Mέ τόν Στέργιο εἴμαστε κοντοπατριῶτες· ἐκεῖνος ἀπό χωριό τῶν Γρεβενῶν, ἐγώ ἀπό χωριό τῆς Κοζάνης. Ἦταν λίγο μεγαλύτερός μου καί ἐγώ τόν ἀγαποῦσα καί τόν σεβόμουνα ἀπό μαθητής ἀκόμη. Ὅταν περνοῦσε ἀπό Κοζάνη, σταματοῦσε γιά λίγο στήν ΧΕΝ (Χριστιανική Ἕνωση Νέων). Ἐγώ τόν ἔβλεπα καί τόν θαύμαζα. Ἦταν μαθητής τοῦ π. Αὐγουστίνου (γιά τόν ὁποῖο ἔγραψε ὁλόκληρο βιβλίο ἀργότερα), καί τόν ὁποῖο εἶχα γνωρίσει ὡς Διευθυντή τοῦ Γραφείου Β10 τοῦ Β´ Σώματος Στρατοῦ, ὅπου εἶχε κοντά του πολλούς συνεργάτες (Γρατσέας, Καραδιάκος, Μακράκης, Βλιαγκόφτης, Γιομπλιάκης), μέ τούς ὁποίους εἶχα φιλίες ἀπό τό βιβλιοπωλεῖο τῆς ΧΕΝ, ὅπου βοηθοῦσα τό Δραγατσίκα καί τόν Κουτσιμανῆ. Θυμοῦμαι, μάλιστα, πώς μιά φορά ἦρθε μαζί μέ τόν Διονύσιο Τριανταφυλλόπουλο, Γυμνασιάρχη τότε στά Γρεβενά, γιά νά πάρουν μικρά βιβλία γιά νά τά δώσουν ὡς βραβεῖα στά τακτικά κατηχητόπουλα τῶν Γρεβενῶν.
Ἐκεῖνο πού μ᾽ ἐντυπωσίαζε πολύ τότε, ἦταν ἡ βοήθεια πού πρόσφερε ὁ Στέργιος στούς μαθητές πού εἶχαν κάποιες δυσκολίες στά μαθηματικά. Ἔλυνε ὅλα τά προβλήματα τῶν μεγαλύτερων φίλων μου πού ἑτοιμαζότανε γιά εἰσαγωγικές στό Πανεπιστήμιο καί συναντοῦσαν δυσκολίες. Τούς ἀνέλυε λεπτομερῶς ὅλα τά στοιχεῖα καί ὕστερα ἔφευγε γιά τή Θεσσαλονίκη ἤ γιά τά Γρεβενά, ὅποιο καί νά ᾽τανε τό δρομολόγιο, ἐπειδή στήν Κοζάνη ἀλλάζανε λεωφορεῖο καί σταθμό.
Πέρασαν ἀρκετά χρόνια καί ἀνταμώσαμε ὅταν ἐγώ ὑπηρετοῦσα στήν 113 Π.Μ.Ε. (στό Σέδες), ὡς ὑπεύθυνος τοῦ Γραφείου Ἐθνικῆς καί Θρησκευτικῆς διαφωτίσεως (1958). Κατέβαινα συχνά στή Θεσσαλονίκη καί πήγαινα στήν «Ἀπολύτρωση» (Πέλοπος 7), ὅπου ἀνταμώναμε. Χαιρόμουνα πολύ ὅταν τύχαινε νά ὁμιλεῖ ὁ Στέργιος στήν αἴθουσα τῆς Ἀδελφότητος, ὅπου συνέρρεε πλῆθος κόσμου. Στή Θεσσαλονίκη συνδέθηκα μέ τούς συναδέλφους στό Πανεπιστήμιο καί μέ κάποιους ἀπό τούς καθηγητές (Ἔξαρχο καί Σιώτη), οἱ ὁποῖοι τοῦ ἔδειχναν ἰδιαίτερη ἀγάπη.
Ὅταν ἀπολύθηκα καί ἐπέστρεψα στήν Ἀθήνα, ἄρχισα νά συνεργάζομαι στίς Ἐκδόσεις «Ἀστέρος», ὅπου μ᾽ ἐπισκεπτόταν ὁ Στέργιος ὅταν κατέβαινε στήν πρωτεύουσα. Μέ τό πέρασμα τῶν χρόνων ἐγώ ἔφυγα γιά ἀνώτερες σπουδές στή Γαλλία καί ὁ Στέργιος στή Γερμανία. Στό Παρίσι ξαφνιάστηκα ὅταν τόν εἶδα μπροστά μου: «Πῶς ἐδῶ Στέργιο;». «Ἔμαθα ὅτι εἶσαι ἐδῶ καί ἦρθα νά σέ ἰδῶ. Ἔχω μαζί μου καί τόν ἄλλο Στέργιο, τόν Τσάμη, πού ἀσχολεῖται μέ τή Θρησκειολογία». Τά εἴπαμε, τούς ξενάγησα ὅσο μποροῦσα καί ὅσο ἦταν ἐλεύθεροι καί χωρίσαμε. Φεύγοντας γιά τή Γερμανία, μοῦ λέει: «Σέ λίγο θά γυρίσω στήν Ἑλλάδα. Καθώς προχωρεῖς στή διατριβή σου, ἄν συναντήσεις κάποια δυσκολία στά χειρόγραφα, γράψε μου, γιατί ἐγώ ταξιδεύω συχνά στό Ἅγιον Ὄρος καί ἔχω φίλους στίς ἁγιορείτικες βιβλιοθῆκες». Καί ὄντως, ὅταν βρέθηκα σέ τέτοιες δυσκολίες, τοῦ ἔγραψα καί ἐκεῖνος ἔσπευσε νά ξοδέψει χρόνο καί λεφτά γιά νά μ᾽ ἐξυπηρετήσει. Τοῦ χρωστῶ, λοιπόν, καί γι᾽ αὐτές τίς διευκολύνσεις βαθειά εὐγνωμοσύνη.
Τά χρόνια περνοῦσαν καί οἱ σχέσεις μας γίνονταν, λόγῳ τῶν θεολογικῶν μας θεμάτων, ὅλο καί στενότερες. Ἐκεῖνος ἀνέβαινε τά καθηγητικά σκαλοπάτια καί ἐγώ σιγάσιγά προχωροῦσα στά ὑμνολογικά μου μονοπάτια. Ἀνταλλάζαμε τά μελετήματα καί τά βιβλία μας καί ἐγώ ἐθαύμαζα πάντα τόν ἱεροκήρυκα καί τόν καινοδιαθηκολόγο πού ἀνέβαινε ὅλο καί πιό ψηλά. Τόν βοηθοῦσα καί μέ βοηθοῦσε διά τῆς προσευχῆς. Καί ὅταν κάποτε τύχαινε νά ὑποφέρω ἐγώ μέ στήριζε ἐκεῖνος καί ὅταν κάποιος πειρασμικός ἄνεμος τόν χτυποῦσε, ἐγώ πού διάβαζα καί μετέφραζα τά «Γεροντικά» τοῦ ἔλεγα τ᾽ ἀνάλογα Ἀποφθέγματα: «Ἔπαρον τοὺς πειρασμοὺς καὶ οὐδεὶς ὁ σωζόμενος» ἤ τό ἄλλο: «Ὅσο δυνατότερα φυσάει ὁ ἄνεμος, τόσο βαθύτερα πᾶνε οἱ ρίζες τοῦ δέντρου στή γῆ, γιά ν᾽ ἀντέχει».
Ὅπως ἔχω σημειώσει πιό πάνω, χαιρόμασταν τήν ἀδελφική φιλία καί τήν συνεργασία ὅπου μπορούσαμε. Θυμοῦμαι τώρα μέ πολλή συγκίνηση, ὅταν ἐπέστρεψα ἀπ᾽ τίς σπουδές μου στό ἐξωτερικό, τό ἔμαθε ὁ Στέργιος καί, πηγαίνοντας ἀπό Θεσσαλονίκη γιά τά Γρεβενά, πῆρε ταξί ἀπό τήν Κοζάνη καί ἦρθε νά με ἰδεῖ στήν Λευκοπηγή. Ἀγκαλιαστήκαμε συγκινημένοι καί οἱ δύο καί ὁ πατέρας μου τόν παρακάλεσε νά μείνει καί νά φάει μαζί μας, τό βρισκούμενο. Ἔμεινε καί κουβεντιάζαμε ὥρα πολλή. Ὁ πατέρας μου, πού ἤξερε ὅλα τά χω ριά καί τά βουνά τῶν Γρεβενῶν, ἄρχισε νά τόν ρωτάει διάφορα πράγματα καί ὁ Στέργιος ἀπαντοῦσε. Καί τότε λέει σέ μιά στιγμή ὁ Στέργιος:
Ξέρεις, μπαρμπαΒασίλη, ἔχω κι ἐγώ βοσκήσει κοπάδια καί ἔχω ὀργώσει καί ἔχω σπείρει, ὅπως καί ὁ γιός σου καί φίλος μου. Θά σοῦ πῶ, ἀκόμα, ὅτι ἔχω ἔρθει στήν κατοχή, πού φύγαμε ἀπό τά Γρεβενά καί μείναμε προσωρινά στό γειτονικό σας Γενήκιοϊ, γιά ν᾽ ἀποφύγουμε τούς Ἰταλούς πού κρατοῦσαν τήν πόλη καί τά χωριά μας. Μάλιστα, ἐδῶ, στά χωράφια πού θερίζανε, ἐγώ καί ἡ ἀδελφή μου ἡ Μαρία ὅταν μάζευαν οἱ θεριστάδες τά δεμάτια, ἐμεῖς, σάν τήν σταχομαζώχτρα τοῦ Παπαδιαμάντη, μαζεύαμε στάχυστάχυ ὅ,τι ἔπεφτε. Τό ξεσπυρίζαμε στό σπίτι καί μετά τό ἔφερνα στόν ὦμο στό χωριό σας, στόν μύλο τοῦ Ἀντώνη Φλώρου καί τό ἄλεθα καί τό κουβαλοῦσα πάλι στόν Ἄργυλο (ἔτσι λέγεται τώρα τό Γενήκιοϊ), ὅπου ἡ μάνα μας ζύμωνε τό εὐλογημένο ψωμί!
Ὁ πατέρας μου τόν κοιτοῦσε χωρίς νά τόν διακόψει ἀλλά κάποια στιγμή δέν βάσταξε:
Νά σέ ρωτήσω κάτι, κ. Στέργιο: Ἔβοσκες γίδια, ὄργωνες, ἔσπερνες, κουβαλοῦσες σακκιά στόν ὦμο τό σιτάρι καί τό ἀ λεύρι καί τώρα κατάντησες (δηλαδή, ἔφτασες νά γίνεις) Καθηγητής Πανεπιστημίου! Πῶς ἔγινε;
Μήν ἀπορεῖς, μπαρμπαΒασίλη, ἔτσι θά γίνει καί ὁ γιός σου, τώρα πού τελείωσε τίς σπουδές του. Βοηθάει ὁ Θεός ὅταν προσευχόμαστε καί ὅταν τοῦ τό ζητοῦμε γιά τό καλό τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν χριστιανῶν.
Ὁ πατέρας μου γιά νά τόν εὐχαριστήσει τοῦ εἶπε καί ἕνα τραγούδι «Στό Γρεβενό, στό Γρεβενό, τόν ἔμορφο τόν τόπο...».
* * *
Ὁ Στέργιος Σάκκος ἦταν ὁ ἱεροκήρυκας καί ὁ ἐπιστήμων Καινοδιαθηκολόγος. Ὡς ἱεροκήρυκας ἀκολουθοῦσε τά ἴχνη τοῦ γέροντά του π. Αὐγουστίνου καί διακονοῦσε τόν ἱερόν Ἄμβωνα σ᾽ ὅλα τά μήκη καί τά πλάτη τῆς Ἑλλάδος, ὅπου τόν καλοῦσαν. Ἦταν ἀκάματος ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου καί προσπαθοῦσε νά μιμηθεῖ σέ ὅλα τόν ἱερό Χρυσόστομο γιά τόν ὁποῖο ἔγραψε οὐκ ὀλίγα. Ὡς Καθηγητής τῆς Εἰσαγωγῆς καί τῆς Ἑρμηνείας τῆς Καινῆς Διαθήκης ἔγραψε πολλά καί βοήθησε πολύ τούς φοιτητάς του νά βροῦν τόν σωστό δρόμο προσέγγισης καί ἑρμηνείας τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου θά κριθοῦν καί θά ἀξιολογηθοῦν ἀπό ἁρμοδίους τά ἔργα του. Ἐκεῖνο πού μένει ζωντανό καί πληθυνόμενο καί αὐξανόμενο διαρκῶς εἶναι τό ἱεραποστολικό ἔργο του καί στά Κατηχητικά καί στίς Κατασκηνώσεις καί ἰδιαίτερα στήν παιδευτική πνοή πού ἔδωκε στήν Ἀδελφότητα «Χριστιανική Ἐλπίς», πού μέ τίς ὁδηγίες του, τίς θυσίες του καί τήν ὁλοκληρωτική ἀφοσίωσή του, ἔγινε κόσμημα στήν ὅλη διακονία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
Π. Β. Πάσχος
Ὁμότιμος Καθηγητής
τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
«Δέν μπορεῖς νά μέ καταλάβεις, ὅσο κι ἄν προσπαθεῖς. Δέν ἔζησες αὐτό πού ζῶ ἐγώ», ἔκανε μέ παράπονο ἡ νεαρή μου φίλη καί τά μάτια της δακρύσανε. Ἐδῶ καί δύο χρόνια σηκώνει τόν σταυρό μίας μαρτυρικῆς ἀσθένειας...
«Ἴσως ἐγώ νά μή μπορῶ», ἀπάντησα μέ συντριβή. «Μπορεῖ ὅμως Αὐτός», εἶπα καί ἔδειξα τόν Ἐσταυρωμένο πού κρεμότανε στόν τοῖχο ἀπέναντι. «Αὐτός πού ἔζησε αὐτό πού ζῆς ἐσύ: τόν πόνο τοῦ σώματος ἐπάνω στόν σταυρό, ὁ ἀναμάρτητος...». Στύλωσε μέ λαχτάρα τή ματιά της στόν σταυρό καί ὁ πόνος στή μορφή της γλύκανε.
Ἐκεῖνος, ὁ Νυμφίος, καταλάβαινε. Ἐκεῖνος πού ἄφησε ἑκούσια τήν ἀνενδεῆ ἀπάθεια τῆς θεότητας, γιά νά φορέσει τό φθαρτό ἀνθρώπινό μας ἐνδιαίτημα• Ἐκεῖνος πού ἁγίασε ὅλο τόν πόνο μας μέ τόν πόνο Του. Δέν ἔμεινε θλίψη ἀνθρώπινη πού νά μή ζήσει ὁ Θεός τοῦ Γολγοθᾶ στή γήινη πορεία Του: δοκίμασε τή φτώχεια μας, ρακένδυτος σέ μιά σπηλιά τῆς Βηθλεέμ• τήν προσφυγιά, ἐξόριστος στήν Αἴγυπτο• τή φθονερή συκοφαντία, κατατρεγμένος ἀνελέητα ἀπό τούς φαρισαίους καί τούς γραμματεῖς• τή χλεύη καί τήν ἀδικία στό πραιτώριο καί τήν ἀχαριστία αὐτῶν πού κραύγαζαν τό «σταύρωσον!»• τήν ἐγκατάλειψη, ὅταν οἱ φίλοι φεῦγαν στή Γεθσημανῆ• τήν προδοσία, ὅταν ὁ μαθητής του Τόν παρέδιδε μέ φίλημα• τή μοναξιά, μιά μοναξιά πού δέν τή βίωσε ποτέ κανένα πλάσμα ἀνθρώπινο, ὅταν μέ ὀδύνη φώναζε ἐπάνω στόν σταυρό: «Θεέ μου Θεέ μου, ἱνατί με ἐγκατέλιπες;» (Μθ 27,47). Ὥς καί ὁ Πατέρας, ὁ Θεός, ἀπέστρεφε τό βλέμμα Του ἀπό τή βδελυρή ἀνθρώπινη ἁμαρτία πού φορτώθηκε ἑκούσια ὁ ἠγαπημένος, ὁμοούσιος Υἱός, μόνος, μονώτατος ἐπάνω στόν σταυρό• καί ὕστερα τήν κρύα γεύση τοῦ θανάτου καί τήν παγωνιά τοῦ τάφου• Ἐκεῖνος, ἡ Αὐτοζωή!
Κοιτάζω τόν σταυρό κι ἐγώ, γιά νά ἀνακουφίσω τόν δικό μου κρυφό πόνο μέσα μου. Κάθε μου δάκρυ ἀνθρώπινο ἔβρεξε πρῶτα τό δικό Του θεῖο πρόσωπο. Ἔγινε ὁ Θεός μου ἄνθρωπος, γιά νά βρῶ ἐγώ συνάνθρωπο, κάποιον νά μέ καταλαβαίνει ὥς τά μύχιά μου τήν ὥρα πού φωνάζω ὀδυνώμενη μαζί μέ τόν Δαβίδ: «καὶ ὑπέμεινα συλλυπούμενον καὶ οὐχ ὑπῆρξε• καὶ παρακαλοῦντας καὶ οὐχ εὗρον» (Ψα 68,21). Ἔψαξα ἀνθρώπινη καρδιά νά μέ συλλυπηθεῖ καί δέν ὑπῆρχε• καί ἀνθρώπους παρηγορητές καί δέν τούς βρῆκα πουθενά.
Τήν ὥρα πού πονῶ μοναχικά καί ἀκατανόητα στό σῶμα ἤ στήν ψυχή εἶναι ἡ εὐκαιρία μου• ἡ εὐκαιρία πού μοῦ χάρισε ὁ ἠγαπημένος μου Θεός πού πάντοτε πονᾶ, γιατί ἐγώ δέν Τόν ἀγάπησα: νά γνωριστοῦμε, νά μοιραστοῦμε τίς καρδιές μας πού πονοῦν, νά σφιχταγκαλιαστοῦμε στόν σταυρό, νά ἀλαφρώσει, ὅπως μοναδικά γνωρίζει Ἐκεῖ νος, τό φορτίο μου, νά τό μετουσιώσει σέ χαρά• ἐκείνη τή βαθειά, λεπτότατη χαρά, πού ἄφησαν θησαυρό στόν κόσμο μας οἱ ἅγιοι, ὅταν μᾶς λέγανε παράδοξα: «ἀγάπησα τό μαρτύριο»• ὅταν τελείωναν τή μαρτυρική ζωή τους μέ ἕνα «Δόξα τῷ Κυρίῳ πάντων ἕνεκεν».
Θυμήθηκα ἕνα νεαρό παιδί καθηλωμένο στό ἀναπηρικό του καροτσάκι ἀπό τή σκλήρυνση πού μοῦ ᾽λεγε: «Εὐχαριστῶ γιά τήν ἀρρώστια μου. Ἄν δέν τήν εἶχα, δέν θά χαιρόμουν τόν Θεό ποτέ!».
Αὐτή ἡ χαρά μέσα στά δάκρυα, ἕνα ἀπό τά πιό πανάκριβα, ὑπέρλογα δωρήματα τοῦ πάθους τοῦ Χριστοῦ καί τῆς ἀνάστασης, τότε καί σήμερα καί πάντοτε!
Μέσα σέ μιά βαθειά σιωπή ἡ φίλη μου κοιτάζει ἀκόμα τόν σταυρό. Πιάνω τό χέρι της μέ ἀλληλέγγυα στοργή:
«Ἀδελφή μου, ὅταν πονᾶς, κοίταξε τόν σταυρό! Μονάχα τόν σταυρό! Ἐκεῖ ὑπάρχει Αὐτός πού σέ καταλαβαίνει ἀπόλυτα».
Νιώθω τήν ἱλαρή μορφή Του νά μερεύει τήν πληγή μου μέσα μου καί ἡ ψυχή μου ψιθυρίζει εὐγνώμονα:
Σ᾽ εὐχαριστῶ πού πόνεσες, Θεέ μου! πού καταδέχτηκες ν’ ἀναδεχθεῖς Ἐσύ, ὁ ἀναμάρτητος, ὅλη τή θλίψη πού συσσώρευσε στή λίγη ἀνθρώπινη ζωή μου ἡ ἁμαρτία, ἡ πτώση τῆς παρακοῆς μου στήν Ἐδέμ.
Σ᾽ εὐχαριστῶ πού πόνεσες, γιά νά μήν εἶμαι ἐγώ μόνη, ὅταν πονῶ• γιά νά ᾽χω Ἄνθρωπο, Θεάνθρωπο νά μέ καταλαβαίνει ὥς τά βάθη μου.
Σ᾽ εὐχαριστῶ πού πόνεσες ἐπάνω στόν σταυρό, γιά νά μοῦ δείχνεις ἀδιάψευστα πώς τέρμα τῆς δοκιμασίας εἶναι μόνο ἡ Ἀνάσταση στό ἐδῶ καί στό ἐπέκεινα• ἡ Ἀνάσταση ἀπ᾽ τήν ἀπελπισία, πού μαραίνει τήν ψυχή, καί ἀπό τά πάθη μου, πού κάνουν μόνο αὐτά τόν πόνο μου ἀβάσταχτο• κι ἡ Ἀνάσταση ἡ ἄλλη, ἡ αἰώνια, πού θά γευτῶ ὅταν, συμμέτοχη στό πάθος Σου σ᾽ αὐτήν ἐδῶ τή γῆ, θά κοινωνήσω μέ τή χάρη Σου στήν ἀτελεύτητη ὀμορφιά τῆς Βασιλείας Σου. Ἀμήν.
Μαρία Παστουρματζῆ
Ἡ πορεία τοῦ Χριστοῦ πρός τό ἑκούσιο πάθος συνιστᾶ τό αἰώνιο ὑπόδειγμα ἄκρας συνέπειας ἔργων καί λόγων. Σέ ἀντίθεση μέ πλείστους ὅσους φιλοσόφους καί φιλοσοφοῦντες προγενεστέρων αἰώνων καί κοινωνικούς ἀναλυτές καί μελετητές τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, τῆς ἀνύπαρκτης γιά πολλούς ἀπό αὐτούς, ὁ Χριστός ἀπευθύνθηκε καί ἀπευθύνεται στόν πονεμένο ἄνθρωπο μέ λόγια ἁπλά καί πλήρως κατανοητά. Δέν εἶναι συνεπῶς τό ἀκατανόητο ἤ τό δυσνόητο τῶν λόγων πού ἀπωθεῖ διαχρονικά τούς ἀνθρώπους, ἀλλά οἱ συνέπειες ἐκ τῆς ἀποδοχῆς αὐτῶν.
Ὁ Χριστός καλεῖ διαχρονικά τούς πιστούς νά ἄρουν τόν σταυρό τους. Τί ἐννοεῖ; Γιατί δέν ἔκανε τόν λόγο του πιό ἑλκυστικό, παρηγορητικό ἤ ἐνθουσιαστικό, ὥστε νά κερδίσει περισσότερο τή συμπάθεια τοῦ εὐμετάβλητου σέ κάθε ἐποχή λαοῦ, ὁ ὁποῖος τελικά πέφτει θύμα τῶν δημαγωγῶν; Ὁ Χριστός δέν ὑπῆρξε δημαγωγός ἤ δάσκαλος τῆς οὐτοπίας, ὅπως τόν χαρακτήρισαν κάποιοι ἐμπαθεῖς ἤ ἀνήμποροι νά ἀποδεχθοῦν τόν λόγο Του. Ὁ Χριστός τόνισε στόν Πιλᾶτο• «εἰς τοῦτο ἐλήλυθα εἰς τὸν κόσμον, ἵνα μαρτυρήσω τῇ ἀληθείᾳ» (Ἰω 18,37). Καί εἶναι ἀποδεκτό ὅτι ἡ ἀλήθεια εἶναι πικρή. Δέν ἦλθε νά πείσει μέ ἐπιχειρήματα ἀνθρώπινης σοφίας, γι’ αὐτό καί τό κήρυγμά του πολλοί τότε, συντριπτικά περισσότεροι σήμερα, τό χαρακτηρίζουν μωρία! Ἦλθε νά ἐλευθερώσει τόν ἄνθρωπο, τόν δυναστευόμενο ἀπό τή δουλεία τοῦ διαβόλου, τόν αὐτοσταυρούμενο μέ τά βέλη τῶν ἁμαρτιῶν πού διαπράττει.
Ἡ μεγάλη τραγωδία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὅτι ἀπέκρουσε καί ἀποκρούει τόν λόγο τοῦ Χριστοῦ στό ὄνομα τῆς προσωπικῆς του ἐλευθερίας. Βλέπει παντοῦ στή διδασκαλία Του ἀπαγορεύσεις στερητικές αὐτῆς καί βαυκαλίζεται μέ τήν ψευδαίσθηση τῆς ἐλευθερίας στήν ἀπόρριψή της. Καί ὅμως ὁ Χριστός ὑπῆρξε ὁ μόνος πού συμπόνεσε τόν λαό, πού τόν εἶδε ὡς πρόβατα χωρίς ποιμένα καταδυναστευόμενο ἀπό τόν ἀρχέκακο διάβολο καί τά ὄργανά του, πού ἀσκοῦσαν καί ἀσκοῦν στόν ἴδιο βαθμό τίς ἐξουσίες ἐπάνω στή γῆ! Ὁ Χριστός δέν ἐπωφελήθηκε στό ἐλάχιστο ἀπό τόν ἐντυπωσιασμό τοῦ λαοῦ καί τήν προσήλωση στό πρόσωπό Του ὥς καί λίγες ἡμέρες πρίν ἀπό τόν θάνατό Του. Γνώριζε ὅτι οἱ δημαγωγοί θά ἐξέρχονταν νικητές γιά μία ἀκόμη φορά καί θά ἔπειθαν τόν λαό νά κραυγάσει «σταύρωσον, σταύρωσον». Ὁ Χριστός πορεύθηκε πρός τό πάθος καί ἔκτεινε τά χέρια στόν σταυρό δείχνοντας τήν ἀπέραντη ἀγάπη του πρός τόν πάσχοντα ἄνθρωπο• ἀκόμη καί πρός ἐκεῖνον πού δέν εἶχε τή συναίσθηση ὅτι πάσχει, τόν ἐμπαθῆ ἄρχοντα τοῦ Ἰσραήλ, πού τόν ὁδήγησε στήν καταδίκη, ἐπειδή διέψευσε τό ὅραμά του νά τοῦ προσφέρει ἐγκόσμια ἐξουσία. Τό θαυμαστό καί παραβλεπόμενο «πάτερ, ἄφες αὐτοῖς• οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Ἰω 23,34), τό ὁποῖο ἐπαναλαμβάνει ὁ πρωτομάρτυρας διάκονος Στέφανος μέ τό «Κύριε, μὴ στήσῃς αὐτοῖς τὴν ἁμαρτίαν ταύτην» (Πρξ 7,60), εἶναι τό μεγάλο θαῦμα τῆς ἀγάπης. Ὁ ἐμπαθής ἄνθρωπος προτιμᾶ τό μίσος ἀπό τήν ἀγάπη, τήν ὁποία στίς σύγχρονες γλῶσσες ἔχει ὑποβιβάσει καί ταυτίσει μέ τόν ἔρωτα, σέ πρώτη φάση, μέ τή γενετήσια ἱκανοποίηση, τελικά.
Ὁ ἄνθρωπος ἀρνεῖται νά σηκώσει τόν σταυρό τοῦ Χριστοῦ. Προτιμᾶ νά σηκώνει κάποιον ἄλλον, κατά πολύ πιό βαρύ καί καταθλιπτικό, ἐπαιρόμενος συνάμα γιά τήν ἀποτίναξη τῶν παντοίων ζυγῶν. Ἀμετανόητος παραμένει δοῦλος τῶν παθῶν του, βασικότερα ἀπό τά ὁποῖα εἶναι ἡ φιλαργυρία, ἡ φιληδονία καί ἡ φιλοδοξία. Κυριευμένος ἀπό τή φιλαργυρία, διακηρύσσει τά περί ἰσότητας καί δικαιοσύνης, ὅμως ὁδηγεῖ μέ τήν ἀπληστία του τούς συνανθρώπους του στήν ἔσχατη ἔνδεια. Κυριευμένος ἀπό τή φιληδονία ὁδηγεῖται στήν αὐτοκαταστροφή του προσφέροντας τόν ἑαυτό του θυσία στόν βωμό τῶν ἀκόρεστων ἡδονῶν του. Κυριευμένος ἀπό τή φιλοδoξία, αἱματοκυλίει τήν ἀνθρωπότητα σπέρνοντας παντοῦ τόν θάνατο καί τήν ὑποδούλωση στό ὄνομα τῆς ἐλευθερίας, τήν ὁποία κατανοεῖ μόνο κατά τήν οἰκονομική της διάσταση.
Κάποιοι κοινωνικοί ἀναλυτές, ἀνήμποροι νά ἑρμηνεύσουν τήν ἀνθρώπινη τραγωδία, χρησιμοποιοῦν ὅρους ὑλιστικῆς φιλοσοφίας καί θεωροῦν τόν ἐμπαθῆ δήμιο τῶν συνανθρώπων του καταδικαστέο στό ὄνομα τοῦ φυσικοῦ δικαίου, τοῦ ἀνύπαρκτου δηλαδή, καί δικαιώνουν τό θύμα παραβλέποντας δυό ἄκρως σημαντικές πτυχές τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου: 1) Οἱ θύτες εἶναι συνάμα καί θύματα. 2) Τά θύματα εἶναι ἐν δυνάμει θύτες, ὅταν ζοῦν μέ τό ὄνειρο νά περάσουν στή χορεία τῶν πρώτων.
Ὑπό τίς συνθῆκες αὐτές ὁ πόνος εἶναι ἀφόρητος γιά θύτες καί θύματα. Καί φυσικά δέν κάνει διάκριση στίς ἐπισκέψεις του, ἄν καί παρουσιάζεται ὑπό διαφορετικές μορφές. Ἡ προσπάθεια φυγῆς ἀπό τόν πόνο χαρακτηρίζει τόν ἄνθρωπο χωρίς Θεό. Οἱ ἔχοντες προσφεύγουν στίς μεσσιανικές διακηρύξεις κάποιων ἐπιστημόνων, οἱ ὁποῖοι ὅμως ἀδυνατοῦν νά προσφέρουν θεραπεία τῆς ψυχῆς, τήν ὕπαρξη τῆς ὁποίας ἀρνοῦνται ἤ ἀγνοοῦν. Οἱ ἀπόκληροι ἀποδέχονται τή «μοίρα» τους χωρίς ἐλπίδα συντριβόμενοι ἀπό τήν ἀνέχεια, στήν ὁποία τούς ὁδήγησε ἡ ἀπληστία τῶν ὀλίγων.
Καί οἱ μέν καί οἱ δέ παραλύουν μπροστά στόν ἀκραῖο ἀνθρώπινο πόνο, τόν θάνατο. Μή ἔχοντες ἐλπίδα ἐπιχειροῦν νά προσφέρουν στόν ἑαυτό τους κάποια ψεύτικη παρηγοριά ἐπιτιθέμενοι συνάμα κατά τοῦ Χριστοῦ. Τί φοβερό, ὁ ἀναστάσιμος παιάνας «Χριστός ἀνέστη» νά ἠχεῖ γιά τούς αὐτοσταυρούμενους δούλους τῶν παθῶν ὡς πένθιμο ἐμβατήριο! Πόσο τραγικό νά πεθαίνει κάποιος σταυρωμένος χωρίς ἐλπίδα ἀνάστασης!
Ἀπόστολος Παπαδημητρίου
Ὁ Κύριος ἐπί τοῦ σταυροῦ. Τό μεγαλύτερο ἔγκλημα ὅλων τῶν αἰώνων συντελέσθηκε. Ὁ ἀναμάρτητος πεθαίνει σάν κακοῦργος. Καί ὄχι μόνο πεθαίνει ἔτσι, ἀλλά σηκώνει στούς ὤμους του ὅλες τίς ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων (βλ. Ἰω 1,29). Γίνεται «ὑπὲρ ἡμῶν κατάρα» (Γα 3,13). Ἐνῶ θά ἔπρεπε νά πεθάνουμε ἐμεῖς, οἱ ἀντάρτες κατά τοῦ Θεοῦ καί ἀποστάτες, καί νά ἐξαφανισθεῖ τό γένος μας ἀπό τό πρόσωπο τῆς γῆς, πεθαίνει Ἐκεῖνος γιά μᾶς. Παίρνει τήν θέση μας. Γιά νά δικαιωθοῦμε ἐμεῖς οἱ ἔνοχοι, καταδικάζεται ὁ Ἀθῶος. Τό αἷμα του γίνεται θυσία καί λύτρο γιά νά λυτρωθεῖ ἡ ἀνθρωπότητα ἀπό τά δεσμά τοῦ σατανᾶ καί τῶν σκοτεινῶν δυνάμεων.
Ἀλλά γιατί ἔπρεπε νά πεθάνει μέ τόσο φοβερό τρόπο ὁ Χριστός; Γιατί ἔπρεπε νά ὑποστεῖ τό φρικτό μαρτύριο τῆς σταύρωσης ὁ σαρκωμένος Θεός; Γιά τέσσερις κυρίως λόγους.
Πρῶτον: Γιά νά οἰκειωθεῖ τόν θάνατο. Ὁ θάνατος εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἁμαρτίας. Ὁ Κύριος ὅμως ὡς Θεός ἦταν ἀναμάρτητος. Ἁμαρτία σημαίνει ἄρνηση τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά δέν μπορεῖ ὁ Θεός νά ἀρνηθεῖ τόν ἑαυτό του (βλ. Β´ Τι 2, 13). Γιά νά πεθάνει ὡστόσο ἔπρεπε νά μπεῖ στόν κύκλο τῆς ἁμαρτίας. Πῶς ὅμως ἀφοῦ ἦταν ἄσπιλος καί ἀνέγγιχτος ἀπ’ αὐτή; Γι’ αὐτό ἡ ἀγάπη καί ἡ ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ προέβλεψε ὅτι «κεκατηραμένος ὑπὸ Θεοῦ πᾶς κρεμάμενος ἐπὶ ξύλου» (Δε 21,23). Νά ὁ τρόπος: ὁ ἀναμάρτητος Ἰησοῦς θά μπεῖ στόν κύκλο τῆς κατάρας καί θά γίνει, ὅπως εἶπα πιό πάνω, κατάρα ἀνεβαίνοντας στό καταραμένο ξύλο τοῦ σταυροῦ. Ἔτσι, χωρίς νά ἁμαρτήσει ὁ ἴδιος, γίνεται καταραμένος καί εἰσέρχεται στό βασίλειο τοῦ θανάτου.
Δεύτερον: Γιά νά παραπλανήσει τόν σατανᾶ. Ὁ διάβολος προσβάλλει, διεισδύει καί ὠθεῖ στήν ἁμαρτία ὅλους μας, ἀλλά στόν Ἰησοῦ δέν μπόρεσε ποτέ νά κάνει κάτι τέτοιο. Ὁ Χριστός τότε στήν ἔρημο ἀπέκρουσε τίς πειρασμικές προκλήσεις του καί ἀρνήθηκε νά τόν ὑπακούσει, χωρίς ὅμως νά τοῦ ἀποκαλύψει τήν θεϊκή φύση του, ποιός πραγματικά εἶναι. Ὁ σατανᾶς δέν γνώριζε τίποτε γι’ αὐτόν, τοῦ ἦταν μυστήριο. Ἄν γνώριζε, δέν θά τόν σταύρωνε (βλ. Α´ Κο 2,8). Ὁ τελευταῖος πειρασμός στόν ὁποῖο τόν ὑποβάλλει εἶναι ὁ σταυρός. Προσπαθεῖ ἔτσι νά τόν ὁδηγήσει σέ ἀκραῖες μορφές πόνου καί βασανισμοῦ, γιά νά τόν κάνει νά ἐκδηλωθεῖ, νά ἀποκαλύψει ποιός πραγματικά εἶναι. Σκεφτόταν ὅτι ἄν ἦταν Θεός, δέν θά δεχόταν νά ὑπομείνει κάτι τέτοιο. Ἄν πάλι ἦταν ἕνας ἁπλός ἄνθρωπος, ὁ σταυρός θά ἦταν τό τέλος του. Τά ὑποχείριά του, ὁ ἄπιστος λαός, προκαλοῦν τόν Ἐσταυρωμένο, ὅπως ἀκριβῶς ἔκανε τότε, στήν ἔρημο, ὁ ἀρχηγός τους· μέ τίς ἴδιες φράσεις• «εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, κατάβηθι ἀπὸ τοῦ σταυροῦ» (Μθ 27,40). Ἀλλά ὁ Ἰησοῦς δέν θά κατεβεῖ ἀπό τόν σταυρό. Θά μείνει καρφωμένος ἐκεῖ καί θά πεθάνει, καί ἐνῶ ὁ διάβολος ἐπιχαίρει διότι ἀπαλλάχθηκε ἀπό ἕναν τόσο μυστηριώδη ἐχθρό του, τήν ἴδια στιγμή συντρίβεται ἀπό τήν δόξα τῆς θεότητάς Του.
Τρίτον: Ὁ Ἰησοῦς σταυρώνεται, ὥστε, ὅπως λέει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, νά πιστοποιηθεῖ ἐπίσημα ὁ θάνατός του. Πεθαίνει δημόσια καί μέ τήν ἐπικύρωση τοῦ θανάτου του ἀπό τό ρωμαϊκό ἐκτελεστικό ἀπόσπασμα αἴρεται κάθε ἀμφιβολία. Δέν πεθαίνει κάπου, σέ κάποιο σπίτι, μπροστά σέ λίγους. Τόν βλέπουν ὅλοι νά ξεψυχᾶ. Ἔτσι μποροῦν ἔπειτα οἱ μαθητές νά βγοῦν καί νά κηρύξουν σ’ ὅλους τούς Ἰουδαίους ὅτι αὐτόν πού σταύρωσαν καί πέθανε καί αὐτά τά γεγονότα κανείς δέν μπορεῖ νά τά διαψεύσει αὐτός ἀναστήθηκε ἀπό τούς νεκρούς καί οἱ ἴδιοι εἶναι μάρτυρες αὐτῆς τῆς ἀλήθειας (βλ. Πρξ 2,32). Ἐνισχύεται ἔτσι τό κήρυγμα τῆς ἀνάστασης.
Τέταρτον: Γιά νά μᾶς δείξει τό μέγεθος τῆς ἀγάπης του. Λέει πολλές φορές ἡ μάνα: «Ἐγώ γιά τά παιδιά μου καί στήν φωτιά εἶμαι ἕτοιμη νά πέσω». Καί ὁ Ἰησοῦς θά μποροῦσε νά πεῖ: «Ἐγώ γιά σᾶς, τά παιδιά μου, καί στόν σταυρό ἀνέβηκα. Καί τίς φλέβες μου ἄνοιξα. Γυμνός κρεμάσθηκα πάνω στό ξύλο καί δέν ντράπηκα. Δέχθηκα ὕβρεις, ἐμπτυσμούς, ραπίσματα καί τό φραγγέλιο ἀκόμη. Νά πόσο σᾶς ἀγαπῶ!». Ὅπως λέει ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης· «Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν» (Ἰω 3,16). Ὁ Θεός μᾶς ἀγάπησε τόσο, ὥστε παρέδωσε στόν θάνατο τόν Υἱό του τόν μονογενῆ. Καί ὄχι σέ ὁποιονδήποτε θάνατο ἀλλά στόν πιό φοβερό, στόν πιό τρομερό, στόν σταυρικό!
Ἔναντι ὅλων αὐτῶν τῶν εὐεργεσιῶν ποιό εἶναι τό δικό μας χρέος; Δέν ἀνέβηκε βέβαια στόν σταυρό ὁ Κύριος ἐπειδή περίμενε ἀπό μᾶς ἀνταπόδοση. Τί θά μπορούσαμε ἐμεῖς νά τοῦ ἀνταποδώσουμε γιά τήν θυσία του; Τί μποροῦμε νά τοῦ προσφέρουμε σάν ἀνταπόδομα τῆς ἀγάπης του; Ἀπολύτως τίποτε.
Αὐτό πού ζητᾶ, ὡστόσο, ὁ Χριστός ἀπό μᾶς εἶναι ἡ ἀγάπη μας, νά τόν ἀγαποῦμε. Γιατί; Διότι αὐτό σημαίνει ὅτι τόν ἀποδεχόμαστε Κύριο καί Θεό μας, συνδεόμαστε μαζί του καί ἔτσι μᾶς μεταγγίζει τήν αἰώνια ζωή, τήν ζωή του. Δέν κερδίζει δηλαδή Αὐτός κάτι ἀπ’ αὐτή τήν σχέση. Ἐμεῖς κερδίζουμε, ἐμεῖς ὠφελούμαστε.
Ἀγάπη βέβαια θά πεῖ θυσία. Τό εἴπαμε. Καί ἡ δική μας θυσία γι’ Αὐτόν εἶναι νά τηροῦμε τίς ἐντολές Του, ὅ,τι καί ἄν κοστίσει.
Εὐάγγελος Ἀλ. Δάκας
Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 100-101
«Ἀπὸ καιρὸ ἀρχίσανε κάποιοι δικοί μας κληρικοὶ νὰ θέλουν καὶ νὰ ἐπιδιώκουν νά δέσουν στενὲς σχέσεις μὲ τοὺς παπικούς, ποὺ ἐπὶ τόσους αἰῶνες μᾶς ρημάξανε. Γιατί στ' ἀληθινά, δὲν ὑπάρχει πιὸ μεγάλος ἀντίμαχος τῆς φυλῆς μας, κι ἐπίμονος... πού, σώνει καὶ καλὰ θέλει νὰ σβήσει τὴν Ὀρθοδοξία... Καὶ θὰ ἐξαφανισθεῖ (ἡ ῾Ελλάδα) ὄχι τόσο εὔκολα μὲ τὸν ἀμερικανισμὸ ποὺ πάθαμε, ὅσο ἂν γίνουμε στὴ θρησκεία παπικοί. Γιατί γι' αὐτοῦ πᾶμε. Παπική Ἑλλάδα θὰ πεῖ ἀξαφάνιση τῆς Ἑλλάδας», ἔγραφε πρίν ἀπό χρόνια ὁ ἀϊβαλιώτης Φώτης Κόντογλου1.
Ἡ ἴδια ἱστορία, ὅμως, ἐπαναλαμβάνεται καί στίς μέρες μας, καθώς ἑτοιμάζεται ἡ προετοιμασία ξεκίνησε τό 1902 νά γίνει στήν Κρήτη τόν Ἰούνιο ἡ σύγκληση τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου, προξενώντας πόνο καί ἀγωνία στίς καρδιές τῶν ὀρθοδόξων. Καί τοῦτο διότι ἡ θεματολογία της δέν ἐξέφρασε ποτέ τό ὀρθόδοξο πλήρωμα, τό ὁποῖο οὐδέποτε συμμετεῖχε στή διαδικασία τῆς προπαρασκευῆς της. Σημειώνει ἀποκαλυπτικά ὁ μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος: «Τά κείμενα τῶν θεμάτων αὐτῶν ὁλοκληρώθηκαν ἀπό τήν Εἰδική Διορθόδοξη Ἐπιτροπή καί παραπέμφθηκαν ἤδη στήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο, χωρίς νά τά γνωρίζη ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας μας»2. Ἀξίζει νά σημειωθεῖ ὅτι «ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλ λάδος ἀπό τό 1961, πού ἄρχισαν οἱ Πανορθόδοξες Προσυνοδικές Διασκέψεις γιά τήν παραπάνω Μεγάλη Σύνοδο δέν ἀσχολήθηκε μέ τίς ἀποφάσεις τῶν Διασκέψεων αὐτῶν σέ ἐπίπεδο Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας», παρατηρεῖ ὁ καθηγητής τῆς Δογματικῆς κ. Δ.Τσελεγγίδης3.
Ὁ ἀποκλεισμός τῶν ἐπισκόπων συντελεῖται, ἐπίσης, καί ἀπό τό γεγονός ὅτι στήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο θά συμμετέχουν μόνον 24 ἀρχιερεῖς ἀπό κάθε τοπική ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Δικαίωμα ψήφου δέν θά ἔχει ὁ κάθε ἐπίσκοπος ξεχωριστά, ἀλλά μόνον ὁ προκαθήμενος τῆς καθεμιᾶς, ὁ ὁποῖος θά ψηφίζει μέ βάση τήν πλειοψηφία τῆς εἰκοσιτετραμελοῦς συνοδίας του. Μέ τόν τρόπο αὐτό, ὅμως, «καταργεῖται ἡ πρακτική ὅλων τῶν μέχρι τοῦδε Ἱερῶν Συνόδων... ὅπου κάθε ἐπίσκοπος ἔχει καί τή δική του ψῆφο... καί καθιστᾶ τά μέλη τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου, πλήν τῶν Προκαθημένων, διακοσμητικά στοιχεῖα, ἀφαιρεθέντος ἀπ’ αὐτῶν τοῦ δικαιώματος τῆς ψήφου», ὑπογραμμίζει ὁ μητροπολίτης Λεμεσοῦ κ. Ἀθανάσιος4.
Ἐπιπλέον, στό «ἐγκριθὲν σχέδιο» διαβάζουμε: «Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀναγνωρίζει τήν ἱστορικήν ὕπαρξιν ἄλλων χρι στιανικῶν Ἐκκλησιῶν καί Ὁμολογιῶν, μή εὑρισκομένων ἐν κοινωνίᾳ μετ’ αὐτῆς» (ἄρθρο 6, ΣαμπεζύΓενεύη, 2128 Ἰανουαρίου 2016). Εὔλογη προβάλλει ἡ ἀπορία : Δέν ἀναιρεῖται ἔτσι ἡ πίστη μας στή «Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν»; Ἐξάλλου, «θεολογικά, δογματικά καί νομοκανονικά ἡ ἀπόδοση τοῦ τίτλου “Ἐκκλησία” σέ αἱρετικές ἤ σχισματικές κοινότητες εἶναι παντελῶς λανθασμένη, γιατί μία εἶναι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ... Ἐάν εἶναι ἐκκλησίες οἱ αἱρέσεις, τότε ποῦ εἶναι ἡ μοναδική καί Μία Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καί τῶν ἁγίων Ἀποστόλων;» (μητροπ. Λεμεσοῦ, ἔ.ἀ.). «Ὑπάρχουν Χριστιανικές Ἐκκλησίες ἐκτός τῆς Μιᾶς, Ἁγίας Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας;» (μητροπ. Ναυπάκτου5). Ἔτσι νομιμοποιοῦνται οἱ αἱρέσεις καί ἀναγνωρίζονται οἱ αἱρετικοί ὡς Ἐκκλησία! Δηλαδή «...ἕνα κείμενο πού προωθεῖται πρός ἔγκριση, ...εἰσηγεῖται οὐσιαστικά τήν Προτεσταντική θεωρία τῶν “κλάδων” νομιμοποιώντας μέ τήν ἀποδοχή του τήν ὕπαρξη πολλῶν Ἐκκλησιῶν μέ πολύ διαφορετικά δόγματα» (Τσελεγγίδης, ἔ.ἀ.).
Στό ἴδιο ἄρθρο πληροφορούμαστε ἀκόμη ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μέ τή συμμετοχή της στήν Οἰκουμενική Κίνηση ἔχει ὡς «ἀντικειμενικόν σκοπόν τήν προλείανσιν τῆς ὁδοῦ τῆς ὁδηγούσης πρός τήν ἑνότητα». Τί εἴδους ἑνότητα Ἐκκλησιῶν ἀναζητεῖται στό πλαίσιο τῆς Οἰκουμενικῆς Κίνησης καί ποῦ ἀποσκοπεῖ; Δημιουργεῖται ἡ ἐντύπωση «ὅτι εἶναι δεδομένη ἡ διαίρεση στήν Ἐκκλησία καί οἱ προοπτικές τῶν διαλεγομένων ἀποβλέπουν στήν διασπασθεῖσα ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας» (Τσελεγγίδης6).
Γίνεται ἐπίσης ἀναφορά στό «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν» (ἄρθρο 21). Εὔστοχα σημειώνει ὁ μητροπολίτης Λεμεσοῦ: «Ἡ ἀναφορά τοῦ κειμένου στό “Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν” μοῦ δίνει τήν εὐκαιρία νά διατυπώσω τήν ἔνστασή μου ἀπέναντι σέ κατά καιρούς διάφορα συγκρητιστικά ἀντικανονικά γεγονότα πού ἔγιναν σ᾽ αὐτό, ἀλλά καί σ᾽ αὐτήν ταύτην τήν ὀνομασίαν του, ἀφοῦ σ᾽ αὐτό ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία θεωρεῖται ὡς “μία ἐκ τῶν Ἐκκλη σιῶν” ἤ κλάδος τῆς μίας Ἐκκλησίας, πού ψάχνει καί ἀγωνίζεται γιά τήν πραγμάτωσή της στό Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν» (ἔ.ἀ.).
Ἔκπληξη προκαλεῖ τό ἄρθρο 22, τό ὁποῖο προλαμβάνει κάθε λογοκρισία καί ἐπιβάλλει φίμωση κάθε ἄλλης ἀπόψεως. Συγκεκριμένα ἀναφέρει: «Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία θεωρεῖ καταδικαστέαν πᾶσαν διάσπασιν τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας, ὑπό ἀτόμων ἤ ὁμάδων, ἐπί προφάσει τηρήσεως ἤ δῆθεν προασπίσεως τῆς γνησίας Ὀρθοδοξίας. Ὡς μαρτυρεῖ ἡ ὅλη ζωή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἡ διατήρησις τῆς γνησίας ὀρθοδόξου πίστεως διασφαλίζεται μόνον διά τοῦ συνοδικοῦ συστήματος, τό ὁποῖον ἀνέκαθεν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ἀπετέλει τόν ἁρμόδιον καί ἔσχατον κριτήν περί τῶν θεμάτων πίστεως».
Ἑπομένως οἱ ὀρθόδοξοι οἱ ὁποῖοι θά ἀντιδράσουν ἀπειλοῦνται μέ ποινές καί κινδυνεύουν νά χαρακτηρισθοῦν ὡς αἱρετικοί. Δημιουργεῖται μάλιστα ἡ ἐντύπωση ὅτι ἡ ἐπικείμενη Σύνοδος «προδικάζει τό ἀλάθητο τῶν ἀποφάσεών της... Στό ἄρθρο αὐτό παραγνωρίζεται τό ἱστορικό γεγονός ὅτι στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔσχατο κριτήριο εἶναι ἡ γρηγοροῦσα δογματική συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία στό παρελθόν ἐπικύρωσε ἤ θεώρησε ληστρικές ἀκόμη καί Οἰκουμενικές Συνόδους. Τό Συνοδικό Σύστημα ἀπό μόνο του δέν διασφαλίζει μηχανιστικά τήν ὀρθότητα τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως. Αὐτό γίνεται μόνο ὅταν οἱ συνοδικοί Ἐπίσκοποι ἔχουν μέσα τους ἐνεργοποιημένο τό Ἅγιο Πνεῦμα καί τήν Ὑποστατική Ὁδό, τόν Χριστό δηλαδή, ὁπότε ὡς συνοδικοί εἶναι στήν πράξη καί “ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις Πατράσι”» (Τσελεγγίδης, ἔ.ἀ.). Ἔτσι, περιθωριοποιοῦνται οἱ κληρικοί, οἱ μοναχοί καί ὁ εὐσεβής λαός, πού ὑπῆρξαν πάντοτε οἱ θεματοφύλακες τῆς ἀκεραιότητας τῆς ὀρθόδοξης πίστης μας. Ὅμως, «οὔτε σύνοδος ἄνευ τοῦ πιστοῦ λαοῦ, τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, οὔτε λαός ἄνευ συνόδου Ἐπισκόπων μποροῦν νά θεωρήσουν ἑαυτούς σῶμα Χριστοῦ καί Ἐκκλησίαν Χριστοῦ καί νά ἐκφράσουν σωστά τό βίωμα καί τό δόγμα τῆς Ἐκκλησίας» (μητροπ. Λεμεσοῦ, ἔ.ἀ.).
Ἐκτιμώντας συνολικά τό «ἐγκριθὲν σχέδιον» τῆς Ε´ Προσυνοδικῆς Πανορθοδόξου Διασκέψεως (ΣαμπεζύΓενεύη, 1017 Ὀκτωβρίου 2015) ὁ κ.Τσελεγγίδης παρατηρεῖ: «Οἱ ἐμπνευστές καί οἱ συντάκτες του ἐπιχειροῦν μιά θεσμική νομιμοποίηση τοῦ χριστιανικοῦ συγκρητισμοῦοἰκουμενισμοῦ μέ μιά ἀπόφαση Πανορθοδόξου Συνόδου. Αὐτό ὅμως θά ἦταν καταστροφικό γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Γι’ αὐτό προτείνω, ταπεινῶς, τήν καθολική ἀπόσυρσή του» (ἔ.ἀ.).
Πόσο φωτισμένα συμβούλευε τήν Ἱεραρχία τῆς Σερβίας ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς: «Τό ὀρθοδοξότερον εἶναι νά μή συγκληθεῖ καθόλου ἡ Οἰκουμενική Σύνοδος ἤ νά μή συμμετάσχει κάποιος σ’ αὐτήν». Διότι «τί δύναται νά περιμένει κανείς ἀπό μίαν τοιαύτην Οἰκουμενικήν Σύνοδον; Ἕν μόνον: σχίσματα καί αἱρέσεις καί διαφόρους ἄλλας συμφοράς. Αὐτό εἶναι ἡ βαθεῖα μου αἴσθησις καί ἡ πλήρης ὀδύνης ἐπίγνωσις. Δι’ αὐτό παρακαλῶ καί ἱκετεύω τήν Ἱεράν Σύνοδον τῆς Ἱεαρχίας νά ἀπόσχει ἀπό τήν συμμετοχήν εἰς τήν προετοιμασίαν τῆς Συνόδου καί ἀπό τήν συμμετοχήν εἰς τήν Σύνοδον».
Εὐδοξία Αὐγουστίνου
Ἀπολύτρωσις, Ἀπρ. 2016
1. Φ. Κόντογλου, Τό βαθύ μυστήριο τῆς Ὀρθοδοξίας, [Μυστικά Ἄνθη], 53.
2. Μητρ. Ναυπάκτου, Ἐπιστολή (2η) πρός τήν Ἱεράν Σύνοδον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, 20 /1/2016.
3. Δ.Τσελεγγίδη, Ἐπιστολή πρός τούς Ἱεράρχες τῆς Ἐκκλησίας, Θεσσαλονίκη, 12/2/2016.
4. Μητρ. Λεμεσοῦ, Ἐπιστολή πρός τήν Ἱεράν Σύνοδον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου, 11/2/2016.
5. Μητρ. Ναυπάκτου, Ἐπιστολή (1η) πρός τήν Ἱεράν Σύνοδον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, 18 /1/2016.
6. Δ. Τσελεγγίδη, Ἐπιστολή πρός τούς ὀρθοδόξους ἀρχιερεῖς, Θεσσαλονίκη, 3/2/2016.
7. Ἰουστίνου Πόποβιτς, Ὑπόμνημα Περί τήν μελετωμένην «Μεγάλην Συνοδον» τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, Πρός τήν Σύνοδον τῆς Ἱεραρχίας τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας, 1977. Σέ ἀντίστοιχο προηγούμενο ὑπόμνημα τό 1971 τόνιζε: «Προσωπικῶς δέν βλέπω, ὅτι κατά τάς σημερινάς περιστάσεις ὑπάρχει πράγματι ἀναπόφευκτος ἀνάγκη διά τήν σύγκλησιν τῆς Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἐάν ὅμως ὑπάρχῃ, ἡ παροῦσα στιγμή εἶναι ἡ πλέον ἀκατάλληλος εἰς τήν ἱστορίαν τῆς Ἐκκλησίας μας… Πᾶσα νέα Οἰκουμενική Σύνοδος δέν θά εἶναι οὔτε Ἁγία, οὔτε Οἰκουμενική, οὔτε Ὀγδόη, ἐάν πρωτίστως δέν δεχθῇ τάς προγενεστέρας οἰκουμενικάς καί ἀσαλεύτους ἀποφάσεις των».
Ἦταν 6 Ἀπριλίου τοῦ 1941 ὅταν οἱ Ἕλληνες κατά τή διάρκεια τοῦ Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, διά στόματος τοῦ πρωθυπουργοῦ Ἀλέξανδρου Κορυζῆ βροντοφώναξαν ἕνα δεύτερο ΟΧΙ, ἀπέναντι στούς Γερμανούς αὐτήν τή φορά. Τό πρῶτο ἦταν αὐτό πού εἶπε ὁ πρωθυπουργός Ἰωάννης Μεταξᾶς στόν πρέσβη τῆς Ἰταλίας, Γκράτσι, στίς 28 Ὀκτωβρίου 1940.
Σ᾽ ἐκείνη τήν περίπτωση, πέρα ἀπό τό γεγονός ὅτι ἡ Ἰταλία εἶχε ἕνα σύγχρονο στρατό, οἱ Ἕλληνες εἶχαν βάσιμες ἐλπίδες ὅτι θά μπορέσουν νά ἀντιμετωπίσουν μέ ἐπιτυχία τόν ἐχθρό, μιᾶς καί εἶχαν προετοιμαστεῖ γι᾽ αὐτό τό ἐνδεχόμενο καί ἡ Ἰταλία δέν ὑπερτεροῦσε ἀριθμητικά. Στήν ἐπίθεση τῶν Γερμανῶν μέσῳ τῆς Βουλγαρίας ὅμως, ἀκόμη καί ὁ πιό αἰσιόδοξος ἤξερε ὅτι δέν ὑπῆρχε ἡ παραμικρή ἐλπίδα νίκης ἀπέναντι στή συνδυασμένη ἐπίθεση ἀπό Ἰταλία καί Γερμανία, ἡ ὁποία μάλιστα ἦταν πανίσχυρη καί ἀήττητη ὥς τότε.
Ἀπό τή στιγμή πού ὁ ἑλληνικός στρατός ἀναχαίτισε τόν ἰταλικό καί τόν ἔτρεψε σέ φυγή, ὅλοι φοβοῦνταν ὅτι ἦταν ἐπικείμενη μία γερμανική εἰσβολή πού θά ἐπιχειροῦσε νά σώσει τό γόητρο τοῦ ἀήττητου ὥς τότε Ἄξονα. Φυσικά, αὐτό τό ἤξερε πολύ καλά κι ὁ Μεταξᾶς, ὁ ὁποῖος ἀγωνίστηκε μέ ὅλες του τίς δυνάμεις νά ἀποσοβήσει ἕνα τέτοιο ἐνδεχόμενο καί τουλάχιστον νά μήν τό προκαλέσει μέ κάποια ἐπιπόλαιη ἐνέργεια. Μά λιστα ἔγιναν προσπάθειες ἀπό τόν ἑλληνικῆς καταγωγῆς ἀρχηγό τῆς Γερμανικῆς Στρατιωτικῆς Ὑπηρεσίας Πληροφοριῶν, Φόν Κανάρη, καί τούς πρέσβεις τῆς Ἑλλάδας στή Μα δρίτη καί στό Παρίσι γιά νά ἐπέλθει εἰρηνευτική συμφωνία ἙλλάδαςἸταλίας μέ γερμανική διαμεσολάβηση, παρόλο πού ἐπισήμως ἡ ἑλληνική πλευρά ἀπέκρουε κάθε τέτοια πρωτοβουλία.
Βέβαια μία συνθήκη εἰρήνης ἦταν κάτι πού σέ καμία περίπτωση δέν ἤθελαν οἱ Ἄγγλοι, φυσικοί σύμμαχοι τῆς Ἑλλάδας λόγῳ τῆς γεωπολιτικῆς θέσης της. Αὐτοί ἐπιδίωκαν τήν παραμονή τῆς Ἑλλάδας στόν πόλεμο, καθώς μετά τήν πτώση τῆς Γαλλίας εἶχαν μείνει χωρίς συμμάχους καί ἤθελαν νά διατηρηθεῖ πάσῃ θυσίᾳ ἀνοικτό τό μέτωπο τῶν Βαλκανίων γιά τόν Ἄξονα. Γιά τόν λόγο αὐτό ἀπέφυγαν νά βοηθήσουν οὐσιαστικά τήν Ἑλλάδα κατά τή διάρκεια τοῦ ἑλληνοϊταλικοῦ πολέμου, γιά νά μήν καταγάγει ἕνα συντριπτικό πλῆγμα στήν Ἰταλία καί στή συνέχεια βγεῖ ἀπό τόν πόλεμο. Ἔτσι ἡ μόνη βοήθεια πού ἔδωσαν ἦταν πολεμικό ὑλικό καί λίγα ἀεροπλάνα. Ὅταν ὅμως ἄρχισε νά γίνεται ὁρατό τό ἐνδεχόμενο μιᾶς γερμανικῆς εἰσβολῆς, προσφέρθηκαν νά στείλουν δυό μέ τρεῖς μεραρχίες γιά βοήθεια στήν Ἑλλάδα. Ὁ Μεταξᾶς ἀρνήθηκε ἐπανειλημμένα, γιατί ἐκτιμοῦσε ὅτι ἄν ἤθελαν οἱ Ἄγγλοι νά βοηθήσουν οὐσιαστικά γιά νά ἀντιμετωπιστεῖ ἡ Γερμανία, θά ἔπρεπε νά στείλουν τουλάχιστον ἐννιά μεραρχίες. Σέ διαφορετική περίπτωση, τό μόνο πού θά κατάφερναν θά ἦταν νά προκαλέσουν τήν εἰσβολή τῶν Γερμανῶν, κάτι πού φαίνεται ὅτι ἐπιθυμοῦσαν οἱ Ἄγγλοι. Δυστυχῶς ὅμως, στίς 29 Ἰανουαρίου τοῦ 1941 ὁ Μεταξᾶς πέθανε αἰφνιδίως, κάτι τό ὁποῖο ἐκ τοῦ ἀποτελέσματος προκάλεσε σέ πολλούς ὑποψίες γιά ἀνάμειξη τῶν Ἄγγλων. Ὁ βασιλιάς Γεώργιος Β´ κι ὁ νέος πρωθυπουργός Κορυζῆς δέν εἶχαν πλέον τό σθένος νά ἀντισταθοῦν στίς ἐπιθυμίες τῶν Ἄγγλων κι ἔτσι λίγες μέρες μετά ἔφτασε ἕνα ἐκστρατευτικό σῶμα 60.000 περίπου Βρετανῶν καί Νεοζηλανδῶν. Ἡ γερμανική εἰσβολή ἦταν πλέον ἀναπόφευκτη.
Οἱ Γερμανοί διέσχισαν τόν ποταμό Δούναβη μέ μεγάλη δύναμη, περίπου 700.000 ἄνδρες, γιά νά ἐπιτεθοῦν μέσῳ τῆς Βουλγαρίας στήν Ἑλλάδα.
Ἡ ἐπίθεση ἐκδηλώθηκε στίς 6 Ἀπριλίου στίς 5.15 π.μ. στά ὀχυρά τῆς γραμμῆς Μεταξᾶ μέ συνδυασμό ἁρμάτων, πεζικοῦ καί ἀεροπλάνων. Οἱ λιγοστοί ὅμως ἕλληνες στρατιῶτες ἀντιστέκονταν μέ πεῖσμα καί οἱ Γερμανοί παρέμειναν καθηλωμένοι. Γιά τρεῖς ὁλόκληρες μέρες δέν μποροῦσαν νά διασπάσουν τή γραμμή ἄμυνας ἀφήνοντας ἑκατοντάδες νεκρούς. Τότε συνέβη ἕνα ἀπρό οπτο γεγονός: Ἡ Γιουγκοσλαβία πού ἀρχικά εἶχε ὑπογράψει συμφωνία μέ τόν Ἄξονα, λίγες μέρες πρίν εἶχε περάσει στό πλευρό τῆς Ἀγγλίας μετά ἀπό στρατιωτικό πραξικόπημα. Ὁ Χίτλερ ὀργισμένος τῆς ἐπιτέθηκε τήν ἴδια μέρα μαζί μέ τούς συμμάχους του, Ἰταλούς καί Οὔγγρους. Ἡ Γιουγκοσλαβία κατέρρευσε πάραυτα. Τότε ἕνα τμῆμα τῶν γερμανικῶν δυνάμεων παρέκαμψε τή γραμμή Μεταξᾶ μέσῳ Γιουγκοσλαβίας κι ἐπιτέθηκε στήν Ἑλλάδα ἀπό τήν κοιλάδα τοῦ Ἀξιοῦ. Τά σύνορα ἐκεῖ φυλάσσονταν ἀπό δυό μόνο τάγματα, καθώς οἱ Γιουγκοσλάβοι ἦταν σύμμαχοι, κι ἔτσι τά μεσάνυχτα τῆς 8ης Ἀπριλίου οἱ Γερμανοί βρίσκονταν στή Θεσσαλονίκη στά νῶτα τῆς γραμμῆς Μεταξᾶ.
Κάθε ἀντίσταση ἦταν πλέον μάταιη. Ἀκολούθησε συνθηκολόγηση στίς 9 Ἀπριλίου γιά νά μή χύνεται ἄσκοπα ἑλληνικό αἷμα. Ὅταν παραδόθηκαν τά ὀχυρά, οἱ Γερμα νοί ἔμειναν ἔκπληκτοι ἀπό τό πόσο λίγοι στρατιῶτες τά ὑπερασπίζονταν καί θαύμασαν τόν ἡρωισμό τους. Οἱ βρετανικές δυνάμεις ὑποχώρησαν πρός τήν Κρήτη, ὅπου τούς ἀκολούθησε ἡ κυβέρνηση γιά νά συνεχίσει τόν ἀγώνα μετά τήν εἴσοδο τῶν Γερμανῶν στήν Ἀθήνα στίς 27 Ἀπριλίου 1941. Ἀκολούθησε ἡ τριπλή κατοχή ἀπό Γερμανία, Ἰταλία καί Βουλγαρία πού δυστυχῶς, μαζί μέ τόν ἐμφύλιο πόλεμο πού ἐκτυλίχθηκε κατά τή διάρκειά της ἀλλά καί μετά ἀπ’ αὐτήν, εἶχε τρα γικές συνέπειες γιά τήν Ἑλλάδα.
Παν. Μητσόπουλος
ΦιλόλογοςΘεολόγος
Καθώς διαβάζεις ἱστορία, αὐθόρμητα ἕλκει τή συμπάθειά σου καί κλέβει τήν ἀγάπη σου ἐκεῖνος ὁ λαός πού ἐπίμονα παλεύει γιά τή λευτεριά τῆς σκλαβωμένης του πατρίδος. Ὅταν ὅμως σέ τέτοιους τίμιους ἀγῶνες κι αἱματηρές θυσίες πρωτοπόρα εἶναι τά νιάτα καί μάλιστα τά χριστιανικά νιάτα, τότε τό θερμόμετρο τῆς καρδιᾶς σου πιότερο πυρακτώνεται κι οἱ χορδές της πάλλουν ἄτακτα καί ξέφρενα ἀπό θαυμασμό καί συγκλονισμό γιά τό μεγαλεῖο τους. Τέτοια ἔντονα σκιρτήματα ξεπηδοῦν μέσα σου, ὅταν σταθεῖς μπρός στούς ἐθνομάρτυρες τοῦ Κυπριακοῦ ἔπους 1955-59.
Πάει καιρός πού τό ἡφαίστειο τῆς ψυχῆς τοῦ Γρηγόρη ἀπό τή Λύση κοχλάζει ἀπό τήν ἀνεπιθύμητη παρουσία καί προκλητική συμπεριφορά τοῦ Ἄγγλου κατακτητοῦ· ὥσπου ἡ λάβα του δυναμικά ξεχειλίζει μέ τήν ἀνατολή τῆς 1ης Ἀπριλίου 1955, ἐπίσημη μέρα τῆς ἐθνεγερσίας τοῦ κυπριακοῦ Ἑλληνισμοῦ. Ἀπό τήν πρώτη κιόλας μέρα τοῦ ἐθνικοῦ συναγερμοῦ ἀρχίζει τό μαρτύριο τοῦ παλληκαριοῦ. Στέκεται ἄτυχο, διότι ἡ προσπάθειά του ν᾿ ἀνατινάξη μαζί μέ τήν ὁμάδα του τίς πετρελαιαποθῆκες τοῦ ἐχθροῦ στίς στρατιωτικές τους ἐγκαταστάσεις στή Δεκέλεια ἀστοχεῖ. Κι ἀκόμη ἀκούσια ἀφήνει στό δυνάστη φιλοδώρημα γενναῖο τήν ταυτότητά του.
Ἀπό τότε ἕνα ἄγριο, ἀσταμάτητο κυνηγητό διαδραματίζεται εἰς βάρος του, ἡ πλοκή τοῦ ὁποίου θυμίζει μυθιστόρημα. Τί κι ἄν τό κάθε δευτερόλεπτο τῆς ζωῆς τοῦ Αὐξεντίου κυλᾶ μέσα σ᾿ ἕνα πλέγμα λαχτάρας καί ἀγωνίας, τρόμου καί ἀνησυχίας; Τί κι ἄν παραμονεύει σέ κάθε του βῆμα ὁ θάνατος, προπάντων τώρα πού τό ποσό τῆς ἐπικήρυξής του φτάνει στό ὕψος τῶν 5.000 λιρῶν; Ἐκεῖνος μένει προσηλωμένος στό χρέος του. Ὀργανώνει συστηματικώτερα τίς ὁμάδες τῆς ΕΟΚΑ. Μές στήν ἀντάρα τοῦ πολέμου πραγματική ὄαση γιά τούς ἀγωνιστές εἶναι ἡ στιγμή πού ὁ ὑπαρχηγός της Γρηγόρης ἑρμηνεύει τό λόγο τοῦ Θεοῦ καί σταλάζει μέσα τους τά μεγάλα ἰδανικά τῆς Πίστεως καί τῆς Πατρίδος. Διαρκῶς ἀλλάζει τόπους καί κρησφύγετα, ψευδώνυμα («Ζῆδρος», «Αας») καί προξενεῖ στόν κατακτητή σοβαρές ζημιές καί ἀπώλειες. Τά σοφίσματα καί μηχανεύματά του στίς διάφορες ἐπιθέσεις ἀναγνωρίζει κι ὁ ἀντίπαλος. Τό ἐξομολογεῖται ἕνας Ἄγγλος ἀξιωματικός στό γερο-Πιερῆ, μιά μέρα πού ἔψαχνε τόν Γρηγόρη στό χωριό του· «Σάν στρατιωτικός θέλω νά συλλάβω τό γιό σου. Σάν ἄνθρωπος σέ συγχαίρω γιά τό γιό πού ἀνέθρεψες!».
Δυό χρόνια περίπου ξεφεύγει τά μπλόκα καί τίς ἐνέδρες τῶν Ἄγγλων. Πόσες φορές δέν πέρασε ἀπ᾿ ἀνάμεσά τους χωρίς νά τόν ἀναγνωρίσουν! Κι ἄλλοτε πάλι στό μοναστήρι τοῦ Μαχαιρᾶ πρόσωπο μέ πρόσωπο συναντιέται μέ τόν διοικητή, πού ζητᾶ τή συνεργασία του· «Μπορεῖς ἐσύ νά μᾶς βοηθήσεις νά βροῦμε τόν Αὐξεντίου; Νά σοῦ δώσω τόν ἀριθμό τοῦ τηλεφώνου μου. Ἄν τύχει καί μάθεις τίποτε, ἤ περάσει ἀπό δῶ ὁ Αὐξεντίου, μοῦ κάνεις ἕνα τηλεφώνημα».
Φεβρουάριος τοῦ 1957. Καί τό βλαστάρι τοῦ Πιερῆ καί τῆς Ἀντωνοῦς, ὁ θρυλικός ὑπαρχηγός τῆς ΕΟΚΑ ἔχει ἄσχημες προαισθήσεις... Τό νέο του λημέρι βρίσκεται τώρα χίλια μέτρα πιό πέρα ἀπό τή μονή τῆς Στρατηλάτισσας τοῦ Μαχαιρᾶ. Βρίσκει τόν ἡγούμενό της Εἰρηναῖο καί τοῦ ἀπευθύνει τά λόγια· «Ὅπου νά ᾿ναι ἔρχονται τά βαριά ὅπλα. Κι ὁ Μαχαιρᾶς θά γίνη Κούγκι. Νά μᾶς κοινωνήσεις. Εἴμαστε σέ κίνδυνο. Ἀλλά εἴμαστε λερωμένοι. Θά ᾿ρθοῦμε αὔριο νά καθαρισθοῦμε καί νά κοινωνήσουμε». Τρεῖς μέρες ἀπεγνωσμένα τόν γυρεύουν τά ὄργανα τῆς Ἀγγλοκρατίας. Καί θά ἔφευγαν, ἄν δέν ἐμφανιζόταν ὁ προδότης -ὁ ἀγωγιάτης τοῦ μοναστηριοῦ- πού τούς ἀποκαλύπτει τήν κρύπτη τοῦ καταζητουμένου.
Καί στέλνει ὁ στρατάρχης Χάρντιγκ, ὁ Ἄγγλος Κυρβερνήτης τοῦ νησιοῦ, δυνάμεις τῆς στεριᾶς καί τοῦ ἀέρα, γιά νά κονταροχτυπηθοῦν μέ τό «λιοντάρι» τῆς σπηλιᾶς. Ἤδη ἀπό πάνω της φτερουγίζουν δύο ἑλικόπτερα. Γύρω της καταλαμβάνει θέση ἡ τρίτη Ταξιαρχία πεζικοῦ, πού διατάσσει τόν Αὐξεντίου καί τούς τέσσερις συντρόφους του νά βγοῦν ἔξω, ἐνῶ μέσα ἀπό τή γῆ ἠχοῦν δυό μονάχα λέξεις· «Μολών λαβέ». Δέν θά τούς δώσει τή χαρά νά τόν συλλάβουν ζωντανό. Μόνο στ᾿ ἀγαπημένα του παλληκάρια τόν Αὐγουστή Εὐσταθίου, τόν Φειδία Συμεωνίδη, τόν Ἀνδρέα Στυλιανοῦ καί τόν Ἀντώνιο Παπαδόπουλο, παρά τήν ἄρνησή τους, ἐπιμένει ν᾿ ἀδειάσουν τό κρησφύγετο καί νά τόν ἀφήσουν μόνο. Μέ τίς λέξεις «ἐγώ πρέπει νά πεθάνω», τούς κατευοδώνει. Ἄξαφνα μιά χειροβομβίδα τοῦ πληγώνει τό λαιμό καί τό γόνατο. Ὁ ἐχθρός νομίζοντας πώς ὅλα ἔχουν τελειώσει, διατάσσει τόν Αὐγουστή νά φέρει τόν νεκρό ἀρχηγό του. Κι ἐκεῖνος σάν ἀνταμώνει μέ τόν φίλτατο συμπολεμιστή του κράζει στούς ὁπλισμένους· «Ἐλᾶτε, εἴμαστε δυό τώρα».
Περνοῦν ἐννιά ὧρες. Ὁ σταυραετός τοῦ Μαχαιρᾶ μάχεται τραυματισμένος, γονατιστός, αἱμόφυρτος, ὥσπου νιώθει νά κολυμπᾶ μέσα στή βενζίνη. Τό ἀσκέρι τοῦ ταξίαρχου Χόπγουντ καταστρώνει τόν ἐπίλογο αὐτῆς τῆς τιτανομαχίας. Περιλούει τόν τόπο μέ τριάντα γαλόνια βενζίνης! Ἐκεῖ, στό νοτιοανατολικό ἄκρο τῆς Ἑλλάδος, στόν Μαχαιρᾶ τῆς Κύπρου, ἀνασταίνεται τό Κούγκι, τό Ἀρκάδι... Καπνίζει, φλέγεται ἡ σπηλιά κι ὁ Αὐγουστής τήν ἐγκαταλείπει. Λαμπαδιάζει ὁ 29χρονος ἐθνομάρτυρας, κάνει ὅμως μία ὕστατη προσπάθεια -μ᾿ ὅ,τι τοῦ ἀπέμεινε- μέ τό ἕνα του πόδι νά στείλει τήν τελευταία του βόμβα. 3 Μαρτίου 1957, Κυριακή, 2μ.μ. Ἀπό τά μπαρουτοκαπνισμένα βάθη τῆς γῆς ἐξέρχεται «μιά μάζα καμένο κρέας, μιά μάζα σάν κάρβουνο, μ᾿ ἕνα μόνο πόδι καί δυό κόκκαλα, ἐκεῖ πού ᾿πρεπε νά ᾿ναι τά χέρια... ἕνα στρογγυλό πρᾶμα, πού θύμιζε ἀνθρώπινο κεφάλι».
Στόν Ἀγαρηνό, πού σήμερα μέ τόση ἰταμότητα ποδοπατᾶ χώματα ποτισμένα μέ αἵματα ἡρώων, παραμένουν ἄγνωστα καί θεωροῦνται ἀνερμήνευτα τέτοια ὁλοκαυτώματα. Τόν Κύπριο ὅμως Ἕλληνα δέν μποροῦν ν᾿ ἀφήσουν σέ ἐφησυχασμό καί σέ ἀδράνεια, ἀλλά τόν χρεώνουν μέ συνεχῆ ἐπαγρύπνηση καί τόν ὑποχρεώνουν στήν ἐπίμονη διεκδίκηση τῶν δικαίων αἰτημάτων του.
Ἑλληνίς
Ἀπολύτρωσις 51 (1996) 84-85
Ἦταν Σεπτέμβριος τοῦ ᾽73, ὅταν δεκατετράχρονος μαθητής τῆς Β΄ Γυμνασίου γνώρισα γιά πρώτη φορά τόν μακαριστό Παυσανία. Στό Μέσο Κατηχητικό τοῦ Ἁγίου Δημητρίου Συκεῶν ἐκείνη τή χρονιά πρέπει νά ἤμασταν πάνω ἀπό 20 φασαριατζῆδες (ἐπιεικής ἡ λέξη).
Ἡ πρώτη μας ἐντύπωση ἀπό τόν Παυσανία δέν εἶχε τίποτε τό ἰδιαίτερο. Τά σωματικά χαρακτηριστικά του τόν ἀδικοῦσαν. Ἕνα μικρόσωμο ἀνθρωπάκο εἴδαμε μέ τήν πρώτη ματιά, ἕναν κοντούλη, ἀσθενικό, ἰσχνόφωνο ἀνθρωπάκο. Ποῦ νά φτουρήσει αὐτός σέ σύναξη ἀνθρωποφάγων; Δέν φτάνει οὔτε γιά πρωινό. Ἀλλά καθώς περνοῦσε ὁ καιρός, στά μάτια μας αὐτός ὁ κοντορεβιθούλης γιγάντωνε. Γιγάντωνε τόσο πού νά κατακτᾶ κάθε σπιθαμή τῆς καρδιᾶς μας. Τό ἀσθενικό σῶμα του ἔγινε βράχος γιά νά γαντζωθοῦμε καί νά μήν παρασυρθοῦμε ἀπό τήν πλημμύρα τῆς ἀθεΐας. Ἡ ἀδύναμη φωνή του μᾶς ἀ- νάγκαζε νά σφραγίζουμε τά φλύαρα στόματά μας καί τότε -τί παράξενο!- ἀκούγαμε τόν Ἄγγελο τῆς Ἀποκαλύψεως νά ἠχεῖ μέ τή βροντερή σάλπιγγά του.
Ἡ πρώτη ἐκείνη ἀποκαλυπτική χρονιά τελείωσε μέ κάτι τό καταπληκτικό: Τόν Ἰούνιο τοῦ ᾽74 ὁ Παυσανίας μᾶς πῆγε στήν κατασκήνωση τῆς Πρώτης στή Φλώρινα. Τί νά πρωτοθυμηθῶ; Τή γνωριμία μας μέ τόν πατέρα Αὐγουστῖνο; Τόν μακαριστό διδάσκαλο τῆς Ἀδελφότητος Στέργιο Σάκκο, πού ἦταν ὁ ἀρχηγός; Ἤ ἕνα πλῆθος ἀδελφῶν; «Κατασκήνωση, εἶσαι ἅγιος σταθμός», ὅπως λέει καί τό τραγούδι.
Φθινόπωρο τοῦ ᾽74• φεύγει ὁ Παυσανίας ἀπό τόν ναό τοῦ ἁγίου Δημητρίου. Τότε νομίζω ὅτι ἔγινε καί ἡ πρώτη αὐθόρμητη διαδήλωση στά χρονικά τῶν κατηχητικῶν. Τά ἀγόρια τῆς ἐνορίας ἔξω ἀπ᾽ τό ἐπιτροπικό νά κραυγάζουμε: «Παυσανίας καί ξερό ψωμί», «Φέρτε πίσω τόν Παυσανία». Μετά ἀπό λίγο καιρό καί πολλή φασαρία ὁ Παυσανίας ἐπέστρεψε. Θά ἐργαστεῖ ἀκούραστα γιά μερικά χρόνια ἀκόμα μέχρι νά φύγει γιά τό Λονδίνο. Ὅλα αὐτά τά χρόνια τό κατηχητικό, ἡ Ἀπολύτρωση, ὁ Λύχνος πού μέ τή βοήθειά του ἔχουμε ἱδρύσει, καί τό σπίτι του στήν Ἰασωνίδου, ἔπειτα στήν Πέλοπος κι ἀργότερα στήν Ἁγίας Σοφίας γίνονται καθημερινά τό σχολεῖο μας, τό σπίτι μας, ὁ τόπος ψυχαγωγίας μας. Ὁ ἴδιος εἶναι ὁ δάσκαλός μας, ὁ πατέρας μας, πού φροντίζει καί νοιάζεται γιά τά πιό ἀσήμαντα, ὅπως ἀγορά βιβλίων, κασετοφώνων, μέχρι τά σημαντικότερα, ὅπως φροντιστήριο γιά τό πανεπιστήμιο, ἐπαγγελματικό προσανατολισμό, πνευματική πορεία.
Ὁ Παυσανίας μετά τήν ἐπιστροφή του ἀπ᾽ τήν Ἀγγλία συνεχίζει τό ἔργο στή Θεσσαλονίκη. Ἔχει μία νέα πρόκληση-πρόσκληση μπρός του. Ὁ πατήρ Γεώργιος Σκαρλάτος ἀναλαμβά- νει ἀπ᾽ τή μητρόπολη Νεαπόλεως τό ἔργο τῆς δημιουργίας μίας νέας ἐνορίας ἀπό τό μηδέν. Στό ἐγκαταλειφθέν στρατόπεδο Στρεμπενιώτη χτίζει μία μικρή παράγκα καί τήν κάνει τό ξωκκλήσι τοῦ Ἁι-Γιάννη. Ἔτσι ξεκίνησε ὁ σημερινός μεγαλοπρεπής καθεδρικός ναός τῆς μητρόπολης. Τό πρῶτο αὐτό ἐκκλησάκι πρέπει νά χωροῦσε καμιά πενηνταριά ἄτομα. Τίς ἐνορίες ὅμως δέν τίς δημιουργοῦν τά ντουβάρια ἀλλά οἱ καλλιεργημένες ψυχές, αὐτό τό γνωρίζει καλά ὁ ἀγαθός λευίτης καί πρῶτο μέλημά του νά βρεῖ αὐτούς πού θά τόν βοηθήσουν. Ποιός λοιπόν καταλληλότερος ἀπ᾽ τόν γνώριμό του Παυσανία; Μία νέα ἀποστολή ξεκινᾶ γι᾽ αὐτόν μέ πολύ μόχθο καί λίγους συνεργάτες.
Ὁ πολυπράγμων Παυσανίας ἀσχολεῖται ταυτόχρονα μέ ἕνα σωρό πράγματα: τά δύσκολα καθήκοντα στό Πανεπιστήμιο, τήν εὔρυθμη λειτουργία τῆς Ἀπολύτρωσης, τοῦ Λύχνου, τῆς κατασκήνωσης. Ὁ ἐφοδιασμός καί οἱ μεταφορές εἶναι ἀποκλειστικά δικό του διακόνημα. Γυρνᾶ ἀδιάκοπα σάν τή μέλισσα καί οἱ ὑπόλοιποι ζαλιζόμαστε καί μόνο πού τόν παρακολουθοῦμε. Ναί, μία μικρή ἀδύναμη μέλισσα, μέ ἐπισκευασμένη καρδιά, πού κρέμεται ἀπό μία κλωστή, καί σχεδόν χωρίς νεφρά, πού μέ κάθε φτεροκόπημά της ὅμως φέρνει τόσο μέλι πού δέν προλαβαίνουμε οἱ ὑπόλοιποι νά τό καταναλώσουμε. Ὁ ἴδιος ἀσκητικός καί λιτοδίαιτος, σέ μόνιμη αὐστηρή δίαιτα (δέν ἔβαζε στό στόμα του ἁλάτι). Χαιρόταν ὅμως καί μέ τά πιό ἁπλά σάν μικρό παιδί, ὅπως ὅταν κάναμε μία στάση γιά παγωτό. «Ἐδῶ θά σταματήσουμε γιατί ἔχουν καλό παγωτό ἀπό παγωτομηχανή καί ὄχι ἀπό τό ἕτοιμο».
Πάντα μέ τό γνωστό του χαμόγελο, ὁ ἀκούραστος ἐργάτης περιμένει στήν πύλη τῆς κατασκήνωσης νά βοηθήσει τόν μακαριστό μας δάσκαλο -ἤθελε πάντα νά ᾽ναι τό δεξί του χέρι- νά μοιράσει καί τά τελευταῖα γλειφιτζούρια καί καραμέλες στά μικρά παιδιά τῶν οἰκογενειῶν. Αὐτό τό χαμόγελο καί ἡ ἀγαθή του διάθεση δέν τόν ἐγκατέλειψαν οὔτε στό κρεβάτι τοῦ πόνου στό νοσοκομεῖο Παπαγεωργίου, ὅταν, τόν Μάρτιο τοῦ 2012, τόν συνάντησα γιά τελευταία φορά ἐν ζωῇ. Ἴσως αὐτό τό χαμόγελό του τό γεμάτο ἀγάπη νά εἶναι ἡ αἰτία πού ὁ γιός μου Κωνσταντῖνος τόν συναντάει ἀκόμη στά ὄνειρά του καί συνεχίζουν νά συζητοῦν.
Νῖκος Καργόπουλος
Δάσκαλος
Παιχνίδια κατάλληλα γιά τό παιδί Οἱ σημερινοί γονεῖς βρίσκονται ἀντιμέτωποι μέ μία πληθώρα ἐπιλογῶν κάθε φορά πού ἀποφασίζουν νά ἀγοράσουν ἕνα παιχνίδι γιά τά παιδιά τους. Ἔχουν νά ἐπιλέξουν μεταξύ τῶν ἠλεκτρονικῶν ὑψηλότερης τεχνολογίας καί τῶν παραδοσιακῶν παιχνιδιῶν πού θυμοῦνται ὅτι ἔπαιζαν οἱ ἴδιοι ὡς παιδιά. Πρέπει νά ἔχουν ὑπ᾽ ὄψιν τους μερικές βασικές ἀρχές, ὅταν διερωτῶνται ποιό παιχνίδι εἶναι καταλληλότερο νά βοηθήσει στήν ἀνάπτυξη τοῦ παιδιοῦ τους .
Ἡ ἀλληλεπίδραση εἶναι τό κλειδί
Δέν ἔχει σημασία μέ τί παιχνίδι παίζει τό παιδί• ὁ καλύτερος τρόπος γιά τήν προώθηση τῆς ἀνάπτυξής του εἶναι νά συμμετέχει ἐνεργά. Τό παιχνίδι δέν πρέπει νά θεωρεῖται σάν ἕνα ἐργαλεῖο μέ τό ὁποῖο ἀσχολεῖται τό παιδί, ὅταν ἔχει μείνει μόνο του. Προσπαθοῦμε νά δώσουμε στά παιδιά παιχνίδια πού ἐνθαρρύνουν τήν ἀλληλεπίδραση μέ ἄλλα παιδιά ἤ μέ τούς παπποῦδες τους ἀλλά καί γενικότερα μέ τούς ἐνήλικες πού τά φροντίζουν.
Παιχνίδια πού δέν εἶναι πιά στή μόδα εἶναι συχνά καλύτερα
Τά σύγχρονα παιχνίδια εἶναι συνήθως ἠλεκτρονικά, μέ πολλούς ἤχους καί «καμπανάκια». Ἀφήνουν ἐλάχιστα περιθώρια στή φαντασία τοῦ παιδιοῦ γιά νά δράσει καί μπορεῖ νά τοῦ δημιουργήσουν ὑπερδιέγερση. Ἀντιθέτως, τά παραδοσιακά παιχνίδια (διάφορα τουβλάκια, κοῦκλες, βιβλία κ.ἄ.) ὠθοῦν τό παιδί νά εἶναι πιό δημιουργικό. Ἐξάλλου, τά ἁπλούστερα αὐτά παιχνίδια δίνουν στά παιδιά τή δυνατότητα νά παίζουν μαζί μέ ἄλλους, ἐνῶ τά ἠλεκτρονικά παιχνίδια συνήθως παίζονται ἀπό ἕνα ἄτομο. Ὑπάρχει ἕνας καλός κανόνας πού δέν πρέπει νά παραθεωρεῖται: τό παιδί θά πρέπει νά συνεισφέρει στό παιχνίδι περισσότερο ἀπό ὅ,τι τό ἴδιο τό παιχνίδι.
Τό παιδί δέν μπορεῖ νά μάθει ἀπό τά «ἐκπαιδευτικά» παιχνίδια
Οἱ γονεῖς θά πρέπει νά εἶναι δύσπιστοι ὅσον ἀφορᾶ στά παιχνίδια πού πωλοῦνται ὡς «ἐκπαιδευτικά». Τό 2007, ἔρευνα τοῦ δρ. Δημήτρη Χριστάκη, καθηγητῆ Παιδιατρικῆς στό Πανεπιστήμιο Οὐάσινγκτον, ἔδειξε ὅτι τά παιδιά πού παρακολουθοῦσαν παιδικά ἐκπαιδευτικά προγράμματα γιά τήν ἐκμάθηση τῆς γλώσσας μάθαιναν λιγότερες νέες λέξεις -ἕξι γιά κάθε ὥρα παρακολούθησης- σέ σύγκριση μέ τά παιδιά πού δέν τά παρακολούθησαν. Ἡ ἔρευνα ἀκόμη μελέτησε τά παιχνίδια πού ἔχουν ἀποδειχθεῖ ὅτι ὠφελοῦν στήν ἀνάπτυξη ἑνός παιδιοῦ, ὅπως εἶναι τά τουβλάκια.
Ἡ καθηγήτρια τῆς Ψυχολογίας τοῦ Πανεπιστημίου Temple Dr. Kathy Hirsh-Pasek σημειώνει: «Ντεμοντέ, ρετρό παιχνίδια, ὅπως κόκκινες μπάλες ἀπό καουτσούκ, πηλός, πλαστελίνη καί μπογιές, πού δέν κοστίζουν τόσο πολύ καί εἶναι κρυμμένα στά πίσω ράφια, εἶναι πιό κατάλληλα γιά τά παιδιά ἀπ᾽ ὅ,τι τά ἐκπαιδευτικά ἠλεκτρονικά παιχνίδια».
Ἡ Roberta Golimkoff Ph.D, καθηγήτρια τῆς Σχολῆς Ἐπιστημῶν Ἀγωγῆς στό Πανεπιστήμιο τοῦ Delaware τῶν Η.Π.Α., παρατηρεῖ ὅτι εἶναι εὐρέως διαδεδομένο πώς «τά ἠλεκτρονικά ἐκπαιδευτικά παιχνίδια συντελοῦν στήν ἀνάπτυξη τοῦ ἐγκεφάλου. Ἀλλά οἱ ἀναπτυξιακοί ψυχολόγοι γνωρίζουν ὅτι στήν πραγματικότητα δέν λειτουργοῦν μέ αὐτόν τόν τρόπο. Οἱ κατασκευαστές τῶν παιχνιδιῶν παίζουν μέ τούς φόβους τῶν γονιῶν ὅτι θά μείνουν τά παιδιά τους πίσω στήν παγκοσμιοποιημένη ἀγορά». Καί προσθέτει: «Τά παιδιά δέν εἶναι ἄδεια δοχεῖα πού πρέπει νά γεμίσουν. Ἐάν παίζουν μέ παιχνίδια πού τά ἐπιτρέπουν νά ἐξερευνοῦν, εἶναι πολύ πιθανόν νά διδαχθοῦν σπουδαῖα μαθήματα γιά τό πῶς νά κυριαρχήσουν στόν κόσμο τους».
Οἱ διαδραστικές ἐφαρμογές καί τά ψηφιακά παιχνίδια εἶναι προτιμότερα ἀπό τήν τηλεόραση, ἡ ὁποία θεωρεῖται ὡς τό πλέον παθητικό παιχνίδι. Ἡ Ἀμερικανική Παιδιατρική Ἀκαδημία συνιστᾶ στούς γονεῖς νά ἀποτρέπουν τά παιδιά τους, ἡλικίας κάτω τῶν δύο ἐτῶν, νά παρακολουθοῦν τηλεόραση. Ἀλλά καί ἡ Γαλλική Ραδιοτηλεοπτική Ἀρχή ἀπό τό 2008 ἀπαγόρευσε στά γαλλικά κανάλια νά προβάλλουν παιδικές τηλεοπτικές ἐκπομπές πού νά ἀπευθύνονται σέ παιδιά ἡλικίας κάτω τῶν τριῶν ἐτῶν. Γιατί; Διότι «ἡ παρακολούθηση τῆς τηλεόρασης λειτουργεῖ ἐπιζήμια στήν ἀνάπτυξη τῆς παιδικῆς ἡλικίας κάτω τῶν τριῶν ἐτῶν, ἐνῶ παράλληλα ἐγκυμονεῖ μία σειρά κινδύνων, καθώς ἐνθαρρύνει τό πνεῦμα ἀδράνειας, συντελεῖ στήν ἀργή ἐκμάθηση τῆς γλώσσας, στήν ὑπερδιέγερση, στήν ἐμφάνιση διαταραχῶν στόν ὕπνο καί στή συγκέντρωση, καθώς καί στήν ἐξάρτηση ἀπό τίς ὀθόνες» (Ἀνώτατο Ὀπτικοακουστικό Συμβούλιο).
Εἶναι πολύ σημαντικό τά μικρά παιδιά νά ἔχουν ἄφθονα τρισδιάστατα παιχνίδια. Τά τουβλάκια, οἱ μπάλες καί τά κύπελλα διαφόρων μεγεθῶν καί σχημάτων πού μποροῦν νά τοποθετηθοῦν τό ἕνα πάνω στό ἄλλο σχηματίζοντας πυραμίδες καί πύργους, οἱ κρίκοι καί ἄλλα ἀντικείμενα, συντελοῦν στήν κατάκτηση καί ἀνάπτυξη τῶν κινητικῶν δεξιοτήτων τοῦ παιδιοῦ, στή γνωστική του ἀνάπτυξη καί στήν ψυχική του ὑγεία. Πιλοτική ἔρευνα πού δημοσιεύτηκε τό 2007 στό περιοδικό τῆς Ἀμερικανικῆς Ἰατρικῆς Ἕνωσης διαπίστωσε ὅτι, ὅταν τά παιδιά παίζουν μέ τουβλάκια, τό παιχνίδι μπορεῖ νά ὁδηγήσει σέ βελτίωση τῆς γλωσσικῆς ἀνάπτυξής τους καθώς καί τῆς προσοχῆς τους.
Ἀποφεύγουμε βίαια παιχνίδια
Ἐνῶ τά βίαια παιχνίδια φαίνεται νά εἶναι πολύ δημοφιλῆ μεταξύ τῶν παιδιῶν, πολλές μελέτες ἔχουν δείξει ὅτι αὐτά μποροῦν νά ἐπηρεάσουν ἀρνητικά τήν ψυχολογική τους ἀνάπτυξη. Οἱ γονεῖς θά πρέπει νά εἶναι ἐπίσης ἰδιαίτερα ἐπιφυλακτικοί σέ παιχνίδια σκοποβολῆς• κανένα ἀπό τά παιχνίδια αὐτῆς τῆς κατηγορίας δέν ἀξιολογήθηκε ὡς κατάλληλο.
Τά σημερινά παιδιά «ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων» ἐκτίθενται περισσότερο ἀπό ποτέ σέ ψηφιακά μέσα στήν καθημερινή τους ζωή. Ἡ Ἀμερικανική Παιδιατρική Ἀκαδημία συνιστᾶ στούς γονεῖς νά περιορίσουν τόν χρόνο πού τά παιδιά τους στήνονται μπροστά στήν ὀθόνη. Ἀλλά καί ἡ ἔρευνα τοῦ καθηγητῆ τῆς Παιδιατρικῆς δρ. Δημήτρη Χριστάκη ἔχει δείξει ὅτι ὅταν τά παιδιά παρακολουθοῦν ἕνα DVD, εἶναι λιγότερο ἀφοσιωμένα ἀπό ὅ,τι ὅταν παίζουν μέ τουβλάκια. Καί συστήνει: «Ἀνεξάρτητα ἀπό τήν ἡλικία τῶν παιδιῶν μας, λιγότερα ἠλεκτρονικά παιχνίδια ὄχι μόνο στίς διακοπές ἀλλά καί στή διάρκεια τοῦ ἔτους.».
«Τό παιδί», θά τονίσει ἡ Kathy Hirsh- Pasek, «ἀρχίζει νά χτίζει τή φαντασία του γύρω ἀπό τά ἁπλούστερα παιχνίδια. Τά παιχνίδια δέν ἐπιβάλλουν τί νά κάνει τό παιδί σας ἀλλά τό παιδί σας προστάζει τά παιχνίδια τί πρέπει νά κάνουν». Εἶναι στό χέρι μας νά συντελέσουμε στό χτίσιμο τῆς φαντασίας τοῦ παιδιοῦ, διότι «ἡ φαντασία εἶναι πιό σημαντική ἀπό τή γνώση. Ἡ γνώση περιορίζεται σέ ὅ,τι τώρα γνωρίζουμε καί κατανοοῦμε, ἐνῶ ἡ φαντασία ἀγκαλιάζει τόν κόσμο ὅλο καί πάντα θά ὑπάρχουν ἄλλα γιά νά γνωρίσουμε καί νά κατανοήσουμε» (Albert Einstein).
Ἀθαν. Ἀστ. Γκάτζιος
Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 82-83
Ἐπιθύμησα, παραμονές τῆς 25ης Μαρτίου, νά ταξιδέψω γιά λίγο στά 1821 καί νά δῶ καί νά ἀκούσω τά ψυχωμένα παλληκάρια τοῦ ἔθνους μας. Ἐλᾶτε, λοιπόν, νά μποῦμε γιά λίγο στή μηχανή τοῦ χρόνου καί νά γυρίσουμε πίσω, ἀφήνοντας τήν καρδιά μας νά χτυπᾶ στό ρυθμό τῆς δικῆς τους ἀνδρείας καρδιᾶς, στό δικό τους μεγαλεῖο.
Μαζί μέ τόν Ἀλέξανδρο Ὑψηλάντη ἄς μελετήσουμε τήν προκήρυξη πού ξεσήκωσε καί φλόγισε μία γενιά φλογερή, τόν μεγαλειώδη Ἱερό του Λόχο: «Μάχου ὑπέρ πίστεως καί πατρίδος…Εἶναι καιρός νά ἀποτινάξωμεν τόν ἀφόρητον ζυγόν, νά ἐλευθερώσωμεν τήν Πατρίδα, νά κρημνίσωμεν ἀπό τά νέφη τήν ἡμισέληνον, διά νά ὑψώσωμεν τό σημεῖον, δι’ οὗ πάντοτε νικῶμεν, λέγω τόν Σταυρόν…».
Ὁ Μακρυγιάννης, πού ἔμαθε γράμματα σέ μεγάλη ἡλικία, μᾶς τά ἔγραψε τόσο ὑπέροχα! Ἄς τόν ἀκούσουμε: «Ὅταν σηκώσαμεν τήν σημαίαν ἐναντίον τῆς τυραγνίας, ξέραμεν ὅτι εἶναι πολλοί αὐτεῖνοι καί μαχητικοί κι’ ἔχουν καί κανόνια κι’ ὅλα τά μέσα. Ἐμεῖς σέ οὕλα εἴμαστε ἀδύνατοι. Ὅμως ὁ Θεός φυλάγει καί τούς ἀδύνατους, κι’ ἄν πεθάνωμεν πεθαίνομεν διά τήν Πατρίδα μας, διά τήν Θρησκείαν μας καί πολεμοῦμεν ὅσο μποροῦμε ἐναντίον τῆς τυραγνίας κι ὁ Θεός βοηθός… Χωρίς ἀρετή καί πόνο εἰς τήν πατρίδα καί πίστη εἰς τήν θρησκεία τους ἔθνη δέν ὑπάρχουν».
Ἄς γονατίσουμε σιμά στόν Ἀθανάσιο Διάκο τή στιγμή πού ἀπαντᾶ στόν Ὀμέρ Βρυώνη « Ἐγώ Γραικός γεννήθηκα, Γραικός θέ νά πεθάνω» καί ἄς ἀναλογιστοῦμε τή θυσία του γιά τήν πατρίδα· ἕνα σφαχτάρι ἅγιο καί θύμα ἱερό στόν βωμό τῆς πατρίδας…
Ἄς ἀκουμπήσουμε εὐλαβικά λουλούδια στόν τόπο πού ἔπεσε παλληκαρίσια ὁ Παπαφλέσσας, στό ἡρωικό Μανιάκι, κι ἄς ἀγναντέψουμε ἀπό ἐκεῖ τόν Ἰμπραήμ νά σκύβει καί νά φιλᾶ στό μέτωπο τόν ἥρωα γεμάτος θαυμασμό...
Ἦταν ἡ φλογερή καρδιά τοῦ Κανάρη πού ξεσήκωνε τά παλληκάρια καί ἡ ἀγάπη στήν πατρίδα καί στόν Θεό, πού ὅπλιζε τό ἡρωικό του χέρι… «Μία δύναμις μέ ἅρπαξε... Μία δύναμις θεϊκή μέ γιγάντωσε. Αὐτή μοῦ ἔδωσε θάρρος διά νά φθάσω μέ τό πυρπολικό μου στήν τουρκική ναυαρχίδα. Οἱ Τοῦρκοι ἦταν τόσοι ὥστε ἐάν ἔπτυον ἐπάνω μας θά μᾶς ἔπνιγαν ἀναμφιβόλως… Εἰς τό ὄνομα τοῦ Κυρίου! φώναξα ἐκείνη τή στιγμή. Ἔκανα τόν Σταυρό μου καί πήδηξα στή βάρκα. Οἱ φλόγες τοῦ πυρπολικοῦ μεταδόθηκαν στήν ναυαρχίδα πού τινάχθηκε στόν ἀέρα καί παρέσυρε στόν θάνατο χιλιάδες Τούρκους…».
Ξεφυλλίζω τά συγγράμματα τοῦ Ἀδαμάντιου Κοραῆ καί βρίσκω διαμάντια συμβουλῶν καί παραινέσεων, διαμάντια γιά τό τότε ἀλλά καί τό σήμερα: «Μόνον τοῦ Εὐαγγελίου ἡ διδαχή ἐμπορεῖ νά σώσῃ τήν αὐτονομίαν τοῦ Γένους, ὅταν μάλιστα κηρύττεται ἀπό ποιμένας φίλους τῆς ἀληθείας καί τῆς δικαιοσύνης… Τοῦτο παρακαλῶ νά τούς παραγγείλετε νά πράττωσιν εἰς τό ἑξῆς, παριστάνοντες εἰς αὐτούς, ὅτι πολεμοῦν ὄχι μόνον ὑπέρ πατρίδος, ἀλλά καί ὑπέρ πίστεως». Καί ἀλλοῦ σημειώνει: «Μόνη ἡ δικαιοσύνη φέρει τήν ἐλευθερίαν, τήν δύναμιν καί τήν ἀσφάλειαν. Ἡ ἀνδρεία χωρίς τήν δικαιοσύνην εἶναι εὐτελές προτέρημα. Καί αὐτή τοῦ Θεοῦ ἡ παντοδυναμία ἤθελ’ εἶσθε χωρίς ὄφελος διά τούς ἀνθρώπους, ἄν δέν ἦτον ἑνωμένη μέ τήν ἄπειρον δικαιοσύνην του…».
Σέ ἀκούω καί πάλι, Σπυρίδων Τρικούπη, νά μᾶς ἐνθουσιάζεις, καθώς φωνάζεις μέ πόνο: «Ἄχ, διά τούς οἰκτιρμούς τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι ὅλος ἀγάπη, διά τό ὄνομα τῆς Πατρίδος, ἡ ὁποία εἶναι ὅλη ἀρετή, ἄς καθαρίσωμεν τήν ψυχήν μας ἀπό τόν ρύπον τῆς διχονοίας, ἄς θάψωμεν εἰς τόν τάφον τῆς λησμονησίας τά ἄγρια καί ἀνόητα πάθη μας, ἄς πλύνωμεν τάς μεμολυσμένας καρδίας εἰς τό ἱερόν λουτρόν τῆς ἀγάπης, ὁ πατριωτισμός ἄς λαμπρύνῃ εἰς τό ἑξῆς τόν θολωμένον νοῦν μας, ἡ εἰλικρίνεια ἄς βασιλεύσῃ εἰς τήν καρδίαν μας, ἡ ἀγάπη καί ἡ σύμπνοια ἄς προ- πορεύωνται, ὡς νεφέλη πυρός, ὅλων τῶν βουλῶν μας καί ὅλων τῶν ἔργων μας».
Κι ὁ φωτισμένος Καποδίστριας, πού ἀναίτια δολοφονήσαμε, ὑψώνει τό ἴδιο λάβαρο τῆς πίστης καί μηνᾶ στούς ἀντίθεους καιρούς μας: «Ὁ Θεός εἶναι μετά τῆς Ἑλλάδος καί ὑπέρ τῆς Ἑλλάδος καί αὕτη σωθήσεται. Ἐκ ταύτης τῆς πεποιθήσεως ἀντλῶ πάσας μου τάς δυνάμεις καί πάντας τούς πόρους».
Τό ταξίδι τελειώνει… ἀντάμωμα συγκλονιστικό μέ ὅλους ὅσοι πότισαν τούτη τή γῆ μέ τό αἷμα τους καί τή ζύμωσαν μέ τά λόγια καί τά θαυμαστά ἔργα τους. Δέν θέλω νά φύγω… ζητῶ καταφύγιο ἀνάμεσα σέ τούτους τούς νεκρούς, πού εἶναι τόσο ζωντανοί στήν καρδιά μου. Ἡ ψυχή τοῦ Θεόδωρου Κολοκοτρώνη πλανιέται ἀνάμεσά μας ψιθυρίζοντας: «…καί μήν ξεχνᾶς, γιέ μου, πώς ἐμεῖς ξοφλήσαμε πιά. Ὥς ἐδῶ ἦταν. Τώρα ἡ πολύπαθη Ρωμιοσύνη στηρίζει τήν ὕπαρξή της στή λεβεντιά σας». Ναί, ἥρωες τῆς πατρίδας μου, τολμῶ νά καυχηθῶ ὅτι εἶμαι κι ἐγώ, παιδί τοῦ 21ου αἰώνα, δικός σας ἀπόγονος. Μέσα στίς φλέβες μου τρέχει τό δικό σας ἡρωικό αἷμα, ἡ δική σας παλλόμενη ἀπό ἀγάπη στόν Θεό καί στήν πατρίδα καρδιά μεταγγίζει παλμό καί ἐνθουσιασμό στή νιότη μου! Εὐλαβικά σᾶς προσφέρω φόρο τιμῆς καί εὐγνωμοσύνης καί ὑπόσχομαι -μέ τή δική σας ἀκράδαντη πίστη- νά «στήσουμε καί πάλι μές στό οὐράνιο θεῖο φῶς μία Ἑλλάδα τρισμεγάλη». Γιατί τό «χρωστᾶμε σέ ὅσους πέρασαν, θά ρθοῦνε, θά περάσουν, κριτές θά μᾶς δικάσουν, οἱ ἀγέννητοι, οἱ νεκροί».
Μ. Δανιήλ
Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 78-79