Σε μία πολιτισμένη και ευνομούμενη κοινωνία θεωρείται αυτονόητο οι υπεύθυνοι άρχοντές της να νομοθετούν υπέρ του φυσιολογικού και αγαθού και εναντίον του παρά φύσιν και βλαβερού. Η διαχρονικά αναντίρρητη αυτή αρχή ανατρέπεται εκ βάθρων στην περίπτωση του λεγομένου «συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης». Το νομοθέτημα αυτό στην ουσία του δεν είναι τίποτε άλλο από μία υπεραπλουστευμένη καὶ πρὸς τὸ χείρον τείνουσα μορφή του γνωστού νομοθετήματος για τον πολιτικό γάμο, εφ όσον αντιμετωπίζει την συμβίωση με απόλυτη αδιαφορία για τον Θεό, τον δημιουργό του ανθρώπου, αρνείται τον μυστηριακό της χαρακτήρα, ανοίγει τον δρόμο για την αναγνώριση της ομοφυλοφιλίας ως φυσιολογικής σχέσεως και διευκολύνει ακόμη περισσότερο την διάλυση της οικογενείας στην αποδεκτή για αιώνες μορφή της. Παρ’ όλον ότι οι εισηγηταί της δήλωναν πως η ισχύς του εν λόγω νομοθετήματος θα καταστήση τα πρόσωπα που «συμβιώνουν ελευθερα» περισσότερο υπεύθυνα, στην πραγματικότητα αυτό νομιμοποιεί κραυγαλέα την ανευθυνότητα (ο όρος χρησιμοποιείται με την σημασία, που έχει στον καθημερινό λόγο ως ασυνειδησία ή αναξιοπιστία, κατά τον Γ. Μπαμπινιώτη). Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος με τον οποίο δημοσιογράφος, η οποία αξιολογοῦσε το προτεινόμενο νομοσχέδιο «θετικά», απευθυνόταν τότε σε όσους ἐπρόκειτο να το αξιοποιήσουν για να τους αναγγείλει: «Συνυπογράφοντας δηλαδή ένα συμβόλαιο με το έτερον ήμισυ δεν θα σας επιβάλει να φορέσετε βέρα και κυρίως θα σας επιτρέπει να δραπετεύσετε όποτε εσείς θελήσετε».
Αναμφίβολα, λοιπόν, η ανευθυνότητα αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό και διακριτικό γνώρισμα της «ελεύθερης συμβίωσης». Αυτό τὸ δηλώνει πρώτα πρώτα το ίδιο το όνομα της. «Ελεύθερη», για όσους την «εβάπτισαν» έτσι, σημαίνει συμβίωση απαλλαγμένη από δεσμεύσεις. Καθένας από τους δύο, που συμμετέχουν στην ιδιόρρυθμη αυτή σχέση, δεν αναλαμβάνει καμμία ουσιαστική και μόνιμη υποχρέωση για τον άλλο. Αυτό το φρόνημα εκφράζουν αρκετοί νέοι της εποχής μας, οι οποίοι συμβιώνουν ελεύθερα και αναβάλλουν συνεχώς την σύναψη γάμου με το γνωστό επιχείρημα: «Είναι νωρίς να δεσμευθώ. Θέλω να ζήσω τη ζωή μου». Αλλά και η φιλοσοφία του γνωστού «Συμφώνου» κινείται στην ίδια γραμμή. Θεμελιώνεται στην βάση ότι οι πολίτες που θα συμβιώνουν ως ζεύγη είναι απαραίτητο να απαλλαχθούν από όλες τις ουσιαστικές δεσμεύσεις μεταξύ τους και να διατηρήσουν μόνον κάποιες τυπικές, αλλά και αυτές με ιδιαίτερη χαλαρότητα.
Είναι κοινά αποδεκτό ότι ανάμεσα στα βασικά και κύρια γνωρίσματα του ανθρωπίνου προσώπου είναι η υπευθυνότητα. Ο κάθε άνθρωπος οφείλει να είναι υπεύθυνος, επειδή είναι πλασμένος «κατ’εικόνα Θεού» και επομένως ελευθερος. Με την κακή όμως χρήση τῆς ἐλευθερίας η υπευθυνότητα μπορεί να μετατραπή σε ανευθυνότητα.
Συστατικό γνώρισμα της ανευθυνότητας αποτελεί η αποφυγή των δεσμεύσεων, ενώ, αντίθετα, συστατικό γνώρισμα της υπευθυνότητας αποτελεί η ανάληψη των δεσμεύσεων. Ο καλός και αγαθός άνθρωπος ως υπεύθυνο πρόσωπο δεσμεύεται απέναντι στο άλλο πρόσωπο και αγωνίζεται με φιλότιμο να ανταποκριθή όσο καλύτερα μπορεί στις δεσμεύσεις του. Αυτή η υπευθυνότητα αποτελεί με την σειρά της γνώρισμα της γνήσιας και αυθεντικής αγάπης. Όποιος αληθινά αγαπά, ξέρει να θυσιάζεται. Και θυσιάζεται, διότι έχει υπευθυνότητα και τηρεί τις δεσμεύσεις του. Αντίθετα, όποιος δεν αγαπά δεν μπορεί και να θυσιασθή. Και δεν μπορεί να θυσιασθή, επειδή δεν είναι υπεύθυνος. Και δεν είναι υπεύθυνος, όταν δεν θέλει να δεσμευθή. Πρόκειται για αυτό ακριβώς που συμβαίνει στην λεγόμενη «ελεύθερη συμβίωση». Αυτήν την συμβίωση, που, σε τελική ανάλυση, σκοτώνει την ίδια την αγάπη στην γνήσια και αυθεντική της μορφή.
Νομίζω πως το τραγικώτερο λάθος του νομοθέτη είναι η μεταφορά της ανευθυνότητας από την χώρα της απαξίας στο βασίλειο των αξιών, και συγχρόνως η απαξίωση της υπευθυνότητας. Αυτό σημαίνει ανατροπή της φυσικής τάξεως, αποδιοργάνωση του ανθρωπίνου προσώπου, κατάργηση των προδιαγραφών, με τις οποίες ο άνθρωπος έχει πλασθή από τον Δημιουργό του, και διαστρέβλωση των προσωπικών ανθρωπίνων σχέσεων. Δεν πρόκειται απλώς για μία λανθασμένη εκτίμηση, αλλά για ριζικὴ ἀλλοίωση τῆς ἀνθρωπίνης φυσιολογίας καὶ καταστροφική επέμβαση στη δομή του ανθρωπίνου προσώπου και των υγιών σχέσεών του με τα άλλα πρόσωπα.
Είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτά τα οποία σημειώνονται στην απολογητική έκθεση του Συμφώνου: «Ανεξάρτητα από την αμφισβήτηση περί ηθικώς, κοινωνικώς η νομικώς αποδεκτό, αλλά και από την σκοπιμότητα για την θεσμοποίηση ενώσεων μεταξύ προσώπων του ιδίου φύλου, η διαφορετικότητα των καταστάσεων συνηγορεί για την νομοθετική αντιμετώπισή τους».
Γίνεται, λοιπόν, παραδεκτό από τους ίδιους τους εμπνευστές και πρωτεργάτες του νομοθετήματος ότι υπάρχει σοβαρή και καθολική αμφισβήτηση του μορφώματος, που προκλητικά επεχείρησαν να καλύψουν νομοθετικά. Και ενώ η τεκμηριωμένη αμφισβήτηση παρακάμπτεται χωρίς καμμία ουσιαστική επιχειρηματολογία, η όλη προσπάθεια επιχειρείται να στηριχθή στο επιπόλαιο και ανεδαφικό επιχείρημα ότι η Πολιτεία πρέπει πάντα να προσαρμόζεται στις τρέχουσες αλλαγές και εξελίξεις και να διαμορφώνη ανάλογα τους νόμους και τους κανόνες σε κοινωνικά ζητήματα, όπως αυτά του γάμου και της συμβίωσης, χωρίς καμμία διάκριση αν πρόκειται για εξέλιξη προς το καλό η προς το κακό. Με βάση τη λογική αυτή δεν θα είναι καθόλου παράδοξο στὸ μέλλον η Ελληνική Πολιτεία να νομιμοποιήση την παιδοφιλία (όπως στην Ολλανδία), την κτηνοβασία (όπως στη Γερμανία), ή ακόμη τη νεκροφιλία, την κλοπή και τον φόνο.
Ενα πρώτο ενδεικτικό βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση αποτελεί η κατάθεση πρός ψήφιση του νομοσχεδίου για την επέκταση του «Συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης» στα ομόφυλα ζευγάρια, με το οποίο ουσιαστικά αναγνωρίζεται επίσημα η διαστροφή της ομοφυλοφιλίας. Η τραγικότητα της υποθέσεως ευρίσκεται στο ότι οι ένθερμοι υποστηρικταί αυτού του νομοσχεδίου πιστεύουν και διαλαλούν ότι η ομοφυλοφιλική δχέση είναι φυσιολογική. Όμως για να «βαπτίσουν» τὴν διαστροφή ως φυσιολογική κατάσταση, θα πρέπη να διαγράψουν την παγκόσμια λαϊκή παράδοση πολλών αιώνων, που θεωρεί την ομοφυλοφιλία διαστροφή, την φιλολογική παράδοση με την ίδια αντίληψη, που αποτυπώνεται στα λεξικά και στις εγκυκλοπαίδειες σχεδόν μέχρι τα τέλη του εικοστού αιώνος, τη νομική παράδοση, που θεωρεί ακόμη κολάσιμες ύβρεις τους σχετικούς με τους ομοφυλοφίλους χαρακτηρισμούς, και την έγκριτη ιστορία της Παλαιάς Διαθήκης για τα Σόδομα και τη Γομόρα, που επιβεβαιώνεται, εκτός των άλλων, και από την έλλειψη εμβίων όντων στη Νεκρά Θάλασσα. Για τον ίδιο σκοπό είναι επίσης απαραίτητο γι αυτούς, να αθετήσουν τους θεόπνευστους λόγους του αποστόλου Παύλου, σύμφωνα με τους οποίους «αί τε θήλειαι αυτών μετήλλαξαν την φυσικήν χρήσιν εις παρά φύσιν, ομοίως δε και οι άρσενες αφέντες την φυσικήν χρήσιν της θηλείας εξεκαύθησαν εν τη ορέξει αυτών εις αλλήλους, άρσενες εν άρσεσι την ασχημοσύνην κατεργαζόμενοι και την αντιμισθίαν ην έδει της πλάνης αυτών εν εαυτοίς απολαμβάνοντες» (Ρωμ. 1,26-27), και να αναζητούν ανύπαρκτα ή προκατασκευασμένα «επιστημονικά» ιατρικά συμπεράσματα, για να στηριχθούν τελικά στις δικές τους αυθαίρετες και εμπαθείς ιδεοληψίες.
Στο ζήτημα που μας απασχολεί παρατηρούνται όντως αλλαγές και εξελίξεις, αλλά σίγουρα προς το χειρότερο καὶ με τραγικά αποτελέσματα. Μία προσεκτική μελέτη είναι πολύ εύκολο να καταδείξη, όπως βεβαιώνουν και σχετικές έρευνες, τη στενή σχέση που υπάρχει ανάμεσα στη χαλάρωση και εκτροπή των οικογενειακών δεσμών και στα φαινόμενα των αμέτρητων δραμάτων με τα ναρκωτικά, τα εγκλήματα, τις αυτοκτονίες, τα διαζύγια, τις καταθλίψεις, τη σεξουαλική ασυδοσία και τα αφροδίσια νοσήματα, συμπεριλαμβανομένου και του έηντς.
Πολύ εύλογα δερωτώνται οι νουνεχείς: Γιατί άραγε η Ελληνική Πολιτεία αναλαμβάνει να διευκολύνη τον γεμάτο ανευθυνότητα ἄνθρωπο, που επιθυμεί να «δραπετεύση» από την φυσιολογική, ρυθμισμένη από τον Δημιουργό και επιτυχημένη για χιλιετίες συμβίωση, και όχι να υπερασπιστή τον υπεύθυνο, που εγκαταλείπεται, κάποτε και με τα αθώα τέκνα του, χωρίς έλεος; Δεν είναι αυτή νομοθετική πράξη υπέρ του κακού και εναντίον του αγαθού; Έφθασε, λοιπόν, η Ελληνικη Πολιτεία σε τέτοιο σημείο καταπτώσεως, ώστε, απορρίπτοντας τα δοκιμασμένα για αιώνες κριτήρια, να νομιμοποιή αρνητικά καὶ διαλυτικά της κοινωνίας φαινόμενα; Για την περίπτωση αυτή πιστεύω πως δεν υπαρχουν πιο εκφραστικοί και επίκαιροι λόγοι από τους θεόπνευστους εκείνους του προφήτου Ησαία: «Ουαί οι λέγοντες το πονηρόν καλόν και το καλόν πονηρόν, οι τιθέντες το σκότος φως και το φως σκότος, οι τιθέντες το πικρόν γλυκύ και το γλυκύ πικρόν. Ουαί οι συνετοί εν εαυτοίς και ενώπιον αυτών επιστήμονες» (5,20-21).
Πιστεύω ότι κανείς εχέφρων άνθρωπος δεν μπορεί να υποστηρίζη ότι η ανευθυνότητα κατατάσσετται στα θετικά, στα αγαθά γνωρίσματα του ανθρώπου, και ότι το κράτος έχει καθήκον να την ευνοή και να την κατοχυρώνει νομοθετικά. Πολύ δε περισσότερο η Εκκλησία, που αποτελεί «στύλο και εδραίωμα της αληθείας» (Α’Τιμ. 3,15), δεν επιτρέπεται να κάνη εκπτώσεις, να μετατρέπη τις απαξίες σε αξίες και να αφήνη έκθετα τα παιδιά της στη λαίλαπα της σχετικοκρατίας και της καταστροφικής ισοπεδώσεως των πάντων. Γι αυτό ήταν κρυστάλλινη, αλλά και συγχρόνως θαρραλέα, η αγιοπνευματική της ομολογία, που έγινε με το ανακοινωθέν της Διαρκούς της Ιεράς Συνόδου στις 17 Μαρτίου 2008, η οποία «διακηρύσσει τον απόλυτο σεβασμό και την παραδεδομένη τιμή προς το υπό της Εκκλησίας τελούμενο ιερό μυστήριο του Γάμου, του οποίου σκοπός είναι η αμοιβαία πνευματική συμπλήρωση των συζύγων για την εν Χριστώ Ιησού σωτηρία και καρπός αυτού τα τέκνα. Η Εκκλησία δηλαδή δέχεται και ευλογεί την παραδεδομένη τέλεση του Γάμου κατά το Ορθόδοξο Τυπικό, ενώ θεωρεί πορνεία κάθε άλλη «συζυγική» σχέση εκτός αυτού», καθώς επίσης και με το Ανακοινωθέν της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας στις 13 Οκτωβρίου 2013, στο οποίο πρόσφατα παρέπεμψε, και σύμφωνα με το οποίο «... σύγχρονα σχήματα οργάνωσης του ιδιωτικού βίου των ανθρώπων – εναλλακτικές μορφές οικογενείας – για την Εκκλησία και τη θεολογία της περί γάμου και οικογενείας συνιστούν ‘εκτροπές΄ του οικογενειακού θεσμού, όπως αυτός διαμορφώθηκε και λειτούργησε επί αιώνες στη ζωή του εκκλησιαστικού σώματος. ...Φαινόμενα ‘εκτροπές΄ ἐξαιρετικά επίκαιρα για την ελληνική πραγματικότητα είναι ο πολιτικός γάμο, η μονογονεϊκή οικογένει, η ελεύθερη συμβίωση και ο λεγόμενος γάμος τών όμοφυλοφίλων».
Όσο και εάν στα μάτια των αμυήτων σε ζητήματα Ορθοδόξου πίστεως καὶ ἤθους η θέση αυτή φαίνεται αναχρονιστική και σκληρή, είναι αυτή ακριβώς που εκφράζει με λιτότητα και σαφήνεια την αναλλοίωτη διδασκαλία της Ορθοδόξου Πίστεως, όπως αυτή αποκαλύφθηκε από τόν Ιησού Χριστό, κηρύχθηκε από τους αποστόλους (Μτθ. 5,19· Πρξ. 15,20· Α’ Κορ. 5,1 κ. ἑ.· 6,18· Α’ Θεσ. 4,3) και ἔγινε ἀποδεκτὴ από τους αγίους όλων των αιώνων (βλ. σχετικά κείμενα του αγίου Βασιλείου, του αγίου Χρυσοστόμου, του αγίου Νικοδήμου του αγιορείτου κ. ά.). Αυτή η Αλήθεια είναι εκείνη που μόνη διασώζει την αξία της υπευθυνότητας και της αυθεντικότητας στα ανθρώπινα πρόσωπα.
Αρχιμ. Αυγουστίνος Γ. Μύρου, Δρ Θ.
Χριστούγεννα 2015. Παραμονή τοῦ ἁγίου Νικολάου, καί ὅπως κάθε χρόνο ἔτσι καί τώρα στολίζω τό σπίτι. Δέντρα, μπάλες, γιρλάντες, φωτοσωλῆνες καί ἀμέτρητα λαμπάκια. Ἔχει νυχτώσει κι ἐγώ στά μπαλκόνια συνεχίζω τό στόλισμα. Παγώνουν τά δάχτυλά μου, ἀλλά οὔτε πού περνάει ἀπ᾽ τό μυαλό μου νά σταματήσω. Τό βλέμμα μου ὅμως σκοντάφτει στά σπίτια τοῦ χωριοῦ• σκοτεινά, βουβά, παραπονεμένα. Μόνο κανα-δυό ἔχουν κάτι νά φωτίζει, ἀλλά καί αὐτά πολύ δειλά, σάν νά ντρέπονται γιά τή χαρά τους ἤ γιατί ξεχωρίζουν ἀπό τά ὑπόλοιπα.
Μιά γλυκειά μελαγχολία μ᾽ ἔχει σκεπάσει. Τί κρίμα, ἡ ἄγνοιά μας -κυρίως αὐτή- δέν μᾶς ἀφήνει νά ζήσουμε αὐτό τό θαυμαστό γεγονός. Γιατί δέν ξέρουμε τί γιορτάζουμε. Μᾶς μάθανε ὅτι γιορτάζω σημαίνει πλούσια δῶρα, τραπέζια, βιτρίνες, ἐξόδους. «Χωρίς αὐτά δέν γιορτάζω, ὁπότε ποιός ὁ λόγος νά στολίσω, ποιός ὁ λόγος νά χαρῶ φέτος», μᾶς φωνάζουν τά περισσότερα σπίτια. Μά εἶναι Χριστούγεννα...
Τί κρίμα, ἀφήσαμε νά κλέψουν τή χαρά μας! Τά μάτια τῆς ψυχῆς εἶναι κλειστά, μά ὁ Χριστός φωνάζει: «Ἐγώ ἦρθα στή γῆ γιά σένα, γιά σᾶς. Ἐγώ ἀπό Θεός ἔγινα ἄνθρωπος, ὑπέφερα, ταπεινώθηκα, σταυρώθηκα γιά σένα, γιά σᾶς. Καί σεῖς πῶς μπορεῖτε νά εἶστε λυπημένοι; Πῶς μπορεῖτε νά σιωπᾶτε σ᾽ αὐτό τό γεγονός καί τά λαμπάκια τῆς ψυχῆς σας νά τά ἔχετε καταχωνιασμένα; Πῶς μπορεῖτε νά μή γιορτάζετε;».
Ἔχω τελειώσει τό στόλισμα καί ὁμολογῶ ὅτι ἡ σκοτεινιά τοῦ χωριοῦ μ᾽ ἐπηρέασε. Ὅλα εἶναι ἕτοιμα. Ὅμως γιά λίγο κοντοστέκομαι... νά τά βάλω στήν πρίζα, νά φωταγωγήσω ὅλο τό σπίτι... Μά καί ἄν κάποιοι μοῦ ποῦν: «Ἔ, βέβαια τί ἀνάγκη ἔχεις ἐσύ;». «Γιατί νά μή στολίσεις;». Μιά μικρή ἐνοχή μέσα μου...
Μά τί χαζές σκέψεις! Ὁ Χριστός ἦρθε στή γῆ γιά ὅλους μας, δέν ἔκανε ἐπιλογή ὁ Θεάνθρωπος. Δέν μίλησε σέ λίγους ἀφήνοντας στά σκοτάδια τῆς πλάνης τούς πολλούς. Δέν ἀγκάλιασε μόνο τούς ἁγίους. Τήν ἀγάπη του τήν ἅπλωσε παντοῦ, σάν τίς ἀκτίνες τοῦ ἥλιου.
Ἔχω περάσει διάφορα Χριστούγεννα, πού ἀνάλογα μέ τήν ποσότητα τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν τά κατέτασσα σέ καλά ἤ σέ ἄσχημα. Χριστούγεννα ὅμως μέ Χριστό εἶναι ἡ πρώτη φορά πού θά κάνω. Γιορτάζω δέν σημαίνει θυμοῦμαι ἤ τιμῶ πανηγυρικά κάποιο γεγονός. Γιορτάζω σημαίνει ξαναζῶ αὐτό ἀκριβῶς πού ἔζησαν τότε.
Μιά κυρία μοῦ εἶπε: Ἐμένα μ᾽ ἀρέσει τό Πάσχα, ὄχι τά Χριστούγεννα. Μά πῶς θά ἐρχόταν ἀνάσταση, ἄν δέν εἶχε προηγηθεῖ ἡ γέννηση... Τελικά τό νά λυπηθεῖς εἶναι πιό εὔκολο ἀπό τό νά χαρεῖς... Ὁ Χριστός ὅμως μᾶς θέλει χαρούμενους καί χαρά χωρίς Χριστό δέν ὑπῆρξε καί δέν θά ὑπάρξει ποτέ.
Καλά Χριστούγεννα!
Ἕνα μέλος τῶν Κύκλων μελέτης ἁγ. Γραφῆς
Στίς ἀρχές τοῦ Ὀκτώβρ ἐ.ἔ., στό Πανόραμα Θεσσαλονίκης, κοιμήθηκε ἐν Κυρίῳ ὁ γνωστός στό πανελλήνιο καί σέ πολλές χῶρες τοῦ κόσμου ἀρχιμανδρίτης π. Συμεών Κραγιόπουλος.
Μέ συγκίνηση χαράσσω αὐτές τίς γραμμές, καθώς θυμοῦμαι τούς παλιούς δεσμούς πού συνέδεσαν τόν ἐκλιπόντα μέ τήν Ἀδελφότητα ΑΠΟΛΥΤΡΩΣΙΣ κατά τά φοιτητικά του χρόνια. Ἦταν ἀπό τούς πρώτους οἰκοτρόφους τοῦ οἰκοτροφείου τῆς Ἀδελφότητος, στόν δεύτερο ὄροφο πολυκαιρινῆς οἰκοδομῆς στήν ὁδό παλαιά Ἀριστοτέλους καί Σωκράτους. Ὑπῆρξε σύνοικος καί ὁμοδίαιτος νέων οἱ ὁποῖοι ἀναδείχθηκαν καταξιωμένες προσωπικότητες καί εὐεργέτησαν τήν κοινωνία ὡς ἐπίσκοποι, ἱερεῖς, ἱεροκήρυκες, συγγραφεῖς, εἰδικοί καί γενικοί σύμβουλοι ὑπουργῶν καί πρωθυπουργῶν, ἐκπαιδευτικοί ὅλων τῶν βαθμίδων, δόκιμοι κοινωνικοί ἐργάτες, εὐλογημένοι οἰκογενειάρχες.
Καταγόμενος ἀπό τή Ρητίνη Πιερίας ὁ ἤδη μακαριστός γέροντας τελείωσε τίς γυμνασιακές σπουδές του σέ καιρούς δύσκολους, τά πρῶτα χρόνια μετά τή λήξη τῆς γερμανικῆς Κατοχῆς, καί ἦρθε στή Θεσσαλονίκη γιά νά σπουδάσει στή Θεολογική Σχολή, πού μόλις εἶχε ἱδρυθεῖ τό 1942. Ὁ πόθος του γιά τά ἱερά γράμματα παραμέρισε κάθε ἄλλη ἐπιθυμία καί δυνατότητα. Μποροῦσε νά σπουδάσει σέ ὁποιαδήποτε ἄλλη σχολή, αὐτός ὅμως πόθησε τή «σχολή τῶν σχολῶν», τή Θεολογική. Ἀλλά ἔμελλε νά ἐκπληρωθεῖ αὐτός ὁ πόθος μετά ἀπό πολλές περιπέτειες: Ὁ μικρός ἀριθμός τῶν ἐγγραφέντων δέν δικαιολογοῦσε τή λειτουργία τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς. Ἔτσι ὁ Κωσταντῖνος -αὐτό ἦταν τό βαφτιστικό του ὄνομα- ἀναγκάσθηκε νά γυρίσει στό χωριό, στίς σκληρές ἀγροτικές ἐργασίες, πού τοῦ κληροδότησαν προβλήματα ὑγείας, τά ὁποῖα τόν συνόδευαν σέ ὅλη τή ζωή του ὡς ἕνας «σκόλοψ τῇ σαρκί».
Ὡς δῶρο τοῦ Θεοῦ δέχθηκε ἀργότερα τήν εἴδηση ὅτι ἡ Πολιτεία μέ σχετικές διατάξεις διευκόλυνε τούς ἐγγεγραμμένους σέ πανεπιστημιακές σχολές νά προσέλθουν στίς ἐξετάσεις χωρίς προηγούμενη φοίτηση. Ἔτσι ξαναῆρθε στή Θεσσαλονίκη. Τότε ἦταν πού τόν γνωρίσαμε, ἕνα ξανθό σγουρόμαλλο ἀγροτόπαιδο, μέ χέρια ροζιασμένα ἀπό τή δουλειά καί μέ προβλήματα στή σπονδυλική στήλη, ἀλλά καί μέ ἕνα καθαρό γαλανό βλέμμα. Βρῆκε φιλόξενη στέγη στό φοιτητικό οἰκοτροφεῖο τῆς Ἀπολυτρώσεως. Ἁπλός καί εὐκίνητος, εἰλικρινής καί πρόθυμος κέρδισε τή συμπάθεια καί ἀγάπη ὅλων. Ἐντάχθηκε στό Τμῆμα τῶν νέων τῆς Ἀδελφότητος καί στή χορωδία, λαμβάνοντας ἐνεργό μέρος σέ κάθε ἐκδήλωση. Ἦταν ἀπό τούς καλούς μαθητές στό «Σχολεῖο τοῦ Χριστοῦ», καί ὁ τότε πνευματικός τῆς Ἀδελφότητος μακαριστός π. Τιμόθεος Παπαμιχαήλ τόν συμπαθοῦσε ἰδιαίτερα. Ἐκτιμώντας τόν ζῆλο τοῦ νεαροῦ φοιτητοῦ καί τήν ἀπόφασή του νά ἀφοσιωθεῖ στά ἱερά γράμματα στάθηκε δίπλα του μέ σοφία καί στοργή. Θυμοῦμαι μέ πόση μέριμνα φρόντισε γιά τή νοσηλεία τοῦ Κωσταντίνου στό θεραπευτήριο τῆς Βούλας Ἀθηνῶν, πῶς τόν ἐπισκεπτόταν συχνά γιά νά τόν ἐνισχύσει, καθώς καί τίς εἰδικές λειτουργικές συνάξεις πού μᾶς ἔκανε στή Θεσσαλονίκη, γιά νά προσευχηθοῦμε ὅλοι ὑπέρ ὑγείας τοῦ μαθητοῦ τοῦ «Σχολείου τοῦ Χριστοῦ». Τόν στήριζε «μένειν ἐν Χριστῷ» καί τόν κατάρτιζε ὥστε ἐν καιρῷ νά ἀξιωθεῖ τῆς θεϊκῆς ἀναθέσεως «ποίμαινε τὰ πρόβατά μου». Οἱ δύο αὐτές φράσεις ἀποτελοῦσαν τίτλους φυλλαδίων μέ τά ὁποῖα μᾶς καλλιεργοῦσε ὁ π. Τιμόθεος στό «Σχολεῖο τοῦ Χριστοῦ».
Μετά τό πέρας τῶν σπουδῶν του ὁ Κωσταντῖνος, μέ τή συγκατάθεση καί ἐνέργεια τοῦ πνευματικοῦ του πατέρα προσῆλθε στίς τάξεις τοῦ ἱεροῦ κλήρου, γιά νά γίνει ποιμένας τῶν λογικῶν προβάτων τοῦ Κυρίου, ὅπως βαθιά τό ἐπιθυμοῦσε. Ὡς ἀρχιμανδρίτης Συμεών πλέον θά ἐργασθεῖ ἐπί πολλές δεκαετίες μέ σοφία καί γνώση, ἀλλά καί μέ ἁπλότητα καί ταπείνωση ὡς ἱεροκήρυκας, κατηχητής καί πνευματικός. Μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ χάρηκε πλούσιους τούς καρπούς τῆς διακονίας του. Χιλιάδες οἱ ψυχές πού στηρίχθηκαν κοντά του, ξεκουράσθηκαν στό πετραχήλι του, καθοδηγήθηκαν μέ τή συμβουλή του. Ἀλλά γι’ αὐτά θά γράψουν οἱ ἴδιοι οἱ εὐεργετημένοι μαθητές του, πού τά ἔζησαν, καί οἱ συνεχιστές τοῦ ἔργου του.
Ἐγώ μέ τό σημείωμα αὐτό θά ἤθελα ταπεινά ἐκ μέρους καί ὅλης τῆς Ἀδελφότητος, ἰδιαίτερα τῶν παλαιῶν μελῶν, πού προσωπικά τόν γνωρίσαμε, νά εὐχηθῶ ὁ Κύριος, πού κατέστησε τόν ἄξιο δουλευτή του Συμεών ἱερουργό τῶν Μυστηρίων Του ἐδῶ στή γῆ, νά τόν ἀξιώσει καί στό ὑπερουράνιο θυσιαστήριο νά Τόν ὑμνεῖ. Ἐκεῖ νά δέεται καί γιά τίς ψυχές πού ἐδῶ στή γῆ ἀγάπησε καί γιά τήν προκοπή ὅλου τοῦ ἔργου τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας του. Συμεών, ἀρχιμανδρίτου καί πνευματικοῦ, αἰωνία ἡ μνήμη!
Δημήτριος Χαρίσης
Κάθε φορά πού μπαίνει ὁ Δεκέμβριος, κυριαρχεῖ στόν νοῦ καί στήν καρδιά κάθε πιστοῦ μία εἰκόνα: αὐτή τῆς γέννησης τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ὀρθόδοξη ἁγιογραφία περικλείει σ’ αὐτή τήν εἰκόνα βαθιά θεολογικά μηνύματα. Ἀξίζει, λοιπόν, νά ἐνσκήψουμε κι ἐμεῖς λίγο πιό προσεκτικά καί νά προσλάβουμε τά ὑψηλά μηνύματα πού ἐκπέμπει κάθε ἀπεικονιζόμενο στοιχεῖο.
Ὁ Χριστός μας γεννιέται μέσα σέ ἕνα σπήλαιο. Τό μαῦρο χρῶμα στό ἐσωτερικό του παραπέμπει στό σκοτάδι τοῦ προχριστιανικοῦ κόσμου, στόν ζόφο στόν ὁποῖο ἦταν βυθισμένα τά ἔθνη πρίν ἀπό τόν ἐρχομό τοῦ Σωτήρα. Ἔρχεται στόν νοῦ μας ὁ λόγος τοῦ προφήτη Ἠσαΐα, «ὁ λαὸς ὁ πορευόμενος ἐν σκότει, ἴδετε φῶς μέγα» (9,2).
Τό φῶς πού ἔρχεται στόν κόσμο εἶναι ἀσφαλῶς τό θεῖο Βρέφος καί δηλώνεται πιό συγκεκριμένα μέ μία ἀκτίνα πού κατέρχεται ἀπό τόν οὐρανό καί ἀκουμπᾶ στό σπήλαιο. Εἶναι φῶς θεῖο, τό ἄκτιστο φῶς πού καταυγάζει τό μυστήριο. Σέ κάποιες εἰκόνες, στή μέση τῆς διαδρομῆς τῆς ἀκτίνας διακρίνεται ἕνα ἀστέρι, κατά τήν ἁγιογραφική διήγηση σχετικά μέ τόν ἀστέρα πού ἔστεκε πάνω ἀπό τή φάτνη καί μήνυε τό γεγονός.
Τό κεντρικό πρόσωπο, ὁ νεογέννητος Θεάνθρωπος, φεγγοβολεῖ. Ἡ ἁγιογράφηση ἀκολουθεῖ τήν εὐαγγελική διήγηση πιστά καί ἐμφανίζει τό θεῖο Βρέφος σπαργανωμένο. Τά σπάργανα ὑπαινίσσονται ἤδη ἀπό τή γέννηση τοῦ Κυρίου τά σάβανα τῆς ταφῆς του, ἀλλά καί ἡ φάτνη στήν ἀπεικόνισή της θυμίζει περισσότερο τόν τάφο.
Δίπλα στόν Χριστό δεσπόζει ἡ Παναγία Δέσποινα. Εἶναι ἡ μεγαλύτερη μορφή στήν εἰκόνα, καθώς αὐτή ὑπῆρξε ὁ μεγάλος συνεργάτης τοῦ Θεοῦ στήν ἐνανθρώπηση. Συνεσταλμένη, σεμνή, σιωπηλή. Μπροστά στό ἀπόκρυφο μυστήριο «ῥᾷον σιωπή». Κάποτε τό πρόσωπό της εἶναι στραμμένο ἔξω ἀπό τό σπήλαιο. Μέ αὐτή τή στάση οἱ ἁγιογράφοι ἀποδίδουν τό δέος τῆς Παναγίας ἐνώπιον τοῦ ἀπορρήτου θαύματος τῆς Γέννησης. Εἶναι φανερή ἡ τρυφερότητά της, ἀλλά ταυτόχρονα διατηρεῖ μία ἀπόσταση ὑπαγορευμένη ἀπό τή γνώση τῆς θεότητας. Εἶναι ἡ μόνη πού καταλαβαίνει πλήρως ὅτι μπροστά της βρίσκεται ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός καί διστάζει νά κοιτάξει.
Μέσα στό σπήλαιο κοντά στόν Χριστό βρίσκονται δύο ζῶα, ἕνα βόδι κι ἕνας ὄνος. Καί πάλι πίσω ἀπό αὐτή τήν ἀπεικόνιση θά συναντήσουμε τόν προφήτη Ἠσαΐα καί τά σκληρά ἐλεγκτικά του λόγια γιά τήν ἄλογη ἀνθρωπότητα· «ἔγνω βοῦς τὸν κτησάμενον καὶ ὄνος τὴν φάτνην τοῦ κυρίου αὐτοῦ· Ἰσραὴλ δέ με οὐκ ἔγνω καὶ ὁ λαός με οὐ συνῆκεν» (1,3). Μᾶς προτρέπει ἡ εἰκόνα δυναμικά νά μή φανοῦμε ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι ἀλογότεροι τῶν ἄλογων ζώων πού ἀναγνώρισαν τόν Δημιουργό τους καί τόν προσκύνησαν. Τό βόδι ἐκπροσωπεῖ τούς ἐθνικούς ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ, ἐνῶ ὁ ὄνος τούς Ἰουδαίους. Ἐνυπάρχει, ὡστόσο, στά δύο ζῶα κι ἕνα ἀκόμη σημαινόμενο: Τό ὀνάριο ἐκφράζει τήν ταπείνωση τοῦ Κυρίου μας πού γίνεται ἄνθρωπος, ἐνῶ ὁ βοῦς ὡς θυτικό ζῶο δηλώνει πώς ὁ Χριστός ἦρθε στή γῆ γιά νά θυσιαστεῖ ὑπέρ τῆς τοῦ κόσμου σωτηρίας.
Προχωρώντας ἔξω ἀπό τό σπήλαιο συναντοῦμε τόν Ἰωσήφ. Πολύ σοφά ἡ ὀρθόδοξη ἁγιογραφία δηλώνει μέ αὐτή τήν τοποθέτησή του στήν ἄκρη τῆς εἰκόνας ὅτι ἁπλῶς ὑπουργεῖ τό μυστήριο, δέν μετέχει. Δέν ἀνήκει στήν ἁγία οἰκογένεια, ἀλλά διακονεῖ ὡς προστάτης τοῦ θείου Βρέφους καί τῆς μητέρας του. Συνήθως κάθεται προβληματισμένος, προφανῶς γιατί τό μυστήριο τῆς ἐνανθρώπησης δέν εἶναι εὔκολο νά τό συλλάβει ἀνθρώπινος νοῦς.
Ἡ εἰκόνα πλαισιώνεται ἀπό τίς μορφές τῶν ἀγγέλων. Ντυμένοι μέ ἀρχαῖα ἐνδύματα, ἔχουν πλούσια κόμη πού δηλώνει τά πολλαπλά χαρίσματά τους καί μία κορδέλα πού συμβολίζει τό «μάζεμα», τή συνεχῆ συγκέντρωση τοῦ νοῦ στόν Θεό. Κάποιοι ἄγγελοι σκύβουν μέ σεβασμό πρός τό σπήλαιο, ἄλλοι δοξολογοῦν τόν Θεό στραμμένοι πρός τά οὐράνια καί ψάλλουν τό «δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» (Λκ 2,14), ἐνῶ ἕνας ἄγγελος μεταφέρει τό χαρμόσυνο ἄγγελμα στούς ποιμένες ὅτι «ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτήρ» (Λκ 2,11).
Οἱ βοσκοί εἶναι ἐκεῖνοι οἱ πρῶτοι ἁπλοϊκοί ἄνθρωποι πού πληροφορήθηκαν «τὸ ῥῆμα τοῦτο τὸ γεγονός» (Λκ 2,15) κι ἔσπευσαν νά προσκυνήσουν τόν σωτήρα Χριστό. Συνοδεύονται ἀπό τά πρόβατά τους, πού πιθανόν νά ἀποτέλεσαν καί δῶρο πρός τόν Ἐμμανουήλ, ἐνῶ ἄλλοτε ἀπεικονίζονται μέ φλογέρες· ἑνώνουν κι αὐτοί τό χαρμόσυνο τραγούδι τους μέ τό ἆσμα τῶν ἀγγέλων, συγχορεύουν γῆ καί οὐρανός. Ἀντιπροσωπεύουν τήν καλοκάγαθη μερίδα τῶν ἀνθρώπων πού πίστεψαν καί λάτρεψαν ἀμέσως τόν Χριστό ὡς τόν ἀναμενόμενο Μεσσία.
Στήν εἰκόνα ἁγιογραφοῦνται καί οἱ Μάγοι, παρόλο πού δέν προσκύνησαν τή βραδιά τῆς Γέννησης. Ἄλλοτε πάνω στίς καμῆλες τους κι ἄλλοτε σέ ἄλογα κρατώντας τά δῶρα τους ἐμφανίζονται στό σπήλαιο. Εἶναι οἱ σοφοί τῆς ἐποχῆς τους κι ἀντιπροσωπεύουν τά ἔθνη, τούς ἀναζητητές τῆς Ἀλήθειας ἔξω ἀπό τόν χῶρο τοῦ Ἰσραήλ. Ἡ παρουσία τους παροτρύνει τούς ἀνθρώπους τοῦ πνεύματος ὅλων τῶν αἰώνων νά ἀναγνωρίσουν τή σοφία στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, νά φωτιστεῖ ὁ δρόμος τους ἀπό τόν ἀστέρα καί νά κατακτήσουν τήν κατεξοχήν γνώση, πού δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τή γνώση τοῦ Θεοῦ. Ἄν κοιτάξουμε τούς μάγους προσεκτικά, διαπιστώνουμε στίς μορφές τους τή διαφορετική τους ἡλικία· μία ἀκόμη λεπτομέρεια τῆς ὀρθόδοξης εἰκόνας πού σηματοδοτεῖ πώς ὁ Χριστός ἦρθε γιά κάθε ἡλικία.
Ἡ ὀρθόδοξη παράδοση ἀπεικονίζει τή Γέννηση συμβολικά καί ἀντιρρεαλιστικά, χωρίς ρομαντισμούς καί συναισθηματισμούς. Στεκόμαστε μέ δέος, μέ συγκίνηση μπροστά στήν εἰκόνα τῆς Γέννησης. Καί παρακαλοῦμε καί ἱκετεύουμε τόν Ἐμμανουήλ νά λειτουργήσει μέσα μας, νά δράσει. Κάθε ἀπεικονιζόμενο πρόσωπο ἤ στοιχεῖο νά ἀκουμπήσει τό μήνυμά του στήν καρδιά μας, νά τό μελετήσουμε προσευχητικά, κατανυκτικά, νά μποῦμε κι ἐμεῖς σέ μιά γωνιά τῆς εἰκόνας μαζί μέ τούς πιστούς ὅλων τῶν αἰώνων καί νά προσκυνήσουμε τό γεγονός πού ἄλλαξε τή ζωή μας…
Ἀγγελική Τσιραμπίδου
Φιλόλογος
"Ἀπολύτρωσις", Δεκ. 2015
Χριστούγεννα τοῦ 2015 καί οἱ πιστοί θά ἑορτάσουν καί πάλι τήν γέννηση τοῦ Κυρίου μέσα σ’ ἕναν κόσμο πού σπαράσσεται ἀπό τίς δυνάμεις τοῦ κακοῦ. Ἰδιαίτερα φέτος ἡ πατρίδα μας ἔχει τό θλιβερό προνόμιο νά ὑποδέχεται αὐτή τήν περίοδο χιλιάδες πρόσφυγες ἀπό τίς ἐμπόλεμες περιοχές τῆς Ἀσίας -κυρίως τῆς Συρίας-, οἱ ὁποῖοι φεύγουν ἀπό τίς ἑστίες τους ἀναζητώντας ἕνα καλύτερο αὔριο. Πόσοι ἀπ’ αὐτούς τούς συνανθρώπους μας βρίσκουν τραγικό θάνατο στά παγωμένα νερά τοῦ Αἰγαίου! Πόσα παιδιά πνιγμένα ξεβράζει τό κῦμα στίς ἀκτές! Ἀμέτρητα τά θύματα, χιλιάδες οἱ κατεστραμμένες ζωές ἀθώων. Ὁ πόλεμος δείχνει τά δόντια του. Καί δέν εἶναι τό μόνο δεινό τῆς ἀνθρωπότητας. Οἱ χῶρες τοῦ τρίτου κόσμου, τό μεγαλύτερο μέρος τοῦ πλανήτη μας, μαστίζονται ἀκόμη καί σήμερα ἀπό τήν πεῖνα καί τήν ἐξαθλίωση, τῶν ὁποίων αἰτία εἶναι ἡ πλεονεξία τῶν πλουσίων. Ἡ ἐμπορία ἀνθρώπων, ἰδίως γυναικῶν καί παιδιῶν, γιά ποικίλες μορφές ἐκμετάλλευσης τείνει νά πάρει διαστάσεις παγκόσμιας ἐπιδημίας. Καί ἀναρωτιέται αὐθόρμητα κανείς: «Γιατί, Θεέ μου; Πῶς ἐπιτρέπεις νά βασιλεύει τό κακό καί ἡ ἀδικία; Πῶς συμβιβάζεται αὐτή ἡ κατάσταση μέ τήν ἀγαθότητά Σου; Γιατί δέν ἐπεμβαίνεις νά σώσεις τήν εἰκόνα Σου, τόν ἄνθρωπο, ἀπό τήν καταστροφή καί τόν ὄλεθρο; Γιατί δέν τιμωρεῖς τούς ἐνόχους;».
Ἀδιαφορεῖ, λοιπόν, ὁ Θεός μπροστά σ’ αὐτόν τόν θρίαμβο τῆς ἀπανθρωπιᾶς; Σιωπᾶ; Ὄχι· κάθε ἄλλο. Κατ’ ἀρχήν πρέπει νά τονισθεῖ ὅτι τό κακό δέν εἶναι ἐπιλογή τοῦ Θεοῦ ἀλλά τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεός προίκισε τόν ἄνθρωπο μέ τό δῶρο τῆς ἐλευθερίας. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ ἄνθρωπος μποροῦσε νά ἐπιλέξει ἀνάμεσα στούς δύο -μοναδικούς- δρόμους πού ἀνοίγονταν μπροστά του: στήν ὁδό τοῦ Κυρίου καί στήν ὁδό τῆς ἄρνησής Του. Διάλεξε τόν δεύτερο. Καθοδηγημένος ἀπό τόν Σατανᾶ, μέ ἀκέραια ὡστόσο τήν εὐθύνη τῆς ἐπιλογῆς του, ἐπέλεξε νά ἀρνηθεῖ τόν δημιουργό του. Αὐτή εἶναι ἡ πηγή καί ἡ ἀρχή τοῦ κακοῦ. Ἀπό τότε ὁ ἄνθρωπος, ἔχοντας τσακίσει τόν σύνδεσμό του μέ τήν ἀγάπη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, δέσμιος τῆς φθορᾶς καί τοῦ θανάτου, παραδόθηκε σέ δυνάμεις ἀντίθεες, στίς δυνάμεις τοῦ σκότους. Ἀπό τίς πρῶτες συνέπειες αὐτῆς τῆς κατάστασης ἦταν ὁ ἀτομικισμός καί ἡ ἀντιπαράθεση καί τό μῖσος γιά τούς συνανθρώπους του. Ὁ Ἀδάμ ὀχυρώνει ἐπιμελῶς τόν ἑαυτό του. Δέν εὐθύνεται αὐτός γιά τήν παράβαση τῆς ἐντολῆς, λέει, ἀλλά ἡ γυναίκα (Γέ 3,12). Ξαφνικά ἡ γυναίκα παύει νά εἶναι «ὀστοῦν ἐκ τῶν ὀστέων αὐτοῦ καὶ σὰρξ ἐκ τῆς σαρκὸς αὐτοῦ» (Γέ 2,23) καί γίνεται ὁ ἄλλος, πού τόν ἀπειλεῖ. Λίγο ἀργότερα ὁ Κάιν θά σκοτώσει τόν ἀδελφό του τόν Ἄβελ ἀπό φθόνο, καί στήν συνέχεια μυριάδες μιμητές του θά προσθέσουν στό αἷμα τοῦ ἀδικοσκοτωμένου τά αἵματα ἑκατομμυρίων ἀθώων.
Ὁ Κύριος βδελύσσεται τό κακό (βλ. Ψα 5,5-7). Ὅλη ἡ διδασκαλία τῆς Βίβλου, ὁ λόγος Του, εἶναι μιά ἀπερίφραστη καταγγελία τοῦ κακοῦ. Ἡ προτροπή τοῦ θεόπνευστου ψαλμωδοῦ «ἔκκλινον ἀπὸ κακοῦ καὶ ποίησον ἀγαθόν» (Ψα 33,15) ἠχεῖ σάν ἐπωδός στίς σελίδες της. Ὅμως ὁ Θεός, ἐπειδή ἀκριβῶς εἶναι ἀγαθότητα καί φιλανθρωπία (βλ. Α´ Ἰω 4,8), δέν ἐπεμβαίνει στήν βούληση καί στίς ἀποφάσεις τοῦ πλάσματός του. Θά μποροῦσε ἀσφαλῶς νά τό κάνει. Θά μποροῦσε νά συνετίσει «πάντας τοὺς ἐργαζομένους τὴν ἀνομίαν» (Ψα 5,6) μόνο μέ μία ἐντολή του. Ἀλλά τότε ὁ ἄνθρωπος θά ἔπαυε νά εἶναι ἐλεύθερος. Θά ἔπαυε νά εἶναι ἄνθρωπος. Θά μεταβαλλόταν σ’ ἕνα ἄλογο καί ἀνελεύθερο ζῶο. Καί ὁ Κύριος δέν θέλει κάτι τέτοιο. Σέβεται, λοιπόν, ἀπολύτως τήν ἐλευθερία του. Τήν σέβεται ἀκόμη καί ὅταν ὁ ἄνθρωπος σταυρώνει καί φονεύει ὄχι μόνο συνανθρώπους του ἀλλά καί αὐτόν τόν ἴδιο τόν Υἱό Του. Ἀκόμη καί τότε ὑπομένει καί δέν ἀντιδρᾶ μέ τήν θεϊκή του δύναμη. Μακροθυμεῖ καί περιμένει. Περιμένει μέσα στούς αἰῶνες νά ἀνταποκριθεῖ ὁ ἄνθρωπος ἐλεύθερα στό κάλεσμα τῆς ἀγάπης του καί νά μετανοήσει· «ἰδοὺ ἕστηκα ἐπὶ τὴν θύραν καὶ κρούω· ἐάν τις ἀκούσῃ τῆς φωνῆς μου καὶ ἀνοίξῃ τὴν θύραν, καὶ εἰσελεύσομαι πρὸς αὐτὸν καὶ δειπνήσω μετ’ αὐτοῦ καὶ αὐτὸς μετ’ ἐμοῦ» (Ἀπ 3,20).
Ὡστόσο ὁ Θεός εἶναι καί Θεός δικαιοσύνης. Ἤ μᾶλλον ἐπειδή εἶναι ἀγάπη εἶναι καί δικαιοσύνη. Τό κακό δέν θά θριαμβεύει γιά πάντα. Οἱ κραυγές τῶν θυμάτων του ἔφθασαν «εἰς τὰ ὦτα Κυρίου Σαβαώθ» (Ἰα 5,4). Ὁ πλοῦτος ὅσων ἀδικοῦν ἀμετανόητα θά σαπίσει, καί ὁ χρυσός πού συγκεντρώνουν θά σκουριάσει, καί ἡ σκουριά του θά καταφάει τίς σάρκες τους (βλ. Ἰα 5,3). Ὁ Κύριος ἑτοιμάζει κρίση. Ὄχι ὅτι ὁ Ἴδιος θά καταδικάσει τούς ἐνόχους. Θά τούς καταδικάσουν τά ἔργα τους (πρβλ. Ἰω 3,19-21). Ἐκείνη τήν φοβερή ἡμέρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας του θά ἀναστηθοῦν τά παιδιά πού κακοποιήθηκαν καί ἔπεσαν θύματα στυγνῆς ἐκμετάλλευσης καί θά κρίνουν τούς ἐκμεταλλευτές τους. Θά ἀναστηθοῦν ὅλοι ὅσοι ταπεινώθηκαν ἀπό τούς ὑβριστές καί ἀλαζόνες αὐτῆς τῆς γῆς, καί θά τούς δείξουν τόν δρόμο γιά τήν αἰώνια κόλαση. Κάποτε ὁ Κύριος θά «ἐξαλείψει… πᾶν δάκρυον… καὶ ὁ θάνατος οὐκ ἔσται ἔτι, οὔτε πένθος οὔτε κραυγὴ οὔτε πόνος οὐκ ἔσται ἔτι» (Ἀπ 21,4). Κάποτε θά ἀνατείλει καινούργιους οὐρανούς καί καινούργια γῆ «ἐν οἷς δικαιοσύνη κατοικεῖ» (Β΄ Πέ 3,13).
Τό ὑπόσχεται. Καί ὁ Κύριος τηρεῖ τίς ὑποσχέσεις του.
Εὐάγγελος Ἀλ. Δάκας
"Ἀπολύτρωσις", Δεκ. 2015
«Ὦ πτωχεία ὑπέρπλουτος!
Ὦ συγκατάβασις ὑπερύψιστος!»
«Μυστήριον ξένον καὶ παράδοξον» θά γιορτάσουμε σέ λίγες μέρες. Ὁ Θεός μεταξύ τῶν ἀνθρώπων, ὁ ἄχρονος γεννᾶται ἐν χρόνῳ, ὁ ἀχώρητος κείτεται σέ μιά γωνιά τῆς γῆς… τῆς γῆς πού ὁ ἴδιος δημιούργησε.
Κι ὅμως, ὅσο μεγάλος εἶναι ὁ ξένος ἐπισκέπτης, τόσο ἀπέριττη εἶναι ἡ ὑποδοχή πού ἡ γῆ τοῦ ἐπιφυλάσσει. «Ποῦ εἶναι ἡ προετοιμασία;», ρωτᾶ ὁ ἅγιος Νικόδημος στό βιβλίο του «Πνευματικά Γυμνάσματα», «ποῦ εἶναι ἡ ἀκολουθία τῶν δούλων;». Ἔλα μέσα στό σπήλαιο, μᾶς προτρέπει, καί ὄχι μόνον δέν θά βρεῖς τίποτε περιττό, ἀλλά ἀντίθετα θά διαπιστώσεις ὅτι λείπουν καί τά ἀναγκαῖα… δέν εἶχε οὔτε τίς ἐλάχιστες ἐκεῖνες ἀνέσεις πού εἶχε στό φτωχικό του σπίτι τῆς Ναζαρέτ. Ὁ Ἰησοῦς «προτίμησε ἑκουσίως τή φτώχεια», δέν εἶχε οὔτε τά αὐτονόητα πού ὅλοι ἀπολάμβαναν τότε, τήν περίοδο τῆς ἀπογραφῆς.
Καί τό σημαντικότερο; Ἀντίθετα ἀπό ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους, ὄχι μόνον δέν βδελύσσεται τή φτώχεια, δέν καμώνεται τόν πλούσιο, ἀλλά «κάνει ἐπίδειξη τῆς φτώχειας του». Πῶς; «Φωνάζει τούς ἀγγέλους ἀπό τούς οὐρανούς, ἀπό τούς ἀγρούς καλεῖ τούς ποιμένες γιά νά τόν προσκυνήσουν σέ κείνη τήν κατάσταση τῆς ἔνδειας καί τῆς ἐγκατάλειψης. Καλεῖ νά τόν ἐπισκεφτοῦν σέ κεῖνο τόν θρόνο τῆς εὐτελέστατης φάτνης καί σέ κείνη τήν αὐλή τοῦ πενιχρότατου σπηλαίου! Καί σάν ἄλλος ἐπισκέπτης ὁ ἅγιος Νικόδημος μπροστά σ᾽ αὐτό τό θέαμα ἀναφωνεῖ: «Ὦ πτωχεία ὑπέρπλουτος! Ὦ συγκατάβασις ὑπερύψιστος!»
Καλεῖ καί ἐμᾶς ὁ Ἅγιος νά μετάσχουμε στό θαῦμα τῆς πτώχευσης Αὐτοῦ, στόν ὁποῖο ἀνήκει «τὸ χρυσίον καὶ τὸ ἀργύριον», ὅπως λέει ὁ προφήτης. Νά ἐπισκεφθοῦμε τόν μικρό Ἰησοῦ στόν «θρόνο» τῆς φάτνης, στήν αὐλή τοῦ σπηλαίου, νά πάρουμε τά μάτια ἀπό τίς βιτρίνες τοῦ κόσμου καί νά σταθοῦμε μπροστά στό ἀπέριττο μετόχι τοῦ οὐρανοῦ. Νά ἀποσύρουμε τόν νοῦ ἀπό τήν ἡδονή τοῦ πλούτου καί νά ἀναλογιστοῦμε τήν ὑπέρπλουτη πτωχεία πού ἐκεῖνος ντύθηκε. Νά νιώσουμε ὄχι ντροπή γιά τήν ὅποια φτώχεια μας ἀλλά καμάρι, διότι μᾶς κάνει ὁμοίους τοῦ πλουσιότερου φτωχοῦ πού πάτησε πάνω σέ αὐτόν τόν πλανήτη.
Τώρα, ἐσύ πού μελετᾶς αὐτές τίς γραμμές, γράφει ὁ ἅγιος Νικόδημος, -καί σύ κι ἐγώ πού ζοῦμε αἰῶνες μετά- τί ἔχεις νά πεῖς; Ποιόν θά ἀφήσεις νά σέ κυριεύσει; Ὁ κόσμος πού σέ προτρέπει νά ζητᾶς πρῶτα τά ἐπίγεια πλούτη ἤ ὁ Χριστός πού νίκησε τόν κόσμο;
Δ. Καλογεράκη
Δρ Θεολογίας
"Ἀπολύτρωσις", Δεκ. 2015
Ἡ παγκοσμιοποιημένη ἐποχή μας καί ἡ νέα τάξη πραγμάτων, ἐνῶ ὅλο καί πιό πολύ καθιερώνει παγκόσμιες ἡμέρες καί γιορτάζει γενέθλια, ἐκτοπίζοντας τήν ὀνομαστική ἑορτή, δυσκολεύεται νά ἀποδεχτεῖ καί νά γιορτάσει τόν παγκόσμιο καί σωτήριο σταθμό τῆς ἱστορίας, τά γενέθλια τοῦ Χριστοῦ.
Εἶναι γνωστό, βέβαια, ὅτι καί στό παρελθόν πολλές φορές ἐπιχειρήθηκε ἡ κατάργηση τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων. Τό 1644 στή Βρεττανία ὁ Ὄλιβερ Κρόμγουελ καί τό κόμμα τῶν πουριτανῶν θέλησαν νά καταργήσουν μέ νόμο τά Χριστούγεννα. Ἐπίσης, στήν κομμουνιστική Ρωσία εἶχαν ἀπαγορευθεῖ τά Χριστούγεννα ἀπό τό 1917 ὥς τό 1990, τότε καί κατέρρευσε τό καθεστώς καί ἐξῆλθε νικητής τό θεῖο Βρέφος. Ἡ χειρότερη ὅμως πολεμική κατά τῶν Χριστουγέννων εἶναι αὐτή τῆς ἐκκοσμίκευσης, ἡ ὁποία ὑποβαθμίζει τό ὑπερκόσμιο γεγονός σέ ἐγκόσμιο καί τό ἐγκλωβίζει μέσα σέ στενά ὑλιστικά πλαίσια. Φθάσαμε ἔτσι νά προβάλλουμε μία ἐντελῶς εἰδωλολατρική ἀτμόσφαιρα στά σπίτια μας καί στήν κοινωνία μας καί τό ὅλο σκηνικό νά συμβάλλει στή «μαγεία τῶν Χριστουγέννων».
Στίς Η.Π.Α. καί σέ πολλές εὐρωπαϊκές χῶρες, γιά νά μήν προσβληθοῦν τάχα οἱ ἀλλόθρησκοι, ἐπιδίδονται σέ μία προσπάθεια ἀπάλειψης κάθε ἀναφορᾶς στά Χριστούγεννα. Δύσκολα βρίσκεις καί στή χώρα μας πιά στήν ἀγορά εὐχετήριες κάρτες πού νά ἀναγράφουν «καλά Χριστούγεννα». Συντονισμένες στό ἴδιο μῆκος κύματος καί οἱ μεγάλες ὁδικές ἀρτηρίες ἐκπέμπουν μέσῳ φωτεινῶν ἐπιγραφῶν τό μήνυμα «Καλές Γιορτές».
Στά σχολεῖα, ἐπίσης, τά ἐγχειρίδια καθόλου δέν βοηθοῦν τούς μαθητές μέσα ἀπό τό ὑλικό τους νά προσεγγίσουν τό μυστήριο τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως. Οἱ χριστουγεννιάτικες γιορτές τους -κι αὐτές ἐν πολλοῖς ἀλλοιωμένες- παρουσιάζουν πλήν ἐξαιρέσεων καλικαντζάρους καί ξωτικά! Τί κρίμα! Ὁ Χριστός ἦρθε νά μᾶς ἀπαλλάξει ἀπό τήν πολυαρχία τῶν εἰδώλων κι ἐμεῖς προσπαθοῦμε νά τά ἀναστήσουμε διά τῆς βίας.
Ἐπιπλέον, ἡ παγκοσμιοποίηση κατάφερε δυστυχῶς νά μᾶς κάνει νά πιστέψουμε πώς Χριστούγεννα χωρίς χριστουγεννιάτικο δένδρο δέν ὑφίστανται! Κατέληξε μάλιστα νά γίνει τό παγκόσμιο σύμβολο τῶν Χριστουγέννων, ἐνῶ παράλληλα πέτυχε νά βρίσκεται στό ἐπίκεντρο τῆς ἑορτῆς, ἀποσπώντας τήν προσοχή μας καί ἀπό Αὐτό ἀκόμη τό Θεῖο Βρέφος.
Κι ὅπως δέν νοοῦνται Χριστούγεννα χωρίς δένδρο, ἔτσι δέν νοοῦνται Χριστούγεννα χωρίς «Ἁι-Βασίλη». Ὁ «Σάντα Κλάους», ὅπως τόν λένε οἱ Δυτικοί -ὄνομα πού παραπέμπει στόν ἅγιο Νικόλαο-, δέν ἔρχεται πιά ἀπό τήν Καισάρεια ἀλλά ἀπό τόν Βόρειο Πόλο, χορηγίαις τῆς Coca-Cola Ἑλλάδος καί πάσης ὑφηλίου. Βεβαίως καμία σχέση δέν ἔχει μέ τίς σεπτές ἀσκητικές μορφές τῶν ἁγίων Νικολάου καί Βασιλείου.
Τό πιό ἀπογοητευτικό εἶναι ὅτι ἡ θεία Λειτουργία τῶν Χριστουγέννων ἔχει ἀντικατασταθεῖ ἀπό τά ξενύχτια, τά «ρεβεγιόν» καί τή χαρτοπαιξία. Τόσο ὅμως ὁ 43ος κανόνας τῶν Ἀποστόλων, ὅσο καί ὁ 50ός τῆς ΣΤ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καταδικάζουν μέ ἀφορισμό τούς πιστούς πού παίζουν μέ χρήματα!
Ἀκόμη πολλοί στήν Ἑλλάδα τῆς κρίσης καί τῆς φτωχολογιᾶς ὀργανώνουν κατά μόνας ἤ συλλογικά ἀποδράσεις ἐντός καί ἐκτός Ἑλλάδος. Μεταξύ τῶν ἄλλων προσφιλής προορισμός ἐσχάτως ἀποδείχθηκε ὁ «Μύλος τῶν Ξωτικῶν» στά Τρίκαλα. Πέρυσι ὀκτακόσιες χιλιάδες Ἕλληνες «ὀρθόδοξοι» τίμησαν δεόντως «τό μεγαλύτερο ἐργοστάσιο παραγωγῆς παιχνιδιῶν, χαρᾶς, δημιουργίας, ἐλπίδας», ὅπως μέσῳ διαφημίσεων αὐτοχαρακτηριζόταν. Μεγαλεπήβολοι οἱ στόχοι του: «Νά σκορπίσουν καί πάλι τά χαμόγελα, πού τόσο μά τόσο μᾶς ἔχουν λείψει. ... Ὁ Ἁι-Βασίλης καί τά ξωτικά γιά πρώτη φορά μοιράζονται μαζί μας τά πολύ καλά κρυμμένα μαγικά μυστικά τῆς ἐπιτυχημένης ὅλα αὐτά τά χρόνια ἀποστολῆς τους».
Γιά ὅλη αὐτή τήν ἀντι-χριστουγεννιάτικη περιρρέουσα ἀτμόσφαιρα καί τή βεβήλωση τῆς γέννησης τοῦ Χριστοῦ ὅποιος σέβεται τόν Χριστό καί τήν Ἑλλάδα αἰσθάνεται ἱερή ἀγανάκτηση. Μήπως ἐν τέλει ζοῦμε σέ κοινωνία νεο-εἰδωλολατρική, πού ὅλο καί περισσότερο ἀποϊεροποιεῖ τά Χριστούγεννα καί ἀντικαθιστᾶ τήν ἀναφορά στό σωτήριο ἐπέκεινα μέ νέα εἴδωλα, ξόανα καί ὑλικά ἀγαθά; Μέ θρασύτητα παρατηροῦμε νά γκρεμίζεται ὅ,τι ἔχει ἀπομείνει ἀκόμη ὄρθιο ἀπό τά ἁγνά ἤθη καί ἔθιμα τοῦ ὀδυνώμενου λαοῦ μας καί νά ἰσοπεδώνονται τά αἰώνια ἰδανικά μας. Πῶς ἡ ψυχή πού διψᾶ γιά ἀλήθεια καί ἀγάπη νά ξεδιψάσει πραγματικά μέ τέτοια ὑποκατάστατα; Πῶς νά γεμίσει μέ χαρά καί πληρότητα, ὅταν ἀπό τά Χριστούγεννα λείπει αὐτός ὁ ἴδιος ὁ Χριστός; Ἀποτέλεσμα: Γευόμαστε «τά Χριστούγεννα τῆς μοναξιᾶς, τῆς μελαγχολίας, τῆς κατάθλιψης». Νά οἱ καρποί τῆς ἄσωτης γιορτῆς!
Θά πρέπει νά τό καταλάβουμε ὅτι σήμερα προπαντός ἔχουμε ἀνάγκη ἀπό αὐτή τή ζωοδότρα πηγή, γιά νά παραμυθήσει τόν πόνο μας καί νά φωτίσει τά σκοτάδια μας. Ἡ πολλαπλή κρίση πού βιώνουμε δέν μπορεῖ νά ἀντιμετωπισθεῖ ἀποτελεσματικά, ἄν δέν χρησιμοποιήσουμε ἰσχυρά καί δοκιμασμένα πνευματικά ἀντίδοτα: τήν πίστη καί τήν ἐλπίδα μας στόν παντοδύναμο Κύριό μας καί τήν προσκύνηση τοῦ νηπιάζοντος Θεοῦ.
Καί καθώς ὅσοι ἐπιμένουν νά γιορτάζουν ρωμαίικα Χριστούγεννα βρίσκουν τήν εὐκαιρία αὐτές τίς ἡμέρες νά ξεφυλλίσουν λίγο Παπαδιαμάντη ἤ Κόντογλου, κλείνουμε μέ ἕνα ἀπόσπασμα ἀπό τόν δεύτερο, ἀφοῦ φέτος συμπληρώνονται πενήντα χρόνια ἀπό τήν κοίμησή του: «Ἀδέλφια μου, φυλάξτε τά ἑλληνικά συνήθειά μας, γιορτάστε ὅπως γιορτάζανε οἱ πατεράδες σας, καί μή ξεγελιόσαστε μέ τά ξένα κι ἄνοστα πυροτεχνήματα. Οἱ δικές μας οἱ γιορτές ἀδελφώνουν τούς ἀνθρώπους, τούς ἑνώνει ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Μήν κάνετε ἐπιδείξεις. ῾῾Εὐφράνθητε ἑορτάζοντες᾽᾽. Ἀκοῦστε τί λένε τά παιδάκια πού λένε τά κάλαντα: ῾῾Καί βάλετε τά ροῦχα σας, εὔμορφα ἐνδυθῆτε, στήν ἐκκλησίαν τρέξετε, μέ προθυμίαν μπῆτε, ν’ ἀκούσετε μέ προσοχήν ὅλην τήν ὑμνωδίαν, καί μέ πολλήν εὐλάβειαν τήν θείαν Λειτουργίαν. Καί πάλιν σάν γυρίσετε εἰς τό ἀρχοντικόν σας, εὐθύς τραπέζι στρώσετε, βάλτε τό φαγητόν σας. Καί τόν σταυρόν σας κάνετε, γευθῆτε, εὐφρανθῆτε. Δῶστε καί κανενός φτωχοῦ ὅστις τό ὑστερεῖται᾽᾽».
Εὐδοξία Αὐγουστίνου
Φιλόλογος - Θεολόγος
"Ἀπολύτρωσις", Δεκ. 2015
Μιά ἀπό τίς κατηγορίες τῶν φαρισαίων σέ βάρος τοῦ Χριστοῦ ἦταν ὅτι ὁ Χριστός συναναστρεφόταν τούς τελῶνες. Οἱ τελῶνες εἶχαν τή γενική καταφρόνια τοῦ ἰουδαϊκοῦ λαοῦ. Θεωροῦνταν δοσίλογοι καί ἁμαρτωλοί, διότι συνεργάζονταν μέ τίς ἀρχές τῆς ρωμαϊκῆς κατοχῆς στήν εἴσπραξη τῶν φόρων, πού γινόταν στίς λαϊκές ἀγορές τήν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου. Δηλαδή ἦταν δοσίλογοι ὡς ἐθνικοί μειοδότες καί ἁμαρτωλοί ὡς παραβάτες τῆς ἀργίας τοῦ Σαββάτου, πού ὅριζε ὁ μωσαϊκός νόμος.
Ὁ Χριστός δέν περιφρονοῦσε κανέναν ἄνθρωπο καί φυσικά οὔτε τούς τελῶνες. Μερικούς ἀπό αὐτούς μάλιστα τούς ἔκαμε ἀποστόλους του, ὅπως τόν ἀπόστολο Ματθαῖο. Πήγαινε στά σπίτια τους, ὅπως ἔκαμε στήν περίπτωση τοῦ ἀρχιτελώνη Ζακχαίου. Συμμετεῖχε στά δεῖπνα πού ὀργάνωναν καί συνέτρωγε μαζί τους. Ἡ συμπεριφορά αὐτή τοῦ Χριστοῦ ἦταν πρόκληση γιά τούς φαρισαίους, πού εἶχαν θεοποιήσει τήν τυπική ἐφαρμογή τοῦ νόμου. Σχολίαζαν πικρόχολα στούς μαθητές του Κυρίου: Γιατί ὁ διδάσκαλός σας συντρώγει μέ τελῶνες, πού εἶναι ἁμαρτωλοί; Ὁ Χριστός ἀπέκρουε τήν κατηγορία τῶν φαρισαίων μέ τόν ἰσχυρισμό ὅτι ὁ ρόλος του ἦταν νά θεραπεύει τούς ἀνθρώπους καί ὄχι νά τούς κρίνει. Ἔπρεπε ἑπομένως νά μή σταθεῖ στόν τύπο, πού ἐπέβαλε τήν περιφρόνηση τῶν ἁμαρτωλῶν, ἀλλά νά προχωρήσει στή οὐσία, πού ἦταν ὅτι καί οἱ τελῶνες ὡς παιδιά τοῦ Θεοῦ χρειάζονταν θεραπεία καί σωτηρία.
Ἄλλη βασική κατηγορία τῶν φαρισαίων ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ ἦταν ὅτι ὁ Χριστός ὁ ἴδιος παραβίαζε τήν ἀργία πού ὅριζε ὁ μωσαϊκός νόμος, διότι θεράπευε ἀρρώστους τήν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου. Πράγματι ὁ Κύριος ἔκαμε πολλές θεραπεῖες ἡμέρα Σαββάτου. Θεράπευσε τόν ἐκ γενετῆς τυφλό, τόν παράλυτο πού τοῦ εἶπε μάλιστα νά κουβαλήσει τό κρεβάτι του μέρα ἀργίας, τή συγκύπτουσα καί τόν χωλό στή συναγωγή κτλ. Τό ἐπιχείρημα τοῦ Κυρίου ἦταν ὅτι ἡ ἀργία τοῦ Σαββάτου ἦταν ἕνας τύπος, πού ἔγινε γιά νά ἐξυπηρετεῖ τόν ἄνθρωπο καί ὄχι νά τόν καταδυναστεύει. Ἔβαζε δηλαδή τόν ἄνθρωπο πάνω ἀπό κάθε νομική διάταξη. Προτιμοῦσε τήν οὐσία πού ἐξυπηρετοῦσε τόν ἄνθρωπο καί ὄχι τόν τύπο πού τόν ταλαιπωροῦσε.
Ἀκόμα καί ἄλλες κατηγορίες σχετικές μέ παράβαση τυπικῶν διατάξεων τοῦ νόμου διατύπωναν οἱ φαρισαῖοι ἐναντίον τοῦ Κυρίου. Τόν κατηγοροῦσαν ὅτι δέν νήστευε ὅπως ὅριζε ὁ νόμος, ὅτι δέν τηροῦσε τούς κανόνες καθαρμοῦ πρίν ἀπό τό γεῦμα καί τό δεῖπνο κτλ. Ὁ Χριστός σέ ὅλες τίς περιπτώσεις τῶν κατηγοριῶν αὐτῶν ὑπενθύμιζε τόν προφητικό λόγο «ἔλεον θέλω καί οὐ θυσίαν». Δηλαδή ἀπέκρουε τίς φαρισαϊκές κατηγορίες μέ τή θέση ὅτι ὁ Θεός δέν ζητᾶ ἀπό τούς ἀνθρώπους δυσβάστακτα βάρη καί ἐξωτερικές τυπολατρίες, ἀλλά ἀγάπη καί εἰλικρινῆ εὐσέβεια.
Εἶναι πάρα πολύ σημαντική ἡ θέση αὐτή τοῦ Κυρίου καί μᾶς ἀφορᾶ ὅλους. Γι’ αὐτό τά ἱερά εὐαγγέλια περιέσωσαν τά περιστατικά πού τήν προκάλεσαν. Κάποιες φορές μερικοί χριστιανοί φαρισαΐζουμε, χωρίς ἴσως νά τό καταλαβαίνουμε. Περιορίζουμε τή χριστιανικότητά μας σέ σκέτη τυπολα¬τρία ἤ τό πολύ-πολύ σέ ξερή καθηκοντολογία.
Νομίζουμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος γίνεται σωστός χριστιανός μόνο καί μόνο μέ τήν ἐξωτερική συμμόρφωσή του πρός τίς λατρευτικές καί ἠθικές διατάξεις τῆς Ἐκκλησίας. Ξεχνοῦμε τή βεβαίωση τοῦ ἀποστόλου Παύλου ὅτι τίποτε δέν εἴμαστε καί ὅταν ἀκόμα φτάσουμε τούς ἀγγέλους σέ γλωσσολαλιές καί ὅταν ψωμίσουμε ὅλα τά ὑπάρχοντά μας καί τά διανείμουμε στούς φτωχούς, ἐάν δέν ἔχουμε ἀγάπη μέσα μας. Δέν καταλαβαίνουμε ὅτι, ὅταν ὑπερτονίζουμε τήν ἐξωτερική συμμόρφωσή μας σέ τύπους καί νόμους, κινδυνεύουμε νά περιπέσουμε στή δαιμονική ψευδαίσθηση τῆς αὐτάρκειας. Δηλαδή ἐπειδή τηροῦμε τίς τυπικές διατάξεις τῆς Ἐκκλησίας, φτάνουμε κάποτε νά νιώθουμε ὅτι μέ τό σπαθί μας κερδίζουμε καί τή σωτηρία. Γι’ αὐτό στίς περιπτώσεις αὐτές δυσκολευόμαστε νά εὐγνωμονοῦμε «ἐκ βαθέων» τόν Θεό. Γιατί δέν αἰσθανόμαστε τή δωρεά Του.
Ὅμως ὅταν οἱ Χριστιανοί καταληφθοῦν ἀπό τήν ψευδαίσθηση αὐτή, ὅτι μέ τή δική τους τήρηση τῶν νόμων ἐξασφαλίζουν τή χριστιανικότητα, μοιραῖα καταλαμβάνονται ἀπό τήν σατανική ἔπαρση· ξεχωρίζουν τούς ἑαυτούς τους ἀπό τούς ἄλλους· θεωροῦν ἁμαρτωλούς καί καταδικασμένους ὅσους δέν συμφωνοῦν μαζί τους στήν τυπολατρική καί νομικίστικη νοοτροπία τους, περιχαρακώνονται σέ κλειστές κάστες, ἀποκόπτονται ἀπό τήν ἐνοριακή Ἐκκλησία, αὐτοθεωροῦνται οἱ «ἐλίτ» τῆς Ἐκκλησίας, θυμίζουν μέ τή συμπεριφορά καί τό ἦθος τους τήν ἄψογη ἐμφάνιση, ἀλλά ὕπουλη καί δολερή ψυχή τῶν φαρισαίων. Εἶναι οἱ χριστιανοί τῶν τύπων, πού δέν γεύτηκαν, παρ’ ὅλες τίς ἐπίπονες ἴσως προσπάθειές τους, τή χαρά καί τήν οὐσία τῆς γνήσιας χριστιανικότητας.
Ὑπάρχουν καί μερικοί ἄλλοι χριστιανοί, πού ἀπό ἀντίθεση πρός τούς φαρισαΐζοντες κάθε ἐποχῆς, καταντοῦν στό ἄλλο ἄκρο. Περιφρονοῦν κάθε ἠθική καί λατρευτική τάξη τῆς Ἐκκλησίας ὡς δῆθεν ὑποκριτική τυπολατρία καί σκοταδιστικό ἠθικισμό. Ὁμιλοῦν γενικά καί ἀόριστα καί «κουλτουριάρικα» γιά κάποια ἀφηρημένη καί ἀπροσδιόριστη ἐσωτερικότητα ἤ γιά κάποια οἰκονομικίστικη κατευθυνόμενη ἀπό τήν Πολιτεία κοινωνικότητα καί θεωροῦν αὐτές τίς «κενολογίες» ὡς τή γνήσια χριστιανικότητα. Θεωροῦν γενικά τελείως ἄχρηστους τούς τύπους στήν ἐκκλησιαστική λατρεία· ἀποκρούουν ὡς ἀναχρονιστικές τίς ἠθικές ἐπιταγές τῆς Ἐκκλησίας. Μέ πρόφαση τήν ἐλευθερία, ἐπινοοῦν κάποιο Χριστιανισμό κομμένο καί ραμμένο στά μέτρα τῆς ἰδιοσυγκρασίας καί τῆς νοοτροπίας τῆς ἐποχῆς καί τῆς συντροφιᾶς τους.
Πρέπει νά τό ποῦμε ξεκάθαρα. Βρίσκονται σέ πλάνη καί οἱ πρῶτοι καί οἱ δεύτεροι. Οἱ τυπολάτρες καταντοῦν φαρισαῖοι τῆς ἐποχῆς μας. Οἱ ἀρνητές τῶν ἐκκλησιαστικῶν τύπων καί ἠθικῶν διαταγῶν εἶναι οἱ εἰκονοκλάστες τῶν καιρῶν μας, γίνονται οὐσιαστικά ἀρνητές τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας.
Εἶναι βέβαιο, ὅτι ὁ τύπος χωρίς οὐσία σίγουρα ὁδηγεῖ στήν εἰδωλολατρία, στόν φανατισμό καί τόν σκοταδισμό. Ἀλλ’ ἐξ ἴσου βέβαιο εἶναι ὅτι καί ἡ παντελής ἄρνηση τῶν τύπων καί τῶν ἠθικῶν ἐπιταγῶν, σίγουρα ὁδηγεῖ σέ ἀπώλεια τῆς οὐσίας τῆς χριστιανικότητας. Ἀσφαλῶς ἐκεῖνο πού ἔχει ἀξία στό αὐγό εἶναι τό ἐσωτερικό του καί ὄχι τό τσόφλι· ἀλλά ἐξ ἴσου σίγουρο εἶναι ὅτι δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει τό ἐσωτερικό τοῦ αὐγοῦ χωρίς τό τσόφλι του. Ἔτσι γίνεται καί μέ τό θέμα τῆς οὐσίας καί τῶν τύπων στήν ἐκκλησιαστική ζωή.
Οὐσία τῆς γνήσιας χριστιανικότητας, τῆς πραγματικῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς εἶναι ἡ πνευματική καί βουλητική καί σωματική ἕνωση τοῦ χριστιανοῦ μέ τόν Θεάνθρωπο Χριστό. Ἡ τριπλή αὐτή ἕνωση κάνει τόν ἄνθρωπο πραγματικά «καινή κτίση», θεανθρώπινη ὕπαρξη, πού συμπεριφέρεται στόν κόσμο μέ τιμή καί μέ σεβασμό καί μέ ἀρωγή πρός ὅλους τούς ἄλλους ἀνθρώπους, πρός τούς δικαίους καί πρός τούς ἀδίκους, πρός τούς εὐσεβεῖς καί πρός τούς ἁμαρτωλούς.
Ὅμως στή γνήσια αὐτή ἐκκλησιαστική ζωή, στό πνευματικό καί βουλητικό καί σωματικό αὐτό μπόλιασμα τοῦ χριστιανοῦ μέ τόν Χριστό δέν φτάνει ὁ ἄνθρωπος ἀπό μόνος του καί θεωρητικά. Χρειάζεται βοήθεια, καθοδήγηση, συμπαράσταση. Ἀκριβῶς αὐτή τή βοήθεια πού χρειάζεται ὁ χριστιανός στήν πορεία του πρός τήν χριστοποίηση τήν προσφέρει ἡ Ἐκκλησία μέ τούς λατρευτικούς τύπους της καί μέ τούς ἠθικούς κανόνες της. Χωρίς τά μέσα αὐτά τῆς Ἐκκλησίας, δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά βρεῖ τή λύτρωσή του. Ἀλλά καί ὅταν στέκεται μόνο στά μέσα αὐτά ὁ χριστιανός καί ξεχνᾶ τόν στόχο του, καί τότε ἐκτρέπεται ἀπό τόν προορισμό του.
Τό σωστό, λοιπόν, εἶναι: οἱ χριστιανοί νά μή μένουν προσκολλημένοι δουλικά στούς τύπους καί στά ἐξωτερικά μόνο καθήκοντα, πού δέν ἀλλάζουν τό βάθος τῆς ὑπάρξεώς τους. Ἀλλά καί νά μή περιπίπτουν στήν ψευδαίσθηση ὅτι μόνοι τους θά τά καταφέρουν, χωρίς τήν ἐκκλησιαστική τάξη. Νά τηροῦν τήν ἐκκλησιαστική τάξη καί μέσα ἀπό αὐτήν νά στοχεύουν στήν ἕνωσή τους μέ τόν Χριστό, πού τούς μεταποιεῖ σέ σωστούς χριστιανούς, σέ ἁγίους πού σέβονται τόν Θεό καί τιμοῦν ὅλους τούς ἀνθρώπους.
Δῆμος Ματσκίδης
Ἀπολύτρωσις 47 (1992) 145-147
Μέ τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ καί τίς εὐχές τῶν τοπικῶν ἐπισκόπων ξεκινήσαμε τίς ἐργασίες τοῦ νέου ἱεραποστολικοῦ ἔτους στήν κεντρική αἴθουσα τῆς ἀδελφότητος καί στίς αἴθουσες τῶν παραρτημάτων.
Τήν ἀκολουθία τοῦ ἁγιασμοῦ τέλεσε τήν Κυριακή τοῦ Σπορέως (11 Ὀκτωβρίου) στήν κεντρική αἴθουσα, Πέλοπος 7, ὁ πρωτοσύγκελλος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, πανοσιολογιώτατος ἀρχιμανδρίτης π. Στέφανος Τόλιος, συμπαραστατούμενος ἀπό τόν π. Μιχαήλ Κόνια. Στή σύντομη καί μεστή προσλαλιά του ὁ πατήρ Στέφανος μᾶς μετέφερε τίς εὐχές καί εὐλογίες τοῦ παναγιωτάτου μητροπολίτου Θεσσαλονίκης κ. Ἀνθίμου καί ἐπισήμανε τή σοβαρότητα τοῦ πνευματικοῦ ἔργου, τή δύναμη τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου ἀλλά καί τήν εὐθύνη ὅλων μας: Νά μήν ἀρκούμαστε στήν ἀκρόαση τοῦ λόγου, ἀλλά νά τόν ἐφαρμόζουμε στήν καθημερινότητά μας καί νά τόν μεταφέρουμε στίς ψυχές πού διψοῦν τή σωτηρία.
Τό παράρτημα τῆς Κατερίνης ἁγίασε τήν Τετάρτη 15 Ὀκτωβρίου ὁ σεβασμιώτατος μητροπολίτης Κίτρους καί Κατερίνης κ. Γεώργιος. Τόν εὐχαριστοῦμε τόσο γιά τίς πατρικές εὐχές ὅσο καί γιά τήν παρουσία του.
Τέλος, στίς αἴθουσες τῶν δύο παραρτημάτων τῆς Ἀδελφότητος στήν Θεσσαλονίκη, τελέσθηκαν ἁγιασμοί τήν Κυριακή 18 Ὀκτωβρίου ἀπό ἐκπροσώπους τῶν οἰκείων μητροπολιτῶν: τόν πανοσιολογιώτατο ἀρχιμανδρίτη π. Βασίλειο Πολίτη στό παράρτημα τῆς Μαρτίου, Μαυρομιχάλη 23, καί στό παράρτημα τῆς Ἡλιουπόλεως, Ρήγα Φεραίου 72, ἀπό τόν πανοσιολογιώτατο ἀρχιμανδρίτη π. Παρθένιο Μαχαιριώτη.
«Κύριε, ἁγίασον, εὐλόγησον, στερέωσον» τό ἔργο σου, πρός σωτηρίαν ψυχῶν καί δόξαν τοῦ ὀνόματός Σου!
Τήν Τετάρτη 7 Ὀκτωβρίου, πραγματοποιήθηκε ἡ πρώτη σύναξη κυκλαρχῶν τοῦ τομέα κύκλων μελέτης τῆς ἁγίας Γραφῆς. Μετά τόν κατανυκτικό ἑσπερινό στόν ἱερό ναό τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, εἴχαμε τήν εὐκαιρία μιᾶς ὄμορφης πνευματικῆς ἐπικοινωνίας στήν αἴθουσα τῆς ἀδελφότητός μας. Οἱ λιτές σκέψεις τοῦ τομεάρχη π. Μιχαήλ Κόνια ἐνθάρρυναν, ἐνθουσίασαν ἀλλά καί προβλημάτισαν ὅλους. Νά μᾶς ἀξιώσει ὁ Θεός μέ τή δική του χά- ρη νά ἀνταποκριθοῦμε στό ὑψηλό ἔργο τῆς κατήχησης πού ἡ Ἐκκλησία μᾶς ἐμπιστεύεται!