Super User

Super User

Δευτέρα, 10 Νοέμβριος 2014 02:00

Σχέση πατέρα καί γιοῦ

father-and-son Ἕνας πατέρας γυρνώντας ἀργά στό σπίτι του ἀπό τήν ἐργασία, κουρασμένος καί ἐκ­νευ­ρισμένος, βρῆκε τόν γιό του νά τόν περιμένει στό πλατύσκαλο τοῦ σπιτιοῦ καί μέ δειλή φωνή καί ἱκετευτικό βλέμμα τοῦ εἶπε:
  -Μπαμπά, πόσα παίρνεις τήν ὥρα στή δουλειά σου;
  - Μέ μεγάλη ἔκπληξη ὁ πατέρας τοῦ ἔρρι­ξε ἕνα θυμωμένο βλέμμα καί τοῦ εἶπε αὐ­στη­ρά:
  - Αὐτό δέν εἶναι δική σου δουλειά, μή μέ ἐνοχλεῖς τώρα, εἶμαι κουρασμένος.
  - Μπαμπά, ἁπλῶς πές μου, σέ παρακα­λῶ, πόσα παίρνεις σέ μία ὥρα; ἐπέμενε τό ἀγόρι.
 Ὁ πατέρας γιά νά σταματήσει νά ρωτάει ὁ γιός τοῦ ἀπάντησε:
 - Εἴκοσι εὐρώ τήν ὥρα, ἄν θέλεις νά ξέρεις.
 -Ἐντάξει, μπαμπά, θά μποροῦσες νά μοῦ δανείσεις δέκα; ρώτησε τό ἀγόρι.
 Ἐξαγριωμένος ὁ πατέρας φώναξε:
 - Λοιπόν, αὐτός ἦταν ὁ λόγος πού ρω­τοῦ­σες πόσα κερδίζω; Πήγαινε γιά ὕπνο καί μή μέ ἐνοχλήσεις ξανά! Ἀκοῦς;
 Ἤδη εἶχε νυχτώσει καί ὁ πατέρας σκεφτόταν τή συμπεριφορά του ἀπέναντι στόν γιό του καί ἔνιωθε αἰσθήματα ἐνοχῆς. Σκέφτηκε πώς ὁ γιός του ἴσως ἤθελε νά ἀγοράσει κάποιο παιχνίδι. Προσπάθησε νά ἀπαλ­λαγεῖ ἀπό τά αἰ­σθήματα πού ἔνιωθε καί πῆγε στό δωμάτιο τοῦ γιοῦ του.
 -Κοιμᾶσαι, γιόκα μου; ψιθύρισε ὁ πα­τέρας.
 -Ὄχι, μπαμπά. Γιατί; ἀπάντησε μισοκοιμισμένο τό μικρό ἀγόρι.
 -Ἐδῶ εἶναι τά χρήματα πού μοῦ ζήτησες νωρίτερα, εἶπε ὁ πατέρας.
 -Εὐχαριστῶ, μπαμπά! ἀπάντησε χαρούμενος ὁ γιός καί βάζοντας τό χέρι του κάτω ἀπό τό προσκέφαλό του ἔ­βγα­λε κάποια χρήματα.
 -Τώρα ἔχω ἀρκετά! Τώρα ἔχω εἴ­κο­σι εὐρώ! εἶπε τό μικρό ἀγόρι στόν πατέ­ρα του, ὁ ὁποῖος τά εἶχε χαμένα, καθώς τό κοιτοῦσε. Ὁ μικρός γιός του συνέχισε:
 -Μπαμπά, θά μποροῦσες νά μοῦ πουλήσεις μία ὥρα ἀπό τό χρόνο σου;
 Οἱ ἔρευνες μᾶς βεβαιώνουν ὅτι τά μικρά παιδιά πού ἔχουν γονεῖς οἱ ὁποῖοι ἀσχολοῦνται μαζί τους εἶναι πιό ἐξωστρεφῆ, προσ­αρμόζονται εὔκολα καί νιώθουν ἀσφαλῆ σέ σχέση μέ ἄλλα συν­ο­μήλικά τους πού οἱ πατεράδες τους δέν ἀσχολοῦνται μαζί τους ἤ ἀπουσιάζουν ἀπό τήν οἰκογένεια. Καθώς τά παιδιά μεγαλώνουν, ἡ σχέση μέ τόν πατέρα τους ἐκφράζεται μέ πολλούς τρόπους. Οἱ κοινωνικές σχέσεις πού ἔμαθαν ἐκ­δηλώνονται ποικιλοτρόπως. Θά βοηθήσουν τά παιδιά πῶς νά κάνουν σωστές ἐπιλογές καί πῶς νά συμπεριφέρονται σέ κάθε περίπτωση. Ἐ­πί­σης οἱ κοινωνικές δεξιότητες ἐπηρεάζουν    τή συμπεριφορά τῶν παιδιῶν καί τῶν ἐφήβων, τίς ἀκαδημαϊκές τους ἐπιδόσεις καί τίς οἰ­κογενειακές σχέσεις. Οἱ ἐρευνητές ἀκό­μη ἔχουν παρατηρήσει λιγότερες ἀσυνείδητες συμπεριφορές.
 Πολλοί ἀπό τούς σημερινούς γονεῖς εἶ­χαν πατεράδες πού ἦταν ἀμέτοχοι στή δική τους παιδική ἡλικία. Ἔτσι δέν ἔχουν πρότυπο γιά νά μιμηθοῦν καί ἴσως τούς εἶναι λίγο δύσκολο νά «παίξουν» ἕνα ρόλο πού δέν διδάχτηκαν. Ὁ γονιός δάσκαλος καί τό πρότυπό τους δέν ἦταν αὐτό πού διδάχτηκαν καί τώρα καλοῦνται νά ἐν­σαρκώσουν. Οἱ νέ­οι πατεράδες δέν μπο­ροῦν νά γνωρίζουν πῶς νά πάρουν μέρος καί νά συμμετέχουν στή συν­αισθηματική ζωή τῶν παιδιῶν τους καί κυρίως τῶν μικρῶν ἀγοριῶν. Μποροῦν νά θεωρήσουν μία τέτοια προσπάθεια ὡς ἐπιχείρηση ἐκ­φοβισμοῦ.
 Ἡ θεωρητική κατάρτιση σχετικά μέ τήν παιδική ἀνάπτυξη εἶναι σημαντική. Καθώς τά παι­διά μεγαλώνουν, τά ἀγόρια ἐξιδανικεύ­ουν τόν πατέρα τους καί θεω­ροῦν ὅτι εἶναι τέλει­ος. Ἐσωτερικεύουν τή μορφή του καί ταυ­τί­ζονται μαζί του. Εἶναι μία φυσιολογική φά­ση τῆς πορείας πρός τήν ἀνάπτυξή τους. Ὁ μικρός γιός περπατάει ὅπως ὁ πατέρας του, χειρονομεῖ ὅπως ἐκεῖνος, μιλάει σάν ἐ­κεῖνον. Μπορεῖ νά παρουσιάζει καλές κοινωνικές δεξιότητες, νά δημιουργεῖ σωστές φιλίες, νά φέρεται εὐγενικά πρός τή μητέρα του μιμού­μενος τόν πατέρα του. Ὁ γιός θέλει νά εὐχαριστήσει τόν μπαμπά του, νά ἔχει τήν ἔγ­κρισή του γιά ὅ,τι κάνει καθώς καί τήν ἀποδοχή του. Καί ὑπόνοια ἀπόρριψής του ἀπό τόν πατέρα τοῦ εἶναι πολύ ὀδυνηρή, τόν ἀναστατώνει καί τοῦ προξενεῖ ἀ­γιά­τρευτο ψυχικό τραῦμα πού κλονίζει τήν ψυχική του ἰσορροπία καί ἐπιδρᾶ ἀρνητικά στήν αὐτοεκτίμησή του.
 Ἐάν ὅμως σέ μία οἰκογένεια ὁ πατέρας θυμώνει, ἀντιδράει βίαια καί υἱοθετεῖ ἀρ­νη­τικές μορφές συμπεριφορᾶς, εἶναι πολύ πι­θα­νό καί ὁ μικρός γιός του νά υἱοθετήσει τίς  ἴδιες μορφές συμπεριφορᾶς καί νά τίς μιμηθεῖ. Ἡ εὐθύνη, λοιπόν, τοῦ πατέρα εἶ­ναι πολύ μεγάλη καί θά πρέπει νά σκεφθεῖ πολύ σοβα­ρά γιά τή θέση καί τόν ρόλο πού κατέχει καί καλεῖται νά διαδραματίσει μέσα στήν οἰκογένειά του.
 Τά θεμέλια γιά μία σωστή καί ὡραία ἐπικοινωνία μέ τόν γιό του, ὁ πατέρας ἀρ­χίζει νά τά χτίζει πολύ νωρίς, ἀπό τήν ὥρα τοῦ τοκετοῦ, ὅταν τρυφερά γιά πρώτη φο­ρά τόν κρατάει στά χέρια του! Καί αὐτή ἡ σχέση συν­­εχίζεται νά οἰκοδομεῖται σταθερά μέ στοργή, ὑπομονή καί ἀγάπη ἄνευ ὅρων μέχρι τήν πο­λύ κρίσιμη ἡλικία τῶν ἕξι χρόνων. Ἀργότερα, ὅταν ὁ γιός του φτάσει στό γυμνάσιο καί τό λύκειο καί ὁ συναι­σθηματικός του κόσμος θά εἶναι ἕ­τοιμος νά ἐκραγεῖ, θά εἶναι εὐκολότε­ρο στόν πατέρα νά μπορέσει νά ἔχει πρόσ­βα­ση στόν κόσμο αὐτό καί νά βοηθήσει τόν γιό του. Ἡ διακριτική στάση τοῦ πατέρα ἰσχυροποιεῖ αὐτή τή σχέση γιά νά ἀντέξει στόν χρό­νο, νά μήν παρουσιάσει πισωγυρίσματα ἀλλά νά βαθαίνει καί νά ὡριμάζει.
 Ὁ πατέρας λειτουργεῖ καί ὡς πρότυπο ἀνδρικῆς συμπεριφορᾶς γιά τόν γιό του. Ἄν ὅμως δίνει τήν εἰκόνα ἑνός ἄκαμπτου, βλοσυροῦ, θυμωμένου καί ἀν­υ­πόμονου προ­τύ­που, ὁ γιός θά εἶναι ἀπρόθυμος νά μοιραστεῖ τά συναισθήματα μαζί του. Ὀφείλουμε νά παραδεχτοῦμε ὅτι ἡ εἰκόνα αὐτή τοῦ πατέρα φαίνεται τρομακτική γιά ἕνα ἀγόρι πού διανύει τό στάδιο τῆς ἀνάπτυξης καί ἐπιπλέον τοῦ προκαλεῖ σύγχυση. Τά ἀ­γόρια ἔρχονται σέ ἕναν ἄξενο κόσμο καί πρέπει νά φροντίσουμε νά τά ἀγαπήσουμε ἄνευ ὅρων. Αὐτό εἶναι τό μόνο πού πραγματικά χρειάζονται.
 Τέλος, θά μποροῦσε κανείς νά ἀραδιάσει ἕνα μακρόσυρτο κατάλογο συμβουλῶν γιά τόν νεαρό πατέρα ὥστε ἡ σχέση του μέ τόν γιό του νά εἶναι σω­στή. Θαρρῶ ὅμως ὅτι εἶναι ὑπεραρκετός ὁ λόγος τοῦ προφήτη Ἰερεμία γιά νά καταδείξει τήν εὐθύνη τοῦ κάθε πατέρα ἀπέναντι στόν γιό του καθώς καί τίς συν­έ­πει­ες πού συνεπάγεται μία ἄστοχη συμπεριφορά του: «οἱ πατέρες ἔφαγον ὄμφακα, καὶ οἱ ὀ­δόντες τῶν τέκνων ᾑμωδίασαν» (Ἰε 38,29). Οἱ πατεράδες ἔ­φαγαν τά ἄγουρα σταφύλια καί τά δόντια τῶν παιδιῶν μούδιασαν.

Ἀθανάσιος Γκάτζιος

Παρασκευή, 05 Δεκέμβριος 2014 02:00

Οὐκ ἦν αύτοῖς τόπος...

 gennisi-cΔεκέμβριος, ὁδεύοντας πρός τά Χρι­στού­γεν­να. Εἶναι ἡ ἐποχή τοῦ χρό­νου πού γεμίζει τίς καρδιές μας μέ εὐ­φρο­σύνη καί μέ γλυκειά προσμονή γιά τό παιδί πού θά γεννη­θεῖ. Διότι αὐ­τό τό «παιδίον» ξε­χω­­ρίζει ἀπό ὅλα τά παι­διά πού γεν­νήθηκαν ἤ θά γεννη­θοῦν. Εἶ­ναι, ὅπως λέει ὁ προ­φήτης Ἠ­σαΐας, ὁ «με­γάλης βουλῆς ἄγ­γε­λος» (9,5), δη­­λαδή ὁ ἀγγε­λιοφόρος τοῦ σχεδίου τοῦ Θε­οῦ γιά τήν σωτηρία μας• εἶναι ὁ «ἄρχων εἰρήνης», ὁ μέγας εἰ­ρηνοποιός πού μᾶς συμ­φιλιώ­νει μέ τόν Θεό• εἶναι ὁ ἴδιος ὁ «Θε­ὸς ἰσχυρός», ὁ ὁποῖος σαρ­­κώνεται γιά νά μᾶς θεώσει.
 Πρόκειται, λοιπόν, νά γεννηθεῖ ὁ Χριστός. Ποῦ ὅμως;  Ὁ εὐαγγε­λιστής Λουκᾶς, πού ἀ­φηγεῖται τά περιστατικά τῆς γέν­νησής του τότε, στήν Βηθλεέμ, λέει ὅτι γεν­νήθηκε σ᾽ ἕνα στάβλο καί ὅτι γιά πρώ­τη βρεφική του κούνια χρη­σι­μο­ποιήθηκε ἡ «φάτνη», τό παχνί τῶν ζώων. Αὐτό δέ ἔγινε διότι, ὅπως ὑπο­γραμμίζει ὁ εὐαγγε­λι­στής, «οὐκ ἦν αὐ­τοῖς τόπος ἐν τῷ κα­ταλύματι» (Λκ 2,7), δέν ὑπῆρχε κα­τάλλη­λος τόπος ἐκεῖ πού πῆγαν ὁ Ἰωσήφ μέ τήν παρθένο Μαρία νά καταλύσουν. Τά πανδοχεῖα τήν ἐ­ποχή ἐκείνη, ὅπως καί μέχρι τίς ἀρχές περίπου τοῦ 20οῦ αἰ., ἦταν μεγάλοι χῶ­ροι χω­ρίς δω­μάτια. Ὁ καθένας ἀπό τούς δια­νυ­κτε­ρεύοντες, καί μάλι­στα σέ καιρό ἀ­πο­γρα­­φῆς, βο­λευόταν ὅπου καί ὅπως μποροῦ­σε ἀ­νά­μεσα σέ ἄλλους πολ­λούς. Συνεπῶς ἦταν ἀδύ­να­το νά γεννήσει μία γυναίκα μέσα σέ τό­σο κό­σμο. Γι’ αὐτό καί προτιμήθηκε ὁ στάβ­λος.
 Αὐτά, ἐπαναλαμβάνω, τότε, «ἐν ταῖς ἡμέ­ραις ἐκείναις» (Λκ 2,1). Ἀλλά Χρι­στούγεννα ἑορτάζουμε καί σήμερα. Καί σή­μερα ὁ «Χριστός γεννᾶται», καί σήμε­ρα ἀναζητᾶ τόπο κατάλληλο γιά τήν γέν­­νησή του. Καί ἄν τότε γεν­νή­θηκε σ’ ἕνα στάβλο, σήμερα θέλει νά γεννηθεῖ στήν καρδιά μας. Θέλει τό ἱστορικό γε­γονός τῆς γέννησής του νά γίνει ὑπό­θε­ση τοῦ κάθε ἀνθρώπου, προσω­πική ἐμ­ πειρία.
 Εἶναι ὅμως ἡ καρδιά μας ἕτοιμη νά Τόν δεχθεῖ; Εἶναι ἕτοιμη γιά τόν μεγάλο ἐπισκέπτη; Τότε ὁ Κύριος ἐπισκέφθηκε τήν Βηθλεέμ ἀφανῶς, σάν ἔμβρυο στά σπλάγχνα μιᾶς ἄσημης Ναζωραίας. Κα­νείς στό πανδοχεῖο δέν γνώριζε τήν ταυ­τότητά του, γι’ αὐτό προφανῶς καί κα­νείς δέν ἐνδιαφέρθηκε. Γιά ὅλους ἐ­πρό­κειτο νά γεννηθεῖ ἕνας ἀκόμη δοῦ­λος τοῦ Καίσαρα. Γιά ποιόν λόγο ἄξιζε κάτι περισσότερο ἀπό ἕνα στάβλο κι ἕνα πα­χνί;
 Ὅμως σήμερα γνωρίζουμε ὅλοι. Γνω­ρίζουμε ὅτι τό παιδί πού θά γεν­νηθεῖ εἶ­ναι ὁ παντοδύναμος Θεός. Καί γνω­ρί­ζουμε ἀκόμη πολύ καλά, ὅπως ἀνέφερα ἤδη, καί τόν σκοπό τῆς γέν­νησής του: εἶ­ναι ἡ σωτηρία μας. Θέλει νά μᾶς σώσει, νά μᾶς γλυτώσει ἀπό τόν ἐφιάλτη στόν ὁποῖο μᾶς ἐνέπλεξε ἡ ἁ­μαρτία. Γεννιέται ὡς ἄνθρωπος ὁ Θεός γιά νά ἀναλάβει τό βαρύ φορτίο μας. Δέν γινόταν ἀλλιῶς. Κατεστραμμένοι ἀπό τήν ἐπιλογή τοῦ Ἀδάμ μέσα στήν Ἐδέμ ἀδυνατούσαμε νά ξεπεράσουμε τήν φθορά. Ὁ θάνατος κυ­ριάρχησε σ’ ὅλες τίς γενιές τῶν ἀν­θρώ­πων σάν ἀ­δυσώπητη κληρονομι­κό­τητα. Ἡ ἀπαλ­λαγή μας ἀπ’ αὐτή τήν κα­τά­στα­ση δέν ἦταν ὑπόθεση μόνον μετά­νοιας, ὅ­πως λέει ὁ Μ. Ἀθανάσιος, διότι τότε τό πρᾶ­γμα θά ἦταν ἁπλό. Αὐτό πού χρεια­ζό­ταν πλέον ἦταν ἀναστήλωση καί ἀνοι­κοδόμηση. Ἡ ἀνθρώπινη φύση ἔ­πρε­πε νά ἀνακαινισθεῖ.
 Αὐτό λοιπόν κάνει ὁ Θεός Λόγος  μέ τήν ἐνανθρώπησή του. Ἑνώνει τήν φύση μας μέ τήν φύση του. Συνδέει τό κτιστό μέ τό ἄκτιστο κι ἔτσι χαρίζει καί πάλι σ’ ὅλους μας τήν προοπτική τῆς ἀφ­θαρ­σί­ας.
 Τό ἐρώτημα ὡστόσο παραμένει. Εἴ­μαστε ἕτοιμοι νά δεχθοῦμε αὐτή τήν προσφορά; Γιατί πρόκειται πράγματι γιά προσφορά, γιά δῶρο, γιά χάρη. Δέν ἐπι­βάλλεται. Νά καθαρίσει ἡ ψυχή ἀ­πό τήν ἁμαρτία γιά νά ’ρθει νά γεννη­θεῖ ὁ Χρι­στός μέσα της. Νά μήν Τόν ξαναστεί­λουμε στόν στάβλο. Διότι ἄν οἱ Βηθλεε­ μῖτες ἐκεῖνοι, τότε, ἦταν δι­και­ο­λογημένοι λόγῳ τῆς ἄγνοιάς τους, ἐ­μεῖς οἱ Χρι­στιανοί τοῦ 21ου αἰ­ώνα ὄχι, δέν ἔχουμε καμιά δικαιολογία.
 Εἶναι καιρός λοιπόν νά ἀγωνι­σθοῦ­με φιλότιμα. Νά προσπαθήσουμε, ὥστε τά φετινά Χριστούγεννα νά ἀποτελέ­σουν γιά ὅλους μας μιά καινούργια εὐ­λογη­μένη ἀρχή.

Εὐάγγελος Ἀ. Δάκας

Πέμπτη, 24 Δεκέμβριος 2020 02:00

"Διέλθωμεν δή ἕως Βηθλεέμ"

monopati   Κάθε φορά πού ὁ ἄνθρωπος τῆς ἐποχῆς μας ἔρχεται ἀντιμέτωπος μέ τήν τραγωδία του, μιά κραυγή ἀφήνει νά τοῦ ξεφύγει μέσα ἀπό τά κουρασμένα του στήθη· Ἀδιέξοδο! Ὅταν ἡ ἀγωνία του κορυφώνεται γιά τά μεγάλα ἐρωτηματικά τῆς ζωῆς καί δέν βρίσκει ἀπάντηση, ἀδιέξοδο. Ὅταν ὁ πόνος τόν καρφώνει ἀδύναμο στό κρεββάτι, ἀνίκανο νά ἀπελευθερωθεῖ, ἀδιέξοδο. Ὅταν ἡ δυστυχία παφλάζει γύρω του χωρίς νά μπορεῖ νά τήν ἀναχαιτίσει, ἀδιέξοδο. Ἕνα ἀδιέξοδο ὀρθώνεται μπροστά του μόνιμα ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἱστορίας του, καθώς οἱ αἰώνιοι πόθοι του καί στόχοι του συγκρούονται καί γίνονται συντρίμμια πάνω στήν ἀδυναμία του.
   Κι ὅμως, κάποτε, στό πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἀνοίχθηκε γιά τόν ἄνθρωπο μία, μοναδική ἀλλά ἀληθινή, διέξοδος. Ἦταν τότε πού ἄνοιξε ὁ οὐρανός μπρός στά ἔκθαμβα μάτια τοῦ κόσμου καί κατέβηκε ὁ Θεός στή γῆ. Γύρω σκοτάδι πολύ, ἄγρια ἡ φύση στά βοσκοτόπια τῆς Βηθλεέμ καί οἱ βοσκοί νά ἀγρυπνοῦν φυλάγοντας βάρδια στά κοπάδια τους. Δέν θά μποροῦσε νά βρεθεῖ καλύτερο σκηνικό, γιά νά ἀπεικονίσει τό ἀνθρώπινο δρᾶμα στήν ἀκραία του στιγμή· ἀπό τή μιά ἡ τυραννία τοῦ σκότους, πού σκεπάζει καί παραμορφώνει τήν πραγματικότητα, καί ἀπό τήν ἄλλη ἡ ἀγρύπνια τοῦ ἀνθρώπου, πού λαχταρᾶ γιά τό φῶς τῆς ἀλήθειας, ἡ προσμονή τῆς αὐγῆς, ἡ ἀναμονή τῆς καινούργιας μέρας. Τήν ὥρα ἐκείνη φθάνει τό μήνυμα τοῦ ἀγγέλου μέσα σέ μιά φωτοχυσία· «Γεννήθηκε σήμερα λυτρωτής γιά ὅλους σας!». «Καί οἱ ἄνθρωποι οἱ ποιμένες εἶπον πρός ἀλλήλους· διέλθωμεν δή ἕως Βηθλεέμ καί ἴδωμεν τό ρῆμα τοῦτο τό γεγονός, ὅ ὁ Κύριος ἐγνώρισεν ἡμῖν» (Λκ 2,15). Ἔτσι ἐγκαινιάσθηκε ἡ διέξοδος τοῦ Χριστοῦ.
   Ἡ λύτρωση μᾶς περιμένει μέσα σέ μιά φάτνη, ἀλλά χρειάζεται ἐμεῖς νά «διέλθωμεν», νά περάσουμε τό δρόμο πού ἀνοίγεται μπροστά μας ἀπό τούς ἀγγελιαφόρους καί ἀπεσταλμένους τοῦ Θεοῦ, γιά νά τήν βροῦμε. Χρειάζεται νά ἀφήσουμε τούς παλιούς μας δρόμους, τίς παλιές μας συνήθειες τῆς ἁμαρτίας, χρειάζεται νά νικήσουμε τούς νέους μας φόβους, τή δυσπιστία καί τήν ἀνησυχία μας, καί νά περάσουμε ἀπό τό χῶρο τῆς ἀναζητήσεως στό χῶρο τῆς ἐμπειρίας. Θέλει κόπους τό πέρασμα αὐτό, θέλει θυσίες· ἀπαιτεῖ νά κόψουμε δεσμούς μακροχρόνιους κι ἀγαπημένους, ὅπως ἦταν τό κοπάδι γιά τούς βοσκούς -ὅ,τι πολυτιμότερο κι ὅ,τι ἀγαπητότερο εἶχαν-, νά ἀρνηθοῦμε τόν ἴδιο τόν ἑαυτό μας, τήν κοσμοβιοθεωρία μας καί τή νοοτροπία μας, πού κουραστήκαμε ἴσως νά τήν διαμορφώσουμε καί τώρα μᾶς φαίνεται ἀδιανόητη ἡ ζωή χωρίς αὐτήν. Θέλει προπάντων τό πέρασμα αὐτό πίστη· ἀπαιτεῖ νά πιστέψουμε ὅτι πέρα ἐκεῖ στή Βηθλεέμ, ὅπου μᾶς δείχνει ὁ ἄγγελος –καί σήμερα τήν λένε Ἐκκλησία-, μᾶς περιμένει ἕνα βρέφος, πού κρατᾶ μέσα στά σπάργανά του ὅλες τίς ἐλπίδες μας γιά σωτηρία. Καί νά πιστέψουμε μέ πίστη τέτοια, πού τόσο νά μᾶς βιάζει καί τόσο νά μᾶς φτερώνει, ὥστε νά ἀφήνουμε τό κοπάδι μας μέσα στή νύχτα καί νά τρέχουμε νά βροῦμε τόν Λυτρωτή.
   Ὁ ἄνθρωπος εἶναι εὔκολος στό νά ἀλλάζει δρόμους, νά δοκιμάζει συνέχεια ἄλλα μονοπάτια, φθάνει νά τοῦ ἐγγυῶνται τήν ἀνεξαρτησία του, τήν ἀκεραιότητα τοῦ ἐγώ του. Ὁ δρόμος τῶν Χριστουγέννων ὅμως δέν εἶναι ἁπλῶς ἕνας ἄλλος δρόμος· εἶναι ἕνας καινούργιος δρόμος καί εἶναι ὁ μόνος διέξοδος, καθώς φέρνει σέ μιά καινούργια, πράγματι, ζωή καί ὄχι ἁπλῶς σέ μιά ἀλλαγή. Κι αὐτό συμβαίνει, γιατί ὁ δρόμος τῶν Χριστουγέννων χαράζεται ἀπό ἕνα γεγονός -ὄχι ἀπό φιλοσοφίες οὔτε ἀπό ἀνακαλύψεις· ἕνα γεγονός πού δέν μπορεῖς νά τό ἀρνηθεῖς, δέν μπορεῖς νά τό παραχαράξεις καί δέν μπορεῖς νά ἀδιαφορήσεις γι’ αὐτό. Ἡ γέννηση τοῦ Χριστοῦ εἶναι γεγονός πού χώρισε τήν ἱστορία καί δημιούργησε ἱστορία, πού χώρισε τήν ἀνθρωπότητα γιά νά τήν ἑνώσει, πού χώρισε τήν κοινωνία γιά νά τήν φτιάξει. «Ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτήρ» γιά ὅλο τό λαό, γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους, ἀνεξάρτητα ἀπό διαφορές καί διακρίσεις, ἀλλά καί γιά τόν καθένα προσωπικά, ἀνεξάρτητα ἀπό τό ποιόν του ἤ ἀπό τό φρόνημα τῆς αὐτοσωτηρίας. «Ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτήρ» κι ἄς ἔχουν περάσει τόσοι αἰῶνες χωρίς εἰρήνη, χωρίς δικαιοσύνη, χωρίς εὐτυχία· δέν μειώνεται ἔτσι οὔτε ἡ ἀλήθεια οὔτε ἡ ἀξία τοῦ γεγονότος, ἀντίθετα ἐπιβεβαιώνεται ἔστω ἀρνητικά. Ὅσοι δέν δέχονται τά Χριστούγεννα ὡς γεγονός, ἀλλά τό θεωροῦν παραμύθι, εἶναι ἀστεῖο νά ἀποροῦν καί νά κατηγοροῦν πώς οὔτε ὁ Χριστός σώζει. Εἶναι δυνατόν νά σώσει ἕνα παραμύθι; Θά ἦταν σκέτη ταλαιπωρία τότε καί αὐτή ἡ διέξοδος καί πορεία τοῦ ἀνθρώπου.
   Ρίξτε ἕνα βλέμμα στόν ἄνθρωπο τοῦ σήμερα. Δέσμιος στήν ἴδια πάντοτε κατάσταση τοῦ ἄγχους καί τῆς ἀνασφάλειας, εἴτε ἡ τυραννία του λέγεται φτώχια εἴτε πλοῦτος, εἴτε ἀμάθεια εἴτε πολυμάθεια, εἴτε καταθλιπτική ἀρρώστια εἴτε ἀχαλίνωτη ὑγεία, εἴτε τρομερός θάνατος εἴτε ἀσύδοτη ζωή, εἴτε αἱματοβαμμένος πόλεμος εἴτε πρόσκαιρη εἰρήνη, εἴτε αἰσχρή συμμαχία εἴτε διπλωματική συμφωνία. Ὅπου νά «διέλθει», μένει στόν κλοιό του. Κι ἄν ἀκόμη πετάξει στή σελήνη καί στά ἄστρα, ἀσφυκτιᾶ. Τά φῶτα πού τόν θαμπώνουν ἀπό μακριά, τά βρίσκει σβηστά, ὅταν τά ἐπισκέπτεται. Ὅπως ἐκεῖνος πού περπατᾶ τούς διαδρόμους τῆς φυλακῆς ἄσκοπα ὧρες ὁλόκληρες, ὅπως ἡ βάρκα πού παίζει μάταια τό κουπί δεμένη, ἔτσι ὁ ἄνθρωπος διαγράφει κύκλους γύρω ἀπό τόν ἑαυτό του χωρίς λυτρωμό, ἐφόσον βγάζει ἀπό τή ζωή του τό γεγονός, ἐφόσον ξεχωρίζει τόν ἑαυτό του ἀπό τήν ἀλήθεια τῶν Χριστουγέννων.
   Καταδικασμένη κάθε ἀνθρώπινη προσπάθεια χωρίς τό γεγονός. Ἀλλά ἄπρακτο καί ἀνενέργητο, ἄκαρπο καί ἀναξιοποίητο καί τό γεγονός, παρόλο τό μέγεθος καί τή λάμψη του, ὅταν δέν τό οἰκειωθεῖς. Χρειάζεται νά κάνουμε τό γεγονός τοῦ Θεοῦ γεγονός τῆς ζωῆς μας, νά μποῦμε κι ἐμεῖς στήν τροχιά τῆς ἕλξεώς του, ὅπως μπῆκε ὁ Θεός στήν τροχιά τῆς ἱστορίας μας. «Διέλθωμεν!». Νά, τό μυστικό τοῦ μυστικοῦ τοῦ Θεοῦ. Ἦταν μυστήριο καί τό κρατοῦσε ὁ Θεός μυστικό ἀπό ἀγγέλους καί ἀνθρώπους ὅτι θά γινόταν ἄνθρωπος γιά νά σώσει τόν ἄνθρωπο. Κι ὅταν αὐτό τό μυστικό φανερώθηκε, τότε ἦλθαν οἱ ἄγγελοι νά μᾶς ποῦν καί τό ἄλλο, τό μυστικό τοῦ μυστικοῦ: Ὅλα χαμένα, ἄν δέν «διέλθετε ἕως τήν Βηθλεέμ!». Ὅσοι «διῆλθαν» βρῆκαν διέξοδο, εἶδαν, ψηλάφησαν, γεύτηκαν Θεό καί θεία ζωή, βρῆκαν τή χαρά καί κατέκτησαν τήν ἀλήθεια. Ἄν τίποτε ἄλλο δέν σᾶς μιλάει, ἄνθρωποι τῆς ἀγωνίας καί τῆς ἀγρύπνιας, αὐτό δέν σᾶς λέει τίποτε;

Υ.Γ. Αὐτό τό μυστικό πέρασμα στή γλῶσσα τῆς Ἐκκλησίας ἔχει ἕνα γλυκύτατο ὄνομα· τό λένε μετάνοια.

Σ. Ν. Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 37 (1982) 161-162

Παρασκευή, 28 Νοέμβριος 2014 02:00

30 Νοεμβρίου Ἀποστολικό ἀνάγνωσμα

Α΄ Κο 4,9-16

Σταυρός34,9. Δοκῶ γὰρ ὅτι ὁ Θεὸς ἡμᾶς τοὺς ἀποστόλους ἐσχάτους ἀπέδειξεν, ὡς ἐπιθανατίους, ὅτι θέατρον ἐγενήθημεν τῷ κόσμῳ, καὶ ἀγγέλοις καὶ ἀνθρώποις.
  Μέ τό ρῆμα δοκῶ, πού σημαίνει «νομίζω, ἔχω τήν γνώμη», ὁ ἀπόστολος κάνει μία εἰσαγωγή σέ ἤπιο τόνο καί μέ πολλή διακριτικότητα. ῎Αν καί ζῆ καθημερινά τήν ἀποστολική διακονία σέ κάθε λεπτομέρειά της καί ἡ πείρα, τουλάχιστον, τοῦ δίνει τό δικαίωμα νά μιλήσει γι᾿ αὐτό τό θέμα ὡς αὐθεντία, παρά ταῦτα προσέχει νά μήν ἐρεθίσει ἀπό τήν ἀρχή τούς ἐλεγχόμενους Κορινθίους.
  Ὅταν ὁ Παῦλος λέγει ὅτι ὁ Θεός κατέστησε τούς ἀποστόλους ἐσχάτους, δέν μειώνει τό ὕψιστο ἀποστολικό ἀξίωμα ἀλλά μιλάει κατά τήν ὑπόνοια τῶν ἀκροατῶν. Γιά τόν κόσμο καί γιά ὅποιον σκέφτεται μέ τά κριτήρια τοῦ κόσμου οἱ ἀπόστολοι, ζώντας μιά ζωή ἄσημη καί ταλαιπωρημένη, ἐκτεθειμένοι πάντοτε στίς κακουχίες, στούς ὀνειδισμούς καί στίς διώξεις, εἶναι τελευταῖοι, χωρίς τιμή καί δόξα. Ἐντούτοις, ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί γιά ὅσους ἔχουν τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, ὅταν εἶναι κανείς ἔσχατος, τότε γίνεται πρῶτος (βλ. Μθ 19,30). Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός ὑπέστη τήν ἐσχάτη περιφρόνηση. Εἶναι δεῖγμα πνευματικότητος καί γνήσιας χριστιανικῆς ζωῆς, ὅταν οἱ πιστοί ἔχοντας πρότυπό τους τόν Χριστό προτιμοῦν νά εἶναι ἔσχατοι, περιφρονημένοι καί ἄδοξοι.
῾Ως ἐπιθανατίους σημαίνει σάν καταδικασμένους σέ θάνατο. Στά χρόνια τοῦ ἀπ. Παύλου, οἱ νικητές αὐτοκράτορες καί στρατηγοί ἔμπαιναν στήν πόλη μέ παρέλαση. Μπροστά πήγαιναν ὑπερήφανα, μέ τό κεφάλι ψηλά, τά διάφορα σώματα τοῦ στρατοῦ καί ὁ κόσμος θαύμαζε καί χειροκροτοῦσε. Στό τέλος τῆς πομπῆς περνοῦσαν ταπεινωμένοι οἱ ἐπιθανάτιοι, οἱ αἰχμάλωτοι τοῦ πολέμου πού στήν συνέχεια θανατώνονταν. Ἡ παρέλαση ἦταν γι᾽ αὐτούς διαπόμπευση, διότι ὅλοι τούς γιουχάιζαν καί τούς εἰρωνεύονταν. Αὐτή τήν εἰκόνα μεταφέρει ὁ ἀπ. Παῦλος ὅταν χαρακτηρίζει τούς ἀποστόλους ὡς ἐπιθανατίους. Τούς βλέπει νά εἶναι οἱ ἔσχατοι, οἱ τελευταῖοι στήν παρέλαση τῆς ἀνθρωπότητος. Κακοπαθοῦν καί καθημερινά ἑτοιμάζονται γιά τόν ἐπικείμενο μαρτυρικό θάνατο (βλ. Α´ Κο 15,31 Β´ Κο 1,9). Ὁ ἑκούσιος καθημερινός θάνατος, βέβαια, χαρίζει καί τήν ἀνάσταση (βλ. Β´ Κο 6,9). Καί στήν φυσική ζωή τοῦ ἀποστόλου κάθε φυλάκιση ἦταν ἕνας θάνατος καί κάθε διάσωσή του μία ἀνάσταση, ἀλλά καί στόν πνευματικό του ἀγώνα κάθε ἄρνηση τοῦ προσωπικοῦ του θελήματος, κάθε θάνατος τοῦ «ἐγώ» του τόν ἀνάσταινε στήν ἐν Χριστῷ ζωή, ὥστε νά διακηρύττει· «ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός» (Γα 2,20).
  Ἡ ζωή τῆς ἐκκλησίας, τοῦ κάθε πιστοῦ καί μάλιστα τῶν ἀποστόλων ἀποτελεῖ ἀντικείμενο ἐνδιαφέροντος καί προσοχῆς τοῦ ὁρατοῦ καί τοῦ ἀοράτου κόσμου. Αὐτό δηλώνει ἡ φράση θέατρον ἐγενήθημεν τῷ κόσμῳ, τήν ὁποία ἐπεξηγεῖ ἡ ἑπόμενη καὶ ἀγγέλοις καὶ ἀνθρώποις.
  Οἱ ἄνθρωποι διακρίνονται στούς ἐχθρούς τῆς ἐκκλησίας καί στά μέλη τῆς στρατευομένης ἐκκλησίας. Οἱ ἐχθροί μέ μανία προσπαθοῦν νά ἐμποδίσουν τό ἔργο τοῦ εὐαγγελίου. Εἶναι αὐτοί πού περιφρονοῦσαν καί χλεύαζαν τούς ἀποστόλους, τούς κατα- δίωκαν, τούς κακοποιοῦσαν καί μέ κάθε τρόπο προσπαθοῦσαν νά ἀνακόψουν τόν εὐαγγελισμό τῶν ψυχῶν. Ἀντίθετα, τά μέλη τῆς ἐκκλησίας, ὅπως βλέπουμε στό βιβλίο τῶν Πράξεων, συμπαραστέκονται στούς ἀγῶνες τῶν ἀποστόλων καί συμμετέχουν στό ἔργο τους. Ὅταν π.χ. ὁ Πέτρος κλείσθηκε στήν φυλακή, ἡ ἐκκλησία ἀγρυπνοῦσε στήν προσευχή (βλ. Πρξ 12,5).
  Ἀλλά τήν ἀποστολική διακονία παρακολουθεῖ μέ ἐνδιαφέρον καί ὁ κόσμος τῶν ἀγγέλων, πού καί αὐτοί εἶναι διηρημένοι σέ δύο ἀντίθετες καί ἀντικρουόμενες ὁμάδες. Στήν μία ὁ σατανᾶς καί οἱ δαιμονικές δυνάμεις ἐνισχύουν καί σκοτίζουν τούς ἐχθρούς τῆς ἐκκλησίας καί τούς ὑποδαυλίζουν σέ διωγμούς τῶν ἀποστόλων καί σέ ἄλλες ἐκδηλώσεις κακίας καί βίας. Στήν ἄλλη ὁμάδα οἱ ἀγγελικές δυνάμεις μαζί μέ ὅλη τήν θριαμβεύουσα ἐκκλησία παρακολουθοῦν τούς ἀποστόλους, τούς ἐμπνέουν καί τούς συμπαραστέκονται ἀόρατα.

4,10. Ἡμεῖς μωροὶ διὰ Χριστόν, ὑμεῖς δὲ φρόνιμοι ἐν Χριστῷ· ἡμεῖς ἀσθενεῖς, ὑμεῖς δὲ ἰσχυροί· ὑμεῖς ἔνδοξοι, ἡμεῖς δὲ ἄτιμοι.
  Μέ ζωηρές ἀντιθέσεις ὁ ἀπόστολος Παῦλος παρουσιάζει τίς δυσκολίες, τούς διωγμούς καί τά παθήματα πού ὑφίστανται οἱ ἀπόστολοι γιά νά φωτίσουν, νά καλλιεργήσουν καί νά ὁδηγήσουν στήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ τούς πιστούς. Ὅπως οἱ γονεῖς δουλεύουν σέ σκληρές ἐργασίες καί πολλές φορές κινδυνεύουν γιά νά βγάλουν τό μεροκάματο μέ τό ὁποῖο θέλουν νά θρέψουν καί νά σπουδάσουν τά παιδιά τους καί γενικά νά κάνουν ἄνετη καί εὐχάριστη τήν ζωή τῆς οἰκογενείας, ἔτσι καί οἱ ἀπόστολοι θυσιάζονται γιά τούς πιστούς. Στήν Β΄πρός Κορινθίους ἐπιστολή γράφει ὅτι ἐμεῖς οἱ δοῦλοι τοῦ Χριστοῦ εἴμαστε καί δοῦλοι ὅλων τῶν παιδιῶν τοῦ Χριστοῦ, τῆς οἰκογενείας τοῦ Θεοῦ (βλ. Β´ Κο 4,5).
  Δέν τούς ἐλέγχει, ὡστόσο, ἄμεσα ὁ ἀπόστολος, διότι ὁ λόγος του θά γινόταν πολύ αὐστηρός, καί ἴσως δέν θά τόν ἄντεχαν. Προτιμᾶ νά τούς ἐλέγξει μέ ἕναν πλάγιο τρόπο. Ἔτσι τούς λέγει: Ἡμεῖς μωροὶ διὰ Χριστόν, ὑμεῖς δὲ φρόνιμοι ἐν Χριστῷ· ἐμεῖς οἱ ἀπόστολοι ἐμφανιζόμαστε στόν κόσμο ἀνόητοι, ἀκολουθώντας τήν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ καί δαπανώντας τόν ἑαυτό μας στό ἔργο του, γιά ν᾽ ἀποκτήσετε ἐσεῖς τήν σοφία τοῦ Θεοῦ. Ἡμεῖς ἀσθενεῖς, ὑμεῖς δὲ ἰσχυροί· ἐμεῖς στερούμαστε κάθε κοσμική δύναμη (πρβλ. Α´ Κο 2,3), γιά νά ἀναδειχθεῖτε ἐσεῖς ἰσχυροί. Ὑμεῖς ἔνδοξοι, ἡμεῖς δὲ ἄτιμοι· γιά νά ἀπολαύσετε ἐσεῖς τήν αἰώνια δόξα, ἐμεῖς ἀρνηθήκαμε τήν τιμή καί τήν δόξα αὐτοῦ τοῦ κόσμου καί γίναμε ἀντικείμενο χλεύης καί ὀνειδισμοῦ.
  Θά καταλάβουμε καλύτερα τί θέλει νά πεῖ ὁ ἀπόστολος μέ κάποια παραδείγματα ἀπό τήν φυσική ζωή: Σέ μιά οἰκογένεια ἕνα παιδί γεννήθηκε μέ νεφρική ἀνεπάρκεια βαρειᾶς μορφῆς. Γιά νά ἐπιζήσει ἔπρεπε νά βρεθοῦν συμβατοί δότες νά δώσουν νεφρά. Οἱ πρῶτοι πού προσφέρθηκαν ἦταν οἱ γονεῖς του. Ἔδωσε ὁ καθένας ἀπό ἕνα νεφρό καί τό παιδί τους σώθηκε. Αὐτοί οἱ γονεῖς προτίμησαν νά γίνουν οἱ ἴδιοι κατά κάποιο τρόπο ἀσθενεῖς γιά νά εἶναι τό παιδί τους ἀπολύτως ὑγιές. Σέ ἄλλη περίπτωση δύσκολης ἀσθένειας ὁ πατέρας ἀναγκάσθηκε νά πουλήσει τήν περιουσία του, νά δανεισθεῖ γιά νά βρεῖ θεραπεία τό παιδί του. Ἔγινε πτωχός γιά νά δώσει ζωή καί ὑγεία στό παιδί. Ἔτσι καί οἱ διδάσκαλοι τοῦ εὐαγγελίου δίνουν τόν ἑαυτό τους, στεροῦνται δικαίων ἀπολαύσεων, καταναλώνουν τίς σωματικές δυνάμεις τους γιά τό ἔργο τῆς σωτηρίας τῶν πιστῶν. Μιμοῦνται ἔτσι τόν διδάσκαλό τους, τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, ὁ ὁποῖος ἔγινε ἀσθενής καί ἄτιμος, γιά νά χαρίσει σέ μᾶς δύναμη, πλοῦτο καί δόξα.
  Ὅπως ἐπισημαίνει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, ὁ ἀπόστολος Παῦλος προσπαθεῖ μέ ἔμμεσο τρόπο νά βοηθήσει τούς Κορινθίους νά συνειδητοποιήσουν ὅτι ὀφείλουν νά ζητοῦν τά τῶν ἀποστόλων, τούς κινδύνους καί τίς προσβολές, ὄχι τίς τιμές καί τίς δόξες. Διότι αὐτό ἀπαιτεῖ τό γνήσιο κήρυγμα.
  Ἐξετάζοντας κανείς τήν προσωπικότητα, τά χαρίσματα καί τήν μόρφωση τοῦ ἀποστόλου Παύλου θά μποροῦσε νά καταλάβει ὅτι πρίν γνωρίσει τόν Χριστό ἀνοίγονταν μπροστά του πλατεῖς ὁρίζοντες ἐξέλιξης στόν ραββινικό κόσμο. Ἡ κατοπινή του πορεία ὅμως ἔκλεισε κάθε δρόμο ἐπίγειας δόξας καί τόν ὁδήγησε σέ φυλακίσεις, βασανιστήρια, ἐξευτελισμούς καί διώξεις. Ἀντί νά γίνει ἄρχοντας τοῦ Ἰσραήλ, ὅπως περίμενε νά τόν καμαρώσει τό ἔθνος του, κατήντησε ὁ κατάδικος τῆς οἰκουμένης. Τόν στεφάνωσε ὅμως ὁ οὐρανός. Μέ τά ἀνθρώπινα κριτήρια μόνο τρέλα μπορεῖ νά χαρακτηρισθεῖ ἡ ἐπιλογή τοῦ Παύλου καί ἡ ἀμετάκλητη ἀπόφασή του νά ἀκολουθήσει τόν Χριστό.
  Σέ κάθε ἐποχή, ὅσοι ζοῦν τήν ἁμαρτωλή καί διεφθαρμένη ζωή τοῦ κόσμου θεωροῦν τρέλα τό νά ἀκολουθεῖς τόν Χριστό, νά ἀντιστέκεσαι στά πάθη καί στίς ἡδονές, νά μοιράζεις ἀντί νά μαζεύεις, νά ὑποχωρεῖς ἀντί νά διεκδικεῖς, νά συγχωρεῖς ἀντί νά ἐκδικεῖσαι. Ἡ ἁγνότητα, ἡ σωφροσύνη, ἡ ἄσκηση, ἡ τιμιότητα, ἡ ἀφιλαργυρία, ἡ ταπείνωση εἶναι γιά τόν κόσμο μωρία καί ἀδυναμία γιά τόν πιστό ὅμως εἶναι ἡ μεγαλύτερη δόξα.

4,11. Ἄχρι τῆς ἄρτι ὥρας καὶ πεινῶμεν καὶ διψῶμεν καὶ γυμνητεύομεν καὶ κολαφιζόμεθα καὶ ἀστατοῦμεν.
  Ὁ ἀπόστολος βεβαιώνει τούς Κορινθίους ὅτι δέν συνάντησε δυσκολίες μόνο στήν ἀρχή τῆς δράσεώς του. Μέχρι καί τήν ὥρα αὐτή πού τούς γράφει ἀπό τήν Ἔφεσο, ζῆ μέ στερήσεις καί ἀντιμετωπίζει διωγμούς. «Δέν διηγοῦμαι παλαιά πράγματα, ἀλλά πράγματα γιά τά ὁποῖα συνεπιμαρτυρεῖ καί ἡ παροῦσα πραγματικότητα», ἑρμηνεύει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος καί τονίζει ὅτι τέτοιος πρέπει νά εἶναι ὅλος ὁ βίος τῶν χριστιανῶν καί ὄχι μόνο μία καί δύο ἡμέρες. Διότι ἄν κάποιος ἀθλητής ἐπιτύχει στήν προπόνηση ἀλλά κατόπιν ἡττηθεῖ, δέν στεφανώνεται.
  Οἱ ἀπόστολοι στίς περιοδεῖες τους καί πεινοῦν καί διψοῦν καί στεροῦνται τά κατάλληλα ἐνδύματα γιά τίς κακοκαιρίες (πρβλ. Β´ Κο 11,27), καί δέχονται περιπαιχτικά χτυπήματα αὐτό δηλώνει τό κολαφιζόμεθα (πρβλ. Μθ 26,67 Μρ 14,65 Β΄Κο 12,7 Α΄Πέ 2,20). Συνήθως ἔχουμε τρία εἴδη χτυπημάτων: τό «ράπισμα» δηλαδή τό χαστούκι (βλ. Μρ 14,65 Ἰω 18,22 19,3), ὁ «κόνδυλος» πού σημαίνει τήν γροθιά καί ὁ «κόλαφος» πού εἶναι τό περιπαιχτικό καί περιφρονητικό χτύπημα στό σβέρκο, ἡ καρπαζιά. Τό ἀστατοῦμεν σημαίνει ὅτι ὄχι μόνον διαρκῶς μεταβαίνουν ταλαιπωρημένοι ἀπό τόπο σέ τόπο, χωρίς νά ἔχουν μιά μόνιμη κατοικία γιά νά ἀναπαύονται, ἀλλά καί τό ὅτι σέ ὅποιο μέρος πηγαίνουν ἀντιμετωπίζουν συνήθως διωγμούς.

4,12-13α. καὶ κοπιῶμεν ἐργαζόμενοι ταῖς ἰδίαις χερσί· λοιδορούμενοι εὐλογοῦμεν, διωκόμενοι ἀνεχόμεθα, βλασφημούμενοι παρακαλοῦμεν.
  Σέ ὅλη τήν ἀποστολική του δράση ὁ ἀπόστολος Παῦλος παρέμεινε ἀκτήμονας καί ἀφιλάργυρος, ἐργαζόμενος ὡς σκηνοποιός ταῖς ἰδίαις χερσὶ γιά νά ἀντιμετωπίσει τίς ἀνάγκες καί τά ἔξοδα τά δικά του καί τῶν συνεργατῶν του. Στήν Κόρινθο γνωρίσθηκε μέ τόν Ἀκύλα καί τήν Πρίσκιλλα, «καὶ διὰ τὸ ὁμότεχνον εἶναι ἔμεινε παρ᾿ αὐτοῖς καὶ εἰργάζετο» (Πρξ 18,3). Κανείς δέν μποροῦσε νά τόν κατηγορήσει ὅτι ζοῦσε εἰς βάρος τῶν πιστῶν, ὅπως ἔκαναν πολλοί ἄλλοι πού παρουσιάζονταν ὡς διδάσκαλοι τοῦ εὐαγγελίου (βλ. Α΄ Κο 9,12). Στούς Θεσσαλονικεῖς μέ ἀφορμή τίς ἀταξίες τους στό θέμα τῆς ἐργασίας προβάλλει τόν ἑαυτό του ὡς πρότυπο (βλ. Α´ Θε 2,9). Τά τρία χρόνια πού ἔμεινε στήν Ἔφεσο ὁ Παῦλος ἐξοικονομοῦσε χρόνο γιά νά δουλεύει. Στόν ἀποχαιρετιστήριο λόγο του πρός τούς πρεσβυτέρους τῆς περιοχῆς τῆς Ἐφέσου, πού τόν γνώριζαν, διακηρύττει· «αὐτοὶ γινώσκετε ὅτι ταῖς χρείαις μου καὶ τοῖς οὖσι μετ᾿ ἐμοῦ ὑπηρέτησαν αἱ χεῖρες αὗται» (Πρξ 20,34). Πολύ πιθανόν νά σήκωσε τότε καί νά ἔδειξε τίς παλάμες του, τά χέρια του τά ροζιασμένα ἀπό τήν σκληρή χειρωνακτική δουλειά. Μιμήθηκε καί σ᾿ αὐτό τόν Κύριό μας, πού ἦταν «τέκτων» (Μρ 6,3), χειρώναξ, καί ἀπό μικρός ἔμαθε στήν Ναζαρέτ νά κάνει ὅλες τίς σκληρές χειρωνακτικές ἐργασίες. Τό παράδειγμά του ἀποτελεῖ θαυμαστό ὑπόδειγμα ἀνιδιοτέλειας ἀλλά συγχρόνως καί ἔλεγχο ὅλων τῶν ἐργατῶν τοῦ Χριστοῦ.
  Τήν τακτική τῆς ἀφιλαργυρίας, τῆς ἀκτημοσύνης, τῆς αὐταπάρνησης καί τῆς κακοπάθειας, πού εἶναι ἕνα συνεχές μαρτύριο, τήν ἀκολούθησαν οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἐνδεικτικά ἀναφέρω τόν Μ. Ἀντώνιο, τόν ἅγιο Νικόλαο, τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, τόν ἅγιο Στυλιανό οἱ ὁποῖοι εἶχαν κληρονομήσει τεράστιες περιουσίες ἀπό τούς γονεῖς τους, ὅμως τίς μοίρασαν στούς φτωχούς καί ἔζησαν μέ μεγάλη λιτότητα καί αὐστηρή ἄσκηση. Ἡ διακόνισσα Ὀλυμπιάδα, ἀληθινή ἀριστοκράτισσα καί ἀρχόντισσα τοῦ Βυζαντίου, σκόρπισε μέ ἁπλοχεριά καί ἀγάπη τά πλούτη της στά φιλανθρωπικά ἔργα τῆς Ἐκκλησίας. Τό ἴδιο ἔκανε καί ἡ νεομάρτυς ἁγία Φιλοθέη στήν σκλαβωμένη Ἀθήνα στά μαῦρα χρόνια τῆς τουρκοκρατίας.
  Ὁ ἀπόστολος βεβαιώνει ὅτι δέν δυσανασχετεῖ μέ ὅσα ὑπομένει ἀλλά ἀντίθετα ἀγάλλεται (πρβλ. Μθ 5,12). Αὐτό φαίνεται, κατά τόν ἅγιο Χρυσόστομο, ἀπό τό ὅτι ἀνταποδίδει ἀκριβῶς τά ἀντίθετα λοιδορούμενοι εὐλογοῦμεν, διωκόμενοι ἀνεχόμεθα, βλασφη- μούμενοι παρακαλοῦμεν. «Λοιδορία» σημαίνει βρισιά καί ἐμπαιγμό, κοροϊδία. Μᾶς ὑβρίζουν περιφρονητικά, λέγει ὁ Παῦλος, καί ἐμεῖς μιλοῦμε μέ καλά λόγια καί εὐχόμαστε τό καλό γι᾿ αὐτούς. Ἐκείνους πού μᾶς καταδιώκουν τούς ἀντιμετωπίζουμε μέ πραότητα. Σ᾽ ἐκείνους πού μᾶς συκοφαντοῦν μιλοῦμε γλυκά, ἀποδίδοντας τιμή. Αὐτή ἡ ἀνεξίκακη συμπεριφορά, βέβαια, στά μάτια τῶν ἀνθρώπων φαίνεται μωρία καί ἀδυναμία. Οἱ ἀπόστολοι ὅμως προτιμοῦν νά τηροῦν τήν ἐντολή τοῦ Χριστοῦ· «ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν, ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθρούς ὑμῶν, εὐλογεῖτε τοὺς καταρωμένους ὑμᾶς, καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς καὶ προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς καὶ διωκόντων ὑμᾶς» (Μθ 5,44).

4,13β. ὡς περικαθάρματα τοῦ κόσμου ἐγενήθημεν, πάντων περίψημα ἕως ἄρτι.
  Περικαθάρματα εἶναι ὅσα ἄχρηστα μαζεύει ἡ σκούπα, τά σκουπίδια, ἐνῶ περίψημα λέγεται ἡ λεπτότερη βρομιά, ἡ ἀκαθαρσία. Ὁ ἀπόστολος τίς χρησιμοποιεῖ μεταφορικά, γιά νά δηλώσει τόν ἄνθρωπο πού εἶναι βδελυρός καί ἄξιος περιφρονήσεως, αὐτός τόν ὁποῖο ἀποκαλοῦμε «σκουπίδι».
  Οἱ ἀπόστολοι πού ἦταν τά ἁγιώτερα πρόσωπα καί οἱ εὐγενέστερες καρδιές, αὐτοί πού εὐαρέστησαν τόν Θεό, τιμήθηκαν καί δοξάσθηκαν ἀπ᾿ αὐτόν, περιφρονήθηκαν ἀπό τούς ἀνθρώπους καί θεωρήθηκαν ὡς σκουπίδια, ὡς ἑστίες μολύνσεως. ῎Αν ὁ Κύριος μέ τήν ἀγάπη καί τήν θυσία του μεταβάλλει τίς ἁμαρτίες μας, πού εἶναι πραγματικά σκουπίδια, σέ ἔργα μετανοίας καί σέ στολίδια ἀρετῶν, πόσο μᾶλλον ἀγαπάει καί δοξάζει τούς διακόνους τοῦ εὐαγγελίου, πού ὁ κόσμος τούς περιφρονεῖ καί τούς θεωρεῖ σκουπίδια, ἐνῶ εἶναι ἀληθινοί θησαυροί!
  Ὅλα ὅσα ἔγραψε ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὥς τό σημεῖο αὐτό τῆς Ἐπιστολῆς του ἐνδεχομένως νά στενοχώρησαν τούς πιστούς τῆς Κορίνθου, διότι εἰπώθηκαν μέ κάπως σκληρό καί εἰρωνικό τρόπο. Ὁ ἀπόστολος τώρα τούς διευκρινίζει ὅτι σκοπός του δέν εἶναι νά τούς κάνει νά ντραποῦν, ἀλλά νά τούς παιδαγωγήσει. Δέν αἰσθάνεται πρός τούς Κορινθίους τήν ἁπλή σχέση τοῦ διδασκάλου πρός τούς μαθητές. Νιώθει ὅτι εἶναι ὁ πνευματικός τους πατέρας, διότι τούς ἀναγέννησε, τούς ἐνέταξε στήν Ἐκκλησία, τήν οἰκογένεια τοῦ Θεοῦ. Γι᾽ αὐτό μέ ἀγωνία καί πατρική στοργή παρακολουθεῖ τήν πορεία τους. Μέ τόνο τρυφερότερο τούς παρακαλεῖ νά δείξουν ὅτι εἶναι δικά του παιδιά, νά μοιάσουν στόν πνευματικό τους πατέρα, πού πρότυπό του ἔχει τόν ἴδιο τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Καί δέν περιορίζεται μόνο σ᾽ αὐτήν τήν νουθεσία. Στέλνει καί μιά ζωντανή παράκληση, ἕνα ζωντανό γράμμα, τόν Τιμόθεο, πού εἶναι τέκνο του ἀγαπητό καί γνήσιο, πού τοῦ μοιάζει. Αὐτός θά κάνει τό σπουδαῖο ἔργο νά τούς ὑπενθυμίσει, μέ τόν λόγο ἀλλά καί τό παράδειγμά του, τήν διδασκαλία πού παρέλαβαν ἀπό τόν ἀπ. Παῦλο.

4,14. Οὐκ ἐντρέπων ὑμᾶς γράφω ταῦτα, ἀλλ᾿ ὡς τέκνα μου ἀγαπητὰ νουθετῶ.
  Ἐντρέπω (ἐν+τρέπειν) σημαίνει κάνω κάποιον νά στρέψει ἀλλοῦ τό πρόσωπό του εἴτε ἀπό σεβασμό εἴτε ἀπό ντροπή. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐξηγεῖ στούς Κορινθίους τίς προθέσεις του. Κατά τόν ἅγιο Χρυσόστομο, εἶναι ἄριστη αὐτή ἡ θεραπεία, δηλαδή ἀφοῦ πεῖ κανείς ὅ,τι θέλει, νά δικαιολογήσει στήν συνέχεια τόν τρόπο πού σκέπτεται. Ἄν δέν μιλοῦσε καθόλου, θά ἔμεναν ἀδιόρθωτοι. Ἄν περιοριζόταν μόνον στό νά τούς ἐλέγξει θά ἄφηνε ἀνίατη τήν πληγή. Τώρα πού τούς ἐξηγεῖ ὅτι τούς μίλησε ἔτσι ὄχι γιά νά τούς ὀνειδίσει ἀλλά ἐπειδή τούς ἀγαπᾶ, προχωρᾶ βαθύτερα τήν τομή ἀλλά καί ἁπαλύνει τόν πόνο.
  Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι ὁ ἀπόστολος δέν ὀνομάζει τούς Κορινθίους μαθητές ἀλλά τέκνα μου ἀγαπητά. Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος σχολιάζει: «καὶ οὐχ ἁπλῶς τέκνα, ἀλλὰ ποθούμενα». Τό ἤπιο καί στοργικό ὕφος κάνει τήν νουθεσία εὐκολότερα ἀποδεκτή καί πιό ἀποτελεσματική.
  Τό ρῆμα νουθετῶ (=νοῦν τίθημι) σημαίνει προσπαθῶ νά βάλω κάτι στό μυαλό ἤ νά βάλω τό μυαλό στήν θέση του. Καί μέ τό ρῆμα αὐτό, τό οἰκεῖο καί πατρικό, ὁ ἀπόστολος στοχεύει στό νά τούς φιλοτιμήσει. Ποιός δέν θά δεχόταν νά ἀκούσει ἕναν πατέρα πού μέ πόνο συμβουλεύει ὅσα πρέπει; ρωτᾶ ὁ ἅγιος Χρυσόστομος.

4,15. ἐὰν γὰρ μυρίους παιδαγωγοὺς ἔχητε ἐν Χριστῷ, ἀλλ᾿ οὐ πολλοὺς πατέρας· ἐν γὰρ Χριστῷ Ἰησοῦ διὰ τοῦ εὐαγγελίου ἐγὼ ὑμᾶς ἐγέννησα.
  Στήν ἀρχαιότητα τά σχολεῖα ἦταν ἰδιωτικά. Λίγα ἦταν τά παιδιά πού φοιτοῦσαν σ᾽ αὐτά. Οἱ πλούσιοι κυρίως γονεῖς ἔστελναν τά παιδιά τους στό σχολεῖο. Ἕνας δοῦλος εἶχε τήν φροντίδα νά πηγαίνει τό παιδί στό σχολεῖο, νά τό ἐπιστρέφει στό σπίτι καί νά τό φυλάγει στόν δρόμο ἀπό τούς διαφόρους κινδύνους. Αὐτός λεγόταν παιδαγωγός. Τό παιδί συνδεόταν μέ τόν παιδαγωγό, διότι περνοῦσε πολλές ὧρες τῆς ἡμέρας μαζί του. Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος σημειώνει ὅτι ὁ παιδαγωγός δέν ἐναντιωνόταν στόν δάσκαλο, ἀντίθετα συνεργαζόταν μαζί του, καθώς προστάτευε τό παιδί ἀπό κακές ἐπιρροές καί συμπεριφορές καί τό προετοίμαζε νά δεχθεῖ μέ προσοχή τά μαθήματα τοῦ δασκάλου. Σέ καμιά ὅμως περίπτωση δέν μποροῦσε νά συγκριθεῖ ἡ ἀγάπη καί τό ἐνδιαφέρον τοῦ παιδαγωγοῦ γιά τό παιδί μέ τήν στοργική φροντίδα τοῦ πατέρα.
  Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐξηγεῖ στούς Κορινθίους ὅτι δέν εἶναι γι᾽ αὐτούς ὁ ἁπλός παιδαγωγός πού τούς ἔπιασε ἀπό τό χέρι νά τούς φέρει στό σχολεῖο τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά εἶναι ὁ πατέρας. Καί τό ἀποδεικνύει, τονίζει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, ἀναφέροντας συγκε- κριμένο γεγονός ἐν γὰρ Χριστῷ Ἰησοῦ διὰ τοῦ εὐαγγελίου ἐγὼ ὑμᾶς ἐγέννησα, αὐτός πνευματικά τούς ἀναγέννησε. Ἡ πνευματική τους ζωή ἄρχισε ἀπό τότε πού δέχθηκαν τήν ἄφθαρτη σπορά τοῦ θείου λόγου. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἱερούργησε αὐτήν τήν ἀναγέννηση, γι᾿ αὐτό δικαιοῦται νά ὀνομάζεται πνευματικός τους πατέρας. Ἦλθε στήν πόλη τους καί τούς μετέδωσε ὄχι μόνο τό Εὐαγγέλιο ἀλλά καί τήν ψυχή του (βλ. Α´ Θε 2,7). Ἀγωνίσθηκε μέ πόνο νά μορφώσει μέσα τους τόν Χριστό (βλ. Γα 4,19). Ἄγρυπνα νουθετοῦσε «ἕνα ἕκαστον» καί μάλιστα «μετὰ δακρύων», ἐπιδιώκοντας τήν πνευματική τους οἰκοδομή καί τήν σταθεροποίησή τους στήν ἐν Χριστῷ ζωή (βλ. Πρξ 20,31· Ἐφ 4,12-16). Ἑπομένως, δέν τούς προσφωνεῖ κολακευτικά τέκνα, εἶναι πράγματι ὁ πατέρας τους. Οἱ διδάσκαλοι πού ἀκολούθησαν ἔχουν τήν θέση τοῦ παιδαγωγοῦ, διότι ἀπό αὐτόν τούς παρέλαβαν γιά νά τούς καθοδηγήσουν στήν πνευματική ζωή.
  Ἡ ἀναγέννηση, βέβαια, ἔγινε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Καί αὐτό, κατά τόν ἄγιο Χρυσόστομο, σημαίνει ὅτι ὁ ἀπόστολος δέν θεωρεῖ ὅτι ἔγινε μέ τίς δικές του μόνο δυνάμεις, ὅτι εἶναι ἀποκλειστικά δικό του ἔργο. Γι᾽ αὐτό πλήττει ἐκείνους πού ἀπέδιδαν στόν ἑαυτό τους τήν ἐπιτυχία τῆς διδασκαλίας.
  Στόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στήν κοινωνία μέ τόν Χριστό καί τήν θέωση, οἱ πνευματικοί πατέρες μας εἶναι οἱ ἔμπειροι χειραγωγοί καί οἱ ἀκούραστοι συμπαραστάτες. Γιά νά ὑπηρετήσει ὅμως ἕνας ποιμένας τό τόσο ὑψηλό καί ὑπεύθυνο ἔργο ὀφείλει νά εἶναι πράγματι ὄργανο «τῷ Πνεύματι ἁρμοζόμενον καὶ κρουόμενον», ὅπως διδάσκει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Νά ἀποτελεῖ «τύπον τῶν πιστῶν» (Α´ Τι 4,12), νά ἐμπνέει μέ τήν ἐνάρετη ζωή του. Νά παρέχει, κατά τόν Μ. Βασίλειο, τόν τρόπο τῆς βιοτῆς του «ἐναργὲς ὑπόδειγμα πάσης ἐντολῆς τοῦ Κυρίου». Νά οἰκοδομεῖ, δηλαδή, μέ τήν ἀγάπη καί τήν πατρική στοργή του, ἀλλά περισσότερο μέ τό παράδειγμά του.

4,16. παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς, μιμηταί μου γίνεσθε.
   Ὁ στίχος αὐτός ἀποτελεῖ τό συμπέρασμα τῆς περικοπῆς. Ἐφόσον ὁ ἀπόστολος Παῦλος εἶναι ὁ πατέρας τῶν Κορινθίων, ὡς γνήσια παιδιά του πρέπει νά τοῦ μοιάζουν. Γι᾿ αὐτό τούς ἀπευθύνει παράκληση καί τούς παροτρύνει νά τόν μιμηθοῦν. Δέν τό ἀπαιτεῖ, ἀλλά παρακαλεῖ, παρακινεῖ μέ εὐγένεια καί ἀγάπη.
   «Βαβαί, πόση τοῦ διδασκάλου ἡ παρρησία!», θαυμάζει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος. Μιμήθηκε πρῶτος αὐτός τόν ἀρχηγό τοῦ ἀγώνα, ὅπως θά τό πεῖ παρακάτω, «μιμηταί μου γίνεσθε, καθὼς κἀγὼ Χριστοῦ» (11,1), καί καλεῖ τώρα τούς ἄλλους νά τόν μιμηθοῦν. Δέν τό κάνει αὐτό ὑπερηφανευόμενος, ἀλλά δείχνοντας ὅτι εἶναι εὔκολη ἡ ἀρετή. Ὁ ἅγιος πατέρας βάζει στά χείλη του τά ἑξῆς: «Μή μοῦ πεῖς ὅτι δέν μπορῶ νά σέ μιμηθῶ, διότι ἐσύ εἶσαι διδάσκαλος καί μέγας. Δέν εἶναι τόσο μεγάλη ἡ ἀπόστασή μου ἀπό σᾶς, ὅσο ἡ ἀπόσταση τοῦ Χριστοῦ ἀπό μένα· ἀλλ᾽ ὅμως ἐγώ Ἐκεῖνον μιμήθηκα... Ἐκεῖνος πού θά μιμηθεῖ ἀκριβῶς τήν σφραγίδα μιμεῖται τό πρωτότυπο». Ὁ Νικηφόρος Θεοτόκης σημειώνει τί ἀκριβῶς προσφέρει πρός μίμηση ὁ ἀπόστολος στούς πιστούς: «Μιμηθεῖτε τήν πίστη μου στόν Χριστό, τήν ἀγάπη μου, τήν ταπείνωσή μου, τήν ἐλπίδα μου, τόν ζῆλο μου καί τίς ὑπόλοιπες ἀρετές. Μόνο ὁ Παῦλος καί ὅποιος ἔφθασε στήν τελειότητα τῆς ἀρετῆς του, μπορεῖ μέ θάρρος νά πεῖ μαζί του· μιμηταί μου γίνεσθε».
 Σέ μιά ἐποχή ἄκρατου μιμητισμοῦ, πού χάθηκε τελείως ἡ ἐλευθερία τοῦ προσώπου καί οἱ ἄνθρωποι κατήντησαν ἄβουλα νούμερα μιᾶς ἀπρόσωπης μάζας, εἶναι ἐπίκαιρο τό μήνυμα γιά μίμηση τοῦ Χριστοῦ. Ὅποιος μιμεῖται τόν Χριστό ἀποκτᾶ τήν ἀληθινή ἐλευθερία, τήν ἀπελευθέρωση ἀπό τά δεσμά καί τίς καταπιέσεις τῶν παθῶν.

Στεργίου Σάκκου,

Ἑρμηνεία τῆς Α΄πρός Κορινθίους Ἐπιστολῆς (βοήθημα κυκλαρχῶν)

Παρασκευή, 28 Νοέμβριος 2014 02:00

30 Νοεμβρίου, Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα

Κλήση Φιλίππου καί Ναθαναήλ


Λέξεις:
44. Τῇ ἐπαύριον = τήν ἄλλη μέρα
ἠθέλησεν = ἀποφάσισε
46. ὅν ἔγραψε Μωϋσῆς = αὐτόν γιά τόν ὁποῖο ἔγραψε ὁ Μωυσῆς
47. Δύναταί τι ἀγαθόν εἶναι;= μπορεῖ νά ὑπάρχει κάτι καλό;
ἔρχου καί ἴδε = ἔλα καί δές
48. ἴδε ἀληθῶς Ἰσραηλίτης= νά, ἕνας πραγματικός Ἰσραηλίτης
49. Πρό τοῦ σε Φίλιππον φωνῆσαι = πρίν σέ φωνάξει ὁ Φίλιππος
ὄντα ὑπό τήν συκῆν εἶδόν σε= σέ εἶδα ὅταν ἤσουν κάτω ἀπό τή συκιά
51. ὅτι εἶπόν σοι = ἐπειδή σοῦ εἶπα
Μείζω τούτων ὄψει = θά δεῖς μεγαλύτερα ἀπό αὐτά
52. ἀμήν ἀμήν λέγω ὑμῖν = Ναί, ἀλήθεια σᾶς λέω
ἀπ’ ἄρτι= ἀπό τώρα
ἀνεῳγότα =ἀνοιγμένο

Ἱστορικά - Πραγματολογικά - Ἑρμηνευτικά


 Στήν περικοπή μᾶς περιγράφει ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης πῶς κάλεσε ὁ Κύριος δύο ἀπό τούς πρώτους μαθητές του, τόν Φίλιππο καί τόν Ναθαναήλ. Βρισκόμαστε στήν ἀρχή τῆς δημόσιας δράσεως τοῦ Ἰησοῦ. Πρίν ἀπό λίγο καιρό ἔχει διαλέξει τούς τρεῖς πρώτους μαθητές του, τόν Ἀνδρέα, Πέτρο καί Ἰωάννη, οἱ ὁποῖοι ἦταν παλιά μαθητές τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Τώρα ὁ Κύριος βρίσκεται στά Ἰεροσόλυμα καί ἑτοιμάζεται νά ἐπιστρέψει στή Γαλιλαία, μαζί μέ ἄλλους προσκυνητές πού εἶχαν ἔρθει ἀπό ἐκεῖ. Σέ ὅλη τή δράση του συνήθιζε νά πηγαίνει στά Ἰεροσόλυμα τόν καιρό πού συγκεντρώνονταν ἐκεῖ οἱ εὐσεβεῖς Ἰουδαῖοι ἀπ’ ὅλα τά μέρη γιά νά ἐκτελέσουν τά καθήκοντά τους πρός τόν Θεό. Ἐκεῖ τοῦ δινόταν ἡ εὐκαιρία νά διαλέξει καί νά ξεχωρίσει ἐκείνους πού θά χρησιμοποιοῦσε στό στενό του ἐπιτελεῖο. Σάν τό λιοντάρι πού παραμονεύει στήν πηγή τήν ὥρα πού πηγαίνουν νά πιοῦν τά κοπάδια καί διαλέγει ἀπό αὐτά τή λεία του, ἔτσι καί ὁ Κύριος στά Ἰεροσόλυμα διάλεγε τούς ἐκλεκτούς του.

Φιλιππος-Ναθαναήλ1,44. Τῇ ἐπαύριον ἠθέλησεν ὁ ᾿Ιησοῦς ἐξελθεῖν εἰς τήν Γαλιλαίαν· καί εὑρίσκει Φίλιππον καί λέγει αὐτῷ· ἀκολούθει μοι.
τῇ ἐπαύριον: Μετά τήν ἐκλογή τοῦ Σίμωνα Πέτρου.
ἠθέλησεν ὁ Ἰησοῦς ἐξελθεῖν εἰς τήν Γαλιλαίαν: Ἑτοιμαζόταν ἀπό τήν Ἰερουσαλήμ πού ἦταν στό νότο, στήν Ἰουδαία, νά ἐπιστρέψει στή Γαλιλαία, στό βορρᾶ. Στό ξεκίνημα αὐτῆς τῆς πορείας ἤ στόν δρόμο γιά τή Γαλιλαία συνάντησε καί κάλεσε τόν Φίλιππο καί τόν Ναθαναήλ.
ἀκολούθει μοι: Μ’ ἕνα λόγο ὁ Φίλιππος, ὅπως φαίνεται ἀπό τή συνέχεια, ὑπήκουσε στήν πρόσκληση τοῦ Κυρίου καί τόν ἀκολούθησε. Γιά τήν ὑπακοή αὐτή συνεργάζονται πολλές προϋποθέσεις : α) Ὁ Φίλιππος θά γνώριζε τόν Κύριο ἀπό παλιά, ἔστω καί ἀπό μακριά. β) Θά ἦταν μᾶλλον καί αὐτός μαθητής τοῦ Προδρόμου καί θά εἶχε ἀκούσει τή μαρτυρία ἐκείνου γιά τόν Ἰησοῦ. γ) Ἦταν ὁ ἴδιος εὐσεβής καί πιστός καί εἶχε βαθιά ριζωμένη μέσα του τήν προσδοκία τοῦ Μεσσία. δ) Ἔπειτα, τόν ἐπηρέασε ὁπωσδήποτε καί ἡ μυστική θεία δύναμη τοῦ Ἰησοῦ ἀλλά καί ἡ ἐπιβολή του.

1,45. Ἦν δέ ὁ Φίλιππος ἀπό Βηθσαϊδά, ἐκ τῆς πόλεως ᾿Ανδρέου καί Πέτρου.
Βηθσαϊδά: Μικρή πόλη στή δυτική παραλία τῆς λίμνης Γεννησαρέτ πρός τά βορειοδυτικά τῆς λίμνης, κοντά στήν Καπερναούμ. Ὅταν ἦταν τετράρχης τῆς περιοχῆς ὁ Φίλιππος, τήν καλλώπισε καί τή στόλισε καί τῆς ἔδωσε τό ὄνομα Ἰουλία πρός τιμήν τῆς κόρης του, πού εἶχε αὐτό τό ὄνομα.
ἐκ τῆς πόλεως Ἀνδρέου καί Πέτρου: Σύμφωνα μέ τόν εὐαγγελιστή Μᾶρκο τό σπίτι τοῦ Σίμωνα καί τοῦ Ἀνδρέα ἦταν στήν Καπερναούμ (Μρ 1,29). Φαίνεται ὅτι οἱ δύο ἀπόστολοι κατάγονταν ἀπό τή Βηθσαϊδά, ἀλλά ἔμεναν μέ τήν οἰκογένειά τους στήν Καπερναούμ, πού καθώς ἦταν ἡ μεγαλύτερη πόλη τῆς περιοχῆς τούς ἐξυπηρετοῦσε καλύτερα καί στή δουλειά τους.

1,46. Εὑρίσκει Φίλιππος τόν Ναθαναήλ καί λέγει αὐτῷ· ὃν ἔγραψε Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ καί οἱ προφῆται, εὑρήκαμεν, ᾿Ιησοῦν τόν υἱόν τοῦ ᾿Ιωσήφ τόν ἀπό Ναζαρέτ.
εὑρίσκει Φίλιππος τόν Ναθαναήλ: Τό «εὑρίσκει» προϋποθέτει ὅτι προηγουμένως τόν ἔψαχνε.
Ναθαναήλ: Ἑβραϊκό ὄνομα πού σημαίνει Θεόδωρος. Ὅπως μᾶς λέει ὁ ἴδιος ὁ εὐαγγελιστής (Ἰω 21,2), ὁ Ναθαναήλ ἦταν ἀπό τήν Κανά τῆς Γαλιλαίας. Οἱ ἄλλοι εύαγγελιστές δέν ἀναφέρουν καθόλου αὐτό τό ὄνομα στούς καταλόγους τῶν μαθητῶν τοῦ Κυρίου (Μθ 10,2· Μρ 3,16· Λκ 6,14· Πρξ 1,13). Συνήθως μαζί μέ τόν Φίλιππο ἀναφέρουν κάποιο Βαρθολομαῖο. Αὐτός εἶναι ὁ Ναθαναήλ, πού φαίνεται ὅτι ἦταν γιός κάποιου Θολομαίου (Βαρ-Θολομαῖος). Οἱ Ἰουδαῖοι συνήθιζαν νά ὀνομάζονται ἀπό τό ὄνομα τοῦ πατέρα τους. Ἔτσι καί ὁ Σίμων λεγόταν Βαριωνᾶς.
ὅν ἔγραψε... εὑρήκαμεν: Τά λόγια αὐτά τοῦ Φιλίππου δείχνουν ὅτι οἱ δύο φίλοι ἀπό παλιά μελετοῦσαν τήν Π. Διαθήκη καί περίμεναν τόν ἐρχομό τοῦ Μεσσία μέ ἐνδιαφέρον.
τόν υἱόν τοῦ Ἰωσήφ: Οἱ ἄνθρωποι δέν ἤξεραν τήν ἐκ Πνεύματος ἁγίου γέννηση τοῦ Κυρίου, γι’ αὐτό καί τόν ὀνόμαζαν γιό τοῦ Ἰωσήφ, γιατί ἔτσι φαινόταν. Τό μεγάλο μυστικό τό ἤξεραν μόνο ἡ Παναγία μας, ὁ Ἰωσήφ καί ἡ Ἐλισάβετ.

1,47. Καί εἶπεν αὐτῷ Ναθαναήλ· ἐκ Ναζαρέτ δύναταί τι ἀγαθόν εἶναι; λέγει αὐτῷ Φίλιππος· ἔρχου καί ἴδε.
ἐκ Ναζαρέτ δύναταί τι ἀγαθόν εἶναι;:
Ἡ Ναζαρέτ ἦταν ἕνα μικρό χωριό τῆς Γαλιλαίας. Τό ὄνομά του παράγεται ἀπό τό ἑβραϊκό Νέζερ πού σημαίνει ἀδύνατη παραφυάδα καί δείχνει τή μικρότητα, τήν ἀσημαντότητα καί τή φτώχεια του. Ἡ Ναζαρέτ, ἦταν φαίνεται κακόφημο χωριό, γι’ αὐτό καί ὁ Ναθαναήλ πού ἦταν κοντοχωριανός (ἀπό τήν Κανά) παραξενεύεται ὅταν ἀκούει ὅτι ὁ Μεσσίας τόν ὁποῖο περίμεναν εἶναι ἀπό τή Ναζαρέτ. Δέν μποροῦσε νά περιμένει τίποτε καλό ἀπό τή Ναζαρέτ.

1,48. Εἶδεν ὁ ᾿Ιησοῦς τόν Ναθαναήλ ἐρχόμενον πρός αὐτόν καί λέγει περί αὐτοῦ· ἴδε ἀληθῶς ᾿Ισραηλίτης ἐν ᾧ δόλος οὐκ ἔστι.
ἴδε ἀληθῶς Ἰσραηλίτης: Ὁ Κύριος ὀνομάζει τόν Ναθαναήλ ἀντάξιο τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰσραηλίτη. Τό ὄνομα αὐτό πῆραν οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἰακώβ ἀπό τότε πού καί ὁ ἴδιος ὁ Ἰακώβ μετονομάσθηκε Ἰσραήλ (= δυνατός) μετά τήν πάλη του μέ τόν Θεό (βλ. Γέ 32,24-30). Ὁ Ναθαναήλ δέν ἔχει μόνο τό ὄνομα τοῦ Ἰσραηλίτη, ἀλλά εἶναι κι αὐτός σάν τόν Ἰακώβ δυνατός καί ἄξιος νά δεῖ τόν Θεό.
ἐν ᾧ δόλος οὐκ ἔστι: Δόλος (δελεάζω, δέλεαρ) εἶναι τό δόλωμα μέ τό ὁποῖο πιάνουν τά ψάρια καί κάθε παγίδα μέ τήν ὁποία ζητᾶ κανείς νά ἐξαπατήσει τόν ἄλλο. Ὅταν ἄλλο ἔχεις στήν καρδιά καί ἄλλο στά χείλη, αὐτό εἶναι δόλος.

1,49. Λέγει αὐτῷ Ναθαναήλ· πόθεν με γινώσκεις; ἀπεκρίθη ᾿Ιησοῦς καί εἶπεν αὐτῷ· πρό τοῦ σε Φίλιππον φωνῆσαι, ὄντα ὑπό τήν συκῆν εἶδόν σε.
πόθεν με γινώσκεις;: Ὁ Ναθανήλ δέν κολακεύθηκε ἀπό τόν ἐπαινετικό λόγο τοῦ Κυρίου, ἀλλά ζητᾶ νά μάθει ἀπό ποῦ τόν ξέρει.
πρό τοῦ σε Φίλιππον φωνῆσαι ὄντα ὑπό τήν συκῆν εἶδόν σε: Ἡ ἔκφραση «ὑπό τήν συκῆν» ἀναφέρεται πρώτη φορά στόν προφήτη Ζαχαρία (Ζα 3,10) καί ἀργότερα τή χρησιμοποιοῦσαν οἱ ραββῖνοι ὡς μία παροιμιώδη ἔκφραση πού σημαίνει μελετῶ τήν ἁγία Γραφή. Ἐπειδή στήν Παλαιστίνη, ὅπου καίει πολύ ὁ ἥλιος, οἱ ἄνθρωποι ὅταν ἤθελαν νά μελετήσουν τήν ἁγία Γραφή ζητοῦσαν μιά σκιά καί συνήθως κάθονταν κάτω ἀπό κάποια συκιά, ἡ ὁποία δίνει καλή σκιά, ἔμεινε ἡ ἔκφραση παροιμιώδης. Ἔχουμε καί στή σημερινή γλῶσσα τέτοιες ἐκφράσεις· π.χ. λέμε «αὐτός εἶναι καβάλα στ΄ ἄλογο», ὅταν θέλουμε νά ποῦμε γιά κάποιον ὅτι πᾶνε καλά οἱ δουλειές του.

1,50. Ἀπεκρίθη Ναθαναήλ καί λέγει αὐτῷ· ῥαββί, σύ εἶ ὁ υἱός τοῦ Θεοῦ, σύ εἶ ὁ βασιλεύς τοῦ ᾿Ισραήλ.
Ραββί, σύ εἶ … Ἰσραήλ:
Ὁ Ναθαναήλ βλέπει ὅτι ἡ ἀπάντηση τοῦ Κυρίου δέν εἶναι ἀνθρώπινη. Καταλαβαίνει ὅτι ἔχει μπροστά του ἕναν καρδιογνώστη. Γι’ αὐτό ἀφήνει κατά μέρος τίς ἀντιρρήσεις καί ὁμολογεῖ τόν Ἰησοῦ Μεσσία.
ὁ υἱός τοῦ Θεοῦ: Τήν ὁμολογία αὐτή τοῦ Ναθαναήλ δέν μποροῦμε νά τή θεωρήσουμε ὡς ὁμολογία τῆς θεότητος τοῦ Κυρίου, ὅπως ἦταν ἡ ὁμολογία τοῦ Πέτρου (Μθ 16,16-17). Ὁ Ναθαναήλ ἐκφράζει τήν πίστη τῶν συγχρόνων του Ἰσραηλιτῶν ὅτι ὁ Μεσσίας, ὁ βασιλιάς τοῦ Ἰσραήλ, θά εἶναι ἀγαπητός καί οἰκεῖος στόν Θεό. Μ’ αὐτή τήν ἔννοια τόν ὀνομάζει υἱό τοῦ Θεοῦ.

1,51. Ἀπεκρίθη ᾿Ιησοῦς καί εἶπεν αὐτῷ· ὅτι εἶπόν σοι, εἶδόν σε ὑποκάτω τῆς συκῆς, πιστεύεις; μείζω τούτων ὄψει.
Τά λόγια αὐτά τοῦ Κυρίου εἶναι ἕνα εὐγενικό ἀστεῖο πρός τόν Ναθαναήλ.

1,52. Καί λέγει αὐτῷ· ἀμήν ἀμήν λέγω ὑμῖν, ἀπ᾿ ἄρτι ὄψεσθε τόν οὐρανόν ἀνεῳγότα, καί τούς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ ἀναβαίνοντας καί καταβαίνοντας ἐπί τόν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου.
ἀμήν:
Εἶναι ἑβραϊκή λέξη. Στήν ἀρχή προτάσεως σημαίνει «ναί, ἀλήθεια». Στό τέλος, «γένοιτο, εἴθε». Οἱ ἄλλοι εὐαγγελιστές χρησιμοποιοῦν τό «ἀμήν» ἁπλό. Ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης τό χρησιμοποιεῖ, ὅπως ἐδῶ, διπλό. Ὁ Κύριος λέει τό «ἀμήν ἀμήν» ὅταν πρόκειται νά κάνει μία βαρυσήμαντη δήλωση. Κι ἐδῶ, τά λόγια του, εἶναι προφητικά.
ἀπ’ ἄρτι ὄψεσθε τόν οὐρανόν ἀνεῳγότα: Ἡ εἰκόνα θυμίζει τό ὅραμα τοῦ Ἰακώβ (Γέ 28, 12-13). Ὁ οὐρανός ἄνοιξε ἤδη, γιατί κατέβηκε ἀπ’ αὐτόν ὁ υἱός τοῦ Θεοῦ.
καί τούς ἀγγέλους… ἀνθρώπου: Οἱ ἄγγελοι κατέβηκαν στή γέννηση τοῦ Ἰησοῦ, στήν Ἀνάσταση, στήν Ἀνάληψή του.

Τά κυριώτερα νοήματα


 Πίστις καί ἔρευνα: Ἡ περικοπή μας εἶναι μία τρανταχτή καί ἀδιάψευστη ἀπάντηση σ' ἐκείνους πού βλέπουν τήν πίστη σάν ἕνα ταμπού καί ἰσχυρίζονται ὅτι τό εὐαγγέλιο λέει «πίστευε καί μή ἐρεύνα». Αὐτό εἶναι ἕνα μεγάλο ψέμα. Τό εὐαγγέλιο δέν φοβᾶται καθόλου τήν ἔρευνα. Ἀντίθετα, μάλιστα, τήν ἐπιζητεῖ. Ὄχι μόνο μποροῦμε ἀλλά καί πρέπει νά ἐρευνήσουμε γιά νά μάθουμε γιά τόν Χριστό, γιά τήν πίστη μας. Χρειάζεται ὅμως προσοχή, ποῦ θά ἐρευνήσουμε. Ὅπως γιά κάθε θέμα ἀπευθυνόμαστε στόν εἰδικό, ἔτσι καί γιά τό θέμα τῆς πίστεως θά ἀπευθυνθοῦμε στόν εἰδικό, δηλαδή στό εὐαγγέλιο καί τήν Ἐκκλησία. Ὅπως γιά ἕνα μαθηματικό πρόβλημα θά ρωτήσουμε τόν μαθηματικό, γιά ἕνα θέμα ὑγείας θά ἀπευθυνθοῦμε στόν εἰδικό γιατρό κτλ., ἔτσι γιά θέματα πού ἔχουν σχέση μέ τόν Θεό, τήν ψυχή μας, τήν αἰωνιότητα, εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νά ἐρευνήσουμε καί νά μελετήσουμε τήν ἁγία Γραφή καί νά ζητήσουμε τίς πληροφορίες πού θέλουμε ἀπό τήν Ἐκκλησία. Εἶναι ἄτιμο καί ἐγκληματικό γιά τόν ἑαυτό μας, γιά θέματα πίστεως νά καταφεύγουμε σέ ἀνθρώπους ἄπιστους, πού δέν ἔχουν καμία πνευματική γεύση.
 Ὁ Φίλιππος καί ὁ Ναθαναήλ μελετοῦσαν τήν Π. Διαθήκη, ἤξεραν τόν Μωυσῆ καί τούς προφῆτες, πού μιλοῦσαν γιά τόν Μεσσία, κι ἔτσι τόν ἀναγνώρισαν ὅταν τόν εἶδαν. Καί οἱ κάτοικοι τῆς Βεροίας, ὅπως μᾶς πληροφοροῦν οἱ Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, εἶχαν ὅλο τό δικαίωμα νά ἐρευνοῦν καί νά κρίνουν τή διδασκαλία τοῦ ἀποστόλου Παύλου· «τό καθ’ ἡμέραν ἀνακρίνοντες τάς γραφάς εἰ ἔχοι ταῦτα οὕτως» (Πρξ 17,11).
 Σ’ ἐκείνους πού μέ εἰλικρινῆ καί ἄδολη διάθεση ἐρευνοῦν, ἀποκαλύπτεται ὁ Θεός, ἀφοῦ ὁ ἴδιος ὑποσχέθηκε· «ζητεῖτε, καί εὑρήσετε… πᾶς γάρ ὁ αἰτῶν λαμβάνει καί ὁ ζητῶν εὑρίσκει» (Μθ 7,7· 8). Κι ἄν ὁ μεγάλος μαθηματικός Ἀρχιμήδης, ὅταν ἀνακάλυψε ἕνα φυσικό νόμο βγῆκε ἔξω συνεπαρμένος ἀπό χαρά καί φώναζε «εὕρηκα, εὕρηκα», πόση χαρά καί ἀγαλλίαση γεμίζουν οἱ καρδιές ἐκείνων πού μετά ἀπό ἔρευνα καί μελέτη εὑρίσκουν ὄχι ἕνα νόμο τῆς φυσικῆς, ἀλλά αὐτόν τόν Δημιουργό καί Νομοθέτη τοῦ σύμπαντος, εὑρίσκουν τόν Χριστό.
 Εἶναι ὡραῖο πρᾶγμα συχνά νά ἀποσπώμαστε ἀπό τίς διάφορες φροντίδες καί ἔννοιες καί νά βυθιζόμαστε στή μελέτη τῆς ἁγίας Γραφῆς, νά ἔχουμε ἐνδιαφέροντα πνευματικά. Τότε, κάθε φορά περισσότερο θά ξεκαθαρίζονται τά πράγματα μέσα μας, κάθε φορά λαμπρότερη θά γίνεται ἡ πίστη μας καί καθαρώτερα θά ἀτενίζουμε τή μορφή τοῦ Κυρίου μας, γιατί ἡ ἔρευνα, ἡ τίμια καί εἰλικρινής ἔρευνα, πού γίνεται σέ σωστές πηγές, ἔχει πάντοτε καλά ἀποτελέσματα, ἐνισχύει καί φρεσκάρει τήν πίστη μας.
 Ἡ σωτήρια δοκιμή: Αὐτό πού κρατᾶ τούς περισσότερους ἀνθρώπους μακριά ἀπό τόν Θεό καί τήν πίστη, εἶναι ἡ προκατάληψη. Ἔχουν μία ἐσφαλμένη ἰδέα γιά τά πνευματικά θέματα καί ἐπιμένουν σ’ αὐτή, χωρίς νά ζητήσουν νά μάθουν τήν πραγματικότητα. Γεμάτος ἀπορία -ἴσως καί μέ κάποια περιφρόνηση- ὁ Ναθαναήλ εἶπε στόν Φίλιππο· «ἐκ Ναζαρέτ δύναταί τι ἀγαθόν εἶναι;». Καί ὁ Φίλιππος δέν κάθισε νά τοῦ κάνει διδασκαλία, νά τοῦ ἀναπτύξει θεωρίες. Πολύ ἁπλά τόν προσκάλεσε· «ἔρχου καί ἴδε». Ὁ κόσμος μας καταρρέει πρός τό ψέμα καί τή συκοφαντία. Μέ καχυποψία καί προκατάληψη ἀντιμετωπίζει κάθε πρόσκληση. Ἀλλά ὁ Χριστός, τό εὐαγγέλιό του, δέν φοβᾶται τήν ἔρευνα. Προσκαλεῖ καί προκαλεῖ γιά μία δοκιμή. Ἀμφιβάλλεις; Θέλεις νά μάθεις τήν ἀλήθεια; Ἔλα, δοκίμασε καί θά δεῖς. Δέν ἔχει μυστικά καί ἀπόκρυφα πράγματα ἡ πίστη μας. Ὅ,τι λέει τό ἐπιβεβαιώνει καί τό ἀποδεικνύει μέ τή δοκιμή. Ὑπάρχουν βέβαια στήν πίστη μας καί πράγματα μελλούμενα, ὅπως ἡ μέλλουσα κρίση, ὁ παράδεισος, κτλ. Ἀλλά καί γι’ αὐτά ἔχουμε μία ἐμπειρία μέ ὅσα ζοῦμε τώρα. Εἶναι τέτοια ἡ προκαταβολή, τό καπάρο πού δίνει ὁ Χριστός γιά τά μέλλοντα, ὥστε μᾶς ὑποχρεώνει νά πιστέψουμε. Ἀντί νά ἀμφιβάλλουμε καί νά ταλαιπωρούμαστε πνευματικά μέσα στίς ὑποψίες, εἶναι συμφέρον μας νά δοκιμάσουμε προσωπικά αὐτά πού ὑπόσχεται ὁ Θεός καί νά δοῦμε ἀπό τήν πεῖρα μας ἄν καί πόσο εἶναι ἀληθινά. Πολλοί ὁμολογοῦν ὅτι εἶδαν ἐντελῶς καινούργια τήν πίστη καί ἀναγνώρισαν τόν Χριστό διαφορετικό, ὅταν θέλησαν νά παραμερίσουν τήν προκατάληψη καί νά κάνουν μία εἰλικρινῆ δοκιμή καί ἐφαρμογή αὐτῶν πού ὑπόσχεται ὁ Χριστός.
 Ἡ εἰλικρίνεια ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά νά πιστέψουμε: Εἶναι πολύ φυσική καί λογική ἡ ἀπορία: Ἀφοῦ ὁ Χριστός δέν καταπιέζει καί δέν ἐξαναγκάζει κανένα, ἀλλά μᾶς καλεῖ ἐλεύθερα νά δοκιμάσουμε, γιατί οἱ ἄνθρωποι ἀρνοῦνται νά τόν πλησιάσουν καί νά σχηματίσουν μία προσωπική γνώμη, μέ τήν ἐμπειρία πού τούς χαρίζει; Ἡ ἀπάντηση εἶναι ὅτι οἱ ἄνθρωποι φοβοῦνται τήν ἀλήθεια. Δέν εἶναι εἰλικρινεῖς οὔτε μέ τόν ἴδιο τόν ἑαυτό τους. Ἡ πίστη στόν Χριστό ἔχει συνέπειες στή ζωή μας καί αὐτές τίς συνέπειες φοβοῦνται. Γι' αὐτό περιορίζονται μόνο στά λόγια, σέ μερικές ἐξωτερικές ἐνέργειες χωρίς ἐσωτερική συμμετοχή. Ὅσοι εἶναι εἰλικρινεῖς καί τίμιοι ὁμολογοῦν ὅτι πράγματι δέν ὑπάρχει καμία δυσκολία γιά νά πιστέψουν. Ἡ δυσκολία βρίσκεται στή μετάνοια. Δέν ὑπάρχουν ἐπιχειρήματα πού νά χτυποῦν τή θεότητα τοῦ Χριστοῦ, τήν ἀλήθεια τοῦ εὐαγγελίου. Ὅσοι ἀρνοῦνται νά πιστέψουν, δέν εἶναι γιατί δέν τούς πείθει τό εὐαγγέλιο, ἀλλά γιατί τούς δυσκολεύει στήν ἐφαρμογή του. Εἶναι πολύ εὔκολο νά πιστέψεις, ἄν εἶσαι ἕτοιμος νά ἀρνηθεῖς τόν παλιό ἑαυτό του, νά κόψεις τούς δεσμούς μέ τήν ἁμαρτία. Τήν πίστη μᾶς τή χαρίζει ὁ Θεός καί μᾶς δίνει γι’ αὐτήν ὅσες ἀποδείξεις χρειαζόμαστε. Γιά νά τή ζήσουμε ὅμως εἶναι ἀνάγκη νά μετανοήσουμε. Ὅσο μετανοοῦμε, τόσο καθαρώτερη γίνεται ἡ πίστη μας καί ὅσο προχωροῦμε στήν πίστη, τόσο πιό ἔντονη νιώθουμε τήν ἀνάγκη νά μετανοήσουμε.

Στέργιος Σάκκος
Εὐαγγελικές περικοπές (βοήθημα γιά κυκλάρχες)
Κυριακή, 23 Νοέμβριος 2014 02:00

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΣΕ ΕΚΔΗΛΩΣΗ

Τήν Κυριακή 30 Νοεμβρίου, στίς 6.00 μ.μ. στήν αίθουσα Τελετῶν τοῦ Α.Π.Θ.

θά πραγματοποιηθεῖ ἐκδήλωση τιμῆς καί μνήμης στόν μακαριστό Μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως καί Κονίτσης κυρό Σεβαστιανό.

prosklhsh sevastianos

Πέμπτη, 20 Νοέμβριος 2014 02:00

Συβαριτισμός

 stratiotes xioni Δέν ἔχουμε ἀπομακρυνθεῖ πολύ ἀπό τούς ἑορτασμούς τοῦ πιό πρόσφατου ἔ­πους τῆς φυλῆς μας. Ἀκούσαμε ὄχι λί­γες φορές ὅτι αὐτοί πού τό ἔγραψαν ἦ­σαν ἁπλοί ἄνθρωποι τοῦ λαοῦ, βγαλμένοι ἀπό τή βιοπάλη καί τόν καθη­μερινό μόχθο γιά τόν ἄρτο τόν ἐπιούσιο. Καί ἐ­μεῖς συμπληρώνουμε ὅτι ἀκριβῶς ἐπει­δή ἦσαν σκληραγωγημένοι ἄντεξαν κά­τω ἀπό ἐξαιρετικά ἀντίξοες συνθῆκες, ὅπως αὐ­τή πού περιγράφει ὁ πολεμιστής Βασίλης Σαββανάκης ἀπό τό Βε­λεστίνο:
  «Ἐκεῖ πού καθόμασταν ὄρθιοι τό κρύο ἦταν ὑπερβολικό καί ἀβάσταχτο. Ἄρχισαν πολλές λιποθυμίες καί πολλοί ζητοῦσαν γιατρούς. Ἕνας στρατιώτης τῆς διμοιρίας μας, ἀπό τούς νέους πού ἦρθαν, ψηλός 1.80 - 1.90, λεβέντης, μοῦ εἶπε μέ σβησμένη φωνή ὅτι δέν εἶναι καλά καί ἀμέσως κάτι ψέλλισε καί ἔπεσε κάτω ἀναίσθητος. Φώναξα ἕναν γιατρό καί προσπάθησα μαζί μέ ἄλλους νά τόν συνεφέρουμε. Ἦρθε σέ λίγο ὁ γιατρός μέ τόν νοσοκόμο του, μᾶς ἔδι­ωξε ἐμᾶς καί μᾶς εἶπε νά κινούμαστε συνέχεια. Σέ λίγο εἶδα πού ἔβγαλαν μία κουβέρτα καί τόν σκέπασαν. Νά ἦταν νεκρός; Δέν μάθαμε. Τό κρύο τρομερό. Ἄκουσα ὅτι τό θερμόμετρο ἦταν 38 ὑπό τό μηδέν καί κάτω. Τά κρούσματα λιποθυμιῶν ἦ­ταν πολλά καί ἀπό παντοῦ ζητοῦσαν βοήθεια ἀπό γιατρούς, πού τρέ­χαν δε­ξιά καί ἀριστερά. Δέν ὑπῆρχε ὅ­μως οὔτε μία σταλιά νερό γιά νά βρέξει κανένας  τό στόμα του. Τό ποταμάκι πού ἦταν δί­πλα μας ἦ­ταν σκέτος πάγος. Τά παγούρια πού εἴ­χαμε μέ νερό ἦταν ὅλα πα­γω­μένα… Τότε οἱ γιατροί τοῦ τάγματος, μπρο­στά στήν ἀπελπιστική κατάσταση καί τήν ἀπαίτη­ση πολλῶν ἀξιω­ματικῶν, ἔκαναν ἀναφο­ρά πρός τή Διοίκηση ὅτι: Ἐδῶ πάνω εἶναι ἀδύνατη ἡ παραμονή ἀνθρώπων καί περιμένουν ἀ­πάντηση-διαταγή γιά σύμπτυ­ξη καί ἐπιστροφή στό χωριό. Μέ ἀγωνία καί σέ ἀπελπιστι­κή κατάσταση ὅλο τό τάγμα περιμέναμε τήν ἀπάντηση, πού ἐλπίζα­με νά εἶναι θετική. Ὅμως, κά­πως καθυστερημένα, ἦρ­θε ἡ ἀπάντηση καί, τό χειρότερο, ἦταν ἀρνητική. Ὅπως μᾶς εἶπαν οἱ ἀξιωμα­τικοί ἡ διαταγή ἦταν: Πά­σῃ θυσίᾳ, ὅσοι ζήσουν νά πᾶνε τό γρηγορότερο στόν προ­ορισμό, πού ἦ­ταν ἡ κατάληψη τοῦ ὑψώματος Γκοροτόπι».
Θυμοῦμαι, ὅταν ἤμουν μαθητής τοῦ Γυμνασίου Γρεβενῶν στή δεκαετία τοῦ 1960, τό χιόνι ἔπεφτε πυκνό καί λόγῳ τῶν ἀλλεπάλληλων στρώσεων παρέμενε ἐπί μακρύ χρονικό διάστημα. Τήν προ­παρα­μονή τῶν Χριστουγέννων, πού ἔ­κλει­ναν τά σχολεῖα, ὀργανώνονταν οἱ ὁ­μάδες τῶν μαθητῶν πού θά ἐπιχειροῦ­σαν πεζοί μα­κρύ καί κοπιαστικό ταξίδι στό χιονισμένο τοπίο. Τό ταξίδι θά διαρκοῦσε γιά ὅσους κατάγονταν ἀπό ἀπομακρυσμένους οἰκισμούς ἕξι καί πλέον ὧρες. Ἦταν εὐτύχημα ἄν κάποιο φορτηγό αὐτοκίνητο εἶχε διανοίξει τόν δρό­μο, ὥστε νά καταστήσει τήν ὁδοιπορία λιγότερο κοπιαστική. Καί στό τέλος τῆς διαδρομῆς, στό χωριό, δέν ὑπῆρχαν ἀ­κόμη τηλεφωνικές γραμμές, ὥστε οἱ μαθητές νά εἰδοποιήσουν τούς ἀγω­νιῶν­­τες καθηγητές τους ὅτι εἶχαν φθά­σει σῶ­οι στόν προορισμό τους. Φυσικά ὅλοι αὐτοί πού διακινδύνευαν τόσο, γιά νά πε­ράσουν τά Χριστούγεννα μέ τά ἀγα­πη­­μένα πρόσωπα τῆς οἰκογένειάς τους, εἶ­χαν ἀπορρίψει τήν πρόταση τῶν καθη­γητῶν νά παραμείνουν στά Γρεβενά καί νά φιλοξενηθοῦν ἐκεῖ, ὥσπου νά βελτιωθοῦν οἱ καιρικές συνθῆκες!
  Τίς τελευταῖες δεκαετίες ἐντούτοις,  κατήντησε ἔθος μέ τήν πρώτη ἐμφάνιση λί­γων ἑκατοστῶν χιονιοῦ νά διακόπτονται τά σχολικά μαθήματα. Φυσικά οἱ μαθητές τῶν μεγαλύτερων τάξεων περ­νοῦν τήν ὥ­ρα τους στίς καφετέριες, ἐ­νῶ τῶν μικροτέρων στήν ὀθόνη τοῦ ὑ­πολογιστῆ, συντροφιά μέ τά ἀγαπημένα τούς ἠλεκτρονικά παιχνίδια, καταναλώνοντας ἀναψυκτικά, φαγητά καί γλυκίσματα, ἀ­πό αὐτά πού ἔφεραν τή χώρα μας πρώτη πανευρωπαϊκά στήν παιδική παχυσαρκία.
  Θυμοῦμαι πάλι ὅτι μαθητής τοῦ Γυμνασίου εἶχα γνωρίσει στήν πόλη μου βέλγο φοιτητή, ὁ ὁποῖος ἔκανε περιήγη­ση στή χώρα μας. Τότε τό δικό μου ὄ­νει­ρο ἦταν νά ταξιδέψω ὥς τή Θεσσα­λονίκη κα­τά τήν περίοδο τῆς Διεθνοῦς Ἐκ­θέσεως. Καί καθώς τό οἰκογενειακό βαλάντιο δέν ἐπέτρεπε τήν πληρωμή τοῦ εἰ­σιτηρίου, ἤλπιζα νά ταξιδεύσει πρός τόν τόπο προορισμοῦ κάποιος γνω­στός μας αὐτοκινητιστής, ὥστε νά τόν «συνο­δεύ­σω» κατά τό νυχτερινό του ταξίδι διά τῆς Καστανιᾶς καί νά ξημερώσω, πρίν ἀ­κόμη ἀρχίσει ἡ κίνηση τῶν ἀστικῶν λεωφορείων, σέ κάποια ἀ­ποθήκη στά πέριξ τῆς Θεσσα­λο­νί­κης. Γι’ αὐτό καί ὁ βέλγος φοιτητής μοῦ φάνηκε γόνος βαθύπλουτης οἰκογένειας! Κατά τή συζήτηση μέ βεβαίωσε ὅτι προερχόταν πράγματι ἀπό εὐκατάστατη οἰκογένεια, ἡ ὁποία ὅμως δέν τόν εἶχε συν­δράμει διόλου γιά τήν πραγματοποίηση τοῦ ταξιδιοῦ του. Μά­λι­­στα τοῦ εἶχε ὑποδείξει, ἄν ἤθελε νά ἱ­κανοποιήσει τήν ἐπιθυμία του, νά ἐρ­γαστεῖ ἐπί δύο καλο­καί­ρια, προκειμένου νά ἐξασφαλίσει τό ἀπαιτούμενο γιά τό ταξίδι ποσόν!
  Ἐμεῖς παρά τήν παγκόσμια κρίση χρη­ματοδοτοῦμε ἀκόμη σήμερα τά «ἐκπαιδευτικά» ταξίδια τῶν παιδιῶν μας στό ἐ­ξω­τερικό, πρίν ἀκόμη αὐτά «βγάλουν» τό πρῶτο τους εὐρώ. Καλύ­πτου­με ὅλες τίς δαπάνες γιά τήν κα­θη­μερινή τους διασκέδαση καί τά πλεῖ­στα ὅσα ταξίδια τους στό ἐσωτερικό γιά θερινές ἤ χειμερινές διακοπές. Ὑποκύπτοντας, τέ­λος, στήν τρομολαγνεία τῶν ΜΜΕ σπεύδου­με νά διακόψουμε τά μαθήματα τῶν σχο­λείων μέ τό πρῶτο χιόνι τῶν λίγων ἑκατοστῶν.
  Μέ τόν τρόπο αὐτό ἀντιμετωπίσε­ως τῆς νέας γενιᾶς καλλιεργοῦμε σ’ αὐ­τήν, Πο­λιτεία, ἐκπαιδευτικοί καί γονεῖς, πνεῦ­­μα συβαριτισμοῦ. Εἶναι τό πνεῦμα πού διακατεῖχε τούς πολίτες τῆς ἑλληνικῆς ἀποικίας Σύβαρις στόν κόλπο τοῦ Τά­ραν­τα. Αὐτοί, λόγῳ τοῦ πλούτου πού εἶ­χαν ἀποκτήσει, ἀσχολοῦνταν μέ συμ­πό­­σια, θεάματα καί ἀπολαύσεις. Ἡ τρυ­φηλότη­τα τῆς ζωῆς τους καί οἱ ὑπέρ­μετρες σπατάλες ἔμειναν παροιμιώδεις στήν ἱστορία μέ τόν ὅρο «συβαριτισμός».
  Βέβαια, μέ τόν τρόπο ζωῆς στόν ὁ­ποῖο ἐθίζουμε τά παιδιά μας, δέν τρέ­φου­με ἐλπίδες, ἄν ἡ πατρίδα βρεθεῖ σέ ἀνάγ­κη, νά ἐπιδείξουν τόν ἡρωισμό πού τόσο ἁπλά περιγράφει ὁ πολεμιστής Σαββανάκης. Ἄλλωστε τούς προ­ετοι­μά­ζουμε γι’ αὐτό, καθώς ἀκούγεται κατά καιρούς ἀπό ἐπίσημα χείλη νά λέγεται χωρίς ντροπή ὅτι πρέπει νά ἀποδεχθοῦ­με τόν περιορισμό τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας, προκειμένου νά συνυπάρ­ξου­με μέ τούς γείτονες εἰρηνικά. Τό ἄλλο, τό ὅτι δηλαδή ἐμεῖς πού θυσιαζόμαστε δῆθεν γιά τά παιδιά πού ἀποτελοῦν τό μέλλον, φάγαμε τό ψωμί τους, δέν τό ὁμολογοῦ­με. Ἴσως νά πιστεύουμε μάλιστα ὅτι καλ­λιεργώντας τόν συβαριτισμό σ’ αὐτά ξεπληρώνουμε τό χρέος μας ἀπέναντί τους. Ξεμωραμένοι καί ἀνερ­μά­τιστοι κα­θώς εἴμαστε, δέν συνειδητοποιοῦμε ὅτι πολλαπλασιάζουμε τρομα­κτικά τό κακό πού τούς κάναμε!

Ἀπόστολος Παπαδημητρίου

Πέμπτη, 13 Νοέμβριος 2014 02:00

Ἐκπαιδευτικό Συνέδριο 2014

 Τό θέμα τοῦ ΙΒ´ Ἐκπαιδευτικοῦ Συνεδρίου τῆς ὀρθοδόξου ἀδελφότητος «Χρ. Ἐλπίς», πού πραγματοποιήθηκε στίς 4 καί 5 Ὀκτωβρίου στίς ἐγκαταστάσεις της στό Φίλυρο, προκάλεσε τό ἐνδιαφέρον σέ πάνω ἀπό πεντακόσιους -κατά τό πλεῖστον μάχιμους- ἐκπαιδευτικούς, οἱ ὁποῖοι συμμετεῖχαν στίς τρεῖς συνεδρίες του.
 Προσφωνώντας τούς συνέδρους ἡ πρόεδρος τῆς ἀδελφότητος κ. Ἰουλία Χατζηδάκη ἔδωσε τό στίγμα τοῦ Συνεδρίου: «Στήν σημερινή ἐποχή τῆς ἀμφισβήτησης καί τῆς ἀπαξίωσης, ὅπου θαρρεῖς πώς ὅλες οἱ σκοτεινές δυνάμεις ἔχουν συμπράξει γιά τήν κατεδάφιση κάθε ὑψηλοῦ καί ὡραίου, ἀξίζει πολύ περισσότερο νά εἶσαι δάσκαλος... Πλάθεις ἐσύ τή νεότητα, ἑτοιμάζεις τό αὔριο τῆς κοινωνίας, θεμελιώνεις τήν ἱστορία τοῦ κόσμου... Γίνεσαι τό ἄγγιγμα στή ζωή τῶν παιδιῶν, ἡ πνοή πού θά ἐνεργοποιήσει τίς κρυφές τους δυνατότητες. Ἀφήνεις τό πνευματικό σου DNA στή ζωή τῶν μαθητῶν σου. Καί παραδίδεις ἔτσι στήν κοινωνία ἕνα κληροδότημα πού ποτέ δέν θά χαθεῖ».

 Οἱ ἐργασίες τοῦ Συνεδρίου ξεκίνησαν μέ τήν εὐλογία τῆς Ἐκκλησίας καί τόν χαιρετισμό τοῦ σεβασμιωτάτου μητροπολίτου Νεαπόλεως κ.κ. Βαρνάβα.  
 Πρῶτος εἰσηγητής ἦταν ὁ πρωτοπρεσβύτερος π. Γεώργιος Μεταλληνός, ὁμότιμος καθηγητής τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Ἀθηνῶν. Δυναμικός, πολυεδρικός καί ρηξικέλευθος ὁ πολιός Καθηγητής, πάντα μάχιμος καί μαχητικός ἀναζωπύρωσε τόν ζῆλο τῶν παλαιοτέρων καί ἐνέπνευσε τούς νεοτέρους σέ μία ὑπεύθυνη καί θυσιαστική διακονία, ὥστε ἀκωλύτως νά προσφέρουν στά παιδιά τά μεγάλα καί τά ὡραῖα τῆς πατρίδας καί τῆς πίστης μας, «τά τζιβαϊρικά τῆς ρωμιοσύνης».
 Στή δεύτερη συνεδρία παρουσιάσθηκε μέ βάση τήν ἰσχύουσα νομοθεσία καί τή σχολική πραγματικότητα τό πλαίσιο δράσης τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ, τῆς πρωτοβάθμιας ἐκπαίδευσης ἀπό τήν κ. Ἑλένη Σμιξιώτη καί τῆς δευτεροβάθμιας ἀπό τήν κ. Πελαγία Σαρησάββα.
 Ἡ κ. Δέσποινα Μιχελάκη ἄνοιξε ὁρίζοντες στό θέμα τῶν ἐρευνητικῶν ἐργασιῶν (projects). Ἔδειξε πῶς καί μέσα ἀπό αὐτά τά προγράμματα ὁ ἐκπαιδευτικός βρίσκει δρόμους νά προσφέρει στό παιδί αὐτό πού πραγματικά ἔχει ἀνάγκη: ἕναν οὐράνιο προσανατολισμό.
 Τήν Κυριακή, δεύτερη μέρα τοῦ Συνεδρίου, στήν ἀρχιερατική θεία Λειτουργία ὁ κατάμεστος ναός τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Σωτῆρος βεβαίωνε ὅτι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καί τό Μυστήριο εἶναι τό μάννα πού τρέφει καί στηρίζει τήν ἐλπίδα τῶν χριστιανῶν ἐκπαιδευτικῶν, οἱ ὁποῖοι ἐπιμένουν νά παλεύουν γιά ἕνα καλύτερο αὔριο μέσα στίς ἀλλοπρόσαλλες συνθῆκες τοῦ σήμερα. Αὐτές τίς συνθῆκες μέ πολλή παραστατικότητα καί λυρισμό ἀλλά καί ρεαλισμό παρουσίασε ὁ εἰσηγητής κ. Ἰωάννης Μιχελαράκης. Ζοφερό τό σκηνικό καί σχεδόν μή ἀναστρέψιμες οἱ καταστάσεις στήν οἰκογένεια, στήν κοινωνία ἀκόμα καί στή σχολική πραγματικότητα. Ἀξίζει νά εἶσαι δάσκαλος; Τό ἐρωτηματικό ἀναπόφευκτα μπαίνει στήν πρόταση. Κι ὅμως ὁ εἰσηγητής κατάφερε νά πείσει τούς συνέδρους ὅτι μπορεῖ νά ἀντικατασταθεῖ μέ θαυμαστικό καί ὄχι μόνο ἕνα: Ναί. Ἀξίζει νά εἶσαι δάσκαλος!!!

 

Ἐκπαιδευτικό συνέδριο 2014

Πέμπτη, 13 Νοέμβριος 2014 02:00

Προβλήματα καί ...προβλήματα

grafio-c Ἔχει ξεκινήσει ἤδη ἡ νέα σχολική χρονιά. Παρουσιάζονται ὅμως ἀρκετές ἐλλείψεις καθηγητῶν. Ἔτσι ἄλλα τμήματα κάνουν μάθημα κι ἄλλοι μαθητές ἀπολαμβάνουν τό «κενό» τους παίζοντας στό προαύλιο.

 Μέσα στό γραφεῖο τῶν καθηγητῶν κάποιοι συνάδελφοι συζητοῦν. Τήν ἡσυχία τους διαταράσσει ἕνας καθηγητής πού διαμαρτύρεται γιά τό ὡρολόγιο πρόγραμμά του. Τόν μιμοῦνται καί πολλοί ἄλλοι. Διαμαρτύρονται στόν προγραμματιστή, γιατί τούς ἔχει πολλά κενά μές στήν ἑβδομάδα, γιατί τούς ἔχει βάλει νά τελειώνουν μέ ἑφτάωρα, γιατί... Κι ὁ χορός καλά κρατεῖ... Ὁ προγραμματιστής τούς καθησυχάζει μέ τό ἐπιχείρημα: «Τό πρόγραμμα εἶναι πρόχειρο. Θά ἀλλάξει τήν ἄλλη ἑβδομάδα». Λίγο πρίν χτυπήσει τό κουδούνι γιά μάθημα, ἔρχεται ὁ διευθυντής πρός τό μέρος μου λέγοντας:

 - Μαρία, παίρνοντας ὑπ’ ὄψη αὐτά τά στοιχεῖα, κάνε ἕνα Πρακτικό Παρουσίασης μιᾶς συναδέλφου, πού τήν ἀπέσπασαν προσωρινά στό σχολεῖο μας. Ἔγραψα βιαστικά τό Πρακτικό. Τό ἄφησα στό τραπέζι, γιά νά τό ὑπογράψει ἡ καινούργια συνάδελφος, πού δέν τήν εἶχα γνω- ρίσει ἀκόμη, κι ἔτρεξα γιά τό μάθημα τῆς ἑπόμενης ὥρας. Στό διάλειμμα διαπιστώνω πώς ἡ ἐνδιαφερόμενη καθηγήτρια δέν ἔχει ὑπογράψει ἀκόμη τό Πρακτικό. Παραξενεύομαι. Ποῦ βρίσκεται; Μέ τί ἀπασχολεῖται; Ξαναεμφανίζεται σέ λίγο ὁ διευθυντής:

 - Πάρε, σέ παρακαλῶ τό Πρακτικό καί πήγαινε ἔξω στό σαλόνι τοῦ διαδρόμου, γιά νά τό ὑπογράψει ἡ συνάδελφος. Σήμερα, πρώτη μέρα πού ἦρθε, ἄς μήν τήν κουράσουμε περισσότερο.

 Ἀμέσως σκέφτηκα: «Τόσο δύσκολο εἶναι νά ’ρθεῖ μέσα στό γραφεῖο μας νά τό ὑπογράψει;». Ὅταν ὅμως πῆγα νά τή συναντήσω, πῆρα τήν ἀπάντηση στόν προβληματισμό μου. Τή βρῆκα καθισμένη στό σαλόνι κι εἶχε δίπλα της ἕνα «πί». Τή χαιρέτησα. Μοῦ χαμογέλασε καί ὑπέγραψε. Καθώς ἄφηνα τό Πρακτικό στό γραφεῖο τοῦ διευθυντῆ, μοῦ ἐξήγησε: «Ὑποφέρει τελευταῖα άπό μία σκληρή ἀρρώστια. Ἔχει σκλήρυνση κατά πλάκας. Ἔχει ἀρκετή δυσκολία στό περπάτημα».

 Ἔμεινα ἐμβόντητη. Σκεφτόμουν τό προηγούμενο σκηνικό μέσα στό γραφεῖο τῶν καθηγητῶν καί ἔνιωσα ντροπή γιά τή μιζέρια μας, γιά τίς μικρότητες καί μικροψυχίες μας. «Ἄς σοβαρευτοῦμε», εἶπα στούς συναδέλφους μου, «κι ἄς μήν “τρωγόμαστε” μεταξύ μας δίχως λόγο. Δόξα τῷ Θεῷ, ἔχουμε τήν ὑγεία μας. Ἄς δουλέψουμε, λοιπόν, μέ ὄρεξη καί χαρά, γιά νά βοηθήσουμε τά παιδιά μας. Ὑπάρχουν συνάνθρωποί μας πού ἔχουν πολλά καί δυσεπίλυτα προβλήματα. Κι ὅμως σηκώνουν μέ ὑπομονή τόν σταυρό τους. Τέτοιοι ἄνθρωποι, ὅπως κι ἡ νέα συνάδελφος, μᾶς διδάσκουν, μᾶς ἐλέγχουν καί μᾶς ἐπαναφέρουν στήν τάξη».

 «Δυστυχῶς», συμφώνησε ἕνας καθηγητής, «ἐμεῖς προηγουμένως “κλαίγαμε ἄδαρτοι”».

Γ. Μ.

Πέμπτη, 13 Νοέμβριος 2014 02:00

Μιμητής τῶν ἀποστόλων

SOTIROPOULOS-P-c Ὁ ἐμβριθής θεολόγος, ὁ πύρινος ἱεροκήρυκας, ὁ δεινός συγγραφέας, ὁ ὁμολογητής τῆς πίστεως Νικόλαος Σωτηρόπουλος ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ τήν 28η Αὐγούστου 2014. Φτωχαίνει συνεχῶς ἡ ἐπί γῆς Ἐκκλησία μας καί αὐξάνεται ἡ ἐν οὐρανοῖς παρρησία μας.

 «Ἐτελειώθη ἐν Κυρίῳ» ὁ ἀδελφός μας Νικόλαος, ἀφοῦ ὑπέμεινε δοκιμασίες πικρές, καθώς ἐδῶ καί δύο δεκαετίες σήκωσε τόν σταυρό τοῦ ἄδικου ἀφορισμοῦ, γιά τόν ὁποῖο τόσα εἶχε γράψει στό περιοδικό μας ὁ ὁμογάλακτος πνευματικός ἀδελφός του καί διδάσκαλός μας ἀείμνηστος Στέργιος Σάκκος. Σήκωσε ἐπίσης καρτερικά καί ἀγόγγυστα τόν σταυρό τῆς ἀσθένειας, χωρίς ποτέ νά σταματᾶ νά δοξάζει τόν Θεό καί νά ἐντρυφᾶ ἀδιαλείπτως στήν ἁγία Γραφή. 

 Ἐσίγησε τό στόμα πού στηλίτευσε ὅλες συλλήβδην τίς αἱρέσεις. Γιά νά σώσει, μάλιστα, ψυχές, «ὑπὲρ ὧν Χριστὸς ἀπέθανεν», δέν δίσταζε νά καλεῖ σέ δημόσιο διάλογο τούς αἱρετικούς καί νά ξεσκεπάζει τήν πλάνη τους. Ἰδιαίτερα, ὅμως, πολέμησε τήν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὁ ὁποῖος λαμβάνει στίς μέρες μας ἀνησυχητικές διαστάσεις, καθώς καί ὅλους ἐκείνους πού τόν ἀποδέχονται μή φειδόμενος ἀξιωμάτων. Ἀσυμβίβαστος καί ἀπόλυτος ὁ ἴδιος, στιγμάτισε κάθε παρέκκλιση ἀπό τή γραμμή τῶν Πατέρων.

 Ἔπαυσε ἡ γραφίδα πού πλούτισε τόσο πολύ τήν ὀρθόδοξη Θεολογία. «Ὁ Ἰησοῦς Γιαχβέ», «Ἑρμηνεία δυσκόλων χωρίων τῆς Γραφῆς», «Τό Ἅγιον Πνεῦμα Γιαχβέ», τό «Ἀντιχιλιαστικόν Ἐγχειρίδιον», ἡ «Μετάφρασις τῆς Καινῆς Διαθήκης» εἶναι μερικά ἀπό τά ἔργα του.

 Ἀπόλυτα παραδομένος στόν Θεό δέν εἶχε βιβλιάριο ὑγείας οὔτε καμία ἀσφάλεια. Ταλαντοῦχος ὅσον ὀλίγοι, δεινός γνώστης τῆς θύραθεν καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς Γραμματείας διέθεσε ἐξ ὁλοκλήρου τόν ἑαυτό του στήν ὑπηρεσία τοῦ Κυρίου. Ἀσυναγώνιστος στή γνώση τῆς ἁγίας Γραφῆς τή μελετοῦσε ἀδιαλείπτως ἀκόμη καί στό κρεβάτι τοῦ πόνου. Πίστευε ὅτι «ἡ Γραφή εἶνε ἀνεξάντλητος θησαυρός καταπληκτικῶν πραγμάτων, ὅπως τό μυστηριῶδες Σύμπαν» («Ὁ Ἰησοῦς Γιαχβέ», σ. 9). Ὑπῆρξε ὄντως φαινόμενο ἱεραποστολικῆς φλόγας καί μαρτυρίας Χριστοῦ στούς χαλεπούς καιρούς μας. Ἔτρεξε ὄχι μόνον σέ ὅλη τήν Ἑλλάδα ἀλλά καί στήν Εὐρώπη, Αὐστραλία καί Ἀμερική, γιά νά εὐαγγελισθεῖ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Προσέφερε πλουσιοπάροχα καί αὐθεντικά τόν λόγο τοῦ Θεοῦ γράφοντας, κηρύττοντας, χωρίς ἐκπτώσεις καί περικοπές. Μίλησε, φώναξε μέ ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς του καί τῆς ἐκρηκτικῆς ὑπάρξεώς του, γιά νά ὑπερασπίσει τήν ἀλήθεια τῆς πίστεως καί γιά νά μήν «κενωθῇ» ὁ σταυρός τοῦ Κυρίου.

 Ὄντως ὑπῆρξε μέ τή ζωή του καί τήν ἐν γένει ἀναστροφή του γνήσιος μιμητής τῶν ἀποστόλων.

 Γιά τόν δοῦλο τοῦ Θεοῦ Νικόλαο ἰσχύει πράγματι ὁ μακαρισμός τῆς Ἀποκαλύψεως: «Μακάριοι οἱ νεκροὶ οἱ ἐν Κυρίῳ ἀποθνήσκοντες ἀπ’ ἄρτι. Ναί, λέγει τὸ Πνεῦμα, ἵνα ἀναπαύσωνται ἐκ τῶν κόπων αὐτῶν· τὰ δὲ ἔργα αὐτῶν ἀκολουθεῖ μετ’αὐτῶν» (Ἀπ 14,13). Αἰωνία του ἡ μνήμη!