Βρισκόμαστε στή Θεσσαλονίκη τοῦ 2ου αἰώνα μ.Χ.. Στό ὕψος περίπου τῆς Ἀρχαίας Ἀγορᾶς, στή σημερινή ὁδό Ἐγνατία εἶχε τήν εἴσοδό της ἡ ρωμαϊκή ἀγορά τῆς πόλης. Τήν κοσμοῦσε ἕνα μεγαλοπρεπέστατο μνημεῖο μέ στοές πού σχηματίζονταν ἀπό κολόνες. Πρόκειται γιά κορινθιακή κιονοστοιχία πάνω στήν ὁποία ἦταν τοποθετημένες ὀκτώ ἀνάγλυφες μυθολογικές μορφές πού σχετίζονταν μέ τή λατρεία τοῦ Διονύσου. Σύμφωνα μέ λαϊκό μύθο τά ἀγάλματα ἀναπαριστοῦσαν τή βασίλισσα τῶν Θρακῶν καί τή συνοδία της, πού μέ τήν ἐπενέργεια μαγικῶν μαρμάρωσαν. Γι’ αὐτό καί ὀνομάζονταν «οἱ μαγεμένες».
Περνοῦν τά χρόνια τά βυζαντινά καί προχωροῦμε πρός τό τέλος τῆς ὀθωμανικῆς κατοχῆς. Ὅλοι οἱ ξένοι περιηγητές σαγηνεύονται ἀπό τήν ὀμορφιά τῶν «μαγεμένων» καί γράφουν μέ θαυμασμό γιά τίς «Καρυάτιδες» τῆς Θεσσαλονίκης. Στά μέσα του 19ου αἰώνα τά ἀγάλματα ἔχουν πλέον ἐνταχθεῖ στή συνοικία Rogos τῶν ἰσπανοεβραίων οἱ ὁποῖοι τίς ἀποκαλοῦν μέ τό καστιλιάνικο ἰδίωμα Las Incantadas, ἐνῶ οἱ Ἕλληνες τά ὀνομάζουν «εἴδωλα» ἤ ἁπλῶς ἀγάλματα. Μάλιστα ἡ στοά τῶν Εἰδώλων ἔχει ἐνσωματωθεῖ πλέον στό σπίτι ἑνός πλούσιου ὑφασματέμπορα. Γιά περισσότερο ἀπό 100 χρόνια γίνονται ἐπανειλημμένες προσπάθειες γιά τήν ὑφαρπαγή τῶν ἀγαλμάτων ἀπό τούς ἑκάστοτε προξένους.
Ὥσπου ἐμφανίζεται στό προσκήνιο τό 1864 ὁ γάλλος Εmmanuel Miller, γνωστός γιά τίς ἱστορικές του ἔρευνες στή Θάσο. Μαθαίνει ὅτι ἄρχισε ἡ κατεδάφιση τῶν τειχῶν τῆς Θεσσαλονίκης. Στίς ἀρχές τοῦ Ὀκτωβρίου βάζει στό στόχαστρο τά ὀκτώ ἀγάλματα. Μέ μία γενναία δωροδοκία τοῦ σουλτάνου, θά καταφέρει νά πάρει τήν ἄδεια γιά νά μεταφέρει τά πολυπόθητα ἀγάλματα στή Γαλλία. Σέ ἐπιστολή πρός τή σύζυγό του γράφει: «Θά ἔχω λοιπόν τά ἀγάλματά μου, λέω θά ἔχω, γιατί ὑπάρχουν ἀκόμη μεγάλες δυσκολίες. Ὁ (ἑβραϊκός καί ἑλληνικός) πληθυσμός τῆς Θεσσαλονίκης θά ἐκμανεῖ ὅταν μάθει ὅτι θά πάρουν αὐτά τά ἀγάλματα.... Θά χρειαστεῖ ὁ πασάς νά στείλει ἔνοπλη δύναμη καί ὅσο διακριτικοί κι ἄν εἴμαστε τό νέο θά κυκλοφορήσει πο λύ γρήγορα. Τώρα πού ἡ τουρκική κυβέρνηση ἔδωσε τό λόγο της, δέν θά ἐπανέλθει καί πρέπει ὁπωσδήποτε νά δράσουμε». Ἔρχεται τό πολεμικό πλοῖο La mouette καί προσορμίζεται στήν περιοχή τῶν Μύλων τοῦ Ἀλλατίνι. Ὁ Miller σκόπευε νά μεταφέρει ἐκεῖ κρυφά τίς «μαγεμένες», γιά νά μήν ἀντιληφθεῖ ὁ λαός τήν κλοπή. Ὅμως τό κακόβουλο σχέδιο ἔγινε ἀντιληπτό καί ὁ ἀναβρασμός μεγάλωνε. Ἔντονες οἱ διαμαρτυρίες καί οἱ ἀντιδράσεις, μά δέν στάθηκαν ἱκανές νά ἀποτρέψουν τή λεηλασία. Τελικά ὁ Miller μέ τή βοήθεια τῶν Ὀθωμανῶν ἔσπασε, τεμάχισε τό μνημεῖο καί κατάφερε νά τό φορτώσει στό πλοῖο του. Μάλιστα τοῦρκοι στρατιῶτες ἀπομάκρυναν μέ μπαστουνόξυλα τούς ἀνθρώπους πού συνωθοῦνταν ἐκεῖ γύρω καί παρακολουθοῦσαν μέ ἐνδιαφέρον καί συγκίνηση τήν ἁρπαγή τῆς κληρονομιᾶς τους. Τελικά ἡ ἀρμάδα μέ τά κλεμμένα ξεκίνησε γιά τή Γαλλία τό Δεκέμβριο. Τά τελευταῖα κομμάτια τοῦ μνημείου πουλήθηκαν σέ Ἄγγλους, ἐνῶ ὅ,τι εἶχε ἀπομείνει στόν τόπο γιά νά θυμίζει τίς «μαγεμένες» καταστράφηκε κατά τή μεγάλη πυρκαγιά τοῦ 1917. Τά ὀκτώ φημισμένα ἀγάλματα ἔχουν διαγραφεῖ ἀπό τή μνήμη τῆς πόλης, ἐνῶ αὐτή τή στιγμή ἐξακολουθοῦν νά ἐκτίθενται στό μουσεῖο τοῦ Λούβρου. Στά γενέθλια καί στίς ἐπετείους ὁ κόσμος εἴθισται νά χαρίζει δῶρα. Ἐμεῖς, τιμώντας τά 100 χρόνια ἀπό τήν ἀπελευθέρωση τῆς Θεσσαλονίκης δέν ζητοῦμε δῶρο, ἀλλά τή δίκαιη ἐπιστροφή αὐτῶν πού μᾶς ἀνήκουν, πού ἀποτελοῦν τήν πολιτιστική μας κληρονομιά. Ὅσο γιά τήν ἄδεια πού ἀκούστηκε πρόσφατα ὅτι θά μᾶς παραχωρήσει τό μουσεῖο Λούβρου γιά νά ἐκθέσουμε γνήσια ἀντίγραφα τῶν «μαγεμένων» στή Θεσσαλονίκη, τό θεωρῶ παραλογισμό. Ἡ πόλη πρέπει νά ἔχει αὐτούσιο τό μνημεῖο τους. Κι ἄν αὐτά τά ἀπαράμιλλα ἔργα τέχνης τοῦ τόπου μας μαγεύουν καί σαγηνεύουν κι ἄλλους λαούς, μποροῦμε νά δώσουμε ἄδεια ἀντιγράφων. Λογικόν καί δίκαιόν ἐστι. Ἀγγελική Τσιραμπίδου
Φιλόλογος
|
26 ᾿Οκτωβρίου 1912. «᾿Εδῶ ἡ δόξα σταματᾶ καί ξαποσταίνει ἡ νίκη. ᾿Αρχόντισσα, βυζαντινή κυρά, Θεσσαλονίκη». ῾Η πόλη τοῦ ῾Αγίου Δημητρίου ξανασαίνει. Σπάζει ἐπιτέλους τίς ἁλυσίδες τῆς σκλαβιᾶς, πού ἀπό τό 1430 μ.Χ. ἔπεφταν βαρειές πάνω της καί τήν καταδυνάστευαν.
26 ᾿Οκτωβρίου 2009. ῞Ενα ἐγκώμιο θέλω νά πλέξω σ᾿ αὐτούς τούς ἀφανεῖς ἥρωες, στόν ἕλληνα λοχαγό ᾿Αθανάσιο Σουλιώτη - Νικολαΐδη καί στόν ἕλληνα γιατρό Φίλιππο Νίκογλου. ῞Ενα φόρο τιμῆς θέλω νά ἀποδώσω σ᾿ αὐτούς τούς ἀνύσταχτους ἀγωνιστές. Τό μύρο τῆς εὐγνωμοσύνης μου θέλω νά ξεχύσω σ᾿ αὐτούς τούς φίλτατους εὐεργέτες μου.
Στά πλαίσια τῆς συμμαχίας μέ τούς Βουλγάρους, ὁ Σουλιώτης τοποθετεῖται ἀπό τήν ἑλληνική πρεσβεία στή Σόφια στρατιωτικός σύνδεσμος στήν 7η βουλγαρική μεραρχία. ᾿Αρχίζει νά ἔχει ἄσχημα προαισθήματα, καθώς παρατηρεῖ στίς 22 ᾿Οκτωβρίου 1912 γρήγορες κινήσεις τῶν βουλγαρικῶν τμημάτων στήν ῎Ανω Τζουμαγιά. Ρωτᾶ νά μάθει τά σχέδιά τους, μά κανείς δέν τοῦ λύνει τίς ἀπορίες. Γιά καλή του τύχη ἀνταμώνει τόν γιατρό Φίλιππο Νίκογλου, πού ὑπηρετεῖ στό χειρουργεῖο τῆς 7ης βουλγαρικῆς μεραρχίας. Δίχως χρονοτριβή ὁ γιατρός τοῦ ἐκμυστηρεύεται πικρά μαντάτα. Καταβάλλεται κάθε προσπάθεια ἀπό τόν βουλγαρικό στρατό νά καταλάβει πρῶτος αὐτός τίς μακεδονικές πόλεις καί προπάντων τή Θεσσαλονίκη. Σπεύδει νά προλάβει πρίν οἱ ῞Ελληνες τούς τσακίσουν τά ὄνειρά τους. ῎Ηδη ἔχει ἑτοιμαστεῖ καί ἡ βασιλική ἅμαξα γιά τήν ἐπίσημη εἴσοδο τοῦ διαδόχου τῆς Βουλγαρίας στή Θεσσαλονίκη.
᾿Από τούς δύο αὐτούς ἄνδρες κρέμεται τό μέλλον τοῦ τόπου μας. Κάτω ἀπό τή μύτη τῶν Βουλγάρων ἄραγε τί θά σοφιστοῦν, γιά νά ἀλλάξουν «τόν ροῦν τῆς ἱστορίας»; Βαρειά πέφτει πάνω τους ἡ εὐθύνη, τό χρέος. ῾Ο Σουλιώτης σκέφτεται νά τηλεγραφήσει τίς σημαντικές πληροφορίες κρυπτογραφημένες στήν ἑλληνική πρεσβεία στή Σόφια. ᾿Αλλ᾿ ὁ φόβος τῆς βουλγαρικῆς λογοκρισίας τόν σταματᾶ. Εἶναι ὅμως ἀδήριτη ἀνάγκη νά ἐνεργήσει ταχύτατα καί διακριτικά. Τούτη τήν ὥρα προέχει ἡ πατρίδα. Κάτι πρέπει νά κάνει γιά τή σωτηρία της. Καί νά τί σκαρφίζεται! Προσποιεῖται τόν ἄρρωστο. ῾Ο γιατρός Νίκογλου διαβεβαιώνει τήν ἀρρώστια του, συστήνοντας τή μεταφορά του στή Σόφια. Εὐτυχῶς ἀπό τούς ἐχθρούς δέν συναντοῦν κανένα ἐμπόδιο. Πῶς νά μήν καμαρώσω τόν Σουλιώτη, πῶς νά μή ζηλέψω τή λεβεντιά του, τά παρακινδυνευμένα του τολμήματα, πού βάζει φτερά στά πόδια του, σκαρφαλώνει τίς χιονισμένες βουνοκορφές, γιά νά προλάβει τό πρῶτο τραῖνο γιά τή Σόφια! ᾿Επείγεται νά ξεφορτωθεῖ τό βαρύ μυστικό πού κουβαλᾶ. ῾Η Νύμφη τοῦ Θερμαϊκοῦ δέν πρέπει νά γίνει λεία τῶν Βουλγάρων. Τό ποθούμενο πραγματοποιεῖται. Συναντιέται μέ τόν ἕλληνα πρεσβευτή καί τόν ἐνημερώνει πάραυτα. Οἱ πληροφορίες στέλνονται κρυπτογραφημένες στό ὑπουργεῖο ᾿Εξωτερικῶν τῆς ῾Ελλάδος καί ὁ τότε ὑπουργός Λάμπρος Κορομηλᾶς πληροφορεῖ τόν πρωθυπουργό ᾿Ελευθέριο Βενιζέλο. Αὐτός ἐπειγόντως διατάσσει τόν ἀρχιστράτηγο τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ, διάδοχο Κωνσταντίνο, νά καταλάβει τό ταχύτερο τή Θεσσαλονίκη. Στό τρελό κυνηγητό πού γίνεται, προλαβαίνουν πρῶτοι οἱ ῞Ελληνες καί πατοῦν τήν πόλη τοῦ ῾Αγίου Δημητρίου, τήν ἅγια μέρα τῆς μνήμης του. Νά, ποιοί κρύβονται στά παρασκήνια, πίσω ἀπό τόν Βενιζέλο, κι εἶναι οἱ ἀφανεῖς πρωτεργάτες τῆς ἀπελευθέρωσης τῆς Θεσσαλονίκης!
Ποιός παλμογράφος μπορεῖ νά καταγράψει τά σκιρτήματα τῆς καρδιᾶς τῶν δύο ἀνδρῶν, σάν βλέπουν οἱ κόποι τους νά καρπίζουν! ῎Ονειρο ἄπιαστο· ὕστερα ἀπό 482 χρόνια ἡ Θεσσαλονίκη ντύνεται τή γαλανόλευκη! Οἱ ὀρθόδοξοι ναοί της ξαναλειτουργοῦν! Μά ἡ ζωή τοῦ Νίκογλου κινδυνεύει. ῞Ενας βούλγαρος φίλος του γιατρός τοῦ ἀνακοινώνει πώς οἱ Βούλγαροι τόν ἔχουν καταδικάσει σέ θάνατο, «καθόσον ἀνακοινώσας τήν πορείαν τῶν βουλγαρικῶν στρατευμάτων ἐκρίθη ὑπαίτιος τῆς ἀπωλείας τῆς Θεσσαλονίκης». Δέν θά τούς δώσει ὅμως τή χαρά τῆς ἐκδίκησης, γιατί καταφέρνει νά διαφύγει στήν ᾿Αθήνα. ᾿Εκεῖ τιμές καί δόξες τόν περιμένουν. Παρασημοφορεῖται γιά τήν ἀπροσμέτρητη προσφορά του. Κι ἡ Θεσσαλονίκη τόν τιμᾶ ἐπάξια. Γιά νά μείνει ἡ μνήμη του ζωντανή, μετονομάζει τήν ὁδό ᾿Ανακτόρων σέ ὁδό Φιλίππου Νίκογλου.
Κάθε 26 ᾿Οκτωβρίου ἀνάβω ἁγιοκέρι εὐχαριστίας στή μνήμη σας, ᾿Αθανάσιε Σουλιώτη καί Φίλιππε Νίκογλου. Σιγοκαίει γιά σᾶς καντήλι εὐγνωμοσύνης στό κενοτάφιο τῆς καρδιᾶς μου, γιατί ρίξατε τόν ἑαυτό σας στήν περιπέτεια, ἀδιαφορήσατε γιά τήν κοινωνική σας θέση, γιά νά ὑπηρετήσετε τό ἐθνικό συμφέρον, τό μεγάλο ἰδανικό, τήν πατρίδα. Κι ἐμεῖς οἱ ἀπόγονοί σας, τέτοια μέρα σᾶς δαφνοστεφανώνουμε καί κρατοῦμε παρακαταθήκη πολύτιμη τό μήνυμα πού μᾶς ἀφήσατε μέ τή ζωή σας· «Τήν ἱστορία δέν τή γράφουν οἱ μάζες, οἱ μεγάλοι ἀριθμοί, ἀλλά οἱ φλογερές καρδιές».
Ἡ ἀπελευθέρωση τῆς Θεσσαλονίκης στά 1912 σέ πολλούς φαίνεται κάτι τό αὐτονόητο σήμερα. Στά τέλη τοῦ 19ου αἰ. ὅμως, μετά τήν ντροπιαστική ἥττα τοῦ 1897 ἀπό τούς Τούρκους, ὅποιος ἔλεγε ὅτι θά ἦταν ἐφικτό αὐτό τό πράγμα θά θεωροῦνταν τουλάχιστον τρελός.
Ἡ Θεσσαλονίκη ἐκείνη τήν ἐποχή ἦταν ἕνα πολύ σημαντικό λιμάνι σέ στρατηγική θέση, πού ἡ προϊοῦσα παρακμή τῆς Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας τήν ἔκανε ἑλκυστική τόσο στούς γείτονες, ἰδιαίτερα τούς Βουλγάρους, ὅσο καί στίς εὐρωπαϊκές δυνάμεις τῆς ἐποχῆς (Ἀγγλία, Γαλλία, Ρωσία, Αὐστροουγγαρία, Ἰταλία, Γερμανία). Ὅλα τά ἰσχυρά τότε κράτη εἶχαν προξένους στήν πόλη καί προσπαθοῦσαν μέ κάθε τρόπο νά αὐξήσουν τήν ἐπιρροή τους. Ὁ πολυεθνικός χαρακτήρας πού εἶχε ἄλλωστε τότε, διευκόλυνε αὐτήν τήν κατάσταση καθώς ἕλληνες, ἑβραῖοι κι ἀρμένιοι ἔμποροι ἐπιζητοῦσαν τήν προστασία, πού μέ προθυμία πρόσφεραν αὐτά τά κράτη. Τό 1903, μάλιστα, εἶχαν στείλει στή Μακεδονία τμήματα χωροφυλακῆς γιά βοήθεια στήν ἐπιβολή τῆς τάξης, πού φυσικά προσπαθοῦσαν νά προωθήσουν τά συμφέροντα τῆς ἑκάστοτε εὐρωπαϊκῆς δύναμης.
Συγχρόνως ἡ ὑπόγεια σύγκρουση ἀνάμεσα σέ Ἕλληνες καί Βουλγάρους ὁδήγησε στόν Μακεδονικό Ἀγώνα, πού ἀνύψωσε τό ἠθικό τῶν Ἑλλήνων τῆς Μακεδονίας καί τερματίστηκε μέ τήν ἐπανάσταση τῶν Νεοτούρκων τό 1908. Τότε οἱ βαλκάνιοι γείτονες κατάλαβαν ὅτι οἱ μεγάλες δυνάμεις ἐκμεταλλεύονταν τίς μεταξύ τους συγκρούσεις γιά νά διατηρεῖται ἡ ὀθωμανική κυριαρχία στή Μακεδονία. Ἔτσι ἀποφάσισαν νά συμμαχήσουν γιά νά ἀνατρέψουν αὐτήν τήν κατάσταση.
Ἡ συμμαχία αὐτή καί ἡ ραγδαία προέλαση τῶν στρατευμάτων τους τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1912 ἔπιασε ἀπροετοίμαστες τίς εὐρωπαϊκές δυνάμεις, πού δέν πρόλαβαν νά ἀντιδράσουν γιά νά διασφαλίσουν τά συμφέροντά τους. Τό γεγονός πού προκάλεσε τήν πιό μεγάλη ἔκπληξη, ὅμως, ἦταν ἡ κατάληψη τῆς Θεσσαλονίκης ἀπό τούς Ἕλληνες, τούς ὁποίους εἶχαν ὑποτιμήσει ὅλοι. Ἰδιαίτερα οἱ Βούλγαροι εἶχαν δεχτεῖ τή συμμετοχή τῆς Ἑλλάδας στή βαλκανική συμμαχία, μόνο καί μόνο γιατί χρειάζον ταν τή βοήθεια τοῦ ἑλληνικοῦ ναυτικοῦ. Ἐπειδή, μάλιστα, θεωροῦσαν τόν ἑλληνικό στρατό περιορισμένων δυνατοτήτων, ἔρριξαν τό μεγαλύτερο βάρος τῆς στρατιωτικῆς τους προσπάθειας στή Θράκη, θεωρώντας ὅτι θά εἶχαν χρόνο νά ἀσχοληθοῦν ἀργότερα μέ τή Μακεδονία. Ὅταν, ὅμως, διαπίστωσαν ὅτι οἱ Ἕλληνες μετά τή νίκη τους στό Σαραντάπορο πραγματοποιοῦσαν ταχεία προέλαση πρός τή Θεσσαλονίκη, τό κλειδί τῆς Μακεδονίας, θορυβήθηκαν. Κατέλαβαν τίς Σέρρες καί προσπάθησαν μέ μεγάλη βιασύνη νά καταλάβουν τή Θεσσαλονίκη πρίν τούς Ἕλληνες. Τήν ἀνησυχία τους ἐπέτεινε καί τό γεγονός ὅτι, σέ ἀντίθεση μέ τούς Σέρβους, ἡ συμμαχία μέ τήν Ἑλλάδα ἦταν ἀόριστη καί δέν προέβλεπε τό διαμοιρασμό τῶν ἐδαφῶν.
Δέν πρόλαβαν ὅμως! Ὅταν ἔφτασαν στήν πόλη εἶχε ὑπογραφεῖ, λίγες ὧρες πρίν, ἡ παράδοσή της ἀπό τόν Ταχσίν Πασά στόν ἀρχιστράτηγο τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ, τόν διάδοχο Κωνσταντῖνο. Ζήτησαν τότε ἀπό τόν Κωνσταντῖνο νά δεχτεῖ νά φιλοξενήσει μία μεραρχία στήν πόλη ὡς συμμαχικό στρατό γιά ἀνάπαυση. Δόθηκε τελικά ἄδεια γιά δυό τάγματα. Οἱ Βούλγαροι ὅμως, θέλοντας νά δημιουργήσουν συνθῆκες συγκυριαρχίας, ἔβαλαν περισσότερους στρατιῶτες ἀπ᾽ ὅ,τι προέβλεπε ἡ συμφωνία. Συνέχισαν, μάλιστα, στούς ἑπόμενους μῆνες νά βάζουν μέσα στήν πόλη στρατιῶτες καί κομιτατζῆδες πού δημιουργοῦσαν ἐπεισόδια, ἀμφισβητώντας τήν ἑλληνική κυριαρχία. Τελικά τό καλοκαίρι τοῦ 1913 ἡ Βουλγαρία ἐπιτέθηκε στήν ῾Ελλάδα μέ κύριο στόχο τή Θεσσαλονίκη. Οἱ βουλγαρικές δυνάμεις πού βρίσκονταν στήν πόλη, ὅμως, γρήγορα ἐξουδετερώθηκαν καί συνελήφθησαν αἰχμάλωτες. Μέ τήν ὁριστική ἥττα τῆς Βουλγαρίας κατά τόν Β΄ Βαλκανικό πόλεμο τελείωσε ἄδοξα αὐτή ἡ προσπάθεια καί ἐπικυρώθηκε ἡ ἑλληνική κυριαρχία στήν πόλη.
Οἱ Σέρβοι, ἀπό τήν ἄλλη μεριά, εἶχαν κι αὐτοί διακαῆ πόθο τήν κατάκτηση τῆς πόλης. Βλέποντας, ὅμως, τό πόσο ἀνέφικτο ἦταν αὐτό, ἔτσι ὅπως εἶχαν ἐξελιχθεῖ τά πράγματα, προτίμησαν στόν Β΄ Βαλκανικό Πόλεμο νά συμμαχήσουν μέ τούς Ἕλληνες γιά νά προστατεύσουν τίς κτήσεις τους ἀπό τούς Βουλγάρους.
Ὁ ἔλεγχος τῆς Θεσσαλονίκης ἀπό τήν Ἑλλάδα δέν ἄρεσε ἐπίσης καί στίς εὐρωπαϊκές δυνάμεις, ἰδίως στήν Αὐστροουγγαρία, πού ἤθελε γιά λογαριασμό της τήν πόλη. Οἱ ἄλλες δυνάμεις ἀνησυχοῦσαν γιά τά προνόμια πού εἶχαν μέσῳ διομολογήσεων μέ τήν Ὀθωμανική αὐτοκρατορία. Οἱ διομολογήσεις ἔδιναν ἐκτεταμένες ἐξουσίες στούς προξένους τῶν εὐρωπαϊκῶν δυνάμεων πού ἔφταναν μέχρι καί δικαστικές ἁρμοδιότητες. Ἔτσι προσπάθησαν νά ἀμφισβητήσουν τήν ἑλληνική κυριαρχία δίνοντας δικά τους διαβατήρια στούς Ἑβραίους καί στούς μουσουλμάνους τῆς πόλης. Ὅλα αὐτά δέν μποροῦσαν ὡστόσο νά ἀλλάξουν τό status quo, ὅπως εἶχε διαμορφωθεῖ μετά τούς Βαλκανικούς πολέμους. Ἡ κατάργηση τῶν διομολογήσεων, ἄλλωστε, ἔκανε ὅλες αὐτές τίς προσπάθειες μάταιες.
Προσπάθεια γιά νά ἀλλάξουν τά δεδομένα ἔκαναν καί οἱ πολυπληθεῖς Ἑβραῖοι τῆς πόλης, οἱ ὁποῖοι ἀνέκαθεν εἶχαν καλές σχέσεις μέ τούς Τούρκους. Κάποιοι ἡγέτες τους, σέ συνεργασία μέ κάποιους Ντονμέδες (ἐξισ λαμισμένους Ἑβραίους) καί Νεότουρκους, ζήτησαν ἀπό τίς εὐρωπαϊκές δυνάμεις νά γίνει ἡ Θεσσαλονίκη καί τά περίχωρά της ἀνεξάρτητο κράτος ὑπό τήν προστασία τους. Τόν ἔλεγχο φυσικά σ᾽ αὐτό τό κρατίδιο θά εἶχαν οἱ ἴδιοι οἱ Ἑβραῖοι.
Τίποτα, ὅμως, δέν μποροῦσε νά ἀλλάξει. Ἡ ἀπελευθέρωση τῆς Θεσσαλονίκης στίς 26 Ὀκτωβρίου 1912 ἦταν γεγονόςκλειδί γιά τόν ἔλεγχο τοῦ μεγαλύτερου μέρους τῆς Μακεδονίας, ὅπως αὐτή ὁριζόταν στά χρόνια της Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας. Ἦταν, ἐπίσης, καθοριστικό, καθώς δημιούργησε μία ντέ φάκτο κατάσταση, πού μέ τήν ἀποφασιστικότητα τῶν ἑλλήνων ἡγετῶν ἐκείνης τῆς ἐποχῆς ἦταν πολύ δύσκολο νά ἀνατραπεῖ. Ἔτσι ἡ Θεσσαλονίκη κλείνει πλέον 100 χρόνια ἐλεύθερη καί ἡ ἱστορία της μᾶς τονίζει τήν ἀνάγκη ἐπαγρύπνησης σέ ὅλες τίς ἐπιβουλές πού κατά καιρούς ἀνακύπτουν.
1453. Κωνσταντινούπολις.
Ἀναπαμό δέν ἔχουν μῆνες τώρα
τοῦ ἀλλόθρησκου οἱ βομβάρδες.
Φωτιές καί μπαλοθιές ἀπανωτές
σπαράζουνε τά σωθικά της.
Ἠχοῦν ὅλα τά σήμαντρα
κι ἡ καθεμιά καμπάνα.
- Ποῦ εἶσαι, Παναγιά τῶν Βλαχερνῶν
καί τοῦ Θεοῦ μας μάνα;
Ποιές ἁμαρτίες μας γέμισαν
τά μάτια σου μέ δάκρυ
κι ἀνημποριά τῆς δέησης τά χέρια;
Τρίτη, 29 Μαΐου 1453.
Ἀλλίμονο! Τό οὐράνιο φῶς πού ἔκαιε
ἐπάνω ἀπό τήν Πόλη
ἀπόψε ἐσβήστη κι εἶπαν ὅλοι:
- Σημάδι εἶναι τοῦ Θεοῦ
πῶς ξεψυχᾶ ἡ Ἑπτάλοφη,
τοῦ Κωνσταντίνου ἡ Πόλη.
Δακρύβρεχτος ὁ αὐτοκράτωρ
τῶν Ρωμαίων ἀναφωνεῖ:
- Ἐπουράνιε Θεέ! Ἔλεος!
Χάνεται τό ρόδο τοῦ ἀγροῦ,
ἡ βασιλεύουσά μου!
Καί σάν ἀετός ὁρμᾶ μέ τό σπαθί,
ὅπου ἀφουγκραζόταν
τήν τελευταία της πνοή...
Κι ἐκεῖ στήν Πύλη τοῦ ἁγίου Ρωμανοῦ
ἐγκαινιάστηκαν οἱ ἁλυσίδες τῆς σκλαβιᾶς,
τῆς θλίψης καί τοῦ πόνου.
Ἐκεῖ στήν Πύλη τοῦ ἁγίου Ρωμανοῦ
ἐντιαφιάστηκε ἡ χιλιόχρονη ἡ ρήγισσα,
ἡ κόρη τοῦ Βοσπόρου.
Δέσποινα Δαμιανίδου
1453. Κωνσταντινούπολις.
Ἀναπαμό δέν ἔχουν μῆνες τώρα
τοῦ ἀλλόθρησκου οἱ βομβάρδες.
Φωτιές καί μπαλοθιές ἀπανωτές
σπαράζουνε τά σωθικά της.
Ἠχοῦν ὅλα τά σήμαντρα
κι ἡ καθεμιά καμπάνα.
- Ποῦ εἶσαι, Παναγιά τῶν Βλαχερνῶν
καί τοῦ Θεοῦ μας μάνα;
Ποιές ἁμαρτίες μας γέμισαν
τά μάτια σου μέ δάκρυ
κι ἀνημποριά τῆς δέησης τά χέρια;
Τρίτη, 29 Μαΐου 1453.
Ἀλλίμονο! Τό οὐράνιο φῶς πού ἔκαιε
ἐπάνω ἀπό τήν Πόλη
ἀπόψε ἐσβήστη κι εἶπαν ὅλοι:
- Σημάδι εἶναι τοῦ Θεοῦ
πῶς ξεψυχᾶ ἡ Ἑπτάλοφη,
τοῦ Κωνσταντίνου ἡ Πόλη.
Δακρύβρεχτος ὁ αὐτοκράτωρ
τῶν Ρωμαίων ἀναφωνεῖ:
- Ἐπουράνιε Θεέ! Ἔλεος!
Χάνεται τό ρόδο τοῦ ἀγροῦ,
ἡ βασιλεύουσά μου!
Καί σάν ἀετός ὁρμᾶ μέ τό σπαθί,
ὅπου ἀφουγκραζόταν
τήν τελευταία της πνοή...
Κι ἐκεῖ στήν Πύλη τοῦ ἁγίου Ρωμανοῦ
ἐγκαινιάστηκαν οἱ ἁλυσίδες τῆς σκλαβιᾶς,
τῆς θλίψης καί τοῦ πόνου.
Ἐκεῖ στήν Πύλη τοῦ ἁγίου Ρωμανοῦ
ἐντιαφιάστηκε ἡ χιλιόχρονη ἡ ρήγισσα,
ἡ κόρη τοῦ Βοσπόρου.
Δέσποινα Δαμιανίδου
Συμπληρώθηκαν 800 καί πλέον χρόνια ἀπό τήν πρώτη ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης ἀπό τούς Λατινοφράγκους (1204). Στή μνήμη μας ἀμυδρά μόλις ἔχουμε συγκρατήσει τό σημαντικό αὐτό γιά τή μετέπειτα πορεία τοῦ Ἑλληνισμοῦ συμβάν. Ἄλλωστε καί ἡ μνήμη τῆς δεύτερης ἅλωσης τῆς βασιλεύουσας, ἀπό τούς Ὀθωμανούς Τούρκους αὐτή τή φορά (1453), ἔχει ἀρκετά ξεθωριάσει, ἐνῶ πανηγυρίζεται ἔντονα στή γείτονα χώρα.
Οἱ δυτικοί ἱστορικοί στά συγγράμματά τους, ἐνῶ δίνουν ἔμφαση στά γεγονότα τῆς δεύτερης πολιορκίας καί ἅλωσης, ἀποφεύγουν τήν ἐκτενῆ ἀναφορά στά γεγονότα τῆς πρώτης. Ἀσφαλῶς καί δέν ἔχουν διάθεση νά ἐπωμισθοῦν τίς εὐθύνες γιά τό ἔγκλημα πού διέπραξαν οἱ πρόγονοί τους. Μάλιστα πολλοί ἀπό αὐτούς ἀποδίδουν τά γεγονότα σέ τυχαία τροπή τῶν κινήτρων καί σκοπῶν τῶν ὀργανωτῶν τῶν σταυροφοριῶν, οἱ ὁποῖες, καθώς ὑποστηρίζουν ἀκόμη ἀρκετοί ἀπό αὐτούς, ἔγιναν μέ μοναδικό σκοπό νά ἀπελευθερώσουν τούς Ἁγίους Τόπους ἀπό τούς μουσουλμάνους κατακτητές. Καί ἀρκετοί δικοί μας, ἐπειδή δέν θέλουν νά δυσαρεστήσουν μέ τά γραφόμενά τους τούς σύγχρονους «ἱππότες» τῆς Δύσης, ἀναμασοῦν τίς δυτικές ἀναλύσεις στά συγγράμματά τους. Εὐτυχῶς πού κάποιοι, ἔστω ἐλάχιστοι, δυτικοί τολμοῦν καί «θέτουν τόν δάκτυλόν τους ἐπί τόν τύπον τῶν ἥλων» καί συντελοῦν στό νά διασωθεῖ ἡ ἱστορική ἀλήθεια.
Ἄς δεχθοῦμε, λοιπόν, ὅτι τυχαῖα συμβάντα ἔφεραν τούς σταυροφόρους πρό τῶν πυλῶν τῆς Κωνσταντινούπολης. Ἀλλά ἡ ἱστορία δέν σταματᾶ στήν εἴσοδο τῶν σταυροφόρων στήν Πόλη. Μᾶς διασώζει ὅτι οἱ εἰσβολεῖς προκάλεσαν τήν ὁλοσχερῆ σχεδόν καταστροφή της. Φόνευσαν, ἰδίως κληρικούς, βίασαν, ἅρπαξαν καί πούλησαν σκλάβους, λεηλάτησαν καί μάλιστα ἐπί σειράν ἐτῶν δημόσιους καί ἰδιωτικούς χώρους, πυρπόλησαν σημαντικό μέρος της. Σέ ἀντίθεση μέ τή συμπεριφορά αὐτή τῶν «χριστιανῶν» τῆς Δύσης, ἡ ἱστορία διασώζει πώς οἱ Ἄραβες, ὅταν κατέλαβαν τά Ἰεροσόλυμα, δέν προκάλεσαν καταστροφές, ἀλλά περιορίστηκαν σέ ἐπιβολή φόρου ἐπί τῶν κατοίκων. Ἀλλά καί ὁ Μωάμεθ ὁ πορθητής δέν προκάλεσε τόσης ἔκτασης λεηλασία κατά τή δεύτερη ἅλωση. Ἴσως γιατί δέν βρῆκε σημαντικά πράγματα νά λεηλατήσει, καθώς τόν εἶχαν προλάβει οἱ σταυροφόροι.
Ἡ συμφορά προῆλθε ἀπό ἀπύθμενα πάθη μίσους καί μοχθηρίας ἑνός κόσμου πού διψοῦσε γιά δύναμη. Ὁ ἄρχων τοῦ Βατικανοῦ ἤθελε νά ἀναγνωρίζεται ἀπό ὅλους τούς χριστιανούς ὡς ὁ ἀντιπρόσωπος τοῦ Θεοῦ ἐπί τῆς γῆς. Οἱ Γερμανοί, διάδοχοι τοῦ Καρλομάγνου, διψοῦσαν γιά τήν ἀνασύσταση τῆς ἀχανοῦς ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας ὑπό τήν κυριαρχία τους. Οἱ Βενετοί ἤθελαν νά πλέουν μέ ἀσφάλεια σέ ὅλη τή Μεσόγειο. Ἔτσι, τίποτε δέν ὑπῆρξε τυχαῖο. Τά γεγονότα τῶν Σταυροφοριῶν καί ἡ καταστροφή τῆς Κωνσταντινούπολης εἰδικότερα ὑπῆρξαν τά πρῶτα δείγματα τοῦ ἀκόρεστου πάθους τῆς Δύσης γιά κυριαρχία.
Ἐντυπωσιακό εἶναι ὅτι οἱ «κυρίαρχοι» εἶχαν ἐξασφαλίσει τήν «εὐλογία» τοῦ Θεοῦ μέσῳ τοῦ «ἀντιπροσώπου» του. Ὁ πάπας συγχωροῦσε τίς ἁμαρτίες τοῦ παρελθόντος ἀλλά καί προκαταβολικά τοῦ μέλλοντος στόν καθένα πού θά δήλωνε συμμετοχή σέ μία ἀπό τίς ἐξορμήσεις τυχοδιωκτικῆς ἐκτόνωσης τῆς «ἱπποτικῆς» Εὐρώπης κατά τῶν ἀπίστων ἀλλά καί κατά τῶν «σχισματικῶν», ἐναντίον τῶν ὁποίων τό πάθος ἦταν ἀφάνταστα βαθύτερο.
Θέλοντας νά ἀγνοοῦν οἱ δυτικοί καί δυτικόπληκτοι τή συμφορά πού προκάλεσε στόν Ἑλληνισμό ἡ μάστιγα τῶν βαρβάρων λατινοφράγκων εἰσβολέων καί ἐπί σειράν ἐτῶν κατακτητῶν, ἀδυνατοῦν στή συνέχεια νά κατανοήσουν γιατί ὁ λαός (ναί, ὁ λαός στή συντριπτική του πλειοψηφία) κατά τίς παραμονές τῆς ἀναμενόμενης, αὐτή τή φορά, δεύτερης ἅλωσης ἐκδήλωνε μένος, ὅπως χαρακτηρίζεται, κατά τῶν δυτικῶν καί προτιμοῦσε τουρκικό φακιόλι παρά παπική τιάρα.
Λίγοι πιά εἶχαν ἀπομείνει μέσα στήν Πόλη. Οἱ φιλενωτικοί λόγιοι εἶχαν πάρει προδοτικά τό δρόμο γιά τή Δύση. Οἱ οἰκονομικά ἰσχυροί τῆς Μικρασίας δέν εἶχαν λόγο νά ἐπιθυμοῦν τή Βασιλεύουσα. Εἶχαν προσχωρήσει στό στρατόπεδο τοῦ ἐπιδρομέα, γιά νά διατηρήσουν τά προνόμιά τους καί νά παραμείνουν καταπιεστές καί στή νέα κατάσταση, ὅπως καί πρίν. Καί κάλεσε τό Γένος τήν ὕστατη στιγμή τόν Κωνσταντίνο Παλαιολόγο νά σώσει τήν τιμή του. Καί ἐκεῖνος ἀνέλαβε νά «ἄρῃ τόν σταυρόν του». Παρά τό ὅτι ἐνέδωσε στόν τελευταῖο πειρασμό (ἐκκλησιαστική ὑποταγή στή Δύση), πάλεψε ἡρωικά καί ἔπεσε στίς ἐπάλξεις τῆς Βασιλεύουσας ὅπως ταιριάζει σέ Ἕλληνα.
Ἡ σκλαβιά μετά τήν ἅλωση τῆς Πόλης κράτησε ὥς καί πεντακόσια χρόνια. Τό Γένος ἄντεξε, διότι, ὅταν ἔχασε ὅλα τά ὑλικά ἀγαθά πού εἶχαν σωρεύσει ἀνάξιοι ἄρχοντες, τοῦ ἀπόμεινε ἡ πίστη. Ὄχι πώς δέν πλήρωσε βαρύ τό τίμημα σέ αἷμα νεομαρτύρων, ἐπαναστατῶν καί κλεφτῶν. Ὄχι πώς δέν πλήρωσε βαρύ τό τίμημα σέ ἐξανδραποδισμούς (γενίτσαροι καί ὀδαλίσκες). Ὅμως ἐπιβίωσε. «Ἄθλιο, ἐκφυλισμένο, ἀνάξιο τῶν προγόνων του», κατά δυτικούς ἀναλυτές. Αὐτοί δέν πρόκειται ποτέ νά ξεπεράσουν τίς ἐνοχές καί τά συμπλέγματά τους, γι’ αὐτό καί δέν παύουν νά ἐπιχειροῦν νά μᾶς ἀφομοιώσουν.
Ὅσοι τάχθηκαν μέ τό μέρος τῶν κατακτητῶν χάθηκαν γιά τό Γένος μας. Ἐκεῖνοι πού ἐξισλαμίστηκαν ἔλαβαν τό μέρος τῶν κατακτητῶν σέ κάθε ἔνοπλη ἀντιπαράθεση. Ὅσοι φράγκεψαν στά νησιά, κατά τόν ξεσηκωμό τοῦ Γένους τήρησαν οὐδετερότητα. Καί ὑπάρχουν ἀκόμη Ἕλληνες πού θέτουν τό ἐρώτημα: Τί ἔκανε ἡ Ἐκκλησία κατά τήν τουρκοκρατία; Μά εἶναι τόσο ἁπλή ἡ ἀπάντηση: Κράτησε στήν πίστη τά παιδιά της, γιά νά ἔχει τό νέο ἑλληνικό κράτος πολίτες! Γιατί ἀπό ποιούς θά ἔλειπε ἡ ἐλευθερία, ἄν εἶχαν ὅλοι ἀλλαξοπιστήσει;
Μπορεῖ στή γείτονα χώρα ἡ 29η Μαΐου νά γιορτάζεται πανηγυρικά, διότι ἡ ἅλωση τῆς βασιλεύουσας τῶν πόλεων σήμανε τή γέννηση τῆς ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας, ἐδῶ ὅμως ἡ ἐπέτειος περνᾶ ἀπαρατήρητη. Ποιός τάχα ἔχει τή διάθεση νά φέρει στή θύμησή του γεγονότα παρακμῆς καί κατάπτωσης; ῞Υστερα εἶναι καί τό ἄλλο· «Σάν ὁ Θεός», ὅπως γράφει ὁ Μακρυγιάννης, «θέλησε κάποτε νά ξεσκλαβώσει τούς στραβοραγιάδες, νά γένωμεν ἔθνος ἀνεξάρτητον, νά ζήσουμεν ὡς ἄνθρωποι εἰς τό ἑξῆς, ἦρθαν οἱ φραγκοσπουδαγμένοι νά ἀνοίξουν τά μάτια μας, γιά νά προκόψουμε κι ἐμεῖς σάν κι ἐκείνους στή Δύση. Κι ἔγιναν ἕνα μ᾿ ὅλους ἐκείνους τούς ἐπίβουλους, πού βοήθησαν στή λευτεριά μας, γιά νά μᾶς διαφεντεύουν ἐκεῖνοι κι ὄχι ὁ σουλτάνος!». Κι ἀπό τότε μάθαμε νά περιφρονοῦμε τήν παράδοσή μας σάν αἰτία τῆς καθυστέρησής μας! Μάθαμε νά περιφρονοῦμε τή χιλιόχρονη παράδοση τῆς Ρωμιοσύνης, ταυτίζοντάς την ἄφρονα μέ τή σκοτεινή περίοδο τοῦ δυτικοῦ μεσαίωνα, καί νά αἰσθανόμαστε συμπλέγματα κατωτερότητας, διότι ἐμεῖς οἱ ἀπόγονοι τοῦ ᾿Αριστοτέλη καί τοῦ Πλάτωνα ξεπέσαμε στό χάλι τῶν βυζαντινῶν (κι οὔτε ὑποπτευόμαστε πώς ἔτσι τούς ὀνόμασαν ἀργότερα οἱ φραγκολατίνοι), πού δέν ἀσχολοῦνταν μέ τίποτε ἄλλο παρά μέ τίς δεισιδαιμονίες καί τά καλογερικά! ῎Ετσι, καί πού χάθηκε αὐτή ἡ αὐτοκρατορία, καταντήσαμε λίγο νά μᾶς καίει, μιά καί δέν αἰσθανόμασταν περηφάνεια γι᾿ αὐτήν! Δέν τά γράφουμε αὐτά μέ πρόθεση νά ὡραιοποιήσουμε τήν εἰκόνα τῆς Ρωμανίας. ῎Αν τελικά ἔπεσε, πρῶτα ἔπεσε κάτω ἀπό τό βάρος τῶν κριμάτων της, ὕστερα διότι κουράστηκε νά ἀποκρούει τά βάρβαρα στίφη, πού ἀλλεπάλληλα εἰσέβαλλαν στήν εὐρωπαϊκή ἤπειρο, καί παράλληλα νά δέχεται πισώπλατα τό φθονερό μαχαίρι τῆς Δύσεως εὐλογημένο ἀπό τόν πάπα, τόν ὁρκισμένο ἐχθρό τῆς πίστεως τοῦ λαοῦ μας! Ἡ αὐτοκρατορία ἔπεσε, διότι τή χρηστή διοίκηση ὑποκατέστησε ἡ διαφθορά τῆς αὐτοκρατορικῆς αὐλῆς, ὅταν σέ αὐτή πλεόναζαν ἄχρηστα καί ἀνίκανα πρόσωπα· ἡ ἀπληστία τῶν οἰκονομικά ἰσχυρῶν, πού πίστευαν ὅτι θά μποροῦσαν αἰώνια νά ζοῦν μέσα στήν καλοπέραση καί τή χλιδή σέ βάρος τοῦ τυραννισμένου λαοῦ· ἡ κατάντια τοῦ κλήρου νά τεθεῖ στήν ὑπηρεσία τῶν ἐπίγειων ἀρχόντων· ἡ ἐξαθλίωση τοῦ λαοῦ κατά τό παράδειγμα τῆς ἡγεσίας του, πνευματικῆς καί πολιτικῆς. Πολλές εἶναι οἱ πτυχές τοῦ δημόσιου βίου τῶν Ρωμιῶν πού θά μποροῦσε κανείς νά ἀναλύσει κάνοντας μιά ἱστορική ἀναδρομή στά χρόνια πρίν ἀπό τήν ἅλωση. Θά σταθοῦμε σέ μιά, ἴσως τήν πιό σημαντική κατά τήν ἄποψή μας. Στό διχασμό ἀνάμεσα σέ ἑνωτικούς καί ἀνθενωτικούς. Πόσα καί πόσα δέν ἔχουν γραφεῖ ὑβριστικά γιά τή δεύτερη παράταξη ἀπό νεότερους ἱστορικούς καί ἱστοριολογοῦντες, ὄχι μονάχα ξένους μά καί δικούς μας! Οὔτε λίγο οὔτε πολύ ἐπιρρίπτουν ἐπάνω της ἀκέραια τήν εὐθύνη γιά τήν ἅλωση τῆς Πόλης, ἐξαιτίας τοῦ φανατισμοῦ καί τῆς μισαλλοδοξίας της. «῎Αν ἔδειχναν», τονίζουν, «πνεῦμα ἀγάπης καί χριστιανικῆς ἀδελφοσύνης πρός τούς ἀδελφούς τῆς Δύσεως, αὐτοί θά ἔσπευδαν πρός βοήθειά μας καί ἡ Πόλη δέν θά χανόταν». ῎Εγραψαν καί τό ἄλλο· «Τί μᾶς πείραζε νά δεχθοῦμε τήν ἕνωση στά χαρτιά, ὥσπου νά περάσει ὁ κίνδυνος; καί ὕστερα βλέπαμε». Ἀπό ὅλους αὐτούς διαφεύγει ἡ πικρή ἀλήθεια· ῾Η Πόλη εἶχε ἁλωθεῖ πολύ πρίν μπεῖ σ᾿ αὐτήν ὁ πορθητής. ῏Ηταν τότε πού τά βάρβαρα στίφη τῶν πλιατσικολόγων τοῦ πάπα πραγματοποίησαν τό προαιώνιο ὄνειρό τους, νά μποῦν στή βασιλεύουσα. ῏Ηταν τόσο φοβερές οἱ λεηλασίες πού ἀκολούθησαν, ὥστε ἡ αὐτοκρατορία δέν μπόρεσε νά ξαναπάρει ἐπάνω της, ἔστω κι ἄν κατάφερε νά διώξει σύντομα τούς φραγκολατίνους. Τούς εἶχε ζήσει, λοιπόν, ὁ λαός μας αὐτούς πού οἱ ἄρχοντες -μέ πρῶτο καί καλύτερο τόν αὐτοκράτορα ᾿Ιωάννη Παλαιολόγο, πού δέν νοιαζόταν πέρα ἀπό τίς τιμές καί τίς ἐξουσίες γιά τίποτε ἄλλο- ἐκλιπαροῦσαν γιά βοήθεια. Τούς τρόμαζε καί ὁ βάρβαρος ᾿Ασιάτης, μά πίστευαν πώς μέ αὐτόν θά τά κατάφερναν καλύτερα. Καί ὅταν βαρειά σκλαβιά πλάκωσε τό βασανισμένο γένος, ὁ ἐθναπόστολος ἅγιος Κοσμᾶς, βλέποντας τό ὑπόδουλο γένος τόσο νά ὑποφέρει, δέν καταράστηκε ἐκείνους τούς «φανατικούς» πού εἶχαν στρέψει τήν πλάτη στή δυτική βοήθεια. Τόν πάπα ζήτησε ἀπό τούς ρωμιούς νά καταριοῦνται. Γιατί τάχα; ᾿Εμεῖς, μέ τήν πλατειά ἀντίληψη καί τό εὐρύ πνεῦμα πού σήμερα μᾶς διακρίνει, ξεμπερδεύουμε κρίνοντας ὅλα αὐτά ὡς ἀποτελέσματα φανατισμοῦ καί μισαλλοδοξίας. ᾿Από τότε πού ξεσκλαβώθηκε τό γένος μας δέν κάνουμε τίποτε ἄλλο παρά νά προσβάλλουμε μέ κάθε τρόπο τήν παράδοσή μας· νά ἀτενίζουμε πρός τή Δύση ἐκλιπαρώντας την νά μᾶς προσφέρει τά φῶτα της, γιά νά καταφέρουμε νά ἐνταχθοῦμε κάποτε καί μεῖς μέ ἰσοτιμία στή χορεία τῶν ἀναπτυγμένων χωρῶν. Καί τονίζουμε κατά κόρο πώς «ἀνήκουμε εἰς τήν Δύσιν»! Μά τώρα πού τό «ἀντίπαλον δέος» τῆς πολιτικῆς ᾿Ανατολῆς ἐξέλιπε, εἶναι καιρός νά βροντοφωνάξουμε· «᾿Εμεῖς ποτέ δέν ἀνήκαμε στή Δύση πολιτισμικά. ᾿Εμεῖς ἤμασταν φορεῖς τῆς ὀρθόδοξης παράδοσης, τήν ὁποία οἱ δυτικοί πολέμησαν ἀνά τούς αἰῶνες καί ἐξακολουθοῦν νά πολεμοῦν μέ λύσσα». Καί ἄν οἱ πολιτικοί μας δέν μποροῦν νά τά ποῦν αὐτά, διότι χρησιμοποιοῦν τή χαριτοβριθῆ γλώσσα τῆς διπλωματίας, εἶναι καιρός νά τά πεῖ ὁ λαός μας. Τό πρόσφατο ἀνθελληνικό μένος δέν ὑπαγορεύεται μόνο ἀπό οἰκονομικά συμφέροντα. Εἶναι ἀναζωπύρωση τοῦ παλαιοῦ πάθους κατά τῆς πίστεως τοῦ λαοῦ μας. Καί ἄν φθάσουμε νά δεχθοῦμε πώς ἡ πίστη αὐτή πού κληρονομήσαμε ἀπό τούς προγόνους μας στέκεται σήμερα ἐμπόδιο στήν πρόοδο καί τήν ἀνάπτυξή μας, ἄς σκεφθοῦμε καλά τοῦτο· ῾Η πίστη θά κρατηθεῖ καί χωρίς τούς ῞Ελληνες. Οἱ ῞Ελληνες θά κρατηθοῦν χωρίς τήν πίστη τους μέσα σ᾿ αὐτήν τήν πολιτισμική εἰσβολή καί κοινωνική ἀναστάτωση; Ἀπόστολος Παπαδημητρίου |