Μές στόν πιό ζεστό μήνα τοῦ ἔτους, μές στόν ᾿Ιούλιο, πού τό θερμόμετρο δείχνει τίς πιό ὑψηλές θερμοκρασίες, ἡ ᾿Εκκλησία μας προβάλλει μιά φλογερή ὕπαρξη, μιά ψυχή πού ἐδονεῖτο ἀπό πόθο γιά τόν Θεό κι ἀγάπη πρός τούς «παμπόθητους», ὅπως τούς ὀνομάζει, ἀδελφούς· τόν ἅγιο Νικόδημο τόν ῾Αγιορείτη. Μέ τό δικό του... θερμόμετρο καλούμαστε νά ἐλέγξουμε τή δική μας ἀγάπη πρός τόν Χριστό. Μᾶς ὠθεῖ, ἐξάλλου, σ᾿ ἕναν τέτοιο ἔλεγχο, ἰδιαίτερα ἴσως τίς μέρες αὐτές, τό παράπονο τοῦ Κυρίου· «καί διά τό πληθυνθῆναι τήν ἀνομίαν ψυγήσεται ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν» (Μθ 24,12).
Ὁ ἅγιος Νικόδημος γεννήθηκε στή Νάξο τό 1749. Ἀπό μικρός ἀκόμη ξεχώριζε γιά τήν ὀξύνοια, τή φιλομάθεια καί τή μνήμη πού διέθετε, χαρίσματα πού τόν ἀνέδειξαν ἕναν ἀπό τούς λογιώτερους ἄνδρες τῆς ἐποχῆς του. Τήν πολύπλευρη καί ἄρτια μόρφωση, πού ἔλαβε τόσο στή σχολή τῆς Νάξου ὅσο καί στήν Εὐαγγελική Σχολή τῆς Σμύρνης, θέλησε νά τή θέσει στήν ὑπηρεσία τῆς ᾿Εκκλησίας. Αὐτό πού ταπεινά ζητοῦσε στήν προσευχή του ἦταν· «Κύριε, ποίησόν με οἷον θέλεις, ὡς θέλεις, κἄν θέλω, κἄν μή θέλω».
Κι ὁ Κύριος τόν τοποθέτησε, σάν σέ κάποια ὑψηλή σκοπιά, στό ῞Αγιο ῎Ορος, γιά νά φωτίζει ἀπό ἐκεῖ ὁλόκληρο τόν χριστιανικό κόσμο. ῏Ηταν τά δύσκολα ἐκεῖνα χρόνια πού τό Γένος βρισκόταν κάτω ἀπό τόν βαρύ ζυγό τῆς σκλαβιᾶς. ῾Ο ἅγιος ἔβλεπε τούς χριστιανούς βυθισμένους στήν ἄγνοια καί τήν ἀμέλεια γιά τά θέματα τῆς πίστεως καί πονοῦσε βαθιά. Κι ὁ πόνος του γινόταν ἀγωνία, ὅταν διαπίστωνε τήν ἐπικράτηση συνηθειῶν ξένων πρός τό ὀρθόδοξο πνεῦμα.
Ἀπό τό ῞Αγιο ῎Ορος, λοιπόν, ὅπου μονάζει, ὑψώνει δυό μεγάλους κι ἱερούς πυρσούς· ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ - ΣΥΧΝΗ ΘΕΙΑ ΜΕΤΑΛΗΨΗ.
Μαζί μέ τούς λεγόμενους κολλυβάδες θέτει στόχο τῆς ζωῆς του τήν ἀναγέννηση τοῦ ὀρθοδόξου φρονήματος τοῦ ποιμνίου, τήν ἐπιστροφή στή βιβλική καί πατερική παράδοση.
Γιά τό σκοπό αὐτό ἐργάστηκε ἀψηφώντας τόν κόπο, μερόνυχτα ὁλόκληρα, ὑπερνικώντας πολλές φορές τό ἀσθενές τῆς φύσεώς του, κι ἄφησε στήν ᾿Εκκλησία θησαυρό συγγραμμάτων. Μόνο τό ἑρμηνευτικό του ἔργο ἀριθμεῖ 2.920 σελίδες. Γράφει χαρακτηριστικά γιά τή μελέτη τοῦ θείου λόγου καί συγκεκριμένα τῶν ἐπιστολῶν τοῦ ἀποστόλου Παύλου, τόν ὁποῖον ὑπεραγαπᾶ· «Πληροφορῶ γάρ τήν ἐν Χριστῷ ὑμῶν ἀγάπην, ὅτι ἀνίσως ἔτσι κάμνετε καί συνεχῶς τόν Παῦλον εἰς τάς χεῖρας λαμβάνετε, ἐντός ὀλίγου χρόνου θέλετε λάβει μίαν παράδοξον μεταμόρφωσιν, κατά τά ἤθη καί κατά τήν ζωήν. Διότι αἱ ἐπιστολαί τοῦ μακαρίου Παύλου ἔχουν τοιαύτην ὑπερφυσικήν δύναμιν νά μεταμορφώνουν τούς ἀνθρώπους, νά σαγηνεύουν καί νά διασώζουν ὅλην τήν οἰκουμένην».
Ἰδιαίτερα ἀγωνίστηκε γιά τή συχνή θεία Μετάληψη. Τό «Βιβλίον ψυχωφελέστατον περί συνεχοῦς μεταλήψεως τῶν ἀχράντων τοῦ Χριστοῦ μυστηρίων», ὅπου ἁπλοποιεῖ τό πόνημα τοῦ ἁγίου Μακαρίου Νοταρᾶ, εἶδε πολλές ἐκδόσεις κι ἔγινε ἕνας πραγματικός φωτοδότης καί πνευματικός ὁδηγός τῶν χριστιανῶν γιά τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας. «Καί αὐτά δέ τά ὀνόματα τῆς λειτουργίας, μέ τά ὁποῖα ὀνομάζεται κατ᾿ ἐξαίρετον Κοινωνία καί Σύναξις, εἶνε ἀναγκαστικά τρόπον τινά εἰς τήν συχνήν Μετάληψιν, διότι Κοινωνία καί Σύναξις σημαίνει, ὅτι διά μέσου τῆς Μεταλήψεως τοῦ σώματος καί αἵματος τοῦ Χριστοῦ ὅλοι οἱ πιστοί συνάγονται, κοινωνοῦσι καί ἑνώνονται μέ τόν Χριστόν καί γίνονται μέ αὐτόν ἕνα σῶμα, καί ἕν πνεῦμα.
Λοιπόν ἀπό ὅλας αὐτάς τάς ἱεράς τάξεις τῆς θείας λειτουργίας, σᾶς ἐρωτῶ, ἀδελφοί μου, νά μοῦ εἴπητε ἐν φόβῳ Θεοῦ καί συνειδήσει τῆς ψυχῆς σας, δέν εἶνε φανερόν ὅτι εἶνε ὑποχρεωμένοι οἱ Χριστιανοί, οἵτινες πηγαίνουν εἰς τήν λειτουργίαν, νά μεταλαμβάνουν συχνά; Δέν ἔχουσι χρέος νά ἐνεργοῦν τοῦτο, καί διά νά φανῇ πῶς εἶνε κοινωνία, σύναξις καί δεῖπνος καί διά νά μή φαίνωνται παραβάται ἐκείνων ὅσα πιστεύουν καί ὁμολογοῦν; Εἰ δέ καί δέν μεταλαμβάνουν ὡς ὁμολογοῦν, φοβοῦμαι, φοβοῦμαι, μήπως εὑρίσκωνται παραβάται· ἀλλά καί ὁ ἱερεύς ὅστις τούς προσκαλεῖ καί αἱ ἄλλαι ἱερολογίαι καί ἱεροπραξίαι καί τάξεις ὅπου γίνονται εἰς τήν λειτουργίαν, δέν ἠξεύρω πλέον ἄν ἔχουν τήν ἀληθινήν τάξιν καί τόν πρέποντα τόπον τους. ᾿Επειδή ὅλοι ἀπό μιᾶς παραιτοῦνται καί μήτε ἕνας Χριστιανός δέν εὑρίσκεται νά τάς πληρώσῃ καί νά ὑπακούσῃ εἰς τέτοιον κάλεσμα τοῦ ἱερέως ἤ, διά νά εἴπω καλλίτερα, τοῦ Θεοῦ, ἀλλά γυρίζει ὀπίσω ἄπρακτος μέ τά ῞Αγια, χωρίς νά τόν καταδεχθῇ τις καί νά προσέλθῃ νά μεταλάβῃ». ῏Ηταν τόση ἡ διαστρέβλωση τῆς Παραδόσεως, ὥστε εἶχε εἰσχωρήσει ἀκόμη καί σ᾿ αὐτά τά προπύργια τῆς ᾿Ορθοδοξίας, στά μοναστήρια τοῦ ῾Αγίου ῎Ορους. Γιά πολλά χρόνια ἀντιμετώπισε σκληρή πολεμική. Τά ὑπέμεινε ὅμως ὅλα μέ καρτερία καί φύλαξε μέχρι τέλους ἀλώβητη τήν πίστη τῶν Πατέρων.
Κι ἦταν αὐτή ἡ στενή ἐπαφή μέ τό λόγο τοῦ Θεοῦ καί μέ τό Μυστήριο τῆς θείας Κοινωνίας πού ἔτρεφε τή ζηλευτή μυστική ζωή πού τόν διέκρινε. Μέχρι καί τίς τελευταῖες στιγμές τῆς ζωῆς του πρόφερε τ᾿ ὄνομα τοῦ ᾿Ιησοῦ. Στή νοερά προσευχή ἔχει ἀφιερώσει τίς θελκτικώτερες σελίδες.
«Ὁ ᾿Ιησοῦς, παρακαλῶ, ἄς εἶνε γλυκύ μελέτημα τῆς καρδίας σου, ὁ ᾿Ιησοῦς ἄς εἶνε ἐντρύφημα τῆς γλώσσης σου, ὁ ᾿Ιησοῦς ἄς εἶνε τό ἀδολέσχημα καί ἡ ἰδέα τοῦ νοός σου. Ἐν συντομίᾳ ὁ ᾿Ιησοῦς ἄς εἶνε ἡ ἀναπνοή σου... ἡ ἀγαπῶσα ψυχή τόν ᾿Ιησοῦν... κατ᾿ ἄλλον τρόπον δέν δύναται νά παρηγορῇ τήν πρός τόν ᾿Ιησοῦν ἀγάπην της, εἰμή διά τῆς συνεχοῦς ἐνθυμήσεως τοῦ ἁγίου του ὀνόματος, βοῶσα πάντοτε μετ᾿ ἀγάπης καί δακρύων καί πόνου καρδίας· ᾿Ιησοῦ μου, ᾿Ιησοῦ μου ἠγαπημένε...».
Δεήσου, ἅγιε τοῦ Θεοῦ, νά χαραχτεῖ βαθιά μέσα μας τό ἀκριβό μυστικό σου· ἡ μελέτη τῆς Γραφῆς κι ἡ συχνή θεία Κοινωνία εἶναι αὐτά πού ἀναζωπυρώνουν τήν ἀγάπη στόν Κύριο.
Τότε δέν θά ἔχουμε πνευματικές... ὑποθερμίες.
Β. ᾿Αντωνίου
Ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΑΠΙΚΟΙ
Ὁ ἅγιος Νικόδημος (κατά κόσμον Νικόλαος Καλιβούρτσης) γεννήθηκε στή Νάξο τό 1749. Σπούδασε στίς περίφημες γιά τήν ἐποχή Σχολές τῆς Νάξου καί τῆς Σμύρνης. Χαρακτηρίστηκε σπάνιο φαινόμενο, τόσο γιά τά διανοητικά του χαρίσματα ὅσο καί γιά τήν ἁγιότητα τοῦ βίου του. ῾Η φιλομάθειά του τόν διέκρινε ἀπό τά παιδιά τῆς ἡλικίας του καί ἀργότερα ἀπό τούς συμμαθητές καί συμφοιτητές του.
Ὁ πόθος του γιά τόν Θεό ἔφερε τά βήματά του στό ῞Αγιο ῎Ορος, ἐνῶ ἡ ἀγάπη του γιά τούς ὑπόδουλους ἀδελφούς του κίνησε τή γραφίδα του καί μᾶς παρέδωσε ἕνα πλῆθος πνευματικῶν ἔργων.
Στό ῞Αγιο ῎Ορος ἦταν ἀκουστός γιά τή βαθειά του γνώση σέ θέματα κανόνων καί δογμάτων, ἀλλά καί γιά τήν ἀνυποχώρητη ὑπεράσπιση τῆς αὐθεντίας τῶν Πατέρων καί τοῦ κύρους τῆς ἱερᾶς Παραδόσεως. ῞Ενα σχετικό περιστατικό ἀπό τή ζωή του εἶναι δηλωτικό τοῦ καταρτισμοῦ, τῆς εὐφυΐας ἀλλά καί τῆς ταπεινοφροσύνης τοῦ ἁγίου.
Ἡ ῾Ιερά Κοινότητα τοῦ ῾Αγίου ῎Ορους κάλεσε τόν μοναχό Νικόδημο νά συζητήσει δογματικά θέματα μέ παπικούς πού ἐπισκέφτηκαν τό ῎Ορος ἐπί τούτου.
Ὁ ἅγιος ἐμφανίστηκε ρακένδυτος, χωρίς καμία ἰδιαίτερη φροντίδα γιά τήν περίσταση. Οἱ ἐπισκέπτες παρεξηγήθηκαν γιά τήν «ἀπρέπεια» ἐκ μέρους τοῦ ἁγίου καί ζήτησαν ἐξηγήσεις. Οἱ παρευρισκόμενοι τούς καθησύχασαν, ἐξηγώντας τους πώς ὁ μοναχός ζοῦσε ὡς ἀσκητής ἐν ἐρημίᾳ καί πενίᾳ κι αὐτή ἦταν ἡ μοναδική του ἐνδυμασία. Στή συνέχεια ἄρχισε ἡ συζήτηση κατά τήν ὁποία οἱ συνομιλητές του διέκριναν, κάτω ἀπό τά ράκη, τήν ἀπαστράπτουσα διάνοια καί τήν ἀκαταγώνιστη διαλεκτική του δεινότητα. ῾Η κάθε λέξη του μετέτρεπε σέ παρανάλωμα πυρός τίς αἱρετικές δοξασίες τῶν ἀντιπάλων του. Γνώση, θεῖος ζῆλος γιά τήν ὀρθόδοξη πίστη ἀλλά καί ἐμπειρική βεβαιότητα γιά ὅσα δίδασκε ἀνάγκασαν τούς παπικούς νά σιωπήσουν ντροπιασμένοι καί... νά τό βάλουν στά πόδια. Κατά τήν «ἄτακτη φυγή» τους πρόλαβαν μόνο νά ἐκφράσουν τήν ἔντρομη ἀπορία τους στήν ῾Ιερά Κοινότητα·
- Ὑπάρχουν κι ἄλλοι στόν ῎Αθω σάν αὐτόν πού μᾶς φέρατε νά μιλήσουμε;
- Ἀναρίθμητο πλῆθος! Καί νά φανταστεῖτε ἐγώ εἶμαι ὁ τελευταῖος ἀπ᾿ ὅλους! πῆρε τό λόγο κι ἀπάντησε ὁ εὐφυής καί ταπεινός δοῦλος τοῦ Θεοῦ Νικόδημος ὁ ῾Αγιορείτης, πού γιορτάζουμε τή μνήμη του στίς 14 ᾿Ιουλίου.
Τήν εὐχή του νά ᾿χουμε καί τίς θερμές πρεσβεῖες του!
Συνέκδημος
Γύρω ἀπό τόν τάφο τῆς ἁγίας μεγαλομάρτυρος Εὐφημίας στέκονται μέ εὐλάβεια οἱ πιστοί καί μυστικά προσεύχονται. Ἡ ἁγία τους ἔχει παρρησία πολλή μπροστά στόν Κύριο. Γιά τήν ἀγάπη του ὑπέμεινε φοβερά βασανιστήρια. Σ’ αὐτήν, λοιπόν, καταφεύγουν τήν ὥρα τῆς μεγάλης τους ἀγωνίας. Νά λάμψει τό φῶς τῆς ἀλήθειας, αὐτό εἶναι τό θερμό τους αἴτημα. Νά μήν παρεκκλίνουν ἀπό τήν πίστη τῶν πατέρων τους. Ἀλώβητη νά μείνει ἡ Ὀρθοδοξία πού τόσο ὕπουλα τήν πολεμοῦν.
Ἦταν ἱερέας ὁ Εὐτυχής, ἡγούμενος στή μονή τοῦ Ἰώβ μέ τούς τριακόσιους εὐλαβεῖς μοναχούς. Τόν σέβονταν ὅλοι στήν Κωνσταντινούπολη, τόν τιμοῦσε ἰδιᾳίτερα ἡ αὐτοκρατορική αὐλή. Στενός συνεργάτης τοῦ ἁγίου Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας, ἔδωσε δυναμικά τό «παρών» στούς δογματικούς ἀγῶνες κατά τοῦ Νεστορίου. Ἦλθε ὅμως ὥρα πού τάραξε ὅλη τήν Ἐκκλησία.
«Ὁμολογῶ ἐκ δύο φύσεων γεγενῆσθαι τόν Κύριον ἡμῶν πρό τῆς ἑνώσεως, μετά δέ τήν ἕνωσιν μίαν φύσιν ὁμολογῶ», διακήρυξε ὁ Εὐτυχής. Ἡ θεία φύση, κατά τήν ἄποψή του, μετά τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Κυρίου ἀπορρόφησε τήν ἀνθρώπινη. «Τό σῶμα τοῦ Κυρίου ἀνθρώπινον, ἀλλ’ οὐχ ὁμοούσιον ἡμῖν», ὑποστήριζε. Μάταια γράφτηκαν συγγράμματα διαφωτιστικά, μάταια ἔγιναν καταγγελίες εἰς βάρος του. Δέν θέλησε νά δεχτεῖ οὔτε τή σύσταση τῆς Συνόδου τῆς Κωνσταντινουπόλεως (448 μ.Χ.). Προτίμησε νά ἀναθεματισθεῖ γιά τίς μονοφυσιτικές κακοδοξίες του. Δέν πέρασε ὅμως πολύς καιρός, καί ὁ αὐτοκράτορας Θεοδόσιος Β΄ μέ μία ἄλλη Σύνοδο, πού ἔγινε στήν Ἔφεσο (449 μ.Χ.), τόν ἀθωώνει, ἐνῶ ἐξορίζει τόν πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Φλαβιανό! Πῶς, λοιπόν, νά μήν ἀγωνιοῦν οἱ πιστοί;
Ἡ γενική κατακραυγή, πού ἀκολούθησε μετά τή «ληστρική» Σύνοδο τῆς Ἐφέσου, ἀνάγκασε τούς νέους αὐτοκράτορες, Μαρκιανό καί Πουλχερία, νά προχωρήσουν στή σύγκληση τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου στή Χαλκηδόνα (451 μ.Χ.).
Στό ναό τῆς ἁγίας Εὐφημίας διεξάγεται πάλη σκληρή. Ἡ σύναξη τῶν 630 ἐπισκόπων δέν βρίσκει ἄλλη λύση, παρά νά ἀναθέσει τό θέμα στήν ἁγία πού τούς φιλοξενεῖ. Ἄνοιξαν τή θήκη, ὅπου φυλασσόταν τό ἱερό λείψανό της, κι ἐκεῖ, πάνω στήν καρδιά της, τοποθέτησαν δύο βιβλία. Περιεῖχαν τίς ἀπόψεις τῶν δύο ἀντιμαχόμενων παρατάξεων.
Ἔφτασε, τέλος, ἡ μέρα πού εἶχαν ὁρίσει. Μέ ἀγωνία συγκεντρώθηκαν, καί ἄνοιξαν ξανά τή θήκη μέ τό ἱερό λείψανο. Ἡ ἁγία κρατοῦσε στήν ἀγκαλιά της τόν τόμο τῶν Ὀρθοδόξων. Ὁ τόμος τῶν αἱρετικῶν βρέθηκε ριγμένος στά πόδια της!
Β. Ἀντωνίου
Ἀπολύτρωσις 60 (2005) 202-203
Πηγές: Νικηφόρου Καλλίστου, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία 15,5· PG 147,21-24.
Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ 6, 52-54.
Σάλπισμα ἐγερτήριο
Τοῦτο τό καλοκαίρι, πού καταπονεῖ τό σῶμα ἡ ζέστη, μά πιότερο βασανίζουν τό νοῦ καί τήν καρδιά προβληματισμοί, ἀγωνίες καί φόβοι γιά τό σήμερα καί τό αὔριο, ἀντηχεῖ στ᾿ αὐτιά μου μιά φωνή· «Χτύπα γιά τήν πίστη!». ᾿Αντήχησε κάτω ἀπό τόν ὁλόφωτο ἀττικό οὐρανό στίς 9 ᾿Ιουλίου τοῦ 1771. ᾿Ακούστηκε ἀπό ἕνα παλληκάρι πού κρατοῦσε στά μάτια του τό φῶς ἐκείνων πού ἀνήκουν στόν Θεό, πού ἔκρυβε στήν καρδιά του τή γενναιότητα ἐκείνων πού φυλάγουν τίς πιό ἱερές Θερμοπύλες.
῾ Οδηγημένος βίαια μπροστά στίς στῆλες τοῦ ᾿Ολυμπίου διός ἀντιμετώπιζε τήν ἀγριότητα τοῦ ὀθωμανοῦ δημίου, πού δέν ἄφηνε τό σπαθί του νά πέσει μέ ὁρμή καί νά ἀποκεφαλίσει τόν μάρτυρα, ἀλλά τόν βασάνιζε κόβοντας ἔντεχνα, ἀργά τήν ἁγία κεφαλή του. Σέ τούτη τήν ἀναίσχυντη πρόκληση ἡ γενναία καρδιά τοῦ μάρτυρα φέρνει στά χείλη του τήν ἡρωική ἰαχή· «Χτύπα γιά τήν πίστη!».
Πόση δύναμη μπορεῖ νά κρύβει ἕνας ραγιάς; Πόση λευτεριά μπορεῖ νά κατέχει ἕνας σκλάβος; Τόση ὅση ἡ ἁγιαστική χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος μπορεῖ νά χορηγεῖ στίς δεκτικές ψυχές!
Στήν ᾿Αθήνα τοῦ 18ου αἰώνα, ὅπου περίσσεψε ἡ ὠμή βία καί ἡ τυράγνια τοῦ κατακτητῆ, ὑπερεπερίσσευε ἡ λαχτάρα γιά τήν πιό ἀληθινή λευτεριά. Αὐτή ἡ λευτεριά φτερούγιζε στά ὀνείρατα τοῦ νεαροῦ ῞Ελληνα. Αὐτή τή λευτεριά βίωνε, σάν ἔσκυβε μαζί μέ τούς ἀδελφούς πάνω ἀπό τό Ψαλτήρι, σάν ὕψωνε τά μάτια κι ἀγκάλιαζε μ᾿ ἐμπιστοσύνη τόν οὐρανό.
῾ Η ζωή του κυλοῦσε ἁπλά, σιωπηλά μέσα στή φτώχεια, πού κάποτε ἔφθανε στήν ἐξαθλίωση, μές στή σκλαβιά, πού κάποτε φάνταζε ἀβάσταχτη. ῾Η τρυφερή ὕπαρξη τοῦ Μιχαήλ ἔμεινε ἀνέγγιχτη ἀπό τά πικρά βότανα τῆς σκλαβιᾶς, ἀπό τά ζιζάνια τῆς ἀμφιβολίας καί τῆς δειλίας. ῾Η καρδιά τοῦ νεαροῦ κηπουροῦ ἕνας κῆπος ὁλόδροσος. Φυτεμένος μέσα του ὁ πιό ζωντανός σπόρος ἀπό τούς εὐσεβεῖς γονεῖς του κι ἀπό κάποιον ἀνώνυμο ἡρωικό παπά, καρποφοροῦσε τήν πίστη, τήν ἀγάπη, τήν ἐλπίδα.
῾ Ο Θεός εὐδόκησε τό ὄνομα τοῦ ἄσημου αὐτοῦ ῞Ελληνα νά μείνει στήν ἱστορία συνοδευόμενο ἀπό τόν πιό μεγαλειώδη τίτλο· μάρτυρας. Τό παρθενικό του αἷμα χύθηκε στή γῆ τῆς πατρίδας μας, πότισε τό χῶμα της ἐκεῖ, κάτω ἀπό τήν ᾿Ακρόπολη, γιά νά μιλᾶ αἰώνια γιά ἕναν ἄλλο πολιτισμό, πού δέν ὑψώνει μονάχα ναούς στόν Θεό, ἀλλά κάνει τούς ἀνθρώπους ζωντανούς ναούς αὐτοῦ τοῦ Θεοῦ.
῾Ο ἀντίλαλος τῆς ἱστορίας φέρνει στήν ψυχή μας τήν ἀτρόμητη φωνή τοῦ Μιχαήλ· «Χτύπα γιά τήν πίστη!». Σάλπισμα ἐγερτήριο στίς ἀποκοιμισμένες συνειδήσεις, ἐνθάρρυνση στίς νήφουσες καρδιές. Σέ τούτους τούς χαλεπούς καιρούς, πού καταβάλλεται προσπάθεια νά σβηστοῦν τά ἴχνη τῆς ὀρθόδοξης παρουσίας ἀπό τήν ἱστορία μας, δέν θά ξεχάσουμε τούς προγόνους μας· δέν θά τούς προδώσουμε, ἔστω κι ἄν τό τίμημα εἶναι σκληρό.
᾿
Ἰχνηλάτης
Ἀπολύτρωσις 55 (2000) 154-155
Μεγάλο ἔλλειμμα συνέπειας χαρακτηρίζει τήν ἐποχή μας. Τό διαπιστώνουμε καθημερινά, δυσανασχετοῦμε καί διαμαρτυρόμαστε. Ποιός ὅμως μπορεῖ νά καυχηθεῖ ὅτι μένει ἀκέραιος καί ἀπρόσβλητος ἀπό τό ψέμα, τήν ἀπάτη, τήν περιρρέουσα ὑποκρισία; Ἔχει γίνει σχεδόν κανόνας ἄλλοι νά φαίνονται καί νά συστήνονται οἱ ἄνθρωποι καί ἄλλοι νά εἶναι στήν πραγματικότητα.
Ὑπάρχει ὡστόσο ἡ λαμπρή καί ἀξιομίμητη ἐξαίρεση. Τή βλέπουμε στόν κόσμο τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ, πού προβάλλουν ὡς ὑποδείγματα συνέπειας, πρότυπα ἀλλά καί ἀρωγοί στόν ἀγώνα τοῦ χριστιανοῦ πού ὀφείλει καί θέλει νά τούς μιμηθεῖ. Γιά παράδειγμα παίρνω δύο γυναικεῖες μορφές ἀπό τό ἁγιολόγιο τοῦ Ἰουλίου· δύο ἁγίες ἰδιαίτερα ἀγαπητές στόν εὐσεβῆ λαό, πού τό ὄνομά τους ἀκούγεται καί στόν ἑβδομαδιαῖο κύκλο· ἡ ἁγία Κυριακή (7/7) καί ἡ ἁγία Παρασκευή (26/7).
Ἀνάσταση μηνᾶ τό ὄνομα τῆς πρώτης, διάγγελμα πώς ἀνήκει στόν ἀναστημένο Κύριο. Καί πράγματι ἀναστάσιμη ἦταν ὅλη ἡ ζωή της. Στά σεπτά πάθη τοῦ Κυρίου μᾶς ἀνάγει τῆς Παρασκευῆς τό ὄνομα. Κι ὅλη της ἡ ζωή ἦταν προετοιμασία γιά τό μαρτύριο, μέ τό ὁποῖο ἐπισφραγίσθηκε. Καί βέβαια, μέσα ἀπό τό μαρτύριο ἡ Παρασκευή ζοῦσε τήν ἀνάσταση, ὅπως καί ἡ Κυριακή δικαίωσε τό ἀναστάσιμο ὄνομά της διά τοῦ μαρτυρίου.
Ἡ μνήμη τῶν δύο ἁγίων γυναικῶν καλεῖ καί προκαλεῖ νά ἀναρωτηθοῦμε καί νά ἐλέγξουμε τόν ἑαυτό μας κατά πόσο συμφωνεῖ τό ὄνομα μέ τή ζωή μας; Ὁ Χρυσόστομος π.χ. ἔχει πράγματι χρυσό στόμα; Ὁ Παντελεήμων διακρίνεται γιά τό ἔλεος καί τήν ἀγάπη; Ὁ Σωτήριος ποιά σχέση ἔχει μέ τή σωτηρία πού χαρίζει ὁ Σωτήρας Χριστός; Ἡ Ἀρετή, ἡ Ἀγαθή, ἡ Ἐλπίδα, πόσο πραγματώνουν στήν καθημερινή τους ζωή αὐτό πού ὑπόσχεται τό ὄνομά τους;
Ἀλλά ἐκτός ἀπό τό βαπτιστικό μας ὄνομα ἔχουμε ὅλοι τό ὄνομα τοῦ χριστιανοῦ. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ ζωή μας κυλᾶ ἀνάμεσα στό θάνατο καί στήν ἀνάσταση. Τό διατυπώνει ἁπλά ἀλλά ἀξιωματικά ὁ ἀπόστολος Παῦλος· «πάντοτε τήν νέκρωσιν τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι περιφέροντες, ἵνα καί ἡ ζωή τοῦ Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι ἡμῶν φανερωθῇ» (Β΄ Κο 4,10). Θάνατος σημαίνει συντριβή, μετάνοια, ἀπάρνηση τῶν δικαίων ἀπαιτήσεών μου χάριν τῶν ἄλλων, συγχώρηση, ἀγάπη, θυσία. Ὅταν αὐτά ὑπάρχουν στή ζωή μας, λάμπει καί μοσχοβολᾶ μέσα καί γύρω μας ἡ ἀνάσταση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Εμαστε συνεπεῖς χριστιανοί, μιά ἀξιόλογη κατάθεση γιά τή βελτίωση τῆς κοινωνίας μας.
Στέργιος Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 63 (2008) 195
Ἀπάνεμο λιμάνι καί καταφυγή μου, τοῦ Θεοῦ ἡ ἁγιασμένη ἐκκλησιά! Βρέθηκα ἐκεῖ ἀναζητώντας λίγη δροσιά μέσα στήν κάψα τοῦ καλοκαιριοῦ καί τῆς ψυχῆς μου!
Μπροστά, σέ μιάν ἄκρη τοῦ τέμπλου διέκρινα μιά εἰκόνα πού προσείλκυσε τήν προσοχή μου. Ἔργο κάποιου ἁπλοῦ λαϊκοῦ ζωγράφου, μέ εὐσέβεια καλλιτεχνημένο, ἀνιστορεῖ τίς μορφές δύο ἁγίων: τῆς ἁγίας Κυριακῆς καί τῆς ἁγίας Παρασκευῆς.
Σεμνές οἱ μορφές τους εἰκονίζουν τή νεότητα, τήν δοσμένη ἀπόλυτα στόν Θεό. Ἡ λευκότητα τῆς παρθενίας καί τό πορφυρό τοῦ μαρτυρίου ντύνουν τίς κόρες τῆς μάνας Ἐκκλησίας, πού προσφέρουν στόν Νυμφίο Ἰησοῦ τή ζωή τους θυσία ζῶσα.
Εἶναι ἰδιαίτερα ἀγαπητές στούς πιστούς καί γιορτάζουν τόν ἴδιο μήνα. Κάπως ἔτσι τίς συνέδεσε καί ὁ ἁγιογράφος πού τίς ἔβαλε τήν μιά δίπλα στήν ἄλλη. Δέν γνωρίστηκαν στήν ἐπίγεια ζωή τους. Ἔζησε στή Ρώμη τό πρῶτο μισό τοῦ 2ου αἰ. ἡ Παρασκευή καί τόν 3ο αἰ. στά μέρη τῆς Μελιτηνῆς ἡ Κυριακή. Συναντήθηκαν στόν οὐρανό. Ἐκεῖ πού ἀνταμώνουν, μέσα στήν παρουσία τοῦ Θεοῦ, ὅσοι πολύ Τόν ἀγαποῦν.
Καθώς στεκόμουν ἐκεῖ, μέσα στόν ναό τοῦ Θεοῦ, ἔσβησε θαρρεῖς ὁ χρόνος κι ὁ τόπος καταργήθηκε. Κι ἦρθε στό νοῦ μου ἡ ζωή τῶν δύο ἁγίων ἔτσι ὅπως ἀπό μικρό παιδί τήν γνώριζα.
Στόν κυκεώνα τῆς εἰδωλολατρίας τῶν πρώτων μ.Χ. αἰώνων πνέει αὔρα τοῦ Πνεύματος. Μές στήν ἀσυδοσία κάποιες ψυχές ἁγνεύουν καί μές στήν πλάνη ὑπηρετοῦν τήν ἀλήθεια.
Βλαστοί πιστῶν οἰκογενειῶν καί οἱ δυό τους. Εὐλογημένη οἰκογένεια, πού 'χεις ἀγκωνάρι στά θέμελά σου τόν Χριστό, πού 'χεις πυξίδα στήν πορεία τό Εὐαγγέλιο! Πόσους καρπούς γλυκόχυμους ἔχεις χαρίσει στήν Ἐκκλησία! Μέσα ἀπό τό σπιτικό τους οἱ ἁγίες ἔλαβαν κληρονομιά καί εὐχή τή σταθερότητα ἄχρι τέλους.
Ἡ ὑποταγή τους στόν Θεό φέρει θαυμαστή καρποφορία. Τά νεανικά τους χείλη εὐαγγελίζονται τή σωτηρία. Ἡ οὐράνια βασιλεία ἁπλώνεται στή γῆ ἀπό ψυχή σέ ψυχή μυστικά καί ἀθόρυβα. Μαρτυρία πού ἔρχεται ἡ ὥρα νά σφραγιστεῖ μέ τό μαρτύριο. Παράδοξα σημεῖα ἐπιτελοῦνται. Ἡ φωτιά χάνει τή δύναμή της καί τά θηρία ἡμερώνουν· ὁ πόνος γίνεται γλυκύς καί ὁ θάνατος ποθητός. Καί ἀκόμη πιό συγκλονιστικό· οἱ δήμιοι μετανοοῦν μπρός στά θαυμάσια πού ἐπιτελεῖ ἡ Παρασκευή καί τά εἴδωλα συντρίβονται μέ τήν προσευχή τῆς Κυριακῆς.
Γίνονται συνεργοί στό θαῦμα οἱ ἐκλεκτοί τοῦ Θεοῦ, «οἱ ἠγορασμένοι ἀπό τῆς γῆς», πού «ἀκολουθοῦν τό Ἀρνίον ὅπου ἄν ὑπάγῃ».
Ποιός τό ΄πε πώς τό ἄνθος τῆς νιότης τους κόπηκε ἄδοξα μέ τό ξίφος τοῦ δημίου;
Ποιός τό 'πε πώς ἡ ζωή τους ἔσβησε καθώς τό παρθενικό τους αἷμα πότιζε τή γῆ;
Μπουμπούκια εὐωδιαστά τά πρόσφερε ἡ Ἐκκλησία στόν μεγάλο Γεωργό της. «Ὡς ἀπαρχή τῆς φύσεως» τά χάρισε ἡ οἰκουμένη στόν «Φυτουργό τῆς κτίσεως».
* * *
Στήν ἁγιογραφία τοῦ ναοῦ, πού εἶχα μπροστά μου, οἱ ἁγίες κρατοῦσαν ταπεινά τήν προσφορά τους στόν Θεό. Τήν τίμια κεφαλή της ἡ ἁγία Παρασκευή, τό ἄλικο αἷμα της ἡ ἁγία Κυριακή.
Πῶς πέτυχαν τήν ἁγιότητα; Τό φθαρτό τους σῶμα, ὅμοιο μέ τό δικό μου, πού πονᾶ, ἀποκάμνει, φθείρεται, πῶς ἄντεξε τό φρικτό μαρτύριο; Ἡ νεανική τους καρδιά πῶς περιφρόνησε πλούτη καί δόξες; Ἡ εἰκόνα -βιβλίο τοῦ πιστοῦ, ὅπως σοφά τήν ὀνομάζει ἕνας πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μας- μοῦ ἔδωσε τήν ἀπάντηση. Ναί, τό μυστικό τους βρίσκεται ἐκεῖ· στό βλέμμα τους τό στραμμένο στόν οὐρανό, στό σταυρό πού κρατοῦν στό χέρι, σύμβολο θυσίας καί νίκης αἰώνιας.
Ἰχνηλάτης
Εἶναι μιά στιγμούλα, μία στιγμή μονάχα. Μά ὁ φόβος αὐτῆς τῆς στιγμῆς κατατρύχει καί βασανίζει τόν καθένα ἀπό τήν ὥρα πού ἀποκτοῦμε συνείδηση τῆς ζωῆς μας. Κι εἶναι, στ᾿ ἀλήθεια, τραγικό ὅτι νέοι καί γέροι, μικροί καί μεγάλοι, φτωχοί καί πλούσιοι, ἄσημοι καί ἄρχοντες, ὅλοι «διά παντός τοῦ ζῆν», σ᾿ ὅλη μας τή ζωή, εἴμαστε ὄχι μόνο ὑποψήφιοι θανάτου, ἀλλά καί «ἔνοχοι δουλείας» (῾Εβ 2,15) σ᾿ αὐτόν. Μᾶς κρατᾶ δέσμιους τοῦ φόβου σ᾿ ὅλη μας τή ζωή ὁ θάνατος, αὐτός ὁ δυνάστης τῆς ζωῆς μας.
Βέβαια, πολλοί, μόλις ἀκούσουν νά γίνεται λόγος γιά τό θάνατο, κουνιοῦνται ἀπό τή θέση τους, φτύνουν στόν κόρφο τους ἤ χτυποῦν ξύλο ἤ τραγουδοῦν μέ καημό· «νά πεθάνει ὁ χάρος»! ῎Αλλοι ἀποφεύγουν ἐπιμελῶς καθετί πού θυμίζει τό θάνατο. Κάποιος π.χ. ἔκτισε τό παράθυρο τοῦ δωματίου του πού εἶχε θέα πρός τό νεκροταφεῖο, γιά νά μή βλέπει τά μνήματα. Τακτική στρουθοκαμήλου, πού νομίζει ὅτι ἐξουδετέρωσε τόν κίνδυνο ἐπειδή... δέν τόν βλέπει.
᾿Ανάμεσα σ᾿ ὅλους αὐτούς πού προσπαθοῦν νά ἐξορκίσουν ἀνόητα ἤ νά ἀγνοήσουν μάταια τό θάνατο, στέκει ὁ πιστός. Ρεαλιστικά καί ὑπεύθυνα βλέπει στό θάνατο ἕνα γεγονός ὑψίστης σημασίας, ἕναν πολύτιμο φίλο πού ἀνοίγει τό δρόμο γιά τήν αἰωνιότητα, ἀλλά κι ἕναν σοφό δάσκαλο πού παραδίδει ὑπέροχα μαθήματα γιά τήν ἀξιοποίηση τῆς ζωῆς. Τό εἶχαν σκεφθεῖ καί πρό Χριστοῦ σοφοί ἄνθρωποι. ῞Ενας ἀπ’ αὐτούς καθημερινά θύμιζε στόν ἑαυτό του· «Μέμνησο ὅτι θνητός εἶ!». Θυμήσου πώς θά πεθάνεις!
῾Η μνήμη τοῦ θανάτου εἶναι ἀπό τά σπουδαῖα καί σωτήρια μαθήματα πού καλλιέργησαν οἱ ἅγιοι. «Πηγή κάθε ἀρετῆς», τήν ἀποκαλεῖ ὁ ἅγιος ῾Ησύχιος ὁ πρεσβύτερος. Λέγεται γιά ἕναν μεγάλο ἀσκητή, τόν ἀββά Σισώη, πού τιμοῦμε τή μνήμη του στίς 6 ᾿Ιουλίου, ὅτι μπροστά στόν τάφο τοῦ Μεγάλου ᾿Αλεξάνδρου εἶπε τά ἑξῆς διδακτικά· «Καθώς σέ βλέπω, τάφε, δειλιάζω ἀπό τή θέα σου καί ἀπ᾿ τήν καρδιά μου χύνω δάκρυα, διότι σκέπτομαι τό κοινό χρέος πού ἔχουμε ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Πῶς θά προσπεράσω αὐτό τό τέρμα; ῎Ε, θάνατε, ποιός μπορεῖ νά σέ ἀποφύγει;».
῞Ολοι θά τό πιοῦμε τό ποτήρι τοῦ θανάτου. Κι εἴμαστε ὅλοι ἴσοι μπροστά του· σέ κανέναν δέν χαρίζεται. Πρός τί, λοιπόν, ἡ τυραννία τῶν παθῶν, ἡ τόση ματαιοδοξία, ὁ οἶστρος τοῦ πλούτου, ἡ ἀνοησία τῆς ἐπάρσεως κι ὅλα ἐκεῖνα πού μᾶς κάνουν ἐχθρούς τῶν ἀδελφῶν μας, ἄφιλους κι ἀνειρήνευτους, μισοῦντες καί μισουμένους; «῞Οποιος κατορθώνει νά λέει κάθε μέρα στόν ἑαυτό του· “σήμερα εἶναι ἡ τελευταία ἡμέρα τῆς ζωῆς μου”, οὐδέποτε θά ἁμαρτήσει θεληματικά», γράφει ὁ ἅγιος ᾿Ησαΐας ὁ ἀναχωρητής.
῞Ενα πέρασμα σοβαρό ἀλλά ὄχι καταλυτικό εἶναι ὁ θάνατος. Εἶναι, ὅπως λέγει ὁ Μέγας ᾿Αθανάσιος, ἕνα ξεδοντιασμένο φίδι. ῎Εχασε τό δηλητήριό του ἀπό τήν ὥρα πού πέρασε τό κατώφλι του ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός. ῾Η μνήμη του εἶναι ὁ καλύτερος ὁδηγός γιά μία ζωή συνετή, ταπεινή ἀλλά καί γεμάτη ἐλπίδα. ῎Ας μήν τό λησμονοῦμε!
Στέργιος Ν. Σάκκος
Ὁ Κύριος καί Δημιουργός μας πού ἔπλασε «διφυῆ» τόν ἄνθρωπο, ἀποτελούμενο ἀπό τό ὑλικό στοιχεῖο, τό σῶμα, καί ἀπό τό ἄυλο, τήν ψυχή, ἐνδιαφέρεται ἐξίσου καί γιά τά δύο. Βεβαίως ἡ ἐνανθρώπηση καί ἡ σταυρική θυσία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀποβλέπει στή σωτηρία τῆς ψυχῆς καί ἡ Ἐκκλησία γι᾿ αὐτό τό σκοπό ἐργάζεται. Δέν ἔπαυσαν ὅμως τόσο ὁ Κύριος ὅσο καί ἡ Ἐκκλησία νά ἐνδιαφέρονται καί γιά τοῦ σώματος τή σωτηρία, γιά τήν ὑγεία του. Ἀρκεῖ νά θυμηθοῦμε τίς τόσες θεραπεῖες πού ἔκανε ὁ Κύριος προσωπικά καί, στή συνέχεια μέχρι σήμερα, διά τῶν ἀποστόλων καί τῶν ἁγίων του. Ἔπειτα, συνεχῶς ἡ Ἐκκλησία προσεύχεται «ὑπέρ ὑγείας καί σωτηρίας» τῶν μελῶν της, ἐνῶ ἔχει εἰδικό μυστήριο, τό ἱερό Εὐχέλαιο, τό ὁποῖο ἀφορᾶ στή σωτηρία τῆς ψυχῆς καί στήν ᾳση τοῦ σώματος συγχρόνως. Καί τοῦτο, διότι κατά τήν πίστη μας ὑπάρχουν κάποια νοσήματα τά ὁποῖα ἔχουν τήν ἀρχή τους στήν ἁμαρτία. Ἐπιπλέον, στό ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας μας περιλαμβάνεται πλειάδα ἰατρῶν ἁγίων, οἱ ὁποῖοι μέ τίς εἰδικές γνώσεις τους καί μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ χάρισαν τή θεραπεία σέ πολλούς ἀσθενεῖς· τούς ἐπικαλούμεθα οἱ πιστοί ἀνά τούς αἰῶνες.
Ἐπίκαιρα στρέφουμε τή σκέψη μας στούς ἰατρούς ἁγίους, διότι στόν Ἰούλιο μᾶς εἰσάγουν οἱ δύο ἅγιοι ἀνάργυροι ἰατροί Κοσμᾶς καί Δαμιανός, ἐνῶ στόν ἴδιο μήνα τιμοῦμε καί τή μνήμη τοῦ ἀθλοφόρου καί ἰαματικοῦ ἁγίου Παντελεήμονος. Ἔλαβαν ἀπό τόν Κύριο τό χάρισμα νά θεραπεύουν τούς ἀσθενεῖς καί ἔδιναν σ᾿ αὐτούς δωρεάν τή θεραπεία. Ἔτσι τό χάρισμα τῆς θεραπείας μετουσιώθηκε σέ ἀφορμή δοξολογίας τοῦ ἁγίου Θεοῦ, ἀπό τόν ὁποῖο καί προερχόταν. Ἐννοεῖται, βέβαια, ὅτι ἡ θαυματουργική θεραπεία δέν ἀποκλείει οὔτε ἀπορρίπτει τήν ἰατρική περίθαλψη.
Εἶναι γεγονός ὅτι στή φίλαυτη καί φιλόυλη νοοτροπία τῆς ἐποχῆς μας, πού συνηθίζει νά μετρᾶ μέ βάση τά «μετρητά», νά ἐκτιμᾶ τίς ἀξίες ἀπό τό κόστος τους καί νά ἐπιζητεῖ τά πολλά κέρδη, ἀκούγεται τουλάχιστον δύσπιστα ἡ ἰδιότητα τοῦ ἀναργύρου. Ἡ ἰδιοτέλεια κατά κανόνα ἀποτελεῖ τή σπονδυλική στήλη τῆς φιλοσοφίας μας καί τῆς ἀγωγῆς πού δίνουμε στούς νέους. Δέν εἶναι λίγοι οἱ γονεῖς πού μεταγγίζουν στά παιδιά τους τή νοοτροπία τοῦ Πτωχοπροδρόμου: Νά σπουδάσεις, νά γίνεις γιατρός, γιά νά παίρνεις πολλά. Κι ἔπειτα ἀγανακτοῦμε γιά τήν ἀχαρακτήριστη συμπεριφορά ὁρισμένων γιατρῶν, γιά τά «φακελάκια» κτλ. Ὅλα ἐτοῦτα εἶναι οἱ καρποί τῆς δικῆς μας σπορᾶς.
Θά ἦταν, ὡστόσο, ἄδικο νά ἰσοπεδώσουμε τά πάντα καί νά ἀγνοήσουμε τούς ὄχι λίγους εὐσυνείδητους γιατρούς. Κυριολεκτικά ἱερουργοῦν στό ναό τοῦ πόνου μέ εἰλικρινῆ ἀγάπη γιά τόν ἄνθρωπο. Γνωρίζω προσωπικά συγκινητικές περιπτώσεις, ὅπου ὁ ἄρρωστος βγαίνοντας ἀπό τό νοσοκομεῖο φιλοδωρήθηκε ἀπό τόν γιατρό μέ ἕνα ἀξιόλογο ποσόν, γιά νά ἀνταπεξέλθει στίς ἀνάγκες τῆς φτωχῆς οἰκογενείας του. Ὑπάρχουν καί σήμερα ἅγιοι γιατροί, ὅπως καί ἅγιοι κάθε ἐπαγγέλματος. Εἶναι οἱ «εὐλογημένοι τοῦ Πατρός», τό ἁλάτι τῆς γῆς. Νά τούς εὐλογεῖ καί νά τούς ἁγιάζει ὁ Κύριος· καί οἱ ἅγιοι Ἀνάργυροι πού τούς ἐμπνέουν, νά τούς προστατεύουν καί νά πρεσβεύουν γι᾿ αὐτούς καί γιά μᾶς.
Στέργιος Ν. Σάκκος
«Ὦ Κύριε τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς! Θεέ τοῦ Ἀβραάμ, Ἰσαάκ καί Ἰακώβ, Θεέ τῶν ἀποστόλων, τῶν πατέρων καί διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας. Μέσα εἰς τήν σύγχρονον γενεάν ἀκούεται καί πάλιν ἡ φωνή Σου, φωνή πού καλεῖ εἰς θυσίαν ὁλοκληρωτικήν τούς πιστούς. Ὁ κόσμος διά νά ἐξυπνήσῃ ἀπό τόν λήθαργον τῆς πλάνης καί τῆς ἁμαρτίας, ἀπό τήν κατάστασιν τῆς νεοειδωλολατρίας πού ζῇ, ἔχει ἀνάγκην ἡρωϊκῶν παραδειγμάτων ὑψίστης ἀγάπης πρός Σέ. Ἡ ἀγάπη αὐτή, ἡ αὐτοθυσιαστική ἀγάπη, διεγείρει τά νωθρά πνεύματα καί συγκλονίζει τόν κόσμον...
Τήν εἰδωλολατρικήν αὐτοκρατορίαν τῆς Ρώμης, τήν αὐτοκρατορίαν τῶν Νερώνων καί Καλιγούλων, συνεκλόνισεν ἡ μέχρις αὐτοθυσίας αὐταπάρνησις τῶν ἀποστόλων καί τῶν πρώτων χριστιανῶν.
Ὦ Κύριε! Νεκρά καί ἐσβεσμένα εἶνε τά θυσιαστήρια τῶν καρδιῶν μας. Στεῖλε καί εἰς ἡμᾶς τό πῦρ τοῦ οὐρανοῦ. Ἄναψον καί εἰς τάς ἰδικάς μας καρδίας τάς φλόγας τοῦ ὑπερφυσικοῦ ἐκείνου ἔρωτος, διά νά καταφάγῃ ὅ,τι χοϊκόν, ὅ,τι ἁμαρτωλόν καί φιλήδονον ὑπάρχει, ὥστε ὅλη ἡ ζωή ἡμῶν νά εἶνε μία διαρκής προσφορά θυσίας καί νά γίνῃ ἕν ὁλοκαύτωμα!»
† Ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος Καντιώτης
(Ἀπό τό βιβλίο «Φλογέρα», τ. 2ος, σσ. 216-217)
Χρόνος, περιβάλλον καί ποικίλοι ἄλλοι παράγοντες συνεργάζονται μέ ἀποτέλεσμα νά μεταβάλλουν, ν᾿ ἀλλοιώνουν τό σῶμα καί τό πνεῦμα τό ἀνθρώπινο. Πεπερασμένο, βλέπετε, δημιούργημα ὁ ἄνθρωπος ἐκ φύσεως ὑπόκειται στήν ἀλλοίωση, στήν ἀλλαγή. Μόνο ὁ Θεός εἶναι ἀναλλοίωτος. Βέβαια, μέχρις ἑνός σημείου ἡ ἀλλαγή τοῦ ἀνθρώπου ὡς αὔξηση εἶναι ἐπιθυμητή καί εὐχάριστη, φέρνει τήν ἀκμή. Ἀκολουθεῖ ὅμως ἔπειτα ἡ παρακμή, ἡ φθορά. Ὑπάρχει ἐντούτοις καί τῆς ψυχῆς ἡ ἀλλοίωση κι αὐτή μᾶς ἐνδιαφέρει ἐπί τοῦ προκειμένου.
Ἀκριβό προνόμιο καί δῶρο πολύτιμο τοῦ Θεοῦ στό κορυφαῖο ἀπό τά δημιουργήματά του ἡ δυνατότητα τῆς ἀλλαγῆς κατάντησε πληγή ἀπό τήν ὥρα πού μπῆκε στή φύση μας τό σαράκι τῆς ἁμαρτίας. Ἀπό τότε ἡ ἀνθρώπινη θέληση αὐτονομημένη καί ἀλλοτριωμένη ἀπό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ κατευθύνεται μόνιμα σέ μονοπάτια σκοτεινά, γιά νά καταλήξει στήν ἀπώλεια. Ἀλλά καί πάλι ἡ λυτρωτική θυσία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ προσφέρει τίς προϋποθέσεις γιά τήν ἀντίθετη φορά: Ὑποταγμένη ἑκούσια ἡ ἀνθρώπινη θέληση στό νόμο καί τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ ἐντάσσεται στό καθεστώς τῆς χάριτος. Ἐκεῖ ὁ πιστός μυρώνεται ἀπό τήν πνοή τοῦ ἁγίου Πνεύματος, καθοδηγεῖται ἀπό τόν θεῖο λόγο καί τή χάρη τῶν μυστηρίων καί ὁμοιούμενος μέ τόν Θεό ὁδεύει στόν ἁγιασμό.
Ρέει ἄφθονη ἡ θεία χάρη πάνω στόν πιστό. Τόν ἀλλοιώνει, τόν ἀνεβάζει καί τόν τιμᾶ τόσο, ὥστε τόν καθιστᾶ συνεργό τοῦ Θεοῦ γιά τήν ἀνάπλαση καί τόν ἁγιασμό τοῦ ἑαυτοῦ του πρῶτα καί κατόπιν τοῦ κόσμου ὅλου. Αὐτῆς τῆς θεϊκῆς ἀλλοιώσεως παραδείγματα αἰώνια προβάλλουν στήν ἱστορία οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ. Φτωχοί καί ἄσημοι ψαράδες οἱ περισσότεροι, χωρίς μόρφωση, χωρίς χρήματα, χωρίς δόξα κι ἐπιρροή στήν κοινωνία, χωρίς καμία κατά κόσμον δύναμη ἄλλαξαν τόν κόσμο. Ἡ μεγάλη ἀλλαγή, βέβαια, ἡ θαυμαστή ἀλλοίωση τῆς δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου, συντελέσθηκε πρῶτα μέσα τους. Μέ τή χάρη καί τή δύναμη τοῦ ἁγίου Πνεύματος, π.χ., ὁ ἀσταθής καί δίβουλος Σίμων γίνεται βράχος πίστεως, Πέτρος· ὁ «βοανεργές» Ἰωάννης, πού ἄστραφτε καί βροντοῦσε, μεταβάλλεται σέ τρυφερό δάσκαλο τῆς ἀγάπης· ὁ φιλοχρήματος καί ἐκβιαστής τελώνης Ματθαῖος δίνει τά πάντα καί τόν ἑαυτό του στήν ὑπηρεσία τῶν ἄλλων· ὁ φοβερός διώκτης τῶν χριστιανῶν Σαούλ μετασχηματίζεται σέ χαρούμενο μάρτυρα καί διαπρύσιο κήρυκα τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ ἀλλαγή τῶν ἁγίων ἀποστόλων ἀποτελεῖ ἐγγύηση γιά τήν ἀλλαγή τῶν ἀνθρώπων κάθε ἐποχῆς. Καί γιά μᾶς τούς μικρούς καί ταπεινούς ἡ δύναμη καί ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ προσφέρεται ἀφείδωλα, πλουσιοπάροχα. Ἀπαιτεῖται ὅμως καί ἡ δική μας συνεργασία γιά νά τήν οἰκοιοποιηθοῦμε, διότι «ὁ Θεός τρέφει τά πουλιά, ἀλλά δέν ρίχνει τήν τροφή στή φωλιά τους». Ζητᾶ τήν πίστη μας ὁ Θεός, τή συνεχῆ μετάνοια καί τήν εἰλικρινῆ προσπάθειά μας γιά τήν ὑποταγή μας στό θέλημά του. «Ἄν κατορθώσεις νά μήν κοιμηθεῖς στό τιμόνι τῶν πραγμάτων αὐτῆς τῆς ζωῆς», γράφει ὁ Μέγας Βασίλειος, «θά λάβεις τή βοήθεια τοῦ ἁγίου Πνεύματος, πού μέ οὔριο ἄνεμο θά σέ μεταφέρει στό ἀκύμαντο καί ἤρεμο λιμάνι τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ». Ἕνα τέτοιο ὑπέροχο τέρμα ἀξίζει, πράγματι, κάθε ἀγρυπνία, κάθε θυσία. Δέν συμφωνεῖτε;
Στέργιος Ν. Σάκκος
Μεγαλόπρεπο μές στήν ἁπλότητά του, σαφέστατο, ἐνθουσιαστικό, ἀλλά συγχρόνως ὑψηλότατο καί ἐλεγκτικό τό μήνυμα τοῦ μήνα μᾶς ἔρχεται ἀπό μία ἁπλή, τρυφερή ἀλλά γενναία καί ἀσυμβίβαστη μορφή, τόν νεομάρτυρα Μιχαήλ Πακνανᾶ. Τή μνήμη του τιμοῦμε μαζί μέ τή Σύναξη τῶν δώδεκα ἀποστόλων τήν τελευταία μέρα τοῦ Ἰουνίου (30/6). Ἦταν ἕνας ταπεινός ἀγράμματος νέος κι ἔζησε στήν τουρκοκρατούμενη Ἀθήνα τοῦ 18ου αἰώνα, κάνοντας μέ τό γαϊδουράκι του χρέη ἄλλοτε μεταφορέα καί ἄλλοτε πραματευτῆ.
Μία ἀνυπόστατη κατηγορία τῶν ἀνθρώπων τοῦ βοεβόδα (=διοικητῆ) τῆς πόλεως ἦταν ἀρκετή γιά νά κλεισθεῖ ὁ Μιχαήλ στή φυλακή, ὅπου οἱ Τοῦρκοι τόν ἔδερναν ἄγρια καί τόν κακοποιοῦσαν. Ὡς μοναδική διέξοδο, γιά νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τούς καθημερινούς βασανισμούς, τοῦ πρότεινε ὁ βοεβόδας τήν ἀλλαξοπιστία. Τοῦ ὑποσχόταν ἄφθονα δῶρα, τιμές καί ἀγαθά, ἄν ἤθελε νά ἀρνηθεῖ τόν Χριστό καί νά προσκυνήσει τόν Ἀλλάχ. Θά μποροῦσε μάλιστα νά τό κάνει, λέει, χωρίς οὐσιαστικό ἀντίκρυσμα. Ἔτσι, «γιά τά μάτια» θά παρίστανε τόν μουσουλμάνο καί φεύγοντας σ’ ἄλλο τόπο θά συνέχιζε ἐκεῖ ἀνενόχλητος τή ζωή του ὡς χριστιανός. «Δέν τουρκίζω!», ἦταν ἡ ἀπάντηση τοῦ πιστοῦ νέου. Μετά ἀπό πολυήμερους τυραννισμούς ὁδηγήθηκε στόν τόπο τοῦ μαρτυρίου, κοντά στούς στύλους τοῦ Ὀλυμπίου Διός. Ὁ δήμιος, θέλοντας νά κάνει ὀδυνηρότερο τόν πόνο καί σκληρότερο τόν πειρασμό τοῦ μάρτυρα, τόν χτύπησε στό λαιμό «μέ τήν μάχαιραν διπλαριστήν», λέγει ὁ συναξαριστής, μέ τήν πλάγια πλευρά κι ὄχι μέ τήν κόψη τοῦ σπαθιοῦ. «Ἀλλ’ ὁ γενναῖος τοῦ Χριστοῦ στρατιώτης μέ θάρρος πολύ ἔλεγε πρός αὐτόν: “κτύπα διά τήν πίστιν”»!
Ἡ χορεία τῶν νεομαρτύρων συνεχίζει τήν παράδοση τῶν πρώτων μαρτύρων καί ἡρώων τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι πράγματι καταπληκτικό τό πῶς ἀντιμετωπίζουν τά μαρτύρια οἱ ἅγιοι τῆς πίστεώς μας. Οἱ ταλαιπωρίες, οἱ κακοποιήσεις, οἱ ἀκρωτηριασμοί καί οἱ τόσοι βασανισμοί δέν τούς πτοοῦν, λές καί δέν ἐγγίζουν τό σῶμα τους ἀλλά τή σκιά τους. Ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ὁ πόθος γιά τήν ἕνωση μαζί του τούς ἐμπνέει ἀντοχή καί καρτερία, τούς γεμίζει γλυκύτητα καί χαρά. Τά δέχονται ὅλα ὄχι σάν παθήματα ἀλλά σάν παράσημα καί τιμητική διάκριση τοῦ ἀγαπημένου Κυρίου. Εἶναι ἡ ἐλάχιστη δική τους ἀνταπόδοση στή δική του ἀγάπη, πού Τόν ἀνέβασε στό σταυρό γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου.
Ἐμεῖς, οἱ χριστιανοί τοῦ σήμερα, μεθυσμένοι ἀπό τόν καταναλωτισμό καί ἀκόρεστοι λόγῳ τοῦ εὐδαιμονισμοῦ μας, ποιά σχέση ἔχουμε μέ τό μαρτυρικό φρόνημα τῶν ἁγίων -παλαιῶν καί νεοτέρων- τῆς πίστεώς μας; Σκεφθήκαμε πώς στήν ἴδια Ἐκκλησία ἀνήκουμε καί τόν ἴδιο Θεό λατρεύουμε; «Χτύπα γιά τήν πίστη!», ἔλεγε ὁ Μιχαήλ προτείνοντας στόν δήμιο τόν νεανικό του λαιμό. Ἐγώ, ἐσύ, ἀδελφέ μου, τί θυσιάζουμε γιά τήν πίστη;
Στέργιος Ν. Σάκκος