Super User

Super User

Πέμπτη, 01 Φεβρουάριος 2024 00:24

Μάνα, γιορτάζεις

  bouquet cΜάνα, ἐσύ πού δέν ἔχεις δια­κοπές καί σχόλη, πού θυσιάζεσαι δι­αρκῶς μέσα στό σπίτι, χριστιανή μάνα, πού προ­πάντων νοιάζεσαι γιά τή χρι­στιανική ἀνα­τροφή καί προκοπή τῶν παιδιῶν σου, σή­μερα, 2 Φεβρουαρίου -γιορτή τῆς Ὑπα­πα­ντῆς τοῦ Κυρίου-, ἔχεις τήν τιμητική σου. Γιορ­τά­ζεις! Μιά ἀγκαλιά λουλούδια καί μύρια εὐχαριστῶ σοῦ ἀξίζουν.
  Μά ἰδιαίτερα ἀφιερώνω τοῦτες τίς γραμμές σέ σένα, πολύπαθη εὐσεβῆ μάνα, πού πονᾶς καί λυγίζεις γιά τό ξεστράτισμα τοῦ παιδιοῦ σου. Σέ βλέπω σκυθρωπή, πονεμένη. Σέ πληγώνει κατάστηθα ἡ ἀ­διαφορία του γιά τούς δικούς του, γιά τίς σπουδές του. Ἀναρωτιέσαι: Αὐτό τό παι­δί, πού κάποτε νανούριζα καί τό ’παιρνα στήν ἀγκαλιά μου, εἶναι δικό μου; Ποῦ ξενυ­χτάει ἄραγε τά βράδια, ποιά εἶναι ἡ συντροφιά του, πότε καί πῶς θά γυρίσει στό σπίτι;
  Δακρύβρεχτη μάνα, φιλῶ τά κουρα­σμένα σου χέρια καί σέ ἱκετεύω: Μήν πά­ψεις νά τά ὑψώνεις σέ προσευχή γιά τό παιδί σου πού σέ ποτίζει «φαρμάκι»! Μήν ἀποκάμνεις! Κράτα ζε­στή ἐπικοινωνία μέ τή μεγάλη μάνα τοῦ κόσμου, τήν Παναγία μας.  Πόσο θά σέ καταλάβει καί θά σπεύ­σει σέ ταχινή πρε­σβεί­α πρός τόν Υἱό της!
 Πάρε ἀκόμη κουράγιο καί δύναμη ἀ­πό τόσες ἄλλες ἅγιες μάνες πού ἔζησαν πολύ πρίν ἀπό σέ­να   καί σήκωσαν ὑπο­μο­νετικά τόν σταυ­ρό τους. Ὅσο μά­θαι­ναν τίς παρεκτροπές τῶν παιδιῶν τους, ὅσο τά ἔβλεπαν σέ ποιά κατάντια εἶχαν φτά­σει, τόσο ἔλειωναν στήν προ­σευχή. Τί ἐπί­μο­νες ἱκεσίες ἔκαναν, τί δάκρυα καυτά ἔ­χυ­ναν, γιά νά ξεφύγουν τά βλαστάρια τους ἀπό τά δίχτυα τῆς πλα­νεύτρας ἁμαρτίας καί νά τά ἑλκύσει ἡ σταυρική Ἀγάπη! Κι ἦρθε κάποτε ἡ πο­θητή στιγμή πού οἱ ἱερές τους ἐπιθυμίες πῆραν σάρκα καί ὀστᾶ. Ἔφτασε ἡ ὥρα τῆς χάριτος γιά τά παιδιά τῶν δακρύων τους!
  Μάνα, τοῦ 21ου αἰώνα, μιμήσου τέ­τοιες εὐσεβεῖς μητέρες τῆς Ἐκκλησίας μας! Νά ’σαι σίγουρη πώς τά δάκρυα μιᾶς προσευχόμενης μητέρας ποτέ δέν πᾶνε χαμένα. Ἔχουν δύναμη τεράστια, γιά νά μεταστρέψουν καί ν᾽ ἀλλοιώσουν καί τά πιό ἀτίθασα παιδιά.
  Πολλές φορές, βέβαια, σκέφτεσαι πῶς εἶναι δυνατόν νά ἐπιστρέψει τό παιδί σου πού ἔχει πέσει τόσο χαμηλά κι ἡ ἁμαρτία, ἡ πλάνη τό ἔχει νεκρώσει. Καλή μου μη­τέρα, μή χάνεις τήν ἐλπίδα σου στόν ἀ­να­στημένο μας Κύριο. Ἐσύ ἅρπαξε τό μυ­στικό σου ὅπλο, τήν προσευχή, καί ἀ­νά­μενε τούς θαυμαστούς καρπούς της. Ἄ­κουσέ με, τό πιστεύω καί σοῦ τό εὔ­χο­μαι: Θά πεῖ καί σέ σένα κάποια στιγμή ὁ νε­κρε­γέρτης Ἰη­σοῦς: «μὴ κλαῖε» (Λκ 7,13). Κι ὕστερα θά στραφεῖ στό παιδί σου καί θά τό προσ­τάξει: «νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι» (Λκ 7,14). Οἱ καρδιόβγαλτες, οἱ δακρύβρεχτες προσευ­χές σου, μητέρα, θά ᾽χουν κάνει τότε τό θαῦμα τους!

Μαρία Γούδα

Φιλόλογος-Θεολόγος

 partheniosΜέ κάθε λαμπρότητα καί μέσα σέ κατανυκτική ἀτμόσφαιρα πραγματο­ποι­ήθηκε ἡ ὑποδοχή στή μεγάλη πόλη. Μέ εὐλαβική προσμονή περίμεναν χι­λιάδες ἄνθρωποι γιά νά ἀσπαστοῦν τήν τίμια κάρα τοῦ ἁγίου Παρθενίου, τοῦ ἀνθρώπου τοῦ Θεοῦ, τοῦ ὁποίου ἡ ζωή ξετυλίχθηκε πάνω στή φλούδα αὐτῆς τῆς γῆς πρίν xίλια ἑπτακόσια χρόνια.

 Ἀκαταγώνιστος πόλος ἕλξης, στ᾽ ἀ­λήθεια, ἡ ἁγιότητα! Ἐδῶ τά «ξερά κόκκαλα» ἀναδύουν εὐωδιά καί ἐπιτελοῦν θαυμάσια. Ἡ ἁγιαστική χάρη τοῦ Θεοῦ ἐξαγιάζει τήν ὕλη καί μεταποιεῖ τό σῶ­μα τῶν ἁγίων σέ δοχεῖο τῆς ἄκτιστης θείας ἐνέργειας, χριστοφόρο καί πνευματοφόρο. Ἡ τιμή τῶν ἁ­γίων λειψάνων σέ κάθε ἐποχή προει­κο­νίζει τή νέα, τή δοξασμένη κατάστα­ση τοῦ σώματος στήν αἰωνιότητα.
 Τμῆμα τῆς τιμίας κάρας τοῦ ὁσίου Παρθενίου εἶναι θησαυρισμένο στήν ἱε­ρά μονή Μακρυμάλλη τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Χαλκίδος. Καί μεταφέρεται ὅπου ζητηθεῖ, ὡς εὐλογία γιά τόν στηριγμό καί τόν ἁγιασμό τῶν πιστῶν. Στόν θαυματουργό Ἅγιο προσφεύγουν ἰδιαίτερα οἱ πάσχοντες ἀπό τή νόσο τοῦ καρκίνου ὄχι μόνο στίς 7 Φεβρουαρίου πού τιμᾶται ἡ μνήμη του, ἀλλά καί κάθε ἐ­ποχή, σέ κάθε πόνο καί ἀνάγκη.
 Ἀπό τόν πατέρα του, τόν εὐσεβέ­στα­το διάκονο Χριστοφόρο, διδάχθηκε ὁ ὅσιος Παρθένιος τά αἰώνια μαθήματα τῆς πίστης καί τῆς ἀγάπης, πού καρποφόρησαν περίσσια στήν ψυ­χή του. Νεαρός ἀκόμα, γιά τήν ἀγάπη τῶν ἐλαχίστων ἀδελφῶν, ἔγινε ψαράς στήν Ἀ­πολ­λωνιάδα, λίμνη τῆς Βιθυνίας. Κά­θε δίχτυ καί μία προσμονή καί μία προσ­ευχή γιά νά ἔχουν τροφή οἱ πτωχοί ἀ­δελφοί. Ἡ θεία παρουσία ἦταν ἡ ἀν­ταμοιβή στόν μόχθο καί στήν ἀγρύπνια του. Αἰσθανόταν ὅτι ἐργαζόταν σέ ἕνα ἀπό τά πλοιάρια τῶν Ἀποστόλων καί συναναστρεφόταν τόν Ἰησοῦ μαζί μέ τόν Πέτρο καί τόν Ἰωάννη. Ἡ ἀγάπη του ἀφειδώλευτη δέν ζητοῦσε ποτέ τήν ἀνταπόδοση καί ἀπαντοῦσε ἁπλά σέ κάθε εὐχαριστία τῶν εὐεργετημένων: «Γιατί μέ εὐχαριστεῖτε; Δέν ἔχω καμία τέτοια ἀξίωση. Μήπως εἴμαστε ξένοι; Ἐμεῖς εἴμαστε ἀδελφοί. Τί ἁπλούστερο καί φυσικότερο ἀπό τό νά βοηθᾶ ἀδελφός τούς ἀδελφούς;».
 Μέ τήν ἐνάρετη παρουσία του, τή χάρη τῆς ἁπλότητας καί τόν ἱδρώτα τῆς φιλαδελφίας του ἐπιβλήθηκε στή χριστιανική κοινότητα τῆς πατρίδας του.
 Ἀπό ψαρά ἁπλό ὁ ἐπίσκοπος Μελιτοπόλεως Φίλιππος (ἤ Φιλητός) τόν ἔ­κα­νε ἁλιέα στήν κιβωτό τῆς Ἐκκλησίας χειροτονώντας τον πρεσβύτερο. Ἀργότερα, στά χρόνια τῆς βασιλείας τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, ὁ ἐπίσκοπος Κυζίκου Ἀ­χίλλιος τόν χειροτόνησε ἐπίσκο­πο Λαμ­ψάκου τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Δια­κο­­νία ἀκάματου ζήλου ἡ ποιμαντορία τοῦ Παρθενίου. Ὁ ἄνθρωπος τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ ἀκτινοβολοῦσε εἰρή­νη καί μετέδιδε εὐλογία σέ ὅλους. Μέ τά δίχτυα τῆς ἀγάπης του ἁλίευσε τίς ψυ­χές τῶν εἰδωλολατρῶν συμπατριω­τῶν του πού ἀσπάζονταν μέ ἐνθουσιασμό τήν ἀλήθεια τοῦ εὐαγγελίου. Προι­κι­σμέ­νος μέ τό θεῖο χάρισμα τῆς θαυματουργίας, ἐκ­δίωκε τούς δαίμονες ἀπό τούς ἀν­θρώ­πους καί θεράπευε κά­θε εἴδους ἀ­σθέ­νει­α. Ἡ ἀγαπῶσα καρδιά του ἀνέ­παυε καί παραμυθοῦσε ὅσους τόν πλησίαζαν, χαρίζοντας τήν ἴαση σώματος καί ψυχῆς. Ὁδηγοῦσε στό Βάπτισμα τούς ἀπίστους, χειραγωγοῦσε στήν ἀ­λήθεια τούς πλανεμένους, ἐνθάρρυνε τούς μετανοοῦντες, μέχρι τή δύση τῆς ἐπίγειας ζωῆς του. «Αὐτὸς γὰρ ἀλη­θῶς ἐν γῇ, θαυ­μασίαν διετέλεσε ζωὴν καὶ πολιτείαν».
  Ἀπό τά βάθη τῶν αἰώνων ζωντανός καί σήμερα ὁ θεοφόρος ἱεράρχης τοῦ Χριστοῦ δέχεται τίς δεήσεις μας καί πρεσβεύει στοργικά γιά ὅσους τόν ἐπικαλοῦνται: «Νοσημάτων ποικίλων καὶ χαλεπῶν θλίψεων ὥσπερ ἐλυτρώσω, θε­ό­φρον, τοὺς προσιόντας σοί, οὕτως ἀ­πάλλαξον πάσης ἀνάγκης καὶ λύπης, ἅγιε Παρθένιε, τοὺς σὲ γεραίροντας».

Ἰχνηλάτης

Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 38-39

Πέμπτη, 01 Φεβρουάριος 2024 04:12

Eἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν

ypapanti c  Ἡ γιορτή τῆς Ὑπαπαντῆς, μέ τήν ὁποία ἀνοίγει ὁ Φεβρουάριος, φέρνει στόν νοῦ τήν ἁγία μορφή τοῦ πρεσβύτη Συμεών, ὁ ὁποῖος ἀξιώθηκε, σύμφωνα μέ ὅ,τι τοῦ εἶχε ἀποκα­λύ­ψει τό ἅγιο Πνεῦμα, νά δεῖ καί νά δεχθεῖ στήν ἀγκαλιά του «τὸ σωτήριον» τοῦ Θεοῦ (Λκ 2,30), τόν σωτήρα τοῦ κόσμου.

  Ἀντικρύζοντας ὁ γέροντας τό θεῖο βρέφος -τόν ἴδιο τόν Θεό «ἐν σαρκί»- προφητεύει. Προβλέπει μέ τήν δύναμη τοῦ Πνεύματος τό μέλλον αὐτοῦ τοῦ παιδιοῦ καί ἀπευθυνόμενος στήν παρθένο μητέρα Του τονίζει· «Ἰδοὺ οὗ­τος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολ­λῶν ἐν τῷ Ἰσραὴλ καὶ εἰς σημεῖον ἀντι­λεγό­μενον» (Λκ 2, 34). Δηλαδή: Αὐτός θά γίνει αἰτία νά πέσουν καί νά ἀνυψωθοῦν πολλοί Ἰσραηλῖτες καί θά εἶναι σημεῖο πού θά ἀντιλέγεται, θά προκαλεῖ γύρω ἀπό τό πρόσ­ωπό του ἀντι­λο­γία.
  Πόσο ἀληθινά ἀποδείχθηκαν τά λόγια τοῦ Συ­με­ών, τό γνωρίζουμε ἀπό τήν ἱστορία. Πό­σοι Ἰσραηλῖτες προσέκρουσαν σ’ αὐτόν τόν «λίθον προσκόμματος» (Ρω 9,33) καί ἔ­πεσαν! Ἀνάμεσα στούς πρώτους, ἀρ­χιερεῖς, γραμ­ματεῖς καί φαρισαῖοι, οἱ ὁποῖοι, ἐνῶ ἦταν ἄνθρωποι τῆς θρησκείας καί τοῦ Νόμου, δέν ἀνα­γνώ­ρισαν στόν Ἰησοῦ τόν Μεσσία, ὄχι διότι δέν τούς δό­θηκαν διαπιστευτήρια, ἀλλά διότι αὐτοτυφλώθηκαν καί πωρώθηκαν• ἐπειδή ζητοῦσαν «τὴν ἰδίαν δικαιο­σύνην στῆ­σαι», ἐπεδίωκαν δηλαδή νά ὑπερισχύσει ἡ δική τους δῆθεν εὐσέβεια, καί ὄχι νά ὑποτα­γοῦν στήν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ (βλ. Ρω 10,3). Καί δέν εἶναι μό­νον αὐτοί. Ἔπεσαν καί χι­λιά­δες ἄλλοι Ἑβραῖοι, πού βλέποντας τά σημεῖα τοῦ Κυρίου τόν ἀνα­γνώριζαν καί τόν ἐπευφημοῦσαν ὡς «υἱὸν Δαυΐδ» (βλ. Μθ 21,9) καί «βασιλέα τοῦ Ἰσραήλ» (βλ. Ἰω 12,13), ἐνῶ στόν και­ρό τοῦ πειρασμοῦ ζητοῦσαν τόν θάνα­τό του καί κραύ­γα­ζαν ἀδιάντροπα· «Τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐφ’ ἡ­μᾶς καὶ ἐπὶ τὰ τέ­κνα ἡμῶν!» (Μθ 27,25). Καί τούς μι­μήθηκαν χιλιάδες ἤ καί ἑκα­τομμύρια ἄλλοι στήν συνέχεια.
  Ὅμως καί πόσοι ἀνυψώθηκαν! Ἴ­σως σέ σύγκριση μέ τό πλῆθος τῶν πε­πτω­κότων νά μήν εἶναι πολλοί, εἶ­ναι ὅμως ὅ,τι ἁγνότερο καί τιμιώτερο εἶχε νά προσ­φέ­ρει ὁ Ἰσραήλ. Εἶναι ἀσφα­λῶς ὁ γέροντας Συμεών, ἡ προφήτιδα Ἄννα, «θυγάτηρ Φα­νουήλ» (Λκ 2,36), ὁ Ζαχαρίας καί ἡ Ἐλισάβετ, εἶναι ἡ παρ­θένος Μαρία καί ὁ Ἰωσήφ· κι ἀκόμη εἶ­ναι ὁ Ἰω­άννης ὁ βαπτιστής, οἱ μαθη­τές τοῦ Κυ­ρίου, τά πλήθη πού πί­στε­ψαν στό ἀπο­στολικό κήρυγμα -ὅσοι ἔμειναν μέ­χρι τέ­λους πι­στοί-, ὁ Παῦλος, «Ἑ­βραῖος ἐξ Ἑ­- βραίων» (Φι 3,5), οἱ ἑβραῖοι συνεργάτες του, καί σίγουρα πολλοί ἄλλοι πού δέν ἀ­ναφέ­ρουμε ἤ ἀγνοοῦμε. Εἶναι τό «κατά­λειμμα», γιά τό ὁποῖο κάνει λόγο ὁ προ­­φή­της Ἠ­σαΐας (10,22), ἤ τό «λεῖμμα κατ’ ἐκλο­γὴν χάριτος» (Ρω 11,5) κατά τόν ἀπό­στολο Παῦλο. Ὅ­λοι αὐτοί προσέ­κρουσαν στόν λίθο Χριστό καί ὄχι μόνο δέν ἔπεσαν, ἀλλά διά τῆς πί­στεως σ’ Αὐτόν ἐκτινάχθη­καν στήν σφαί­ρα τοῦ οὐρα­νοῦ.
  Ὅμως ἡ προφητεία τοῦ Συμεών δέν ἐκτείνεται μόνο μέχρι τά ὅρια τοῦ Ἰ­σραήλ. Ἐκπληρώθηκε καί ἐκπλη­ρώ­νεται καθημε­ρινά σ’ ὁλόκληρη τήν οἰκουμένη. Ἀποτελεῖ ἱστορική δια­πί­στω­ση: Ὅποιος γνωρίσει τόν Ἰησοῦ ἤ θά τόν ἀναγνωρίσει ὡς Θεό καί θά τοῦ παραδώσει τόν ἑαυτό του ἤ θά σταθεῖ ἀπέναντί του ὡς ἐχθρός του. Μέση κατάσταση δέν ὑπάρχει. «Ὁ μὴ ὢν μετ’ ἐ­μοῦ κατ’ ἐμοῦ ἐστι, καὶ ὁ μὴ συνάγων μετ’ ἐμοῦ σκορπίζει» (Μθ 12,30), εἶπε ὁ ἴδιος, κι αὐτό συμβαίνει πάντοτε. Κα­νείς δέν μισήθηκε τόσο, ὅσο ὁ Χριστός καί τό κήρυγμά του. Ἀλλά καί κανείς δέν ἀγαπήθηκε τόσο, ὅσο Αὐτός. Τόν μίσησαν, ἐκτός ἀπό τούς Ἑβραίους, τά ἐθνικά ἱερατεῖα καί ὅσοι ἐ­πωφελοῦν­ταν οἰκονομικά ἀπό τήν λατρεία τῶν ψευδοθεῶν. Γιά εὐνόητους λόγους. Τόν μίσησαν οἱ ρωμαῖοι αὐτοκράτορες ὡς ὑπονομευτή τάχα τῆς ἑνότητας τῆς αὐ­το­κρατορίας· ἐπειδή οἱ Χριστιανοί ἀρ­νοῦν­ταν νά τούς ἀναγνωρίσουν καί νά τούς λα­τρεύσουν ὡς «Κυρίους». Τά τριακόσια πρῶτα χρόνια ζωῆς τῆς Ἐκ­κλησίας αὐτό τό μῖσος καί ἡ ἐχθρότητα ἐκδηλώθηκαν μέ ἰδιαίτερη σκληρότητα καί ὁδήγησαν σέ διωγμούς πρωτο­φα­νοῦς ἀγριότητας χιλιά­δες πιστούς. Ἀλ­λά καί στήν ἐποχή μας· εἶ­ναι νωπά ἀκόμη τά αἵματα τῶν χιλιάδων ἐπίσης μαρτύρων τῆς σοβιετικῆς θηριωδίας καί ὅλων τῶν ὁμόλογων ἀθεϊστικῶν καθεστώτων τοῦ 20οῦ αἰώνα. Γιά νά ἀνα­φερ­θοῦμε μόνο σ’ αὐτά τά πασί­γνω­στα.
  Ἀλλά καί πόσοι ἀγάπησαν καί ἀ­γα­ποῦν τόν πρᾶο καί ταπεινό Ἰησοῦ! Χι­λιά­δες Δημήτριοι, Γεώργιοι, Μαρίνες καί Παρασκευές πού πότισαν μέ τό αἷ­μα τῆς θυ­σίας τους τό δένδρο τῆς χρι­στιανικῆς πί­στης. Ἀλλά καί Βασίλειοι καί Γρηγόριοι καί Χρυσόστομοι καί Φώτιοι, οἱ ὁποῖοι ὄχι μό­νον ἀναδεί­χθη­καν μεγάλοι ἱεράρχες, πα­τρίκιοι τοῦ Ναζωραίου, ἀλλά σφράγισαν μέ τήν σφραγίδα τῆς χριστιανικῆς πίστης ἕναν ὁλόκληρο πολιτισμό πού ἔζησε καί με­γαλούργησε ἐπί μία καί πλέον χιλιετία. Καί ἀκόμη, ἀμέτρητοι ἄλλοι οἱ ὁποῖοι δια­κρίθηκαν καί διακρίνονται ὡς ἐκ­λε­κτοί ἐργάτες τοῦ πνεύματος στό στάδιο τῆς προσ­­ευχῆς καί τῆς ἄσκησης, τῆς ἱ­εραπο­στολῆς καί τῆς προσφορᾶς πρός τόν συν­άνθρωπο. Καί μαζί τους οἱ κα­θημερινοί ἄνθρωποι, οἱ ἁπλοί καί ἄση­μοι, οἱ ὁποῖοι ἐμπνεόμενοι ἀπό τήν πίστη στόν Κύριο ζοῦν μέσα σ’ αὐτόν τόν κόσμο «ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ καὶ σε­μνό­τη­τι» (Α´ Τι 2,2) καί ἀ­ποτελοῦν «τὸ ἅλας τῆς γῆς» καί «τὸ φῶς τοῦ κόσμου» (Μθ 5,13-14).
  Ἐμεῖς σέ ποιά παράταξη ἀνή­κου­με; Συγκαταλεγόμαστε στούς ἐχθρούς ἤ στούς φίλους τοῦ Κυρίου; Τό ὅτι λε­γόμαστε χριστιανοί δέν δηλώνει τί­ποτε, ἄν δέν ἔχουμε συνείδηση τῆς βα­ρύ­τη­τας αὐτοῦ τοῦ ὀνό­ματος. Καί τέτοια συνείδηση ἔχουν μόνον ὅσοι με­του­σιώνουν τό χριστιανικό κήρυ­γμα σέ ζωή. Ὅσοι ἀκολουθοῦν πιστά τά ἴχνη τοῦ «τῆς πίστεως ἀρχηγοῦ καὶ τελει­ω­τοῦ Ἰησοῦ» (βλ. Ἑβ 12,2) μέ ὁποιο­δή­ποτε τίμημα.

Εὐάγγελος Ἀλ. Δάκας  

Πέμπτη, 25 Ιανουάριος 2024 19:48

Τίμημα ἀγάπης

ag xrysostomos  Ἔσερνε τά κουρασμένα βήματά του στούς καρρόδρομους τῆς Κουκουσοῦ. Ἡ ἐξορία στόν Πόντο μοιάζει ἀτέλειωτο βασανιστήριο• λιγοστό τό νερό, ἴσαμε νά βρέξει τά χείλη του. Καί τό φαγητό ἐλάχιστο. Ξερός ὁ τόπος. Μά πιό πολύ τόν μαστιγώνει ἡ ξέρα τῶν ἀνθρώπων, πού τήν κουβαλάει μέσα του χρόνια τώρα.
  Πάει καιρός πού κατάλαβε τί σήμαινε ἐκεῖνο τό «ἐν Χριστῷ» πού πολλοί «ἀδελφοί» του ἐπίσκοποι πρόσθεταν στούς λόγους τους ἄλλοτε γι᾿ αὐτόν. Γεύθηκε ὅλη τήν πίκρα πού αὐτό τό «ἐν Χριστῷ» τοῦ πρόσφερε. Καταδιωγμένος τώρα συλλογίζεται ἐκεῖνα τά πρόσωπα, τά γεγονότα. Μέσα στή σιωπή ἀντηχοῦν πιό καθαρά, σχεδόν αὐθεντικά, οἱ φωνές τῶν ἐχθρῶν του: «Κλέφτης», «καταχραστής», «καταλύει τήν παράδοση τῆς νηστείας»! Αἰσχρές συκοφαντίες. Λόγια μικρόνοων, παθιασμένων κληρικῶν, ἀνθρώπων πού τόσες φορές εὐεργέτησε!
  Αὐτός ὅμως τούς ἀγαποῦσε ὅλους, ἕναν πρός ἕναν. Τούς μνημόνευε στίς προσευχές του μέ δάκρυα. Κι ἄς μήν ἤθελαν ἐκεῖνοι οὔτε τά ἴχνη ἀπό τά ὑποδήματά του νά βλέπουν. Μόνο τήν ἁμαρτία τους μισοῦσε. Αὐτήν τή μισοῦσε πάντα καί ποτέ δέν συμβιβάστηκε μαζί της. Τή σιχαινόταν, σάν τήν ἔβλεπε νά περπατάει ἀγέρωχα στά ἀνάκτορα, στίς πλατεῖες, στά θέατρα, στόν ἱππόδρομο. Σάν τοῦ ἔγνεφε εἰρωνικά ἀπό τά χρυσοκλωσμένα ἐνδύματα ξιππασμένων ἱερέων καί ἀρχιερέων. Ἀπό τίς τορνευτές τους ἅμαξες, πού τίς μετέφεραν ταλαίπωροι δοῦλοι. Ἔνιωθε τότε τό χρέος του νά σφίγγει τήν καρδιά του. Ὅρμησε καί ράπισε τήν ἁμαρτία μέ δύναμη ὅπου τή βρῆκε. Καί κείνη τοῦ ἀπάντησε μέ τόν μόνο τρόπο πού ἤξερε: ἕνα πλοῖο, μερικοί στρατιῶτες, μιά καταδικαστική ἀπόφαση.
  Ἔγειρε τό τίμιο κεφάλι του λίγο νά ξαποστάσει ἀπό τό δρόμο. Πόσο γρήγορα τόν πῆρε ὁ ὕπνος! Μπροστά του, ἀνάμεσα στό σκοτάδι, τοῦ ἀποκάλυψε τή ζωή του. Ἦταν ταλαίπωρη, μέ τά στίγματα τοῦ διωγμοῦ νά τῆς χαρακώνουν τό σεμνό ἔνδυμα. Μιά ὀδύνη ἀλλά καί μιά καύχηση ἱερή ζωγραφιζόταν στό βλέμμα της. Ξαφνικά εἶδε νά τήν περικυκλώνουν πρόσωπα ὕποπτα μέ τό σταυρό στά χέρια. Βούιζαν στ᾿ αὐτιά του οἱ κατάρες τῆς βασίλισσας, οἱ ἀφορισμοί τῶν ἐπισκόπων τῆς ἄνομης Συνόδου, τά ποδοβολητά τῶν μισθοφόρων. Κι ἀνάμεσά τους οἱ θρῆνοι τῶν γυναικῶν. Τό κλάμα τῆς θυγατέρας του Ὀλυμπιάδας καί τῆς ἀφοσιωμένης συνοδίας της. Τόση ἀδικία, Θεέ μου, καί τόσος πόνος γιά τήν τιμή τῆς ἀλήθειας!
  Πῆρε νά ξημερώνει. Τό νεφύδριο παρῆλθε. Τό φῶς νίκησε τή μαυρίλα τῆς νύχτας. Στόν ὁρίζοντα τῆς καρδιᾶς του μόνο μιά μορφή δέσποζε πιά. Τή γνώρισε ἀμέσως. Ἦταν «ὁ ἀστήρ ὁ λαμπρός ὁ πρωινός». Ἦταν ὁ «Δεσπότης» του. Γι᾿ αὐτόν πάθαινε ὅλα τοῦτα. Ἀπό τότε πού τά ἁγνά χέρια τῆς μητέρας του Ἀνθούσας χάραξαν τήν εἰκόνα του στήν παιδική του ψυχή, μέ μιά ἀνάσα ζοῦσε. Νά εἶναι δικός του. Κι αὐτό του τό ὄνειρο οὔτε κι ἕνας Λιβάνιος μπόρεσε νά σβήσει. Ἔπειτα πέρασαν οἱ φίλοι, ἦρθαν οἱ ἐνάντιοι, μά δέν τόν ἔνοιαζε. Ὅλα γίνονταν γιά Ἐκεῖνον.
  Τώρα, τό καταλάβαινε, ἔφτασε ἡ «δωδεκάτη» ὥρα του. Πόσο ποθοῦσε νά τόν πάρει ὁ «Δεσπότης» του στά χέρια του, ὅπως τό ζοῦσε κάποτε μικρό ὀρφανό στήν Ἀντιόχεια! Νά τόν γλυτώσει ἀπό τόν ψευτοχριστιανισμό τῶν μαζῶν, ἀπό τούς γλυκανάλατους συμβιβασμένους. Ἀπό τούς κενούς του ἐκπροσώπους καί ὅλους ὅσους εἶχαν βάλει τόν Ἰησοῦ του θεμέλιο στό οἰκοδόμημα τῆς προσωπικῆς τους μωροφιλοδοξίας.
  Ἄς τόν ἔπαιρνε μαζί του κι ἄς πήγαιναν ὅπου Ἐκεῖνος ἤθελε! Σ᾿ ὅποια γωνιά τῆς γῆς καί τ᾿ οὐρανοῦ. Δικά του ἦταν. Μόνο μαζί του!

Ἰωάννης

Ἀπολύτρωσις 54 (1999) 9-10

Δευτέρα, 25 Ιανουάριος 2016 21:14

Ποτέ δεν είναι αργά

 dihgima cΤά δυό σπίτια, τό ἕνα δίπλα στό ἄλλο, μέ τό ἴδιο σχέδιο καί τήν ἴδια αὐλή, σχεδόν πανόμοια δέν μποροῦσες νά ξεχωρίσεις, ἀπ’ ἔξω τουλάχιστον, ἄν εἶχαν διαφορές. Τώρα πού τά σκέπασε καί τό χιόνι φάνταζαν σάν μιά πανέμορφη κάρτ ποστάλ σέ δυό ἀντί­τυπα.

 Ἀπ’ ἔξω μόνον! Γιατί ἀπό μέσα τά δυό σπίτια δέν εἶχαν σχεδόν τίποτε κοινό. Ἤ μᾶλλον αὐτοί πού τά κατοικοῦσαν δέν εἶχαν τίποτε κοινό. Ἐκτός βέβαια ἀπό τό αἷμα πού κυλοῦσε στίς φλέβες τους, γιατί ὁ Βασίλης καί ὁ Σωτήρης ἦταν ἀδέλφια, παιδιά τῆς ἴδιας μάνας καί τοῦ ἴδιου πατέρα.
 Ἀπέμεινε τοῦ παλιοῦ καλοῦ καιροῦ ἡ μεγάλη κοινή σιδερένια αὐλόπορτα πού ἦ­ταν ἡ εἴσοδος στήν αὐλή καί γιά τά δυό σπί­τια. Πόσο δούλεψαν, πόσο κοπίασαν ὁ Βα­σίλης καί ὁ Σωτήρης γιά νά φτιάξουν αὐτά τά σπίτια!
 «Ἐμεῖς οἱ δυό δέν θά χωρίσουμε ποτέ!», εἶπαν πάνω στόν νεανικό ἐνθουσιασμό τους, καί τά ἔκτισαν!
 - Μπαμπά, ρώτησε πρίν λίγες μέρες τόν πατέρα του ὁ πρωτογιός τοῦ Σωτήρη, γιατί στ’ ἀλήθεια δέν μιλιόμαστε μέ τόν θεῖο;
 - Ρώτα τή μάνα σου, τ’ ἀποκρίθηκε πα­γερά ἐκεῖνος καί ὁ ἔφηβος γιός διέκρινε μιά ταραχή στήν ὄψη τοῦ πατέρα του.
 - Ὄχι, μπαμπά, ἐπέμενε σοβαρός ὁ Νῖ­κος. Ἐσύ θέλω νά μοῦ πεῖς! Εἶναι σωστό οἱ παπποῦδες νά κάνουν Χριστούγεννα σέ μᾶς καί Πρωτοχρονιά στόν θεῖο τόν Βασίλη;
 Ταράχτηκε ἀκόμα πιό πολύ ὁ Σωτήρης. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι τόν τελευταῖο καιρό ἔ­χει κλονιστεῖ μέσα του κατά πόσο ἀξίζει αὐ­τή ἡ ἔχθρα μέ τόν μοναδικό ἀδελφό του καί τώρα τά λόγια τοῦ γιοῦ του τόν ἀναστά­τωναν ἀκόμα πιό πολύ.
 - Πάντως νά ξέρεις, ἐπειδή κάποτε εἶπες πώς δέν ἐπιτρέπεις πάρε δῶσε μέ τά ξαδέλ­φια μου, ὁ Νῖκος κι ἐγώ στό σχολεῖο καθό­μαστε στό ἴδιο θρανίο καί εἴμαστε καί φίλοι.
 Ὁ Νῖκος τά εἶπε ὅλα γρήγορα δίχως ἀνάσα σάν νά φοβόταν μήπως χάσει τό θάρ­ρος του καί δέν ὁλοκληρώσει αὐτό πού εἶχε νά πεῖ.
 - Καί... πῆγε νά συμπληρώσει διστα­κτι­κά ὁ Νῖκος.
 - Καί; Ἔλα τώρα πές, τί ἄλλο ἔχεις νά μοῦ πεῖς;
 - Θέλω νά σοῦ πῶ πώς τά Χριστούγεννα τήν ὥρα πού ἐσεῖς ὅλοι κοιμόσασταν, ἐγώ πῆγα μέ τόν θεῖο Βασίλη καί τήν οἰκογένειά του στήν Ἐκκλησία.
 - Δίχως νά πάρεις τήν ἄδειά μου; ρώ­τη­σε ὁ Σωτήρης, μά παράξενο ὁ Νῖκος δέν δι­έκρινε στή φωνή του οὔτε θυμό οὔτε κάποια αὐστηράδα.
 - Ἄν σέ ρωτοῦσα, θά μέ ἄφηνες; ἀπάν­τησε χαμηλώνοντας τά μάτια ὁ Νῖκος. Μπα­μπά, ζοῦνε τόσο διαφορετικά ἀπό μᾶς! Δέν σοῦ τό κρύβω ὅτι τίς λίγες φορές πού κα­τα­φέρνω νά σᾶς ξεγελάσω καί νά πάω στοῦ θείου Βασίλη, γυρνάω ἄλλος ἄνθρωπος!
 - Φτάνει! τόν ἔκοψε ἀναστατωμένος ὁ Σωτήρης, φτάνει! Κάνε ὅπως νομίζεις καί ἄν θέλεις ἄλλαξε σπίτι καί γονιούς. Πές τους νά σέ υἱοθετήσουν.
 Ἔφυγε ὁ Σωτήρης καί ἀπέμεινε ὁ Νῖκος μέ τό παράπονο στήν καρδιά. Ὁ παππούς ὁ Νικόλας μιά μέρα εἶπε στά δυό μεγάλα ἐγ­γόνια του, στούς Νικολῆδες, ὅπως τούς ἔλε­γε, τόν λόγο γιά τόν ὁποῖο τά δυό παιδιά του καί πατεράδες τους μάλωσαν καί δέν ξανα­φίλιωσαν ἀπό τότε.
 Ἦταν ἀκόμα νέοι, ἐλεύθεροι καί οἱ δυό, ὅταν ὁ Βασίλης πού ἦταν ὁ μικρότερος ἄρ­χισε νά ἐπισκέπτεται τό Ἅγιον Ὄρος καί νά ἀποκτᾶ στενή σχέση μέ τόν Θεό καί τήν Ἐκκλησία. Ὁ Σωτήρης, πού ἀγαποῦσε πολύ τόν Βασίλη, φοβήθηκε μήπως γίνει μοναχός καί χωρίσουν γιά πάντα. Στήν ἀρχή, λοιπόν, πιό πολύ ἀπό ἀντίδραση, ἄρχισε νά τά βάζει μέ τόν Θεό καί τήν Ἐκκλησία. Ὕστερα, θές ἀπό ἐγωισμό, θές ἀπό συνήθεια, ἄρχισε νά δηλώνει ἄθεος. Οἱ σχέσεις τῶν δυό ἀδελ­φῶν ἄρχισαν νά ψυχραίνουν καί ὁ Σωτήρης ὅλο καί περισσότερο ἐκφραζόταν ἀρνητικά σέ κάθε τι πού εἶχε σχέση μέ τόν Θεό! Ὥσ­που μιά μέρα ἔδωσε τό τελειωτικό πλῆγμα στούς γονεῖς καί τόν ἀδελφό του.
 - Θά παντρευτῶ μέ πολιτικό γάμο, τούς ἀνακοίνωσε, ἀδιαφορώντας γιά τόν πόνο πού τούς προκάλεσε.
 - Ἐγώ σ’ ἕνα τέτοιο γάμο δέν ἔρχομαι! τοῦ εἶπε ἀποφασισμένος ὁ Βασίλης.
 - Ἄν δέν ἔρθεις, ξέγραψέ με ἀπό ἀδελφό σου, πείσμωσε ὁ Σωτήρης.
 Καί ὁ Σωτήρης παντρεύτηκε μέ πολι­τι­κό γάμο καί ὁ Βασίλης δέν πῆγε. Μά οὔτε καί ὁ Σωτήρης πῆγε στόν γάμο τοῦ ἀδελφοῦ του.
 Παραμονή Πρωτοχρονιᾶς καί ὁ Νῖκος ἔβλεπε τόν πατέρα του νά πηγαινοέρχεται ξεφυσώντας. Πρίν λίγο εἶχε δεῖ ὁ Νῖκος τόν παππού καί τή γιαγιά πού μπῆκαν στήν αὐ­λή καί τράβηξαν γιά τό σπίτι τοῦ θείου Βα­σίλη. Εἶ­δε τή γιαγιά πού γύρισε κατά τό δικό τους τό σπίτι, ἔκανε τόν σταυρό της καί τό σταύ­ρωσε. Νά τό εἶδε ἄραγε αὐτό καί ὁ μπα­μπάς; Νά διέκρινε τάχα τήν πληγή τῆς καρδιᾶς της;
 - Ἐγώ, μπαμπά, θά πάω ἀπόψε νά κάνω Πρωτοχρονιά μέ τόν παππού καί τή γιαγιά, εἶπε μέ σταθερή φωνή.
 - Μή λές ἀνοησίες, τόν ἔκοψε ὁ Σω­τή­ρης. Τό ξέρεις πολύ καλά πώς ὁ παππούς καί ἡ γιαγιά εἶναι ἀπόψε δίπλα.
 - Αὐτό ἀκριβῶς! Θά πάω νά γιορτάσω μαζί τους τόν θεῖο Βασίλη, εἶπε ἀφήνοντας ἐμβρόντητο τόν πατέρα του.
 - Καί ἐμᾶς; Ἐμᾶς θά μᾶς ἀφήσεις μό­νους μιά τέτοια νύχτα; εἶπε μέ παράπονο.
 - Τί πιό καλά γιά ὅλους, νά πάρετε καί τά μικρά καί νά πᾶμε ὅλοι μαζί!
  Ὁ Νῖκος οὔτε πού σκέφτηκε ποτέ νά κάνει αὐτή τήν πρόταση στόν πατέρα του καί οὔτε κατάλαβε πῶς τοῦ βγῆκε.
  - Ὄρεξη μᾶς εἶχε ὁ θεῖος σου! εἶπε ἀντί  γιά ἀπάντηση ὁ Σωτήρης, μά τά μάτια του εἶχαν θαρρεῖς μιά παράξενη λάμψη.
  - Κι ὅμως, μπαμπά, πῆρε θάρρος ὁ Νῖκος καί συνέχισε, ὁ θεῖος ὁ Βασίλης τό λα­χταράει ὅσο τίποτε στόν κόσμο.
 Κοίταξε στά μάτια τόν πατέρα του ὁ Νῖκος καί τοῦ ἦρθε νά ξεφωνίσει ἀπό χαρά γιά αὐτό πού ἔβλεπε: Ὁ πατέρας του ἔ­κλαι­γε καί τά δάκρυα τοῦ αὐλάκωναν τά μά­γουλα.
 - Γιά νά πάω στόν Βασίλη, γιέ μου, τόν ἄκουσε νά λέει, πρέπει νά πάω μέ μιά πρόσ­κληση καί δέν ξέρω πῶς θά τό πάρεις ἐσύ πού εἶσαι πιά μεγάλος.
 - Ἐγώ, πατέρα μου, θά σέ βοηθήσω νά τήν ἑτοιμάσεις, τόν ἔβγαλε ἀπό τή δύσκο­λη θέση ὁ Νῖκος. Πές μου ἡμέρα, ὥρα καί ἐκ­κλησία καί ἐγώ θά τή γράψω στόν ὑπο­λο­γιστή.
 Ἀγκάλιασε τόν πατέρα του ὁ Νῖκος καί ὕστερα ἔτρεξε νά ἑτοιμάσει τό προσκλη­τήριο.
 Τό χιόνι πού ἔπεσε πυκνό εἶχε σβήσει τά βήματα τῆς γιαγιᾶς καί τοῦ παπποῦ μά ἐκεῖνα τά ἄλλα, τά πολλά πού ὁδηγοῦσαν στό σπίτι τοῦ θείου Βασίλη δέν κατάφερε νά τά σκεπάσει. Ἔμειναν ἐκεῖ ὥς τό πρωί γιά νά μαρτυροῦν ὅτι ἄνοιξε καί πάλι ὁ δρό­μος καί πώς τά δυό πανόμοια σπίτια μπο­ροῦσαν πιά νά ἐκπληρώνουν τόν σκοπό γιά τόν ὁποῖο κτίστηκαν: Νά εἶναι ὁ Βα­σίλης δίπλα στόν Σωτήρη καί ὁ Σωτήρης δίπλα στό Βασίλη.

Ἑλἐνη Βασιλείου

Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 28-29

Δευτέρα, 25 Ιανουάριος 2016 21:07

Ένας επίκινδυνος βομβαρδισμός αγάπης

teddy girl c Οἱ κοινωνίες τοῦ λεγόμενου Δυτικοῦ Κόσμου χαρακτηρίζονται ἐκτός τῶν ἄλ­λων ἀπό τήν ὑπερβολή σέ πολλές ἐκδηλώσεις τῆς καθημερινότητας. Ὅταν μάλιστα οἱ συνέπει­ες αὐτῶν τῶν ἐκδηλώσεων ἀφοροῦν στό πιό εὐαίσθητο τμῆ­μα τῆς κοινωνίας, πού εἶναι τά παιδιά, τότε οἱ εὐθύνες τῶν ἐνηλίκων εἶναι ἀ­προσμέτρητες. Ἕνα ἀπό τά θέματα-προβλήματα τό ὁποῖο ἀπασχολεῖ τούς εἰδικούς -παιδαγωγούς, ψυχολόγους καί παιδοψυχιάτρους- εἶναι τό εἶ­­δος, ἡ ποιότητα καί ἡ ποσότητα τῶν παι­χνιδιῶν πού ἔχει στή διάθεσή του τό σημερινό παιδί. Οἱ στατιστικές τῶν τριῶν τελευταίων ἐτῶν δίνουν ἀξιόλογες καί διαφωτιστικές πληροφορίες. Στό Ἡνωμένο Βασίλειο (Ἀγ­γλία), μεταξύ Ἰουλίου τοῦ 2013 καί Ἰανουαρίου τοῦ 2014, μόνο τό Ebay στήν κατηγορία παιδικῶν παιχνιδιῶν πουλοῦ­σε ἡ­μερησίως 12.623 (ἤ ἑπτά φιγοῦρες ἀνά δευτερόλεπτο) Pocemon, Χάρυ Πότερ κτλ. Παγκοσμίως ἡ δαπάνη γιά τήν ἀγορά παιδικῶν παιχνιδιῶν τό 2013 ἀν­ῆλθε στά 78,31 δισεκατομμύρια δολάρια. Γιά κάθε παιδί ἡ ἐτήσια δαπάνη σέ δολάρια γιά τό ἴδιο ἔτος ἦταν γιά τήν Αὐστραλία 448, Ἡν. Βασίλειο 438, Η.Π.Α. 371, Γαλλία 358. Γιά τήν πατρίδα μας, παρόλη τήν οἰκονομική της κρί­ση, ἡ ἀγορά τῶν παιδικῶν παιχνιδιῶν κα­τά τό 2014 ἔκλεισε μέ ἄνοδο πωλήσεων 7%.

 Εἶναι ἀναγκαῖα τόσα πολλά παιχνίδια γιά τά παιδιά μας; Γιατί πρέπει νά βομβαρδίζονται κυριολεκτικά μέ τόση πληθώρα παιχνιδιῶν; Ὁ ψυχολόγος καί συγγραφέ­ας Oliver Ja­mes δηλώνει: «Τά παιδιά δέν χρειάζονται μία τεράστια συλλογή παιχνιδιῶν. Τά περισσότερα παιδιά χρειάζονται ἕνα ἀρκουδάκι ὡς ἀντικείμενο μετάβασης, πού τό παίρνουν παντοῦ. Κά­θε ἄλλο εἶναι γέννημα κοινωνικοῦ θέλω».
 Ἡ δήλωση αὐτή δέν πρέπει νά ἀ­γνο­ηθεῖ, ὅπως καί τά συμπεράσματα στά ὁ­ποῖα κατέληξαν οἱ Γερμανοί R.Strick καί E. Schubert, ὑπεύθυνοι Δημόσιας Ὑγείας. Ὕ­­στερα ἀπό ἐ­φαρμογή σχετικοῦ προγράμματος γιά διάστημα τριῶν μηνῶν σέ νηπιαγωγεῖο ὅπου ἀπουσίαζαν παντελῶς τά παιχνίδια, διαπιστώθηκε ὅτι τά παιχνίδια δέν εἶναι ἀπαραίτητα γιά νά παίζουν τά παιδιά δημιουργικά καί νά νιώθουν εὐτυχισμένα.
 Στή σύγχρονη ὅ­μως πραγματικότητα καί οἱ δύο γονεῖς ἐργάζονται καί εἶ­ναι ὑποχρεωμένοι νά βρίσκονται πολλές ὧ­ρες μακριά ἀπό τό σπίτι καί τά παιδιά τους. Γι᾽ αὐτό, ἰδίως οἱ μητέρες, προσπαθοῦν νά κατασιγάσουν τίς ἐνοχές τους μέ τό νά ὑπερφορτώνουν τά παιδιά τους μέ πληθώρα παιχνιδιῶν, τά ὁποῖα εἶναι πολλές φορές ἐντελῶς ἀκατάλληλα.  Ἔτσι, τά πολ­λά παιχνίδια προξενοῦν πληθώρα ἀρνητικῶν ἐπιπτώσεων στά παιδιά.
 •Τά ἀποτρέπουν ἀπό τό νά παίζουν μέ ἀντικείμενα καθημερινῆς χρήσης. Εἶ­ναι ἕνας ἀπό τούς καλύτερους τρόπους γιά νά ἀναπτύξουν τό δημιουργικό δυναμικό τους.
 •Πολλά παιχνίδια ἔχουν ἤδη προκαθορισμένα χαρακτηριστικά καί δέν μποροῦν νά ἐπέμβουν τά παιδιά γιά νά τά ἀλλάξουν.
 •Μπορεῖ νά «χαλάσουν» τά παιδιά. Δίνοντάς τους ἀπεριόριστα παιχνίδια, τά ἐθίζουμε «ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων» στήν πλεο­νε­ξία μέ ἀνυπολόγιστες συνέπειες γιά τήν ἐξέλιξη τοῦ χαρακτήρα τους καί τή στάση τους ἀπέναντι στά ὑλικά ἀγαθά καί στίς ἀξίες τῆς ζω­ῆς.
 •Πάρα πολλά παιχνίδια μπορεῖ νά ὁδηγήσουν σέ αἰσθητηριακή ὑπερφόρτωση. Στά μάτια ἑνός βρέφους ἤ μικροῦ παιδιοῦ τά πάντα εἶναι καινούργια. Μία ἐπίσκεψη σ᾽ ἕνα κατάστημα παιχνιδιῶν μπορεῖ νά τό κουράσει, διότι εἶναι μία ἀτέρμονη ροή νέων πραγμάτων. Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τήν πληθώρα τῶν παιχνιδιῶν στό παιδικό δωμάτιό του.
 •Λιγότερα παιχνίδια ὁδηγοῦν τά ἀ­δέρφια σέ μεγαλύτερη συνεργασία μεταξύ τους. Ἀναγκάζονται νά συνεργα­σθοῦν καί νά μοιρασθοῦν τόν χρόνο χρήσης τοῦ παιχνιδιοῦ, πράγμα πού δέν θά τό ἔκαναν ποτέ ἄν τό καθένα εἶχε τό δικό του παιχνίδι. Ἀναπτύσσουν διαπροσωπικές σχέσεις, δημιουργοῦν φιλίες. Στά παιδιά πού μεγαλώνουν ἔτσι, ὑπάρχει με­γαλύτερη πιθανότητα ἀκαδημαϊκῆς ἐπιτυχίας καί ὁμαλῆς κοινωνικῆς προσαρμογῆς κατά τήν ἐνηλικίωση.
Φυσικά, εἶναι σημαντικό γιά τά παιδιά νά ἔχουν καί τά δικά τους ἰδιαίτερα παιχνίδια. Ἐνθαρρύνουμε ὅμως καί τό μοντέλο τῆς σει­ρᾶς στή χρήση τοῦ παιχνιδιοῦ καί ὄχι τῆς νοοτροπίας «αὐτό εἶναι δικό μου καί αὐτό εἶναι δικό σου».
 •Λιγότερα παιχνίδια συντελοῦν στήν ἄσκηση καλύτερης φροντίδας καί προσο­χῆς γιά μεγαλύτερη διάρκεια τῶν παιχνιδιῶν. Συνήθειες πού θά χαρακτηρίζουν τό παιδί καί στήν ὑπόλοιπη ζωή του.
 •Λιγότερα παιχνίδια σημαίνει ἀναζήτηση τῆς χαρᾶς σέ μή ὑλικά πράγματα ἤ σέ ἐμπειρίες. Προσανατολίζονται ἔτσι τά παιδιά στήν ἀνάγνω­ση βιβλίων, γενικότε­ρα στήν τέχνη: ζωγραφική, μουσική, δημιουργική γραφή.
 Ἐπιβράβευση τῶν παιδιῶν μέ παιχνίδια γιά κάποια ἐπιτυχία τους, γιά σωστή συμπεριφορά ἤ γιά καλές τους πράξεις μπορεῖ νά στείλει τό μήνυμα ὅτι ἡ ἱκανοποίηση βρίσκεται μόνο σέ ὑλικά πράγματα. Οἱ ἀ­μοιβές ἐκ μέρους τῶν γονέων πρός τά παιδιά τους δέν συνεπάγονται ὁπωσδήποτε μία ἐπίσκεψη σ᾽ ἕνα κατάστημα παιδικῶν παιχνιδιῶν. Μία ζε­στή ἀγκαλιά, ἕνας ἁπλός ἔπαινος, ἕνας περίπατος, ἕνα κατάλληλο βιβλίο εἶναι πολύ προτιμότερες ἀμοιβές. Ὅταν δέν τονίζονται τά παιχνίδια ὡς ἡ ἀπόλυτη ἀνταμοιβή, τά παιδιά μποροῦν νά ἀνακαλύψουν τίς ἀξίες της σέ ἄλλα πεδία καί νά τίς ἐνστερνισθοῦν.
 Ὁ Kim John Payne, συγγραφέας καί σύμβουλος ἐκπαίδευσης, τονίζει: «Ὅταν ἔ­χεις λιγότερα παιχνίδια- καί τό ἔχω δεῖ ἐ­πανειλημμένως- τά πράγματα πού ἔ­χεις πρέπει νά μεταμορφώνονται ἀπό κάτι σέ κάτι ἄλλο κι ὕστερα σέ κάτι ἄλ­λο». Καί συν­εχίζει: «Τά παιδιά πρέπει νά εἶναι δημιουργικά, ὅταν παίζουν, καί νά συνεργάζονται δημιουργώντας.  Ἔτσι ἔχεις παιδιά πού παίζουν πολύ καλύτερα μαζί καί δέν χρειάζονται τήν τηλεόραση ὡς babysitter».

Ἀθαν. Ἀστ. Γκάτζιος

 ierarxes p cΤό αἴτημα τῆς δικαιοσύνης εἶναι διαχρονικό καί πανανθρώπινο. Πο­τέ ὅμως μέχρι σήμερα δέν κατέστη δυνατόν νά ἐπικρατήσει δικαιοσύνη στίς ἀνθρώπινες κοινωνίες. Κατά καιρούς βίαιες καί αἱματηρές ἐπαναστάσεις ξέσπασαν μέ αἴτημα τήν ἀνατροπή τῆς κοινωνικῆς ἀδικίας. Μάταιες οἱ θυσίες! Οἱ κοινωνίες ἁπλῶς ἄλλαξαν δυνάστες.

  Ἀκόμη καί οἱ «χρι­στιανικές» κοινωνίες ἐκδηλώνουν ἔντονα τά σημάδια παρακμῆς καί βαθειᾶς σήψης.
 Ὑπῆρξε ἱστορικό λάθος νά ὀνομασθοῦν οἱ κοινωνίες, στίς ὁποῖες ἐπικράτησε ἡ πίστη στόν Χριστό, χριστιανικές. Ἡ ὁμολογία πίστεως καί ἡ Βάπτιση δέν ἀρκοῦν. Ἡ Ἐκκλησία διασώζει τήν ἀλήθεια, ἀλλά αὐτή σήμερα ἀγνο­εῖται ἀπό τούς πλείστους βαπτισμένους χριστιανούς καί μή.
  Πρώτη προϋπόθεση γιά τήν ἐπικράτηση τῆς δικαιοσύνης εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, ὄχι βέβαια μέ τήν ἔννοια τοῦ τρόμου, ὅ­πως περιπαικτικά ἀρ­κετοί ἐχθροί τῆς Ἐκ­κλησίας ἑρμηνεύουν. Φόβος Θεοῦ ση­μαίνει σεβασμός τοῦ θελήματός του καί διαρκής προσπάθεια, ὥστε αὐτό νά πρα­γματώνεται στήν προσωπική ζωή τοῦ πιστοῦ. Ὅσοι ἀντιστρατεύ­ονται τό θέλη­μα τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἔ­χει ἀποκαλυφθεῖ διά τοῦ Εὐαγγελίου του, ὁμιλοῦν καί γράφουν γιά φυσικό δίκαιο, γιά πανανθρώπινα ἰδανικά καί ἄλλα αἴολα καί με­τέω­ρα. «Χωρίς Θεό ὅλα ἐπιτρέπονται», ἔ­γραψε ὁ πιστός Ντοστογιέφσκυ. Καί τόν δικαιώνει ὁ ὑλιστής Καμύ, πού συμπλήρωσε: «Νοεῖται δικαιοσύνη χωρίς Θεό;». Νά ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο ὅλες οἱ ὥς τώ­ρα κοινωνικές ἐπαναστάσεις ἀπέτυχαν κατά τρόπο τραγικό. Βέβαια, τίθεται καί τό ἐ­ρώτημα: Μήπως δέν ἀπέτυχε καί ὁ χριστιανισμός;
  Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες ἀποτελοῦν φωτει­νά παραδείγματα λόγῳ καί ἔργῳ ἀγωνιστῶν ὑπέρ τῆς δικαιοσύνης. Μέ θαυμαστή ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἔκαναν πράξη τήν εὐαγγελική διδασκαλία. Ἦσαν πλού­σιοι στή νιότη τους καί θά μποροῦ­σαν νά ἐπαυξήσουν τήν περιουσία τους. Ὄχι μόνο δέν παρέμειναν πλούσιοι, ἀλ­λά ἐξέπεσαν στήν ἔσχατη φτώ­χεια, παραιτηθέντες ἀπό τό δικαίωμα τῆς ἰδιοκτησίας. Γιατί παραιτήθηκαν; Ἐ­πει­δή ἔ­τρεμαν τόν Θεό; Προφανῶς ὄχι. Τόν Θεό τόν ἀγαποῦσαν καί «ἡ ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν φόβον» (Α´ Ἰω 4,18). Γι’ αὐ­τό καί δέν φοβοῦνταν τούς κοσμικούς ἄρ­­­χοντες. Ἀ­πειλήθηκαν, διώχθηκαν ἤ ἐ­ξο­ρίστηκαν. Παρέμειναν ἄκαμπτοι. Ὅ­λος τους ὁ βίος μία διαρκής στηλίτευση τῆς ἀπληστίας τῶν πλουσίων καί προάσπιση τῶν φτω­χῶν καί καταφρονεμένων. Πα­ραθέτου­με χαρακτηριστικά ἀποσπάσμα­τα ἀπό ὁμιλίες τους:
  «Ὥς πότε θά ’ναι παντοδύναμο τό χρυσάφι, τῶν ψυ­χῶν ἡ ἀγχόνη, τῆς ἁμαρτίας τό δόλωμα; Ὥς πότε θά κυβερνάει ὁ πλοῦτος, ἡ αἰτία τοῦ πολέμου, γιά τόν ὁ­ποῖο κατασκευάζονται ὅπλα, γιά τόν ὁ­ποῖο ἀκονίζονται ξίφη; Ἐξαιτίας τοῦ πλούτου συγγενεῖς λησμονοῦν τούς φυ­σι­κούς δεσμούς τῆς συγγένειας, ἀκόμη καί ἀδελφοί ἀλληλοϋποβλέπονται μέ φονικές διαθέσεις. Χάριν τοῦ πλούτου οἱ ἐρημιές τρέφουν τούς ληστές, ἡ θάλασσα τούς πειρατές καί οἱ πόλεις τούς συκοφάντες. Ποιός εἶναι ὁ πατέρας τῆς ψευτιᾶς; Ποιός ὁ δημιουργός τῆς πλαστογραφίας; Ποιός ὁ γεννήτορας τῆς ἐπιορκίας; Δέν εἶναι ὁ πλοῦτος, δέν εἶναι ἡ ἀ­γωνιώδης μέριμνα γιά τήν ἀπόκτησή του;... Ἄν θέλεις νά εἶσαι τέλειος, πούλησε τά ὑπάρχοντά σου καί μοίρασε τά χρήματα στούς φτωχούς» (Μ. Βασιλείου, Πρὸς πλουτοῦντας).
  «Ὅταν οἱ κάτοχοι (τῶν ὑλικῶν ἀγα­θῶν) πλεονεκτοῦν καί ἁρπάζουν, θά τούς ἀποκαλέσουμε ἀγαθούς;... Εἶναι ὀλέθριο τό πάθος τῆς πλουτομανίας καί δέν εἶναι μέ κανένα τρόπο δυνατό νά πλουτεῖ κάποιος χωρίς νά ἀδικεῖ... Τί, λοιπόν, θά ἀν­τείπει κάποιος, μέ ἄδικα μέ­σα θά πλου­τίσει ἄν κληρονομήσει τόν πλοῦτο τοῦ πατέρα του; Τά προϊόντα τῆς ἀδικίας κληρονόμησε. Διότι δέν ἦταν βέβαια πλούσιος ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Ἀδάμ ὁ πρόγονός του» (Ἰω. Χρυσοστόμου, Ὁ πλοῦ­τος καρπὸς πλεονεξίας καὶ ἁρπαγῆς).
  Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες, τούς ὁποίους σήμερα προκλητικά περιφρονοῦμε στόν χῶ­ρο τῆς ὑποβαθμισμένης κάκιστης ἐκ­παίδευσής μας, δέν μᾶς προκαλοῦν μό­νο λό­γῳ τοῦ εὔρους τῶν γνώσεών τους. Μᾶς προκαλοῦν λόγῳ τῆς ὑπέρβασης ὅλων ἐκείνων πού θεωροῦμε σημαντικά -πλοῦ­το, τιμές, ἀξιώματα, ἡδονές- καί παθιαζό­μαστε γιά τήν ἀπόκτησή τους. Αὐ­τοί καί ὅλο τό νέφος τῶν ἁγίων τῆς Ἐκ­κλη­σίας μαρτυροῦν κατά τρόπο ἀναμφισβήτητο ὅτι ὁ Χριστός δέν εὐαγγελί­στηκε οὐτοπία. Ἐμεῖς εἴμαστε τιποτένιοι. Καί ὅσο εἴ­μαστε τιποτένιοι, τόσο θά αἰσθανόμαστε τήν ὀδύνη νά ἐπιβιώνουμε σέ κοινωνία ἀπό τήν ὁποία ἔχουν φυγαδευτεῖ τά ὁράματα καί τά ἰδανικά. Αὐτά εἶναι οἱ οὐτοπίες, μέ τίς ὁποῖες δημαγωγοί ἤ φαντασι- όπληκτοι πλημμύρισαν τίς μεταχριστιανικές κοινωνίες, πού ἔχουν πραγματοποιήσει τή μεταφυσική ἐξέγερση. Οἱ λαοί πού ἀρνοῦνται νά ὑποταγοῦν στό θέλημα τοῦ Θεοῦ θά κυβερνοῦνται ἀπό τυράννους καί θά καυχῶνται γιά τήν ἐλευθερία τους, δοῦλοι ὄντες σέ πάθη ἀτιμίας.

Ἀπ. Παπαδημητρίου

Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 10-11

Παρασκευή, 30 Δεκέμβριος 2022 02:55

Ἀπολογισμός καί ἀνανέωση

chris look c Τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ μᾶς ἀξιώνει νά γιορτά­σου­με μία ἀκόμη Πρωτοχρονιά στήν ζωή μας. Ἕνας χρόνος φεύγει καί ἕνας καινούργιος ἀνατέλλει. Στό μεταίχμιο αὐτῆς τῆς ἀλλαγῆς, ταξι­διῶ­τες ἐμεῖς στό express τῶν καιρῶν καί τῶν χρό­νων, ἐπιβάλ­λεται νά κάνουμε μέ τόν ἑαυτό μας ἕναν ἀπολο­γισμό. Πῶς ἀξιοποιήσαμε τό ἔτος πού ἀφήσαμε πίσω μας; Πολλαπλα­σιά­σαμε τό τάλα­ντο πού μᾶς δό­θηκε; Τά ἔργα μας τί μαρ­τυροῦν; Ἐργασθήκαμε μέ ζῆλο γιά τόν πνευ­ματικό μας καταρτισμό ἤ πα­ρα­δο­θή­καμε στίς μέριμνες καί στά θέλγητρα τοῦ κό­σμου τούτου; Διότι αὐτό εἶναι τό κρίσιμο ἐρώτημα. Ὁ Κύριος μᾶς χαρίζει τόν χρόνο γιά τόν ἁγιασμό μας. Τό πρώτιστο, λοιπόν, χρέος μας εἶναι νά ἀξιοποι­οῦμε τό δῶρο αὐτό τῆς ἀγάπης Του μέ συνέ­πεια.

  Ὡστόσο τώρα, στήν ἀρχή τῆς καινούργιας χρονιᾶς, ἀπαιτεῖται ὄχι μόνον ἀπολογισμός γιά ὅσα ἔγιναν ἤ ὄχι, ἀλλά καί στέρεη ἀπόφαση γιά ἀνανέωση τῆς προσπάθειάς μας. Παραλείψαμε πολλά. Πολλές φορές συμβιβασθήκαμε μέ τόν πα­λαιό ἄνθρωπο πού κουβαλᾶμε μέσα μας. Ὁ πνευ­ματικός μας ἀγώνας ἦταν ὄχι σπάνια ἀ­σθε­νικός. Ὅμως ὁ πανάγαθος Θεός ἀνοίγει μπρο­στά μας ἕνα νέο ὁρίζοντα. Τίποτε τό θετικό δέν χά­θηκε καί τίποτε δέν τελείωσε ὁριστικά. Ἀκόμη κι ἄν ὁ ἀπο­λογισμός μας ἔχει τελικά ἀρ­νη­τικό πρόσημο, μᾶς χαρίζεται μιά καινούρ­για εὐκαιρία. Ἀνανέωση λοι­πόν. Ἀνανέωση παν­τοῦ. Καί ἰδίως ἀνανέωση σέ τρεῖς κρίσιμες πτυχές τῆς πνευ­μα­τικῆς μας ζωῆς: στήν μετά­νοι­ά μας, στήν σχέση μας μέ τήν προσ­ευχή καί τήν λατρεία καί στήν σχέση μας μέ τήν ἁγία Γραφή.
  Ὁ πρῶτος στόχος, ἡ ἀνανέωση τῆς με­τά­νοι­άς μας, εἶναι κομβικῆς σημασίας. Μετάνοια θά πεῖ ἀλλαγή νοῦ, δηλαδή φρονήματος, τρόπου σκέ­ψης. Ἡ ἁμαρτία μᾶς σπιλώνει καθημερινά. Ὁ μι­σάν­θρω­πος διάβολος ἐπιδιώκει νά μᾶς ἀπομα­κρύνει ἀπό τόν Κύριο μέ κάθε τρόπο. Τό πιό ἐ­πικίνδυνο πού μπορεῖ νά συμ­βεῖ στήν πάλη μας αὐτή δέν εἶ­ναι τόσο τό νά ἁμαρτήσουμε, ὅσο τό νά ἀλλοιω­θεῖ τό φρόνημά μας. Νά ἀρχίσου­με νά ἀμνηστεύουμε ἤ ἔστω νά ἀμελοῦ­με γιά τίς πτώσεις μας. Καί εἶναι πολύ ἐπικίν­δυνη αὐτή ἡ ἐξέλιξη διότι, ἄν δέν προσ­έξουμε, δέν θά ὑπάρχει πλέον γιά μᾶς δρόμος ἐπιστροφῆς. Ἡ ἁμαρτία θά γίνει καθεστώς. Καί ἐδῶ εἶναι σημα­ν­­τι­κό νά τονισθεῖ αὐτό πού ὑπογραμμίζει ὁ ἅ­γιος Χρυσόστομος, ὅτι αὐτή ἡ κατά­στα­ση ἔχει τήν ἀρχή της στόν τρόπο πού ἀντιμετωπίζουμε τίς δῆθεν μικρές ἁμαρ­τίες. Λέ­με «καί τί πειράζει αὐτό;» καί τίς δικαι­ο­λογοῦμε. Ἔτσι ὅμως οἰκο­δομοῦμε τήν φυ­λακή μας μέ τά ἴδια μας τά χέρια. Χρειάζεται, λοιπόν, νά ἀνανεώ­νουμε τήν με­τά­νοιά μας μέ ζῆλο.
  Τήν ἴδια βαρύτητα πρέπει νά δεί­ξουμε καί στό ζήτημα τῆς προσευχῆς καί    τῆς λατρείας. Ὁ χριστιανός εἶναι πάντοτε προσ­ευχόμενος. Μέ τήν προσευχή του μι­λάει, ὑμνεῖ καί συναναστρέφεται μέ τόν ἅγιο Θεό. Ἄς κάνουμε ὅμως ἕναν ἔ­λεγχο: Ἔ­χει βάθος ἡ προσευχή μας; Ἀγ­γίζει τήν καρδιά μας; Προέρχεται ἀπό καρδιά κα­θα­ρή; Ἤ εἶναι μιά ἐξωτερική ἐκδή­λω­ση, τε­λετές καί λόγια κενά περιε­χομένου; Ἄς διαβάσουμε καί πάλι μέ ἐπίγνωση τό πρῶτο κεφάλαιο τοῦ προ­φήτη Ἠσαΐα• «τίς νουμηνίες καί τίς γιορ­τές σας τίς μισεῖ ἡ ψυχή μου… Ὅταν ἁπλώσετε τά χέρια σας σέ μένα, θά ἀπο­στρέψω τά μάτια μου ἀπό σᾶς, καί ἄν πληθύνετε τήν δέησή σας, δέν θά σᾶς εἰσακούσω· διότι τά χέ­ρια σας εἶναι γε­μάτα αἷμα. Λουσθεῖτε καί καθαρι­σθεῖ­τε, ξεπλύνετε τίς ψυχές σας ἀ­πό τίς πονηρί­ες σας ἀπέναντι στά μάτια μου, καί πάψ­τε τά πονηρά σας ἔργα» (1,14-16). Δη­λα­δή, ὁ Κύριος ἀπο­στρέ­φε­ται τήν λα­τρεία πού τοῦ προσφέρεται ἀπό ἀκάθαρτα χέρια. Καί ἀλλοῦ• «Καί εἶπε ὁ Κύριος· Ὁ λαός αὐτός μέ πλησιάζει μέ τό στόμα του καί μέ τι­μοῦν μέ τά χείλη τους, ἐνῶ ἡ καρ­­διά τους ἀπέχει πο­λύ ἀπό μέ­να» (Ἠσ 29,13). Τά χωρία αὐτά μᾶς ζυ­γί­ζουν. Ὑ­ποδεικνύουν ποῦ πά­σχουμε. Ὅ­­πως ἐ­πί­σης ὑποδεικνύουν καί τόν δρόμο τῆς δι­όρ­θωσης καί τῆς ἀνα­νέωσης.
  Τρίτος ἐξίσου σημαντικός στόχος εἶ­ναι ἡ ἀνανέωση τῆς σχέσης μας μέ τήν ἁ­γία Γραφή. Ἄν μέ τήν προσευχή ἀ­πευ- ­θυνόμαστε καί μιλοῦμε στόν Θεό σάν παι­διά του, μέ τήν Βίβλο μιλάει ἐκεῖνος σέ μᾶς σάν πατέρας. Ἡ ἁγία Γραφή εἶναι ὁ λόγος του, εἶναι ἡ ἀποκάλυψη τοῦ ἁγί­ου θελήματός του. Καί δέν ὑπάρχει ἰσχυ­ρό­τερος καί ἀσφαλέστερος τρόπος νά συν­δε­θοῦμε μέ τόν Κύριο ἀπό τήν μελέτη της. Αὐτός πού μέ πόθο μελετᾶ τήν Βίβλο  «ἡ­μέρας καὶ νυκτός» μοιά­ζει, λέει ὁ θεό­πνευστος ψαλ­μωδός, μέ τό δέν­τρο πού εἶ­ναι φυτευμένο «πα­ρὰ τὰς διεξόδους τῶν ὑδάτων» (Ψα 1,3) καί τό ὁποῖο στόν κατάλληλο καιρό θά καρπο­φορή­σει. Οἱ ἄλλοι, ὅσοι ἀ­διαφοροῦν γι’ αὐτό τό ὑπέ­ροχο δῶρο τοῦ Θεοῦ ἤ τό ἀντικα­θιστοῦν μέ «ἐντάλματα ἀν­θρώ­πων καὶ δι­δασκα­λί­ας» (Ἠσ 29,13), εἶναι ἀσεβεῖς, εἶναι σάν τό χνούδι πού τό «ἐ­κρί­πτει ὁ ἄνεμος ἀ­πὸ προσώπου τῆς γῆς» (Ψα 1,4). Καί πάλι ὁ ἅγιος Χρυσόστομος το­νίζει ὅτι ὅλα τά κακά προ­έρ­χονται ἀπό τήν ἄγνοια τῶν Γραφῶν. Τί θέση λοιπόν ἔχει ἡ Βίβλος στήν ζωή μας; Διαβάζουμε καθη­με­ρινά πλῆ­θος κειμένων μέ ποικίλες πλη­ρο­φο­ρίες. Βρίσκουμε χρό­νο νά ἐγκύψουμε καί στό βιβλίο τῆς ζωῆς; Ἤ μᾶλλον εἶναι ἡ ἁγία Γραφή τό κέντρο καί ὁ ἄξονας τῆς ζωῆς μας;
  Νά λοιπόν τρία θέματα πού ἀπαιτοῦν τήν προσοχή μας καί τήν ὁλόψυχη μέρι­μνά μας. Γιά νά ἔχουμε καί τήν καινούρ­για χρονιά καί σέ ὅλη μας τήν ζωή τήν εὐ­λο­γία τοῦ Θεοῦ.

Εὐάγγελος Ἀλ. Δάκας

Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 4-5

vaptisiicon c Στήν ἀρχή τοῦ ἔτους, 6 Ἰανουαρίου, δεσπόζει ἡ δεσποτική ἑορτή τῶν Θεοφανίων. Ἡ σπουδαιότητά της εἶναι ἐξαιρετικά μεγάλη. Σύμφωνα μέ ἱστορικές μαρτυρίες, ἀποτελεῖ μετά τό Πάσχα τήν ἀρχαιότερη χριστιανική ἑορτή. Ἡ ὀρθόδοξη ἁγιογραφία ἀποδίδει τό μεγαλεῖο τοῦ γεγονότος μέ ὑψηλούς συμβολισμούς σέ κάθε λεπτομέρεια τῆς εἰκόνας.

 Τό κυρίαρχο φυσικό στοιχεῖο στήν εἰκόνα εἶναι ἀναμφίβολα τό νερό: ὁ Ἰορδάνης ποταμός μέ τούς κυματισμούς του, ἴσως καί λίγα ψάρια.
  Σέ κάποιες ἁγιογραφίες ὁ βαπτιζόμενος Κύριος πατᾶ ἐπάνω σέ δύο πλάκες κι ἀπό κάτω διακρίνονται φίδια.  Ἡ στάση του αὐτή σέ συνδυασμό μέ τά βραχώδη ὄρη δεξιά καί ἀριστερά συμβολίζει τήν προκάθοδο τοῦ Κυρίου στόν Ἅδη, σ’ ἕνα σκοτεινό σπήλαιο, σ’ ἕναν ὑγρό τάφο ὅπου Τόν βλέπουμε Νικητή νά συντρίβει «τὰς κεφαλὰς τῶν δρακόντων». Τό νερό ἀλλάζει πιά σημασία καί ἀπό πηγή θανάτου τοῦ παλαιοδιαθηκικοῦ κατακλυσμοῦ μεταβάλλεται τώρα μέ τή Βάπτιση τοῦ Κυρίου σέ πηγή ζωῆς, γίνεται ἁγιασμός.
 Ἡ μορφή τοῦ Κυρίου κυριαρχεῖ στό κέντρο τῆς εἰκόνας. Τόν βλέπουμε ὄρθιο πάνω ἀπό τά νερά τοῦ ποταμοῦ. Σπάνια κάποια κύματα φαίνεται νά ἀγγίζουν τό σῶμα του, πού εἰκονίζεται μέ τό ἕνα πόδι μπροστά. Αὐτός ὁ ἀπεικονιζόμενος βηματισμός κρύβει μέσα του βαθειά θεολογία. Ὁ Κύριος περπατᾶ, βαδίζει ἑκούσια πρός τή Βάπτιση. Ὁ ἁγιογράφος ἀποδίδει μ’ αὐτή τήν κίνηση τήν ὑπέρτατη πρωτοβουλία τοῦ Χριστοῦ μας, ἀλλά καί τό πόσο ἐπείγεται νά ἁγιάσει τά ὕδατα καί τελικά τόν ἄνθρωπο. Μέ τό ἕνα χέρι ἤ κάποτε καί μέ τά δύο εὐλογεῖ τά νερά τοῦ ποταμοῦ. Ὁ Κύριος εἰσέρχεται στόν Ἰορδάνη γυμνός, μειώνοντας ἀκόμη περισσότερο τή δόξα Του.  Ὁ ἴδιος ντύνεται τήν ἀδαμική γυμνότητα γιά νά χαρίσει στόν ἄνθρωπο ἔνδυμα αἰώνιας δόξας.
 Πάνω ἀπό τόν Χριστό διακρίνουμε τό ἅγιο Πνεῦμα «ἐν εἴδει περιστερᾶς». Τό περιστέρι συνήθως βρίσκεται μέσα σ’ ἕνα φωτεινό κύκλο περιγεγραμμένο ὁλόγυρα ἀπό τέσσερις ἀκτίνες. Ἡ μεγαλύτερη ξεκινᾶ ἀπό τόν οὐρανό καί καταλήγει στή σκυμμένη κεφαλή τοῦ Κυρίου. Στόν οὐρα­νό ὑπάρχει ἕνα φωτεινό ἡμικύκλιο πού συμβολίζει τό ἄνοιγμα τῶν οὐρανῶν καί ἐνίοτε ἁγιογραφεῖται ἕνα χέρι νά εὐλογεῖ, προκειμένου νά σημανθεῖ ἡ παρουσία τοῦ Πατρός. Κατά τή Βάπτιση τοῦ Ἰησοῦ ἀ­κούστηκε ξεκάθαρα ἡ φωνή του· «οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα» (Μθ 3,17).
 Στά ἀριστερά τοῦ Κυρίου ξεχωρίζει ἡ ἀσκητικότατη μορφή τοῦ Προδρόμου. Ὑποκλίνεται μέ σεβασμό ἐνώπιον τοῦ Κυρίου. Τό πρόσωπό του εἶναι λιπόσαρκο καί μελαμψό γιά νά ἀποδοθεῖ ὁ καύσωνας τῆς ἐρήμου. Ὑψώνει συνήθως τό κεφάλι πρός τά ἐπάνω καί βλέπει τό περιστέρι. Βλέπει ὅσα βλέπουν οἱ ἄνθρωποι πού εἶναι συγκεντρωμένοι στόν ποταμό ἀλλά καί ὅσα δέν βλέπουν. Ἔχει ἁπλωμένο τό δεξί του χέρι στήν κεφαλή τοῦ Κυρίου. Στό πρόσ­ωπό του ἀπεικονίζεται τό δέος, ὁ τρόμος γιά τή χειροθέτηση τοῦ Δεσπότη. Εἶναι ὁ  μάρτυρας τῆς ὑποταγῆς, τῆς κενώσεως τοῦ Κυρίου. Τό ἄλλο χέρι ἀνοιχτό δηλώνει ἀποδοχή καί ταυτόχρονα ἡ ἀνοιχτή παλάμη ὑποδηλώνει στάση δέησης. Τά πόδια του εἶναι ἀνοιχτά, βρίσκεται σέ κίνηση. Ὁ Ἅγιος ἔχει στάση πορευομένου, ἀποστελλόμενος στή διακονία τῆς Βάπτισης. Κάτω ἀριστερά στά κλαδιά ἑνός μικροῦ δέντρου εἶναι σφηνωμένη μία ἀξίνα. Αὐτή παραπέμπει στό ἐλεγκτικό κήρυγμα τοῦ βαπτι­στῆ: Ἄν τό δένδρο δέ δώσει καρπό, θά κοπεῖ.
  Τό δέος λόγῳ τῆς ἄκρας ταπείνωσης τοῦ Κυρίου ἀποτυπώνεται καί στή φύση. Δεξιά καί ἀριστερά ὑψώνονται τά γνωστά βραχώδη ὄρη, ἀνώμαλα καί ἀνισόπεδα. Ἔ­χουν ὡστόσο μία ἐλαφρά κλίση. Ὑποκλίνονται κι αὐτά στό μεγαλεῖο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πού κατέρχεται τήν κλίμακα τῆς ταπεινώσεως γιά νά σώσει τόν Ἀδάμ.
 Στά δεξιά ἀπεικονίζονται κατά κανόνα τέσ­­σερις ἄγγελοι εὐλαβικοί  σέ στάση δέησης, πρόθυμοι γιά ἐξυ­πη­ρέ­τηση μέ τά ἱμάτια νά κα­λύπτουν τά χέρια τους. Εἶναι λει­τουρ­γικά πνεύματα, ἀλλά δέν ἔ­χουν κάποια διακονία, γι’ αὐτό καί τά πό­δια τους εἶναι κλειστά σέ ἀντιπαράθεση μέ τόν Ἰωάννη τόν Βαπτιστή πού ἐπιτελεῖ συγ­κεκρι­μένη ὑπηρεσία. Περιμένουν νά παραλά­βουν τό βαπτι­σμέ­νο σῶ­μα τοῦ Κυρίου.
 Ἡ εἰκόνα τῆς Βάπτισης μπορεῖ νά σταθεῖ ἐφαλτήριο γιά κάθε πιστό πού θά τήν ἀτενίσει προσεκτικά καί μέ εὐλάβεια. Ξεχειλίζει ἀπό εὐγνωμοσύνη ἡ ψυχή μπροστά στήν ἀγάπη τοῦ  Θεοῦ πού προχωρᾶ, εἰσέρχεται στόν ποταμό σάν ἄνθρωπος ἁπλός, μικραίνει, σκύβει, ταπεινώνεται. Ἐ­πείγεται νά βαπτιστεῖ, κάνει τά πάντα γιά νά μέ συναντήσει ἐκεῖ στά σκοτεινά βάθη τοῦ Ἅδη πού μέ ἔρριξε ἡ πολλή μου ἁμαρτία· γιά νά μέ λούσει, νά μέ ἁγιάσει, νά μέ φωτίσει, νά μέ ἀναβαπτίσει.
 

Ἀγγελική Τσιραμπίδου
Φιλόλογος

Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 6-7

 John Martin Sodom and Gomorrah cΤί κρίμα! Μέσα στόν ἀνεμοστρόβιλο τῶν παγκόσμιων ἐξελίξεων κι ἐνῶ ὁ κόσμος χάνεται κάτω ἀπό τά πόδια μας, ἡ ἑλληνική Βουλή ψήφισε νόμο γιά τήν ἐ­πέ­κταση τοῦ συμφώνου συμβίωσης καί στά ὁμόφυλα ζευγάρια, κατοχυρώνοντας μάλιστα ὅλα τά δικαιώματα πού ἔχουν ὅσοι συν­άπτουν γά­μο (κληρονομικά, φορολογι­κά, δημοσιοϋπαλληλικοῦ δικαίου, προσε­χῶς καί υἱο­θεσία [;]).
 Καταρχάς, ὁ νόμος εἶναι ἀντισυντα­γματικός, ἀφοῦ ἀντιτίθεται στό ἄρ­θρο 21 § 1 τοῦ Συντάγματος, τό ὁποῖο δια­λαμ­βά­νει: «Ἡ οἰκογένεια, ὡς θεμέλιο τῆς συν­τή­ρησης καί προαγω­γῆς τοῦ Ἔθνους, καθώς καί ὁ γάμος, ἡ μητρότητα καί ἡ παιδική ἡ­λικία τελοῦν ὑπό τήν προστασία τοῦ κράτους». Πῶς συνταιριάζονται αὐτές οἱ ἀν­- τινομίες καί πῶς τά παρά φύσιν νομιμοποιοῦνται, εἶναι καί αὐτό σημεῖο τῶν και­ρῶν, γιά τό ὁποῖο ὁ ἀπόστολος Παῦ­λος μᾶς εἶχε εἰδοποιήσει• «ὅτι ἐν ἐσχάταις ἡμέραις ἐνστήσονται καιροὶ χαλεποί• ἔ­σονται γὰρ οἱ ἄνθρωποι φίλαυτοι, φιλάργυροι, ἀ­λαζόνες, ...διά­βολοι, ἀκρατεῖς, ἀνήμεροι,... προπετεῖς, τετυφωμένοι, φιλήδονοι μᾶλ­λον ἢ φιλόθεοι» (Β΄ Τι 3,1-4).
 Εἶναι γνωστό ὅτι ἡ πανανθρώπινη συν­είδηση ἀνά τούς αἰῶνες γνωρίζει ὡς φυσιολογική σεξουαλική συμπεριφορά τίς σχέσεις ἀνάμεσα στόν ἄνδρα καί τή γυναίκα, στό «ἄρσεν καὶ τὸ θῆ­λυ». Αὐτή εἶ­ναι ἡ ἀν­θρώπινη φυσιολογία καί ὀντο­λο­γία, ἔτσι ὅρισε ὁ Δημι­ουργός μας. Καθετί ἄλλο συν­ιστᾶ ἐκ­τροπή στό «παρά φύ­σιν», θωπεία αἰ­σχρῶν καί ἀτίμων πα­θῶν, παράβαση τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ• «βδέλυγμα γάρ ἐστι» (Λε 18,22• 20,13).
 Βεβαίως ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία σέ­βε­ται τήν προσωπική καί ἰδιωτική ζωή κάθε προσώπου. Ἐπιπλέον, πρέπει νά τονισθεῖ ὅτι ἡ Ἐκκλησία πολε­μᾶ τήν ἁμαρτία, ὄχι ὅμως τόν ἁμαρ­τωλό, ὅπως ὁ γιατρός πολεμᾶ τήν ἀρ­ρώστια, ὄχι ὅμως τόν ἄρρωστο, τόν ὁ­ποῖο φροντίζει καί περιθάλπει. Ἐκεί­νη, πού εἶναι τό ἰατρεῖο τῶν ψυχικῶν καί σωματικῶν παθῶν, ἀποστρέφεται τήν ὁμοφυλοφιλία καί ὄχι τόν ὁμοφυλόφιλο. Τόν θεωρεῖ πλάσμα τοῦ Θεοῦ, πού χρειάζεται βοήθεια καί ψυχική θεραπεία• καί εἶναι ἕτοιμη νά τοῦ τήν προσφέρει.
 Γιά τήν ἀπενοχοποίηση τοῦ πάθους κάποιοι ἰσχυρίζονται ὅτι οἱ ὁ­μοφυλο­φι­λικές τάσεις εἶναι γενετικά προκαθορισμένες. Ἐπιστημονικές ὅ­μως ἔρευνες ἀποδεικνύουν ὅτι «μέχρι σήμερα δέν ἔχει βρεθεῖ τό γονίδιο τῆς ὁμοφυλοφιλίας» (Bertrand Vergely). Ὁ ψυχίατρος καί ψυχαναλυτής J.P. Mensior δηλώνει: «Ἡ θεραπευτική μου ἐμπειρία μέ ἐξουσιοδοτεῖ νά βεβαιώσω ὅτι ἡ ὁμοφυλοφιλία ἔχει πάντοτε προέλευση ψυχολογική... καί ὄχι γενετική. Τό ἀποδεικνύει μαζικά ἡ κλινική παρατήρηση». Τίς περιβαλλοντικές, κοινωνικές καί προσωπικές ἐπιρροές, πού εὐθύνονται γιά τόν προ­σ­ανατολισμό αὐτό, ἐκμεταλλεύονται μετ’ ἐπιστήμης οἱ ἐπιτήδειοι καί μέ κάθε τρόπο, ἰδιαιτέρως μάλιστα μέ τίς τό­σες τηλεοπτικές σειρές, προωθοῦν τή διάδοση «τοῦ χαλεποῦ καὶ ἀνιάτου νοσήματος», τοῦ «λοι­­μοῦ τοῦ πάντων λοιμῶν χαλεπωτέρου», ὅ­πως χαρακτηρίζει τό πά­θος ὁ ἅ­γιος Χρυ­σό­στομος. Γιά νά ἐξοικειωθοῦν μάλιστα ἀκόμη καί τά παιδιά μέ τήν «ἀλ­λόκοτον λύσσαν» καί νά «σαπίσουν» ἐξ ἁ­παλῶν ὀ­νύχων, ἔ­χουν ἐπινοηθεῖ κατευ­θυνόμενα ἐκ­παιδευτικά προ­γράμ­ματα μέ «ὁ­μο­πα­­ρα­μύ­θια» καί πρωταγωνιστές ὁμοφυλόφιλους χαρακτῆρες. Γι’ αὐτό χρειάζεται ἐ­παυ­ξη­μένη ἐπαγρύπνη­ση ἀπό τούς γονεῖς. «Ἡ συνήθεια αὐτοῦ τοῦ ἐλαττώματος ἀπο­κτᾶ­ται εὔκολα, καί, ἐάν ἀποκτηθεῖ, δύσ­κολα θεραπεύ­εται», τονίζει διακεκριμένος ψυχίατρος.
 Ἀδιαμφισβήτητα, μέ τόν ἐν λόγῳ νόμο ἡ οἰκογένεια, πού ἀποτελεῖ τό κύτταρο τῆς κοινωνίας καί δημιουργεῖται μόνο μέ τή συνάφεια ἀν­δρός καί γυναικός δέχεται βόμβα στά θεμέλιά της. Ἀλλά καί γιά τήν πατρίδα μας, ἡ ὁ­ποία ἀφανίζεται ἀπό τή δημογραφική συρρίκνω­ση καί μαστίζεται ἀπό τίς 150.000-200.000 ἐκτρώσεις ἐ­τη­σί­ως, τό λεγόμενο «σύμφωνο συμβίωσης» συνιστᾶ συμφωνία καί ἐρωτοτροπία μέ τόν «κατ’ ἄμφω» θάνατο. Καί καθώς κατρακυλοῦμε «στοῦ Κα­κοῦ τή σκάλα» καί ἀντι­γράφου­με τίς δια­στροφές τῶν ἑταίρων, δέν εἶναι ἀπίθανο νά δοῦμε σέ λίγο τή θεσμοθέτηση τῆς παιδοφιλίας (πρβλ. Ὀλ­λανδία) καί τῆς κτηνοβασίας (πρβλ. Γερμανία) ἀπό φόβο μήπως θεωρηθοῦμε λι­γότερο Εὐρωπαῖοι*.
 Ἄς μή μᾶς διαφεύγει, ὅμως, ὅτι γιά τέτοια παράβαση τιμωρήθηκαν παραδειγματικά οἱ δύο ἁμαρτωλές πόλεις, τά Σόδομα καί ἡ Γόμορρα. Ἔβρεξε θειάφι καί φωτιά ἀπό τόν οὐρανό καί κατέστρεψε τά πάντα (βλ. Γέ 19,24-25• πρβλ. Λκ 17,29). Ἡ Νε­κρά Θάλασ­σα καλύπτει μέχρι καί σήμερα τήν περιοχή ἐκείνη• οὔτε φυτό φυτρώνει στίς ὄχθες της οὔτε ζῶο ζῆ μέσα της οὔτε πουλί πετάει ἐπάνω της. Ζηλώσαμε προφανῶς τή «δόξα» τῶν Σοδόμων καί τῆς Γομόρρας καί νομοθετοῦμε τέτοιους νόμους; Τί παράνοια μᾶς ἔ­πια­σε! «Φοβερὸν τὸ ἐμπεσεῖν εἰς χεῖρας Θεοῦ ζῶντος» (Ἑβ 10,31).
 Κι ἄν αὔριο -κρίμασι οἷς οἶδε Κύριος- ἔχουμε νά ἀντιμετωπίσουμε μία ἀντίθεη καί ἀντίχριστη ἐξουσία, πού θά νομοθετεῖ -ὑπακούοντας στά κε­λεύ­σματα τῆς Νέας Ἐποχῆς-, κατά τοῦ Εὐαγγελίου, καί στήν περίπτωση αὐτή οἱ δικές μας ἐπιλογές ὀ­φείλουν νά εἶ­ναι τέτοιες, ὥστε νά καθιστοῦν ἄ­χρη­στους τούς ἀνίερους καί βδε­λυρούς νόμους, οἱ ὁποῖοι ἐκπορεύονται ἀ­πό σκοτεινά κέντρα καί τορπιλίζουν τήν ὑπόσταση τοῦ ἔθνους μας. Ὅσοι βαπτίσθηκαν στό «ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», ὅσοι ἐξομολογοῦνται καί κοινωνοῦν Σῶμα καί Αἷ­μα Χριστοῦ, ὅσοι εἶναι μέλη τῆς Ἐκκλη­σίας οὔτε θεσπίζουν ἀνήκουστους νόμους οὔτε ἔχουν βοσκηματώδεις ἐπιλογές, τίς ὁποῖες ἀκόμα κι αὐτά τά ἄλογα ζῶα ἀπε­χθάνονται. Ἄς μήν τρέφουμε αὐταπάτες. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ κατηγορηματικά μᾶς προειδοποιεῖ: «Μὴ πλανᾶσθε• οὔ­τε πόρνοι οὔ­τε εἰδωλολάτραι οὔτε μοιχοὶ οὔτε μαλακοὶ οὔτε ἀρσενοκοῖται οὔτε πλεονέκται οὔτε κλέπται οὔτε μέθυσοι, οὐ λοίδοροι, οὐχ ἅρ­παγες βασιλείαν Θεοῦ οὐ κλη­ρο­νο­μή­σου­σι» (Α΄ Κο 6,9).

Εὐδοξία Αὐγουστίνου

Φιλόλογος -Θεολόγος

"Ἀπολύτρωσις¨, Ἰανουάρ. 2016