Super User

Super User

Πέμπτη, 26 Αύγουστος 2021 17:33

Ἡ γεωμετρία τῆς ἀγάπης

geometry of God 2 c Στά ἀσκητικά του ἔργα ὁ ἀββᾶς Δω­ρόθεος, καθώς ἐπιχειρεῖ νά μιλήσει γιά τήν ἀγάπη, μᾶς παραδίδει μάθημα… γε­ω­με­τρίας. Ἄς ὑποθέσουμε, σημειώνει, ὅτι πά­νω στόν φλοιό τῆς γῆς εἶναι χα­ραγ­μένος μέ δια­βήτη ἕνας κύκλος. Ὁ κύκλος αὐτός μάλιστα ἀγ­καλιάζει ὅλο τόν κό­σμο. Τό κέντρο τοῦ κύκλου εἶναι ὁ Θεός. Οἱ ἀκτίνες του εἶναι οἱ δρόμοι τῶν ἀν­θρώπων. Ὅσο οἱ ἄνθρωποι ἐπιδιώκουν νά πλη­σι­άσουν πρός τό κέντρο, δη­λαδή πρός τόν Θεό, ἀναπόφευκτα πλησιάζουν ὁ ἕνας τόν ἄλλον. Ἀν­τίθετα, ὅσο ἀπομακρύνονται ἀπό τό κέντρο τοῦ κύκλου, ἀπό τόν Θεό, τόσο ἀποξενώνεται ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλο.
 Αὐτή εἶναι «ἡ φύση τῆς ἀγάπης», συ­μπεραίνει ὁ ἅγιος Δωρό­θε­ος. Ὅσο λοι­πόν κανείς μένει μακριά ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τόσο ἀπο­μα­­κρύνεται ἀπό τήν ἀγάπη στόν συν­άν­θρωπο. Ὅ­σο πλησιάζει καί ἀ­γαπᾶ τόν Θεό, τόσο ἑνώ­νεται μέ τόν συν­άν­θρωπο καί τόν ἀγαπᾶ ἀληθινά.
 Μήπως τελικά τό κλειδί τῆς εὐτυχίας, πού ὅλοι ἀποζητοῦμε, βρίσκεται σέ αὐτή τήν ἁπλή γεωμετρία, ἐνῶ ἐμεῖς οἱ ταλαί­πω­ροι τό ἀναζητοῦμε στά δύσκολα θεω­ρή­ματα; Μή­πως ἔχουμε χαράξει παράλληλους δρόμους καί παράλληλες πορεῖες, χωρίς ἀσφαλῶς νά ὑπάρχει πιθανότητα νά συναντηθοῦμε, ἐπειδή ἀκριβῶς δια­γράψαμε μέ τό σβηστήρι τῆς ἀδιαφορίας τό κέντρο τῆς κτίσεως, τόν Θεό; Νά, λοι­πόν, ἡ λύση κατά τόν ἅγιο Δωρόθεο: Νά ἐπαναπροσδιορίσουμε τό κέντρο τῆς γῆς, αὐτοῦ τοῦ κινούμενου κύκλου στό ἄπει­ρο, καί νά χαράξουμε νέες πορεῖες μέ ἀ­πώτερο σκοπό νά ἀγγίξουμε τό κέντρο, τόν Θεό... Σίγουρα τότε θά δοῦμε τό πρόσ­ωπο τοῦ Θεοῦ ἐν τῷ «ἐσόπτρῳ» τοῦ ἀδελφοῦ, μέχρις ὅτου Τόν ἀντικρύσουμε «καθὼς ἐστί, πρόσωπον πρὸς πρόσω­πον». Καί αὐτό θά εἶναι ὄχι τό κλειδί, ἀλ­λά αὐτή καθαυτή ἡ εὐτυχία.

Δ. Καλογεράκη

Κυριακή, 29 Νοέμβριος 2015 17:26

Ἐκπολιτισμό ψυχῆς χρειαζόμαστε

bible c Εἶναι γεγονός ὅτι ἀπό τό λυκαυγές του ἀκόμη ὁ αἰώνας μας σημαδεύεται ἀπό τήν προ­σ­πάθεια θεμελιώσεως ἑνός νέου πολιτισμοῦ, μιᾶς νέας κοινωνίας, ὄχι ἁπλῶς διεθνοῦς ἀλλά παγκοσμιοποιημένης, πού στοχεύει στήν ἀνάπτυξη, κατά κύριο λόγο τήν οἰ­­κονομική. Ὁ πο­λιτισμός τῶν ἡμερῶν μας, ὁ λεγόμενος δυτικός πολιτισμός, δια­κρίνεται γιά τήν ἐκρηκτική ἀνάπτυξη τῶν νέων τεχνολογιῶν, οἱ ὁποῖες μέ τή σειρά τους ἐπιφέρουν ραγδαῖες μεταβολές σέ ὅ­λους τούς τομεῖς τῆς κοινωνίας (οἰκονομία, πο­λιτισμό, ἐκπαίδευ­ση) καί γενικότερα στήν καθημερινή ζωή τῶν ἀνθρώπων. Ὡσ­τόσο, ἄν «ψυχή τοῦ πολιτισμοῦ εἶναι ὁ πολιτισμός τῆς ψυχῆς», ὅπως ἀ­ποφάνθηκε σπουδαῖος φιλόσοφος τῆς ἱστορίας, μποροῦμε νά καυχηθοῦμε πώς ὁ ἄνθρωπος τοῦ 21ου αἰώνα διαθέτει πολιτισμό ψυχῆς; Ἔχει εὐγένεια, καλοσύνη, τίς προϋποθέσεις γιά μία πολιτισμένη κοινωνία; Ἔχει μέσα του εἰρήνη, ἁρμονία, πληρότητα; Τό ἐρώτημα ἔχει πλάτος καί βάθος ἀπροσπέλαστο γιά τίς δυνατότητες ἑνός ἄρθρου. Ἄς μοῦ ἐπιτραπεῖ ὅμως ἕνας σύντομος σχολιασμός, πού ἀνοίγει ἴσως προοπτικές γιά κάποια οὐσιαστική προσέγγι­ση.

 Ἑστιάζοντας στόν δημιουργό τοῦ πολι­τι­­σμοῦ, τόν ἄνθρωπο, καί μέ ὁδηγό τήν ἀ­πο­­κά­­λυψη τῆς ἁγίας Γραφῆς, διαπιστώ­­νου­­- με ὅτι μετά τήν πτώση ὁ «κατ’ εἰκόνα Θε­οῦ» πλασμέ­νος ἄν­θρωπος, αὐτονομη­μένος πλέον ἀπό τόν Θεό καί στηριζόμενος στή δι­κή του διάνοια, παρά τά πολλά καί σπου­δαῖα ἐπιτεύγματά του, δέν δύνα­ται νά ἱκα­νοποιήσει τό βαθύτερο εἶ­ναι του, τήν ψυχή του. Ἡ ἀφθονία ἀγαθῶν πού παρήγαγε καί οἱ ἀπίθανες δυνατότητες πού τοῦ ἐξα­σφά­λι­σε ἡ τεχνολογία τόν ὁδήγη­σαν σέ μία εὔθραυ­στη εὐημερία, ἡ ὁ­ποία τόν ὑπνώτισε μέ τόν κατανα­λω­τισμό καί τόν περιχαρά­κω­σε στά τείχη τοῦ ἐγωισμοῦ. Ἔγινε ἀνταγωνιστικός κι ἀντί νά μοιρά­ζεται μέ τόν συνάν­θρωπο ἔστω τό πε­ρίσ­­σευμά του, κα­τά τό πλεῖ­στον ἐμ­φα­νίζεται ἀδιάφορος καί, ὄχι σπάνια, ἐπι­θε­τικός καί ἐχθρικός, ἀφοῦ, ὅπως ἀπροκάλυπτα καί ἀσύστολα τό δια­τυμπάνισε, «ὁ ἄλλος εἶναι ἡ κόλα­σή» του.
 Πόσο καταστροφική εἶναι αὐτή ἡ στάση, ὄχι μόνο γιά τόν πολιτισμό ἀλλά καί γιά τήν ἴδια τή ζωή καί τήν ἰσορ­ρο­πία τοῦ ἀνθρώπου, δέν χρειάζεται νά το­νισθεῖ. Τό βιώνει, καί μάλιστα σέ τρα­γικές διαστάσεις ὁ σημερινός ἄνθρωπος. Καθημερινές στατιστικές καί μετρήσεις εἰδικῶν ἀλλά καί ἡ ὁμολογία πολλῶν φανερώνουν πόσο αὐτός ἀσφυκτιᾶ, κα­θώς πιέζεται ἀπό ποικίλες ἀνάγκες καί πολυσύνθετα προβλήματα καί κυρίως ἀ­πό τίς ἀνικανοποίητες ὑπαρξιακές του ἀνησυχίες. Νέα, πρωτοφανῆ καί πολύ σοβαρά προβλήματα ἀνέκυψαν μέ τήν ἐμφάνιση τῶν νέων τεχνολογιῶν, προ­βλήματα πού ἔλαβαν ἐπιδημικές διαστά­σεις, ὅπως ὁ ἐθισμός καί ἡ ἐξάρτηση, κυρίως νέων, ἀπό τήν πολύωρη ἐνα­σχό­ληση μέ τό διαδίκτυο ἤ μέ ἠλεκτρονικά παιχνίδια, προβλήματα ψηφιακῆς πολυ­πραγμοσύνης (multi-tasking) ἤ ὑπερ­πληροφόρησης. Τό αὔριο δέν προοιω­νίζεται καθόλου καλύτερο, καθώς στά ἀ­μέσως ἑπόμενα χρόνια ἀναμένονται ἐν­τυπωσιακές ἐξελίξεις στόν τομέα ἐπι­κοινωνίας ἀνθρώπου - ὑπολογιστῆ. Ἡ μο­ναξιά, τό ἄγχος καί τά διάφορα ψυχικά νοσήματα πού πληθαίνουν ἐκφράζουν οὐσιαστικά τήν ὑποσυνείδητη ἐπιθυμία τοῦ ἀνθρώπου γιά σωτηρία, γιά λύτρω­ση ἀπό τή φθορά τοῦ θανάτου καί τῆς ἁμαρτίας. Ὑπογραμμίζουν τό ὑπαρξιακό ἀδιέξοδο στό ὁποῖο ὁδηγήθηκε ὁ σο­φός καί πανεπιστήμων ἀλλά ἀλλο­τριω­μένος, ἀποξενωμένος ἀπό τόν Θεό -κά­ποτε καί ἐχθρικός πρός Αὐτόν- τεχνο­κράτης ἄνθρωπος.
 Ἀσφαλῶς, οἱ θετικές ἤ ἀρνητικές ἐπιπτώσεις δέν ἔγκεινται σ’ αὐτήν καθ’ ἑαυτήν τήν τεχνολογία, ἡ ὁποία εἶναι ἠ­θικά οὐδέτερη. Τήν καλή ἤ κακή χρή­ση ἤ καί τήν κατάχρηση τῆς τεχνολογίας καθορίζει ὁ «ἔσω ἄνθρωπος», ἡ πολι­τι­σμένη ἤ μή ψυχή του. Ὅταν τόν ἔσω ἄν­θρωπο χαρακτηρίζει ἡ σκληρότητα, ἡ ἀπληστία, ἡ ἰδιοτέλεια, ἡ φιλαυτία, τότε ὁ πολιτισμός ἀντανακλᾶ, καλλιεργεῖ καί ἱκανοποιεῖ αὐτά ἀκριβῶς τά πάθη.
 Κι ὅμως, καί γι’ αὐτόν τόν ἀποστάτη ἄνθρωπο ἔχυσε τό αἷμα του ὁ Ἰησοῦς Χριστός, γιά νά τόν συμφιλιώσει μέ τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του καί μέ τόν συνάν­θρω­πο, ἀφοῦ πρῶτα ἀποκαθιστᾶ τήν σχέση του μέ τόν Θεό. Καλεῖται, λοιπόν, καί σήμερα ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία νά ἀν­ταποκριθεῖ ἄμεσα καί θετικά στήν κραυ­γή ἀγωνίας τοῦ σύγχρονου ἀνθρώ­που. Νά βαδίσει μέ σύνεση καί φρόνη­ση σ’ αὐτόν τόν μεταβαλλόμενο κόσμο. Νά τοῦ προσφέρει τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χρι­στοῦ ἀνόθευτο καί βιωμένο στήν κα­θη­μερινή πράξη. Νά τοῦ προσφέρει τήν δυνατότητα γιά τόν ἐκπολιτισμό τῆς ψυ­χῆς, πού τόσο χρειαζόμαστε!

π. Μιχαήλ Κόνιας

Πέμπτη, 26 Νοέμβριος 2015 20:53

Χρύσανθος ὁ Αἰτωλός

xrysan2 Μιά ἀκόμη λησμονημένη ἱερή μορ­φή! Εἶναι ἀδελφός τοῦ γνωστοῦ μας ἁ­γίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ. Γεννήθηκε πι­θανόν τό 1712 στό χωριό Ταξιάρχης τῆς ἐπαρχίας Ναυπακτίας καί Ἄρτης. Πρῶτο σχολεῖο ὑπῆρξε τό σπίτι τους. Οἱ εὐσε­βεῖς γονεῖς τους φρόντισαν γιά τήν κατά Θεόν ἀγωγή τῶν παιδιῶν τους.
 Ὁ Χρύσανθος, ἔχοντας μεγάλη ἔ­φεση γιά τά γράμματα, διέθεσε εἰκοσι­πέντε χρόνια γιά τόν καταρτισμό του. Στή σχολή τῆς Σιγδίτσας τῆς Παρνασσίδας μαθητεύει κοντά στόν Ἀναστάσιο Γόρ­διο. Στά Γιάννενα μυεῖται στά μαθηματικά ἀπό τόν Μπαλάνο Βασιλόπουλο. Στήν Κων­σταντινούπολη σπουδάζει γλῶσσα καί φιλοσοφία κοντά στόν Δωρόθεο Λέ­σβι­ο, ὁ ὁποῖος τόν στέλνει στήν Κέρ­κυ­ρα, στόν νεότερό του κατά εἴκοσι χρόνια Νι­κηφόρο Θεοτόκη, ὅπου σπου­δάζει ρη­τορική.
  Μέ γεμάτη τήν ἐκπαιδευτική του φα­ρέτρα ξεκινᾶ τή σταδιοδρομία του. Πρῶ­τα πρῶτα διδάσκει τά παιδιά τῶν ὁμο­γενῶν τῆς Πόλης. Ἀνάμεσα στούς ἄλ­λους, μαθητής του εἶναι καί ὁ γιός τοῦ μεγάλου διερμηνέα τῆς ὑψηλῆς Πύλης Νικολάου Σούτσου, ὁ Γεώργιος, ὁ ὁποῖ­ος πέρασε τόν βίο του μακριά ἀπό τήν πο­λιτική, καλλιεργώντας τά γράμματα.
  Κι ἐνῶ δίδασκε στήν Πόλη, ὁ ἀδελ­φός του Κοσμᾶς, πού βρισκόταν στό Ἅγιο Ὄρος καί εἶχε ἀποφοιτήσει ἀπό τήν Ἀθωνιάδα Σχολή, πῆρε τήν ἡρωική ἀ­πό­φαση νά μεταβεῖ ἐκεῖ τό 1759, γιά νά ἐ­φοδιασθεῖ μέ τή σχετική ἄδεια   τοῦ οἰ­­κουμενικοῦ πατριάρχη, προκειμέ­νου νά ξεκινήσει τό ἀφυπνιστικό ἔργο του. Ἔτσι, ὁ ἀδελφός του Χρύσανθος συμβάλλει στήν ἔκδοση τῆς ἄδειας ἀλ­λά καί στή γνωριμία του μέ τούς ἄλ­λους Ἕλληνες.  Τό γεγονός αὐτό εἶναι καθοριστικό γιά τήν ἀνανέωση τῆς ἄ­δειας κατά τήν εἰ­κο­σά­χρονη ἱεραπο­στολική του διαδρο­μή. Ἀ­σφαλῶς τό Γένος χρωστᾶ στόν Χρύ­­σανθο εὐγνω­μοσύνη γιά τή βοή­θεια στό ξεκίνημα τοῦ Πατροκοσμᾶ. Ἐπιπλέ­ον, ὁ μεγάλος ἀδελφός προσπάθησε τότε νά μυήσει τόν μικρότερο στή ρη­το­ρική τέχνη. Ὁ ἡφαιστειώδης ὅμως δι­δά­χος ἀγνόησε τή ρητορική τῶν αἰ­θου­σῶν κι ἀκολου­θών­τας τούς κανόνες τῆς καρ­διᾶς ἄνοι­ξε καινούργιους δρόμους.
  Οἱ εἰδικοί μελετητές ὑποστηρίζουν ὅτι μία πενταετία σχολάρχησε ὁ Χρύσανθος στή Μεγάλη τοῦ Γένους Σχολή καί ἔδωσε πολλά μέ τή ζωτικότητά του, τό ἦθος του καί τά προ­σόντα του. Μέ τήν ἔκρηξη ὅμως τῶν Ὀρ­λωφικῶν ὁ προσ­τάτης του Νικόλαος Σοῦτσος κα­ρα­τομεῖ­ται, ἐνῶ ὁ ἴδιος δια­τρέχει τόν κίν­δυνο νά χαρακτηρισθεῖ ρωσόφιλος. «Διὰ τὰς και­ρικὰς ἀταξίας καὶ τοὺς φό­βους τῶν τότε πολέμων», τoῦ ρωσο­τουρκικοῦ δη­λαδή πολέμου πού ἦταν σέ ἐξέλιξη, τόν συ­ν­αντοῦμε στή Νά­ξο νά συνεχίζει τό παι­δευτικό του ἔργο.
  Στίς Κυκλάδες δέν ἦταν τόσο με­γά­λος ὁ φόβος τῆς Τουρκιᾶς, ἀλλά τό ὄρ­γιο τῆς παπικῆς προπαγάνδας ἀποτελοῦσε ἕνα ἄλλο εἶδος τρομοκρατίας. Ὁ πάπας κατά τήν Τουρκοκρατία εἶχε ἐ­ξαπολύσει στά νησιά ρωμαιοκαθολικούς μοναχούς, οἱ ὁποῖοι ἵδρυαν σχολεῖα.  Ἔ­τσι ἡ παιδεία περιερχόταν σχεδόν ἐξ ὁλο­κλήρου στά χέρια τους. Στήν πόλη  τῆς Νάξου εἶχαν ἱδρύσει, μέ σκοπό τόν προσ­ηλυτισμό τῶν ἑλληνοπαίδων, τή Γαλλική Ἐμπορική Σχολή, τή Σχολή Οὐρ­σουλινῶν καί ἀργότερα στά Μονοίτσια τό σχολεῖο τῶν Φραγκισκανῶν.
  Ἡ παρουσία τοῦ Χρυσάνθου στό νη­σί ἀποτελεῖ ἀναμφισβήτητα σταθμό στήν παιδευτική ἱστορία του. Εἶναι οὐ­σι­α­στικά ὁ πρῶτος δάσκαλος μέ κύρος πού δια­κονεῖ στό νησί καί προβάλλει ἀν­τίστα­ση. Ἱδρύει ἀμέσως σχολή στόν Ἅ­γιο Γε­ώρ­γιο, ἡ ὁποία σύντομα ἀνα­δει­­κνύεται σέ λαμπρό πνευματικό κέντρο καί συμ­βάλ­λει στήν ἀναχαίτιση τῆς πα­πι­κῆς προ­πα­γάνδας. Τό σχολεῖο αὐτό ἀ­ποτελεῖ «κάρ­φος» γιά τόν λατίνο «ἐπί­σκοπο» Νά­ξου Ἰω. Κρίσπι, γι᾽ αὐτό καί σέ ἔκθεσή του ἀναφέρει: «Οἱ κατηραμένοι (καλό­γηροί τινες)... ἐσχημάτισαν εἶδός τι σχο­λείου, ἔνθα διδάσκουσι τήν νεο­λαίαν τῶν  Ἑλ­λήνων καί ποτίζουσιν αὐτήν τά φθορο­ποιά αὐτῶν διδάγματα».
  Στή διακονία τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ λει­τουργήματος ὑπῆρξε παράδειγμα ἁγίου ἐκπαιδευτικοῦ. Ἡ ἐκπαίδευση γιά τόν Χρύσανθο ἦταν ἱερουργία, μετάγγιση θείων δογμάτων καί ναμάτων, πλούτου τῆς θύραθεν σοφίας. Μεταδοτικός καί ἐ­σωστρεφής, σιωπηλός καί ἀνεκδή­λω­τος πορευόταν στόν δρόμο τοῦ καθή­κοντος, στόν ἴδιο ἀνήφορο μέ τόν αὐ­­τά­δελφό του Κοσμᾶ.
  Σημαντική προσφορά στήν παιδευτική ἱστορία τῆς Νάξου ἀποτελεῖ ἡ βιβλιο­θήκη του, ἡ ὁποία συνέβαλε στήν καλ­λιέργεια πνευματικοῦ κλίματος τόσο ἐ­κεῖ ὅσο καί στά ἄλλα νησιά.
  Τό 1775 ἔζησε μία ἔκπληξη, πού τοῦ ἔδωσε ἄφατη χαρά καί παραμυθία. Τόν ἐπισκέφτηκε ὁ ἀδελφός του Κοσμᾶς. Ἀργότερα, τόν Μάρτιο τοῦ 1779, τοῦ ἔ­στειλε γράμμα, στό ὁποῖο ἐπιχειρεῖ τόν ἀ­πολογισμό τῆς διακονίας του.
   Μέ τόν θάνατο τοῦ Χρυσάνθου -με­τά τόν Μάρτιο τοῦ 1785- κλείνει ἡ Σχο­λή του.
  Τό μοναδικό γραπτό του κείμενο πού περισώθηκε εἶναι ἡ διαθήκη του· ἐκεῖ διαβάζουμε: «Ὅσον εἰς τήν ὀρθοδοξίαν ... ἀκλινῶς τε καί ἀμετατρέπτως διέμεινα καί λόγῳ καί διανοίᾳ καί ταύτῃ τῇ ὁμο­λογίᾳ τῆς πίστεως τῆς ἁγίας καί καθο­λικῆς μητρός ἡμῶν ἐκκλησίας διάκειμαι μέχρι καί ἐσχάτης μου ἀναπνοῆς καί οὔτε εἰς λατινικόν δόγμα οὔτε εἰς λου­τερανικόν καί καλβινικόν διεφθαρμένον τε καί ἐναντίον τῆς καθολικῆς ἐκκλησίας ἐξέκλινα πώποτε... Συγγενεῖς μου ὁποῖοι ζῶσι δέν ἠξεύρω πλήν ὡς πτωχός δέν ἔχω νά τούς ἀφήσω τίποτες καί ἄς μέ συγχωρήσουν».
  Ἄς ἔχουμε τήν πρός τόν Θεόν πρε­σβεία Χρυσάνθου τοῦ ἱεροῦ, τοῦ σο­φο­λογιωτάτου ἐν διδασκάλοις.

Εὐδοξία Αὐγουστίνου

Φιλόλογος - Θεολόγος

"Ἀπολύτρωσις", Νοεμβρίου 2015

Σάββατο, 26 Σεπτέμβριος 2015 20:48

Ἀγάπη καί ἀλήθεια

Ἀγάπη καί ἀλήθεια

ydraios Ἄν τό ἄρωμα τῆς χριστιανικῆς ζωῆς εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ οὐσία της ἀναμφίβολα εἶναι ἡ ἀλήθεια. Ὁ σεβασμός καί ἡ πιστότητα στήν ἀλήθεια ἀποτελεῖ τήν πιό αὐθεντική ἐγγύηση γιά τή γνησιότητα τῆς ἀγάπης.
 Αὐτό τό ὑπέροχο μήνυμα ὑπέγραψε πάνω στόν σταυρό τοῦ Γολγοθᾶ μέ τό αἷμα του ὁ Θεάνθρωπος, ἡ ὄντως Ἀλήθεια καί ὑπέρτατη Ἀγάπη. Καί ἐπιβεβαιώνεται τό μήνυμα πάμπολλες φορές στό κύλισμα τοῦ χρόνου. Μιά τέτοια ἐπιβεβαίωση εἶδε ἡ ἱστορία στήν ἀνατολή τοῦ 19ου αἰώνα (1800) καί τήν κατέγρα­ψε ἡ αἰωνιότητα. Ἦταν τότε πού ἔλαμψε ἡ ἀγάπη στήν πιό τρυφερή ἐκδο­χή της, ἡ μητρική ἀγάπη καί μάλιστα μιᾶς χήρας μάνας, σέ συνδυασμό μέ τήν ὕψιστη ἀλήθεια, τήν πίστη. Καί χάρηκε ὁ οὐρανός καί θαύμασε ἡ γῆ ἕναν ἀκόμη ἥρωα τῆς πίστεως, πού προστέθηκε στή χορεία τῶν νεομαρτύρων. Εἶναι ὁ ἅγι­ος Κωνσταντῖνος ὁ Ὑδραῖος, πού τιμοῦμε τόν μήνα αὐτό (14/11).
 Δεκαοκτάχρονος νέος ἔφυγε ἀπό τή γενέτειρά του, τήν Ὕδρα, ὁ Κωνσταν­τῖνος γιά νά δουλέψει στή Ρόδο, ὅπου καί ἐγκαταστάθηκε. Ἐκεῖ συντελέσθηκε τό κακό. Στό ἀρχοντικό τοῦ Χασάν Καπιτάνιου, ὅπου δούλευε, ὁ νεαρός ξεγε­λάσθηκε καί ἀλλαξοπίστησε, τούρκεψε. Γρήγορα ὅμως ξύπνησε μέσα του ἡ πίστη, πού μέ τό γάλα τῆς μάνας του εἶχε θηλάσει, καί ἄρχισε νά νιώθει τύψεις γιά τήν ἀποτρόπαιη πράξη του. Ἀποφάσισε νά ἐπιστρέψει στήν πίστη τῶν πατέρων του καί νά ξεπλύνει τήν ντροπή. Συντέλεσε σ’ αὐτό καί ἡ στάση τῆς μά­νας του. Ὅταν ἡ εὐσεβής Μαρίνα πληροφορήθηκε τήν ἀλλαξοπιστία τοῦ γιοῦ της, κλείστηκε στό σπίτι, ὅπου μέ προσευχές καί δάκρυα παρέδιδε στόν Θεό τό παραστρατημένο παιδί της. Κι ὅταν ἐκεῖνος ἀπό τή Ρόδο, ὅπου ζοῦσε, ἦρθε στήν  Ὕδρα φορτωμένος μέ δῶρα γιά νά τή συναντήσει, ἡ χήρα μάνα δέν τοῦ ἄνοιξε τήν πόρτα. Δέν δέχθηκε οὔτε νά τόν δεῖ. «Ἐγώ», εἶπε, «δέν γέννησα Χα­σάνη, Τοῦρκο. Γέννησα τόν χριστιανό Κωνσταντῖνο. Κι ὁ Κωνσταν­τῖνος μου ἔχει πεθάνει!». Ἐκείνη ἡ ἀντιμετώπιση συγκλόνισε τόν ἐξωμότη γιό καί τόν ὁδήγησε στή μετάνοια, τήν ὁποία μάλιστα ἐπιβεβαίωσε μέ τό μαρτύριό του.
 Νά τί σημαίνει ἀγάπη μέ ἀλήθεια. Νά τί σημαίνει ἀληθινή ἀγάπη. Κι εἶναι τό­σο ἀναγκαία στούς ψεύτικους καιρούς πού ζοῦμε! Ἀναγκαία στούς γονεῖς, νά μήν ἐνδίδουν ἀλόγιστα στίς ἀπαιτήσεις τῶν παιδιῶν τους, διότι ἔτσι τά κατα­στρέ­φουν. Ἀναγκαία στήν οἰκογένεια, στή συντροφιά, στήν κοινωνία, στήν Ἐκκλησία. Νά ἀγαποῦμε «ἐν ἀληθείᾳ»! Εἶναι ἀσφάλεια. Εἶναι ἡ μεγαλύτερη    εὐ­λογία.

Πέμπτη, 22 Ιούνιος 2017 20:44

Ἡ πίστη ἐκφράζεται μέ τήν ἀγάπη

 pisti agapi  «Πᾶς ὁ πιστεύων ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ Χριστός, ἐκ τοῦ Θεοῦ γεγέννηται». Ποιός εἶναι αὐτός πού δέν πιστεύει ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Χριστός; Αὐτός πού δέν ζῆ μέ τόν τρόπο πού παραγγέλλει ὁ Χριστός. Πολλοί λένε, πράγματι, πιστεύω· ἀλλά ἡ πίστη χωρίς ἔργα δέν σώζει. Καί ἔργο τῆς πίστεως εἶναι αὐτή ἡ ἀγάπη, ὅπως λέει ὁ ἀπ. Παῦλος· «καί πίστις δι' ἀγάπης ἐνεργουμένη» (Γα 5,6). Τά περασμένα ἔργα σου, πρίν πιστέψεις, ἤ ἦταν τιποτένια ἤ, ἄν φαίνονταν καλά, ἦταν μάταια. Ἄν μέν ἦταν τιποτένια, ἤσουν σάν ἕνας ἄνθρωπος χωρίς πόδια ἤ σάν αὐτόν πού δέν μποροῦν νά τόν κρατήσουν τά πόδια του· ἄν, πάλι, φαίνονταν καλά, πρίν πιστέψεις, ἔτρεχες βέβαια, ἀλλά μέ τό νά τρέχεις ἔξω ἀπό τόν δρόμο, περιπλανιόσουν μᾶλλον παρά ἔφθανες στόν σκοπό σου. Πρέπει, λοιπόν, καί νά τρέχουμε καί νά τρέχουμε στόν δρόμο. Ὅποιος τρέχει ἔξω ἀπό τόν δρόμο, τρέχει μάταια, καί μάλιστα μόνο πού κουράζεται. Τόσο περισσότερο περιπλανιέται, ὅσο περισσότερο τρέχει ἔξω ἀπό τόν δρόμο. Ποιός εἶναι ὁ δρόμος πού τρέχουμε; Ὁ Χριστός εἶπε· «Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδός». Ποιά ἡ πατρίδα πρός τήν ὁποία τρέχουμε; Ὁ Χριστός εἶπε· «Ἐγώ εἰμι ἡ ἀλήθεια» (Ἰω 16,6). Τρέχεις αὐτόν, τρέχεις πρός αὐτόν, ἀναπαύεσαι σ’ αὐτόν.
   Ἀλλά γιά νά τρέξουμε αὐτόν, ἐκτείνει τόν ἑαυτό του μέχρις ἑμᾶς· γιατί μακριά περιπλανιόμασταν καί μακριά ἀποδημούσαμε. Εἶναι μικρό τό ὅτι ζούσαμε μακριά σάν μετανάστες καί, ἄρρωστοι ἐμεῖς, δέν μπορούσαμε νά μετακινηθοῦμε; Ὁ γιατρός ἦρθε στούς ἀρρώστους καί δρόμος ἄνοιξε γιά τούς περιπλανώμενους. Ἄς δεχθοῦμε τή σωτηρία του, ἄς βαδίσουμε δι’ αὐτοῦ. Αὐτό σημαίνει νά πιστεύεις ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Χριστός, ὅπως πιστεύουν οἱ χριστιανοί πού δέν εἶναι μόνο στό ὄνομα χριστιανοί ἀλλά καί στά ἔργα καί στή ζωή· ὄχι ὅπως πιστεύουν οἱ δαίμονες, γιατί «καί τά δαιμόνια πιστεύουσι καί φρίττουσιν», ὅπως λέει ἡ Γραφή (Ἰα 2,19). Τί περισσότερο μποροῦσαν νά πιστέψουν τά διαμόνια παρά, ὅπως ἔλεγαν, «οἶδά σε τίς εἶ, ὁ υἱός τοῦ Θεοῦ». Ὅ,τι εἶπαν τά διαμόνια, αὐτό εἶπε καί ὁ Πέτρος. Ὅταν ὁ Κύριος ζητοῦσε νά μάθει ποιός ἦταν καί πῶς τόν ὀνόμαζαν οἱ ἄνθρωποι, οἱ μαθηταί τοῦ ἀπάντησαν· «οἱ μέν Ἰωάννην τόν Βαπτιστήν, ἄλλοι δέ Ἠλίαν, ἕτεροι δέ Ἰερεμίαν ἤ ἕνα τῶν προφητῶν» κι ἐκεῖνος· «ὑμεῖς δέ τίνα με λέγετε εἶναι;». Ὁ Πέτρος ἀπάντησε «σύ εἶ ὁ Χριστός, ὁ υἱός τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος». Καί ἄκουσε ἀπό τόν Κύριο· «μακάριος εἶ, Σίμων…». Δέστε ποιοί ἔπαινοι ἀκολουθοῦν αὐτή τήν πίστη· «σύ εἶ Πέτρος…» (Μθ 16,13-18). «Πάνω σ’ αὐτή τήν πέτρα, εἶπε, θά οἰκοδομήσω τήν Ἐκκλησία μου». Μεγάλος ἔπαινος!
   Λοιπόν, λέει ὁ Πέτρος· «σύ εἶ ὁ Χριστός, ὁ υἱός τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος». Καί οἱ δαίμονες λένε· «οἶδά σε τίς εἶ, ὁ ἅγιος τοῦ Θεοῦ» (Λκ 4,34). Αὐτό ὁ Πέτρος, αὐτό καί τά δαιμόνια· τά ἴδια λόγια, ὄχι τό ἴδιο πνεῦμα. Ὁ Πέτρος τό εἶπε γιά νά περιβάλει μέ ἀγάπη τόν Χριστό· οἱ δαίμονες τό εἶπαν γιά νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό αὐτούς ὁ Χριστός. Γιατί, προτοῦ νά ποῦν· «οἴδαμεν τίς εἶ», εἶπαν «τί ἡμῖν καί σοί, Ἰησοῦ υἱέ τοῦ Θεοῦ; ἦλθες ὧδε πρό καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς;» (Μθ 8,29). Ἄλλο, λοιπόν, εἶναι τό νά ὁμολογεῖς τόν Χριστό, γιά νά ἀπομακρύνεις ἀπό κοντά σου τόν Χριστό. Γι’ αὐτό, ἀδελφοί, κανείς αἱρετικός νά μή σᾶς λέει· Κι ἐμεῖς πιστεύουμε. Γιατί, γι’ αὐτό ἀνέφερα παράδειγμα ἀπό τούς δαίμονες, γιά νά μή χαίρεσθε μέ τά λόγια ἐκείνων πού πιστεύουν, ἀλλά νά ἐξετάζετε τά ἔργα αὐτῶν πού εἶναι ζωντανοί.

Ἱεροῦ Αὐγουστίνου
Εἰς τήν ἐπιστολή τοῦ Ἰωάννου, ὁμιλία 10η
PL 35,2054-5

Τετάρτη, 25 Νοέμβριος 2015 20:02

Πλοῦτος καί τελειότης

  xr  Μέ τό ἄρθρο αὐτό θά ἀπαντήσουμε σέ νέα ἐρώτηση, πού μᾶς ὑπέβαλαν, γιά τό πῶς ἀποκτᾶ ὁ ἄνθρωπος τήν τελειότητα γενικά καί εἰδικότερα τί σχέση ἔχει ἡ ἐλεημοσύνη μέ τήν τελειότητα. Ὁ ἀναγνώστης πού μᾶς ρωτᾶ, μαθητής τῆς Β΄ Λυκείου, ἀναφέρεται συγκεκριμένα στή φράση τοῦ Ἰησοῦ πρός τόν πλούσιο νεανίσκο· «Εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε, πώλησόν σου τά ὑπάρχοντα, καί δός πτωχοῖς, καί δεῦρο ἀκολούθει μοι». Εἶναι, λοιπόν, οἱ ὁρίζοντες τῆς τελειότητος τόσο στενοί, ὥστε νά περιορίζεται σέ μιά ἑκούσια πτώχευση χάριν τῶν ἄλλων; Καί ἄν ναί, δέν ἀποτελεῖ μιά ὑποτιμητική καί ἐξωπραγματική ἀντιμετώπιση τῆς κοινωνικῆς ὑποστάσεως τοῦ ἀνθρώπου αὐτή ἡ ἐξάρτηση τῆς τελειότητος ἀπό τήν πτωχεία;
   Ἡ τελειότης γενικά στόν Χριστιανισμό δέν ἔχει καμία σχέση οὔτε μέ τόν πλατωνικό στοχασμό οὔτε μέ θρησκευτικές τελετουργίες, οὔτε μέ τή βουδιστική ἀπάθεια. Εἶναι ἔννοια βασικά θεολογική, ἐκκλησιολογική, θά λέγαμε καλύτερα, πού ἐξαρτᾶται ἄμεσα ἀπό τή σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό μέσα στήν Ἐκκλησία του. Ὅπως μᾶς ἀποκαλύπτει ἡ Ἁγία Γραφή, ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε «δυνάμει» καί «ἐνεργείᾳ» τέλειος, «κατ' εἰκόνα καί καθ' ὁμοίωσιν». Τό «κατ' εἰκόνα» εἶναι ὁ σπόρος πού ὅταν καλλιεργεῖται, πραγματοποιεῖ τό «καθ' ὁμοίωσιν» καί βλαστάνει τήν τελειότητα. Εἶναι ἡ λογική καί ἡ ἐλευθερία, πού καταξιώνονται, ὅταν γίνουν πίστη καί ὑποταγή.
   Ὁ δρόμος γιά τήν τελειότητα θά ἦταν πιό εὔκολος καί σύντομος, ἄν ἡ ἁμαρτία δέν ἐξόριζε τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν παράδεισο, ἀπό τήν κατάσταση δηλαδή τῆς ἀθωότητος καί τῆς εἰρήνης, πού ἦταν οἱ ἰδανικότερες καί ἀσφαλέστερες συνθῆκες γιά τή θέωση. Μέ τήν ἁμαρτία ὅμως διασαλεύτηκαν οἱ ἁρμονικές σχέσεις τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό, τόν συνάνθρωπο καί τόν ἑαυτό του, καί ὁ ἴδιος βρέθηκε νά περιπλανιέται σέ ἀμφίβολα μονοπάτια ἀναζητώντας μάταια τή λύτρωση. Κάθε προσπάθειά του νά βρεῖ εἰρήνη ἀποδείχτηκε ἄκαρπη· οὔτε ἡ θρησκεία οὔτε ἡ φιλοσοφία οὔτε ὁ πολιτισμός δέν μπόρεσαν νά τοῦ χαρίσουν τή σωτηρία. Ἔπρεπε νά ἐνανθρωπήσει ὁ ἴδιος ὁ Θεός, γιά νά ἀνοίξει ξανά ὁ κλεισμένος δρόμος καί νά γίνει δυνατή ἡ ἐπιστροφή πρός τό χαμένο ἀγαθό.
   Μέσα στόν κόσμο τῆς καινῆς διαθήκης μπορεῖ πιά ὁ καθένας νά γίνει τέλειος χάρη στό ἀπολυτρωτικό ἔργο τοῦ Χριστοῦ· ἀρκεῖ νά πιστέψει καί νά μετανοήσει. Ἀπό ἐκείνη τή στιγμή ἀρχίζει νά ζῆ μία νέα ζωή, ζωή χάριτος, στήν ὁποία καλλιεργεῖται καί μονιμοποιεῖται ἡ ἐν Χριστῷ εἰρήνη. Ἀσκώντας ὁ ἄνθρωπος τίς τρεῖς ἀγάπες πού διδάσκει τό εὐαγγέλιο, πρός τόν ἑαυτό του, τόν συνάνθρωπό του καί τόν Θεό, ἀποκαθιστᾶ τίς σχέσεις του καί ἀποκτᾶ τήν τελειότητα, τήν αἰώνια ζωή -γιά νά χρησιμοποιήσουμε τήν ἔκφραση τοῦ πλουσίου νεανίσκου. Ἀλλά πῶς μπορεῖ νά ἀσκήσει αὐτές τίς τρεῖς ἀγάπες ὁ ἄνθρωπος πού διψᾶ γιά αἰωνιότητα; Μέ τόν πόθο τῆς σωτηρίας του θά δείξει τήν ἀγάπη πρός τόν ἑαυτό του, μέ τήν ἐλεημοσύνη, τήν ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπο, μέ τήν αὐταπάρνηση, τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό.
   Ὁ νέος πού πλησιάζει τόν Χριστό ἔχει τήν πρώτη ἀγάπη, πρός τόν ἑαυτό του· ποθεῖ καί ἀναζητᾶ τήν τελειότητα. Εἶναι νέος, πλούσιος, πετυχημένος στή ζωή, ἀλλά δέν ἱκανοποιεῖται· νιώθει κάτι βασικό νά τοῦ λείπει. Καί ὁ Κύριος ἐπισημαίνει τίς ἐλλείψεις του. Τήν ἀγάπη πρός τόν πλησίον· «Πώλησον τά ὑπάρχοντά σου καί δός πτωχοῖς». Θά μποροῦσε νά τοῦ πεῖ ἁπλῶς νά βοηθᾶ τούς πτωχούς μέ μιά συνεχῆ ἐλεημοσύνη. Τοῦ προτείνει ὅμως ἕναν τρόπο νά ἐξοφλήσει ἅπαξ διά παντός τήν ἀγάπη πού ὀφείλει στούς ἄλλους μέ τή διανομή ὅλης του τῆς περιουσίας· μετά θά τούς ἀγαπᾶ πιά μόνο μέ τήν καρδιά του. Ἡ ἀγάπη ὅμως πρός τόν Θεό εἶναι χρέος πού δέν ἐξοφλεῖται καί πού θά διαρκέσει σέ ὅλη του τή ζωή. Γι' αὐτό καί τοῦ λέει· «Δεῦρο ἀκολούθει μου». Φαίνεται ὁλοκάθαρα πώς ἡ τελειότης γιά τόν Χριστό εἶναι μιά ἔννοια πολύ ρεαλιστική, πού δέν παραβλέπει τήν πραγματικότητα χάριν τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἀκριβῶς χάριν τοῦ Θεοῦ ἀναφέρεται στήν πραγματικότητα σάν κάτι πολύ καίριο καί ἀναγκαῖο.
   Εἰδικότερα, γιά νά ἀπαντήσουμε στή συγκεκριμένη ἀπορία τοῦ ἀναγνώστου μας πάνω στήν περικοπή τοῦ πλουσίου νεανίσκου στό Μθ 19,16-22 (Λκ 18,18-27), θά πρέπει νά μελετήσουμε τή σχετική συνάφεια, ὥστε νά κατανοήσουμε τό πνεῦμα της καί τό μήνυμά της. Ἄν, λοιπόν, διαβάσουμε μέ προσοχή τή διήγηση, θά καταλήξουμε στό συμπέρασμα ὅτι ἡ ἰδέα πού τή διαρθρώνει εἶναι ἡ ἀνάγκη τῆς ἱεραποστολῆς καί οἱ ἀπαιτήσεις της. Τό βάρος τῆς περικοπῆς πέφτει στό δεύτερο σκέλος τῶν λόγων τοῦ Χριστοῦ «ἀκολούθει μοι», πού ἀποτελεῖ καί τήν ἀπάντηση στή γεμάτη ἀγωνία ἀναζήτηση τοῦ νέου γιά τήν αἰώνια ζωή. Τό πρῶτο σκέλος «πώλησον τά ὑπάρχοντά σου καί δός πτωχοῖς», δέν εἶναι παρά ἡ προϋπόθεση καί ἡ προπαρασκευή γι' αὐτό στό ὁποῖο ὁ Χριστός καλεῖ τόν νέο. Κι ἐδῶ ἀκριβῶς γίνεται τό λάθος· οἱ περισσότεροι μένουν σ' αὐτή τή δευτερεύουσα πρόταση καί βλέπουν στήν περικοπή ἕνα κήρυγμα ἐλεημοσύνης καί ἔμπρακτης φιλανθρωπίας, ἤ ἀκόμη ἕνα κήρυγμα πατάξεως τοῦ πλούτου καί καταδίκης τῶν πλουσίων.
   Ἡ ἀλήθεια ὅμως εἶναι ἄλλη. Αὐτό πού ζητᾶ ὁ Χριστός ἀπό τόν πλούσιο νέο εἶναι ἡ αὐταπάρνηση καί ἡ θυσία. Καί γνωρίζει ὡς παντογνώστης ὅτι γι' αὐτή τή συγκεκριμένη ψυχή πού ἔχει ἐκείνη τήν ὥρα μπροστά του, ἡ ἀπάρνηση τοῦ πλούτου εἶναι ἡ μεγαλύτερη θυσία πού μπορεῖ νά ἐπιτελέσει, ἡ φλογερότερη ἀπόδειξη τῆς ἐπιθυμίας του γιά τελειότητα. Γι' αὐτό καί τοῦ λέει· «Πήγαινε καί πούλησε τά ὑπάρχοντά σου». Ἴσως ἄν εἶχε μπροστά του κάποιον ἄλλο, ἡ προτροπή θά ἦταν διαφορετική· θά εἶχε ὅμως πάντα γνώρισμα τήν αὐταπάρνηση, τό σταύρωμα τῶν ἐγωϊστικῶν ἐπιθυμιῶν. Ἐξάλλου ὁ πλοῦτος αὐτός καθαυτόν εἶναι πάντοτε μία ἀπό τίς μεγάλες ἀδυναμίες τοῦ ἀνθρώπου· στόν καθένα θά στοίχιζε μιά ὁλοκληρωτική παραίτηση ἀπό τήν περιουσία του. Δέν χρειάζεται μάλιστα κἄν νά πρόκειται γιά περιουσία· στόν καθένα θά στοίχιζε μιά ὁλοκληρωτική παραίτηση ἀπ' αὐτά πού θεωρεῖ δικά του. Ὁ ἄνθρωπος δένεται μέ τά πράγματα, μέ τό περιβάλλον του, καί εἶναι πάντα πράξη θυσίας ἡ ὁποιαδήποτε ἀπάρνηση.
   Ὑπάρχει ὅμως καί ἕνας ἄλλος λόγος πού ὁ Χριστός ἔθεσε ὡς προϋπόθεση τό «πώλησον τά ὑπάρχοντά σου». Εἶναι ὅτι ἡ ἱεραποστολή ἀπαιτεῖ πλήρη ἀπόθεση κάθε βιοτικῆς μέριμνας ἀπό τόν ἱεραπόστολο. Αὐτός πού θά ἀγωνιστεῖ γιά τήν ἐξάπλωση τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ θά πρέπει νά εἶναι ὁλόκληρος ἀφιερωμένος στό ἱερό αὐτό ἔργο, ἐλεύθερος ἀπό κάθε γήινη φροντίδα, ἔστω καί τήν πιό ἀνθρώπινη, ἄν αὐτή πρόκειται νά τοῦ γίνει βάρος στό δρόμο του. Θά ἦταν ἀπαράδεκτο καί ἀνέντιμο μπροστά στόν Θεό νά λέμε ὅτι ἐργαζόμαστε γιά τήν ὑπόθεσή του, ἐνῶ οἱ ὑποχρεώσεις μιᾶς περιουσίας θά κλέβουν τή φροντίδα καί τόν χρόνο μας.
   Μ' αὐτές τίς ἀναλύσεις καταλήγουμε στίς ἑξῆς διαπιστώσεις: Φυσικά ἡ τελειότης δέν περιορίζεται στά στενά πλαίσια τῆς ἐλεημοσύνης. Βρίσκεται ὅμως στό «ἀκολούθει μοι», στή γεμάτη ὑποταγή μίμηση τοῦ Σωτῆρος. Ἡ φιλανθρωπία εἶναι μία ἀπό τίς συνέπειες τῆς θυσίας, πού προϋποθέτει αὐτή ἡ μίμηση, καί πού εἶναι πολύ εὐκολότερη ἀπό αὐτήν. Ἄν δέν ἔχεις τή διάθεση νά πτωχεύσεις ἑκούσια, οὐδέποτε θά βρεῖς τόν δρόμο νά ἀκολουθήσεις τόν Χριστό. Καί ἡ ἄλλη πλευρά τοῦ θέματος· ἡ τελειότης δέν μετρᾶται μέ τό μέγεθος τῆς ἀνέχειας καί τῆς κακοπάθειας, ἀλλά μέ τήν ποιότητα καί τό ὕψος τῆς θυσίας. Ὅταν τό ζενίθ τῆς αὐταπαρνήσεώς σου βρίσκεται στήν ἀπάρνηση τοῦ πλούτου σου, τότε ἡ θυσία τοῦ πλούτου εἶναι αὐτή πού θά σέ φέρει πιό κοντά στήν τελειότητα.

Στέργιος Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 33 (1978) 59-61

Κυριακή, 08 Νοέμβριος 2015 19:53

Μή θρηνεῖς πάνω ἀπό χυμένο γάλα

milk cΣέ κάποια συνέντευξη ἕνας δημοσιογράφος ρώτησε τόν διάσημο ἐρευνητή σέ θέματα ἰατρικῆς Stephen Glenn ποῦ ὄφειλε τήν ἱκανότητα καί δημιουργικότητά του, ὥστε νά ὑπερέχει ἀπό τόν μέσο ἄνθρωπο.
 Ὁ ἐρευνητής ἀπάντησε ὅτι, κατά τή γνώμη του, ὅλα προέρχονται ἀπό τήν ἐμ­πειρία πού εἶχε μέ τή μητέρα του, ὅ­ταν ἦταν δύο χρονῶν. Εἶχε προσπαθήσει, εἶπε, νά βγάλει τό μπουκάλι μέ τό γά­λα ἀπ᾽ τό ψυγεῖο. Γλίστρησε ὅμως ἀπό τά χέρια του καί χύθηκε στό πάτωμα, χωρίς εὐτυχῶς νά σπάσει, σχηματίζοντας ἕνα πραγματικό ποτάμι. Ἡ μητέρα του, ἀντί νά τοῦ βάλει τίς φωνές ἤ νά τοῦ κάνει κήρυγμα, τοῦ εἶπε:
 - Stephen, τί μεγάλο καί θαυμάσιο θέαμα δημιούργησες! Σπάνια ἔχω δεῖ μία λίμνη ἀπό γάλα. Τώρα πιά ἡ ζημιά ἔ­γινε. Θέλεις νά παίξουμε πρῶτα καί μετά νά καθαρίσουμε τό πάτωμα;
 Δέχτηκα. Ὕστερα ἀπό λίγα λεπτά ἡ μητέρα μου μοῦ εἶπε: «Stephen, κάθε φορά πού θά συμβαίνει κάτι παρόμοιο, θά φροντίζεις νά καθαρίζεις τό πάτωμα καί νά βάζεις τά πράγματα στή θέση τους. Πῶς θέλεις τώρα νά καθαρίσουμε τό πάτωμα; Μποροῦμε νά χρησιμοποιήσουμε ἕνα σφουγγάρι, μία πετσέτα ἤ μία σφουγγαρίστρα. Τί προτιμᾶς;».
 Ἐπέλεξα τό σφουγγάρι καί καθαρίσαμε μαζί τό χυμένο γάλα. Ἀφοῦ τελειώσαμε, ἡ μητέρα μου συνέχισε: «Ὅπως εἶδες, Stephen, ὑπῆρξε μία ἀποτυχημένη προσπάθεια νά πάρεις τό μπουκάλι μέ τό γάλα ἀπό τό ψυγεῖο. Πᾶ­με τώρα στήν αὐλή νά τό γεμίσουμε νε­ρό ἀπό τή βρύ­ση καί νά δοῦμε πῶς μπορεῖς νά τό μεταφέρεις, χωρίς νά σοῦ πέσει».
 Ἔμαθα ὅτι, ἄν ἔπιανα τό μπουκάλι μέ τά δύο μου χέρια ἀπό τό ἐπάνω μέρος, κοντά στό στόμιο, θά μποροῦσα νά τό μεταφέρω χωρίς νά μοῦ πέσει. Τί ὑ­πέ­ρο­χο μάθημα! Καί ὁ διακεκριμένος ἐ­πιστή­μο­νας τόνισε:  Ἐκείνη τή στιγμή διδάχθηκα ὅτι δέν πρέπει νά φοβᾶμαι νά κάνω λάθη. Ἀντιθέτως, κατάλαβα ὅτι κά­θε λά­θος εἶναι μία εὐκαιρία γιά νά μάθω νέα πράγματα. Αὐτή εἶναι ἡ φύση τῶν ἐπι­στη­μονικῶν πραγμάτων. Ἀκόμη κι ἄν τό πείραμα δέν «δουλέψει», συνήθως μαθαί­νουμε κάτι ἀπό αὐτό.
 Ἡ εὑρηματικότητα τῆς μητέρας κι ὁ χειρισμός τῆς ἀποτυχίας τοῦ δίχρονου ἀγοριοῦ της θεωρῶ ὅτι εἶναι μοναδικοί, καθώς καί οἱ θετικές μακροχρόνιες ἐπιπτώσεις στή ζωή τοῦ παιδιοῦ. Μᾶς προβληματίζουν καί μᾶς θέτουν πρό τῶν εὐ­θυνῶν μας!
 «Ὅποιος ποτέ του δέν ἔκανε λάθος, ποτέ δέν δοκίμασε κάτι καινούργιο», θά πεῖ ὁ Ἀϊνστάιν. Τά σημερινά παιδιά, δυστυχῶς, μεγαλώνουν «ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων» σέ μία κουλτούρα ὅπου ἡ ἀποτυχία θεωρεῖται ὡς θεομηνία καί κατάρα. Οἱ γο­νεῖς καί τό οἰκογενειακό περιβάλλον καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια νά τήν ἀποτρέψουν, νά τήν ἐξορκίσουν ἀ­πό τή ζωή τοῦ παιδιοῦ. «Παρακαλῶ, ἀ­φῆστε τά παιδιά νά "χτυπηθοῦν" στήν ἡλικία τῶν ἕξι ἐτῶν καί νά μήν ἔχουν τό πρῶτο "στραπατσάρισμα" στό λύκειο! Πα­ρακα­λῶ, παρακαλῶ, παρακαλῶ, ἀφῆ­στε τα νά "στραπατσαριστοῦν" στό γήπεδο τοῦ ποδοσφαίρου!», προτρέπει ἡ κλινική ψυχολόγος Wendy Magel.
 Γιατί ὅμως ἐνεργοῦμε τόσο ὑπερ­προ­στατευτικά γιά τά παιδιά μας, ὥστε δικαιολογημένα νά μᾶς προσάπτουν τόν χαρακτηρισμό «γονεῖς ἑλικόπτερο»; Οἱ λόγοι εἶναι πολλοί.  Ἔχουν νά κάνουν μέ προσωπικές ἀνασφάλειες καί μέ τραυματικές παιδικές ἐμπειρίες πού ὑποσυν­είδητα ἐλέγχουν τή συμπεριφορά μας. Μέ αὐτή τή στάση πιστεύουμε ὅτι θωρακίζουμε τά παιδιά μας ἀπέναντι σ᾽ ἕναν σκληρό κι ἀνταγωνιστικό κόσμο πού τά περιβάλλει. Πιστεύουμε ὅτι ὅσο εἶναι μι­κρά ὀφείλουμε νά τά προστατεύουμε ἀπό λάθη πού μπορεῖ νά διαπράξουν καί ἀπό κινδύνους πού τά ἀπειλοῦν, μέ­χρι νά ὡριμάσουν καί νά εἶναι σέ θέση νά τούς ἀντιμετωπίσουν• τώρα εἶναι εὐ­αίσθητα καί δέν πρέπει νά πληγωθοῦν! Εἶ­ναι μία λανθασμένη ἀντίληψη ἡ ὁποία ἐγκυμονεῖ πολλούς κινδύνους καί ἔχει ἴσως τραγικές συνέπειες μακροπρόθεσμα γιά τήν ὁλοκλήρωση τῆς προσωπικότητας τοῦ παιδιοῦ καί γιά τήν ἀντιμε­τώπιση τῶν δυσκολιῶν καί προβλημάτων πού θά ἀντιμετωπίσει μόλις διαβεῖ τό κατώφλι τοῦ σπιτιοῦ του.
 Τό πρόβλημα, λοιπόν, στή διαπαιδα­γώ­γηση δέν εἶναι πῶς θά ἀποτρέψουμε τό παιδί ἀπό τή διάπραξη λαθῶν, ἀλλά μέ ποιόν τρόπο θά τά διαχειριστοῦμε, ὥστε αὐτά τά λάθη νά γίνουν ἐφαλτήρι­ο πού θά ἐκτινάξει τό παιδί στό ἅλμα τῆς ζωῆς, ἡ ὁποία θά χαρακτηρίζεται ἀπό πρόοδο, ἐπιτυχία, εὐτυχία, αὐτογνωσία, ἀρετή  καί ἐκπλήρωση τοῦ προορισμοῦ της.
 Συνταγές δέν ὑπάρχουν. Ὀφείλει νά κυριαρχεῖ στή σκέψη μας ἡ προσωπικότητα τοῦ συγκεκριμένου παιδιοῦ καί ἡ ἄνευ ὅρων ἀγάπη μας γι᾽ αὐτό. Κάποιες γενικές ἀρχές ὅμως θά μποροῦσαν νά μᾶς βοηθήσουν.
 Στίς περιπτώσεις λάθους τοῦ παιδιοῦ μας:

  • Κρατοῦμε τήν ψυχραιμία μας. Διατηροῦμε τόν αὐτοέλεγχο καί συγκρατοῦμε τά ἀρνητικά συναισθήματά μας, τή θλίψη, τόν θυμό, τήν ἀπόγνωση, τήν ἀ­πο­γοήτευση. Δέν εἶναι βέβαια εὔ­κολο αὐτό, ὅταν βλέπουμε τήν ἀποτυχία τοῦ παιδιοῦ μας ἤ τή διάψευση τῶν ὀνείρων μας.
  • Μᾶς διακρίνει ἡ ἐνσυναίσθηση. Μπαίνουμε, δηλαδή, στή θέση τοῦ παιδιοῦ μας καί αἰσθανόμαστε πῶς νιώθει, τί συναισθήματα κυριαρχοῦν στόν ψυχικό του κόσμο. Μόνον ἔτσι μποροῦ­με νά τό κατανοήσουμε καί νά τό βοηθήσουμε ἀποτελεσματικά.
  • Δέν τραγικοποιοῦμε τήν κατάστα­ση. Βλέπουμε τά πράγματα στίς πρα­γματικές τους διαστάσεις καί ὅσο μποροῦμε αἰσιόδοξα• τό ποτήρι μισογεμάτο. Ἄς μᾶς διακρίνει ἡ αἴσθηση τοῦ χιοῦ­μορ, ὥστε νά μποροῦμε νά ἀποφορτίζουμε τήν κατάσταση.
  • Συνομιλοῦμε ἤρεμα γιά τούς λόγους τῆς ἀποτυχίας. Ἐνθαρρύνουμε τίς περαιτέρω προσπάθειες καί τήν ἐπιμο­νή, διότι εἶναι στοιχεῖα τῆς ἐπιτυχίας καί συντελοῦν στήν ἀποτροπή τῆς ἀπογοήτευσης. Ἀναφέρουμε σχετικά παρα­δεί­γματα ἀπό τήν ἱστορία.
  • Τονίζουμε ὅτι ἡ αἰσιοδοξία εἶναι στοιχεῖο τοῦ καθημερινοῦ μας ἀγώνα, δίνοντας ἔμφαση στόν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «Ξεχνῶ ὅσα ἔπραξα στό παρελθόν καί προχωρῶ σ᾽ ἐκεῖνα πού εἶναι μπροστά» (βλ. Φι 3,13).

Ἀθαν. Ἀστ. Γκάτζιος

Ἀπολύτρωσις, Νοέμβρ. 2015

Παρασκευή, 29 Νοέμβριος 2024 02:45

Ὁ ποιητής ἥρωας

  «Ἑλλάς, τό μεγαλεῖο σου βασίλεμα δέν ἔχει.
    Καί δίχως γνέφια τούς καιρούς ἡ δόξα σου διατρέχει.
    Ὅσες φορές ὁ ἥλιος σου νά σέ φωτίσει ἐρθῆ,
     θέ νά σ᾽ εὑρῆ, πεντάμορ­φη, στεφανωμένη, ὀρθή».
mavilis c Ὁ κερκυραῖος ποιητής Λορέντζος Μαβίλης (1860- 1912) δέν χορταίνει νά ὑμνεῖ στά σονέτα του τήν ἀγαπημένη του μητέρα-Ἑλ­λάδα. Ἄλλοτε περιγράφει πρωτότυπα τίς φυ­σικές ὀμορφιές της, ἄλλοτε ἐκφράζει τή νοσταλγία του γιά τά πατρικά χώματα κι ἄλ­λοτε ἀναπτερώνει τό ἐθνικό φρόνημα, ἐπαινώντας τούς ἥρωες πού ἔπεσαν στά πεδία τῶν μαχῶν.
 Τό θαυμαστό εἶναι πώς κι ὅταν βρίσκεται δεκατέσσερα χρόνια στά πανεπιστήμια Μονάχου καί Φράιμπουργκ τῆς Γερμανίας, σπου­­δάζοντας κλασική φιλολογία, ἀρχαιολογία, φιλοσοφία καί σανσκριτικά, δέν ξεθωριάζει ἡ ἀγάπη του γιά τήν πατρίδα. Ἀπό τήν ξενιτειά γράφει τό σονέτο «Πατρίδα» καί τό ἀφιερώνει στό φίλτατο νησί του, τήν Κέρκυρα:
«... Κάθε μοσκοβολιά καί κάθε χρῶμα,
  κάθε πουλιοῦ κελάηδημα ξυπνάει
  πόθο στά φυλλοκάρδια μου κ’ ἐλπίδανά σοῦ ξαναφιλήσω τ’ ἅγιο χῶμα,
  νά ξαναϊδῶ καί τό δικό σου Μάη,
  ὄμορφή μου, καλή, γλυκιά πατρίδα!».

 Μετά τήν ἀνακήρυξή του ὡς διδάκτορα τῆς φιλοσοφίας, ἔρχεται ἡ γλυκειά μέρα τῆς ἐπιστροφῆς στά πατρογονικά χώματα. Εἶναι χαρούμενος, γιατί θά ἐκπληρώσει τό χρέος του πρός τή λατρευτή του πατρίδα, θά ὑπηρε­τήσει τή στρατιωτική του θητεία. Παρόλο πού ἐπικρατοῦσε ἡ τακτική στρατιῶτες ἀρ­χοντι­κῶν οἰκογενειῶν νά ἀπαλλάσσονται ἀ­πό ἀγ­γαρεῖες καί νά κοιμοῦνται τά βράδια στά σπίτια τους, ὁ Μαβίλης δέν ἐκμεταλλεύεται τέτοια προνόμια. Ὑποβάλλει τόν ἑαυτό του σέ σκληρές κακουχίες καί κοιμᾶται, ὅ­πως καί τόσοι ἄλλοι στρατιῶτες, στή μονάδα του.
 1896. Ποιός νά τοῦ τό ’λεγε πώς θά συν­εργαζόταν μέ τόν σταυραετό τῆς Μακεδονίας, τόν Παῦλο Μελᾶ, στήν «Ἐθνική Ἑ­ταιρεία» γιά μιά ἐλεύθερη ἑλληνική μακεδονική γῆ! Τήν ἴδια χρονιά, ὅταν ξεσπᾶ ἡ Ἐπανάστα­ση τῆς Κρήτης, τόν βρίσκουμε μαζί μέ ἄλ­λους ἐθελοντές νά πολεμᾶ στά κρητικά βουνά. Ἀ­νάβει τότε πιότερο ἡ φλόγα του γιά τήν Ἐ­θνική Ἰδέα κι εἶναι πρόθυμος νά θυσιάσει τά πάντα. Ἔτσι, στόν ἑλληνοτουρκικό πόλεμο τοῦ 1897, δέν λυπᾶται τήν περιουσία του. Ξοδεύει τά χρήματά του, ὀργανώνοντας σῶμα ἀπό 70 Κερκυραίους ἐθελοντές καί ἀναχωρεῖ γιά τήν Ἤπειρο. Τούς ὁπλίζει καί τούς συντηρεῖ ὁ ἴδιος. Στ᾽ ἀλήθεια, τί γενναιοδωρία μεγαλειώδης! Τά συναισθήματά του ξεχύνει σ᾽ ἕνα γράμμα του πρός τήν ἀδελφή του:
 «Ἄρτα, 4 Ἀπριλίου 1897.
 Σέ χαιρετάω γιά μιά ἀκόμα φορά, πρίν προχωρήσω ἐκεῖ ὅπου δέν θά μοὖναι δυνατόν νά σοῦ γράψω ἀπάνω σέ τοῦτα τά βου­νά... Ξέρω πώς ἄν μέ χάσῃς, χάνεις τό πᾶν... Καί ἡ καρδιά μου σπαράζει στή σκέψη πού δέν μπόρεσα νά σοῦ κάμω οὔτε ἕνα ἐλάχιστο ἀπό τά τόσα καλά πού μοὔκαμες ἐσύ. Ποιός ξέρει; Ἴσως μπορέσουμε ἀκόμα νά ζήσουμε μαζί, εὐτυχισμένοι σέ μιά πατρίδα εὐτυχισμένη, τιμημένοι σέ μιά τιμημένη πατρίδα».
 Στή σφοδρή μάχη στά Πέντε Πηγάδια πολεμᾶ γενναῖα. Τραυματίζεται στό χέρι καί στόν βραχίονα. Εὐτυχῶς, ὁ κίνδυνος ξεπεράστηκε. Ἀκολουθεῖ ἡ πιό εὐτυχισμένη περίοδος τῆς ζωῆς του. Ἐκλέγεται βουλευτής τῆς Κέρκυρας καί ποθεῖ κι ἀπό κεῖνο τό μετερίζι νά βοηθήσει τήν πολύπαθη πατρίδα. Καταπληκτική εἶναι ἡ ὁμιλία του μέσα στή Βουλή γιά τή δημοτική γλῶσσα. Κι ἐπειδή κάποιος βουλευτής προηγουμένως εἶχε χαρακτηρίσει τή δημοτική χυδαία, ὁ Μαβίλης εἶπε τότε στόν λόγο του τή μνημειώδη φράση: «Δέν ὑ­πάρχουν χυδαῖαι γλῶσσαι, χυδαῖοι ἄνθρωποι ὑπάρχουν».
 Στόν Α΄ Βαλκανικό πόλεμο τοῦ 1912 δέν ἔχει πιά τήν οἰκονομική ἄνεση νά συντηρεῖ δικό του σῶμα ἐθελοντῶν. Ἡ καρδιά του ὅ­μως διψᾶ γιά λευτεριά, γιά ἀποτίναξη τοῦ μακραίωνου τουρκικοῦ ζυγοῦ. Κατατάσσεται ὡς ἐθελοντής μέ τόν βαθμό τοῦ λοχαγοῦ στό σῶμα τῶν Γαριβαλδινῶν, κάτω ἀπό τήν ἡγεσία τοῦ φιλέλληνα Ἰταλοῦ Γαριβάλδη. Τί κι ἄν εἶναι 52 ἐτῶν καί οἱ στρατιῶτες τοῦ λόχου του πολύ νεώτεροί του; Διασχίζει μαζί τους πεζός τή Μακεδονία, τή Θεσσαλία, τήν Ἤ­πειρο. Στόχος τους νά κονταροχτυπηθοῦν μέ τόν ἐχθρό καί νά πατήσουν τή χιονισμένη κορφή τοῦ Δρίσκου. Ἔτσι θά ἀνοιγόταν ὁ δρόμος γιά τά Γιάννενα. Πρός μεγάλη τους ἔκπληξη βρίσκουν στόν Μπαλντούμα, παραπόταμο τοῦ Ἄ­ραχθου, τή γέφυρα συντρίμμια. Δίχως ἀναβολή πέφτουν στά παγωμένα νερά του πού τούς ἔφταναν μέχρι τό στῆθος. Ὁ Μα­βίλης δέν δέχεται νά περάσει τό ποτάμι ἔ­φιπ­πος, ὅπως ἔκαναν οἱ περισσότεροι ἀξιω­μα­τικοί.
 25-26 Νοεμβρίου 1912. Σκληρές οἱ μάχες μέ τόν ἀντίπαλο. Κεῖ πάνω στά χιονισμένα βουνά γράφονται σελίδες ἡρωισμοῦ καί αὐ­τοθυσίας. Κι ὕστερα ἀπό πεντάωρη μάχη ὁ Δρίσκος εἶναι δικός τους, ὁλότελα ἑλληνικός! Σκιρτᾶ ἀπό χαρά ὁ ποιητής. Σάν κοπάσει ὁ πόλεμος καί βασιλεύσει ἡ εἰρήνη, πόσα σονέτα δέν θά γράψει γιά τοῦτες τίς ἑλληνικές ἐποποιΐες πού ὁ ἴδιος συμμετέχει!
  28 Νοεμβρίου 1912. Οἱ Τοῦρκοι ἐπιστρέφουν δυναμικότεροι. Κανόνια καί μυδράλλια χτυποῦν ἀσταμάτητα τούς Γαριβαλδινούς. Μές στή νύχτα γίνεται πολεμικό συμβού­λι­ο. Ἀποφασίζεται ἡ ἀποχώρηση. Ὁ Μαβίλης διαφωνεῖ. Χαράματα τῆς 29ης Νοεμβρί­ου. Πέφτουν οἱ ἐχθρικές ὀβίδες σάν βροχή κι αὐτός μέ τόν λόχο του ἀντιστέκεται ὁλόρθος. Καί τότε μιά σφαίρα τοῦ τρυπᾶ καί τά δυό του μάγουλα. Αἱμόφυρτος προχωρεῖ ὥς τό κοντινό παρεκκλήσι πού ἔχει μετατραπεῖ σέ πρόχειρο χειρουργεῖο. Ἀλλά ὁ νοῦς του κι ἡ καρδιά του ἔχουν μείνει στόν μαχόμενο λόχο του. Καθώς λοιπόν κατευθύνεται στό ὀρεινό χειρουργεῖο, σταματᾶ γιά πολύ λίγο νά κοιτάξει τούς ἀνδρείους στρατιῶτες του. Μιά δεύτερη σφαίρα φυτεύεται στόν λάρυγγά του. Ἄ­φθο­να ρέει τό αἷμα του, βάφοντας τά ὑψώματα τοῦ Δρίσκου. Γίνεται τό λίπασμα, γιά νά βλαστήσει σέ λίγο τό δέντρο τῆς λευτεριᾶς σ’ ὅ­λη τήν ἠπειρωτική γῆ.
 Μές στήν ἀντάρα τῆς φονικῆς μάχης ἀκούγονται τά ὕστατα λόγια του:
«Ὅλες τίς δόξες τίς περίμενα. Ὄχι ὅμως καί τή δόξα νά πεθάνω γιά τήν πατρίδα».
 Ὁ κερκυραῖος ποιητής συγκαταλέγεται πλέον στό πάνθεο τῶν ἡρώων.

Ἑλληνίς

"Ἀπολύτρωσις", Νοέμβρ. 2015

Δευτέρα, 16 Νοέμβριος 2015 19:27

Στέρεο ραβδί

  logginos cΣτή γῆ τῆς ἐρήμου, ἐκεῖ πού ἀνθίζουν μονάχα τά μυρίπνοα ἄνθη τοῦ ἀπόλυτου καί τοῦ ἀληθινοῦ, ξετυλίχθηκε ἀθόρυβα ὁ βίος τοῦ ὁσίου Λογγίνου. Ἀνήκει σ᾽ αὐτούς πού ἐγκα­τέλειψαν τά ἐγκόσμια γιά νά βιώσουν τά ὑπερκόσμια στή χώρα πού κανένα ἐκ­τυφλωτικό γήινο φῶς δέν ἀποσπᾶ τόν ἄνθρωπο, ἐκεῖ πού νικῶνται τά ρέοντα καί τά πρόσκαιρα. Ὁ ῞Οσιος διατυπώνει λιτά τήν ἐμπειρία τῆς ἀσκητικῆς του βιοτῆς: «Ἡ νηστεία ταπεινώνει τό σῶμα, ἡ ἀγρυπνία καθαρίζει τόν νοῦ, ἡ ἡσυχία φέρνει τό πένθος, τό πένθος βαπτίζει τόν ἄνθρωπο καί τόν ἀπαλλάσσει ἀπό τήν ἁμαρτία».

 Ἕνας ἀπό τούς λόγιους καί σοφούς ἀσκητές τῆς ἐρήμου ὑπῆρξε ὁ ὅσιος Λογγῖ­νος. Τό σπινθηροβόλο πνεῦ­μα του καί ἡ ἄρτια ἐσωτερική του συγκρότηση ἀναδεικνύονται μέσα ἀπό τούς λόγους του, ὅπως διασώζονται στά ἀποφθέγματα τῶν Πατέρων. Νοτισμένα μέ τή δρόσο τῶν δακρύων τῆς προσευχῆς καί ποτισμένα μέ τόν ἱ­δρώ­τα τοῦ πνευματικοῦ μόχθου, τά λόγια του μεταφέρουν σέ μᾶς τήν πνευματική του συγκομιδή: «Ὥσπερ ὁ νεκρὸς οὐκ αἰσθάνεται τινός, οὐδὲ κρίνει τι­νά, οὕτω καὶ ὁ ταπεινόφρων οὐ δύναται κρίναι ἄνθρωπον» (Εὐεργετινός, σελ. 280). Κι ὅταν κάποτε ὁ Ὅσιος ρωτήθηκε ποιά ἀρετή εἶναι μεγαλύτερη ἀπό ὅλες, ἀπάντησε μέ λόγο μεστά θεολογικό: «Καθὼς ἡ ὑπερηφανία εἶναι με­γαλυτέρα ἀπὸ ὅλας τὰς κακίας καὶ τὰ πάθη, ὥστε ὁποὺ ἐδυνήθη νὰ ρίψη καὶ τοὺς Ἀγγέλους ἀπὸ τὸν Οὐρανόν, ἔτσι ἐκ τοῦ ἐναντίου ἡ ταπεινοφροσύνη εἶναι μεγαλυτέρα ἀπὸ ὅλας τὰς ἀρετάς. Ἐπειδὴ αὐτὴ δύναται νὰ ἀναβιβάσει ἀπὸ τὰς ἀβύσσους τὸν ἄνθρωπον. Διὰ τοῦτο καὶ ὁ Κύριος πρωτύτερα ἀπὸ ὅλους μακαρίζει τοὺς πτωχοὺς τῷ πνεύματι: ἤτοι τοὺς ταπεινούς» (Εὐεργετινός, σελ. 275).
Ὁ ἅγιος Λογγῖνος βίωνε μέ χαρισματική κατάνυξη τήν ὥρα τῆς προσ­ευχῆς καί τῆς ψαλμωδίας. Ἀντικρύζοντάς τον μέσα στή μεθυστική εὐτυχία τῆς κοινωνίας μέ τόν Θε­ό, ἕνας μαθητής του τόν ρώτησε:
- Ἀββᾶ, αὐτός εἶναι ὁ πνευματικός κανόνας, νά κλαίει ὁ μοναχός, ὅταν κάνει τήν ἀκολουθία του;
Καί ὁ Γέροντας τοῦ ἀπάντησε:
- Ναί, παιδί μου, αὐτός εἶναι ὁ κανόνας πού ἐπιζητεῖ ὁ Θεός.
Βέβαια, ὁ Θεός δέν ἔπλασε τόν ἄν­θρωπο νά κλαίει, ἀλλά νά χαίρεται καί νά εὐφραίνεται καί νά τόν δοξάζει, ὅ­πως οἱ ἄγγελοι, μέ τήν καθαρή καί ἀ­ναμάρτητη ζωή του. Ὅμως ὁ ἄνθρωπος ἔ­πεσε στήν ἁμαρτία καί γι᾽ αὐτό εἶναι ἀνάγκη νά κλαίει, ἐνῶ ὅ­που δέν ὑπάρχει ἁμαρτία, ἐκεῖ δέν ἔχει θέση τό κλάμα».
Οἱ ψίθυροι τοῦ Πνεύματος, πού πνέει χαρισματικά στήν ἔρημο, φθάνουν ὥς ἐμᾶς μέ τή ζωή καί τή διδασκαλία τοῦ ὁ­σίου Λογγίνου, ὁ ὁποῖος ἐκοι­μή­θη εἰρηνικά καί ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τή μνήμη του στίς 17 Νοεμβρίου.
Ἐμεῖς οἱ χριστιανοί τοῦ σήμερα, πού μᾶς σαγηνεύει τό ἄπειρο ἀλλά ἀπειλεῖ διαρκῶς τή ζωή μας τό μηδέν, ἄς στηριχθοῦμε στό στέρεο ραβδί τῶν ἔμ­πειρων πνευματικῶν ὁδοιπόρων, γιά νά ὁδηγηθοῦμε στή Βασιλεία τοῦ Θε­οῦ.

Ἰχνηλάτης

"Ἀπολύτρωσις", Νοέμβριος 2015

Κυριακή, 15 Νοέμβριος 2015 03:00

Ἡ μόδα τῆς ἀθεΐας

trend of atheism C Φοριέται ὅλο καί πιό πολύ. Κοντά στά ἄλλα πρόσφατα καινοφανῆ φαινόμενα, τῶν ὁποίων ὑπήρξαμε μάρτυρες, παρα­κολουθοῦμε καί τίς ὁλοένα αὐξανόμενες ἐπιθετικές ἐκδηλώσεις τοῦ ἐγχώριου ἀ­θεϊσμοῦ: Πολιτικοί, δημόσιοι λειτουρ­γοί, ὁμάδες καί σύλλογοι βάλλουν ποικιλο­τρόπως κατά τῆς πίστης. Ἐπιδιδόμενοι σέ ἕνα ἀκατάπαυστο σφυροκόπημα κατά τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπαιτοῦν «χωρισμό κράτους -Ἐκκλησίας».
 Ὁμάδα, μάλιστα, ἀθέων ἔγινε δεκτή ἀπό ἐπίσημα πρόσωπα τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας. Συζήτησαν μέ τούς ἁρμόδιους γιά τήν κατάργηση τῶν ἁγιασμῶν, ἐκ­κλη­σιασμῶν, εἰκόνων στά σχολεῖα, τῆς ἀνα­φο­ρᾶς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, τήν ἀπαλλα­γή ἀπό τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν καί τήν ἀντικατάστασή του ἀπό μάθημα φιλοσοφίας τῶν θρησκειῶν σέ μία τάξη τοῦ Λυκείου, συμπεριλαμβανομένης καί τῆς ἀθεϊστικῆς προσέγγισης. Ἡ ὁμάδα ἔλαβε διαβεβαιώσεις γιά ἱκανοποίηση τῶν αἰτημάτων της.
 Καταρχάς, ἡ μανία τήν ὁποία ἐκδηλώνουν οἱ δηλώνοντες ἄθεοι κατά τῆς ὀρ­θόδοξης πίστης ἀποδεικνύει ὅτι ὁ Χρι­στός εἶναι ζωντανός καί ἀληθινός. Δέν τά βάζει κανείς μέ ἕναν νεκρό καί ἀπολιθωμένο. Οἱ λυσσώδεις ὅμως προσπάθειες ἐκδίωξης τοῦ Χριστιανισμοῦ προδίδουν μᾶλλον ἀντί-θεϊσμό καί ὄχι ἁπλῶς ἀθεϊσμό.
  Οἱ ἀναλυτές τοῦ φαινομένου τῆς ἀ­θεΐας διακρίνουν τρία στάδια: τήν ἐπιθετικότητα κατά τῆς θρησκείας, τή θρησκευ­τική ἀδιαφορία καί τή λαθραία ἤ ὑποσυν­είδητη εἰσαγωγή μίας νέας δεισιδαιμονί­ας, προκειμένου νά καλυφθεῖ τό κενό ἀπό τήν ἐγκατάλειψη τῆς προηγούμενης θρησκείας. Οἱ δυτικές κοινωνίες βρί­σκον­ται ἤδη στό τρίτο στάδιο, καθώς εἰσ­ελαύνει κατακλυσμιαῖα ἡ συγκρητιστική Νέα Ἐποχή, μέ τήν «πολλά ὑποσχόμενη» γιόγκα, τόν πνευματισμό, τήν ἀστρολογί­α, τό φένγκ σούι, τή μαγεία κ.ἄ. Προ­φα­νῶς, ὁ σύγχρονος Εὐρωπαῖος κλίνει περισσότερο πρός μία νέα εἰδωλολατρία, παρά πρός μία συνεπῆ καί ἐνσυνείδητη ἀθεΐα.
  Παρατηρήθηκε μάλιστα τό παράδο­ξο, ὁ ἀθεϊσμός νά γίνεται θρησκεία μέ «ἐκκλησία» καί «ἕδρα» τή Μεγάλη Βρετανία, ὅπου - καθόλου τυχαῖο- τό ἕνα τέταρ­το τῶν Βρετανῶν δηλώνουν ἄθεοι!
  Ἀλλά καί στήν πατρίδα μας δέν εἶναι μικρή ἡ φθορά πού ἔχουμε ὑποστεῖ. Οἱ Νεοέλληνες, τρεφόμενοι μέ τά ὑποπροϊ­όντα καί τά βοθρολύματα τῆς τηλεόρασης ἔχουν πάψει νά ἀντλοῦν χαρά ἀπό τήν Ἐκκλησία. Ἄλλες πρακτικές πῆραν τή θέ­ση της, ὅπως ἡ διαδικτυακή πλοήγηση, οἱ σαββατιάτικες ἔξοδοι, τό χρηματιστήριο, τό ποδόσφαιρο, ἡ δουλειά, τό χόμπι, ἡ ἐνασχόληση μέ τήν ἐπιστήμη, τήν τέ­χνη• οἱ ὀρθόδοξες γιορτές ὑποκαθίστανται ἀπό τίς «παγκόσμιες ἡμέρες» καί τά ὀνομαστήρια ἀπό τά γενέθλια. Ἔ­τσι, ἡ πνευματική ἀναζήτηση ἔχει ἀποκοιμηθεῖ, ἐνῶ, ὅταν ξυπνάει, συχνά κατευθύνεται στόν ἀνατολικό μυστικισμό (πρβλ. γιόγκα κτὅ.). Μέ τόν τρόπο αὐτό στρώθηκε τό χαλί τῆς ἀθεΐας.
  Ὁ Φώτης Κόντογλου, τοῦ ὁποίου φέ­τος γιορτάζουμε τά πενήντα χρόνια ἀπό τήν κοίμησή του, ἔλεγε: «Ἡ ἀπιστία εἶναι ῾῾ἡ πλατεῖα πύλη καὶ εὐρύχωρος ὁδός᾽᾽, πού δέν πιστεύουνε (οἱ ἄπιστοι) πώς εἶ­ναι ῾῾ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ἀπώλειαν᾽᾽, ὅ­πως εἶπε ὁ Χριστός, ἀλλά ῾῾εἰς τὴν ἐπὶ γῆς εὐ­δαιμονίαν᾽᾽. Ἐνῶ ἡ πίστη εἶναι ῾῾ἡ στε­νὴ πύλη καὶ τεθλιμμένη ὁδός᾽᾽, πού δέν πιστεύουνε πώς εἶναι ῾῾ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ζωήν᾽᾽, ἀλλά ῾῾εἰς τὴν ἐπὶ γῆς δυστυχίαν καὶ περιφρόνησιν᾽᾽».
  Βαθύς καί διαφωτιστικός ὁ ψαλμωδός πρίν ἀπό αἰῶνες ἀποκάλυπτε: «Εἶπεν ἄφρων ἐν καρδίᾳ αὐτοῦ οὐκ ἔστι Θεός» (Ψα 13,1). Μόνο ἕνας ἄφρων, ἕνας ἀνό­ητος, κι αὐτός μέ τό ἀνόητο μυαλό του, μπορεῖ νά ἰσχυρισθεῖ ὅτι δέν ὑπάρχει Θεός. Πράγματι, ἡ ἀθεΐα εἶναι τρέλα! Χωρίς Θεό δέν ζῆ ἡ ἀνθρώπινη ψυχή οὔτε ἰσορροπεῖ.
  Ἀναμφισβήτητα, μέσα στήν Ὀρθοδοξία ἡ ἀποδοχή τῆς ὕπαρξης τοῦ Θεοῦ εἶ­ναι πορεία, τρόπος ζωῆς καί ὄχι σκέψης καί λογικῆς. Εἶναι βιωματική ἐν ταπεινώσει σχέση καί ἀποδοχή τοῦ Θεοῦ καί ὄχι ἐγωιστική καί ὀρθολογιστική κατανόηση. Προσεγγίζεται μόνον μέ ταπεινή καρδιά ἀπό ἐκείνους τούς «πτωχοὺς τῷ πνεύμα­τι» πού ὁ Κύριος μακάρισε.
  Ὅσο καί ἄν λυσσομανοῦν οἱ υἱοί τοῦ σκότους, «ἡ Ὀρθοδοξία ἦταν πάντοτε ἡ σπονδυλική στήλη τοῦ Γένους». Ἀπόκλι­ση ἀπό τήν Ἐκκλησία σημαίνει θάνατος τοῦ Γένους. Αὐτή τήν ἀλήθεια διατύπωσε κρυστάλλινα ὁ κύρ-Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης καί τά λόγια του παραμένουν μοναδικά ἐπίκαιρα: «Ἄγγλος ἤ Γερμανός ἤ Γάλλος δύναται νά εἶναι κοσμοπολίτης ἤ ἀναρχικός ἤ ἄθεος ἤ ὁτι­δή­ποτε. Ἔκαμε τό πατριωτικόν χρέος του, ἔκτισε μεγάλην πατρίδα. Τώρα εἶναι ἐ­λεύ­θερος νά ἐπαγγέλλεται, χάριν πολυτελείας, τήν ἀπιστίαν καί τήν ἀπαισιο­δοξίαν. Ἀλλά Γραικύλος τῆς σήμερον, ὅστις θέλει νά κάμη δημοσία τόν ἄθεον ἤ τόν κοσμοπολίτην, ὁμοιάζει μέ νᾶνον ἀνορθούμενον ἐπ᾽ ἄκρων ὀνύχων καί τανυόμενον νά φθάση εἰς ὕ­ψος καί φανῆ καί αὐτός γίγας. Τό ἑλληνικόν ἔθνος, τό δοῦ­λον, ἄλλ᾽ οὐδέν ἧττον καί τό ἐλεύθερον, ἔχει καί θά ἔχη διά παντός ἀνάγκην τῆς θρησκείας του».

Εὐδοξία Αὐγουστίνου

"Ἀπολύτρωσις", Νοέμβριος 2015