Ἡ κλήση τῶν πρώτων μαθητῶν
Στήν ἀρχή τῆς δημόσιας δράσεώς του ὁ Ἰησοῦς κάλεσε τούς μαθητές πού θά τόν ἀκολουθοῦσαν καί θά γίνονταν συνεργάτες καί συνεχιστές τοῦ ἔργου του. Ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς, ὁ ὁποῖος, ὅπως λέχθηκε (βλ. σχόλια στό 1,3), δέν τηρεῖ αὐστηρά τήν χρονολογική τάξη τῶν γεγονότων, προτάσσει τῆς κλήσεως ὁρισμένα περιστατικά πού συνέβησαν ἀργότερα. Εἶναι ἡ θεραπεία τοῦ δαιμονιζομένου στήν συναγωγή τῆς Καπερναούμ, ἡ ἀπαλλαγή τῆς πεθερᾶς τοῦ Πέτρου ἀπό τόν πυρετό καί ἄλλα σημεῖα πού ἱστοροῦνται στό τέλος τοῦ προηγουμένου κεφαλαίου (βλ. 4,31-44). Κατόπιν διηγεῖται τήν κλήση τῶν μαθητῶν, θεωρώντας την ὡς τό σπουδαιότερο γεγονός τῶν πρώτων ἡμερῶν τοῦ Ἰησοῦ στήν Καπερναούμ. Γι᾿ αὐτό τόν λόγο τήν περιγράφει μέ λεπτομέρειες, πολλές ἀπό τίς ὁποῖες παραλείπει ἡ ἐπιγραμματική ἀφήγηση τῶν δύο ἄλλων συνοπτικῶν εὐαγγελιστῶν (βλ. Μθ 4,18-22· Μρ 1,16-20).
5,1. Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ τὸν ὄχλον ἐπικεῖσθαι αὐτῷ τοῦ ἀκούειν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ αὐτὸς ἦν ἑστὼς παρὰ τὴν λίμνην Γεννησαρέτ.
Ὁ Ἰησοῦς δέν προερχόταν ἀπό τόν κύκλο τῶν φαρισαίων, τούς ὁποίους ὁ λαός σχεδόν φοβόταν. Ἦταν ἁπλός καί προσιτός στά λαϊκά στρώματα. Μιλοῦσε μέ σαφήνεια καί ἁπλότητα, ὥστε νά γίνεται ἀντιληπτός ἀπό τὸν ὄχλον, αὐτόν γιά τόν ὁποῖο τόσο περιφρονητικά μιλοῦσαν οἱ ἀρχιερεῖς καί οἱ φαρισαῖοι (βλ. Ἰω 7,48-49). Ἡ θρησκευτική ἡγεσία τῶν ἰουδαίων καί ἐκεῖνοι πού κατεῖχαν ὑψηλότερες κοινωνικές θέσεις, δηλητηριασμένοι ἀπό τήν ἔπαρση καί τήν αὐτάρκειά τους, δέν ἔνιωθαν τήν ἀνάγκη νά ἀκούσουν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό, ὁ Ἰησοῦς κηρύττει στήν παραλία τῆς Καπερναούμ -ἐκεῖ πιθανόν θά ἦταν καί ἡ ἀγορά τῆς πόλεως-, ὅπου συγκεντρώνονταν πολλοί ψαράδες καί ἄλλοι ἁπλοί ἄνθρωποι τοῦ λαοῦ, τό ἐκλεκτό κατάλοιπο τοῦ Θεοῦ (πρβλ. Α΄ Κο 1,26-28). Ὅλοι αὐτοί συνωστίζονταν, ὅπως δηλώνει τό ρῆμα ἐπικεῖσθαι, στήν προσπάθειά τους νά πλησιάσουν τόν Ἰησοῦ, γιά νά ἀκούσουν τήν διδασκαλία του.
Ἡ λίμνη Γεννησαρὲτ πῆρε τό ὄνομά της ἀπό τήν παρακείμενη ὁμώνυμη πεδιάδα. Ἡ ἴδια λίμνη ἀναφέρεται στό βιβλίο τῶν Ἀριθμῶν (34,11) μέ τήν ὀνομασία «Χενερέθ (κινύρα)», προφανῶς λόγω τοῦ σχήματός της, πού ἔμοιαζε μέ τό μουσικό ὄργανο κινύρα, τήν γνωστή ἅρπα. Λόγῳ τῆς μεγάλης ἐκτάσεώς της οἱ Ἑβραῖοι τήν ὀνόμαζαν θάλασσα. Ἔτσι ἀπαντᾶ στά Εὐαγγέλια ὡς «θάλασσα τῆς Γαλιλαίας» (Μθ 4,18· 15,29· Μρ 1,16· Ἰω 6,1), ἐπειδή βρισκόταν στήν περιοχή τῆς Γαλιλαίας ἤ «θάλασσα τῆς Τιβεριάδος» (Ἰω 6,1· 21,1), ἐπειδή στίς ὄχθες της κτίσθηκε πρός τιμήν τοῦ αὐτοκράτορα Τιβερίου ἡ πόλη Τιβεριάς. Σέ ἀντίθεση πρός τούς ἄλλους τρεῖς εὐαγγελιστές ὁ Λουκᾶς τήν χαρακτηρίζει λίμνην, ἐπειδή ἀπευθύνεται σέ πιστούς ἐκτός Παλαιστίνης, πού δέν γνώριζαν τήν τοπική συνήθεια.
5,2. καὶ εἶδε δύο πλοῖα ἑστῶτα παρὰ τὴν λίμνην· οἱ δὲ ἁλιεῖς ἀποβάντες ἀπ᾿ αὐτῶν ἀπέπλυναν τὰ δίκτυα.
Στό σημεῖο ὅπου βρέθηκε ὁ Ἰησοῦς ὅταν τά πλήθη τόν περικύκλωσαν, ἦταν ἀραγμένα δύο ἁλιευτικά πλοῖα. Πρόκειται γιά μικρά καΐκια πού χρησιμοποιοῦσαν στό ἐπαγγελματικό ψάρεμα. Εἶχαν περίπου 8 μέτρα μῆκος καί 2 μέτρα φάρδος καί μποροῦσαν νά μεταφέρουν βάρος περίπου ἑνός τόνου.
Στήν λίμνη ὑπῆρχαν ἄφθονες ποσότητες ψαριῶν καί σέ διάφορες ποικιλίες. Τό ψάρι, ὅπως μποροῦμε νά διαπιστώσουμε καί ἀπό τήν συχνή ἀναφορά του στά Εὐαγγέλια (Μθ 14,15-21· 15,32-39· 17,24-27· Μρ 6,35-44· 8,1-10· Ἰω 6,1-14· 21,1-14) ἀποτελοῦσε βασικό εἶδος διατροφῆς τῶν Ἑβραίων. Οἱ κάτοικοι τῶν παραλίμνιων πόλεων καί χωριῶν, λοιπόν, ἦταν φυσικό νά ἀσχολοῦνται μέ τήν ἁλιεία.
Οἱ ψαράδες τῶν δύο πλοιαρίων εἶχαν βγεῖ στήν στεριά καί ἀπέπλυναν τὰ δίκτυα, ἔπλεναν καί τακτοποιοῦσαν τά δίχτυα τους, μετά ἀπό τό ψάρεμα πού εἶχε προηγηθεῖ κατά τήν διάρκεια τῆς νύχτας (βλ. στ. 5). Ἡ ὥρα, ἑπομένως, ἦταν πρωινή ἤ τουλάχιστον προμεσημβρινή. Τό ψάρεμα γινόταν βασικά μέ δίχτυα. Ὑπῆρχαν διάφορα εδη διχτυῶν. Στίς εὐαγγελικές διηγήσεις ἀναφέρονται τό ἀμφίβληστρον (βλ. Μθ 4,18· Μρ 1,16), ἡ σαγήνη (Μθ 13,47) καί τά μακριά δίχτυα σάν τά σημερινά, μέ φελλούς στήν πάνω μεριά καί βαρίδια στήν κάτω. Αὐτό τό τελευταῖο εἶδος διχτυῶν χρησιμοποιοῦσαν οἱ ψαράδες τῆς περικοπῆς μας, ὅπως δείχνει ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ψάρευαν (βλ. στ. 6).
5,3. Ἐμβὰς δὲ εἰς ἓν τῶν πλοίων, ὃ ἦν τοῦ Σίμωνος, ἠρώτησεν αὐτὸν ἀπὸ τῆς γῆς ἐπαναγαγεῖν ὀλίγον· καὶ καθίσας ἐδίδασκεν ἐκ τοῦ πλοίου τοὺς ὄχλους.
Ὁ Ἰησοῦς ζητάει τήν συγκατάθεση τοῦ Πέτρου, γιά νά χρησιμοποιήσει τό ἕνα ἀπό τά δύο πλοῖα ὡς ἕδρα διδασκαλίας. Ἀπευθύνει σ’ αὐτόν εὐγενική παράκληση, ἠρώτησεν αὐτόν, γνωρίζοντας ὅτι εἶναι ὁ ἰδιοκτήτης. Ἀπό τήν λεπτομέρεια αὐτή φαίνεται πόσο ὁ Κύριος σεβάσθηκε τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου καί τό δικαίωμα τῆς περιουσίας του.
Τά ρήματα «ἀνάγειν» καί «κατάγειν» ὡς ναυτικοί ὅροι σημαίνουν ἀντίστοιχα «ἀνοίγομαι στό πέλαγος» καί «φέρνω τό πλοῖο στήν παραλία». Τό «ἐπανάγειν» σημαίνει «ἀνοίγομαι καί πάλι στό πέλαγος». Ὁ Ἰησοῦς παρακάλεσε τόν Πέτρο ἀπὸ τῆς γῆς ἐπαναγαγεῖν ὀλίγον, νά ἀπομακρύνει τό πλοῖο λίγα μόνο μέτρα ἀπό τήν ἀκρογιαλιά, ὥστε τό νερό νά ἀποτελέσει φυσικό φράγμα ἀνάμεσα σ᾿ αὐτόν καί στό πλῆθος πού συνωστιζόταν γύρω του. Μέ αὐτόν τόν τρόπο θά μποροῦσαν ὅλοι νά τόν βλέπουν καί νά τόν ἀκοῦν καλύτερα.
Εὐχαρίστως ὁ Πέτρος διέθεσε τό πλοῖο του, γιά νά κηρύξει ὁ Διδάσκαλος. Δέν λογάριασε τήν κόπωση ὅλης τῆς νύχτας μήτε τήν στενοχώρια του γιά τήν ἀποτυχημένη ψαριά. Λαχταροῦσε κι αὐτός ν᾿ ἀκούσει τό λόγο τοῦ Θεοῦ ἀπό τόν Ἰησοῦ.
Γιά τό καθίσας ἐδίδασκεν βλ. σχόλια στό 4,20.
5,4. Ὡς δὲ ἐπαύσατο λαλῶν, εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα· ἐπανάγαγε εἰς τὸ βάθος καὶ χαλάσατε τὰ δίκτυα ὑμῶν εἰς ἄγραν.
Ὁ Κύριος δέν θέλησε νά ἀφήσει δίχως ἀμοιβή τόν ἰδιοκτήτη τοῦ πλοίου, πού τοῦ ἐξασφάλισε τόν πρωτότυπο ἄμβωνα. Μετά τό τέλος τῆς ὁμιλίας, τόν προτρέπει νά ὁδηγήσει καί πάλι τό πλοῖο εἰς τὸ βάθος, στά ἀνοιχτά τῆς λίμνης, καί μαζί μέ τούς συνεργάτες του νά ξαναρρίξουν τά δίχτυα γιά ψάρεμα. Εἶχε, ἐξάλλου, τό σχέδιό του· «διά τῶν ἁλιευτικῶν ἐπιτηδευμάτων ἁλιεύει τούς μαθητάς», κατά τό λογοπαίγνιο τοῦ ἁγίου Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας. Ἤθελε νά ἁλιεύσει τούς πρώτους μαθητές του φανερώνοντας τήν δύναμή του καί κερδίζοντας τήν ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη τους.
5,5. Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Σίμων εἶπεν αὐτῷ· ἐπιστάτα, δι᾿ ὅλης τῆς νυκτὸς κοπιάσαντες οὐδὲν ἐλάβομεν· ἐπὶ δὲ τῷ ῥήματί σου χαλάσω τὸ δίκτυον.
Ὁ Κύριος δέν ἦταν ψαράς· ὡς ἄνθρωπος ἦταν ἀνειδίκευτος σ᾿ αὐτή τήν τέχνη. Τό παράγγελμά του θά φάνηκε ἀσφαλῶς παράλογο στόν Πέτρο, ὁ ὁποῖος γνώριζε ὅτι ἡ ὥρα ἦταν ἐντελῶς ἀκατάλληλη γιά ψάρεμα. Κι ὅμως ἐντυπωσιασμένος ἀπό τήν παρουσία καί τό κήρυγμα τοῦ Ἰησοῦ ὁ ἔμπειρος ψαράς ὑποτάσσεται στήν ἀδικαιολόγητη προτροπή του. Τόν προσφωνεῖ ἐπιστάτα, πού σημαίνει «διδάσκαλε». Ὁ Λουκᾶς χρησιμοποιεῖ τήν λέξη αὐτή ἀντί τῆς ἑβραϊκῆς «ραββί», τήν ὁποία προτιμοῦν οἱ ἄλλοι εὐαγγελιστές. Δέν εἶναι γνωστό ἄν ὁ Πέτρος εἶχε δεῖ ἤδη τόν Ἰησοῦ νά ἐπιτελεῖ ἄλλα σημεῖα. Βέβαιο εἶναι ὅτι τόν γνώριζε ἀπό τότε πού τοῦ τόν σύστησε ὁ ἀδελφός του Ἀνδρέας (βλ. Ἰω 1,42-43).
Ἡ ἀνενδοίαστη ἀνταπόκριση τοῦ Πέτρου στό πρόσταγμα τοῦ Κυρίου θυμίζει τήν πρόθυμη ὑπακοή τῆς Παρθένου Μαρίας στό μήνυμα τοῦ ἀγγέλου (Λκ 1,38) καί ἀποτελεῖ σπουδαῖο μάθημα γιά τούς πιστούς ὅλων τῶν αἰώνων. Ὁ ἀποφασιστικός λόγος του, ἐπὶ δὲ τῷ ῥήματί σου χαλάσω τὸ δίκτυον, ἐπαναλαμβάνεται συχνά ἀπό τά χείλη ἐκείνων οἱ ὁποῖοι ὑποτάσσονται στό θέλημα τοῦ Κυρίου δίχως ὅρους καί ὅρια, ἀκόμη κι ὅταν ἡ λογική τους ἀντιστρατεύεται.
5,6. Καὶ τοῦτο ποιήσαντες συνέκλεισαν πλῆθος ἰχθύων πολύ· διερρήγνυτο δὲ τὸ δίκτυον αὐτῶν.
Ἦταν τόσο πολλά τά ψάρια πού συγκεντρώθηκαν, ὥστε τό δίχτυ διερρήγνυτο. Ὁ ρηματικός αὐτός τύπος, ἀποπειρατικός παρατατικός, δηλώνει ὅτι τό δίχτυ κόντευε νά σπάσει.
Ὁ Ἰησοῦς ὡς παντοδύναμος Θεός ἐξουσιάζει τά πάντα. Τό δικό του θέλημα καί ἡ δύναμη τοῦ λόγου του ἐπιτέλεσαν τό σημεῖο τῆς θαυμαστῆς ἁλιείας, πού δέν μπορεῖ νά ἐξηγηθεῖ λογικά. Μία θαυμαστή ἁλιεία ἱστορεῖται καί στό Ἰω 21,3-14. Δέν πρόκειται ὅμως γιά τό ἴδιο περιστατικό. Ἐκεῖ ὁ ἀναστημένος Κύριος ἐμφανίζεται «ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ» καί ἐπαναλαμβάνει τό σημεῖο πού περιγράφεται ἐδῶ ὡς δηλωτικό τῆς ταυτότητός του καί ὡς σημεῖο ἀναγνωρίσεως ἀπό τούς μαθητές του.
5,7. Καὶ κατένευσαν τοῖς μετόχοις τοῖς ἐν τῷ ἑτέρῳ πλοίῳ τοῦ ἐλθόντας συλλαβέσθαι αὐτοῖς· καὶ ἦλθον καὶ ἔπλησαν ἀμφότερα τὰ πλοῖα, ὥστε βυθίζεσθαι αὐτά.
Τό «κατανεύω» εἶναι ναυτικός ὅρος, πού στήν νεοελληνική σημαίνει «κάνω σινιάλο». Ὅταν τά πλοῖα βρίσκονται σέ μεγάλη ἀπόσταση τό ἕνα ἀπό τό ἄλλο, οἱ ναυτικοί συνεννοοῦνται κουνώντας τά χέρια τους ἤ ἕνα ὕφασμα ἤ μέ κάποιο ἄλλο ὀπτικό σημάδι. Τό πλοῖο τοῦ Πέτρου ἦταν στά ἀνοιχτά τῆς λίμνης, ἐνῶ τῶν συνεταίρων του, τῶν γιῶν τοῦ Ζεβεδαίου, βρισκόταν στήν παραλία. Γιά τόν λόγο αὐτό μποροῦσαν νά συνεννοηθοῦν μόνο μέ νοήματα.
Ἀπό τό ὅτι ἔπλησαν ἀμφότερα τὰ πλοῖα, γέμισαν καί τά δύο πλοῖα, φαίνεται ὅτι καί τά ψάρια ἦταν πάρα πολλά καί τά πλοῖα σχετικά μικρά. Τό βυθίζεσθαι, ἀποπειρατικός ἐνεστώτας, δέν σημαίνει ὅτι τά πλοῖα εἶχαν ἀρχίσει νά βυθίζονται, ἀλλά ὅτι ἀπό τό βάρος κόντευαν νά βυθισθοῦν. Τό ἐκτόπισμά τους, δηλαδή, ξεπέρασε τήν γραμμή ἀσφαλείας. Ἐπειδή ἀγνοοῦσαν τήν ἀκριβῆ ἑρμηνεία τῶν δύο αὐτῶν ρημάτων, ὁρισμένοι ξένοι μελετητές βρέθηκαν ἀντιμέτωποι μέ τούς ἑξῆς προβληματισμούς: Πῶς οἱ μαθητές πῆραν τελικά τά ψάρια, ἀφοῦ τά δίχτυα καταστράφηκαν ἀπό τό βάρος; Πῶς διέσωσαν τά πλοῖα, ἀφοῦ καταποντίζονταν; Ἡ ἔννοια τοῦ ἀποπειρατικοῦ χρόνου ἀπαντᾶ ἱκανοποιητικά στίς παραπάνω ἀπορίες.
5,8. Ἰδὼν δὲ Σίμων Πέτρος προσέπεσε τοῖς γόνασιν Ἰησοῦ λέγων· ἔξελθε ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι ἀνὴρ ἁμαρτωλός εἰμι, Κύριε.
Ἡ ἀναφορά τοῦ διπλοῦ ὀνόματος Σίμων Πέτρος μᾶς βοηθάει νά καταλάβουμε ὅτι ὁ εὐαγγελιστής ἔχει ὑπ᾿ ὄψιν του τήν πρώτη ἐπαφή τοῦ Πέτρου μέ τόν Ἰησοῦ, τότε πού ὁ Κύριος τοῦ εἶπε· «σὺ εἶ Σίμων ὁ υἱὸς Ἰωνᾶ, σὺ κληθήσῃ Κηφᾶς, ὃ ἑρμηνεύεται Πέτρος» (Ἰω 1,43), τήν ὁποία καταγράφει ὁ Ἰωάννης. Δέν ὑπάρχει, ἑπομένως, διαφωνία μεταξύ τοῦ Ἰωάννη καί τῶν ἄλλων τριῶν εὐαγγελιστῶν γιά τήν ἐκλογή τῶν μαθητῶν, ὅπως κάποιοι ἰσχυρίσθηκαν. Ὁ Ἰωάννης περιγράφει τήν πρώτη γνωριμία· οἱ ἄλλοι τήν προϋποθέτουν καί παραδίδουν τήν κλήση τῶν πρώτων μαθητῶν καί ἀργότερα τόν ὁριστικό καθορισμό τοῦ ἱεραποστολικοῦ ἐπιτελείου, τήν ἐκλογή τῶν δώδεκα καί τήν ἀποστολή τους (βλ. Μθ 10,1-4· Μρ 3,13-19· Λκ 6,13-16).
Τό σημεῖο τῆς θαυμαστῆς ἁλιείας ἀποκάλυψε τήν θεϊκή δύναμη τοῦ Ἰησοῦ. Μπροστά σ’ αὐτή τήν ἀποκάλυψη, ὁ Πέτρος συγκλονίζεται. Ἀντιπαραβάλλει τήν δική του ἀδυναμία καί ἁμαρτωλότητα πρός τό μεγαλεῖο καί τήν ἁγιότητα Ἐκείνου, τόν ὁποῖο αὐθόρμητα προσφωνεῖ Κύριε. Συναισθάνεται ὁ Πέτρος πόσο μικρός καί ἀνάξιος εἶναι γιά νά φιλοξενεῖ τόν Ἰησοῦ στό πλοιάριό του. Γονατιστός μέ συντριβή ἀναφωνεῖ· ἔξελθε ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι ἀνὴρ ἁμαρτωλός εἰμι. Ὁ αὐθορμητισμός του δέν τοῦ ἐπιτρέπει νά σκεφθεῖ πόσο ἄτοπη καί ἐκτός λογικῆς εἶναι ἡ παράκλησή του, ἀφοῦ γιά νά βγεῖ ἀπό τό καράβι του ὁ Ἰησοῦς θά ἔπρεπε νά πέσει στήν θάλασσα. Εἶναι καί αὐτή μία λεπτομέρεια πού δηλώνει τή φυσικότητα καί ἀλήθεια τῆς διηγήσεως.
5,9. Θάμβος γὰρ περιέσχεν αὐτὸν καὶ πάντας τοὺς σὺν αὐτῷ ἐπὶ τῇ ἄγρᾳ τῶν ἰχθύων ᾗ συνέλαβον.
Ἡ θαυμαστή ψαριά ἄφησε ἔκθαμβους τούς ἁπλούς ψαράδες, ὄχι βέβαια γιά τόν ἀπροσδόκητο πλοῦτο πού πιθανόν θά ἔφερνε, ἀλλά ὡς ὑπερφυσικό γεγονός, πού σημείωνε τήν παρουσία ἑνός κραταιοῦ προσώπου.
5,10. ὁμοίως δὲ καὶ Ἰάκωβον καὶ Ἰωάννην, υἱοὺς Ζεβεδαίου, οἳ ἦσαν κοινωνοὶ τῷ Σίμωνι. Καὶ εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα ὁ Ἰησοῦς· μὴ φοβοῦ· ἀπὸ τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔσῃ ζωγρῶν.
Οἱ ἐπαγγελματίες ψαράδες τῆς λίμνης συνήθως σχημάτιζαν συντεχνίες, μικρές ἁλιευτικές ἑταιρεῖες. Τά μέλη τους ὀνομάζονταν «μέτοχοι» (βλ. στ. 7) ἤ κοινωνοί, μετεῖχαν στήν ἑταιρεία προσφέροντας τά πλοῖα, τά δίχτυα καί τόν κόπο τους καί «κοινωνοῦσαν», μοιράζονταν, τά κέρδη. Μιά τέτοια ἑταιρεία εἶχαν δημιουργήσει τά δυό ζευγάρια τῶν ἀδελφῶν: Πέτρος-Ἀνδρέας, Ἰάκωβος-Ἰωάννης.
Ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς ἀναφέρει ὀνομαστικά τούς τρεῖς ἀπό τούς τέσσερις συνεταίρους, τόν Πέτρο, τόν Ἰάκωβο καί τόν Ἰωάννη. Παραλείπει τόν ἀδελφό τοῦ Πέτρου, τόν Ἀνδρέα, τόν ὁποῖο ἀναφέρουν οἱ ἄλλοι δύο εὐαγγελιστές (βλ. Μθ 4,18· Μρ 1,16). Σκοπός του, προφανῶς, ἦταν νά πληροφορήσει τούς ἀναγνῶστες του μέ ποιόν τρόπο κλήθηκαν οἱ τρεῖς κορυφαῖοι μαθητές, τούς ὁποίους ὁ Ἰησοῦς ἔπαιρνε μαζί του σέ καίριες στιγμές τῆς ἐπίγειας ζωῆς του, ὅπως στήν ἀνάσταση τῆς κόρης τοῦ Ἰαείρου (Μρ 5,37· Λκ 8,51), στήν Μεταμόρφωση (Μθ 17,1· Μρ 9,2· Λκ 9,28), στήν Γεθσημανῆ (Μθ 26,37· Μρ14,33).
Μέ τήν προτροπή μὴ φοβοῦ ὁ Κύριος καθησυχάζει τόν Πέτρο, ὅπως ἄλλοτε ὁ ἄγγελος Γαβριήλ τόν Ζαχαρία (βλ. Λκ 1,13) καί τήν παρθένο Μαρία (βλ. Λκ 1,30). Ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ στό Σινᾶ (πρβλ. Ἔξ 19,16-18· 20,18) καί γενικότερα στήν ἱστορία τοῦ Ἰσραήλ συνοδευόταν ἀπό φαινόμενα πού προκαλοῦσαν τόν τρόμο τῶν Ἰσραηλιτῶν. Στά χρόνια τῆς Καινῆς Διαθήκης ὁ Θεός ἦρθε γιά νά διώξει τόν φόβο καί νά καταστήσει τούς ἀνθρώπους μετόχους στήν χαρά τῆς βασιλείας του.
Τό ρῆμα «ζωγρῶ» ἀναφέρεται στήν σύλληψη ζωντανῶν ὄντων. Ὁ Πέτρος καλεῖται νά ἀλλάξει ὄχι ἐπάγγελμα ἀλλά τό ἀντικείμενο τῆς ἁλιείας του. Ἀντί νά πιάνει στά δίχτυα του ψάρια καί νά τά ὁδηγεῖ στόν θάνατο, θά συλλαμβάνει ἀνθρώπους ἀπό τήν θάλασσα τοῦ κόσμου, ὅπου πλανῶνται πνευματικά νεκροί, καί θά τούς ὁδηγεῖ στήν αἰώνια ζωή. Ἡ ἀνωτερότητα τῆς ἐπικειμένης ἀποστολῆς εἶναι ὁλοφάνερη.
5,11. Καὶ καταγαγόντες τὰ πλοῖα ἐπὶ τὴν γῆν, ἀφέντες ἅπαντα ἠκολούθησαν αὐτῷ.
Οἱ εὐλογημένοι ψαράδες ἐντυπωσιάσθηκαν ἀπό τήν πλούσια ψαριά, ἀλλά δέν θέλησαν νά τήν ἐκμεταλλευθοῦν οἰκονομικά. Ἡ ἐπιθυμία τοῦ κέρδους δέν στάθηκε ἐμπόδιο στήν κλήση πού τούς ἀπηύθυνε ὁ Ἰησοῦς. Τόν ἀκολούθησαν ἀφέντες ἅπαντα. Ἡ ἀποστολή πού ἀναλάμβαναν ἀπαιτοῦσε αὐταπάρνηση καί ἀπόλυτη ἀφοσίωση. Ἐκείνη τήν ἡμέρα ὁ Ἰησοῦς διέλυσε μία ἁλιευτική ἑταιρεία ἀποκτώντας τούς πρώτους μετόχους τῆς δικῆς του θείας «Ἑταιρείας».
Στήν ἐκλογή τῶν μαθητῶν ὑπάρχει ἕνα στοιχεῖο πού παρουσιάζει ἔντονη ἀντίθεση μέ τήν τακτική πού χρησιμοποιοῦν οἱ ἀρχηγοί διαφόρων κινημάτων. Ἐκεῖνοι ἀναζητοῦν τούς ὀπαδούς τους ἀνάμεσα στούς ἀνέργους καί ἀργόσχολους. Ὁ Κύριος κάλεσε τούς συνεργάτες του τήν ὥρα πού ἐργάζονταν (πρβλ. Ἔξ 3,1-4· Γ΄ Βα 19,19-21). Μέ τόν τρόπο αὐτό ἔδειξε πώς τιμᾶ τήν ἐργασία. Ὁ ἴδιος, ἐξάλλου, δέν ἀπαξίωσε νά χαρακτηρισθεῖ «τέκτων» (βλ. Μθ 13,55· Μρ 6,3), δηλαδή τεχνίτης (ξυλουργός, οἰκοδόμος, σιδεράς).
Οἱ εὐαγγελιστές Ματθαῖος καί Μᾶρκος σημειώνουν μέ ἔμφαση ὅτι «εὐθέως» τά ἄφησαν ὅλα οἱ τέσσερις ψαράδες, γιά νά ἀκολουθήσουν τόν Ἰησοῦ (βλ. Μθ 4,20.22· Μρ 1,18.20). Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἐπαινεῖ τήν ὑπακοή τους καί προτρέπει: «Τοιαύτην γὰρ ὁ Χριστὸς ὑπακοὴν ζητεῖ παρ᾿ ἡμῶν», νά ἐκτελοῦμε, δηλαδή, τό θέλημα τοῦ Κυρίου χωρίς τήν παραμικρή ἀναβολή.
Συμβαίνει πολλές φορές νά ἀναπτύσσουμε μεγάλη δραστηριότητα γιά ἐπίγεια πράγματα, ἐνῶ ἀναβάλλουμε συνεχῶς ὅ,τι ἔχει σχέση μέ τήν πνευματική ζωή καί μέ τήν ὑπόθεση τοῦ Θεοῦ. Αὐτή ἡ ἀναβλητικότητα ἀποτελεῖ μία καλοστημένη παγίδα τοῦ πονηροῦ. Γράφει σχετικά ὁ ἐπίσκοπος πρώην Φλωρίνης Αὐγουστῖνος: «Ὅλοι, ἀγαπητοί, ἄς φοβηθῶμεν τόν δαίμονα τῆς ἀναβολῆς. Αὐτός εἶνε ἐκεῖνος, ὅστις εἰς κάθε ὡραίαν μας ἀπόφασιν ὑπέρ τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, ὑπέρ τῆς ὠφελείας τοῦ πλησίον, ἔρχεται καί μᾶς ψιθυρίζει· Αὔριον. Ὤ τόν παμπόνηρον! Μᾶς ὑπόσχεται τό ἀβέβαιον αὔριον, καί μᾶς ἁρπάζει τό παρόν... Ἄς μή λησμονῶμεν τό ὑπό τινος σοφοῦ λεχθέν ὅτι ἡ ὁδός ἡ ἄγουσα εἰς τήν κόλασιν εἶνε ἐστρωμένη μέ τά πολυάριθμα “θά”, μέ ὡραῖες ὑποσχέσεις, ὑποσχέσεις αἱ ὁποῖαι οὐδέποτε ἐπραγματοποιήθησαν».
Σέ κάθε ἐποχή ὁ Κύριος ἀπευθύνει σέ ὅλους τήν πρόσκληση νά γίνουν ἀκόλουθοί του· νά ἐγκαταλείψουν τήν ζωή τῆς ἁμαρτίας καί νά βαδίσουν πιστά στά ἴχνη του (βλ. Α΄ Πέ 2,21· πρβλ. Κλ 3,8-10). Παράλληλα ὁ κάθε χριστιανός καλεῖται νά εἶναι στό περιβάλλον του ἕνας ἱεραπόστολος. Τό σύνθημα τῶν πρώτων χριστιανῶν ἦταν: «Εἷς πρός ἕνα πρός ΙΧΘΥΝ» καί γνωρίζουμε ὅτι στή διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου συνέβαλαν πολύ οἱ χριστιανοί ἔμποροι πού ταξίδευαν στίς χῶρες τῆς Μεσογείου. Ἡ ἐκκλησία τῆς Ρώμης π.χ. ἱδρύθηκε ἀπό μαθητές τοῦ ἀποστόλου Παύλου οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἐγκατασταθεῖ ἐκεῖ πρίν ἀκόμη φθάσει ὁ διος ὁ ἀπόστολος. «Εἶνε κίβδηλος χριστιανός ὁ μή ἔχων πόθους ἱεραποστολικούς», γράφει κατηγορηματικά ὁ ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος.
Ἐκτός ὅμως ἀπό τήν γενική κλήση, ὁ Κύριος ἀπευθύνει καί ἰδιαίτερες κλήσεις σέ ὁρισμένα πρόσωπα, γιά νά ἀναλάβουν τήν εἰδική ἀποστολή νά συνεχίσουν τό ἔργο τῶν ἀποστόλων. Εἶναι ἀδήριτη ἀνάγκη νά ὑπάρχουν σέ κάθε ἐποχή οἱ ἀκούραστοι ἁλιεῖς, οἱ διδάσκαλοι τοῦ εὐαγγελίου, ἐκεῖνοι πού θά θελήσουν νά θυσιάσουν τήν σταδιοδρομία τους, νά κόψουν κάθε ἀνθρώπινο συναισθηματικό δεσμό καί νά ριχθοῦν μέ φρόνημα θυσίας στό ἔργο τῆς ἱεραποστολῆς μέσα ἤ ἔξω ἀπό τήν πατρίδα τους. Ὁ Κύριος, τονίζοντας αὐτή τήν ἀνάγκη, προτρέπει τούς πιστούς· «δεήθητε οὖν τοῦ κυρίου τοῦ θερισμοῦ ὅπως ἐκβάλῃ ἐργάτας εἰς τὸν θερισμὸν αὐτοῦ» (Μθ 9,38).
Τό σημεῖο τῆς θαυμαστῆς ἁλιείας μπορεῖ νά παραλληλισθεῖ μέ τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ πλούσια ψαριά ἦταν τύπος τῆς πλούσιας ἁλιείας τῶν ἀνθρώπων, προμήνυμα τοῦ μεγάλου πλήθους ἐκείνων πού ἐπρόκειτο νά ἁλιευθοῦν ἀπό τά δίχτυα τῶν ἀποστόλων. Μέ τήν δύναμη καί τήν ἐξουσία τοῦ Κυρίου, μέ τήν ἐπιμονή καί τήν ὑπομονή πού χαρακτηρίζει τούς ψαράδες, οἱ ἀπόστολοι ἅπλωσαν, πράγματι, τά δίχτυα τοῦ εὐαγγελίου καί συνέλαβαν πλῆθος ἀνθρώπων, τούς ὁποίους ὁδήγησαν στόν Χριστό καί στήν σωτηρία.
Στεργίου Σάκκου, Ἑρμηνεία στό κατά Λουκᾶν Εὐαγγέλιο, τόμ. Α΄, σελ. 207-216
Λέξεις:
8,34. ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ = νά σηκώσει τόν σταυρό του
35. τήν ψυχήν αὐτοῦ σῶσαι = νά σώσει τή ζωή του
ἀπολέσει αὐτήν = θά τήν χάσει
ἕνεκεν ἐμοῦ = γιά μένα
38. ὅς γάρ ἄν ἐπαισχυνθῇ με καί τούς ἐμούς λόγους = ὅποιος θά ντραπεῖ ἐμένα καί τά λόγια μου ἐν τῇ δόξῃ τοῦ πατρός αὐτοῦ = μέ τή δόξα τοῦ πατέρα του
9,1. Εἰσί τινες τῶν ὧδε ἑστηκότων = ὑπάρχουν μερικοί ἀπό αὐτούς πού στέκονται ἐδῶ
Οἵτινες οὐ μή γεύσωνται θανάτου = οἱ ὁποῖοι δέν θά γευθοῦν θάνατο, δέν θά πεθάνουν.
Ἱστορικά - Πραγματολογικά - Ἑρμηνευτικά
Στήν περικοπή μας ἔχουμε ἕναν λόγο τοῦ Κυρίου μας γιά τήν αὐταπάρνηση καί τή μαθητεία κοντά του. Τόν λόγο αὐτό διασώζουν καί ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος (16,24-28) καί ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς (9,23-27). Γιά νά καταλάβουμε καί νά ἑρμηνεύσουμε τήν περικοπή, πρέπει νά ξέρουμε πότε, γιατί καί σέ ποιούς εἶπε ὁ Κύριος αὐτά τά λόγια.
Βρισκόμαστε στήν ἀρχή τοῦ τρίτου ἔτους τῆς δημοσίας δράσεως τοῦ Χριστοῦ. Γιά πρώτη φορά ὁ Κύριος κάνει λόγο στούς μαθητές του γιά τό πάθος του καί ὁ Πέτρος ἐκφράζοντας καί τῶν ἄλλων τή γνώμη τόν ἐπιπλήττει, λέγοντας· «ἵλεώς σοι, Κύριε· οὐ μή ἔσται σοι τοῦτο» (βλ. Μθ 16,21-23). Τά λόγια τοῦ Πέτρου δείχνουν τή φιλαυτία τῶν μαθητῶν. Μέχρι τότε ἔβλεπαν τόν Ἰησοῦ ὡς ἕνα φωτισμένο διδάσκαλο, ἤ ἔστω καί ὡς τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ, πού ἦρθε στόν κόσμο γιά νά ἱδρύσει τή βασιλεία του καί νά περάσουν ὅλοι καλά μαζί του. Τώρα ὅμως, πού ἀκοῦνε νά τούς μιλᾶ γιά πάθος καί θάνατο, ταράσσονται, γιατί ὁπωσδήποτε κοντά στόν διδάσκαλο θά ταλαιπωροῦνταν κι αὐτοί. Κι ὁ Ἰησοῦς, ἀφοῦ ἤλεγξε τόν Πέτρο μέ τό «ὕπαγε ὀπίσω μου σατανᾶ...» (Μρ 8,33), εἶπε αὐτόν τόν λόγο πού θά μελετήσουμε, ξεκαθαρίζοντας ἔτσι ἀπό τήν ἀρχή τή θέση του ἔναντι ἐκείνων πού θά ἤθελαν νά τόν ἀκολουθήσουν.
Ἕξι ἡμέρες μετά ἀπό τόν λόγο αὐτό, ὁ Ἰησοῦς μεταμορφώθηκε στό ὄρος μπροστά στούς τρεῖς ἀγαπημένους του μαθητές, Πέτρο, Ἰάκωβο καί Ἰωάννη. Μέ τή μεταμόρφωσή του ὁ Κύριος ἔδωσε στούς μαθητές του μία ἀπόδειξη ὅτι τό πάθος του, γιά τό ὁποῖο τούς μίλησε καί θά τούς ξαναμιλήσει καί πολλές ἄλλες φορές, τό ἔχει σχεδιάσει μόνος του καί προχωρεῖ σ’ αὐτό θεληματικά.
Τέσσερα πράγματα περιέχει ὁ λόγος τοῦ Κυρίου:
α) Πρόσκληση (στ. 34).
β) Διδαχή (στ. 35-37).
γ) Προφητεία γιά τό μακρινό μέλλον (στ. 38).
δ) Προφητεία γιά τό κοντινό μέλλον (στ. 9,1).
Μέ τή διδαχή δικαιολογεῖ τήν πρόσκληση, ἐνῶ μέ τήν προφητεία κατοχυρώνει τήν πρόσκληση καί τή διδαχή.
8,34. Καί προσκαλεσάμενος τόν ὄχλον σύν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ εἶπεν αὐτοῖς· ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ, καί ἀκολουθείτω μοι.
Λίγο πιό πρίν, ὅπως εἴπαμε, ὁ Πέτρος μάλωσε τόν Κύριο, πού ἔλεγε ὅτι θά σταυρωθεῖ. Καί ὁ Κύριος τώρα, μιλώντας στόν Πέτρο καί σέ ὅλο τόν κόσμο, δίνει τήν ἀπάντηση· Πέτρε, ἐσύ μέ συμβουλεύεις ν’ ἀποφύγω τήν αὐτοθυσία, γιά νά περάσεις ἐσύ καλά. Ἀλλά ἐγώ σοῦ λέω ὅτι, ἄν δέν κάνεις αὐτά πού ζητῶ, φύγε ἀπό κοντά μου αὐτή τή στιγμή, γιατί δέν θά καλοπεράσεις.
Ἀπό τό «ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν» βγαίνει ἡ λέξη αὐταπάρνηση, πού εἶναι τόσο συνηθισμένη στόν Χριστιανισμό. Ἀπαρνοῦμαι τόν ἑαυτό μου θά πεῖ τόν ἀρνοῦμαι ὁλότελα. Ὅπως, ὅταν κάποιος ἀπαρνεῖται ἕναν φίλο του, δέν νοιάζεται πιά καθόλου γι’ αὐτόν, ἔτσι, ὅποιος ἀπαρνεῖται τόν ἑαυτό του δέν ἐνδιαφέρεται καθόλου γι’ αὐτόν. Πῶς μπορεῖ νά γίνει αὐτό θά τό δοῦμε παρακάτω, στά νοήματα.
ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ: Ὁ σταυρικός θάνατος ἦταν ὁ πιό σκληρός. Οἱ κατάδικοι πού ἐπρόκειτο νά σταυρωθοῦν, βάδιζαν πρός τόν τόπο τῆς ἐκτελέσεώς τους φορτωμένοι μέ τόν σταυρό, πάνω στόν ὁποῖο καί τούς σταύρωναν. Τό «αἴρω τόν σταυρόν» στά χρόνια ἐκεῖνα εἶχε καταντήσει παροιμιώδης ἔκφραση καί εἶχε τή σημασία πού ἔχει σήμερα τό «βαδίζω στήν κρεμάλα».
καί ἀκολουθείτω μοι: Ἡ αὐταπάρνηση καί ὁ σταυρός, δηλαδή ἡ αὐτοθυσία πού ἀνέφερε προηγουμένως, παίρνουν ἀξία ὅταν γίνονται γιά χάρη τοῦ «ἀκολουθείτω μοι», δηλαδή γιά νά ἀκολουθήσει ὁ ἄνθρωπος τόν Χριστό.
Οἱ ὅροι τούς ὁποίους ἔθεσε ὁ Κύριος γιά ὅσους θέλουν νά γίνουν μαθητές του εἶναι πολύ σκληροί. Δικαιολογημένα οἱ ἀκροατές του θά ρωτοῦσαν· Τί ὄφελος θά 'χουμε ἀπό μιά μαθητεία πού πληρώνεται τόσο ἀκριβά; Σ’ αὐτό τό φυσικό ἐρώτημα ὁ Κύριος ἀπαντᾶ μέ τούς στίχους 35-37.
8,35. ὃς γάρ ἂν θέλῃ τήν ψυχήν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ᾿ ἂν ἀπολέσῃ τήν ἑαυτοῦ ψυχήν ἕνεκεν ἐμοῦ καί τοῦ εὐαγγελίου, οὗτος σώσει αὐτήν.
Γιά νά καταλάβουμε τό νόημα τοῦ στίχου αὐτοῦ πρέπει νά πιάσουμε σωστά τή σημασία τῆς λέξεως ψυχή. Ἐδῶ ψυχή σημαίνει ζωή. Στήν πραγματικότητα ἡ ζωή εἶναι μία καί αἰώνια. Αὐτό βέβαια ὅσοι ἀπό τούς ἀκροατές τοῦ Κυρίου ἦταν πιστοί, τό πίστευαν ἀλλά καί ἐκεῖνοι πού δέν τό πίστευαν τό εἶχαν ἀκούσει, τό ἤξεραν. Στή διάρκεια τῆς ζωῆς τό πιό σημαντικό σημεῖο εἶναι ὁ σταυρός, γιά τόν ὁποῖο μόλις μίλησε ὁ Κύριος. Οἱ ἄπιστοι ἀκροατές ἔβλεπαν τόν σταυρό σάν τό τέρμα τῆς ζωῆς, γι’ αὐτό καί τόν φοβοῦνταν. Οἱ πιστοί τόν θεωροῦσαν ἕνα διαχωριστικό σημεῖο, μετά ἀπό τό ὁποῖο βρίσκεται τό μεγαλύτερο καί ὡραιότερο τμῆμα τῆς ζωῆς. Ὁ Χριστός λέει: Ὅποιος πιστεύει ὅτι ἡ ζωή του θά τελειώσει μέ τόν σταυρό καί γι’ αὐτό θέλει νά τή φυλάξει, αὐτός οὐσιαστικά θά τή χάσει, γιατί τό πιό μεγάλο μέρος τῆς ζωῆς εἶναι μετά τόν σταυρό. Ὅποιος ὅμως χάσει αὐτή τή λίγη ζωή, πού εἶναι πρίν ἀπό τόν σταυρό, κερδίζει τό αἰώνιο τμῆμα τῆς ζωῆς, πού εἶναι μετά ἀπό τόν σταυρό.
ἕνεκεν ἐμοῦ καί τοῦ εὐαγγελίου: Μέ δύο τρόπους μπορεῖ νά χάσει κανείς τή ζωή του, γιά χάρη τοῦ εὐαγγελίου: α) τηρώντας τό εὐαγγέλιο, β) κηρύττοντας τό εὐαγγέλιο. Ὁ μόνος τρόπος γιά νά πεθάνει κανείς γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ, εἶναι νά πεθάνει γιά χάρη τοῦ εὐαγγελίου. Ἔτσι «ἕνεκεν ἐμοῦ» καί «ἕνεκεν τοῦ εὐαγγελίου» εἶναι τό ἴδιο πρᾶγμα.
8,36. τί γάρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐάν κερδήσῃ τόν κόσμον ὅλον, καί ζημιωθῇ τήν ψυχήν αὐτοῦ;
Τό πιό πολύτιμο ἀγαθό στόν κόσμο εἶναι ἡ ζωή μας. Σκεφθεῖτε κάποιον πού ἔχει στή κατοχή του τόν πιό μεγάλο θησαυρό, ὅ,τι πιό πολύτιμο ὑπάρχει πάνω στή γῆ, τόν κόσμο ὅλο. Σέ τί θά τόν ὠφελήσει αὐτό, ἄν χάσει τή ζωή του, ἄν ἔρθει ἡ ὥρα νά πεθάνει. Πολλοί, ἀπό τό στίχο αὐτό παίρνουν ἀφορμή γιά νά μιλήσουν γιά τήν ἀξία τῆς ψυχῆς. Ὅλος ὁ κόσμος δέν ἀξίζει ὅσο ἀξίζει μία ψυχή. Ἡ σωστή ἐξήγηση, ὅπως εἴπαμε, εἶναι ὅτι ψυχή σημαίνει ζωή.
Ὁ στίχος αὐτός ἀναλύει καί ἐπεξηγεῖ τό «ἕνεκεν ἐμοῦ καί τοῦ εὐαγγελίου». Ὅποιος θά ντραπεῖ ἐμένα, λέει ὁ Κύριος, καί τά λόγια μου, δηλαδή τό εὐαγγέλιό μου, θά τόν ντραπῶ κι ἐγώ καί δέ θά τόν ἀναγνωρίσω γιά δικό μου κατά τή β΄ παρουσία μου.
ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ μοιχαλίδι: Ἡ ἁγία Γραφή, καί ἰδιαίτερα ἡ Παλαιά Διαθήκη, συχνά χρησιμοποιεῖ τόν χαρακτηρισμό «μοιχαλίς» γιά τή γενιά πού ξεκλίνει ἀπό τόν νόμο τοῦ Θεοῦ καί πιστεύει στά εἴδωλα. Αὐτό δείχνει πόσο ἀποκλειστικός καί ἀπόλυτος εἶναι στήν ἀγάπη του ὁ Θεός
ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ… ἁγίων: Εἰκόνα τῆς β’ παρουσίας τοῦ Κυρίου.
9,1. Καί ἔλεγεν αὐτοῖς· ἀμήν λέγω ὑμῖν ὅτι εἰσί τινες τῶν ὧδε ἑστηκότων, οἵτινες οὐ μή γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει.
τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει: Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, πού θά ἔλθει ἐν δυνάμει συνδέεται μέ τήν ἵδρυση καί προκοπή τῆς Ἐκκλησίας κατά τά πρῶτα της βήματα καί μέ τήν καταστροφή τῆς Ἰερουσαλήμ τό 70 μ.Χ. ἀπό τόν Τίτο. Τά δύο αὐτά σημαίνουν τό ἴδιο γεγονός, ὅτι ὁ Θεός ἀλλάζει περιούσιο λαό. Ἐγκαταλείπει τόν παλαιό Ἰσραήλ καί υἱοθετεῖ τόν νέο Ἰσραήλ, τήν Ἐκκλησία. Ἡ ἐγκατάλειψη τοῦ παλαιοῦ Ἰσραήλ ἐκδηλώνεται, σύμφωνα μέ τό πνεῦμα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, μέ σωματική καταστροφή. Ἡ υἱοθεσία τοῦ νέου Ἰσραήλ γίνεται, κατά τό πνεῦμα τῆς Καινῆς Διαθήκης, πνευματικά, μέ πνευματική προκοπή.
Τήν προφητεία αὐτή, πράγματι, τήν εἶδαν νά ἐκπληρώνεται πολλοί ἀπό τούς ἀκροατές τοῦ Κυρίου (= τῶν ὧδε ἑστηκότων). Βέβαια τήν πρόοδο τῆς Ἐκκλησίας τήν ἔνιωσαν μόνο οἱ πιστοί, τήν καταστροφή τῆς Ἰερουσαλήμ ὅμως τήν εἶδαν ὅλοι. Ἔτσι ἡ ἐκπλήρωση αὐτῆς τῆς προφητείας ἦταν γιά ὅλους μία ἐγγύηση γιά τήν ἐκπλήρωση καί τῆς προηγούμενης προφητείας, ὅτι κατά τή β΄ παρουσία του ὁ Κύριος θά ἀναγνωρίσει μόνο ἐκείνους πού τόν ἀναγνώρισαν. Ὁπότε, πρέπει ὅλοι νά πιστέψουν ὅτι ἡ ζωή συνεχίζεται καί μετά τόν σταυρό. Κι ἄν γι’ αὐτή τή ζωή τήν πρό τοῦ σταυροῦ δέν ὑπάρχει ἀντάλλαγμα, πολύ περισσότερο δέν ὑπάρχει ἀντάλλαγμα γιά τήν αἰώνια ζωή, τήν μετά τόν σταυρό. Ἑπομένως, εἶναι πολύ μεγάλο τό κέρδος γιά τούς μαθητές τοῦ Χριστοῦ καί δέν θά πρέπει νά τούς φαίνονται σκληρά τά δίδακτρα πού ζητᾶ ὁ Κύριος.
Τά δίδακτρα τοῦ σταυροῦ: Ὁ σταυρός εἶναι τό σύμβολο πού μιλᾶ γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πού ἐκφράζεται μέ τήν ὑπέρτατη θυσία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιά τή δύναμη τοῦ Θεοῦ, πού φαίνεται στήν ἀνάσταση, καί γιά τή σοφία τοῦ Θεοῦ πού ἀποκαλύπτεται στό σχέδιο τῆς θείας οἰκονομίας. Συγχρόνως ὅμως μιλᾶ καί γιά τήν ἀγάπη τοῦ λυτρωμένου ἀνθρώπου πρός τόν Θεό. Αὐτήν τήν ἀγάπη μας ὁ Θεός ζητᾶ νά τήν ἐκδηλώνουμε μέ τή μαθητεία. Θέλει νά γίνουμε μαθητές του. Καί τό ζητᾶ αὐτό ἀπ' ὅλους, μικρούς καί μεγάλους, σέ ὅποια τάξη κι ἄν ἀνήκουμε, ὅποια δουλειά κι ἄν κάνουμε, ὅπου κι ἄν βρισκόμαστε. Δέν μᾶς ὑποχρεώνει διά τῆς βίας νά τόν ἀκολουθήσουμε. Δέν ἀναγκάζει κανένα. Σ' ἐκείνους ὅμως πού θά θελήσουν νά ὀνομάζονται χριστιανοί ὁ Χριστός βάζει μερικούς ὅρους.
Οἱ μαθητές, στίς χῶρες πού δέν εἶναι δωρεάν ἡ παιδεία, πληρώνουν δίδακτρα στίς σχολές τῶν διδασκάλων τους. Στή σχολή τοῦ σταυροῦ, τί δίδακτρα πρέπει νά πληρώσουμε, ποιές εἶναι οἱ προϋποθέσεις πού χρειάζονται γιά νά μᾶς δεχθεῖ ὁ Χριστός ὡς μαθητές του;
1. Αὐταπάρνηση: Αὐταπάρνηση εἶναι ἡ ἀγάπη στήν πράξη καί τήν ἐφαρμογή. Νά, μερικά παραδείγματα ἀνθρώπων πού δείχνουν ἔμπρακτα τήν ἀγάπη τους στούς ἄλλους:
* Ὁ ἐπιστήμων πού κοπιάζει καί μοχθεῖ ὄχι γιά νά πλουτίσει, ἀλλά γιά νά προαγάγει τήν ἐπιστήμη του καί νά ὠφελήσει ἔτσι τήν ἀνθρωπότητα.
* Ἡ μάνα πού ὑπηρετεῖ τό παιδί της ξεχνώντας τόν ἑαυτό της.
* Ἡ ἀδελφή νοσοκόμα πού ἀγρυπνεῖ στό προσκεφάλι τοῦ ἀρρώστου ἀνθρώπου καί ταλαιπωρεῖται αὐτή, γιά νά δώσει ἀνακούφιση στόν πονεμένο...
Ἡ ζωή εἶναι μιά σκάλα θυσιῶν, πού ὅλο καί μεγαλύτερες γίνονται. Ἀλλά ἄν ἀξίζει νά ἀπαρνεῖται κανείς τόν ἑαυτό του καί νά θυσιάζεται γιά νά ὑπηρετήσει τήν κοινωνία, τόν ἄνθρωπο κτλ., χίλιες φορές ἀξίζει νά ζήσει μέ αὐταπάρνηση γιά χάρη τοῦ Θεοῦ. Συγκλονιστικό παράδειγμα τέτοιας αὐταπαρνήσεως παραμένει στούς αἰῶνες ὁ πατριάρχης Ἀβραάμ, πού δέν δίστασε νά ὁδηγήσει στή θυσία καί αὐτό τό μονάκριβο παιδί του, ἐπειδή τοῦ τό ζήτησε ὁ Θεός. Μιά τέτοια αὐταπάρνηση σάν τοῦ Ἀβραάμ ζητᾶ κι ἀπό μᾶς ὁ Θεός. Δέν ζητᾶ βέβαια νά θυσιάσουμε τά φυσικά μας παιδιά. Ζητᾶ ὅμως νά κόψουμε τά πάθη μας πού τά ἀγαποῦμε τόσο πολύ καί συνδεόμαστε τόσο μ’ αὐτά. Μιά τέτοια θυσία γίνεται εὐπρόσδεκτη ἀπό τόν Θεό. Ὅπως ἐκεῖνος πού ἔχει ἕνα ἀπόστημα στό σῶμα του ἀφήνεται μ’ ἐμπιστοσύνη στά χέρια τοῦ γιατροῦ γιά νά τόν ἐγχειρίσει, ἔτσι κι ἐμεῖς ν’ ἀφήσουμε τόν ἑαυτό μας στά χέρια τοῦ Θεοῦ. Ἔχουμε βέβαια πολλά ἄσχημα σημεῖα, πληγές καί ἀποστήματα πού πρέπει νά κοποῦν καί νά πεταχθοῦν. Νά μή λυπηθοῦμε τόν ἑαυτό μας. Νά τόν ἐμπιστευθοῦμε στόν Θεό, γιά νά κόψει καί νά πετάξει αὐτός κάθε σάπιο καί βρομερό, κάθε τι πού ἀντιστέκεται στή σωτηρία τῆς ψυχῆς μας. Τότε θά ζήσουμε μέ αὐταπάρνηση, ὅπως μᾶς τό ζητᾶ ὁ Χριστός.
2. Θυσία: Τό νά εἶσαι χριστιανός στοιχίζει καί μάλιστα πολύ. Μιά ματιά στήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας μας, στή ζωή τῶν ἁγίων καί τῶν μαρτύρων της, μπορεῖ νά μᾶς βοηθήσει νά καταλάβουμε τί σημαίνει ὅτι ὁ Χριστός ζητᾶ ἀπό τά παιδιά του θυσία.
Πολλοί γιά τή χριστιανική τους ἰδιότητα χάλασαν τή σταδιοδρομία τους κατά κόσμον, ἔχασαν τήν εὔνοια τῶν ἀνωτέρων τους, ἔζησαν μέρες σκληρές κι εἶναι πολλοί ἐκεῖνοι πού ἔχυσαν τό αἷμα τους γιά τόν Χριστό.
Ἡ δόξα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ σταυρός. Καί τοῦ κάθε χριστιανοῦ ἡ δόξα πρέπει νά εἶναι ὁ σταυρός. Ὅπως ὁ Χριστός θυσιάστηκε γιά μᾶς, ἔτσι κι ἐμεῖς ὀφείλουμε νά θυσιασθοῦμε γιά τήν ἀγάπη του. Μᾶς φαίνεται σκληρό νά μιλοῦμε γιά θυσία καί γιά σταυρό κι ὅμως πρέπει νά ξέρουμε ὅτι αὐτός εἶναι ὁ κλῆρος μας, «εἰς τοῦτο κείμεθα».
Σ’ ἕναν κόσμο, ὅπου κυβερνᾶ τό συμφέρον κι ὅλοι προσπαθοῦν νά κοπιάζουν ὅσο γίνεται λιγώτερο καί νά ἐκμεταλλεύονται τούς ἄλλους, οἱ γνήσιοι μαθητές τοῦ Χριστοῦ διακρίνονται ἀπό τή θυσία. Γιατί ἡ θυσία εἶναι αὐτή πού δείχνει ἔμπρακτα τήν ἀγάπη καί τήν πίστη μας στόν Χριστό. Οἱ χριστιανοί δέν συμβιβάζονται μέ τήν ἁμαρτωλή νοοτροπία τοῦ κόσμου. Σ’ ἕναν κόσμο βρόμικο καί ἁμαρτωλό, πού κυβερνιέται ἀπό τόσα εἴδωλα καί ξόανα (μόδα, δύναμη, ἀπόλαυση, κτλ.) ὁ χριστιανός, ὁ ἀληθινός μαθητής τοῦ σταυροῦ, πού ζῆ μέ θυσία, πάει κόντρα. Εἶναι ζωντανό ψάρι πού δέν τόν παρασύρει τό νερό.
3. Μίμηση Χριστοῦ: Ἡ αὐταπάρνηση καί ἡ θυσία εἶναι δύο μεγάλα μαθήματα, δύο πνευματικά κεφάλαια, ἀλλά χάνουν τήν ἀξία καί τή σπουδαιότητά τους, ὅταν δέν συνδέονται μέ τόν Χριστό. Ἄν δηλαδή κάποιος ἀπό τή φύση του εἶναι καλοκάγαθος καί θυσιάζεται γιά τούς ἄλλους, ἄν ζῆ μέ ἄκρα αὐταπάρνηση γιά ὁποιοδήποτε ἄλλο σκοπό καί ὄχι γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, χάνει τόν μισθό του. Τό πρῶτο πού ζητᾶ ἀπό μᾶς ὁ Χριστός εἶναι νά τόν μιμηθοῦμε. Χριστιανός θά πεῖ μιμητής τοῦ Χριστοῦ, ἕνας μικρός Χριστός. Ὁ χριστιανός ὀφείλει νά ἀκολουθεῖ βῆμα πρός βῆμα τόν Χριστό. Κι ὁ δρόμος τοῦ Χριστοῦ εἶναι δρόμος τοῦ σταυροῦ, ἔχει πίκρα καί πόνο. Ἀλλά δέν σταματᾶ ἐδῶ. Συνεχίζεται μέ τή χαρά τῆς ἀναστάσεως. Ὅπως τό σιτάρι, πού σπέρνουμε στό χωράφι δέν χάνεται ἀλλά ἀπό τόν σαπισμένο κόκκο ξεπετιέται τό βλαστάρι, ἔτσι καί ἡ θυσία δέν εἶναι καταστροφή. Ὁδηγεῖ στήν ἀνάσταση καί τή ζωή.
Γιά νά τά καταλάβουμε καί νά τά ζήσουμε αὐτά χρειάζεται νά δοῦμε τά πράγματα μέσα ἀπό τό πρῖσμα τῆς αἰωνιότητος.
4. Ὁμολογία: Ὁ Χριστός ἀπαιτεῖ ἀπό ἐμᾶς νά ὁμολογοῦμε ὅτι εἴμαστε παιδιά του. Ἄν εἶναι αἶσχος καί προδοσία ν’ ἀρνεῖται κανείς τόν φίλο ἤ τήν πατρίδα του, εἶναι ἁμαρτία φοβερή ν’ ἀρνούμαστε τόν Χριστό πού μᾶς ἔπλασε καί μᾶς ἀνέπλασε μέ τήν ἀγάπη του, πού εἶναι ὁ μεσίτης μας, ὁ ὁποῖος μᾶς προσαγάγει στόν Θεό Πατέρα. Ὅποιος ἀρνεῖται τόν Χριστό, ἀρνεῖται τή σωτηρία του.
῾Η θεραπεία τῆς θυγατέρας τῆς Χαναναίας
῾Η συνάντηση τοῦ ᾿Ιησοῦ μέ μιά πονεμένη Χαναναία γυναίκα, τῆς ὁποίας ἡ θυγατέρα ἦταν ἀσθενής, περιγράφεται στήν εὐαγγελική περικοπή τῆς ΙΖ´ Κυριακῆς τοῦ Ματθαίου (15,21-28). Τό σημεῖο, πού τό ἐξιστορεῖ καί ὁ εὐαγγελιστής Μᾶρκος (βλ. 7,24-30), ἔχει ἰδιαίτερη σημασία.
Πρίν ἀπό τό ἐπεισόδιο τῆς Χαναναίας οἱ εὐαγγελιστές μνημονεύουν δύο ἄλλα ἐπεισόδια, πού ἔχουν στενή ἐσωτερική σχέση μ᾿ αὐτό. Τό ἕνα εἶναι ὅτι ὁ ᾿Ιησοῦς, ὅταν πῆγε στήν πατρίδα του, ἔκανε ἐλάχιστα σημεῖα «διά τήν ἀπιστίαν αὐτῶν» (Μθ 13,58). Τό δεύτερο εἶναι ὅτι ἤλεγξε δριμύτατα τίς πόλεις Καπερναούμ, Χοραζίν καί Βηθσαϊδά, διότι τοῦ ἔδειξαν μεγάλη ἀπιστία, παρόλο πού ὁ Κύριος παρέμεινε στίς πόλεις αὐτές τόν περισσότερο καιρό τῆς δράσεώς του καί ἔκανε ἐκεῖ τά περισσότερα σημεῖα καί κηρύγματα. Εἶπε μάλιστα ὅτι, ἄν ἔκανε τόσα σημεῖα στήν Τύρο καί στή Σιδώνα, πρό πολλοῦ οἱ ἄνθρωποι θά μετανοοῦσαν καί θά πίστευαν (Μθ 11,20-24). Μέ τήν εὐμενῆ ἀναφορά τῶν δύο πόλεων (Τύρου καί Σιδῶνος) ὁ Κύριος προετοιμάζει τίς συνειδήσεις τῶν μαθητῶν του. Μέ τό νά ἀρνεῖται νά κάνει σημεῖα στήν πατρίδα του, τούς ἀποκαλύπτει τήν ἀπιστία τῶν ᾿Ιουδαίων. ῎Επειτα ἐλέγχοντας τήν παράδοση τῶν πρεσβυτέρων, ἀποδεικνύει στούς μαθητές του ὅτι καί αὐτοί οἱ φαρισαῖοι πού θεωροῦνται ἅγιοι, ἔχουν ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τό πνεῦμα τῆς ἁγίας Γραφῆς καί προσκολλήθηκαν σέ μιά ψευτοθρησκεία (Μθ 15,1-20). ᾿Αμέσως μετά ἀπό αὐτά χειραγωγεῖ τούς μαθητές «εἰς τά μέρη Τύρου καί Σιδῶνος», γιά νά διαπιστώσουν μόνοι τους ὅτι ἤξερε ὁ ᾿Ιησοῦς τί ἔλεγε, ὅταν κατέκρινε τήν Καπερναούμ καί ἐπαίνεσε τίς δύο αὐτές πόλεις.
Οἱ φαρισαῖοι καί γενικά οἱ ζηλωτές ᾿Ιουδαῖοι ἐκφράζονταν μέ ἀπέχθεια καί ἀποδοκιμασία ἔναντι τῶν ἀλλοεθνῶν. Τούς ἀποκαλοῦσαν ὑβριστικά «κύνας». ῾Η συντετριμμένη Χαναναία μητέρα μέ τή στάση της δίνει τήν εὐκαιρία στούς μαθητές νά διαπιστώσουν μόνοι τους, τί θησαυροί πίστεως κρύβονται ἀνάμεσα σ᾿ ἐκείνους τούς ἐθνικούς, τούς ὁποίους οἱ φαρισαῖοι περιφρονοῦσαν καί ἀπεχθάνονταν. Τό σημεῖο τῆς θεραπείας τῆς Χαναναίας κόρης λειτουργεῖ ἐπίσης ὡς προανάκρουσμα ὅτι θά ἀπολαύσουν τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ καί οἱ εἰδωλολάτρες, οἱ ὁποῖοι θά δεχτοῦν τόν Χριστό σωτήρα καί λυτρωτή τους.
α) ῾Ο ᾿Ιησοῦς ἀναχωρεῖ στήν παραμεθόριο περιοχή (15,21)
15,21. Καί ἐξελθών ἐκεῖθεν ὁ ᾿Ιησοῦς ἀνεχώρησεν εἰς τά μέρη Τύρου καί Σιδῶνος.
Περιόδευε πλέον μόνιμα στή Γαλιλαία ὁ ᾿Ιησοῦς (βλ. Μθ 14,34-35· Μρ 6,54-56), ἀποφεύγοντας τά ᾿Ιεροσόλυμα ὅπου εἶχε τήν ἕδρα του τό Μ. Συνέδριο, ἡ ἡγεσία τῶν φαρισαίων. Δέν ἤθελε νά τούς προκαλεῖ. ᾿Εκεῖνοι ὅμως ἀνήσυχοι στέλνουν ἀντιπροσώπους γιά νά τόν κατασκοπεύουν. ῾Η δική τους ἐχθρότητα καί τά ἐπικριτικά σχόλια γίνονται ἡ αἰτία νά μεταβεῖ ὁ Χριστός πρός τά βόρεια σύνορα τῆς Γαλιλαίας. ῎Ηθελε νά καταφύγει σ᾿ ἕναν ἥσυχο τόπο μακριά ἀπό τούς ἐχθρούς του, νά παραμείνει ἄγνωστος καί νά καταρτίζει ἀπερίσπαστος τούς μαθητές του. ῞Οπως ὁ προφήτης ᾿Ηλίας, ἔφυγε μακριά ἀπό τόν βασιλιά τῆς πατρίδας του πού τόν καταδίωκε, ἔτσι τώρα καί ὁ Κύριος, ἀπομακρύνεται γιά λίγο ἀπό τούς ᾿Ιουδαίους καί ἔρχεται νά συναντήσει μιά ψυχή, πού ζοῦσε βέβαια στό σκοτάδι τῆς εἰδωλολατρίας, ὅμως μέσα της ἔκρυβε τή σπίθα τῆς πίστεως.
Εἰς τά μέρη Τύρου καί Σιδῶνος: ῾Η Τύρος ἦταν ἡ πρωτεύουσα καί ἡ Σιδών ἡ συμπρωτεύουσα τῆς Φοινίκης, μιᾶς χώρας γειτονικῆς πρός τήν Παλαιστίνη. Οἱ κάτοικοί της δέν ἀνῆκαν στήν ἑβραϊκή φυλή, ἦταν εἰδωλολάτρες. Οἱ πόλεις Τύρος καί Σιδών μάλιστα ἦταν διαβόητες γιά τήν εἰδωλολατρία, τήν τρυφή καί τήν ἀσωτία τους. Οἱ προφῆτες τῆς Π. Διαθήκης τίς ἐλέγχουν μέ σφοδρότητα καί προλέγουν τίς συμφορές πού θά ἐπέλθουν πάνω τους (᾿Ιζ 28 κεφ.). Πράγματι οἱ πόλεις αὐτές τιμωρήθηκαν μέ ἐχθρικές ἐπιδρομές καί ὑπέστησαν μεγάλες καταστροφές. Τήν Τύρο τήν κυρίευσε ὁ Ναβουχοδονόσορ καί ἀργότερα ὁ Μ. ᾿Αλέξανδρος, ἐνῶ τή Σιδώνα τήν κατέκτησε ὁ Σαλμανασάρ.
᾿Εκτός ἀπό τή φυγή στήν Αἴγυπτο κατά τή νηπιακή του ἡλικία, ὁ Κύριος δέν εἶχε βγεῖ ἀπό τή χώρα τῆς Παλαιστίνης. Βγαίνει τώρα γιά πρώτη φορά καί πηγαίνει στή γειτονική Φοινίκη. ῞Οταν ἀπέστειλε τούς μαθητές του νά περιοδεύσουν τή χώρα, τούς εἶχε συστήσει νά μήν κηρύξουν σέ Σαμαρεῖτες ἤ ἐθνικούς, ἀλλά μόνο «πρός τά πρόβατα τά ἀπολωλότα οἴκου ᾿Ισραήλ» (Μθ 10,6). ῾Ο ἴδιος βέβαια δέν δεσμευόταν ἀπό τήν προσωρινή ἀπαγόρευση πού εἶχε θέσει στούς ἀποστόλους του. Φαίνεται ὅτι καθώς περιόδευε τά ἀκριτικά χωριά τῆς Γαλιλαίας τόν εἶχαν γνωρίσει καί κάτοικοι τῆς Φοινίκης (βλ. Λκ 6,17· πρβλ. Μθ 4,24). Κάποιοι ἀπό αὐτούς θά εἶχαν ἀπολαύσει καί τή θεραπεία ἀπό διάφορες ἀσθένειες. Αὐτοί οἱ εὐεργετημένοι μπορεῖ νά τόν εἶχαν καλέσει στή χώρα τους. ῾Ωστόσο, φτάνοντας στή Φοινίκη ὁ Κύριος δέν κήρυξε, ἀλλά, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ὁ εὐαγγελιστής Μᾶρκος «εἰσελθών εἰς οἰκίαν οὐδένα ἤθελε γνῶναι» (7,24). Πρόκειται πιθανόν γιά τό σπίτι κάποιου εὐεργετημένου, ὁ ὁποῖος θά φιλοξένησε τόν ᾿Ιησοῦ.
β) ῾Η κραυγή μιᾶς πονεμένης μητέρας (15,22-23)
15,22. Καί ἰδού γυνή Χαναναία ἀπό τῶν ὁρίων ἐκείνων ἐξελθοῦσα ἐκραύγαζεν αὐτῷ λέγουσα· ἐλέησόν με, Κύριε, υἱέ Δαυΐδ· ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται.
Γυνή Χαναναία: Οἱ κάτοικοι τῆς Φοινίκης, ὅπως βλέπουμε καί στήν Π. Διαθήκη, λέγονται Χαναναῖοι, διότι εἶναι οἱ παλιοί κάτοικοι τῆς γῆς Χαναάν, οἱ ντόπιοι τῆς βορείου Παλαιστίνης. Στό κατά Μᾶρκον Εὐαγγέλιο ἡ γυναίκα ὀνομάζεται «῾Ελληνίς, Συροφοινίκισσα τῷ γένει» (7,26). ῞Οπως σωστά ἑρμηνεύει ὁ Ζιγαβηνός τό ῾Ελληνίς ἀναφέρεται στό θρήσκευμά της, ἦταν δηλαδή εἰδωλολάτρισσα, τό «Σύρα» στή γλώσσα, μιλοῦσε συριακά, καί τό «φοινίκισσα» στήν ἐθνικότητά της. ῾Η γυναίκα αὐτή δηλαδή ἦταν μιά ξένη, ἀλλοεθνής, ἀλλόθρησκη καί ἀλλόφυλη. ῞Οταν ἐγκαταστάθηκαν στή γῆ τῆς ἐπαγγελίας οἱ ῾Εβραῖοι καταδίωξαν τούς Χαναναίους. Γι᾿ αὐτό, ὅπως ἀναφέρεται πολλές φορές στήν Π. Διαθήκη, ὑπῆρχε μεγάλη ἔχθρα μεταξύ ῾Εβραίων καί Χαναναίων, ἡ ὁποία μάλιστα συνεχιζόταν καί στά χρόνια τοῦ Χριστοῦ.
᾿Από τῶν ὁρίων ἐκείνων: ῞Ορια λέμε σήμερα τά σύνορα. Στήν ἁγία Γραφή ὅμως ὅρια ὀνομάζεται καί ἡ περιοχή γύρω ἀπό τά σύνορα, δηλαδή ἡ περιφέρεια, ἡ παραμεθόριος περιοχή. ῾Ο ῾Ηρώδης π.χ. «ἀνεῖλε τούς παῖδας τούς ἐν Βηθλεέμ καί ἐν πᾶσι τοῖς ὁρίοις αὐτῆς» (Μθ 2,16), δηλαδή ἔσφαξε τά παιδιά ὅλης τῆς περιοχῆς τῆς Βηθλεέμ. ῾Η Χαναναία καταγόταν ἀπό τήν παραμεθόρια περιοχή τῆς Φοινίκης, ἦταν ντόπια Φοινίκισσα. Μόλις ἔμαθε ὅτι ἦρθε στή χώρα της ὁ ξακουστός ᾿Ιουδαῖος διδάσκαλος καί θεραπευτής ᾿Ιησοῦς Χριστός ἐξελθοῦσα ἐκραύγαζεν. Βγῆκε ἀπό τό σπίτι της γιά νά πάει νά τόν βρεῖ. Εἶχε ἀκούσει γιά τά πολλά σημεῖα καί τίς θεραπεῖες πού ἔκανε ὁ ᾿Ιησοῦς στήν Παλαιστίνη καί γεμάτη πίστη καί ἐλπίδα τρέχει νά τόν συναντήσει, γιά νά τόν παρακαλέσει νά θεραπεύσει τό παιδί της. ᾿Εκφράζει μάλιστα τήν παράκλησή της κραυγάζοντας. Τό θέαμα τῆς τραγικῆς μάνας, πού μέ βαθύ πόνο καί δυνατές φωνές ἐκλιπαροῦσε, σίγουρα κίνησε τή συμπάθεια ὅλων.
῾Η Χαναναία πλησίασε τόν ᾿Ιησοῦ λέγουσα· ἐλέησόν με, καί ὄχι ἐλέησε τήν κόρη μου, ὅπως θά περιμέναμε. Οἱ φιλόστοργοι γονεῖς νιώθουν κάθε πόνο καί κάθε χαρά τῶν παιδιῶν τους σάν δική τους. ῾Υπογραμμίζοντας τήν ἀλήθεια αὐτή ὁ ἅγιος Χρυσόστομος παρουσιάζει τήν Χαναναία νά λέγει στόν ᾿Ιησοῦ· «᾿Εκείνη δέν ἔχει συναίσθηση τῆς ἀρρώστιας της, ἐγώ ὅμως τήν νιώθω καί ὑποφέρω πολλαπλά, διότι γνωρίζω ὅτι εἶναι μανιακή». Δέν τόλμησε νά φέρει τή δαιμονισμένη μπροστά στόν διδάσκαλο, ἀλλά ἔρχεται ἡ ἴδια νά τόν παρακαλέσει. Εἶναι πράγματι ἀξιοθαύμαστη ἡ πίστη τῆς γυναίκας αὐτῆς καί ἡ ἀγάπη πρός τό παιδί της.
Υἱέ Δαυΐδ: ῾Ο τίτλος υἱός Δαυΐδ ἀνήκει στόν Μεσσία ὁ ὁποῖος, σύμφωνα μέ τίς προφητεῖες, θά ἦταν ἀπόγονος τοῦ βασιλιᾶ Δαυΐδ. ῾Ο προφήτης Νάθαν εἶχε πεῖ στόν Δαυΐδ ὅτι ἀπ᾿ αὐτόν θά γεννηθεῖ κατά σάρκα ὁ Μεσσίας, τοῦ ὁποίου ὁ θρόνος θά μένει «ἕως εἰς τόν αἰῶνα» (Β´ Βα 7,13· πρβλ. Ψα 131,12). ῾Ο ᾿Ησαΐας προφήτευσε ὅτι αὐτός ὁ ἀναμενόμενος υἱός τοῦ Δαυΐδ θά ἀνορθώσει τή βασιλεία τοῦ πατέρα του (βλ. ᾿Ησ 11,10· ᾿Αμ 9,11). Στόν εὐαγγελισμό ὁ Γαβριήλ εἶπε στήν Παρθένο Μαρία γιά τόν ᾿Ιησοῦ· «καί δώσει αὐτῷ Κύριος ὁ Θεός τόν θρόνον Δαυΐδ τοῦ πατρός αὐτοῦ...καί τῆς βασιλείας αὐτοῦ οὐκ ἔσται τέλος» (Λκ 1,32-33). ῾Ο λαός, πού ἔβλεπε ἀνεπίφθονα τά σημεῖα τοῦ ᾿Ιησοῦ, τοῦ ἀπέδωσε ἀνεπιφύλακτα τόν τίτλο υἱός Δαυΐδ. ῾Ως υἱό Δαυΐδ τόν ἐπευφήμησε κατά τή θριαμβευτική εἴσοδό του στά ᾿Ιεροσόλυμα καί ὁ χορός τῶν παιδιῶν στό ἱερό τοῦ Σολομῶντος (βλ. Μθ 21,9-17).
Οἱ ᾿Ιουδαῖοι βέβαια, ἀκόμη καί οἱ ἑρμηνευτές τοῦ νόμου, δέν ὑποπτεύονταν τό πνευματικό νόημα τῆς προφητείας. Εἶχαν πλάσει μέ τή φαντασία τους μιά μεγαλοπρεπῆ εἰκόνα τοῦ Μεσσία. Τόν περίμεναν ὡς βασιλιά ἐκδικητή ὅλων τῶν ταπεινώσεων, τίς ὁποῖες ὑπέστη τό ἔθνος τους. Γι᾿ αὐτό δέν συμβιβάζονταν μέ τήν ταπεινή ἐμφάνιση τοῦ ᾿Ιησοῦ. ᾿Ακόμη καί οἱ μαθητές ἦταν ἐπηρεασμένοι ἀπό αὐτές τίς ἀντιλήψεις. Γι᾿ αὐτό περίμεναν ἀπ᾿ τόν ᾿Ιησοῦ νά ξεσηκώσει κάποια ἐπανάσταση ἐναντίον τῶν Ρωμαίων, νά κυριαρχήσει ὡς ἡγέτης καί κοντά του νά ἀναδειχθοῦν καί αὐτοί. Χαρακτηριστικό εἶναι τό αἴτημα τῶν ἀδελφῶν ᾿Ιακώβου καί ᾿Ιωάννη (Μρ 10,35-40).
῾Η Χαναναία δέν περιμένει νά τῆς ἀπευθύνει τό λόγο ὁ ᾿Ιησοῦς γιά νά τοῦ ἐξηγήσει τί ζητάει. Τοῦ ἀποκαλύπτει ἀμέσως τήν αἰτία τοῦ πόνου της· ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται. ῾Ο εὐαγγελιστής Μᾶρκος ἀντί ἡ θυγάτηρ μου, λέει «θυγάτριον» ἤ «παιδίον». Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ θυγατέρα τῆς Χαναναίας, ἦταν μικρῆς ἡλικίας. Τό μικρό κορίτσι κακῶς δαιμονίζεται, ὑποφέρει φοβερά ἀπό δαιμόνιο. ῾Η Χαναναία εἶχε πληροφορηθεῖ τίς πολλές θεραπεῖες τῶν δαιμονιζομένων στή γειτονική Γαλιλαία. ῎Ετσι ὅταν ἄκουσε ὅτι ὁ ᾿Ιησοῦς ἦρθε στήν πατρίδα της, ἄφησε τήν θυγατέρα της καί ἔσπευσε νά τόν συναντήσει καί νά τόν παρακαλέσει νά χαρίσει καί στό παιδί της τή θεραπεία.
15,23. ῾Ο δέ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λόγον. Καί προσελθόντες οἱ μαθηταί αὐτοῦ ἠρώτων αὐτόν λέγοντες· ἀπόλυσον αὐτήν, ὅτι κράζει ὄπισθεν ἡμῶν.
῾Η στάση τοῦ ᾿Ιησοῦ ἀπέναντι στήν πονεμένη μάνα εἶναι παράδοξη καί προκλητική. Αὐτή τρέχει κοντά του καί τόν ἱκετεύει μέ τόση εὐλάβεια, ἀλλά ᾿Εκεῖνος οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λόγον, δέν τήν θεωρεῖ ἄξια οὔτε νά τῆς ἀπαντήσει.
«Ποιόν ἄνθρωπο δέν θά σκανδάλιζε αὐτή ἡ ἀντιμετώπιση;»,ρωτᾶ ὁ ἅγιος Χρυσόστομος. ῎Ισως πολλοί ἀπό αὐτούς πού τήν ἄκουγαν νά σκανδαλίστηκαν, ἐκείνη ὅμως ὄχι.
Καί αὐτοί ἀκόμη οἱ μαθηταί αὐτοῦ πού ἦταν ἐπηρεασμένοι ἀπό τό ἰουδαϊκό ἐθνικιστικό πνεῦμα, ἔνιωσαν κάποια συμπάθεια γιά τήν Χαναναία, τήν λυπήθηκαν. Χωρίς νά παραμερίσουν τήν ἐθνικιστική νοοτροπία τους τολμοῦν νά ζητήσουν ἀπό τόν Κύριο τήν ἱκανοποίηση τοῦ αἰτήματος μιᾶς ἀλλόφυλης εἰδωλολάτρισσας. Τοῦ λένε· ἀπόλυσον αὐτήν, ὅτι κράζει ὄπισθεν ἡμῶν· «Βοήθησέ την, γιά νά φύγει, διότι συνεχῶς μᾶς ἀκολουθεῖ καί μᾶς ἐνοχλεῖ μέ τίς κραυγές της». ῾Ο Κύριος ὅμως ἐμφανίζεται φανατικότερος καί σκληρότερος ἐθνικιστής ᾿Ιουδαῖος ἀπό τούς μαθητές του. Στή στάση του αὐτή σάν σέ καθρέφτη οἱ μαθητές μποροῦν νά δοῦν τόν ἴδιο τόν ἑαυτό τους. ῎Ετσι ὁ ᾿Ιησοῦς δίνει μάθημα αὐτογνωσίας μέ τό παράδειγμά του καί ὄχι μέ λόγια.
᾿Εάν ἡ Χαναναία εἰσακουόταν ἀμέσως, τότε δικαιολογημένα οἱ μαθηταί καί ὁ λαός πού ἦταν ἐκεῖ θά σκανδαλίζονταν μέ τή στάση τοῦ ᾿Ιησοῦ, ἀφοῦ γνώριζαν ὅτι ἡ γυναίκα ἦταν ἀλλογενής καί ἀλλόπιστη. ῾Ο Κύριος δέν τῆς ἀποκρίθηκε κανένα λόγο, γιά νά ἀναγκαστεῖ νά φανερώσει τήν πίστη καί τήν ἀρετή της. ῾Η σιωπή τοῦ ᾿Ιησοῦ ἀποκάλυψε τήν εὐλάβεια τῆς γυναίκας καί πρόλαβε τόν σκανδαλισμό τῶν ἄλλων.
῾Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις καί στή δική μας ζωή στίς ὁποῖες δέν μποροῦμε νά ἐξηγήσουμε γιατί οἱ προσευχές μας δέν παίρνουν τήν ἀπάντηση πού περιμένουμε. Νά μήν ἀπελπιζόμαστε ἀλλά νά εἴμαστε ἀπόλυτα βέβαιοι ὅτι ὁ Κύριος ἔχει ἀνεξάντλητη ἀγάπη καί εὐσπλαγχνία γιά μᾶς τά παιδιά του, καί ὅταν ἀκόμη φαίνεται ὅτι δέν ἀνταποκρίνεται στίς παρακλήσεις μας καί ἀδιαφορεῖ γιά τίς ἀνάγκες μας.
γ) ῾Ο ᾿Ιησοῦς παραμένει ἄκαμπτος στίς παρακλήσεις τῆς Χαναναίας (15,24-27)
15,24. ῾Ο δέ ἀποκριθείς εἶπεν· οὐκ ἀπεστάλην εἰ μή εἰς τά πρόβατα τά ἀπολωλότα οἴκου ᾿Ισραήλ.
῾Ο ᾿Ιησοῦς βάζει σέ μεγάλη δοκιμασία τήν πίστη τῆς γυναίκας. ῞Οταν ἀποφάσισε νά τῆς μιλήσει τό ἔκανε μόνο γιά νά τῆς θυμίσει τήν κατώτερη, σέ σχέση μέ τούς ᾿Ιουδαίους, θέση της. ῾Ως ἀλλοεθνής καί ἀλλόθρησκη δέν εἶχε δικαιώματα στό βασίλειο τοῦ Μεσσία, τοῦ υἱοῦ τοῦ Δαυΐδ. ῾Η ἀποστολή τοῦ ᾿Ιησοῦ καθώς καί τῶν μαθητῶν του ἀπέβλεπε στά πρόβατα τά ἀπολωλότα οἴκου ᾿Ισραήλ, στό ἔθνος τῶν ᾿Ιουδαίων στό ὁποῖο ὁ Θεός εἶχε δώσει τίς ἐπαγγελίες.
15,25. ῾Η δέ ἐλθοῦσα προσεκύνησεν αὐτῷ λέγουσα· Κύριε, βοήθει μοι.
Καί μόνη ἡ σιωπή τοῦ Χριστοῦ ἦταν ἀρκετή γιά νά ἀποστομώσει καί νά ἀπογοητεύσει τόν καθένα· ἀκόμη περισσότερο ἡ ἀπάντησή του μποροῦσε νά ὁδηγήσει στήν ἀπελπισία. ῾Η Χαναναία ὅμως ὄχι μόνο δέν σιώπησε καί δέν ἔφυγε ἀπογοητευμένη, ἀλλά ἔγινε περισσότερο ὁρμητική καί τολμηρή· προσεκύνησεν αὐτῷ, ἔπεσε στά πόδια του (βλ. Μρ 7,25) καί τόν παρακαλοῦσε. ῞Οπως σωστά παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Χρυσόστομος ἐμεῖς δέν ἐνεργοῦμε ἔτσι ὅταν δέν ἱκανοποιηθεῖ τό αἴτημά μας. ᾿Απομακρυνόμαστε καί μάλιστα μέ πικρία, χωρίς νά ἐπιμένουμε...῾Η γυναίκα ὅμως δέν ἔχασε τήν πίστη καί τήν ἐλπίδα της. ῞Οταν εἶδε ὅτι οἱ προστάτες της, δηλαδή οἱ μαθητές, δέν εἶχαν καμία δύναμη, ἔδειξε τήν ὡραία ἀδιαντροπιά της. Προηγουμένως ἔκραζε ἀπό πίσω τους, ἐνῶ τώρα πλησιάζει καί προσκυνεῖ τόν Κύριο.
Τιμητικά τόν προσφωνεῖ Κύριε, ὡς υἱό Δαυΐδ, ὡς τόν ἀναμενόμενο Μεσσία, πού ἔρχεται ὄχι μόνο γιά τούς ᾿Ιουδαίους ἀλλά καί γιά τούς ἐθνικούς. Αὐτός εἶναι ἡ ἐλπίδα τοῦ ᾿Ισραήλ, ἀλλά καί ἡ προσδοκία τῶν ἐθνῶν. ῾Επομένως καί αὐτή ἔχει δικαίωμα νά ζητήσει τή βοήθεια του. Γι᾿ αὐτό ἐπιμένοντας στίς ἱκεσίες της τοῦ λέει βοήθει μοι.
15,26. ῾Ο δέ ἀποκριθείς εἶπεν· οὐκ ἔστι καλόν λαβεῖν τόν ἄρτον τῶν τέκνων καί βαλεῖν τοῖς κυναρίοις.
῞Οσο ἡ Χαναναία θέρμαινε τήν παράκλησή της, τόσο περισσότερο ἔμενε ἀσυγκίνητος ὁ ᾿Ιησοῦς. ᾿Αντί νά καμφθεῖ ἀπό τήν ἐπιμονή τῆς γυναίκας γίνεται πιό προσβλητικός. Τῆς ἀποκρίνεται· οὐκ ἔστι καλόν λαβεῖν τόν ἄρτον τῶν τέκνων καί βαλεῖν τοῖς κυναρίοις. ᾿Ονομάζει τούς ᾿Ιουδαίους τέκνα, ἐνῶ αὐτή τήν ἀποκαλεῖ χλευαστικά κυνάριο, σκυλάκι. ῾Η λέξη κυνάρια ἐκφράζει ὄχι μόνο τό μίσος, ἀλλά καί τήν περιφρόνηση. Οἱ ραββίνοι ἔβριζαν τούς ἐθνικούς ὡς κύνας. ᾿Αλλά καί ἀπό τή νεότερη ἱστορία ξέρουμε ὅτι οἱ Τοῦρκοι ἔβριζαν τούς χριστιανούς σάν ἀπίστους ἀποκαλώντας τους «σκυλιά». ῾Ο Θεοτόκης λέει· «Κυνάρια καλεῖ τούς ἐθνικούς διά τό ἀκάθαρτον τῆς ζωῆς αὐτῶν καί τήν τῶν εἰδώλων λατρείαν· τέκνα δέ τούς ᾿Ιουδαίους διά τήν θεοσέβειαν καί τήν εἰς αὐτούς δοθεῖσαν νομοθεσίαν· ἄρτον δέ τήν διά θαύματος εὐεργεσίαν».
῎Αρτος εἶναι ὁποιαδήποτε δωρεά καί εὐεργεσία τοῦ Θεοῦ πού σύμφωνα μέ τή νοοτροπία τῶν ᾿Ιουδαίων ἔπρεπε νά δίνεται μόνο σ᾿ αὐτούς, ἀφοῦ αὐτοί ἦταν ὁ ἐκλεκτός λαός του, τά τέκνα του. ῾Ο Χριστός συμπεριφέρεται σάν γνήσιος φανατικός ᾿Ιουδαῖος ἐθνικιστής, πού ἔχει ὡς δόγμα ὅτι «κάθε ἀλλοεθνής εἶναι σκυλί». Τά εὐεργετικά του σημεῖα εἶναι μόνο γιά τό ἔθνος τῶν ῾Εβραίων. Οἱ μαθητές πίστευαν ὅτι οἱ Χαναναῖοι ἐξαιτίας τῆς εἰδωλολατρίας καί τῆς διαφθορᾶς τους δέν εἶχαν ἴδια δικαιώματα μέ τούς ῾Εβραίους, γι᾿ αὐτό ὁ ᾿Ιησοῦς δέν θά πρέπει νά τούς εὐεργετεῖ. ῾Ο Κύριος μέ τή συμπεριφορά του ἐκφράζει τόν ἑβραϊκό ἐγωισμό πού εἶχαν οἱ μαθητές στό βάθος τῆς ψυχῆς τους. ῎Ετσι τούς δείχνει· α) Πόσο κακό πράγμα εἶναι ἡ διάκριση τῶν ἀλλοφύλων καί β) Πόσο αὐτοί οἱ ἀλλόφυλοι εἶναι πολλές φορές καλύτεροι, ἀπό τούς ᾿Ιουδαίους καί πιό ἄξιοι τῆς θείας εὐλογίας.
15,27. ῾Η δέ εἶπε· ναί, Κύριε· καί γάρ τά κυνάρια ἐσθίει ἀπό τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπό τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν.
῾Η συνετή γυναίκα δέν θυμώνει, ἀλλά παραδέχεται ὡς σωστό τό λόγο τοῦ Χριστοῦ καί χρησιμοποιεῖ τίς ἴδιες τίς λέξεις του γιά τήν ὑπεράσπισή της. Κατά τήν ὥρα τοῦ φαγητοῦ τά κυνάρια στέκονται γύρω ἀπό τό τραπέζι καί τρῶνε ἀπό τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπό τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν. ῞Ο,τι συμβαίνει καθημερινά σ᾿ αὐτά, εἶναι δίκαιο νά γίνει καί σέ μένα, λέει ἡ Χαναναία. Γνωρίζω ὅτι ἡ τροφή εἶναι ἀναγκαία γιά τά τέκνα, ὅμως αὐτό δέν μέ ἐμποδίζει ἐμένα πού εἶμαι σκυλάκι νά πάρω τά ψίχουλα. Μέ τήν εἰκόνα αὐτή προσπαθεῖ νά ἀποσπάσει τήν εὔνοια καί τή συμπάθεια τοῦ ᾿Ιησοῦ.
῾Ο ἅγιος Χρυσόστομος λέει ὅτι ὁ Κύριος κρατοῦσε αὐτή τήν ἀρνητική στάση ἀπέναντι στή γυναίκα, διότι ἤθελε νά φανερώσει ὅλη τήν εὐσέβεια τῆς ψυχῆς της καί τή μεγάλη της ἀρετή. Τά λόγια του δέν ἦταν προσβλητικά, ἀλλά προκλητικά γιά νά ἀποκαλύψουν τόν κρυμμένο θησαυρό.
«Τό μέν οὖν μή ἀποστῆναι, τοσοῦτον ἐξουδενωθεῖσαν, πίστεως ἦν· τό δέ συνομολογῆσαι κυνάριον ἑαυτήν, ταπεινώσεως· τό δέ ἀπό τῶν λόγων τοῦ Χριστοῦ κατασκευάσαι συνηγορίαν, συνέσεως», ἐπισημαίνει ὁ Ζιγαβηνός. Τό ὅτι δέν ἀπομακρύνθηκε, παρότι ὁ Κύριος τήν ἐξουθένωσε, δείχνει τήν πίστη της. Τό ὅτι συμφώνησε ὅτι εἶναι κυνάριο δηλώνει τήν ταπείνωσή της, ἐνῶ τό ὅτι χρησιμοποίησε τά λόγια τοῦ Χριστοῦ ὡς ἐπιχείρημα ὑπέρ τοῦ ἑαυτοῦ της, φανερώνει τή σύνεσή της. Πιστεύει ὄχι μόνο στή δύναμη, ἀλλά καί στήν ἀγαθότητα καί τή φιλανθρωπία τοῦ Χριστοῦ, γι᾿ αὐτό δέν ἀπέκαμε, ἀλλά ἐπέμεινε νά ἐκλιπαρεῖ τή βοήθειά του. Ναί, Κύριε, συμφωνῶ ὅτι δέν εἴμαστε τά παιδιά τοῦ ᾿Αβραάμ, δέν ἔχουμε τήν πίστη, εἴμαστε σκυλιά μέσα στήν εἰδωλολατρία καί τήν ἀθλιότητά μας. Λάβε ὑπ᾿ ὄψη σου ὅμως, Κύριε, ὅτι τά παιδιά τρῶνε τούς ἄρτους καί τά φαγητά στό τραπέζι, ἀλλά κάτω ἀπό τό τραπέζι πέφτουν ψίχουλα καί τά σκυλιά τρῶνε τά ψίχουλα αὐτά. ῞Ενα ψίχουλο δός μου. Κάνε θαύματα πολλά στά παιδιά σου. Σέ μένα δῶσε μόνο ἕνα ψίχουλο· θεράπευσε τήν κόρη μου.
῾Ο ἀείμνηστος Κ. Καλλίνικος ἑρμηνεύοντας τό διάλογο τοῦ Χριστοῦ μέ τή Χαναναία τόν παραλληλίζει μέ τή μυστηριώδη πάλη τοῦ ᾿Ιακώβ μέ ἕναν παράδοξο ἄγγελο. ῾Ο πατριάρχης πάλευε ὅλη τή νύκτα μαζί του, μέχρις ὅτου κατόρθωσε νά νικήσει αὐτόν πού ἦταν ἰσχυρότερός του καί νά ἀποσπάσει τήν εὐλογία του. ῎Ετσι καί ἡ Χαναναία, ἁρπάζει ἀπό τό στόμα τοῦ Κυρίου τά λόγια του καί τόν νικάει μέ τό δικό του ὅπλο. Μεταβάλλει τό «ὄχι» του σέ «ναί», ἤ καλύτερα ἀποσπᾶ τό «ναί» πού εἶναι κρυμμένο κάτω ἀπό τό «ὄχι».
δ) ῾Ο ᾿Ιησοῦς βραβεύει τήν πίστη τῆς Χαναναίας (15,28)
15,28. Τότε ἀποκριθείς ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτῇ· ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις! Γενηθήτω σοι ὡς θέλεις. Καί ἰάθη ἡ θυγάτηρ αὐτῆς ἀπό τῆς ὥρας ἐκείνης.
῞Οταν ἡ γυναίκα ταπεινώθηκε τόσο πολύ μπροστά στόν Κύριο, στούς μαθητές του καί στούς ἄλλους ἰουδαίους πού πιθανόν ἦταν ἐκεῖ παρόντες, τότε ὁ ᾿Ιησοῦς ἀνοίγει τήν καρδιά του, δείχνει τά ἀληθινά αἰσθήματά του πρός τήν Χαναναία καί ἐγκωμιάζει τήν πίστη της. Γεμάτος θαυμασμό ἀναφωνεῖ· ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις! Μέ τέτοια δυνατή καί ζωντανή πίστη ὅ,τι θέλεις γίνεται. Γενηθήτω σοι ὡς θέλεις: Κέρδισες πράγματι τή μάχη, πέτυχες μεγάλη νίκη. ῾Η πίστη σου ἀποδείχθηκε ἰσχυρή καί ἀκλόνητη, ἄς γίνει ὅπως θέλεις.
Στήν Κυριακή προσευχή ὁ ᾿Ιησοῦς μᾶς δίδαξε νά λέμε στόν Θεό· «Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς γενηθήτω τό θέλημά σου». Νά γίνεται ὄχι τό θέλημα τό δικό μας, ἀλλά τό δικό του θέλημα, διότι αὐτό εἶναι τό ὀρθό, τό δίκαιο, τό ἅγιο, τό σωτήριο γιά μᾶς. Στήν περίπτωση ὅμως τῆς Χαναναίας ὁ Χριστός λέγει νά γίνει τό δικό της ἀνθρώπινο θέλημα· Γενηθήτω σοι ὡς θέλεις. ῾Ο Θεός ἐκτελεῖ τό δικό μας θέλημα, ὅταν εἶναι ἅγιο καί ὅταν τοῦ τό ζητοῦμε μέ δυνατή πίστη. Αὐτός ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ πρός τή Χαναναία πού κρύβει μέσα του τή δύναμη τοῦ θαύματος, φέρνει στή σκέψη μας τή φωνή τοῦ Δημιουργοῦ πού εἶπε· «Γενηθήτω φῶς· καί ἐγένετο φῶς» (Γε 1,3).
Καί ἰάθη ἡ θυγάτηρ αὐτῆς ἀπό τῆς ὥρας ἐκείνης: Τό δαιμόνιο βγῆκε ἀμέσως. ῾Η θυγατέρα τῆς Χαναναίας θεραπεύτηκε τελείως, ἔγινε ὑγιής καί φρόνιμη. ῾Η πίστη, ἡ ταπείνωση καί ἡ ἐπιμονή τῆς μάνας βραβεύτηκαν.
Θαύμασε ὁ Χριστός τήν πίστη αὐτῆς τῆς γυναίκας, ὅπως καί τήν πίστη τοῦ ἑκατοντάρχου, καί τήν διατυμπάνισε. Καί οἱ δύο ἦταν ἐθνικοί καί τυπικά εἰδωλολάτρες. Τόν ἑκατόνταρχο τόν ἐπαίνεσε στά μάτια τοῦ λαοῦ, μέ τό νά πεῖ ὅτι «οὐδέ ἐν τῷ ᾿Ισραήλ τοσαύτην πίστιν εὗρον». Θέλησε μέ τή δήλωση αὐτή νά ξυπνήσει τούς ψυχρούς ᾿Ιουδαίους. Τήν Χαναναία τήν θαυμάζει, γιά νά διδάξει τούς μαθητές του. Γιά τό σκοπό αὐτό κυρίως ἔκανε καί τό ταξίδι στήν ξένη χώρα. Τό δίδαγμα ἦταν φανερό. «Εἴδατε ἀγαπητοί μαθητές, τήν ἀπιστία, εἴδατε καί τήν καταπάτηση τῆς διαθήκης τοῦ Θεοῦ ἐκ μέρους αὐτῶν πού θεωροῦνται γνήσια τέκνα τοῦ Θεοῦ καί ἀποκλειστικοί κληρονόμοι του. Δέστε τώρα καί ποιός θησαυρός πίστεως, ποιά ταπείνωση καί σύνεση καί τί ἀναμονή τοῦ υἱοῦ Δαυΐδ κρύβεται σ᾿ αὐτή τήν ἀλλοεθνή και τυπικά εἰδωλολάτρισσα γυναίκα».
Τό δίδαγμα γιά τήν ᾿Εκκλησία εἶναι μεγάλο και βαθύ, ὁλοφάνερο καί θεμελιακό. Νά μήν ἐπηρεάζεται ποτέ οὔτε ἀπό τήν καταγωγή τῶν ἀνθρώπων, οὔτε ἀπό ἄλλα ἐξωτερικά προσόντα ἤ μειονεκτήματα, ἀλλά νά ἐνδιαφέρεται γιά τήν πίστη καί τήν ἀρετή τους. ᾿Ακόμη καί στούς πιό περιφρονημένους καί στούς πιό ἄθλιους ἀνθρώπους μπορεῖ νά ὑπάρχουν ψυχές πού ζητοῦν τή σωτηρία. Γι᾿ αὐτό τό κήρυγμα πρέπει νά τούς ἀγκαλιάζει ὅλους, χωρίς καμία διάκριση. ᾿Ακόμη καί μέσα στό βοῦρκο τῆς πιό ἀνήθικης ζωῆς, ὑπάρχουν ψυχές πού λάμπουν σάν διαμάντια πολύτιμα καί περιμένουν νά τίς πλησιάσουμε καί νά μεταδὠσουμε τό μήνυμα τοῦ εὐαγγελίου, νά τίς ὁδηγήσουμε στή σωτηρία. ῞Οπως ὁ ἥλιος ρίχνει τίς ἀκτίνες του στό ἄσπρο χιόνι ἀλλά καί στό βοῦρκο καί στή λάσπη, χωρίς νά λερώνεται, ἔτσι καί ἡ ᾿Εκκλησία ἀπευθύνει τό κήρυγμά της σ᾿ ὅλους καί καλεῖ στή σωτηρία καί τούς πιό ἁμαρτωλούς. Μιμεῖται σ᾿ αὐτό τόν ἀρχηγό της, τόν Κύριο, ὁ ὁποῖος «μή ἐκστάς τῆς φύσεως μετέσχε τοῦ ἡμετέρου φυράματος».
Θά πρέπει ἐπίσης νά προσέξουμε νά μή δημιουργήσουμε γιά τόν ἑαυτό μας μία φαρισαϊκή ἰδέα ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε οἱ ἐκλεκτοί τοῦ Θεοῦ καί ὑπερέχουμε ἔναντι τῶν ἄλλων. Πόσοι ἄνθρωποι θά ἦταν πολύ καλύτεροι ἀπό μᾶς ἄν εἶχαν τήν πνευματική καλλιέργεια πού εἴχαμε ἐμεῖς, ἄν εἶχαν τίς εὐκαιρίες πού ἀπολαύσαμε ἐμεῖς! Πόσες Χαναναῖες πού ἐμεῖς περιφρονοῦμε, προσελκύουν στοργικό ἐπάνω τους τό βλέμμα τοῦ Χριστοῦ!
Στήν περικοπή αὐτή βλέπουμε ἐπίσης τόν μεγάλο πόθο τοῦ Κυρίου μας νά ἑνωθοῦν στή μία πίστη ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἀνεξάρτητα ἀπό ποῦ προέρχονται καί ποῦ ἀνήκουν. Μέ τή μία πίστη καί μία ἀγάπη, μέ τό εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ μας ὡς ὕψιστο καί αἰώνιο σύνταγμα μποροῦν οἱ ἄνθρωποι νά ἀποτελέσουν μία οἰκογένεια μέ πατέρα τόν Θεό, μιά κοινωνία μέ κυβερνήτη τό ἅγιο Πνεῦμα, μιά βασιλεία μέ βασιλιά τόν Κύριό μας ᾿Ιησοῦ Χριστό.
Τά εὐεργετικά καί σωτήρια ἀποτελέσματα τῆς πίστεως στή ζωή μας εἶναι πολλά. ῾Η πίστη εἶναι ἕνα σωσίβιο στίς τρικυμίες καί τούς πειρασμούς πού μᾶς κυκλώνουν. Εἶναι ἕνα ἐφόδιο στίς θλίψεις, στίς δοκιμασίες καί τίς δυσκολίες πού καθημερινά συναντοῦμε. ῾Η πίστη φέρνει τόν Θεό κοντά μας. (῎Εχουμε θαυμαστά παραδείγματα ἀνθρώπων πού ἔνιωθαν κοντά τους τόν Θεό σέ σκληρές ὧρες· ὁ ᾿Ιώβ λεπρός καί ἐγκαταλειμένος στήν κοπριά, ὁ ᾿Ιωνᾶς στήν κοιλιά τοῦ κήτους, οἱ τρεῖς παῖδες στό καμίνι τοῦ Ναβουχοδονόσορα, ὁ Δανιήλ στό λάκκο τῶν λεόντων). Αὐτή ἡ πολύτιμη δύναμη τῆς πίστεως στίς μέρες μας χτυπιέται σκληρά ἀπό τήν ἀθεΐα καί τόν ὑλισμό, ἀπό τή διαφθορά καί τίς σκοτεινές δυνάμεις. Γι αὐτό μέ ἀγωνία καθημερινά νά ἐλέγχουμε τόν ἑαυτό μας, νά μή χάσουμε τήν πίστη μας. ᾿Εναγώνια νά ἀπευθύνουμε στόν Κύριο τό αἴτημα πού τοῦ ὑπέβαλαν κάποτε καί οἱ μαθητές του· «Κύριε, πρόσθες ἡμῖν πίστιν».
Στεργίου Σάκκου, Εὐαγγελικές περικοπές (βοηθήματα κυκλαρχῶν)
῾Η παραβολή τῶν ταλάντων
Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τῆς ΙΣΤ´ Κυριακῆς τοῦ Ματθαίου εἶναι ἡ παραβολή τῶν ταλάντων (25,14-30). Τήν εἶπε ὁ Κύριος μετά ἀπό τήν παραβολή τοῦ ἔμπιστου δούλου (24,45-51) καί τῶν δέκα παρθένων (25,1-13). Καί οἱ τρεῖς αὐτές παραβολές ἔχουν θέμα τή μέλλουσα κρίση καί τήν ἐγρήγορση μέ τήν ὁποία ὀφείλουν οἱ πιστοί νά τήν περιμένουν.
Στήν παραβολή τῶν ταλάντων ἡ ἐγρήγορση παρουσιάζεται ὡς ὑπεύθυνη ἐργασία καί ὄχι ὡς παθητική καί ἄπρακτη προσμονή. ῾Ο ἀγαθός δοῦλος γρηγορεῖ, ἐργάζεται συνεχῶς καί πολλαπλασιάζει τά τάλαντα πού τοῦ ἔδωσε ὁ κύριός του. ῎Ετσι κατά τήν ἡμέρα τῆς κρίσεως βρίσκεται ἕτοιμος καί εὐάρεστος στόν Κύριο. ᾿Αντίθετα ὁ πονηρός καί ὀκνηρός δοῦλος τήν ὥρα τῆς κρίσεως βρίσκεται ἀνέτοιμος καί ἔνοχος, γι᾿ αὐτό κατακρίνεται.
῾Η παραβολή τῶν ταλάντων ἔχει πολλά κοινά σημεῖα μέ τήν παραβολή τῶν μνῶν, τήν ὁποία καταγράφει ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς (19,11-27), παρουσιάζει ὅμως καί διαφορές. Στήν παραβολή τῶν ταλάντων ὁ κύριος ἔδωσε διαφορετικό ποσό στόν κάθε δοῦλο, ἐνῶ οἱ μνές μοιράστηκαν ἐξίσου σέ ὅλους. ῾Ο ὀκνηρός δοῦλος πού δέν ἀξιοποίησε τό τάλαντο τιμωρεῖται σκληρά, ἐνῶ αὐτός πού ἄφησε ἀναξιοποίητη τή μνᾶ, ἀναγκάσθηκε νά τήν ἐπιστρέψει χωρίς ἄλλη τιμωρία.
α) ῾Η διανομή τῶν ταλάντων (25,14-15)
25,14. ῞Ωσπερ γάρ ἄνθρωπος ἀποδημῶν ἐκάλεσε τούς ἰδίους δούλους καί παρέδωκεν αὐτοῖς τά ὑπάρχοντα αὐτοῦ.
῾Ο ᾿Ιησοῦς, ὅπως συνηθίζει, χρησιμοποιεῖ γιά τήν παραβολή του ἕνα γεγονός γνωστό στούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς. Οἱ μεγαλέμποροι ἄρχοντες, πολιτικοί καί στρατιωτικοί, συνήθιζαν εἴτε γιά ἐμπορικές εἴτε γιά πολιτικές ἤ στρατιωτικές ὑποθέσεις νά ἀπουσιάζουν γιά πολύ καιρό ἀπό τά σπίτια καί τίς οἰκογένειές τους ταξιδεύοντας σέ μακρινές χῶρες. ῞Ενα τέτοιο πρόσωπο ἦταν καί ὁ ἄνθρωπος ὁ ἀποδημῶν, γιά τόν ὁποῖο θά μιλήσει ὁ Κύριος. ῾Η διήγηση τῆς παραβολῆς ἀρχίζει μέ τό ὥσπερ, ὅπως, ἀλλά ἡ ἀπόδοση τῆς πρότασης παραλείπεται. Μέ τό τέλος τῆς παραβολῆς ὁ ᾿Ιησοῦς θά συνέχιζε κάπως ἔτσι· «῎Ετσι καί ἐγώ ἀναχωρώντας μέ τήν ἀνάληψή μου στούς οὐρανούς, θά παραδώσω στούς ἀποστόλους μου τά χαρίσματα γιά τόν καταρτισμό καί τή διοίκηση τῆς ᾿Εκκλησίας μου». «᾿Εκδημίαν αὐτοῦ καλεῖ τήν εἰς οὐρανούς ἄνοδον, ὅτε καί παρέδωκε τοῖς μαθηταῖς τά οὐράνια μυστήρια, καί τοῖς τῆς ᾿Εκκλησίας μυσταγωγοῖς ἑκάστῳ κατά τήν ἀναλογίαν τῆς θεοσεβείας τό ἁρμόδιον διδούς», τονίζει ὁ Θεόδωρος ῾Ηρακλείας.
῾Ο ἄνθρωπος αὐτός ἐκάλεσε τούς ἰδίους δούλους, αὐτούς πού ὡς ἀφεντικό τούς εἶχε στήν ἀποκλειστική ὑπηρεσία του. ᾿Εδῶ δούλους ὀνομάζει παραβολικά τούς ἀποστόλους ἀλλά καί ὅλους τούς πιστούς πού ἀναγνωρίζουν τόν Θεό ὡς κύριό τους καί εἶναι ἀφοσιωμένοι στό θέλημά του. Τήν ἐποχή ἐκείνη, ὅπως γνωρίζουμε, οἱ δοῦλοι ἦταν πρόσωπα τά ὁποῖα ἀγόραζε ὁ κύριός τους, τά εἶχε στήν ἰδιοκτησία του καί τά χρησιμοποιοῦσε ὅπως ἤθελε. Δέν εἶχαν δική τους περιουσία, ἀλλά ἐργάζονταν γιά τό ἀφεντικό τους. Οἱ πιστοί εἶναι δοῦλοι τοῦ Χριστοῦ, διότι αὐτός τούς ἐξαγόρασε ἀπό τήν αἰώνια καταδίκη μέ τίμημα μεγάλο, μέ τό αἷμα τῆς θυσίας του, ὅπως λέγουν ὁ ἀπ. Παῦλος καί ὁ ἀπ. Πέτρος (βλ. Α´ Κο 6,19-20· Α´ Πε 1,18-19). Οἱ ἴδιοι οἱ ἀπόστολοι μάλιστα μέ καύχημα ἀποκαλοῦν τόν ἑαυτό τους δοῦλο τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. Καί ἀπέδειξαν πράγματι τήν ἀφοσίωσή τους στόν Κύριο, μέ τή ζωή, τή διδασκαλία καί τό μαρτύριό τους.
῾Ο κύριος τῆς παραβολῆς κάλεσε τούς δούλους του καί τούς ἐμπιστεύτηκε τήν περιουσία του, παρέδωκεν αὐτοῖς τά ὑπάρχοντα αὐτοῦ. Δέν τούς τά χάρισε ἀλλά τούς τά ἔδωσε νά τά ἐργαστοῦν γιά λογιαριασμό δικό του. Τά ὑπάρχοντα πού μᾶς παραδίδει ὁ Κύριος εἶναι τό Εὐαγγέλιο, ἡ ᾿Εκκλησία, τό κήρυγμα τοῦ θείου λόγου, τά μυστήριά της, καί γενικά ὅλες οἱ πνευματικές δωρεές, οἱ ὁποῖες εἶναι κτῆμα τοῦ Χριστοῦ καί μᾶς τίς ἐμπιστεύτηκε.
25,15. καί ᾧ μέν ἔδωκε πέντε τάλαντα, ᾧ δέ δύο, ᾧ δέ ἕν, ἑκάστῳ κατά τήν ἰδίαν δύναμιν, καί ἀπεδήμησεν εὐθέως.
Καί ᾧ μέν ἔδωκε πέντε τάλαντα: Τό τάλαντο ἦταν μέτρο βάρους καί νομισματική μονάδα. Τό τάλαντο χρυσοῦ, ἦταν τό ἀκριβότερο νόμισμα τῆς κλασικῆς ἀρχαιότητος καί ἰσοδυναμοῦσε μέ 6.000 χρυσές δραχμές τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Προκαλεῖ ἐντύπωση ἡ μεγάλη ἀξία τοῦ ποσοῦ πού δίνει ὁ κύριος στούς δούλους του, καθώς καί τό ὅτι τά ποσά δέν μοιράζονται ἴσα ἀλλά οὔτε καί αὐθαίρετα. ῾Ο Κύριος ἐπιλέγει γιά τήν παραβολή τό νόμισμα τοῦ ταλάντου, γιά νά δηλώσει καί τόν μεγάλο πλοῦτο τοῦ ἀφεντικοῦ ἀλλά καί τήν ἀξία τῶν χαρισμάτων πού προσφέρει στούς ἀνθρώπους.
Μερικοί θεώρησαν τάλαντα μόνο τά φυσικά προσόντα καί τίς ἱκανότητες τοῦ ἀνθρώπου, τά λεγόμενα ταλέντα. ῾Η πολυμορφία ὅμως καί ἡ ποικιλία τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ πρός τούς ἀνθρώπους δέν μᾶς ἐπιτρέπουν νά περιορίσουμε τήν ἔννοια τοῦ ταλάντου σέ ἕνα μόνο εἶδος δωρεᾶς. Τά τάλαντα πού ἐννοεῖ ὁ Χριστός εἶναι βέβαια τά φυσικά χαρίσματα πού διακρίνονται ἐξωτερικά ἀλλά πρωτίστως εἶναι τά πνευματικά χαρίσματα πού πλουτίζουν τόν ἐσωτερικό ἄνθρωπο.
«Τάλαντον πολύτιμον εἶναι ἡ ψυχή, τάλαντα δέ καί τά μέσα τῆς σωτηρίας πού δίδει ὁ Θεός εἰς πάντα χριστιανόν. Καί ἄν αὐτά χρησιμοποιήση καταλλήλως καί μορφώση χαρακτῆρα ἐνάρετον καί ἅγιον, θά ὠφελήση ὄχι μόνον τόν ἑαυτόν του, ἀλλά καί ἄλλους πολλούς μέ τό παράδειγμά του. ῾Υπάρχει ἄνθρωπος εἰς χειροτέραν κατάστασιν ἀπό τόν πτωχόν Λάζαρον; Κι ὅμως ἐστόλισε τήν ψυχήν του μέ τελείαν ὑπομονήν, ἔγινε αἰώνιον παράδειγμα, ἀπό τό ὁποῖον ἀντλοῦν παρηγορίαν καί ἐλπίδα τόσαι καί τόσαι ψυχαί», ἐπισημαίνει ὁ ἀείμνηστος π. Σεραφείμ Παπακώστας.
Τά τάλαντα εἶναι κεφάλαια πού πρέπει νά ἀποδώσουν κέρδη, εἶναι προσόντα γιά βοήθεια καί ἐξυπηρέτηση τῶν ἄλλων. Δέν δίνονται γιά δόξα καί ἀπόλαυση, ἀλλά γιά δράση καί ἐργασία. Δημιουργοῦν ὑποχρεώσεις, ὁρίζουν καθήκοντα καί χρέη πού ἀπαιτοῦν κόπους.
῾Η διευκρίνιση ὅτι ᾧ μέν ἔδωκε πέντε τάλαντα, ᾧ δέ δύο, ᾧ δέ ἕν, παρουσιάζει τήν προσωπική σχέση τοῦ Θεοῦ μέ τόν κάθε ἄνθρωπο, ἡ ὁποία ποικίλλει κατά πρόσωπο καί κατά περίπτωση. Δέν μπορεῖ, λοιπόν, κανείς νά παραπονεθεῖ, γιατί πῆρε λιγότερα ἀπό τόν ἄλλο. ῾Η συνέχεια τῆς παραβολῆς δείχνει ὅτι ὅποιος ἔλαβε πολλά, θά τοῦ ζητηθοῦν καί πολλά, ἐνῶ ὅποιος πῆρε λίγα, θά τοῦ ζητηθοῦν λιγότερα. ῾Η διαφορά τοῦ ἀριθμοῦ τῶν ταλάντων δέν ὁδηγεῖ τόν ἕνα στήν ἀγωνία τοῦ πολλαπλασιασμοῦ καί τόν ἄλλο στήν ἀδράνεια. ῾Ο σκοπός εἶναι ὁ καθένας νά ἀξιοποιήσει ὅ,τι τοῦ δόθηκε γιά τή δόξα τοῦ Θεοῦ. Τά χαρίσματα καί τά προτερήματα τοῦ καθενός νά γίνουν διακονία γιά τήν ὠφέλεια τῶν ἄλλων, γιά ὅλη τήν κοινωνία. Εἶναι ἀνάγκη, λοιπόν, νά ἐπισημάνουμε τά τάλαντά μας, νά τά ἐκτιμήσουμε καί νά τά ἀξιοποιήσουμε. Καί τό ἕνα τάλαντον, πού ἔλαβε ὁ τρίτος δοῦλος, δέν εἶναι κάτι μικρό καί ἀσήμαντο.
῾Εκάστῳ κατά τήν ἰδίαν δύναμιν. ῾Ο κύριος γνωρίζει τίς δυνατότητες τῶν δούλων του καί τίς ἀντιμετωπίζει μέ σεβασμό. ᾿Αποτελεῖ γεγονός ἀναμφισβήτητο ὅτι ὁ Θεός διανέμει τάλαντα στούς ἀνθρώπους καί δέν μένει κανείς χωρίς νά λάβει ἔστω καί ἕνα. Διαφέρει μόνο ὁ ἀριθμός τῶν ταλάντων πού δίνει στόν καθένα. ῾Η διανομή εἶναι ἄνιση, ἀλλά ὄχι αὐθαίρετη διότι ὁ Θεός, πού γνωρίζει τίς προϋποθέσεις τοῦ κάθε ἀνθρώπου, τοῦ ἐμπιστεύεται τόσα τάλαντα, ὅσα ὁ καθένας μπορεῖ νά πολλαπλασιάσει.
῾Ο ἀπ. Παῦλος λέει· «῾Ενί δέ ἑκάστῳ ἡμῶν ἐδόθη ἡ χάρις κατά τό μέτρον τῆς δωρεᾶς τοῦ Χριστοῦ» (᾿Εφ 4,7). ῾Ο ἅγιος Κλήμης Ρώμης λέει ὅτι ὁ Χριστός μοιράζει ἄνισα τά τάλαντά του στούς πιστούς, ὅπως στό στρατό ὅπου «οὐ πάντες εἰσίν ἔπαρχοι, οὐδέ χιλίαρχοι, ἀλλά ἕκαστος ἐν τῷ ἰδίῳ τάγματι τά ἐπιτασσόμενα ὑπό τοῦ βασιλέως ἐπιτελεῖ». Οἱ μεγάλοι ἀξιωματοῦχοι δέν μποροῦν νά κάνουν τίποτε χωρίς τούς μικρούς. ῾Ο ἅγιος ᾿Ιγνάτιος λέει ὅτι ὁ ἱερός κλῆρος ἀποτελεῖ κιθάρα ἡ ὁποία ψάλλει τόν Χριστό καί ἡ κιθάρα αὐτή συγκροτεῖται ἀπό ποικίλες χορδές.
῾Ο Μπάχ ἔπαιζε τίς ἀθάνατες μελωδίες του στό ἐκκλησιαστικό ὄργανο. Μά γι᾿ αὐτό χρειαζόταν τή βοήθεια τοῦ νεωκόρου, πού ἀθέατος τραβοῦσε τό φυσερό. Μιά μέρα ὁ νεωκόρος παραπονέθηκε, γιατί ὅλα τά συγχαρητήρια τά ἔπαιρνε ὁ Μπάχ. Αὐτό βέβαια ἔκαμε τόν μεγαλοφυῆ μουσικό νά γελάσει. ῞Οταν ὁ Μπάχ στήν προσεχῆ λειτουργία ἔβαλε τά χέρια στά πλῆκτρα, δέν ἔβγαινε ἦχος. ῎Εντρομος ἔρριξε τό βλέμμα στή θέση τοῦ νεωκόρου καί τόν εἶδε νά κάθεται μέ σταυρωμένα τά χέρια! ῾Η στάση του ἔλεγε· «῎Αν μπορεῖς, παῖξε μόνος σου, νά σέ θαυμάσουν».
β) Οἱ ἐνέργειες τῶν δούλων καί ἡ ἐπάνοδος τοῦ κυρίου (25,16-19)
Στή συνέχεια τῆς παραβολῆς σημειώνεται ἡ ἄμεση δραστηριοποίηση καί ἡ ἐντατική ἐργασία τῶν δούλων πού πῆραν ἀπό πέντε καί ἀπό δύο τάλαντα, καθώς καί ἡ ἐνέργεια τοῦ τρίτου δούλου ν᾿ ἀποκρύψει στή γῆ τό δικό του. Μετά ἀπό πολύ χρόνο ἐπιστρέφει ὁ κύριος καί τακτοποιεῖ τούς λογαριασμούς μέ τούς δούλους του, στούς ὁποίους ἐμπιστεύτηκε τά διάφορα ποσά. ᾿Από τούς τρεῖς δούλους ὁ ἕνας βρέθηκε ἀνάξιος τῆς ἐμπιστοσύνης τοῦ κυρίου του, διότι ἀποδείχτηκε πονηρός καί ὀκνηρός.
25,16-17. Πορευθείς δέ ὁ τά πέντε τάλαντα λαβών εἰργάσατο ἐν αὐτοῖς καί ἐποίησεν ἄλλα πέντε τάλαντα. ῾Ωσαύτως καί ὁ τά δύο ἐκέρδησε καί αὐτός ἄλλα δύο.
Οἱ δύο πρῶτοι δοῦλοι ἐργάστηκαν καί διπλασίασαν τό κεφάλαιο πού πῆραν. Στόν κόσμο οἱ ἔμποροι συχνά παθαίνουν ζημιές, χρεωκοπίες καί καταστροφές, παρά τούς ἀκριβεῖς προϋπολογισμούς, τίς οἰκονομικές μελέτες καί τό ἐπιχειρηματικό πνεῦμα, ἐδῶ ὅμως συμβαίνει τό ἀντίθετο. ῾Ο χριστιανός πού θά χρησιμοποιήσει τά πνευματικά του κεφάλαια καί θά ἐργαστεῖ μέ προθυμία καί ἐπιμέλεια, εἶναι ἀδύνατο νά μήν κερδίσει.
«῾Ο καί πράττων καλῶς καί διδάσκων ὀρθῶς τά ἐμπιστευθέντα διπλασιάζει τάλαντα», σημειώνει ὁ Ζιγαβηνός. ῾Η αὔξηση τῶν ταλάντων εἶναι κάτι γενικό καί δέν περιορίζεται στίς ἀρετές τοῦ ἀνθρώπου. Τό νά φέρει κανείς καί ἄλλους στόν Χριστό καί νά γίνει αἴτιος προκοπῆς πολλῶν ἀδελφῶν, τό νά προσευχηθεῖ, νά ἐργαστεῖ καί ν᾿ ἀγωνιστεῖ γιά τήν ᾿Εκκλησία, νά συγχωρήσει ὅσους τόν ἔβλαψαν, νά ἐλεήσει αὐτούς πού ἔχουν ἀνάγκη, εἶναι αὔξηση τῶν ταλάντων. ῾Ο ἅγιος Χρυσόστομος τονίζει ὅτι εἶναι ἡ ἀγαθοποιός δράση τοῦ ἀνθρώπου μέσα στήν κοινωνία καί ὅτι τίποτε δέν εἶναι τόσο εὐάρεστο στόν Θεό ὅσο τό «κοινωφελῶς ζῆν».
25,18. ῾Ο δέ τό ἕν λαβών ἀπελθών ὤρυξεν ἐν τῇ γῇ καί ἀπέκρυψε τό ἀργύριον τοῦ κυρίου αὐτοῦ.
῾Ο τρίτος δοῦλος ἔθαψε στή γῆ τό ἀργύριον τοῦ κυρίου αὐτοῦ καί ἔτσι τό ἄφησε ἀνενέργητο, ἀναξιοποίητο. ῾Ο Θεοφύλακτος ἐξηγεῖ· «Τό ἐν τῇ γῇ δηλοῖ τήν εἰς ὑλικά καί κοσμικά πράγματα προσήλωσιν καί χρῆσιν τῶν πνευματικῶν αὐτοῦ δυνάμεων καί δώρων». ῾Ο δοῦλος περιῆλθε σέ πνευματική ἀδράνεια καί παραλυσία, σπατάλησε δηλαδή τίς δυνάμεις του στίς κοσμικές ἐπιθυμίες καί ἡδονές. ῾Ο Θεός τοῦ ἔδωσε τό τάλαντο τῆς πίστεως καί ἐκεῖνος δέν τό χρησιμοποίησε γιά νά ἀναπτύξει μία πνευματική ζωή, ἀλλά τό ἔθαψε ὡς νεκρό νόμισμα. Δέν ἦταν καταχραστής, δέν τό σπατάλησε, ἀλλά τό ἄφησε ἀχρησιμοποίητο. Τό ὅτι ὅμως δέν τό ἀξιοποίησε εἶναι σάν νά τό σπατάλησε καί ἁμάρτησε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. ῾Ο Κύριος διδάσκει ὅτι ὅποιος ἀρνεῖται νά κάνει τό καλό, πού μπορεῖ νά κάνει, διαπράττει κακό, ὅπως φαίνεται ἀπό τή στάση τοῦ ἱερέα καί τοῦ λευΐτη στήν παραβολή τοῦ καλοῦ Σαμαρείτη (βλ. Λκ 10,32). ῾Ο ἅγιος ᾿Ιάκωβος ἐπαναλαμβάνει ὅτι «εἰδότι οὖν καλόν ποιεῖν καί μή ποιοῦντι, ἁμαρτία αὐτῷ ἐστιν» (4,17).
25,19. Μετά δέ χρόνον πολύν ἔρχεται ὁ κύριος τῶν δούλων ἐκείνων καί συναίρει μετ᾿ αὐτῶν λόγον.
Στούς στίχους πού ἀκολουθοῦν ὁ Χριστός μέ εἰκόνες καί ζωηρούς παραβολικούς λόγους παρουσιάζει τή μεγάλη καί παγκόσμια ὥρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας του, τήν κρίση καί τήν ἀπολογία τῶν ἀνθρώπων, τήν ἀμοιβή ἤ τήν τιμωρία τους.
Μετά τήν ᾿Ανάληψη τοῦ ᾿Ιησοῦ στούς οὐρανούς, θά ἀκολουθήσει ἡ Δευτέρα Παρουσία μετά χρόνον πολύν. Τονίζεται ἐδῶ ὅτι δόθηκε στούς δούλους χρόνος πολύς, δηλαδή ἀρκετός ὥστε νά μπορέσουν νά ἐργασθοῦν καί νά διπλασιάσουν τό τάλαντο. ῞Οταν τελικά ὁ κύριος τῆς παραβολῆς ἐπέστρεψε, ζήτησε λογαριασμό ἀπό τούς δούλους του. ῎Ετσι καί ὁ Χριστός μέ πολλή δύναμη καί μεγαλοπρέπεια θά ξαναέρθει. Τότε θά καθίσει στόν ἔνδοξο θρόνο του καί συναίρει μετ᾿ αὐτῶν λόγον, θά ζητήσει λογαριασμό γιά τήν ἀξιοποίηση τῶν χρημάτων του (πρβλ. Μθ 18,23).
γ) ῾Ο ἔπαινος καί ἡ ἀμοιβή τοῦ πρώτου καί δεύτερου δούλου (25,20-23)
25,20. Καί προσελθών ὁ τά πέντε τάλαντα λαβών προσήνεγκεν ἄλλα πέντε τάλαντα λέγων· κύριε, πέντε τάλαντά μοι παρέδωκας· ἴδε ἄλλα πέντε τάλαντα ἐκέρδησα ἐπ᾿ αὐτοῖς.
῾Ο δοῦλος πού εἶχε λάβει τά πέντε τάλαντα καί ἔφερε στό ἀφεντικό του ἄλλα πέντε τάλαντα, παρουσιάστηκε μέ παρρησία καί θάρρος μπροστά του λέγων· κύριε, πέντε τάλαντά μοι παρέδωκας· ἴδε ἄλλα πέντε τάλαντα ἐκέρδησα ἐπ᾿ αὐτοῖς. Μοῦ ἐμπιστεύτηκες πέντε τάλαντα, κοίτα ἐκέρδησα ἄλλα τόσα. Τό κέρδος δέν τό ἀποδίδει στόν ἑαυτό του ἀλλά στήν προσφορά τοῦ κυρίου του, ἀπό τόν ὁποῖο ἔλαβε τό κεφάλαιο τῆς ἐργασίας του.
Οἱ πιστοί δέν οἰκειοποιοῦνται τήν καρποφορία τῶν ταλάντων, δέν ἀποδίδουν στόν ἑαυτό τους τό κέρδος. Συναισθάνονται ὅτι ὁ Θεός τούς δώρισε τά διάφορα χαρίσματα, τούς ἔδωσε τή διάθεση καί τήν ἀπόφαση νά ἐργασθοῦν σύμφωνα μέ τό θέλημά του, γι᾿ αὐτό ἀναγνωρίζουν ὅτι τά πάντα ἀνήκουν στόν Θεό, ἀφοῦ «ὁ Θεός ἐστίν ὁ ἐνεργῶν τά πάντα ἐν πᾶσι» (Α´ Κο 12,6).
25,21. ῎Εφη αὐτῷ ὁ κύριος αὐτοῦ· εὖ, δοῦλε ἀγαθέ καί πιστέ! ᾿Επί ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπί πολλῶν σε καταστήσω· εἴσελθε εἰς τήν χαράν τοῦ κυρίου σου.
Τόν πρῶτο δοῦλο, ὁ ὁποῖος μέ τήν ἐργασία του διπλασίασε τά πέντε τάλαντα, ὁ κύριος τόν ἐπαινεῖ· εὖ, δοῦλε ἀγαθέ καί πιστέ. Χαρακτηρίζεται ἀγαθός, διότι μέ τά τάλαντα τοῦ κυρίου του ἐργάσθηκε τό ἀγαθό στούς ἀνθρώπους, ὅπως ἐξηγεῖ ὁ Θεοτόκης· «᾿Αγαθός ἐστίν ὁ μεταδοτικός, ὡς ἀγαθοποιῶν τόν πλησίον αὐτοῦ». Πιστός δέ λέγεται διότι κοπίασε μέ ἀφοσίωση γιά τά συμφέροντα τοῦ κυρίου του «οἰκονομῶν τό δοθέν αὐτῷ τάλαντον κατά τόν σκοπόν τοῦ Κυρίου αὐτοῦ».
᾿Επί ὀλίγα ἦς πιστός: Δηλώνει τήν ἀφοσίωση τοῦ δούλου καί τονίζει τό ἐνδιαφέρον του γιά τό λίγο, πού τοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ κύριός του. Λίγα καί μικρά εἶναι τά πρόσκαιρα χαρίσματα, σέ σύγκριση μέ τήν οὐράνια δόξα καί τήν αἰώνια βασιλεία, πού ὁ Θεός ἀξιώνει τόν δοῦλο του. Σ’ αὐτόν τόν δοῦλο ὑπόσχεται ὅτι θά τοῦ δώσει πολλά· ἐπί πολλῶν σε καταστήσω. Θά σοῦ χαρίσω ἀγαθά «ἅ ὀφθαλμός οὐκ εἶδε» (Α´ Κο 2,9), δόξα ἀνεκλάλητη καί βασιλεία ἀπέραντη. Σ᾿ αὐτά τόν προσκαλεῖ λέγοντας εἴσελθε εἰς τήν χαράν τοῦ κυρίου σου, διότι ὅλα αὐτά προξενοῦν τήν ἀτελεύτητη χαρά καί τήν αἰώνια ἀγαλλίαση τῆς βασιλείας του.
῾Ο κύριος βέβαια δέν εἶχε ἀνάγκη ἀπό τά τάλαντα τῶν ὑπηρετῶν του, ἀλλά ὅσα τούς δόθηκαν καί ὅσα ἀπόκτησαν θά εἶναι ὁ δικός τους αἰώνιος πλοῦτος. ῾Ο εὐαγγελιστής ᾿Ιωάννης λέει ὅτι τά καλά ἔργα ἀκολουθοῦν τόν ἄνθρωπο μετά τό θάνατό του. «Μακάριοι οἱ νεκροί, οἱ ἐν Κυρίῳ ἀποθνήσκοντες ἀπ᾿ ἄρτι. Ναί, λέγει τό Πνεῦμα, ἵνα ἀναπαύσωνται ἐκ τῶν κόπων αὐτῶν· τά δέ ἔργα αὐτῶν ἀκολουθεῖ μετ᾿ αὐτῶν» (᾿Απ 14,13). ῾Ο θησαυρός τῶν δικαίων θά εἶναι ὅλα τά ἀπερίγραπτα ἀγαθά τοῦ παραδείσου (βλ. Α´ Κο 2,9).
Θά εἰσέλθουν εἰς τήν χαράν τοῦ κυρίου ὅσοι ἐργάστηκαν ἐδῶ ὡς πιστοί οἰκονόμοι καί διαχειριστές τῶν χαρισμάτων, ὡς πρόθυμοι καί εὐεργετικοί ὑπηρέτες τῶν ἄλλων. Τήν ἀλήθεια αὐτή ἐκφράζει τό τροπάριο τῶν ἀποστίχων, πού ψαλλέται τό βράδυ τῆς Μ. Δευτέρας· «Δεῦτε, πιστοί, ἐπεργασώμεθα προθύμως τῷ Δεσπότῃ· νέμει γάρ τοῖς δούλοις τόν πλοῦτον καί ἀναλόγως ἕκαστος πολυπλασιάσωμεν τό τῆς χάριτος τάλαντον· ὁ μέν σοφίαν κοσμείτω δι᾿ ἔργων ἀγαθῶν· ὁ δέ λειτουργίαν λαμπρότητος ἐπιτελείσθω· κοινωνείτω δέ τοῦ λόγου ὁ πιστός τῷ ἀμυήτῳ· καί σκορπιζέτω τόν πλοῦτον πένησιν ἄλλος· οὕτω γάρ τό δάνειον πολυπλασιάσομεν, καί ὡς οἰκονόμοι πιστοί τῆς χάριτος δεσποτικῆς χαρᾶς ἀξιωθῶμεν· αὐτῆς ἡμᾶς καταξίωσον, Χριστέ ὁ Θεός, ὡς φιλάνθρωπος».
25,22-23. Προσελθών δέ καί ὁ τά δύο τάλαντα λαβών εἶπε· κύριε, δύο τάλαντά μοι παρέδωκας· ἴδε ἄλλα δύο τάλαντα ἐκέρδησα ἐπ᾿ αὐτοῖς. ῎Εφη αὐτῷ ὁ κύριος αὐτοῦ· εὖ, δοῦλε ἀγαθέ καί πιστέ! ᾿Επί ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπί πολλῶν σε καταστήσω· εἴσελθε εἰς τήν χαράν τοῦ κυρίου σου.
Τήν ἴδια ἀμοιβή λαμβάνει καί ὁ δεύτερος δοῦλος ὁ ὁποῖος διπλασίασε τά δύο τάλαντα. ῾Ο κύριος ὅ,τι εἶπε στόν πρῶτο δοῦλο τό λέει καί σ᾿ αὐτόν, τόν ἐπαινεῖ μέ τήν ἴδια φράση· εὖ, δοῦλε ἀγαθέ καί πιστέ! Τόν βραβεύει μέ τήν εἴσοδό του στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ. «Εἰ καί διάφορα τά χαρίσματα, ἀλλ᾿ ἴση ἡ τιμή· διότι καί ἴση ἡ σπουδή. Καί γάρ ἑκάτερος τά δεδομένα ἐδιπλασίασε», ὑπογραμμίζει ὁ Ζιγαβηνός. ῾Ο κύριος τιμᾶ τούς δούλους καί τούς δοξάζει ὀνομάζοντάς τους πιστούς καί ἀγαθούς, καί τούς προάγει.
δ) ῾Η τιμωρία τοῦ ὀκνηροῦ δούλου (25,24-30)
Τό ὑπόλοιπο μέρος τῆς παραβολῆς ἀναφέρεται στήν τιμωρία τοῦ ὀκνηροῦ δούλου, ὁ ὁποῖος δέν ἐργάσθηκε ὅπως οἱ δύο πρῶτοι ἀλλ᾿ ἀπέκρυψε τό τάλαντό του στή γῆ. ῾Ο Κύριος στή συμπεριφορά αὐτοῦ τοῦ δούλου ἀποκάλυψε τήν ἀχαριστία καί τίς παράλογες προφάσεις τῶν πονηρῶν καί ὀκνηρῶν ἀνθρώπων. Αὐτοί ποτέ δέν ἀρκοῦνται σέ ὅσα ὁ Θεός τούς δίνει, οὔτε τοῦ προσφέρουν τήν εὐχαριστία πού τοῦ χρωστοῦν, ἀλλά πάντοτε κλαίγονται μέ ἀχαριστία. ᾿Ενῶ δέν κάνουν τό χρέος τους, ἐπινοοῦν αὐθάδεις καί παράλογες προφάσεις οἱ ὁποῖες δέν τούς δικαιολογοῦν, ἀλλά τούς κατακρίνουν.
25,24. Προσελθών δέ καί ὁ τό ἕν τάλαντον εἰληφώς εἶπε· κύριε, ἔγνων σε ὅτι σκληρός εἶ ἄνθρωπος, θερίζων ὅπου οὐκ ἔσπειρας καί συνάγων ὅθεν οὐ διεσκόρπισας.
Κύριε, ἔγνων σε ὅτι σκληρός εἶ ἄνθρωπος: ῾Ο πονηρός δοῦλος θεωρεῖ τόν κύριό του ὡς σκληρό, ἀπαιτητικό καί ἄδικο. Παρουσιάζει μιά περίεργη στάση. ᾿Ενῶ λέει ὅτι γνωρίζει τή σκληρότητα τοῦ κυρίου του, ἡ συμπεριφορά του δείχνει ὅτι δέν τόν φοβᾶται καί δέν τόν ὑπολογίζει. Βλέποντας ὅτι ὁ κύριός του βράβευσε τούς ἀφοσιωμένους καί ἐργατικούς συνδούλους του, περιμένει τή δική του σειρά νά ἀπολογηθεῖ. Καταλαβαίνει τήν ἐνοχή του, ἀλλά δέν μπορεῖ νά τήν ἀποδεχθεῖ· νά παραδεχθεῖ ταπεινά τήν ἀδυναμία του καί νά ζητήσει συγγνώμη. ῎Ετσι ἀπό κατηγορούμενος γίνεται δικαστής. Δέν ἀναλαμβάνει τήν εὐθύνη τῶν πράξεών του, ἀλλά δικαιολογεῖται, κατηγορώντας τόν κύριό του ὅτι ἀπαιτεῖ αὐτά γιά τά ὁποῖα δέν κοπίασε.
Παρουσιάζει ὁ δοῦλος αὐτός μιά στάση ἀνάλογη μέ αὐτή τῶν πρωτοπλάστων, πού στήν προσπάθειά τους νά δικαιολογήσουν τήν πτώση τους, μεταθέτουν τήν εὐθύνη ἀπό τόν ἕναν στόν ἄλλον καί τελικά στόν ἴδιο τόν Θεό· «Καί εἶπεν ὁ ᾿Αδάμ· ἡ γυνή, ἥν ἔδωκας μετ᾿ ἐμοῦ, αὕτη μοι ἔδωκεν ἀπό τοῦ ξύλου» (Γέ 3,12).
25,25. καί φοβηθείς ἀπελθών ἔκρυψα τό τάλαντόν σου ἐν τῇ γῇ· ἴδε ἔχεις τό σόν.
῾Η στάση τοῦ τρίτου δούλου φανερώνει ὄχι μόνο ἀδιαφορία καί τεμπελιά ἀλλά καί κακία καί σκληρότητα. ῾Ο τρόπος πού μιλάει δείχνει ὅτι θεωρεῖ τήν ἐνέργειά του σοφή καί συνετή. Προνόησε νά μή χάσει τό τάλαντο καί ἔτσι νομίζει ὅτι εἶναι ἐντάξει ἀπέναντι τοῦ κυρίου του.
Πρίν ἀπό ἀρκετά χρόνια οἱ ἄνθρωποι γιά νά ἀσφαλίσουν θησαυρούς πού εἶχαν στήν κατοχή τους π.χ. ἕνα κουτί ἤ ἕνα πιθάρι λίρες, ἄνοιγαν ἕνα λάκκο καί τά παράχωναν, σέ μέρος πού ἤξεραν μόνο αὐτοί. ῎Ετσι κι ὁ πονηρός δοῦλος, γιά νά ἀσφαλίσει τό τάλαντον, τό παράχωσε. ῾Ο δοῦλος δικαιολογεῖται ὅτι φοβήθηκε τόν κύριό του. ῾Ο φόβος δέν δημιουργεῖ ποτέ ἔργα ἀνδρείας καί ἡρωισμοῦ. Αὐτός πού φοβᾶται δέν ἐμπιστεύεται, δέν σκέφτεται ὀρθά, ἀλλά διακατέχεται ἀπό δειλία καί ἀπελπισία. Φοβήθηκε ὁ δοῦλος τίς συναλλαγές καί τίς ἀποτυχίες τοῦ ἐμπορίου, τόν κόπο καί τόν κίνδυνο τῆς δουλειᾶς καί προτίμησε τήν ἡσυχία του. ῾Ο φόβος ἀναστέλλει κάθε δημιουργική ἐργασία καί ὁδηγεῖ στήν ὀκνηρία. Μέ τήν ὀκνηρία εἶναι ἀναμεμιγμένη καί ἡ πονηριά. Προκειμένου νά ριψοκινδυνεύσει ἕνα ἀμφίβολο ἀποτέλεσμα μέ τήν ἐργασία, προτιμᾶ τή βεβαιότητα τῆς ραθυμίας. ᾿Επιστρέφει τό τάλαντο ἀκέραιο στό ἀφεντικό του, χωρίς νά ὑποπτεύεται ὅτι αὐτό πού ζητεῖ ὁ κύριος δέν εἶναι ἡ διαφύλαξη τοῦ ταλάντου ἀλλά ἡ ἀξιοποίησή του μέ τήν ἐργασία καί τόν πολλαπλασιασμό. ῾Ο ἱερός Αὐγουστῖνος χαρακηρίζει ἀσέβεια τό νά μήν ὠφελεῖς κανέναν.
Τό θάψιμο τοῦ ταλάντου ἀποτελεῖ περιφρόνηση γιά τόν Θεό καί ἔλλειψη ἀγάπης γιά τόν συνάνθρωπο.
῎Ισως ὁ δοῦλος αὐτός νά σκέπτεται ὅτι εἶναι ἀδικημένος πού ἔλαβε μόνο ἕνα τάλαντο, ἐνῶ οἱ ἄλλοι πῆραν περισσότερα. ᾿Αποτελεῖ τυπικό παράδειγμα πολλῶν ἀνθρώπων πού νομίζουν ὅτι στεροῦνται χαρισμάτων, ὅτι δέν ἔχουν δυνατότητες δράσεως, ὅτι εἶναι οἱ ἀδικημένοι. «῎Ας μήν προφασίζεται κανείς ὅτι ἔχει ἕνα μόνο τάλαντο, καί δέν μπορεῖ νά κάνει τίποτε. Μπορεῖ καί μέ ἕνα νά προκόψει... Καί χρήματα καί προθυμία καί τά πάντα ἄς τά προσφέρουμε γιά τήν ὠφέλεια τοῦ πλησίον», προτρέπει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος.
25,26. ᾿Αποκριθείς δέ ὁ κύριος αὐτοῦ εἶπεν αὐτῷ· πονηρέ δοῦλε καί ὀκνηρέ! ᾔδεις ὅτι θερίζω ὅπου οὐκ ἔσπειρα καί συνάγω ὅθεν οὐ διεσκόρπισα!
῾Ο κύριος, προφανῶς ὀργισμένος, τόν προσφωνεῖ πονηρέ δοῦλε καί ὀκνηρέ. Τό ἐπίθετο πονηρός χρησιμοποιεῖται σέ ἀντίθεση πρός τό «ἀγαθέ δοῦλε», πού χαρακτήρισε τούς δύο πρώτους, ἐνῶ τό ὀκνηρέ εἶναι ἀντίθετο τοῦ «πιστέ».
῾Η πονηριά τοῦ τρίτου δούλου φαίνεται στήν προσπάθεια νά δικαιολογήσει τήν ἀμέλειά του. ῾Η ὀκνηρία του ἀποδεικνύεται ἀπό τό ὅτι δέν ἀξιοποίησε τό τάλαντό του. ῾Η ἐπίπληξη τοῦ κυρίου σημαίνει· «῞Οσο περισσότερο σοῦ φαινόμουν σκληρός καί ἀπαιτητικός, τόσο περισσότερο ἔπρεπε νά φροντίσεις νά ἱκανοποιηθῶ, καταβάλλοντας κάθε προσπάθεια πού θά σοῦ ἐξασφάλιζε κέρδος καί ἀμοιβή».
25,27. ῎Εδει οὖν σε βαλεῖν τό ἀργύριόν μου τοῖς τραπεζίταις, καί ἐλθών ἐγώ ἐκομισάμην ἄν τό ἐμόν σύν τόκῳ.
Τίς ὑπηρεσίες πού προσφέρουν σήμερα οἱ τράπεζες, στήν ἀρχαιότητα τίς ἐπιτελοῦσαν ἰδιῶτες πού λέγονταν τραπεζίται. ῏Ηταν, πράγματι, πολύ εὔκολο νά καταθέσει ὁ δοῦλος τό τάλαντο στούς τραπεζίτες, ὁπότε θά εἶχε καί κάποιο κέρδος ἐπί πλέον νά προσφέρει στόν κύριό του. ῾Ο πονηρός δοῦλος ὅμως ἔδειξε ὀκνηρία καί ἀδιαφορία γιά τά συμφέροντα τοῦ ἀφεντικοῦ του. ῎Ετσι συνετέλεσε στήν πλήρη ἀχρήστευση τοῦ ποσοῦ πού τοῦ δόθηκε.
Στήν περίπτωση τοῦ τρίτου δούλου ἀνήκουν ὅλοι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι, ἄν καί βρίσκονται μέσα στήν ᾿Εκκλησία, ἔχουν ράθυμη, ψυχρή, πονηρή καί ἰταμή σχέση μέ τόν Χριστό. Εἶναι δοῦλοι ἐπικατάρατοι διότι εἶναι ἀμελεῖς, ὅπως λέει ὁ προφήτης ᾿Ιερεμίας· «᾿Επικατάρατος ὁ ποιῶν τά ἔργα Κυρίου ἀμελῶς» (᾿Ιε 31,10).
25,28. ῎Αρατε οὖν ἀπ᾿ αὐτοῦ τό τάλαντον καί δότε τῷ ἔχοντι τά δέκα τάλαντα.
῾Η καταδίκη τοῦ δούλου παρουσιάζει τρία σκέλη. Πρῶτον, τή στέρηση τοῦ ταλάντου· ἄρατε οὖν ἀπ᾿ αὐτοῦ τό τάλαντον. Εἶναι φυσικό νά πάρει ὁ Θεός τή δωρεά ἀπό ἐκεῖνον πού δέν τήν χρησιμοποιεῖ. Δεύτερον, τήν ἀπόρριψη τοῦ δούλου στό αἰώνιο βασανιστήριο (βλ. στ. 30). Τρίτον, ὁ Κύριος παραχωρεῖ τό ἀναξιοποίητο τάλαντο στόν δοῦλο πού διπλασίασε τά πέντε· δότε τῷ ἔχοντι τά δέκα τάλαντα. ῎Ετσι τοῦ ἀνοίγει ἕνα νέο πεδίο, στό ὁποῖο θά μπορέσει νά ἀναπτύξει τή δρατηριότητά του καί συνεπῶς νά ἀποκτήσει καινούργια δόξα καί λαμπρό στεφάνι γιά τήν αἰωνιότητα.
25,29. Τῷ γάρ ἔχοντι παντί δοθήσεται καί περισσευθήσεται, ἀπό δέ τοῦ μή ἔχοντος καί ὅ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ᾿ αὐτοῦ.
Αὐτό τό συμπέρασμα τονίζεται καί σέ ἄλλα σημεῖα τῶν εὐαγγελίων (βλ. Μθ 13,12· Μρ 4,25· Λκ 8,18). ῞Οποιος μέ τή συνεχῆ ἐργασία, τή σπουδή καί τήν ἐπιμέλεια ἔχει φέρει εἰς πέρας τήν ἀποστολή του κατά τή διάρκεια τῆς ζωῆς του, θά λάβει πλούσια ἀμοιβή κατά τήν ὥρα τῆς κρίσεως, ἐνῶ ὁ ὀκνηρός καί πονηρός θά τιμωρηθεῖ αὐστηρά.
Τό νόημα αὐτοῦ τοῦ στίχου μᾶς βοηθάει νά καταλάβουμε τήν παράξενη ἰδιότητα πού ἔχουν τά «νομίσματα» πού μᾶς δίνει ὁ Κύριος. ῞Ενας πού ἔχει, ἀποκτᾶ περισσότερα καί ἕνας πού δέν ἔχει, χάνει κι αὐτό πού ὥς τώρα τοῦ ἀνῆκε. ῾Η γῆ, ὅταν εἶναι εὔφορη, πολλαπλασιάζει τούς καρπούς, ὅταν ὅμως εἶναι ἄγονη καί ἄνυδρη ξηραίνει καί τούς ὑπάρχοντες. Τό ἴδιο συμβαίνει καί στήν πνευματική ζωή. Τούς ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι ἀγωνίζονται καί προοδεύουν, ἡ ἴδια ἡ πνευματικότητά τους τούς βοηθάει νά καλλιεργηθοῦν περισσότερο καί ἡ ἴδια ἡ καλλιέργεια συντελεῖ στό νά καρποφορήσουν περισσότερο. Στό στερέωμα τῆς ᾿Εκκλησίας προβάλλουν πολυταλαντοῦχοι ἅγιοι. Μέσα τους ἠχοῦσε ἀκατάπαυστα καί ἔντονα ἡ προτροπή τοῦ ἀπ. Παύλου· «μή ἀμέλει τοῦ ἐν σοί χαρίσματος» (Α´ Τι 4,14). Μήν παραμελεῖς τό χάρισμα πού σοῦ ἔδωσε ὁ Θεός. Μήν καταχώνεις τό τάλαντο. Καλλιέργησέ το, ἀξιοποίησέ το, πολλαπλασίασέ το.
᾿Αντίθετα οἱ πονηροί, οἱ ράθυμοι καί ἀμελεῖς, καί ἄν ἀκόμη ἔχουν κάτι καλό, τό χάνουν, διότι εἶναι ἀνάξιοι καί αὐτῆς τῆς μικρῆς εὐλογίας πού τούς δίνει ὁ Θεός, γιά νά καλλιεργήσουν καί νά βοηθήσουν τόν ἑαυτό τους.
25,30. καί τόν ἀχρεῖον δοῦλον ἐκβάλετε εἰς τό σκότος τό ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμός καί ὁ βρυγμός τῶν ὀδόντων.
῾Η παραβολή κλείνει μέ τήν ἐντολή τοῦ κυρίου ὁ ἀχρεῖος δοῦλος νά ριχτεῖ εἰς τό σκότος τό ἐξώτερον, νά παραδοθεῖ στήν αἰώνια τιμωρία. Τό χωρίο εἶναι μιά μαρτυρία τῆς μελλούσης κρίσεως καί κολάσεως. ῎Οχι μόνο στόν παλαιό νόμο ἀλλά καί στά εὐαγγέλια, λέγει ὁ ἅγιος Αὐγουστίνος, εἶναι φανερή ἡ αὐστηρότητα τῆς κρίσεως τοῦ Θεοῦ πρός αὐτούς πού μέ τή θέλησή τους ἀπειθοῦν.
Συνοπτικά τά συμπεράσματα τῆς παραβολῆς τῶν ταλάντων εἶναι τά ἑξῆς·
1. ῎Αγνωστος εἶναι ὁ χρόνος τῆς τελικῆς κρίσεως. Αὐτό ἀπαιτεῖ τήν συνεχῆ ἐγρήγορση, τήν ἀδιάκοπη ἐργασία καί τήν ἐκπλήρωση τῆς ἀποστολῆς μας.
2. ῾Η ὀκνηρία σημαίνει ἔλλειψη ἀγάπης πρός τόν Θεό καί τόν ἄνθρωπο.
3. ῾Η διαφορά πού ὑπάρχει μεταξύ τῶν ἀνθρώπων ὡς πρός τό ἔργο πού ἐπιτελοῦν δέν ὀφείλεται σέ αὐθαίρετη διανομή τῶν ταλάντων ἀπό τόν Θεό. ᾿Εκεῖνος μοιράζει τά δῶρα του ἀνάλογα πρός τίς δυνατότητες τοῦ κάθε ἀνθρώπου, τίς ὁποῖες γνωρίζει πολύ καλά.
4. ῾Ο ἄνθρωπος εἶναι διαχειριστής τῶν ταλάντων πού τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός. Στήν κρίση θά δώσει λόγο γιά τήν καλή ἤ κακή χρήση τους.
5. ῾Η ἀγάπη τοῦ Θεοῦ φαίνεται στή διανομή τῶν ταλάντων στούς ἀνθρώπους καί ἡ δικαιοσύνη του στή λογοδοσία τῶν ἀνθρώπων σχετικά πρός τή διαχείριση τῶν ταλάντων.
6. ῾Ο Θεός τιμωρεῖ ὄχι μόνο τή διάπραξη τοῦ κακοῦ ἀλλά καί τήν ἀμέλεια, τήν παράλειψη τοῦ καλοῦ.
Στέργιος Σάκκος
Εὐαγγελικές περικοπές (βοήθημα γιά κυκλάρχες)
῾Η παραβολή τῶν βασιλικῶν γάμων
Μετά τήν παραβολή τῶν κακῶν γεωργῶν (21, 33-42, Μάθ. 20ο) ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος καταγράφει τήν παραβολή τῶν γάμων, πού ἀποτελεῖ τήν εὐαγγελική περικοπή τῆς ΙΔ´ Κυριακῆς τοῦ Ματθαίου. Μοιάζει πολύ μέ τήν παραβολή τοῦ δείπνου, τήν ὁποία παραθέτει ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς (βλ. 14,15-24), ἀλλά δέν ταυτίζονται οὔτε στίς λεπτομέρειες οὔτε στό σκοπό γιά τόν ὁποῖο λέχθηκαν. ῾Η παραβολή τοῦ δείπνου μᾶς ἀποκαλύπτει τή θεολογική ἀλήθεια ὅτι ὁ Θεός ἀπευθύνει τό προσκλητήριό του σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους ἀνεξαιρέτως. ῾Η παραβολή τῶν βασιλικῶν γάμων ἔχει ἠθικό χαρακτήρα· Γιά νά παρουσιασθοῦμε στόν Θεό πού μᾶς κάλεσε, πρέπει νά εἴμαστε ἕτοιμοι, κατάλληλα εὐπρεπισμένοι.
Οἱ δύο προηγούμενες παραβολές, τῶν δύο υἱῶν (βλ. 21,28-32) καί τῶν κακῶν γεωργῶν, λέχθηκαν «εἰς τό ἱερόν» (21,23), μπροστά στούς ἀρχιερεῖς καί τούς πρεσβυτέρους τοῦ λαοῦ, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἀπορρίψει τόν Μεσσία. ῞Ολοι αὐτοί κατάλαβαν τόν ἔλεγχο πού τούς ἀπηύθυνε ὁ ᾿Ιησοῦς μέσῳ τῶν παραβολῶν καί θέλησαν νά τόν συλλάβουν, ὅμως φοβήθηκαν τό λαό (βλ. 21,45-46). Μέ τόν ἴδιο τρόπο ἀντιδροῦν καί μετά τήν παραβολή τῶν γάμων (βλ. 22,15). Σ᾿ αὐτή τήν παραβολή ὁ ᾿Ιησοῦς ἀποκαλύπτει τήν πρόνοια καί τή μακροθυμία τοῦ Θεοῦ γιά τό λαό του, ἀλλά καί τήν ἀγνώμονη συμπεριφορά τῶν εὐεργετημένων ἔναντι τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἀπεσταλμένων του. Προλέγει ἐπίσης τήν ἀπόρριψη τῶν ᾿Ιουδαίων καί τήν κλήση τῶν ἐθνικῶν.
α) ῾Η ἀνταπόκριση τῶν καλεσμένων στήν πρόσκληση τοῦ βασιλιᾶ (22,2-6)
22,2. ῾Ωμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ βασιλεῖ, ὅστις ἐποίησε γάμους τῷ υἱῷ αὐτοῦ.
Ἡ εἰσαγωγή τῆς παραβολῆς μᾶς εἶναι γνωστή ἀπό τήν παραβολή τοῦ ἀχαρίστου δούλου.
῞Οστις ἐποίησε γάμους τῷ υἱῷ αὐτοῦ: Στή ζωή τῶν ἀνθρώπων ὁ γάμος κατέχει σπουδαία θέση. Εἶναι γεγονός χαρᾶς καί εὐτυχίας γιά τούς γονεῖς, πού βλέπουν τά παιδιά τους νά δημιουργοῦν νέα οἰκογένεια. Μέ τόν πληθυντικό γάμοι δηλώνονται οἱ γιορταστικές ἐκδηλώσεις πού γίνονταν τήν ἐποχή ἐκείνη στήν Παλαιστίνη καί διαρκοῦσαν συνήθως ἑπτά ἤ ὀκτώ ἡμέρες.
Δέν ὑπῆρξε ἐκφραστικότερη εἰκόνα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ ἀπό αὐτή τοῦ γάμου. ῾Ο βασιλιάς πού νυμφεύει τόν μονογενῆ Υἱό του εἶναι ὁ Θεός. Μέ τήν ἰδιότητα τοῦ νυμφίου παρουσιάζεται πολλές φορές ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός στήν Κ.Δ. (βλ. Μθ 9,15· 25, 1-10· ᾿Ιω 3,29). Γάμος εἶναι ὁ πνευματικός σύνδεσμος τοῦ Χριστοῦ μέ τήν ᾿Εκκλησία, τήν ὁποία ἐξαγόρασε μέ τό τίμιο αἷμα του (βλ. Πρξ 20,28· ᾿Εφ 1,7· Ττ 2,14·Α´ Πέ 1,18-19· ᾿Απ 5,9). ῾Ο γάμος αὐτός πραγματοποιήθηκε μυστικά κατά τό Μυστικό Δεῖπνο, ὅπου οἱ μαθητές ἔγιναν μέτοχοι στό θάνατο καί τήν ἀνάσταση τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. ᾿Επίσημα φανερώθηκε στόν κόσμο κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς μέ τήν κάθοδο τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Κατά τή Δευτέρα Παρουσία, θά γίνει ὁ τέλειος γάμος τοῦ ἀρνίου μέ τήν ᾿Εκκλησία τῶν πρωτοτόκων τῶν ἀπογεγραμμένων ἐν οὐρανοῖς (῾Εβ 12,23), καί τῆς πόλεως τοῦ Θεοῦ, τῆς ἐπουρανίου ᾿Ιερουσαλήμ (βλ. ᾿Απ 19,7-9· 21,2-3. 9· 22,17). Τό γαμήλιο συμπόσιο εἶναι ἡ αἰώνια βασιλεία τήν ὁποία μᾶς χαρίζει ὁ Χριστός μέ τό θάνατο καί τήν ἀνάστασή του. ῾Ο ἅγιος Χρυσόστομος τονίζει· «Τό γεγονός αὐτό ὀνομάσθηκε γάμος γιά νά γνωρίσεις τή φροντίδα τοῦ Θεοῦ, τή μεγάλη ἀγάπη του σέ μᾶς καί τό χαρμόσυνο τοῦ γεγονότος. Τίποτε τό λυπηρό καί τό δυσάρεστο δέν ὑπάρχει ἐκεῖ, ἀλλά ὅλα εἶναι γεμάτα ἀπό πνευματική χαρά. Μέ τήν παραβολή αὐτή ὁ Κύριος προεῖπε καί τήν ἀνάσταση. Μετά τό θάνατό του γιά τόν ὁποῖο μίλησε προηγουμένως, θά γίνουν οἱ γάμοι, τότε θά ἔρθει ὁ νυμφίος».
῾Ο Υἱός τοῦ Θεοῦ μέ τήν ἐνανθρώπησή του συνδέει ἄρρηκτα τή θεία του φύση μέ τήν ἀνθρώπινη. Πρώτη ἡ Παναγία ὀνομάζεται θεόνυμφος, διότι ἀπό αὐτή γεννιέται ὁ θεάνθρωπος ᾿Ιησοῦς Χριστός. Νύμφη τοῦ ᾿Ιησοῦ ὅμως εἶναι καί κάθε θεοφιλής ψυχή πού προσέρχεται στόν Χριστό μέ τό ἅγιο βάπτισμα. ῾Ο ἀπ. Παῦλος λέει· «ἡρμοσάμην γάρ ὑμᾶς ἑνί ἀνδρί, παρθένον ἁγνήν παραστῆσαι τῷ Χριστῷ» (Β´ Κο 11,2). ᾿Ανάμεσα στίς σχέσεις τῶν ἀνθρώπων ἡ πιό στενή εἶναι ἡ σχέση τοῦ γάμου. Δύο ἄνθρωποι ἑνώνονται σέ μιά ἀδιάσπαστη ἑνότητα. Τήν ἑνότητα αὐτή διάλεξε ὁ Κύριος, γιά νά παραστήσει τήν ἀμεσότητα καί τήν πληρότητα τοῦ δεσμοῦ τῆς ψυχῆς μας μέ τό πρόσωπό του. Στήν ᾿Εκκλησία ἡ ἕνωση καί ἡ κοινωνία μας μέ τόν ᾿Ιησοῦ Χριστό δέν εἶναι τυπική καί ἐξωτερική, ἀλλά βαθειά καί οὐσιαστική. Οἱ γάμοι τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι μιά πρόσκαιρη τελετή, ἀλλά μιά κατάσταση μέ αἰώνια διάρκεια. ῾Η ἕνωσή μας μέ τόν Νυμφίο καί ἡ συμμετοχή μας στό Δεῖπνο τῆς ἀγάπης του εἶναι τό μεγαλύτερο γεγονός τῆς ζωῆς μας, διότι μᾶς υἱοθετεῖ, μᾶς κάνει παιδιά τοῦ Θεοῦ, μέλη τῆς οἰκογένειάς του καί μετόχους τῆς χαρᾶς του. ᾿Αρκεῖ ἐμεῖς ν᾿ ἀνταποκρινόμαστε σ᾿ αὐτή τήν ἀσύλληπτη προσφορά του μέ τήν πίστη καί τήν ἀφοσίωσή μας στό πρόσωπό του.
22,3. Καί ἀπέστειλε τούς δούλους αὐτοῦ καλέσαι τούς κεκλημένους εἰς τούς γάμους, καί οὐκ ἤθελον ἐλθεῖν.
Καί ἀπέστειλε τούς δούλους αὐτοῦ: Οἱ ἄνθρωποι τῆς παραβολῆς πρίν ἀπό πολύ καιρό εἶχαν δεχθεῖ τήν πρόσκληση τοῦ βασιλιᾶ· τώρα οἱ δοῦλοι ἁπλῶς τούς εἰδοποιοῦν ὅτι ὅλα εἶναι ἕτοιμα. ῾Η ἀποστολή τῶν δούλων γιά τήν ὑπενθύμιση τῆς προσκλήσεως μαρτυρεῖ τήν ἐπισημότητα τοῦ συμποσίου. Στούς ἀνατολικούς λαούς ἀκόμη καί σήμερα ἐπικρατεῖ ἡ συνήθεια νά εἰδοποιοῦν τούς καλεσμένους λίγο πρίν ἀπό τό γάμο, ὅταν πρόκειται νά ἀρχίσει τό γλέντι.
῾Ο ἅγιος Χρυσόστομος τονίζει ὅτι οἱ ᾿Ισραηλίτες κλήθηκαν στήν ἀρχή μέ τούς προφῆτες καί ὕστερα μέ τόν ᾿Ιωάννη, ὁ ὁποῖος τούς ἔδειξε τόν Χριστό καί τούς καθοδηγοῦσε πρός αὐτόν λέγοντας· «᾿Εκεῖνον δεῖ αὐξάνειν, ἐμέ δέ ἐλαττοῦσθαι» (᾿Ιω 3,30).
Εἶναι ἀξιοπρόσεκτο ὅτι οἱ προσκεκλημένοι, ἀντίθετα πρός τήν προσδοκία τοῦ βασιλιᾶ, οὐκ ἤθελον ἐλθεῖν. Δέν ἀνταποκρίθηκαν, ὄχι ἐπειδή δέν μποροῦσαν ἀλλά ἐπειδή ἐνσυνείδητα ἀδιαφόρησαν γιά τή θεία πρόσκληση. ῾Ο Κύριος εἶπε στούς ᾿Ιουδαίους· «οὐ θέλετε ἐλθεῖν πρός με, ἵνα ζωήν ἔχητε» (᾿Ιω 5,40). ῾Η σωτηρία τήν ὁποία προσφέρει ὁ Χριστός στόν ἄνθρωπο ἔχει ἄμεση σχέση μέ τήν ἐλεύθερη βούληση τοῦ ἀνθρώπου. Μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά τή δεχτεῖ ἤ νά τήν ἀπορρίψει (βλ. Μθ 11,14· 16,24· 19,17, κτλ).
22,4. Πάλιν ἀπέστειλεν ἄλλους δούλους λέγων· εἴπατε τοῖς κεκλημένοις· ἰδού τό ἄριστόν μου ἡτοίμασα, οἱ ταῦροί μου καί τά σιτιστά τεθυμένα, καί πάντα ἕτοιμα· δεῦτε εἰς τούς γάμους.
Οἱ ἄλλοι δοῦλοι τούς ὁποίους ἀπέστειλεν ὁ βασιλιάς πορεύθηκαν καί πάλι πρός τούς ᾿Ιουδαίους. Αὐτοί οἱ δοῦλοι, οἱ ὁποῖοι πῆραν ἀπό τόν ᾿Ιησοῦ τήν παραγγελία νά πορευθοῦν «πρός τά πρόβατα τά ἀπολωλότα οἴκου ᾿Ισραήλ» (Μθ 10,6) καί νά τούς προσκαλέσουν, εἶναι οἱ ἀπόστολοι.
῎Αριστον λέγεται τό μεσημβρινό φαγητό, τό γεῦμα. ᾿Εδῶ τό ἄριστον δηλώνει ὅλα τά δῶρα τῆς θείας χάριτος, τά ἱερά μυστήρια, τήν πνευματική τροφή πού παρέχει ἡ ᾿Εκκλησία στούς πιστούς. Φιλάνθρωπος ὁ Θεός δέν ἀδιαφορεῖ γι᾿ αὐτούς πού ἤδη ἀρνήθηκαν τήν πρόσκλησή του. ῞Οταν φθάνει ἡ ὥρα τοῦ ἀρίστου, καλεῖ μέ τούς κήρυκες τοῦ λόγου του τό λαό του. Οἱ ἐπανειλημμένες αὐτές προσκλήσεις δείχνουν τό ἔλεος καί τή μακροθυμία του.
῾Ο βασιλιάς δίνει ἐντολή στούς δούλους του· Πέστε στούς προσκαλεσμένους ὅτι ἔχω ἑτοιμάσει τό συμπόσιο, οἱ ταῦροί μου καί τά σιτιστά τεθυμένα. Σιτιστόν εἶναι αὐτό πού ἔχει τραφεῖ καλά, σημαίνει ὅ,τι καί τό σιτευτός (βλ. Λκ 15,23. 27). Τά καλοθρεμμένα, τά παχιά ζῶα ἔχουν σφαγεῖ, ἔχουν μαγειρευτεῖ καί εἶναι τά πάντα ἕτοιμα. Τό συμπόσιο εἶναι πλούσιο καί πολυτελές καί ἡ τιμή πού γίνεται στούς καλεσμένους πάρα πολύ μεγάλη. ῾Ωστόσο, οἱ καλεσμένοι δέν φιλοτιμήθηκαν νά ἔρθουν στήν εὐωχία καί στήν ἀπόλαυση αὐτοῦ τοῦ πλουσιοπάροχου γεύματος. ῞Οσο μεγαλύτερη μακροθυμία καί ἀνοχή ἔδειχνε ὁ βασιλιάς, τόσο πιό πολύ μεγάλωνε ἡ κακία καί ἡ σκληρότητά τους.
Οἱ ταῦροι καί τά σιτιστά τά τεθυμένα εἶναι σύμβολα τοῦ ἀχράντου σώματος καί τοῦ τιμίου αἵματος τοῦ Υἱοῦ, δηλαδή τοῦ ζωοπάροχου μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας. ῾Ο Θεός στρώνει τό τραπέζι τῆς ἀγάπης του καί τό ἀποκορύφωμα τῆς προσφορᾶς του εἶναι ὁ μόσχος ὁ σιτευτός, ἡ θεία Κοινωνία, ὅπου ὁ Κύριος προσφέρεται ὁ ἴδιος «εἰς βρῶσιν τοῖς πιστοῖς». Στό Μυστικό δεῖπνο τῆς θείας λειτουργίας ὁ ᾿Ιησοῦς εἶναι «καί ὁ προσφέρων καί ὁ προσφερόμενος». ῾Ο Θεοτόκης λέει· «᾿Εμνημόνευσε δέ πρῶτον τῆς τραπέζης τῆς θείας Εὐχαριστίας, ἐπειδή δι᾿ αὐτῆς τελειοῦται ὁ πνευματικός γάμος, ἡ πνευματική δηλαδή ἕνωσις τοῦ νυμφίου καί τῆς νύμφης, ἤγουν τοῦ Χριστοῦ καί τῆς καθαρᾶς ψυχῆς· ἔπειτα προσέθηκε καί τό πάντα ἕτοιμα... ῎Ελθετε, πάντα εἰσίν ἕτοιμα, ἡ μετάνοια, τό βάπτισμα, τά θεῖα χαρίσματα, ἡ δόξα καί ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἡ αἰώνιος· πάντα εἰσίν ἕτοιμα εἰς τούς διά τῆς εἰς Χριστόν πίστεως προσερχομένους».
22,5. οἱ δέ ἀμελήσαντες ἀπῆλθον, ὁ μέν εἰς τόν ἴδιον ἀγρόν, ὁ δέ εἰς τήν ἐμπορίαν αὐτοῦ.
῾Η ἀπουσία τῶν καλεσμένων δέν ὀφείλεται στίς ἐπείγουσες ἐργασίες τους, ἀγροτικές, ἐμπορικές ἤ ὅποιες ἄλλες, ἀλλά στήν ἀδιαφορία τους. «᾿Αμελήσαντες, καταφρονήσαντες τῆς κλήσεως», ὑπογραμμίζει ὁ Ζιγαβηνός. Προτίμησαν τά φθαρτά καί γήινα ἀγαθά, τά πνευματικά καί ἐπουράνια. ῾Η ἀντίδραση τῶν ἀνθρώπων ἔκφράζει τήν ἄρνηση καί τήν ἀδιαφορία στή φροντίδα καί στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
῾Ο μέν εἰς τόν ἴδιον ἀγρόν, ὁ ἕνας πῆγε στά κτήματά του. ῾Ο δέ εἰς τήν ἐμπορίαν αὐτοῦ, δηλαδή στόν ἀγώνα γιά τό κέρδος καί τήν ἀπόκτηση πλούτου, πού ὁδηγεῖ στήν πλεονεξία.
῾Η συμπεριφορά τῶν καλεσμένων εἶναι καί πάλι ἀπροσδόκητη καί ἀχαρακτήριστη. Θά περίμενε κανείς νά συγκινηθοῦν ἀπό τήν ἐπιμονή τοῦ βασιλιᾶ. ῞Ομως ἄλλοι ἀδιαφοροῦν καί στρέφονται στίς ἀγροτικές καί ἐμπορικές τους ἀσχολίες, καί ἄλλοι φέρονται μέ φανερή κακεντρέχεια, ὅπως βλέπουμε στόν ἑπόμενο στίχο. ῞Ολοι αὐτοί οἱ καλεσμένοι ἀμέλησαν καί δέν ἔκριναν ἄξια προσοχῆς τήν πρόσκληση. ῾Ο π. Αὐγουστῖνος, ἐπίσκοπος Φλωρίνης, τονίζει· «Δέν εἶναι αὐτά περίεργα καί πρωτοφανῆ; Πότε ἀκούστηκε νά καλεῖται ἕνας σέ τέτοια τιμητικά γεγονότα καί νά δείχνει τέτοια διαγωγή; ᾿Αλλ᾿ αὐτό πού δέν συμβαίνει σέ κοσμικούς γάμους, σέ τραπέζια καί δεῖπνα κοσμικά, συμβαίνει σέ ἄλλου εἴδους δεῖπνα, γιά τά ὁποῖα θέλει νά μιλήσει ἡ παραβολή. Στούς καλεσμένους τῆς παραβολῆς βλέπουμε τούς ἀδιάφορους ἀνθρώπους πού καί σήμερα δέν θέλουν νά ἀκούσουν τίποτε τό ἅγιο καί πνευματικό» (Σταγόνες ἀπό τό ὕδωρ τό ζῶν, σελ. 208-209).
Τό κακό δέν βρίσκεται στό ἔργο τό ὁποῖο ὁ καθένας ἐπιτελεῖ ἀλλά στήν προσκόλληση καί τήν ἀπορρόφηση ἀπό τά πρόσκαιρα ἀγαθά, πού μαραίνει τό ζῆλο γιά τά πνευματικά καί αἰώνια. Στόν ἄνθρωπο πού παρασύρθηκε ἀπό τή μέθη τῆς ἁμαρτίας καί ἔκοψε τό δεσμό του μέ τόν Θεό, τά φθαρτά καί ἐφήμερα πράγματα λάμπουν σάν τίς γυαλιστερές χάντρες. ῾Ο δυστυχισμένος αὐτός ἄνθρωπος μοιάζει μέ τό ἀετόπουλο πού, μόλις εἶχε κάνει τά πρῶτα πετάγματα, τὄπιασαν καί τό ἁλυσόδεσαν. ῞Οταν μιά μέρα τοὔκοψαν τίς ἁλυσίδες, εἶχε πλέον ξεχάσει νά πετᾶ.
᾿Εδῶ ἐπαληθεύεται τό ἀνέκδοτο τοῦ φτωχοῦ ἐκείνου σιδηρουργοῦ, τόν ὁποῖο κάλεσαν νά γίνει βασιλιάς, καί αὐτός, ὅταν περνοῦσαν ἀπό κάποιο δάσος καί εἶδε δένδρα κατάλληλα γιά κάρβουνα πού χρησιμοποιοῦσε στό σιδηρουργεῖο, ἐπεθύμησε «λουμάκια (=κλαδιά) γιά κάρβουνα», ὄχι βασιλεία!
22,6. οἱ δέ λοιποί κρατήσαντες τούς δούλους αὐτοῦ ὕβρισαν καί ἀπέκτειναν.
῾Η ἀχαριστία τῶν προσκεκλημένων φθάνει στό ἀποκορύφωμα. Δέν περιφρόνησαν μόνο τήν πρόσκληση τοῦ βασιλιᾶ, δέν ἀρνήθηκαν μόνο νά ἔρθουν στό συμπόσιο τοῦ γάμου, ἐπιπλέον ἔπιασαν τούς δούλους, τούς ὕβρισαν καί τούς ἀπέκτειναν. Στήν παραβολή τῶν κακῶν γεωργῶν κακοποίησαν ἐκείνους πού ἦρθαν γιά νά τούς ζητήσουν τή σοδειά καί τούς καρπούς, ἐνῶ αὐτοί φέρονται βάναυσα στούς δούλους οἱ ὁποῖοι τούς καλοῦσαν σέ γιορτή καί χαρά. Αὐτό εἶναι τό πιό φοβερό καί μεγάλο δεῖγμα τῆς παραφροσύνης τους.
Οἱ ᾿Ιουδαῖοι μοχθηροί καί κακοῦργοι, ὅπως οἱ δοῦλοι τῆς παραβολῆς, ὄχι μόνο δέν πίστευσαν στόν Χριστό, ἀλλά καί κράτησαν τούς δούλους του, δηλαδή τούς ἀποστόλους. ῎Αλλους τούς φόνευσαν, ὅπως τόν ᾿Ιάκωβο τόν ἀδελφό τοῦ ᾿Ιωάννη (βλ. Πρξ 12,2), τόν πρωτομάρτυρα Στέφανο (βλ. Πρξ 7,59)· καί ἄλλους, ὅπως τόν Πέτρο καί τόν ᾿Ιωάννη καί τούς λοιπούς ἀποστόλους, τούς ἔβρισαν, τούς ἔδειραν καί τούς καταδίωξαν μέ μανία (βλ. Πρξ 5,18). Γι᾿ αὐτό καί ὁ ἀπ. Παῦλος ἔλεγε γι᾿ αὐτούς· «Τῶν καί τόν Κύριον ἀποκτεινάντων καί τούς ἰδίους προφήτας, καί ἡμᾶς ἐκδιωξάντων» (Α´ Θε 2,15).
β) ῾Η τιμωρία τῶν ἐνόχων καί οἱ νέοι καλεσμένοι (22,7-10)
22,7. ᾿Ακούσας δέ ὁ βασιλεύς ἐκεῖνος ὠργίσθη, καί πέμψας τά στρατεύματα αὐτοῦ ἀπώλεσε τούς φονεῖς ἐκείνους καί τήν πόλιν αὐτῶν ἐνέπρησε.
῞Οταν ἄκουσε τό γεγονός αὐτό, ὁ βασιλεύς ἐκεῖνος ὠργίσθη. ῾Ο βασιλιάς θύμωσε ὄχι μόνο διότι δέν θέλησαν νά ἔρθουν στό συμπόσιό του, ἀλλά διότι φόνευσαν τούς δούλους του. Γι᾿ αὐτό, ἔστειλε τά στρατεύματα αὐτοῦ καί ἐξολόθρευσε τούς φονεῖς ἐκείνους καί ἔκαψε τήν πόλιν αὐτῶν. Σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Χρυσόστομο ὁ στίχος ἀναφέρεται σαφῶς στήν καταστροφή τῆς ᾿Ιερουσαλήμ ἀπό τούς ρωμαίους αὐτοκράτορες, τόν Βεσπασιανό καί τόν Τίτο. Οἱ εἰδωλολάτρες Ρωμαῖοι γίνονται ὄργανα τοῦ Θεοῦ γιά τήν τιμωρία τῆς παρανομίας καί τῆς κακίας τῶν ἀσεβῶν. ᾿Αποκαλεῖ τά στρατεύματα αὐτοῦ, διότι «πάντες τοῦ Θεοῦ εἰσι κατά τόν λόγον τῆς δημιουργίας», σχολιάζει ὁ Ζιγαβηνός. ῾Η φράση τήν πόλιν αὐτῶν ἐνέπρησε λέγεται γιά τήν ᾿Ιερουσαλήμ. Τήν ἀποκαλεῖ μάλιστα τήν πόλιν αὐτῶν καί ὄχι τήν πόλιν αὐτοῦ, διότι ἡ ᾿Ιερουσαλήμ ἔπαυσε πλέον νά εἶναι ἡ ἐκλεκτή πόλη τοῦ Θεοῦ.
῾Ο ἅγιος Χρυσόστομος προσθέτει· «῾Η ἅλωση τῆς ᾿Ιερουσαλήμ δέν ἔγινε ἀμέσως μετά τή σταύρωση τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά μετά ἀπό σαράντα χρόνια, γιά νά φανεῖ ἡ μακροθυμία του. ῾Η καταστροφή ἔγινε ἀφοῦ φόνευσαν τόν Στέφανο καί τόν ᾿Ιάκωβο καί ἀφοῦ κακοποίησαν τούς ἀποστόλους. Εἶδες πραγματοποίηση προφητειῶν καί ταχύτητα πραγματοποιήσεώς τους; Αὐτά συνέβησαν ἐνῶ ἀκόμα ζοῦσε ὁ ᾿Ιωάννης ὁ εὐαγγελιστής καί πολλοί ἄλλοι ἀπό αὐτούς πού συναναστράφηκαν τόν Χριστό, καί ἦταν μάρτυρες τῶν ὅσων συνέβησαν αὐτοί οἱ ἴδιοι πού τά εἶχαν ἀκούσει ἀπό τό στόμα του».
22,8. Τότε λέγει τοῖς δούλοις αὐτοῦ· ὁ μέν γάμος ἕτοιμός ἐστιν, οἱ δέ κεκλημένοι οὐκ ἦσαν ἄξιοι.
Οἱ δέ κεκλημένοι οὐκ ἦσαν ἄξιοι: Οἱ ᾿Ιουδαῖοι δέν ἦταν ἄξιοι τοῦ γάμου, τῆς χαρᾶς πού χαρίζει ἡ κοινωνία μέ τόν Θεό. ῾Ο Θεοτόκης ἐξηγεῖ· «Γεγόνασιν ἀνάξιοι τοῦ πνευματικοῦ γάμου, ἤγουν τῆς τῶν οὐρανῶν βασιλείας, διά τήν εἰδωλολατρίαν, διά τήν προφητοκτονίαν, διά τήν Χριστοκτονίαν καί διά τήν εἰς τό εὐαγγελικόν κήρυγμα ἀποστροφήν αὐτῶν καί ἐπιβουλήν καί δυσμένειαν». Κανείς δέν θεωρεῖται ἀνάξιος πρίν τοῦ γίνει ἡ πρόσκληση. Καθιστᾶ τόν ἑαυτό του ἀνάξιο ὅποιος, ἐνῶ πῆρε τήν πρόσκληση, ἀρνεῖται νά συμμετάσχει στό βασιλικό συμπόσιο.
22,9. πορεύεσθε οὖν ἐπί τάς διεξόδους τῶν ὁδῶν, καί ὅσους ἐάν εὕρητε καλέσατε εἰς τούς γάμους.
Μετά ἀπό τήν ἄρνηση τῶν καλεσμένων νά λάβουν μέρος στό γαμήλιο γεῦμα, ὁ βασιλιάς δέν ματαιώνει τό συμπόσιο πού ἑτοίμασε, ἀλλά καλεῖ ἄλλους νά τό ἀπολαύσουν.
Στέλνει τούς δούλους του ἐπί τάς διεξόδους τῶν ὁδῶν. ῾Οδός εἶναι ὁλόκληρος ὁ δρόμος καί οἱ διέξοδοι εἶναι τμήματα τῆς ὁδοῦ, οἱ διακλαδώσεις, τά σταυροδρόμια, ὅπου καταλήγουν οἱ ἀγροτικοί δρόμοι. Δηλαδή στέλνει τούς δούλους του στίς ἀκρινές συνοικίες, στά ἀπόκεντρα μέρη τῆς πόλεως, γιά νά καλέσουν ὅσους βροῦν.
῾Ο ᾿Ιησοῦς ἀναφέρεται ἐδῶ στήν πρόσκληση τῶν ἐθνικῶν στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Τήν τιμωρία τοῦ ᾿Ιουδαϊκοῦ ἔθνους (βλ. στ. 7), τήν ἀκολουθεῖ ἡ σύσταση τῆς ᾿Εκκλησίας. ῾Ο ἀείμνηστος Καλλίνικος ἑρμηνεύει· «᾿Επί τάς διεξόδους τῶν ὁδῶν, ὅπου μακράν τῆς εὐρείας, εὐθείας καί φωτεινῆς λεωφόρου τῆς θείας ᾿Αποκαλύψεως καί ἀνά τάς σκολιάς ἀτραπούς καί τάς ἀποκρήμνους ἀκρωρείας τῶν ἀνθρωπίνων πλανῶν καί συστημάτων ἐκυλινδοῦντο καί κυλινδοῦνται τά ἔθνη».
῾Ο Χριστός καλεῖ καί τούς ἐθνικούς, διότι θυσιάστηκε «οὐχ ὑπέρ τοῦ ἔθνους (τοῦ ἰουδαϊκοῦ) μόνον, ἀλλ᾿ ἵνα τά τέκνα τοῦ Θεοῦ τά διεσκορπισμένα συναγάγῃ εἰς ἕν» (᾿Ιω 11,52). ῾Ο ἴδιος εἶπε ὅτι ἐκτός ἀπό τούς ᾿Ιουδαίους «καί ἄλλα πρόβατα ἔχει, ἅ οὐκ ἔστιν ἐκ τῆς αὐλῆς ταύτης κἀκεῖνα με δεῖ ἀγαγεῖν» (᾿Ιω 10,16).
῞Οσους ἐάν εὕρητε καλέσατε εἰς τούς γάμους: ῾Ο βασιλιάς, πού εἶναι ὁ Θεός, κάλεσε στή βασιλεία του, δηλαδή στήν ᾿Εκκλησία, πρῶτα τούς οἰκείους του, δηλαδή τούς ᾿Ισραηλίτες, πού τόν γνώριζαν ὡς Θεό τους ἀπό τήν ἐποχή τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Αὐτοί ὅμως φάνηκαν ἀνάξιοι τῆς θείας κλήσεως, διότι περιφρόνησαν μέ προσβλητική ἀδιαφορία τήν πρόσκλησή του. Τότε ὁ Θεός δέχτηκε στό γαμήλιο συμπόσιο τούς εἰδωλολάτρες, τούς πλανεμένους, τούς ἁμαρτωλούς. Καί οἱ ἀπόστολοι μετά τήν Πεντηκοστή ἄρχισαν τό κήρυγμα πρῶτα ἀπό τούς ᾿Ιουδαίους. ᾿Αντιμετώπισαν ὅμως τήν ἐχθρότητά τους καί στράφηκαν πρός τούς ἐθνικούς. ῾Ο ἀπ. Παῦλος λέγει· «῾Υμῖν ἦν ἀναγκαῖον πρῶτον λαληθῆναι τόν λόγον τοῦ Θεοῦ· ἐπειδή δέ ἀπωθεῖσθε αὐτόν καί οὐκ ἀξίους κρίνετε ἑαυτούς τῆς αἰωνίου ζωῆς, ἰδού στρεφόμεθα εἰς τά ἔθνη» (Πρξ 13,46).
22,10. Καί ἐξελθόντες οἱ δοῦλοι ἐκεῖνοι εἰς τάς ὁδούς συνήγαγον πάντας ὅσους εὗρον, πονηρούς τε καί ἀγαθούς. Καί ἐπλήσθη ὁ γάμος ἀνακειμένων.
Οἱ δοῦλοι βγῆκαν εἰς τάς ὁδούς, μάζεψαν ὅλους ὅσους βρῆκαν πονηρούς τε καί ἀγαθούς. Οἱ νέοι συνδαιτυμόνες δέν εἶναι ὅλοι ἀγαθοί, ἀλλά ὑπάρχουν καί πονηροί, ὅπως λέγεται στήν παραβολή τῆς σαγήνης (βλ. Μθ 13,47-50). Πονηρούς ὀνομάζει τούς ἐθνικούς, οἱ ὁποῖοι δέν ἦταν μόνο ἄπιστοι ἀλλά καί διεφθαρμένοι, ἡ ζωή τους εἶχε κάθε εἴδους κακία καί φαυλότητα. ᾿Αγαθοί ὀνομάζονται ὅσοι ἀπό τούς ᾿Ιουδαίους ἦταν καλοπροαίρετοι, ἀλλά καί ὅσοι ἐθνικοί ζοῦσαν μέ σωφροσύνη καί ἀρετή, ὅπως ὁ ἑκατόνταρχος Κορνήλιος, ὁ ὁποῖος ἄν καί ἦταν ἐθνικός, ὅμως σεβόταν τόν Θεό, προσευχόταν, νήστευε καί ἔκανε ἐλεημοσύνες (βλ. Πρξ 10,1. 30). ῾Ο Χριστός παρουσιάζει τήν κατάσταση τῆς ᾿Εκκλησίας του, στήν ὁποία τό σιτάρι συνυπάρχει μέ τά ζιζάνια (βλ. Μθ 13,24-25). Μεταξύ τῶν πιστῶν πάντοτε θά ὑπάρχουν καί ὑποκριτές καί ἁμαρτωλοί (βλ. Μθ 7,15). ῾Η ᾿Εκκλησία εἶναι ἕνα πνευματικό ἰατρεῖο, ἡ κιβωτός πού δέχεται ὅλους τούς ἀνθρώπους. ᾿Απ᾿ αὐτούς ἐξαρτᾶται ἄν θά φροντίσουν νά θεραπευτοῦν καί νά εὐπρεπιστοῦν.
Καί ἐπλήσθη ὁ γάμος ἀνακειμένων: ῞Ενα μεγάλο πλῆθος ἀνθρώπων ἀνταποκρίθηκε αὐτή τή φορά στήν πρόσκληση τοῦ βασιλιᾶ. Γέμισε ἡ μεγάλη αἴθουσα τοῦ γαμήλιου συμποσίου ἀπό τό πλῆθος τῶν συνδαιτυμόνων πού ἦταν ἕτοιμοι νά ἀπολαύσουν τά ἀγαθά τοῦ γεύματος. Οἱ ἀρχαῖοι ἔτρωγαν μισοξαπλωμένοι, ἀκουμπισμένοι στόν ἀριστερό ἀγκώνα καί ἔχοντας τό δεξί χέρι ἐλεύθερο γιά νά τρῶνε. ᾿Ανακείμενοι εἶναι αὐτοί πού κάθονται μέ αὐτόν τόν τρόπο στό τραπέζι τοῦ συμποσίου, οἱ ὁμοτράπεζοι.
γ) ῾Ο συνδαιτυμόνας πού δέν φοροῦσε ἔνδυμα γάμου τιμωρεῖται (22,11-14)
Τό νόημα τῆς παραβολῆς δέν περιορίζεται στήν ἀποδοχή ἤ τήν ἀπόρριψη τῆς προσκλήσεως τοῦ Θεοῦ. Προχωρεῖ καί σέ μιά ἄλλη ἐξίσου σπουδαία προϋπόθεση γιά τήν εἴσοδο στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι τό ἔνδυμα τοῦ γάμου. Μπορεῖ νά δεχθεῖ κανείς τήν πρόσκληση, ἀλλά νά μήν ἔχει τό κατάλληλο ἔνδυμα, γιά νά παραμείνει στή χαρά τοῦ γάμου. ῾Η εἰκόνα εἶναι παρμένη ἀπό τίς συνήθειες τῆς ἐποχῆς, πού προέβλεπαν καθαρή ἐνδυμασία γιά τή συμμετοχή στό ἐπίσημο καί γιορταστικό γαμήλιο γεῦμα.
22,11. Εἰσελθών δέ ὁ βασιλεύς θεάσασθαι τούς ἀνακειμένους εἶδεν ἐκεῖ ἄνθρωπον οὐκ ἐνδεδυμένον ἔνδυμα γάμου.
Εἰσελθών δέ ὁ βασιλεύς: Μέ τήν ἄφιξη τοῦ βασιλιᾶ ἡ σκηνή ἀλλάζει. ῾Η ἀνάμιξη πονηρῶν καί ἀγαθῶν, πού ἦταν προηγουμένως ἀνεκτή, τώρα ξεκαθαρίζεται. ῞Οποιος δέν εἶναι ἄξιος νά λάβει μέρος στό γεῦμα θά ἐκβληθεῖ ἔξω. ῾Η εἴσοδος τοῦ βασιλιᾶ εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς κρίσεως, τότε «ἑκάστου τό ἔργον φανερόν γενήσεται» (Α´ Κο 3,13).
῎Ενδυμα γάμου: Κατά τίς ἀσιατικές συνήθειες ὅταν ὁ βασιλιάς προσκαλοῦσε τούς ὑπηκόους του σέ συμπόσιο, συγχρόνως τούς προμήθευε καί τήν ἀνάλογη στολή, τήν ὁποία φοροῦσαν καί ἔπειτα καταλάμβαναν τή θέση τους. ῾Ο ἄνθρωπος τῆς παραβολῆς περιφρόνησε τό γαμήλιο ἔνδυμα καί μπῆκε στό συμπόσιο ντυμένος ἀνάρμοστα. ᾿Εκδήλωσε ἔτσι τή διάθεση νά προσβάλει τόν ἄρχοντα πού τελοῦσε τούς γάμους τοῦ υἱοῦ του. Δέν ἔμεινε ὅμως ἀπαρατήρητος, δέν μπόρεσε νά κρυφτεῖ ἀπό τό βλέμμα τοῦ βασιλιᾶ.
Τό ἔνδυμα γάμου πού χαρίζει σέ κάθε πιστό ὁ Κύριος εἶναι ἡ καθαρή στολή πού προσφέρει τό ἅγιο βάπτισμα. ῎Εργο τοῦ πιστοῦ εἶναι νά τηρήσει μέ τόν ἀγώνα καί τή μετάνοιά του ἄσπιλο τό χιτώνα τοῦ βαπτίσματος, μέ τόν ὁποῖο ἐνδύθηκε τόν Χριστό. Μέ αὐτό τό ἔνδυμα γίνεται ὁ πιστός ἄξιος τῆς ἐπουρανίου βασιλείας. Οἱ πατέρες τῆς ᾿Εκκλησίας λένε ὅτι ἔνδυμα γάμου εἶναι τά ἀγαθά ἔργα πού συνοδεύουν τή νέα ζωή τοῦ πιστοῦ μέσα στήν ᾿Εκκλησία. Εἶναι οἱ καρποί πού προσφέρει ὁ χριστιανός ὡς ἀπάντηση στή θεία κλήση καί στή χάρη τοῦ Θεοῦ. «᾿Ενδύσασθε οὖν, ὡς ἐκλεκτοί Θεοῦ ἅγιοι καί ἠγαπημένοι σπλάγχνα οἰκτιρμῶν, χρηστότητα, ταπεινοφροσύνην, πραότητα, μακροθυμίαν» (Κλ 3,12), διδάσκει ὁ ἀπ. Παῦλος.
῾Ο ἀνάξιος πού μπῆκε στό γάμο χωρίς νά εὐπρεπιστεῖ ἀποκαλύπτει αὐτόν πού μπαίνει στήν ᾿Εκκλησία μαζί μέ τήν ἀκαθαρσία τῆς προηγούμενης ἁμαρτωλῆς ζωῆς του. ῾Υπῆρξαν ἄνθρωποι πού θέλησαν νά εἶναι χριστιανοί χωρίς νά ζοῦν χριστιανικά. Αὐτοί ἀργότερα ἀποκόπηκαν ἀπό τήν ᾿Εκκλησία, ὅπως εἶπε ὁ εὐαγγελιστής ᾿Ιωάννης · «᾿Εξ ἡμῶν ἐξῆλθον, ἀλλ οὐκ ἦσαν ἐξ ἡμῶν· εἰ γάρ ἦσαν ἐξ ἡμῶν, μεμενήκεισαν ἄν μεθ᾿ ἡμῶν» (Α´ ᾿Ιω 2,19). ῾Ο ἀείμνηστος Σεραφείμ Παπακώστας γράφει· «᾿Επειδή βρῆκαν τήν πόρτα ἀνοιχτή τοῦ βαπτίσματος καί εἰσῆλθαν νήπια στήν ᾿Εκκλησία, ἐνόμισαν ὅτι καί ἔπειτα σέ κάθε μυστήριο ἡ εἴσοδος εἶναι στή διάθεσή τους, ἔστω καί ἄν ἦσαν ὁλοτελῶς ἀνάξιοι». ῎Αν ἡ στολή τῆς ψυχῆς μας δέν εἶναι κατάλληλη, νά ἔχουμε τουλάχιστον συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητός μας καί νά ἐπαναλαμβάνουμε μέ δέος τήν ἱκεσία πού λέγεται πρίν ἀπό τή θεία Κοινωνία· «῾Ο χιτών μέ ἐλέγχει, ὅτι οὐκ ἔστι τοῦ γάμου. Καθάρισον, Κύριε, τόν ρύπον τῆς ψυχῆς μου καί σῶσόν με ὡς Φιλάνθρωπος», καθώς καί τό κατανυκτικό τροπάριο τῆς Μ. ῾Εβδομάδος· «Τόν νυμφῶνά σου βλέπω, Σωτήρ μου, κεκοσμημένον καί ἔνδυμα οὐκ ἔχω, ἵνα εἰσέλθω ἐν αὐτῷ· λάμπρυνόν μου τήν στολήν τῆς ψυχῆς, Φωτοδότα καί σῶσόν με». ῾Ο Θεός προσφέρει τή θεία του χάρη μέ τό λουτρό τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως μέ τό ὁποῖο μπορεῖ νά ἐπαναφέρει τό ἔνδυμα τῆς ψυχῆς μας στήν πρώτη του καθαρότητα καί λαμπρότητα.
22,12. καί λέγει αὐτῷ· ἑταῖρε, πῶς εἰσῆλθες ὧδε μή ἔχων ἔνδυμα γάμου; ὁ δέ ἐφιμώθη.
῾Ο βασιλιάς ἀπορεῖ μέ τήν ἀναίδεια αὐτοῦ πού δέν ἦταν εὐπρεπῶς ἐνδεδυμένος γιά τή συγκεκριμένη περίπτωση, καί ρωτᾶ πῶς τόλμησε νά εἰσέλθει στό γαμήλιο συμπόσιο.
῾Εταῖρε, πῶς εἰσῆλθες ὧδε μή ἔχων ἔνδυμα γάμου; Φίλε, μέ ποιό δικαίωμα μπῆκες ἐδῶ χωρίς τό κατάλληλο ροῦχο; «῾Εταῖρον αὐτόν εἶπεν ὡς τέως χριστιανόν, εἰ καί ἀναξίως τῆς προσηγορίας ταύτης ἐπολιτεύσατο», σημειώνει ὁ Ζιγαβηνός. Μέ τήν προσφώνηση ἑταῖρε ἤλεγξε ὁ Κύριος τόν ᾿Ιούδα· «ἑταῖρε, ἐφ᾿ ᾧ πάρει;» (Μθ 26,50) καί αὐτόν πού ἀγανάκτησε γιά τήν ἴση διανομή τοῦ δηναρίου· «ἑταῖρε, οὐκ ἀδικῶ σε» (Μθ 20,13).
῾Ο δέ ἐφιμώθη: Αὐτός ἀποστομώθηκε, ἔχασε τή μιλιά του. Μέ τό νά μήν ἔχει νά πεῖ τίποτε, κατέκρινε τόν ἑαυτό του. ῎Εμεινε ἀναπολόγητος καί ἄφωνος.
22,13. Τότε εἶπεν ὁ βασιλεύς τοῖς διακόνοις· δήσαντες αὐτοῦ πόδας καί χεῖρας ἄρατε αὐτόν καί ἐκβάλετε εἰς τό σκότος τό ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμός καί ὁ βρυγμός τῶν ὀδόντων.
Τότε εἶπεν ὁ βασιλεύς τοῖς διακόνοις: ῾Ο βασιλιάς ἔδωσε ἐντολή στούς ὑπηρέτες πού διακονοῦσαν στό τραπέζι. ῾Ο ἅγιος Χρυσόστομος ἐξηγεῖ· «Οὗτοι οὖν οἱ τιμωρητικοί ἄγγελοι εἰσίν οἱ διάκονοι, οἱ ὑπό τοῦ βασιλέως τῶν βασιλευόντων Θεοῦ προσταζόμενοι». Κατά τήν ἔσχατη ἡμέρα οἱ ἄγγελοι ἐπιτελοῦν αὐτά τά ἔργα (βλ Μθ 13,39. 41. 49· 24,31)· ἀπελαύνουν τούς ἀναξίους ἀπό τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί τούς παραλαμβάνουν οἱ δαίμονες.
Δήσαντες αὐτοῦ πόδας καί χεῖρας: ῾Ο βασιλιάς πρόσταξε νά τόν δέσουν χειροπόδαρα. ῾Ο Σολομών ἔλεγε· «Σειραῖς δέ τῶν ἑαυτοῦ ἁμαρτιῶν ἕκαστος σφίγγεται» (Πρμ 5,22). ᾿Ενῶ ἐδῶ στή γῆ οἱ ἁμαρτωλοί κατόρθωσαν νά διαφύγουν τήν τιμωρία καί τή δέσμευση, ἐκεῖ παραμένουν αἰώνια δέσμιοι.
᾿Εκβάλετε εἰς τό σκότος τό ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμός καί ὁ βρυγμός τῶν ὀδόντων: ῾Ο ἅγιος Χρυσόστομος ἐξηγεῖ· «Μή νομίσεις ὅμως ἀκούγοντας σκότος ὅτι αὐτός τιμωρεῖται μέ αὐτόν τόν τρόπο, ὁδηγούμενος δηλαδή ἁπλῶς καί μόνο σέ σκοτεινό μέρος, ἀλλ᾿ ὁδηγεῖται ἐκεῖ ὅπου εἶναι τό κλάμα καί ὁ τριγμός τῶν δοντιῶν. Αὐτό τό λέγει γιά νά δείξει τά ἀνυπόφορα βάσανα». ῞Οπως ὑπάρχει ἡ ἀγάπη καί ἡ ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ, ἔτσι ὑπάρχει καί ἡ ὀργή του πού ἐκδηλώνεται στήν τιμωρία αὐτῶν πού περιφρόνησαν τήν ἀγάπη του. ῾Ο προφήτης ᾿Ησαΐας βεβαιώνει· «᾿Ιδού ἰσχυρόν καί σκληρόν ὁ θυμός Κυρίου» (28,2) (βλ. Μάθ. 12ο καί 16ο).
22,14. Πολλοί γάρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δέ ἐκλεκτοί.
῾Ο στίχος πού κλείνει τήν παραβολή ἀπευθύνεται τόσο στόν παλαιό ὅσο καί στό νέο ᾿Ισραήλ. ῾Ο Θεός καλεῖ ὅλους τούς ἀνθρώπους, ὅμως δέν ἀποδέχονται ὅλοι τήν πρόσκλησή του. ῾Ο Κύριος κάνοντας αὐτή τή σκληρή διαπίστωση μᾶς προτρέπει σέ ἐγρήγορση καί νήψη, ὥστε νά μήν ἔχουμε τήν τύχη αὐτοῦ πού στερήθηκε τό ἔνδυμα τοῦ γάμου, ἀλλά ν᾿ ἀγωνιστοῦμε γιά νά παραμείνουμε μεταξύ τῶν συνδαιτυμόνων τοῦ θείου συμποσίου. ῾Ο κάθε πιστός νά φροντίσει ὥστε ἀπό «κλητός ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ» (Ρω 1,6) νά γίνει ἐκλεκτός, νά ὁδηγηθεῖ στό «ἀξίως περιπατῆσαι τῆς κλήσεως ἧς ἐκλήθη» (᾿Εφ 4,1). Μεγάλη ἡ τιμή πού μᾶς ἔκαμε ὁ Θεός νά μᾶς καλέσει στούς γάμους τοῦ Υἱοῦ του, στή μακαριότητα τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, στά ἀνέκφραστα ἀγαθά τοῦ Παραδείσου. ῎Ας μείνουμε πιστοί μέχρι τέλους γιά νά «εἰσέλθωμεν σύν αὐτῷ εἰς τούς γάμους», ὅπως λέγει καί τό τροπάριο τῆς Μ. ῾Εβδομάδος.
῾Ο ἀείμνηστος π. Κ. Καλλίνικος γιά νά μᾶς δείξει ὅτι πολλοί καλοῦνται νά εἰσέλθουν στή βασιλεία, ἀλλά λίγοι γίνονται ὁριστικά δεκτοί σ᾿ αὐτήν, ἀναφέρεται στήν ἱστορία τοῦ ᾿Ισραήλ καί λέει· «᾿Εξέρχονται ἐκ τῆς ψυχωλετείρας Αἰγύπτου χιλιάδες μετά τοῦ Μωϋσέως, ἀλλ᾿ ἐλάχιστοι εἰσέρχονται εἰς τήν γῆν Χαναάν. ᾿Αθροίζονται περί τόν Γεδεών 32 χιλιάδες ὁπλιτῶν, ἀλλ ἐξ αὐτῶν, μετά διπλοῦν κοσκίνισμα, μόνον 300 ἀπομένουν, οἵτινες καί νικηταί ἀποδεικνύονται...Οὕτω τό ἁλώνιον διαρκῶς λικμίζεται, τά σαπρά ὀψάρια χωρίζονται ἀπό τά καλά καί δι᾿ αὐστηρᾶς διαλογῆς μόνον οἱ ἄριστοι ἐκ τῶν κληθέντων προβιβάζονται εἰς τούς ἐκλεκτούς Κυρίου. Γλυκεῖα ὑπέρ μέλι ἡ ἀγάπη τοῦ ᾿Αρνίου, ἀλλά φοβερόν ὡς φλογίνη ρομφαία τό πτυάριον τῆς δικαιοκρισίας Του».
Στεργίου Σάκκου
Εὐαγγελικές περικοπές (βοήθημα γιά κυκλάρχες)
῾Η παραβολή τῶν κακῶν γεωργῶν
Τήν ΙΓ´ Κυριακή τοῦ Ματθαίου διαβάζεται ἡ παραβολή τῶν κακῶν γεωργῶν 21,33-42, τήν ὁποία καταγράφουν καί οἱ εὐαγγελιστές Μᾶρκος καί Λουκᾶς μέ μικρές παραλλαγές (βλ. Μρ 12,1-11· Λκ 20,9-17). Σύμφωνα μέ τή διήγηση καί τῶν τριῶν εὐαγγελιστῶν τήν παραβολή αὐτή τήν εἶπε ὁ Κύριος μετά ἀπό τή θριαμβευτική εἴσοδό του στά ᾿Ιεροσόλυμα.
Μέ τήν παραβολή τῶν κακῶν γεωργῶν καθώς καί μέ τήν παραβολή τῶν δύο υἱῶν, πού προηγεῖται (βλ. 21,18-32), ὁ ᾿Ιησοῦς θέλει νά δώσει ἀπάντηση στό ἐρώτημα «ἐν ποίᾳ ἐξουσίᾳ ταῦτα ποιεῖς;» (Μθ 21,23), μέ τό ὁποῖο ἡ θρησκευτική ἡγεσία τοῦ ᾿Ισραήλ ἀμφισβητοῦσε τό κύρος του. Στήν παροῦσα παραβολή φαίνεται ξεκάθαρα ἡ θεϊκή του ἐξουσία. ῾Ο ᾿Ιησοῦς εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Οἰκοδεσπότη, ὁ κληρονόμος τοῦ ἀμπελῶνος, ὁ ἀνώτατος ἀπεσταλμένος τοῦ Θεοῦ.
Προσπαθεῖ ὁ Κύριος, ἔστω καί τήν τελευταία στιγμή, νά κάνει ὅ,τι εἶναι δυνατόν, γιά νά ὁδηγήσει σέ μετάνοια τούς πρεσβυτέρους καί ἀρχιερεῖς τοῦ λαοῦ, πού τόν ἐχθρεύονται. Τούς ἀφήνει νά δοῦν στήν παραβολή σάν σέ καθρέφτη τόν ἑαυτό τους μέ τά κακόβουλα σχέδιά τους, τίς ἐξωτερικές ἐνέργειες ἀλλά καί τίς ἐσωτερικές τους διαθέσεις. Συγχρόνως προαναγγέλλει καί τήν τιμωρία πού τούς περιμένει, ἄν ἀμετανόητοι ἐξακολουθήσουν νά καταφέρονται ἐναντίον του.
α) ῾Η φροντίδα τοῦ οἰκοδεσπότη γιά τόν ἀμπελῶνα του (21,33)
21,33. ῎Αλλην παραβολήν ἀκούσατε. ῎Ανθρωπός τις ἦν οἰκοδεσπότης, ὅστις ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα καί φραγμόν αὐτῷ περιέθηκε καί ὤρυξεν ἐν αὐτῷ ληνόν καί ᾠκοδόμησε πύργον, καί ἐξέδοτο αὐτόν γεωργοῖς καί ἀπεδήμησεν.
῎Αλλην παραβολήν: ῾Η προηγούμενη παραβολή εἶναι τῶν δύο υἱῶν. Μέ τό ἀκούσατε ὁ ᾿Ιησοῦς ἐφιστᾶ τήν προσοχή τῶν ἀκροατῶν του.
῎Ανθρωπός τις ἦν οἰκοδεσπότης: Καί σέ ἄλλες παραβολές ὁ ᾿Ιησοῦς παρουσιάζει τόν Θεό Πατέρα ὡς οἰκοδεσπότη (βλ. Μθ 20,1). Τόν ὀνομάζει ἔτσι διότι προνοεῖ, φροντίζει καί περιποιεῖται τούς οἰκιακούς του, δηλαδή ὅλο τόν κόσμο καί ἰδιαίτερα τόν ᾿Ισραήλ.
᾿Εφύτευσεν ἀμπελῶνα: ᾿Αμπελών λέγεται τό ἀμπέλι, τό χωράφι τό φυτευμένο μέ κλήματα ἀμπελιοῦ, ὅπως αὐτό ὅπου καλλιεργοῦνται ἐλιές λέγεται «ἐλαιών».
Στήν Παλαιά Διαθήκη τό ἀμπέλι χρησιμοποιεῖται κυρίως ὡς σύμβολο τοῦ περιούσιου λαοῦ τοῦ Θεοῦ. ῾Ο προφήτης ᾿Ησαΐας (5,1-7) παρομοιάζει τό βασίλειο τοῦ ᾿Ιούδα μέ ἕνα ἐκλεκτό ἀμπέλι τό ὁποῖο ὁ ἀμπελουργός, ὁ Κύριος, φύτευσε, ἀσφάλισε καί καλλιέργησε μέ μεγάλη φροντίδα. Παρά τίς πολλές περιποιήσεις πού τοῦ πρόσφερε ὅμως, δέν γεύτηκε τούς καρπούς τῶν κόπων του.
Φραγμόν αὐτῷ περιέθηκε: ῾Ο οἰκοδεσπότης περιέφραξε τό ἀμπέλι του μέ φράκτη. ῾Ο φραγμός γιά τόν ᾿Ισραήλ ἦταν ὁ Νόμος πού ἀσφάλιζε τό λαό τοῦ Θεοῦ ἀπό τίς ἐπιδράσεις τῶν γειτονικῶν εἰδωλολατρικῶν ἐθνῶν.
῎Ωρυξεν ἐν αὐτῷ ληνόν: Ληνός εἶναι τό πατητήρι ὅπου πατοῦσαν τά σταφύλια γιά νά βγάλουν τό μοῦστο.
Καί ᾠκοδόμησε πύργον: ῾Ο πύργος ἐξυπηρετοῦσε τόν ἔλεγχο καί τήν ἀσφάλεια τοῦ κτήματος. Χρησίμευε γιά νά μένουν μέσα οἱ ἐργάτες ἀλλά καί νά παρατηροῦν οἱ φρουροί ἄγρυπνα ἀπό ἐκεῖ τήν γύρω περιοχή.
Πύργος ἦταν γιά τό λαό τοῦ Θεοῦ ἡ θεία ἀντίληψη καί προστασία. ῾Ο ἅγιος Χρυσόστομος ἐπισημαίνει τή μεγάλη πρόνοια καί φροντίδα τοῦ Θεοῦ. Αὐτά πού ἦταν ἔργο τῶν γεωργῶν τά ἔκανε ὁ ἴδιος ὁ οἰκοδεσπότης. Φύτευσε δηλαδή τό ἀμπέλι, τοποθέτησε τό φράκτη καί τακτοποίησε ὅλα τά ἄλλα. Γι᾿ αὐτούς ἄφησε ἕνα μικρό ἔργο· νά φροντίζουν τό κτῆμα καί νά διαφυλάττουν ὅσα τούς ἐμπιστεύθηκε.
᾿Εξέδοτο αὐτόν γεωργοῖς: Γεωργοί εἶναι οἱ ἡγέτες τῶν ᾿Ιουδαίων, οἱ ἱερεῖς καί οἱ διδάσκαλοι, οἱ ὁποῖοι ἀρχικά ἦταν εὐσεβεῖς καί καλλιεργοῦσαν τό λαό. ᾿Αργότερα ὅμως αὐτοί οἱ γεωργοί ἐγκαταλείποντας τήν εἰλικρινῆ πίστη στόν Θεό ἔγιναν ψευδοπροφῆτες καί ψευδοδιδάσκαλοι. Εἶναι οἱ διεστραμμένοι ἄρχοντες τῶν ᾿Ιουδαίων, τούς ὁποίους ἀντιμετώπισε τόσες φορές ὁ ᾿Ιησοῦς στήν ἐπίγεια δράση του.
῾Ο Κύριος δέν χάρισε τόν ἀμπελῶνα του, ἀλλά ἁπλῶς μίσθωσε τό κτῆμα στούς γεωργούς. Τούς ἔβαλε νά δουλεύουν σ᾿ αὐτό γιά νά πάρουν τό μισθό τους, κράτησε ὅμως τά δικαιώματα τοῦ ἰδιοκτήτη.
Καί ἀπεδήμησεν: ῾Ο ἰδιοκτήτης τοῦ ἀμπελῶνος ἔφυγε ἀπό τή χώρα του, καί μάλιστα, ὅπως σημειώνει ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς, ἀπουσίασε «χρόνους ἱκανούς» (20,9). ῾Η ἔκφραση αὐτή δέν σημαίνει «πολλά χρόνια», δηλώνει ὅμως ἀρκετό καιρό, μερικούς μῆνες. Συμβολίζεται ἔτσι τό μεγάλο χρονικό διάστημα τῆς παλαιᾶς διαθήκης, τῆς συμφωνίας τοῦ Θεοῦ μέ τόν ᾿Ισραήλ, κατά τό ὁποῖο ὁ ἀμπελών τοῦ Κυρίου παραδόθηκε στούς γεωργούς. ᾿Απεδήμησε σημαίνει ὅτι ὁ Θεός ἀπομακρύνθηκε, καί ἄφησε ἐλεύθερους τούς ἀνθρώπους, μέ σκοπό ὅμως νά ἔρθει καί πάλι. Μέχρι τότε ρυθμιστής τῆς ζωῆς τους θά ἦταν ὁ νόμος, οἱ ἐντολές πού τούς εἶχε δώσει.
῾Ο π. Αὐγουστῖνος, ἐπίσκοπος Φλωρίνης γράφει· «᾿Αμπέλι εἶναι ὁ ἰουδαϊκός λαός πρῶτα καί ὕστερα ὁ χριστιανικός λαός. ῾Ο Θεός φυτεύει τούς πιστούς γιά νά φέρουν καρπό πολύ σάν καρποφόρα κλήματα. Γεωργοί, πού πρέπει νά καλλιεργοῦν τό ἀμπέλι, εἶναι οἱ πατριάρχες, οἱ προφῆτες, οἱ ἐπίσκοποι, οἱ ἱερεῖς καί ὅλοι γενικά οἱ πιστοί, πού πρέπει καί αὐτοί κάτω ἀπό τήν καθοδήγηση τῶν κηρύκων τοῦ Εὐαγγελίου νά ἐργάζονται γιά τήν καλλιέργεια τῶν ψυχῶν. Κάθε δέ ψυχή εἶναι ἕνα εἶδος ἀμπελιοῦ» (Σταγόνες ἀπό τό ὕδωρ τό ζῶν, σελ. 203).
β) ῾Η συμπεριφορά τῶν γεωργῶν πρός τούς δούλους (21,34-36)
21,34. Οτε δέ ἤγγισεν ὁ καιρός τῶν καρπῶν, ἀπέστειλε τούς δούλους αὐτοῦ πρός τούς γεωργούς λαβεῖν τούς καρπούς αὐτοῦ.
῞Οτε δέ ἤγγισεν ὁ καιρός τῶν καρπῶν: ῞Οταν ἦρθε ὁ καιρός τῆς συγκομιδῆς, ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος ἀπέστειλε τούς δούλους του γιά νά εἰσπράξουν τό μερίδιο πού τοῦ ἀναλογοῦσε. ῾Ο οἰκοδεσπότης τηρεῖ τή συμφωνία, περιμένει τήν ἐποχή τῆς συγκομιδῆς καί τότε στέλνει τούς δούλους. Οἱ δοῦλοι πού κατά καιρούς ἔστελνε ὁ Θεός στόν ᾿Ισραήλ ἦταν οἱ προφῆτες. ῎Εργο τῶν προφητῶν ἦταν νά καλλιεργήσουν καί νά παιδαγωγήσουν τό λαό, νά τόν καλέσουν στή μετάνοια καί στήν ἀληθινή πίστη καί εὐσέβεια, ὅσες φορές παρέκκλινε πρός τήν εἰδωλολατρία.
Λαβεῖν τούς καρπούς αὐτοῦ: ῾Ο καρπός πού περίμενε ὁ Θεός ἦταν ἡ ἐκπλήρωση τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου, ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν, ἡ ὑποταγή στό θεῖο θέλημά του. Ζητοῦσε, δηλαδή, ἀπό τό λαό ὑπακοή στό κήρυγμα τῶν ἀπεσταλμένων του προφητῶν, μετάνοια καί ἔργα ἀρετῆς. Οἱ ἄρχοντες ὅμως τοῦ ᾿Ισραήλ καί ἕνα μεγάλο τμῆμα τοῦ λαοῦ οἰκειοποιήθηκαν τό θεῖο κτῆμα καί ἀντί νά ποιμαίνουν τό ποίμνιο προσπάθησαν νά τό καταφάγουν, ὅπως λέγει ὁ ᾿Ιεζεκιήλ στό 34ο κεφ. Καί μόνο ἡ παρουσία τῶν γνήσιων δούλων τοῦ Θεοῦ ἄναβε τήν ὀργή τῶν ἀρχόντων, διότι τούς ὑπενθύμιζε τά καθήκοντα καί τίς ὑποχρεώσεις πού εἶχαν ξεχάσει.
21,35. Καί λαβόντες οἱ γεωργοί τούς δούλους αὐτοῦ ὅν μέν ἔδειραν, ὅν δέ ἀπέκτειναν, ὅν δέ ἐλιθοβόλησαν.
Μέ τά ρήματα ἔδειραν, ἀπέκτειναν, ἐλιθοβόλησαν δηλώνει ὁ εὐαγγελιστής τήν ἄσχημη συμπεριφορά τῶν γεωργῶν πρός τούς δούλους, πού γινόταν ὅλο καί σκληρότερη. ῾Ο ἅγιος Χρυσόστομος ἐξηγεῖ· «Οἱ γεωργοί ὅμως καί στήν περίπτωση αὐτή ἔδειξαν τήν κακία τους καί δέν ἔδωσαν τούς καρπούς, παρά τή μεγάλη φροντίδα πού εἶχαν ἀπό τόν οἰκοδεσπότη. Αὐτό βέβαια φανερώνει ὄχι μόνο τήν ἀδιαφορία τους, ἀλλά καί τή σκληρότητά τους πρός τούς ἀπεσταλμένους τοῦ κυρίου τους. ᾿Αφοῦ δέν εἶχαν νά δώσουν καρπούς, ἄν καί ἦταν ὀφειλέτες, δέν ἔπρεπε νά ἀγανακτοῦν οὔτε νά δείχνουν σκληρότητα, ἀλλά νά παρακαλοῦν. Αὐτοί ὅμως ὄχι μόνο ἀγανάκτησαν, ἀλλά καί γέμισαν τά χέρια τους μέ αἷμα. ᾿Ενῶ ἔπρεπε νά τιμωρηθοῦν, ζήτησαν νά γίνουν τιμωροί».
Στήν ἱστορία τοῦ ᾿Ισραήλ βλέπουμε ὅτι τούς περισσότερους προφῆτες τούς κακοποίησαν οἱ ἄρχοντες· Τόν Μιχαία τόν ράπισαν καί τόν φυλάκισαν (βλ. Γ´ Βα 22,24-27), τόν ᾿Αζαρία τόν λιθοβόλησαν (βλ. Β´ Πα 24,20-22), τόν ᾿Ησαΐα τόν πριόνισαν, τόν ᾿Ιερεμία τόν κακοποίησαν ἐπανειλημμένως (βλ. ᾿Ιε 20,2· 45,6) καί ὅλους τούς ἄλλους τούς ἀποδοκίμασαν. Τόν ᾿Ιωάννη τόν Βαπτιστή, τόν φυλάκισαν καί τόν ἀποκεφάλισαν (βλ. Μθ 14,3.10). Φαίνεται ὅτι καί οἱ σύγχρονοι τοῦ Κυρίου ᾿Ισραηλίτες ἦταν ἄξιοι ἀπόγονοι τῶν πατέρων τους καί πιστοί μιμητές τους. Γι᾿ αὐτό ὁ ᾿Ιησοῦς τούς ἐλέγχει σκληρά· «Οὐαί ὑμῖν, γραμματεῖς καί φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι οἰκοδομεῖτε τούς τάφους τῶν προφητῶν καί κοσμεῖτε τά μνημεῖα τῶν δικαίων, καί λέγετε· εἰ ἦμεν ἐν ταῖς ἡμέραις τῶν πατέρων ἡμῶν, οὐκ ἄν ἦμεν κοινωνοί αὐτῶν ἐν τῷ αἵματι τῶν προφητῶν. ῞Ωστε μαρτυρεῖτε ἑαυτοῖς ὅτι υἱοί ἐστε τῶν φονευσάντων τούς προφήτας. Καί ὑμεῖς πληρώσατε τό μέτρον τῶν πατέρων ὑμῶν» (Μθ 23,29-32).
21,36. Πάλιν ἀπέστειλεν ἄλλους δούλους πλείονας τῶν πρώτων, καί ἐποίησαν αὐτοῖς ὡσαύτως.
Τό ἀφεντικό μακροθυμεῖ, προσπαθεῖ νά συνεννοηθεῖ μέ τούς γεωργούς καί στή συνέχεια στέλνει καί ἄλλους δούλους. Αὐτοί ὅμως, ἀντί νά συνετισθοῦν καί ν᾿ ἀλλάξουν στάση, συμπεριφέρονται ἀκόμη χειρότερα. Οἱ εὐαγγελιστές Μᾶρκος καί Λουκᾶς ἀναφέρουν λεπτομερέστερα τρεῖς ἀποστολές δούλων πού δέν εἶχαν κανένα ἀποτέλεσμα.
Εἶναι ἀξιοπρόσεκτο ὅτι ἡ τιμωρία δέν ἀκολούθησε ἀμέσως μετά τήν κακομεταχείριση τῶν πρώτων δούλων. Δόθηκε χρόνος στούς γεωργούς νά σκεφθοῦν τίς ἐνέργειές τους, ὥστε νά μετανοήσουν, καί ἀκόμη δόθηκαν ἐπανειλημμένες εὐκαιρίες μέ διαφορετικά κάθε φορά πρόσωπα, ὥστε νά μήν μποροῦν νά προφασισθοῦν ὅτι ὁ δοῦλος πού ἐστάλη δέν μετέδωσε καλά τό μήνυμα τοῦ κυρίου ἤ ἡ κακή συμπεριφορά του τούς προκάλεσε καί τοῦ φέρθηκαν ἄσχημα.
γ) Οἱ γεωργοί θανατώνουν τόν υἱό τοῦ οἰκοδεσπότη (21,37-39)
21,37. ῞Υστερον δέ ἀπέστειλε πρός αὐτούς τόν υἱόν αὐτοῦ λέγων· ἐντραπήσονται τόν υἱόν μου.
Στό σημεῖο αὐτό θά περίμενε κανείς τήν ἐπέμβαση τοῦ οἰκοδεσπότη καί τήν τιμωρία τῶν γεωργῶν γιά τόν ἄδικο θάνατο τῶν ἀπεσταλμένων του. ῾Η μακροθυμία ὅμως καί ἡ ἀγάπη του γιά τόν ἀμπελῶνα μᾶς ξαφνιάζει.
᾿Εντραπήσονται τόν υἱόν μου: ῾Ο ἀμπελουργός, πληροφορούμενος τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο οἱ γεωργοί συμπεριφέρθηκαν στούς δούλους του, ἀποφασίζει νά στείλει τόν υἱόν του. Φαίνεται ὅτι οἱ γεωργοί γνώριζαν τόν γιό τοῦ ἀμπελουργοῦ καί γι᾿ αὐτό ὑπῆρχε ἡ ἐλπίδα αὐτόν τουλάχιστον νά τόν ντραποῦν. ῾Ο ἅγιος Χρυσόστομος παρατηρεῖ· «Λέγει δέ, ἐντραπήσονται, γιά νά δείξει τί ἔπρεπε κανονικά νά γίνει. Καί ἄν ἀκόμη φάνηκαν ἀχάριστοι στούς δούλους, ἔπρεπε νά σεβαστοῦν τό ἀξίωμα τοῦ υἱοῦ».
Παρά τήν ἔκδηλη ἐχθρότητα καί τήν ἐγκληματική συμπεριφορά τῶν γεωργῶν, ὁ Θεός ἀποστέλλει τόν Υἱό του σέ μιά ἔσχατη προσπάθεια νά μεταστρέψει τούς κακούς γεωργούς. ῾Ο Μᾶρκος συμπληρώνει· «ἕνα υἱόν ἔχων, ἀγαπητόν αὐτοῦ» (12,6), καί ὁ Λουκᾶς τονίζει· «τόν υἱόν μου τόν ἀγαπητόν» (20,13). ῾Η σημείωση αὐτῆς τῆς λεπτομέρειας μᾶς θυμίζει τά λόγια τοῦ Θεοῦ Πατέρα, πού ἀκούστηκαν στή Βάπτιση τοῦ ᾿Ιησοῦ ἀλλά καί στό γεγονός τῆς Μεταμορφώσεως· «οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα» (Μθ 3,17· 17,5). ῾Ο εὐαγγελιστής ᾿Ιωάννης θαυμάζει· «Οὕτω γάρ ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον, ὥστε τόν υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἔδωκεν» (᾿Ιω 3,16). Καί ὁ ἀπ. Παῦλος παρουσιάζει τό μέγεθος τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἀπέστειλε τόν ἀγαπητό του Υἱό· «῞Ος γε τοῦ ἰδίου υἱοῦ οὐκ ἐφείσατο, ἀλλ᾿ ὑπέρ ἡμῶν πάντων παρέδωκεν αὐτόν» (Ρω 8,32).
῾Η στάση τοῦ οἰκοδεσπότη τῆς παραβολῆς, ἄν ἐξετασθεῖ μέ τά κριτήρια τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς, εἶναι ἀκατανόητη. Ξεφεύγει ἀπό τά συνηθισμένα ὅρια τῆς ἀγάπης καί τῆς φροντίδας. ῞Ενας ἄνθρωπος δέν θά ἔστελνε τόν υἱό του τόν ἀγαπητό στούς κακούς γεωργούς πού προηγουμένως σκότωσαν τούς δούλους του. Αὐτή ὅμως ἡ ἐνέργεια πού ὑπερβαίνει κάθε ἀνθρώπινη λογική διατρανώνει τήν ἀσύλληπτη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
21,38. Οἱ δέ γεωργοί ἰδόντες τόν υἱόν εἶπον ἐν ἑαυτοῖς· οὗτός ἐστιν ὁ κληρονόμος· δεῦτε ἀποκτείνωμεν αὐτόν καί κατάσχωμεν τήν κληρονομίαν αὐτοῦ.
Οἱ γεωργοί ὄχι μόνο δέν ντράπηκαν τόν υἱόν, ἀλλά ἔγιναν ἀγριότεροι. ῾Η μακροθυμία τοῦ Θεοῦ, ἀντί νά ὁδηγήσει στή μετάνοια τούς ἄρχοντες τοῦ ᾿Ισραήλ, τούς ἔκανε πιό ἐπιθετικούς. ᾿Αντί νά ἐντραποῦν τόν Υἱό, συνέλαβαν καί κατέστρωσαν τό ἐγκληματικό σχέδιο νά τόν φονεύσουν.
Οὗτός ἐστιν ὁ κληρονόμος: ᾿Ενῶ γνώριζαν ὅτι αὐτός εἶναι ὁ κληρονόμος, ὅμως ἀντιτάχθηκαν στά δικαιώματά του.
Δεῦτε ἀποκτείνωμεν αὐτόν: ᾿Αποφασίζουν νά σκοτώσουν τόν μοναδικό κληρονόμο. ῾Η προγραμματισμένη καί προμελετημένη πράξη τους κάνει ἀκόμη πιό ἀποτροπιαστικό τό φόνο. Τούς ἐχθρικούς διαλογισμούς τῆς παραβολῆς βλέπουμε ἐκπληρωμένους στή διήγηση τοῦ εὐαγγελιστῆ ᾿Ιωάννη (βλ. 11,47).
Καί κατάσχωμεν τήν κληρονομίαν αὐτοῦ: Προχωροῦν στό φόνο τοῦ κληρονόμου οἱ γεωργοί μέ τήν ἐλπίδα νά καρπωθοῦν αὐτοί τήν κληρονομιά καί νά τήν ἀπολαμβάνουν ἀνενόχλητοι. Οἱ ἄρχοντες τοῦ ᾿Ισραήλ εἶχαν μετατρέψει τό Ναό καί τή θρησκεία σέ μιά πολύ κερδοφόρα ἐπιχείρηση. Δέν ἐπιτρέπουν πιά οὔτε στόν Θεό οὔτε καί στόν Υἱό του νά τήν πειράξει. Γιά νά μπορέσουν νά τήν κρατήσουν δική τους θά παλέψουν μέ ὅλες τους τίς δυνάμεις καί θά συνεργασθοῦν γιά τό σκοπό αὐτό ἀκόμη καί μέ τούς ἐχθρούς τους.
᾿Απέκτειναν πράγματι τόν κληρονόμο, ἀλλά ἔχασαν καί τήν κληρονομιά. Τό 70 μ.Χ κυριεύθηκε ἡ ᾿Ιερουσαλήμ ἀπό τά στρατεύματα τοῦ ρωμαίου στρατηγοῦ Τίτου καί οἱ ἀρχιερεῖς εἶδαν μπροστά στά μάτια τους νά σφάζονται τά παιδιά τους καί νά καταστρέφονται τά πάντα.
21,39. Καί λαβόντες αὐτόν ἐξέβαλον ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος καί ἀπέκτειναν.
Γιά ἄλλη μιά φορά ὁ ᾿Ιησοῦς φανερώνει στούς ἐχθρούς του ὅτι γνωρίζει καλά τά σχέδιά τους καί βαδίζει ἑκούσια πρός τό Πάθος. Μέ ψυχραιμία διηγεῖται ὡς γεγονός τετελεσμένο τό ἔγκλημα, τό ὁποῖο οἱ ἀρχιερεῖς μελετοῦσαν καί ἑτοίμαζαν ἐναντίον του.
῎Εξω τοῦ ἀμπελῶνος καί ἀπέκτειναν: Οἱ ᾿Ιουδαῖοι παρέδωσαν τόν Υἱό στούς Ρωμαίους, γιά νά σταυρωθεῖ. Τόν ὁδήγησαν ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος, δηλαδή ἔξω ἀπό τό λαό τοῦ Θεοῦ. ᾿Ακόμη σταύρωσαν τόν Κύριο ἔξω ἀπό τήν ᾿Ιερουσαλήμ, ὅπως «ἔξω τῆς παρεμβολῆς» ὁδηγοῦσαν τά ζῶα πού θυσίαζαν γιά τόν καθαρισμό ἀπό τίς ἁμαρτίες (βλ. Λε 16,27). ῾Ο ἀπ. Παῦλος βεβαιώνει· «Διό καί ᾿Ιησοῦς, ἵνα ἁγιάσῃ διά τοῦ ἰδίου αἵματος τόν λαόν, ἔξω τῆς πύλης ἔπαθε» (῾Εβ 13,12).
δ) ῾Η τιμωρία τῶν κακῶν γεωργῶν (21,40-42)
Στούς ἑπόμενους στίχους ὁ εὐαγγελιστής ἀφήνει τούς ἀκροατές νά κρίνουν ποιά θά εἶναι ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, μετά τή θανάτωση καί τοῦ Υἱοῦ του ἀπό τούς κακούς γεωργούς. Εἶναι φανερό ὅτι οἱ ἀκροατές κατάλαβαν τό νόημα τῆς παραβολῆς, οἱ ἀρχιερεῖς ὅμως ἀποφάσισαν ἀμέσως τή θανάτωση τοῦ ᾿Ιησοῦ (βλ. Μθ 21,45-46), καί περίμεναν νά τούς δοθεῖ ἡ κατάλληλη εὐκαιρία.
21,40. ῞Οταν οὖν ἔλθῃ ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος, τί ποιήσει τοῖς γεωργοῖς ἐκείνοις;
῾Ο ᾿Ιησοῦς μέ τήν ἐρώτηση αὐτή φέρνει τούς ἀντιπάλους του καί πάλι σέ δύσκολη θέση. Οἱ ἄρχοντες ἀπό ἐξεταστές γίνονται τώρα ἐξεταζόμενοι ἀλλά καί κατηγορούμενοι. «Αὐτούς ἐρωτᾶ πάλιν, ἵνα αὐτοί καθ᾿ ἑαυτῶν ἐξαγαγόντες κἀνταῦθα τήν ἀπόκρισιν αὐτοκατάκριτοι γένωνται», παρατηρεῖ ὁ Ζιγαβηνός. ᾿Ενῶ πῆγαν νά τόν ἐλέγξουν γιά τή συμπεριφορά του μέ τήν ἐρώτηση «ἐν ποίᾳ ἐξουσίᾳ ταῦτα ποεῖς;» (Μθ 21,23), ἐκεῖνος τούς φανερώνει ὅτι εἶναι ὄχι μόνο ἀπεσταλμένος ἀλλά καί Υἱός τοῦ Θεοῦ. ῾Ο Θεός βλέπει τά παράνομα ἔργα τους καί θά τούς τιμωρήσει.
῞Οταν ἔλθῃ ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος: ῾Απλή καί ξεκάθαρη ἡ προειδοποίηση τῆς παραβολῆς. Μετά τήν ἀποστολή τοῦ Υἱοῦ του ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος δέν θά ἀποστείλει πιά κάποιον ἄλλον, ἀλλά θά ἔρθει ὁ ἴδιος καί θά τιμωρήσει αὐτούς τούς κακούς γεωργούς. «῞Οταν ἔλθῃ, τουτέστιν ὅταν ἐπιβλέψῃ ἐπί τήν ἀνομίαν, ἥν ἐποίησαν οἱ ᾿Ιουδαῖοι», λέει ὁ Θεοφύλακτος.
21,41. Λέγουσιν αὐτῷ· κακούς κακῶς ἀπολέσει αὐτούς, καί τόν ἀμπελῶνα ἐκδώσεται ἄλλοις γεωργοῖς, οἵτινες ἀποδώσουσιν αὐτῷ τούς καρπούς ἐν τοῖς καιροῖς αὐτῶν.
Λέγουσιν αὐτῷ: ῾Ο λαός στόν ὁποῖο ἀπευθύνεται ὁ ᾿Ιησοῦς ἀλλά καί οἱ ἄρχοντες φαίνεται ὅτι πολύ καλά κατανοοῦν τό νόημα τῆς παραβολῆς. Γι᾿ αὐτό τούς μίλησε ἔτσι, ὥστε αὐτοί οἱ ἴδιοι νά βγάλουν τήν ἀπόφαση, πράγμα πού συνέβη καί στήν περίπτωση τοῦ Δαυΐδ, ὅταν ἔκρινε τήν παραβολή τοῦ προφήτη Νάθαν. «Σύ ὅμως, σέ παρακαλῶ, πρόσεχε καί στήν περίπτωση αὐτή πόσο δίκαιη εἶναι ἡ ἀπόφαση τῆς τιμωρίας, τή στιγμή πού καί οἱ ἴδιοι, πού ἐπρόκειτο νά τιμωρηθοῦν, καταδικάζουν τούς ἑαυτούς τους», ὑπογραμμίζει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος.
Κακούς κακῶς ἀπολέσει αὐτούς: ῾Η ἀγάπη τοῦ Θεοῦ δέν ἐκφράζεται μόνο μέ τό συνεχές ἐνδιαφέρον γιά τό λαό του, ἀλλά καί μέ τήν τιμωρία τῶν κακῶν ἀρχόντων του. Οἱ ἀχάριστοι γεωργοί θά τιμωρηθοῦν καί τό ἀμπέλι θά δοθεῖ σέ ἄλλους, οἱ ὁποῖοι θά ἀποδώσουν καρπούς στόν κατάλληλο καιρό.
῾Η δίκαιη τιμωρία τῶν πονηρῶν ἀρχόντων καί τοῦ ἀποστάτη λαοῦ δέν βράδυνε. Λεγεῶνες ρωμαίων στρατιωτῶν κατέκλυσαν τήν Παλαιστίνη καί σκόρπισαν τήν καταστροφή. Ζυμώθηκε τό χῶμα μέ τό αἷμα, στρώθηκε μέ πτώματα τό ἔδαφος, κοκκίνησαν ἀπό τό αἷμα τά νερά καί ἡ περιοχή σκεπάσθηκε ἀπό τούς καπνούς τῶν πυρκαγιῶν. ᾿Επιπλέον, τρομερός ἐμφύλιος πόλεμος ξέσπασε μεταξύ τῶν ῾Εβραίων, οἱ ὁποῖοι ἀλληλοσφάζονταν μέ λύσσα. ῾Η καταστροφή κορυφώθηκε στήν ᾿Ιερουσαλήμ. ῎Αλλοι πέθαναν ἀπό τήν πείνα καί ἄλλοι ἀπό τό μαχαίρι τῶν Ρωμαίων, ἄλλοι ἀπό τόν ἐμφύλιο σπαραγμό. Χιλιάδες σταυροί στήθηκαν στήν περιοχή ἔξω ἀπό τήν ᾿Ιερουσαλήμ. ῾Η πόλη κατεδαφίσθηκε καί κάηκε τελείως μαζί μέ τό Ναό. Μεταβλήθηκε σέ σωρό ἐρειπίων. Καί ὅσοι ᾿Ιουδαῖοι διέφυγαν τήν καταστροφή πουλήθηκαν ὡς δοῦλοι.
Καί τόν ἀμπελῶνα ἐκδώσεται ἄλλοις γεωργοῖς: ῾Η παραβολή θέλει νά δείξει ὅτι τό ἰουδαϊκό ἔθνος προκάλεσε τόν Θεό νά τό ἐγκαταλείψει, νά δώσει τό ἀμπέλι του σ᾿ ἄλλους. ῾Ο εὐαγγελιστής Ματθαῖος σημειώνει· «δοθήσεται ἔθνει» (21,43). Τό καρποφόρο ἀμπέλι μέ τούς καλούς γεωργούς εἶναι ἡ ᾿Εκκλησία, ἡ ὁποία ἀποτελεῖται ἀπό ὅλα τά ἔθνη τῆς οἰκουμένης. «῎Αλλοι γεωργοί εἶναι οἱ θεοφόροι ἀπόστολοι, ὅλοι οἱ θεῖοι διδάσκαλοι καί οἱ ἱεροκήρυκες τοῦ εὐαγγελίου. ῾Ο Θεός παρέδωσε σ’ αὐτούς ὄχι μόνο τό λαό τοῦ ᾿Ισραήλ, ἀλλά καί πάντα τά ἔθνη (βλ. Μθ 28,19). Αὐτοί σέ διάφορους καιρούς προσέφεραν τούς καρπούς, δηλαδή τούς ἀγῶνες ὑπέρ τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος, τήν πίστη, τίς ἀρετές, τό αἷμα αὐτῶν πού πίστευσαν στό λόγο τους», σημειώνει ὁ Θεοτόκης. Αὐτοί οἱ γεωργοί ἀποδώσουσιν αὐτῷ τούς καρπούς ἐν τοῖς καιροῖς αὐτῶν, θά παραδώσουν τούς καρπούς στόν καιρό τους.
Τό παράδειγμα τοῦ παλαιοῦ ᾿Ισραήλ δείχνει καθαρά ὅτι ὁ Θεός δέν δεσμεύεται ἀπό τίποτε. ᾿Εκδηλώνει τήν ἀγάπη του, στέλνει τά ἀγαθά του, ἀλλά καί τιμωρεῖ αὐτούς πού μέ τή σκληροκαρδία τους ἀποτελοῦν ἐμπόδιο στό σχέδιο τῆς σωτηρίας. ῾Ο Θεός δέν ἀφήνει ἀνεξέλεγκτους τούς ἀνθρώπους καί μάλιστα ἐκείνους στούς ὁποίους ἔδωσε ἐξουσίες. ῞Ολα αὐτά ἀποτελοῦν προειδοποίηση καί πρός τούς ποιμένες τῆς ᾿Εκκλησίας. ῾Ο Θεός ἀπό ἀγάπη γιά τούς πιστούς μπορεῖ νά τούς ἀπομακρύνει ἀπό τή διακονία στόν ἀμπελῶνα του. ῾Η παραβολή τῶν κακῶν γεωργῶν ἀναφέρεται στό ἰουδαϊκό ἔθνος, ἀλλά καί σέ ὅλους ἐμᾶς πού ἀντιστεκόμαστε στή θεία χάρη. Τό πάθημα τῶν κακῶν γεωργῶν ἄς μᾶς διδάξει. Καί μεῖς λάβαμε δωρήματα ἀπό τόν Θεό. ῾Ο Κύριος περιμένει καρπούς. ῎Αν ἀμελήσουμε, θά τιμωρηθοῦμε. «Φοβερόν τό ἐμπεσεῖν εἰς χεῖρας Θεοῦ ζῶντος» (῾Εβ 10,31).
21,42. Λέγει αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς· οὐδέποτε ἀνέγνωτε ἐν ταῖς γραφαῖς, λίθον ὅν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλήν γωνίας· παρά Κυρίου ἐγένετο αὕτη, καί ἔστι θαυμαστή ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν;
Οὐδέποτε ἀνέγνωτε ἐν ταῖς γραφαῖς; ῾Ο Κύριος καί πάλι χρησιμοποιεῖ ὡς βάση στό λόγο του τήν Π. Διαθήκη. Μέσα σ᾿ αὐτήν βρίσκεται ὁ ἀδιάψευστος λόγος τοῦ Θεοῦ, τόν ὁποῖο οἱ ἀκροατές του γνωρίζουν καί παραδέχονται ὡς θεόπνευστο.
Λίθον ὅν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλήν γωνίας: Τό χωρίο αὐτό εἶναι αὐτούσιος ὁ 22ος στίχος τοῦ 117 Ψαλμοῦ καί δηλώνει ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ ἀκρογωνιαῖος λίθος πάνω στόν ὁποῖο οἰκοδομεῖται ἡ ᾿Εκκλησία (βλ. ᾿Εφ 2,20· Α´ Πε 2,4-7). Αὐτοί πού στήν παραβολή ὀνομάζονται «γεωργοί» ἐδῶ καλοῦνται οἰκοδομοῦντες. Εἶναι αὐτοί οἱ ὁποῖοι ἔπρεπε νά οἰκοδομήσουν τόν οἶκο τοῦ Θεοῦ, τόν ἀληθινό καί τόν πνευματικό, πού ἀποτελεῖται ἀπό ὅλους τούς εὐσεβεῖς καί τούς πιστούς. ῾Ο ἅγιος ᾿Ιωάννης ὁ Χρυσόστομος ἐξηγεῖ· «Οἰκοδομοῦντες λέγει τούς ᾿Ιουδαίους, τούς νομοδιδασκάλους, τούς γραμματεῖς καί τούς φαρισαίους, διότι τόν ἀποδοκίμασαν λέγοντας· Σαμαρείτης εἶ σύ καί δαιμόνιον ἔχεις... ᾿Αλλά αὐτός πού ἀποδοκιμάσθηκε φάνηκε δόκιμος, ὥστε νά γίνει κεφαλή γωνίας. Διότι δέν εἶναι ὁ κάθε λίθος κατάλληλος γιά γωνία ἀλλά ὁ δοκιμότερος καί αὐτός πού μπορεῖ νά ἑνώσει τούς τοίχους καί ἀπό τίς δύο πλευρές. ῾Ο ἀποδοκιμασμένος καί ἐξουθενωμένος ἀπό τούς ᾿Ιουδαίους φάνηκε τόσο θαυμαστός, ὥστε ὄχι μόνο νά χρησιμοποιηθεῖ στήν κατασκευή τῆς οἰκοδομῆς ἀλλά καί νά συνδέσει τοίχους. Ποιούς τοίχους; ῞Οσους πιστεύουν ἀπό τούς ᾿Ιουδαίους καί ἀπό τούς ῞Ελληνες. Φανερώνει ἐκ τῶν προτέρων ὅτι οἱ ἐθνικοί πού θά πιστεύσουν καί ἀπό τούς ᾿Ιουδαίους ὅσοι τυχόν πιστεύσουν θά ἀποτελέσουν ἕνα σῶμα, ἄν καί προηγουμένως ὑπῆρχε τόση ἀπόσταση μεταξύ τους. Αὐτός ἐγενήθη εἰς κεφαλήν γωνίας, δηλαδή συνένωσε καί τά δύο ἔθνη». Καί σέ ἄλλα σημεῖα τῆς ἁγίας Γραφῆς ὁ Κύριος προφητεύεται καί χαρακτηρίζεται ὡς λίθος ἀνεκτίμητης ἀξίας καί ἀκαταγώνιστης στερεότητας (βλ. Δα 2, 34-35· ᾿Ησ 28,16· Α´ Κο 3,11· ᾿Εφ. 2,20-22· Β´ Τι 2,19· Α´ Πε 2,4-6).
Παρά Κυρίου ἐγένετο αὕτη, ἔγινε αὐτό τό πράγμα, καί εἶναι θαυμαστό στά μάτια μας. ᾿Αρραγές θεμέλιο τῆς ᾿Εκκλησίας εἶναι ὁ Χριστός, γι᾿ αὐτό καί ἡ πορεία της μέσα στήν ἱστορία εἶναι θαυμαστή. ῾Ο ἅγιος Χρυσόστομος θριαμβευτικά διαλαλεῖ· «Τοιοῦτον ἔχει μέγεθος ἡ ᾿Εκκλησία· πολεμουμένη νικᾷ· ἐπιβουλευομένη περιγίγνεται (=ὑπερισχύει)· ὑβριζομένη λαμπροτέρα καθίσταται· δέχεται τραύματα, ἀλλ οὐ καταπίπτει ὑπό τῶν ἑλκῶν· κλυδωνίζεται ἀλλ οὐ καταποντίζεται· χειμάζεται ἀλλά ναυάγιον οὐχ ὑπομένει· παλαίει ἀλλ οὐχ ἡττᾶται· πυκτεύει, ἀλλ οὐ νικᾶται».
Στεργίου Ν. Σάκκου, Εὐαγγελικές περικοπές (βοήθημα γιά κυκλάρχες)
῾Ο διάλογος τοῦ Χριστοῦ μέ τόν πλούσιο νέο
Τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τῆς ΙΒ´ Κυριακῆς τοῦ Ματθαίου περιγράφει τή συνάντηση τοῦ Χριστοῦ μέ ἕναν πλούσιο ἄρχοντα νέο (19,16-26). Τό περιστατικό ἐξιστοροῦν καί οἱ τρεῖς πρῶτοι εὐαγγελιστές (βλ. Μρ 10,17-31· Λκ 18,18-30) καί τό ἐντάσσουν στήν ἴδια συνάφεια. ῾Ο Χριστός πορεύεται γιά τελευταία φορά πρός τά ᾿Ιεροσόλυμα περιοδεύοντας τή Γαλιλαία, τή Σαμάρεια, τήν Περαία καί τήν ᾿Ιουδαία. Κατά τή διάρκεια αὐτῆς τῆς πορείας διδάσκει ὅτι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐγγίζει· τώρα βρίσκεται ἤδη πιό κοντά ἀπό ἄλλοτε.
Στό διάλογο μέ τόν πλούσιο νεανίσκο τόν ὁποῖο κατά πᾶσα πιθανότητα συνάντησε ὁ ᾿Ιησοῦς στήν ᾿Ιουδαία συζητοῦνται δύο ἐπί μέρους θέματα· α) ῾Η ἀπόκτηση τῆς αἰώνιας ζωῆς καί β) ῾Ο κίνδυνος τοῦ πλούτου.
α) ῾Η τήρηση τῶν ἐντολῶν καί ἡ αἰώνια ζωή (19,16-20)
῾Ο Κύριος ἔχει μπροστά του ἕναν ἀξιοσυμπάθητο ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος φρονεῖ ὅτι ἔχει ἐκτελέσει μέ ἀκρίβεια τίς ὑποχρεώσεις του καί ζῆ σύμφωνα μέ τό Νόμο. ῾Ο εὐαγγελιστής Μᾶρκος σημειώνει ὅτι ὁ ᾿Ιησοῦς ἀγάπησε τόν νέο (βλ. 10,21). ῾Ωστόσο αὐτός δέν κατόρθωσε νά νικήσει τήν προσκόλλησή του στόν πλοῦτο καί νά ἀκολουθήσει τόν Κύριο μέ ἀπόλυτη αὐταπάρνηση καί ἀφοσίωση.
῾Ορισμένοι ἑρμηνευτές λένε ὅτι ὁ πλούσιος νέος πλησίασε τόν ᾿Ιησοῦ μέ πονηριά καί ὑπουλότητα θέλοντας νά τόν πειράξει. Αὐτή ἡ ἄποψη ὅμως εἶναι λανθασμένη. Εἶναι φανερό ἀπό ὅσα λέει ὅτι οἱ διαθέσεις του δέν εἶναι κακές.
19,16. Καί ἰδού εἷς προσελθών εἶπεν αὐτῷ· διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ἀγαθόν ποιήσω ἵνα ἔχω ζωήν αἰώνιον;
῾Ο εὐαγγελιστής Ματθαῖος ἀποκαλεῖ «νεανίσκον» (στ. 22) αὐτόν πού πλησίασε τόν ᾿Ιησοῦ ἐνῶ κατά τόν Λουκᾶ εἶναι «ἄρχων» (18,18). Πρόκειται γιά θρησκευτικό ἄρχοντα, ἀρχισυνάγωγο ἤ γραμματέα, πρόσωπο μέ κάποια κοινωνική θέση. ῾Ο Μᾶρκος χρησιμοποιεῖ τό ἀόριστο «εἷς» (Μρ10,17). Τό «ἄρχων» δέν ἀντιφάσκει πρός τό «νεανίσκος». Στούς χρόνους τῆς Καινῆς Διαθήκης καί μετέπειτα, «νεανίσκο» οἱ ῾Εβραῖοι ὀνόμαζαν τόν ἄνδρα πού ἦταν κάτω τῶν 40 ἐτῶν. ᾿Επειδή στήν ἡλικία τῶν 30 ἐτῶν ὁ ἄνδρας ἔμπαινε στό δημόσιο βίο, ἦταν δυνατόν κάποιος μεταξύ 30-40 ἐτῶν νά λέγεται «νεανίσκος» καί νά κατέχει θέση γραμματέως ἤ ἀρχισυναγώγου. ῎Αλλωστε καί ἡ φράση «πάντα ταῦτα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου» (στ. 20), φανερώνει ὅτι ὁ συνομιλητής τοῦ ᾿Ιησοῦ δέν μπορεῖ νά εἶναι κάτω τῶν 30 ἐτῶν.
῾Ο νέος ἀποκαλεῖ τόν ᾿Ιησοῦ διδάσκαλε ἀγαθέ καί τόν ρωτᾶ· Τί ἀγαθόν ποιήσω ἵνα ἔχω ζωήν αἰώνιον; ῾Ο ἄνθρωπος πού ὑπέβαλε στόν Χριστό αὐτή τήν ἐρώτηση εἶχε πολλά ἀξιοζήλευτα προσόντα· α) ἡλικία λίγο πάνω ἀπό τά 30 (νεανίσκος), β) θέση σπουδαία (ἄρχων), γ) ἄφθονα ὑλικά ἀγαθά (πλούσιος). Κι ὅμως, ὅλα αὐτά δέν τόν ἱκανοποιοῦν καί δέν τόν ἀναπαύουν, γι᾿ αὐτό ζητᾶ ἀπό τόν Κύριο νά τοῦ δώσει μία συνταγή γιά τήν ἀπόκτηση τῆς αἰώνιας ζωῆς. ῞Ολα τά ἀγαθά τοῦ κόσμου, ὅσο σπουδαῖα καί μεγάλα καί ἄν εἶναι, δέν μποροῦν νά χαρίσουν στόν ἄνθρωπο πληρότητα καί εὐτυχία, ἀφοῦ εἶναι προσωρινά.
῾Η αἰώνιος ζωή, τήν ὁποία ἐπιζητεῖ ὁ νεανίσκος, ἦταν πόθος τῶν ἀνθρώπων κάθε ἐποχῆς. ᾿Ιδιαίτερα ἦταν θέμα συζητήσεως μεταξύ τῶν ραββίνων. Στά κείμενά τους ὁρίζεται ὡς «ζωή τοῦ μέλλοντος κόσμου», ἤ ἁπλῶς αἰώνιος ζωή, ὁπότε ἀντιδιαστέλλεται ἀπό «τήν ζωήν τῆς ὥρας ταύτης» ἤ τήν «πρόσκαιρον ζωήν». ῾Ο νεανίσκος, ὅταν ζητάει νά κληρονομήσει τήν αἰώνια ζωή, τήν ἐννοεῖ ὡς ζωή εὐφρόσυνη ἐδῶ στή γῆ πού θά συνεχίζεται καί μετά τό θάνατο στόν οὐρανό.
19,17. ῾Ο δέ εἶπεν αὐτῷ· τί με λέγεις ἀγαθόν; Οὐδείς ἀγαθός εἰ μή εἷς ὁ Θεός. Εἰ δέ θέλεις εἰσελθεῖν εἰς τήν ζωήν, τήρησον τάς ἐντολάς.
Στήν προσφώνηση τοῦ νεανίσκου· «Διδάσκαλε ἀγαθέ», ὁ ᾿Ιησοῦς ἀπάντησε: Τί με λέγεις ἀγαθόν; Οὐδείς ἀγαθός εἰ μή εἷς ὁ Θεός. Δηλαδή δέν ξέρεις ὅτι αὐτή ἡ προσφώνηση ἀποδίδεται μόνο στόν Θεό; ῾Ο νεανίσκος βλέπει τόν ᾿Ιησοῦ ὡς ἕναν ἁπλό διδάσκαλο, ἕναν ἀπό τούς τόσους ραββίνους τῆς ἐποχῆς του. Καμία σκέψη δέν τοῦ περνᾶ ὅτι αὐτός ὁ διδάσκαλος εἶναι ὁ Θεός. Κι ὅμως τόν ὀνομάζει ἀγαθό, ἐπίθετο μέ τό ὁποῖο χαρακτήριζαν μόνο τόν Θεό. Τό κάνει ἴσως ἀπό εὐγένεια ἤ φιλοφρόνηση, ἀλλά ὁ ᾿Ιησοῦς, γνωρίζοντας τήν ἀντίληψη τοῦ συνομιλητῆ του, τόν ρωτᾶ· «Τί μέ λές ἀγαθό, ἀφοῦ μέ θεωρεῖς ἄνθρωπο; ᾿Αγαθός εἶναι μόνον ὁ Θεός».
῾Ο ᾿Ιησοῦς κι ἄλλες φορές μιλᾶ σύμφωνα μέ τή σκέψη καί τή γνώμη τῶν ἀκροατῶν του· «κατά τήν ὑπόνοιαν τῶν ἀκουόντων», ὅπως εὔστοχα τό διατύπωσε ὁ ἅγιος Χρυσόστομος. Μπαίνει στά πλαίσια τῆς νοοτροπίας τοῦ συνομιλητῆ του καί συζητάει κατά τά δεδομένα της, γιά νά μπορέσει νά συνεννοηθεῖ (βλ. ᾿Ιω 5,31).
Τό χωρίο αὐτό τό χρησιμοποίησαν οἱ ἀρειανοί καί στίς μέρες μας οἱ λεγόμενοι μάρτυρες τοῦ ᾿Ιεχωβᾶ πού ἀρνοῦνταν τή θεότητα τοῦ Χριστοῦ.
῾Ο ἅγιος Χρυσόστομος λέει ὅτι ὁ ᾿Ιησοῦς ἔδωσε αὐτή τήν ἀπάντηση στόν νέο γιά νά τόν ἀνεβάσει σιγά σιγά πνευματικά. Θέλει νά τόν ἀπαλλάξει ἀπό τήν κολακεία, νά τόν ἀποσπάσει ἀπό τά ἐπίγεια πράγματα καί νά τόν προσηλώσει στόν Θεό. Τόν κάνει νά ζητάει τά οὐράνια ἀγαθά καί νά στραφεῖ σ᾿ Αὐτόν πού εἶναι τό ἀληθινό ἀγαθό, ἡ ρίζα καί ἡ πηγή ὅλων τῶν ἀγαθῶν, καί αὐτόν νά τιμᾶ.
Εἰ δέ θέλεις εἰσελθεῖν εἰς τήν ζωήν, τήρησον τάς ἐντολάς: ῾Ως προϋπόθεση γιά τήν ἀπόκτηση τῆς αἰώνιας ζωῆς, ὁ Χριστός ὑποδεικνύει στόν νεανίσκο τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ νόμου. Τό Δευτερονόμιο θεωρεῖ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν ὡς πρόξενο τῆς αἰώνιας ζωῆς (βλ. 4,9· 6,2· 30,16· 19-20· 32,46-47).
Πολλές φορές ὁ Θεός στήν Παλαιά Διαθήκη τονίζει στούς ᾿Ισραηλίτες ὅτι, ἄν τηρήσουν τίς ἐντολές, θά ζήσουν μακροχρόνια καί θά εὐτυχήσουν. Σέ ἀντίθετη περίπτωση τούς περιμένει ἡ δυστυχία καί ὁ θάνατος. «᾿Εάν θέλητε καί εἰσακούσητέ μου, τά ἀγαθά τῆς γῆς φάγεσθε· ἐάν δέ μή θέλητε, μηδέ εἰσακούσητέ μου, μάχαιρα ὑμᾶς κατέδεται» (᾿Ησ 1,19-20).
῾Η γνώση τῶν ἐντολῶν ἐπιτυγχάνεται μέ τή μαθητεία στήν ἁγία Γραφή, ἐνῶ ἡ τήρησή τους μέ τήν προσπάθεια καί τόν ἀγώνα. Στήν ἀρχή τῆς πνευματικῆς ζωῆς εἶναι δύσκολη ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν. ῞Οταν ὅμως ὁ πιστός προχωρήσει πολύ πνευματικά καί μπεῖ στήν ἀτμόσφαιρα τῆς χάριτος, τότε οἱ ἐντολές δέν τοῦ φαίνονται βαρειές, «αἱ ἐντολαί αὐτοῦ βαρεῖαι οὐκ εἰσίν» (Α´ ᾿Ιω 5,3). Γιά νά εἴμαστε ἄρτιοι ἄνθρωποι (βλ. Β´ Τι 3,17), «τέλειοι καί ὁλοκληρωμένοι, ἐν μηδενί λειπόμενοι» (᾿Ια 1,4), ὁ Κύριος ζητάει νά ἐφαρμόσουμε ὅλες τίς ἐντολές. ᾿Εξάλλου οἱ ἐντολές δέν εἶναι ἀνεξάρτητες ἀλλά συνδέονται καί ἐξαρτῶνται ἡ μία ἀπό τήν ἄλλη, ὅπως οἱ κρίκοι τῆς ἁλυσίδας. ῾Ο ἅγιος ᾿Ιάκωβος τονίζει· «῞Οστις ὅλον τόν νόμον τηρήσει, πταίσῃ δέ ἐν ἑνί γέγονε πάντων ἔνοχος» (᾿Ια 2,10).
19,18-19. Λέγει αὐτῷ· ποίας; ῾Ο δέ ᾿Ιησοῦς εἶπε· τό οὐ φονεύσεις, οὐ μοιχεύσεις, οὐ κλέψεις, οὐ ψευδομαρτυρήσεις, τίμα τόν πατέρα καί τήν μητέρα, καί ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν.
῾Ο νόμος τοῦ Θεοῦ, πού δόθηκε στό Σινᾶ, ἦταν χαραγμένος σέ δύο πλάκες. ῾Η πρώτη περιεῖχε τίς 4 πρῶτες ἐντολές πού ἀναφέρονται στή σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό, ἐνῶ στή δεύτερη ἀναγράφονταν οἱ 6 ἐντολές πού ρυθμίζουν τή σχέση μέ τούς ἄλλους ἀνθρώπους. ῾Ο Χριστός ἀπαριθμεῖ στόν νεανίσκο τίς ἐντολές τῆς δεύτερης πλάκας· Μή μοιχεύσῃς, μή φονεύσῃς, μή κλέψῃς, μή ψευδομαρτυρήσῃς. ῾Η τήρησή τους ἀποτελεῖ «λυδία λίθο» καί ἐγγυᾶται τήν ἐφαρμογή τῶν ἐντολῶν καί τῆς πρώτης πλάκας (βλ. Α´ ᾿Ιω 4,20-21). Στήν ἀντίστοιχη περικοπή τοῦ κατά Μᾶρκον Εὐαγγελίου μεταξύ τῶν ἐντολῶν πού ἀναφέρει ὁ Κύριος ἔχει καί τό «μή ἀποστερήσῃς» (10,19). Εἶναι μία εἰδική σύσταση τοῦ Χριστοῦ πρός τόν φιλάργυρο νεανίσκο, διότι ἡ σφοδρή ἐπιθυμία τοῦ πλούτου, πού ὑπῆρχε μέσα του, εὔκολα θά τόν παρέσερνε στό νά ἀποστερήσει τόν πλησίον του ἀπό διάφορα ἀγαθά, χωρίς νά ἔχει τή συνείδηση ὅτι ἀδικεῖ.
Τίμα τόν πατέρα καί τήν μητέρα: ῾Η ἐντολή αὐτή ἀναφέρεται τελευταία, ἄν καί προηγεῖται τῶν ἄλλων. Πιθανόν γιά νά τονιστεῖ ἰδιαίτερα, διότι κατά τήν ἐποχή τοῦ Χριστοῦ εἶχε παρερμηνευθεῖ καί καταπατηθεῖ. Συνήθιζαν νά λένε στούς γονεῖς τή χαρακτηριστική φράση· «Κορβᾶν, ὅ ἐστι δῶρον, ὅ ἐάν ἐξ ἐμοῦ ὠφεληθῇς» (Μρ 7,11), δηλαδή· «᾿Εκεῖνο πού θά ἔπρεπε νά σοῦ δώσω εἶναι δῶρο στόν Θεό, τοῦ τό πρόσφερα καί δέν μπορῶ νά δώσω τίποτα σέ σένα». ῾Ο Χριστός ἤλεγξε αὐτήν τή νοοτροπία ὡς ἀστήρικτη παράδοση καί καταπάτηση τοῦ θείου νόμου.
Καί ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν: ῾Η φράση ἀποτελεῖ περίληψη τῶν ἐντολῶν τῆς δεύτερης πλάκας τοῦ Νόμου καί προέρχεται ἀπό τό Λευιτικό (βλ. 19,18). ῾Ο Κύριος δείχνει στόν νέο τήν τέλεια ἀγάπη πρός τόν πλησίον γιά νά τόν ἀποσπάσει ἀπό τόν πλοῦτο.
19,20. Λέγει αὐτῷ ὁ νεανίσκος· πάντα ταῦτα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου· τί ἔτι ὑστερῶ;
῎Οχι μόνο γιά τούς πατριάρχες καί τούς προφῆτες, ἀλλά καί γιά πολλούς ραββίνους ἀναφέρεται ὅτι «ἐτήρησαν τάς ἐντολάς τοῦ νόμου ἀπό τοῦ ῎Αλεφ μέχρι τοῦ Ταῦ», κατά τό ἑβραϊκό ἀλφάβητο ἤ ὅπως θά λέγαμε στά ἑλληνικά ἀπό τό Α μέχρι τό Ω. Καί ὁ νεανίσκος καταθέτει· ταῦτα πάντα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητος. Τήρησε ὅλες τίς ἐντολές ἀπό τή νεανική του ἡλικία δηλαδή ἀφ᾿ ὅτου ἔνιωσε τόν ἑαυτό του. Οἱ ραββίνοι θεωροῦσαν τήν ἡλικία τῶν 5 ἐτῶν ὡς κατάλληλη γιά νά διδάσκεται ὁ ἄνθρωπος τά πρῶτα στοιχεῖα τοῦ νόμου καί τήν ἡλικία τῶν 12 ἐτῶν γιά νά μελετᾶ καί νά τηρεῖ τίς ἐντολές του.
Δέν θά ὑπῆρχε μεγαλύτερο κατόρθωμα καί θαυμαστότερο ἐπίτευγμα γιά τόν κάθε νέο, ἀπό τό νά μποροῦσε μέ καθαρή καί φωτισμένη συνείδηση νά πεῖ: Κύριε, ταῦτα πάντα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου. ῾Ο προφήτη ᾿Ιερεμίας βεβαιώνει· «ἀγαθόν ἀνδρί, ὅταν ἄρῃ ζυγόν ἐν νεότητι αὐτοῦ» (Θρ 3,27). Εἶναι θεία εὐλογία νά γνωρίσει κανείς ἀπό μικρός τόν Κύριο καί νά ἀνατραφεῖ μέ τίς ἐντολές του, ὅπως ὁ Τιμόθεος στόν ὁποῖο ὁ ἀπ. Παῦλος γράφει· «ὅτι ἀπό βρέφους τά ἱερά γράμματα οἶδας, τά δυνάμενά σε σοφίσαι εἰς σωτηρίαν διά πίστεως τῆς ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ» (Β´ Τι 3,15).
῾Ο Ματθαῖος προσθέτει καί τήν ἐρώτηση τοῦ νεανίσκου: Τί ἔτι ὑστερῷ; ἡ ὁποία ἐξυπακούεται καί στούς ἄλλους δύο εὐαγγελιστές. ῾Ο Μᾶρκος σημειώνει ὅτι ὁ νεανίσκος «ἐγονυπέτησεν» μπροστά στόν ᾿Ιησοῦ καί ὅτι ὁ ᾿Ιησοῦς, ὅταν ἄκουσε ὅτι φύλαξε τίς ἐντολές, «ἐμβλέψας αὐτῷ ἠγάπησεν αὐτόν» (10,21). ῞Ολα αὐτά δείχνουν τήν ἄδολη πρόθεση τοῦ νέου γιά τήν ὁποία ὁ ᾿Ιησοῦς τόν ἐκτίμησε παραβλέποντας τήν ἄγνοιά του.
῾Ο νέος ρωτᾶ τόν ᾿Ιησοῦ σέ τί ὑστερεῖ. «Καί αὐτό ἦταν ἀπόδειξη τῆς μεγάλης του ἐπιθυμίας γιά αἰώνια ζωή. Πάντως δέν ἦταν μικρό πρᾶγμα τό ὅτι νόμιζε ὅτι ὑστερεῖ σέ κάτι καί θεωροῦσε ἀνεπαρκεῖς τίς ἐντολές τοῦ νόμου γιά νά πετύχει αὐτά πού ἐπιθυμοῦσε», παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Χρυσόστομος.
β) Τά ὑλικά ἀγαθά ἐμπόδιο γιά τήν τελειότητα (19,21-22)
19,21. ῎Εφη αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τά ὑπάρχοντα καί δός πτωχοῖς, καί ἕξεις θησαυρόν ἐν οὐρανῷ, καί δεῦρο ἀκολούθει μοι.
Εἰ θέλεις τέλειος εἶναι: ῾Ο ἄνθρωπος ἔχει μέσα στήν ψυχή του τήν ἐπιθυμία νά γίνει τέλειος, νά μοιάσει στόν Θεό ἀπό τόν ὁποῖο πλάστηκε «κατ᾿ εἰκόνα αὐτοῦ καί καθ᾿ ὁμοίωσιν» (Γέ 1,26). ῾Ο Κύριος στήν ἐπί τοῦ ὄρους ὁμιλία προτρέπει· «῎Εσεσθε οὖν ὑμεῖς τέλειοι, ὥσπερ ὁ πατήρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς τέλειός ἐστιν» (Μθ 5,48). Αὐτή ἀκριβῶς τή στιγμή δίδεται στόν νεανίσκο ἡ εὐκαιρία νά γίνει τέλειος. ᾿Εάν ἀποδεσμευτεῖ ἀπό τά πράγματα τά ὁποῖα τόν κρατοῦν δέσμιο στόν κόσμο, μπορεῖ τώρα ν᾿ ἀκολουθήσει τόν ᾿Ιησοῦ.
Κατά τόν εὐαγγελιστή Λουκᾶ ὁ Κύριος ἐπιπλέον λέει στόν νεανίσκο· «῎Ετι ἕν σοι λείπει» (18,22). ῾Ο νεανίσκος εἶναι ἕνας συμπαθητικός νέος, πού ἀπό μικρός εἶχε μελετήσει τό νόμο τοῦ Θεοῦ καί κατά τήν ἀντίληψή του τόν εἶχε ἐφαρμόσει. Τόν θαυμάζουμε καί τόν συμπαθοῦμε γιά τή δήλωσή του· «ταῦτα πάντα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου». Ποιός θά μποροῦσε νά πεῖ τό ἴδιο γιά τόν ἑαυτό του; ῾Ο καρδιογνώστης Κύριος ὅμως διακρίνει μέσα στά βάθη τῆς καρδιᾶς του ἕναν σοβαρό κίνδυνο, ὁ ὁποῖος ἀπειλεῖ τό πνευματικό του οἰκοδόμημα. ᾿Εξάλλου καί ὁ ἴδιος ἔνιωθε στό βάθος του μία ἔλλειψη, γι᾿ αὐτό καί ζήτησε τή βοήθεια τοῦ Κυρίου. Δέν εἶχε ὅμως τή δύναμη νά ὑπακούσει στήν παραγγελία του.
῞Υπαγε πώλησόν σου τά ὑπάρχοντα: ῾Ο Χριστός ὁ ὁποῖος κατάλαβε ὅτι ὁ νέος ἦταν σκλάβος στά ὑπάρχοντά του, τοῦ προτείνει νά τά πουλήσει, νά τά μοιράσει στούς φτωχούς καί νά τόν ἀκολουθήσει. ῾Ο ᾿Ιησοῦς ἐλέγχει μέ λεπτότητα τόν συνομιλητή του γιά ὅ,τι παρέλειψε νά κάνει. ῾Ο Κύριος εἶναι ἀπόλυτος· δέν λέει στό νέο νά δώσει τό δέκατο πού ὁρίζει ὁ μωσαϊκός νόμος, οὔτε τά μισά, ὅπως ἔλεγε ὁ Πρόδρομος, ἀλλά ὅλα, καί νά τόν ἀκολουθήσει. Τοῦ ζητᾶ τή θυσία καί τήν αὐταπάρνηση πού ζήτησε ἀπό τούς μαθητές του (βλ. Μθ 16,24). Γι᾿ αὐτό καί ὁ εὐαγγελιστής Μᾶρκος λέει· «καί δεῦρο ἀκολούθει μοι, ἄρας τόν σταυρόν» (Μρ 10,21).
῾Η προτροπή αὐτή τοῦ Κυρίου εἶναι ἀνάγκη νά κατανοηθεῖ σωστά, γιά νά γίνει φανερός ὁ πλούσιος θησαυρός τῶν ἀληθειῶν καί τῶν νοημάτων πού περικλείει γιά τόν κάθε πιστό. Δέν ζητάει ὁ Κύριος ἀπό τόν καθένα μας νά πουλήσει τά ὑπάρχοντά του. Ζητεῖ ὅμως ἀπό ὅλους μας νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τά πάθη καί νά ἔχουμε ἀγάπη καί αὐτοθυσία γιά νά κερδίσουμε τήν αἰώνια ζωή. Γι᾿ αὐτό θά προσάρμοζε τήν ἀπάντηση ἀνάλογα μέ τό ποιό εἶναι τό κυριαρχικό πάθος μας, ἡ ἀχίλλειος πτέρνα, πού μᾶς δένει μέ τόν κόσμο αὐτό, μᾶς ἀπομακρύνει ἀπό κοντά του καί δέν μᾶς ἀφήνει νά μποῦμε στή συχνότητα τῆς αἰώνιας βασιλείας του, πού εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος.
Καί δός πτωχοῖς: Οἱ ραββίνοι θεωροῦσαν τήν περιουσία ἀναγκαία, γιά νά μπορεῖ κάποιος νά δίνει συχνά ἐλεημοσύνες. ῾Ο Χριστός, ὅμως, ζητάει τήν ἄμεση ἀπαλλαγή ἀπ᾿ αὐτήν καί τήν ἐξ ὁλοκλήρου διανομή της στούς πτωχούς, τονίζοντας ὄχι τήν ἐλεημοσύνη ἀλλά τή θυσία.
῾Η διανομή τῆς περιουσίας στούς πτωχούς δέν εἶναι κάτι πέραν τοῦ νόμου. ᾿Εντάσσεται ὡς ἔμπρακτη ἀγάπη στά πλαίσια τῆς ἐντολῆς «ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου ὡς σαυτόν» (Λε 19,18).
῾Ο Κύριος μέ τήν πρόσκλησή του δεῦρο ἀκολούθει μοι ἀντικαθιστᾶ τό νόμο μέ τό πρόσωπό του καί ζητᾶ ἀπό τόν νεανίσκο νά πουλήσει τά ὑπάρχοντά του γιά νά τόν ἀκολουθήσει. Αὐτή εἶναι ἡ αἰώνια ζωή, πού ἀναζητοῦσε ὁ νεανίσκος. ᾿Αρχίζει ἀπό τήν ὥρα πού κάποιος θά πιστεύσει, θά δεχθεῖ τήν πρόσκληση τοῦ Χριστοῦ καί θά τόν ἀκολουθήσει. Οὐσιαστικά συμπίπτει μέ τόν ὁρισμό πού δίνει ὁ Κύριος στό κατά ᾿Ιωάννην Εὐαγγέλιο· «Αὕτη ἐστίν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τόν μόνον ἀληθινόν Θεόν καί ὅν ἀπέστειλας ᾿Ιησοῦν Χριστόν» (17,3). ᾿Αλλά ἐπειδή ὁ νεανίσκος δέν μπορεῖ νά ἀκολουθήσει τόν Κύριο φορτωμένος, τοῦ λέει· «ἀπαλλάξου ἀπό τό βάρος τοῦ πλούτου σου καί ἔλα».
Στή διπλή ἐντολή, δός πτωχοῖς - δεῦρο ἀκολούθει μοι, τό βάρος πέφτει στό δεύτερο μέρος. Τό πρῶτο θεωρεῖται ὡς προϋπόθεση καί προπαρασκευή. ῾Η θυσία πού ἀπαιτεῖ ὁ Κύριος ἐντοπίζεται μᾶλλον στήν πρόσκληση: δεῦρο ἀκολούθει μοι καί «ἄρας τόν σταυρόν σου» (10,21), τήν ὁποία ὁ εὐαγγελιστής Μᾶρκος ἀναφέρει ὡς συνέχεια τῆς προηγούμενης προτροπῆς. ᾿Ακολουθῶ τόν Χριστό σημαίνει βαδίζω στά ἴχνη του, τόν μιμοῦμαι, σκέπτομαι, ἐνεργῶ, μιλῶ ὅπως ᾿Εκεῖνος. ῞Ενας ζωγράφος, γιά νά κάνει ἕναν πίνακα, βάζει μπροστά του τό μοντέλο καί σύμφωνα μ᾿ αὐτό ζωγραφίζει· κάθε χριστιανός ἔχει ὡς πρότυπό του τόν ᾿Ιησοῦ Χριστό, θέλοντας νά φθάσει «εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ» (᾿Εφ 4,13). ῾Ο τέλειος Θεός «ἔκλινεν οὐρανούς καί κατέβη» (Ψα 17,10), ἔγινε ἄνθρωπος, ὥστε νά μποροῦμε νά τόν μιμηθοῦμε. ῎Εζησε ὑποδειγματικά πάνω στή γῆ «ὑμῖν ὑπολιμπάνων ὑπογραμμόν ἵνα ἐπακολουθήσητε τοῖς ἴχνεσιν αὐτοῦ», μᾶς λέει ὁ ἀπ. Πέτρος (Α´ Πέ 2,21).
Καί ἕξεις θησαυρόν ἐν οὐρανῷ: Μιά συναλλαγή πολύ συμφέρουσα γιά τόν νέο κάνει ὁ Κύριος. ῾Η δύσκολη πρόταση νά πουλήσει ὅλα τά ἀγαθά του μετριάσθηκε μέ τήν ὑπόσχεση ἑνός θησαυροῦ στούς οὐρανούς. Νά δώσει γῆ καί νά πάρει οὐρανό. Νά δώσει πρόσκαιρα ἀγαθά καί νά πάρει αἰώνια. Νά δώσει φθαρτά καί νά ἀποκτήσει ἄφθαρτα. ῾Ο νέος ὅμως προτίμησε τούς ἐπίγειους θησαυρούς πού κρατοῦσε στά χέρια του. ῎Αν γνωρίζαμε ποιό εἶναι τό πραγματικό συμφέρον μας, μέ λαχτάρα θά δεχόμασταν νά ἐγκαταλείψουμε τά πάντα, φθάνει νά εἴμαστε μαζί μέ τόν Χριστό.
῾Ο ἅγιος Χρυσόστομος λέει: «Τοῦ ἔδωσε περισσότερα ἀπό αὐτά πού τοῦ ζήτησε νά ἀποχωριστεῖ. ῎Οχι μόνο περισσότερα ἀλλά καί σπουδαιότερα. Τόση εἶναι ἡ διαφορά ὅσο διαφέρει ὁ οὐρανός ἀπό τή γῆ καί ἀκόμη περισσότερο. Θησαυρό ὀνόμασε τή μεγαλοδωρία τῆς ἀνταμοιβῆς, γιά νά δείξει τή μονιμότητα καί τήν ἀσφάλειά της».
19,22. ᾿Ακούσας δέ ὁ νεανίσκος τόν λόγον ἀπῆλθε λυπούμενος· ἦν γάρ ἔχων κτήματα πολλά.
Μέ τήν καρδιά προσκολλημένη στά πλούτη του ὁ νεανίσκος ἄν καί εἰλικρινά ἐπιθυμοῦσε τήν αἰώνια ζωή, ὅμως δέν μπόρεσε νά ἀκολουθήσει τή ὑπόδειξη τοῦ Κυρίου. Μέ τήν ἀπόφαση πού πῆρε τήν κρίσιμη αὐτή στιγμή ἀποκάλυψε τή βαθύτερη ἐπιθυμία τῆς καρδιᾶς του. Θυσίασε τόν Χριστό γιά τό χρυσό. ῾Η σφοδρή ἀγάπη του γιά τά πλούτη στάθηκε ἰσχυρότερη ἀπό τή λαχτάρα του γιά τήν αἰώνια ζωή. «Οὐ γάρ ἐστιν ὁμοῦ ἀργύρια καί ψυχήν φιλεῖν», λέγει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος καί προσθέτει· «Πολλή τῶν χρημάτων ἡ τυραννίς, καί δῆλον ἐντεῦθεν· κἄν γάρ τά ἄλλα ὦμεν ἐνάρετοι, πάντα αὐτῇ λυμανεῖται τά ἄλλα ἀγαθά».
῎Αν ὁ χαριτωμένος αὐτός νέος ἀκολουθοῦσε τόν Κύριο θά εἶχε ἀποκτήσει τόν πολύτιμο μαργαρίτη, θά εἶχε ἀνακαλύψει τόν κεκρυμμένο θησαυρό, κάνοντας εὐτυχισμένη τή ζωή του καί ἐδῶ στή γῆ καί στήν αἰωνιότητα. ᾿Ενῶ ἦρθε τόσο κοντά στόν Χριστό καί ἔλαβε τήν πρόσκληση νά γίνει μαθητής του, ἀπῆλθε λυπούμενος, ἔφυγε λυπημένος, διότι εἶχε μεγάλη περιουσία. ῾Ο εὐαγγελιστής Μᾶρκος γράφει· «῾Ο δέ στυγνάσας ἐπί τῷ λόγῳ ἀπῆλθε λυπούμενος» (Μρ 10,22). ῾Η λύπη του φανερώνει ὅτι πλησίασε μέ καλή διάθεση τόν Κύριο καί ὄχι ὑποκριτικά, ὅπως οἱ φαρισαῖοι, ἀλλά δέν εἶχε τή δύναμη νά ἐφαρμόσει τή συμβουλή του. ῾Η συμπαθής περίπτωση αὐτοῦ τοῦ νέου φανερώνει ὅτι εἶναι δυνατόν νά τηρεῖ κανείς τόν Νόμο καί συγχρόνως νά βρίσκεται παγιδευμένος καί αἰχμάλωτος στά ὑλικά ἀγαθά. ῾Ο Θεός ὅμως δέν θέλει συμβιβασμούς ἀλλά ζητᾶ τήν ὁλοκληρωτική ἀπαγκίστρωση ἀπό τά ἐπίγεια ἀγαθά, τά ὁποῖα ἀποτελοῦν ἐμπόδιο γιά τήν τελειότητα. ῾Ο νέος ζοῦσε σέ μιά ψευδαίσθηση. ῎Εχει σ᾿ αὐτόν ἐφαρμογή ὁ λόγος τοῦ ἀπ. Παύλου· «οὐ γάρ ὁ ἑαυτόν συνιστῶν, ἐκεῖνός ἐστι δόκιμος, ἀλλ᾿ ὅν ὁ Κύριος συνίστησιν» (Β´ Κο 10,18).
Εἶναι θλιβερή ἡ ἐξέλιξη τῆς πορείας τοῦ νεανίσκου. ῎Αν ἀποδεχόταν τό προσκλητήριο τοῦ Κυρίου, θά μποροῦσε νά ἀποτελέσει γιά ὅλους μας ἕνα θαυμαστό πρότυπο, ὅπως ὅλοι ἐκεῖνοι πού ἀκολούθησαν τόν Χριστό. Χάθηκε ὅμως λόγῳ τοῦ πάθους του. ᾿Αλλά καί ἄν ὁ Χριστός ἦταν συγκαταβατικότερος στούς ὅρους του καί ὑποχωροῦσε στό πάθος τοῦ νεανίσκου μέ σκοπό νά τόν κερδίσει, μπορεῖ γιά κάποιο χρονικό διάστημα νά τόν εἶχε ἐνθουσιώδη ἀκόλουθο, μέ τόν κίνδυνο ὅμως νά ἔχει ἀργότερα ἕναν δεύτερο προδότη.
Καί ἡ πιό μικρή ἀδυναμία καί τό πιό τιποτένιο ἐλάττωμα ἔχει τόση δύναμη, ὥστε νά γίνει αἰτία νά χάσουμε τόν Χριστό καί τήν αἰωνιότητα. Γι᾿ αὐτό εἶναι ἀνάγκη νά ἐξετάσουμε προσεκτικά καί ἐπίμονα τόν ἑαυτό μας καί νά ἐπισημάνουμε τά ἀδύνατά μας σημεῖα, τά μικροελαττώματά μας. ῞Οσο κι ἄν μᾶς φαίνονται ἀσήμαντα, θά πρέπει νά ἐπιμείνουμε στόν ἀγώνα γιά τήν καταπολέμησή τους. ῎Αλλος μπορεῖ νά ἔχει τό πάθος τοῦ θυμοῦ, ἄλλος τῆς μνησικακίας, ἄλλος νά πάσχει ἀπό φλυαρία ἤ κατάκριση... Εἶναι ἔγκλημα σοβαρό εἰς βάρος τοῦ ἑαυτοῦ μας ἡ ἀδιαφορία γι᾿ αὐτά τά μικροελαττώματα.
γ) ῾Ο πλοῦτος κίνδυνος γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου (19,23-26)
19,23. ῾Ο δέ ᾿Ιησοῦς εἶπε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ· ἀμήν λέγω ὑμῖν ὅτι δυσκόλως πλούσιος εἰσελεύσεται εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν.
῞Οταν ὁ ᾿Ιησοῦς εἶδε τόν νέο καταλυπημένο, εἶπε· «Πόσο δύσκολο εἶναι γιά ἐκείνους πού ἔχουν τά χρήματα νά μποῦν στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ!». ῾Ο εὐαγγελιστής Μᾶρκος μᾶς βοηθάει νά καταλάβουμε τί σημαίνει πλούσιος καί γιατί εἶναι δύσκολο νά μπεῖ στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν. ᾿Αντί τῆς λέξεως πλούσιος χρησιμοποιεῖ τήν περίφραση «πεποιθότας ἐπί χρήμασι». ῞Οταν οἱ ἄνθρωποι ἔχουν πεποίθηση στά χρήματα, τά λατρεύουν σάν θεό τους. Γιά χάρη τους ἀδικοῦν τούς ἀδελφούς τους καί συνεργάζονται μέ τόν διάβολο. ῾Ερμηνεύοντας τό στίχο ὁ ἅγιος Χρυσόστομος γράφει· «Κατηγορεῖ ὄχι τά χρήματα ἀλλά αὐτούς πού εἶναι δοῦλοι σ᾿ αὐτά. ᾿Εάν θά εἰσέλθει δύσκολα ὁ πλούσιος, πολύ πιό δύσκολα θά εἰσέλθει ὁ πλεονέκτης. ᾿Εάν ἀποτελεῖ ἐμπόδιο γιά τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν τό νά μή δίνει κανείς, σκέψου πόση φωτιά ἐπισωρεύει τό νά παίρνει καί τά πράγματα τῶν ἄλλων». Καί ἐπιγραμματικά ὁ ἅγιος πατέρας προσθέτει· «Πλοῦτος τοῖς μή προσέχουσι, πονηρίας ἐστίν ὑπηρέτης».
Συνήθως ὁ χρυσός βαραίνει στή ζυγαριά τῆς καρδιᾶς τῶν πλουσίων περισσότερο ἀπό τόν Χριστό. Εἶναι δύσκολο ἀλλά ὄχι ἀδύνατο οἱ πλούσιοι νά μποῦν στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Μᾶς τό ἐπιβεβαιώνουν ὅλοι ἐκεῖνοι οἱ πατέρες καί οἱ διδάσκαλοι, οἱ ὁποῖοι ἐγκατέλειψαν τά πλούτη καί τίς περιουσίες τους καί ἀκολούθησαν τόν Χριστό. Στήν Παλαιά Διαθήκη καί στήν ἱστορία τῆς ᾿Εκκλησίας μας ἔχουμε πολλούς πλουσίους, οἱ ὁποῖοι ἔγιναν μεγάλοι ἅγιοι. Πλούσιοι π.χ. ἦταν ὁ ᾿Αβραάμ, ὁ ᾿Ιώβ κι ὅμως συγκαταλέγονται στούς δικαίους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί στούς φίλους τοῦ Θεοῦ. ᾿Επίσης ὁ Μέγας ᾿Αντώνιος, ὅταν ἄκουσε αὐτή τήν εὐαγγελική περικοπή, πούλησε τή μεγάλη περιουσία του καί ἀκολούθησε τόν Χριστό. ᾿Αλλά καί ὁ ἅγιος ᾿Ιωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ Μ. Βασίλειος καί τόσοι ἄλλοι πατέρες τῆς ᾿Εκκλησίας γιά νά μπορέσουν ἀνάλαφρα νά ὑπηρετήσουν τόν Χριστό καί τό Εὐαγγέλιο, πρῶτα μοίρασαν στούς φτωχούς τά ὑπάρχοντά τους.
῾Ο π. Αὐγουστῖνος, ἐπίσκοπος Φλωρίνης γράφει· «Τά λόγια αὐτά τοῦ ᾿Ιησοῦ εἶναι λόγια-κεραυνοί, πού πρέπει νά κάνουν τούς πλουσίους ὅλων τῶν αἰώνων νά τρομάξουν γιά τή σωτηρία τους. ῎Οχι μικρή καί ἀσήμαντη τιμωρία, ἀλλά κόλαση αἰώνια περιμένει τούς πλουσίους» (Σταγόνες ἀπό τό ὕδωρ τό ζῶν,σελ. 198).
«Κανένα δέν πολιορκοῦν τόσοι πειρασμοί, ὅσοι τούς πλουσίους, καί εἰς κανένα ἄλλον ἡ ἀρετή δέν εἶναι τόσον δυσκατόρθωτος, ὅσον εἰς τούς τά χρήματα ἔχοντας... ᾿Ιδού διατί ὁ αὐτός Χριστός εἰς ἄλλην περίστασιν ἐξεφώνησε τό “οὐαί ὑμῖν τοῖς πλουσίοις”! τούς ἀδίκους πλουσίους ταλανίσας», παρατηρεῖ ὁ ἀείμνηστος Κ. Καλλίνικος.
῾Ο πλοῦτος ἀφαιρεῖ ἀπό τόν ἄνθρωπο τό πολυτιμότερο ἀγαθό, τήν ἐλευθερία, διότι τόν ὑποδουλώνει σέ φθαρτά πράγματα. Τό χρῆμα εἶναι ἕνας ἀμείλικτος τύραννος, ἕνας ἐπικίνδυνος πειρασμός. ᾿Εκεῖνοι πού ἔχουν τό χρῆμα καί μποροῦν νά ἀγοράσουν τήν αἰώνια ζωή, τίς περισσότερες φορές τήν χάνουν. Τό χρῆμα τούς ὠθεῖ στήν ἁμαρτωλή ζωή, νεκρώνει κάθε εὐγενικό αἴσθημα, σκληραίνει τήν καρδιά. Γι᾿ αὐτό ὁ Ψαλμωδός ἀναφωνεῖ· «πλοῦτος ἐάν ρέῃ, μή προστίθεσθε (= μή προσκολλᾶτε σ᾿ αὐτόν) καρδίαν» (Ψα 61,11).
19,24. Πάλιν δέ λέγω ὑμῖν, εὐκοπώτερόν ἐστι κάμηλον διά τρυπήματος ῥαφίδος διελθεῖν ἤ πλούσιον εἰς τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν.
῾Ο Χριστός, ὅταν εἶδε τόν νεανίσκο νά ἀπομακρύνεται περίλυπος, εἶπε πρός τούς παρισταμένους μιά παροιμία, πού δείχνει πόσο δύσκολο εἶναι νά σωθεῖ κάποιος πλούσιος. ῾Η παροιμία αὐτή ἦταν γνωστή στήν Παλαιστίνη ἀλλά καί σέ ἄλλες ἀνατολικές χῶρες. Στήν περιοχή τῆς Βαβυλώνας ἀναφέρεται ἐλέφαντας στήν παροιμία ἀντί γιά τήν καμήλα, διότι εἶναι ὀγκωδέστερος ἀλλά καί γνωστότερος. ᾿Εκεῖ ἡ παροιμία ἦταν· «ἐλέφαντα διά τρυπήματος βελόνης διελθεῖν». Στούς παλαιστίνιους ᾿Ιουδαίους ὅμως, ἦταν πιό οἰκεία ἡ εἰκόνα τῆς καμήλας. ῾Η καμήλα ἐρχόταν στό νοῦ τῶν ἀκροατῶν ὄχι μόνο ὡς τό πιό μεγαλόσωμο ζῶο πού «κουβαλᾶ τήν καμπούρα του», ἀλλά καί ὡς τό πάντοτε φορτωμένο, διότι κουβαλάει τό φορτιό της ἀκόμη καί ὅταν κοιμᾶται. ῾Ο πλούσιος παραλληλίζεται μέ τήν καμήλα, διότι εἶναι φορτωμένος μέ τά ὑπάρχοντά του. Καί ἐμεῖς σήμερα ὅταν θέλουμε νά δείξουμε ὅτι κάτι εἶναι ἀδύνατο, χρησιμοποιοῦμε τέτοιες ἐκφράσεις· λέμε π.χ., ἄν βγεῖ ὁ ἥλιος ἀπό τή δύση, τότε θά γίνει αὐτό ἤ ἄν ὁ ἀράπης ἀσπρίσει.
19,25. ᾿Ακούσαντες δέ οἱ μαθηταί αὐτοῦ ἐξεπλήσσοντο σφόδρα λέγοντες· τίς ἄρα δύναται σωθῆναι;
Οἱ μαθηταί ἐξεπλήσσοντο σφόδρα: ῾Ο ἅγιος Χρυσόστομος διερωτᾶται· «Γιά ποιό λόγο ταράσσονται καί ἀνησυχοῦν οἱ μαθητές ἀφοῦ ἦταν φτωχοί καί μάλιστα πάρα πολύ φτωχοί;» καί ἀπαντᾶ· «᾿Επειδή πονοῦσαν γιά τή σωτηρία τῶν ἄλλων καί ἔτρεφαν μεγάλη στοργή γιά ὅλους καί θεωροῦσαν τούς ἑαυτούς τους ὡς διδασκάλους τους».
Οἱ μαθηταί ἀντιλαμβάνονται τή δυσκολία τοῦ πράγματος. Ξέρουν καλά ὅτι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἐπιθυμοῦν τά πλούτη καί προσπαθοῦν νά τά ἀποκτήσουν, γι᾿ αὐτό σκέπτονται ὅτι ἔτσι κανένας δέν θά σωθεῖ. Αὐτό ἐκφράζει τό ἐρώτημά τους: Τίς ἄρα δύναται σωθῆναι; Μπορεῖ νά μήν ἔχουμε χρήματα, ἀλλά ἔχουμε τό πάθος. ῎Αρα κινδυνεύουμε ὅλοι. Κινδυνεύουν καί οἱ πτωχοί ἐφ᾿ ὅσον λαχταροῦν τό χρῆμα καί πυρπολοῦνται ἀπό τή φιλοκτηματία, ὅπως οἱ πλούσιοι πού ἡ καρδιά τους κολλάει σάν στρείδι πάνω στά χρήματα καί στήν περιουσία τους. ῞Ενας ἀπό τούς μαθητές πού ἄκουγαν τόν Κύριο καί ἀποροῦσαν, ἦταν καί ὁ ᾿Ιούδας. Δέν κατόρθωσε νά ὑπερνικήσει τήν ἀδυναμία του καί πρόδωσε τόν ᾿Ιησοῦ γιά τό ἀσήμαντο ποσό τῶν τριάντα ἀργυρίων.
19,26. ᾿Εμβλέψας δέ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· παρά ἀνθρώποις τοῦτο ἀδύνατόν ἐστι, παρά δέ Θεῷ πάντα δυνατά ἐστι.
᾿Εμβλέψας δέ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς: ῾Ο Κύριος τούς παρατήρησε μέ προσοχή (βλ. Μθ 6,26) καί στή συνέχεια διέλυσε τήν ἀγωνία τους καί τούς γέμισε μέ θάρρος.
Παρά ἀνθρώποις τοῦτο ἀδύνατόν ἐστι, παρά δέ Θεῷ πάντα δυνατά ἐστι: Προβάλλοντας ὁ Κύριος τήν παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ βεβαιώνει τούς μαθητές του ὅτι εἶναι δυνατόν καί οἱ πλούσιοι μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί τήν ἔμπρακτη μετάνοια (π. χ. Ζακχαῖος) νά σωθοῦν. Τούς ἐπισημαίνει ἐπίσης ὅτι μέ τή θεία βοήθεια θά ξεπεράσουν ὅλες τίς ἀδυναμίες καί τά ἐμπόδια στό ἀποστολικό τους ἔργο.
Τά παρήγορα αὐτά λόγια τοῦ Κυρίου εἶναι ἐνισχυτικά καί ἐνθαρρυντικά γιά ὅλους. ῾Ο ἀδύναμος ἄνθρωπος γίνεται δυνατός, ὅταν ἐμπιστεύεται τόν ἑαυτό του στόν Θεό καί παραδίδει τά πάντα στά παντοδύναμα χέρια του.
Αὐτήν τήν πείρα ἐκφράζει καί ὁ ἀπ. Παῦλος μέ τή διακήρυξή του· «Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ» (Φι 4,13).
Στεργίου Σάκκου, Εὐαγγελικές περικοπές (βοήθημα γιά κυκλάρχες)