Super User

Super User

Σάββατο, 28 Μάρτιος 2020 03:00

Ἅγιος Ζαχαρίας

AgiosZaxariasKorinthou01 Φοροῦσε τό μαῦρο ράσο κι ἔνιωθε πώς ἦταν ντυμένος τήν ἅγια παράδοση τῶν αἰώνων. Μέ τή συναίσθηση τῆς ἱερῆς κληρονομιᾶς του, ζοῦσε καί διακονοῦσε μέ ἀγάπη καί αὐταπάρνηση τό ποίμνιό του στήν πολιτεία τοῦ Κορινθιακοῦ, τή στολισμένη μέ πλέρια ὀμορφιά.
 Στό ναό καί στό δρόμο, στόν ἄμβωνα καί στό ἐξομολογητήρι, ἦταν ὁ ἐπίσκοπος Ζαχαρίας ὁ ποιμένας ὁ καλός. Στοῦ τριμμένου ράσου του τή σκιά βρίσκαν καταφύγιο καί στήριγμα οἱ ψυχές. Καί στήν ἅγια Τράπεζα οἱ ἄγγελοι ἔπαιρναν τίς καυτές προσευχές του γιά τούς ραγιάδες καί τίς ὕψωναν στό θρόνο τοῦ Θεοῦ.
 Ἔτσι, ντυμένος τό ράσο καί τήν ἀτίμητη κληρονομιά του, στάθηκε ὁ Ἱεράρχης τῆς Κορίνθου κι ὅταν τό 1684 τόν ὁδήγησαν μπρός στόν κατή, κι ὅταν τόν ἔρριξαν μέ μίσος στή φυλακή κι ὅταν τόν βασάνισαν ἀπάνθρωπα. Στά εὐλαβικά του στήθη κόχλαζε ἡ πίστη στόν Θεό, ἡ ἀγάπη στήν πατρίδα. Τό μαχαίρι τοῦ Τούρκου ἔδωσε τέλος μακάριο στόν ἅγιο Ἐπίσκοπο. Ἦταν ἄνοιξη, 30 Μαρτίου. Ἡ γῆ ἑτοίμαζε μυστικά τήν καρποφορία. Ἦταν Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως. Ὁ πόνος τοῦ Σταυροῦ ἔκρυβε τό θρίαμβο τῆς Ἀνάστασης.
 Κι ὁ μαρτυρικός θάνατος τοῦ ἡρωικοῦ Ἐπισκόπου μήνυσε στούς ραγιάδες τήν καρποφορία τῆς θυσίας, τήν ἀνάσταση τοῦ Γένους.
 Ἔτσι ζοῦνε κι ἔτσι πεθαίνουν οἱ ὀρθόδοξοι κληρικοί χθές, τότε καί σήμερα. Ἡ βιογραφία τοῦ ἁγίου Ζαχαρία προστέθηκε στό συναξάρι τῆς Ἐκκλησίας μας, πλάι στούς βίους τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων· μά καί στήν ἱερή φάλαγγα τῶν νεομαρτύρων καί ἱερομαρτύρων, πού μέ τό ἅγιο παράδειγμα καί τήν ἡρωική θυσία τους ἔσπειραν τό φύτρο τῆς ἐλευθερίας. Προστέθηκε σέ κείνους πού μοιάζει νά τούς ἔχει ξεχάσει ἡ σημερινή Ἑλλάδα. Κι αὐτή ἡ λησμοσύνη βάζει μπουρλότο στά θέμελά μας. Ξεδιπλώνοντας μέ δέος τίς ματωμένες πτυχές τοῦ θαύματος τῆς 25ης Μαρτίου, θά ἀντικρύσουμε τίς ἀδούλωτες καρδιές ἑκατοντάδων ἱερομαρτύρων. Ἡ εὐγνωμοσύνη στό ματωμένο τους ράσο θά χαρίσει σέ μᾶς τή δύναμη νά διαφυλάξουμε ὅ,τι μᾶς παραδίδουν: τή λευτεριά τοῦ ξάστερου οὐρανοῦ καί τῆς τίμιας ζωῆς.

 

Ἰχνηλάτης

Ἀπολύτρωσις 54 (1999) 59
    

Σάββατο, 23 Μάρτιος 2019 02:00

Γιατί Παναγία;

panagia Ἀναρωτηθήκατε ποτέ γιατί ἀποκαλοῦμε τήν Παρθένο Μαρία Παναγία, ἐνῶ τόν ἴδιο τόν Κύριο τόν ὀνομάζουμε ἁπλῶς ἅγιο; Εἶναι ἕνα ἐρώτημα μέ τό ὁποῖο ἐπιχειροῦν νά μᾶς αἰφνιδιάσουν ὁρισμένοι αἱρετικοί, καταλήγοντας στό ἄτοπο συμπέρασμα ὅτι ἔτσι ἀποδίδουμε στό πλάσμα μεγαλύτερη τιμή ἀπ' ὅ,τι στόν Πλάστη. Τί συμβαίνει, λοιπόν; Θεωροῦμε τήν Παναγία ἀνώτερη ἀπό τόν ἅγιο Θεό; Κι ἄν ὄχι, τότε πῶς δικαιολογεῖται τό ὄνομά της;
 Μελετώντας τήν ἐκκλησιαστική ἱστορία μαθαίνουμε ὅτι μία σειρά αἱρετικῶν, ἀπό τούς ἀρχαίους ἀντιδικομαριανῖτες μέχρι τίς σύγχρονες προτεσταντικές ἀποφύσεις καί μάλιστα τούς χιλιαστές, ἀποσκοπώντας κυρίως στό νά προσβάλουν τό δόγμα τῆς θεότητος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, πολέμησαν μέ λύσσα τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας γιά τή μητέρα τοῦ Κυρίου. Κατεβάζουν τή Θεοτόκο στό ἐπίπεδο μιᾶς ἁπλῆς γυναίκας, πού δέν διαφέρει σέ τίποτε ἀπό ὅλες ἐκεῖνες τίς ψυχές πού εὐαρέστησαν τόν Κύριο. Ἐξάλλου οἱ παπικοί ὑπερτίμησαν τόσο πολύ τήν Παρθένο, ὥστε σχεδόν τή θεοποίησαν καί τήν ἐξίσωσαν μέ τά πρόσωπα τῆς ἁγίας Τριάδος, δημιουργώντας ἔτσι μία βλάσφημη τετράδα. Ἀνάμεσα στήν ὑποτίμηση τῶν προτεσταντῶν καί τήν ὑπερτίμηση τῶν παπικῶν, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας κρατᾶ τή Θεοτόκο στή θέση πού τῆς πρέπει, ἀποδίδοντάς της τήν τιμή πού ὁ Κύριος τῆς ἀναγνώρισε. Τιμᾶ τήν Κεχαριτωμένη ὡς τή μία μετά τόν Ἕνα, τό «λαμπρόν τῆς χάριτος γνώρισμα», τό καθαρόν τοῦ Λόγου σκήνωμα, τόν πανάμωμο ναό τοῦ Ὑψίστου. Γιατί ὅμως τήν ὀνομάζει Παναγία; Καί, προσβάλλει ἄραγε τόν Κύριο ἡ ὀνομασία αὐτή;
 Στήν πίστη μας ἕνας εἶναι «ὁ ἅγιος», ὁ τριαδικός Θεός. Αὐτόν ὑμνοῦν ἀκατάπαυστα οἱ οὐράνιες δυνάμεις μέ τόν τρισάγιο ὕμνο, ὅπως ἀποκαλύφθηκε στόν Ἠσαΐα· «ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης πᾶσα ἡ γῆ τῆς δόξης αὐτοῦ» (Ἠσ 6,3). Σ' αὐτόν ὑποτάσσεται ἡ Ἐκκλησία, αὐτόν ὁμολογοῦν οἱ πιστοί. Στή θ. λειτουργία διακηρύττουμε ὅτι «εἷς ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός». Ὁ Θεός εἶναι ἀπόλυτα ἅγιος, γι' αὐτό καί δέν χρησιμοποιοῦμε ὑπερθετικά, οὔτε σύνθετα, πού ἐπιτείνουν τήν ἔννοια τῆς λέξεως ἅγιος, ὅταν αὐτή ἀναφέρεται στόν Θεό. Ἐντούτοις, ὁ ἅγιος Θεός ζητᾶ ἀπό τούς πιστούς του νά τόν μιμηθοῦν, νά γίνουν κι αὐτοί ἅγιοι, γιά νά εἶναι γνήσια παιδιά του. «Ἅγιοι γίνεσθε ὅτι ἐγώ ἅγιός εἰμι» (Λε 20,7· Α΄Πέ 1,16).
 Τό φαινόμενο αὐτό εἶναι συνηθισμένο στήν ἁγία Γραφή. Λέει π.χ. ὁ Κύριος στόν πλούσιο νεανίσκο· «οὐδείς ἀγαθός εἰ μή εἷς ὁ Θεός» (Μθ 19,17). Κι ὅμως, ὁ ἴδιος χρησιμοποιεῖ τόν χαρακτηρισμό «ἀγαθός» γιά ἕνα δοῦλο· «εὖ δοῦλε ἀγαθέ καί πιστέ!» (Μθ 25,23). Ἀκόμη, ἐνῶ ρητῶς ἀπαγορεύει στούς μαθητές του νά ὀνομάζονται διδάσκαλοι καί πατέρες (Μθ 23,8-11), ὑπῆρχαν πάντοτε καί ὑπάρχουν οἱ διδάσκαλοι καί πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Ἔτσι, λοιπόν, καί στήν Παλαιά καί στήν Καινή Διαθήκη, ἀλλά καί στήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας στή συνέχεια, οἱ ἐκλεκτοί δοῦλοι τοῦ Θεοῦ, οἱ πιστοί του ἄνθρωποι ὀνομάζονται ἅγιοι. Ἅγιοι εἶναι οἱ προφῆτες, οἱ δίκαιοι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, οἱ ἀπόστολοι, οἱ διδάσκαλοι, οἱ ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὅσιοι, οἱ ἀσκητές, οἱ παρθένοι, οἱ ἐγκρατευτές, οἱ ὁμολογητές, οἱ νεομάρτυρες, ἀλλά καί οἱ ἁπλοί χριστιανοί. Ἀνάμεσα σέ ὅλους αὐτούς τούς ἁγίους, πού ἐν συγκρίσει μέ τήν ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ εἶναι σχετικά ἅγιοι, διακρίνεται γιά τήν προσφορά της στήν πραγματοποίηση τοῦ θείου σχεδίου ἡ κεχαριτωμένη μητέρα τοῦ Κυρίου. Σέ σχέση μ' αὐτούς εἶναι ὑπεραγία, εἶναι ἡ Παναγία. Ἔτσι, ἀποδεικνύεται πόσο περιφρονοῦν τό Εὐαγγέλιο οἱ λεγόμενοι εὐαγγελικοί καί πόσο διαστρεβλώνουν τή Γραφή οἱ αὐτοαποκαλούμενοι «σπουδαστές τῆς Γραφῆς», πού δέν ἀναγνωρίζουν τούς ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας.
 Ἡ Παναγία μας εἶναι ἡ μοναδική, αὐτή τήν ὁποία, ὅπως λέει ὁ ἱερός Δαμασκηνός, «τήν ἔφερε ὁ Θεός στόν κόσμο γιά νά ὑπηρετήσει τή σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, γιά νά ἐκπληρώσει τή βουλή τοῦ Θεοῦ, τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ του καί τή θέωση τῶν ἀνθρώπων». Τόσο πολύ ξεπερνᾶ ὅλους τούς μάρτυρες ἡ Παρθένος, ὅσο ὁ ἥλιος ξεπερνᾶ τά ἄστρα, γράφει ὁ ἅγιος Βασίλειος Σελευκείας. Εἶναι τό ἀριστούργημα τῆς ἀνθρωπίνης πλάσεως, τό σεπτόν κειμήλιον πάσης τῆς οἰκουμένης, ἡ λαμπροτέρα καί καθαραρωτέρα ἡλίου, τό ἐξαίρετον θαῦμα τῆς ἀγαθότητος τοῦ Θεοῦ.
 Θά χρειαζόταν χῶρος καί χρόνος πολύς γιά νά ἀπαριθμήσουμε τά ἐπίθετα καί τούς ἐπαίνους μέ τούς ὁποίους τήν στολίζουν οἱ ἅγιοι πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἐκπληρώνοντας ἔτσι τήν προφητεία τῆς ἴδιας ὅτι «ἀπό τοῦ νῦν μακαριοῦσί με πᾶσαι αἱ γενεαί» (Λκ 1,48). Ἀρκεῖ ὅμως νά θυμηθοῦμε τόν ἔπαινο καί τή διάκριση πού τῆς κάνει ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ὀνομάζοντάς την «Κεχαριτωμένη, εὐλογημένη ἐν γυναιξί» (Λκ 1,28). Τήν διαλέγει ὡς «ἐργαστήριον τῶν δύο φύσεων», γιά νά τοῦ δανείσει τά ἁγνά αἵματά της καί νά γίνει μητέρα τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ. Ἔτσι τήν συνιστᾶ στήν ἱστορία ὡς τήν ὡραιότερη ψυχή, τήν εὐγενέστερη ὕπαρξη πού ἐμφανίσθηκε στήν ἀνθρωπότητα. Γι' αὐτό κι ἐμεῖς ὁμολογώντας ἀπόλυτα ἅγιο μόνο τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, μεγαλύνουμε ὡς πρώτη μεταξύ τῶν ἁγίων τήν Παναγία μητέρα του.

Στέργιος Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 39 (1984) 45-46

Παρασκευή, 24 Μάρτιος 2023 03:00

Εὐαγγελισμός

euaggelismos2 Ἁρμονικά συμπλέκονται αὐτόν τόν μήνα οἱ χαρούμενοι ἐαρινοί ἦχοι τῆς φύσεως πού ξυπνᾶ, μέ τά χαρμόσυνα θεῖα μηνύματα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, πού γιορτάζει ἡ Ἐκκλησία μας. Καθώς γεμίζουν οἱ πλαγιές μέ χρώματα κι ὁ ἀέρας μέ μύρα, καθώς ἀναρριγᾶ τό κορμί ἀπό τό θάλπος τοῦ ἥλιου κι ἀναγαλλιάζει ἡ καρδιά ἀπό τήν περιρρέουσα τερπνότητα, γεμίζει ἡ ψυχή τοῦ πιστοῦ μέ χαρά καί εὐφροσύνη ἀκούγοντας τό «Χαῖρε!» τοῦ ἀγγέλου καί ἀγάλλεται ἡ ὕπαρξή του γιορτάζοντας τό πρῶτο φανέρωμα τοῦ μυστηρίου τῆς σωτηρίας. «Ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, υἱός τοῦ ἀνθρώπου γίνεται… Εὐφραινέσθω ἡ κτίσις, χορευέτω ἡ φύσις!».
 Εἶναι, πράγματι, τό πιό καλό ἄγγελμα πού μποροῦσε νά δεχθεῖ ποτέ ἡ ἀνθρωπότητα, ὁ εὐαγγελισμός τῆς Θεοτόκου. Μετά τόν διωγμό ἀπό τόν παράδεισο εἶναι ἡ ἀνάκληση γιά ἐπιστροφή, μετά ἀπό τήν περιπλάνηση στούς δύσκολους δρόμους τῆς ἐξορίας εἶναι ἡ συνάντηση μέ τόν Ἀγαπημένο. Μέσα στό σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας εἶναι ἡ ἀνατολή, μέσα στή σκλαβιά τοῦ πονηροῦ εἶναι ἡ λύτρωση. Ἡ ἀρχαία κατάρα πρός τόν Ἀδάμ λύνεται καί ἡ πρώτη λύπη τῆς Εὔας διαλύεται, διότι σαρκώνεται Ἐκεῖνος πού θά ἐξαλείψει τά δεινά. Ὁ ἄνθρωπος καινουργιώνεται καί ἑνώνεται μέ τόν Θεό, καθώς ὁ Θεός συνάπτεται μέ τόν ἄνθρωπο καί μέσα στήν παρθενική μήτρα παίρνει τήν ἀνθρώπινη φύση καί τήν ξαναπλάθει καί τήν θεώνει.
Ἀλλά τό πιό σημαντικό καί πιό εὐλογημένο εἶναι ὅτι ὁ Εὐαγγελισμός δέν ἀποτελεῖ μόνο ἕνα γεγονός τοῦ παρελθόντος, πού ἐμεῖς ἁπλῶς γιορτάζουμε τήν ἀνάμνησή του, ἀλλά συνιστᾶ ἕνα συνεχές ἔργο τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο καί ἕνα ἀκατάπαυστο βίωμα τοῦ πιστοῦ στή ζωή του. Ἐκεῖνο τό μέγα μυστήριο, πού συνέβη μία φορά στήν Παρθένο Μαρία, ἐπαναλαμβάνεται συνεχῶς μέσα στήν Ἐκκλησία, ἐφ’ ὅσον τό ἴδιο τό ἅγιο Πνεῦμα πού ἐπισκίασε τότε τήν Παναγία, τό ἴδιο ἐπισκιάζει πάντοτε τήν Ἐκκλησία σέ ὅλους τούς αἰῶνες. Μυστικά καί μυστηριακά «σήμερον» ὁ Πατήρ εὐδοκεῖ καί ὁ Υἱός συλλαμβάνεται καί ἄγγελος ὑπηρετεῖ τό θαῦμα μέσα στό αἰώνιο παρόν τοῦ Θεοῦ. Κι αὐτό δέν εἶναι οὔτε φιλοσοφικός στοχασμός οὔτε ψυχολογική φαντασίωση, ἀλλά μία ὑπέρλογη πραγματικότητα καί μία πνευματική ἐμπειρία τῆς χάριτος.
 Πρῶτα–πρῶτα ὁ Εὐαγγελισμός ἐπαναλήφθηκε στήν ἱστορία τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ὅταν τό Πνεῦμα τό ἅγιο ἦλθε καί κάθισε πάνω σέ κάθε ἕναν ἀπό τούς μαθητές καί ἵδρυσε καί γέννησε τήν Ἐκκλησία. Εἶναι, δηλαδή, ἡ Ἐκκλησία ὁ Χριστός πού γεννήθηκε μέ τήν ἐπιφοίτηση τοῦ ἁγίου Πνεύματος καί ἀπό τότε αὐξάνει καί κραταιοῦται συνεχίζοντας τή ζωή καί τό ἔργο του. Ἡ παρουσία τῆς Ἐκκλησίας μέσα στόν κόσμο εἶναι παρουσία Χριστοῦ, ἡ ὁποία σέ κάθε στιγμή πραγματώνει ἕναν εὐαγγελισμό. Μέσα στό ἀνταριασμένο πέλαγος τοῦ κακοῦ καί τῆς ἁμαρτίας, πού ἀπειλεῖ νά μᾶς πνίξει, παρουσιάζεται σάν ἡ ἀσφαλής κιβωτός, πού ποντοπορεῖ σταθερά πρός τή σωτηρία. Μᾶς καλεῖ νά ἐπιβιβασθοῦμε σ’ αὐτήν καί μᾶς ὑπόσχεται ἀδιάψευστα ὅτι θά μᾶς σώσει γιά πάντα ἀπό τόν αἰώνιο θάνατο.
 Ἀλλά αὐτό τό ἀναντίρρητο ἱστορικό γεγονός τῆς Πεντηκοστῆς καί τῆς ἐμφανίσεως τῆς Ἐκκλησίας, πού ἀποτελεῖ συνέχεια καί ἔκφραση τοῦ πρώτου γεγονότος τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, ἐπαναλαμβάνεται ἐπίσης μέσα στήν ἱστορία κάθε πιστῆς ψυχῆς καί ὄχι μόνο μία φορά.Κάθε μέρα καί κάθε στιγμή χρειάζεται νά ἀναβιώνουμε στή μυστική ζωή τῆς ψυχῆς μας τόν εὐαγγελισμό τῆς σωτηρίας μας, πού σημαίνει ὅτι χρειάζεται νά ἀνανεώνουμε τή σχέση μας μέ τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία του, ὥστε νά παραμένουμε ζωντανά μέλη στό σῶμα της καί νά ἔχουμε ἀδιάλειπτη τήν ἐπίσκεψη τοῦ Θεοῦ. Κάποιος ἄγγελος τοῦ Θεοῦ –ἕνας δοῦλος κι ἀπόστολός του– μᾶς εὐαγγελίσθηκε κάποτε τό μήνυμα τῆς σωτηρίας καί ἀνακαινισθήκαμε. Ἡ χάρη τῶν μυστηρίων ζωντάνεψε μέσα μας ἕναν καινούργιο ἄνθρωπο, τά μάτια μας ἄνοιξαν σέ νέους ὁρίζοντες καί ἡ καρδιά μας συντονίσθηκε μέ τούς παλμούς μιᾶς ἄλλης βιοτῆς, τῆς αἰωνιότητος. Δέν πάψαμε ὅμως νά ζοῦμε ἀκόμη μέσα στή φθορά. Τά πλοκάμια της μᾶς ἀγκαλιάζουν καί ρουφοῦν τή ζωτικότητά μας, ἀπομυζοῦν τήν πνευματικότητά μας. Γι’ αὐτό, καλούμαστε σ’ ἕναν ἀκατάπαυστο ἐπανευαγγελισμό τοῦ ἑαυτοῦ μας.
 Τά μέσα καί τούς τρόπους γι’ αὐτή τήν ἀναβίωση μᾶς τά ἐξασφαλίζει βέβαια ἡ θεία χάρη. Μέ τήν καθημερινή μελέτη τῆς Γραφῆς μπορῶ νά ἀκούω κάθε μέρα τό χαιρετισμό τοῦ Κυρίου μου. Μέ τή συχνή κοινωνία στά μυστήρια μπορῶ νά παίρνω συνεχῶς Πνεῦμα ἅγιο. Μέ τή συνειδητή συμμετοχή στό ἔργο τοῦ ἁγιασμοῦ μου καί μέ τόν ὁλοπρόθυμο ἀγώνα μου μπορῶ νά συλλαμβάνω καί νά γεννῶ ἕναν Χριστό στή ζωή μου. Ἔτσι, γιορτάζω διαρκῶς Εὐαγγελισμό, πανηγυρίζω καί δοξολογῶ τόν Θεό πού εὐδοκεῖ νά ἐπισκέπτεται τήν καρδιά μου, καί μακαρίζω καί εὐχαριστῶ τήν ἁγία Μητέρα του καί Μητέρα μου γιά τόν καρπό τῆς κοιλίας της. Τό ἀποτέλεσμα εἶναι ἀβίαστα κι αὐθόρμητα, καθώς εὐαγγελίζομαι συνεχῶς τόν ἑαυτό μου, νά γίνομαι ὁ ἴδιος ἕνα ζωντανό εὐαγγέλιο γιά τούς ἄλλους καί νά καταγγέλλω γύρω μου τό λυτρωτικό μήνυμα τοῦ Χριστοῦ.
 Καί αὐτή εἶναι ἡ ἄλλη ὄψη τοῦ ἀδιάκοπου εὐαγγελισμοῦ πού ζῆ ἡ Ἐκκλησία. «Λαοί, εὐαγγελίζεσθε τήν ἀνάπλασιν τοῦ κόσμου!», προτρέπει ὁ ὑμνωδός. Ὁ λαός τοῦ Θεοῦ, οἱ πιστοί, ἀναλαμβάνουν τό ἔργο νά κηρύξουν στόν κόσμο ὅτι «ὁ Θεός ὡς ἄνθρωπος βρεφουργεῖται ἀναπλάττων βρότειον ἅπαν γένος». Καί τό κήρυγμά τους εἶναι πολύ δυνατό καί πολύ πειστικό, διότι ἔχουν νά δείξουν γιά παράδειγμα τόν ἀναγεννημένο καί μεταμορφωμένο ἑαυτό τους. Μέ τόν τρόπο αὑτό ἡ Ἐκκλησία γίνεται τό μεγάφωνο, πού μεταφέρει στή γῆ τό μήνυμα τοῦ οὐρανοῦ, γίνεται ὁ ἀγωγός πού διοχετεύει στόν κόσμο τά δῶρα τοῦ Θεοῦ. Δείχνει τό δρόμο στούς ξεστρατισμένους, χαρίζει εἰρήνη στούς ταραγμένους, προσφέρει χαρά κι ἐλπίδα, ἀλήθεια καί ζωή. Στήν ἐποχή μας καί στήν κοινωνία μας, στήν ἀθλιότητά μας καί στήν τραγικότητά μας ἡ φωνή τῆς Ἐκκλησίας ἀκούγεται, πράγματι, ὅπως τό «Χαῖρε!» τοῦ Γαβριήλ. Μακάριοι ὅσοι μέ πίστη τήν ἐνωτίζονται καί κάνουν τόν Εὐαγγελισμό γεγονός τῆς ζωῆς τους!

Στέργιος Ν. Σάκκος

Ἀπολύτρωσις 42 (1987) 33-35
    
     

Παρασκευή, 20 Μάρτιος 2020 02:00

Πριγκιπική ἐπιλογή

 agia drosis Μέσα στή νύχτα, τήν ὥρα πού διαπράττονται οἱ μεγάλες ἁμαρτίες ἀλλά καί κατεργάζονται οἱ ὑψηλές πνευματικές ἀρετές, τήν ὥρα τῆς βαθειᾶς νύχτας διαλέγει ἡ βασιλοπούλα Δροσίδα γιά νά ἐγκαταλείψει τά ἀνάκτορα. Ἀφήνει τό πιό λαμπρό οἴκημα τῆς Ρώμης γιατί ἔχει ἐπιλέξει ἕναν ἄλλο λαμπρότερο πλοῦτο, ἕναν ἄλλο θησαυρό, τόν Πολύτιμο Μαργαρίτη. Διαφεύγει ἀπό τήν αὐστηρή ἐπιτήρηση τῆς ἔνοπλης φρουρᾶς καί φεύγει πρός ἄγνωστη κατεύθυνση. Ἡ ἀγάπη της θέλει νά ἀποτρέψει τόν πατέρα της ἀπό τό φοβερό ἔγκλημα τῆς παιδοκτονίας.
  Ὁ θιγμένος ἐγωισμός τοῦ αὐτοκράτορα Τραϊανοῦ ξέσπασε μέ μία ἔκρηξη ὀργῆς καί θυμοῦ ὅταν πληροφορήθηκε τή δραστηριότητα τῆς θυγατέρας του ἀνάμεσα στούς χριστιανούς. Πληροφοριοδότης ἦταν ὁ Ἀδριανός, ὁ σύμβουλός του καί μνηστήρας τῆς Δροσίδας. Οἱ χριστιανές γυναῖκες -ἀνάμεσά τους καί ἡ Δροσίδα- εἶχαν συλληφθεῖ τήν ὥρα πού περισυνέλεγαν τά σώματα τῶν μαρτύρων μετά ἀπό τή γενναία ὁμολογία καί τή μαρτυρική τους κοίμηση.
  Εἶχε περάσει περίπου μισός αἰώνας ἀπό τότε πού τό μαρτυρικό χέρι τοῦ ἁλυσοδεμένου ἀποστόλου ἀπό τίς φυλακές τῆς Ρώμης ἔγραφε στούς πιστούς τῆς Μακεδονίας «ἀσπάζονται ὑμᾶς οἱ ἅγιοι, μάλιστα δὲ οἱ ἐκ τῆς Καίσαρος οἰκίας» (Φι 4,22). Ἡ ἱερή σκυταλοδρομία τῆς πίστεως συνεχιζόταν μέσα στά παλάτια τῆς Ρώμης, στήν καρδιά τῆς εἰδωλολατρικῆς αὐτοκρατορίας. Τί κι ἄν ὁ Τραϊανός ὕψωνε ἀγέρωχα τά τείχη τῆς εἰδωλολατρίας; Τί κι ἄν ἐξέδιδε διατάγματα, ἐξαπέλυε ἀπειλές, ὅριζε σκληρές ποινές; Ὁ πόλεμος τοῦ μίσους μαινόταν ἀνελέητα, μά σέ κάποιες ψυχές ἔλαμπε τό οὐράνιο τόξο τῆς εἰρήνης.
  Μέσα στό παγερό σκοτάδι ἄνθιζαν κρίνα ὁλόλευκα. Ἄνθος τρυφερό ἡ νεαρή Δροσίδα, ἡ κόρη τοῦ Τραϊανοῦ, xάριζε τήν ἄνοιξη τῆς ζωῆς της στή θαυμαστή καί κραταιή ἀγάπη τοῦ νυμφίου Χριστοῦ. Αὐτός ἦταν ὁ ἄγνωστος γιά τούς ἄλλους Ἀγαπημένος τῆς καρδιᾶς της.
  Φίλες καί ἀδελφές της, πιστές στήν ἴδια κλήση, ἀφιερωμένες στήν ἴδια ἀποστολή πέντε ἀδελφές. Συνδέθηκαν μέ ἅγια φιλία καί δεσμό ἱερό μέσα στήν ἐκκλησία τῶν κατακομβῶν.
  Στό κύλισμα τοῦ καιροῦ, τό δρεπάνι τοῦ θερισμοῦ φανερώνει τά ὥριμα στάχυα. Καθημερινά κι ἄλλοι ἀδελφοί ἀνάμεσα ἀπό τούς πιστούς προστίθενται στήν ἐκκλησία τῶν πρωτοτόκων στόν οὐρανό. Οἱ εὐσεβεῖς παρθένες μέ κίνδυνο τῆς ζωῆς τους ἀνέλαβαν ὑψηλή ἀποστολή νά περισυλλέγουν τά σώματα τῶν μαρτύρων καί νά τά ἑτοιμάζουν γιά τήν ταφή. Κι ἄλλες φορές, μετά τά φρικτά μαρτύρια, νά ἀποθησαυρίζουν τά ματοβαμμένα λείψανα, θησαυρό πολύτιμο στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καί φυλακτήριο πνευματικό. Ὑπέροχη σκηνή! Τό ἀνεξόφλητο χρέος τῆς ἀγάπης, ἡ τιμή στά ἱερά σφάγια τοῦ ἐσφαγμένου Ἀρνίου. Πρωτοστατεῖ στήν ἅγια διακονία ἡ κόρη τοῦ διώκτη, ταπεινή καί ἁπλή σάν ὅλες τίς ἄλλες ἀδελφές, δοσμένη στό μεγάλο ἔργο μέ αὐταπάρνηση καί ἀγάπη θυσιαστική.
  Μετά τή σύλληψη καί τή θαρρετή ὁμολογία, μέ σκληρότητα εἶχε διατάξει ὁ αὐτοκράτορας τόν μαρτυρικό θάνατο τῶν πέντε ἀδελφῶν μέσα σέ χωνευτήρι μέ λειωμένο χαλκό. Τίς καρδιές τους τίς ἔλειωσε ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, τό σῶμα τους τό διέλυσε τό μίσος τῶν ἐχθρῶν καί ἡ ψυχή τους κατέκτησε τό στεφάνι τῆς αἰωνιότητας. «Εἰ καὶ ἐχωνεύθητε λαμπραὶ Παρθένοι, ἀλλ’ Οὐρανοὺς οἰκεῖτε νῦν σὺν Ἀγγέλοις».
  Γιά τήν κόρη του ὁ αὐτοκράτορας ἀποφασίζει ἀπόλυτο ἀποκλεισμό μέ ἰσχυρή φρουρά. Ἐλπίζει πώς οἱ ἀπειλές του καί τά δελεάσματά του θά τή μεταπείσουν. Μάταια ὅμως. Ὁ εἰδωλολάτρης ξεχνᾶ πώς εἶναι πατέρας ἀλλά καί ἡ χριστιανή κόρη βάζει τόν πατέρα τοῦ οὐρανοῦ πάνω ἀπό τῆς γῆς τόν πατέρα. Εἶναι ἡ ὥρα πού ἐκπληρώνεται ἡ προφητεία τῆς Ἀποκαλύψεως «ὁ ἀδικῶν ἀδικησάτω ἔτι... καὶ ὁ ἅγιος ἁγιασθήτω ἔτι» (22,11).
  Ἡ Δροσίδα ἐγκαταλείποντας τό παλάτι βρῆκε καταφύγιο στό σπίτι κάποιων χριστιανῶν πού ἄνοιξε πρόθυμα νά φιλοξενήσει τήν ἡρωική ἀδελφή. Ἐκεῖ, ἔπειτα ἀπό ὀκτώ ἡμέρες καί ἐνῶ προσευχόταν, ἐκοιμήθη εἰρηνικά. Τήν παρέλαβε ὁ Κύριος γιά νά ἀνταμωθεῖ μέσα στό ἄπλετο φῶς του μέ τίς μαρτυρικές ἀδελφές της.
  Στίς 22 Μαρτίου τιμῶνται ἀπό τήν Ἐκκλησία μας οἱ πέντε «κανονικές» λεγόμενες παρθένες. Μαζί τους καί ἡ ἁγία Δροσίδα, κόρη τοῦ αὐτοκράτορα Τραϊανοῦ· ἡ νεαρή χριστιανή πού ἔζησε μέ ἁγνότητα καί φρόνημα μαρτυρικό ἐκεῖ ὅπου ἔπεφτε βαρειά ἡ σκιά τῆς καισαρολατρίας καί μόλυναν τήν ἀτμόσφαιρα οἱ ἀναθυμιάσεις τῆς διαφθορᾶς. «Δροσὶς λιποῦσα πατρικὴν πᾶσαν σχέσιν, ἐφεῦρε Χριστὸν τὸν ποθεινὸν Νυμφίον». Δίπλα στό ἅγιο ὄνομά της τό ὄνομα τοῦ πατέρα της, ἑνός μεγάλου διώκτη τῆς πίστης μας, ἀποτελεῖ μία ἰσχυρή ἀντίθεση πού διατρανώνει ὅτι οἱ ἀποφάσεις πού καθορί- ζουν τήν αἰώνια ζωή εἶναι προσωπικές ὅπως καί τό κάλεσμα τοῦ Θεοῦ. Οἱ κλήσεις τοῦ οὐρανοῦ ἀπευθύνονται σέ παλάτια καί καλύβια, σέ μεγαλουπόλεις καί χωριά, ἀγκαλιάζουν κάθε κοινωνική τάξη καί ἀναμένουν τή δική μας ἀνεπιφύλακτη ἀνταπόκριση.

 Ἰχνηλάτης

"Ἀπολύτρωσις", Μάρτιος 2014

Πέμπτη, 22 Μάιος 2014 03:00

Μυροβόλο λουλούδι

 Ἡ ἄνοιξη ἔβαφε τή γῆ μέ τά φωτεινά της χρώματα κι ἡ θάλασσα παιχνίδιζε ἀνέμελα. Σέ τοῦτο τό γιορτάσι τῆς φύσης γινόταν πιό φοβερή ἡ σκλαβιά, πιό βαρύς ὁ ζυγός πού χρόνια τώρα πολλά πίεζε τόν τράχηλο τῶν φτωχῶν ραγιάδων.
  Ἦταν τό τέλος τοῦ 18ου αἰώνα. Οἱ Κρητικοί ζοῦσαν πικρή τήν ἀπογοήτευση ἀπό τήν ἀποτυχία τοῦ ὀρλωφικοῦ κινήματος, στό ὁποῖο συμμετεῖχαν μέ ὅλο τόν ἐνθουσιασμό τῆς ἀνυπότακτης καρδιᾶς τους. Μά τοῦτο τό νεαρό βλαστάρι τῆς λεβεντογέννας κρητικῆς γῆς κράταγε μέσα του μιά σπίθα ἀπ᾿ τή φωτιά τῆς Πεντηκοστῆς, μιά ἀχτίδα ἀπό τό φῶς τῆς φυλῆς. Οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς του τοῦ ἔδωσαν τό ὄνομα Μύρων καί ὁ Θεός τοῦ χάρισε -μύρο ξεχωριστό- μία χάρη καί γλυκύτητα, μιά σύνεση ἀσυνήθιστη πού τόν ἔκαναν σέ ὅλους ἀγαπητό.
 Στεκόταν στό λιμάνι τοῦ Χάνδακα (Ἡρακλείου), ἀγνάντευε πέρα μακριά κι ἀγκάλιαζε θαρρεῖς ὁλάκερη τήν Ἑλλάδα. Ὅλα σκοτεινά γύρω του κι αὐτός ἔκανε ὄνειρα. Τόν ἀγαποῦσε βαθιά τοῦτο τόν τόπο. «Ποιός θά φέρει τήν ποθητή λευτεριά;», συζητοῦσαν ἐναγώνια οἱ συμπατριῶτες του. Ὁ Μύρων πίστευε πώς μονάχα Ἐκεῖνος πού καί φέτος μές στήν ἀφάνεια καί τή σιωπή τοῦ χειμώνα προετοίμασε τό θαῦμα τῆς ἀνθοφορίας, ὁ παντοδύναμος Θεός, πού πλημμύριζε καί τούτη τήν ἄνοιξη μέ πλέρια ὀμορφιά. Ὁ Μύρων ζοῦσε τήν ἄνοιξη τῶν εἴκοσι χρόνων του καί νά, πλησίαζε καί φέτος ἡ τρανή γιορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ. Προσευχόταν θερμά, ζητοῦσε τό θαῦμα ἀπό Κεῖνον πού, σάν θέλει, μπορεῖ τά ἀκατόρθωτα. Κι ἔκανε τάμα ἱερό, μυστικό, ἀνομολόγητο: Ἄς δεχόταν ὁ Κύριος θυσία ζωντανή καί τή ζωή του ἀκόμη κι ἄς χάριζε στήν πατρίδα τήν ποθητή λευτεριά!
 Ἡ ἄδικη συκοφαντία κάποιων Τούρκων, πού φθονοῦσαν τή σταθερή σοβαρότητα καί τή φωτεινή ἁγνότητα τοῦ Μύρωνα, τόν ὁδήγησε στό δικαστήριο. Ἡ ὥρα τῆς θυσίας γιά τήν ψυχή πού τήν εἶχε λαβώσει ἡ ἀγάπη τοῦ Νυμφίου εἶχε φτάσει. Στό φοβερό δίλημμα νά σώσει τή ζωή του ἀρνούμενος τήν πίστη, ὁ Μύρων στέκεται ἀκλόνητος, ὁμολογώντας τόν Ἰησοῦ Χριστό μ᾿ ὅλη τή φλόγα τῆς νιότης του.
 Εἶναι 20 Μαρτίου τοῦ 1793. Στόν τόπο τοῦ μαρτυρίου, ὅπου ἔχει στηθεῖ ἡ ἀγχόνη, ἐκτυλίσσονται συγκλονιστικές σκηνές πού ζωντανεύουν τή γενναιότητα τῶν πρώτων χριστιανῶν. Ὁ κρητικός λεβέντης ζητᾶ ταπεινά συγγνώμη ἀπό τούς συγχωριανούς του πού τοῦ συμπαραστέκονται. Πλησιάζει μέ δάκρυα καί τόν πατέρα του, ἀσπάζεται τό χέρι του καί παίρνει τήν πατρική εὐχή. Πόσο ἀτρόμητη ἀλλά καί τρυφερή συνάμα εἶναι ἡ καρδιά τῶν μαρτύρων!
  Ὁ ἀθλοθέτης Κύριος στεφανώνει τόν χαριτωμένο ἀγωνιστή τῆς πίστης μέ τό αἰώνιο φῶς πού ἀγάπησε. Τή λάμψη πού περιβάλλει τό ἄψυχο κορμί του τήν ἀντικρύζουν ὅλοι. Τήν ἀντικρύζουν οἱ Τοῦρκοι καί τρομάζουν· οἱ χριστιανοί καί δοξάζουν. Ἡ συνείδηση τοῦ εὐσεβοῦς λαοῦ κρατάει τή μνήμη τοῦ νεαροῦ μάρτυρα. Τό ὄνομά του ἀναφέρεται στό νέο μαρτυρολόγιο τῆς Ἐνετίας τοῦ 1799, ἕξι μόλις χρόνια μετά τόν μαρτυρικό του θάνατο: «Μύρον νοητόν, δόξα Κρήτης καί κλέος». Μυροβόλο λουλούδι μές στήν παγωνιά καί τήν ξηρασία ὁ νεομάρτυρας Μύρων, σεμνός κι ἀφανής ἥρωας τῆς λευτεριᾶς, μυρώνει τίς ψυχές μας μέ εὐωδία Χριστοῦ, μᾶς συγκινεῖ καί μᾶς ἐμπνέει!
 

Ἰχνηλάτης

Τρίτη, 15 Ιανουάριος 2019 03:00

Αἱματοβαμμένος θρίαμβος

paulos omologitis  Καθώς ἀδυσώπητος ὁ χρόνος ἔρριχνε χιόνια στό κεφάλι τοῦ ὅσιου ἀσκητῆ, ἡ ἀγάπη του πρός τόν Θεό ἔσπερνε στήν καρδιά του σπόρους αἰωνιότητας καί ἄνθιζαν μέσα του τά ἄνθη τῆς ἐλευθερίας ἀπό τήν πλάνη καί τή ματαιότητα τοῦ κόσμου αὐτοῦ. Ἡ ἁγνότητα τῆς νεότητάς του καί ἡ σταθερή του ἀφοσίωση στόν Ἰησοῦ Χριστό θά καρποφορήσουν τή δύναμη τοῦ μαρτυρίου. Γεννημένος στήν εὔανδρο Κρήτη ὁ ὅσιος Παῦλος «κατηκολούθησε Χριστῷ δι’ ἐναρέτου ἀγωγῆς καί ἀρετῶν ἀσκητικῶν». Μέ κόπο καί ἄσκηση, ἀγρυπνίες καί προσευχές, μέ ἐγκράτεια καί ἀγάπη ἀφιέρωσε στόν Θεό τήν ὕπαρξή του ὁλόκληρη. Τό ἀσκητήριό του ἔγινε πόλος ἕλξεως γιά ψυχές διψασμένες γιά τό αἰώνιο.
  Ἦρθαν τότε μέρες χαλεπές γιά τό ποίμνιο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἡ εἰκονομαχία μαινόταν, σκορποῦσε ἀπειλές καί φόβο, δίχαζε τούς χριστιανούς. Ὁ εἰκονομάχος αὐτοκράτορας Κωνσταντίνος Ε΄ ὁ Κοπρώνυμος (741-775 μ.Χ.) μέ μανία πολεμοῦσε καί δίωκε ὅσους μέ τόλμη παρέμεναν σταθεροί στήν πίστη τῶν Πατέρων. Τώρα τό ἐρημητήριο τοῦ ὁσίου Παύλου γίνεται πηγή δυνάμεως καί κέντρο συντονισμοῦ τῶν Ὀρθοδόξων. Ὁ ἐκπρόσωπος τοῦ αὐτοκράτορα στήν Κρήτη, στρατηγός Θεόφιλος ὁ Λαρδατύρης, ἐπιχειρεῖ νά πτοήσει τόν δυναμικό ὑπέρμαχο τῆς ἀλήθειας. Μπροστά σέ πλῆθος λαοῦ ἡ Ὀρθοδοξία θά συναντήσει γιά ἄλλη μιά φορά τήν κακοδοξία καί θά τήν συντρίψει μέ τήν κραταιά ἰσχύ τῆς ὁμολογίας πού φθάνει μέχρι τό θάνατο. Ὁ στρατηγός ζητᾶ ἀπό τόν ἀσκητή νά καταπατήσει καί νά βεβηλώσει μία εἰκόνα τοῦ Σωτήρα Χριστοῦ. Ἡ ἀπάντησή του εἶναι σάλπισμα ὁμολογίας: «Μή γένοιτο, Κύριε Ἰησοῦ, πατῆσαι τήν σήν εἰκόνα». Ἡ ζείδωρη ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας ἄρδευε τήν ὕπαρξή του, καταύγαζε τή διάνοιά του, νοηματοδοτοῦσε τούς ἀγῶνες του. Πῶς νά ἀρνηθεῖ τήν πίστη πού διαφυλάττει τήν ὡραιότητα καί τή γνησιότητα τῆς Ἐκκλησίας;
  Ὁ ἀγωνιστής καί ὁμολογητής, πού ἐκτελοῦσε ἀφοσιωμένα τό θέλημα τοῦ Θεοῦ σέ ὅλη του τή ζωή, γονατίζει, σκύβει καί ἀσπάζεται τήν ἅγια εἰκόνα. Τό γνωρίζει πώς «ἡ τιμή ἀποβαίνει πρός τό πρωτότυπο», πρός τόν Κύριό του τόν θεάνθρωπο Ἰησοῦ. Ἀληθινά ἐλεύθερος ὁ ἄνθρωπος πού σκύβει μπρός στήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Πιστεύει στήν ἐνανθρώπησή Του, ἐλπίζει στόν καθαγιασμό τῆς ὕλης, πορεύεται στό καθ’ ὁμοίωσιν.
  Τά βασανιστήρια πού ἀκολουθοῦν εἶναι φρικτά. Στόν καταπέλτη τό σῶμα του στρεβλώνεται καί κατακαίεται στή φωτιά. «Ζῆλος διεξέκαυσε Παῦλον εἰκόνων, ᾧ φλόξ δι’ αὐτάς ἐξεκαύθη καμίνου». Στίς 17 Μαρτίου στρέφουμε τό βλέμμα μας στήν ὁσιακή καί μαρτυρική μορφή τοῦ ἁγίου ὁσιομάρτυρα Παύλου καί ζητοῦμε ἡ πρεσβεία του νά συνοδεύει ὅσους στούς καιρούς τῆς σύγχρονης εἰκονομαχίας τιμοῦν τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ καί λατρεύουν τό θεανδρικό του πρόσωπο.

 Ἰχνηλάτης

Ἀπολύτρωσις 62 (2007) 72-73
   

Πέμπτη, 22 Μάιος 2014 03:00

Ό Κύριος μαζί σου

 Πολλά καί ποικίλα τά πνευματικά μηνύματα πού μᾶς φέρνει ὁ Μάρτιος. Ἑλκυστικά κι εὐφρόσυνα, ὅπως οἱ ὀμορφιές καί τά μύρα τῆς φυσικῆς ἀνοίξεως, στήν ὁποία μᾶς εἰσάγει. Φῶτα σωστικά κι ἀνέσπερα, πού αὐγάζουν τό πνευματικό στερέωμα καί μᾶς φέγγουν στό δρόμο τῆς σωτηρίας. Κι ἀνάμεσά τους ἥλιος ἄδυτος τό ἄγγελμα πού τ᾿ ἀγγελικά χείλη τοῦ Γαβριήλ μήνυσαν στήν Παρθένο· «Χαῖρε, κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετά σοῦ!».
 Αὐτό τό μήνυμα τοῦ οὐρανοῦ πρός τή γῆ μετασχηματίζει καί προβάλλει ὡς δική της ἐμπειρία ἡ γῆ. Εἶναι ἡ μαρτυρία πού καταθέτει τό μαρτύριο τῶν ἁγίων Σαράντα μαρτύρων, οἱ ὁποῖοι κοσμοῦν τό Συναξάρι τῆς ἐνάτης Μαρτίου. Ὄχι ἕνας καί δύο οὔτε δέκα ἀλλά σαράντα νέοι ἄνθρωποι, γενναῖοι στρατιῶτες, περιφρονοῦν τή δόξα αὐτοῦ τοῦ κόσμου, περιγελοῦν τή δύναμή του καί καθιστοῦν ἀτελέσφορη τήν ἀμείλικτη πολεμική του. Στόν ὑπέρτατο πόνο βιώνουν τή χαρά πού ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ χαρίζει. Προγεύονται τήν πληρότητα τῆς οὐρανίου πραγματικότητος. Καί μ᾿ αὐτή τήν πρόγευση πολιτεύονται ὡς ἐπίγειοι ἄγγελοι. Τά νεανικά τους κορμιά κρουσταλλιάζουν ἐκτεθειμένα στήν παγωμένη λίμνη τῆς Σεβαστείας. Τό αἷμα τους πετρώνει στίς φλέβες κι οἱ σάρκες ἀνοίγονται προκαλώντας ἀφόρητο πόνο. Μά αὐτοί μένουν σταθεροί. Ποῦ βρίσκουν αὐτή τήν ὑπεράνθρωπη δύναμη; Ἔχουν μαζί τους τόν Κύριο κι ἡ δική του παρουσία τούς κάνει νά βλέπουν τήν πραγματικότητα κάτω ἀπό τό φῶς τῆς αἰωνιότητος. «Δριμύς ὁ χειμών, ἀλλά γλυκύς ὁ παράδεισος· ἀλγεινή ἡ πῆξις, ἀλλ᾿ ἡδεῖα ἡ ἀνάπαυσις... Μιᾶς νυκτός ὅλον αἰῶνα ἀνταλλαξώμεθα». Μ᾿ αὐτά τά λόγια ἐνθαρρύνει ὁ καθένας τους τόν ἑαυτό του καί τούς συναθλητάς του. Τί ἀξία ἔχει μιά νύχτα μπροστά στήν ἀβασίλευτη ἡμέρα τῆς αἰωνιότητος, καί πῶς μπορεῖ νά συγκριθεῖ ἡ ὀδυνηρή ἀλλά παροδική ἐμπειρία τῆς παγωνιᾶς, πού περονιάζει καί παραλύει τά μέλη τοῦ σώματος, μέ τή γλυκειά καί μόνιμη ἀπόλαυση τοῦ παραδείσου;
 Δέν ζοῦμε σήμερα σέ περίοδο διωγμῶν. Ἀλλά πόσες φορές νιώθουμε νά μᾶς παγώνει τήν ὕπαρξη  ὁ παγερός ἄνεμος τῆς ἀπιστίας, νά μᾶς ταράσσει ὁ σάλος τῆς ὀλιγοπιστίας, ὅταν ξεσχίζει τήν καρδιά ὁ ποικιλόμορφος πόνος, συνθλίβεται τό εἶναι κάτω ἀπό τό βάρος τῆς θλίψεως! Καί πόσες φορές ἡ πνευματοκτόνα ἄνεση τοῦ εὐδαιμονισμοῦ, ἡ ὑποχώρηση στά δελεάσματα τοῦ κόσμου, ὁ συμβιβασμός μέ τά ἁμαρτωλά θελήματά του, μᾶς προκαλοῦν πνευματική ἀσφυξία καί βυθίζουν τήν ψυχή μας στό πνευματικό κενό! Σ᾿ ὅλες αὐτές τίς περιπτώσεις, ἀδελφέ μου χριστιανέ, μήν τό ξεχνᾶς· ἔχεις μαζί σου τόν Κύριο! Ἡ δική Του παρουσία εἶναι τῆς χαρᾶς ἡ πηγή, τῆς πληρότητος ἡ αἰτία καί ἡ ἀσφάλεια. Μέ τόν Χριστό τό σκοτάδι φωτίζεται, θερμαίνεται ἡ παγωνιά μέσα σου καί γύρω σου, γλυκαίνει ἡ πίκρα κι ἀλαφρώνει τό βάσανο. Μέ τόν Χριστό γίνονται ἀτέρμονα τά πεπερασμένα, ὑπέρχρονα καί αἰώνια τά πρόσκαιρα. Ἀναδεικνύεται ἥρωας καί μάρτυρας ὁ ἁπλός ἄνθρωπος, διότι δίνει ἄλλο νόημα στήν καθημερινότητα ὁ Χριστός.
 Αὐτό μηνύουν καί προσυπογράφουν οἱ ἅγιοι Σαράντα μάρτυρες, πού ἀκατάπαυστα πρεσβεύουν στόν Χριστό γιά ὅλους τούς ἀγωνιστάς τοῦ καλοῦ ἀγώνα.

Στέργιος Ν. Σάκκος

Τετάρτη, 06 Μάρτιος 2024 03:00

Στήν παγωμένη λίμνη

40martyres Ξεκίνησαν 40, σάν στρατιῶτες τοῦ ρωμαϊκοῦ στρατοῦ καί μπῆκαν πάλι 40, ὅπως τό ζήτησαν ἀπό τόν Κύριο, στή στρατιά τῶν ἁγίων τῆς θριαμβεύουσας Ἐκκλησίας. Κάποιος, πού λιποψύχησε καί δραπέτευσε, ἀντικαταστάθηκε ἀπό ἕνα δήμιο πού, ἐμπνευσμένος ἀπό τήν πίστη καί τήν καρτερία τους, ἔτρεξε νά ἑνωθεῖ μέ τή συντροφιά τους.
 Παραθέτουμε ἀπόσπασμα ἀπό τήν ὁμιλία τοῦ Μ. Βασιλείου εἰς τούς ἁγίους τεσσαράκοντα μάρτυρας, οἱ ὁποῖοι μαρτύρησαν μία κρύα νύχτα τοῦ 320 μ.Χ., στήν παγωμένη λίμνη τῆς Σεβάστειας.
 Ὅταν ἄκουσαν τό πρόσταγμα –πρόσεξε ἐδῶ τό ἀήττητο φρόνημα τῶν ἀνδρῶν–, μέ χαρά πέταξε ὁ καθένας ἀπό πάνω του καί τόν τελευταῖο χιτώνα καί βάδιζαν στό θάνατο τῆς παγωνιᾶς ἐνθαρρύνοντας ὁ ἕνας τόν ἄλλο, ὅπως ὅταν ἁρπάζουν λάφυρα. Ἄς μή ξεντυθοῦμε, ἔλεγαν, τό ροῦχο ἀλλά τόν παλαιό ἄνθρωπο «τόν φθειρόμενον κατά τάς ἐπιθυμίας τῆς ἀπάτης» (Ἐφ 4,22). Σ’ εὐχαριστοῦμε, Κύριε, γιατί μαζί μέ τό ροῦχο αὐτό ἀποβάλλουμε καί τήν ἁμαρτία. Ἀφοῦ τό ντυθήκαμε ἐξ αἰτίας τοῦ φιδιοῦ, ἄς τό ξεντυθοῦμε γιά τόν Χριστό…
 Βαρειά ἡ κακοκαιρία, ἀλλά γλυκύς ὁ παράδεισος· ὀδυνηρό τό πάγωμα, ἀλλά εὐχάριστη ἡ ἀνάπαυση… Μέ μιά νύχτα θ’ ἀνταλλάξουμε ὅλη τήν αἰωνιότητα. Ἄς καεῖ τό πόδι, γιά νά χορεύει συνεχῶς μέ τούς ἀγγέλους. Ἄς ἀποκοπεῖ τό χέρι, γιά νά ἔχει παρρησία νά ὑψώνεται στόν Δεσπότη. Πόσοι ἀπό τούς συναδέλφους μας στρατιῶτες ἔπεσαν στό μέτωπο, μένοντας πιστοί σ’ ἕνα φθαρτό βασιλιά; Κι ἐμεῖς δέν θά χαρίσουμε αὐτή τή ζωή γιά χάρη τῆς πίστεως στόν ἀληθινό βασιλιά; Πόσοι κακοῦργοι, πού συνελήφθησαν γιά ἀδικήματα, δέν δέχτηκαν τό θάνατο; Κι ἐμεῖς δέν θά ὑποφέρουμε τό θάνατο γιά τή δικαιοσύνη; Νά μή ξεστρατίσουμε, συστρατιῶτες, νά μή στρέψουμε τήν πλάτη στό διάβολο. Σάρκες εἶναι, μή τίς λυπόμαστε. Ἀφοῦ ὁπωσδήποτε πρέπει νά πεθάνουμε, ἄς πεθάνουμε γιά νά ζήσουμε. Ἄς φθάσει ἡ θυσία μας ἐνώπιον σου, Κύριε! Δέξου μας σάν «θυσία ζῶσα» εὐάρεστη σέ σένα. Νά γίνουμε ὁλοκαύτωμα μέσα στόν πάγο, ὡραία προσφορά, ἕνα καινούργιο ὁλοκαύτωμα, πού προσφέρεται ὄχι στή φωτιά ἀλλά πάνω στόν πάγο. …
 Ἐλεεινό θέαμα γιά τούς δικαίους: ὁ στρατιώτης, φυγάς· ὁ ὑποψήφιος γιά βραβεῖο, αἰχμάλωτος· τό πρόβατο τοῦ Χριστοῦ, λεία τῶν θηρίων… Ἐνῶ ὁ δήμιος, μόλις τόν εἶδε νά ξεφεύγει καί νά τρέχει στό λουτρό, ἔβαλε τόν ἑαυτό του ἀντικαταστάτη στή θέση τοῦ λιποτάχτη καί πετώντας τά ροῦχα ἀνακατεύθηκε μέ τούς γυμνούς, κράζοντας ὅπως οἱ ἅγιοι· εἶμαι χριστιανός. Καί μέ τήν ἀπότομη ἀλλαγή κατέπληξε τούς παρόντες κι ἀναπλήρωσε τόν ἀριθμό καί προσθέτοντας τόν ἑαυτό του παρηγόρησε τή λύπη τους γιά κεῖνον πού δείλιασε. Ἔτσι μιμήθηκε τούς στρατιῶτες πού, ὅταν πέσει αὐτός πού εἶναι στήν πρώτη γραμμή, ἀμέσως συμπληρώνουν τήν παράταξη, ὥστε νά μή διακοπεῖ ἡ ἑνότητά τους ἀπ’ αὐτόν πού ἔλειψε. Κάτι τέτοιο ἔκανε κι αὐτός. Εἶδε τά οὐράνια θαύματα, κατάλαβε τήν ἀλήθεια, κατέφυγε στόν Δεσπότη, συναριθμήθηκε μέ τούς μάρτυρες…

«Ἐλπίδα»
    
     

Τετάρτη, 03 Μάρτιος 2021 02:00

Μητέρα Μάρτυρος

 40martyres2Στήν παγωμένη λίμνη τῆς Σεβάστειας τοῦ Πόντου γύρω στό 320μ.Χ. τό φρικτό μαρτύριο 40 ἡρωικῶν μορφῶν φτάνει στό τέλος του. Οἱ Σαράντα ἐπίλεκτοι στρατιῶτες τῆς ρωμαϊκῆς λεγεώνας διεξήγαγαν νικηφόρα τήν τελευταία καί σκληρότερη μάχη τῆς ζωῆς τους. Πέρασαν στεφανωμένοι στήν αἰώνια ζωή, ἀφήνοντας τά παγωμένα σώματά τους ἕρμαια στή διάθεση τῶν δημίων. Ὁ ἔπαρχος Ἀγρικόλας διατάζει νά ριχτοῦν στή φωτιά τά οἰκητήρια τῶν ἁγίων ψυχῶν.
 Ἕνας ὅμως ἀπό τούς Σαράντα διατηρεῖ μέσα του ἀκόμη μιά σπίθα ζωῆς: ὁ ἡρωικός Μελίτων, μονάκριβος γιός χριστιανῆς χήρας. Ὁ Ἀκρικόλας διατάζει νά τόν παραδώσουν ὄχι στή φωτιά ἀλλά στή μητέρα του. Πίστευε ὅτι ἐκείνη θά τόν ἔπειθε νά ἀρνηθεῖ τήν πίστη του. Δοκίμασε ὅμως μεγάλη ἔκπληξη κι ἀπογοήτευση ἀπό τήν ἀπροσδόκητη ἐξέλιξη τῶν γεγονότων. Τή σκηνή περιγράφει ζωηρά τό ἀπόσπασμα πού ἀκολουθεῖ ἀπό τό βιβλίο τοῦ Καθηγητῆ Στ. Σάκκου, Οἱ ἅγιοι Σαράντα Μάρτυρες, ἔκδοση Δ΄, «Χριστιανική Ἐλπίς».
 Ὅταν ἡ μητέρα τοῦ μάρτυρα Μελίτωνα ἄκουσε τή διαταγή τοῦ Ἀγρικόλα καί εἶδε νά τοποθετοῦνται στά ἁμάξια τά τίμια σώματα τῶν μαρτύρων, γιά νά ριχτοῦν στή φωτιά, χωρίς νά συμπεριλαμβάνεται σ᾿ αὐτά ὁ γιός της, διέσχισε μέ λαχτάρα τά πλήθη καί ἦλθε κοντά στό παιδί της. Εἶδε τόν μονογενῆ της, τά τρυφερά σπλάγχνα της, τή μοναδική ἐλπίδα καί τό στήριγμά της σέ ἐλεεινή κατάσταση. Ἦταν μελανιασμένος, ἀκίνητος, παράλυτος. Μόλις ἀνέπνεε. Ὁ ἑτοιμοθάνατος στύλωσε τό βλέμμα στή μητέρα του. Καί ἐκείνη; Ὤ ἐκείνη! Τί ἔκανε; Σκίρτησαν τά μητρικά σπλάγχνα της; Συγκινήθηκε ἡ στοργική καρδιά της; Μήπως ἄρχισε νά κλαίει, νά ὀδύρεται, νά σχίζει τά ροῦχα της καί νά ξερριζώνει τά μαλλιά της; Μήπως τόν ἅρπαξε στή θερμή ἀγκαλιά της καί ἄρχισε νά τόν φιλᾶ χύνοντας δάκρυα, γιά νά ἀναζωογονήσει τό μαραμένο λουλούδι της, πού ἤδη εἶχε ἀρχίσει νά σβήνει; Ὄχι! Τίποτε ἀπ᾿ ὅλα αὐτά δέν συνέβη. Ἀγαποῦσε τό παιδί της. Μάλιστα, ὡς χριστιανή μητέρα τό ἀγαποῦσε ἀληθινά, πνευματικά, δίνοντας προτεραιότητα στήν ψυχή του. Κι ἐπειδή αὐτή ἡ ψυχή κινδύνευε ἀπό τή στοργή καί τό ἐνδιαφέρον τοῦ τυράννου, ἡ χριστιανή μάνα θά ἔκανε τό πᾶν γιά νά τή σώσει.
  Ἄν ἦταν ἄλλη μητέρα, ἀσφαλῶς θά βοηθοῦσε τούς στρατιῶτες πού ἦρθαν νά πάρουν τόν γιό της, γιά νά τόν φροντίσουν. Θά πάσχιζε νά τόν κρατήσει στή ζωή. Αὐτή, ἀντίθετα, τούς ἐμποδίζει. Σφίγγει τήν πιστή καρδιά της καί σάν τόν πατριάρχη Ἀβραάμ ὁδηγεῖ ἡ δια τό παιδί της στή θυσία. Μέ ἀξιοθαύμαστη ψυχραιμία ἐνισχύει τόν γιό της: «Γλυκό μου παιδί, ἔχε θάρρος καί δύναμη! Τώρα πιά εἶσαι παιδί τοῦ οὐράνιου Πατέρα. Κάνε ἀκόμη λίγη ὑπομονή, γιά νά γίνεις τέλειος μάρτυρας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μή φοβηθεῖς τό θάνατο, σύ, ὁ νικητής τόσων βασάνων. Μήν ξεχνᾶς, παιδί μου, ὅτι εἶσαι βλάστημα τῆς ὀδύνης τοῦ σταυροῦ. Σκέψου τόν Κύριο στό σταυρό. Μή φανεῖς κατώτερος ἀπό τούς συστρατιῶτες σου, οἱ ὁποῖοι μεταφέρονται γιά νά καοῦν τά σώματα καί νά στεφανωθοῦν οἱ ψυχές τους. Ὁ Χριστός βρίσκεται κοντά σου ἀόρατα. Εἶναι βοηθός σου. Ἔπειτα ἀπό λίγο θά ἀπαλλαγεῖς ἀπό κάθε πόνο καί θά μπεῖς στήν αἰώνια χαρά καί εὐτυχία. Ἡ ἀνδρεία σου νίκησε τά μαρτύρια. Θά ἀπολαύσεις τήν ἀνέκφραστη εὐφροσύνη καί θά συμβασιλεύσεις μέ τόν Χριστό. Τότε νά πρεσβεύεις καί γιά μένα, τή μητέρα σου, ἀγαπημένο μου παιδί».
  Ὁ γενναῖος μάρτυρας ἀκούει μέ ἀνακούφιση τά ἐνθαρρυντικά λόγια τῆς ἡρωίδας μητέρας. Καταβάλλει προσπάθεια νά μιλήσει, ἀλλά δέν μπορεῖ. Μέ τό βλέμμα δείχνει στή μητέρα του τίς φλόγες καί τόν οὐρανό. Ἐκείνη κατάλαβε. Ὁ γιός της ζητοῦσε τούς συντρόφους του. Ἐπιθυμοῦσε καί αὐτός νά ριχθεῖ στή φωτιά καί μαζί μ᾿ ἐκείνους ν᾿ ἀνεβεῖ στόν οὐρανό. Κι ἔκανε τότε ἡ χριστιανή μάνα κάτι πού μόνο μία ἡρωίδα θά μποροῦσε νά πραγματοποιήσει. Ἐνισχυμένη ἀπό τό ἅγιο Πνεῦμα καί μέ τή βοήθεια ἄλλων χριστιανῶν, μεταφέρει τόν γιό της καί τόν τοποθετεῖ στίς ἅμαξες, πού θά μετέφεραν στή φωτιά τούς ἄλλους στρατιῶτες. «Δέν ἄφησε νά τῆς ξεφύγουν δάκρυα ἀπρεπῆ», θαυμάζει ὁ Μ. Βασίλειος· «Δέν ξεστόμισε τίποτε ταπεινό καί ἀνάξιο τῆς περιστάσεως. Ἀλλά συμβούλευσε τό βλαστό της: “Βάδισε, παιδί μου, στόν ὡραῖο δρόμο τῆς αἰώνιας ζωῆς μαζί μέ τούς φίλους καί ἀδελφούς σου, γιά νά μπεῖτε ὅλοι μαζί στό χορό τοῦ οὐρανοῦ καί νά παρουσιαστεῖτε μαζί στόν Δεσπότη Χριστό. Μή μείνεις μόνο ἐσύ ἀστεφάνωτος. Ἔφθασε πιά στό τέλος του ὁ πειρασμός. Ὑπόμεινε τή φωτιά, ὅπως ὑπέμεινες τό ψύχος, γιά νά κερδίσεις καί τήν αἰώνια χαρά”». Καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἀκούει τή μαρτυρική μητέρα νά παροτρύνει τό βλαστό της: «Μήν ἀφήσεις ἀνολοκλήρωτη τή μητρική εὐχή. Ὁ θάνατός σου δέν θά λυπήσει τή μητέρα σου, διότι θά σέ καμαρώσει στεφανηφόρο καί νικητή τροπαιοῦχο».
  Οἱ στρατιῶτες θέλησαν νά κατεβάσουν ἀπό τήν ἅμαξα τό σῶμα τοῦ μάρτυρα, γιά νά τό περιποιηθοῦν, ἀλλά εἶδαν ὅτι εἶχε ἤδη ξεψυχήσει. Ὅταν ἡ φιλόθεη μητέρα του τόν κρατοῦσε στήν ἀγκαλιά της καί τοῦ ἔδινε τήν τελευταία εὐχή της, τότε ἡ ψυχή του ἀνέβηκε στούς οὐρανούς μαζί μέ τίς ἄλλες ψυχές, ἐνῶ τό σῶμα του συναντοῦσε τά σώματα τῶν συντρόφων του.


Στ. Ν. Σάκκος

Τρίτη, 26 Δεκέμβριος 2023 03:00

Μιλοῦν οἱ τρεῖς Ἱεράρχες

ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ: Ἡ δημιουργία

Στέκεσαι μπροστά στόν κόσμο...
Ρίξε ἕνα βλέμμα γύρω σου.
Πόσο θαυμαστή εἶναι ἡ τάξη πού ἐπικρατεῖ στήν κτίση!
Ἔρχεται ἡ ἄνοιξη· καί ἡ γῆ ἡ δαρμένη ἀπό τή χειμωνιάτικη παγωνιά     
πετάει ἀπό πάνω της τό πένθιμο ροῦχο, ντύνεται τό λαμπρό              bunch of flowers small
καί καμαρώνει γιά τά κοσμήματά της.
Ἀπό τόν ταπεινό τό σπόρο βλέπεις νά ξεπετιέται τό φύτρο
κι ἀπό ἐκεῖ ν᾿ ἀναδύεται ἡ χλόη
κι ὅταν ἔρθει ὁ κατάλληλος καιρός, νά δένει ὁ καρπός
καί νά μεστώνει.
Πῶς στ᾿ ἀλήθεια νά μή θαυμάζει κανείς τόση σοφία
κρυμμένη μές στό χῶμα!...
Γιά ὅλα αὐτά καί γιά χιλιάδες ἄλλα ἐκπληκτικά, κρυφά καί φανερά,
μήν κάνεις κόπο.
Ἄν πεῖς νά τά γνωρίσεις τέλεια,
θά εἶναι σάν νά προσπαθεῖς νά λογαριάσεις τά κύματα τῆς θάλασσας
ἤ νά μετρήσεις τό νερό της μέ μιά κούπα.
Μά κι ἄν τό κατορθώσεις,
κι ἄν μάθεις ἔστω καί τό «πῶς»,
δηλαδή τόν τρόπο πού ὑπάρχουν τά ὄντα,
μήν καυχηθεῖς πώς νίκησες·
διότι κι ἔτσι ἀκόμη δέν θά μάθεις ποτέ σου τό «ποιός»·
ποιός εἶναι Ἐκεῖνος πού τά δημιούργησε,
ποιός εἶναι Ἐκεῖνος πού ἅρμοσε τόν κόσμο
μέ ὀμορφιά καί τελειότητα ἀνέκφραστη.
Ποιός εἶναι Ἐκεῖνος πού ἔφερε τά πάντα στήν ὕπαρξη γιά σένα...
Τέτοια γνώση εἶναι ἀδύνατον νά τή συλλάβει νοῦς ἀλαζών,
ἀκάθαρτος καί ἐμπαθής,
πού ξέρει νά τ᾿ ἀγγίζει ὅλα μόνο μέ τήν πεπερασμένη λογική του.

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ: Ὁ ἄνθρωπος

Σέ δημιούργησε μέ τιμή ἐξαιρετική!
Δέν εἶπε, ὅπως γιά ὅλα τ᾿ ἄλλα, «γενηθήτω»
ἀλλά «ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα ἡμετέραν
καί καθ᾿ ὁμοίωσιν».
Ποιός εἶσαι σύ, λοιπόν; Ποιός εἶσαι σύ, πού ὁ Θεός γιά νά σέ φτιάξει
σκέφτηκε τόσο κι ἀποφάσισε;
Μά δέν εἶναι νά ἀπορεῖ κανείς:
Εἶσαι τό πιό πολύτιμο ἀπ᾿ ὅλα ὅσα ἔγιναν
ἤ μᾶλλον ἐκεῖνο τό ὄν γιά τό ὁποῖο καί μόνον ὑπάρχει ὁ κόσμος!
Σέ ὅρισε κυβερνήτη τοῦ κόσμου Του.
Τί πιό μεγάλο ἀπ᾿ αὐτό;
Ὅμως τήν ποδοπάτησες τούτη τή χάρη.
Ἐκεῖνος σοῦ ἔδωσε τά πάντα.
Μά ἐσύ τά δῶρα Του τά κλώτσησες.
Πῶς μπόρεσες;
Πῶς μπόρεσες ν᾿ ἀνοίξεις ἀφύλαχτα συζήτηση
μέ τόν ἀρχαῖο ἐχθρό Του -τόν δικό σου ἐχθρό στήν πραγματικότητα;
Πῶς δέν πρόσεξες κι ἄφησες ἕρμαιο τοῦ Σατανᾶ
τό νοῦ καί τήν καρδιά σου;
Σήκωσε, λοιπόν, τώρα τά μάτια σου καί δές τί ἔκανες.
Ἀπό τήν ὥρα τῆς παρακοῆς ἡ ἁμαρτία σου
σ᾿ ἔκανε, ἐσένα τόν πανελεύθερο, δοῦλο.
Κομμάτια τά ὄνειρά σου γιά ἰσοθεΐα,
καί ὅλη σου ἡ εὐγένεια, κομμάτια κι αὐτή.
Ὅλα στερέψαν κι ἀγριέψαν γύρω σου.
Ἁπλώνεις σάν τόν μυθικό τόν Τάνταλο νά πιάσεις,
μά τίποτε δέν στέκεται.
Κι ἄν μές στήν ἀγωνία σου ἀναρωτιέσαι
ποῦ εἶναι ἐκεῖνος πού ἐπίστεψες,
τί ψάχνεις; Γελάει καί καγχάζει σέ βάρος σου -δέν τόν ἀκοῦς;

ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ

Ὁ αἰώνιος καί παντοδύναμος Θεός
δέν ξέχασε τό πλάσμα του, ἐσένα.
Ἔκανε τό πᾶν, γιά νά σέ σώσει·
προσπάθησε νά σέ ξυπνήσει ἀπό τό λήθαργο
τῆς πλανερῆς αὐτάρκειας μέ χίλιους τρόπους.
Ἔστειλε δικαίους καί προφῆτες, σοῦ ἔδωσε νόμο,
ἐμφάνισε σημεῖα σέ οὐρανό καί γῆ.
Ὡστόσο, τό κακό εἶχε προχωρήσει.
Χρειαζόσουν ἄλλο φάρμακο, ἰσχυρότερο.
Τότε κι Αὐτός, ὁ ἴδιος ὁ προαιώνιος Θεός Λόγος,
ὁ δημιουργός σου, ἀφοῦ ἄλλη λύση δέν ὑπῆρχε,
γίνεται γιά χάρη σου ἄνθρωπος
καί γιά χάρη σου γεννιέται ἀδύναμο βρέφος,
καί γιά σένα καί μόνο, ἐνῶ εἶναι πάμπλουτος,
πτωχεύει, ἀδειάζει...
Ὥστε ἐσύ νά πλουτίσεις τή φύση σου μέ τή θεότητά Του,
κι ἔτσι νά ἐπανέλθεις στήν ἀρχαία ἐκείνη ὀμορφιά...
Αὐτό λέγεται τέλεια κι ἀκατάσχετη ἀγάπη.
Ἀληθινά δέν ξέρω πῶς ἀλλιῶς νά τό ἐκφράσω.
Καί ὁ Θεός δέν ἀποφάσισε
νά σέ γλυτώσει σάν βασιλιάς τόν δοῦλο του,
μά σάν ὁ ἀδελφός τόν ἀδελφό.
Δέν εἶσαι ζῶο νά σοῦ βάλει χαλινάρι.
Ἐλεύθερο σέ θέλει γιά δικό Του.
Νά τ᾿ ἀψηφήσεις ὅλα
καί νά τοῦ πεῖς μ᾿ ἀπόφαση παλληκαρίσια
κι ἀγύριστη: «Ἰδού ἐγώ, Κύριε...»
...καί νά γυρίσεις στό σπίτι τοῦ Πατέρα σου πού ἄφησες.
Πρῶτο κι αἰώνιο κι ἀπύθμενο,
πού σ᾿ ὅλα δίνει νόημα κι ἀξία, εἶναι ἕνα:
ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Καί πόσο ἄραγε εἶσαι ἕτοιμος νά τή δεχτεῖς;...

                                                        Ἀπολύτρωσις 60 (2005) 8-10