάκκου,
Ὁ ἀπόστολος τοῦ σκλαβωμένου γένους.
Ἡ μνήμη τῶν μεγάλων μορφῶν τῆς πίστεώς μας προσφέρει μία ἄριστη εὐκαιρία νά μελετήσουμε τό ἔργο τῶν κορυφαίων διδάχων τοῦ Γένους μας καί νά ἀναβαπτισθοῦμε στά νάματά τους. Ἰδιαίτερα ἑστιάζουμε τήν προσοχή μας στή συμβολή τους στήν πολύπαθη Παιδεία μας.
Ἅγιος Κοσμᾶς
Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἐγκατέλειψε τό Ὄρος καί βγῆκε νά κηρύξει στούς ὑπόδουλους Ἕλληνες τότε πού οἱ Τοῦρκοι τούς ἐξανάγκαζαν ἀκόμη καί ὁμαδικά νά ἐξισλαμισθοῦν, οἱ μισσιονάριοι ὀργίαζαν καί οἱ Ἑβραῖοι βυσσοδομοῦσαν. Πρωταρχικό μέλημά του ὑπῆρξε ἡ παιδεία τοῦ Γένους. «Ἀνοίξατε σχολεῖα», δίδασκε. «Νά σπουδάζετε καί σεῖς, ἀδελφοί μου, νά μανθάνετε γράμματα ὅσον μπορεῖτε... Καλύτερον, ἀδελφέ μου, νά ἔχῃς ἑλληνικόν σχολεῖον εἰς τήν χώραν σου, παρά νά ἔχῃς βρύσες καί ποτάμια». Γιά τό λόγο αὐτό ρωτοῦσε τούς μεγάλους κάθε χωριοῦ: «Ἔχετε σχολεῖον ἐδῶ εἰς τήν χώραν σας νά διαβάζουν τά παιδιά; - Δέν ἔχομεν, ἅγιε τοῦ Θεοῦ. - Νά μαζευθῆτε ὅλοι νά κάμετε ἕνα σχολεῖον καλόν, νά βάλετε καί ἐπιτρόπους νά τό κυβερνοῦν, νά βάνουν διδάσκαλον νά μανθάνουν ὅλα τά παιδιά γράμματα, πλούσια καί πτωχά». Τό ἐρώτημα ἀμείλικτο συντάραζε τίς συνειδήσεις. «Διατί, ἅγιοι ἱερεῖς καί τίμιοι προεστῶτες, δέν ἑρμηνεύετε τά εὐλογημένα μας ἀδέλφια νά στερεώνωσι καί νά βάνωσιν εἰς κάθε χωρίον σχολεῖον, νά μανθάνουν τά παιδιά γράμματα, νά γνωρίζουν τό καλόν καί τό κακόν;». Πρῶτος ἀπό ὅλους -πρίν ἀπό τή Γαλλική Ἐπανάσταση- ἐμπνεύσθηκε καί ἐπέβαλε τή γενική καί τή δωρεάν παιδεία ἐπιστρατεύοντας ὡς δασκάλους τούς ἱερεῖς καί ὕστερα ὅσους γνώριζαν γράμματα· δέν ἔπρεπε νά τά κρατήσουν μόνον γιά τόν ἑαυτό τους.
Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁραματίστηκε μία Παιδεία ἀνθρωποπλαστική, τῆς ὁποίας σκοπός θά ἦταν ἡ ἀληθινή μόρφωση καί ἡ πνευματική καλλιέργεια· «Δέν βλέπετε ὅτι ἀγρίεψε το Γένος μας ἀπό τήν ἀμάθειαν καί ἐγίναμεν ὡσάν θηρία;». Δέν ἤθελε μία Παιδεία ἄνυδρη καί ἀνούσια, ἀναμεταδότρια στείρων γνώσεων, ἀλλά Παιδεία χριστοκεντρική, ὀρθοδοξοκεντρική, ξένη πρός τά ἄθεα γράμματα τῆς Ἑσπερίας, καί σχολεῖα πού θά λειτουργοῦν ὡς θερμοκήπια ἀρετῆς καί χριστιανικῆς ζωῆς· «Τήν ἀγάπην -λέγει- ἐπειδή δέν ἠξεύρετε, πρέπει, παιδιά μου, νά στερεώνετε σχολεῖα, διατί πάντα εἰς τά σχολεῖα γυμνάζονται οἱ ἄνθρωποι καί ἠξεύρουν καί μανθάνουν τό τί ἐστι Θεός, τό τί εἶναι οἱ ἅγιοι ἄγγελοι, τί εἶναι οἱ καταραμένοι δαίμονες καί τό τί εἶναι ἀρετή τῶν δικαίων. Τό σχολεῖον φωτίζει τούς ἀνθρώπους».
Εἶναι γνωστό ὅτι μέ τά ἀφυπνιστικά κηρύγματά του ἱδρύθηκαν 1.100 σχολεῖα κατώτερα κοινά καί 210 ἀνώτερα «ἑλληνικά». Ὀνομάστηκαν ἔτσι, ἐπειδή διδασκόταν σ᾿ αὐτά κυρίως ἡ ἀρχαία ἑλληνική γλώσσα. Ἀγωνίστηκε νά καθιερώσει τήν ἑλληνική Παιδεία, ὄχι βέβαια γιά λόγους σοβινιστικούς, ἀλλά διότι μέ παρρησία δίδασκε ὅτι «ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι εἰς τήν ἑλληνικήν. Καί ἄν δέν σπουδάσῃς τά Ἑλληνικά, δέν ἠμπορεῖς νά καταλάβῃς ἐκεῖνα πού ὁμολογεῖ ἡ Ἐκκλησία μας». Ἤθελε σχολεῖα πού θά συντελοῦσαν «εἰς τήν διαφύλαξιν τῆς πίστεως καί ἐλευθερίαν τῆς πατρίδος». Πράγματι ἡ φωτεινή του δράση ἔσχισε τά ἐρεβώδη σκότη· ὑπῆρξε προάγγελος τῆς λευτεριᾶς, ἀληθινός ἐπαναστάτης καί οὐσιαστικός ἀνανεωτής· εὔστοχα χαρακτηρίστηκε «ὁ μεγαλύτερος μετά τήν ἅλωση Ἕλληνας».
Ἅγιος Νικόδημος
Ὁ ἅγιος Νικόδημος, ὁ κορυφαῖος τῶν κολλυβάδων, ἀπολογητής καί ὁμολογητής, ἔμαθε τά πρῶτα γράμματα στή Νάξο ἀπό τόν Χρύσανθο Ἐξωχωρίτη, τόν κατά σάρκα ἀδελφό τοῦ Πατροκοσμᾶ. Προικισμένος μέ μοναδική χαρισματική μνήμη, κράτησε στούς ὤμους του τό Γένος μας συνεχίζοντας τό ἔργο τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ.
Στήν ἐποχή του ὁ Κοραῆς ἐπηρεασμένος βαθύτατα ἀπό τό πνεῦμα τοῦ Διαφωτισμοῦ καί τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης ἤθελε μέ τή μετακένωση τῆς προγονικῆς σοφίας νά συνδέσει τούς συγχρόνους του Ἕλληνες μέ τό ἀρχαῖο παρελθόν, ἀδιαφορώντας γιά τό ἐνδιάμεσο Βυζάντιο-Ρωμανία. Ὁ ἅγιος Νικόδημος ἔχοντας ἀνδρωθεῖ μέσα στήν ἑλληνορθόδοξη παράδοση, βαθύς γνώστης τῆς σοφίας τῶν πατέρων, δέν ἀντιτάχθηκε στό αἴτημα τοῦ καιροῦ του γιά ἀναγέννηση· φρονοῦσε ὅμως ὅτι ἔπρεπε αὐτή νά ἀκολουθήσει ἄλλο δρόμο καί νά ἐπιτευχθεῖ μέ πνευματικά μέσα. Ὡς παιδαγωγός ἐντόπισε τό φοβερό ἔλλειμα γνώσεων τοῦ λαοῦ σχετικά μέ θεολογικά θέματα. Δέν ἀγνοοῦσε τή θύραθεν σοφία, τήν ἐπίγεια, ἐξάλλου διέθετε μοναδική ἀρχαιογνωσία καί ἀξιοζήλευτη γλωσσομάθεια· προτιμοῦσε ὅμως τήν κατά Θεόν σοφία, τήν ἄνωθεν κατερχομένη καί τοποθετοῦσε τόν θεῖο λόγο ἐπάνω ἀπό τόν ὀρθό τῶν Διαφωτιστῶν. Δέν ἤθελε μία Παιδεία ἄθεη καί λογοκρατούμενη, ἀλλά Παιδεία, πού θά μετέδιδε ὁλόκληρη τήν παράδοση τοῦ Γένους καί ὄχι ἀποσπάσματά της. «Ὁ ἐδικός σας πλοῦτος εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἡ ἐδική σας δόξα εἶναι ὁ Ἰησοῦς, ἡ ἐδική σας ἡδονή εἶναι ὁ Ἰησοῦς, ὅλη σας ἡ ζωή εἶναι ὁ Ἰησοῦς», προέτρεπε. Δέν ἀπέρριπτε τήν ἐπιστήμη· διακήρυττε ὅμως τήν ἀνάγκη τῆς σωστῆς χρήσης της, ὥστε νά ἀποφευχθεῖ ἡ καθολική ὑποταγή σ᾿ αὐτήν.
Ἔτσι φρόντισε γιά τήν ἐκλαΐκευση τῆς ἐκκλησιαστικῆς διδασκαλίας καί τήν ἀναγωγή της στήν πατερική παράδοση, ἀφοῦ προηγουμένως τήν ἀπάλλαξε ἀπό τίς προλήψεις, τίς δεισιδαιμονίες καί τήν τυπολατρία. Τόνωσε τή λειτουργική καί πνευματική ζωή καί ἀνατροχιοδρόμησε τήν ὀρθόδοξη ζωή στά ἴχνη τῆς Παράδοσης σύμφωνα μέ τά πατερικά κριτήρια τῆς Ὀρθοδοξίας. «Φυλαχθῆτε νά μήν ἀρνηθῆτε τήν ὀρθόδοξον πίστιν σας», τόνιζε.
Ἡ ἡγετική θέση τοῦ ὁσίου στό κολλυβαδικό κίνημα, τό ὀγκωδέστατο συγγραφικό του ἔργο, ἡ σοφία καί ἡ ἀρετή του τόν ἀνέδειξαν πράγματι μεγάλο Διδάσκαλο τοῦ Γένους καί φάρο φωτεινό. Χωρίς τήν προσφορά τοῦ ἁγίου Νικοδήμου καί γενικότερα τῶν κολλυβάδων, ὁ Διαφωτισμός θά εἶχε βαθύτερα ἐπηρεάσει τό δοῦλο γένος καί τή μητέρα μας Ἐκκλησία. Συνετέλεσε πράγματι στήν πνευματική ἀφύπνιση τοῦ ὑπόδουλου Ἔθνους, τό ὁποῖο στή συνέχεια θά ἀναζητοῦσε τήν ἐθνική του λευτεριά. Τά «ἐαρινά» καί «μυρίπνοα ἄνθη καί ρόδα τοῦ Παραδείσου», οἱ νεομάρτυρες τῶν ὁποίων τίς θυσίες ἐξυμνεῖ στό «Νέον Μαρτυρολόγιον», ὑπῆρξαν «μέσα εἰς τό ψηλαφητόν σκότος φῶτα λαμπρότατα, ἐν τῷ καιρῷ τῆς αἰχμαλωσίας» ἐλευθερία, παιδευτικά πρότυπα γιά τούς δοκιμαζόμενους συμπατριῶτες τους. Μέ τή λεβέντικη ὁμολογία τους «Χριστιανός εἶμαι, δέν τουρκεύω», τή σθεναρή τους ἀντίσταση στό «Μωαμετισμόν» καί τό μαρτυρικό τους αἷμα χειραγώγησαν τό Γένος ἀπλανῶς πρός τήν παλιγγενεσία.
Μόλις ὅμως ἀπελευθερωθήκαμε, λησμονήσαμε τά μηνύματα τῶν μεγάλων μας εὐεργετῶν καί οἰκοδομήσαμε τό νεοελληνικό μας κράτος κατά τίς ἐπιταγές τῶν φώτων τῆς Ἑσπερίας, δουλικά ἐξαρτημένο ἀπό τή Δύση σέ ὅλους τούς τομεῖς καί κυρίως στό χῶρο τῆς Παιδείας. Σήμερα, πού, ἀποστασιοποιημένοι ἀπό τή διδασκαλία τοῦ Πατροκοσμᾶ καί τοῦ ἁγίου Νικοδήμου, βλέπουμε τά σχολεῖα μας εὐκαίρως ἀκαίρως κλειστά λόγῳ καταλήψεων, εἶναι καιρός νά ἀξιολογήσουμε τούς καρπούς τῆς ἀφροσύνης μας. Ποῦ εἶσαι, ἅγιε Κοσμᾶ κι ἐσύ ἅγιε Νικόδημε, νά δεῖς πῶς στίς μέρες μας οἱ γραικύλοι «καντηλοσβῆστες» ἀποκόπτουν τήν Παιδεία μας ἀπό τίς ρίζες της, πῶς «τά ἄθεα γράμματα ὑφαίνουν τό σάβανο τοῦ Γένους»!
Εὐδοξία Αὐγουστίνου
Φιλόλογος - Θεολόγος
Τήν Κυριακή τῶν Μυροφόρων 15/5/2016 στόν κατάμεστο ναό τῆς Ἀναλήψεως στή «Χριστιανική Ἐλπίδα» τελέστηκε τό 4ετές Μνημόσυνο τοῦ ἀειμνήστου διδασκάλου τῆς Ἀδελφότητος Στεργίου Σάκκου. Τό Μνημόσυνο ἀκολούθησε ἀφιέρωμα μέ τίτλο «Παιδαγωγός τῶν νέων εἰς Χριστόν». Οἱ φωτογραφίες καί τά κηρύγματα τοῦ κατηχητῆ, τοῦ ἀρχηγοῦ κατασκηνώσεων, τοῦ καθηγητῆ Στεργίου Σάκκου καί οἱ κα- ταθέσεις ὅσων γνώρισαν τό ἔργο του ἀπό κοντά ὡς μαθητές του ἤ συνεργάτες ἔδωσαν ἀνάγλυφη τήν προσωπικότητά του ὡς παιδαγωγοῦ. Μέ τή χαρισματική διδασκαλία του, τήν ἐμπνευσμένη καθοδήγηση καί τήν ἀνεπιτήδευτη συναναστροφή μέ τά παιδιά καί τούς νέους, χάραξε βαθιά μέσα τους τή μορφή τοῦ Χριστοῦ. Οἱ καρποί αὐτοῦ τοῦ ἔργου ἄς μένουν εἰς μνημόσυνον αἰώνιον τοῦ ἀκάματου ἐργάτη τοῦ Κυρίου!
Τυχαῖο συναπάντημα νά τό πεῖς; Καρτέρι τῆς μοίρας νά τό πεῖς; Ἤ ὥρα τῆς κρίσης τοῦ Θεοῦ;
Περπατοῦσε ὁ Μίλτος καί τρίκλιζε. Οἱ περαστικοί παραμέριζαν γιατί νόμιζαν πώς ἦταν πιωμένος. Περπατοῦσε καί παραμιλοῦσε καί μέ τό βλέμμα χαμένο στό πουθενά ἔβλεπε ξανά καί ξανά τήν ἴδια εἰκόνα - ἐφιάλτη πού εἴκοσι χρόνια στήν ξενιτειά τήν ἀπώθησε στό πιό βαθύ συρτάρι τῆς μνήμης του:
Ἡ θεία ἡ Μαρίκα, τό πιό ἀγαπημένο πρόσωπο ὕστερα ἀπό τή μάνα του! Ἡ θεία ἡ Μαρίκα μπροστά στό φέρετρο τοῦ πρωτογιοῦ της νά μονολογεῖ! Κι ὁ πόνος, ὁ μεγαλύτερος πόνος πού ὑπάρχει στόν κόσμο, ὅλος χυμένος στό ἀγαπημένο της πρόσωπο.
- Ποιός, ποιός λεβέντη μου μᾶς ἔκανε αὐτό τό κακό;
Κι ὕστερα τή θυμᾶται νά γυρνᾶ μέ στοργή σ᾽ αὐτόν καί νά τοῦ λέει τά λόγια ἐκεῖνα πού μπῆκαν μαχαίρι μέσα του.
- Πρόσεχε, Μίλτο ἀγόρι μου, μακριά ἀπό αὐτούς πού φάγανε τό παιδί μου!
Κάνανε τά «σαράντα» τοῦ πρώτου ξαδέλφου καί ἔφυγε ὁ Μίλτος. Ἔφυγε μέ τήν ἐπιθυμία καί ὁ ἴδιος νά ξεμπλέξει, μά καί μέ τήν ἀπόφαση νά μείνει μακριά ἀπ᾽ τή μικρή τους πόλη, ὅπου ὅλοι τό ἤξεραν μά κανείς δέν τό ἔλεγε φανερά, πώς ἐκεῖνος πού ὁδήγησε ὅλη τή συντροφιά του στά ναρκωτικά ἦταν ὁ Μίλτος!
Δέν τό ἔλεγαν μήπως καί φτάσει στ᾽ αὐτιά τῆς θείας τῆς Μαρίκας, πού ἀγαποῦσε τόν Μίλτο σάν παιδί της καί ὁ πόνος της γινότανε διπλός!
Κανείς δέν ἤξερε ποῦ πῆγε ὁ Μίλτος. Ὅλοι οἱ δικοί του πίστευαν πώς δέν ἄντεξε τόν θάνατο τοῦ ἀγαπημένου φίλου καί ἐξαδέλφου καί πώς λιγάκι σάλεψε τό μυαλό του. Κατά καιρούς ἔπαιρνε τηλέφωνο τή μάνα του ἀπό τηλεφωνικό θάλαμο, μά ποτέ δέν τῆς εἶπε ποῦ βρίσκεται!
Τήν πάλεψε τή ζωή ὁ Μίλτος. Παρά τό νεαρό τῆς ἡλικίας του, στήν ξένη γῆ εἶχε μιά μεγάλη περιουσία καί στό περιβάλλον του τό κοινωνικό καί τό ἐργασιακό εἶχε τό καλό ὄνομα ἑνός τίμιου καί ἐργατικοῦ Ἕλληνα. Τά ναρκωτικά ἦταν παρελθόν στή ζωή του!
Ἡ ἐπαφή καί ἡ σχέση του μέ τόν ἱερέα τῆς ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, πού ἦταν Ρῶσος, τόν βοήθησε νά ξεκόψει πιό γρήγορα καί πιό εὔκολα ἀπό τή μάστιγα τῶν οὐσιῶν. Καί πάνω στήν καλύτερη φάση τῆς ζωῆς του στήν ξενιτειά, τή στιγμή πού τό πῆρε ἀπόφαση νά φτιάξει κι αὐτός τή ζωή του καί νά κάνει τή δική του οἰκογένεια, γύρισε σήμερα θαρρεῖς ὁ κόσμος ἀνάποδα!
- Μίλτο, τοῦ εἶπε ὁ προϊστάμενός του στή δουλειά, θέλω νά γνωρίσεις ἕναν ἕλληνα φοιτητή πού εἶναι πολύ σπουδαῖο παιδί καί ἔχει κατά τύχη τό ἴδιο ὄνομα καί τό ἴδιο ἐπίθετο μέ σένα.
- Μιλτιάδηδες δέν ὑπάρχουν καί τόσο πολλοί, μά Παπαδόπουλοι εἶναι σχεδόν ἡ μισή Ἑλλάδα, ἀπάντησε ὁ Μίλτος γελώντας.
- Εἶναι συμφοιτητής τοῦ γιοῦ μου καί τώρα τελευταῖα κάνουν πολλή παρέα καί τόν ἔφερε καί στό σπίτι μας. Σέ λίγο θά περάσουν γιά μιά δουλειά ἀπό δῶ. Μόλις ἔρθουν θά σέ φωνάξω, τοῦ εἶπε καλοσυνάτα, ὅπως πάντα, ὁ γάλλος προϊστάμενός του καί μπῆκε στό γραφεῖο του.
Ἀπό κείνη τήν ὥρα ξύπνησαν οἱ μνῆμες... Ἀπό ἐκείνη τήν ὥρα, ὅ,τι τόσα χρόνια στρίμωξε μέσα του ἄρχισε νά σαλεύει ἐπικίνδυνα. Ἄλλος ἕνας Μιλιτάδης Παπαδόπουλος ὑπῆρχε, μά πού ὁ ἴδιος ἔγινε αἰτία πάνω στήν ἐφηβική τρέλα καί ἐπιπο- λαιότητά του νά πεθάνει.
- Παπαδόπουλος Μιλτιάδης καί Παπαδόπουλος Μιλτιάδης, εἶπε συστήνοντάς τους ὁ Γάλλος, διασκεδάζοντας γιά τή σύμπτωση.
Ξαφνιάστηκε ὅμως καί τοῦ κόπηκε τό γέλιο ἀπότομα, ὅταν εἶδε τόν Μίλτο νά κοιτᾶ τόν νεαρό φοιτητή ἄσπρος σάν τό πανί.
- Ἐγώ, κύριε εἶμαι ἀπό...
Τό ὄνομα τῆς μικρῆς του πόλης δέν τοῦ ἄφηνε πιά καμιά ἀμφιβολία, ὅπως καί ἡ ὁμοιότητα! Θεέ μου, ἴδιος ὁ Μίλτος ὁ δικός του!
Ἔκανε μεταβολή δίχως νά ὁρίζει τόν ἑαυτό του ὁ Μίλτος. Δίχως νά μπορεῖ νά κρατήσει ἔστω γιά λίγο τόν τύπο, ἀφήνοντας τούς ἄλλους στήν ἀπορία καί στήν ἀμηχανία.
Μπῆκε στόν πρῶτο τηλεφωνικό θάλαμο πού βρῆκε μπροστά του. Ἔκανε τρεῖς φορές λάθος στό νούμερο, μά στό τέλος ἄκουσε ἀπό τήν ἄλλη ἄκρη τήν ἀγαπημένη φωνή.
- Μάνα!
- Γιέ μου, Μίλτο μου!
- Μάνα, ἡ θεία ἡ Μαρίκα μετά τόν θάνατο τοῦ Μίλτου γέννησε ἄλλο παιδί;
- Γέννησε, γιέ μου, ὕστερα ἀπό ἕνα χρόνο τόν Μίλτο τόν μικρό! Ἴδιος καί ἀπαράλλαχτος ὁ μεγάλος.
- Γιατί δέν μοῦ τό εἶπες ποτέ, μάνα μου αὐτό; τήν ἔκοψε κλαίγοντας ὁ Μίλτος.
- Γιατί, παιδί μου, μοῦ ἔβαλες ὅρο καί μοῦ ᾽πες πώς ἄν σοῦ ξαναμιλήσω γιά τή θεία Μαρίκα καί τόν Μίλτο δέν θά μοῦ ξανατηλεφωνήσεις.
Ἔκλαψε πολύ ὁ Μίλτος καί γιά πρώτη φορά ἄνοιξε τήν καρδιά του στή μάνα του καί τῆς τά εἶπε ὅλα. Γιά τό μεγάλο του φταίξιμο, γιά τό δικό του μπλέξιμο, γιά τό ρόλο πού ἔπαιξε μέσα σέ κείνη τήν παρέα τῶν ἐφήβων πού νόμισαν τά ναρκωτικά παιχνίδι ὥς τή στιγμή πού «ἔφυγε» ὁ Μίλτος ὁ ξάδελφος.
- Ἤσουν μικρό παιδί καί σύ, ἀγόρι μου. Ποιός μπορεῖ νά σέ καταδικάσει;
Ἡ φωνή πού ἄκουγε τώρα δέν ἦταν τῆς μάνας του! Ἡ φωνή πού τοῦ μιλοῦσε ἦταν τῆς θείας Μαρίκας!
- Κάθε φορά πού ἔπαιρνες, Μίλτο μου, σ᾽ ἀκούγαμε ὅλοι σ᾽ ἀνοικτή ἀκρόαση. Τ᾽ ἄκουσα ὅλα, παιδί μου. Mήν κλαῖς, δέν φταῖς ἐσύ!
- Θεία μου, ἀγαπημένη μου θεία, μέ συγχωρεῖς, λοιπόν! Κλείνω, κλείνω θεία μου, θά σᾶς πάρω σέ λίγο!
Ἔκλεισε τό τηλέφωνο ὁ Μίλτος καί ἔβαλε φτερά στά πόδια του. Πέτυχε τούς δυό συμφοιτητές στήν ἔξοδο τῆς ἐπιχείρησης.
Κοίταξε τόν μικρό Μίλτο μέ στοργή.
- Θά σοῦ τόν στερήσω γιά λίγο, γιατί ἔχω νά τοῦ πῶ μιά ἱστορία, ἀπευθύνθηκε πρῶτα στόν Γάλλο ὁ Μίλτος.
- Μικρέ Μίλτο, εἶμαι ὁ μεγάλος ξάδελφος πού δέν γνώρισες ποτέ! συνέχισε γυρνώντας στόν νεαρό Ἕλληνα καί ἄνοιξε τήν ἀγκαλιά του καί τόν ἔχωσε μέσα.
Σέ λίγο τά δυό ξαδέλφια ἀγκαλιασμένα μπροστά στήν ὀθόνη τοῦ ὑπολογιστῆ τοῦ νεαροῦ ἕλληνα φοιτητῆ γελοῦσαν καί κλαίγανε. Τό ἴδιο καί οἱ δυό μάνες πού ἔβλεπαν στήν ὀθόνη.
- Οἱ προσευχές μας σᾶς ἀντάμωσαν, παιδιά μου! εἶπε ἡ θεία Μαρίκα καί, γιά πρώτη φορά ὕστερα ἀπό εἴκοσι χρόνια, ἔνιωσε μέσα της ἀληθινή παρηγοριά!
Ἑλένη Βασιλείου
Τήν Κυριακή πού μᾶς πέρασε ἔγινε κάτι διαφορετικό. Ἐκκλησιαστήκαμε οἰκογενειακῶς στήν πατρική μου ἐνορία! Πολλά χρόνια εἶχα νά διαβῶ τό κατώφλι της.
Μετά τόν γάμο μου ἄλλαξα ἀναγκαστικά ἐνορία καί εἶχα χρόνια νά λειτουργηθῶ σ᾽ αὐτόν τό μικρό ναό, ὅπου εἶχα ἀκούσει τίς πρῶτες θεῖες Λειτουργίες τῶν παιδικῶν μου χρόνων...
Κατέβηκα μέ ἀργά βήματα τά σκαλάκια πού ὁδηγοῦν στή μικρή πιά αὐλή της... Ἔνιωσα νά χτυπάει δυνατά ἡ καρδιά μου, ὅταν ἔσπρωξα ἁπαλά τήν πόρτα γιά νά περάσουν ὅλοι, καί τέλος κι ἐγώ! Κοίτα! Ὁ χάλκινος διάκοσμός της ἔχει φθαρεῖ πολύ! Θυμᾶσαι πόσο χάρηκες τότε πού καινούργιο τόν καμαρώναμε νά λάμπει; Θά ᾽ναι σαράντα χρόνια...
Καί τό παγκάρι εἶναι τό ἴδιο! Νά καί τό τριγωνικό τραπεζάκι μέ τό «κυτίον ὑπέρ πτωχῶν»! Καί τό προσκυνητάρι μέ τήν εἰκόνα, τό κεντημένο μέ ἐλεφαντόδοντο, πού πάντα μέ ἐντυπωσίαζε...
Ἀνάψαμε κερί. Προσκυνήσαμε τίς εἰκόνες. Αὐθόρμητα προχώρησα πρός τήν ξύλινη σκάλα πού ὁδηγεῖ στόν γυναικωνίτη. Ἡ μητέρα πάντα μέ κρατοῦσε ἀπό τό χέρι, γιά νά μήν μπερδευτοῦν τά μικρά ποδαράκια ἀνεβαίνοντας!
Ἄκου! Τό ἴδιο τρίξιμο στό ξύλινο δάπεδο τοῦ γυναικωνίτη!
Διάλεξα νά καθίσω στήν ἴδια θέση· «μπροστά γιά νά βλέπεις», ἔλεγε ὁ πατέρας. Τώρα, βέβαια, δέν κρέμονται τά μικρά ποδαράκια! Οὔτε ὑπάρχει χῶρος στήν καρέκλα γιά νά καθίσει μαζί μου καί ἡ μικρή μου ἀδελφή... Ἡ θέση γέμισε μέ ἐμένα, καί χρειάστηκαν ἄλλες τέσσερις γιά νά καθίσουν στή σειρά οἱ κόρες μου! Ὁ σύζυγος μέ τόν γιό μου κάθισαν στή μεριά τῶν ἀνδρῶν.
Ἡ ψαλμωδία ἀγγελική. Κοίτα! Πόσα ἄγνωστα πρόσωπα στό Ψαλτήρι! Κι ὁ π. Βασίλειος; Ὤ, ὄχι! Ἄλλη φωνή ἀκούγεται! Ἐκεῖνος ἀπό χρόνια διακονεῖ στό θυσιαστήριο τοῦ οὐρανοῦ!
Ψάχνω μέ τό βλέμμα μου ἄθελά μου τό Μαράκι, ἐκεῖνο τό ζωηρό μικράκι, πού δέν στεκόταν οὔτε λεπτό... Μπά! Δέν τό βλέπω πουθενά. Ἡ κ. Μαρία εἶναι πιά καθηγήτρια καί πρεσβυτέρα μέ τρεῖς γιούς!
Στήν πρώτη σειρά, στό πλάι μου, κάθονταν πάντα οἱ δύο ἀγαπητές μου συμμαθήτριες, ἡ Δωροθέα καί ἡ Ἔφη. Ἄν ἀπουσίαζαν καμιά φορά, θά ἦταν σοβαρά ἄρρωστες. Μά σήμερα δέν τίς βλέπω οὔτε κι αὐτές νά εἶναι στή γνωστή θέση. Ἄλλα πρόσωπα, βλέπω... «Μόνο κοντά Σου, Χριστέ μου, νά εἶναι...», ἔπιασα τόν ἑαυτό μου νά ψιθυρίζει.
Ἡ γιαγιά Εὐαγγελία; Ποῦ νά ᾽ναι ἄραγε; Καμάρωνε τίς μακριές ὁλόμαυρες πλεξοῦδες μου! Μιά Κυριακή μοῦ χάρισε ἕνα ζευγάρι κοκαλάκια-μαργαρίτες γιά νά φοράω στά μαλλιά καί νά στολίζω τίς πλεξοῦδες... Ὁ Θεός ἄς τήν ἀναπαύει!
Σ᾽ αὐτόν τόν ναό ἔγινε καί ἡ βάπτισή μου! Στήν ἴδια κολυμβήθρα πού βαπτίσαμε καί τά παιδιά τοῦ ἀδελφοῦ μου! Μέγας εἶσαι, Κύριε! Τί θαῦμα εἶναι ἡ ζωή!
Βλέπω γύρω μου τόσα πρόσωπα! Ἄλλα ἄγνωστα κι ἄλλα γνωστά, μέ χιονισμένα πιά τά μαλλιά...
Ἄλλαξαν ὅλα στήν πατρική μου ἐνορία! Ὅλα, ἐκτός ἀπό Ἐσένα, Κύριέ μου! Παρέμεινες σταθερά ὁ ἴδιος! Στή θέση σου, πάνω στόν Σταυρό, καί πάντα μέ ἀνοιχτή τήν ἀγκαλιά σου νά μέ προσμένεις! Πάντα καί σταθερά, νά μ᾽ ἀγαπᾶς καί νά μέ προσμένεις!
Αὐτό μέ ἐντυπωσιάζει σέ Σένα, Πατέρα μου· ἐνῶ εἶσαι παντοδύναμος, μπορεῖς νά κάνεις τά πάντα, Ἐσύ δέν ἀλλάζεις! Παραμένεις πάντα ὁ ἴδιος! Ἀγαπᾶς καί περιμένεις! Πάντα καί σταθερά!
Κι αὐτό εἶναι πού ἀσφαλίζει ἐμένα· ἡ δική σου σταθερότητα στήν ἀναμονή καί ἡ παντοτινή ἀληθινή ἀγάπη σου!
Πῶς νά σοῦ πῶ, Πατέρα μου, αὐτό πού αἰσθάνομαι; Ἁπλά,
Εὐχαριστῶ!
Χρ. Μουρατίδου-Δαδῆ
Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 184-185
Οἱ Ἅγιοι Τόποι δέν περιορίζονται τοπικά στά Ἰεροσόλυμα καί στή γύρω περιοχή, ἀλλά ἐπεκτείνονται καί «πέραν τοῦ Ἰορδάνου». Σ’ αὐτή τήν ἅγια γῆ ἔφτασαν τά βήματά μας ὅταν πετάξαμε μία μέρα καλοκαιριοῦ γιά τό Χασεμιτικό Βασίλειο τῆς Ἰορδανίας.
Ἕνα κράτος τῆς Μέσης Ἀνατολῆς, πού συνορεύει μέ τή Συρία, τό Ἰράκ, τή Σαουδική Ἀραβία καί τό Ἰσραήλ, ποιά συγγένεια μπορεῖ νά ἔχει μέ τήν ἑλληνορθόδοξη πατρίδα μας; Ἦταν μία ἀποκάλυψη γιά ἐμᾶς ὅτι ἡ μακρινή Ἰορδανία σέ κάθε της πέτρα ἔκρυβε… Χριστό καί Ἑλλάδα!
Ἀκολουθώντας τά χνάρια τῆς Ἱστορίας, σύραμε τούς δρόμους τοῦ νοῦ στά βάθη τῆς ἀρχαιότητας, ὅταν ὁ Μεγάλος Στρατηλάτης, ὁ Ἀλέξανδρος καί οἱ διάδοχοί του ἔχτισαν στήν περιοχή ἑλληνικές πόλεις γνωστές ὡς «Δεκάπολις».
Οἱ Μακεδόνες ἔποικοι ἀναμίχθηκαν μέ τόν ντόπιο πληθυσμό, τούς Ναβαταίους, πού ἦταν νομάδες, καί διέδωσαν τόν ἑλληνικό πολιτισμό καί τήν ἑλληνική γλῶσσα. Ἀνάμεσα στίς πόλεις ξεχωρίζουν ἡ Πέλλα, στή Β. κοιλάδα τοῦ Ἰορδάνη, τό Δίον στά Ν.Α. τῆς Τιβεριάδας λίμνης καί ἡ Ἀντιόχεια στήν ὄχθη τοῦ ποταμοῦ Χρυσορρόη.
Ὅταν ὁ Πτολεμαῖος Β΄ Φιλάδελφος κυρίευσε μέρος τῆς Ἰορδανίας, ἀνοικοδόμησε καί ὀνόμασε Φιλαδέλφεια τήν πόλη Ἀμμάν, σημερινή πρωτεύουσα τοῦ κράτους. Ἑλληνικά νομίσματα κόβονταν καί οἱ ντόπιες πόλεις ἔπαιρναν ἑλληνικά ὀνόματα. Ἡ Ἀκρόπολη τοῦ Ἀμμάν, ἀλλά καί πολλοί ἄλλοι ἀρχαιολογικοί χῶροι μέ τά κορινθιακά κιονόκρανα καί τίς ἑλληνικές ἐπιγραφές μαρτυροῦν περίτρανα ὅτι ὁ ἑλληνικός πολιτισμός καί ἡ ἑλληνική γλῶσσα ἦταν πιά κυρίαρχα.
Φτάνοντας στούς ρωμαϊκούς καί βυζαντινούς χρόνους, ἡ ἰορδανική γῆ μᾶς ἐπιφύλασσε πολλές ἀκόμη ἐκπλήξεις. Ἀφοῦ ἐπικράτησε ὁ χριστιανισμός, οἱ ἀρχαῖες πόλεις ἔγιναν ἕδρες ἐπισκοπῶν. Στό κάθε μας βῆμα ἀντικρύζαμε μέ συγκίνηση ἐρείπια βυζαντινῶν ναῶν μέ πλούσιο ψηφιδωτό διάκοσμο καί ἑλληνικές ἐπιγραφές. Ἡ Ἀντιόχεια, γνωστή στούς ρωμαϊκούς χρόνους ὡς Γέρασα, φιλοξενοῦσε δεκαπέντε χριστιανικούς ναούς χτισμένους ἀπό τόν Ἰουστινιανό καί ἄλλους αὐτοκράτορες. Δεκάδες παλαιοχριστιανικοί ναοί ἦταν χτισμένοι καί στή Μαδηβά –ἕδρα καί αὐτή ἐπισκοπῆς, ὅπου ξεχωρίζει ἕνας ψηφιδωτός χάρτης ὅλης της Ἁγίας Γῆς μέ ὑπόμνημα στήν ἑλληνική γλῶσσα! Τέλος, στόν ἀρχαῖο οἰκισμό UMMAR-RASAS = (μητέρα τοῦ μολυβιοῦ) δεσπόζει ἡ βυζαντινή ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Στεφάνου χτισμένη τό 785 μ.Χ. μέ ἔξοχα ψηφιδωτά. Ὅλοι αὐτοί οἱ ναοί, καθώς καί ἐρείπια φρουρίων, τειχῶν καί προμαχώνων μέσα στήν ἰορδανική ἔρημο μαρτυροῦν μία ἀκμάζουσα βυζαντινή παρουσία, πού τήν ἀνέκοψε ἡ κυριαρχία τῶν μωαμεθανῶν Ἀράβων πού ἄρχισε μετά τό 630 μ.Χ.
Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, ἀκολουθώντας τά χνάρια τῆς Βίβλου, ἡ Ἰορδανία μᾶς ταξίδεψε τόσο στήν Παλαιά ὅσο καί στήν Καινή Διαθήκη. Ἡ πόλη Γέρασα εἶναι τά βιβλικά Γέραρα, ὅπου ἔμεινε γιά λίγο ὁ Ἀβραάμ μέ τή γυναίκα του τή Σάρρα.
Στά βάθη τῆς Νεκρᾶς Θαλάσσης κρύβονται τά Σόδομα καί τά Γόμορρα, πού κατέστρεψε ὁ Θεός μέ φωτιά καί θειάφι. Στίς ἀκτές ξεχωρίζει ἡ στήλη ἅλατος στήν ὁποία μετατράπηκε ἡ γυναίκα τοῦ Λώτ, ὅταν φεύγοντας ἀπό τίς ἁμαρτωλές πόλεις γύρισε νά κοιτάξει πίσω παραβαίνοντας τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ.
Στήν περιοχή τῆς Πέτρας ἀντικρύσαμε ἀπό μακριά τόν τάφο τοῦ Ἀαρών. Ὅλη ἡ ἔρημος τῆς ἰορδανικῆς γῆς εἶναι ὁ τόπος στόν ὁποῖο περιπλανήθηκαν σαράντα χρόνια οἱ Ἰουδαῖοι μετά τήν ἔξοδό τους ἀπό τήν Αἴγυπτο. Ἀνηφορίσαμε στό ὄρος Νέβο μαζί μέ τόν Μωυσῆ καί εἴδαμε μέ δέος νά ἁπλώνεται μπροστά μας ἡ Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας. Κοντά στή Μαδηβά σώζονται τά ἐρείπια τοῦ παλατιοῦ τοῦ Ἡρώδη, ὅπου φυλακίστηκε καί κατόπιν ἀποκεφαλίστηκε ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος. Στά Γάδαρα ἀντικρύσαμε ἀπό ψηλά τή λίμνη τῆς Τιβεριάδας, ὅπου ἔπεσε τό κοπάδι τῶν χοίρων μετά τό θαῦμα τῆς θεραπείας τῶν δαιμονισμένων.
Τό σημεῖο, ὡστόσο, πού μᾶς συγκίνησε βαθιά ἦταν τό σημεῖο «πέραν τοῦ Ἰορδάνου», ὅπου βαπτίστηκε ὁ Κύριός μας. Σήμερα ὁ Ἰορδάνης ποταμός δέν περνᾶ ἀπό ἐκεῖνο τό σημεῖο, τό ὁποῖο ὑποδεικνύουν πέντε πρωτοχριστιανικές ἐκκλησίες καί ἕνα σταυρόσχημο βαπτιστήριο πού ἔχουν ἀνασκαφεῖ. Τό ὄμορφο ὀρθόδοξο μοναστήρι πού δεσπόζει στήν περιοχή δέν μποροῦσε παρά νά εἶναι ἀφιερωμένο στόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Πρόδρομο.
Πέρα ἀπό ὅλα τά ἀρχαιολογικά εὑρήματα πού θαυμάσαμε στήν Ἰορδανία, ἡ σκέψη μας δέν μπορεῖ παρά νά σταθεῖ στό λιγοστό ποίμνιο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Φιλαδελφείας, πού δίνει τή δική του μαρτυρία μέσα στό σύγχρονο μουσουλμανικό κράτος τῆς Ἰορδανίας. Μπαίνοντας στόν μητροπολιτικό ναό τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυ- ρίου καί ἀτενίζοντας τίς βυζαντινές τοιχογραφίες νιώσαμε τόσο οἰκεῖα καί ζεστά. Μόνο οἱ ἀραβικές ἐπιγραφές καί ἡ ἀραβική γλῶσσα μᾶς θυμίζουν πώς βρισκόμαστε πολύ μακριά ἀπό τήν ὀρθόδοξη πατρίδα μας. «Οἱ χριστιανοί βρισκόμαστε στόν τόπο αὐτό ἀπό τήν ἐποχή τοῦ διωγμοῦ τοῦ Στεφάνου», ἀκοῦμε μέ συγκίνηση νά μᾶς ἐξηγεῖ ὁ ἱερέας στό τέλος τοῦ κατανυκτικοῦ Ἑσπερινοῦ. Καί μᾶς ἀποχαιρετᾶ μέ τήν προτροπή: «Μήν ξεχνᾶτε πώς στόν τόπο αὐτό ζοῦνε ἀδέρφια σας». Πόσο ἐπίκαιρη εἶναι στ’ ἀλήθεια ἡ παράκλησή του στά χρόνια αὐτά πού οἱ χριστιανοί στά γειτονικά τους κράτη καλοῦνται ὄχι ἁπλῶς στή μαρτυρία ἀλλά καί στό μαρτύριο!
Μαρία Κουπουρτιάδου
Δασκάλα
Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 180-182