Super User

Super User

Πέμπτη, 28 Δεκέμβριος 2017 02:00

Χριστιανοί μου, μήν καῖτε τά λεπτά σας!

 Hands-of-timeΤώρα, ἀγαπητοί μου, τώρα πού ἕνα νέο ἔτος ἀνατέλλει στόν ὁρίζοντα τῆς ἀν­θρω­πό­τητος, ἄς κάνουμε μερικές σκέψεις.
 Ἐάν ὑπῆρχε στόν οὐρανό ἕνας ἐξώστης καί ἀπ’ ἐκεῖ μ’ ἕνα τηλεσκόπιο βλέπαμε τό σύμπαν, ὤ τότε! Τό θέαμα πού θά παρουσιαζόταν στά μά­τια μας θά ἦταν καταπληκτικό. Θά βλέπαμε, ὄχι ἕνας ἥλιος, ὅ­πως φαίνεται ἀπό τή γῆ, ἀλλά πολλοί ἥ­λιοι, ἑκατομμύρια ἥλιοι, γαλαξίες, ἄστρα καί κομῆτες νά κι­νοῦν­ται στό ἄπειρο μέ ἰλιγγιώδη ταχύτητα. Ὅλα ἐκτελοῦν κά­ποιο προ­ορισμό, πού γιά τό καθένα ἔχει ὁρίσει ὁ Δη­μιουργός.
Ναί! Ὅλα, ἀπό τά πιό μικρά ἕως τά πιό με­γά­λα, ὅλα ἔχουν προορισμό. Τίποτε δέν εἶ­ναι τυ­χαῖ­ο, τίποτε δέν εἶναι ἄσκοπο. Καί ὁ ἄν­θρω­πος, ἐρωτᾶται, ὁ ἄνθρωπος πού εἶναι ἡ κορωνίδα τῆς δημιουργίας δέν ἔχει προορισμό; Ἡ λογική μᾶς ὑποχρεώνει νά παραδεχθοῦμε ὅτι καί ὁ ἄν­θρω­πος ἔχει προορισμό. Ποιός δέ εἶναι ὁ προορισμός τοῦ ἀνθρώπου; Ἀπαντᾶ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ἡ ἁγία Γραφή. Προ­ορι­σμός τοῦ ἀν­θρώπου εἶναι τό κατ’ εἰκόνα Θεοῦ νά τό κάνει καθ’ ὁμοίωσιν. Νά ἐξυψωθεῖ, νά μοιάσει μέ τόν Θεό. Ὁ προορισμός τοῦ ἀνθρώπου μέ μία λέξη, ὅπως λένε οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἡ θέωση. Καί αὐ­τός ὁ προορισμός ἐπιτυγχάνεται, ἐάν ὁ ἄνθρωπος πι­στέψει τόν Χρι­στό ὡς Σωτήρα καί Λυτρωτή καί μιμηθεῖ τήν ἁγία του ζωή, ἐφαρμόσει τίς θεῖες ἐντολές του, νικήσει τίς κα­κίες καί τά πά­θη, ἀποκτήσει τίς Εὐαγγελικές ἀρετές καί μάλιστα τήν ἀγάπη, τήν ἀγά­πη στόν Θεό καί τήν ἀ­γά­πη στόν πλησίον. Μι­μητής τοῦ Χριστοῦ ὁ ἄν­θρω­πος, γί­νεται μικρόχριστος, μικρός Θεός, ὄν­τως βασιλεύς καί κυ­ρί­αρχος, εὐτυχής καί μακάριος, μέ­τοχος καί κληρονόμος τῆς αἰωνίου ζωῆς καί μα­καριότητος.
Ναί! Αὐτός εἶναι ὁ προορισμός τοῦ ἀνθρώπου. Μεγάλος καί ὑ­ψη­λός. Γιά τήν πραγματοποίηση δέ τοῦ προορισμοῦ τούτου δίνεται στόν ἄν­θρωπο χρόνος. Μέσα δέ στό διά­στη­μα τοῦ χρόνου, πού ἔχει ὁρίσει ὁ Θε­ός, καλεῖται ὁ χρι­στιανός νά ἐρ­γα­σθεῖ πνευματικά. Ἔτσι ὁ χρόνος ἀξιο­ποι­εῖ­­ται.
Ἀλλά γίνεται ἀπ’ ὅλους ἡ ἀ­ξι­ο­ποί­η­ση καί ἐκμετάλλευση τοῦ χρό­νου ὅπως θέλει ὁ Χριστός πού συνέστησε μία ἀ­διάλειπτη πνευματική ἐργασία γιά τήν ἠ­θι­κή τελειοποίησή μας, γιά τήν ἐ­πι­τυχία τοῦ προορισμοῦ μας; Δυ­­­σ­τυ­χῶς τό μεγαλύτερο μέ­ρος τῶν ἀν­θρώ­πων δέν κάνουμε κα­λή χρήση τοῦ χρόνου πού μᾶς δίνει ὁ Θεός. Μεριμνοῦμε καί τυρβάζουμε περί πολλά, ἐνῶ ἑνός ἐστι χρεία. Τό δέ ἕνα αὐτό εἶναι ὁ Χριστός, τό νά πιστέψουμε δηλαδή στό λό­γο του καί νά ζήσουμε σύμ­­­φωνα μέ τίς θεῖες ἐν­τολές του.
 Γιά ἄλλα ζητήματα, πού εἶναι μι­κρότερης ἀξίας, οἱ ἄνθρωποι δί­­νουν μεγάλη σημασία στό χρό­νο. Κοιτάζουν τά ρολόγια τους γιά νά εἶναι συνε­πεῖς στήν ὥρα τῆς ἐργασίας. Μετροῦν καί τά λε­πτά τῆς ὥρας ἀ­κόμη. Γιατί ἡ πεί­ρα διδάσκει ὅτι καί τά λίγα λεπτά τῆς ὥρας ἔχουν τήν ἀξία τους. Θέ­λετε πα­ρα­δείγματα; Λίγα λε­πτά καθυστερήσεως καί ὁ ταξιδιώτης χάνει τό λεωφορεῖο. Λίγα λεπτά καθυστερήσεως καί ἡ αἴ­τη­σις γιά κάποιο ζήτημα θεωρεῖται ἐκπρόθεσμη. Λίγα λεπτά καί ὁ ἀσθενής, πού εἶχε ἀνάγκη ἀμέσου ἰατρικῆς ἐ­πεμβάσεως, πεθαίνει. Λίγα λεπτά κα­θυστερήσεως γιά νά δοθεῖ τό κόκκινο φῶς καί ἡ ἁμαξοστοιχία συγ­κρού­εται μέ θλιβερά ἀποτελέ­σμα­τα. Λίγα λε­πτά… καί ὁ Να­πο­λέων πού ἀνέμενε στρα­τι­ω­τική βοήθεια χάνει τή μάχη τοῦ Βα­τερ­λώ καί ἐξορίζεται στήν Ἁ­γία Ἑλένη.
 Ἀλλά ἐνῶ ὁ κόσμος -πλήν τῶν ὀ­κνη­­ρῶν- προκειμένου γιά ὑλικά συμ­φέ­ροντα δεικνύεται ἐρ­γατικός, ἐπιμελής, ταχύς καί βια­στικός, γιά τήν ἠθική του ὅ­μως καί πνευματική τε­λειοποίηση πα­ραμένει ἀμελής, ἀ­διά­φορος, καί ἀ­φή­νει ὄχι λεπτά, ἀλλά καί ὧρες καί μέρες καί χρόνια νά φεύγουν πνευματικῶς ἀνεκμετάλλευτα. Κυνηγός σκιῶν καί ὄ­χι τῆς πρα­γματικότητος.
 Ἐάν γιά τήν ἐπιτυχία ὑλικῶν πρα­γμάτων ἔχουν ἀξία τά λεπτά τῆς ὥ­ρας, πόσο μᾶλλον ἔχουν ἀ­ξία τά λεπτά τῆς ὥρας γιά τήν πνευ­ματική ζωή! Πό­σα μποροῦμε νά πράξουμε κατά τό δι­ά­στημα τοῦ χρόνου! Ἀ­κριβής ἐκτέλεση τῶν καθηκόντων, ἱερές σκέψεις, θερ­μές προσευχές, εἰλικρινής με­τάνοια καί ἐξομολόγηση, ἀνά­γνω­ση Εὐ­αγγε­λίου, ἀκρόαση κη­ρυγμάτων, κα­τανυ­κτι­κός ἐκ­κλη­σιασμός, ἐπίσκεψη ἀσθε­νῶν, βο­ήθεια πασχόντων ἀδελφῶν, δι­ά­δοση τοῦ Εὐαγγελίου… Νά μέ τί μπο­ροῦμε νά πλουτίσουμε τό χρό­νο τῆς ζωῆς μας καί νά γί­νουμε πλούσιοι, πνευματικῶς με­γαλέμποροι, σύμφωνα μέ τή θε­­όπνευστη προτροπή τοῦ ἀποστόλου Παύλου, πού λέει˙ «Ἀ­δελ­φοί, βλέ­­πετε οὖν πῶς ἀκριβῶς περιπατεῖτε, μή ὡς ἄσοφοι ἀλλ᾽ ὡς σοφοί, ἐξαγοραζόμενοι τόν καιρόν, ὅτι αἱ ἡμέραι πο­νηραί εἰσι» (Ἐφ 5,15-16).
 Ὤ, πόσο πολύτιμος εἶναι ὁ χρό­­νος γιά τή σωτηρία τῆς ἀθάνατης ψυχῆς μας! Ἕνας ἄνθρωπος, πού ζῆ 70 χρόνια ἐδῶ στόν πλανήτη μας, ἐάν ὁ χρόνος αὐτός μετρηθεῖ σέ λε­πτά τῆς ὥ­ρας, θά δοῦμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐ­τός ἔ­­ζησε 36.792.000 λεπτά. Ἔζησε ἑ­κα­τομμύρια λεπτά! Ὤ, πόσα κα­­λά θά μπο­­ροῦσε νά πράξει καί γιά τόν ἑαυτό του καί γιά τόν πλησίον του καί γιά τήν ἀνθρωπότητα ἐν γένει!
 Ἀλλά δυστυχῶς οἱ ἄνθρωποι –πλήν ἐλαχίστων ἐξαιρέσεων– δέν ἐκτιμοῦμε τήν ἀξία τοῦ χρόνου γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς. Ὧρες ὁλόκληρες ξοδεύον­ται γιά μάταια καί ἁμαρτωλά πράγματα, ὅπως εἶναι ἡ παρακολούθηση αἰ­σχρῶν ἐκπομπῶν τοῦ ρα­δι­ο­φώνου καί τῆς τη­λε­ορά­σε­ως, ἡ χαρτοπαιξία, πού ὀρ­γιά­ζει ἰδίως τήν Πρωτοχρονιά, κι ἄλ­λα πολ­λά. Ἀλί­μο­νο! Γιά τόν διάβολο ὅ­λος ὁ χρόνος. Γιά τόν Χριστό; Οὔ­τε ἕ­να λε­πτό τῆς ὥρας!
 Οἱ μόνοι πού εἶναι σέ θέση νά ἐκτιμήσουν τήν ἀξία τοῦ χρόνου εἶ­­ναι οἱ ἄν­­θρωποι πού πέθαναν ἀμετανόητοι γιά ὅσα κακά ἔκαναν ἐδῶ στή γῆ καί τώ­ρα βρί­σκον­ται στόν ἄλλο κόσμο, πού δέν εἶ­ναι παραμύθι ἀλλ’ εἶναι μία σκληρή πραγματικότητα. Ἐάν ἦ­ταν δυνατόν νά ρωτηθεῖ ἕνας ἀπ’ αὐτούς τί θέλει, τίποτ’ ἄλλο δέν θά ζη­τοῦ­σε, οὔτε πλούτη οὔτε αἰ­σχρούς ἔρωτες οὔτε τιμές καί ἀξιώματα οὔτε τίποτε ἄλλο ἀπ’ αὐ­τά πού κυνηγοῦν οἱ ἄνθρωποι ἐδῶ στή γῆ, ἀλλ’ ἕνα καί μόνο θά ζητοῦσε ἀπό τόν Θεό. Ἕνα καί μόνο λεπτό τῆς ὥ­ρας! Ναί, ἕνα λε­πτό τῆς ὥ­ρας. Διότι καί ἕνα λε­πτό τῆς ὥ­ρας φθάνει γιά νά πεῖ ὁ ἁμαρτωλός ἕνα λόγο μετανοίας, σάν ἐ­κεῖνο πού εἶπε μέσα σ’ ἕνα λεπτό ὁ λη­στής στό σταυ­ρό: «Μνήσθητί μου, Κύ­ριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου».
 Χριστιανοί μου!
 Νέο ἔτος, νέα παράταση ζω­ῆς. Μή σπαταλᾶτε τό χρόνο σας. Μήν καῖτε τά λεπτά τοῦ χρόνου. Ὁ χρό­νος εἶναι ἀνεκτίμητος. Φεύγει καί δέν ἐπιστρέφει πιά. «Χρόνου φείδου»!

Ἐπίσκοπος
Αὐγουστῖνος Καντιώτης

Δευτέρα, 31 Δεκέμβριος 2018 02:00

Ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ

peritomi Τό πρῶτο μήνυμα τοῦ νέου ἔ­τους μᾶς τό προσφέρει ἡ Δε­σπο­τική γιορτή πού σημαδεύει τήν πρώτη ἡμέ­ρα τοῦ μήνα, ἡ Περιτομή τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μέ τήν γιορτή αὐ­τή τι­μοῦμε τό γεγονός ὅτι ὁ Κύριος ἐκ­πλήρωσε τόν νόμο καί πῆρε τό ὄνομα Ἰη­σοῦς, πού θά πεῖ Θεός-Σωτήρας.

 Οἱ θεοφώτιστοι Πατέρες μας διαβλέπουν στήν περιτομή τοῦ Κυ­ρίου τό μήνυμα τῆς ὑπακοῆς. Ὁ Χριστός περιτέμνεται, ὑφίσταται δηλαδή ἕνα τα­πεινωτικό πάθημα, ἐ­πώδυνο καί ἀπο­κρου­στικό, ὅπως εἶ­ναι ἡ περιτομή, γιά νά ὑπακούσει στόν νόμο, νά δηλώσει ὑπο­ταγή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἔστω κι ἄν αὐτός ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ δέν χρειάζεται οὔτε τό πάθημα νά ὑποστεῖ οὔτε τήν ὑποταγή νά δηλώσει. Καί ἐ­μεῖς, οἱ χριστιανοί του, ὅσοι «εἰς Χριστόν ἐβαπτί­σθη­μεν» καί «Χριστόν ἐνεδύθημεν» (Γα 3,27),μαθαίνουμε ὅτι ἔ­χου­με χρέος νά ὑ­πα­κοῦμε στόν νόμο τοῦ Θεοῦ, ὄχι κατά τήν λογική μας ἀλ­λά κατά τήν ἐντολή του, ἔστω κι ἄν φαίνεται πα­ράδοξη στόν κόσμο μας καί στίς συνή­θειές μας. Μι­μούμενοι τήν ὑ­πα­κοή τοῦ Χριστοῦ μποροῦμε χα­ρι­σμα­­τικά νά ἐλευθερωθοῦμε ἀ­πό τήν ἁ­μαρτία, τήν ὁποία Ἐκεῖνος δι­και­ω­μα­τι­κά κατήργησε ὑπακούοντας στόν νό­μο.

 Ἀλλά ἡ τελετουργία τῆς περιτο­μῆς, ὅπως πρωτοδόθηκε ἀπό τόν Θεό στόν Ἀβραάμ, δέν δήλωνε μό­νο τήν ὑπακοή τοῦ ἀνθρώπου. Φα­νέ­ρω­­νε κάτι πολύ σπουδαιότερο, τήν σχέ­­ση ἀ­πό­λυτης ἐμ­πι­στοσύνης πού τόν συν­δέ­ει μέ τόν Θε­­ό. Διό­­τι ἡ πε­ρι­τομή ἦταν τό ση­μάδι τοῦ Θε­οῦ πάνω στόν ἄνθρωπο, ἡ ἀπόδειξη ὅτι ἐκεῖνος ἀνήκει ὁλοκληρωτικά στόν Θεό. Αὐτή ἡ ἱερή σχέση δέν καταργεῖται μέ τήν κατάργηση τοῦ τύπου. Ἀπό τήν στιγμή πού περιτμήθηκε ὁ Χριστός, ὅλοι οἱ Χρι­στιανοί ὡς μέλη στό δικό του σῶμα εἴμαστε πλέον περιτετμημένοι στό ὄ­νο­μά του˙καί ἡ περιτομή ὡς σημάδι στήν σάρκα μας δέν μᾶς χρειάζεται. Μᾶς χρει­άζεται ὅμως ἡ ἀχειροποίητη περιτομή ὡς συνείδηση καί ὡς βίωμα μέσα στήν καρδιά μας, ὡς γεγονός μέσα στό εἶναι μας. Μᾶς χρειάζεται μία νοοτροπία πού θά ἀφαιρεῖ ἀπό τήν καρδιά μας τό θέλημα τοῦ κό­σμου καί θά κρα­τᾶ ζωντανό καί καθοδηγητικό στήν ζωή μας τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Αὐτή τήν ἀ­χει­ροποίητη περιτομή τήν παίρνουμε μέ τά μυ­στή­ρια τοῦ Βαπτίσματος καί τοῦ Χρίσματος καί τήν ἀνανεώνουμε μέ τό μυ­στήριο τῆς μετανοίας καί τῆς ἐξο­μολογήσεως.

 Γιορτάζοντας, λοιπόν, τήν περιτομή τοῦ Χριστοῦ, βιώνουμε τήν προσωπική μας πνευματική περιτομή. Ἀ­να­νε­ώ­νουμε τήν ἀπόφασή μας νά ἀνή­­­κουμε στόν Κύριο. Ἡ πεποίθηση ὅτι εἴ­μαστε δι­κοί του μᾶς σπρώχνει νά κάνουμε τό θέ­λη­μά του. Αὐτή εἶναι ἡ εὐχή καί ἡ προσ­ευχή μου γιά τόν καθένα μας, ἀ­δελ­φοί μου. Στήν νέα χρονιά νά πολιτευόμαστε κα­θημερινά ὡς ἄν­θρωποι τοῦ Θεοῦ!

Στέργιος Σάκκος

Ἀπολύτρωσις 65 (2010) 3

Παρασκευή, 26 Δεκέμβριος 2014 02:00

Ἱστορία καί μῦθος

  gennisi 1 Καθώς τό ἄστρο τῆς Βηθλεέμ ἀνατέλλει καί φέτος στόν κόσμο κι ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης προβάλλει λαμπρός μέσα στό στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας, διαφαίνονται καθάρα κάποιες σκιές, πού ξεπηδοῦν ἀπό τό χῶρο τοῦ σκότους καί ζητοῦν νά ἀμαυρώσουν τό φῶς. Χρησιμοποιοῦν τό ὄνομα τῆς ἐπιστήμης, γιά νά μᾶς ξεγελοῦν ἀποκρύπτοντας τίς δόλιες προθέσεις τους, καί φοροῦν τό ἔνδυμα τοῦ προοδευτισμοῦ, γιά νά μᾶς ἐντυπωσιάζουν φωσφορίζοντας μέ τήν ψεύτικη λάμψη τους. Τό ἀποτέλεσμα ὅμως δέν ἀφήνει καμία ἀμφιβολία· θολώνουν μέσα στίς καρδιές τῶν ἀδυνάτων τήν πίστη.
   Εἶναι οἱ θεωρίες πού χαρακτηρίζουν μῦθο τόν Χριστιανισμό, καί τή γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἕνα ἁπλό μυθολογικό θέμα, πού συναντᾶται παραλλαγμένο στίς θρησκευτικές παραδόσεις, δηλαδή στίς μυθολογίες, πολλῶν λαῶν. Εἶναι οἱ «ἐπιστημονικές» καί «κοινωνιολογικές» ἀπόψεις πού ἰσχυρίζονται ὅτι τό δόγμα τῆς Ἐκκλησίας δέν στηρίζεται στήν ἱστορία, στά γεγονότα πού ἔπραξε ὁ Θεάνθρωπος στή γῆ γιά τή σωτηρία μας, ἀλλά ὀφείλεται στίς δοξασίες τῶν μελῶν της, στίς πεποιθήσεις πού δημιούργησαν ἱκανοποιώντας τήν ἀνάγκη τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς νά ἐξηγήσει τή ζωή καί τόν θάνατο.
Ἔτσι, λένε ὅτι οἱ πρῶτοι χριστιανοί ὅλα ὅσα ἔνιωσαν γιά τή γέννηση ἑνός θεοῦ, πού θά τούς λύτρωνε ἀπό τήν κοινωνική, τήν ἠθική καί πνευματική ἀθλιότητα, τά ἀπέδωσαν στόν Ἰησοῦ, ὁ ὁποῖος μπορεῖ νά ὑπῆρξε ὡς ἱστορικό πρόσωπο, πού ἐξιδανικεύθηκε ὅμως καί πῆρε τή μορφή τῶν προσδοκιῶν τους, ἤ μπορεῖ καί νά μήν ὑπῆρξε καθόλου, ἀλλά πλάστηκε καί ἔλαβε σκάρκα καί ὀστᾶ ἀπό τίς ἐπιθυμίες τους! Γιά νά κατευνάσουν δέ τά εὐλαβῆ πνεύματα, διευκρινίζουν ὅτι μῦθος δέν σημαίνει παραμύθι, ὅπως εἶναι οἱ λαϊκές φανταστικές διηγήσεις, ἀλλά σημαίνει μιά βιωμένη πραγματικότητα (Erlebnis), καί στή συγκεκριμένη περίπτωση ἐκεῖνα πού ἔζησε μία κοινότητα ἀνθρώπων στήν προσπάθειά της νά λύσει τά μυστήρια τοῦ κόσμου, ὄχι βέβαια στόν χῶρο τοῦ ἀντικειμένου, ἀλλά στόν χῶρο τοῦ ὑποκειμένου. Ἑπομένως, ὑποστηρίζουν, ὁ χαρακτηρισμός μῦθος δέν προσβάλλει τήν πίστη, ἀλλά ἀντίθετα τῆς δίνει διαστάσεις ὑπαρξιακές καί τήν προβάλλει ὡς μία ἀνώτερη μορφή ἀποκαλύψεως, τήν ἀναδεικνύει μία ἰσχυρή δύναμη ἱκανή νά δημιουργήσει ἱστορία. Ἐπιπλέον, ἡ πίστη ὡς μῦθος γίνεται εὐκολώτερα δεκτή ἀπό περισσότερους ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι μποροῦν ἄνετα νά ἀνεχθοῦν ἕναν Χριστό πού ἔρχεται ὄχι γιά νά κρίνει τόν κόσμο μέ τή συγκεκριμένη παρουσία του, ἀλλά γιά νά ἀνταποκριθεῖ σέ μία ὑποκειμενική ἀναγκαιότητα μέ τό μυθικό του πρόσωπο.
   Πόσο ἀλλότρια εἶναι αὐτά τά πράγματα πρός τήν Ἐκκλησία καί πόσο ἀλλοτριώνουν τήν ἀληθινή πίστη μόλις εἶναι ἀναγκαῖο νά τό ποῦμε. Κατ’ ἀρχήν, μία τέτοιου εἴδους θεώρηση τῆς ὑποθέσεως τῆς σωτηρίας εἰσάγει μία ἄλλη μορφή εἰδωλολατρίας. Ὅπως τό ἐγώ τοῦ ἀνθρώπου μέ τήν ἀχαλίνωτη φαντασία του φτιάχνει ψεύτικους θεούς, ἔτσι πάλι τό ἀνθρώπινο ἐγώ, μέ τά καταναγκαστικά βιώματά του, πλάθει τόν μῦθο τοῦ Σωτήρα. Ἔπειτα, μ’ αὐτόν τόν τρόπο τό οἰκοδόμημα τοῦ Χριστιανισμοῦ μετατίθεται πάνω σ’ ἕναν μῦθο, πού ἀκόμη κι ἄν δέν εἶναι παραμύθι, δέν παύει νά ἔχει τή σαθρότητα ἑνός ὑποκειμενικοῦ παράγοντος, εἴτε φαντασία τόν ὀνομάσουμε εἴτε ὑπαρξιακή λειτουργία εἴτε ὁμαδική συνείδηση. Βάση τῆς πίστεως, δηλαδή, παρουσιάζεται ἡ «ἐμπειρία», ἡ ὁποία ὁραματίζεται προφητεῖες καί συνθέτει μυθιστορίες. Ἡ πίστη μας, ὅμως, ἑδραιώνεται πάνω σέ γερά θεμέλια, φτιαγμένα ἀπό τήν ἀντικειμενική πραγματικότητα. Βάση της εἶναι ἡ ἱστορία· καί ὅταν λέμε ἱστορία, ἐννοοῦμε γεγονότα, πού συνέβησαν μέσα στόν χρόνο, ἐλέγχονται μέ τίς αἰσθήσεις καί ἐπικυρώνονται ἀπό ἀδιαμφισβήτητους μάρτυρες. Αὐτή ἡ ἱστορία ἐπαληθεύει τήν προφητεία καί καθώς εἶναι διαρκῶς μία παροῦσα πραγματικότητα, γεννᾶ σέ κάθε ἐποχή τήν ἐμπειρία στόν πιστό. Ἐδῶ ἀκριβῶς βρίσκεται ἡ μεγάλη διαφορά τῆς ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ μέ τίς μυθολογίες τῶν ἀνθρώπων. Ἡ θεία ἀποκάλυψη, πού ἐκφράζεται μέ ποικίλους τρόπους μέσα στήν ἀνθρώπινη ἱστορία, περιέχει πολλά στοιχεῖα ὑπερφυσικά καί ὑπέρλογα, δέν ἔχει ὅμως οὔτε ἴχνος ἀπό στοιχεῖα ἀνιστόρητα ἤ μυθικά.
   Πράγματι, μέσα σ’ ὅλη τήν ἁγία Γραφή, ἀκόμη καί στήν Παλαιά Διαθήκη, ἡ ὁποία γράφτηκε σέ περιόδους, ὅπου ὁ μῦθος εἶχε τήν πρωτεύουσα θέση, δέν ὑπάρχει οὔτε ἕνα δεῖγμα μύθου, μέ τήν ἔννοια μέ τήν ὁποία τόν ὁρίζουν οἱ κριτικοί της. Ἄν ἐξαιρέσουμε δύο ἤ τρεῖς -καί μόνο δύο ἤ τρεῖς- περιπτώσεις τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, στίς ὁποῖες ἀναφέρονται πλαστές καί χαριτωμένες διηγήσεις, δέν βρίσκουμε τίποτε ἄλλο παρά σκέτη ἱστορία. Ἐπειδή, ὅμως, στήν ἱστορία αὐτή συνδιαλέγεται ὁ Θεός μέ τούς ἀνθρώπους καί οἱ ἄνθρωποι μέ τόν Θεό, καί συνυφαίνεται ἡ ἱστορία τῶν ἀνθρώπων μέ τήν ἱστορία τοῦ Θεοῦ, οἱ συγγραφεῖς, προκειμένου νά γίνουν κατανοητοί, χρησιμοποιοῦν ἀνθρωπομορφικές ἤ ἀνθρωποπαθεῖς ἐκφράσεις καί παραστάσεις. Ὅπως, δηλαδή, γιά νά συνεννοηθοῦμε μέ κάποιον, τοῦ ὁποίου δέν γνωρίζουμε τή γλῶσσα, χρησιμοποιοῦμε νεύματα, ἔτσι, γιά νά συνεννοηθεῖ ὁ Θεός μαζί μας, παρουσιάζεται σάν νά ἔχει χέρια, πόδια, μάτια κτλ., σάν νά ζηλοτυπεῖ, νά ὀργίζεται κ.ἄ. «Θεοπρεπῶς» νά ἐννοοῦνται αὐτά, συμβουλεύουν οἱ ἅγιοι πατέρες, καί ὄχι «ἀνθρωποπαθῶς».
   Ἐξάλλου, εἶναι ὁλοφάνερο καί ἀπό μία μόνο ἀνάγνωση τῆς Βίβλου ὅτι ἐκεῖνο πού σφοδρότατα καταπολεμᾶ ἡ Γραφή εἶναι ἡ εἰδωλολατρία καί μυθολογία. Πῶς εἶναι δυνατόν νά μάχεται μέ συμμάχους τούς ἐχθρούς της; Ἁρμόζει ἐδῶ ἡ ἀπάντηση τοῦ Ἰησοῦ πρός ἐκείνους πού τοῦ ἔλεγαν ὅτι «ἐν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμονίων ἐκβάλλει τά δαιμόνια» (Μθ 12,24)· «Πᾶσα βασιλεία μερισθεῖσα καθ’ ἑαυτήν ἐρημοῦται, καί πᾶσα πόλις ἤ οἰκία μερισθεῖσα καθ’ ἑαυτήν οὐ σταθήσεται. Καί εἰ ὁ σατανᾶς τόν σατανᾶν ἐκβάλλει, ἐφ’ ἑαυτόν ἐμερίσθη· πῶς οὖν σταθήσεται ἡ βασιλεία αὐτοῦ;» (Μθ,25-26). Ἄν ὁρισμένα γεγονότα τῆς Γραφῆς φαίνονται ὑπερβολικά καί ἔξω ἀπό τή γνωστή φυσική τάξη, αὐτό ἀποτελεῖ θέμα σωστῆς ἑρμηνείας, φωτισμένου νοῦ καί ταπεινῆς καρδιᾶς.
   Ἀγνοοῦμε τίς συνθῆκες καί τίς περιστάσεις τοῦ χρόνου καί τοῦ τόπου στόν ὁποῖο διεξήχθησαν τά παρωχημένα γεγονότα, καί ἀδυνατοῦμε νά σταθμίσουμε τόν θεῖο παράγοντα, πού καθορίζει οὐσιαστικά τήν ἐξέλιξη τῆς ἱστορίας. Γιά ἕνα πρᾶγμα, ὅμως, μποροῦμε νά εἴμαστε βέβαιοι· ὅτι ὁ Θεός τῆς Γραφῆς εἶναι Θεός ζωντανός, πραγματικός, πού δίνει ἀμέτρητες μαρτυρίες τῆς ζωῆς καί τῆς παρουσίας του μέσα στόν κόσμο, δίπλα στόν ἄνθρωπο. Εἶναι ὁ Θεός πού ἀποκαλύπτει ὁ ἴδιος τόν ἑαυτό του ἀφήνοντας παντοῦ τά σημάδια του, καί ὄχι οἱ θεοί πού φτιάχνουν οἱ ἄνθρωποι προβάλλοντας τόν ἑαυτό τους σέ μυθικά πλάσματα.
   Ἕνα ἁπλό παράδειγμα ἀρκεῖ. Τό 1500 π.Χ. ὁ Μωϋσῆς γράφει ὅτι ὁ παντοδύναμος καί πάνσοφος Θεός δημιούργησε πρό ἀμνημονεύτων χρόνων τό σύμπαν. Τόν 7ο, 6ο καί 5ο ἀκόμη αἰ. π.Χ. ἡ μυθολογία λέει ὅτι μιά φορά κι ἕναν καιρό ἦταν ἕνας Οὐρανός καί μία Γῆ, πού παντρεύτηκαν καί γέννησαν τόν κόσμο. Στό πρῶτο κείμενο μιλᾶ ἡ ἀποκεκαλυμμένη Ἀλήθεια· στά ἄλλα παραληρεῖ ἡ φαντασία τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὅλοι οἱ λαοί βρίθουν ἀπό μύθους, οἱ ὁποῖοι μάλιστα περιστρέφονται γύρω ἀπό ὁρισμένα κοινά θέματα, ὅπως, γιά παράδειγμα, ἡ δημιουργία τοῦ κόσμου. Καί εἶναι ὁπωσδήποτε ἐπιστημονικό καί ἀδιάβλητο συμπέρασμα ὅτι μέσα στήν ἀνθρώπινη ψυχή ὑπάρχουν ἀρχέτυπα, δηλαδή ἔννοιες καί εἰκόνες κληρονομημένες ἀπό τήν πρώτη ἀρχή τοῦ ἀνθρώπου, πού βρίσκουν διάφορη ἔκφραση στούς διάφορους λαούς. Ἀλλά εἶναι λάθος ὅτι ὁ Χριστιανισμός εἶναι κι αὐτός μία μυθική παραλλαγή. Ἄν στίς μυθολογίες τῶν λαῶν βρίσκεται κάποιος ἱστορικός πυρήνας, στή διδασκαλία τῆς Γραφῆς βρίσκεται ὁλόκληρη ἡ ἱστορία τῶν σχέσεων Θεοῦ καί ἀνθρώπων, ἁπλῆ καί ἀτόφια.
   Ἡ ἀνθρωπότητα ὅλη περίμενε ἕναν Λυτρωτή καί ἔπλαθε μύθους γιά τόν ἐρχομό του. Ἀλλά ὁ Λυτρωτής ἦλθε μέ ἕναν τρόπο πού κανείς δέν τόν φαντάσθηκε οὔτε μποροῦσε νά τόν φαντασθεῖ. Γεννήθηκε ἀθόρυβα ἀπό μία Παρθένο, ἄδοξος καί κατατρεγμένος, καί ἦταν τόσο τέλειος Θεός, ὅσο ἦταν καί τέλειος ἄνθρωπος. Τό χρονικό τῶν Χριστουγέννων, ὅπως τό διηγοῦνται οἱ εὐαγγελιστές, δίνει ἕνα ράπισμα στούς ἰσχυρισμούς τῶν μυθολογικῶν σχολῶν μέ τή φυσικότητα καί τή λιτότητά του. Ἀλλά καί ἡ πραγματικότητα τῶν καιρῶν μας προσφέρει τή δική της ἀποστομωτική ἀπάντηση. Διότι καί σήμερα ἡ ἀλύτρωτη ἀνθρωπότητα περιμένει ἕναν Σωτήρα καί πλάθει μύθους καί ἀναδεικνύει ἥρωες· ὁ μῦθος τῆς ἐπιστήμης, ὁ θρῦλος τῆς εἰρήνης καί τοῦ οἰκουμενισμοῦ, ὁ ἥρωας τραγουδιστής τῆς ρόκ, οἱ μαινάδες τοῦ σέξ, ὁ παράδεισος τῶν ναρκωτικῶν, ἡ λάμψη τῆς πολιτικῆς καί ἡ αἴγλη τῆς κουλτούρας, εἶναι ἀπομυθοποίηση τῶν πάντων καί αὐτῆς ἀκόμη τῆς ἀληθινῆς ἱστορίας. Ἀρνεῖται σήμερα ἡ ὑλιστική φιλοσοφία τῆς ἐποχῆς μας τόν Θεό. Ἀρνεῖται τό θαῦμα καί τό μυστήριο. Ἀρνεῖται τό σύμπαν ὅλο ὡς δημιούργημα τοῦ Θεοῦ καί χαρακτηρίζει μῦθο τίς θεόπνευστες ἀλήθειες τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Ἀλλά ὁ δικός της μῦθος τῆς ἀρνήσεως ἀπαιτεῖ πολύ μεγαλύτερη πίστη, γιά νά γίνει δεκτός, καί χρειάζεται αὐτός ὄντως ἀπομυθοποίηση, γιά νά δεῖ ἡ ἀνθρωπότητα τήν ἀλήθεια. Κι ἡ ἀλήθεια εἶναι ἁπλή καί σαφής· ὑπάρχει Λυτρωτής γιά ὅλους καί εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, πού ἔζησε ὡς τέλειος ἄνθρωπος μέσα στήν ἱστορία μας καί ἀποδείχθηκε τέλειος Θεός μέ τά μαρτυρημένα θαύματά του, μέ τήν ἅγια ζωή του καί πρό πάντων μέ τό ἱστορικό γεγονός τῆς ἀναστάσεώς του. Αὐτός εἶναι ὁ Θεάνθρωπος Κύριός μας, εἶναι ὁ Ἐμμανουήλ, ὁ Θεός μαζί μας.

Στέργιος Σάκκος

Δευτέρα, 22 Δεκέμβριος 2014 02:00

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ

Πρόγραμμα Ἀκολουθιῶν

Ἁγίου Δωδεκαημέρου

Τετάρτη

24-12-14

Ὧρες, Ἑσπερ. Χριστουγέννων,

Θ. Λειτουργία Μ. Βασιλείου

6.30 π.μ.

Πέμπτη

25-12-14

Ὄρθρος Χριστουγέννων

Θ. Λειτουρ­γία

7.00 π.μ.

Παρασκευή

26-12-14

Ὄρθρος, Θ. Λειτουργία

7.30 π.μ.

Σάββατο

27-12-14

Ὄρθρος, Θ. Λειτουρ­γία

7.30 π.μ.

Κυριακή

28-12-14

Ὄρθρος, Θ. Λειτουρ­γία

7.30 π.μ.

Τετάρτη

31-12-14

Ἀγρυπνία Πρωτοχρονιᾶς

9.00 μ.μ.

Κυριακή

4-1-15

Ὄρθρος, Θ. Λειτουρ­γία

7.30 π.μ.

Δευτέρα

5-1-15

Ὧρες, Ἑσπερ. Θεοφανίων

Θ. Λειτουργία Μ. Βασιλείου

Μέγας Ἁγιασμός

7.00 π.μ.

Τρίτη

6-1-15

Ὄρθρος Θεοφανίων

Θ. Λειτουργία, Μ. Ἁγια­σμός

7.00 π.μ.

Τετάρτη

7-1-15

Ὄρθρος, Θ. Λειτουρ­γία

7.30 π.μ.

 

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΝΑΛΗΨΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ, ΟΡΘ. ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΑ "ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΕΛΠΙΣ", ΦΙΛΥΡΟ ΘΕΣ/ΝΙΚΗΣ

Δευτέρα, 15 Δεκέμβριος 2014 02:00

Γεννιέται γιά νά μᾶς ἀναγεννήσει

 gennissi Γνωρίζουμε καί πιστεύουμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος κτίσθηκε «κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν τοῦ Θεοῦ». Ἐπίσης διδασκόμαστε ἀπό τόν ἀπόστολο Παῦλο ὅτι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ Χριστός. Ἄρα, συμπεραίνουμε, ὁ ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, πλάστηκε δηλαδή μέ μοντέλο τόν Χριστό, πλάστηκε γιά νά γίνει Χριστός. Ἀκριβῶς στό ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ἐκεῖ βρίσκεται ἡ ἀξία του, ἡ ὑπεροχή του ἀπό τά ἄλλα κτίσματα καί ἡ μοναδικότητα τοῦ προορισμοῦ του.
  Τά θρησκεύματα, οἱ φιλοσοφίες, οἱ ποικίλες ἀνθρωπολογικές θεωρίες καί ἡ πολιτική στηρίζουν τήν ἀξία τοῦ ἀνθρώπου στά συστατικά του, στήν ἐφευρετικότητά του. Καί ἀντιδικοῦν αἰῶνες τώρα, γιά τό εἶδος τῶν συστατικῶν τοῦ ἀνθρώπου, γιά τήν ἰδιαιτερότητά του ἤ τήν κοινότητά του σέ σχέση μέ τά ἄλλα πλάσματα. Ὅμως πλανῶνται στήν ἀφετηρία τῆς σκέψεώς τους καί γι’ αὐτό δέν ἐκτιμοῦν σωστά τήν ἀξία καί τόν προορισμό τοῦ ἀνθρώπου.
  Δέν εἶναι τά συστατικά του, πού προσδιορίζουν τήν οὐσία, τήν ἀξία καί τόν προορισμό τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως τά χρώματα καί τό εἶδος τοῦ ὑλικοῦ ἀπό τό ὁποῖο εἶναι κατασκευασμένη μιά φωτογραφία δέν εἶναι ἐκεῖνα πού προσδιορίζουν τήν ἀξία τῆς φωτογραφίας. Τήν ἀξία τῆς ἡ φωτογραφία τήν παίρνει ἀπό τό πρόσωπο πού εἰκονίζει καί ἀπό τό πῶς καί πόσο σωστά καί καθαρά τό εἰκονίζει. Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τόν ἄνθρωπο. Τή θέση του ὡς κορωνίδα τοῦ κόσμου καί τήν ὑπαρξιακή του ἀξία τήν ὀφείλει ὄχι στά συστατικά του ἤ στό δυναμισμό του ἀλλά στό ὅτι εἶναι εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Καί τό πόσο σωστά καί καθαρά εἰκονίζει τόν Χριστό, αὐτό μετρᾶ τήν ἀξία του καί τήν ἐπιτυχία τῆς ἀποστολῆς του.
  Εἶναι ὁ ἄνθρωπος λογική, ἐλεύθερη καί κοινωνική ὕπαρξη, διότι τό ἀρχέτυπό του, ὁ Χριστός, εἶναι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, πού ὑπάρχει αἰώνια καί κοινωνεῖ ἐλεύθερα μέ τά ἄλλα πρόσωπα τῆς ἁγίας Τριάδος. Λαχταρᾶ τή ζωή, τήν ἀλήθεια καί τήν εὐτυχία, διότι τό ἀρχέτυπό του, ὁ Χριστός, εἶναι ἡ ζωή, ἡ ἀλήθεια καί ἡ ἀπόλυτη μακαριότητα. Ἄρα ὁ ἄνθρωπος κτίσθηκε, ζῆ, ὑπάρχει καί πορεύεται ἐν ὀνόματι τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ὁποίου εἶναι ἡ εἰκόνα. Γι’ αὐτό εὔστοχα παρατηροῦν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ἡ ἀνθρώπινη φύση ἄγχεται καί ἀγωνιᾶ ἕως ὅτου βρεῖ τόν Χριστό καί ἀναπαυθεῖ σ’ Αὐτόν. Δηλαδή τό ζητούμενο γιά τόν ἄνθρωπο εἶναι ἡ εὕρεση τοῦ Χριστοῦ καί ἡ ἕνωση μαζί Του.
  Ἀκριβῶς ἡ διαδικασία γιά νά βρεῖ ὁ ἄνθρωπος τόν Χριστό καί γιά νά ἑνωθεῖ μαζί Του, ἄρχισε μέ τά Χριστούγεννα. Καί ἐδῶ βρίσκεται ἡ μοναδικότητα καί ἡ ἄμετρη φιλανθρωπία τῶν Χριστουγέννων. Ἐπειδή δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος ἀπό μόνος του νά φτάσει τό ἀρχέτυπό του, τόν Χριστό, νά ἑνωθεῖ μαζί Του καί νά ἀπολαύσει τήν πληρότητά Του, γι’ αὐτό ὁ Χριστός ἦρθε στήν εἰκόνα Του, τόν ἄνθρωπο, μέ τά Χριστούγεννα.
   Τά Χριστούγεννα, δηλαδή, δέν εἶναι ὅπως οἱ θεοφάνειες, πού περιγράφονται στίς μυθολογίες τῆς ἀρχαιότητος. Ἐκεῖ, στίς διηγήσεις τῶν μύθων, οἱ θεοί ἐμφανίζονται σάν ἄνθρωποι γιά μιά στιγμή καί ὕστερα ἐξαφανίζονται, διότι «Θεός ἀνθρώπῳ οὐ μίγνυται». Ἐδῶ, στά Χριστούγεννα, τό δεύτερο πρόσωπο τῆς ἁγίας Τριάδος, ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ἑνώθηκε αἰώνια μέ τήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη. Στή συνέχεια αὐτή τήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη τήν ἀνέστησε καί τή θέωσε. Ἔτσι, ὑπάρχει ἔκτοτε ἡ θεανθρώπινη ὕπαρξη τοῦ Χριστοῦ, πού ἑλκύει μέ τίς ἐκκλησιαστικές διαδικασίες πρός τήν παντοδυναμία του τίς εἰκόνες του, δηλαδή τούς ἀνθρώπους.
   Ἑπομένως τά Χριστούγεννα εἶναι τό μοναδικό γεγονός, πού πραγματοποιεῖ τόν προορισμό καί τήν ἀποστολή τοῦ ἀνθρώπου. Γι’ αὐτό οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί θεωροῦμε τά Χριστούγεννα καί τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ ὡς τή μεγαλύετρη δωρεά τοῦ Θεοῦ στήν ἀνθρωπότητα. Δωρεά πού σημαδεύει ἀνεξίτηλα τή μοῖρα τοῦ ἀνθρώπου. Καταλαβαίνουμε, ἔτσι, γιατί ἡ γιορτή τῶν Χριστουγέννων γιά τούς Ὀρθόδοξους Χριστιανούς δέν ἔχει ἀναμνησιακό μόνο χαρακτήρα καί δέν γίνεται μία φορά μόνο τόν χρόνο σάν κάποια λαογραφική ἐκδήλωση. Δέν γίνεται ἔτσι ἡ γιορτή τῶν Χριστουγέννων στήν Ὀρθόδοξη Λατρεία.
  Τά Χριστούγεννα ὡς ἐρχομός τοῦ ἀρχετύπου στήν εἰκόνα του, ὡς φιλάνθρωπη ὑπαρξιακή αὐτοπροσφορά τοῦ Χριστοῦ στόν ἄνθρωπο, ἐπαναλαμβάνονται σέ κάθε περίπτωση πού ἕνας ἄνθρωπος γίνεται Χριστιανός, δηλαδή σέ κάθε τέλεση τοῦ μυστηρίου τοῦ Βαπτίσματος. Τή στιγμή πού ἕνας ἄνθρωπος βαπτίζεται, γίνεται ἡ θαυματουργική δικαίωση τῶν Χριστουγέννων. Διότι τή στιγμή τοῦ Βαπτίσματος, ὁ βαπτιζόμενος μέ θαυματουργικό τρόπο «βουτάει» μέ τήν ψυχή του καί μέ τό σῶμα του στή θεανθρώπινη ὕπαρξη τοῦ Χριστοῦ, «μπολιάζεται» μέ τόν θεάνθρωπο Χριστό, «ἑνώνεται» μέ τό ἀρχέτυπό του, «μπαίνει» στή διαδικασία τῆς χριστοποιήσεώς του, γιά τήν ὁποία ἔγιναν τά Χριστούγεννα.
  Ἀκριβῶς μ’ αὐτή τήν πίστη γιορτάζουμε τά Χριστούγεννα οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί. Στή γιορτή τῶν Χριστουγέννων δέν πανηγυρίζουμε μόνο τά γενέθλια τοῦ Χριστοῦ, πού ἀποτελοῦν ὡς γεγονός τό μεγαλύτερο θαῦμα ὅλων τῶν ἐποχῶν. Τήν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων δέν γιορτάζουμε μόνο τά γενέθλια κάθε πολιτιστικῆς καί ἀνθρωπιστικῆς προόδου, πού δημιουργήθηκε μέ τά διδάγματα τοῦ Χριστοῦ καί μέ τό ἦθος τῶν Χριστιανῶν. Ἔτσι τά Χριστούγεννα τά γιορτάζουν καί ἐκεῖνοι πού δέν εἶναι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί· ἀκόμα καί ἐκεῖνοι πού δέν εἶναι Χριστιανοί. Διότι τόν Χριστό ὡς μέγα διδάσκαλο καί ἀνακαινιστή τῆς ἀνθρωπότητος τόν τιμοῦν καί οἱ μή Χριστιανοί. Γιορτάζουν ἑπομένως καί ἐκεῖνοι τά Χριστούγεννα ὡς γενέθλια τοῦ ἀνακαινιστοῦ τῆς ἀνθρωπότητος. Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, τά Χριστούγεννα τά γιορτάζουμε προπαντός ὡς προσωπική καί ταυτόχρονα ἐκκλησιαστική μας ὑπόθεση. Τά γιορτάζουμε ὡς μπόλιασμά μας μέ τόν Θεάνθρωπο Χριστό μέσα ἀπό τήν ἐκκλησιαστική ζωή. Τά γιορτάζουμε ὡς ἀρχή τῆς διαδικασίας γιά τήν πορεία τῆς προσωπικῆς μας κατοχυρώσεως στήν αἰωνιότητα. Κατοχυρώσεως πού γίνεται καθώς κτίζεται στήν ἐκκλησιαστική ζωή ἡ ἕνωσή μας μέ τόν Θεάνθρωπο Χριστό, ὁ ὁποῖος ἄρχισε νά ὑπάρχει στή γῆ μέ τά Χριστούγεννα.
  Κοντολογῆς, γιά μᾶς τούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς, τά Χριστούγεννα εἶναι ὁ προσφερόμενος παράδεισος, πού λαχταρᾶ καί ἐπιποθεῖ ἡ ὅλη ὕπαρξή μας. Γι’ αὐτό γιορτάζοντας τά Χριστούγεννα δέν περιοριζόμαστε σέ παχειά λόγια καί σέ τυπικές εὐχολογίες καί φαμφαρώνικες διακοσμήσεις. Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί γιορτάζουμε τά Χριστούγεννα μετά ἀπό τεσσαρακονθήμερη προετοιμασία μέ τή συμμετοχή μας στήν πανδαισία τῆς χριστουγενιάτικης Λειτουργίας. Ἐκεῖ γινόμαστε σύναιμοι καί σύσσωμοι Χριστοῦ. Ἐκεῖ βιώνουμε τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι, πιστεύουμε, ὅτι δικαιώνονται τά Χριστούγεννα καί κατανοεῖται ὁ ἀγγελικός ὕμνος τή νύχτα τῶν Χριστουγέννων, ὅτι τά Χριστούγεννα εἶναι «εὐδοκία ἐν ἀνθρώποις».

Δῆμος Ματσικίδης

Κυριακή, 14 Δεκέμβριος 2014 02:00

Στρατόπεδο "Παύλου Μελᾶ"

 Οἱ μαῦρες φτεροῦγες τῆς χιτλερικῆς νύχτας ἔχουν τυλίξει πιά τή Νύμφη τοῦ Θερμαϊκοῦ. Ἰταμά ποδοπατάει τό χῶμα της τό ἑλληνικό ἡ γερμανική μπότα. Σφουγγίζει ὁ Ἕλληνας τό δάκρυ του, γιατί πληθαίνουν οἱ κατάδικοι στίς φυλακές. Ρουτίνα ἔχουν καταντήσει οἱ καθημερινές, πολλαπλές ἐκτελέσεις.
  Ἐκεῖ, στό στρατόπεδο "Παύλου Μελᾶ", μία ὁλόκληρη πολιτεία ἀπό δεσμίους τῶν ναζί εἶναι ἐγκλωβισμένη. Μελανό, ἄθλιο τό σκηνικό τούτης τῆς παγερῆς φυλακῆς. Ἡ φτώχεια, ἡ πεῖνα, τό κρύο, οἱ ψεῖρες, οἱ ἀρρώστιες, ἡ δυστυχία, οἱ ἐξευτελισμοί καί τά τρελλά βασανιστήρια θερίζουν τούς φυλακισμένους. Ὅσοι τολμήσουν ν᾿ ἀνάψουν λίγη φωτιά νά ζεσταθοῦν, δέχονται τ᾿ ἀνελέητα χτυπήματα τοῦ κατακτητῆ. Ὁ Διευθυντής μέ τό στυλιάρι τοῦ κασμᾶ σαπίζει στό ξύλο ἕναν νεαρό, γιατί ἔδειξε τά φιλάνθρωπα αἰσθήματά του σ᾿ ἕναν ἄρρωστο καί τοῦ πρόσφερε ἕνα ζεστό. Κι οἱ κλοῦβες τῆς Κατοχῆς πᾶνε καί ἔρχονται βαρυφορτωμένες. Γεμίζουν ἀπό μελλοθανάτους κι ἐπιστρέφουν ἄδειες.
trikkis-dionysios  Κι ἐνῶ οἱ Γκεσταπῖτες ξεβράζουν πάνω στούς κρατουμένους ὅλη τους τήν ἀγριότητα καί κτηνωδία, κάποιος ὑπόδικος, ἱλαρός λευΐτης, μέ τή θαυμαστή του δρᾶσι ἔχει μετατρέψει τό ἀποκρουστικό καί ἀνήλιαγο στρατόπεδο, τόν προθάλαμο τοῦ θανάτου, σέ φάτνη Χριστοῦ. Εἶναι ὁ ἡρωϊκός, ὁ ἀλύγιστος μάρτυρας Διονύσιος Χαραλάμπους, ὁ μετέπειτα ἄξιος ἐπίσκοπος Τρίκκης καί Σταγῶν. Ἄγγελος καί βακτηρία γίνεται γιά τούς ἀπελπισμένους συγκαταδίκους του. Ἀκτινοβολεῖ ἡ προσωπικότητά του μέσα καί ἔξω ἀπό τίς φυλακές. Σέ μία τέτοια ψυχή πού συγκακουχεῖται, δέν μπορεῖ ὁ Κύριος νά μή στείλει συνεργούς, Κυρηναίους, στό ἔργο της. Τό καταθέτει ὁ ἴδιος στό ἡμερολόγιο-βιβλίο του «Μάρτυρες».
 «25 Δεκεμβρίου 1943. Τά δεύτερα Χριστούγεννά μας στοῦ Παύλου Μελᾶ. Μά ἡ ἀγάπη τῶν χριστιανῶν κάνει νά ξεχάσωμε τήν τραγική μας θέσι. Μ᾿ ὅλο τό κρύο, ἀπ᾿ τό πρωί καταφθάνουν καραβάνια, ἄλλοι μάγοι πρός τό Θεῖο Βρέφος, μέ τά δῶρα τους: ψωμιά, τρόφιμα, γλυκά, φροῦτα καί τσιγάρα. Εἶναι τά Κατηχητόπουλά ῾μας᾿... Τά δικά μας. Αὐτά πού ἔχουν τή φροντίδα τή δική μας, αὐτά πού ἀνέλαβαν νά μᾶς φέρουν τό χαμόγελό τους. Ἡ εὐχαριστία κυλᾶ βουβά, φουσκώνει τά στήθη μας καί βουρκώνει τά μάτια. Σ᾿ εὐχαριστοῦμε, Κύριε, πού δέ μᾶς ἄφησες μόνους... Τά παιδιά μᾶς εὔχονται χρόνια πολλά, καλή λευτεριά -αὐτό στό αὐτί-, ἀφήνουν τά δῶρα τους τά πλούσια καί φεύγουν. Χάνονται ἐκεῖ στό βάθος τοῦ δρόμου, μιά μακριά γραμμή χελιδόνια πού ἔφεραν τήν ἄνοιξι στό διπλό μεσοχείμωνο τοῦ Π. Μελᾶ».
  Οἱ ἐκδηλώσεις τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης, μέ τοῦ Ἀβραάμ τ᾿ ἀγαθά καί μέ πρωτοπόρους τούς ἱεροκήρυκες τῆς Ἀδελφότητος τῆς «Ζωῆς», ἐπαναλαμβάνονται πολλές φορές. Μιά μέρα ὁ π. Διονύσιος, ἡ ψυχή τῶν φυλακῶν, δέχεται ἀπό τούς πατέρες τῆς χριστιανικῆς κινήσεως ἕνα προσωπικό δῶρο. «Τ᾿ ἀνοίγω καί τί βλέπω! Ἕνα χοντρό-χοντρό κοντόρασο, γιά ν᾿ ἀντικαταστήση τά κουρέλια πού φορῶ», ἐξομολογεῖται ὁ ἴδιος μέ συγκίνηση. Ἰδιαίτερα βέβαια χάρηκα, ὅταν ἔμαθα πώς σ᾿ ἐκείνη τή ζεστή καί ριψοκίνδυνη προσπάθεια συμμετέχει ἐνεργά καί προσφέρει τή λογία της καί ἡ δική μας Ἀδελφότητα «Ἀπολύτρωσις», μέ τ᾿ ὄνομα τότε «Ἀποστολική Διακονία».
  Κι ὁ ἀνύσταχτος ἄγγελος τῶν καταδίκων χάρις στήν ἀξιωσύνη του μετατρέπει τό ἐλεεινό κελλί τῆς φυλακῆς του σέ «Ὑπουργεῖο Προνοίας καί Περιθάλψεως». Ἐκεῖ προστρέχουν οἱ κρατούμενοι πού δέν ἔχουν στόν ἥλιο μοῖρα, νά πάρουν τά δῶρα τῶν ἀχθοφόρων τῆς ἀγάπης. Ἐκεῖ βρίσκουν, στή βιβλιοθηκούλα πού εἶναι στημένη, κάποιο θρησκευτικό βιβλίο, πού θά τονώσει τό ἠθικό τους. Προπάντων ἐκεῖ καταφεύγουν, γιά νά ἀποβάλουν τίς κηλῖδες τῆς ψυχῆς τους καί νά λάβουν κάτω ἀπό τό πετραχήλι τοῦ π. Διονυσίου τήν ἄφεσι. «Ὁ ἐγωισμός, πού κρατοῦσε πολλούς μακριά ἀπ᾿ τό παρήγορο καί φιλάνθρωπο τοῦτο μυστήριο, σφυροκοπήθηκε, πάνω στ᾿ ἀμόνι τοῦ στρατοπέδου, μέ τό βαριό τοῦ πόνου», γράφει χαρακτηριστικά. Ἀπό ᾿κεῖνο τό ὑγρό κελλί του ψάλλει χαμηλόφωνα ὁ τραγικός ἱερέας μέ μάτια δακρύβρεχτα τή νεκρώσιμη ἀκολουθία τῶν μελλοθανάτων, πού σέ λίγο οἱ Γερμανοί θά ἔχωναν σέ λάκκους. «Ἔλεγα», σημειώνει, «τό Δι᾿ εὐχῶν, ὅταν ἀκούστηκε ἡ ριπή τοῦ πολυβόλου. Ὕστερα οἱ χαριστικές». Ἔτσι, κάτω ἀπό τή μύτη τῆς σιδηρᾶς Αὐτοκρατορίας ὁ π. Διονύσιος ἔκανε τή δική του ἀντίσταση. Ὅσο οἱ τίγρεις διψοῦσαν γιά αἷμα, τόσο αὐτός προσπαθοῦσε, μέ τό κήρυγμα πού ἀντλοῦσε ἀπό τό χρυσωρυχεῖο τῆς Κ. Διαθήκης, νά κρατᾶ τίς καρδιές τῶν συγκαταδίκων του ἀνεξίκακες καί νά τίς ἐξαγνίζει μέ τ᾿ ἄχραντα μυστήρια.
 Κάθε φορά πού περνῶ μπροστά ἀπό τό στρατόπεδο «Παύλου Μελᾶ», νιώθω ν᾿ ἀντικρύζω μιά πρωτοχριστιανική κατακόμβη. Αὐθόρμητα σιγοψάλλω «αἰωνία ἡ μνήμη» αὐτῶν πού μέσα στίς ἀπάνθρωπες φυλακές καθαγίαζαν τίς ψυχές τους καί ἀναπαύονται τώρα στήν ἄληκτη μακαριότητα.


Ἑλληνίς

 

Κυριακή, 14 Δεκέμβριος 2014 02:00

Χριστουγεννιάτικα ἀνθολογήματα

«Πολλά δέ θέλει ὁ ἄνθρωπος
νά ᾽ν᾽ ἥμερος νά ᾽ναι ἄκακος·
λίγο φαΐ, λίγο κρασί,
Χριστούγεννα κι Ἀνάσταση»,


εἶναι στίχοι τοῦ νομπελίστα μας ποιητῆ Ὀδυσσέα Ἐλύτη.
xristougenna Τά Χριστούγεννα, πράγματι, προσ­φέρουν μία εὐκαιρία νά ξαναβροῦμε τούς παλιούς μας φίλους, ποιητές καί συγγραφεῖς, πού μέ δύναμη ψυχῆς τραγούδησαν τόν νεογέννητο Χριστό. Ἴσως ἔτσι κι ἐμεῖς γίνουμε λίγο «ἥμεροι καί ἄκακοι».
 Ξεκινῶ ἀπό τόν πρίγκιπα τῶν λογοτεχνῶν, τόν Ἀλέξανδρο Παπαδιαμάντη, γιά τόν ὁποῖο ὁ Μιλτιάδης Μαλακάσης πίστευε ὅτι ἦταν ὁ «καλύτερος ποιη­τής» πού εἶχε γνωρίσει. Στό διήγημα «Στό Χριστό στό Κάστρο» ὑπάρχει ἕνα ποίημα πού ἀναφέρεται στόν ναό τῆς Γεννήσεως:


«Μέ χρόνους μέ καιρούς καί ἥμισυ καιροῦ,
κάποιος ἀμαθής, ἁμαρτωλός χυδαῖ­ος,
καμμία γυναίκα τοῦ λαοῦ πτωχή
σ᾽ ἐνθυμεῖται κι ἔρχεται νά σοῦ φέρ᾽
ὄχι χρυσόν, ἀλλά ὀλίγο λιβάνι,
ἕνα κερί κι ὀλίγο λάδι στήν μποτίλια
σ᾽ ἐσέ πού εἶσαι ὅλων ὁ δοτήρ».


Ὁ μεγάλος ποιητής μας Κωστῆς Παλαμᾶς μέ ξεχωριστή κατάνυξη στέκεται μπροστά στό ἀσύλληπτο μυστήριο τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ («Ἀστέρι Θεϊκό») καί θαυμάζει:

«Τί φῶς καί χρῶμα κι ὀμορφιά
νά σκόρπιζε τό ἀστέρι,
ὅπου στήν κούνια τοῦ Χριστοῦ
τούς μάγους ἔχει φέρει;».

Τήν τρυφερότητά του ἀπέναντι στόν νεογέννητο Χριστό ἐκφράζει μέ τό ποί­ημά του:


«Νά ᾽μουν τοῦ σταύλου ἕν᾽ ἄχυρο, ἕνα φτωχό κομμάτι,
τήν ὥρα π᾽ ἄνοιξ᾽ ὁ Χριστός στόν ἥλιο του τό μάτι!».


 Τό ποίημά του «Ἕνας Θεός» ἀπο­κα­λύπτει τήν «καλή ἀλλοίωση» πού συμ­βαίνει στά μύχια τῆς ὑπάρξεως, ὅταν γεννιέται μέσα της ὁ Χριστός:

«Ὤ, μέσα μου γεννιέται ἕνας Θεός
καί τό κορμί μου γίνεται ναός,
δέν εἶναι ὡς πρῶτα φάτνη ταπεινή,
μέσα μου λάμπουν ξάστεροι οὐρα­νοί».


 Γενικά, στά χριστουγεννιάτικα ποι­ή­ματα μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι συνη­θι­σμένο μοτίβο ἀποτελεῖ τό πυκνό χιόνι, τό ἀναμμένο τζάκι, τό λαμπρό ἀστέρι, οἱ μάγοι, οἱ ἄγγελοι, ἡ ἐκκλησία πού κα­λεῖ τούς πιστούς νά γιορτάσουν τά Χρι­στούγεννα τῆς Ρωμιοσύνης.
 Γνωστό καί γεμάτο νοσταλγία εἶναι τοῦ Στέλιου Σπεράντζα τό «Χιόνια στό καμπαναριό», ὅπως καί τό «Στή γωνιά μας κόκκινο/ τ᾽ ἀναμμένο τζάκι...».
 Ὁ Τέλλος Ἄγρας (φιλολογικό ψευ­δώνυμο τοῦ ποιητῆ Εὐαγγέλου Ἰωάν­νου) μᾶς μεταφέρει κι αὐτός στό λευκό τοπίο:

«Ὄξω πέφτει ἀδιάκοπο καί πυκνό τό χιόνι,
... ... ... ...
στόν ἀγέρα ἀντιλαλοῦν τοῦ ση­μάν­τρου οἱ τόνοι,
κάτασπρη, γιορτάσιμη λάμπει ἡ ἐκ­κλησιά».


Ὁ Γ. Δροσίνης ἀναφέρεται μέ ἔξαρ­ση στή «Χριστουγεννιάτικη νύχτα»:


«Τήν ἅγια νύχτα τή Χριστουγεν­νιά­τικη - ποιός δέν τό ξέρει; -
τῶν Μάγων κάθε χρόνο τά μεσά­νυ­χτα λάμπει τ᾽ ἀστέρι.
Κι ὅποιος τό βρεῖ μές στ᾽ ἄλλα ἀστέ­ρια ἀνάμεσα καί δέν τό χάσει
σέ μιά ἄλλη Βηθλεέμ ἀκολουθώντας το μπορεῖ νά φτάσει».


Ὁ Σ. Σκίπης ἀποκαλύπτοντας τή μυ­στική του σχέση μέ τό θεῖο Βρέφος γί­νεται ἕνα ἀκόμη μεγαλόπνοο ἀντηχεῖο καί ἐξομολογεῖται:


«Τό Ἀστέρι αὐτό, πού ὁδήγησε τούς μάγους νά Σέ βροῦνε,
κάθε πιστός μέ τῆς ψυχῆς τά μάτια τό θωρεῖ,
τό Ἀστέρι αὐτό στή φάτνη Σου κι ἐμένα μ᾽ ὁδηγεῖ».


Ὁ ποιητής τοῦ βουνοῦ καί τῆς στά­νης Κ. Κρυστάλλης δίνει παραστατικά τήν περιρρέουσα ἑορταστική ἀτμό­σφαι­ρα:


«Ξημέρωσαν Χριστούγεννα. Οἱ ἐκ­κλη­σιές σημαίνουν,
κουνιοῦνται τά καμπαναριά κι οἱ φω­νές πού βγαίνουν
ἀπ᾽ τό βαθύ καί διάπλατο κάθε καμ­πάνας στόμα,
μοιάζουν χερουβικούς ψαλμούς, σάν ἀπ᾽ τό οὐράνιο δῶμα.
Χιλιάδες τά Χριστούγεννα τά τρα­γου­δοῦν ἀγγέλοι,
καί κάθε ἀχτίδα ἀπό ψηλά, πού κάθε ἀστέρι στέλλει,
μοιάζει ἀγγελική ματιά». 


Μέ ἔκφραση ἀπέριττη ἀλλά ἐξαιρετικά πολυδύναμη ὁ Στέφανος Μπολέτσης ζητεῖ ἀπό τόν Κύριο:

«Χριστούγεννα! Στόν οὐρανό λάμπει τ᾽ ἀστέρι,
ἀπ᾽ ὅλα τ᾽ ἀστέρια πιό λαμπρό,
... ... ...
Θεέ μου, οἱ ψυχές, ἄς γίνουν φάτνες ταπεινές,
φῶς ὁ Χριστός κι ἀγάπη νά μᾶς φέ­ρει.
Ἂς λάμπουν ἥλιοι μέσα στούς χει­μῶνες,
νά διώξουνε τά νέφη τοῦ βοριᾶ.
Κι ἄς ἔρθει Ἀπρίλης μέσα στά χιόνια τά βαριά,
κῆποι ν᾽ ἀνθίσουν κεῖ πού πέρασαν κυκλῶνες».


Ὁ Γεράσιμος Μαρκορᾶς παραλληλί­ζει τήν πίστη μέ τό ὁδηγητικό ἀστέρι  καί εὔχεται:

«Στά σκοτάδια τοῦ κόσμου μία μέρα
πάλι ἐκείνη σάν ἄστρο ἄς φανεῖ (ἡ πίστη)
πού τούς Μάγους ὁδήγησε πέρα
νά λατρέψουν τό οὐράνιο παιδί».


Θά πρέπει ἐπίσης νά μνημονεύσου­με τά μεστά θεολογικοῦ βάθους ποιή­ματα τοῦ Γ. Βερίτη γραμμένα μέ δύ­ναμη καί βίωμα καί στά ὁποῖα διακρίνεται ἔντονα ἡ ἐπίδραση τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας ὑμνολογίας. Μνη­μονεύουμε ἀπό τά πολ­λά τό «Τ᾽ ἄστρο στήν Ἀνατολή», στό ὁποῖο μέ θριαμβικό τόνο παρουσιάζει τήν κατάρρευση τῆς εἰδωλολατρίας, γιά νά καταλήξει ἀποφθεγματικά:


«Τώρα πεθαίνουν οἱ πολλοί.
Γεννιέται ὁ Ἕνας».


Στό ἔμπνοο ὀρατόριό του «Ἡ γέννη­ση τοῦ Λυτρωτῆ» μέ θάλπος καί ἄφατη γλυκύτητα παρακινεῖ:

«Χαρά στίς ψυχές
πού στέλλουν στό Βρέφος λατρείας εὐχές».


Μέ τό ποίημά του «Δεῦτε ἴδωμεν, πιστοί» ὑποστασιάζει τήν «προσδοκία τῶν Ἐθνῶν», τόν ἐρχομό τοῦ μεγάλου Ἀναμενόμενου ὅλων τῶν αἰώνων καί τῶν γε­νε­ῶν, ἀγγίζοντας ὥς τά κατά­βα­θα τήν ὕπαρξή μας.
Πράγματι, ἡ ὑμνητική στάση τοῦ ποιητῆ μᾶς συνεπαίρνει καί ὁδηγεῖ καί τά δικά μας βήματα στή φάτνη, γιά νά γιορτάζουμε «Αἰώνια μέσα μας Χρι­στού­γεν­να». Κι ἐμεῖς μαζί του δεητικά ἀνα­φωνοῦμε:

«Τ᾽ ἅγια σου σπάργανα φιλοῦμε
μπροστά σου ἐδῶ γονατισμένοι,
καί ταπεινά παρακαλοῦμε·
... ... ...
Δέξου, Χριστέ, τήν προσευχή μας,
κι ἄς γίνει Φάτνη σου ἡ ψυχή μας».


                            Εὐδ.  Αὐγουστίνου

Δευτέρα, 19 Μάρτιος 2018 02:00

Ἐκπαιδευτήρια "Ἐλπίδα"

animated flag

Σᾶς προσκαλοῦμε στίς ἑορταστικές ἐκδηλώσεις τῆς ἐθνικῆς ἐπετείου  τῆς 25ης Μαρτίου,

στήν Αἴθουσα Ἐκδηλώσεων τῶν Ἐκπαιδευτηρίων:

Τρίτη 20 Μαρτίου, 6.00 μ.μ. (Παιδικός Σταθμός - Νηπιαγωγεῖο)

Πέμπτη 22 Μαρτίου,  6.00 μ.μ. (Δημοτικό)

Παρασκευή, 08 Δεκέμβριος 2023 02:00

Μέ ἁπλότητα καί ταπείνωση

agios spyridon  Ἡ μεγαλόνησος τῆς Μεσογείου Κύπρος τόν γέννησε καί ἀπολαμβάνει τήν εὐεργετική μεσιτεία του ἀπό τήν ἐπίγεια βιοτή του, τόν 4ο αἰώνα, μέχρι σήμερα. Ἡ κορώνα τοῦ Ἰονίου Κέρκυρα κρατᾶ τό σκήνωμά του καί σεμνύνεται γιά τά θαυμάσιά του. Ἡ παγκόσμια Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ τόν τιμᾶ στή χορεία τῶν μεγάλων πατέρων της, καθώς μνημονεύει «Ἁγίου Σπυρίδωνος, ἐπισκόπου Τριμυθοῦντος τοῦ θαυματουργοῦ». Κι ἐμεῖς σκύβουμε νά πάρουμε τήν εὐχή του καί νά ἐνωτισθοῦμε τό μήνυμά του τόν μήνα αὐτό πού τιμοῦμε τή μνήμη του (12/12).
  Στά χνάρια τῶν μεγάλων πατριαρχῶν Ἀβραάμ, Ἰσαάκ καί Ἰακώβ, ὁ ἅγιος Σπυρίδων ὑπῆρξε ποιμένας προβάτων. Ἀπό τήν ποίμνη τόν κάλεσε ὁ Ἀρχιποιμένας Χρι­στός γιά νά τοῦ ἀναθέσει τή διαποί­μαν­ση τῶν λογικῶν προβάτων του. Ἡ κλήση στήν ἱερoσύνη τόν βρῆκε φημισμένο γιά τίς ἐλεη­μοσύνες του καί ὥριμο πλέον ἀπό τόν πόνο τοῦ θανάτου τῆς συζύγου του. Ἡ σο­φία καί ἡ καλοσύνη του, τά φλογερά κηρύ­γματά του στούς πονεμένους, ἡ καλή διοί­κηση τοῦ οἴ­κου του τόν ἀνέδειξαν ἱερέα καί σέ λίγο ἐπί­σκοπο Τριμυθοῦντος.
  Ἀπέραντα ἐλεήμων, χαρισματικά ταπεινός, παρά τά πλούτη του, καί ἁπλός, ἁπλοϊκός, εἶναι αὐτός πού κα­τα­τρόπωσε τούς ἀρειανούς κατά τήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο. Μέ τό παράδειγμα τῆς κεραμίδας ἔδειξε ἐποπτικά τό μυστήριο τῆς ἁγίας Τριάδος. Ἡ ἀγγελική καθαρότητα τοῦ βίου του ἐπιβραβεύθηκε ἀπό τόν Θεό, πού τόν ἀξίωσε νά ἔχει «ἀγγέλους συλ­λει­τουργοῦντας», ὅπως ψάλλεται στό Ἀπολυτίκιό του καί νά ἐπιτελεῖ θαύματα.
  Ὡς θαυματουργός θαυμάσθηκε ἀπό τούς συγχρόνους του ἀλλά καί ἀπό τίς μετέπειτα γενιές μέχρι σήμερα. Ὅλοι ζητοῦμε τίς πρεσβεῖες καί τήν παρέμβασή του γιά τή λύση τῶν προβλημάτων πού μᾶς ταλαιπωροῦν.
  Ὡστόσο, τό μεγαλύτερο καί σπουδαιότερο αἴτημα εἶναι νά ζητή­σου­­με ἀπό τόν ἁπλό Ἅγιο νά παρακαλέσει τόν Κύριο νά σταλάξει καί στίς δικές μας ψυχές λίγη ταπείνωση καί ἁπλότητα. Εἶναι τά στοιχεῖα πού σίγουρα προσελκύουν τή χά­ρη τοῦ Θεοῦ, πού ἀναπαύουν τόν Θεό. Ἐξ­άλλου καί ὁ ἴδιος ὁ Θεάνθρωπος ἔτσι δέν περπάτησε πάνω στή γῆ, ταπεινός καί ἁπλός;
  Περιμένοντας, λοιπόν, τά Χριστούγεννα, ἡ μνήμη τοῦ ἁγίου Σπυρί­δωνoς γίνεται γιά τούς πιστούς μία ἔντονη ὑπόμνηση ἀλλά καί ὑπόδειγμα θεάρεστης προετοιμασίας γιά τή συνάντηση μέ τόν ἐνανθρωπήσαντα Κύριο. Μπορεῖ μάλιστα νά γίνει καί τό πρότυπο γιά νά ξεπεράσουμε καί νά ἀξιοποιήσουμε θετικά τίς δυσάρεστες συγκυρίες τῶν ἡμερῶν μας, τήν αὐξανόμενη φτώχια καί τήν ἐξουθένωση πού ταλανίζει τόν λαό μας. Ὁ Ἅγιος πού ἑκούσια πτώ­χευ­σε καί θεληματικά ταπεινώθηκε, ἀλλά καί τόσο τιμήθηκε ἀπό τόν Θεό, μᾶς ἐνθαρρύνει νά μήν πτοηθοῦμε ἀπό τά δυσάρεστα. Νά ἀ­γαπήσουμε τήν ἁπλότητα καί μέσα ἀπό αὐ­τήν νά ὑψωθοῦμε πρός τήν ἁγιότητα. Σᾶς τό εὐχόμαστε ὁλόψυχα. Καλά Χριστούγεν­να!

Ἀ.

Ἀπολύτρωσις 69 (2014) 299